You are on page 1of 30

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

«ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΑ ΑΝΑΚΤΟΡΙΚΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΑ»

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: «Τέχνες Ι: Ελληνικές Εικαστικές Τέχνες,


Επισκόπηση της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας.»

ΕΛΠ 12
ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΝΟΔΑΡΟΥ ΕΛΕΝΗ
ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗΣ ΦΟΙΤΗΤΡΙΑΣ: ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Β. ΑΝΔΡΟΝΙΚΗΣ
Α.Μ.055032

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2014

1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ……………………………………………………………………………....3

Α. ΜΙΝΩΙΚΟ ΑΝΑΚΤΟΡΟ…………………………………………….........................4-8

Β. ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΑΝΑΚΤΟΡΟ………………………………….........................9-17

Γ. ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΑΝΑΚΤΟΡΙΚΩΝ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΩΝ……...............17-8

Δ. ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΔΙΑΚΟΣΜΟΣ……………………………………………….18-23

α. Τοιχογραφία πομπής από το ανάκτορο των Θηβών…………………………………20

β. Τοιχογραφία του «Πρίγκιπα με τα Κρίνα»………………………………………….21-2

γ. Τοιχογραφία γυναικείας μορφής από το «θρησκευτικό κέντρο» των Μυκηνών…22-3

Ε. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ………………………………………………..23-4

ΣΤ. ΟΦΕΛΗ ΚΑΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΚΤΟΡΩΝ….24-5

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ……………………………………………………………………...25-6

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ……………………………………………………………………………27-8

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ………………………………………………………………………….29-30.

2
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο Αιγαιακός χώρος υπήρξε η κοιτίδα των σημαντικότερων ευρωπαϊκών πολιτισμών κατά


την πρωτοϊστορική περίοδο. Οι ανασκαφές του 19 ου αιώνα έφεραν στην επιφάνεια τη
λαμπρότητα της μινωικής Κρήτης, αλλά και της μυκηναϊκής ηπειρωτικής Ελλάδας,
αναδεικνύοντας θαυμαστά πολιτισμικά επιτεύγματα, που εκτείνονται χρονικά χιλιάδες χρόνια
πριν από τα λαμπρά κλασικά χρόνια. Κεντρικό πυρήνα από την άποψη της οργάνωσης του
μινωικού και του μυκηναϊκού κόσμου αποτέλεσε το ανακτορικό σύστημα. Επιπρόσθετα,
κεντρική θέση στην καλλιτεχνική τους παραγωγή κατείχε η τοιχογραφική τέχνη. Στόχο αυτής
της εργασίας θα αποτελέσει η συνεξέταση των ανακτορικών συγκροτημάτων της Κνωσού και
των Μυκηνών, η ανάδειξη της λειτουργίας τους και ο εντοπισμός ομοιοτήτων και διαφορών
μεταξύ τους. Επιπλέον, θα επιχειρηθεί η μελέτη του ζωγραφικού διακόσμου των ανακτόρων και
η προσπάθεια περιγραφής και συσχετισμού δύο παραδειγμάτων –μιας μινωικής και μιας
μυκηναϊκής τοιχογραφίας-, αλλά και σύγκρισής τους ως προς την τεχνοτροπία. Θα εξεταστεί η
επίδραση της προϊστορικής αρχαιολογίας στη σύγχρονη ελληνική αρχιτεκτονική. Τέλος, θα
εντοπιστούν ενδεικτικά τα οφέλη, αλλά και οι κίνδυνοι από την αξιοποίηση των προϊστορικών
ανακτόρων για τουριστικούς λόγους.

3
Α. ΜΙΝΩΙΚΟ ΑΝΑΚΤΟΡΟ1

Η ύπαρξη ή μη ανακτόρων στη Μινωική Κρήτη 2 αποτελεί και το σημείο αναφοράς, με


βάση το οποίο χρονολογούνται και διακρίνονται οι διαφορετικές περίοδοι του Μινωικού
πολιτισμού. Έτσι, η περίοδος πριν από την κατασκευή ανακτόρων ονομάζεται Προανακτορική
περίοδος και εκτείνεται μέχρι το 2000 π. Χ. Γύρω στο 2000 π.X. οικοδομήθηκαν τα πρώτα και
παλαιά ανάκτορα ονοματοθετώντας την περίοδο, η οποία και είναι γνωστή ως
Παλαιοανακτορική. Τα παλαιά ανάκτορα καταστρέφονται περίπου το 1700 π.X. από κάποια
φυσική καταστροφή, πιθανώς από σεισμό. Στη θέση των παλαιών ανακτόρων οικοδομούνται νέα
και μεγαλοπρεπέστερα ανακτορικά συγκροτήματα γνωστά ως Νέα ανάκτορα, ενώ, όλη η
περίοδος ονομάστηκε Νεοανακτορική περίοδος. Τα ανάκτορα καταστρέφονται οριστικά κατά
τη διάρκεια του 14ου αιώνα, όταν πια στην Κνωσό και γενικότερα στην Κρήτη είχαν κυριαρχήσει
οι Μυκηναίοι. Τα ανάκτορα εντοπίζονται στις θέσεις Κνωσός, Φαιστός, Ζάκρος και Μάλια.

Το ανάκτορο της Κνωσού ήταν το μεγαλοπρεπέστερο και πολυπλοκότερο 3 ανακτορικό


συγκρότημα, γεγονός που επιβεβαιώνει την άποψη ότι ο ηγεμόνας της Κνωσού, ασκούσε
κάποιας μορφής εξουσία και στις άλλες περιοχές. Το ανάκτορο ήταν πολυώροφο και χωριζόταν
σε διάφορα τμήματα, καθένα από τα οποία είχε ξεχωριστή χρήση. Από την κάτοψη του
ανακτόρου γίνεται αντιληπτό ότι το κτιριακό συγκρότημα περιλάμβανε μία συνεχή σειρά
κτιρίων τα οποία διατάσσονταν γύρω από μία κεντρική αυλή με προσανατολισμό Β-Ν. 4 Στη
δυτική πλευρά του συγκροτήματος παρατηρείται η ύπαρξη μιας επιπλέον αυλής, η οποία,
ενδεχομένως, χρησιμοποιούνταν ως χώρος λαϊκών συγκεντρώσεων. Στην κάτοψη του ισογείου
παρατηρούμε μεγάλο αριθμό διαδοχικών στενών δωματίων, τα οποία θα πρέπει να
λειτουργούσαν ως αποθήκες ή ως εργαστήρια τεχνιτών. Παρατηρείται επίσης, η ύπαρξη
μεγαλύτερων διαμερισμάτων με τελετουργικά δωμάτια, κυρίως στον δεύτερο όροφο, τα οποία,
προφανώς, χρησιμοποιούνταν για θρησκευτικές τελετουργίες. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του

1
Για την κάτοψη του μινωικού ανακτόρου της Κνωσού, βλ. Παράρτημα στην παρούσα εργασία, σελ. 27.
2
Για τα ανακτορικά συγκροτήματα της μινωικής Κρήτης, βλ. και Αλεξίου 1969, 149-270 ·Graham 1972, 23-47
·Πλάτων 1974 · Hitchcock 1999, 63-71 · Hitchcock 2000 · Μαντζουράνη 2002.
3
Η πολύπλοκη αρχιτεκτονική δομή του ανακτόρου εξάλλου είναι πιθανό να προκάλεσε τις μυθικές αφηγήσεις για
την ύπαρξη του λαβυρίνθου.
4
Μοναδική εξαίρεση αποτελεί το ανακτορικό συγκρότημα της Ζάκρου του οποίου ο προσανατολισμός
κατευθύνεται ΒΑ-ΝΔ. Για τις υπόλοιπες ιδιαιτερότητες του ανακτόρου της Ζάκρου, βλ. Dickinson2003,215

4
μινωικού ανακτόρου που αποτελούν και πρωτότυπες αρχιτεκτονικές και κατασκευαστικές
επινοήσεις, είναι τα πολύθυρα, η Αίθουσα του ανακτόρου, ο ημιυπόγειος θάλαμος -γνωστός ως
Δεξαμενή Καθαρμών-, τα κλιμακοστάσια που κατασκευάζονται με μνημειακές διαστάσεις, οι
φωταγωγοί, η συχνή χρήση κιόνων, η χρήση δοκαριών για ενίσχυση της τοιχοποιίας, όπως και η
πρόβλεψη για υδρευτικό και αποχετευτικό σύστημα αποτελούμενο από αγωγούς και σωλήνες.
Ενώ, παράλληλα, υψηλού επιπέδου καλλιτεχνικό αισθητήριο αναδεικνύουν οι ορθομαρμαρώσεις
και οι τοιχογραφίες που κοσμούν δωμάτια και διαδρόμους.

Τρεις είσοδοι, που εντοπίζονται στη βόρεια, τη δυτική και τη νότια πλευρά προσέφεραν
πρόσβαση στο ανακτορικό συγκρότημα, το οποίο αναπτύσσεται σε τέσσερις πτέρυγες
διατεταγμένες γύρω από μια μεγάλη Κεντρική Αυλή, που, προφανώς, λειτουργούσε ως χώρος
δημόσιων συγκεντρώσεων.

Στη δυτική πτέρυγα του ανακτόρου απαντώνται οι επίσημοι χώροι για τις διοικητικές και
θρησκευτικές δραστηριότητες όπως το Τριμερές Ιερό, τα Ιερά Θησαυροφυλάκια και οι
Υπόστυλες Κρύπτες. Στην ίδια πτέρυγα συναντά κανείς και 18 μακρόστενα δωμάτια με τα
μεγάλα πιθάρια, τα οποία χρησιμοποιούνταν ως δημόσιες αποθήκες. Σε περίοπτη θέση βρίσκεται
η Αίθουσα του Θρόνου, με τη Δεξαμενή των Καθαρμών και θρόνο κατασκευασμένο από
αλάβαστρο, ο οποίος πλαισιώνεται από θρανία. Η Αίθουσα αποτελείται από τον προθάλαμο και
τον κυρίως χώρο του θρόνου. Ο χώρος προφανώς, χρησιμοποιούνταν ως χώρος συγκέντρωσης
και λήψης αποφάσεων από τους ανώτατους φορείς της διοίκησης. Στους πάνω ορόφους της ίδιας
πτέρυγας υπάρχουν συγκεντρωμένες οι αίθουσες των τελετών.

Αίθουσα του Θρόνου

5
Στη νοτιοδυτική πλευρά του ανακτόρου βρίσκεται μια δεύτερη αυλή, η Δυτική, που ήταν η
επίσημη είσοδος του ανακτόρου και η Δυτική Είσοδος που οδηγεί στο Διάδρομο Πομπής. Στη
νότια πτέρυγα σημαντικότεροι χώροι είναι το Νότιο Πρόπυλο, ο Διάδρομος της Πομπής και η
Νότια Είσοδος με την τοιχογραφία του Πρίγκιπα με τα Κρίνα. Ενώ, στην αριστερή πλευρά του
διαδρόμου εντοπίζονται τα Προπύλαια και τα μνημειακού μεγέθους Διπλά Κέρατα, που είναι
συνδεδεμένα με τη μινωική θρησκεία.5 Τόσο η τοιχογραφία του διαδρόμου της πομπής, όσο και
η ύπαρξη των ιερών συμβόλων προσδίδουν έναν ιδιαίτερα τελετουργικό και θρησκευτικό
χαρακτήρα στην περιοχή αυτή του ανακτόρου.

Ο «Πρίγκιπας με τα κρίνα» Πρόπυλο-Διπλά Κέρατα

Στην ανατολική πτέρυγα αναπτύσσονται τα βασιλικά διαμερίσματα, μεγάλες αίθουσες


υποδοχής, δωμάτια διαμονής κι ένας ιερός χώρος. Στα διαμερίσματα και τις αίθουσες πρόσβαση
παρέχουν οι επιβλητικού μεγέθους κλίμακες. Από τα δωμάτια, άξια ιδιαίτερης μνείας είναι η
αίθουσα των Διπλών Πελέκεων και το Διαμέρισμα της Βασίλισσας, με την τοιχογραφία των
δελφινιών.

5
Τα διπλά κέρατα αποτελούν ένα από τα ιερά σύμβολα της μινωικής θρησκείας.

6
Το διαμέρισμα της βασίλισσας

Στα βόρεια και ανατολικά του διαμερίσματος της βασίλισσας βρίσκονται οι βασιλικές
αποθήκες, ενώ, ανατολικότερα βρίσκονται τα διάφορα εργαστήρια των τεχνιτών, καθώς και
βασιλικές αποθήκες.

Η επικοινωνία του ανακτορικού συγκροτήματος με το λιμάνι της Κνωσού γινόταν από


τη Βόρεια Είσοδο, η οποία πλαισιωνόταν από υπερυψωμένες στοές. Η δυτική στοά είναι
διακοσμημένη με την τοιχογραφία με θέμα  «Κυνήγι Ταύρου».

Στη βόρεια πτέρυγα υπάρχει «Τελωνείο», ο χώρος στον οποίο, προφανώς, εκφορτώνονταν
τα προϊόντα που εισάγονταν στο νησί από το εξωτερικό, μία δεξαμενή καθαρμών κι ένας
υπαίθριος λιθόκτιστος θεατρικός χώρος.

Ο χώρος του «θεάτρου»

Από το χώρο του θεάτρου ξεκινάει μεγάλη λιθόστρωτη πομπική οδός, με λιθόκτιστα
πλευρικά αναλημματικά τοιχώματα, η Βασιλική Οδός, που κατέληγε στο Μικρό Ανάκτορο και
την πόλη στη βορειοδυτική γωνία του ανακτόρου.

7
Βασιλική οδός.

Ήδη, από την κάτοψη του ανακτόρου, αλλά και από τα ευρήματα στο εσωτερικό,
καθίσταται προφανές ότι το ανακτορικό συγκρότημα αποτελούσε το κέντρο αναφοράς των
πόλεων, στις οποίες βρισκόταν και επιτελούσε, εμφανώς, πολλές λειτουργίες. 6 Αποτελούσε το
διοικητικό και πολιτικό κέντρο της περιοχής, αφού στέγαζε τους φορείς της εξουσίας και διέθετε
χώρους για τη συνάθροισή τους και τη λήψη των σημαντικών αποφάσεων. 7 Λειτουργούσε,
επιπλέον, ως το θρησκευτικό κέντρο της περιοχής αφού διέθετε χώρους δημοσίων
συγκεντρώσεων8 και τέλεσης θρησκευτικών τελετουργιών.9 Έπαιζε, επίσης, τον ρόλο του
παραγωγικού-οικονομικού και εμπορικού κέντρου, αφού διέθετε τα εργαστήρια των τεχνιτών,
τους αποθηκευτικούς χώρους συγκέντρωσης της παραγωγής, τους ειδικούς χώρους για την
είσοδο ή την έξοδο αγαθών από την περιοχή. Τέλος, αποτελούσε το κοινωνικό κέντρο της
περιοχής, αφού διέθετε χώρους υποδοχής του κοινού και τέλεσης εορταστικών –αθλητικών ή
θρησκευτικών- εκδηλώσεων.10

6
Για τον πολυεπίπεδο ρόλο του ανακτόρου, βλ. και Μαντζουράνη 2002, 173.
7
Η Αίθουσα του ΘΙρόνου είναι ένας τέτοιος χώρος.
8
Η Δυτική αυλή θα μπορούσε να θεωρηθεί τέτοιος χώρος
9
Η Δεξαμενή των Καθαρμών, αλλά και οι αίθουσες που φιλοξενούν τοιχογραφίες με θρησκευτικό θέμα
υποδεικνύουν έναν τέτοιο ρόλο.
10
Ο χώρος του «θεάτρου», αλλά και η τοιχογραφία των ταυροκαθαψίων ενισχύουν αυτή την άποψη.

8
Β. ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΑΝΑΚΤΟΡΟ 11

1. Η Ακρόπολη των Μυκηνών. 12

Η ακρόπολη των Μυκηνών υψώνεται σε απρόσιτο σημείο, πάνω σε ένα βραχώδη λόφο, ο
οποίος είναι προστατευμένος από βουνά και προσπελάσιμος μόνο από τις πλευρές της επίσημης
εισόδου. Στο υψηλότερο σημείο της ακρόπολης, στην κορυφή του λόφου, ήταν οικοδομημένο το
ανακτορικό συγκρότημα. . Η ακρόπολη καταλαμβάνει μια έκταση 30.000 τμ. Μέχρι την τελική
της μορφή υφίσταται μετασκευές σε τρεις
φάσεις, καθώς, σταδιακά, είτε προβάλλεται η
διαρκώς αυξανόμενη δύναμη των Μυκηναίων
ηγεμόνων, είτε καλύπτονται οι μεγαλύτερες
ανάγκες που παρουσιάζονται για ενίσχυση της
άμυνας και εξασφάλιση της τροφοδοσίας σε
τρόφιμα και νερό στο εσωτερικό του
συγκροτήματος.

Η ακρόπολη των Μυκηνών.

11
Για την κάτοψη της μυκηναϊκής ακρόπολης και του Ανακτόρου βλ. Παράρτημα στην παρούσα εργασία, σελ 28.
12
Για την μυκηναϊκή ακρόπολη βλ. και Ιακωβίδης 1973. Για την ακρόπολη των Μυκηνών και το ανακτορικό
συγκρότημα πρβλ. και Βασιλικού 145-81.

9
Η ακρόπολη οχυρώθηκε γύρω στο 1340 π.Χ., με τείχη που ακολουθούσαν τη φυσική περίμετρο
του λόφου και τα οποία ονομάστηκαν «κυκλώπεια», λόγω των μνημειακών τους διαστάσεων. 13
Η οχύρωση είχε πάχος κατά μέσον όρο 5.50μ. και αποτελούνταν από τεράστιους ογκόλιθους
ελαφρώς λαξευμένους, ώστε να εφάπτονται μεταξύ τους, ενώ, τα κενά συμπληρώνονταν με
μικρότερους δόμους. Το αρχικό ύψος του οχυρωματικού περιβόλου δεν σώζεται , υπολογίζεται
όμως, ότι θα άγγιζε περίπου τα 12 μέτρα.

    Στο υψηλότερο σημείο της ακρόπολης ήταν χτισμένο το ανάκτορο του ηγεμόνα του
μυκηναϊκού βασιλείου.14

Αεροφωτογραφία της ακρόπολης των Μυκηνών. Το ανάκτορο διακρίνεται στο υψηλότερο σημείο της.

13
Ο όρος «Κυκλώπεια» αποδόθηκε, επειδή, λόγω του όγκου τους, οι αρχαίοι πίστευαν ότι μόνο Κύκλωπες
μπορούσαν να τα κατασκευάσουν. Σύμφωνα  με την παράδοση ιδιαίτερα δυνατοί οικοδόμοι από την Λυκία, οι
Κύκλωπες,  έκοψαν από το ασβεστολιθικό πέτρωμα  της περιοχής μεγάλους ογκόλιθους, που τους τοποθέτησαν
κατευθείαν πάνω στο βράχο και τους συνταίριαξαν με πολύ λίγο πελέκημα και σχεδόν χωρίς συνδετικό υλικό.

14
Από την αεροφωτογραφία των Μυκηνών καθίσταται εμφανές ότι το ανάκτορο του ηγεμόνα ήταν οικοδομημένο
σε σημείο που πρόσφερε ακόμα μεγαλύτερη προστασία, μέσα σε ένα ήδη φυσικά οχυρό περιβάλλον.

10
2. Η Πύλη των Λεόντων

Η πρόσβαση στο ανάκτορο παρεχόταν από μία κύρια πύλη στα βορειοδυτικά και από μία
δευτερεύουσα βόρεια πύλη. Η κεντρική πύλη -γνωστή ως Πύλη των Λεόντων- αποτελεί μία
επιβλητική μνημειώδη κατασκευή, η οποία εντυπωσιάζει ακόμα και σήμερα τον επισκέπτη.
Κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια των μετασκευών του συγκροτήματος και υπολογίζεται ότι
οικοδομήθηκε γύρω στο 1250 π.Χ. Αποτελείται από δύο παραστάδες οι οποίες επιστέφονται από
ένα μονολιθικό υπέρθυρο. Πάνω από αυτό, στο κουφιστικό τρίγωνο της κατασκευής
ενσωματώνεται μία πλάκα με εξωτερική διακόσμηση τη σύνθεση δύο ανάγλυφων λιονταριών. 15
Τα λιοντάρια στέκονται αντιμέτωπα, πάνω σε έναν αμφίκοιλο βωμό, ενώ, ανάμεσά τους
υψώνεται ένας κίονας μινωικής τεχνοτροπίας.

Το ανακουφιστικό τρίγωνο πάνω από την Πύλη

Άλλοι από τους μελετητές προσδίδουν στην κατασκευή θρησκευτικό περιεχόμενο, ενώ,
άλλοι τη θεωρούν βασιλικό έμβλημα. Εξίσου, όμως, πιθανό είναι να συνδυάζονται και οι δύο
εκδοχές και η είσοδος να αποτυπώνει την ισχύ του ηγεμόνα που νομιμοποιείται από τη θεϊκή
εντολή.

15
Το ανακουφιστικό τρίγωνο αποτελεί χαρακτηριστικό της μινωικής αρχιτεκτονικής, ώστε να απαλλάσσει το
υπέρθυρο από το βάρος του τοίχου πάνω από αυτό. Για την πύλη των Λεόντων βλ. Βασιλικού 1995,157-61.

11
Η «Πύλη των Λεόντων»

3. Εσωτερικό της ακρόπολης.

Δεξιά από την πύλη βρίσκεται κτίριο, το οποίο αποκαλείται «Σιταποθήκη», από το
απανθρακωμένο σιτάρι που βρέθηκε στο εσωτερικό του. Πιθανώς να λειτουργούσε ως
φρουραρχείο, ελέγχοντας την πρόσβαση και τις ενδεχόμενες απειλές.

α. Οικίες.

Κατά μήκος του Νότιου τείχους, οι ανασκαφές αποκάλυψαν μία σειρά κτιρίων, τα οποία
συμβατικά ονομάστηκαν «οικίες» και διαθέτουν ονομασίες ανασκαφέων των Μυκηνών ή των
σημαντικότερων ευρημάτων που βρέθηκαν σ' αυτά, όπως "οικία Τσούντα", "οικία Wace" και
"οικία του Κρατήρα των Πολεμιστών". Τα κτίρια αυτά ονομάστηκαν οικίες, αλλά στην
πραγματικότητα προορίζονταν για διάφορες χρήσεις. Κάποια, πιθανώς, να χρησιμοποιούνταν ως
εργαστήρια - όπως η « οικία της Αναβάθρας», που πιθανολογείται ότι χρησιμοποιούνταν ως
εργαστήριο, εξαιτίας των ευρημάτων που βρέθηκαν στο εσωτερικό του κτιρίου- είτε
αποτελούσαν κατοικίες αξιωματούχων ή ιερέων.

β. Το «θρησκευτικό κέντρο» .

Στο κέντρο αυτού του συγκροτήματος κτιρίων βρισκόταν το "Θρησκευτικό Κέντρο" των
Μυκηνών. 16
Στο θρησκευτικό κέντρο οδηγούσε μία πομπική οδός. Στο τέρμα της οδού υπήρχε
δωμάτιο με πεταλόσχημη εστία και τράπεζα θυσιών, ενώ, δίπλα σ’ αυτό αποκαλύφθηκε το
«Δωμάτιο των Ειδώλων», στο οποίο βρέθηκαν ειδώλια με τρομακτική όψη και στραμμένα προς
τον τοίχο. Πιθανώς, το δωμάτιο να συνδεόταν με τη λατρεία χθόνιων θεοτήτων. Δίπλα σε αυτό

16
Για το θρησκευτικό κέντρο των Μυκηνών βλ. και Βασιλικού 1995, σελ. 169-74· πρβλ. Dickinson 2003,σελ. 401.

12
οι ανασκαφές έφεραν στην επιφάνεια ένα τρίτο δωμάτιο με τοιχογραφίες στο εσωτερικό του,
που απεικόνιζαν γυναικείες μορφές που κρατούσαν ιερά σύμβολα, όπως στάχυα ή όπλα και
συνδέθηκαν με απεικονίσεις θεοτήτων.

Τοιχογραφία με απεικόνιση γυναικείας μορφής από το θρησκευτικό κέντρο. Η μορφή κρατά στάχυα και
ταυτίζεται με τη θεά της ευφορίας

Στο ίδιο σύμπλεγμα κτιρίων εντοπίστηκε βωμός, αλλά και κτίριο που φυλάσσονταν
πολύτιμα αντικείμενα, όπως, επίσης, και δωμάτια, τα οποία, προφανώς, αποτελούσαν κατοικίες
των ιερέων. Μια πλατιά αναβάθρα οδηγούσε από την πύλη των λεόντων στο ανάκτορο, το οποίο
βρισκόταν στο υψηλότερο σημείο της.

. Αποκατάσταση του θρησκευτικού κέντρου

13
γ. Το ανάκτορο

Ο χώρος του ανακτόρου καλύπτει μια επιφάνεια 9000 τ.μ. 17 Περιλαμβάνει τα επίσημα
διαμερίσματα υποδοχής, τα ιδιωτικά διαμερίσματα διαμονής της βασιλικής οικογένειας και
βοηθητικές εγκαταστάσεις, όπως ανακτορικά εργαστήρια. Τα επίσημα διαμερίσματα βρίσκονταν
στο νότιο τμήμα του ανακτόρου και περιλάμβαναν την αυλή, το μέγαρο του άνακτα, ένα
τετράγωνο δωμάτιο που, προφανώς, αποτελούσε ξενώνα και έναν επιπλέον βοηθητικό χώρο.

Αποκατάσταση του ανακτόρου του άνακτα

Το μυκηναϊκό μέγαρο είναι ένα επίμηκες τριμερές οικοδόμημα που περιλάμβανε την
αίθουσα, η οποία στην πρόσοψη διέθετε δύο κίονες «εν παραστάσι», τον πρόδομο – έναν
προθάλαμο που οδηγούσε στο κυρίως μέγαρο- και τον δόμο ή κυρίως μέγαρο. Στο κέντρο του
δόμου βρισκόταν εστία υπερυψωμένη, ενώ, στον δεξιό τοίχο βρισκόταν ο θρόνος. Και οι τρείς
χώροι του μεγάρου διέθεταν διακόσμηση.

17
Για το ανάκτορο βλ. Βασιλικού 1995, σελ.174-81.

14
Ο αρχιτεκτονικός τύπος του μεγάρου.

Κάτοψη. α. αίθουσα, β. πρόδομος, γ. κυρίως μέγαρο, δ. κυκλική εστία.

Αποκ
ατάσταση του «μεγάρου» του άνακτα

Το μέγαρο επικοινωνούσε με μία κεντρική αυλή. Στο δυτικό μέρος της αυλής υπήρχε ένα
δωμάτιο με τετράγωνη εστία – προφανώς ξενώνας-, το οποίο επικοινωνούσε με ένα άλλο
δωμάτιο – ενδεχομένως, να ήταν λουτρό-. Στον ίδιο χώρο αποκαλύφθηκαν ιδιωτικά

15
διαμερίσματα, αλλά και βοηθητικές εγκαταστάσεις, όπως αποθηκευτικοί χώροι και
εργαστήρια.18

Άξια αναφοράς είναι και η υπόγεια κρήνη που κατασκευάστηκε σε βάθος 18 μ. στο βόρειο
τμήμα της ακρόπολης, ώστε να εξασφαλισθεί επάρκεια νερού. Στην κρήνη οδηγούσε μια
στεγασμένη κάθοδος, διά μέσου της βορειοανατολικής επέκτασης, η οποία ανήκει στην τρίτη
φάση των μετασκευών στην ακρόπολη.19

δ. Ταφικοί περίβολοι

Κοντά στην ακρόπολη των Μυκηνών βρίσκονταν οι βασιλικοί θολωτοί τάφοι και οι


"ταφικοί περίβολοι", όπου ήταν θαμμένα τα πρόσωπα της βασιλικής οικογένειας. Ο ταφικός
περίβολος Β βρίσκεται έξω από το οχυρωματικό τείχος. Ο ταφικός περίβολος Α που βρίσκεται
στα ΝΑ της πύλης των λεόντων περικλείστηκε μέσα στα τείχη κατά το διάστημα όμως της
επέκτασης της οχύρωσης.20 Τα μυκηναϊκά ανάκτορα καταστράφηκαν σχεδόν ταυτόχρονα γύρω
στο 1200 π.Χ., στα τέλη δηλαδή της υστεροελλαδικής ΙΙI B περιόδου. Για τα αίτια της
καταστροφής έχουν διατυπωθεί πολλές και διαφορετικές θεωρίες .

Το μυκηναϊκό ανάκτορο οικοδομείται για να καλύψει επίσης, συγκεκριμένες λειτουργικές


ανάγκες. Αποτελεί επίσης, το διοικητικό και πολιτικό κέντρο της συγκεκριμένης επικράτειας. Ο
χώρος του ανακτόρου καθίσταται το κέντρο λήψης των αποφάσεων. Αποτελεί το οικονομικό
κέντρο και το κέντρο ελέγχου της παραγωγής. Αυτό αποδεικνύεται από την ύπαρξη στο
εσωτερικό της ακρόπολης ανακτορικών εργαστηρίων, αλλά και από τον εντοπισμό εργαστηρίων
έξω από την ακρόπολη, αλλά πολύ κοντά στο ανακτορικό συγκρότημα, γεγονός που αποδεικνύει
τη στενή τους σύνδεση με αυτό. Επίσης, το συμπέρασμα αυτό υποστηρίζεται και από την
ύπαρξη αποθηκευτικών χώρων για τη συγκέντρωση της παραγωγής. Αποτελεί θρησκευτικό
κέντρο. Το θρησκευτικό συγκρότημα επιβεβαιώνει την άποψη αυτή. Εξυπηρετεί επίσης, με
μοναδικό τρόπο την ανάγκη των κατοίκων του για προστασία, καθώς οικοδομείται σε μία ήδη
φυσικά οχυρή τοποθεσία, αλλά και ενισχύεται με επιβλητική οχύρωση. Τέλος, η θέση, η

18
Το μυκηναϊκό μέγαρο θα διατηρηθεί ως αρχιτεκτονική μορφή και μετά την κατάρρευση των μυκηναϊκών
ανακτόρων, αποτελώντας βασικό αρχιτεκτονικό τύπο της ηπειρωτικής Ελλάδας, με βάση τον οποίο θα οικοδομηθεί
στη συνέχεια ο αρχαίος ελληνικός ναός.
19
Για την κρήνη βλ. και Βασιλικού 1995,σελ.164-7
20
Για τους ταφικούς περιβόλους των Μυκηνών, βλ και Dickinson 2003,σελ. 315.

16
μεγαλειώδης κατασκευή του, αλλά και ο επιβλητικός του χαρακτήρας τονίζει την ισχύ του
ηγεμόνα.

Γ. Σύγκριση των δύο ανακτορικών συγκροτημάτων.

Η έμπνευση και η σύλληψη της αρχικής ιδέας για την οικοδόμηση των μυκηναϊκών
ανακτόρων προέρχεται ασφαλώς, από την μινωική Κρήτη. Γι’ αυτό και στα συγκροτήματα
παρατηρούνται ομοιότητες, αλλά και αρκετές διαφορές. Και τα δύο συγκροτήματα καλούνταν
να εξυπηρετήσουν όμοιες λειτουργικές ανάγκες. Έπρεπε να περιέχουν τα διαμερίσματα των
ηγεμόνων, καθώς επίσης, και εργαστήρια, αποθήκες και τόπους υποδοχής του κοινού, χώρους
λήψης αποφάσεων, χώρους τέλεσης θρησκευτικών τελετουργιών. Κοινό στοιχείο επίσης,
αποτελεί η ύπαρξη πολυτελούς εσωτερικής διακόσμησης, η οποία περιλάμβανε τοιχογραφημένο
διάκοσμο και λίθινες επενδύσεις. Υπάρχουν επίσης κοινά αρχιτεκτονικά στοιχεία, όπως ευρεία
χρήση της ξυλοδεσιάς και η χρησιμοποίηση ορθογώνιων πωρόλιθων στις προσόψεις. Κοινά
στοιχεία ακόμη, είναι η ύπαρξη ενδιάμεσων αυλών και φωταγωγών, οι μεγάλες αίθουσες
υποδοχής, οι αποθήκες με τα πιθάρια, οι εργαστηριακοί χώροι, τα λουτρά και το αποχετευτικό
δίκτυο.

Όμως, εντοπίζονται και αρκετές διαφορές. 21 Το μυκηναϊκό ανάκτορο είναι απλούστερο


συγκρότημα περιορισμένης έκτασης και δομημένο γύρω από ένα κεντρικό μέγαρο. Το μινωικό
ανάκτορο διαθέτει μεγαλύτερη έκταση και πολυπλοκότερη διάρθρωση, γύρω από μία κεντρική
αυλή, επιτρέποντας στον αρχιτέκτονα να επιχειρήσει καινοτομίες στην έκταση και το μέγεθος
των διαμερισμάτων. Αντίθετα, το μυκηναϊκό μέγαρο δεν επιδέχεται παραλλαγές. Το μινωικό
ανάκτορο με τα πολύθυρα και τους φωταγωγούς είναι ανοιχτό στο φως. Στο μυκηναϊκό
ανάκτορο οι πηγές φωτισμού είναι λιγότερες, γι’ αυτό και τα διαμερίσματα είναι σκοτεινά. Στην
Κρήτη τα διαμερίσματα έχουν μεγαλύτερο πλάτος απ’ ότι βάθος και η εστία είναι κινητή. Στο
μυκηναϊκό ανάκτορο, το μέγαρο έχει μεγαλύτερο βάθος απ’ ότι πλάτος, η είσοδος βρίσκεται στη
στενή πλευρά και η κυκλική εστία κατέχει σταθερή θέση, βρίσκεται δηλαδή στο κέντρο του
κυρίως μεγάρου περιβαλλόμενη από τέσσερις κίονες. Τέλος, τα μυκηναϊκά ανάκτορα
κατασκευάζονται σε μία φυσικά οχυρή θέση και διαθέτουν μνημειώδη οχυρωματικό περίβολο
21
Βλ. και Βασιλικού 1995, σελ.147-8.

17
και επιβλητικό πρόπυλο, ενώ τα μινωικά δεν περιβάλλονται από οχύρωση. Το κάθε συγκρότημα
κατασκευάζεται, για να καλύψει τις ανάγκες του συγκεκριμένου κοινωνικού και πολιτικού
περιβάλλοντος αφενός, εκφράζει όμως παράλληλα και την ψυχοσύνθεση, τις ιδιαιτερότητες, τον
τρόπο σκέψης και ζωής δύο διαφορετικών κοινωνιών.

Δ. ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΔΙΑΚΟΣΜΟΣ.

Κοινό στοιχείο στην συνεξέταση των μινωικών και των μυκηναϊκών ανακτόρων αποτελεί
η ύπαρξη πολυτελούς εσωτερικής διακόσμησης με κύριο στοιχείο τον τοιχογραφικό διάκοσμο
αιθουσών και διαμερισμάτων. Πέρα όμως, από την ομοιότητα της κοινής επιλογής Μινωιτών και
Μυκηναίων να διακοσμήσουν τους χώρους με τοιχογραφίες, εντοπίζονται σημαντικές διαφορές,
τόσο ως προς την τεχνοτροπία, όσο και ως προς το εικονογραφικό πρόγραμμα που υιοθετείται.

Η τέχνη της τοιχογραφίας γεννιέται στην Κρήτη την περίοδο ανάπτυξης των μυκηναϊκών
ανακτόρων και επηρεάζει και τις υπόλοιπες περιοχές, όπως τις Κυκλάδες. Οι Μυκηναίοι
γνωρίζουν την τοιχογραφική τέχνη, όταν πρωτοέρχονται σε επαφή με τον μυκηναϊκό κόσμο,
αλλά οι πρώτες μυκηναϊκές τοιχογραφίες χρονολογούνται τον 14ο και 13ο αιώνα. Η μινωική
αισθητική άσκησε ισχυρή επίδραση στην μυκηναϊκή τοιχογραφία, χωρίς αυτό να σημαίνει
άκριτη αποδοχή των μινωικών καλλιτεχνικών στοιχείων. Οι Μυκηναίοι επηρεάζονται από τη
μινωική καλλιτεχνική παραγωγή, αλλά προσαρμόζουν τα δικά τους δημιουργήματα στις
ανάγκες, τις αντιλήψεις και τις πεποιθήσεις της δικής τους κοινωνίας.

Τα χρώματα των τοιχογραφιών έχουν κυρίως φυσική προέλευση. Προέρχονται από ορυκτά
και από γαιώδη υλικά. Η τεχνική που ακολουθείται είναι αυτή της νωπογραφίας. Οι καλλιτέχνες
ολοκληρώνουν τη σύνθεση, όσο το ασβεστοκονίαμα του τοίχου είναι ακόμα νωπό, έτσι ώστε τα
χρώματα να απορροφούνται, καθώς ο τοίχος στεγνώνει και να διατηρούνται με τον τρόπο αυτό
ζωντανά και αναλλοίωτα.

18
Στον εικονογραφικό διάκοσμο των μινωικών ανακτόρων περιλαμβάνονται θέματα από
διάφορους κύκλους.22 Ένας εικονογραφικός κύκλος, ιδιαίτερα αγαπητός στους Μινωίτες, είναι
αυτός που απεικονίζει θέματα από τη φύση –όπως φυτά, βράχοι, ζώα, πουλιά- με αρκετά
ρεαλιστικό τρόπο.23 Επίσης, επιλέγονται θέματα θρησκευτικού περιεχομένου ή σκηνές που
συνδέονται άμεσα με τη ζωή στο εσωτερικό του ανακτόρου. 24 Επίσης, επιλέγονται σκηνές που
σχετίζονται με την ανθρώπινη δραστηριότητα.25 Οι μορφές, αλλά και το τοπίο αποδίδονται
φυσιοκρατικά, οι μινωικές τοιχογραφίες διακρίνονται από έναν έντονο νατουραλισμό, στα
σώματα ανθρώπων και ζώων διακρίνεται έντονη ευλυγισία και κίνηση. Παρατηρούνται όμως,
διαφοροποιήσεις, όταν κάποιος παρατηρεί τις ύστερες μινωικές τοιχογραφίες. Οι μορφές
αρχίζουν να σχηματοποιούνται, ενώ, μετά τη μυκηναϊκή κυριαρχία διακρίνεται η επιλογή
θεμάτων επηρεασμένων από τις προτιμήσεις των Μυκηναίων κατακτητών. 26

Την εποχή αυτής της διαφοροποίησης και της απομάκρυνσης των μινωικών τοιχογραφιών
από τη φυσική αναπαράσταση πραγματοποιείται η ουσιαστική επαφή των Μυκηναίων με τη
μινωική τοιχογραφική τέχνη. Οι Μυκηναίοι υιοθετούν αυτή την τάση της σχηματοποίησης και
της τυποποίησης αφενός, επειδή σ’ αυτή τη φάση αποκτούν ουσιαστικές επαφές με την Κρήτη
και αφετέρου, επειδή η σχηματοποίηση και η τυποποίηση συνάδει περισσότερο με τη μνημειακή
μυκηναϊκή τέχνη.27 Οι μυκηναϊκές τοιχογραφίες διακρίνονται από σχηματοποίηση, τυποποίηση,
αφαιρετικότητα, συμβατικότητα και επανάληψη. Μέσα από τη τοιχογραφική καλλιτεχνική τους
παραγωγή γίνεται αντιληπτή η διάθεση των Μυκηναίων για αφαίρεση και συμβολισμό. Η
θεματογραφία τους περιλαμβάνει θέματα που αποτελούν μινωική επίδραση, όπως σκηνές με
δελφίνια, ταυροκαθάψια, πομπές, αλλά και θέματα που αντλούνται από τον τρόπο ζωής της
μυκηναϊκής κοινωνίας, όπως άρματα, σκηνές κυνηγιού, μάχες πολιορκίες πόλεων.

Οι διαφορές στην καλλιτεχνική τεχνοτροπία θα εντοπιστούν με τη συνεξέταση τριών


τοιχογραφιών μινωικής και μιας μυκηναϊκής προέλευσης και τεχνοτροπίας. Θα εξεταστούν η
μινωική τοιχογραφία που απεικονίζει τον «Πρίγκιπα με τα κρίνα» σε σύγκριση με δύο

22
Για τη μινωική ζωγραφική βλ. Hood 1993, 56-74
23
Στον κύκλο αυτόν ανήκει η τοιχογραφία του Κροκοσυλλέκτη πιθήκου ή η εντυπωσιακή τοιχογραφία πιθήκων με
ιπτάμενα πουλιά που απεικονίζει σχεδόν όλα τα λουλούδια της μινωικής φύσης.
24
Σ’ αυτόν τον κύκλο ανήκουν οι τοιχογραφίες των πομπών, ή η τοιχογραφία του πρίγκιπα με τα Κρίνα
25
Τέτοια τοιχογραφία είναι αυτή των ταυροκαθαψίων.
26
Τέτοιο παράδειγμα αποτελεί η υστερομινωική τοιχογραφία του φορείου, όπου απεικονίζονται άλογα να τραβούν
δίτροχο άρμα.
27
Για τις μυκηναϊκές τοιχογραφίες και τα χαρακτηριστικά τους, βλ. Βασιλικού 1995, 223-49.

19
μυκηναϊκές τοιχογραφίες, που απεικονίζουν λατρευτική πομπή γυναικών από το ανάκτορο των
Θηβών και γυναικεία μορφή από το θρησκευτικό κέντρο του ανακτόρου των Μυκηνών. Η
πρώτη μυκηναϊκή τοιχογραφία που επελέγη για συνεξέταση δεν προέρχεται από το ανάκτορο
των Μυκηνών, αλλά κρίθηκε κατάλληλη, γιατί αποτυπώνονται εντονότερα οι διαφορές στην
τεχνοτροπία ανάμεσα στη μινωική και τη μυκηναϊκή καλλιτεχνική παραγωγή.

α. Τοιχογραφία πομπής από το ανάκτορο των Θηβών.

Τοιχογραφία πομπής από το ανάκτορο των Θηβών.

Η τοιχογραφία χρονολογείται γύρω στο 1400 π.Χ. Οι μορφές προχωρούν με τα στήθη


πεταχτά, τα πόδια γυμνά, ενώ κρατούν προσφορές για τη θεότητα. Φορούν τυπικό μινωικό
φόρεμα, η κόμμωση είναι περίπλοκη, σπειροειδείς βόστρυχοι συγκρατούνται στο μέτωπο από
ταινία και η κώμη πέφτει σε μακρείς βοστρύχους στο στήθος και την πλάτη. Το πρόσωπο
αποδίδεται κατά τομή με λεπτό μαύρο περίγραμμα ενώ, το αμυγδαλόσχημο μάτι και φρύδι
αποδίδεται κατά μέτωπο. Επίσης, παρατηρείται διπλοσάγονο, τα πόδια είναι γυμνά, οι
λατρεύτριες φορούν περιδέραια ή βραχιόλια. Παρά την προσπάθεια του καλλιτέχνη να αποδοθεί
η κίνηση οι μορφές είναι σχηματοποιημένες και η κίνηση αποδίδεται με σχηματικό και μηχανικό
τρόπο. Η παράσταση είναι διακοσμητική, χωρίς να διαπνέεται από συναίσθημα και χωρίς
ιδιαίτερη ζωντάνια.

20
β. Τοιχογραφία του «Πρίγκιπα με τα Κρίνα»

Ο «Πρίγκιπας με τα Κρίνα»

Μία από τις σημαντικότερες μινωικές τοιχογραφίες, που βρέθηκαν στο ανάκτορο της
Κνωσού, είναι αυτή του «Πρίγκιπα με τα Κρίνα». Η τοιχογραφία σώζεται πολύ αποσπασματικά
και κατά το μεγαλύτερο μέρος της έχει συμπληρωθεί. Η σύνθεση είναι πολύχρωμη, κυριαρχεί
το μινωικό ερυθρό σε συνδυασμό με το μπλε, την ώχρα, το λευκό και το μαύρο. Η σύνθεση
διαπνέεται από ζωντάνια και χάρη. Σε χαμηλό ανάγλυφο εικονίζεται επιβλητική ανδρική
μορφή, που βαδίζει προς τα αριστερά σε απροσδιόριστο ερυθρό φόντο. Φοράει το τυπικό
μινωικό δίχρωμο περίζωμα, μπλε και άσπρο, σφιχτό, με φαρδιά ζώνη στη μέση, ενώ στην
απόληξη του, στολίζεται με τρία χρυσά σιρίτια. Ο κορμός αποδίδεται κατά μέτωπο, το πρόσωπο
κατά τομή, ενώ το μάτι κατ’ ενώπιον. Η μορφή φορά ένα περίτεχνο στέμμα από κρίνα και φτερά
παγωνιών. Τα μαλλιά του είναι μαύρα και πέφτουν στο μέτωπό του με κοντούς βοστρύχους,

21
ενώ, μακρείς βόστρυχοι πέφτουν πίσω με αέρινη κίνηση και χάρη μέχρι την πλάτη.
Ο άνδρας φορά χρυσό περιδέραιο από κρίνα. Το σώμα του νέου από τη μέση και πάνω, είναι
γυμνό και δείχνει καλά γυμνασμένο, οι αναλογίες του σώματος αποδίδονται με φυσιοκρατικό
τρόπο. Το δεξί του χέρι κάμπτεται και με σφιγμένη τη γροθιά ακουμπάει στο στήθος Η στάση
των χεριών του δείχνει ότι ίσως έσερνε με το αριστερό του χέρι ένα ζώο ή κάποιο μυθικό τέρας,
γρύπα ή σφίγγα, οδηγώντας το στην Κεντρική Αυλή . Πρόκειται για μια εξόχως τελετουργική
εικόνα, πάνω στο διάδρομο της Πομπής, που οδηγεί στην Κεντρική Αυλή του Ανακτόρου της
Κνωσού. Ο νέος ονομάστηκε «πρίγκιπας», γιατί θεωρήθηκε από τους ερευνητές ότι αποδίδει το
βασιλιά-ιερέα, που ζούσε στο ανάκτορο της Κνωσού. Η μορφή κινείται με άνεση και χάρη πάνω
σε έδαφος διάσπαρτο από κρίνα, ενώ, ζωηρή, αλλά και ευχάριστη αντίθεση δημιουργεί το
λευκό φόντο των κρίνων δεξιά με το ερυθρό φόντο αριστερά. Από τη μορφή του σώζονται μόνο
τμήμα του ανώτερου μέρους του σώματος, των ποδιών και των χεριών, της ενδυμασίας και του
περίτεχνου στέμματος, ωστόσο, διακρίνεται σε αυτά η προσπάθεια του καλλιτέχνη για
φυσιοκρατική απόδοση της μυολογίας και των λεπτομερειών της ενδυμασίας.

γ. Τοιχογραφία γυναικείας μορφής από το «θρησκευτικό κέντρο» των Μυκηνών.

Τοιχογραφία γυναικείας μορφής από το «θρησκευτικό κέντρο» των Μυκηνών.

22
Μία ακόμα τοιχογραφία, η οποία θα μπορούσε να εξεταστεί συγκριτικά με την
προηγούμενη μινωική, είναι εκείνη που αποκαλύφθηκε στο θρησκευτικό κέντρο του μυκηναϊκού
ανακτόρου, στο χώρο που είναι γνωστός ως «Κτίριο των Τοιχογραφιών». Η τοιχογραφία
παρουσιάζει γυναικεία μορφή μέσα σε ένα αρχιτεκτονικό πλαίσιο. Εντοπίζονται τόσο οι
επιδράσεις της μινωικής τέχνης, όσο και οι διαφορές στην τεχνοτροπία. Η γυναικεία μορφή είτε
κατέχει μία ιερή ιδιότητα, είτε ανήκει σε ανώτερη θέση στην κοινωνική ιεραρχία. Αυτό
αναδεικνύεται τόσο από το κάλυμμα της κεφαλής που μοιάζει με το κάλυμμα της κεφαλής του
πρίγκιπα και αποτυπώνει την ανώτερη θέση, όσο και από τη μορφή του γρύπα που τη συνοδεύει
– ακόμα ένα κοινό στοιχείο με τη μινωική τοιχογραφία-. Από το στέμμα όμως, της γυναίκας
απουσιάζει η χάρη και η κομψότητα του αντίστοιχου μινωικού. Η μορφή της γυναίκας, τα
επιμέρους χαρακτηριστικά, η κόμμωση, οι λεπτομέρειες αποδίδονται με εντελώς συμβατικό
τρόπο. Τα περιγράμματα και τα χαρακτηριστικά του προσώπου είναι σκληρά, τα επιμέρους
στοιχεία του σώματος, όπως τα χέρια, παρά το λύγισμα αποδίδονται άκαμπτα, τα δάχτυλα
απεικονίζονται χωρίς καμία προσπάθεια φυσιοκρατικής απόδοσης. Ο καλλιτέχνης ενδιαφέρεται
περισσότερο να μεταδώσει το συμβολισμό της παράστασης, παρά να μεταφέρει μια απεικόνιση
της εξωτερικής πραγματικότητας ή να αποδώσει την κίνηση και τη ζωή. Η γυναικεία αυτή
μορφή έχει συνδεθεί από τους μελετητές με τη θεά της ευφορίας.

Ε. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ.

Διατυπώθηκε ένα κρίσιμο ερώτημα σχετικά με την ελληνικότητα των προϊστορικών


πολιτισμών, δηλαδή του Κυκλαδικού, του Μινωικού και του Μυκηναϊκού. Ο προβληματισμός
αυτός και η διερεύνηση εντασσόταν στην προσπάθεια να αποδειχθεί η ελληνικότητα και η
συνέχειά της μέσα στον χρόνο.28 Δεν υπήρξε καμία αμφιβολία σχετικά με τον μυκηναϊκό
πολιτισμό. Οι πινακίδες της Γραμμικής Β΄ γραφής που αποκρυπτογραφήθηκαν αποκάλυψαν ότι
ο μυκηναϊκός πολιτισμός είναι ένα πρωτοελληνικός πολιτισμός. Δεν συνέβη το ίδιο και με τον

28
Για τη σύνδεση προϊστορίας και ελληνικότητας βλ. και Δ’ Τομ. Εγχειρίδιο Ε.Α.Π., 166-9.

23
μινωικό και τον κυκλαδικό πολιτισμό, αφού δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί με ασφάλεια η
σύνδεσή τους με το ελληνικό στοιχείο.

Παρά το γεγονός ότι στοιχεία της προϊστορικής αρχιτεκτονικής διατηρήθηκαν και


επηρέασαν ιδιαίτερα την κλασική αρχιτεκτονική, όπως το μέγαρο, που κατέληξε να υιοθετηθεί
ως ο βασικός αρχιτεκτονικός τύπος του αρχαίου ναού, δεν συνέβη το ίδιο και με τη σύγχρονη
αρχιτεκτονική. Η προϊστορική αρχιτεκτονική δεν επηρέασε παρά μόνο σποραδικά την σύγχρονη
ελληνική αρχιτεκτονική. Αυτό οφείλεται αφενός, στο γεγονός ότι οι προϊστορικοί αυτοί
πολιτισμοί απέχουν αισθητά χρονικά από την κλασική εποχή, της οποίας τα στοιχεία επέδρασαν
στη σύγχρονη Ευρώπη. Αφετέρου, τα ανακτορικά συγκροτήματα δεν εξέφραζαν, αλλά ούτε και
ανταποκρίνονταν στην ελληνική αντίληψη του μέτρου και της λιτότητας. Σποραδικά, μόνο,
αξιοποιήθηκαν μυκηναϊκά και μινωικά στοιχεία. Τέτοιου είδους αξιοποίηση παρατηρούμε στο
υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας στο Ναύπλιο, γεγονός που αιτιολογείται από την εγγύτητα
της πόλης αυτής με τις Μυκήνες. Επίσης, παρατηρείται σποραδικά, η χρήση σε οικοδομήματα,
σε σπίτια ης Αθήνας ή της Κρήτης των χαρακτηριστικών μινωικών κολόνων με το έντονο
ερυθρό χρώμα. 29

ΣΤ. ΟΦΕΛΗ ΚΑΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ


ΑΝΑΚΤΟΡΩΝ

Ένα τελευταίο ζήτημα, το οποίο είναι απαραίτητο να εξεταστεί στην παρούσα εργασία,
είναι τα οφέλη αλλά και οι κίνδυνοι που προκύπτουν από την αξιοποίηση των ανακτόρων για
τουριστικούς λόγους. Η αξιοποίηση αυτή σίγουρα παράγει σημαντικά οφέλη για τις
διαφορετικές περιοχές. Η περιοχή προβάλλεται και γίνεται ευρύτερα γνωστή. Προσφέρεται
ώθηση στην τοπική οικονομία, αφού αυξάνεται η τουριστική κίνηση και η επισκεψιμότητα των
περιοχών αυτών, με αποτέλεσμα να αυξάνεται και η εμπορική τους κίνηση. Υποστηρίζεται και
ενισχύεται η τοπική επιχειρηματικότητα, αφού δίνεται η ευκαιρία σε μέλη της τοπικής κοινωνίας
να ιδρύσουν περισσότερες επιχειρήσεις, όπως εμπορικά καταστήματα, εντευκτήρια ή
εστιατόρια, ξενοδοχειακές μονάδες, τουριστικές επιχειρήσεις, οι οποίες θα απευθύνονται στους
29
Για την επίδραση της προϊστορικής αρχιτεκτονικής στη σύγχρονη ελληνική αρχιτεκτονική, βλ. και Δ’ Τόμ.
Εγχειρίδιο Ε.Α.Π., 170..

24
επισκέπτες και θα διασφαλίζουν με τον τρόπο αυτό τη βιωσιμότητα, αλλά και τα κέρδη τους.
Επιπρόσθετα δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας μειώνοντας ή και μηδενίζοντας τα ποσοστά
της ανεργίας στην τοπική κοινωνία.

Πέρα όμως, από τα οφέλη, που προσφέρει η αξιοποίηση των χώρων αυτών, εγκυμονεί και
κινδύνους. Η ανεξέλεγκτη επισκεψιμότητα και η απουσία ελέγχου στη συμπεριφορά είτε των
επισκεπτών, είτε των μελών της τοπικής κοινωνίας είναι πιθανό να επιφέρει ανεπανόρθωτες
βλάβες στην πολιτιστική κληρονομιά των περιοχών αυτών. Επιπρόσθετα, η ανεξέλεγκτη τάση
πλουτισμού από την εκμετάλλευση των αρχαιολογικών μνημείων, είναι πιθανό να οδηγήσει σε
άναρχη και αυθαίρετη δόμηση και στην αλλοίωση του φυσικού χώρου και της αισθητικής του
περιβάλλοντος, στο οποίο είναι ενταγμένα τα μνημεία του παρελθόντος. Η αξιοποίηση των
χώρων αυτών είναι απαραίτητο να γίνει οργανωμένα, με συγκεκριμένο σχέδιο που θα έχει
εκπονηθεί με τη συνεργασία όλων των ειδικών φορέων, έτσι ώστε αφενός, να ωφεληθεί η τοπική
κοινωνία και να αναδειχθεί η εθνική κληρονομιά του τόπου και αφετέρου, να παρέχονται
υπηρεσίες υψηλού επιπέδου στους επισκέπτες, ενώ, παράλληλα, είναι απαραίτητο να διατηρηθεί
η αισθητική του περιβάλλοντος.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Κεντρικό πυρήνα από την άποψη της οργάνωσης του μινωικού και του μυκηναϊκού κόσμου
αποτέλεσε το ανακτορικό σύστημα. Το ανακτορικό συγκρότημα αποτελούσε το διοικητικό και
πολιτικό κέντρο της περιοχής, αφού στέγαζε τους φορείς της εξουσίας και διέθετε χώρους για τη
συνάθροισή τους και τη λήψη των σημαντικών αποφάσεων. Λειτουργούσε, επιπλέον, ως το
θρησκευτικό κέντρο της περιοχής, αφού διέθετε χώρους δημοσίων συγκεντρώσεων και τέλεσης
θρησκευτικών τελετουργιών. Έπαιζε, επίσης, το ρόλο του παραγωγικού-οικονομικού και
εμπορικού κέντρου, αφού διέθετε τα εργαστήρια των τεχνιτών, τους αποθηκευτικούς χώρους
συγκέντρωσης της παραγωγής, τους ειδικούς χώρους για την είσοδο ή την έξοδο αγαθών από
την περιοχή. Η έμπνευση και η σύλληψη της αρχικής ιδέας για την οικοδόμηση των μυκηναϊκών
ανακτόρων προέρχεται ασφαλώς, από την μινωική Κρήτη. Γι’ αυτό και στα συγκροτήματα
παρατηρούνται ομοιότητες, αλλά και αρκετές διαφορές. Και τα δύο συγκροτήματα καλούνταν
25
να εξυπηρετήσουν όμοιες λειτουργικές ανάγκες. Όμως, εντοπίζονται και αρκετές διαφορές. Το
μυκηναϊκό ανάκτορο είναι απλούστερο συγκρότημα, περιορισμένης έκτασης και δομημένο γύρω
από ένα κεντρικό μέγαρο. Το μινωικό ανάκτορο διαθέτει μεγαλύτερη έκταση και
πολυπλοκότερη διάρθρωση, γύρω από μία κεντρική αυλή, επιτρέποντας στον αρχιτέκτονα να
επιχειρήσει καινοτομίες στην έκταση και το μέγεθος των διαμερισμάτων. Το κάθε συγκρότημα
κατασκευάζεται, για να καλύψει τις ανάγκες του συγκεκριμένου κοινωνικού και πολιτικού
περιβάλλοντος αφενός, εκφράζει όμως, παράλληλα, και την ψυχοσύνθεση, τις ιδιαιτερότητες,
τον τρόπο σκέψης και ζωής δύο διαφορετικών κοινωνιών.

Κοινό στοιχείο επίσης, στη συνεξέταση των μινωικών και των μυκηναϊκών ανακτόρων
αποτελεί η ύπαρξη πολυτελούς εσωτερικής διακόσμησης με κύριο στοιχείο τον τοιχογραφικό
διάκοσμο αιθουσών και διαμερισμάτων. Πέρα όμως, από την ομοιότητα της κοινής επιλογής
Μινωιτών και Μυκηναίων να διακοσμήσουν τους χώρους με τοιχογραφίες, εντοπίζονται
σημαντικές διαφορές, τόσο ως προς την τεχνοτροπία, όσο και ως προς το εικονογραφικό
πρόγραμμα που υιοθετείται.

Οι μινωικές τοιχογραφίες διακρίνονται από έναν έντονο νατουραλισμό, στα σώματα


ανθρώπων και ζώων διακρίνεται έντονη ευλυγισία και κίνηση, οι μορφές αλλά και το τοπίο
αποδίδονται φυσιοκρατικά. Απ’ την άλλη οι μυκηναϊκές τοιχογραφίες διακρίνονται από
σχηματοποίηση, τυποποίηση, αφαιρετικότητα, συμβατικότητα και επανάληψη. Μέσα από τη
τοιχογραφική καλλιτεχνική τους παραγωγή γίνεται αντιληπτή η διάθεση των Μυκηναίων για
αφαίρεση και συμβολισμό. Οι διαφορές καθίστανται εμφανείς από τη συνεξέταση της
καλλιτεχνικής παραγωγής των δύο πολιτισμών.

Τέλος, παρά το γεγονός ότι στοιχεία της προϊστορικής αρχιτεκτονικής διατηρήθηκαν και
επηρέασαν ιδιαίτερα την κλασική αρχιτεκτονική, δεν συνέβη το ίδιο και με τη σύγχρονη
αρχιτεκτονική. Η προϊστορική αρχιτεκτονική δεν επηρέασε παρά μόνο σποραδικά την σύγχρονη
ελληνική αρχιτεκτονική για διάφορους λόγους.

26
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κάτοψη του μινωικού Ανακτόρου της Κνωσού.

27
Κάτοψη της Ακρόπολης των Μυκηνών.

28
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αλεξίου Σ. 1979, «Τείχη και ακροπόλεις στη Μινωική Κρήτη: Ο µύθος της µινωικής

ειρήνης», Κρητολογία 8,41-56.

Βασιλικού, Ντ. 1995,  Μυκηναϊκός πολιτισμός, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογική


Εταιρείας αρ.152, Αθήνα 1995.

Εγχειρίδιο Ε.Α.Π. Τόμ. Α΄, Προϊστορική και Κλασική Τέχνη , Τόμ. Δ΄. Ιστορία της Ελληνικής
Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας.

Graham J.W. 1972, The Palaces of Crete, Princeton

Hitchcock. L. 1999, Aegean Art and Architecture, Oxford .

-------------------2000, Minoan Architecture, A Contextual Analysis. SIMA, Pocketbook 155,


Jonsered.

Hood S. 1993, Η Τέχνη στην Προϊστορική Ελλάδα, (μτφρ. Μ. Παντελίδου – Θ. Ξένος),

Αθήνα

Ιακωβίδης, Σπ. 1973,  Αι μυκηναϊκαί ακροπόλεις, Εκδόσεις Πανεπιστημίου Αθηνών: Αθήνα .

Μανιατέας Η.-Τεγόπουλος Ι. (επιμ.), Ιστορία των Ελλήνων Ι. Προϊστορικοί χρόνοι, Εκδόσεις


«Δομή» Α.Ε.: Αθήνα χ.χ., σσ. 344-609

Μαντζουράνη Ε. 2002, ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΡΗΤΗ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ,


Αθήνα

Πλάτων Ν. 1974, Ζάκρος: Το Νέον Μινωικόν Ανάκτορον, Αθήνα.

Shelmerdine,C. W. 2001, "Review of Aegean Prehistory VI: The Palatial Bronze Age of the
Southern and Central Greek Mainland" και "Addendum: 1997-1999", στο T. Cullen
(επιμ.), Aegean Prehistory. A Review, American Journal of Archaeology Supplement 1,
Archaeological Institute of America: Boston, σσ. 329-381.

29
Το φωτογραφικό υλικό αντλήθηκε από τους δικτυακούς τόπους:

1. http://history-pages.blogspot.gr/2012/02/blog-post

2. Από το υλικό των παραδόσεων του καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων για το
ακαδημαϊκό έτος 2012-13 που είναι διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο:

http://users.uoi.gr/gramisar/prosopiko/vlaxopoulos/Mykeanaika_2012_13_1stpart_web.pdf

3. Από το υλικό των παρουσιάσεων του κου Γρηγορίου Ζερβού, εκπαιδευτικού, που είναι
διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο:

http://gregzer.blogspot.gr/

4. http://www.hippodamos.edu.gr/topografiko.htm

30

You might also like