You are on page 1of 2

Τα λόγια του Τσιν – Οι εμπειρίες των άλλων

Ήθελε διακαώς να φτάσει στη συμπρωτεύουσα, αυτό τον όρο βέβαια δεν τον
πολυχρησιμοποιούσε αλλά ήταν οκ, όλοι τους καταλάβαιναν τον ίδιο κωδικό πόλης. Στον
άλλο άρεσε το Νύμφη του Θερμαϊκού αλλά ποτέ δεν το ξεστόμισε. Προτίμησε το ταξίδι με
τρένο, και οι δύο αυτό ήθελαν είπαν κατόπιν εορτής στους υπόλοιπους, αλλά να ξέρετε πως
το ταξίδι δεν ήταν σαν αυτό που τους έταξαν. Τι θέλω να πω: εντάξει όλα καλά αλλά 3 ώρες
και 55 λεπτά δεν έκανε ποτέ η αμαξοστοιχία.

Τέλος πάντων με τούτα και με εκείνα, φράση που συχνά η Μέλπω χρησιμοποιεί - όχι εγώ,
φτάσανε στην πόλη της μπουγάτσας, του πιτόγυρου, των τριγώνων, των καφέ, της
υγρασίας. Αυτά είναι τα στερεοτυπικά ή μάλλον ένα μέρος του στερεοτυπικού πυρήνα για
την πόλη που διοργάνωνε αισίως το 63 φεστιβάλ κινηματογράφου της. Ο καιρός;
Εξαιρετικός. Ο άνεμος; Αμελητέος. Τα σύννεφα; Το ίδιο. Η διάθεση εξαιρετική και όλα
έδειχναν, πως θα πάνε πρίμα.

Ταινίες να δούμε είπε αυτός που δεν χρησιμοποιούσε τον κωδικό συμπρωτεύουσα και
έδωσαν τα χέρια στο λιμάνι, στην αίθουσα Τζων Κασσαβέτης και εδώ σημειώθηκε η πρώτη
παράλειψη. Δεν ειπώθηκε πως ο Τζων ήταν σπουδαίος σκηνοθέτης απλά έλεγαν πάμε στον
Κασσαβέτη, που βάζουν το κλιματιστικό στο τέρμα, που κρυώνεις και δε βλέπεις την ώρα
να τελειώσει το φιλμ. Και σιγά μην δεν τους συμπληρώσω πως οι ταινίες The Killing of a
Chinese Bookie, A Woman Under the Influence και το Faces αξίζουν την προσοχή μας.
Είδαν λοιπόν την αγελάδα που τραγούδησε στο μέλλον στην συνέχεια έκαναν τσεκ ιν στο
ξενοδοχείο κοντά στην πλατεία Αριστοτέλους. Σκέφτηκαν φωναχτά την αγελάδα και το
μέλλον και τους πασιφανείς νοηματικούς άξονες του εγχειρήματος. Κυοφορούσαν μια
μετριότητα στα λόγια τους, μια κοντρολαρισμένη μετριότητα αλλά ήξερα βαθιά μέσα μου
πως σκόπευαν να την αποτάξουν.

Κόντρα ρόλοι, καφές 4,5 ευρώ, το πιτόγυρο 4,9, ο Νίκος τηλεφωνεί, έρχομαι λέει, που
έρχεσαι του λένε, εκεί που είστε, που είμαστε λένε, χαμένοι, χαμένοι σου λέω. Ας πάμε στο
λιμάνι αυτό δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Στην Τώνια Μαρκετάκη έλα, δεν την ξέρω,
βρες την. Απίστευτο και όμως αληθινό, όχι αυτό που λέω αλλά η ταινία. Έχεις ιδέα από
iPennis, κρυφό πέρασμα στο χρόνο, ασφαλιστικό γραφείο σε πτώση, Ιάπωνας δόκτορας και
μια γυναίκα που θέλει να γίνει ξαφνικά μοντέλο; Δεν αντέχω άλλο μέρα είπε ο ένας και
έγινε βράδυ στα ξαφνικά.

Βόλτες, βόλτες, βόλτες. Που και που να κάθεσαι. Σε ένα παγκάκι στη ρωμαϊκή αγορά,
μπροστά από τις δεκαοχτούρες, ο ένας κοιμάται, δεν ξυπνάει νωρίς λέει. Ο άλλος στους
δρόμους δεν κοιμάται ως αργά, λέει. Έρχονται και οι άλλοι, αυτό το ήξεραν από χτες. Έξι το
σύνολο και το μεσημέρι πάλι Κασσαβέτης, για τις μικρές μήκους από το Φεστιβάλ Δράμας,
όχι όχι είπαν στο τέλος, τι το ήθελαν. Χειροκρότησαν τα Τσουλάκια. Επιτέλους
συμφωνούμε ειπώθηκε. Έκαναν χαι φάιβ. Είχε κρύο. Έφυγαν γιατί τους περίμεναν.

Οι έξι βρέθηκαν σε δρόμους που δεν τα είχαν ξαναπεί σαν έξι. Ας το αφήσουμε αυτό στην
άκρη. Είναι κάτι προσωπικό τους είπαν. Τίποτε δεν ξέρω, λέξη δεν είπαν τα κωλόπαιδα.
Πόζαραν κάτω από μια λεζάντα που έλεγε «Είσαι όλη μου η ζωή Αμέρικα», οι
αναιδέστατοι, οι κοπρίτες, οι δήθεν συνεσταλμένοι, οι μέθυσοι, άντε να χαθείτε. Λέξη δεν
είπαν σου λέω λέξη, μη με ζορίζεις δεν ξέρω να σου πω τίποτε.
Από την άλλη το φαγητό είχε τα πάνω και τα κάτω του. Μια ζέστη μια κρύο όπως μια ήλιος
και μια βροχή. Είπαν μωρέ Βόρεια είμαστε, έτσι είναι και χαλάρωσαν σε αυτή την ιδέα
βλέποντας τον κόσμο να λειτουργεί σαν τα σαλιγκάρια. Το πρόγραμμα είχε 1 ευρώ και
καμιά σύνοψη μέσα δεν περιείχε. Όλοι το φώναζαν, όλοι άνοιγαν τα κινητά, όλοι
χανόντουσαν πάλι πίσω από την οθόνη. Πολύ βαρετή και η δικαιολογία τους, για την
οικολογία ειπώθηκε, μη με ρωτήσεις από ποιον, δεν ξέρω.

Τελευταία νύχτα, κάποιες τελευταίες προβολές, Αθήνα και αδιαθεσία, μην είναι κρίση
πανικού λες, όχι λέει κάποιος δεν είναι. Ποιος πιστεύει ποιον τώρα, να φάει ήθελε.
Ξεκουράστηκε και έφαγε και οι υπόλοιποι έλεγαν για τα Γρεβενά και για την συγκομιδή
ορνίθων σε οχτάδες. Ήπιαν ποτό και μια νερωμένη βροχή. Η ώρα έφτανε και τίποτε δεν
είχαν προλάβει να γευτούν. Φεστιβάλ να σου πετύχει.. Τελευταίο μεσημέρι στην αποθήκη,
στον πάνω όροφο με ένα ποτήρι καφέ. Κουβέντες λιγοστές, τελευταίες αλλαγές σε
υποτίτλους, τους κοιτάνε καλά καλά και τούτοι ανταποδίδουν.

Στο δρόμο για πίσω ο ένας διάβαζε το POP 1280, ο άλλος, αυτός που καθόταν στη μεριά
του διαδρόμου είχε ανοίξει τους Καρπούς της αγάπης. Το τρένο άργησε 40 λεπτά, το
λεωφορείο ήταν στη θέση του και η λεωφόρος Αλεξάνδρας ήταν κλειστή γαμώ το κέρατό
μου. Χτες που τελείωσε το φεστιβάλ βρήκα τον ένα και τον ρώτησα να μου πει την
καλύτερη ταινία που είδε. Μόνα Λίζα, αποκρίθηκε με σίγουρο ύφος, μια μικρού μήκους
Βουλγάρικη παραγωγή από την Βέσελκα Κούντσεβα. Το έπαιζε πολύ κουλτούρα τώρα και
είχε το ύφος εγώ πήγα στο φεστιβάλ. Μου ήρθαν οι στίχοι του Μπακιρτζή: « Όλο
διαβάζεις, μελετάς, Βόγκτ, Σπίνραντ, Ντίκ, Χενλάιν και Μπέστερ, γιατί δεν πας στο
φεστιβὰλ να νιώσεις λίγο χάι;» Ρε Αργύρη πιάνει τελικά αυτό έτσι;

You might also like