You are on page 1of 7

ΙΟΝΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΤΜΗΜΑ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Τελική εργασία 5ου εξαμήνου για το μάθημα:


Ιστορία και Αισθητική της Ηλεκτροακουστικής Μουσικής
του
Βασίλη Μούσκουρη, Μ2019090
Θέμα:
Παρουσίαση του έργου
Gesang der Jünglinge
του
Karlheinz Stockhausen
Διδάσκων
Διδάσκων: Θεόδωρος Λώτης
Περιεχόμενα

Προεισαγωγικά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 3

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.α. Μια ματιά στον συνθέτη και τα έργα του

1.β. Πρώτη γνωριμία με το Gesang . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 4

2. Η ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

2.α. Η συνθετική επιδίωξη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .5

2.β. Οι συμβολισμοί του έργου

3. ΕΠΙΛΟΓΟΣ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .6

2
Προεισαγωγικά

Σ’ αυτήν την εργασία θα επιχειρήσω να παρουσιάσω το έργο Gesang der Jünglinge του Κάρλχαϊντς
Στόκχαουζεν (Karlheinz Stockhausen). Δεν γίνεται προσέγγιση από πλευράς μορφής, οργάνωσης και
αρχιτεκτονικής του έργου, αλλά από πλευράς περιεχομένου, αισθητικής και νοήματος. Θα
προσπαθήσω, δηλαδή, να διερευνήσω και να εκθέσω τη σημασία αυτού του πρωτοποριακού έργου
σε σχέση με το βαθύτερο νόημα και την φιλοσοφία του και όχι την τεχνική του υλοποίηση. Τα τυχόν
τεχνικά ζητήματα που τίθενται, θα είναι συνυφασμένα με την ουσία και το περιεχόμενο του έργου.

Στην Εισαγωγή, για λόγους συνέπειας, αναφέρονται περιληπτικά λίγα στοιχεία για τον συνθέτη και
τα έργα του, καθώς και ορισμένες πληροφορίες για το πλαίσιο εντός του οποίου γεννήθηκε και
λειτούργησε το συγκεκριμένο έργο, Gesang der Jünglinge, δηλαδή για τη βασική επιδίωξη του
συνθέτη, την προσέγγισή του, και γενικότερα επιχειρείται μια πρώτη ματιά σε βασικές συνιστώσες
και κατευθύνσεις του συγκεκριμένου έργου. Στην συνέχεια γίνεται προσέγγιση στην επιδίωξη του
συνθέτη, καθώς και στους συμβολισμούς που έχει επιλέξει να συμπεριλάβει.

1. Εισαγωγή

1.α. Μια ματιά στον συνθέτη και τα έργα του


Ο Κάρλχαϊντς Στόκχαουζεν (1928-2007), υπήρξε από τους σημαντικότερους συνθέτες του δεύτερου
μισού του 20ού αιώνα. Αναγνωρίζεται ως πρωτοπόρος στο είδος της ηλεκτρονικής μουσικής,
έχοντας εισαγάγει καινοτομίες στη σειραϊκή σύνθεση, όπως, μεταξύ άλλων, αλεατορικές τεχνικές,1
καθώς και τεχνικές για τον χωρικό έλεγχο του ηχοχρώματος (spatialization).2 Στη μουσική του
εξερευνά δυνατότητες νέων ήχων και νέων τρόπων προβολής τους, χωρίς να θέλει να καταφύγει σε
γνωστές φόρμουλες, μελωδικές, αρμονικές, ρυθμικές, αλλά σε δημιουργία εκ του μηδενός (ex
nihilo).3 Εκτός από τη συνθετική του δραστηριότητα έχει διακριθεί και για τις θεωρητικές του
ανησυχίες σχετικά με την σύγχρονη μουσική σύνθεση, οι οποίες εκδηλώθηκαν με πλούσια συγγραφή
κειμένων. Άσκησε μεγάλη επιρροή τόσο σε συνθέτες της σύγχρονης πρωτοπορίας (avant-garde), όσο
και σε καλλιτέχνες της τζαζ και ροκ σκηνής. Ανάμεσα στα έργα του συγκαταλέγονται τα 19
πιανιστικά κομμάτια (Klavierstücke), το έργο Kontra-Punkte για δεκαμελές σύνολο, το Gruppen για
τρεις ορχήστρες, η γιγαντιαίων διαστάσεων όπερα Licht και το Gesang der Jünglinge.

1
Alea – Κυβεία (ζάρια), ‘τυχαιότητα’ στα λατινικά.
2
Ο όρος υποδηλώνει την οργάνωση του ήχου στο χώρο, ώστε να εκπέμπεται ταυτόχρονα από πολλές πηγές, π.χ. ηχεία,
χωροθετημένα ποικιλοτρόπως. Χωρικότητα ( ; )
3
Metzer, D.J. (2004). The Paths from and to Abstraction in Stockhausen’s Gesang der Junglinge. Modernism/modernity
11(4), 695-721. https://doi:10.1353/mod.2005.0012.

3
1.β. Πρώτη γνωριμία με το Gesang
Ο τίτλος του παραπάνω αυτού έργου ηλεκτρονικής/συγκεκριμένης μουσικής, Gesang der Jünglinge,
θα πει Τραγούδι των Παίδων4 και δημιουργήθηκε το 1955/56, σε κρατικό στούντιο της πρώην
Δυτικής Γερμανίας στην πόλη της Κολονίας. Το έργο έχει διάρκεια περίπου δεκατριών λεπτών, και
από πολλούς θεωρείται το παρθενικό αριστούργημα της ηλεκτρονικής μουσικής. Αναμιγνύει
ανθρώπινη φωνή (ενός παιδιού) με ηλεκτρονικούς ήχους, ταιριάζοντας αρμονικούς της φωνής με το
τονικό ύψος, παράγοντας φωνήματα μέσω ηλεκτρονικής επεξεργασίας. Έτσι, συνδυάζει τεχνικές της
ηλεκτρονικής και της συγκεκριμένης μουσικής. Επιπλέον, το έργο αυτό ξεχώρισε για την πρώιμη
χρήση της τεχνικής spatialization (βλ. σχετ. υποσημειώση 2) με πολυκάναλη ηχογράφηση.
Χαρακτηριστικό είναι ότι, εξαρχής ήθελε τα ηχεία στημένα ψηλά στον χώρο, σαν να έρχεται ο ήχος
τους από τον Ουρανό.5 Μάλιστα, σύμφωνα και με τον Ρος Ουάλας Τσέιτ (Ross Wallace Chait)
απομονώνοντας τη μια ένα κανάλι φωνής και την άλλη υπερθέτοντας πολλά επάλληλα κανάλια,
είναι σαν να ανακαλεί την αρχαία πρακτική της αντιφωνίας μεταξύ πρωτοψάλτη και χορού ψαλτών.6

Ο ίδιος ο συνθέτης σε σημειώσεις του για το συγκεκριμένο έργο αναφέρει: «Η δουλειά μου στην
ηλεκτρονική σύνθεση Gesang der Jünglinge είχε αφετηρία την ιδέα της αδιάσπαστης ηχητικής
συνύπαρξης του ασματικού και του ηλεκτρονικού στοιχείου: το τέμπο, το μάκρος, η ηχηρότητα, η
απαλότητα, η πυκνότητα και η περιπλοκότητα, η ευρύτητα και η στενότητα των φθογγικών
διαστημάτων και οι ηχοχρωματικές διαφοροποιήσεις, να μπορούν όλα να γίνουν αντιληπτά, όπως τα
οραματίστηκα, χωρίς να εξαρτώνται από τους φυσικούς περιορισμούς του κάθε τραγουδιστή. . .»7

Γεγονός είναι ότι, παρ’ όλη τη σύγχρονη υφή για την εποχή του, καταφέρνει να συνταιριάξει σε ένα
ενιαίο σύνθεμα το τρίπτυχο παλαιό/παραδοσιακό/οικείο (ανθρώπινη φωνή) με το
νέο/πρωτοποριακό/ξένο (συνθετικοί ήχοι)· συγκεκριμένα τη βιβλική διήγηση των τριών παίδων σε
αντιπαραβολή με μια σύγχρονη αισθητική αντίληψη για τον ήχο. Για τον λόγο αυτό ο Άντριου
Φώλκενμπερυ (Andrew Faulkenberry) βρίσκει μια κάποια ομοιότητα με το έργο των προγενέστερων
Νεοκλασικών συνθετών, οι οποίοι αναζητούσαν τον συνδυασμό παραδοσιακών μέσων με σύγχρονο
τρόπο και μορφή.8 Υπό αυτό το πρίσμα, το Gesang όσο είναι σύγχρονο, άλλο τόσο είναι και
παραδοσιακό, ή όσο νέο άλλο τόσο και παλιό. Ωστόσο, δεν είχε σκοπό να αρκεστεί σε εκτεταμένη
χρήση «παραδοσιακών» μέσων, αλλά να στραφεί στην αναζήτηση νέων. Ενδεικτικά, η
ηχογραφημένη παιδική φωνή υφίσταται μεταμορφώσεις. Είναι ενδιαφέρον ότι ο Στόκχαουζεν
υποβάλλει σε μεταμορφώσεις, όχι άμεσα την ανθρώπινη φωνή, αλλά το ηχογραφημένο υλικό,
βλέποντάς το ως «κάτοπτρο» της ζωντανής φωνής. Σε ένα επίπεδο, επεμβαίνοντας στην
ηχογραφημένη φωνή, είναι σαν να επεμβαίνει στην παράδοση βάσει της οποίας η αγνή παιδική φωνή
αντιπροσώπευε την κατάνυξη της θρησκευτικής φωνητικής μουσικής εν γένει, και τελικά την ίδια
την ιερή παράδοση.9 Έτσι, το τρίπτυχο παλιό/παραδοσιακό/οικείο (ανθρώπινη φωνή) και το

4
Από τη βιβλική διήγηση των Τριῶν παίδων ἐν καμίνω.
5
Howard, L. “The voice(-over) of God: Some thoughts on the disembodied voice in contemporary music.” Open Space
Magazine 1 (1999): 109-116
6
Chait, Ross Wallace. “Gesang Dream: Functions of Faith in Stockhausen’s Electric Mass.” Perspectives of New Music
52, no. 3 (2014): 185–196.
7
"My work on the electronic composition Gesang der Jünglinge proceeded from the idea of bringing together into a
single sound both sung notes and electronically produced ones: their speed, length, loudness, softness, density and
complexity, the width and narrowness of pitch intervals and differentiations of timbre could all be made audible exactly
as I imagined them, independent of the physical limitations of any singer. . ."
8
Faulkenberry Α., (Oct. 2021). “Reminisces of a Dead World”: Neoclassical Impulses in Stockhausen’s Gesang der
Jünglinge. Aresty Rutgers Undergraduate Research Journal, V. I, Issue III. https://doi:10.14713/arestyrurj.v1i3.174.
9
Faulkenberry Α., Ο.π. σ. 5

4
νέο/πρωτοποριακό/ξένο (συνθετικοί ήχοι) συναντιούνται σε μια δημιουργική ένταση, χωρίς να
αντιμάχονται το ένα το άλλο, προάγοντας συνθετικά το στοιχείο της αναγέννησης, όχι της
αλληλοεξόντωσης.

2. Η κεντρική φιλοσοφία του έργου

2.α. Η συνθετική επιδίωξη


Ο Φώλκενμπερυ διατείνεται ότι, ο Στόκχαουζεν όχι μόνο δεν αποστρεφόταν το παλαιό, αλλά
αναζητούσε μάλιστα την συνένωση παραδοσιακού υλικού στη μουσική και το λόγο μέσω ενός
σύγχρονου ιδιώματος, επιδιώκοντας έτσι να πλάσσει ένα συνειδητά πολυδιάστατο έργο, όσο
σύγχρονο τόσο και παλαιό.10 Το στοιχείο του παλαιού, η παιδική φωνή, γίνεται προϊόν ηλεκτρονικής
επεξεργασίας, η οποία αντιπροσωπεύει το νέο στοιχείο στο έργο, καμιά φορά μάλιστα τόσο
εκτεταμένης που αγγίζει τα όρια του εξωανθρώπινου. Αυτή η απολύτως ελεγχόμενη και
ενσυνείδητη, καθόλου συμπτωματική, αντιπαράθεση υπηρετεί την αρχική επιδίωξη σύζευξης
παλαιού και νέου. Συνενώνει δύο εκ διαμέτρου αντίθετους κόσμους, αυτόν της φυσικής ανθρώπινης
φωνής και τον κόσμο των τεχνητών ηλεκτρονικών ήχων.11 Ο Στόκχαουζεν αφήνει σκοπίμως μια
ασάφεια μεταξύ ηλεκτρονικού/συνθετικού και ακουστικού/φυσικού ήχου επεμβαίνοντας στη φωνή
με τέτοιο τρόπο, ώστε να μεταμορφώνεται σε κάτι οικείο και σύγχρονο. Αυτή η προσέγγιση έχει
ονομαστεί μεταμορφικός αναχρονισμός.12

Ο Σειραϊσμός τις αρχές του οποίου αξιοποίησε στο Gesang, καθρεφτίζει τις πεποιθήσεις του·
θεωρούσε ότι, οι αυστηρές μαθηματικές σχέσεις που διέπουν τη σειραϊκή μουσική, είναι
αντανάκλαση των απόλυτων μαθηματικών κοσμικών προτύπων που διέπουν ολόκληρο το σύμπαν.
Έτσι, έβλεπε τον Σειραϊσμό ως τη μόνη διέξοδο για την προσέγγιση στην ‘τέλεια’ και θεόπνευστη
μουσική δημιουργία. Όμως την ίδια στιγμή, η τόσο εκτεταμένη επέμβαση στη φυσική φωνή, που
έφτανε να αλλοιώνει και να καθιστά ακατανόητο ακόμη και το βιβλικό κείμενο, κινδύνευε να
αποδυναμώσει, ή ίσως και να εξαφανίσει, την ίδια τη θρησκευτική διάσταση, όπως την προσέγγισε ο
Στόκχαουζεν. Θεωρείται όμως ότι, στο Gesang ούτε το παλαιό επισκιάζει το νέο, αλλά ούτε και το
αντίστροφο. Αντιθέτως, συνυπάρχουν σε μια αυξομειούμενη αλληλεπίδραση.13

2.β. Οι συμβολισμοί του έργου


Το βιβλικό κείμενο που θέλησε να χρησιμοποιήσει ο Στόκχαουζεν στο Gesang, υποδεικνύει εξαρχής
ξεκάθαρα τον θρησκευτικό προσανατολισμό του έργου. Η παιδική φωνή συνδέεται με το στοιχείο
της αγνότητας που χαρακτηρίζει τον πνευματικό κόσμο, και οι βίαιες εξάρσεις των συνθετικών ήχων

10
Faulkenberry Α., Ο.π. σ. 1
11
Metzer, D.J. (2004). Ο.π. σ. 695
12
Faulkenberry Α., Ο.π. σ. 6. Metamorphic Anachronism. Δηλαδή η παρουσίαση παλαιού άρα οικείου υλικού με νέο άρα
ξένο τρόπο. Στον Metzer το οικείο (familiar) βρίσκεται στον αντίποδα του αφηρημένου (abstract). Η σύνδεση είναι
σαφής· το οικείο είναι κάτι συγκεκριμένο, ενώ το αφηρημένο, που δύσκολα συγκεκριμενοποιείται, γίνεται αντιληπτό ως
ξένο, μη οικείο.
13
Decroupet, Pascal et. al. “Through the Sensory Looking-Glass: The Aesthetic and Serial Foundations of Gesang der
Jünglinge.” Translated by Jerome Kohl. Perspectives of New Music 36, no. 1 (1998): 97–142

5
προσομοιάζουν στις πύρινες γλώσσες που κατακλύζουν την κάμινο, εντός της οποίας βρίσκονται οι
τρεις παίδες της βιβλικής διήγησης. Επίσης, το τέλος του έργου, χωρίς μεταβατική ενότητα προς το
τελευταίο μέρος, φαίνεται να μένει μετέωρο και απότομο, σαν να θέλει να υπονοήσει ότι, η διαπάλη
μεταξύ παλαιού και νέου είναι διηνεκής· το μεν παλαιό παλεύει να μην εκμηδενιστεί από το νέο, το
δε νέο να προσπαθεί να κάμψει τις αντιστάσεις του παλαιού και γερά εδραιωμένου. Στο Gesang αυτή
η διαμάχη προσλαμβάνει δημιουργικό χαρακτήρα. Είναι σαν το παλαιό και το νέο να
επαναπροσδιορίζονται μέσω της αμοιβαίας πρόκλησης, σε παραλληλισμό με τους τρεις νέους στην
κάμινο, που αντιστέκονται στις φλόγες.14

Σύμφωνα με τον Μέτζερ15 στο Gesang ο Στόκχάουζεν προβάλλει τρία συμβολικά (αντιθετικά)
δίπολα: α) καθαρό έναντι ανάμεικτου, β) ηλεκτρονικό έναντι ομιλίας και γ) μηχανικό έναντι
παιδικού. Το καθαρό (purity) αντιπροσωπεύεται από τον αφηρημένο ηλεκτρονικό ήχο καθεαυτόν,
χωρίς συνειρμούς (συχνή παρουσία ημιτονοειδούς κύματος)· το ανάμεικτο (impurity) από οτιδήποτε
εκτός αυτού του πεδίου, που δημιουργεί αίσθημα οικειότητας μέσω παγιωμένων συνειρμών. Το
ηλεκτρονικό (electronic) εκπροσωπεί έναν δυσνόητο και ανεξιχνίαστο, άρα ξένο χώρο (για την
εποχή), σε αντιπαραβολή με το οικείο αίσθημα της ομιλίας (speech) που εμπνέει η ίδια η ανθρώπινη
φωνή και ο λόγος. Τέλος, το μηχανικό (machine) στοιχείο εκπροσωπούν οι γεννήτριες ήχου και οι
συνθετητές, προβάλλοντας την παράμετρο της τεχνολογίας, σε αντίθεση με την παιδικότητα
(childhood), που προβάλλεται μέσω των παγιωμένων συνειρμών αθωότητας που προκαλεί η παιδική
φωνή. Το έργο παλινδρομεί ανάμεσα σ’ αυτά τα δίπολα, αλλά με μια απροσδιόριστη τάση προς την
περιοχή του αφηρημένου στο πλαίσιο του μοντερνισμού. Η παλινδρόμηση εκφράζεται με έντονες
αντιθέσεις, μάλιστα μέχρι του σημείου να αντιστραφούν οι ρόλοι· η φωνή, η οποία με τον έναν ή τον
άλλο τρόπο, έχει σταθερή παρουσία στο έργο, υφίσταται τέτοια επεξεργασία που καταλήγει να
προσομοιάζει σε ημιτονοειδές κύμα, ενώ ο ηλεκτρονικός ήχος να πλησιάζει χροιά ανθρώπινης
φωνής, να μεταπλάθεται σε ομιλούντα ήχο.16

Αυτοί οι συμβολισμοί εκτείνονται και ως την σφαίρα του θρησκευτικού. Η έννοια της καθαρότητας,
που αποτελεί βασικό προσανατολισμό του έργου, εκφράζεται με διάφορα μέσα· το ημιτονοειδές
κύμα στον ηλεκτρονικά παραγόμενο ήχο, η αγνότητα της παιδικής φωνής, η επιλογή του βιβλικού
κειμένου, ακόμη και το στοιχείο της φωτιάς στην ίδια τη βιβλική διήγηση, ως σύμβολο κάθαρσης.

3. Επίλογος

Οι πρώιμες σειραϊκές συνθέσεις, όντας άκρως αφηρημένες, παρέμεναν ασυμβίβαστες με την έως
τότε οικεία μουσική κληρονομιά και τα νοήματα που αυτή είχε προσλάβει κατά την πάροδο του
χρόνου. Στο Gesang der Jünglinge όμως γεφυρώνεται το χάσμα μεταξύ των δύο φέρνοντας την
παράδοση στον αστερισμό του μοντερνισμού. Έτσι, κατορθώνει να προσδώσει νέα πνοή και στο
παλαιό και στο νέο.17 Ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον γνώρισμα του έργου είναι, όχι μόνο η αντίθεση
μεταξύ οικείου και αφηρημένου, αλλά κυρίως με πόσους διαφορετικούς τρόπους αυτή εκφράζεται

14
Faulkenberry Α., Ο.π. σ. 7
15
Metzer, D.J. (2004). Ο.π. σ. 699
16
Metzer, D.J. (2004). Ο.π. σ. 712
17
Faulkenberry Α., Ο.π. σ. 8

6
και μετασχηματίζεται. Το έργο εστιάζει στο στοιχείο της καθαρότητας και του πρωτογενούς, ενώ
συνδυάζει την πολυμέρεια του ηλεκτρονικού ήχου με τις περιπλοκές του ανθρώπινου λόγου.

Ο Θ. Αντόρνο (Theodor Adorno), μάλιστα, θεωρούσε ότι το Gesang κατόρθωσε να αποφύγει την
ανούσια μονοτονία, που προκύπτει από την στείρα παράθεση έως και κατάχρηση σειραϊκών
τεχνικών.18 Τόσο από άποψη μορφής όσο και περιεχομένου το Gesang der Jünglinge αποτέλεσε
σταθμό και κομβικό έργο της σύγχρονης μουσικής. Επαναπροσδιόρισε το παλαιό και το νέο,
ανασύνθεσε την συνύπαρξή τους και συμφιλίωσε το οικείο και συγκεκριμένο με το ξένο και
αφηρημένο.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~***~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

18
Metzer, D.J. (2004). Ο.π. σ. 716

You might also like