Professional Documents
Culture Documents
Σάββας Σ.
Παστόπουλος
Γεωπόνος MSc
2.1.2 Βιολογία
Οι μύκητες αυτοί είναι παθογόνα εδάφους που μπορούν να
επιβιώνουν υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες, σαν χλαμυδοσπόρια για
6 και σαν ωοσπόρια για 13 χρόνια. Ωστόσο, η διαχείμανση γίνεται
και με τη μορφή μυκηλίου σε προσβεβλημένους βλαστούς. Στην
χώρα μας το κυρίαρχο είδος με τις περισσότερες προσβολές στα
μηλοειδή είναι το P. cactorum ενώ στα πυρηνόκαρπα είναι τα
υπόλοιπα. (Παναγόπουλος Χ.Γ. 1997.)
Το ωοσπόριο που βρίσκεται στο έδαφος κατά την περίοδο
παρατεταμένων βροχοπτώσεων μπορεί να βλαστήσει παράγοντας
ένα σπορειάγγειο. Το σπορειάγγειο με τη σειρά του ελευθερώνει
ώριμα ζωοσπόρια τα οποία απαιτούν υψηλή εδαφική υγρασία για
2
ΠΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Σ. ΣΑΒΒΑΣ
Γεωπόνος Msc
την επιβίωση τους. Τα ζωοσπόρια κινούνται μέσω του πορώδους
του εδάφους και μέσω της μαζικής ροής του εδαφικού νερού μέχρι
την επιφάνεια της ρίζας. Έχει παρατηρηθεί ότι μερικά είδη έλκονται
από τα νεαρά ριζίδια μέσω κάποιων χημικών ουσιών που εκλύουν
αυτά.
Κατά την επαφή των ωοσπορίων με τη ρίζα γίνεται διάτρηση
της επιδερμίδας και οι κυτταρικές κατασκευές (υφές διεισδύσεως)
αναπτύσσονται ανάμεσα στα κύτταρα μεταξύ των δύο κυτταρικών
τοιχωμάτων ή και εντός των κυττάρων. Στο επόμενο στάδιο ξεκινάει
η τροφική επικοινωνία μεταξύ μύκητα και ξενιστή, από αυτό το
σημείο αρχίζει η μεγάλη επέκταση του παθογόνου. Η διαδικασία της
επέκτασης του παθογόνου μέχρι την εμφάνιση των συμπτωμάτων
ονομάζεται επώαση (Τζαμος Ε., 2004.). Στο τέλος τα κύτταρα της
ρίζας καταστρέφονται από τις τοξίνες και τα κυτταρολυτικά ένζυμα
ενώ η μόλυνση επεκτείνεται προς όλες τις κατευθύνσεις. Στα
οπωροφόρα δένδρα η μόλυνση μπορεί να ανέλθει μέχρι και 60
εκατοστά επάνω στον κορμό στο υπέργειο μέρος.
Εάν στην διάρκεια της μόλυνσης επικρατήσουν ανταγωνιστικές
συνθήκες από άλλο μύκητα ή έλλειψη θρεπτικών στοιχείων τότε ο
ωομύκητας παράγει ωοσπόρια τα οποία μπορεί μετά την
καταστροφή της ρίζας, από σαπροφυτικούς μύκητες, να
απελευθερωθούν στο έδαφος.
Σε περιόδους βροχών επάνω στις μολυσμένες ρίζες
παράγονται εγγενώς τα ωοσπόρια τα οποία απελευθερώνονται στο
έδαφος για να ολοκληρωθεί ο κύκλος της ασθένειας όπως
διακρίνεται και στο σχεδιάγραμμα 1.
Τα είδη P. syringae και P. megasperma είναι και τα δύο
ψυχρόφιλα είδη και απαιτούν θερμοκρασίες εδάφους από 5-15oC για
να προκαλέσουν μολύνσεις. Τα είδη αυτά ευθύνονται για τις πρώιμες
εαρινές ξηράνσης των δένδρων (ανοιξιάτικος τύπος). Τα είδη P.
cactorum και P citrophthora είναι σχετικά θερμόφιλα και απαιτούν
μεγαλύτερη θερμοκρασία για τις προσβολές (Θερινός τύπος)
(Παναγόπουλος Χ.Γ. 1997.). Σε αντίξοες καιρικές συνθήκες (πχ.
Ξηρασία) παράγονται ωοσπόρια όπου είναι και η μορφή επιβίωσης
του παθογόνου για πολλά χρόνια στο έδαφος.
3
ΠΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Σ. ΣΑΒΒΑΣ
Γεωπόνος Msc
4
ΠΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Σ. ΣΑΒΒΑΣ
Γεωπόνος Msc
Ο ανοιξάτικος τύπος, που είναι και αρκετά συνήθης,
εκδηλώνεται αργά το χειμώνα ή νωρίς την άνοιξη. Τα νεαρά
δενδράκια, δεν βλαστάνουν ενώ στα ενήλικα υπάρχει μικρή,
καχεκτική και χλωρωτική βλάστηση (Εικόνα 6) η οποία μοιάζει με τη
βλάστηση μετά από ζημιά από νεροκράτημα (ασφυξία). Ο τύπος
αυτός είναι ο πιο σοβαρός, εμφανίζεται χωρίς προειδοποίηση και σε
μεγάλη έκταση. Συνήθως εκδηλώνεται μετά από παρατεταμένη
περίοδο βροχοπτώσεων.
Ο θερινός τύπος εκδηλώνεται τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Το
κύριο σύμπτωμα είναι η αποπληξία,τα δένδρα μετά από μερική
χλώρωση των φύλλων ξηραίνονται απότομα. Τα δένδρα είναι
μεμονωμένα μέσα στο δενδροκομείο και συνήθως εμφανίζονται στην
ίδια σειρα άρδευσης. Στα ακτινίδια η ξήρανση γίνεται ξαφνικά, τα
φυτά καταρρέουν μέσα σε λίγες μέρες και τα φύλλα ξερένονται
πράσινα.
Επανειλημμένος, συγχέεται η οποιαδήποτε ξήρανση μέσα
στον οπωρώνα με τη φυτόφθορα. Ουσιαστικά, μόνον η απομόνωση
του παθογόνου εργαστηριακά μπορεί να αποδείξει την ύπαρξη του
μύκητα. Άλλες αιτίες ξήρανσης είναι ο «πνιγμός» λόγω πλημμύρας
(ασφυξία ριζών), η προσβολή από ξυλοφάγα έντομα (όπως Cossus
spp.), οι αδρομυκώσεις, ο βακτηριακός καρκίνος Agrobacterium
tumephaciens το βακτηριακό έλκος των πυρηνοκάρπων
Pseudomonas syringae, ο μύκητας Armillaria mellea κα.
Το κύριο σύμπτωμα αναγνώρισης της πιθανής προσβολής
από τους ωομύκητες που προκαλούν φυτόφθορα είναι η αλλοίωση
που παρατηρείται στον κορμό στο επίπεδο του εδάφους ή και λίγο
χαμηλότερα. Ο κορμός που έχει προσβληθεί, εξωτερικά είναι
σκουρόχρωμος με εικόνα βρεγμένης κηλίδας (υδαρής κηλίδα) ενώ
εσωτερικά της επιδερμίδας υπάρχει έντονος μεταχρωματισμούς του
φλοιού σε ανοιχτό ή σκούρο καφέ (εικόνα 4-5) και συχνά εκρέει
άφθονο κόμμι. Η προσβολή μπορεί να καλύπτει ένα μικρό μέρος ή
ολόκληρη την περιφέρεια του κορμού. Συνήθως υπάρχει σαφής
διαχωρισμός του υγιούς ιστού από τον προσβεβλημένο
(Παναγόπουλος Χ.Γ. 1997.). Σε προχωρημένες προσβολές ο
μεταχρωματισμός κινούμενος ανοδικά επεκτείνεται ως και 60
εκατοστά από το έδαφος.
5
ΠΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Σ. ΣΑΒΒΑΣ
Γεωπόνος Msc
6
ΠΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Σ. ΣΑΒΒΑΣ
Γεωπόνος Msc
7
ΠΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Σ. ΣΑΒΒΑΣ
Γεωπόνος Msc
.
Εικόνα 5. Αριστερά προσβεβλημένος κορμός δαμασκηνιάς και στα δεξιά
ακτινιδιάς από ωομύκητα του γένους Phytopthora sp. Διακρίνεται ο καφέ
μεταχρωματισμός της φλούδας εξαιτίας της προσβολής. (Φωτογραφίες
Παστόπουλος Σάββας).
8
ΠΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Σ. ΣΑΒΒΑΣ
Γεωπόνος Msc
9
ΠΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Σ. ΣΑΒΒΑΣ
Γεωπόνος Msc
Τα τελευταία χρόνια γίνονται προσπάθειες από τους
βελτιωτικούς οίκους για την δημιουργία υποκειμένων ανθεκτικών ή
ανεκτικών στα είδη του γένους Phytopthora.
Τα περισσότερα δένδρα, πυρηνόκαρπα και μη, φυτεύονται στο
λιγότερο δυνατό βάθος. Είναι αναγκαίο το σημείο διακλάδωσης των
ριζών (χταπόδι) να είναι κοντά στην επιφάνεια του εδάφους και όχι
βαθύτερα από 5-10 εκατοστά. Φυτά που θα φυτευθούν βαθιά είναι
καταδικασμένα να μολυνθούν σε μία υγρή χρονιά ή όταν ο κορμός
βρέχεται από το νερό άρδευσεις.
Φυτεύοντας ψηλά, το δένδρο μας, αποφεύγουμε να εκθέτουμε
μεγάλο μέρος του υπάρχοντως κορμού στην υγρασία του εδάφους.
Ταυτόχρονα η έκθεση του στο ηλιακό φως ευνοεί την ταχεία εξάτμιση
της υγρασίας μετά από βροχές ή πότισμα.
Ένα από τα σημαντικότερα προληπτικά μέτρα είναι η φύτευση
επάνω σε αναχώματα ή σαμάρια. Προσοχή, άλλο πράγμα φύτευση
επάνω σε αναχώματα και άλλο πράγμα πρώτα η φύτευση και
κατόπιν η κατασκευή των αναχωμάτων. Στην δεύτερη περίπτωση τα
αποτελέσματα μπορεί να είναι και χειρότερα διότι το ήδη φυτευθέν
δένδρο θα εισχωρήσει βαθύτερα από την προτερέαν κατάσταση. Το
σωστό είναι εφόσον δημιουργηθούν τα αναχώματα ύψους περίπου
25 εκατοστών κατόπιν να γίνει η φύτευση επάνω σε αυτά. Τα
αναχώματα έχουν την τάση να στεγνώνουν ταχύτερα το χειμώνα.
Συνήθως, δεν επιλέγουμε απολύμανση των λάκκων φύτευσης
ωστόσο αν υπάρχει ιστορικό μολύνσεων στο αγρόκτημα μπορεί να
γίνει απολύμανση με εγκεκριμένο μυκητοκτόνο ή με το σκεύασμα
chensunt. Το σκεύασμα αυτό είναι ένα μείγμα 1 κιλού γαλαζόπετρας
(θεικός χαλκός) τριμμένης μαζί με 5 κιλά διττανθρακική αμμωνία. Οι
σκόνες αφού αφεθούν για 72 ώρες σε ένα βαρέλι με συχνή
ανάδευση (χωρίς νερό) κατόπιν αραιώνονται σε 1000-1500 κιλά
νερό. Με το τελικό διάλυμα γεμίζουμε τους λάκους φύτευσης, 1 μήνα
πριν τη φύτευση. Το χώμα που θα χρησιμοποιήσουμε πρέπει να
είναι καθαρό και να μην έχει βραχεί με τον χαλκό.
Στην περίπτωση που δεν προτιμηθεί κάποιο μυκητοκτόνο
μπορεί να γίνει εφαρμογή του μύκητα Trichoderma harzianum T-22.
Αν και ο συγκεκριμένος μύκητα δεν έχει κάποιες αμυντικές ιδιότητες
εναντίων των ασθενειών αυτών, ωστόσο λειτουργεί σαν ενισχυτικό
των φυτών και ανταγωνιστής των παθογόνων. Ευνοεί την παροχή
θρεπτικών στοιχείων από το έδαφος βελτιώνοντας την ευρωστία και
την ανάπτυξη των φυτών.
Μεγάλη ανταπόκριση και αποτελεσματικότητα προληπτικά έχει
και η εφαρμογή ενδομυκόριζων και συμβιωτικών βακτηρίων. Η
εφαρμογή αυτή γίνεται σε αρκετές δόσεις στην ζωή του οπωρώνα.
Οι ενδομυκόριζες αυξάνουν την παραγωγικότητα, πρωϊμίζουν την
είσοδο των δένδρων στην παραγωγή, μειώνουν τις απαιτήσεις σε
10
ΠΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Σ. ΣΑΒΒΑΣ
Γεωπόνος Msc
νερό και λίπανση, μειώνουν τις καταπονήσεις από περιβαλλοντικά
αίτια και βελτιώνουν την αντοχή των φυτών στις επιθέσεις ασθενειών
όπως η φυτόφθορα, η αρμιλλάρια και η αδρομύκωση. .
Η άρδευση των νεαρών δένδρων αλλά και μετέπειτα πρέπει να
γίνεται με δύο σταλάκτες ανά δένδρο ή κατ’ ανάγκη με
καταιονιστήρες. Στα αγροκτήματα με ιστορικό φυτόφθορας δεν είναι
σώφρον να ποτίζουμε με κατάκλιση.
11
ΠΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Σ. ΣΑΒΒΑΣ
Γεωπόνος Msc
12
ΠΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Σ. ΣΑΒΒΑΣ
Γεωπόνος Msc
κάψιμο τους στην άκρη του αγροκτήματος. Έπειτά πρέπει να γίνει
απολύμανση του σημείου που ήταν το φυτό με ριζοπότισμα, με
μυκητοκτόνο ή με το σκεύασμα Cheshunt. Προληπτικά, μπορεί να
γίνει ριζοπότισμα και στα γύρω από το προσβεβλημένο δένδρα.
Εφόσον διαπιστωθεί η ύπαρξη της ασθένειας στο χωράφι μας
είναι πιθανό να χρειαστεί αλλαγή του τρόπου άρδευσης. Η άρδευση
με διπλή σταγόνα (δεξιά και αριστερά του φυτού) χωρίς να βρέχεται
ο κορμός του δένδρου είναι η πιο ενδεδειγμένη μέθοδος. Τα
τελευταία χρόνια έχουν κυκλοφορήσει και καταιονιστήρες (μπεκ) που
εκτοξεύουν το νερό σε μία μόνο πλευρά και όχι περιμετρικά με
αποτέλεσμα να αποφεύγεται η ύγρανση του κορμού. Οι ωομύκητες
που προκαλούν την ασθένεια δεν μπορούν να εξουδετερωθούν μετά
από την φάση της προσβολής, η θεραπεία είναι σχεδόν αδύνατη.
Δεν υπάρχει λόγος επιμονής σε θεραπευτικά μέσα αμφιβόλου
αποτελεσματικότητας.
13
ΠΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Σ. ΣΑΒΒΑΣ
Γεωπόνος Msc
Βιβλιογραφία
Άρθρα:
Thomidis, T., 2001. Testing variability in pathogenicity of
Phytophthora cactorum, P. citrophthora and P. syringae to apple,
pear, peach, cherry and plum rootstocks. Phytoparasitica 29, 47–49
Βιβλία:
Παναγόπουλος Γ. Χ., 1997. Ασθένεις καρποφόρων Δένδρων και
Αμπέλου. Εκδόσεις Α. Σταμούλης.
Ιστοσελίδες:
1. http://www.phytophthoradb.org/file/html_fppd/phytophthora/cac
torum/Figure_1.htm, 14/8/2015
2. http://www.phytophthoradb.org/file/html_fppd/phytophthora/cac
torum/Figure_1.htm, 14/8/2015
14