Professional Documents
Culture Documents
Μια προσφορά
του Ποιητή Δημήτρη Ιατρόπουλου
&
των Εκδόσεων της Νέας Διάστασης
STAFFORD UNIVERSITY
DEPARTMENT OF HUMANITIES AND ARTS
DIVISION OF EDUCATIONAL PSYCHOLOGY
Ο Δημήτρης
ΓΙΑΤΙ ΕΚΔΙΔΟΥΜΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΡΓΟ
1. Τραγούδι (1957)
Μεσημέρι, φτερούγες
μου ψιθυρίζουν στον αιθέρα,
καλοκαίρι κι οι ρούγες
αναστενάζουν στον αγέρα..
Η ζωή μου τραγούδι,
σ’ αψηλή ανεβαίνω σέλλα
της ψυχής μου λουλούδι
μοσχομυρίζεις άγια τρέλα..
2. Λογοπαίγνιο (1958)
[11]
Βιβλίο Πρώτο - Μια ζωή, Ποίηση
3. Φαντασία (1958)
4. Κατάλοιπο (1959)
[12]
Βιβλίο Πρώτο - Μια ζωή, Ποίηση
5. Βροχή (1959)
Δάκρυ
απ’ τ’ ουρανού το μάτι
στης γης το στόμα.
Βρέχει ακόμα..
[13]
Βιβλίο Πρώτο - Μια ζωή, Ποίηση
7. Λογοδοσία (1960)
[14]
Βιβλίο Πρώτο
Η ΜΕΓΑΛΗ ΒΔΟΜΑΔΑ-1961
Στα 16 μου, μαζεύοντας κιόλας μπόλικες εμπειρίες, απ’ την μέχρι
τότε «παράδοξη», εφηβική διαδρομή μου, είπα να στήσω μια
δική μου «Μεγάλη Βδομάδα» που υποστηρίχτηκε πολύ, στις
αρχές της δεκαετίας του ’60 στις Μπουάτ, από τους τότε
τροβαδούρους των. Ειδικότερα η «Μεγάλη Παρασκευή» δεν
είναι άλλη από το «Πωλείται» που αποκλήθηκε τότε, «το Ποίημα
των Μπουάτ» και διαβάστηκε εκεί, σ’ όλη την επόμενη 30ετία
κατά κόρον από τον αξέχαστο Γιώργο Ζωγράφο κι άλλους, και
σε σπίτια, σε φοιτητικές συγκεντρώσεις, σε χάπενινγκ κλπ.
Κι έτσι μαλώνουμε
για το χρώμα μιας αβρής πεταλούδας,
ή για ένα κομμάτι ψέμα που επίπονα, σκληρά,
μ’ όλη την μαλακιά σαν λάδι γλώσσα μας,
με πάθος γι’ αυτό που ξέρουμε
πως θα χαθεί μαζί μας,
ως αλήθεια σφυρηλατούμε,
μαχαίρι δίκοπο να κόβεις και να κόβεσαι..
[15]
Βιβλίο Πρώτο
[16]
Βιβλίο Πρώτο
Και τα σκουλήκια
περίμεναν πλέον εμάς
στο Λευκό Βιβλίο της Εκστρατείας..
[17]
Βιβλίο Πρώτο
Γενέθλια
Δεκαέξι πέτρες
στον άφαντο δρόμο της σιωπής.
Δεκαέξι κραυγές
μεταφέρουν ένα Λόγο
στο μέσα μέρος των χειλιών,
έμβρυο φωτιάς,
πυρπολημένο σπλάχνο.
[18]
Βιβλίο Πρώτο
Αλλοίμονο
στη νύχτα που θυμίζει μιαν άλλη.
στην αυγή που δεν αλλάζει φόρεμα
αλλοίμονο,
όταν απ’ το μαντήλι που χάιδεψε τα βλέφαρα
σταλάζει τούτο το κρυφό μυστικό,
μοναδικό κι ανάλλαγο:
[19]
Βιβλίο Πρώτο
Λοιπόν, ξανάρθα:
Μ’ ενοχλούσαν σ’ όλο το δρόμο
οι μορφές οι νέες,
τα σχήματα τα άγνωστα,
τα άγνωρα μιας αλλαγής τεμάχια.
Ξέρετε κύριε,
έχω αφήσει έναν αδελφό εκεί
δώδεκα χρονών,
που δεν έπαψε να είναι άλλο
από δώδεκα χρονών..
Λοιπόν, ξανάρθα:
Αυτό το καλντερίμι είναι δικό μου.
Κι όμως απαντά μονότονα στο βήμα,
δεν αλλάζει, δεν διαμαρτύρεται.
[20]
Βιβλίο Πρώτο
«Πωλείται».
«Πωλείται».
Όλα τα πούλησα
εκτός από τις αναμνήσεις
και τα σύννεφα.
Είναι αλυκές.
Κάποτε, λένε, κυλούσαν από εκεί, δάκρυα..
«Πωλείται».
[21]
Βιβλίο Πρώτο
Ιλί, Ιλί..
Επίφθευγμα
Σταμάτησα να μαθαίνω
από τότε που γεννήθηκα.
Μοίρα ευτυχισμένη,
σαν η γνώση
αφή κι εικόνα γίνεται..
*
[22]
Βιβλίο Πρώτο
Τελείου έλευσις
Έρχεται ο Γανυμήδης,
την ερμαφρόδιτη αγωνία του φορώντας,
να σε κεράσει κεράσι απ’ τα χείλη του
και κρασί απ’ τις κερασιές του Δία.
Σεπόλια
[23]
Βιβλίο Πρώτο
1
Ως σενάριο, 1ο Βραβείο στο 4ο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Πειραματικών
Τεχνών, 1967, Λιέγη, Βέλγιο. Συμμετοχή: 120 χώρες. Σκηνοθέτις:
Μάχη Λιδωρικιώτη
[24]
Βιβλίο Πρώτο
Σπουδή εντάσεως
[25]
Βιβλίο Πρώτο
Επίκληση
Λοιπόν;
[26]
Βιβλίο Πρώτο
«ΑΠΟΛΟΓΙΕΣ» 1963
Η πρώτη μου «τυπωμένη» ποιητική συλλογή.
Τη διάβασε ο Μάνος Χατζιδάκις, (κάναμε παρέα στο «Μαγεμένο
Αυλό» ) και με προέτρεψε να την εκδώσω οπωσδήποτε.
Εκδόθηκε με έρανο των ταξιτζήδων, χαρτοπαικτών, αγαπητικών
και πορνών της τότε Πλατείας Ομονοίας..
Το προϊόν του εράνου, (3.000 δρχ. τότε..) παραδόθηκε στον
πατέρα μου, τον όμορφο μπαρμπέρη της Πλατείας, για να
ξεκινήσω την έντυπη ποιητική μου διαδρομή.
Σ’ αυτήν την ιδιότυπη Αυλή των Θαυμάτων λοιπόν και στον
Μάνο, χρωστάω αυτή την πρώτη σημαντική πράξη πνευματικής
αυτοπεποίθησης της ζωής μου.
Την πρώτη μου έκδοση!
Πρελούδιο
Πέτρες,
σαν μελωδίες αιχμάλωτες.
Πηγές,
σαν θεία χαμόγελα..
Και μου μάθανε
πως «Σκοτάδι» δεν υπάρχει.
Κρυμμένο Φως είναι,
μονάχα..
[27]
Βιβλίο Πρώτο
Το μήνυμα
Βακχικό
[28]
Βιβλίο Πρώτο
Κατάπτωση
Προσμονή
Πλανήθηκα
σε τρίστρατα προσμονής
ζητώντας μιαν αχτίδα λευκή,
χαϊδεμένη από πράσινα ανθισμένα λιβάδια
τραγουδισμένη απ’ τις καλαμιές μιας όχθης
περιπλανημένη σε μικρούς χιονισμένους λόφους.
Πλανήθηκα
στη μικρή μου αγκαλιά το μεγάλο κόσμο να κλείσω
χωρίς να ρωτώ, τι θα βρω.
Αναζητώ το κέρδος
μονάχα της προσμονής.
Μονάχα ετούτο..
[29]
Βιβλίο Πρώτο
Σπέρμα
Επίκληση
Ανατομήσετε τότε
την περασμένη φτηνή υπόστασή μου,
κι ελάτε, μαζί να πιούμε,
το κρασί του εξαγνισμού,
το γλυκό κρασί του πικρού εξαγνισμού.
[30]
Βιβλίο Πρώτο
Ανάγκη
Εκλεκτισμός
Κυριαρχούσε τότε,-θυμάμαι-
ένας αγέρας νικημένος απ’ την απανεμιά.
Η νύχτα τ’ ακαθόριστα
σχήματα των σύγνεφων
λεύκανε, λευκά πετώντας,
τα γιασεμιά του απείρου
σαν μεταμόρφωση ελπίδων
πάνω απ’ το παραθύρι μου.
Τότε,
σε μένα μονάχα,
για όλον τον κόσμο.
[31]
Βιβλίο Πρώτο
Θύμηση
Πέρα στους πέρα κάμπους
που χρυσίζουν τα στάχυα,
αφιέρωμα αφήκα
τα χρυσά μου τα νιάτα,
σαν ήμουν δεκαεφτά χρονών.
Όνειρο
[32]
Βιβλίο Πρώτο
Αυτοκαταστροφή
Απόβροχο
Βροχή.
της σιωπής καταλύτης.
κι η χαμένη σιωπή,
ανάμνηση.
Τίποτε άλλο.
Μονάχα ανάμνηση.
[33]
Βιβλίο Πρώτο
Ανάταση
Αιθρία.
Γράφεται το συναίσθημα
στο λάγνο ταξίδι του γλάρου.
Γραμμένη η απαντοχή
στο λάγνο πέταγμα του γλάρου.
Ουρανός.
Μαντήλι λευκό
της χαράς μου κύρης.
Νηνεμία
Μουντή σιωπή,
ορόσημο γαλήνης,
ώρες που έφυγαν
ανάμεσα σε ώρες που έρχονται.
[34]
Βιβλίο Πρώτο
Δάκρυ συγκερασμού
πόθων και γεγονότων.
Καυτών πόθων
και ψυχρών γεγονότων
αρχόντισσα,
η Διάψευση..
[35]
Βιβλίο Πρώτο
Νοσταλγία
Αμμουδιά
γαλαζωπά χαλίκια.
Ποιητής
Πιστέψτε με
τότε θα πλανηθεί το δάκρυ
σε κάποιον δρόμο συγκίνησης.
Θα λουλουδιάσει το δέντρο,
σε κάποιο «Ευχαριστώ»..
*
[36]
Βιβλίο Πρώτο
Έτσι βλέπω χοντρικά την ποίηση, το ποίημα, και τον ποιητή. Και λέγοντάς τα
αυτά εδώ πέρα, επιθυμώ να κατοχυρώσω, το ύφος και το ήθος2 της δουλειάς
μου μοναχά, και τίποτε άλλο.
2. Αυτή τη φράση, «το ύφος και το ήθος» την κλέψανε (και καλά κάνανε..) διάφοροι
πολιτικοί της εποχής κι από τότε καθιερώθηκε «το ύφος και το ήθος της εξουσίας» και
οπουδήποτε αλλού, όπου την χρειάστηκαν, έφτασε μέχρι και σήμερα..
[37]
Βιβλίο Πρώτο
[38]
Βιβλίο Πρώτο
[39]
Βιβλίο Πρώτο
Ποιος είσαι,
που ’κοψες φέτες-φέτες
το μήλο που μας χάρισεν η άνοιξη;
Ποιος είσαι,
που τα ρούχα μας ξέσκισες;
Όποιος κι αν είσαι,
ξέρεις τι θα πει
να βρίσκεσαι στον κόσμο ετούτο
δίχως και να υπάρχεις;
Προσανατολισμός
[40]
Βιβλίο Πρώτο
[41]
Βιβλίο Πρώτο
Πόρνη Πολιτεία
πριν απ’ τους λόφους σου γεννηθήκαμε
κι απ’ τις πηγές σου πριν.
Αξύριστα πρόσωπα,
λερές επιδερμίδες,
εμείς.
χείλη που ατμίζανε
της ένδειας
την ξινή αποφορά.
Αγκάθι
στου μεθυσμένου χωριάτη
τα χέρια,
εμείς.
Συμπλέξαμε τα χέρια
στον ύπνο σου.
Οι σάρκες σου,
Λύτρα
της οργής μας.
3
Απ τα κλασικά ποιήματα των Μπουάτ. Πολυδιαβασμένο κι αυτό..
[42]
Βιβλίο Πρώτο
Ζητούσα δρόμο
Επίγραμμα
Κι όσο διατηρείται,
καίει
η σιωπηλή αποσύνθεση
ενός φιλήματος στο λαιμό,
ή στην ανάστροφη της παλάμης..
[43]
Βιβλίο Πρώτο
Μια κραυγή!
Άλλο δεν σου μένει
κρυφή μεριά της αγωνίας μου,
κραυγή!
Αίμα και αίμα πρέπει σήμερα,
κι αλαλαγμοί!
Ξεχάστε
την καθημερινή
των δέντρων ιστορία.
κάψτε τα μέτρα και τα σταθμά!
4
Κι αυτό το ποίημα, από το μπουατικό «ρεπερτόριο» της δουλειάς
μου,. Διαβάστηκε μαζί με το «Πόρνη Πολιτεία» σε διάφορους χώρους..
[44]
Βιβλίο Πρώτο
Κι ύστερα λες
[45]
Βιβλίο Πρώτο
Άνοιξη! Χα!
Άνοιξη. Χα!
Φορέστε, καλόγριες ελπίδες,
όνειρα.
Άνοιξη! Χα!
Φορέστε καλόγριες ελπίδες,
ροδοπέταλα..
[46]
Βιβλίο Πρώτο
[47]
Βιβλίο Πρώτο
Το πέρασμα
[48]
Βιβλίο Πρώτο
Αυτογνωσία
Τα εικοστά γενέθλια5
5
Οι πρώτοι 10 στίχοι ξαναδουλεμένοι, από τα «Γενέθλια» 1945-1961
στην ΜΕΓΑΛΗ ΒΔΟΜΑΔΑ.
[49]
Βιβλίο Πρώτο
Τώρα θα κοιμηθώ
απ’ τον κόπο της ημέρας αυτής
θα παγιωθώ
στις κίτρινες βουνοπλαγιές
και στα πέτρινα λουλούδια των βυθών.
Μα απέναντί σου
θα είμαι πάντα όπως με ξέρεις
όπως με μίλησες και με άκουσες
μαζί με τους άλλους ανθρώπους.
Επίλογος
Ζήσε εν ειρήνη
κι εσύ και το σπίτι σου
μα εμένα, άσε με..
[50]
Βιβλίο Πρώτο
Α κύκλος: ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
1
Μια προς μια αδειάζω τις κούπες μου
στον όχθο ετούτο τον ανήλεο.
Μύστης ίσως των κρυφών της βροχής,
ασκητικά διακόνεψα ένα κομμάτι ήλιο.
Μα μετρημένες βηματωσιές,
μετρημένα όλα,
ως και οι μέρες που είναι ναρθούν,
στον τόπο ετούτο, τον αβάσταχτο..
2
Ανάμεσα στο τίποτε και το σχεδόν τίποτε,
γύμνασα κι εγώ τον θάνατό μου στον χειμώνα.
[51]
Βιβλίο Πρώτο
3
Έχω συναντήσει πολλές διαμαρτυρίες
ντυμένες υπηρέτριες,
πολλά μωρά που δεν έμαθαν ποτέ
πως βαστούσαν κλειδωμένο
τον Απρίλη στη φούχτα,
πολλά παιδιά
με το χαμένο θησαυρό στα μάτια.
4
Σ’ αυτό το καρναβάλι
των χρωμάτων και των σχέσεων,
με σύνεση και επιείκεια
απογράφω τους ήχους.
5
Κορίτσια,
σύννεφα και Κυριακές,
μεσημέρια και καλημέρες της άνοιξης,
εσείς και των ονείρων σας οι υάκινθοι
και τα μυθιστορήματα που έθρεψαν
τις παιδικές σας ώρες,
δεν με χωρέσατε κορίτσια,
με το στιλπνό γαρύφαλλο στα σκέλη..
[52]
Βιβλίο Πρώτο
6
Ακίνητος,
απέναντι στις νεκρές ώρες του μεσημεριού.
Που μ’ αγόρασαν
και με πούλησαν.
Αναίσχυντα..
7
Λοιπόν
σκοτώστε με!
Σας περιμένω
στην άκρη του δρόμου.
[53]
Βιβλίο Πρώτο
1
Ανάμεσα στο 37 πυρετό και το 40 της γενιάς μας
υπάρχει πάντα πολύς χώρος να ταξιδευτείς
σ’ όλες τις μυστικές προσαρμογές,
να μιλήσεις για πουλιά και για σύννεφα,
ή να λικνιστείς παυσίλυπα στις αιώρες της μνήμης.
2
Είμαστε δω δεκαπέντε Κυριακές,
δεκαπέντε τερπνές ισημερίες
και Φως δεν πέρασε από τις φλέβες μας..
3
Ξενυχτισμένη, μέθυση..
[54]
Βιβλίο Πρώτο
4
Όλες οι παράδοξες κατασκευές της νύχτας μας
σε τούτη τη γωνιά που μας «έταξαν»
(μπακιρένιο δαχτυλίδι να μην βασκαθεί η πατρίδα),
μετρούν τη σιωπή μας, καθώς αυτή περπάτησε,
τις μικρές ώρες στους άδειους δρόμους..
5
Μιλώντας ένα αντίο απ’ τις παλιές μας ώρες,
6
Ό, που δεν άκουσε τις πέτρες να μιλούν,
είχε τον πιο άσχημο ύπνο στα μάτια.
7
Άνθισαν τόσα πολλά
τα δέντρα εφέτος.
Τα δέντρα γέμισαν με ονόματα,
τα δέντρα κάρπισαν
με γύψινα κορμιά.
Ο φόβος μου, γιορτάζει τον Απρίλη..
[55]
Βιβλίο Πρώτο
1
Τ’ απόγεμα
που μιλήσαν όλοι μαζί οι νεκροί
τη γλώσσα της σιωπής,
τ’ απόγεμα που επιχρύσωσε τ’ όνειρό σου
ο μαβής θάνατος του ήλιου,
εκεί που άφησε τ’ αχνάρια του ένα λευκό πουλί,
το τελευταίο λευκό πουλί
της μεγάλης αποδημίας
από τα νότια για τα πιο νότια,
εκεί που τύλιξαν οι φαύλοι τον ορίζοντα
μ’ ένα καφέ μαντήλι
γιομάτο λάσπη κι αφανισμό,
εκεί λοιπόν, εκεί γεννήθηκε η αδικία.
2
Θα ξαναρθώ στα χέρια σου
Μύστη της αυγής,
κάποιο πρωί
που θ’ αντέξω το γέλιο σου
έτσι όπως κομματιάζει
τη μεγάλη σιωπή των βουνών.
Θα ξαναρθώ
με μιαν αγκαλιά Κυριακές
μέσα από μια δράνα,
μέσα από καμένα χόρτα
και χώμα πατημένο,
στα χέρια σου..
[56]
Βιβλίο Πρώτο
3
Καμιά αδικία
που να χρειαστεί
τη δίκη της από τα χέρια μου
κι ούτε κανείς
που να με δοκιμάσει άνθρωπος,
δεν θα βρεθούν μπροστά μου εδώ και μπρός.
4
Μη ντρέπεσαι για τα σημάδια σου.
Όσο παίρνει..
5
Τα τραίνα που αλλάξαμε.
Τα σπίτια που αποχαιρετίσαμε.
Ακόμη ένα ποτάμι..
Δώσε μου το χέρι σου.
Δίδαξέ με να εγκαρτερώ και να φεύγω.
[57]
Βιβλίο Πρώτο
6
Οι στέγες των μεγάλων σπιτιών
και οι μεγάλοι δρόμοι..
7
Δίσεχτα φίλε μου τούτα τα χρόνια.
Τα πουλιά αποκοιμηθήκαν στις κληματαριές.
Οι επιτάφιες Παρασκευές
του Απρίλη που δεν ήρθε,
ξυπνήσαν να σταυρώσουν το γιο
της πιο όμορφης λύπης..
[58]
Βιβλίο Πρώτο
Β κύκλος: ΔΙΑΛΛΕΙΜΑ..
I
Χλωμό κορίτσι
θα σε βάλω με τις ώρες
ν’ αντιμετωπίζεις ένα γιασεμί
στη λευκή κλίνη της παλάμης σου.
Θα λάβεις έτσι μιαν ιδέα του θάνατου.
ΙΙ
Είσαι μια γαλάζια περίπτωση.
Κυοφορείς
μιαν άλλη αίσθηση
στα πέλματα
των στιγμών του εσπερινού.
ΙΙΙ
Όμως εγώ, μίλησα με τους φίλους μου,
μίλησα με τους φίλους μου..
Και ξέρω ν’ απλώνω,
στην διάρκεια των ίσκιων
του χαμένου καλοκαιριού
τα σταφύλια του Μεσαύγουστου..
[59]
Βιβλίο Πρώτο
ΙV
Γιατί, δεν μέτρησες, σίγουρα δεν μέτρησες
τα χέρια των παιδιών που αναμόχλευαν
στον ύπνο των περιπλοκάδων.
Και των παραμυθιών τον ήχο
που μεγάλωσαν τα χέρια των παιδιών
που μεγάλωσαν στον ύπνο των περιπλοκάδων,
δεν μέτρησες σίγουρα δεν μέτρησες..
V
Κι έτσι όπως πήρα στα χέρια μου
το σκήπτρο του καλοκαιριού,
έτσι όπως πήρα στα χέρια μου
τη γεύση από μια νύχτα που πέθανε μετέωρη
ανάμεσα στον πόθο και την ευγνωμοσύνη,
έτσι όπως πήρα εμένα στα χέρια μου,
μούφερε ένα γαλάζιο πουλί, μ’ ένα χάδι από μαΐστρο,
ροδόσταγμα και δυοσμαρίνια..
VΙ
Κάποτε θα ’ρθει η πρωία εκείνη,
Που οι γλάροι και οι φωνές της θάλασσας,
και των παιδιών το ρυάκινο γέλιο,
που οι γλάροι και οι φωνές που κουβαλούν
στις ράγες τους η Νύχτα κι οι νύχτες
και των παλιών προμαχώνων οι βραχόπετρες,
κάποτε θα ’ρθει η πρωία Εκείνη,
που θα μας συγχωρήσουν..
VII
Άσε το φωνόγραφο να βουίζει
άσε τα παιδιά στο παιχνίδι τους
αυτή η γειτονιά είναι γεμάτη αλυσίδες.
δύσκολα θα θυμηθείς τι είναι
και τι δεν είναι προσιτό.
[60]
Βιβλίο Πρώτο
Γ κύκλος: ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ
ΜΕ ΤΟΝ ΜΙΚΡΟ ΑΛΗΤΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ..
Μαθαίνοντας ετόσα χρόνια
ν’ απαγγέλλω απέξω τον ήλιο,
λέω εφέτος να μιλήσω
για στάχτες και για ήρωες..
[61]
Βιβλίο Πρώτο
[62]
Βιβλίο Πρώτο
Σκητεύοντας ολομόναχος
με τα μάγουλα στο χώμα
παίζοντας με τις ποικιλίες των εντόμων
και τις εφτά ψυχές της πέτρας,
ίσως να σε ζυγίζουνε σωστά
Μικρέ Παγκόσμιε Ταξιδευτή
στον καιρό σου
τον ανεμοβόρο..
Εδώ,
δίχως γέφυρες κι ακτοφύλακες
εδώ,
δίχως όχθες και κουπολάτες
εδώ,
π’ αγρυπνά ένας Σεπτέμβριος
όλος θάνατο για τα πουλιά
και τις ψυχές των πραγμάτων,
εδώ,
στην ακροποταμιά της τύψης,
γερανοί, κοπάδια γερανοί
έτσι που να σφηνωθούνε
στου ματιού την κόρη
κάποια σημάδια από ουρανό,
κάτι κρυφά φτερουγίσματα..
[63]
Βιβλίο Πρώτο
Θυμάσαι κάποτε
που μεθυσμένοι στην άκρη της νύχτας
φωνάζαμε
«σπάστε τ’ αγάλματα» φωνάζαμε,
θυμάσαι το θούριο
των παιδικών μας χρόνων;
Από κει που βρίσκεσαι πια,
έτσι και θυμάσαι το θούριο,
στείλ’ το μου με μια μποτίλια χρυσή στο ηλιόγερμα,
κάθε δειλινό μαζεύω μηνύματα στις φούχτες
απ’ το ηλιόγερμα,
στείλ’ το μου σαν θυμάσαι, το θούριο εκείνο..
[64]
Βιβλίο Πρώτο
«FUNDAMENTA» 1968-1969
Τα «FUNDAMENTA» («Θεμέλια»), κυκλοφόρησαν κάτω απ’ τα
μάτια της χουντικής λογοκρισίας με πολλούς συμβολικούς
στίχους και σχέδια της αξέχαστης Αρλέτας. Ήταν και η πρώτη
μου απόπειρα να γράψω αμιγώς εγκεφαλικά και ν’ αρχίσω να
δουλεύω αυστηρότερα και τις μεγάλες φόρμες, αν και αυτή η
διαολεμένη παιδική αρρώστια του λυρισμού δεν μ’ εγκατέλειπε
με τίποτε! Κι ακόμη, με τρέχει, την έκανα 1.000 τραγούδια μέχρι
σήμερα για να την ξεφορτωθώ, αλλά αυτή, εκεί.. Η συλλογή
βοηθήθηκε πολύ απ’ την τότε κριτική πάντως.. Βάσος Βαρίκας,
Βασίλης Ρώτας, Μπάμπης Κλάρας, Αντρέας Καραντώνης κι
άλλοι, κι άλλοι..
1
Χρονικό
Πρελούδιο Α΄
[65]
Βιβλίο Πρώτο
Νεφελοβάμων..
Αρχίζει ο θρήνος..
Εφτά φορές εφτά σπαθιά
μες στα πηγάδια της πιο αμίλητης σιωπής,
μιλήσανε την ώρα της παραμυθιάς.
Ας μη ρωτήσουν οι παλιοί
πού βρήκα τόση δύναμη να ιστορήσω
τούτο το μεσονυκτικό,
μελωδία εξημερωμένη
σαν του παιδιού το μάτι
και σαν του ζαρκαδιού το ψυχορράγημα
θλιμμένη..
Καλημέρα λοιπόν
αφέντη στρατολάτη και κατακτητή:
Δον Κιχώτη κι Αντώνη Άγιε.
η Δουλτσινέα
κι η Βασιλεία των Ουρανών
στήσαν στον κήπο μου παιχνίδι.
Αρχίζει ο θρήνος..
[66]
Βιβλίο Πρώτο
Νεφελοβάμων!
Νεφελοβάμων!
Νεφελοβάμων!
Καλημέρα πάντως.
Εγώ πια μαζοχίζομαι ανηλεώς στη σκέψη σου.
Όλα τα μαχαίρια μου τ’ ακόνισα στ’ όνομά σου
κι ορκίστηκα ποτέ να μην αφήσω
να μ’ απελάσουνε οι φαύλοι,
από τ’ αραβουργήματα όπου κεντά
στην Τρίτη Ψυχή των εμβίων ανθρώπων,
ο Έρως ο περικαλλής, ο ελλαδικός.
[67]
Βιβλίο Πρώτο
Νεφελοβάμων!
Νεφελοβάμων..
[68]
Βιβλίο Πρώτο
Νεφελοβάμων..
Στα περιβόλια
ο λυρισμός
δέντρο καλλίκλαδο.
περίχαρη σκέψη.
κληρονομιά της αστραπής
στη γειτονιά των άστρων.
Τραγούδι μου..
Λέξεις ταπεινές,
χωρατά και λεμονάνθια:
Ο « μοιρανθός»,
η «διελκυστίνδα»,
η «ελμινθίαση»,
η «ροζαυγή»,
ο «Διόσκουρος Παν»,
ο «χαρολάτης»,
η «σουρντίνα»,
λέξεις ερείπια,
το «φθα»,
το «ρα»,
το «δίγαμμα»..
[69]
Βιβλίο Πρώτο
Νεφελοβάμων..
Μέρα τη μέρα,
μνήμη τη μνήμη,
πέτρα την πέτρα,
θα φτάσετε όλα εσείς,
ερείπια στοχαστικά,
στο Αρχικό Τοπίο, στο Αίμα,
στην Μήτρα την Ονειροσταγή,
στο Ρόδο ή κάποιο ρόδο,
θα φτάσετε όλα..
Νεφελοβάμων..
[70]
Βιβλίο Πρώτο
Πρελούδιο Β΄
Δημήτριε παινεμένε..
[71]
Βιβλίο Πρώτο
Στους ουρανούς,
οι Τέσσερις Ιππότες της Ανάγκης,
με κεραυνοβολούν με ξόρκια:
[72]
Βιβλίο Πρώτο
Δημήτριε, παινεμένε,
ποιο είναι το δικό σου ένσημο,
σε τούτη την κακοχρονιά
όπου μας ηύρε το δρολάπι;
Πρελούδιο Γ’
[73]
Βιβλίο Πρώτο
Ο άλλος μισός..
Λοιπόν εμπρός!
Βγες απ’ το κιούπι σου παρθένα Τερψιχόρη,
κι ας μπουν οι Ορχηστρίδες στη σειρά, πριν έρθει η αυγή..
Παίζουμε σκάκι αχόρταγε ληστή,
μικρέ τραγουδιστή αλήτη, δεύτερο φως της πασχαλιάς,
περπατητή στη φλέβα του νερού,
ξανθέ ιερέα και φονιά, συγκάτοικε μισέ μου κόσμε;
Παίζουμε σκάκι,
για θες να σου χορέψω ένα ταξίδι;
[74]
Βιβλίο Πρώτο
Δεκατρείς χαλκομανίες
6
Μελοποιημένο από τον Νίκο Μαμαγκάκη, το ερμήνευσε ο
Γιώργος Ζωγράφος στον δίσκο του συνθέτη: «Έλληνες Ποιητές», το
1971.
[75]
Βιβλίο Πρώτο
Φοίβη..
Φοίβη,
βυθίζεις τ’ όνειρο στα χέρια των παιδιών
και κυνηγάς τοξεύοντας με τη ματιά τον ήλιο.
Φοίβη.
πριν έρθει ο έφηβος που σούλυσε τα μάγια
δέσε κόμπο στο μαντήλι των ανέμων των επτά
τον όρκο των δακτύλων έτσι που κάλπαζαν
σαν αραβίτικα φαριά μες στην κιθάρα.
Πλην κόπιασε πλέον απ’ τα ηχεία της σιωπής
η εξομολόγηση,
κρυσταλλισμένη, διαυγής και σαν αλάτι:
Φοίβη.
σαν έρθει ο έφηβος που βάφτισε τα χρώματα
να λύσεις, σε ικετεύω, πρώτα τα μαλλιά σου..
Φοίβη,
βυθίζεις τ’ όνειρο στα πόδια των Θεών
μα δεν φοβάσαι διόλου, τελοσπάντων,
την αγάπη;
[76]
Βιβλίο Πρώτο
Θ’ αφήσω
από μιαν ομολογία πίστεως.
Θα μιλήσω
κάθε καθυστερημένο «αντίο»
που μου δεσμεύει την ανάσα.
Θα δοξάσω
τις πατημασιές των ματιών σου.
Θ’ αφήσω
την κορμοστασιά σου
πλάι στο φως.
Όταν τραγουδάς
ο αποσπερίτης στα μαλλιά σου
μια καρφίτσα
των δεκαοχτώ δραχμών..
Όταν τραγουδάς,
η ζωή,
-μια σταγόνα υδραργύρου-,
γίνεται συνομιλία με τ’ άστρα.
[77]
Βιβλίο Πρώτο
Ο Μούσκουλος..
Το Τσίρκο..
[78]
Βιβλίο Πρώτο
Ο ιερέας Κάστορας..
[79]
Βιβλίο Πρώτο
Και τα βιβλία
και τα χαρτιά
είναι για τους οκνούς
και τους τεμπέληδες της ομορφιάς,
λέω εγώ..
[80]
Βιβλίο Πρώτο
Η τελευταία διαδρομή..
Αρμέγαμε όνειρα,
περνάγαμε τη νηνεμία μας
από χέρι σε χέρι.
Ταξιδεύαμε
την αξιοπρέπεια στη φούχτα,
σαύρες ετοιμοθάνατες
στους τοίχους.
Αρχίσαμε να παρατηρούμε
διαδοχικά
τις κοιλάδες των ματιών μας,
το πάτωμα,
τις σκιές των επίπλων
και πάλι το πάτωμα.
[81]
Βιβλίο Πρώτο
ή το φυματικό φθινόπωρο
της εφήβιας αγωνίας
και του άνηβου πένθους,
[82]
Βιβλίο Πρώτο
Ο μικρός Ασιάτης..
Χριστούγεννα..
Οι ευχοπραξίες πάλι
η επιείκεια των ωρών
η έλευση
- φευ! αναπόδραστη-
της μαγικής χαράς των όλων..
[83]
Βιβλίο Πρώτο
Περιμένοντας τα πουλιά
τα μελανόφτερα καράβια τ’ ουρανού
που βγαίνουν, βγαίνουν, βγαίνουν,
κάθε δώδεκα τη νύχτα
από τα μάτια του αρχαγγέλου με τη ρομφαία
από το στόμα του Χριστού που ξαγρυπνάει,
ας αδειάσουμε ό,τι βήματα μας απόμειναν
στο παγωμένο καλντερίμι της μικρής πλατείας.
Μη!
[84]
Βιβλίο Πρώτο
Ενάρετοι θα παραμείνουμε
μες στην υγρή φιλοδοξία μας
κι εφέτος μάλιστα,
-ειρήσθω εν παρόδω-
έχουμε για τα καλά σκεφτεί
να θριαμβεύσουμε!
Η διάψευση..
Ξεσκλίδια η Γης
και σκύβαλα οι ελπίδες..
Φόρεσες τώρα κι εσύ,
τα άμφια της παλιάς Εταιρείας
να παίξεις λέει, τον κατακλυσμό.
Επιλαχών της παρακμής
κι υπολαθών της φρίκης..
Οποία απάτη,
ταπεινοί Θεοί των παιδικών μου χρόνων..
[85]
Βιβλίο Πρώτο
Το φονικό..
Έτσι πετώντας
περνούσε πάνω απ’ την καλοκαιρινή χώρα
γεμάτος ένα περίεργο σύμμικτο συναίσθημα
από κάποιο κρυφό παράπονο,
μια γεύση ηδονής,
και μια τάση να διασπαστεί
σε χίλια τόσα κομμάτια
και κάθε κομμάτι του να οδύρεται
μέσα στην κίτρινη ερημιά:
[86]
Βιβλίο Πρώτο
ΙΝΤΕΡΜΕΤΖΟ
Αλήθεια,
πού να κρυβότανε τόσον καιρό
η απεραντοσύνη σου,
γαλάζια προϋπόθεση
της παρακμής μου;
[87]
Βιβλίο Πρώτο
[88]
Βιβλίο Πρώτο
Εκείνο τ’ όραμα
με τις μεταξωτές κορδέλες
και τις λευκές επιφάνειες..
Έρχομαι,
έρχομαι,
έρχομαι σου λέω
που να πάρει και να σηκώσει,
έρχομαι
ως νυμφίος περικαλλής.
[89]
Βιβλίο Πρώτο
Ηγήτορα
των Παναιώνιων Μεταίχμιων του Χάους
θα σου χαρίσω
και τις έσχατες δεκάρες μου
για βαρκαριάτικα,
έτσι να φτάσω,
θεία γυμνός και ωραίος,
«ΕΚΕΙ…»
Υ.Γ.
Κάποια από τις προσεχείς πρωίες,
θ’ ανατείλει ιδιαίτερα δύσκολη.
Μα πόσο μακάρια εύκολες
κι ευτυχισμένα αδρανείς
θα είναι οι επόμενες..
[90]
Βιβλίο Πρώτο
ΜΥΘΟΓΕΝΕΣΗ
Ιχνηλασία στα σύγνεφα ο μύθος
της καλοκαιρινής βροχής στο πλάι της μουσικής
στο βάθος εκείνων των σπιτιών-περιστεριών
στις ταξιανθίες μέσα των αγγέλων..
[91]
Βιβλίο Πρώτο
7
Η διπλή αυτή παράγραφος, (όπως και οι επόμενες τρεις που
εμφανίζονται στην συνέχεια) διαβάζεται και παράλληλα, οριζοντίως
και καθέτως δηλαδή..
[92]
Βιβλίο Πρώτο
Regina, Regina
ποιες οι ξάστερες νύχτες σου
και πού τα διάφανα στολίδια της ποδιάς σου;
Ο μύθος πάλι
κι εκείνο το κίτρινο πουλί στο βάθος:
Μερικά αμφίβια
φαίνεται να εγκατέλειψαν το νερό
και να μεταμορφώθηκαν σε ερπετά!
Σβήνει τα κεριά
στα κηροπήγια της γενέθλιας ελπίδας.
Δεσπόζουν οι Δεινόσαυροι
στην πυρκαγιά των αγκαθιών
μες στον Βοριά αέρα..
[93]
Βιβλίο Πρώτο
συνάγεται δε ότι ασκούσε την Μαγεία ελευθέρωσε τα χέρια του και μιας
κι εξασκούσε τους Θεούς τον καιρό που σύντομα κατάλαβε πως τα αιχμηρά
που βρέθηκαν βελόνες κι αγκίστρια αντικείμενα είναι πλέον πρόσφορα
για τις ψυχές των πραγμάτων και από τ’ αμβλέα,
κι έγραψε το Αρχέτυπο
του Κράματος του Ορειχάλκου
στα λιβάδια των στεπών
και στις οάσεις των ερήμων..
Κι από τότε
ένας μονόλιθος
σημαδεύει
την θέση του ανατέλλοντος ηλίου.
Στις Ισημερίες..
[94]
Βιβλίο Πρώτο
4
ΤΙ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΝ
Ο ΡΟΖΕΝΚΡΑΝΤΣ ΚΑΙ
Ο ΓΚΙΛΝΤΕΝΣΤΕΡΝ
ΤΗ ΝΥΧΤΑ ΤΗΣ 9ΗΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 1945
Ρ.
Απόψε ο ροδάνεμος είν’ το παλιό κρασί
ο λύκος της νύχτας είν’ του νοτιά το άστρο απόψε
το κακτόδεντρο,
είν’ ένας πεθαμένος Αιγύπτιος βασιλιάς..
Γ.
Ένα πικρισμένο στάχυ
το φαγητό όλης της μέρας.
Ένα φτερό από μνήμες..
Ρ.
Μην κλαίς πολύ απόψε για τα σύγνεφα
έχουμε κι άλλες νύχτες να μιλήσουμε
με τις ψυχές αυτών που φύγαν..
Γ.
Ναυτολογήσαμε λοιπόν και τις έσχατες
απ’ τις προοπτικές μας..
Κλαίμε σ’ ένα σκοπό Ιωνικό
για μια μερίδα πορτοκάλια κι έναν κρίνο..
[95]
Βιβλίο Πρώτο
Γ.
Δυο φορές αναζητώ τον όρκο μου μέσα στ’ αγκάθια.
Νομίζω θα τρέξει επιτέλους απ’ το χέρι μου το αίμα:
Δύναμαι πια να παίξω το Χριστό..
Ρ.
«Οψόμεθα» Δημήτριε,
μα ως να φτάσουμε-πολύ φοβούμαι-
«ες Φιλίππους»,
θα μας αρμέξουνε την αρετή
ανάμεσα Λαρίσης- Κατερίνης,
οι «Βασιλείς των Ορέων»..
Γ.
Ποια παρηγόρια, πού είναι η συμφορά;
Λιψές ελπίδες,
θάνατο γενναίο πώς να γεμίσουν;
Και να ’ταν κάνας θάνατος της προκοπής;
Μια άνοστη απόλυση
από «δημόσια θέση» ήταν.
Ρ.
Ήταν παλιά, πολύ παλιά τούτη η κοπέλα
έτσι όπως αναδύθηκε απ’ τα ερείπια της Αθήνας
ξανάχτισε τις ωραίες Μυκήνες
στα χέρια της αστραπής..
Γ.
… Και η κοιλάδα του λαιμού σου αγόρι
εκεί, στο σύνορο παραφοράς κι ανάγκης
μια μιλημένη αγάπη..
Ρ.
Κυριαρχείς εκεί που γέννησε
ο χειμώνας την ανάγκη.
μες στον βοριά των Δελφικών κιόνων.
Δίπλα στην λάλα την πηγή
την ώριμη προς πένθος,
Μανία, πεντάμορφη εφηβοπούλα,
χαροπαίζεις..
[96]
Βιβλίο Πρώτο
Γ.
Έτσι που απόμεινες αταξίδευτο
έρμαιο στα χέρια κάθε αυγής
πού να σε βολέψω παλληκάρι
με την παλιά πληγή στα μάτια..
Ρ.
Μούταζες, μούταξες..
Πού είναι τώρα τα Μύρα της Οδύνης;
«Αλκμήνη» τάχα..
Μια λέξη κενή στο ακραίο της όριο.
Γ.
Ήρθαν μαζί πριν εξακόσιες νύχτες..
Δεν έφεραν λεμονανθούς,
μήτε τις άγριες ρίζες
που ζήταγε η κυρά-Καλή
τα μάγια για να λύσει.
Ρ.
Απόμεινες να πουλάς ονειροβασίες
άτυχε Θερμοκλή..
Ω, εσύ, πανυπέρλαμπρε
αφού ήσουν έφηβος δελφικός
γιατί μοιράζεις τώρα
δεκανίκια με το δελτίο, στους χορτοφάγους;
Γ.
Ένα δίπτυχο ενδεχόμενο ήσουν..
Τι κρίμα Γανυμήδη.
οι «ενιαίοι» νικούνε μοναχά.
Ρ.
[97]
Βιβλίο Πρώτο
Ρ.
Μισή φωτιά, στενό φιλί
ερώτημα βασανιστικό
στο λάβδανο που παίρνει
κάθε ογδόη πρωινή
κείνος ο γέρος απ’ το φαρμακείο.
θα ζούμε τάχα κι αύριο;
Καιρός για κλάματα Αλίκη Στην Χώρα των Θαυμάτων..
Γ.
Σεργιανούσε αιώνες αλύπητα
η σιρμαγιά του κόσμου
ώσπου ήρθαν οι νεόκοποι μαγεμένοι ρυθμοί
και φέραν στον ώμο τους την μπαλάντα.
«Μια και μικρή η ζωή του κουνελιού
μα άσπρη και χνουδωτή η κοιλιά του».
Ρ.
Κι ήτανε λέει ο υπνοβάτης στοχαστής.
Βγήκε σεργιάνι στη νυχτιά
κρατώντας στα χέρια ένα όνειρο
-αντίς για σμύρνα, δώρα λαμπερά-
Γ. & Ρ.
Τη νύχτα εκείνη της υπομονής,
σαν έκλεισε της εκκλησιάς η πόρτα,
κάτι σαν κυπαρίσσι μύρισε όλη η ζωή.
Κάτι σαν χώμα..
[98]
Βιβλίο Πρώτο
Μικρή προπαρασκευή
για τη Μεγάλη Παρασκευή
Αυτή την Παρασκευή
τα δίχτυα γέμισαν με ψάρια
[99]
Βιβλίο Πρώτο
Χριστέ μου
[100]
Βιβλίο Πρώτο
σε κάνανε σημαία
οι κομπλεξικοί
σε τυραννάνε
με παράφορο πάθος
οι αποτυχημένοι
φτιάξανε οργανισμούς
με τ’ όνομά σου
φτιάξαν θρησκείες
πόλεις τεράστιες
και σε μοσχοπουλάνε
[101]
Βιβλίο Πρώτο
με ανθρώπους πολύχρωμους
με πράξεις έτοιμες
και ψυχωμένες
[102]
Βιβλίο Πρώτο
Χριστέ μου
τώρα σ’ αφήνω
απ’ το μπαλκόνι θα παρακολουθήσω
τους μανιασμένους υπηκόους σου
να σε τραβολογάνε στους δρόμους
άλλοι σκοτώνουν
εγώ θα σε περιμένω
σε δυο μεσημέρια
στο ξωκκλησιδάκι
ναρθείς
δεν είναι ραντεβού
είναι αντάμικο αντάμωμα φίλων
που πολύ ταξίδεψαν
[103]
Βιβλίο Πρώτο
έλα μεθαύριο
θα με βρεις
πάνω από ένα πηγάδι στερεμένο
να χαζεύω το βάθος του
(Πάσχα 1971)
[104]
Βιβλίο Πρώτο
«ΡΕΖΟΥΣ» 1970-1983
[105]
Βιβλίο Πρώτο
[106]
Βιβλίο Πρώτο
[107]
Βιβλίο Πρώτο
Η Μεγάλη Αρκάνα
Ι
Ας αλλάξουμε χέρι στο τσιγάρο,
δίσκο στο πικάπ, δόντια, ρούχα, φίλους, ιδέες,
ας αλλάξουμε τηλέφωνα,
κι ας αλλάξουμε γάζες, όνειρα και ταυτότητα,
ας αλλάξουμε ρόλους.
Ας αλλάξουμε σκοπιές..
ΙΙ
Πανόδετοι, Δερματόδετοι
Ιλλουστρασιοναρισμένοι
Σελοταίηπηδες:
Εγώ υπήρξα πάντα μου
ένας μαθητευόμενος Ονειροκόπτης.
ΙΙΙ
Τα πιο δύσκολα χρόνια τα πέρασα
μόνος μου ευγενικά.
Κατά τα άλλα η ζωή μου είχε
όλες τις διαστάσεις ενός (μικρού) θριάμβου.
Κατά τα άλλα, η, «εκ τούτου» πιθανώς..
IV
Τα τραπέζια γυμνά, οι τοίχοι κλείνουν
στάζουν τα δευτερόλεπτα απ’ τη βρύση.
Εγώ βουλιάζω, σφίγγοντας γίνονται όλα.
Ο τρόμος βάφτηκε χρόνος
συμπιέζει τις υπόγειες στοές.
V
Εγώ ο άνθρωπος,
με διέρχονται μετάλλινες ίνες.
Εν’ αμάξι έξω απ’ την πόρτα
τα σπλάχνα και τα σπλάχνα μου.
’Όλοι μοιάζουμε.
Εγώ ο άνθρωπος
αποσυνάγωγος ακόμα..
[108]
Βιβλίο Πρώτο
VI
Ανάμεσα στο εδώ και στο κάποτε
μια γραμμή ζιγκ-ζαγκ της λογικής
βατή μοναχά στους επαΐοντες..
Μεγάλος εχθρός για τον μοναχικό
οι μοναχικοί.
VII
Ψυχιστορίες, αναπνοήματα
Θανατοβασίες, μηχανάλυση..
VIII
Ναυτιλλόμενος, όχι τουρίστας.
Αγνοούμενος, όχι χαμένος.
Πυροβολημένος, όχι νεκρός.
Απαγαπημένος, όχι ετοιμόρροπος.
Δεν βρίσκομαι.
Ενυπάρχω.
IX
Έρχεται μόνη της η αγαπημένη ώρα.
Όσο και να λειτουργούν τα δεδομένα
συνθήκες, παράμετροι, συντεταγμένες,
η ώρα έρχεται πάντα μόνη της,
η αγαπημένη..
X
Άνθρωπος εν ανθρώπω
σε κίνηση και αλλαγή.
Νοιώθω ότι σήμερα
θα μπορούσε να γίνει «αυτό».
Θάθελα πάντως
να λαθέψει η διαίσθησή μου.
Είναι όμορφη η ζωή.
[109]
Βιβλίο Πρώτο
XI
Ορύγματα μιας κουρασμένης φαντασίας
εκτεθειμένα στη νάιλον παλάμη του ύπνου.
Όνειρα ύποπτα χαράς..
Ο καθένας έχει α π έ ν α ν τ ι
τον άνθρωπό του.
XII
Το ψάρι κατάπιε το αγκίστρι
κι άφησε άθικτο το δόλωμα.
Πάντως σ’ εκείνο το σημείο κόπηκε η πετονιά
κι ο ψαράς δεν έμαθε ποτέ του τι συνέβη..
XIII
Ανάμεσα στο «επιτέλους μόνος»
και στο «δυστυχώς απομονωμένος»
ένα τελεφερίκ γεμάτο απόπειρες
μια μακά(β)ρια βόλτα
απ’ τη Μήτρα στο Μνήμα
και τανάπαλιν..
XIV
Ο φόβος:
Μήπως δεν με καταλάβουν.
Κι η βεβαιότητα:
Πως θα με “καταλάβουν” τελικά..
2000 μ.Χ.
Τώρα τα πουλιά, τώρα τα χελιδόνια,
τώρα οι πέρδικες, έχουν το λόγο.
Έχετε το λόγο μου..
Κύριε Ψυχίατρε! Το χάπι σας..
XV
Καλά που ’ρχεται πάντα στο τέλος
ο από ραπτομηχανής Θεός
και μας ράβει τα νεύρα,
μόδιστρος και φραγκοράφτης,
ο μπαγάσας.
[110]
Βιβλίο Πρώτο
XVI
Πόσο μόνος μου νοιώθω ανάμεσά σας..
Μα εσείς δε νοιώθετε μόνοι σας
χωρίς εμένα
τη στιγμή που νοιώθετε «μαζί»
χωρίς εσάς..
XVII
Ζητώ τον Λόγο και δεν μου τον δίνουν.
Γιατί δεν τον έχουν..
Τι μίζερη εποχή,
που ο Κάθε Ένας,
κατάντησε «καθένας»..
XVIII
Ήρθαν μεσάνυχτα..
Και χτύπησαν την πόρτα μου.
Τους είπα: Εγώ όσο έχω λάσπη,
θα χτίζω.
Ακόμη και μ’ αυτή που μου πετάτε..
ΧΙΧ
Μπρρρρρρ! Κρυώνω.
Σσσσσσστ! Σιωπώ.
Ντρίνιν-ντριν! Χτύπησε το ρολόι.
Φρρρτ! Πέταξε ένα πουλί.
Χρσσστ! Έσκισα το συμβόλαιο..
XX
Όταν κοιμάται ο Ποιητής
Όλα τα ερωτήματα βρίσκουν απόκριση.
Όταν ξυπνάει
τότε καταλαβαίνουν οι άλλοι
το λάθος που έγινε..
[111]
Βιβλίο Πρώτο
Κενή Διαθήκη
(Στοκχόλμη, 1972)
[112]
Βιβλίο Πρώτο
Η Σύσκεψη..
Όλα μοιράστηκαν
παραδοθήκαν τα κλειδιά
ραφτήκανε οι στολές
οι διαδηλωτές στις θέσεις τους
οι ινστρούχτορες ξυρισμένοι..
Τα εικοσαετή σχέδια
κλιμακωτών σαμποτάζ
οι βιομηχανίες
όλα δουλεύουνε ρολόι
μα η ΣΥΣΚΕΨΗ δεν τέλειωσε ακόμη..
Το πράσινο άναψε
το κόκκινο άναψε
το πράσινο ξανάναψε
ώστε τα φανάρια εντάξει
οι φοροδείχτες Ο.Κ.
Οι κομπιούτερς λαδωμένοι
τα προγράμματα συμπληρωμένα
οι πρωτοπόροι
έτοιμοι για την επανάσταση
οι ήρωες εντάξει
περάσανε τα τεστ μαζοχισμού
μα η ΣΥΣΚΕΨΗ τραβάει σε μάκρος..
[113]
Βιβλίο Πρώτο
Οι στρατοί σ’ επιφυλακή
οι επιστήμονες χαμογελούν
οι ποιητές τρέχουν
με λυμένες τις γραβάτες
όσοι ποιητές δεν φοράμε γραβάτες
έχουμε εξοντωθεί σύμφωνα με το πλάνο
οι χίπις ξαναγυρίζουν στο κονάκια τους
τίποτε δεν έγινε τελικά
ποιος ο φόβος
και συνεχίζεται τούτη η ΣΥΣΚΕΨΗ..
[114]
Βιβλίο Πρώτο
[115]
Βιβλίο Πρώτο
με τρελή αγελάδα
που παριστάνει τον πικραμένο ταύρο
όσο ο ήλιος λάμπει και τραγουδούν οι κάμποι
μήτε με ρίμες δεν φινίρει παιδιά μου η ΣΥΣΚΕΨΗ..
Φωνάζει ο πρόεδρος
αντιφωνάζει ο αντιπρόεδρος
παραφωνάζει ο παραπρόεδρος
τι κακό είν’ και τούτο αυτό
μα δεν έχουνε Θεό ετούτοι δω
όχι σας διαβεβαιώ
κύριε συνάδελφε, πρώτε μου εξάδελφε
είναι παράθεοι, μην είναι άθεοι,
μήπως αντίθεοι
ο νέος ρέπει στην αναρχίαν
εις τους καιρούς μας
και στους εχθρούς μας
και εις τους φίλους, τι θα ειπώμεν
πως άνω σχώμεν;
Μα η ΣΥΣΚΕΨΗ δεν βγάζει πουθενά..
Κυψέλη-Αριστερά
Νέα Κυψέλη-Νέα Αριστερά
Άνω Κυψέλη-Άνω Αριστερά
Νέα Άνω Κυψέλη-Νέα Άνω Αριστερά
Άνω Νέα Άνω Κυψέλη-
Άνω Νέα Άνω Αριστερά ..
[116]
Βιβλίο Πρώτο
Κύριε Σολζενίτσιν,
κύριε Πάουντ
κύριε Γεβγκένι Γεφτουσένκο8
κύριε Καίστλερ,
κύριε Σολόχωφ
κύριε Βοσνεσένσκι
δεν ξέρω τι εσείς
αλλά εγώ «είμαι αητός χωρίς φτερά»
και πετώ ψηλά-ψηλά
και πετώ ψηλά-ψηλά..
Ω «μάμμη μπλου»
δύσκολα που’ ναι τ’ απογεύματα εδώ μέσα..
8
Το 1986 όμως, στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στη Μόσχα,
πρωτοανταμώσαμε με τον Ποιητή, και γίναμε αδερφοχτοί, στην
κυριολεξία, μέχρι το τέλος του. Ο «Ζένια» είναι από τους λίγους
αγαπημένους μου..
[117]
Βιβλίο Πρώτο
Όχι γαμώτο!
Ζητώ λογοδοσία!
Γιατί αργεί να τελειώσει η ΣΥΣΚΕΨΗ
σπάστε το συσκεπτήριο
για να δείτε αυτά που ξέρω εγώ για να δείτε
τους σύνεδρους νεκρούς πάνω στα έδρανα
για να δείτε να ξεπροβάλλουν
κάτω απ’ τα καθίσματα χιλιάδες άνθρωποι
με ονόματα αγίων και λουλουδιών
για να δείτε τους μουσικούς
να τεντώνουν τις φλέβες
για ν’ ακούστε τη γήινη ψαλμουδιά μωρέ
να τραντάζει αρμονικά τους τοίχους
για να δείτε το χταπόδι να τρώει τα πλοκάμια του
για να δείτε κι εμένα οπού σας τραγουδώ
με μια κατάμαυρη σημαία
κι ένα κυνηγιάρικο γεράκι στο μπράτσο
και την πίπα του καπετάν Διαβόλου στο στόμα
και μες απ’ τα συκώτια μου να βγαίνουν
ελάφια, παγωνόπουλα, αλεπούδες, καράβια
σύννεφα, πουλιά, σπίτια,νομίσματα, ρούχα
χιλιόμετρα τραίνα,κι ένας επιληπτικός ήλιος
να σκάζει στα στήθια μου,και ν’ ακούγονται
εκατομμύρια ασημένια τραγούδια
σαν να κάνουν έρωτα
χιλιάδες σιδερένιες κουκουβάγιες,
μα για ποια ΣΥΣΚΕΨΗ μιλάμε τόση ώρα ντέεε,
παίρνει χαμπάρι από τέτοια ο Ήλιος;
[118]
Βιβλίο Πρώτο
Αυτοεπιτάφιος
[119]
Βιβλίο Πρώτο
« Σκοτώθηκε ο Ποιητής
Δημήτρης Ιατρόπουλος
της γενιάς του ’70
κλάσεως ’67
πρώην σμηνίτης
νυν τσιγκολό
που τα τελευταία χρόνια
-στην προσπάθειά του να ξεχάσει-
ταξίδευε απεγνωσμένα
Ομόνοια-Παγκράτι
εφτά φορές την ημέρα».
Εν τω μεταξύ,
στο κρεβάτι του Μαρμαρωμένου Βασιλιά
που μ’ έχουνε βάλει κι είμαι «πεθαμένος»
η σωματική μου κατάσταση έχει ως εξής:
[120]
Βιβλίο Πρώτο
Τότε εγώ,
βγαίνω έξω!
Παν’ να με πιάσουνε
η Τελετή έχει αρχίσει
οι δημοσιογράφοι παρόντες
ο υπεύθυνος της Δημόσιας Δαπάνης
παρών κι αυτός και ξουρισμένος.
[121]
Βιβλίο Πρώτο
Όλοι διαμαρτύρονται
δια το παράδοξον του πράγματος.
Διαβάζω δυνατά
στους νεκροπομπούς
που έχουν κλείσει τα μάτια
για να μην ακούν.
Κατά τον ελληνικό τρόπο..
Το ποίημα είναι μελό
νεοπαραδοσιακό
οργισμένο,
χυδαίο εν πολλοίς,
οπωσδήποτε απολιτίκ.
Γι’ αυτό
να προσέχετε τις φράσεις
και να κατασκευάζετε
μέσα σας τις εικόνες παρακαλώ!
[122]
Βιβλίο Πρώτο
Μεταθέτω τα όρια,
τερματίζω όπου θέλω εγώ
κι εγώ διατάζω τις ταχύτητες!
Περήφανος
& ασήμαντος
μοναδικός
& λάγνος.
[123]
Βιβλίο Πρώτο
Ήτανε Καπιτάν-Ληστής
κι ο καπιταλιστής εγώ
τόνε ξεπούλησα
στο Σαν Πάολι του Αμβούργου
στα πουτανάδικα
για κράχτη.
Είμαι όμορφος
τουλάχιστο σαν Μεγάλη Παρασκευή
κι ανήσυχος
σαν εφηβαίο που τρέμει.
[124]
Βιβλίο Πρώτο
Έχω γεννήσει
60 πέτρες
20 ποιήματα
35 μάγους
8 ταξίδια
κι ετοιμάζω στην άκρη του χρόνου
για την Άκρη του Χρόνου,
έναν πράσινο θάνατο.
Ξεκρεμάστε με!
Να ξεδιπλωθώ
πάνω από τις πολυκατοικίες.
Να λειτουργήσω
το Σαββάτο των Ψυχών.
Να με κρυφαγαπήσουν οι δουλίτσες.
Να κοινωνήσουν οι ελέφαντες
που ροχαλίζουν στα σπιρτόκουτα.
[125]
Βιβλίο Πρώτο
[126]
Βιβλίο Πρώτο
Ξαναγυρίζω
απ’ τη γαλάζια μήτρα του «Μηδέν».
Δεν ήταν ζόρικο ετούτο το ταξίδι.
μια άσκηση ήταν του ύπνου
για μιαν επιστροφή.
Κι αυτά τα ταξιδέματα
αγιάζουνε κάθε αιώνα..
Γι’ αυτό,
μακριά τα σκεύη σας από μένα.
[127]
Βιβλίο Πρώτο
Παράλληλες Κατασκευές
Σ υ ν ε ν ν ο η θ ή κ α μ ε;
Εκφορά
Επανάσταση, Ανατροπή, Αλλαγή, Μεταρρύθμιση:
Λέξεις μπατίρια!
Η Α π ο δ ό μ η σ η είναι το μισό κιλό υδράργυρος
να ρίξτε στο αυτί του Άρχοντά μας.
Όσο για μένα: Μη με ψάξετε στις φάτσες των γαϊδάρων.
Όταν το όνειρο της νύχτας του καλοκαιριού τελειώσει,
θα θυμηθείτε πως τα μάτια μου,
τα φόραγεν, ο Πουκ9
*
9
Το περίφημο ξωτικό από τ’ «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» του
Σαίξπηρ. Νιώθω έτσι σαν δαύτο: Έξω απ’ το παιχνίδι, μα δίχως εμένα
δεν γίνεται και παιχνίδι! Συνδέοντας την πράξη με τον θεατή-
αποδέκτη της, μα όντας πράξη ταυτόχρονα μέσα στο παραμύθι, από
τον Πουκ-εμένα σας, λοιπόν, πάρτε τώρα μια μαύρη καληνύχτα..
[128]
Βιβλίο Πρώτο
[129]
Βιβλίο Πρώτο
ΘΡΑΥΣΜΑΤΑ ΜΕΤΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
1984
Το 1984, σε μιαν άκρως «διαφυσική» στροφή μου, (ο όρος
«μεταφυσική» είναι αδόκιμος για μένα, τον έχουν ανοήτως
υφαρπάξει από τον Αριστοτέλη, η «Διαφυσική» είναι το
σωστό..), έπιασα στα χέρια μου αρχαίους συντρόφους και
κοσμικές μυθοπλασίες, με αποφθεγματικούς στίχους
ατμοσφαιρικής προπαίδειας. Ένιωσα το «Άλλο» να μου γνέφει
απ’ το παράθυρο και του άνοιξα την πόρτα..
1
Δίπλα μου λάμνει μουσική.
Σκοτεινό φως.
Εικόνες προ.
Αρχαίες.
Αρχή.
2
Τα αληθινά μου αδέλφια
Κατέβηκαν όταν έπρεπε
και θα ξανάρθουν.
3
Το ίσως.
Το τότε.
Το τώρα.
Το το τε τω ρα.
4
Πού μετενσαρκώθηκες;
Στείλε μου μήνυμα
αν αξίζω κι αν πρέπει.
Τι λέει το Πρόγραμμα πάνω σ’ αυτό;
[130]
Βιβλίο Πρώτο
5
Ασκώ την μαγεία.
Στον ασκό της μαγείας,
μια ημερομηνία
δυο νύχια χρόνος,
μια μπαλάντα,
και η έξοδος από τον όρκο.
Ήρεμος περιμένω.
6
Πάρτε με πίσω.
Χωρίς θάνατο.
Νοή μόνο.
Για να συμπληρωθεί το Έργο.
7
Η αγάπη.
Όπως την εννοούμε εμείς.
Όπως την ξέρουμε και την διδάξαμε.
Οι φρουροί του Ήλιου.
Οι ωραίοι Αρχαίοι-εμείς..
8
Δώστε μου σημάδι πώς να βρεθούμε.
Σε ποια διάσταση.
Σε ποιας αρμονίας τη συχνότητα.
Ανεξαρτήτως χρόνου
ύποπτου ή ανύποπτου.
Ο χώρος είμαι Εγώ!
Ελάτε μου.
Ελάτες.
9
Καλώ το Καλό..
[131]
Βιβλίο Πρώτο
10
Δεν υπάρχει αμφιβολία υπάρχουμε,
διηνεκώς έμπλουτοι.
11
Ο Βασιλιάς των Αττάβων.
Τελετάρχης ονειρασκήσεων.
Ακροβάτης προΰπνιος.
Ο επιτρέπων τη δίοδο.
Ο εξελέγχων την έξοδο.
Ο παροτρύνων την διάπρυση.
Αυτός ο Άτταψ..
12
Μα από πού έρχεται αυτό το Φως.
Το τόσο.
Αν μίλαγαν τα χρώματα
το γλυκό γκρι
και το αχνό γαλάζιο
θα το διεκδικούσαν.
[132]
Βιβλίο Πρώτο
13
Η στιγμή της φώτισης,
είναι έκθαμβη.
Μυστική
αποθήκη αποθέωσης
του μέτρου,
του ρυθμού,
της αρμονίας,
της συμμετρίας.
Μαγική
και μαγεμένη
ισορροπία.
Όταν βέβαιος
πως δεν προέρχεται
από κάπου,
νοιώθεις επιτέλους
πως έρχεται από σένα.
Και εξέρχεται..
Λούζει τα αντικείμενα
σε άλλες εποχές..
Χρωματίζει
τις υπόγειες διαστάσεις.
Βαρύτητες αλλότριες.
Δικές μας,
εμάς των Ξένων..
[133]
Βιβλίο Πρώτο
14
Σας εμπιστευτήκαμε
τη συνέχειά μας.
Αλλά εσάς
σας φάνηκε
σαν να σας
εμπιστευόμασταν
την ζωή μας..
Δίχως να ξέρετε
ακόμη
πως κι αυτά
Εμείς τα προγραμματίσαμε.
Αντιχρόνιες ασκήσεις,
διερευνήσεις αναγκαίες
μεταλογικές διαδρομές
προς την ολοτελείωση.
Εμείς οι Ξένοι,
οι Δικοί Μας.
[134]
Βιβλίο Πρώτο
15
Υγρό απόγευμα,
απόβροχο.
Η μουσική
με τα βελούδινα φτερά της
ίπταται.
Και θροΐζοντας
αγνοποιείται
και διαμορφώνεται.
[135]
Βιβλίο Πρώτο
16
Λογικό πεδίο.
Οριοθετημένο
απ’ το βορεινό πάθος
το ανατολικό ύψος
το δυτικό δέος
και το νότιο ένστικτο.
Άσπρο τετράγωνο,
περιοχή χωρίς περιεχόμενο.
Οικόπεδο του ανέμου.
Η Ιστορία πασχίζοντας
να γίνει Παγκόσμια
σε γέμισε αίματα, βιασμούς,
ανθρωποθυσίες,
πλάνα «πλάνα».
Κι είσαι ακόμη το φόβητρο
των Ποιητών και των Ηρώων.
Λογικό πεδίο.
Ουτοπία, άδεια τσέπη της νύχτας,
ρεύμα δίχως δάχτυλα,
άφωνος λόγος,
άρωμα πριν απ’ το λουλούδι.
Λογικό πεδίο.
Σημαία των ανόητων,
μπαμπούλα των ημίμυαλων,
η μόνη αιτία να υπάρχεις
είναι για να μπορούμε να σε καταργούμε.
Οι Ποιητές κι οι Μάγοι.
Εμείς.
[136]
Βιβλίο Πρώτο
17
Είναι ζεστό το σώμα σου.
Ακόμη..
Κι ας κλείσαμε την πόρτα του έρωτα
εδώ και κάποιες ώρες.
Μήπως έχεις πεθάνει;
18
Ώρα.
Ρυθμική εκδρομή
απ’ το νοητό στο νόημα
και πάλι πίσω.
Νυφικό κρεβάτι των δεικτών,
αριθμητήριο του θανάτου.
Ώρα ανύπαρκτη..
19
Η θλίψη κι η μη θλίψη:
Τα δυο παιδιά της ηρεμίας.
20
Προχώρησε η νύχτα.
Καιρός για επιστροφή στο χρόνο.
Κλείνω τα μάτια,
σκεπάζομαι,
καλό ταξίδι.
[137]
Βιβλίο Πρώτο
Η μυστική γραφομηχανή
[138]
Βιβλίο Πρώτο
[139]
Βιβλίο Πρώτο
Αόρατη τύψη
όταν οριζοντιώνεται
στη μέση του δωματίου
η αόρατη τύψη
[140]
Βιβλίο Πρώτο
Πρωινό κέφι
Πού ν’ ακουμπήσεις
για να πεις πως είσαι κάποιος
μέσα στους άλλους κάποιος..
Μα πουθενά
μήτε ένα περαστικό πρόσωπο
στον Τερέντιο δεν γίνεσαι..
[141]
Βιβλίο Πρώτο
Είναι οι άνθρωποι..
Είναι οι άνθρωποι
που γεμίζουν τον κύκλο του κενού
γύρω σου.
Μηχανές
[142]
Βιβλίο Πρώτο
Ονειροδρόμιο
-Ραμπίν-τρανάθ, ταγκόρ-ιστός..10
Πρησμένος λαγός ουρλιάζει
αιωνόβιος λύκος σε σχέση με τα έντομα.
10
Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ: Ο μέγας Ινδός αγαπημένος ποιητής μου..
[143]
Βιβλίο Πρώτο
-Τραβώντας το σκοινί,
Εξετάζεις συνάμα και τα δικά σου όρια:
Πόσο δεμένος είσαι, κτλ.
-Όλοι οι άνθρωποι, ένας.
Κι ο Ένας Άνθρωπος, κανείς!
Τι μίζερη εποχή..
Ο Κάθε ΄Ενας
κατάντησε
«καθένας»..
Τι γελοία αντιποίηση:
Το Αίμα αυτοκτόνησε
μες στο ΤομάτοΤζους..
[144]
Βιβλίο Πρώτο
Ξεχειλωμένη παραμπαλάντα
για τον Μαντατοφόρο..
Μαντατοφόρε,
φτάνει πια,
δεν έχεις τίποτε καινούριο
να μου δείξεις.
Το μήνυμα,
που αποτελεί
το δικό σου μήνυμα ζωής,
εμένα δεν με ωφελεί,
δεν μου χρειάζεται..
Δεν με τρομάζεις,
χαμπεριτζή!
Παράκτιες αναζητήσεις
του χαμένου θησαυρού..
[145]
Βιβλίο Πρώτο
Μαντατοφόρε!
Δεν το έμαθες,
διόλου δεν στο δίδαξαν
Απροσκύνητες
σαν το Κωνσταντινουπολίτικο
Λάβαρο των Παλαιολόγων..
Και παρεμβάλει
μόνιμα παράσιτα
στους ραδιοψυχοσταθμούς
κυβερνητών κρετίνων;
[146]
Βιβλίο Πρώτο
Μαντατοφόρε!
Άιντε σ’ άλλην γη,
σε άλλη διεύθυνση,
σε άλλης προσφυγιάς μυστήριο.
,
Εδώ, δεν έχει διάβαση για σένα,
Εδώ, δεν είναι σκούρα όλα.
Εδώ, παιδί μου,
το μαντάτο ψήθηκε
σε αιώνιες μετατοπίσεις
και σε υπέροχες
πλαστουργές καλημέρες
του απείρου..
Μαντατοφόρε, φύγε!
[147]
Βιβλίο Πρώτο
ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΕΥΜΑ
1987
Απ’ το ’87 και κατόπι, ένοιωσα να μπαίνω σε μιαν
αλλιώτικη φάση. Άφησα τη ζωή μου να τσουλάει
παράλληλα κι έκλεισα την Ποίηση σ’ έναν εσωτερικό
πύργο, σαν βιγλάτορα, σαν παρατηρητή. Έδωσα
περισσότερο χώρο στον διάλογο με τις κρυμμένες φωνές
μου. Μου έκανε καλό, γιατί μπόρεσα να ζήσω διάφορα
εξωτερικά σκαμπανεβάσματα δίχως καμιάν ουσιαστική
εσωτερική απώλεια. Έτσι, τον ίδιο καιρό βεβαιώθηκε
οριστικά μέσα μου, και η υπαρξιακή σχέση μου με την
Ποίηση που ποτέ δεν μ’ άφησε να αρρωστήσω, κι αν τύχει
κάτι τέτοιο από φυσικούς λόγους, αυτή πάντοτε με
θεραπεύει..
[148]
Βιβλίο Πρώτο
Το φιλί,
το χάδι,
το χαστούκι,
το βήμα,
την ανάσα,
το νεύμα,
το ενόραμα,
τη γραφομηχανή
και τους μύστιους νευρώνες
των συσχετισμών,
των συνειρμών τα όνειρα
και τη φαντασιακή πλατφόρμα σου..
Όλα σε περιέχουν
και τα ανακαλύπτεις
προχωρώντας στον καιρό.
[149]
Βιβλίο Πρώτο
( Προσωπογραφία του Μότσαρτ σε ηλικία έξι ετών. Έργο του Pietro Antonio
Lorenzoni (1721-1782) κατά παραγγελία του πατέρα του Λέοπολντ Μότσαρτ.)
Άκουσα το καμπανάκι
δίπλα στο σπαθί..
Άνοιξε διακριτικά
με ρυθμικό βηματισμό
την πόρτα της νύχτας
και κατέβηκε..
11
Το πιο αγαπημένο μου ποίημα, σ’ όλη την μέχρι τώρα διαδρομή
μου. Με αντάμωσε με την Κατερίνα μου, την Ιέρεια της ζωής μου..
[150]
Βιβλίο Πρώτο
«Πρόσεχέ τους»
μου ψιθυρίζει,
«δέκα μέτριοι φτάνουν για το κακό»..
[151]
Βιβλίο Πρώτο
Τότε ο Μότσαρτ,
ευτυχισμένος,
φεύγει ανάλαφρα
σαν αλέγκρο σκέρτσο
ν’ ανταμώσει
τον αδελφό μου.
[152]
Βιβλίο Πρώτο
Εισόδια
Ήρεμος,
βγάζει τα γυαλιά του σαν καθηγητής,
με σπρώχνει ελαφρά με το δάχτυλο,
καθόμαστε μαζί,
στην άκρη στο κρεβάτι.
Με καθησυχάζει.
Δεν με αντικαθιστά.
Με συμπληρώνει.
Φοβάμαι να εγκαταλείψω
τον έρανο της επιδοκιμασίας.
Σας λέω την αλήθεια..
[153]
Βιβλίο Πρώτο
Αρρωσταίνω,
πονάω,
δραπετεύω,
στον βαθύ τρόμο της ύπαρξης..
Αυτός χαμογελά.
Είναι σαν το νερό.
Δεν έχει χρώμα, δεν έχει γεύση,
μα είναι απαραίτητος.
Σιγά, σιγά,
μια ήρεμη χαρά με βαφτίζει
μέσα στη νυχτερινή σιγαλιά..
Κι είναι τόσα
που περιμένουν να συμβούν,
τώρα..
Με τις χούφτες,
σπρώχνω χιλιάδες απ’ τις μέρες μου
στην άυλη χοάνη της φύσης μου.
[154]
Βιβλίο Πρώτο
[155]
Βιβλίο Πρώτο
[156]
Βιβλίο Πρώτο
Τα καλάμια
[157]
Βιβλίο Πρώτο
Όλο το πρωί,
μοιάζει η ζωή μου με καλαμιώνα,
οι ξεραμένες βρώμικες μέρες
κι οι αποτυχίες,
οι παραλίγο αληθινές
φυτεμένες παράωρα ελπίδες μου,
οι δυνατές ρίζες που χνουδιάσανε,
γειτονεύοντας με το χώμα,
τις δίπλα ρίζες, τ’ αγριοχόρταρα
και τα ζουζούδια που γιορτάζουν τα μεσάνυχτα
μες στην καρδιά της καλαμιάς.
[158]
Βιβλίο Πρώτο
Γελάει βροντερά
και μ’ αρπάζει
σαν ολιγόβιο τεχνούργημα του απείρου,
με σφεντονίζει στον άνεμο
και με διατάζει:
Όλο το πρωί,
καθάριζα της μέρες μου,
δεν μένει και τίποτα σπουδαίο,
μα εκείνη η φούντα στην κορυφή επιμένει,
λοφίο της μοίρας αμάραντο
και σαν πολύχυμο χαμόγελο αμύνεται στις εποχές
φωνάζοντας στη γλώσσα
των μακρινών πουλιών και των γενναίων
το μυστικό της αναποκρυπτογράφιστο σύνθημα..
[159]
Βιβλίο Πρώτο
Πέρασε ο άνεμος
δίχως να το πάρουμε χαμπάρι
και μας έσπρωξε γλυκά και ύπουλα
στο πλάι του καιρού.
Υπήρξαμε Κύριε,
μια γενιά θαρραλέα κι αστόχαστη
απ’ αυτές που γράφουνε την Ιστορία!
[Ακόμη και στα παλιά τους τα παπούτσια..]
[160]
Βιβλίο Πρώτο
Για να θρηνήσω
τον Ρικ και τον Ντολμέτση,
τον Άλαν, τον Δημήτρη,
την Ογιό και τον Γιούσι,
τον Άγιο Φραγκίσκο,
τον Ρούντυ και τον Ντάνιελ,
την Αννιέτα και τον Ντόνοβαν..
Εγώ,
ένας αντιπρόσωπος- πρωτομάστορας,
κάτοχος αοράτου διαβατηρίου..
Κύριε,
δεν είσαι ο Χριστός!
Είσαι ο Χρήστος..
[161]
Βιβλίο Πρώτο
Ινδιάνικε αητέ!
Παραμάσχαλα στον ύπνο των δικαίων
στη σύναξη των είκοσι αγίων
χαλαρωμένος, ακουμπάς στο άγριο μέλλον,
κι είμαστε όλοι εδώ παρόντες,
βάλε μας στη σειρά, καμάρωσέ μας,
είμαστε η Λεγεώνα της Παράνομης Ελπίδας:
[162]
Βιβλίο Πρώτο
Κι εγώ ρε μάγκα!
[163]
Βιβλίο Πρώτο
[164]
Βιβλίο Πρώτο
Ο 43ος
Βήμα βήμα
ανάμεσα στα πλίθινα δωμάτια
τους δρόμους με τα χελιδόνια στο πλάι
τις ασημένιες υποσχέσεις
για μια χαρούμενη ζωή
τα όσα τύχαν, τα όσα ξέφυγαν,
τα όσα φύγανε, τα όσα μένουν,
αργά, προστατευτικά,
απρόοπτα ίσως κάπου-κάπου,
το θαύμα ζωγραφίζει τον κύκλο του.
Ο Ποιητής,
το φαντάζεται μόνο.
Τίποτε άλλο.
Οι άλλοι, τίποτε..
[165]
Βιβλίο Πρώτο
Το Δάνειο..
[166]
Βιβλίο Πρώτο
[167]
Βιβλίο Πρώτο
[168]
Βιβλίο Πρώτο
Έφτιαξα εν τω μεταξύ
μάνα και πατέρα κι αδελφό, εδώ.
Αυτών, ίπτανται πια οι ψυχές τους..
Έρχομαι..
Αποχαιρέτισμα..
Άστεγο Ύφος..
Η Παράβαση οδηγεί στην Υπέρβαση
κι αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει
να το μάθουνε ποτέ
οι αστυνόμοι του πνεύματος..
[169]
Βιβλίο Πρώτο
[170]
Βιβλίο Πρώτο
«Ήγγικεν η ώρα..»
(μοιρασμένο με τον φιλάδελφό μου, Μάνο Δανέζη..)
Προορισμένος είμαι
να ρωτάω βρονταχτά
ποιος ανοίγει τις πόρτες
μέσα στη νύχτα
να διυλίζω τους ήχους σκιών
και διελθόντων αγίων
να ελέγχω το όνομα..
[171]
Βιβλίο Πρώτο
Όταν ρυθμικά,
διονυσιακά και απρόοπτα,
οι Ιπτάμενες Ταξιανθίες των Επταγγέλων
μοιράσανε το μέλλον
σε δισεκατομμύρια τεμάχια
ελεγχόμενης αναπνοής
θεουργώντας ανεπανάληπτα..
,
Αγαπημένοι πρόγονοι,
αληθινά Αρχαίοι,
κυβερνήτες,
προπομποί,
ανιχνευτές,
πληρώματα..
[172]
Βιβλίο Πρώτο
Αντικύτταρο..
1
Τ’ είν’ αυτό που μας φωτίζει,
που μας φέρνει,
που μας παίρνει,
που μας δείχνει
τον άβατο δρόμο,
μες στην ατέλειωτη
γκριζογάλανη νύχτα.
Μαντατοφόρος καμουφλαρισμένος.
Τ’ είν’ αυτό,
που σβήνει το κερί
και ποτίζει το λουλούδι,
που δίνει το σύνθημα
και στέλνει το σινιάλο,
εξακοντίζοντας
επάνω μας
τη μεγάλη είδηση.
Φωτοπρόσωπο αντικυττάρων.
[173]
Βιβλίο Πρώτο
Απλώνω
στο τραπέζι του πέλαγου
το μακάβριο πρόσφορο
και μοιράζω
δώρα κι αντίδωρα
χρόνια ξεχασμένα
απ’ τις εγκυκλοπαίδειες,
διεκδικήσεις ανοήτων αρχόντων..
Λεμουρίες,
Ατλαντίδες,
Φαραώ
και Παράκελσους
Γαλιλαίους,
Γαλιλαίες,
Γαλιλαία.
[174]
Βιβλίο Πρώτο
Δεν θα μιλήσει
Η Σιωπή.
Μιλάει του Λόγου.
Του παραλόγου.
Είναι κλεισμένο
Χαρτί.
Η ύπαρξή μας.
Κρυφή γιορτή μας.
[175]
Βιβλίο Πρώτο
Κι η Ποίηση πάντα
εδώ.
Μονάχη ασπίδα.
Στην καταιγίδα.
Να τρέπει σε φως
το νερό.
Σε πυρ τ’ αλάτι.
Χρυσή αγάπη.
Να δίνει φωτιά
στη βροχή.
Φιλί στην πίκρα.
Να βλέπει αντίκρα.
Να ρίχνει ξανά
τα χαρτιά.
Κλειδιά να δίνει.
Μέσα στη δίνη.
Ν’ αλλάζει ανοιχτά
τους καιρούς.
Τροχός που αφρίζει
κι όλο γυρίζει.
Η Ποίηση πάντα
εδώ.
Να περιμένει.
Η αγαπημένη..
[176]
Βιβλίο Πρώτο
Άγρια χαρά.
Το γέλιο μιας γυναίκας που γέννησε.
Το «πυρ» μπρος στην άδικη εκτέλεση.
Το μπιζ του σολίστα που κέρδισε,
το φως που γλιστράει στο βάραθρο.
Λεπτά φτερά.
Οι ανασαιμιές των υακίνθων την άνοιξη
η περιπέτεια του γλάρου στα κύματα
η ισορροπία του κλόουν στην έναρξη
ένα φιλί που αγγίζει λίγο τα χείλια μας
και η γλυκιά μελωδία της σκέψης μου,
όταν ο δίκαιος ύπνος μου έρχεται..
[177]
Βιβλίο Πρώτο
Μεταγωγή
[178]
Βιβλίο Πρώτο
Γνωριστήκαμε παλιότερα:
Στο τρένο με τις τρελές καμέλιες
Στο δωμάτιο που άνοιγε μόνο από μέσα
Στο καιόμενο θυμίαμα των λουλουδιών
Στο Τότε Ύφος της Έναρξης.
Και ΘΑ:
Επίλεκτοι Νοονόμοι
θα παρέμβουν, εκεί.
Να ενυδατώσουν τα νέα κρανία
Να θετήσουν τον ένορκο έρωτα.
Να ανοίξουν τις άφατες πύλες.
Πληρωθείτε. και :
Πληρωθείτε!
[179]
Βιβλίο Πρώτο
I
Μια γυναίκα πλαγιασμένη
στην κορυφή του χρόνου,
Μ’ ένα σκήπτρο λαστιχένιο
στ’ αριστερό της χέρι
και μια σφαίρα από ζεστό πορτοκάλι στο δεξί,
ουρλιάζει μανιακά,
καθώς η άμμος κινείται
και την βυθίζει στο γκρίζο υπόγειο
της άλλης ύπαρξης.
Νάτος
ο Θάνατος!
Ο Θάνατος
μεταμορφωμένος σε γλυκό αεράκι
χαϊδεύει την ακακία
και τραγουδάει χωρίς λόγια
πάνω στα μνήματα
και δίπλα στη βρύση του κοιμητηρίου,
την ώρα που παρελαύνουν
οι καλλίφωνες ψαλμουδιές των δέντρων
και το ημερολόγιο δείχνει
Τετάρτη μεσημέρι..
Η Τετάρτη,
ξεφεύγει απ’ την ομάδα
και τον τροχό της μοίρας
και ξεδιπλώνει την αόρατη σημαία της
να κοιμηθούν πάνω της τα πουλιά
και τα παλιά κουρασμένα παραμύθια
που φύτρωσαν στη σακούλα
με τα παιδικά μας όνειρα,
πριν από πολλά-πολλά
γυρίσματα
του Φεγγαριού..
[180]
Βιβλίο Πρώτο
Το Φεγγάρι
τραβάει τις κουρτίνες του
και βλέπουμε μέσα του,
το χρόνο διπλωμένο στα δύο,
ακουμπισμένο
στη γωνιά του κελιού,
ενώ στην καγκελλένια πόρτα
το πρόσωπο της μητέρας
αφήνει στον ανθρωποφύλακα
μια παραγγελία,
ένα μαντήλι
με δάκρυα και φιλιά,
και μια Σοκολάτα.
Η Σοκολάτα
λιώνει αργά-αργά
και στάζει σκούρο κερί
μπροστά στα πόδια μας,
όταν αποφασίζουμε να βηματίσουμε
μέσα σ’ αυτό το υγρό καταγώγιο,
πριν έρθει η κλούβα
να μας βγάλει στον ήλιο
ώστε να ξαναπιστέψουμε
πως είμαστε αθώοι
και θα γυρίσουμε πάλι
στο Σπίτι.
Το Σπίτι
γέρνει απαλά
στο αριστερό χέρι του δρόμου,
το λένε εκατόν σαράντα εννέα
κι απέξω το φρουρεί μόνιμα
μια καφεπράσινη ακακία.
[181]
Βιβλίο Πρώτο
II
Πέφτουν τα λόγια μου
απ’ το μπαλκόνι
σαν άκυρες πενταροδεκάρες,
ο απέναντι λείπει καιρό,
τα γεράνια σαπίσανε στο ντενεκέ.
Οι άνθρωποι πάγωσαν,
γίνανε χαλκομανίες
στον ξεθωριασμένο τοίχο
του Ηλεκτρικού.
Ένα-ένα,
οπισθοχωρούν
τα όνειρα,
ξαναγίνονται
χώμα και υγρή λάσπη.
[182]
Βιβλίο Πρώτο
III
Σφαγμένος ετοιμοθάνατος λαγός,
δακρύζει..
Ο λαγός πέθανε.
Η μύγα κλαίει.
Η πεταλούδα βουλιάζει
σε μια μυρμηγκοφωλιά.
Η μύγα πνίγεται.
Η μύγα δεν σαλεύει πια.
IV
Απόψε,
τούτη τη νύχτα,
ζητάω κάποιο λόγο
να ξεφύγω απ’ τη μέγγενη.
Καλημέρα χαρά!
[183]
Βιβλίο Πρώτο
Ο 45ος..
Εδώ λοιπόν..
[184]
Βιβλίο Πρώτο
Εδώ λοιπόν..
[185]
Βιβλίο Πρώτο
Γενέθλιον Θέρος..
Τυλιγμένος με ρίζες
και κατακίτρινες στάχινες μνήμες,
αθρόος ανοίγομαι,
νησιά στις παλάμες μου τρέμουν
και ρυάκια ανθίζουν στα νεύρα μου..
Αρχαίοι Θεοί!
Μου αποκλείσατε την εύκολη πρόσβαση
και τώρα η Εντολή θριαμβεύει
στο ανέσπερο αίμα μου..
Τραβάω με τα δόντια
τη φόδρα της ζωής μου
τρίβω στις δώδεκα τη νύχτα
το φυλαχτό με τα ξόρκια
διανέμω στους υπόγειους επόπτες
τις εισιτήριες λέξεις
προσδοκώ των ζώντων την ανάσταση..
Καθόλου ταπεινός
μα ιδιαίτερα έτοιμος.
Υπέροχα ορφανός
απ’ τη μιζέρια του τίποτε.
Ανάλογα παλιός
με μιαν καινούρια αρμόνικα.
Διάστικτος, ένστικτος,
δήθεν πράος και ολέθριος.
Απρόσιτος κάπως
και Κάποιος για μένα οπωσδήποτε.
[186]
Βιβλίο Πρώτο
Ε, αισχροί παρθενόβιοι.
Ε, φαύλοι ψευδέντιμοι.
Ε, κρετινοβόες που ζέχνετε απόρριψη.
Ε, μασκοφόροι του μηδενός του ατέρμονου.
Ε, της πρυτανείας διαρρήκτες ξεδιάντροποι.
Ο Ποιητής εγώ,
επιμένω πως ο Ιούδας αγάπησε πολύ
και ο Χίτλερ ζωγράφιζε όμορφα!
[187]
Βιβλίο Πρώτο
1991
Στα πρώτα χρόνια της ποιητικής μου ζωής, θεωρώντας ότι το
μυαλό μου είναι η δύναμη και η καρδιά μου η ρότα, ταξίδεψα
βαθιά σε ιδέες κι ανθρώπους, κι έζησα ένα έργο ζωής
αντιφατικό κι αλλόκοτο μα και περήφανα ξεχωριστό.. Όμως,
κάποτε ήρθε η ώρα να διδαχτώ και το ανάποδο. Έτσι, στη
«Φούγκα των αναλογιών» έχω αφήσει πια το μυαλό μου στο
τιμόνι κι η καρδιά μου έμεινε στα κουπιά. Δεν βλέπω αλλιώς να
βγαίνει στην ποθητή στεριά το σκάφος μου. Ο Τιμονιέρης κι ο
Κωπηλάτης πρέπει να βγάλουν το ταξίδι ενωμένοι, αγαπημένοι..
[188]
Βιβλίο Πρώτο
Βαθειά γεννιούνται
οι απροσδόκητες υποψίες
μεταμορφώνονται στο αντίθετό τους
μαθαίνεις να γνωρίζεις,
γνωρίζεις να μαθαίνεις
κι αυτό το έμβολο δεν σταματάει ποτέ..
[189]
Βιβλίο Πρώτο
Μοίρα κι αυτή
να προσφεύγει η αρμονία
σε φαιδρές ισορροπίες.
Στην άκρη
αυτής της ιδιαίτερης αντίληψης
για το ουσιαστικό
την ώρα που επιμένουν τα γονίδια
στην πανσπερματική τους σύμπλευση,
καλό είναι
να ξεκαθαρίζει κανείς τη θέση του
είτε απλώς, να καθαρίζει τη θέση του
κι αυτό μόνο, φτάνει.
[190]
Βιβλίο Πρώτο
[191]
Βιβλίο Πρώτο
Νεκρή φύση..
Πλαγιασμένα πλατάνια
στις κρυφές σειρές
των πεσμένων φύλλων.
Οι καιροί διασταυρώνονται
στο ουδέτερο τοπίο
η μούχλα ανάκατη
με τη συνταξιοδοτημένη λεβεντιά.
[192]
Βιβλίο Πρώτο
Σημαντικό κι ιδιαίτερο
μόνο για την ίδια την οπτική.
την προοπτική,
και την στατιστική αναφορά του
στο μεγάλο κι ατέλειωτο παιχνίδι..
Δηλαδή
μια γεύση χαλκού στα χείλη
αν δαγκώσεις την πικραγγουριά
στο τέλος της μάντρας
και μια γκάμα
του βαθυπράσινου ως το λαδί
αν πεις να δεις κι αλλιώς
το υπάρχον του..
[193]
Βιβλίο Πρώτο
Η σκάλα
Λαστιχένια σκαλιά
ανασαίνουν ιδιαίτερα
ανεξάρτητα απ’ το βήμα
είτε ανεβαίνεις είτε κατεβαίνεις
αυτά αυθυπαρκτούν την δομή τους.
Κάτω, μη σκύβεις,
δεν υπάρχει κανείς και τίποτε.
Μόνο εσύ και το προσωπείο σου που σε περιμένει
να συμπληρώσεις τη μεγάλη φενάκη.
Τάχαμου πως είσαι εσύ,
τάχαμου πως είσαι κάτι
τάχαμου πως είσαι.
Ενώ, απλώς, δεν είσαι.
Ούτε εσύ, ούτε τίποτε άλλο..
[194]
Βιβλίο Πρώτο
Οι Σκιές
[195]
Βιβλίο Πρώτο
Αδελφοποιημένες, ανεξάρτητες,
άχρονες και διαμπερείς..
Έξοδος:
Τότε μόνο, θα με θυμηθείτε.
Γιατί οι Σκιές, είναι οι Ψυχές σας..
[196]
Βιβλίο Πρώτο
Η Νύχτα
[197]
Βιβλίο Πρώτο
Στιγμές ακροβάτες,
μπαλώνω βιαστικά το δίχτυ
δε θέλω να χαλάσει η παράσταση
ο κόσμος πλήρωσε να κάνει το κέφι του
κι εσείς στρατευτήκατε στο τεντωμένο σκοινί
αρτίστες και βασιβουζούκοι,
μπεχλιβαναίοι κιι αεριτζήδες..
Στιγμές ακροβάτες,
υπομονή
σε λίγο το τσίρκο κλείνει,
θα βρούμε αλλού δουλειά
είμαστε προκομμένοι ήρωες εμείς..
Κι εξεγερμένοι ιμπρεσάριοι
του ταμπεραμέντου και της αγωνίας μας..
[198]
Βιβλίο Πρώτο
Συν-περιφορά..
[199]
Βιβλίο Πρώτο
Ο 46ος
[200]
Βιβλίο Πρώτο
Σε λίγο θα βραδιάσει,
θα ξυπνήσουν οι συμπαντικοί μου σφραγιδοφύλακες
πρέπει και σήμερα να υπογράψω
τη λήξη των εργασιών, δεν ήταν κι άσχημα
και επί πλέον δεν είμαι μόνος μου..
[201]
Βιβλίο Πρώτο
Η τελευταία ακουαρέλα..
Ι
Κενό,
η σιωπή γεμάτη χρώματα,
δεν δουλεύουν τα μάτια,
τα όνειρα ξεκουράζονται, όλα αγρυπνούν,
φυσάει αεράκι διάχυτο, σ’ αυτά τα κλαδιά
μπορεί ν’ αγγίξει κανείς το ανείδωτο
η ακακία υπόσχεται
η μόνη μαρτυρία κάποιας διάρκειας εδώ
πάνω που όλα περιμένουν αυτό που έγινε
που τίποτε δεν είναι πια κάτι
όταν οι σκιές διαλύονται ρυθμικά,
στο σκαμπανέβασμα του ξύλινου κιβώτιου
μένει μόνο αυτό το κρύο, αυτή η άλλη παγωνιά
να ντύνει με απέραντη σοβαρότητα το δρώμενο
πώς τελειώνει η μουσική κι η φούγκα ξεκουράζεται
στο αντηχείο της τελευταίας νότας..
Ξέρουμε ότι πεθαίνουμε..
Να πεθαίνουμε, ξέρουμε;
ΙΙ
Έγραψα πολλά
τα περισσότερα δεν τα ξέρετε ακόμα
συχνά γυμνάζω το θάνατό μου στο χαρτί
ώστε την ώρα της μετάλλαξης
να βρούμε κλεισμένους λογαριασμούς
κι εσείς ,κι εγώ..
III
Η Ποίηση.
Αυτό το δώρο
αυτό το αγαπημένο άγγιγμα στο φτερό του καιρού
όταν γίνεται χρόνος και διασύρεται
μες στην υπόλοιπη, φρικιώσα,
έντρομη, ανειδοποίητη
Ανθρωπότητα..
[202]
Βιβλίο Πρώτο
IV
Καίγονται αγκαλιασμένα τα κούτσουρα στο τζάκι
έχουν λίγο χώμα απάνω τους
μια κάποια πρασινάδα απ’ την υγρασία
κινδύνεψαν για λίγο να επιζήσουν
τάχα μεταμορφωμένα σ’ ένα παραλίγο κάτι άλλο,
όμως η φωτιά βάζει τα πράγματα στη θέση τους..
Εξάλλου, η τελευταία αγκαλιά
δικαιώνει κάθε ύπαρξη, κάθε μάταιη ελπίδα,
κάθε θρασεία προσδοκία μιας ζωής αλλιώτικης
απ’ αυτήν που περιγράφει ο νόμος,
Ίνα πληρωθεί το ρηθέν..
V
Εκ-τοξεύονται τα λόγια
είναι ένας θάνατος κι αυτός..
Ξέρουμε, ότι πεθαίνουμε..
Να πεθαίνουμε, ξέρουμε;
VI
Βαφτισμένη σε μια πικρή ποιότητα
οικειωμένη με το ατέρμον Ύστερα
αυτή η απογευματινή διολίσθηση στο Επέκεινα..
Μονίμως προετοιμάζομαι,
λες και γρηγορώ μην και με ξεγελάσει ο ήλιος
το γέλιο των παιδιών κι ο έρωτας
κι όλα τα χρυσά πέταλα της θάλασσας
[203]
Βιβλίο Πρώτο
VII
Είπαμε πολλά
περισσότερα απ’ όσα επιτρέπει η περίσταση
λιγότερα πάντως απ’ όσα αντέχει η αλήθεια
πολλά όμως, έτσι κι αλλιώς, πολλά..
Τα υπόλοιπα κατοικούν στην καρδιά μου.
Δεν τα χρειάζεστε ακόμη..
VIII
Το δάκρυ κύλησε αργά,
έπεσε στο χώμα, άπλωσε, μεγάλωσε,
κηλίδα εξαπλούμενη, τύλιξε τα χόρτα
μούσκεψε τους σταυρούς,
μπήκε στα μαυσωλεία,
έκλεισε όλες τις ρωγμές και τις χαραμάδες,
στέγνωσε,
πέρασε ο καιρός,
έπλυνε η βροχή τους λεκέδες
έπλυνε ο καιρός την ουσία
έπλυνε την απουσία η νύχτα..
[204]
Βιβλίο Πρώτο
IX
Η σφαίρα ταξίδεψε στον αέρα.
Ο κάλυκας κύλισε στο χορτάρι τον κατοίκησε μια κάμπια,
την άνοιξη βγήκε από μέσα μια τρυφερή πεταλούδα.
Η ψυχή του σκοτωμένου..
X
Δεν γίνεται πάντως να μη σπάσω και αυτή τη φόρμα
έτσι όπως σπάζουμε το ποτήρι στο τέλος της διάλεξης
και θυμώνει ο κ. Καθηγητής, κι όλος ο «Παρνασσός»
ανατριχιάζει από ανίερον δέος.
[205]
ΤΟ «TΑΡΕ»
1992
Το «Τape» -τελευταίο έργο σ’ αυτό το Πρώτο Βιβλίο-
είναι μια άσκηση φόρμας
αφιερωμένη στις ελαστικές δυνατότητες της γλώσσας
και μια ελαστική δυνατότητα της γλώσσας αφιερωμένη
στην άσκηση φόρμας.
Μια σύνθεση για πολλαπλή ανάγνωση
με κωδικούς και κώδικες..
Από παλιά μου, ήθελα να γράψω κάποτε,
ένα ποίημα σε μεγάλη φόρμα
που να μην τελειώνει ποτέ
και να υπάγεται σε αναρίθμητες αναγνώσεις,
ανάλογα με το κουμπί που θα πατήσει κανείς,
διαλέγοντας οποιονδήποτε στίχο για πρώτον στην σειρά
και ξαναδιαβάζοντας έτσι το ποίημα
απ’ την καινούργια αρχή του
τελειώνοντας το
στον προηγούμενο στίχο
απ’ αυτόν που διάλεξε για ξεκίνημα,
ενώ παράλληλα,
οι ίδιοι στίχοι επαναλαμβανόμενοι,
να μειγνύονται διαφορότροπα
σε νέες ερμηνευτικές ομάδες-ποιήματα.
Δεν είναι όμως μόνον άσκηση.
Είναι και υποχρέωσή μου,
όσο πηγαίνει ο καιρός,
να απλώσω σφαιρικά το νόημά μου
και κυκλικά το μήνυμά μου,
όποια κι αν είναι αυτά..
*
Χαιρετάριον..
Ίχνη δυσβασίας.
Απροσπέλαστα μόρια.
Υπάκουα ερεθίσματα.
Ίχνη δυσβασίας.
Αδιαπέραστα όρια.
Υπόκωφα ευρεσιτεχνήματα.
Όπου ανταμώνεσαι
έξω απ’ τον τύπο σου,
να βιώσεις το κρίμα του Τίποτε..
Όπου κολυμπήσεις
στον άλλο σου άνεμο,
να τμηθείς και σαν φως να πετάξεις..
Όπου μοιράσεις
την Αιτία σε τότε, σε τώρα, σε κάποτε,
να καείς στο παραλίγο του Δήθεν..
Όπου αναγνωρίσεις
της ελπίδας την Κάθαρση,
να διατρέξεις σε βάθος την άνοιξη.
-Καλό ταξίδι..
Με τα χέρια ανοιχτά,
να χαϊδεύουν υγραμένα
τα μυστικά κοχύλια
ενός αλλόκοτου βυθού
κατάφυτου από εντολές
και μαγικά πυροτεχνήματα..
Πόντο-πόντο
αναψαύεις από μέσα
την ύλη μιας αλήθειας που ζει
με δεδομένη ανάσα,
μακριά απ’ του ήλιου την πρόταση.
Ταξιδεύοντας
με τα μάτια δεμένα,
στην άκρη του ανείπωτου.
Με τα χέρια ανοιχτά,
να χαϊδεύουν υγραμένα,
πιέζοντας με την ανάσα σου
τους τοίχους μοιραίου δωματίου
έμαθες για τις ιεροκρύφιες
αποδράσεις του χειμώνα.
Χαϊδεύουν
πιέζοντας
αποδράσεις.
Βολιδοδρομεί
ανθρωποτρύπανο
κοχύλια.
Αόρατα
λιβάδια
κοιλάδες.
Κατάβαση
ζόφου
πυροτεχνήματα.
Ρολόγια
τρελού
ζυγαριές.
Πόντο-πόντο
Χθόνος
τόξο.
Μάτια
μήνυμα
ανάσα.
Άνεμος
ράτσα
πανάρχαιου.
Υγρό
Ήλιου
εγώ.
Ουσίας
τίποτε
ιδέες.
Δύση
ξενοδοχείο
άγιο.
Παράθυρο
επιτέλους
αναπνοές.
Ομοιωμάτων
πόλεις
ονόμασες..
Λόγια
μονοπάτια
ύπαρξης.
Οπτασία
όσια
φύτρα!
Άρση και Αίρεση:
Αποδράσεις
κοχύλια
αόρατα
ζόφου
ρολόγια
Τόξο
ανάσα
πανάρχαιου
Ήλιου
Άγιο
παράθυρο
πόλεις
ύπαρξης
οπτασία
κοχύλια
ανάσα
παράθυρο.
Εγώ..
*
ΤΕΛΟΣ του ΠΡΩΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Καλώ το Καλό..
Δ.Ι.