You are on page 1of 50

1

Παρουσιάσεις µαθήµατος

Γλώσσα, κοινωνία και νόηση


Η γλώσσα είναι ένα φαινόµενο οικείο και αποτελεί συστατικό της ανθρώπινης ζωής, όπως όλα τα
φαινόµενα που αφορούν τον άνθρωπο και την κοινωνία:
 Είναι εν µέρει ασυνείδητο. Το λίγο που γνωρίζουµε συνειδητά προέρχεται από το σχολείο
κυρίως
 Είναι βαθειά διαπλεγµένο µε κοινωνικές προκαταλήψεις (µιλάµε µε φανατισµό για τη
γλώσσα)

Η µελέτη της γλώσσας είναι παντελώς απαραίτητη για τους εκπαιδευτικούς:


 Γνωσιακές ή νοητικές επιπτώσεις
Η επικοινωνία και η µάθηση ουσιαστικά γίνονται µέσω της γλώσσας (προφορικής και
γραπτής) –ειδικά για αφηρηµένα φαινόµενα επιστηµονικής σκέψης (π.χ. φυτά, οικολογία,
τυποποίηση)
 Ιδεολογικές-πολιτικές-κοινωνικές επιπτώσεις
Ιδέες, µύθοι, προκαταλήψεις, θεωρίες για τη γλώσσα συντηρούν εκπαιδευτικές και
κοινωνικές πρακτικές που προωθούν πολιτική/κοινωνική ανισότητα.

Αντιλήψεις για τη γλώσσα:


φιλοσοφικές, επιστηµονικές, καθηµερινές
 Ειδικά οι καθηµερινές συχνά, αν και όχι πάντα, είναι υπόρρητες (π.χ. δεν
συνειδητοποιούµε πολλές διαφορετικές προφορές του κ στα ελληνικά)
 Εµφανίζονται ως αυταπόδεικτες και είναι γι’ αυτό ακριβώς εξαιρετικά ισχυρή
η επίδρασή τους
 Αλλάζουν ανάλογα µε την κοινωνικο-ιστορική στιγµή.
 Εξυπηρετούν κοινωνικές ανάγκες (συχνά, συµφέροντα των κοινωνικών
οµάδων µε εξουσία).
 Στηρίζουν/αναπαράγουν ταυτόχρονα τις πρακτικές και τις αντιλήψεις για τη
γλώσσα στην εκπαίδευση και την κοινωνία (θεσµοποιηµένες ή άτυπες)

Μύθοι για τη γλώσσα:


Οι µύθοι για τη γλώσσα είναι εχυροί, ειδικά στους εκπαιδευτικούς στη χώρα µας.
Παραδείγµατα:
 Ξένα δάνεια µπορούν να αφανίσουν µια γλώσσα
 Αλλαγές στην προφορά, τη γραµµατική και στη χρήση των λέξεων επιφέρουν
φθορά
 Τα αρχαία ελληνικά είναι ζωντανή ακόµη γλώσσα ενώ τα λατινικά νεκρή
 Τα ελληνικά είναι η πλουσιότερη γλώσσα του κόσµου
 Υπάρχουν σαφή επιστηµονικά κριτήρια για τη διάκριση ανάµεσα σε γλώσσα
και διάλεκτο.
 Τα ιδιώµατα και οι διάλεκτοι είναι υποδεέστερες εκδοχές της γλώσσας
2

 Οι νέοι δεν γνωρίζουν καλά ελληνικά, πάσχουν από λεξιπενία και


χρησιµοποιούν συχνά αγγλικές λέξεις.
 Σωστά ελληνικά είναι η γλώσσα των µορφωµένων ενηλίκων, οι οποίοι δεν
κάνουν λάθη όπως της διεθνής κοινότητας, της ‘Άννας Βίσσης, της οδός, το
διαφανή νυχτικό, το υποδιέστερο.
 Τα ποιοτικότερα ελληνικά είναι εκείνα της λογοτεχνίας.
 Τα δίγλωσσα παιδιά είναι φυσικό να αντιµετωπίζουν προβλήµατα στην
εκπαίδευση.
 Οι γυναίκες έχουν την τάση να πολυλογούν συγκριτικά µε τους άνδρες.

Η ελληνική γλώσσα κινδυνεύει!


Ισχυρισµοί που αναφέρονται συχνά
 Εισβολή δανείων από την αγγλική που την αλλοιώνουν
 Φθείρεται από τις αλλαγές που υφίσταται, καθώς αποµακρύνεται όλο και
περισσότερο από την αρχαία ελληνική
 Κακοποιείται από τους οµιλητές της που κάνουν λάθη (π.χ. ΜΜΕ) ή δεν τη
γνωρίζουν καλά (π.χ. οι νέοι πάσχουν από λεξιπενία).

Προτεινόµενες θεραπείες
 Αποφυγή αγγλικών όρων
 ∆ιδασκαλία αρχαίας ελληνικής για εµπλουτισµό λεξιλογίου και γενικότερα
καλύτερη χρήση νέας ελληνικής
 ∆ιόρθωση λαθών (π.χ. βιβλία φιλολόγων για σωστότερα ελληνικά)

Αποµυθοποιήσεις (βλ. για παράδειγµα τα εξής βιβλία)


• Χάρης Γ. ∆έκα µύθοι για την ελληνική γλώσσα
• Χάρης Γ. Η γλώσσα, τα λάθη και τα πάθη
• Βauer & Trudgill, Myths about Language
• Τhe media are ruining English
• Children can’t speak or write properly anymore
• Some languages have no grammar.
• Βlack children are verbally deprived
• Εveryone has an accent except me
• Italian is beautiful, German is ugly
• Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός για τη Γλώσσα. Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
www.komvos.edu.gr
3

Επιστηµονικές θέσεις για την κινδυνολογία γύρω από την ελληνική:


Μεταξύ άλλων
 Μια γλώσσα δεν κινδυνεύει από δάνεια. Το πιο γνωστό φαινόµενο µαζικού
δανεισµού στην ιστορία αποτελεί το δάνειο της αγγλικής από τη γαλλική
γλώσσα (γύρω στο 70% του λεξιλογίου της).
 Τα δάνεια είναι φυσικό και συνηθισµένο φαινόµενο. Αποτελούν πηγή
εµπλουτισµού συνήθως. Καλύπτουν ως επί το πλείστον νοηµατικά κενά για
φαινόµενα/έννοιες που δεν υπήρχαν έως τότε
 Ενσωµατώνονται συνήθως στις γλώσσες. Π.χ. κοµπιούτερ-υπολογιστής στα
ελληνικά έχει άλλες συνδηλώσεις. παρκάρω
 Τα δάνεια είναι παµπάλαιο φαινόµενο και στα ελληνικά: π.χ. σπίτι και
φαµελιά από τα λατινικά, τεµπέλης και καρπούζι από τα τουρκικά, φερµουάρ
και γκαράζ από τα γαλλικά
 ∆εν είναι πάντα σαφές τι είναι δάνειο στο καθηµερινό µάτι (π.χ. φανταστικό!
Πρόσφατο σχετικά δάνειο από την αγγλική, καπνιστήριο κατά το 19ο αιώνα
από γαλλικά ενώ παλιότερα στα ελληνικά είχε άλλη έννοια).
 Λέξεις που θεωρούνται ελληνικές από παλιά µπορεί να είναι σχετικά νέες (π.χ.
οικογένεια δηµιούργηµα 19ου αιώνα, κινητό σαν ουσιαστικό)

Ο µύθος της µίας ενιαίας ελληνικής γλώσσας


 Μπορούµε να µάθουµε νέα ελληνικά µαθαίνοντας αρχαία (σαν να
υποστηρίζεται ότι µπορείς να µάθεις καλύτερα γαλλικά µαθαίνοντας λατινικά).
 Αθεµελίωτο επιχείρηµα για την επιστήµη: οι αλλαγές από τα αρχαία ελληνικά
είναι µεγάλες στη σύνταξη κυρίως, αλλά και στο λεξιλόγιο και στη
γραµµατική
 Τα νέα ελληνικά αποτελούν συνέχεια µεν προγενέστερων µορφών τους, αλλά
αυτό έχει σηµασία για όσους µελετούν την ιστορία των γλωσσών και όχι για
τους ίδιους τους οµιλητές τους.
 Μαθαίνουµε καλύτερα νέα ελληνικά όταν εκπαιδευτούµε σε ποικίλες χρήσεις
τους (π.χ. επιστηµονικό λόγο)
 Τα αρχαία ελληνικά είναι ακόµη ζωντανή γλώσσα, ενώ τα λατινικά νεκρή.
 ∆εν υπάρχουν αρχαία ελληνικά παρά µόνο ποικίλες συγκεκριµένες εκδοχές
τους/διάλεκτοι µε µεγάλες ιστορικές αλλαγές (π.χ. από ‘Όµηρο στην Κλασική
Αθήνα)
 Ταυτίζουµε σήµερα τα αρχαία ελληνικά µε µία µόνο διάλεκτο, την αττική,
που έτυχε να γραφτεί λόγω του πλούτου και της πολιτικής δύναµης της
Αθήνας.
 Οι αλλαγές από την κλασική περίοδο έως την ελληνιστική είναι τεράστιες
(κίνηµα αττικισµού).
 Η λατινική είναι αντικειµενικά πιο ζωντανή γιατί: α) µικρότερη απόσταση
χρονολογικά, β) χρησιµοποιείται ειδικά στο γραπτό λόγο εκτενέστερα και
πολύ µετά από την ελληνική, γ) η συνέχειά της βρίσκεται σε όλες τις
λατινογενείς γλώσσες
4

Επιστηµονική αποµυθοποίηση:
Οι γλώσσες κινδυνεύουν όταν τις εγκαταλείπουν οι οµιλητές τους
(ακόµη κι αν τις εγκαταλείπουν από ανάγκη), γιατί
– περιορίζονται οι ποικίλες χρήσεις τους (π.χ. µόνο στο σπίτι)
– δεν γράφονται
►Εκτίµηση: Η ελληνική είναι µια από τις ισχυρότερες γλώσσες στον κόσµο.
Αναγνωρισµένη και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, γραπτή για χιλιετίες, έχει πληθώρα
χρήσεων, ενώ ελάχιστες είναι οι χρήσεις της αγγλικής στην καθηµερινή ζωή (δηλ.
κυρίως στην επιστήµη και στις επιχειρήσεις). Έχει εµπλουτιστεί σηµαντικά από τη
δεκαετία του ’70 και µετά (π.χ. µεγάλο λεξιλόγιο για ηλεκτρονική τεχνολογία και
επιστήµη) Κινδυνεύει λιγότερο, παρά το µικρό σχετικά αριθµό οµιλητών. Ωστόσο,
το µέλλον µιας γλώσσας δεν µπορεί να προεξοφληθεί.

Λεξιπενία των νέων;


Επιστηµονική θέση: Ανυπόστατη κοινωνική προκατάληψη:
Το λεξιλόγιο των νεανικών ιδιωµάτων συµβάλλει στον περαιτέρω πλούτο της
ελληνικής: περιλαµβάνει τόσο εκφράσεις χωρίς αντίστοιχο στην κοινή γλώσσα (π.χ.
για τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα µιας νεανικής κουλτούρας) όσο και εκφράσεις που
δηλώνουν µια ιδιαίτερη στάση (οικειότητα, αξιολόγηση, ειρωνεία) απέναντι σε ένα
γνωστό αντικείµενο αναφοράς (π.χ. ξενερουά, φατσοκόφτης, τζάµι, στερεότυπες
εκφράσεις όπως (άκου φάση, τα πήρα στο κρανίο).

Οι γλώσσες κινδυνεύουν από την κακοποίηση που υφίστανται από


τους οµιλητές τους

 Μύθος: Σωστά ελληνικά είναι η γλώσσα των µορφωµένων ενηλίκων, οι


οποίοι δεν κάνουν λάθη όπως της διεθνής κοινότητας, της ‘Άννας Βίσσης, της
οδός, το διαφανή νυχτικό, το υποδιέστερο. των πληγέντων περιοχών (=των
πληγεισών), του επικεφαλή (=του επικεφαλής), η γραµµατέα, της
γραµµατέα(ς). Αρκετά βιβλία φιλολόγων καταγράφουν λάθη και συστήνουν
σωστές εκδοχές
 Επιστηµονική αποµυθοποίηση: Τα λάθη είναι απολύτως φυσικά. Όπως και
στα παιδιά, συνιστούν συχνά οµαλοποιήσεις της γραµµατικής ή απλοποιήσεις
της άρθρωσης. Παρατηρούνται σε όλες τις γλώσσες και ιστορικές στιγµές
(π.χ. αρχαιοελληνικό αµφιφορεύς → αµφορεύς, νεαρόν ύδωρ → νερό).
Πάντα γράφονταν οδηγοί σωστής χρήσης (Φρύνιχος 2ος µ.Χ. αιώνας, κίνηµα
αττικισµού)

Τον 2ο αιώνα µ.Χ., βιβλίο από λεξικογράφο Φρύνιχο τον Αράβιο για να διορθώσει
λάθη καθηµερινής οµιλίας. Οι συστάσεις του όµως δεν επικράτησαν.
 Νεαρόν, νηρόν ύδωρ = πρόσφατον, ακραιφνόν ύδωρ
 Κράββατος = σκίµπους
 Μαγειρείον = οπτάνιον
 Βασίλισσα = βασιλίς
 Μαµµόθρεπτος =τηθαλλαδούς
5

Η µελέτη της γλώσσας είναι δύσκολη


γιατί είναι δύσκολη η συνειδητοποίησή της

• Ασυνείδητα, όλοι γνωρίζουν πώς να τη χρησιµοποιούν (σε προφορικούς


πολιτισµούς και τα µικρά παιδιά)
• Πρώτη επίγνωση (δεν είναι πλήρως συνειδητή αλλά υπάρχει κάποια
συναίσθηση π.χ. ότι υπάρχουν φωνήµατα άρρητα στα µικρά παιδιά ή κατά την
πρώτη ανακάλυψη αλφάβητου στην ελληνική αρχαιότητα)
• Πλήρως συνειδητή γνώση: την κατέχουν λίγοι, είναι κυρίως η επιστηµονική
αλλά εν µέρει και η γραµµατική που διδάσκεται στο σχολείο.

Οι αντιλήψεις για τη γλώσσα στην ιστορία είναι κοινωνικο-ιστορικά


προσδιορισµένες
Εξαρτώνται δηλαδή από κοινωνικές εξελίξεις
αλλά και τις προσδιορίζουν στη συνέχεια, π.χ.
• ανακάλυψη αλφαβητικής γραφής (ελληνική αρχαιότητα)
• ανακάλυψη τυπογραφείου (τέλος µεσαίωνα)
• διάδοση αλφαβητισµού (µεταξύ άλλων τέλος µεσαίωνα)
• ίδρυση εθνικών κρατών & καθιέρωση υποχρεωτικής εκπαίδευσης (κυρίως
δεύτερο µισό 19ου αιώνα)
• εκδηµοκρατισµός της εκπαίδευσης και διεύρυνση κοινωνικών-πολιτικών
δικαιωµάτων (αρχικά τη δεκαετία του ’60)
• ηλεκτρονική επανάσταση (τέλη 20ου αιώνα)

Προβληµατισµοί για τη γλώσσα πριν τη σύγχρονη γλωσσολογία


• Επήλθαν πολύ νωρίς µέσω της απόπειρας να µαθευτούν/διδαχτούν άλλες γλώσσες,
π.χ. βοηθήµατα όπως κατάλογοι λέξεων και γραµµατικής τους κλίσης στους
Βαβυλώνιους λόγω διγλωσσίας
• όχι µόνο στην Ευρώπη αλλά και την Ινδία (π.χ. τον 4ο π.Χ αιώνα)
• εξελίξεις στην Ευρώπη: π.χ. ελληνική αρχαιότητα και ανακάλυψη αλφάβητου,
ελληνιστική περίοδος και διάδοση αλφαβητισµού και ελληνικής, τέλος του
µεσαίωνα και ανακάλυψη τυπογραφείου, εποχή του διαφωτισµού, 19ος αιώνας

Ελληνική αρχαιότητα
Η ανακάλυψη της αλφαβητικής γραφής επιτρέπει οτιδήποτε λέγεται να γραφτεί.
Κατά συνέπεια:
►Αντικειµενοποίηση της γλώσσας: µετατροπή της από πρόσκαιρο ήχο σε µόνιµο
χειροπιαστό αντικείµενο (δηλ. οπτικά σχήµατα σε πηλό, µάρµαρο, παπύρους).
Μπορεί συνεπώς να συνειδητοποιηθεί και να οδηγήσει γενικότερα σε
σκέψεις/προβληµατισµούς για τη γλώσσα
Πλάτωνας
• Αναφορά σε έννοιες όπως λέξη και στοιχείο (το τελευταίο µε την έννοια του
σηµερινού φωνήµατος)
• Πώς αποκτούν οι λέξεις το νόηµά τους: αυθαίρετα µέσω κοινωνικής
σύµβασης ή µε βάση την οµοιότητα νοήµατος και ήχου (ονοµατοποιία, π.χ.
κούκος);
6

Αριστοτέλης
• Οι λέξεις αναφέρονται στον κόσµο ή στον κόσµο όπως τον σκεφτόµαστε;
• Πρώτοι συστηµατικοί προβληµατισµοί για το πώς λειτουργεί η γλώσσα µε
βάση και τη σκέψη των στωϊκών φιλοσόφων
• Κυρίως οι δέκα κατηγορίες λέξεων (τα µέρη του λόγου) –όµως ιδέες απλοϊκές
µε βάση σηµερινά δεδοµένα
Ελληνιστική εποχή (αλεξανδρινών)
• ∆ιάδοση αλφαβητισµού
• Κοινή ελληνιστική η διεθνής γλώσσα (lingua franca)
• Εκτεταµένη διγλωσσία, τριγλωσσία: συνυπάρχουν τοπικές διάλεκτοι
ελληνικής, κοινή ελληνιστική και άλλες γλώσσες
• Ολοφάνερη η αλλαγή από τη νεκρή αττική διάλεκτο (κατεξοχήν στην
προφορά και σύνταξη)

Ανάγκη για γραµµατικές


• Οι γραµµατικές γράφονται ως πρακτικοί οδηγοί για τη διδασκαλία µιας νεκρής
γλώσσας (της αττικής διαλέκτου). Η µάθηση της ζωντανής κοινής ελληνιστικής
γίνεται µέσα από τη χρήση της (και όχι µέσω εγχειριδίων διδασκαλίας)
• Οι πρώτες γραµµατικές: ∆ιονυσίου του Θρακός, Απολλώνιου του ∆ύσκολου κλπ.
(έως το τέλος του µεσαίωνα οι γραµµατικές γράφονται µόνο για τις νεκρές
γλώσσες της αρχαίας ελληνικής και λατινικής. Η πρώτη σύγχρονη γραµµατική θα
γραφτεί για την ισπανική γλώσσα -συγκεκριµένα την καστιλιανή διάλεκτο της
Μαδρίτης στο τέλος του 15ου αιώνα. Οι πρώτες γραµµατικές της ελληνικής
παραµένουν έως αργά το πρότυπο για όλες τις άλλες. Η τελευταία πρακτική είναι
αµφισβητούµενη σήµερα, βλ. π.χ. Halliday 1999 για το πόσο δύσκολο είναι οι
κινεζικές γλώσσες να περιγραφούν µε βάση αυτό το πρότυπο)

Γραµµατικές
• Περαιτέρω συστηµατική συνειδητοποίηση γλώσσας και περιγραφής της (σε
σύγκριση µε Αριστοτέλη).
• Ενισχύεται από την επαφή µε τη γλωσσική διαφορά (δηλ. µε άλλες γλώσσες και
διαλέκτους, πάνω απ’ όλα την ήδη νεκρή τότε αττική διάλεκτο)
• Αλλά και εγχειρίδια σωστής χρήσης ή ρύθµισης. Αντιθέτως, η γλωσσολογία δεν
θεσπίζει κανόνες σωστής χρήσης της οι παραδοσιακές σχολικές γραµµατικές.
7

∆ιαφορές παραδοσιακής γραµµατικής


από γλωσσολογικές περιγραφές της γλώσσας
Παραδοσιακές γραµµατικές:
• Πρώτη µόνο συνειδητοποίηση γλώσσας
• Μερική µόνο περιγραφή
• Εν µέρει συζητήσιµη
Γλωσσολογικές περιγραφές:
• Πιο συστηµατική συνειδητοποίηση γλώσσας
• Πιο πλήρης περιγραφή
• Λιγότερο συζητήσιµη

Τέλος του µεσαίωνα και αναγέννηση


• Η ανάπτυξη εµπορίου και η διάδοση αλφαβητισµού προκαλούν εφεύρεση
τυπογραφείου και στη συνέχεια ακόµη µεγαλύτερη χρήση της γραφής
• Η πολιτική άνοδος αστικών στρωµάτων από την αναγέννηση καθιστά κυρίαρχες
και τις γλώσσες της (π.χ. η τοσκανική διάλεκτος που θα καθιερωθεί αργότερα ως
η ιταλική, η καστιλιανή ως ισπανική). Αρχικά καθιερώνονται ως γλώσσες της
λογοτεχνίας, ενώ αργότερα εκτοπίζουν τη λατινική σε άλλες υψηλές χρήσεις (δηλ.
νοµικά, φιλοσοφικά, επιστηµονικά κείµενα, κρατικά έγγραφα).
• Οι καθοµιλούµενες γλώσσες αποκτούν σταδιακά λεξικά και γραµµατικές (η
πρώτη γραµµατική µιας οµιλούµενης γλώσσας για τα καστιλιανά το 15ο αιώνα).
• Φιλοσοφικός στοχασµός (οι φιλοσοφικές γραµµατικές): όλες οι γλώσσες
εκφράζουν τη λογικότητα της ανθρώπινης σκέψης, όλες είναι δυνατόν να
εκφράσουν ανώτερα επιτεύγµατα. Στήριξη των καθοµιλούµενων γλωσσών της
Ευρώπης έναντι κυρίως της λατινικής (και λιγότερο της αρχαίας ελληνικής). [Αν
και όταν αργότερα οι καθοµιλούµενες καταστούν ισχυρές, θα
επιχειρηµατολογηθεί η ανωτερότητά τους έναντι άλλων π.χ. ότι µόνο η γαλλική
γλώσσα µπορεί να εκφράσει λογική σκέψη]

Η ίδρυση της γλωσσολογίας ως επιστήµης:


1816, Bopp, Ιστορική-συγκριτική Γλωσσολογία

• Αποικιοκρατία, επαφή µε γλώσσες «εξωτικές», ανακάλυψη αρχαίας


σανσκριτικής, υπόθεση ινδοευρωπαϊκής γλώσσας
• Ιστορική αλλαγή και διαφορές των γλωσσών
• Αλλαγή φυσική, όχι φθορά, αναζήτηση νόµων της αλλαγής
• Έµφαση στην προφορικότητα (γιατί οι περισσότερες γλώσσες δεν ήταν τότε
γραπτές). Αποτέλεσµα: έµφαση στη µελέτη της φωνολογίας, ανακάλυψη
φωνήµατος
8

Σύγχρονη γλωσσολογία, Σωσύρ (1916)


–δοµική ή στρουκτουραλιστική
• ∆ιαφοροποιείται εν µέρει σηµαντικά από την ιστορική-συγκριτική γλωσσολογία
του 19ου αιώνα
• Εµφανίζει τη γλώσσα ως αντικείµενο στατικό και οµοιόµορφο. Παραµερίζει
συνεπώς τη συνεχή αλλαγή των γλωσσών και τις ποικίλες διαφοροποιήσεις της.
• Η ανάδυση αυτών των ιδεών σχετίζεται µε την ίδρυση εθνικών κρατών, τον
υποχρεωτικό χαρακτήρα της εκπαίδευσης και τη διάδοση του αλφαβητισµού

ΛΟΓΟΣ: Ικανότητα/δραστηριότητα γλωσσικής επικοινωνίας

∆ύο εκφάνσεις:
ΓΛΩΣΣΑ: ΟΜΙΛΙΑ
Συµβάσεις µιας γλωσσικής κοινότητας Τα λόγια κάθε οµιλητή µια
για επικοινωνία συγκεκριµένη στιγµή
Γλώσσα (Σύστηµα συµβάσεων) Οµιλία (Χρήση γλώσσας)
 Κοινωνικό φαινόµενο: πώς έχουν  Χειροπιαστά λόγια. Μπορούν
συναινέσει (ασυνείδητα) οι πάντα να ηχογραφηθούν ή να
συνοµιλητές ότι µπορούν να γραφτούν (π.χ. όλες οι προτάσεις
συνεννοηθούν (π.χ. το ίδιο που λέγονται σήµερα από
αντικείµενο στα ελληνικά τραπέζι ελληνόφωνα άτοµα)
και στα αγγλικά table, άρθρα στα  Ατοµικό φαινόµενο (απόφαση
ελληνικά αλλά όχι στα ρώσικα) οµιλούντος για το τι ακριβώς θα
 Συµβάσεις ή κανόνες (π.χ. ποια πει/εκφράσει)
φωνήµατα, ποιες λέξεις, ποια  ∆ραστηριότητα που εκτυλίσσεται
σύνταξη) στο χρόνο (αναγκαστικά κάτι
 Εγγεγραµµένη στο νου των λέγεται νωρίτερα από κάτι άλλο).
οµιλητών –ασυνείδητα κυρίως και (Στη γραφή βέβαια εκτυλίσσεται
πανοµοιότυπα γραµµικά στο χώρο)
 Συνειδητή µόνο εν µέρει, π.χ.  Προϊόν της γλώσσας, δηλ.
όταν καταγράφεται σε λεξικά και εφαρµογή των συµβάσεών της για
γραµµατικές να δηµιουργηθούν νέες λέξεις,
προτάσεις, κείµενα
Αντικείµενο γλωσσολογίας:
Επιλογή ορισµένων φαινοµένων από ορισµένες µόνο σκοπιές,
(όπως σε9 όλες τις επιστήµες)

 Γλώσσα έναντι οµιλίας


 Η γλώσσα ως αυτόνοµο φαινόµενο (αντικείµενο εσωτερικής γλωσσολογίας ή
θεωρητικής).
 Σχέση γλώσσας-νόησης-κοινωνίας-ιστορίας κλπ. ενδιαφέρουσα µεν
αλλά εναποτίθεται στο µέλλον, αφού έχει πρώτα περιγραφεί η γλώσσα
ανεξάρτητα από άλλα φαινόµενα.
 Η σχέση αυτή αποτελεί αντικείµενο της εξωτερικής γλωσσολογίας (τα
σηµερινά διεπιστηµονικά πεδία όπως η κοινωνιογλωσσολογία και η
ψυχογλωσσολογία)

Αρχές για την περιγραφή της γλώσσας


 Η γλωσσολογία περιγράφει τη γλωσσική συµπεριφορά. ∆εν τη ρυθµίζει
(όπως οι παραδοσιακές γραµµατικές και οι φιλόλογοι) (σε αντίθεση µε
καθηµερινές εντυπώσεις για το ρόλο των γλωσσολόγων).
 Η γλώσσα στη συγχρονία όχι στη διαχρονία. Σε µια συγκεκριµένη ιστορική
στιγµή και ποικιλία (π.χ. τα ελληνικά σήµερα µόνο).
 Προτεραιότητα προφορικού λόγου (έναντι γραφής) Οι γλώσσες είναι αρχικά
τουλάχιστον προφορικές (έναντι όπως φιλολογίας που µελετά νεκρές γραπτές
γλώσσες όπως η λατινική)

Σηµείο (γλωσσικό σύµβολο)(για παράδειγµα οι λέξεις)


∆ύο αδιαίρετες όψεις του σηµείου:
Σηµαίνον (ακουστική εικόνα –έκφραση)
Σηµαινόµενο (ιδέα –περιεχόµενο)

Αυθαιρεσία του σηµείου:


 Η σχέση σηµαίνοντος /σηµαινόµενου είναι τυχαία, αποτελεί απλώς
µια κοινωνική σύµβαση (π.χ. κουτί, box …)
 εξαίρεση η ονοµατοποιία (π.χ. κούκος, µπουµπουνίζει)

Η γλώσσα συνιστά σύστηµα σηµείων και όχι απλό άθροισµά τους:


 Ένα σηµείο ορίζεται µε βάση άλλα σηµεία (τις διαφορές και οµοιότητές τους)
και όχι µε βάση το σε τι αναφέρεται στον κόσµο
π.χ. η λέξη «παπούτσι» µε βάση άλλες λέξεις όπως «κάλτσα», «πέδιλο»,
«µπότα», «παντόφλα» και όχι την αναφορά του σε πράγµατα που βάζουµε
στα πόδια µας.

Αποδοχή συστήµατος σηµείων: επιτρέπει στη συνέχεια διάφορες


περιγραφές του, π.χ. σχέσεις µεταξύ σηµείων
 Συνταγµατικές σχέσεις: πώς συνδυάζονται µε άλλες, π.χ.
το αγόρι παίζει
το αγόρι έκλαψε γοερά
το αγόρι έφυγε
 Παραδειγµατικές σχέσεις: πώς αντικαθίστανται από άλλες, π.χ.
το κορίτσι παίζει
το παιδί παίζει
η γάτα παίζει
10

∆ιπλή άρθρωση: θεµελιακή ιδιοµορφία της γλώσσας


 Όχι απλές συσχετίσεις ήχων-εννοιών
(όπως στα ιερογλυφικά συστήµατα γραφής).
 Αντιθέτως, απεριόριστος αριθµός προτάσεων µε περιορισµένο αριθµό µέσων
(όπως στα αλφαβητικά συστήµατα γραφής)
 Λόγω διπλής άρθρωσης: δηλ. οργάνωσης σε δύο επίπεδα:
α) στοιχεία χωρίς νόηµα (φωνήµατα, π.χ. κ, α, ψ)
β) στοιχεία µε νόηµα (λέξεις, προτάσεις….π.χ. φέρε το ψάρι )

Στρωµατοποίηση γλώσσας
Ιεραρχική οργάνωση
 Τα φωνήµατα δεν έχουν από µόνα τους νόηµα
(πέρα από εξαιρέσεις όπως τα επιφωνήµατα α!, ε!)
 Νόηµα παράγεται µόνο από:
α) συνδυασµούς φωνηµάτων σε λέξεις (παρά)
β) συνδυασµούς συνθετικών σε λέξεις (παρακάλεσα)
γ) συνδυασµούς λέξεων σε προτάσεις (τον παρακάλεσα να φύγει)

Επίπεδα ανάλυσης της γλώσσας

Σηµαίνον: (µέσα νοηµατοδότησης) Σηµαινόµενο: (νόηµα)


φωνολογία σηµασιολογία
µορφολογία (κυρίως γραµµατικές
κλίσεις)
σύνταξη

Φωνολογία
Φωνητική: ανάλυση γλωσσικών ήχων από τη σκοπιά του φυσικού ήχου, πώς
µοιάζουν και σε τι διαφέρουν, ανεξάρτητα από τη χρήση τους σε µια γλώσσα
Φωνολογία: ανάλυση γλωσσικών ήχων από τη σκοπιά του πώς χρησιµοποιούνται σε
κάθε γλώσσα. Λειτουργία των ήχων και όχι υλική τους µορφή. Πολύ απλά, κάθε
γλώσσα λαµβάνει υπόψη ορισµένες µόνο ηχητικές διαφορές και παραγνωρίζει άλλες

∆ιαφορές φωνητικής-φωνολογίας
Μια φωνητική (δηλ. ηχητική) διαφορά καθίσταται φωνολογική (δηλ. γλωσσική)
µόνο αν χρησιµεύει στο να διακριθούν λέξεις. Όταν δεν χρησιµεύει γι’ αυτό το σκοπό,
δεν την «ακούνε» συνήθως οι οµιλητές της, π.χ.
 /vazo/ - /bazo/σηµαντική στα ελληνικά (βάζο-µπάζο) αλλά όχι στα ισπανικά ή
στα αρχαία ελληνικά
 /Τed/ - /Τent/ /Τend/ -σηµαντική στα αγγλικά αλλά όχι στα ελληνικά (η λέξη
τέντα παραµένει ίδια είτε προφέρεται ως /tenda/ ή /teda/.
11

Φωνολογία
 Ελάχιστη µονάδα/τεµάχιο: το φώνηµα: διαφοροποιήσεις ήχου που
καταλήγουν σε άλλη λέξη π.χ. ελληνικά /miθοs/ - / liθοs
όχι όµως /likos/ - /ljikos/
 Συνδυασµοί φωνηµάτων –ορισµένοι µόνο επιτρέπονται σε κάθε γλώσσα (π.χ.
στα ελληνικά όχι /nkama/ αλλά ναι /skama/ -Φωνοτακτικοί κανόνες
 Υπερτεµαχιακά στοιχεία: (προσωδία), π.χ.
 δυναµικός τόνος λέξεων: π..χ /mίlo/-/milό/ (µήλο-µιλώ)
 επιτονισµός πρότασης : π.χ. /vrexi/ - /vrexi?/

Φώνηµα
 Ασυνεχείς µονάδες ήχου (δύσκολα όµως είναι διακριτές ακουστικά)
 Αφηρηµένες κατηγορίες ήχων, που πραγµατώνονται µε ποικίλους τρόπους ή
φθόγγους. π.χ. ελληνικό /k/
 πολλές διαφορετικές προφορές (αλλόφωνα) όπως
/kilo/ = κιλό (υπερωϊκός φθόγγος)
/kalo/ = καλό (άφωνος ουρανικός φθόγγος)
/to galo/ = τον καλώ (ηχηρός ουρανικός φθόγγος)
 σύµπτωση ήχων µε άλλα φωνήµατα
/gero/ =τον καιρό, ίδια προφορά µε /g/ γκ

Μορφολογία
Γραµµατικές κλίσεις
Εσωτερική δοµή των λέξεων: επιµέρους συνθετικά, τα µορφήµατα
π.χ. φεύγ-ω, παρα-τηρητ-ής
Μόρφηµα = µονάδα νοήµατος µικρότερη της λέξης
 Λεξικά (π.χ. ξύλ-ο, δηλ. η ρίζα µιας λέξης)
 Γραµµατικά (π.χ. παιδ-ί, παιδ-ιά) έχουν ευρύτατη χρήση σε πολλές λέξεις
(επαναλαµβάνονται) και έχουν πιο αφηρηµένο νόηµα.

Το µόρφηµα είναι µια αφηρηµένη κατηγορία (όπως το φώνηµα)


Μπορεί να πραγµατωθεί ποικιλοτρόπως: π.χ.
 Μόρφηµα του πρώτου προσώπου ως υποκειµένου ρήµατος (γενική έννοια)
 Μορφές: οι πραγµατώσεις του µορφήµατος
γράφ-ω, έγραψ-α, γράφ-αµε, γράφτ-ηκα, γράφ-οµαι, γραφ-όµασταν
 Αλλόµορφα: οι εναλλακτικές πραγµατώσεις π.χ. αγαπ-άγαµε, αγαπ-ούσαµε,

Λέξη: (τρεις έννοιες), συνδυασµός φωνηµάτων ή και µορφηµάτων


 Λέξηµα: η σηµασία της λέξης, π.χ. αγαπάω. Εντοπίζεται στη ρίζα λέξεων
που κλίνονται. (Συµπίπτει µε την έννοια της λέξης στην καθηµερινή ζωή και
στα λεξικά).
 Φωνολογική λέξη: η ηχητική της µορφή. (π.χ. η φωνολογική λέξη /pira/ =
στα ελληνικά δύο τουλάχιστον λεξήµατα «πείρα» και «πήρα».
 Γραµµατική λέξη: οι γραµµατικές ποικιλίες του ίδιου λεξήµατος π.χ.
αγαπούσα, αγαπάω, αγαπήσαµε….
12

Σύνταξη
 Ελάχιστη µονάδα η λέξη και µέγιστη η πρόταση
 Συνδυασµοί λέξεων που βασίζονται σε κατηγορίες λέξεων (συντακτικές/µέρη
του λόγου)
 Συντακτική κατηγορία: αφηρηµένη κατηγοριοποίηση εκτενούς αριθµού
λέξεων (π.χ. επίθετο, πρόθεση, ουσιαστικό….)

Οι λέξεις οµαδοποιούνται σε φράσεις: σύνολα λέξεων που αναφέρονται σε


πράγµατα (ονοµατικές) ή καταστάσεις/γεγονότα (ρηµατικές) και µετακινούνται µέσα
στην πρόταση ως ενιαίες µονάδες. π.χ. η ονοµατική φράση: η κόρη της Ελένης
µετακινείται ολόκληρη µέσα στην πρόταση και δεν µπορεί να διασπαστεί.
-η κόρη της Ελένης παντρεύτηκε
-παντρεύτηκε η κόρη της Ελένης
-της Ελένης η κόρη παντρεύτηκε
όχι όµως: η κόρη παντρεύτηκε της Ελένης
13

ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΕΙΣ


ΤΗΣ ∆ΟΜΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΩΣΥΡ

Κυρίως µετά τη δεκαετία του ‘60


Σχετική συναίνεση στη γλωσσολογία ως προς το αντικείµενο και τη µέθοδο
περιγραφής (σε σύγκριση µε άλλες επιστήµες του ανθρώπου).Ωστόσο, υπάρχουν
αµφισβητήσεις από τη δεκαετία του ’60 από τη φιλοσοφία, τα διεπιστηµονικά πεδία
της γλώσσας και την ίδια τη θεωρητική γλωσσολογία. Άλλοτε συµπληρώνουν,
άλλοτε αναθεωρούν κι άλλοτε αµφισβητούν ριζικά τις βασικές παραδοχές του κλάδου
πρώτη ρήξη µε το δοµισµό του Σωσύρ από τη φιλοσοφία
• Ειδικότερα το ρεύµα της καθηµερινής γλώσσας (Austin, Grice, Searle,
Wittgenstein)
Κύριο ζητούµενο: πώς νοηµατοδοτούµε µέσω της χρήσης της γλώσσας σε φυσικές
καθηµερινές συνθήκες επικοινωνίας;
Ο δοµισµός ενδιαφέρεται µόνο για τις κοινά αποδεκτές συµβάσεις της
φωνολογίας, του λεξιλογίου και της γραµµατικής, δηλ. για το γλωσσικό σύστηµα. Η
φυσική χρήση της γλώσσας τίθεται εκτός αντικειµένου του.

Ο φιλοσοφικός/επιστηµονικός κλάδος της πραγµατολογίας


Πώς παράγεται και κατανοείται νόηµα:
Κατά τη φυσική γλωσσική επικοινωνία, ή τη χρήση του γλωσσικού συστήµατος
Κύρια υπόθεση: Οι γλωσσικές συµβάσεις (δηλ. οι κανόνες φωνολογίας, γραµµατικής,
σηµασιολογίας) δεν επαρκούν για να κατανοήσουµε πώς λειτουργεί η γλωσσική
επικοινωνία.
► Χρειαζόµαστε συνεπώς ένα πρόσθετο επίπεδο ανάλυσης για τα φαινόµενα
γλωσσικής επικοινωνίας: το πραγµατολογικό.

Επίπεδα ανάλυσης της γλώσσας και της χρήσης της


Σηµαίνον: (µέσα νοηµατοδότησης)
φωνολογία
µορφολογία
σύνταξη
Σηµαινόµενο: (νόηµα)
σηµασιολογία
πραγµατολογία
14

Νόηµα: συνάρτηση διαφόρων παραµέτρων


1. Το γλωσσικό σύστηµα, δηλ. κοινές συµβάσεις φωνολογίας, γραµµατικής,
σηµασιολογίας (π.χ. ορισµός µιας λέξης στο λεξικό)
2. Τα περικείµενα, δηλ. η φυσική, γλωσσική και κοινωνική περίσταση (π.χ. το
νόηµα µιας λέξης σε µια συγκεκριµένη περίσταση)
3. Τον επικοινωνιακό σκοπό του οµιλητή, δηλ. γιατί απευθύνεται στους άλλους
4. Τις προϋποθέσεις για τον κόσµο που µοιράζονται οι συνοµιλητές, δηλ. τις από
κοινού γνώσεις για το φυσικό και κοινωνικό κόσµο όπως και την επικοινωνία

Γιατί δεν αρκούν οι συµβάσεις του γλωσσικού συστήµατος;


Επειδή το κυριολεκτικό νόηµα από τα ίδια τα λόγια δεν είναι συνήθως αυτό που
εννοεί ο οµιλητής. Αντιθέτως, είναι είτε ανεπαρκές είτε διαφορετικό από αυτό που
επί της ουσίας εννοείται.
• Ανεπαρκές: πάντα συµπληρώνουµε αυτό που λέγεται για να
καταλάβουµε τι µας λένε
(π.χ. Την έκανε πάλι! =..τη δουλειά, το έσκασε…)
• ∆ιαφορετικό: π.χ.
– ειρωνεία (παγώσαµε σήµερα =σκάσαµε από τη ζέστη)
– έµµεσο νόηµα (π.χ. Μου δίνεις τη σαλάτα; = δώσε τη σαλάτα).

Περικείµενα: φυσική, γλωσσική και κοινωνική περίσταση


(πλαίσιο, συµφραζόµενα…..)
Νόηµα προκύπτει όταν συνθέσουµε τα λόγια µε ό,τι γνωρίζουµε για την όλη
περίσταση επικοινωνίας
• Φυσική περίσταση
– Π.χ. «Αυτό εκεί» κατανοείται µόνο αν βλέπουµε τι εννοείται
• Γλωσσική περίσταση (λεκτικά συµφραζόµενα)
– Π.χ. «Αυτό εκεί» κατανοείται µόνο αν έχουµε ήδη
αναφέρει/διευκρινίσει για τι µιλάµε.
• Κοινωνική περίσταση
– Π.χ. Ώρα για διάλειµµα! κατανοείται διαφορετικά αν ειπωθεί από
κατηγορούµενο σε δικαστή ή από δάσκαλο σε µαθητή

Φαινόµενα δείξης και αναφοράς


Οι εκφράσεις αποκτούν νόηµα µόνο όταν τα λόγια συνδυαστούν µε τα φυσικά και τα
γλωσσικά περικείµενα:
∆είξη: π.χ. «κοίτα εδώ!» Αδύνατον να κατανοηθεί χωρίς αναφορά στο φυσικό
περιβάλλον της επικοινωνίας (π.χ. εάν ο συνοµιλητής δεν βλέπει τον οµιλητή και τι
δείχνει όπως στο τηλέφωνο)
Αναφορά: π.χ. «Του λέει λοιπόν αυτός… Αδύνατον να κατανοηθεί χωρίς πρόσβαση
στα συµφραζόµενα (δηλ. τη γλωσσική περίσταση) π.χ. µιας αφήγησης όπου πρέπει να
έχει ήδη εξηγηθεί ποιος είναι αυτός..
15

Κείµενο
• Οι λέξεις και οι προτάσεις αποκτούν το νόηµά τους και από το όλο κείµενο
στο οποίο εµπερικλείονται. Π.χ.
– Η έκφραση «και µετά» σε ένα αφήγηµα αναφέρεται στη χρονική
ακολουθία γεγονότων (τον χαιρέτησε και µετά έφυγε)
– ενώ σε µια περιγραφή σε εγγύτητα στο χώρο (π.χ. δίπλα) (βλέπω ένα
περίπτερο και µετά ένα παγκάκι).
• Κείµενο= προφορικό ή γραπτό σύµπλεγµα προτάσεων µε ενιαίο σκοπό (π.χ.
αφήγηµα, τηλεφώνηµα, σχολική έκθεση)
• Για τις ανάγκες της γλωσσικής επικοινωνίας δεν αρκεί η ικανότητα
σχηµατισµού προτάσεων αλλά απαιτείται και η σύνθεσή τους σε κείµενα. Στο
κείµενο ο σχηµατισµός µιας πρότασης εξαρτάται από τις υπόλοιπες προτάσεις.
• Το επίπεδο του κειµένου στην ανάλυση των γλωσσικών φαινοµένων µελετούν
κλάδοι όπως η κειµενογλωσσολογία, η ανάλυση λόγου και συνοµιλιών.

Προθετικότητα (πρόθεση του οµιλητή)


Επικοινωνιακές προθέσεις: Τι σκοπεύει να κάνει ο οµιλητής σε σχέση µε το
συνοµιλητή όταν λέει κάτι; Για ποιο λόγο µιλά;
• Μονάδα ανάλυσης η λεκτική/γλωσσική πράξη που επιτελεί ένα εκφώνηµα:
(π.χ. δήλωση, προσταγή, αίτηµα, ερώτηση, ανακοίνωση, διακήρυξη) (τύποι
λεκτικών πράξεων Αustin 1962, Searle 1969).
• Εκφώνηµα: η προφορική εκφώνηση µιας φράσης, πρότασης. Μονάδα λόγου
µε όρια την εισπνοή και εκπνοή του αέρα (δεν ισοδυναµεί ακριβώς µε γραπτή
πρόταση γιατί ο προφορικός λόγος έχει άλλη οργάνωση)
• Η ανάλυση των εκφωνηµάτων από τη σκοπιά των λεκτικών πράξεων που
επιτελούν συνηθισµένη σήµερα προσέγγιση (π.χ. οι λεκτικές πράξεις που
επιτελούνται κατά τη διάρκεια ενός σχολικού µαθήµατος στο σχολείο).

Κοινές προϋποθέσεις συνοµιλητών, π.χ. αξιώµατα συνοµιλίας (φιλόσοφος Grice)


Κυρίως η αρχή της συνάφειας: ‘O,τι λέµε είναι σχετικό µε ό,τι µόλις ειπώθηκε
Π.χ. Α: Μου την έσπασε ο χοντρός!
Β: Πράγµατι, ωραίο έργο. (=Μη µιλάς γιατί ακούει)
16

∆εύτερη ρήξη µε το δοµισµό από τις κοινωνικές προσεγγίσεις της


γλώσσας

∆εκαετία του ’60 άνθηση διεπιστηµονικών πεδίων της γλώσσας (ψυχογλωσσολογία,


νευρογλωσσολογία…).
• Ειδικότερα η κοινωνιογλωσσολογία και γενικότερα οι κοινωνικές
προσεγγίσεις της γλώσσας (κοινωνιολογία και ανθρωπολογία γλώσσας,
εθνογραφία επικοινωνίας κλπ.)
– σχετίζονται µε πολιτικές-κοινωνικές εξελίξεις (άνοδος κοινωνικών
κινηµάτων για ίσα δικαιώµατα, δηµοκρατικό άνοιγµα της εκπαίδευσης
σε µειονότητες και κατώτερα κοινωνικά στρώµατα)
– Προσεγγίζουν τη γλώσσα όχι ως σύστηµα συµβάσεων αλλά ως
κοινωνική-ψυχολογική δραστηριότητα (οµιλία και γραφή)

Κατεξοχήν παράδειγµα: Κοινωνιογλωσσολογία (Labov 1964)


• Βασική αρχή: H γλώσσα αλλάζει συνεχώς και διέπεται από ποικιλοµορφία.
Αµφισβήτηση της πιο θεµελιακής ιδέας του δοµισµού, δηλ. της γλώσσας ως
στατικού και οµοιόµορφου συστήµατος.
• Τα δεδοµένα και η µέθοδος µελέτης τους:
– Φυσική οµιλία/γραφή.
– Η περιγραφή της οµιλίας δεν είναι ουδέτερη. Αντιθέτως, διέπεται από
προκαταλήψεις και επηρεάζει τα δεδοµένα (οι τρόποι οµιλίας
αλλάζουν όταν παρεµβαίνει ένας παρατηρητής).
Συναφή πεδία
Ανάλυση λόγου, εθνογραφία επικοινωνίας, συστηµική-λειτουργική γλωσσολογία κλπ.
Συµβολές ποικίλες, κυρίως:
• Επεκτείνουν/επεξεργάζονται την έννοια της ποικιλοµορφίας: µελετούν
εκτενώς γεωγραφικές κοινωνικές, περιστασιακές ποικιλίες/διαλέκτους, γιατί
σχηµατίζονται, συντηρούνται ή εξαφανίζονται. Η γλώσσα δεν είναι ενιαίος
και στατικός κώδικας.
• Συσχετίζουν µελέτη γλώσσας και κοινωνίας: Καµιά χρήση της γλώσσας
δεν είναι ουδέτερη. Κάθε φορά που µιλούµε σηµατοδοτούµε κάτι για την
κοινωνική µας ταυτότητα και ιδεολογία όπως και τις κοινωνικές σχέσεις µε
τους άλλους.
• ∆ιάκριση γλώσσας και οµιλίας µόνο µια επιστηµονική αφαίρεση
περιορισµένης χρησιµότητας.
– Αφενός, η γλώσσα πηγή της οµιλίας (δηλ. το σύστηµα κανόνων που
εφαρµόζεται κάθε φορά που κάποιος µιλά) όπως διατείνεται η
παραδοσιακή γλωσσολογία
– Αφετέρου, η οµιλία γεννά τη γλώσσα όπως δείχνει κυρίως η µελέτη
της αλλαγής των γλωσσών. Κάθε καινούρια έκφραση, λέξη,
γραµµατικός κανόνας κλπ. πηγάζει αρχικά στη φυσική οµιλία και
γραφή.

• Μελέτη της γλώσσας όχι µόνο στο επίπεδο της λέξης και της πρότασης
αλλά και του κειµένου.
17

Εξελίξεις στη δοµική θεωρητική γλωσσολογία

• Αµερικανικός δοµισµός µεσοπολέµου (Bloomfield 1933): Το νόηµα


αφαιρείται από τη γλωσσολογία γιατί θεωρείται δύσκολο να µελετηθεί
(έµφαση στη µορφολογία).
• Φορµαλιστικός δοµισµός (Chomsky 1957, 1965), γενετική
µετασχηµατιστική θεωρία: στόχο αποτελεί µια µαθηµατική θεωρία της
γλώσσας (δηλαδή πλήρης αφαίρεση νοήµατος) (έµφαση στη σύνταξη)
• Λειτουργισµός: Η γλώσσα δεν µπορεί να µελετηθεί χωρίς αναφορά στο πώς
χρησιµοποιείται, στο νόηµά της και στην κοινωνική της διάσταση.
Ευρωπαϊκό κυρίως ρεύµα. Μεσοπόλεµος αρχικά (Jakobson και σχολή Πράγας,
αγγλοσαξονική ανθρωπολογία γλώσσας). Μεταπολεµικά, κυρίως η
συστηµική γραµµατική του Halliday (1983).
• Γνωσιακή γλωσσολογία: H γλώσσα δεν µπορεί να µελετηθεί χωρίς αναφορά
στο νόηµά της. Αµερικανικό κυρίως ρεύµα (Langacker, 1987).

Η ΓΛΩΣΣΑ ΩΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ:


Η ΑΝΑ∆ΥΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΠΕ∆ΙΩΝ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Αφετηρία αποτελούν οι πολιτικές-κοινωνικές εξελίξεις δεκαετίας ’60: διεκδίκηση


κοινωνικών-πολιτικών δικαιωµάτων, εκδηµοκρατισµός εκπαίδευσης, κριτική
αντισταθµιστικής αγωγής και «κατωτερότητας» ορισµένων γλωσσών/διαλέκτων.

Εισφορές µεταξύ άλλων:


 συσχέτιση γλώσσας και κοινωνίας
 µελέτη οµιλίας και όχι µόνο γλώσσας
 αµφισβήτηση στατικού-οµοιογενούς γλωσσικού κώδικα
 εργαλεία και αρχές, περιγραφές της γλωσσικής ποικιλότητας

ΓΛΩΣΣΙΚEΣ ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ

 Γεωγραφικές (π.χ. Κρητική διάλεκτος)


 Κοινωνικές (π.χ. κοινωνιόλεκτοι νέων)
 Περιστασιακές/Λειτουργικές/Υφολογικές
(π.χ. εκφώνηση ειδήσεων στην τηλεόραση)
 Άλλες γλώσσες: διγλωσσία/πολυγλωσσία
 Ενδοσυστηµικές: αποδεκτές στην επίσηµη γλώσσα π.χ. αγαπάω/ώ, άµα/αν,
απήχθη/τον απήγαγαν

-γεωγραφικές: µελετηµένες από 19ο αιώνα (διαλεκτολογία)


-κοινωνικές και υφολογικές: µελετηµένες από 1960 και µετά
(κοινωνιογλωσσολογία, ανάλυση λόγου…)
18

Επιστηµονικά κριτήρια διάκρισης των ποικιλιών


 µε βάση το χρήστη:
δηλ. την ταυτότητα του οµιλητή/ το ποιος είναι (π.χ. το φύλο, την ηλικία, τη
γεωγραφική/ κοινωνική καταγωγή).
 µε βάση τη χρήση:
δηλ. την περίσταση επικοινωνίας/το είδος της κοινωνικής δραστηριότητας
(π.χ. γλώσσα δικαστηρίου, επιστηµονικής ανακοίνωσης, συζήτηση σε ριάλιτυ
σόου, τηλεφώνηµα σε φίλους)

Γεωγραφικές ποικιλίες
Γλώσσες, διάλεκτοι, ιδιώµατα
Πώς διακρίνονται;
 µόνο µε διαισθητικά και κοινωνικο-πολιτικά κριτήρια π.χ. το µέγεθος του
πληθυσµού που την µιλά, το κοινωνικό του γόητρο, εάν γράφεται και
αναγνωρίζεται ως επίσηµη γλώσσα κράτους (π.χ. στην καθηµερινή ορολογία
«ιδίωµα Μετσόβου», «Ηπειρώτικη διάλεκτος», «Ελληνική γλώσσα»)
 όχι όµως µε επιστηµονικά και αντικειµενικά κριτήρια
Γιατί διάκριση όχι µε βάση αντικειµενικά/επιστηµονικά κριτήρια;
1) Πολιτικά-κοινωνικά κριτήρια κρίνουν το αν µια διάλεκτος θα θεωρηθεί
γλώσσα.
2) Οι διάλεκτοι µιας γλώσσας διαφέρουν λιγότερο ή περισσότερο και µερικές
φορές µοιάζουν περισσότερο µε άλλη γλώσσα.
3) Οι διάλεκτοι δεν είναι ποικιλίες µιας γλώσσες που κατανοούνται πάντα από
οµιλητές άλλων διαλέκτων.
Κοινωνικά-πολιτικά (όχι αντικειµενικά) κριτήρια
διάκρισης γλωσσών/διαλέκτων
 Γλώσσα = διάλεκτος µε στόλο και στρατό, αναγνωρισµένη ως εθνική,
γραπτή, πολιτικά ισχυρή, συχνά µιλιέται παράλληλα µε διαλέκτους,
κωδικοποιηµένη σε λεξικά και γραµµατικές, έχει µεγάλο φάσµα χρήσεων.
 ∆ιάλεκτος = πολιτικά ηττηµένη γλώσσα, προφορική, περιορισµένες χρήσεις
στην καθηµερινή ζωή, µιλιέται από οµάδες χαµηλού κοινωνικού κύρους.

Έθνος και γλώσσα


Γέννηση εθνικών κρατών αρχικά κυρίως 19ο αιώνα → µέτρα
θέσπισης/ενίσχυσης/δηµιουργίας εθνικής γλώσσας.
 Ωστόσο, η γλώσσα σπάνια στην πραγµατικότητα αποτελεί διακριτικό
χαρακτηριστικό ενός έθνους (θρησκεία συνήθως το ενοποιητικό στοιχείο).
Συνεπώς, η εθνική γλώσσα
 άλλοτε εφευρίσκεται (π.χ. Ελληνική καθαρεύουσα) ή
αναβιώνει/εµπλουτίζεται (π.χ. Εβραϊκή).
 άλλοτε βαπτίζεται γλώσσα ενώ είναι ταυτόσηµη µε άλλες (π.χ.
βοσνιακή, κροατική, σερβική)
 άλλοτε ονοµάζεται γλώσσα και όχι πλέον διάλεκτος (π.χ. µακεδονική
όχι πλέον διάλεκτος βουλγαρικής)

∆ιαφορές γλώσσας/διαλέκτου, όχι συχνά αντικειµενικά διακριτές


Παραδείγµατα: από ευρωπαϊκές γλώσσες: γερµανικές, ροµανικές, σλαβικές
ποικιλίες που άλλοτε ονοµάζονται γλώσσες και άλλοτε διάλεκτοι όχι µε βάση
αντικειµενικά κριτήρια αλλά πολιτικά-ιστορικά
19

 Η καταλωνική µοιάζει περισσότερο µε γαλλική και λιγότερο µε ισπανική,


αλλά ονοµάζεται διάλεκτος της ισπανικής. Έχει επιπλέον µεγάλο αριθµό
οµιλητών (8 εκατοµµύρια έναντι 4 της δανικής που είναι ωστόσο επίσηµη
γλώσσα κράτους της Ευρωπαϊκής Ένωσης)
 Η γερµανική Ελβετίας διαφέρει περισσότερο από την επίσηµη γερµανική
συγκριτικά µε την ολλανδική. Η πρώτη όµως ονοµάζεται διάλεκτος και η
δεύτερη γλώσσα.

Αµοιβαία κατανόηση διαλέκτων και µη κατανόηση άλλων γλωσσών,


συχνά ένας µύθος και µόνο
Παραδείγµατα:
• Σκανδιναβικές (νορβηγικά, σουηδικά, δανέζικα): αλληλοκατανόηση µεγάλη
αλλά ονοµάζονται γλώσσες αντί για διάλεκτοι.
• Κινεζικές (π.χ. µανδαρίνικα, καντονέζικα): όχι αλληλοκατανόηση, πολύ
διαφορετικές αλλά λόγω κοινής γραφής στο ίδιο κράτος ονοµάζονται
διάλεκτοι.
• Ελληνικές (ποικιλίες Πόντου, Κάτω Ιταλίας, Τσακωνιάς, Μαριούπολης
Oυκρανίας): όχι αλληλοκατανόηση, πολύ διαφορετικές αλλά βαπτίζονται
διάλεκτοι.

Αµοιβαία κατανόηση: εξαρτάται και από στάσεις οµιλητών


Π.χ. Νορβηγοί κατανοούν σουηδικά και δανέζικα
περισσότερο απ’ ότι αντίστροφα
 µάλλον λόγω ψυχολογικής/κοινωνικής στάσης οµιλητών
 πηγή της το µικρότερο ιστορικό κύρος της νορβηγικής, κυρίως γιατί η
Νορβηγία δεν υπήρξε ανεξάρτητο κράτος τόσο νωρίς, αλλά για µεγάλη
περίοδο µέρος της ∆ανίας.

 Αρχαία Ελληνική;
 Την ταυτίζουµε σήµερα µε την αττική διάλεκτο του 5ου π.χ αιώνα,
γιατί είναι η γλώσσα πολιτικά ισχυρής πόλης-κράτους που γράφτηκε
και σώθηκαν τα κείµενά της.
 Όµως υπήρχαν πολλές ιστορικές ποικιλίες και διάλεκτοι έως τον 3ο
τουλάχιστον π.Χ. αιώνα (π.χ. ιωνική, οµηρική, αιολική, δωρική)

 Ιδίωµα;
Θεσσαλική διάλεκτος ή Θεσσαλικά ιδιώµατα;
(π.χ. µελέτη Κούρδη για µεγάλες διαφορές Καρδίτσας-Λάρισας)

Κοινωνική ιεράρχηση διαλέκτων/ιδιωµάτων


Οι διάλεκτοι δεν συνυπάρχουν απλώς αλλά αξιολογούνται περισσότερο ή λιγότερο
θετικά ακόµη και από τους ίδιους τους οµιλητές τους
 Η υποτίµηση γλωσσών, διαλέκτων, ιδιωµάτων έχει συµβολική αξία. Με άλλα
λόγια, αντανακλά/στηρίζει την υποτίµηση/στιγµατισµό κοινωνικών οµάδων
που τις µιλούν (π.χ. η συνταξιούχα προκαλεί σοκ, γέλιο σε ένα επίσηµο χώρο
επικοινωνίας).
 Υποτίµηση ακόµη και από τους ίδιους τους οµιλητές: π.χ.
20

 Κύπριοι που θεωρούν την Κυπριακή σκληρή, βαριά και άσχηµη, αν


και τη χρησιµοποιούν και την υπερασπίζονται από άλλες σκοπιές
(µελέτη Ιωαννίδου)
 Νέων αρβανίτικης καταγωγής που εγκαταλείπουν την παραδοσιακή
τους γλώσσα (µελέτες Τσιτσιπή).
 Φαινόµενα υπερδιόρθωσης: Οι κοινωνικές οµάδες χωρίς γόητρο/εξουσία
προσπαθούν να µιλήσουν όπως νοµίζουν ότι µιλούν οι οµάδες µε
γόητρο/εξουσία, οδηγούµενοι όµως µερικές φορές σε κωµικά λάθη (π.χ. οι
άνδραι κατά το καθαρευουσιάνικο οι καθηγηταί, oνοµάσθηκε.)
 Η κοινωνική ιεράρχηση ποικιλιών ωστόσο είναι πιο περίπλοκο ζήτηµα.
Στιγµατισµένες ποικιλίες (π.χ. χωριάτικα, γλώσσα νέων, γλώσσα ανδρών
εργατών σε ένα εργοστάσιο) µπορεί να έχουν κύρος σε ορισµένες χρήσεις ή
«αφανές γόητρο».

Επίσηµη γλώσσα (νόρµα-κοινή-στάνταρντ), πώς συγκροτείται;


• Ανάδειξη µίας διαλέκτου έναντι άλλων ως επίσηµης γλώσσας -µε πολιτική
απόφαση συχνά λόγω ίδρυσης εθνικού κράτους ή άλλης πολιτικής αλλαγής.
• Συνέπειες σε στάσεις απέναντί της: θεωρείται πιο «σωστή», πιο «ωραία»,
καθίσταται «όχηµα κοινωνικής ανόδου».
• όχι όµως γιατί αντικειµενικά είναι σωστότερη, ωραιότερη κλπ.
• αλλά γιατί είναι πολιτικά ισχυρή, δηλ. αυτή που µιλά η κοινωνική
οµάδα µε µεγαλύτερη εξουσία. π.χ. ελληνική κοινωνία
• πελοποννησιακά ιδιώµατα βάση της κοινής δηµοτικής που
δηµιουργήθηκε µετά την ίδρυση ελληνικού κράτους (έµµεση
καθιέρωσή της ως καθοµιλούµενη κοινή µόνο στο δεύτερο µισό του
19ου αιώνα)
• νοµοθετική καθιέρωση δηµοτικής -1976 –πολιτικές/κοινωνικές
αλλαγές µεταπολίτευσης

Πώς προτυποποιείται και ενισχύεται η επίσηµη γλώσσα;


Μέσω διάφορων µηχανισµών
 Γράφεται ενώ οι διάλεκτοι συχνά είναι άγραφες
 Χρησιµοποιείται σε πεδία κύρους: εκπαίδευση, ΜΜΕ, κρατική διοίκηση,
θεσµοί δικαιοσύνης κλπ.
 ∆ιευρύνονται οι χρήσεις της : π.χ. αναπτύσσεται ειδικό λεξιλόγιο και
µερικές φορές και συντακτικές δοµές όπως στη νοµική και επιστηµονική
γλώσσα, στην πληροφορική.
 Κωδικοποιείται: λεξικά, γραµµατικές, οδηγίες «σωστής» χρήσης στην
εκπαίδευση, εκδοτικούς οίκους, µεταφραστικές οδηγίες Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης,
ορθογραφικές αλλαγές.
 Χρησιµοποιούνται µηχανισµοί για εφαρµογή της τυποποίησης: π.χ.
σχολικός έλεγχος ορθογραφίας η οποία αποκτά µεγάλη κοινωνική σηµασία,
ηλεκτρονικά λεξικά/ορθογράφοι.
 Στόχος των µηχανισµών: οµοιογένεια, καθαρότητα, αναγνώρισή της ως
καλύτερη και ορθότερη εκδοχή
21

Επίσηµη νόρµα; Μία και µοναδική ή ποικιλίες;


Παρά τη συστηµατική απόπειρα οµοιογενοποίησης, υφίσταται ποικιλότητα και στη
νόρµα: π.χ.
 Στο σχολικό λόγο συνυπάρχει βουκολικό λεξιλόγιο αναγνωστικών (π.χ.
προγκάει) µε επιστηµονικό.
 Οι οδηγίες σχολικής γραµµατικής για σωστή κλίση ρηµάτων δεν συµπίπτουν
πάντα µε την κλίση τους σε ελαφρώς λόγιες χρήσεις (π.χ. στις ειδήσεις,
Ιορδανίδου 1989, «συνελήφθη», «απήχθη»).
 ΜΜΕ: λόγιο ύφος τηλεοπτικών ειδήσεων vs. άτυπο ύφος ραδιοφωνικών
σχολίων (π.χ. ο φίλος για τον οποίο σου είχα µιλήσει – ο φίλος που σου είχα
µιλήσει)

Κοινωνικές ποικιλίες
 Εξαιτίας κοινωνικής διαστρωµάτωσης, δηλ. κοινωνικής ανοµοιοµορφίας και
ανισότητας.
 Ένδειξη κοινωνικής ταυτότητας: διαφοροποίηση από άλλες κοινωνικές
οµάδες (π.χ. καλυτερότερος) βάση π.χ. ηλικία, φύλο, κοινωνική τάξη, εθνική ή
φυλετική καταγωγή.
 Έκφραση κοινωνικής ιδεολογίας (µεταξύ άλλων πολιτικής θέσης) π.χ.
µπάτσοι/αστυνοµικοί, Πανεπιστήµιου/ Πανεπιστηµίου)
 Συγκρότηση κοινωνικών σχέσεων: ένδειξη σεβασµού ή υποτίµησης κλπ. προς
τους άλλους. Π.χ. εγκαθίδρυση άνισων σχέσεων εξουσίας όταν οι γιατροί
απευθύνονται προς τις νοσοκόµες και τους ασθενείς στον ενικό συχνά,
εκφράζοντας συνεπώς κοινωνική υποτίµηση

Η περιγραφή της ποικιλίας


Λαµπόφ- κοινωνιογλωσσολογία (κοινωνική διαλεκτολογία)

Μέθοδος -συσχετιστική
 Εξαρτηµένες µεταβλητές: Επιλέγουµε ένα γλωσσικό στοιχείο που
παρατηρούµε ότι διαφοροποιείται
 π.χ. την πόρτα/τη µπόρτα, σινεµά/σινεµάδες, µε/µου δίνεις,
internet/idernet, χρήµατα/λεφτά
 Ανεξάρτητες µεταβλητές: κοινωνική ταυτότητα -επιλέγουµε άτοµα
διαφορετικών κοινωνικών ταυτοτήτων, π.χ. ηλικίας, φύλου, κοινωνικής τάξης
Ηχογραφούµε οµιλία σε διαφορετικές συνθήκες (αυθόρµητη-επίσηµη κλπ.),
καταγράφουµε πραγµατώσεις ποικιλιών (π.χ. προφορές), µετράµε τα ποσοστά τους
και συσχετίζουµε µε ανεξάρτητες µεταβλητές όπως το φύλο.

Labov (1972), µελέτη σε πολυκαταστήµατα Νέας Υόρκης


 Εξαρτηµένη µεταβλητή: µεταφωνηεντικό /r/: fourth floor (προφέρεται ή όχι;)
• Ανεξάρτητες µεταβλητές: κοινωνική τάξη, ηλικία, ύφος και συµφραζόµενα
• Υπόθεση: µεταφωνηεντικό /r/ σηµατοδοτεί νεοϋρκέζικη ταυτότητα. Ιστορικά
µεταγενέστερο φαινόµενο.
 Υποκείµενα: υπάλληλοι τριών πολυκαταστηµάτων (αριστοκρατικό, λαϊκό,
µεσαίας τάξης)
 Μέθοδος: εκµαίευση της έκφρασης “οn the fourth floor” (π.χ. µε την
ερώτηση «πού είναι τα παπούτσια;»), προσποιούνταν ότι δεν άκουσε την
22

πρώτη φορά και προκαλούσε λιγότερο αυθόρµητη, πιο προσεκτική εκφώνηση


τη δεύτερη.
Ευρήµατα: η προφορά του /r/ εξαρτάται από:
• συµφραζόµενα (flooR/fourth) –περισσότερο όταν δεν ακολουθεί
σύµφωνο
• περίσταση/ύφος –περισσότερο στο πιο προσεγµένο
• κοινωνική τάξη: flooR 63% στα ανώτερα στρώµατα, 44-61% στα
µεσαία, 8-18% στα κατώτερα.
• ηλικία: περίπλοκη επίδραση: στο µεσαίας τάξης κατάστηµα οι
µεγαλύτεροι προτιµούσαν τον νεότερο «νεοϋρκέζικο» τύπο, στο
αριστοκρατικό το αντίθετο, ενώ στο κατώτερης τάξης καµιά ηλικιακή
διαφορά
• οι διαφορές κοινωνιολέκτων δεν είναι ριζικές/ποιοτικές αλλά
ποσοτικές/σχετικές. Ο ίδιος οµιλητής µπορεί να αλλάξει τρόπο οµιλίας
ανάλογα µε την περίσταση.

Trudgill (1974, 1975), Νorwich-Ανατολική Αγγλία


 προφορά κατάληξης -ing (υπερωϊκή ή οδοντική)
 κοινωνική τάξη και φύλο
 Εύρηµα: οι γυναίκες ακολουθούν πρότυπη γλώσσα πιο πολύ από τους άνδρες
της εργατικής τάξης που προτιµούν στιγµατισµένη προφορά.
• Ωστόσο, καλυµµένο/αφανές γόητρο στιγµατισµένης προφοράς (µεγάλο εντός
της κοινωνικής οµάδας που την προτιµά)
 Αυτοαξιολόγηση λαθεµένη: Οι εντυπώσεις για τους τρόπους οµιλίας
αποκλίνουν συχνά από την πραγµατικότητα. Ειδικά η εικόνα για το πώς
µιλάµε οι ίδιοι/ες είναι συχνά λανθασµένη. Στη µελέτη αυτή οι γυναίκες
νόµιζαν ότι µιλούσαν περισσότερο µε βάση την πρότυπη αγγλική απ’ ότι
πράγµατι έκαναν.
 (Παράδειγµα ελληνικής µελέτης: κοιµόµουνα ή κοιµόµουν;
Oι άνθρωποι διατείνονται ότι χρησιµοποιούν το δεύτερο, ενώ
συµβαίνει το αντίθετο συνήθως.)

Chesire 1978 -µελέτη εφήβων Ρέντιγκ Αγγλίας


 Γραµµατικό φαινόµενο: Ι says (Ι say στη νόρµα)
 φύλο, συµµετοχή σε παρέες (τοπική υποκουλτούρα), περίσταση/ύφος
(κρίσιµες µεταβλητές)
 στιγµατισµένος τύπος: δείκτης σκληρότητας /συµµετοχής σε υποκουλτούρα,
τον χρησιµοποιούν κυρίως αγόρια, τα κορίτσια προσαρµόζουν πιο εύκολα το
λόγο τους στο επίσηµο πρότυπο στο πλαίσιο του σχολείου

Μilroy 1980–Belfast. Β. Ιρλανδία


• προφορά th/t (mother = µάτερ), στιγµατισµένη σε σχέση µε τη νόρµα και πιο
συχνή σε κατώτερα κοινωνικά στρώµατα.
• Πώς συντηρείται; Γιατί κυρίως σε κατώτερα στρώµατα; Λειτουργεί ως
δείκτης αλληλεγγύης;
• Κοινωνικά δίκτυα: έννοια/εργαλείο για περιγραφή κοινωνικών σχέσεων
αλλά και γλωσσικής ποικιλότητας και αλλαγής
• εγωκεντρικότητα (αφετηρία της ανάλυσης ένα άτοµο
• πολυνηµατότητα (πόσα είδη σχέσεων συνάπτει)
23

• πυκνότητα (πόσο συχνές επαφές έχει µε τους άλλους)


• Ισχύς ενός δικτύου: πόσο πυκνό και πολυνήµατο είναι
ευρήµατα:
 Οι γυναίκες χρησιµοποιούν πιο πολύ την αποκλίνουσα προφορά. Σε
αντίθεση µε ευρήµατα άλλων ερευνών και την υπόθεση ότι υπάρχουν
αναλλοίωτα στερεότυπα φύλου.
 Γιατί οι γυναίκες; Υπόθεση: Οι τρόποι ζωής αυτής της κοινότητας
διαφέρουν καθώς οι γυναίκες συντηρούν οικονοµικά την οικογένεια.
ως εργαζόµενες σε εργοστάσια της περιοχής, ενώ οι άνδρες όντας
άνεργοι οικοδοµούν δική τους υποκοινότητα.
 Αλλαγή προωθείται από άτοµα περιφερειακά στα δίκτυα. Τα ισχυρά
κοινωνικά δίκτυα είναι απαραίτητα για ψυχολογικούς/ κοινωνικούς
λόγους σε ορισµένες συνθήκες, κι αυτό συνεπάγεται και ισχυρή
κατοχύρωση κοινωνιολέκτου τους.

Νησί Μartha’s Vineyard –Labov 1972, άµεση σχέση ποικιλίας και αλλαγής
• Μικρό τουριστικό νησί ανατολικής ακτής ΗΠΑ.
• Η προφορά διφθόγγων είναι πιο τοπική στις ηλικίες 35-45 και στους ψαράδες
του νησιού (π.χ. house =χέους αντί για χάους). Μέθοδοι παρατήρησης:
συνεντεύξεις, ανάγνωση αποσπασµάτων, παρατήρηση ελεύθερων συνοµιλιών.
• Υπόθεση: Αρχικά η τοπική προφορά συναντήθηκε µόνο σε ηλικιωµένους
ψαράδες λόγω υπερηφάνειας για το νησί τους και απόρριψης τουρισµού.
Μετά όµως και από επιτυχηµένους νέους επαγγελµατίες τουριστικών
περιοχών (περήφανους πλέον για τη νησιωτική ταυτότητά τους). Πρόβλεψη
ενίσχυσης της προφοράς στο µέλλον µε τα σηµερινά κοινωνικά δεδοµένα.
• Κάθε ποικιλία έχει µέσα της το σπέρµα της αλλαγής.
• Μπορούµε να µελετήσουµε την αλλαγή µέσα από την ποικιλία.
• Η µελέτη της ιστορικής αλλαγής σε φαινοµενικό όµως (όχι πραγµατικό)
χρόνο. Η αλλαγή καταρχήν σε µικρό µόνο ποσοστό που µπορεί να µετρηθεί
συγχρονικά, δηλ. ως µια ποικιλία σήµερα.

Η συµβολική-αξιακή διάσταση της γλώσσας

Γλώσσα και ιδεολογία


Οι επιλογές µας στην οµιλία/γραφή (π.χ. ποια προφορά, πολυτονική γραφή ή όχι) δεν
είναι ουδέτερες. Αντανακλούν και ταυτόχρονα στηρίζουν ιδεολογίες. ∆είχνουν στους
άλλους την κοινωνική µας ταυτότητα και την κοινωνική σχέση που θέλουµε να
έχουµε µαζί τους (π.χ. αξιολογήσεις άλλων κοινωνικών οµάδων, ιεραρχήσεις).

Κοινωνικές διαφοροποιήσεις
Συνεχής ροπή προς ανοµοιογένεια & οµοιογένεια
 Ανοµοιογένεια:
 φυσική τάση σε περίπλοκες κοινωνίες, ειδικά στις σύγχρονες
µεγαλουπόλεις, όπου υπάρχει άνθηση κοινωνικών διαλέκτων ειδικά
από 1950 και µετά.
 η γλώσσα συγκροτεί ταυτότητες, σχέσεις, ιδεολογίες περισσότερο από
άλλοτε για διάφορους λόγους: συνύπαρξη διαφορετικών οµάδων
στον ίδιο τόπο αλλά και αλλαγές στους τρόπους εργασίας και ζωής
24

(π.χ. σήµερα λιγότερα χειρωνακτικά επαγγέλµατα και περισσότερα


βασισµένα στην επικοινωνία).
 Οµοιογένεια: φυσικό αποτέλεσµα ΜΜΕ, εκπαίδευσης στην ίδια
γλώσσα/γραφή, οικονοµίας-διαφήµισης, ανάγκη κοινής συνεννόησης

Κοινωνιόλεκτοι, αποτέλεσµα ποικίλων δυναµικών:


• ψυχολογικών: ταύτιση/αλληλεγγύη µε οµάδα, έλλειψη κατανόησης από
άλλους και διαφοροποίησης από αυτούς
• κοινωνικών: συγκρότηση νεανικής ηλικίας λόγω εκτεταµένης εκπαίδευσης,
πολιτισµικών/ οικονοµικών παραγόντων: νεανική κουλτούρα που
συντηρείται από ΜΜΕ και το εµπόριο (π.χ. τεχνολογία, µουσική).

Γλώσσα ή ιδιώµατα των νέων (ένα παράδειγµα κοινωνιολέκτου;)


• Όχι µία συµπαγής γλώσσα, αλλά παραλλαγές που διαφοροποιούνται ανάλογα
µε την περιοχή, το φύλο, την κοινωνική προέλευση, την ιστορική στιγµή κλπ.
• Είναι κοινωνική καταρχήν ποικιλία, γιατί εξαρτάται από την κοινωνική
ταυτότητα των οµιλητών (ηλικία και τρόπος ζωής)
• Ωστόσο, δεν χρησιµοποιείται σε όλες τις περιστάσεις της καθηµερινής ζωής.
Περισσότερο σε κάποιες έναντι άλλων π.χ. κυρίως µεταξύ νέων σε µπαράκια
αλλά όχι συνήθως στη σχολική τάξη. Πού και πόσο πολύ εξαρτάται πάλι από
κοινωνικές παραµέτρους (π.χ. σε µία µελέτη λιγότερο τα κορίτσια)
 Συνεχές ανάµεσα σε ιδιώµατα νέων και επίσηµη νόρµα. ∆ηλ. συνεχής
επαφή τους και αλληλεπίδραση (π.χ. καλυτερότερος και στις διαφηµίσεις)

Ιδιαίτερο λεξιλόγιο/εκφράσεις: µε βάση µηχανισµούς που χαρακτηρίζουν


όλες τις γλωσσικές παραλλαγές και αλλαγές
 κοινωνικές αξιολογήσεις: ξενέρωτος, το άτοµο, καβούρι (φοράει µάρκες), φέτα
(χαζό κορίτσι), τζαµάτος (τέλειος)
 βιώµατα/συναισθήµατα: κεφάρω, πουρεύω, τζαζεύω, δαγκώσαµε (κρυώσαµε),
αφασία, είδα το Χριστό φαντάρο
 δανεισµός µε µερική ενσωµάτωση: νταουνιασµένος
 πριµοδότηση ορισµένων γραµµατικών τύπων: φαστφουντάδικο,
φωτοτυπάδικο, σκινάς, γκραφιτάς, ραπάς
 τροποποίηση λέξεων χωρίς αλλαγή σηµασίας: τσιγαριά, µατσό
 νέα µεταφορική χρήση: κόκκαλο (=µεθυσµένος), Tζώνης και Κάθριν
(=ηλίθιοι)
 νεολογισµοί µέσω σύνθεσης: τροχόµπατσος, νερόµπατσος, γκοµενοφύλακας,
γκόµενα-Μόρνος, µπορόλας (ξερόλας)

Ρεµπέτικη γλώσσα/ιδιώµατα µεσοπολέµου (άλλο παράδειγµα κοινωνιολέκτου)


Στιγµατισµένη στην εποχή της, αλλά ροµαντικά εξιδανικευµένη σήµερα
Ιδιαίτερες εκφράσεις δηµιουργούνται µε ίδιους πάντα µηχανισµούς π.χ.
 βιράρω (=ξεκινώ)
 κωλοπερνώ (=προσπερνώ δήθεν αδιάφορα δείχνοντας τα οπίσθιά µου)
 µέγκλα (=καλής ποιότητας Made in England)
 τζιµάνι (=G-men του FBI)
 oυζάρω (=πίνω ούζα)
 καπετανεύω
 σύρµα
25

Γλώσσα και φύλο


∆ιαφορές στη χρήση φωνολογίας, λεξιλογίου, γραµµατικής (π.χ. διαφορές στην
προφορά του /r/ στη Σκωτία- Romaine 1978, άλλες γραµµατικές καταλήξεις ή
σύνταξη π.χ. Εisikovits 1978 Αυστραλία και χρήση διπλής άρνησης “he doesn’t do
nothing” (και υποχρεωτικά βέβαια σε κάποιες γλώσσες η σηµατοδότηση του γένους
όπως µόνη/µόνος)
 ∆ιαφορές στατιστικές µόνο όχι απόλυτες
 Περισσότερα στοιχεία πρότυπης γλώσσας στις γυναίκες συνήθως αλλά όχι
πάντα –το είδος της διαφοράς εξαρτάται από γενικότερες κοινωνικές
συνθήκες/στερεότυπα κλπ.
 Σπάνια όµως καταλήγουν σε διαφορετικές κοινωνιολέκτους (π.χ. λόγος
µεταξύ γυναικών στο Μαρόκο).

∆ιαφορές φύλων κυρίως στους τρόπους που χρησιµοποιείται η γλώσσα: π.χ.


πόσο πολύ µιλούν, για ποιο θέµα, ποιος διακόπτει ποιόν
Παραδείγµατα εµπειρικών ερευνών
 ∆ιακοπή του άλλου σε συνοµιλίες: Ζimmerman & West 1975:
καθηµερινές συνοµιλίες φοιτητών/τριών. Σε συζητήσεις ίδιου φύλου 3 φορές
πιο συχνή η ταυτόχρονη οµιλία έναντι της διακοπής του άλλου και από τους
δύο συνοµιλητές. Μεταξύ φύλων τουλάχιστον 5 φορές πιο συχνή η διακοπή,
συντριπτικά από τους άνδρες προς τις γυναίκες.
 Εγκαθίδρυση θεµατικής υπό συζήτηση. DeFransisco 1991: συζητήσεις
µεταξύ παντρεµένων. Οι γυναίκες εισάγουν πιο πολύ νέες θεµατικές, αλλά
δεν καταφέρνουν να τις καταστήσουν τόσο συχνά όσο οι άνδρες το επίκεντρο
της συζήτησης. Οι άνδρες τις αγνοούν συχνά σιωπώντας µετά από το άνοιγµα
ενός καινούριου θέµατος.
 Μεγαλύτερη ποσότητα οµιλίας από άνδρες σε ποικίλες περιστάσεις
(επαγγελµατικές συναντήσεις, τηλεοπτικές συζητήσεις, συνοµιλίες
παντρεµένων ζευγαριών, ανταλλαγή e-mails πάνω σε ένα θέµα, π.χ Herring
1992, Swacker 1975). Στη µελέτη ηλεκτρονικής επικοινωνίας, σε 5
εβδοµάδες οι άνδρες έγραψαν 70% περισσότερα λόγια. Τις δύο µόνο µέρες
που έτυχε οι γυναίκες να γράψουν περισσότερο, κάποιοι άνδρες απείλησαν να
φύγουν από το φόρουµ συζήτησης γιατί ένιωθαν ότι παραβιάζεται η αρχή των
ίσων δικαιωµάτων.

Παυλίδου (2002): βιβλίο Γλώσσα-Γένος-Φύλο


Παραδείγµατα µελετών από ελληνική κοινωνία
∆ιεπίδραση στη σχολική τάξη: διακοπή της συνοµιλίας
(Αρχάκης) -φιλολογικά µαθήµατα Β’ και Γ’ Γυµνασίου
 Τα αγόρια διακόπτουν πιο συχνά από τα κορίτσια τον/την καθηγητή/τρια µε
σκοπό να κυριαρχήσουν στη συζήτηση, π.χ. να διαφωνήσουν, να σχολιάσουν,
να προβάλλουν άποψη, να πάρουν το λόγο.
 Αντιθέτως, τα κορίτσια διακόπτουν όχι µόνο λιγότερο αλλά και µε σκοπό τη
συνεργασία έναντι της κυριαρχίας.
 Καθηγητές/τριες διακόπτουν πιο συχνά τα κορίτσια απ’ ότι τα αγόρια, για να
κυριαρχήσουν.
26

Ιδεολογία και γλώσσα: πώς οι αντιλήψεις µιας κοινωνίας για τα φύλα


αντανακλώνται στη γλώσσα και διαιωνίζονται από αυτήν
Το φύλο στο λεξικό και στη γραµµατική
 Οι στάσεις απέναντι στα φύλα αντανακλώνται στη γλώσσα: π.χ. Καθιέρωση
«ms.» στα αγγλικά, σχετική εξαφάνιση του «δεσποινίς» (αντικατάσταση από
κοπελλιά;), “chairperson/chairwoman-chairman”
 Γυναικεία επαγγέλµατα: θηλυκά τείνουν να υπάρχουν µόνο για κατώτερα (π.χ.
περιπτεράς/περιπτερού) αλλά όχι για ανώτερα (π.χ. υπουργός/υπουργίνα).
Όταν µάλιστα εµφανίζονται τα τελευταία, υποτιµητικά π.χ. γιατρίνα,
βουλευτίνα,δικαστίνα.
 Χρήση ή όχι θηλυκού γένους, π.χ. «ο κάτοχος του διαβατηρίου», «Ελληνίδες,
Έλληνες»
Γλωσσικές στάσεις απέναντι σε ποικιλίες
Κοινωνικές προκαταλήψεις
 υποτίµηση της κοινωνικής οµάδας που µιλά µια ποικιλία → εκφράζεται είτε
µε επικρίσεις οµιλητών της (π.χ. λεξιπενία, φθορά ελληνικής) είτε µε
επικρίσεις της ίδιας της ποικιλίας (π.χ. φτωχή, άσχηµη)
 η στάση απέναντι στις ποικιλίες ποικίλει από οµάδα σε οµάδα, περίσταση σε
περίσταση και ιστορικά.
 φανερό και επικαλυµµένο/αφανές κύρος/γόητρο: Νεανικά π.χ. ιδιώµατα
χαίρουν κύρους στις οµάδες των νέων, κατακρίνονται όµως από ΜΜΕ,
ενήλικες κλπ.
 Η κοινωνική προκατάληψη δυσκολεύει την αντικειµενική εκτίµηση: π.χ. οι
γυναίκες νοµίζουν ότι µιλάνε πιο πρότυπα απ’ ότι πράγµατι µιλάνε.
 Φαινόµενα υπερδιόρθωσης: όταν οι οµιλητές διορθώνονται προς το επίσηµο
πρότυπο για να µην τους κατακρίνουν (π.χ. αγράµµατοι και καθαρεύουσα)
 Οι στάσεις κρίνουν και το µέλλον των ποικιλιών/γλωσσών.
Οι γλώσσες/διάλεκτοι εξαφανίζονται όχι µόνο λόγω κοινωνικών εξελίξεων,
αλλά και λόγω ψυχολογικών στάσεων. Οι κοινωνικές οµάδες µερικές φορές
συντηρούν ποικιλίες κάτω από αντίξοες συνθήκες όπως και αντίστροφα.
Εγκαταλείπουν την ποικιλία τους όχι µόνο γιατί δεν εξυπηρετεί, αλλά και γιατί την
υποτιµούν.
 Ωστόσο, οι στάσεις µπορεί να αλλάξουν ιστορικά.
π.χ. Να µετατραπούν από αρνητικές σε θετικές. Κυρίως όταν η κοινωνική
οµάδα που τις µιλά δεν συνιστά πλέον απειλή (π.χ. ο ροµαντικός θαυµασµός σήµερα
για τα ρεµπέτικα)

Περιστασιακές/Λειτουργικές/Υφολογικές ποικιλίες

 Ποικιλίες µε βάση τη χρήση (και όχι το χρήστη όπως στις κοινωνικές και
γεωγραφικές)
 ο τρόπος που µιλάµε σε µια δεδοµένη στιγµή ανάλογα µε την κοινωνική
δραστηριότητα
 επίπεδα ύφους (registers), π.χ. πολιτική οµιλία σε εκλογές, τηλεοπτικές
ειδήσεις, λογοτεχνικό κείµενο, σχολικό εγχειρίδιο µαθηµατικών, τηλεφωνική
συνοµιλία
27

Παραδείγµατα: επαγγελµατικές και τεχνικές ποικιλίες όπως και αυτές σε


θεσµοποιηµένες περιστάσεις (γραφείο γιατρού, σχολική τάξη, διοίκηση νοσοκοµείου,
δικαστήριο κλπ.)
Π.χ. Ειδικό λεξιλόγιο κώδικα οδικής κυκλοφορίας: ζωήλατο, υπερστροφή,
υποστροφή, ρεµιζάρισµα, ντριφτ, κιλοµετράζ, τροχοφόρο, µηχανοκίνητο,
αυτοκινητοστάσιο, επέλευση επικίνδυνων σηµείων, ελκυστήρας, οδόστρωµα,
ντεραπάρισµα, µποτιλιάρισµα, τροχοπέδηση, χτένι και ψαροκόκαλο (κάθετο και
πλάγιο παρκάρισµα), κάρφωµα, σκοτσάρισµα

Επιστηµονική µελέτη των περιστασιακών ποικιλιών


Πιο πρόσφατη και περιορισµένη (σε σχέση µε γεωγραφικές και κοινωνικές ποικιλίες)
γιατί είναι λιγότερο συνειδητή. Ωστόσο, είναι σηµαντική ειδικά για την εκπαίδευση
γιατί δείχνει:
 Τις κοινωνικές δραστηριότητες µιας κοινωνίας και συνεπώς το εύρος των
περιστασιακών ποικιλιών της
 Το µεγαλύτερο κοινωνικό κύρος και την αξία ορισµένων (π.χ. κάποιες
ανοίγουν το δρόµο σε «ανώτερα» επαγγέλµατα λόγω της συµβολικής αλλά
και πραγµατικής συχνά αξίας τους)
 Τις επικοινωνιακές δεξιότητες των οµιλητών µιας κοινότητας -δηλαδή το
φάσµα επιπέδων ύφους/περιστασιακών ποικιλιών που κατέχουν
 Τις κοινωνικές διαφορές στις επικοινωνιακές δεξιότητες
 Τι οφείλει να παρέχει η εκπαίδευση, δηλ. εξοικείωση µε ποικιλίες που δεν
είναι οικείες στην καθηµερινή ζωή και έχουν ταυτόχρονα µεγάλο κύρος και
αξία (π.χ. συγγραφή επιστηµονικής εργασίας)

Περιγραφή της περιστασιακής ποικιλίας


Ανάγκη να καταστεί πιο σαφές τι εννοούµε µε περίσταση χρήσης, δηλ. το φυσικό και
κοινωνικό πλαίσιο και το σκοπό για τον οποίο χρησιµοποιείται η γλώσσα
∆ύο απόπειρες εξειδίκευσης και ορισµού:
α) από τον ανθρωπολόγο-γλωσσολόγο Hymes στο ρεύµα της εθνογραφίας της
επικοινωνίας
β) από το γλωσσολόγο Halliday στο ρεύµα της λειτουργικής γλωσσολογίας
28

Εθνογραφία της επικοινωνίας


 Μία από τις πλέον ριζοσπαστικές παραδόσεις των κοινωνικών προσεγγίσεων
της γλώσσας
 Άµεσου ενδιαφέροντος και για την εκπαίδευση
 Ρίζες στην ανθρωπολογία, κυρίως την αµερικανική που µελέτησε αρχικά
πολιτισµούς και γλώσσες των Ινδιάνων
 Hymes, ο πιο γνωστός της εκπρόσωπος
 Αντικείµενο κλάδου: ο λόγος στην καθηµερινή ζωή
 Μέθοδος: εθνογραφική παρατήρηση ή επιτόπια έρευνα
 έµφαση όχι στο γλωσσικό κώδικα καταχωρηµένο στο νου των
οµιλητών αλλά στις ίδιες τις καθηµερινές συνήθειες/πρακτικές
οµιλίας. Με άλλα λόγια: όχι οι συµβάσεις λεξιλογίου/γραµµατικής
αλλά της επικοινωνίας.
 όχι χρήση της γλώσσας εν γένει αλλά χρήση σε συγκεκριµένα πάντα
κοινωνικοπολιτισµικά πλαίσια και για συγκεκριµένους πάντα λόγους

Ευρήµατα/βασικές υποθέσεις:∆ιαπολιτισµικές διαφορές στους τρόπους επικοινωνίας


 Ειδικότερα, ως προς ποιες περιστασιακές ποικιλίες χρησιµοποιούνται, πόσο
συχνά, από ποιους, ποια η συµβολική και η πραγµατική τους αξία, ποιες
νόρµες καθοδηγούν την καθηµερινή επικοινωνία.
 Αντανακλούν και στηρίζουν διαφορές στην κοινωνική ιεραρχία και στις
ιδεολογίες.
 π.χ. Φατική λειτουργία, δηλ. οµιλία απλώς για να κρατήσουµε επαφή
µε τους άλλους. Συνηθισµένη στις σύγχρονες ΗΠΑ αλλά
απαγορευµένη σε κοινότητες Αµεριδιάνων. Στην πρώτη περίπτωση η
σιωπή θεωρείται προβληµατική ενώ στη δεύτερη η οµιλία χωρίς λόγο
βάναυση προσβολή

Εργαλεία για περιγραφή της περιστασιακής ποικιλίας


 Φυσικό περιβάλλον: χρόνος-τόπος
 Σκηνή: πολιτισµικό/ψυχολογικό περιβάλλον
 Μέτοχοι: οι συνδιαλεγόµενοι
 Σκοποί: αποτελέσµατα και στόχοι επικοινωνίας
 Κλειδί: το πνεύµα µε το οποίο λέγεται κάτι (π.χ. σοβαρά, ειρωνικά)
 Κανάλι: προφορικά ή γραπτά, τραγουδιστά ή όχι
 Νόρµες αλληλεπίδρασης και ερµηνείας: π.χ. κανόνες για το πότε και πόσο
να µιλάµε για ποιο πράγµα.
 Τύποι/γένη οµιλίας: π.χ. επίπεδα ύφους, είδη λόγου
29

Παράµετροι ανάλυσης λειτουργικών ποικιλιών (Halliday)

Τροποποίηση και συστηµατοποίηση ιδεών Hymes


Πεδίο, τόνος, τρόπος
 Πεδίο: ο σκοπός για τον οποίο µιλάµε, η φύση µιας δραστηριότητας (π.χ. άλλο
λεξιλόγιο στις διοικητικές απ’ ότι στις θεραπευτικές δραστηριότητες ενός
νοσοκοµείου, σε µια επιστηµονική διάλεξη έναντι µιας λογοµαχίας µε φίλους)
 Τόνος (ύφος): οι κοινωνικές σχέσεις των συµµετεχόντων (π.χ. πόσο καλά
γνωρίζονται, πόσο συχνά βλέπονται, πόσο θέλουν να δηλώσουν συναισθηµατική
επαφή ή απόσταση , πόσο κοινωνικά ασύµµετρες ή συµµετρικές είναι οι σχέσεις
τους). Άλλος τρόπος οµιλίας ανάµεσα σε δασκάλα/µαθήτρια, µαθήτρια/µαµά της,
µαθήτρια/γιατρό) γενικότερα τυπικό ή άτυπο ύφος
 Τρόπος: Πώς πραγµατοποιείται ένα µήνυµα και η υλική υφή των σχέσεων
ανάµεσα στους συνοµιλητές
 Ρόλος γλώσσας:
 τι ρόλο διαδραµατίζει η γλώσσα στη συγκεκριµένη κοινωνική
δραστηριότητα (π.χ. τη συγκροτεί όπως σε µια διάλεξη ή τη
συνοδεύει/βοηθά απλώς όπως σε µια χαρτοπαιξία)
 πόση φυσική επαφή έχουν οι συνοµιλητές (π.χ. καµία συνήθως στη
γραφή)
 Μέσο: ο αποδέκτης συµµετέχει στη δηµιουργία νοήµατος (π.χ. συνοµιλία)
ή το προσλαµβάνει ως ολοκληρωµένο προϊόν (π.χ. γραπτό κείµενο)
 ∆ίαυλος: γραφή ή φωνή

∆ΙΓΛΩΣΣΙΑ/∆ΙΜΟΡΦΙΑ/ΠΟΛΥΓΛΩΣΣΙΑ

Εξαιρετικά σύνθετο φαινόµενο που µπορεί να προσεγγιστεί ποικιλοτρόπως, από


πεδία τόσο διαφορετικά όσο η νευροψυχολογία και η εκπαιδευτική πολιτική. Σήµερα
ειδικά δεν θα µπορούσε να είναι περιθωριακό φαινόµενο λόγω της παγκοσµιοποίησης
και της µαζικής µετανάστευσης

Παραδοσιακά δύο προσεγγίσεις:


 ως ατοµικό/ψυχολογικό φαινόµενο: Πιο συνηθισµένη και παλαιότερη από την
κοινωνική προσέγγιση. Ως ζήτηµα ψυχολογικό, γνωσιακό, γλωσσικό, εγκεφαλικό
–δηλ. γνώσης (πόσο καλά, σε ποιες χρήσεις –προφορ. ή γραπτές, πώς
αναπαριστώνται στον εγκέφαλο) , µάθησης (πώς κατακτώνται, πόσο εύκολα),
χρήσης (πού & πότε)
 ως κοινωνικό/συλλογικό φαινόµενο: ∆ιγλωσσία και κοινωνική ταυτότητα,
επαφή, αλληλεπίδραση, σύγκρουση γλωσσών, εκπαιδευτική και γλωσσική
πολιτική, µειονοτικές γλώσσες και κοινωνική αξιολόγηση γλωσσών
30

Ως ατοµικό ψυχολογικό φαινόµενο


Φαινόµενα διπλογλωσσίας/πολυγλωσσίας:
Πώς ορίζονται ή και περιγράφονται; Κυρίως, µε βάση:
 γνώση/ικανότητα (πόσο καλά γνωρίζουµε τι;)
 βαθµό χρήσης (πόσο και πού/πότε χρησιµοποιούµε;)
 προέλευση (πού µαθεύτηκε; Π.χ. ξένη ή δεύτερη γλώσσα)
 στάσεις οµιλητών απέναντι στις γλώσσες τους
Ωστόσο όχι απλά ζητήµατα: π.χ. ικανότητα σε τι ακριβώς;
Κατανόηση, παραγωγή, γραπτού, προφορικού; Οι κοινωνικές αντιλήψεις καθορίζουν
ορισµούς, π.χ. γνωρίζω αγγλικά στην Ελλάδα σήµερα σηµαίνει κυρίως γραφή και
ανάγνωση και λιγότερο οµιλία, αντιθέτως οι µετανάστες θεωρούνται ανεπαρκείς
οµιλητές της ελληνικής εάν δεν τη γράφουν ή δεν την προφέρουν καλά.
 Τέλεια γνώση ή και ελάχιστη; µε ποια κριτήρια τέλεια; συχνά χωρίς έλεγχο
φυσικών οµιλητών, ο οποίος όµως είναι απαραίτητος.
 Πλήρης/ισότιµη γνώση δύο γλωσσών αδύνατη. µεταξύ άλλων έχουν µαθευτεί
διαφορετικά και χρησιµοποιούνται συχνά σε διαφορετικές συνθήκες (οι καλοί
δίγλωσσοι δεν µεταφράζουν αυτόµατα).
 Οι γλώσσες µαθαίνονται σε διαφορετικές συνθήκες, για διαφορετικούς λόγους.
Μερικοί νωρίς στο σχολείο άλλοι αργά και µέσα από προφορική χρήση.
Χρησιµοποιούνται κατά συνέπεια και διαφορετικά
 Πότε µαθεύτηκε; Νωρίς στην οικογένεια ή αργότερα στο σχολείο ή στην
καθηµερινή ζωή; ‘Όψιµη ή πρώιµη διγλωσσία;

Μητρική γλώσσα;
 Μία ή περισσότερες, νωρίς στη ζωή
 Μπορεί να χαθεί
 Χρήση της σε ορισµένες µόνο περιστάσεις ή σε όλες
Αφαιρετική διπλογλωσσία: όταν η µάθηση νέας γλώσσας συµβαδίσει µε απώλεια
δεύτερης (όχι ασυνήθιστη σε µετανάστες)
Προσθετική διπλογλωσσία: όταν προστίθεται η καλή γνώση δεύτερης ή
τρίτης…γλώσσας

Στάσεις απέναντι στη διγλωσσία


 Οι προκαταλήψεις συχνά παραπλανούν: παραµορφώνουν την κοινωνική
πραγµατικότητα & επηρεάζουν την επιστηµονική µελέτη
 ‘Άλλοτε ταυτίζουµε τη διπλογλωσσία µε την ευφυΐα/µόρφωση κι άλλοτε µε
πνευµατική καθυστέρηση ή έλλειµµα που πρέπει να διορθωθεί µε µάθηση
κυρίαρχης γλώσσας.
 π.χ. στην Ελλάδα, στα αστικά κέντρα πριν 40 χρόνια δήλωνε υψηλό
κύρος γιατί οι δίγλωσσοι θεωρούνταν µορφωµένοι ενώ στις ΗΠΑ
χαµηλό κύρος γιατί ήταν οι φτωχοί µετανάστες.

Επιστηµονικές/εκπαιδευτικές αντιλήψεις
 Εξάλειψη µητρικής γλώσσας: Υπόθεση ότι η γνώση κάθε γλώσσας
καταλαµβάνει ξεχωριστό χώρο στον εγκέφαλο και εποµένως η γνώση της µίας
µειώνει τη δυνατότητα καλής γνώσης της άλλης. Εκπαιδευτική τακτική:
χρήση µητρικής γλώσσας πρέπει να αποθαρρυνθεί (π.χ. ΗΠΑ, σύγχρονη
Ελλάδα)
31

Αντιθέτως,
 Η υπόθεση του Cummins: Κοινή βάση στη γνώση των δύο γλωσσών
(υπόθεση των συγκοινωνούντων δοχείων). Ο εµπλουτισµός της µίας µπορεί
να έχει θετικά αποτελέσµατα στη µάθηση της δεύτερης. Εκπαιδευτική
τακτική: ενίσχυση πρώτης/µητρικής γλώσσας και όχι εξάλειψή της, ειδικά
µάλιστα σε χρήσεις πιο ακαδηµαϊκές.

Γνωστικά πλεονεκτήµατα διπλόγλωσσων


 Μεταγλωσσική συναίσθηση: δηλ. µεγαλύτερη συνειδητοποίηση της δοµής
της γλώσσας από τη σύνταξη έως τη φωνολογία της. Σηµαντικό πλεονέκτηµα
στη µάθηση γραφής γιατί τα δίγλωσσα παιδιά συνειδητοποιούν νωρίτερα την
ηχητική όψη της οµιλίας και µπορούν συνεπώς να προχωρήσουν στην
κατάτµηση ηχητικών συνόλων σε συλλαβές και φωνήµατα –προαπαιτούµενο
για µάθηση αλφαβητικής γραφής.
 Επικοινωνιακή ευαισθησία: γνωρίζουν νωρίτερα πώς να εναλλάσσουν
γλώσσες, γιατί, πότε…

∆ιγλωσσία/πολυγλωσσία ως κοινωνικό φαινόµενο


Κοινωνική διγλωσσία
Συνηθισµένο φαινόµενο
 200 κράτη –3000 τουλάχιστον γλώσσες. ‘Όλες οι σύγχρονες κοινωνίες είναι
πολύγλωσσες -21 ευρωπαϊκές χώρες επίσηµα (εξαίρεση η Πορτογαλία) Ινδία:
400 επίσηµες 1600 οµιλούµενες.
 Μάθηση αυθόρµητη και όχι µέσω µαθηµάτων. Ελληνιστική περίοδος
κατεξοχήν παράδειγµα. Μετανάστες σήµερα.
 Ιστορικά παλαιό φαινόµενο, π.χ. Παρίσι γαλλικής επανάστασης πολύγλωσσο,
ποικίλες διάλεκτοι patois, βίαιη υποβολή µίας µόνο γλώσσας από επανάσταση.
 Πολυγλωσσία ακόµη και για τις πρώτες γλώσσες, π.χ. Βόρεια Αφρική. Benin.
4 γλώσσες ανάλογα µε το θέµα και τη σοβαρότητα
 Σύγχρονα εθνικά κράτη, συνύπαρξη µητρικής & δεύτερης γλώσσας
συνηθισµένη (π.χ. Ροµ στην Ελλάδα).
 Οι γλώσσες πέρα από την/τις επίσηµη/ες κρατικές, δεν είναι πάντα
αναγνωρισµένες κι ούτε µε τον ίδιο τρόπο: άλλοτε νοµικά κι άλλοτε µόνο
στην πράξη (π.χ. Ελλάδα 8 γλώσσες επίσηµα αναγνωρισµένες (τουρκικά,
βλάχικα, αρβανίτικα…..) & µεταναστών όχι επίσηµα µεν αλλά αλβανικά
αυτή τη στιγµή η δεύτερη σε συχνότητα οµιλούµενη γλώσσα µε έµµεση
µερικές φορές αναγνώριση π.χ. στα έγγραφα του ΙΚΑ).
 Σήµερα αφενός υπάρχει εξάπλωση λόγω παγκοσµιοποίησης και
µετανάστευσης αφετέρου τίθενται περιορισµοί (π.χ. ανάδυση εθνικισµών στην
Ανατολική Ευρώπη ή αναβίωση µειονοτικών γλ. Βρετανία, υποχώρηση
ασθενών γλωσσών).

Ωστόσο, η µονογλωσσία εµφανίζεται ως φυσικό φαινόµενο εύπορων δυτικών


κοινωνιών
 Ειδικά λόγω της συγκρότησης εθνικών κρατών, που αντιµετώπισαν µερικές
φορές τη διγλωσσία ως πρόβληµα πολιτικό, νοητικό, εκπαιδευτικό κλπ.
 Ωστόσο, η µονογλωσσία απέχει από την πραγµατικότητα ακόµη και σε κράτη
που κατάφεραν µε διάφορους τρόπους σχετική γλωσσική οµοιογένεια (π.χ.
Ελλάδα καταφέρνει τη δεκαετία του ’70 να κυριαρχήσει στο 90% του
πληθυσµού η ελληνική).
32

∆ιµορφία –διγλωσσία (Ferguson-diglossia)


 Συνύπαρξη µεν διαφορετικών ποικιλιών ή γλωσσών αλλά χρήση τους σε
διαφορετικές περιστάσεις. Η µία «υψηλή» και η άλλη «χαµηλή» ποικιλία,
δηλ. η πρώτη σε πιο επίσηµες περιστάσεις (κράτος, εκπαίδευση κλπ.).
 Αρχικά ο όρος χρησιµοποιήθηκε µόνο για διαφορετικές «διαλέκτους»/
ποικιλίες
 γερµανικά Ελβετίας και Γερµανίας
 Καθαρεύουσα και δηµοτική στην Ελλάδα
 κλασική αραβική και τοπικές ποικιλίες
 Αργότερα επέκταση και σε γλώσσες
 Παραγουάη: ισπανικά/γκουαράνι,
 Τυνησία: γαλλικά, αραβικά
 Ρωσία 19ου αιώνα: ρώσικα και γαλλικά,
 Λουξεµβούργο: γερµανικά, γαλλικά και λουξεµβουργιανά
Προβλήµατα στην περιγραφή της διγλωσσίας/πολυγλωσσίας: π.χ.
 Τολµούν οι άνθρωποι να δηλώσουν µητρική γλώσσα όταν αυτή δεν
αναγνωρίζεται ή απαγορεύεται ή έχει χαµηλό κύρος; (π.χ. στατιστική
απογραφή 1951 Ελλάδα: είναι τόσο µικρό το ποσοστό αρβανιτόφωνων και
σλαβόφωνων;)
 Τι είναι µητρική γλώσσα; όχι κατανάγκη της µητέρας, ούτε η πρώτη, ούτε η
συχνότερα οµιλούµενη, ούτε αυτή που ο οµιλητής γνωρίζει καλύτερα.
 αριθµός γλωσσών-διαλέκτων; Ωστόσο, είναι δύσκολο να οριστεί, ειδικά
όταν οι γλώσσες συγγενεύουν ή δεν υπάρχει γραπτή τυποποιηµένη µορφή και
εποµένως οι διαλεκτικές διαφορές είναι µεγάλες (π.χ. σαρδηνικά, οξιτανικά).
∆ηλ. πόσες µορφές σαρδηνικής και ποια η σχέση µε την ιταλική;
 βαθµός και εύρος χρήσης τους, δηλ. πόσο συχνά και σε ποιες
κοινωνικές/επικοινωνιακές περιστάσεις (π.χ. αρβανίτικα περιορισµένα vs.
καταλωνικά όλες οι χρήσεις),
 Κάποια επίσηµα αναγνωρισµένη, γλώσσα κράτους και πνεύµατος συνήθως.
Η µη αναγνωρισµένη γλώσσα µπορεί να µιλιέται ωστόσο από πλειοψηφία π.χ.
Αλγερία (Βερβερική), Ν. Αφρική (Μπαντού).
 Η επίσηµη είναι συνήθως γραπτή και επιπλέον τυποποιηµένη
(γραµµατικές, λεξικά, ειδικές ορολογίες). Μειονοτικές γλώσσες ΕΕ χωρίς
µέλλον αν µείνουν χωρίς τυποποίηση/γραφή (π.χ Σαρδηνική)

Πολυγλωσσία στην Ελλάδα και στην Ευρώπη:


ιστορικό, πολιτικό, νοµικό πλαίσιο
Τύχες πολυγλωσσίας εξαρτώνται από οικονοµικές, πολιτισµικές, πολιτικές,
ιδεολογικές παραµέτρους κλπ. ∆εν είναι εύκολο να προβλέψουµε εξέλιξή της.
Άλλοτε ενισχύεται κι άλλοτε περιορίζεται, π.χ.
 ΗΠΑ: ευρεία χρήση άλλων γλωσσών στην εκπαίδευση κατά το 19ο
αιώνα καταπολεµήθηκε κατά τον 20ο αιώνα.
 Βρετανία: ενίσχυση ουαλικής γλώσσας
Ευρώπη:
 ∆ικαιώµατα γλωσσικών µειονοτήτων κατοχυρώνονται µετά τον Πρώτο
Παγκόσµιο Πόλεµο λόγω επαναχάραξης συνόρων.
33

 Περιθωριοποιούνται ξανά ωστόσο κατά τον Ψυχρό Πόλεµο από 1950 και
µετά.
 Αναβίωση µετά το 1989 µέσω διεθνών οργανισµών (ΟΑΣΑ, Συµβούλιο
Ευρώπης, ΟΗΕ και ΕΕ). Π.χ. Συµβούλιο Ευρώπης: Ευρωπαϊκός Χάρτης
Περιφερειακών ή Μειονοτικών γλωσσών ΕΕ: Ευρωπαϊκό Γραφείο για
λιγότερο οµιλούµενες/διαδεδοµένες γλώσσες.
 ∆ιάφορα ωστόσο είδη λιγότερο οµιλούµενων γλωσσών, µε διαφορετικό κύρος
και αριθµό οµιλητών: π.χ. Καταλωνικά στο ένα άκρο (τυποποιηµένα,
αναγνωρισµένα, γλώσσα εκπαίδευσης, µεγάλος αριθµός οµιλητών) vs.
αρβανίτικα (χωρίς γραφή και τυποποίηση, µικρός αριθµός οµιλητών, πολύ
περιορισµένη πλέον χρήση σε καθηµερινές µόνο περιστάσεις).
 ∆εν απειλούνται όλες εξίσου: Ισχυρές και ασθενείς γλώσσες. Π.χ.
Ευρωµωσαϊκό 1996: παράγοντες που καθορίζουν το µέλλον µιας γλώσσας:
οικογένεια, εκπαίδευση, κοινότητα, το συµβολικό κύρος και η αξία µια
γλώσσας για κοινωνική κινητικότητα, εάν έχει θεσµοθετηθεί/νοµιµοποιηθεί,
εάν έχει τυποποιηθεί στη συνέχεια (λεξικά, γραµµατικές κλπ.), εάν
χρησιµοποιείται σε γειτονικά κράτη µε ισχυρές γλώσσες (π.χ. τουρκική στην
Ελλάδα, γερµανική στη ∆ανία), εάν προσελκύει νέους οµιλητές (και κυρίως
παιδιά).

Η περίπτωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης


 Αφενός, στήριξη λιγότερο οµιλούµενων και διδασκόµενων γλωσσών
 Επίσηµη αναγνώριση µικρών γλωσσών (π.χ. δανική, ελληνική)
 Αποφάσεις για στήριξη µειονοτικών γλωσσών (από καταλωνικά έως
φρισιανά και αρβανίτικα)
 Αφετέρου, προβλήµατα
 χρήση µία ή δύο ισχυρών γλωσσών βολική οικονοµικά και πρακτικά
(αγγλική και γαλλική).
 Μέτρα στήριξης δύσκολα εφαρµόζονται στην πράξη για πολλούς λόγους
(ακόµη και διαµάχες στη Σαρδηνία για το ποια διάλεκτος πρέπει να
επικρατήσει).
 ∆εν αρκεί η αναγνώριση στα χαρτιά αλλά απαιτούνται πρόσθετα µέτρα
θετικής διάκρισης/ενίσχυσης γλωσσών (π.χ. Λευκή Χάρτα συνιστά 3
γλώσσες στην εκπαίδευση αλλά δεν επιβάλλει µία έστω να είναι λιγότερο
ισχυρή).
 ∆εν αναγνωρίζει γλώσσες οικονοµικών µεταναστών.

Ελλάδα: ιδιοµορφίες
 Με ίδρυση νεοελληνικού κράτους διαµορφώνεται σταδιακά µέσα προς τα
τέλη 19ου αιώνα σχετική γλωσσική οµοιογένεια (κοινή δηµοτική). Αν και επί
της ουσίας τριγλωσσία: δηλ. καθαρεύουσα, κοινή δηµοτική, τοπικές
διάλεκτοι ή άλλη γλώσσα –κυρίως αρβανίτικα.
 Μετά από Βαλκανικούς πολέµους: Ενισχύεται ξανά η πολυγλωσσία µε νέους
πληθυσµούς (βλάχικα, λατίνο, τουρκική, σλάβικα ιδιώµατα). Συνθήκες
Σεβρών και Λωζάνης ρυθµίζουν δικαιώµατα µειονοτήτων (µεταξύ άλλων
δηµόσια ή ιδιωτική εκπαίδευση για Βλάχους, Μουσουλµάνους, Εβραίους,
Αρµένιους, Σλαβόφωνους.
34

 Μετά 2ο Παγκόσµιο Πόλεµο: ψυχροπολεµικό κλίµα οδηγεί και την Ελλάδα


σε παραγνώριση άλλων γλωσσών (µε εξαίρεση τουρκικής που είναι γλώσσα
εκπαίδευσης).
Σήµερα
 ∆ιαβαθµίσεις αναγνώρισης γλωσσικών µειονοτήτων (π.χ. αλβανικά σε
ορισµένες επίσηµες χρήσεις όπως έγγραφα ΙΚΑ, βουλγάρικα σε διαφηµίσεις,
τουρκική επίσηµα σε εκπαίδευση).
 Οι γλώσσες πέραν της ελληνικής επιπλέον περισσότερο ή λιγότερο βιώσιµες.
 Πρόσφατη κοινωνική-επιστηµονική (άτυπη) αναγνώριση ποµακικής και
ροµανές έχει πολιτικό κίνητρο (την αντίθεση στην επικράτηση τουρκικής στη
Θράκη). Παραγνώρισή τους παραβίαζε ωστόσο τη Συνθήκη της Λωζάνης.
 Γλωσσική ετερογένεια στο µονόγλωσσο ελληνικό σχολείο. Μεγάλες
ιδιοµορφίες από περιοχή σε περιοχή (ανάγκη καταγραφής τους): π.χ. Θράκη
(µουσουλµανική µειονότητα µε τρεις τουλάχιστον γλώσσες), Ρόδος
(τουρκόφωνη κοινότητα και παιδιά δίγλωσσων οικογενειών –δηλ. µικτών
γάµων- µε εκτενές αριθµό «µητρικών»), Αθήνα (οικονοµικοί µετανάστες, ως
επί το πλείστον αλβανόφωνοι στα δηµόσια σχολεία).

Εξαφάνιση γλωσσών: Θάνατος, δολοφονία, αυτοκτονία, υποχώρηση,


περιορισµός, εγκατάλειψη;
 Εξαφάνιση δεν οφείλεται σε εγγενή αδυναµία γλώσσας να εκπληρώσει
διάφορους σκοπούς, ούτε σε δανεισµό από άλλες γλώσσες (κυρίως
λεξιλογίου)
 Συνήθως υποχώρηση χρήσεων. Γλωσσική µετατόπιση: µία γλώσσα µε
µικρότερο κύρος παραχωρεί σταδιακά χρήσεις σε µια άλλη (π.χ. αρβανίτικα
στην Ελλάδα παραχώρησε αρχικά επίσηµες χρήσεις, αργότερα και
καθηµερινές, γαελικά στη Σκωτία)
 Το τέλος µιας γλώσσας προκαλείται από τους ίδιους τους οµιλητές τους
συνήθως και όχι από απαγόρευση.
 Πόσο όµως αυτόβουλα; Οικονοµικές, πολιτικές συνθήκες επιβάλουν
ατοµικές επιλογές. Η κυρίαρχη γλώσσα ταυτίζεται µε πλούτο, κύρος και
πρόοδο και καθίσταται συνεπώς επιθυµητή (π.χ. ελληνικά σήµερα για
αλβανόφωνους µετανάστες)
 Γλωσσική αυτοκτονία: εγκατάλειψη υπέρ µιας συγγενικής γλώσσας
(π.χ. κρεολικών γλωσσών υπέρ της αγγλικής στις ∆υτικές Ινδίες).
 Γλωσσική δολοφονία: εγκατάλειψη για µια γλώσσα όχι συγγενική (π.χ.
ροµανί ή ποµακική υπέρ τουρκικής στη Θράκη, λαντίνο και γίντις
υπέρ εβραϊκής, γαελικής υπέρ αγγλικής στη Σκωτία).
 Η περιορισµένη χρήση µιας γλώσσας (συνήθως στο σπίτι) οδηγεί συχνά σε
εξαφάνιση στις επόµενες γενιές.
 Άλλοτε παραµένει µόνο στο σπίτι, αλλά και το αντίθετο δυνατόν, δηλ. µόνο
επίσηµες εκδοχές (π.χ. Γερµανικά Πενσυλβανίας, ελληνιστική κοινή και
λατινικά µόνο σε εκκλησία).
 Συχνή διαδροµή για απώλεια µητρικής γλώσσας: Μονόγλωσσοι καθίστανται
δίγλωσσοι και στη συνέχεια εγκαταλείπουν µητρική γλώσσα (π.χ.
αρβανιτόφωνοι Λιβαδιάς). Νέες γενιές φτάνουν να µη τη χρησιµοποιούν
αλλά απλώς να την κατανοούν.
35

Lingua franca:διεθνής γλώσσα, γλώσσα επαφής, εµπορίου


 ∆ιαµορφώνεται για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες επικοινωνίας σε
διαφορετικές -αποµακρυσµένες συχνά- περιοχές.
 Κατά τη διαµόρφωσή τους αλλάζουν για πολλούς λόγους: εξυπηρετούν
πολλές ανάγκες, µιλιούνται από ανθρώπους µε διαφορετικές µητρικές
γλώσσες, εµφανίζονται σε ποικιλίες κλπ.
Παραδείγµατα: ελληνιστική κοινή κάποτε, αγγλική σήµερα, γαλλική (ως γλώσσα
διπλωµατίας), αραβική σε όλες τις περιοχές εξάπλωσης Ισλάµ, σουαχίλι στην Αφρική

ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ:

Κρίσιµος ο ρόλος τους στην αναπαραγωγή κοινωνικών ανισοτήτων, κοινωνικής


ταυτότητας, γλωσσών.
∆ίγλωσση εκπαίδευση –όρος οµπρέλα για εξαιρετικά σύνθετα και πολύ
διαφορετικά φαινόµενα Τουλάχιστον για τα εξής:
 εκπαίδευση µεταναστών και µειονοτήτων, χρήση ποιών γλωσσών για τη
διδασκαλία ή έστω ως δεύτερες/ξένες γλώσσες στο αναλυτικό πρόγραµµα
 εκπαίδευση και πλειονότητας κυρίως σε µάθηση ξένων γλωσσών κλπ.
(ποιες ξένες γλώσσες, πόσο, υποχρεωτικά; Κλπ.)

Είδη «δίγλωσσης» εκπαίδευσης


Εκπαιδευτικές πολιτικές:
Σχηµατικά µπορούµε να κατατάξουµε τους τύπους δίγλωσσης εκπαίδευσης σε δύο
κατηγορίες (Βλ. Βaker 2001):
• τις ασθενείς µορφές , που προωθούν τη σχετική ή απόλυτη µονογλωσσία και
την αφοµοίωση µέσω της κυρίαρχης γλώσσας (προγράµµατα εµβύθισης) ή
τη διάκριση µέσα από τη διδασκαλία της µειονοτικής γλώσσα (αποµονωτικά,
διαχωριστικά προγράµµατα).
• τις ισχυρές µορφές, που προωθούν την αναγνώριση της πολυγλωσσίας και τον
δίγλωσσο γραµµατισµό (προγράµµατα εµβάπτισης, αµφίδ, δίγλωσση
εκπαίδευση σε κυρίαρχες γλώσσες).

Πολιτικές ενσωµάτωσης γλωσσικών µειονοτήτων έναντι αφοµοίωσης:


∆εν στοχεύουν σε εξάλειψη γλωσσικών ιδιαιτεροτήτων
∆ιαφοροποιήσεις όµως στο βαθµό α) ενίσχυσης µητρικής γλώσσας
µειονοτήτων/µεταναστών, β) διδασκαλίας της και στην πλειονότητα
 Στο ένα άκρο: Προπαρασκευαστικά µαθήµατα στη δεύτερη γλώσσα και
διδασκαλία µητρικής. Ωστόσο, διδασκαλία µητρικής τείνει να υποβαθµίζεται
µε διάφορους τρόπους, π.χ.:
 µόνο προσωρινά έως ότου κατακτηθεί επαρκώς η δεύτερη (π.χ.
δανέζικα στη Γερµανία).
 επιλεγόµενο µόνο µάθηµα έναντι άλλων υψηλού κύρους (π.χ. ινδική
έναντι γαλλικής και υπολογιστών)
 µάθηµα γλώσσας µόνο και όχι µάθησης (π.χ. όχι για φυσική) ως ξένη
γλώσσα και όχι ως µητρική (ακατάλληλη για όσους τη µιλούν ήδη)
 ολιγόωρη µόνο διδασκαλία (π.χ. 2 εβδοµαδιαίες ώρες Σουηδία όπου 80
γλώσσες και ως µέσο µάθησης).
36

 Η µητρική υποβαθµίζεται λιγότερο µόνο όταν αφορά προνοµιούχες


οµάδες ή και γλώσσες κύρους. Ακόµη και τότε όµως η διδασκαλία της
περιορίζεται. Π.χ. Γαλλία: 8 γλώσσες µε διµερείς κρατικές
συµβάσεις µε προνοµιούχες µόνο χώρες για µικρό µόνο µέρος του
προγράµµατος.
 Στο άλλο άκρο: Χώρες µε παραδοσιακή αναγνώριση πολυγλωσσίας (π.χ.
Βέλγιο, Καναδάς, Αυστραλία) όπου περισσότερες από µία γλώσσες
διδάσκονται µε διαφορετικούς σε κάθε περίπτωση τρόπους και ως µέσο
µάθησης σχετικά συστηµατικά (δίγλωσσος γραµµατισµός).
 Πιο ακραία περίπτωση: εκπαίδευση και κυρίαρχης κοινωνικής οµάδας
στη γλώσσα και στον πολιτισµό της µειονοτικής. π.χ. Προγράµµατα
εµβάπτισης για αγγλόφωνα παιδιά στα γαλλικά στον Καναδά, και για
ισπανικά στις ΗΠΑ). Ωστόσο, πιο πιθανή και πιο επιτυχής όταν και οι
δύο γλώσσες έχουν κύρος κι ακόµη περισσότερο οι µαθητές ανήκουν
σε ισχυρές κοινωνικές οµάδες.

Πολιτικές αφοµοίωσης: ποικίλουν ως προς το πόσο ενισχύουν µειονότητες στη


µάθηση δεύτερης/κυρίαρχης γλώσσας:
 Στο ένα άκρο: καµιά βοήθεια. Επί της ουσίας η περίπτωση Ελλάδας
 Στο άλλο άκρο: µεγάλη βοήθεια. Η δεύτερη/κυρίαρχη γλώσσα µαθαίνεται
µέσω µεθόδων για µάθηση δεύτερης και όχι µητρικής (στην Ελλάδα πλέον η
περίπτωση των µουσουλµανοπαίδων Θράκης, αν και υπάρχουν ισχυρές
ιδεολογικές αντιστάσεις στη χώρα µας για τέτοιες µεθόδους ακόµη και για
ελληνόπουλα εξωτερικού) ή µε ενισχυτικά µαθήµατα (φροντιστήρια, ειδικές
τάξεις κλπ.). Συνήθως οι πιο δηµοκρατικές κοινωνίες Ευρώπης ακολουθούν
κάποια µορφή ενίσχυσης.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΤΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ


 απολύτως φυσικό φαινόµενο
 απολύτως απαραίτητο για επιβίωση γλώσσας
 συνεχής αν και όχι πάντα εµφανής
 αφορά όλα τα επίπεδα µιας γλώσσας
 άλλοτε ταχύτερη κι άλλοτε όχι
 δεν συνιστά φθορά
 αιτίες της αλλαγής: ψυχολογικές και κοινωνικές

Αλλαγή: απολύτως φυσικό φαινόµενο


Αναγνωρίζεται ως ενδιαφέρον και φυσικό φαινόµενο το 19ο αιώνα στη γλωσσολογία
(ιστορική-συγκριτική). Ενώ νωρίτερα, υπήρχε εξιδανίκευση της γραπτής αρχαίας
ελληνικής και λατινικής (που εµφανίζονται ως πρότυπα γλωσσών δήθεν αναλλοίωτα
ανά τους αιώνες).
Λεξικογράφος της αγγλικής Johnson: «Μπορούµε να γελάµε µε το λεξικογράφο που,
ενώ δεν είναι σε θέση να αναφέρει ούτε ένα παράδειγµα έθνους που κατάφερε να
προφυλάξει τις λέξεις και τις φράσεις του από την αλλαγή, φαντάζεται ότι το λεξικό του
θα ταριχεύσει τη γλώσσα του και θα την προστατέψει από τη φθορά.»
37

∆οµική γλωσσολογία 20ου αιώνα:


 Σωσύρ (ως γλωσσολόγος του 19ου αιώνα που ενδιαφέρεται για την αλλαγή
των γλωσσών): « ο χρόνος αλλάζει τα πάντα και δεν υπάρχει λόγος η γλώσσα
να ξεφεύγει από αυτόν τον καθολικό κανόνα»
 Σωσύρ (πατέρας της σύγχρονης δοµικής γλωσσολογίας στον 20ο αιώνα).
Αναγκαία η περιθωριοποίηση του φαινοµένου εάν µας ενδιαφέρει η γλώσσα
ως σύστηµα συµβάσεων. Τη γλώσσα πρέπει να τη µελετήσουµε στη
συγχρονία της και όχι στη διαχρονία.

Ανάδυση κοινωνικών πεδίων της γλώσσας από δεκαετία του ’60:


Αναγνώριση ξανά της σηµασίας της αλλαγής στα κοινωνικά πεδία που αµφισβητούν
την ιδέα της γλώσσας ως οµοιόµορφου και στατικού συστήµατος

Αλλαγή απαραίτητη για επιβίωση γλωσσών


Οι γλώσσες που δεν αλλάζουν εξαφανίζονται
 γιατί δεν µπορούν να εξυπηρετήσουν τις συνεχώς ανανεούµενες ανάγκες των
οµιλητών, π.χ. υλικές αλλαγές (κινητό, διαδίκτυο, µπλογκόσφαιρα, ιστοσελίδα,
λεωφορειόδροµος), κοινωνικά-ψυχολογικά φαινόµενα (παγκοσµιοποίηση,
πλανητάρχης, κυριλάτη, γιάπης)
 Οι δανεισµοί από άλλες γλώσσες συντείνουν στη συνέχεια µιας γλώσσας και
όχι στη φθορά της
-δεν απειλούν (π.χ. 70% λεξιλογίου αγγλικής από γαλλικά)
-συχνά πλουτίζουν (π.χ. υφολογική διαφορά στα ελληνικά
κοµπιούτερ/υπολογιστής, ίντερνετ/διαδίκτυο, έφηβος/ τηνέϊτζερ, γεµάτος/φουλ,
πιγκπόγκ/αντισφαίριση, φαστφουντάδικο/ταχυφαγείο, µπεστσέλλερ/ευπώλητο)

Αλλαγή συνεχής αλλά όχι πάντα ορατή


 Πιο ορατή στο λεξιλόγιο π.χ. ελληνικές ταινίες του ΄50-60 (τεντυµπόυς,
µπασκίνας, σωφερίνα, νοµαταίοι, τεφτέρι, πατούµενα, µπογιατίζει, φερ’ ειπείν,
άνω ποταµών, τεµενάδες, γιωταχήδες, µπαλκονάτος, τζιτζιφιόγκος, δεσποινίς,
µπερµπάτης, παγαµπόντης, µοτοσακό, σενιαρίστηκα, αγαπητικός, κόρτε, χαϊβάνι,
χαβάς, πόλισµαν, µπεσαλής, καλοβαλµένος, πολυκαιρισµένο, λουτροκαµπινές)
 Ακόµη πιο ορατή όταν κατακρίνεται (π.χ. χρησιµοποιείται περισσότερο από
νέους µπαρόβιος, φρικάρω, χάι, νταουνιασµένος) έναντι των πιο λόγιων
ιριδοσκόπηση, αυτοκαθαριζόµενο, αυτοδιαχείριση, αυτοδιοίκηση
 Λιγότερο ορατή και πιο σταδιακή στη γραµµατική (π.χ. εισαγωγή εµφατικού
άρθρου στα ελληνικά τη δεκαετία του ’80 από την αγγλική- Είναι το βιβλίο!)

Σχετικά πρόσφατο λεξιλόγιο


Παραδείγµατα:από εφηµερίδες την τελευταία δεκαετία
Νεολογισµοί που ίσως καθιερωθούν ίσως όχι
 Υππο-χαβάς (χαβάς του Υπουργείου Πολιτισµού), ζωντανοθάφτης, CCNική
(δηµοσιογράφος), σαχλόφουσκα, αρθροπενία, σχιζοφρενικόµορφη, ανάτριχο
(=ανατριχιαστικό), ηλεκτροπαραλία (=µε πολλά µαγαζιά ηλεκτρονικής
µουσικής), θαλαµοθεραπεία (ειρωνικά για κράτηση φρούτων σε ψυγεία),
κουτσοµπολοφυλλάδες, παραθυρόβιοι, µεγαλοαδελφικές, συναισθηµατολαγνικό,
βεδουίνες, δευτεραγωνίστρια, γρηγορόσηµο (φακελάκι στους δηµοσίους
υπαλλήλους για να κάνουν γρήγορα κάτι), φιλανθρωµπίζνες, πολυέρωτας,
γιαουρτοµελοπόλεµος, καψουλιάδα, µπακαλοΙΕΚ, καλποµαχίες, ζαχοπουλιάδα
38

Καθιερωµένο πλέον νέο λεξιλόγιο –περισσότερο ή λιγότερο


(αρκετά ισχυρή η τάση ελληνικής για σύνθετα ονόµατα, π.χ. σκληρός δίσκος)
 Για τεχνολογία:, κινητή τηλεφωνία, εικονική πραγµατικότητα, εκτυπωτής,
σιντιρόµ, κόπιες, εικονοµηνύµατα, ιντερνετική, διαδίκτυο, ιστοσελίδα,
δικτυακός τόπος, προσοµοίωση, δισκέτα, πληροφορική, λογισµικό, βιντεοκλίπ,
βιντεοσκόπηση, βιντεοκασέτα, βιντεοπαιχνίδια, αερόσακοι, ψηφιακό ταµπλό,
εµφακέλωση, µετροπόντικας, λέιζερ, µηχανογράφηση, οπτικοακουστικό,
βιοενέργεια, σαρωτής/σάρωση (σκάνερ), τηλεµαγνητοβιντεοσκοπήσεις,
σερφάρω, µπλογκόσφαιρα, λογισµικό, ζάπινγκ, οθόνη αφής
 Για πολιτική/εργασία: ευρωζώνη, ευρωβαρόµετρο, ευρωβιογραφικό, ευρωτιµές,
ευρωσκεπτικισµός, ευρωχαστούκι, ευρωστρατός, ευρωζώνη, ευροεκλογές,
ντοράκιας, σηµιτικός, ανθρωποώρες, ποσόστωση, γκάλοπ, δηµοσκόπηση,
πλανητάρχης, δελφινοµαχίες, πράσινοι φόροι
 για µέσα ενηµέρωσης: ντιµπέιτ, νιουσκάστερ, τοκ σόου, µιντιακό, ριάλιτυ σόου,
ρεζίλιτυ σόου, µαγκαζίνο, τηλεπαρουσιαστής, τηλεκοντρόλ, τηλεταινία,
τηλεκριτική, τηλεαγγελία, τηλεπαράθυρο, τηλεπωλήσεις, τηλεθέαση,
διακαναλική, σήριαλ, σαπουνόπερα, πολυµέσα, βιβλιοδρόµιο
 Μουσική/τέχνη: παπαροκάδες, σουξεδιάρικο, ελληνάδικο, πρωτο-πανκ,, ράπερ,
ηλεκτρονική µουσική, τεχνόπολη, πολυκεντρικό µουσείο, βιντεοκλιπ
 Για εµπόριο/οικονοµία: γιαλότουβλα, κούριερ, µαιζονέτα, ενεργειακό τζάκι,
εορτοδάνειο, αµόλυβδη, ψητοµαγεία, γιγαντοαφίσα, καυστηρατζής,
σταυροκατσάβιδο, πιστωτική κάρτα, σοκολατοβιοµήχανος, ισοφλαβόνες,
µπεστσέλλερ-ευπώλητα, υδροµασάζ, χρεοφειλέτες, πλαστικό χρήµα, σλόγκαν,
ατµοµάγειρας, επιδαπέδιο, µπεστ σέλλερ/ευπώλητο, ορθάδικο, σάντουϊτς
 Άλλες: αυτογκόλ, ούφο, πληζάρω, σήριαλ κίλλερ, µπαργούµαν, λίφτιγκ,
ευθανασία, ιδιώτευση, σαρδελοποίηση, /ντοπαρισµένος/ντόπιγκ, αρσιβαρίστρια

Νέο λεξιλόγιο νέων και παιδιών


 Εφεύρεση λέξεων για ψυχολογικά/κοινωνικά φαινόµενα (π.χ. χαρακτηρισµοί
ανθρώπων, ψυχολογικών καταστάσεων).
 Μέσω συνηθισµένων µηχανισµών αλλαγής (όπως και σε άλλες κοινωνικές
οµάδες)
 Παραδείγµατα από λέξεις παιδιών δηµοτικού τέλη δεκαετίας ’90: µπαζόλα
(µπάζο), φλόµπα (φλωράκι), ποζέρης (επιδειξίας), καβούρι (αυτός που φοράει
µάρκες), φέτα (χαζό κορίτσι), συνεννόηση κεφτές (ασυνεννοησία), τζαµάτος
(τέλειος), νιανιαµπουλίνος (βουτυρόπαιδο)

Νεανικό λεξιλόγιο:
 Από καθαρεύουσα (µε σκωπτική χροιά)
 Προγενέστερα περιθωριακά συστήµατα (αργκό, ποδανά)
 Eιδικά λεξιλόγια ειδικού ενδιαφέροντος
 ∆άνεια από ξένες ή από µειονοτικές γλώσσες
 Στιγµατισµένα ή καινοτοµικά στοιχεία (π.χ. ταπητοκρανίαση)
 Σηµασιολογικοί νεολογισµοί (π.χ. Tατιάνα, παρέδωσα πινακίδες)
 Eπέκταση της χρήσης παραγωγικών καταλήξεων ανεπίσηµου ύφους και µε µη
αναµενόµενες ρίζες (π.χ. χαριτωµενιά, κλαµπάκιας, φοιτητόνι, τα πουλητάρια)
 ∆ανεισµός συνήθως µε προσαρµογή (π.χ. χαϊχλίδογλου, µούλιγκαν,
σιταουνιάσου, πουρέιντζερ)
39

Αλλαγές άλλοτε ταχύτερες κι άλλοτε όχι


 Επιβράδυνση λόγω αποµόνωσης (π.χ. ισλανδικά, τσακώνικα στην Ελλάδα) ή
λόγω επιβολής γραµµατικών και ορθογραφικών κανόνων µέσω του
υποχρεωτικού σχολείου, συγγραφής λεξικών.
 Επιτάχυνση λόγω διάδοσης ειδικά σε πληθυσµούς µε δύο τουλάχιστον
γλώσσες: όλες οι διεθνείς γλώσσες ειδικά µε νέες χρήσεις και από
αποµακρυσµένους πληθυσµούς (π.χ. κοινή ελληνιστική, λατινική, αγγλική
σήµερα). ∆ιόλου τυχαία η Κοινή Ελληνιστική: οι µεγαλύτερες αλλαγές στην
ιστορία της ελληνικής από αττική διάλεκτο –π.χ. φωνολογία

H αλλαγή δεν συνιστά φθορά αλλά ιδεολογικές προκαταλήψεις


 Αλλαγή κρίνεται συχνά αρνητικά, ενώ παλαιότερες εκδοχές εξιδανικεύονται
 Προκαταλήψεις δεν επιτρέπουν να περιγράψουµε/συλλάβουµε τις αλλαγές µε
αντικειµενικό τρόπο
Αρνητικές επικρίσεις, π.χ.
 «Η γλώσσα µας έχει σήµερα κακοποιηθεί. Κανείς δεν γνωρίζει πια να τη µιλά
και να τη γράφει σωστά» Π. Κάρολος για τα αγγλικά
 Κριτική εφηµερίδας σε λεξικό: «Εκφράζω τη λύπη µου που οι επιµελητές
σκύβουν µπροστά σε κάθε πρόχειρη και χυδαία αλλαγή στις σηµασίες των
λέξεων» 1978 για Λεξικό Οχφόρδης
 «Η γραµµατική µας απλοποιείται και εκχυδαϊζεται όλο και πιο πολύ» «Από
απλή έλλειψη φροντίδας κινδυνεύουµε να χάσουµε βασικές γραµµατικές δοµές»
Αρχιεπίσκοπος Λονδίνου 18ος αιώνας
 «Πριν 600 χρόνια και ο τελευταίος αγράµµατος χρησιµοποιούσε µε
αξιοθαύµαστο τρόπο τη γλώσσα µας. Σήµερα όµως ακόµη και οι
σηµαντικότεροι συγγραφείς µας την οδηγούν στη φθορά» 19ος αιώνας –
αδελφοί Γκρίµ για γερµανικά
 «Τη γλώσσα µας την προφέρουν όλο και περισσότεροι άνθρωποι λανθασµένα.
Γίνεται δε όλο και πιο ακαταλαβίστικη». «Ολισθαίνουµε στον κατήφορο της
γλωσσικής υποβάθµισης». Στη σηµερινή γλώσσα συναντούµε λεξιλόγιο φτωχό,
µε λεκτικούς τύπους πεζοδροµιακής προέλευσης, επιτηδευµένα ξενικούς» «Το
γλωσσικό µου αισθητήριο κινδυνεύει να πάθει στρέβλωση γιατί δέχοµαι
βάναυση επίθεση από τα µέσα ενηµέρωσης» (ελληνικές εφηµερίδες,
δεκαετία ’90)

Μύθος ενιαίας ελληνικής γλώσσας


 Αρχαία ελληνικά ζωντανή γλώσσα vs. νεκρή λατινική. Όµως, µεταξύ νέας
και αρχαιότερων µορφών ελληνικής (π.χ. οµηρική, αττική διάλεκτος)
υπάρχουν επιφανειακές οµοιότητες λεξιλογίου και µεγάλες συντακτικές &
µορφολογικές αλλαγές. Αντιθέτως, η λατινική χρησιµοποιείται έως τα τέλη
του Μεσαίωνα αρκετά σε λόγια και επίσηµα κείµενα. Νεότερη ιστορικά από
την αττική διάλεκτο και συνέχειά της σε όλες τις λατινογενείς γλώσσες.
Αρχαία Ελληνική; = γραπτή αττική διάλεκτος 5ου π.χ. αιώνα;
 Ωστόσο, πράγµατι ελληνικά πιο ενιαία από λατινικά, λόγω πιο µακρόχρονης
διάρκειας ενιαίου βυζαντινού κράτους (δηλαδή ανατολικής ρωµαϊκής
αυτοκρατορίας) έναντι διοικητικής διάσπασης της δυτικής αυτοκρατορίας.
40

Ιστορικές αλλαγές ελληνικής


 Μέχρι 3ο π.Χ. αιώνα, οι διαφορετικές διάλεκτοι δεν παρεµποδίζουν
επικοινωνία.
 Μακεδονική κυριαρχία: Η αττική διάλεκτος εξαπλώνεται πέρα από τα
γεωγραφικά της όρια και καθίσταται ηγεµονική. Για πρώτη φορά εµφανίζεται
εκτεταµένη διγλωσσία. Κυριαρχία Κοινής πάνω στις άλλες διαλέκτους
αλλά και υποχώρηση άλλων γλωσσών. Εξελληνισµός (π.χ. στην Αίγυπτο –
µετάφραση Παλαιάς ∆ιαθήκης στα ελληνικά).
 Κίνηµα για επιστροφή στον αττικισµό τον 1ο π.Χ. αιώνα όταν επέρχεται
παρακµή πλέον του ελληνιστικού κόσµου και άνοδος της ρωµαϊκής
κυριαρχίας. Παρόµοια κινήµατα «καθαρισµού» σε εποχές κοινωνικής κρίσης.
Ο Αττικισµός θέτει πάντως τις βάσεις της ελληνικής διγλωσσίας (ή
γλωσσικού διχασµού): δηλ. διάκριση ανάµεσα σε ανώτερη και καθοµιλούµενη
γλώσσα.
 Επίπτωση: έως 11ο µ.Χ. αιώνα δεν υπάρχουν γραπτά τεκµήρια της
οµιλούµενης ελληνικής. 12ος αιώνας πρώτη γραπτή λογοτεχνία στην
καθοµιλούµενη. Σκοτεινοί αιώνες: διάσπαση σε διαλέκτους και Κοινή σε
αστικά κέντρα.
 Ελληνική επανάσταση: µεγάλες γλωσσικές αλλαγές -δηµιουργία νέας Κοινής
σε δύο όµως µορφές. α) Συµβιβασµός για καθαρεύουσα β) Καθοµιλουµένη
δηµοτική (πελοποννησιακή κυρίως) που σµιλεύεται σταδιακά και ουσιαστικά
αναδύεται στο δεύτερο µισό του 19ου αιώνα. Αντίδραση στην καθαρεύουσα
και αρχαϊζουσα από τη λογοτεχνία. ∆ηµιουργία νέου λεξιλογίου (είτε µέσω
δανεισµού είτε νεολογισµών)
 Πρώτη περίοδος ελληνικού κράτους: συνύπαρξη γλωσσών και κωδίκων:
αρβανίτικα, γερµανικά, αρχαϊζουσα σχολείου, καθαρεύουσα κράτους,
δηµοτική λογοτεχνίας και κειµένων στις εφηµερίδες που απευθύνονται σε
γυναίκες.

Μύθοι για το λεξιλόγιο


 Λέξεις που θεωρούνται αρχαιοελληνικές αλλά δεν είναι, γιατί
δηµιουργήθηκαν σε διάφορες εποχές αργότερα: π.χ. ελληνιστική εποχή
(γεωγραφία, αστρονοµία), ρωµαϊκή εποχή (πόρτα αρχικά ως καστρόπορτα
κατόπιν ως πόρτα σπιτιού, οσπίτιο-σπίτι, θρίαµβος µε τη λατινική σηµασία),
µεσαίωνας (ιεραρχία, ανθρωπιά), 19ος αιώνας (σταχτοδοχείο), (δεκαετία ’60-
70) οικολογία
 Πολλοί διεθνισµοί (αντιδάνεια) στο 19- 20ο αιώνα µέσω γαλλικής και
αγγλικής: χιλιόµετρο, µελόδραµα, νεόπλασµα, τηλεσκόπιο, τηλέφωνο,
φωτογραφία, κινηµατογράφος, οικολογία, πανόραµα, ορθοπαιδική, πανόραµα,
µικρόβιο, ουτοπία, πολυκλινική, ακουστική, πανδαιµόνιο,
 Πολλά µεταφραστικά δάνεια 19ου-20ου αιώνα: µικροαστός, ηχογραφώ,
διαδίκτυο, ουρανοξύστης, υπάλληλος, πολυµέσα, ακταιωρός
 ∆εν αναγνωρίζουµε οικειοποιηµένα δάνεια: ζουµπούλι, καρπούζι, πεπόνι,
ιµπεριαλισµός, παρκάρω, ασανσέρ, µπλέ, ο οποίος, γκαράζ, φερµουάρ. Ειδικά
από γλώσσες µε χαµηλό στη χώρα µας κοινωνικό κύρος όπως η τουρκική (π.χ.
µανάβης, τεµπέλης, τσάντα, µπογιατζής, τενεκές, καφετζής)
 ∆εν γνωρίζουµε ότι οικείες λέξεις είχαν κάποτε άλλο νόηµα π.χ. εκνευρίζω
(απονευρώνω), εκδροµή (στρατιωτική επιδροµή), πολιτισµός (διοίκηση
δηµοσίων υποθέσεων), σταυρός (όρθιος πάσσαλος), παράδεισος (κλειστό
πάρκο Πέρση άρχοντα).
41

 Επανεισαγωγή λέξεων το 19αιώνα, π.χ. από ελληνιστική περίοδο (οδός,


χθόνιος), από άλλες γλώσσες αλλά µε νέα σηµασία: τραγωδία = φριχτή
κατάσταση, τραπεζαρία (=κάποτε καλόγρια επιφορτισµένη µε σίτιση),
καπνιστήριο (=κάποτε θερµά λουτρά).
 Εφεύρεση νέων λέξεων το 19ο αιώνα µε παλαιότερα συνθετικά: οικογένεια
(=φαµίλια/φαµελιά), σταχτοδοχείο (=τασάκι)

Πώς αλλάζουν οι γλώσσες;


Σε όλα τα γλωσσικά επίπεδα
Φωνολογία: π.χ. Αρχαία Ελληνικά → Νέα (πχόνος → =φόνος, µπέεµα → βήµα)
Νέα Ελληνικά άνδρας → άντρας
Μορφολογία: π.χ. εξαφάνιση απαρέµφατου το ρήµα και δοτικής πτώσης στα
ουσιαστικά, αντιθέτως εισαγωγή νέων στοιχείων στο ρήµα αργότερα όπως διαφορές
θέµατος που δηλώνουν διάρκεια/επανάληψη ή µη (π.χ. να διαβάσει-να διαβάζει) +
περιφραστικός µέλλοντας χρόνος
Σύνταξη: τεράστιες αλλαγές από Αρχαία (π.χ. ρήµα όχι στο τέλος της πρότασης
πλέον και µαζί µε το αντικείµενο π.χ. το σκήπτρο το στολισµένο έριξε → έριξε το
σκήπτρο που ήταν στολισµένο)
Σηµασιολογία: αλλαγές στη σηµασία των λέξεων κυρίως µέσω νέων µεταφορικών
χρήσεων (π.χ. τζάµι=τέλειο), νεολογισµών (π.χ. φαστφουντάδικο)

Γιατί αλλάζουν οι γλώσσες;


Ενδογλωσσικές & εξωγλωσσικές δυναµικές
(διάκριση του κοινωνιογλωσσολόγου Labov)
 Εξωγλωσσικές = κυρίως εξελίξεις κοινωνικές (πολιτικές, τεχνολογικές,
οικονοµικές, τρόποι ζωής και ιδεολογίες), π.χ. νέο λεξιλόγιο εξαιτίας
τεχνολογικών εξελίξεων (π.χ. ιστοσελίδα), οικονοµικών (π.χ. οµόλογα), πολιτικών
(π.χ. ευρωκοινοβούλιο). Λέξεις άλλοτε δάνεια από άλλες γλώσσες, άλλοτε
εφευρέσεις, άλλοτε επιβολή τους στην εκπαίδευση ή πρόσωπα κύρους (πολιτικοί,
δηµοσιογράφοι…). Αλλαγές συχνά λόγω επαφής γλωσσών (βλ. επιδράσεις
βαλκανικών γλωσσών στην ελληνική).
 Ενδογλωσσικές = κυρίως ψυχολογικές, δηλαδή προτίµηση για απλούστερους και
αποδοτικότερους τρόπους έκφρασης ενός νοήµατος χωρίς όµως να υπάρχει
περιορισµός αλλά ενίσχυση των νοηµάτων που εκφράζονται, (κοινές εν µέρει και
µε τις αλλαγές που επιφέρουν τα παιδιά στη γλώσσα που ακούνε) (βλέπε
παραδείγµατα επόµενης σελίδας)

Ενδογλωσσικές δυναµικές
 Μορφολογία: οµαλοποίηση κλιτικών συστηµάτων (π.χ. αγάπαγε όπως αγάπησε –
δηλαδή προτίµηση για ίδιο τόνο στους δύο παρελθοντικούς χρόνους, ηθοποιές
προτίµηση για ίδια κατάληξη σε όλα τα θηλυκά και διαφοροποίηση γένους)
 Φωνολογία: διευκόλυνση άρθρωσης π.χ. απλοποίηση συλλαβών (αµφιφορεύς →
αµφορεύς), ηχηροποίηση πρώτου συµφώνου λέξης (π.χ. πρίζα → µπρίζα).
 Σύνταξη: Αλλαγές ακόµη και σε γλώσσες διαφορετικές ώστε λέξεις που
συγγενεύουν συντακτικά/νοηµατικά να εµφανίζονται µαζί. Π.χ. αλλαγές στη θέση
αντικειµένου-ρήµατος
Το σκήπτρο που ήταν σκαλισµένο µε πετράδια έριξε →
‘Έριξε το σκήπτρο, που ήταν σκαλισµένο µε πετράδια /
Το σκαλισµένο µε πετράδια σκήπτρο έριξε
42

Αλλαγές σηµασίας λέξεων:


 Ενίσχυση σηµασίας: καλυτερότερος,, από ανέκαθεν (κάποτε µόνο ανέκαθεν)
 Νέα µεταφορική χρήση: αφασία, µπάζο, χλωµό
 Νεολογισµοί: λεωφορειόδροµος, φατσοκόφτης, ευφυή συστήµατα,
αεροσυµπίεστο, χοροστάσιο, περιέκτης.

Κινδυνολογία για τα γλωσσικά λάθη των οµιλητών


 Πρόκειται συχνά για µορφολογικές οµαλοποιήσεις ή αλλαγές στη σηµασία
λέξεων (π.χ. ο πιο καλύτερος, από ανέκαθεν)
 Κατακρίνονται γιατί απέχουν απ’ ότι θεωρείται πρότυπη/σωστή γλώσσα, αν
και συνήθως µόνο όταν προέρχονται από κοινωνικές οµάδες µε χαµηλό κύρος.
 Τα σηµερινά λάθη είναι συχνά η γλώσσα του αύριο. Είναι φυσικά και
εξηγήσιµα. Παρατηρούνται δε σε όλες τις γλώσσες και ιστορικές στιγµές.
 Επίπτωσή τους: αφενός συχνά πλουτίζουν τα νοήµατα µιας γλώσσας,
αφετέρου διευκολύνουν την έκφρασή τους (π.χ. οµαλοποιώντας γραµµατικά
φαινόµενα ή καθιστώντας την άρθρωση πιο βολική).

Παράδειγµα: Λάθη οµιλητών στην Αρχαία Ελλάδα, από µελέτη του Εµµ. Ροίδη
«Τα είδωλα»
 τα τέρα(τα), κρέα(τα)
 Ποσειδώ (=Ποσειδών)
 Γραυς (=γραίας, γράας, γηραιάς)
 οι βους (=οι βόες)
 Κοµιώ (=κοµίσω), περιελώ (=περιελάσω)

Ειρωνικό σχόλιο του Ροϊδη: «Ουδέν άλλο είναι της αττικής διαλέκτου η γραµµατική
παρά συλλογή κανόνων κυρούντων την επανάστασιν του αθηναϊκού λαού κατά της
περιττοφωνίας. Ο Σοφοκλής µετεχειρίζοντο γράφων συντρίµµατα της αρχαιοτέρας
ελληνικής….»
43

H OMIΛΙΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΤΗΣ

Η µελέτη του πώς µιλάµε και πώς κατανοούµε τα λόγια των άλλων υποκινείται τη
δεκαετία του '60, όταν ο Τσόµσκι υποθέτει ότι η οµιλία είναι προϊόν:
(1) Του τι γνωρίζουµε για τη γλώσσα µας, δηλαδή τις συµβάσεις φωνολογίας,
µορφολογίας, σύνταξης και λεξικού του γλωσσικού µας συστήµατος και της
εφαρµογής αυτών των συµβάσεων ή κανόνων για να σχηµατιστούν λέξεις και
προτάσεις.
(2) Νοητικών/γνωσιακών διεργασιών όπως η περιορισµένη χωρητικότητα µνήµης
που διαθέτει ο άνθρωπος. Οι περιορισµοί αυτοί δεν επιτρέπουν την άψογη
εφαρµογή των γλωσσικών κανόνων. Με βάση τους γλωσσικού κανόνες µόνο,
θα µπορούσαµε να σχηµατίσουµε, για παράδειγµα, τεράστιες προτάσεις (π.χ.
µε πολλά αναφορικά που). Το αποφεύγουµε ωστόσο, γιατί δεν είναι εύκολο
να τις συγκρατήσουµε νοητικά και να τις επεξεργαστούµε, ειδικά γιατί όταν
ακούµε τους άλλους χρειάζεται να καταλάβουµε τί λένε µε ταχύτητα.

Ερωτήµατα ψυχογλωσσολογικής έρευνας/θεωρίας


Ο Τσόµσκι αναθέτει στον κλάδο της ψυχογλωσσολογίας το ερώτηµα: Πώς
καταφέρνουµε να µιλάµε και να καταλαβαίνουµε τους άλλους; Πιο συγκεκριµένα:
• Το ερώτηµα τι τύπου γλωσσικές γνώσεις είναι απαραίτητες για την οµιλία το
έχει απαντήσει υποτίθεται η γλωσσολογία; ∆ηλαδή, γνώσεις για τη
φωνολογία, τη µορφολογία, τη σύνταξη και τη σηµασιολογία µιας γλώσσας.
• Εποµένως, οι ψυχογλωσσολόγοι µπορούν να επικεντρωθούν σε ζητήµατα
όπως πώς ακριβώς καταχωρούνται στο νου (π.χ. γνώση της σύνταξης
ξεχωριστά από τη γνώση του λεξικού);
• Πώς ενεργοποιούνται/ανασύρονται από το νου όταν συνοµιλούµε;
• Πώς εφαρµόζονται µε δεδοµένο ότι παρεµποδίζονται από περιορισµούς στη
χωρητικότητα της µνήµης ή στο τί είναι πιο εύκολο ή δύσκολο στην άρθρωση;
• Πώς διαπλέκονται µε γνώσεις που δεν αφορούν στενά τη γλώσσα, δηλ.
α) «εγκυκλοπαιδικές» γνώσεις για το φυσικό και κοινωνικό κόσµο όπως ότι
υπάρχει βαρύτητα και σχολεία
β) γνώσεις για τη γλωσσική επικοινωνία όπως κανόνες εναλλαγής οµιλητών
σε µια συνοµιλία.

Πώς ενεργοποιούνται τα διάφορα είδη γνώσης;


∆ύο διαφορετικές θεωρητικές απαντήσεις:
• Ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Με αφετηρία την επεξεργασία του ήχου της
οµιλίας, στη συνέχεια την ανάλυση µορφολογίας/σύνταξης και µόνο αργότερα
του νοήµατος.
• Παράλληλα/ταυτόχρονα: πληροφορίες για το νόηµα διαδραµατίζουν εξαρχής
κρίσιµο ρόλο επηρεάζοντας ακόµη και την επεξεργασία του ήχου.
44

KΑΤΑΝΟΗΣΗ ΟΜΙΛΙΑΣ
Φαινόµενο πιο µελετηµένο από την ίδια την οµιλία,
γιατί πιο εύκολο να διερευνηθεί και πειραµατικά.

Συµπέρασµα έρευνας:
• Εξάγουµε αυτόµατα, δηλ. µε ταχύτητα, το νόηµα όσων λέγονται
• ∆εν θυµόµαστε συνήθως τί έχει ακριβώς ειπωθεί, αλλά πάντα την ουσία του
π.χ.
Μια πρόταση όπως
Η επικείµενη επίσκεψη του Μπίλ Κλιντον δηµιουργεί ανησυχίες στην κυβέρνηση
αν και ο πρωθυπουργός εµφανίζεται ψύχραιµος και καθησυχαστικός.
αναπαράγεται µε παραφράσεις όπως
επίσκεψη του Αµερικανού Προέδρου, η επίσκεψη στη χώρα µας ή στην Ελλάδα

Πειράµατα (Sachs 1967):


Παραφράζουµε ακόµη κι όταν µας ζητηθεί ευθέως να αποµνηµονεύσουµε,
διατηρώντας όµως την ουσία: π.χ.
• 'Εστειλε ένα γράµµα γι' αυτό το θέµα στο Γαλιλαίο, το µεγάλο Ιταλό επιστήµονα
παραφράστηκε ως 'Εστειλε στο µεγάλο Ιταλό επιστήµονα, Γαλιλαίο, ένα γράµµα
γι' αυτό το θέµα, αλλά όχι ως Ο Γαλιλαίος έστειλε ένα γράµµα.
• Της Μαρίας της άρεσε ο πίνακας και τον αγόρασε από τη δούκισα.
παραφράστηκε ως της τον πούλησε η δούκισα αλλά όχι ως τον πούλησε στη
δούκισα.
Συµπέρασµα:
Αλλαγές στην ακριβή διατύπωση του νοήµατος δεν είναι τυχαίες.
Είναι είτε ασήµαντες είτε εµπλουτίζουν το αρχικό νόηµα. Βοηθούν συνήθως στην
κατανόησή του και δεν παραποιούν την πρόθεση του οµιλητή.

Πιο συγκεκριµένες θεµατικές της έρευνας -παραδείγµατα:

1. Φωνολογικές γνώσεις: οργάνωση και χρήση τους


Για να καταλάβουµε τα λόγια των άλλων, απαραίτητη µεταξύ άλλων η αντίληψη της
φωνής και η επεξεργασία του ήχου; Χρειάζεται, υποθέτουµε:
• Κατάτµηση του ήχου σε φωνήµατα, τις βασικές δηλαδή µονάδες της φωνολογίας
(π.χ. στα ελληνικά να διακρίνουµε τη διαφορά ήχου στην αρχή των λέξεων χάλι
και πάλι).
• Χρειάζεται επιπλέον να αναγνωρίσουµε και φαινόµενα προσωδίας, όπως ο τόνος
µιας λέξης (π.χ. στα ελληνικά να διακρίνουµε τη διαφορά ανάµεσα στις λέξεις
χάλι και χαλί).

Η κατάτµηση του ήχου σε φωνήµατα: θεωρητικά δύσκολη


• ∆εν συνειδητοποιούµε τη δυσκολία γιατί νοµίζουµε –ως εγγράµµατοι- ότι ο ήχος
διασπάται σε φωνήµατα ακριβώς όπως τα γραπτά µηνύµατα σε γράµµατα.
• Η επιστήµη όµως διατείνεται ότι η οµιλία και η γραφή διαφέρουν πολύ ως προς
αυτό. Ο ήχος δεν αποτελείται από ξεχωριστά κοµµάτια αλλά είναι συνεχής. Παρ’
όλα αυτά, οι άνθρωποι αναγνωρίζουν µε ταχύτητα τα φωνήµατα της γλώσσας
τους, ακόµη και κάτω από αντίξοες συνθήκες (π.χ. θόρυβος). Η επιστήµη
διερευνά το πώς (µεταξύ άλλων γιατί χρήσιµο και για τον προγραµµατισµό
υπολογιστών στην αναγνώριση της ανθρώπινης φωνής).
45

Γιατί είναι δύσκολη η κατάτµηση σε φωνήµατα; ∆ιάφοροι λόγοι


• Κάθε φώνηµα προφέρεται µε πολύ διαφορετικούς τρόπους, ανάλογα µε το άτοµο,
τη στιγµή, τη διάλεκτο, τα συµφραζόµενα κλπ. ∆εν συνειδητοποιούµε όµως την
τεράστια ποικιλία ήχων µε τους οποίους παράγεται ένα φώνηµα, αλλά την
«ακούµε» σαν ένα είδος. Αυτό είναι αναπόφευκτο στη µάθηση µιας γλώσσας.
• Οι ήχοι ενός φωνήµατος είναι µερικές φορές ίδιοι µε άλλων φωνηµάτων
π.χ. το σ στη λέξη σµήνη προφέρεται µε τους ήχους του ζ
• Τα φωνήµατα διαχέονται το ένα στο άλλο

Ερωτήµατα έρευνας: Αναλύουµε την οµιλία πρώτα σε φωνήµατα ή ταυτόχρονα


και ως προς το νόηµα; ∆ύο απαντήσεις:
1. Προηγείται ανάλυση του ήχου χωρίς παρέµβαση του νοήµατος (π.χ. Fodor 1983)
2. Εξαρχής παρέµβαση του νόηµατος/συµφραζοµένων (βλ. Μiller 1995) γιατί:
– Καταλαβαίνουµε λέξη ή πρόταση ακόµη και µε ηχητικά παράσιτα. Πώς;
Μαντεύουµε φωνήµατα που δεν ακούγονται µε βάση τα συµφραζόµενα.
– ∆εν βλέπουµε τυπογραφικά λάθη ακόµη κι αν διαβάσουµε επανειληµµένα ένα
κείµενο (π.χ. η πρόθεση της κυβένησης είναι να µην αναµιχθεί...)
– Αναγνωρίζουµε φωνή παραποιηµένη, όταν βασίζεται σε πέντε µόνο σύµφωνα
(σε πείραµα)
– Ανάγνωση λέξεων σε λίστα δυσχεραίνει αναγνώρισή τους, ενώ όχι όταν
εµφανίζονται σε προτάσεις µε νόηµα.
– Παρερµηνείες του τί ακούµε δεν είναι τυχαίες αλλά καθορίζονται από το
νόηµα (π.χ. ψυχή αντί για καρδιά, γλυκειά αντί για καλή.)

2. Το νοητικό λεξικό: οργάνωση και χρήση


Αδύνατον να καταλάβουµε την οµιλία χωρίς γνώση του λεξιλογίου ή λεξικού της. Οι
λέξεις συνιστούν αυθαίρετες συσχετίσεις ήχου-νόηµατος, αποκτούν συχνά πλήρες
νόηµα µόνο στα συµφραζόµενα. Είναι συχνά:
• οµόηχες (π.χ. πείρα/πήρα)
• πολύσηµες (π.χ. αδελφός ως συγγενής και µοναχός).
• µεταφορικές (π.χ. αδελφός ως συγγενής και φίλος)
• µετωνυµικές (π.χ. πήρε το πολυπόθητο χαρτί αντί του αποφοίτησε).
• πολύ γενικού νοήµατος όπως οι δεικτικές εκεί, εγώ, τότε.

Ερωτήµατα έρευνας: Μεγάλη εδώ η συµβολή της µελέτης και του γραπτού λόγου,
δηλαδή της ανάγνωσης και όχι µόνο της οµιλίας:
1. Πώς καταχωρούνται στο νου;
2. Πώς ανασύρονται όταν προσπαθούµε να καταλάβουµε τους άλλους;

Πορίσµατα για καταχώρηση: Μεταξύ άλλων:


• Ενώ στα γραπτά λεξικά οι λέξεις καταχωρούνται µε βάση τον ήχο,
αλφαβητικά, δηλ. µε βάση το αρχικό τους φώνηµα, στο νοητικό λεξικό
καταχωρούνται κυρίως µε βάση το νόηµά τους.
• Υποθέτουµε ότι καταχωρούνται µε βάση τις σηµασιολογικές τους σχέσεις
(π.χ. αντίθεσης, συνωνυµίας, υπωνυµίας, υπερωνυµίας).
• Ωστόσο, λίγο µε βάση και τον ήχο. Αυτό αναδεικνύεται όταν µια λέξη
βρίσκεται «στην άκρη της γλώσσας µας», αλλά δεν ανακαλείται πλήρως. Στην
46

απόπειρα να θυµηθούµε, περιγράφουµε περίπου το νόηµά τους και θυµόµαστε


µερικές φορές ορισµένα ηχητικά της γνωρίσµατα –την αρχή της συνήθως.

Πορίσµατα για ανάσυρση από νοητική καταχώρηση:


Συναίνεση µεν ότι το νόηµα µιας λέξης εξαρτάται εν τέλει από τα συµφραζόµενα.
Π.χ. Στις εκφράσεις άνοιξε το κουτί, άνοιξε την τηλεόραση, άνοιξε την καρδιά του, η
λέξη άνοιξε έχει εν τέλει άλλο συγκριµένο νόηµα (δηλ. αναφέρεται σε άλλο είδος
κίνησης ή είναι µεταφορική). Πότε όµως παρεµβαίνει το νόηµα;
∆ύο απαντήσεις πάντως για αναγνώριση λέξης:
1. Ανάλυση σε τρία ξεχωριστά στάδια: (Fraunfelder & Tyler 1987): α) αρχικά
ανάλυση µόνο φωνολογικών ιδιοτήτων, β) επιλογή της κατάλληλης λέξης
από το νοητικό λεξικό µε βάση τις πρώτες αυτές πληροφορίες, γ) αναγνώρισή
της µε βάση και το νόηµα
2. Ακόµη και τον ήχο µιας λέξης τον επεξεργαζόµαστε ταυτόχρονα µε το νόηµα.
Αυτό δείχνει π.χ. πείραµα Samuel (1981): Η αγγλική λέξη eal ακούγονταν
είτε ως meal «γεύµα» είτε ως wheel «τιµόνι» ανάλογα µε τα συµφραζόµενα.

3. Γνώσεις σύνταξης: οργάνωση και χρήση τους


Αναλύουµε σύνταξη µαζί µε νόηµα ή ανεξάρτητα; ∆ύο απαντήσεις:
1. ∆εν αναλύουµε σύνταξη ανεξάρτητα από το νόηµα
Marslen-Wilson: ∆εν ολοκληρώνουµε τη συντακτική ανάλυση µιας πρότασης
πριν από την ανάλυση του νοήµατος. Γι’ αυτό ξαφνιαζόµαστε από το τέλος
κάποιων προτάσεων όπως Ο πυροβολισµός του πρίγκιπα προκάλεσε σοκ στη
γυναίκα του γιατί πίστευε ότι ήταν εξαίρετος σκοπευτής (όχι γιατί έπεσε νεκρός).
2. Αντίθετη άποψη: Προηγείται η ανάλυση σύνταξης Forster (1979):
η επεξεργασία νοήµατος είναι χρονοβόρα, γι’ αυτό και αναγκαίο να
διευκολυνθεί από προγενέστερη αυτόνοµη ταχύτατη συντακτική ανάλυση.
Υποστηρίζει ότι η σύνταξη παρέχει πάντα πληροφορίες για το νόηµα ακόµη κι
όταν ακούσουµε ακατανόητες προτάσεις. Π.χ. Είναι πιο εύκολο να
θυµηθούµε την ακατανόητη πρόταση Οι µάροι ότε πλήκως πιλώθηκαν γιατί
γραµµατικά στοιχεία όπως οι καταλήξεις και τα άρθρα µάς προδιαθέτουν να
υποθέσουµε ένα στοιχειώδες νόηµα.

4. Πραγµατολογικές γνώσεις και επεξεργασίες


Τι είναι οι πραγµατολογικές γνώσεις; ∆ιάφορα είδη που δεν αφορούν στενά τη
γλώσσα (δηλ. τη σύνταξη κλπ.). Παρότι τις διαχωρίζουµε από στενά γλωσσικές,
παρατηρούνται διαφωνίες ως προς αυτό.
Η οικοδόµηση πάντως του νοήµατος µιας πρότασης βασίζεται όχι µόνο στους
γραµµατικούς, φωνολογικού κανόνες κλπ. αλλά στην όλη περίσταση στην οποία
χρησιµοποιείται. Πώς ορίζουµε ειδικότερα την περίσταση επικοινωνία;
• γλωσσική, δηλ. τα συµφραζόµενα
• φυσική, δηλ. τι βλέπουµε γύρω µας
• κοινωνική, δηλ. το όλο πολιτισµικό-κοινωνικό πλαίσιο
Ως αποτέλεσµα:
η ίδια έκφραση αποκτά τελείως διαφορετικό νόηµα ανάλογα µε την περίσταση: π.χ.
η ώρα είναι 9 =αργά/νωρίς, ώρα για δουλειά/ να φύγουµε /πάµε για καφέ/µα τι
σαχλαµάρες µου λες τώρα!
47

Γενικές γνώσεις για φυσικό-κοινωνικό κόσµο & επικοινωνία


Ερευνητικά πορίσµατα: Τα λόγια από µόνα τους δεν αρκούν για να συνάγουµε το
νόηµά τους. Συµπληρώνουµε σε ό,τι κυριολεκτικά λέγεται γνώσεις για το φυσικό και
κοινωνικό κόσµο όπως και για τη γλωσσική επικοινωνία.
∆εν µπορούµε να ερµηνεύσουµε σωστά ή καθόλου τα λόγια που ακούµε χωρίς
πρόσθετες πληροφορίες,
-ειδικότερα χωρίς να γνωρίζουµε το θέµα τους: π.χ.
• µια απλή πρόταση: π.χ. Παγίδες ετοιµάζει αυτή τη φορά (=ο προπονητής για
ένα ποδοσφαιρικό αγώνα)
• ένα απλό κείµενο: π.χ. «Η διαδικασία είναι απλή. Πρώτα τα χωρίζεις σε
διάφορα είδη. Βέβαια ένας σωρός µόνο µπορεί να αρκεί. Εξαρτάται από το
πόσα πολλά έχεις. Εάν πρέπει να πάς κάπου αλλού γιατί δεν έχεις τις
απαιτούµενες ευκολίες, τότε αυτό είναι το επόµενο βήµα. Αλλιώς δεν έχεις
πολλά να κάνεις. ‘Εχει όµως σηµασία να µην το παρακάνεις. ∆ηλαδή,
καλύτερα είναι να τα βάζεις λίγα λίγα παρά όλα µαζί.” (=οδηγίες για πλύσιµο
ρούχων σε πλυντήριο)
-Ερµηνεύουµε διαφορετικά τα ίδια λόγια, ανάλογα µε το τι νοµίζουµε ότι είναι η
θεµατική.
Το εξής κείµενο κατανοείται και αναπαράγεται διαφορετικά, ανάλογα µε το τί έχει
ειπωθεί σε συµµετέχοντες σε πείραµα ότι περιγράφει: µια πολιτική συγκέντρωση ή
προσγείωση εξωγήινων στη γη.
"Η θέα σου έκοβε την ανάσα. Από το παράθυρο µπορούσες να δεις κάτω τα πλήθη.
'Ολα φαίνονταν µικροσκοπικά από τόσο µακριά, αλλά µπορούσες παρ' όλα αυτά να
δεις τις πολύχρωµες ενδυµασίες τους. 'Ολοι κινούνταν µε τάξη προς την ίδια
κατεύθυνση, ακόµη και παιδιά. Η προσγείωση ήταν οµαλή και ευτυχώς που η
ατµόσφαιρα δεν απαιτούσε να φορέσεις ειδική στολή. Στην αρχή ο θόρυβος ήταν
µεγάλος, αλλά όταν άρχισαν οι οµιλίες το πλήθος ησύχασε. Οι τηλεοπτικές κάµερες
τραβούσαν συνεχώς εικόνες. Υπήρχε πολύ κέφι. Μετά άρχισε η µουσική. "
Στην ανάκληση του κειµένου οι οµιλητές προσθέτουν λεπτοµέρειες που δεν
ειπώθηκαν ανάλογα µε το τί νοµίζουν ότι αφορά το όλο θέµα.

Πώς χρησιµοποιούµε τις γνώσεις µας για το φυσικό κόσµο όταν κατανοούµε τί
ακούµε (π.χ. γνώσεις όπως ότι βρεχόµαστε όταν πέφτουµε σε νερό)
Bransford & Johnson (1972) πειράµατα: ∆ιάβασαν δύο προτάσεις σχεδόν
ταυτόσηµες σε συµµετέχοντες όπως:
(α) ‘Ενας κάστορας χτύπησε τον κορµό πλάι στον οποίο καθόταν µια χελώνα και ο
κορµός βυθίστηκε στο νερό. Η χελώνα ξαφνιάστηκε πολύ.
(β) ‘Ενας κάστορας χτύπησε τον κορµό πάνω στον οποίο καθόταν µια χελώνα και ο
κορµός βυθίστηκε στο νερό. Η χελώνα ξαφνιάστηκε πολύ.
Μετά ρώτησαν εάν είχε ειπωθεί η πρόταση «Η χελώνα βυθίστηκε στο νερό».
‘Οσοι είχαν ακούσει την εκδοχή (β) απάντησαν θετικά. Γιατί;
Νόµιζαν ότι µια πληροφορία που είχαν ανασύρει από τις γενικές τους γνώσεις για τον
κόσµο είχε πράγµατι ειπωθεί, δηλαδή ότι εάν η χελώνα καθόταν πάνω στον κορµό
που βυθίστηκε αναγκαστικά είχε βυθιστεί και αυτή.
48

Γνώσεις για τη γλωσσική επικοινωνία:


Μία υπόθεση: Αξιώµατα συνοµιλίας: φιλόσοφος Γκράις (Grice 1968)
– Αρχές που καθιστούν δυνατή την ερµηνεία µιας συνοµιλίας, όπως
• Συνεργασία & σχετικότητα/συνάφεια
• Αλήθεια
• Τρόπος
• Συνεργασία & σχετικότητα/συνάφεια: σε µια συνοµιλία οι εµπλεκόµενοι
έχουν συµφωνήσει να συνεργαστούν, δηλ. να αποκρίνονται στον άλλον µε
κάτι συναφές σε αυτό που έχει ειπωθεί. ‘Ετσι, ερµηνεύουµε το τι λέγεται
ακόµη κι όταν δεν φαίνεται σε πρώτη σκέψη συναφές: π.χ.
-Μα είναι βλαµµένος ο άνθρωπος!
- Ωραίο πουλόβερ βλέπω σήµερα.
• Αλήθεια: 'Οταν παραβιάζεται φανερά, αναζητούµε επιπρόσθετο νόηµα όπως
ειρωνεία ή χιούµορ: π.χ.
-Στο πλαίσιο της επίσκεψής του, ο Μπους θα παραστεί σε
δεξίωση στον Περισσό.
-Ναι, και θα ακολουθήσει δεξίωση στην Αµερικανική Πρεσβεία
προς τιµήν των Κούρδων αυτονοµιστών.

Συνεπαγωγές του νοήµατος µε βάση τις γενικές µας γνώσεις


Συµπεράσµατα για το νόηµα µε βάση όχι µόνο τι έχει κυριολεκτικά ειπωθεί αλλά και
τι υποθέτουµε ό,τι ισχύει σε κάθε περίπτωση µε βάση το τι γνωρίζουµε για το πώς
λειτουργεί ο κόσµος. ∆ιαφόρων ειδών συµπεράσµατα/συνεπαγωγές: π.χ.
• Γεφυροποίησης: Τα συµφραζόµενα τις καθιστούν άλλοτε περισσότερο κι
άλλοτε λιγότερο εύκολε, δηλ. συνδέσεις προτάσεων.
(1) Ο Γιάννης έβγαλε τη µπύρα από το αυτοκίνητο. Η µπύρα ήταν ζεστή.
(2) Ελέγξαµε τις προµήθειες για το πικ-νικ. Η µπύρα ήταν ζεστή. (= η µπύρα µέρος
των προµηθειών)
(3) Του Ανδρέα του αρέσει η µπύρα. Η µπύρα ήταν ζεστή.
(=αλλά δεν την ήπιε γιατί ήταν ζεστή)
• Εµπλουτισµού: όχι τόσο απαραίτητες ενώ λειτουργούν συχνά µετά το άκουσµα
ή την ανάγνωση, όταν ξανασκεφτόµαστε κάτι που διαβάσαµε/ακούσαµε

Οι συνεπαγωγές µπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι λανθασµένες γιατί


βασίζονται σε ό,τι συνήθως (αλλά όχι αναγκαστικά) συµβαίνει στον κόσµο
Το χιούµορ, η έκπληξη, η παρεξήγηση κλπ. βασίζονται στην παραβίαση του τι
συνήθως αναµένουµε. Π.χ.
Ο Γιάννης χόρευε µε τη Μαρία, όταν η Σοφία έφυγε τρέχοντας από το πάρτι,
Μια συνήθης ερµηνεία είναι ότι η Σοφία ζήλεψε και στενοχωρήθηκε. Η αναχώρησή
της θα µπορούσε ωστόσο να οφείλεται σε ένα τηλεφώνηµα για κάποιο ατύχηµα.
49

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΟΜΙΛΙΑΣ
Λιγότερο µελετηµένη σχετικά µε την κατανόηση

∆ύο θεωρητικές τάσεις για τη σχέση οµιλίας και σκέψης:


1. Σκέψη προγενέστερη και οµιλία τη µεταφράζει απλώς για τους άλλους π.χ.
Fromkin, Garrett, Levelt: 3 στάδια στη διαδικασία
α) Σύλληψη ή εννοιοποίηση των προθέσεων/σκέψεων
β) Γλωσσική διατύπωση των προθέσεων
γ) Εκτέλεση (άρθρωση ή γραφή) γλωσσικού σχεδίου.
2. Η σκέψη δεν προηγείται κατ’ ανάγκη της γλωσσικής της διατύπωσης.
Φαινόµενα όπως επαναδιατυπώσεις, κοµπιάσµατα και παραδροµές της οµιλίας
δείχνουν µεγαλύτερη διαπλοκή ανάµεσα στη σύλληψη και στη διατύπωση µιας
σκέψης. ∆είχνουν ότι σκεφτόµαστε τι θα πούµε καθώς µιλάµε. Συµβατή
προσέγγιση µε θεωρίες όπως του Βυγκότσκι (1934/1988) ότι γλώσσα και σκέψη
δεν διαχωρίζονται συνήθως από ένα σηµείο της ανάπτυξης και µετά.

Eµπειρική διερεύνηση της οµιλίας µέσα από:


παύσεις, κοµπιάσµατα, παραδροµές, αδυναµία ανάκλησης λέξεων

Α. Παύσεις/κοµπιάσµατα:
Πώς µπορούµε να τις περιγράψουµε και πώς εξηγούνται; Οι εξής τουλάχιστον
υποθέσεις:
• Παρατηρούνται µέσο όρο κάθε 5-8 λέξεις. ∆ιαρκούν περισσότερο πριν από
από λιγότερο προβλέψιµες λέξεις (ασυνήθιστες, δύσκολες κλπ.).
Αντανακλούν δυσκολία ανάκλησης λιγότερο οικείων λέξεων. (Goldman-
Eisler 1958, 1968)
• Μετέπειτα έρευνες προσθέτουν υποθέσεις όπως οι εξής:
– 'Οσο πιο δύσκολο το θέµα της οµιλίας, τόσο πιο συχνές οι παύσεις, γιατί είναι
πιο δύσκολο ο σχεδιασµός των σκέψεων.
– Παύσεις αναστολής όχι µόνο πριν από δύσκολες λέξεις και γενικότερα όταν
δύσκολο το νόηµα µιας ολόκληρης πρότασης (Βeattie & Butterworth 1979)
– Παρατηρούνται και στο τέλος των προτάσεων για να διευκολύνουν την
παρακολούθηση του νοήµατος εκ µέρους του ακροατή.

Β. Το φαινόµενο «στην άκρη της γλώσσας» (δυσκολία ανάκλησης λέξεων)


Ιδιόµορφο φαινόµενο παύσης.
∆εδοµένα από πειράµατα αλλά και παρατηρήσεις φυσικής οµιλίας
• Όταν αγωνιζόµαστε να ανασύρουµε µια λέξη από τη µνήµη µας, νιώθουµε
ταυτόχρονα ότι τη γνωρίζουµε καλά, κι ότι θα τη θυµηθούµε µε κάποιο τρόπο.
• Γνωρίζουµε το νόηµά της γιατί συχνά καταφεύγουµε σε περιφραστική
περιγραφή της.
• Ωστόσο, κάποιες φορές ανακαλούµε και φωνολογικές ιδιότητες της λέξης,
συνήθως την πρώτη συλλαβή και λιγότερο συχνά την κατάληξή της.
50

Γ. Παραδροµές της οµιλίας


Το κύριο µέσο οικοδόµησης υποθέσεων για τις νοητικές διεργασίες της οµιλίας.
Έχουν απασχολήσει αρκετά πριν από τη συγκρότηση της σύγχρονης
ψυχογλωσσολογίας, κυρίως την ψυχανάλυση (βλ. σχετικό έργο του Freud).

Η σύγχρονη έρευνα ενδιαφέρθηκε αρχικά για τα εξής ζητήµατα:


• Πώς µπορούµε να περιγράψουµε τις παραδροµές µε βάση τα εργαλεία της
γλωσσολογίας: Π.χ. Πρόκειται για λάθος σε ένα φώνηµα, σε µια γραµµατική
κατάληξη, στην επιλογή µιας λέξης;
• Το είδος των παραδροµών θεωρήθηκε ότι µπορούσε να αποκαλύψει πώς ακριβώς
αναπαρίσταται η γλωσσική γνώση στο νου, επιβεβαιώνοντας ή απορρίπτοντας τις
ιδέες της γλωσσολογίας για την περιγραφή της γλώσσας (βλ. κυρίως το έργο της
Fromkin).

Στη συνέχεια η έρευνα ενδιαφέρθηκε και για το τί εξηγεί ή προκαλεί αυτές τις
παραδροµές (ποιές νοητικές διεργασίες;).

Για παράδειγµα: µαραδώνιος θρόµος (µαραθώνιος δρόµος)


• Συνιστά µετάθεση φωνηµάτων, δηλ. λάθος θέση φωνήµατος, πιο συγκεκριµένα
πιο πρώιµη εµφάνιση του δ από το οποίο αρχίζει η δεύτερη λέξη.
• Πώς εξηγείται; Απάντηση: ως «φωνολογική προσµονή». Με πιο απλά λόγια,
υποτίθεται ότι η σκέψη και η γλωσσική της διατύπωση δεν συντονίζονται πάντα
χρονικά. Ο νούς έχει ήδη προχωρήσει στη δεύτερη λέξη τη στιγµή που η γλώσσα
και οι κινήσεις της άρθρωσης γενικότερα έχουν µείνει πίσω.

Με βάση πάντως έννοιες της γλωσσολογίας, επιχειρούνται περιγραφές ή


κατηγοριοποιήσεις των παραδροµών όπως οι εξής ((π.χ. Fay & Cutler 1977)
• Φωνολογικές (αφορούν λάθος φώνηµα): π.χ.
• Η µπούστα (=φούστα) αυτή δε µου µπαίνει
• δε θέλω να φάω φαρούλι (=µαρούλι)
• Λόγα (=Γλώσσα) λανθάνουσα την αλήθεια λέγει
• Μορφολογικές (δηλ πρόβληµα συνήθως µε καταλήξεις): π.χ.
• έχουν φύγουν
• οι φλόγες φεύγει
• αγαπάγει
• Σηµασιολογικές (αφορούν το νόηµα µιας λέξης): π.χ.
• η συνεδρίαση µόλις έληξε (=άρχισε)
• κλείσε τον αριθµητή (=θερµοσίφωνα)
• κουνάει το χτυπητό σου (=χτυπάει το κινητό σου.)
• Μίξεις λέξεων/φράσεων (νεολογισµοί που προκύπτουν από σύνθεση δύο
λέξεων σε µία), π.χ.
• παράκακος =παράξενος και κακός
• ελλήνικες =έλληνες ενήλικες
• φενικά =φαίνεται τελικά
• δροσεράκι= δροσερό αεράκι

You might also like