You are on page 1of 3

89

Έχουν μέλλον οι γλώσσες μας;

Ο Άγγλος γλωσσολό γος Ντέιβιντ Κρύ σταλ (David Crystal), συγγραφέας (μεταξύ πολλώ ν
ά λλων) τού English as a Global Language (Cambridge 1997), μιλώ ντας στην εφημερίδα
Guardian είπε: «Ίσως μια μέρα η Αγγλική να είναι η μό νη γλώ σσα που θα έχει μείνει να
μά θει κανείς. Αν συμβεί κά τι τέτοιο, θα είναι η μεγαλύτερη πνευματική καταστροφή
που γνώρισε ποτέ ο πλανήτης μας». Ο Κρύ σταλ αναφερό μενος στον θά νατο των
γλωσσώ ν (στο έργο του Language Death, Cambridge 2000) είπε την επίμαχη φρά ση, για
να δείξει ό τι η κυριαρχία και επικρά τηση στην επικοινωνία των ανθρώ πων μίας και
μό νο γλώ σσας, οποιασδή ποτε, αποτελεί πολιτισμική , ιστορική , αξιακή , πνευματική
καταστροφή , προϋ ποθέτοντας τον θά νατο ό λων των ά λλων γλωσσώ ν.
Είναι από καιρό γνωστό στους ειδικού ς (γλωσσολό γους, ανθρωπολό γους,
περιβαλλοντολό γους, ιστορικού ς, μελετητές τού πολιτισμού κ.ά .) ό τι από τις 140.000
περίπου γλώ σσες, που υπολογίζεται ό τι μιλή θηκαν στον κό σμο, σή μερα σώ ζονται εν
χρή σει περίπου 6.000. Από αυτές 3.000 γλώ σσες βρίσκονται καθ’ οδό ν προς εξαφά νιση
(με ρυθμό μία περίπου γλώ σσα κά θε εβδομά δα!), έτσι που στο τέλος τού 21ου αιώ να
υπολογίζεται ό τι θα έχουν μείνει συγκριτικά ασφαλείς μό νο περί τις 600 γλώ σσες1. Τα
στοιχεία είναι ανησυχητικά και οι προβλέψεις αληθινά δυσοίωνες. Τι μπορεί να γίνει; Τι
μπορεί να σώ σει τις απειλού μενες, κινδυνεύ ουσες με εξαφά νιση γλώ σσες και τι μπορεί
να βοηθή σει έναν ά λλο μεγά λο αριθμό γλωσσώ ν, συρρικνού μενων ή υποχωρουσώ ν ή
αποδυναμού μενων ή και κακοποιού μενων, που και στην περίπτωσή τους υποσκά πτεται
έμμεσα και μακροπρό θεσμα η ίδια τους η επιβίωσή ;
Ας μπού με κατ’ ευθείαν στην καρδιά τού θέματος: Έχουν μέλλον οι γλώ σσες
μας; Απαντώ : Ναι, υπό προϋ ποθέσεις:
α) Ότι θα υπά ρξει οργανωμένη, συντονισμένη ευαισθητοποίηση των πολιτώ ν σε ό σο
γίνεται περισσό τερες χώ ρες και ό τι θα συνοδευθεί από έμπρακτη υποστή ριξη,
θεσμικού –υποχρεωτικού τύ που, η υιοθέτηση και προώ θηση τή ς γλωσσικής
πολυμορφίας, τή ς εκμά θησης και τή ς χρή σης περισσοτέρων γλωσσώ ν πέρα από τη
μητρική .
β) Ότι θα υπά ρξει αγώ νας να συνειδητοποιηθεί το πρόβλημα τής εξαφάνισης, ο
«θά νατος των γλωσσώ ν», που επέρχεται με ιλιγγιώ δεις ρυθμού ς.
γ) Ότι θα υπά ρξει έμπρακτη καλλιέργεια τή ς γλωσσική ς πολυμορφίας (τή ς
πολυγλωσσίας) στην εκπαίδευση και στην επικοινωνία. Να μπορεί να μαθαίνει ο
μαθητή ς στο σχολείο περισσό τερες γλώ σσες με δική του επιλογή (έστω και λιγό τερο
ομιλού μενες, λιγό τερο γνωστές γλώ σσες, π.χ. την Πορτογαλική , ή και μεγαλύ τερες, την
Ισπανική , τη Γαλλική , τη Γερμανική ). Να καθιερωθεί δε η δυνατό τητα χρή σης
περισσοτέρων γλωσσώ ν σε μορφές επικοινωνίας ό πως τα ό ργανα τή ς Ευρωπαϊκή ς
Ένωσης, τα συνέδρια, οι ομιλίες κ.λπ., με τη διευκό λυνση τή ς διερμηνείας/μετά φρασης.
δ) Ότι θα δοθεί έμφαση στην κατάρτιση και αξιοποίηση διερμηνέων και
μεταφραστών σε ποικίλες γλώ σσες. Γιατί η μετά φραση είναι η ά μυνα των λιγό τερο
ομιλουμένων γλωσσώ ν απέναντι στην κυριαρχία τή ς μίας γλώ σσας, αλλά συγχρό νως
και πηγή εμπλουτισμού κά θε γλώ σσας με νέες λέξεις.
ε) Ότι θα εξασφαλιστεί η καλύ τερη δυνατή γνώ ση και χρή ση τή ς μητρικής γλώσσας,
γιατί αυτό θα βοηθή σει να παραμείνει κανείς αμετακίνητος στη γλώ σσα του με αίσθημα
ασφαλείας και αυτοεκτίμησης. Και μην ξεχνά με: το κάστρο μιας γλώσσας πέφτει
από μέσα. Αλώ νεται εσωτερικά , με την παραμέληση, αποδυνά μωση και υποχώ ρηση
τή ς γνώ σης τή ς μητρική ς γλώ σσας. Όσο καλύ τερα έχουμε κατακτή σει τη μητρική μας
γλώ σσα, τό σο μεγαλύ τερες είναι οι αντοχές μας στην επίδραση και κυριαρχία μιας
ά λλης γλώ σσας. Οι δε μικρές γλώ σσες, ό πως η δική μας, χρειά ζονται μεγά λες αντοχές.
1
Michael Krauss, 1992: "The world’s languages in crisis", Language 68, 4-10.

1
Το αν έχουν μέλλον ή ό χι οι γλώ σσες μας, με τη γενική έννοια που δώ σαμε πιο
πά νω, εξαρτά ται από την εγρή γορση ή τον εφησυχασμό τον δικό μας, αν είμαστε
δηλαδή διατεθειμένοι ή ό χι να αναλά βουμε αγώ να ενημέρωσης τή ς κοινή ς γνώ μης και
να πείσουμε για την ανά γκη να διαφυλαχθού ν οι γλώ σσες που κινδυνεύ ουν. Σημείο
εκκίνησης πρέπει να είναι πά ντα η ουσία και οι πραγματικές διαστά σεις τή ς γλώ σσας,
κά θε ανθρώ πινης γλώ σσας. Η ουσία, λοιπό ν, είναι ό τι η γλώσσα είναι ο τρόπος με τον
οποίο βλέπει, οργανώνει, ταξινομεί και εκφράζει τον κόσμο μας κάθε λαός. Άρα,
η γλώ σσα δεν είναι απλό εργαλείο («εργαλειακή αντίληψη»), αλλά σημαντικό
οντολογικό γεγονό ς: γεγονό ς ιστορικό , πολιτισμικό , αξιακό , οικολογικό , είναι ό ρος
ταυτότητας (εθνική ς και ατομική ς) και ποιότητας σκέψεως.
Ο γλωσσικό ς μονισμό ς τή ς εργαλειακή ς αντίληψης υποβαθμίζει τραγικά τη
σημασία τή ς γλώ σσας. Στην κινητοποίηση για εξασφά λιση μέλλοντος στις γλώ σσες
πρέπει να ορθώ νεται ένα αδιαπραγμά τευτο ό χι στον γλωσσικό ηγεμονισμό, στην
παγκοσμιοποίηση μιας οποιασδή ποτε γλώ σσας ως κοινού μέσου επικοινωνίας, ό πως
πά ει να συμβεί με την Αγγλική . Η εναλλακτική ―σωτή ρια για τις γλώ σσες― πρό ταση
είναι η εδραίωση στη συνείδηση ό λων τή ς γλωσσικής πολυμορφίας, τή ς εκμά θησης
και χρή σης περισσοτέρων γλωσσώ ν. Όσοι αντιλαμβά νονται τη γλωσσική πολυμορφία,
ό χι ως «ευλογία» αλλά αρνητικά σαν «Βαβέλ»(που στην Εβραϊκή σημαίνει «σύ γχυση
γλωσσώ ν»), στον βωμό τού πρακτικισμού και τή ς εργαλειακή ς αντίληψης τή ς γλώ σσας
αποκηρύ σσουν τον πλού το και το ιστορικό / πολιτισμικό / αξιακό γεγονό ς τή ς
διαφορετικότητας στη γλώ σσα, υιοθετώ ντας την αρχή τού «γλωσσικού
επεκτατισμού » και παραγνωρίζοντας την ά μεση οικολογική διά σταση τή ς γλώ σσας στο
τρίπτυχο: γλώσσα – πολιτισμός – περιβάλλον.
Ο εν λό γω «γλωσσικό ς επεκτατισμό ς» οφείλεται στη στρεβλωτική για τα
πνευματικά -αξιακά γεγονό τα αντίληψη περί ομοιογενοποίησης [ομογενοποίησης;]
τής γλώσσας, που οδηγεί στη στυγνή προσπά θεια αφομοίωσης τή ς ασθενού ς από την
ισχυρό τερη γλώ σσα και σε «ύ βριν» προς την καθιερωμένη φυσική ποικιλία των
γλωσσώ ν. Η αντίληψη αυτή στοιχεί προς μια αγοραία σύ λληψη τή ς γλώ σσας, που
θεωρεί κυρίαρχο παρά γοντα την «αγορά των γλωσσώ ν» (ποια «πουλά ει»
περισσό τερο), χωρίς να αντιλαμβά νεται σε ποια ιστορική -αξιακή παραβίαση και σε
ποια ισοπέδωση οδηγεί αυτή η ά ποψη. Γενικά σε έναν τέτοιο αγώ να αυτό που πρέπει
να συνειδητοποιηθεί είναι να μη γίνουμε συνένοχοι στη γλωσσοκτονία που πά ει να
επιβληθεί είτε μέσω τή ς μονοκρατορίας μίας γλώ σσας είτε με την ανοχή ―και συνενοχή
μας― ό ταν στέκουμε απαθείς παρατηρητές στην καταπάτηση των γλωσσικών
δικαιωμάτων μικρό τερων ομά δων, που έτσι σύ ρονται αναπό δραστα στη
μονογλωσσία τή ς κυρίαρχης γλώ σσας (επίσημης – κοινή ς – γλώ σσας εμπορικώ ν
συναλλαγώ ν – γλώ σσας κύ ρους κ.τ.ό .). Τέτοια φαινό μενα πρέπει να αποτραπού ν και τη
θέση τή ς ―αθέλητης έστω― γλωσσοκτονίας πρέπει να πά ρουν η καταγραφή , μελέτη,
περιγραφή και διά σωση των απειλουμένων γλωσσώ ν ή των ασθενέστερων ή των
συρρικνουμένων κ.λπ., γενικά των καταπιεζομένων γλωσσώ ν.
Ίσως σκεφτεί κανείς ό τι το ό λο ζή τημα είναι απλώ ς θεωρητικό πρό βλημα των
διανοουμένων, των γλωσσολό γων και των οιονεί οικολό γων τή ς γλώ σσας, ωστό σο
εύ κολα θα αντιληφθεί ό τι είναι πρό βλημα που ―στις διά φορες εκφά νσεις του― μά ς
αφορά ό λους. Γιατί δεν είναι μό νο οι εξαφανισθείσες γλώσσες (Χεττιτική , Αρχαία
Αιγυπτιακή , ινδιά νικες Αμερική ς, αυστραλιανές, αφρικά νικες κ.λπ.) ού τε μό νο οι
χαρακτηριζό μενες ως «νεκρές» (Αρχαία Ελληνική και Λατινική ) που επιβιώ νουν μέσα
από τη συνέχειά τους (Νέα Ελληνική ) ή τις εξελιγμένες μορφές τους (ρομανικές
γλώ σσες: Ιταλική , Γαλλική , Ρουμανική , Ισπανική , Πορτογαλική κ.ά . από τη Λατινική ).
Είναι κυρίως μερικές χιλιά δες απειλούμενες γλώ σσες σε ό λον τον κό σμο λό γω μείωσης
των ομιλητώ ν και γλώ σσες συνεχώ ς συρρικνούμενες από τον περιορισμό έως την
αποθά ρρυνση από τη χρή ση τους (ό πως είναι τα δικά μας Τσιγγά νικα [Ρομανί],
Βλά χικα, Αρβανίτικα ή τα Πομά κικα). Με την κυριαρχία τή ς Αγγλική ς στην Ε.Ε.,
ολιγό τερο ομιλού μενες γλώ σσες, ό πως η Ελληνική , Δανική , Φινλανδική , Νορβηγική ,

2
Πορτογαλική κ.ά ., πέρασαν στις υποχωρούσες επικοινωνιακά γλώ σσες, ενώ και
περισσό τερο ομιλού μενες γλώ σσες (Γερμανική , Γαλλική , Ιταλική , Ισπανική ) έναντι τή ς
κυριαρχίας τή ς Αγγλική ς είναι στην πρά ξη γλώ σσες επικοινωνιακά αποδυναμούμενες.
Τέλος, σταδιακό , έστω και μακροπρό θεσμο, κίνδυνο διατρέχουν οι κακοποιούμενες
γλώ σσες, γλώ σσες δηλαδή των οποίων οι φυσικοί ομιλητές εμφανίζουν έντονο
λειτουργικό αναλφαβητισμό (δεν μπορού ν να καταλά βουν εύ κολα ένα απαιτητικό
κείμενο, δεν μπορού ν να γρά ψουν, να αναγνώ σουν κείμενα κ.λπ.) και που η χρή ση τους
στην επικοινωνία είναι αισθητά υποβαθμισμένη (σε λεξιλογικό και συντακτικό
επίπεδο), εμφανίζοντας αδικαιολό γητα υψηλό αριθμό δανείων από την Αγγλική . Τέτοια
γλώ σσα είναι, μεταξύ ά λλων, η Ελληνική .
Επομένως, υπό διά φορες μορφές και σε διαφορετική έκταση, προβλή ματα
εξαφά νισης ή συρρίκνωσης, υποχώ ρησης, αποδυνά μωσης και κακοποίησης εμφανίζουν
σχεδό ν ό λες οι φυσικές γλώ σσες. Και ναι μεν ισχύ ει η αρχή ό τι μια γλώσσα εκλείπει
κυρίως όταν εξαφανιστούν πλήρως οι φυσικοί ομιλητές της, αλλά και η
διαδικασία τή ς απώλειας (ολική ς, μερική ς, διαφό ρων τύ πων και μορφώ ν και έκτασης)
πλή ττει σή μερα ό λες τις γλώ σσες, πρά γμα που επιβά λλει σταυροφορία και αγώ να για
την επιβίωσή τους.
Η Ενωμένη Ευρώ πη, πιο «μαζεμένος» και πιο ενιαίος παγκό σμιος οργανισμό ς
συνένωσης και συνεργασίας λαώ ν, μπορεί να αποτελέσει από τη φύ ση της «πιλοτικό »
αλλά ουσιαστικό παρά δειγμα υιοθέτησης τή ς αρχή ς τή ς γλωσσικής πολυμορφίας. Ο
σεβασμό ς τή ς χρή σης και των 20 γλωσσώ ν τή ς Ευρωπαϊκή ς Ένωσης (και η δυνατό τητα
εκμά θησης μίας ή περισσοτέρων από αυτές στα σχολεία τή ς Ε.Ε.), γλώ σσες που ό λες
τους διαθέτουν ―περισσό τερο ή λιγό τερο― ιστορική παρουσία και πολιτισμική
διά σταση, θα αποτελού σε το καλύ τερο, λειτουργικά επεξεργασμένο και ελέγξιμο,
παρά δειγμα διατή ρησης και ανά πτυξης τή ς γλωσσική ς πολυμορφίας. Η οικονομικίστικη
αντίληψη για το υπερβολικό κό στος διερμηνείας και μετά φρασης ό λων των γλωσσώ ν
τή ς Ε.Ε. αποτελεί οικονομική αποτίμηση τή ς ιστορίας, τού πολιτισμού , τού αξιακού
χαρακτή ρα κά θε μεμονωμένης γλώ σσας και de facto αμφισβή τηση τή ς αρχή ς τή ς
ισό τητας που διέπει θεσμικά τα κρά τη-μέλη τή ς Ε.Ε. Διό τι αν αφαιρέσεις ή
υποβαθμίσεις τη γλώ σσα αυτού ή εκείνου τού λαού , αφαιρείς την ταυτό τητά του,
παρεμβαίνεις στη σκέψη του, αγνοείς τον πολιτισμό του, ξεχνά ς την ιστορία του,
υποτιμά ς την αξία του και τον βλέπεις ως «οικονομικό μέγεθος» με βά ση τη λογική τή ς
αγορά ς, που είναι ά λλη λογική από τον πολιτισμό , τον ανθρωπισμό και το πνεύ μα
γενικό τερα. Ο γλωσσικό ς ηγεμονισμό ς (σή μερα τή ς Αγγλική ς, αύ ριο ίσως κά ποιας
ά λλης) οδηγεί σε χρησιμοθηρική -πρακτικίστικη αντίληψη τή ς ζωή ς, τή ς κοινωνίας, τή ς
επικοινωνίας και τή ς ίδιας τή ς υπό στασης των λαώ ν, για να εξοικονομηθού ν ορισμένα
ποσά από ευρώ , που συχνά κατασπαταλώ νται σε πολλές ά λλες ά νευ σημασίας
διευθετή σεις. Η μετά φραση και η διερμηνεία διευκολύ νουν τη συνά ντηση ατό μων και
λαώ ν, ενώ συγχρό νως διαφυλά σσουν τη γλωσσική και εθνική αξιοπρέπεια των λαώ ν
τή ς Ενωμένης Ευρώ πης. Η γλωσσική πολυμορφία αποτελεί «ευλογία» για τον πολιτισμό
μας· δεν είναι «επικοινωνιακή δυσπλασία» που χρειά ζεται να καταπολεμηθεί!

You might also like