You are on page 1of 51

ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥΠΟΛΗ

ΤΜΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΩΝ ΓΕΩΠΟΝΩΝ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΕΥΦΡΟΣΥΝΗ ΠΛΙΑΤΣΙΚΑ

ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ ΤΗΣ ΝΤΟΜΑΤΑΣ ΜΕ


ΑΙΘΕΡΙΑ ΕΛΑΙΑ

Επιβλέπων: Δρ. Θωμάς Θωμίδης Καθηγητής

1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Ο................................................................................................................................3
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΓΙΑ ΤΗ ΤΟΜΑΤΑ...............................................................................................3
1.1 Γενικά στοιχεία για τη τομάτα............................................................................................3
1.2 Ιστορική αναδρομή.............................................................................................................5
1.3 Ευαλωτότητα της τομάτας..................................................................................................6
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2Ο................................................................................................................................8
2. ΕΝΤΟΜΑ.................................................................................................................................8
2.1 Tuta absoluta......................................................................................................................8
2.2 Trialeurodes vaporariorum................................................................................................13
2.3 Tetranychus urticae ……………………………………………………………………...17
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3Ο..............................................................................................................................21
3. ΜΥΚΗΤΕΣ.............................................................................................................................21
3.1 Περονόσπορος................................................................................................................21
3.1.2 Ωΐδιο............................................................................................................................22
3.1.3 Σεπτορίωση..................................................................................................................23
3.1.7 Έλκος στελεχών...........................................................................................................27
3.1.8 Φυτόφθορα..................................................................................................................28
3.1.10 Ριζοκτόνια..................................................................................................................29
3.1.11 Σκληρωτινίαση............................................................................................................30
3.1.13 Βερτισιλλίωση............................................................................................................31
3.1.15 Τεφρά σήψη................................................................................................................33
3.1.18 Ανθράκωση.................................................................................................................34
3.1.19 Στεμφύλιο....................................................................................................................35
3.1.20 Μαύρη σηψιρριζία.......................................................................................................36
3.1.21 Σήψη καρπών................................................................................................................36
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4Ο..............................................................................................................................38
5. ΠΕΙΡΑΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Εισαγωγή……………………………………………………………………………………..38
5.1 Υλικά και μέθοδοι………………………………………………………………………..38
5.2 Σκευάσματα που χρησιμοποιήθηκαν.......................................................................40
5.3 Αποτελέσματα………………………………………………………...………….45
5.4 Συμπέρασμα……………………………………………………………………..……….47
Βιβλιογραφία………………………………………………………………………………..48

2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Ο

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΓΙΑ ΤΗ ΤΟΜΑΤΑ

1.1 Γενικά στοιχεία για τη τομάτα

Η ντομάτα, μέλος μιας σημαντικής οικογένειας φυτών που ονομάζεται Solanaceae


αποτελεί ένα από τα περισσότερο παραγόμενα λαχανικά σε όλο τον κόσμο και
επίσης θεωρείται το αγαπημένο λαχανικό πολλών εθνών με διαφορετική κουλτούρα.
Η ντομάτα (Solanum lycopersicum L.) (Εικόνα 1.1) αποτελεί πλούσια πηγή
βιταμινών, μετάλλων και φυτικών ινών και μία διαιτητική πηγή αντιοξειδωτικών.
Χρησιμοποιείται επίσης σε έρευνες που αφορούν την ανάπτυξη των καρπών και την
λειτουργία των γονιδίων (Klee and Giovannoni, 2011). Η ιδιαίτερη γεύση, η χαμηλή
τιμή και τα οφέλη για την υγεία, αποτελούν μοναδικά χαρακτηριστικά που την
κάνουν πολύ δημοφιλή (Burton-Freeman and Reimers, 2011).
Το φυτό αυτό ζει μερικά χρόνια και συνήθως καλλιεργείται ως μονοετές φυτό. Το
ύψος του τυπικά φτάνει τα 3-5 μέτρα, αλλά επειδή δεν έχει αρκετά ανθεκτικό
βλαστό στηρίζεται σε άλλα φυτά.
Τα φύλλα του έχουν μήκος 10-25 εκατοστά και είναι σύνθετα, αποτελούμενα από 5-
9 μικρότερα φύλλα. Ο αριθμός των ζευγών φυλλαρίων σε κάθε φύλλο ποικίλει
ανάλογα με την ποικιλία και από τη θέση του φύλλου επί του βλαστού. Τα πρώτα
πραγματικά φύλλα μιας συγκεκριμένης ποικιλίας έχουν μικρότερο αριθμό ζευγών.
Εκτός από τον αριθμό των ζευγών και το μέγεθος των φύλλων (μήκος-πλάτος), που
είναι χαρακτηριστικό της κάθε ποικιλίας, επηρεάζεται και από τις συνθήκες
καλλιέργειας. Συνήθως, οι μεγαλόκαρπες ποικιλίες έχουν πιο μακριά και πιο πλατιά
φύλλα, ενώ στις μικρόκαρπες ποικιλίες οι διαστάσεις των φύλλων είναι μικρότερες
(Ολύμπιος, 2001) .
Ο βλαστός του φυτού, αλλά και τα φύλλα του φέρουν τρίχωμα. Η τομάτα έχει την
τάση να σχηματίζει πολλούς βλαστούς. Πολλές φορές, οι πλευρικοί βλαστοί που
βρίσκονται κοντά στην κορυφή του φυτού, είναι τόσο ζωηροί, που με δυσκολία
μπορεί κανείς να ξεχωρίσει ποιος είναι ο κεντρικός βλαστός και ποιος ο πλευρικός.
Το σχήμα του βλαστού είναι κυλινδρικό και εσωτερικά είναι συμπαγής. Ο βλαστός
στο πρώτο στάδιο της ανάπτυξής του ή, καλύτερα, αμέσως κάτω από το αρχέφυτρο,
είναι τρυφερός και εύθραυστος, αργότερα όμως γίνεται σταδιακά πιο σκληρός και
αποκτά μηχανική αντοχή χωρίς να ξυλοποιείται. Η ανάπτυξη του βλαστού όσον
αφορά το μήκος, καθορίζεται από γενετικούς παράγοντες και διακρίνονται ποικιλίες

3
με απεριόριστη ανάπτυξη βλαστών (indeterminate) ή με καθορισμένο μήκος
(determinate) (Ολύμπιος, 2001).
Ο καρπός του φυτού, ο οποίος ονομάζεται τομάτα είναι σφαιρικός ή μακρόστενος
και είναι εδώδιμος. Όταν είναι ώριμος έχει έντονο κόκκινο χρώμα, το οποίο
οφείλεται στο ότι περιέχει τη χρωστική λυκοπένιο, ενώ πριν ωριμάσει η τομάτα έχει
πράσινο χρώμα. Βοτανικά είναι ράγα, η οποία προκύπτει από την συνένωση των
καρποφύλλων της ωοθήκης. Ανάλογα με τον αριθμό των καρποφύλλων που
αποτελούσαν το άνθος ο καρπός φέρει δύο ή περισσότερους χώρους
Τα άνθη της τομάτας είναι ακτινόμορφα με πενταμερή κάλυκα, επίσης πενταμερή
στεφάνη κίτρινου χρώματος, 5 στήμονες ενωμένους έτσι ώστε να σχηματίζουν έναν
κοίλο κώνο που περιβάλλει τον στύλο και έναν ύπερο. Είναι ερμαφρόδιτα και
αυτογονιμοποιούνται. Σε σπάνιες περιπτώσεις γίνεται σταυρογονιμοποίηση και
διασταύρωση ποικιλιών. Η γονιμοποίηση γίνεται δύο μέρες περίπου από την
επικονίαση. Με το άνοιγμα της στεφάνης εμφανίζεται το στίγμα και μετά 24-48 ώρες
αρχίζουν να εμφανίζονται οι στήμονες. Η γονιμοποίηση επηρεάζεται σημαντικά από
την βροχή, τον αέρα, τη χαμηλή θερμοκρασία, κάτω από 12οC και πάνω από 36 οC
καθώς και από παθολογικές καταστάσεις του άνθους
(Αγγίδης, 2006).
Οι σπόροι της τομάτας είναι πεπλατυσμένοι με σχήμα στρογγυλό, ωοειδές ή
νεφροειδές. Το βάρος χιλίων σπόρων κυμαίνεται μεταξύ 3,2 και 3,4 gr. Έχουν
διάμετρο 3-5mm, το χρώμα του είναι καφέ-κίτρινο και η επιφάνεια του καλύπτεται
με τριχοειδείς αποφύσεις. Υπό κανονικές συνθήκες αποθήκευσης διατηρεί την
βλαστικότητα του για τουλάχιστον 4 χρόνια μετά την συγκομιδή, εάν όμως
αποθηκευτεί σε χαμηλή θερμοκρασία και με χαμηλή περιεκτικότητα σε υγρασία ,
εύκολα διατηρεί την βλαστικότητα του πάνω από 10 χρόνια (Ολύμπιος, 2001). Το
ριζικό σύστημα αναπτύσσεται ανάλογα με την πρακτική της καλλιέργειας. Το φυτό
της τομάτας αναπτύσσει ευδιάκριτη κεντρική ρίζα, αρκετές δευτερεύουσες και
ριζικά τριχίδια, όταν ο σπόρος σπέρνεται απευθείας στη μόνιμη θέση. Επειδή όμως
κατά κανόνα η τομάτα μεταφυτεύεται μία ή περισσότερες φορές, η κεντρική ρίζα
κόβεται, καταστρέφεται και το φυτό αρχίζει να παράγει με ευκολία πολλές
δευτερεύουσες πλευρικές ρίζες, ακόμα και από το λαιμό του φυτού, γεγονός που
θεωρείται πλεονέκτημα γιατί διευκολύνει τη μεταφύτευση του. Θεωρείται φυτό που
μεταφυτεύεται εύκολα, γιατί γρήγορα παράγει νέες ρίζες και το τραυματισμένο
ριζικό σύστημα απορροφά νερό και θρεπτικά στοιχεία, που επιτρέπουν να συνέλθει
γρήγορα από τη μεταφυτευτική διαταραχή (Ολύμπιος, 2001)
Η τομάτα που καλλιεργείται σε όλο τον κόσμο προτιμάται από πολλούς για σαλάτα και
για σάλτσες. Σε πολλές χώρες, η τομάτα καλλιεργείται όλο το χρόνο σε θερμοκήπια
(www.wikipedia.gr).

4
Εικόνα 1.1, φυτό τομάτας

1.2 Ιστορική αναδρομή


Η ντομάτα (Solanum lycopersicum L. formerly Lycopersicon esculentum Mill.)
προέρχεται από το Περού και τις γύρω χώρες της Νότιας Αμερικής. Η εξημέρωσή
της μπορεί να συνέβη είτε στο Περού είτε στο Μεξικό, αν και τα αποδεικτικά
στοιχεία δεν είναι καθοριστικά (Peralta and Spooner, 2007). Οι Ισπανοί την
μετέφεραν στην Ευρώπη με τις πρώτες αναφορές για την καλλιέργεια και τις χρήσεις
της το 1544 (Caicedo and Peralta, 2013). Από την Ισπανία, η ντομάτα έφτασε στην
Ιταλία μέσω της Νάπολης, που ήταν ισπανική αποικία. Αρχικά οι Ιταλοί την
χρησιμοποίησαν για διακοσμητικούς σκοπούς. Στη συνέχεια, το 1600 μεταφέρθηκε
στην Βόρεια Αμερική από τους Άγγλους μετανάστες, αλλά η προκατάληψη ότι ήταν
δηλητηριώδης περιόρισε την χρήση της (McCue, 1952).
Το όνομά της ήταν «TOMALT» στη γλώσσα «NAHV ALT» των αρχαίων
Μεξικάνων. Στην Ευρώπη πήρε το όνομα «ΤΟΜΑΤΑ». Υπήρχαν προκαταλήψεις
που απέδιδαν στις τομάτες ερεθιστικές αφροδισιακές ιδιότητες και γι’ αυτό
ονόμασαν την τομάτα «Pomme d’amour» μήλον του έρωτα. Για πρώτη φορά, στην
Ιταλία, ονομάστηκε από τον Mathioli ως «Mala aurea» και « Pomidoro» χρυσός και
χρυσόμηλο, από το κίτρινο χρώμα των καρπών των πρώτων φυτών της τομάτας. Οι
Ιταλοί την ονομάζουν «Pomodoro» οι Ισπανοί, οι Γάλλοι και οι Γερμανοί «Tomate»]
και οι Άγγλοι «Tomato». Λίγο πριν το 1780, η τομάτα άρχισε να χρησιμοποιείται
στην διατροφή του ανθρώπου ως λαχανικό. Μέχρι το 1900, η καλλιέργειά της
παρέμεινε κηπευτική σε περιορισμένη έκταση στην Ευρώπη. Η μεγάλη επέκταση της
καλλιέργειας της τομάτας άρχισε μετά το 1900, όταν οι βιομηχανίες κονσερβών στην
Ιταλία δραστηριοποιήθηκαν στη μεταποίησή της, για παραγωγή τοματοπολτού και
αποφλοιωμένης.
Στη χώρα μας, η καλλιέργειά της διαδόθηκε το 1818 ως κηπευτική. Ως βιομηχανική
πρώτη ύλη χρησιμοποιήθηκε μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, αρχικά στα

5
Δωδεκάνησα και στη Νότια Ελλάδα. Η μεγάλη επέκταση της βιομηχανικής
καλλιέργειας της τομάτας ξεκίνησε λίγο μετά το 1960 και ιδιαίτερα μετά το 1975, με
τη δημιουργία σε ολόκληρη την Ελλάδα σύγχρονων βιομηχανικών μονάδων
μεταποίησης της τομάτας για παραγωγή τοματοπολτού, αποφλοιωμένης, χυμού και
παραγώγων (Αγγίδης, 2006).

1.3 Ευαλωτότητα της τομάτας


Η τομάτα ως κηπευτικό φυτό έχει κάποιους φυσικούς εχθρούς όπου την απειλούν σε
πολύ συχνές περιπτώσεις. Είναι ευαίσθητο φυτό και επιρρεπής σε ασθένειες
μυκητολογικής, βακτηριακής και ιολογικής φύσεως. Όπως συμβαίνει και με τα
περισσότερα κηπευτικά προσβάλλεται από έντομα, (Εικόνα 1.2) τα οποία, είτε
περνούν ένα μικρό μέρος της ζωής τους πάνω στο φυτό επιβαρύνοντάς το ή ακόμη
και ολόκληρο το βιολογικό τους κύκλο. Οι ζημίες που μπορούν να προκληθούν στο
φυτό είναι πολλές. Καταστροφή των φύλλων του, είτε από στοές ή σημάδια
κατανάλωσης από έντομα, απώλεια παραγωγής ή αδυναμία εμπορικοποίησης του
καρπού. Σε προχωρημένες καταστάσεις μπορεί να σημειωθεί ακόμη και ξήρανση
ολόκληρου του στελέχους από έντομα ή ασθένειες, Είτε το φυτό βρίσκεται σε
χωράφι, είτε σε θερμοκήπιο πρέπει να λαμβάνονται μέτρα αντιμετώπισης ενάντια
στις ασθένειες και τα έντομα που το απειλούν (Ε.ΣΥ.Φ., 2001).

Εικόνα 1.2, έντομα στο φυτό τομάτας

Όπως προαναφέρθηκε, η τομάτα όντας ευαίσθητο φυτό δεν κινδυνεύει μόνο από
ξενιστές αλλά και από άλλους εξωτερικούς παράγοντες όπως είναι οι κλιματολογικές
συνθήκες και η ποιότητα του εδάφους. Ξεκινώντας από τις απαιτήσεις της τομάτας
στη θερμοκρασία είναι ένα μέτρια θερμοαπαιτητικό λαχανικό. Αν και τα φυτά της
τομάτας μπορούν να αντέξουν έκθεση για μικρό χρόνο σε θερμοκρασίες μέχρι 1οC
χωρίς να υποστούν ζημιές από ψύξη, η αύξησή τους αναστέλλεται πλήρως σε
θερμοκρασίες κάτω από 9οC (Fölster, 1986). Γενικά, η καρπόδεση στη τομάτα
αρχίζει να εμφανίζει προβλήματα όταν η θερμοκρασία κατά την διάρκεια της ημέρας

6
πέφτει για μεγάλα χρονικά διαστήματα κάτω από 16-17οC, ενώ κάτω από 13οC τα
προβλήματα γίνονται ιδιαίτερα σοβαρά, κυρίως λόγω της πολύ φτωχής παραγωγής
γύρης. Σύμφωνα με τους Charles and Harris (1972), όλη η γύρη που σχηματίζεται σε
θερμοκρασία 10οC αδυνατεί να βλαστήσει, και επομένως είναι στείρα στο σύνολό
της. Σοβαρά προβλήματα με την καρπόδεση εμφανίζονται επίσης και στις πολύ
υψηλές θερμοκρασίες (πάνω από 31οC). Μεγάλες απαιτήσεις σε θερμοκρασία έχουν
οι καρποί και κατά το στάδιο της ωρίμανσής τους. Σε θερμοκρασίες κάτω από 16οC
δεν σχηματίζονται χρωστικές και επομένως οι καρποί δεν κοκκινίζουν (Fölster,
1986).
Θα πρέπει να τονισθεί ότι και η θερμοκρασία εδάφους είναι σημαντικός παράγοντας
στην ανάπτυξη της τομάτας και επομένως θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη
κατά τον καθορισμό της εποχής μεταφύτευσης της τομάτας στο χωράφι, όταν
πρόκειται για καλλιέργεια που προορίζεται για πρώιμη παραγωγή (Fölster, 1986). Σε
θερμοκρασίες κάτω από 14οC η ρίζα της τομάτας δεν αναπτύσσεται κανονικά, λόγω
μειωμένης μεταβολικής δραστηριότητας (Fölster, 1986). Χαρακτηριστικό
παράδειγμα δυσμενούς επίδρασης των χαμηλών θερμοκρασιών στην φυσιολογική
λειτουργία της ρίζας είναι η απορρόφηση φωσφόρου, η οποία αναστέλλεται σε
θερμοκρασίες κάτω από 14oC (Fölster, 1986). Επομένως, υπάρχουν και
εδαφολογικές απαιτήσεις και ανάγκες οι οποίες πρέπει να καλυφθούν. Η τομάτα
προσαρμόζεται σε ένα μεγάλο εύρος τύπων εδαφών. Όσον αφορά το εδαφικό pH,
τιμές μεταξύ 6,0 – 6,5 θεωρούνται ιδανικές για την τομάτα (Csizinszky, 2005).
Γενικά η τομάτα φαίνεται να είναι σχετικά ευαίσθητη σε χαμηλότερες τιμές pH από
τα άριστα επίπεδα, ενώ προσαρμόζεται ικανοποιητικά σε ελαφρά έως μέτρια
υψηλότερες τιμές pH από τα προαναφερόμενα άριστα επίπεδα (Islam et al., 1980,
Akl et al., 2003).

1.4 Φυτοπροστασία
Μετά από 10 μέρες από την σπορά της τομάτας, και αφού προηγήθηκε λίπανση,
γίνεται εφαρμογή ζιζανιοκτόνου σε συνδυασμό με εντομοκτόνα για την προστασία
της καλλιέργειας. Για την πρόληψη προσβολών μυκητολογικών ασθενειών, γίνονται
4-6 ψεκασμοί με φυτοφάρμακα και όταν η τομάτα βρίσκεται στο στάδιο της
ωρίμανσης χρησιμοποιούνται χαλκούχα φυτοφάρμακα. Για τα παρασιτικά έντομα,
εφαρμόζονται προληπτικά ή με την εμφάνισή τους, τα μυκητοκτόνα φάρμακα. Τα
ζιζανιοκτόνα φάρμακα, χρησιμοποιούνται με ενσωμάτωση πριν από το φύτεμα της
τομάτας, ενώ αφού φυτρώσει το φυτό καθαρίζεται με την βοήθεια εργατικών χεριών
και σκαλιστικών μηχανών. Η χρήση των φυτοφαρμάκων γίνεται από προτροπή
ειδικού γεωπόνου της ομάδας παραγωγών ή της μεταποιητικής βιομηχανίας, ενώ

7
παράλληλα κρατούνται αυστηρά τα χρονικά όρια από τη συγκομιδή
(http://nestor.teipel.gr/). Όσο αναφορά τη λίπανση στη τομάτα διαφέρει ανάλογα με
το αν πρόκειται για καλλιέργεια υπαίθρου ή για θερμοκηπιακή καλλιέργεια. Τα
λιπάσματα που συνιστώνται είναι το 11-15-15, η ασβεστούχος νιτρική αμμωνία και
η νιτρική αμμωνία. Ένα μήνα μετά τη βασική λίπανση αρχίζει η επιφανειακή, όπου
πρέπει να επαναλαμβάνεται ανά δεκαπέντε ημέρες (Θεριός, 1996).
Χρωματικές ανωμαλίες του καρπού μπορούν να εμφανιστούν εξαιτίας ελλείψεων ή
δυσμενών συνθηκών. Οι πιο συνήθεις είναι η κηλιδωτή ωρίμανση, τα γκρίζα
τοιχώματα, το καφέτιασμα των αγγειωδών δεσμίδων, οι πράσινοι ώμοι και η
παραμόρφωση των καρπών (Μπλέτσος, 2012).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2Ο
2. ΕΝΤΟΜΑ
2.1 Tuta absoluta (φυλλορύκτης της τομάτας)

Το έντομο Tuta absoluta (φυλλορύκτης της τομάτας) (Εικόνα 2.1) είναι ένα
μικρολεπιδόπτερο, το οποίο είναι ίσως ο μεγαλύτερος εχθρός με αποτέλεσμα να
αποτελεί πολύ μεγάλη απειλή για την καλλιέργεια της τομάτας. Εμφανίστηκε στη
μεσόγειο (Ισπανία 2006) από την περιοχή της Νοτίου Αμερικής. Στη χώρα μας έκανε
την εμφάνισή της σε θερμοκήπια του νησιού της Κρήτης το 2009 και έπειτα σε
διάφορες περιοχές όπως την Μαγνησίας, των Τρικάλων, της Λάρισας, της
Θεσσαλονίκης, κ.ά. (Παπαδοπούλου 2017)

Εικόνα 2.1, φυλλορύκτης της τομάτας

8
2.1.1 Συστηματική κατάταξη
Βασίλειο Animalia

Phylum Arthropoda

Κλάση Insecta

Τάξη Lepidoptera

Υπόταξη Ditrysia

Υποοικογένεια Gelechioidea

Οικογένεια Gelechiidae

Γένος Tuta

Είδος Tuta absoluta


(https://docplayer.gr/)

2.1.2 Μορφολογικά χαρακτηριστικά


Η Τuta absoluta ως ενήλικο έντομο έχει περίπου μήκος 6-7 χιλιοστά, άνοιγμα πτερύγων
10 χιλιοστά και γκρι-καστανό χρώμα. Το αρσενικό είναι λίγο σκουρότερο σε σχέση με το
θηλυκό. Το έντομο ως προνύμφη έχει τελικό μήκος 8-9 χιλιοστά. Η νεαρή προνύμφη έχει
ημιδιαφανές έως κιτρινωπό χρώμα, ενώ η ανεπτυγμένη κιτρινοπράσινο με μία
χαρακτηριστική μαύρη γραμμή στον προθώρακα ακριβώς πίσω από την
κεφαλή (Εικόνα, 2.2). Επιπλέον, η ράχη στις ανεπτυγμένες προνύμφες φέρει μία ρόδινου
χρώματος απόχρωση Το έντομο ως νύμφη έχει μήκος περίπου 6 χιλιοστά και το χρώμα
του είναι ανοιχτό καστανό (Ναβροζίδης & Ανδρεάδης, 2012).

Εικόνα 2.2, Tuta absoluta

2.1.3 Ζημίες

Οι ξενιστές προσβάλλουν καλλιεργούμενα (τομάτα, πιπεριά, μελιτζάνα, πατάτα,

9
φασόλι, κ.ά.) και αυτοφυή (αγριοντοματιά, γερμανό, τάτουλα, κ.ά.) φυτά της
οικογένειας των σολανωδών (Solanaceae). Σχετικά με τη βιολογία και τις ζημιές
διαχειμάζει στο στάδιο του αυγού, της νύμφης ή του ενηλίκου, ενώ όταν οι συνθήκες
ανάπτυξης είναι ευνοϊκές, όπως συμβαίνει πολλές φορές εντός των θερμοκηπίων,
τότε μπορεί να συνεχίσει να αναπτύσσεται καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους χωρίς να
διαχειμάσει. Οι νεαρές προνύμφες ορύσσουν στοές στο εσωτερικό των φύλλων και
σπανιότερα προσβάλλουν βλαστούς και καρπούς ντομάτας, στους οποίους
δημιουργούν κυρίως επιφανειακές στοές (Εικόνα, 2.3). Οι στοές στα φύλλα αρχικά
είναι παρόμοιες με εκείνες της λυριόμυζας και δύσκολα ξεχωρίζουν. Σε πιο
προχωρημένες προσβολές το Tuta absoluta δημιουργεί εκτεταμένους θαλάμους που
εύκολα διακρίνονται από τις στοές της λυριόμυζας (Εικόνα 2.4). Ωστόσο, αργότερα
διαφοροποιούνται εμφανώς από το γεγονός ότι η λυριόμυζα τοποθετεί τα
αποχωρήματά της στο κέντρο και κατά μήκος της στοάς ενώ το Tuta absoluta στην
άκρη της στοάς ή έξω από αυτήν. Σε έντονες προσβολές το σύνολο της φυλλικής
επιφάνειας μπορεί να καταστραφεί μέσα σε λίγες ημέρες προκαλώντας καθολική
ξήρανση των φυτών και ολική απώλεια της παραγωγής (Ναβροζίδης & Ανδρεάδης,
2012).
Όσον αφορά στους προσβεβλημένους καρπούς αυτοί καθίστανται μη εμπορεύσιμοι ενώ
οι πληγές που φέρουν αποτελούν πηγές εισόδου παθογόνων μικροοργανισμών που
δύναται να προκαλέσουν δευτερογενείς προσβολές. Ακόμη, τα τελευταία χρόνια έχει
εξελιχθεί σε πολύ σημαντικό εχθρό της τομάτας θερμοκηπίου(Ναβροζίδης &
Ανδρεάδης, 2012).

Εικόνα 2.3, προσβολή καρπού τομάτας από Tuta absoluta

10
Εικόνα 2.4, δημιουργία εκτεταμένων θαλάμων σε φύλλωμα
τομάτας

2.1.4 Βιολογικός κύκλος


Ο φυλλορύκτης της τομάτας αναπτύσσεται ταχύτατα, συμπληρώνοντας το βιολογικό
του κύκλο μέσα σε 24-38 ημέρες, ανάλογα με τη θερμοκρασία, και μπορεί να έχει
10-12 γενεές ανά έτος. Σε θερμοκρασία μικρότερη των 9οC σταματά η ανάπτυξη. Τα
ενήλικα είναι δραστήρια κατά τη διάρκεια της νύχτας ενώ την ημέρα κρύβονται
ανάμεσα στα φύλλα. Κάθε θηλυκό αποθέτει έως 30 αυγά στο φύλλωμα ή το βλαστό
των φυτών (Ναβροζίδης & Ανδρεάδης, 2012). Στους βλαστούς η είσοδος γίνεται
συνήθως από την κορυφή και η κατά μήκος διάνοιξη της στοάς έχει ως αποτέλεσμα
αρχικά τη μάρανση και έπειτα τη ξήρανσή τους. Στους καρπούς η είσοδος γίνεται
συνήθως με τη διάνοιξη οπής προς την πλευρά του κάλυκα και όταν οι καρποί είναι
ακόμα πράσινοι (τομάτας). Οι ανεπτυγμένες προνύμφες συνήθως εξέρχονται από τις
στοές και νυμφώνονται είτε στο έδαφος είτε στην επιφάνεια του φύλλου (ή σε
κάποια αναδίπλωση του φύλλου) (Ναβροζίδης & Ανδρεάδης, 2012).

2.1.5 Χημική καταπολέμηση


Με την εμφάνιση των πρώτων προσβολών εφαρμόζουμε ψεκασμούς καλύψεως
φυλλώματος με ανθρανιλικά διαμίδια (chlorantraniliprole), οξαδιαζίνες (indoxacarb),
αβερμεκτίνες (emamectin benzoate), και σπινοσύνες (spinosad). Συνιστάται να
γίνεται εναλλαγή σκευασμάτων με διαφορετικό τρόπο δράσης για την αποφυγή
ανάπτυξης ανθεκτικότητας του εντόμου. (Ναβροζίδης & Ανδρεάδης, 2012)

2.1.6 Βιολογική καταπολέμηση

Για την επιτυχή αντιμετώπισή του έχει μεγάλη σημασία η λήψη προληπτικών μέτρων
που θα καθυστερήσουν την εμφάνισή του και την έναρξη των προσβολών στην

11
καλλιέργεια τομάτας, όπως τοποθέτηση εντομοστεγούς διχτίου (6-9 οπές cm2) στα
ανοίγματα εξαερισμού, κλείσιμο όλων των ανοιγμάτων του θερμοκηπίου, δημιουργία
διπλής πόρτας στην είσοδο του θερμοκηπίου, απομάκρυνση όλων των υπολειμμάτων
της καλλιέργειας, των πεσμένων καρπών και των ζιζανίων από το θερμοκήπιο και τον
περιβάλλοντα χώρο, κ.ά. Επιπλέον, η έναρξη προσβολής από νωρίς (μέσα στις πρώτες
30-40 ημέρες από τη φύτευση) οδηγεί συνήθως σε καταστροφή της καλλιέργειας, ενώ
η έναρξη της προσβολής αργότερα δίνει περιθώρια αντιμετώπισης και περιορισμού
της ζημιάς. Η αντιμετώπισή του είναι δύσκολη, καθώς αναπτύσσεται ταχύτατα και
στο στάδιο της προνύμφης βρίσκεται προστατευμένο μέσα στις στοές των φυτών-
ξενιστών. Ακόμη, απαιτείται η συστηματική παρακολούθηση της πορείας του
πληθυσμού του εντόμου, ώστε να
ληφθούν έγκαιρα τα αναγκαία μέτρα, πριν το έντομο εγκατασταθεί στην καλλιέργεια.
Για το σκοπό αυτό συνιστάται η χρήση φερομονικών παγίδων (τύπου δέλτα ή νερού),
στις οποίες τοποθετείται κάψουλα με την ειδική φερομόνη του Tuta absoluta για την
προσέλκυση των ενηλίκων αρσενικών ατόμων. Η μαζική παγίδευση μπορεί να
χρησιμοποιηθεί για την επιβράδυνση της ανάπτυξης του πληθυσμού του εντόμου στο
θερμοκήπιο. Συνίσταται η χρήση της παγίδας νερού Tutasan με τις ειδικές κάψουλες
φερομόνης Pherodis, η οποία μπορεί να συλλαμβάνει μέχρι 300 τέλεια αρσενικά
άτομα την ημέρα. Χρησιμοποιούνται 2-5 παγίδες ανά στρέμμα, ανάλογα με τις
συνθήκες. Οι κάψουλες της φερομόνης πρέπει να αλλάζονται κάθε 6 εβδομάδες.
Συνιστάται επίσης να τοποθετούνται μερικές παγίδες και στον κοντινό περιβάλλοντα
χώρο του θερμοκηπίου.
Η βιολογική καταπολέμηση στο θερμοκήπιο έχει δώσει καλά αποτελέσματα με τα
αρπακτικά Nesidiocoris tenuis (Nesibug) (Εικόνα, 2.5) και Macrolophus caliginosus
(Mirical),τα οποία προσβάλλουν τόσο τα αυγά όσο και τις νεαρές προνύμφες του Tuta
absoluta. Σε υπαίθριες καλλιέργειες δύναται να χρησιμοποιηθούν μικροβιακά
σκευάσματα του Bacillus thuringiensis var. Kurstaki
(Ναβροζίδης & Ανδρεάδης, 2012).

Εικόνα 2.5, Nesidiocoris tenuis

12
2.2 Trialeurodes vaporariorum (αλευρώδης της τομάτας)

Η λευκή μύγα του θερμοκηπίου, Trialeurodes vaporariorum, (Εικόνα, 2.7) είναι ένα
ευρέως διαδεδομένο, επιβλαβές είδος εντόμου, που προσβάλλει ιδιαίτερα
διακοσμητικά φυτά και λαχανικά. Ο Westwood το 1856 το περιέγραψε ως Aleyrodes
vaporariorum. Σύμφωνα με τους Mound and Halsey (1978) & Martin (2000) είναι ένα
είδος με αναφορές σε κάθε γεωγραφική περιοχή του κόσμου. Στη Νότια Αμερική έχει
αναφερθεί στην Αργεντινή, τη Χιλή, την Κολομβία, τον Ισημερινό, τη Γουιάνα, το
Περού και τη Βραζιλία (Russell, 1963). Είναι ένα πολυφάγο έντομο και οι ξενιστές
του αποτελούνται από 82 οικογένειες φυτών (Mound & Halsey, 1978).
Η τομάτα (Solanum lycopersicum L.) είναι ένα φυτό ξενιστής που προτιμάται από τον
Τ. Vaporariorum (Lorenzo, 2016). Σύμφωνα με τον Johnson (1992) η άμεση σίτιση του
T. vaporariorum στις τομάτες έχει σοβαρές συνέπειες στην ανάπτυξη και την συνολική
απόδοση της καλλιέργειας.

Εικόνα 2.7, Trialeurodes vaporariorum

2.2.1 Μορφολογικά χαρακτηριστικά


Τα ωά είναι επιμήκη, έχουν μήκος περίπου 0,2 χιλιοστά και πλάτος περίπου 0,08
χιλιοστά. Στην αρχή, τα ωά είναι λευκά, αλλά αποκτούν μια κίτρινη απόχρωση
καθώς αναπτύσσεται το έμβρυο, μέχρι να φθάσουν σε μια κοκκινωπή απόχρωση
λίγο πριν από την αλλαγή. Στο πρώτο στάδιο, η νύμφη (0,23 x 0,11χιλιοστά) έχει ένα
απαλό κίτρινο χρωματισμό, ονομάζεται «ανιχνευτής», είναι σχεδόν διαφανή, επίπεδη
και οβάλ. Στο δεύτερο στάδιο η νύμφη (0,38 x 0,23 χιλιοστά) είναι ημιδιαφανής και
οβάλ με κυματιστές ακμές. Η νύμφη του τρίτου σταδίου είναι μεγαλύτερη σε

13
μέγεθος (0,54 x 0,33 χιλιοστά) αλλά μορφολογικά παρόμοια με αυτή του δεύτερου
σταδίου. Η νύμφη του τέταρτου σταδίου (0,73 x 0,45 χιλιοστά) είναι οβάλ, επίπεδη
και σχεδόν διαφανής. Καθώς η ανάπτυξή της εξελίσσεται, γίνεται αδιαφανής. Αυτή
είναι ελλειπτική με χαρακτηριστικά μακριά όρθια νήματα από κερί. Κοντά στην
αλλαγή σε ενήλικα, τα μάτια είναι σαφώς ορατά. Τα ακμαία είναι περίπου 1.5
χιλιοστά μακριά, άσπρα και μοιάζουν με μικρούς σκώρους. Τα φτερά των
καινούργιων ενηλίκων (0,75 x 1,10 χιλιοστά) είναι καθαρά αλλά με το χρόνο
καλύπτονται από λευκό κερί. Το θηλυκό είναι μεγαλύτερο από το αρσενικό. Η T.
vaporariorum είναι ολομετάβολο έντομο και ο βιολογικός του κύκλος αποτελείται
από έξι στάδια, το ωό, τον ανιχνευτή, την νύμφη του δεύτερου, τρίτου και τέταρτου
σταδίου και το ακμαίο. Κατά τη διάρκεια της ωοτοκίας, τα ωά συχνά τίθενται
κυκλικά και το θηλυκό συνεχίζει να τρέφεται ενώ περιστρέφεται για να εναποθέσει
τα ωά. Τα ωά ασφαλίζονται στο φυτό από μία προέκταση του υμένα που τα
περιβάλλει (Gill, 1990). Η προέκταση του ωού είτε εισάγεται σε σχισμή στην
επιφάνεια του φύλλου που δημιούργησε ο ωοθέτης, είτε σε άνοιγμα στόμιου. Εκτός
από την σταθεροποίηση του ωού στο φυτό, η προέκταση πιστεύεται ότι λειτουργεί
ως πηγή νερού για τα ωά (Byrne, 1991). Η νύμφη του πρώτου σταδίου ονομάζεται
και ανιχνευτής και είναι η μόνη μορφή που είναι κινητή. Ο ανιχνευτής έχει πόδια και
κεραίες και μετακινείται σε μικρές αποστάσεις (συνήθως στο ίδιο φύλλο) από την
περιοχή της επώασης των αυγών στην αναζήτηση χώρων τροφής (Byrne & Bellows,
1991, Martin, 2000). Η δεύτερη και η τρίτη νύμφη δεν κινούνται. Η νύμφη του
τέταρτου σταδίου έχει περιγραφεί ότι έχει τρεις μορφολογικά διακριτές μορφές
(Nechols & Tauber, 1977).
Η πρώιμη μορφή του τέταρτου σταδίου είναι επίπεδη, ημιδιαφανή και τρέφεται, η
επόμενη μορφή, είναι διογκωμένη και κηρώδης. Το τελευταίο μέρος του τέταρτου
σταδίου, έχει κόκκινα μάτια και την κίτρινη χρωστική ουσία του σώματος που είναι
χαρακτηριστική των ακμαίων (Byrne & Bellows, 1991).
Τα ακμαία Τ. Vaporariorum αναδύονται από την κοιλότητα τους μέσω μιας
ανεστραμμένης Τ-σχισμής. Τυπικά, η εμφάνιση ακμαίων εμφανίζεται 1-4 ώρες μετά
την ανατολή (van Lenteren &Noldus, 1990). Η χρονική περίοδος για το T.
vaporariorum είναι περίπου 4 ώρες στους 270οC. (Byrne & von Bretzel, 1987). Τα
ακμαία αρχίζουν να τρέφονται αμέσως, ακόμη και πριν τα φτερά τους ξεδιπλωθούν
(Martin, 2004). Τα καινούργια ακμαία έχουν σαφή φτερά που καλύπτονται αργά με
κερί που εκκρίνεται από πλευρικούς κοιλιακούς αδένες (Byrne & Hadley NF, 1988).

2.2.2 Ζημίες
Προκαλούν άμεσες και έμμεσες ζημιές σε πολλές καλλιέργειες κηπευτικών. Οι

14
άμεσες προκαλούνται από τη νύξη των φυτικών ιστών και την απομύζηση των
φυτικών χυμών που πραγματοποιούνται από τα διάφορα νυμφικά στάδια ιδιαίτερα
τα δύο τελευταία και τα ακμαία. Τα φύλλα κιτρινίζουν και ξεραίνονται και όταν
οι πληθυσμοί είναι μεγάλοι ξεραίνεται ολόκληρο το φυτό. Οι έμμεσες επιδράσεις
οφείλονται στη μετάδοση ορισμένων σοβαρών ιώσεων. Έμμεση ζημιά
προκαλείται επίσης από την ανάπτυξη καπνιάς που μειώνει τη φωτοσυνθετική
δραστηριότητα και τη λειτουργία της διαπνοής του φυτού καθώς και την
εμπορική αξία των καρπών. Η καπνιά αναπτύσσεται στα πολλά μελιτώματα που
αφήνουν οι αλευρώδες στα φύλλα και στους καρπούς και τα οποία αποτελούν
υπόστρωμα για ανάπτυξη σαπροφυτικών μυκήτων του γένους Cladosporium. Η
ανάπτυξη των μυκήτων αυτών εξαρτάται και από τη σχετική υγρασία, γιατί όλοι
οι μύκητες του γένους Cladosporium απαιτούν πολύ υψηλή σχετική υγρασία
(90% επί 70 ώρες). Έτσι οι ζημιές είναι ανάλογες της επικρατούσης σχετικής
υγρασίας, της πυκνότητας των πληθυσμών του αλευρώδη και του σταδίου
ανάπτυξης του φυτού. Η οικονομικά αποδεκτή πυκνότητα του αλευρώδη στην
τομάτα θεωρείται εκείνη των 20 νυμφών 4ου σταδίου ανά τετραγωνικό μέτρο.
Μεγαλύτερες πυκνότητες δύνανται να προκαλέσουν σημαντική μείωση της
παραγωγής στην τομάτα. Επίσης, μία πληθυσμιακή πυκνότητα 160 νύμφες 4ου
σταδίου ανά 100 τετραγωνικά εκατοστά είναι ικανή να προκαλέσει σημαντική
αύξηση της καπνιάς και να επιφέρει μείωση κατά 30% της παραγωγής. Η
μόλυνση των φυτών στα θερμοκήπια γίνεται κυρίως από τους αλευρώδεις που
βρίσκονται στα φυτά εκτός θερμοκηπίων ή σε άλλα γειτονικά θερμοκήπια. Η
αύξηση της πυκνότητας των πληθυσμών των αλευρωδών, κατά τα τελευταία
χρόνια, οφείλεται πιθανότατα και στο γεγονός της πιο εντατικής εκμετάλλευσης
του χώρου των θερμοκηπίων σχεδόν καθ’ όλο το έτος, συντελώντας στον
απρόσκοπτο πολλαπλασιασμό και στη διάδοση του εντόμου (Μπουρνάκας, 2007).

2.2.4 Χημική καταπολέμηση


Πολλά συνιστώμενα εντομοκτόνα βοηθούν σε μερικό έλεγχο του T.
Vaporariorum (Heungens and Buysse, 1991), αλλά κάποια στελέχη του
εμφανίζουν ανθεκτικότητα στο ένα ή το άλλο από αυτά που έχουν καθιερωθεί, σε
συνδυασμό με το γεγονός ότι όλο και λιγότερα εντομοκτόνα καταχωρούνται για
χρήση σε θερμοκήπιο. Τα Imidacloprid, fenpropathrin, bifenthrin (Zhu and Ju,
1990), buprofezin (Stenseth and Singh, 1990, Cock, 1993), deltamethrin,
fenvalerate, dimethoate και pymetrozine είναι αυτά που χρησιμοποιούνται για την
καταπολέμηση της λευκής μύγας. Τα περισσότερα εντομοκτόνα που
χρησιμοποιούνται είναι αποτελεσματικά μόνο έναντι των ακμαίων έτσι ώστε οι
επαναλαμβανόμενες θεραπείες σε διαστήματα 3 έως 5 ημερών να είναι

15
απαραίτητες για αρκετές εβδομάδες πριν από την επίτευξη του ελέγχου. Είναι
σημαντικό να γίνεται επιλογή εντομοκτόνων και μεθόδων εφαρμογής που δεν
βλάπτουν τους βιολογικούς παράγοντες ελέγχου (Hayashi, 1996). Τα συνθετικά
πυρεθροειδή ήταν τα πιο αποτελεσματικά εντομοκτόνα για την καταπολέμηση της
λευκής μύγας του θερμοκηπίου, όταν εισήχθησαν για πρώτη φορά στο τέλος της
δεκαετίας του 1970. Αλλά μετά από αρκετά χρόνια εφαρμογής, η καταπολέμησή
της και με τις δύο fenvalerate και η deltamethrin έγινε πολύ δύσκολη στα
θερμοκήπια. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, το Buprofezin χρησιμοποιήθηκε
για την καταπολέμηση της λευκής μύγας του θερμοκηπίου αντί για πυρεθροειδή.
Πρόσφατη δειγματοληψία των πληθυσμών της T. Vaporariorum
για αντίσταση εντομοκτόνων περιγράφεται από τον Gorman (1998)
για την Ευρώπη.
Η κατάχρηση των εντομοκτόνων μπορεί να αποβεί επιζήμια για την υγεία των
καταναλωτών. Σε κάθε περίπτωση, η συμβατική μέθοδος για την καταπολέμηση
της λευκής μύγας σε πολλές χώρες, εξακολουθεί να περιλαμβάνει τη χρήση
φυτοφαρμάκων (Palumbo, 2001).
Για να μειωθούν οι ζημιές που προκαλούνται από τα έντομα, τα συνθετικά
εντομοκτόνα χρησιμοποιούνται συστηματικά. Αυτές οι συνθετικές ενώσεις
προκαλούν ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως βλάβες στο στρώμα του όζοντος,
ρύπανση του περιβάλλοντος, τοξικότητα μη στοχευόμενων οργανισμών, και
αυξημένη αντοχή στα παράσιτα (Ogendo, 2003).

2.2.5 Βιολογική καταπολέμηση

Η βιολογική αντιμετώπιση αποτελεί την κύρια μέθοδο ολοκληρωμένης διαχείρισης


εχθρών και ασθενειών σε θερμοκηπιακές καλλιέργειες. Το βασικό εργαλείο της
ολοκληρωμένης διαχείρισης είναι τα διάφορα βιολογικά μέσα. Ο έλεγχος εχθρών
και ασθενειών με βιολογικά μέσα ονομάζεται βιολογική αντιμετώπιση. Ένα από τα
βιολογικά μέσα που χρησιμοποιούνται είναι και τα ωφέλιμα έντομα. Τα ωφέλιμα
έντομα που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο των αλευρωδών σε εμπορική
κλίμακα είναι το παράσιτο Encarcia Formosa (Εικόνα, 2.8) που παρασιτεί κυρίως
τον αλευρώδη των θερμοκηπίων. Ο πληθυσμός του αποτελείται από 98% θηλυκά
και παρασιτούν το 3ο και 4ο προνυμφιακό στάδιο. Η άριστη θερμοκρασία για την
ανάπτυξή του είναι οι 25οC και είναι πολύ ευαίσθητο στα χημικά. Το Eretmocerus
eremicus παρασιτεί το 2ο και 3ο προνυμφιακό στάδιο του αλευρώδη και τοποθετεί
το ωό του κάτω από την προνύμφη. Επίσης έχει πολύ καλή αρπακτική ικανότητα

16
(μπορεί να καταναλώσει μέχρι και 30 προνύμφες την ημέρα). Η άριστη
θερμοκρασία για την ανάπτυξή του είναι οι 28-30οC. Στο γένος Macrolophus
υπάρχουν αρκετά πολυφάγα αρπακτικά
που ανήκουν στην οικογένεια Miridae. Το Macrolophus caliginosus συναντάται
σ’ όλα σχεδόν τα μέρη της Ελλάδας και έχει ιδιάιτερη προτίμηση στους
αλευρώδεις. Οι προνύμφες και τα τέλεια τρέφονται με όλα τα στάδια του
αλευρώδη, τρέφονται όμως και με αφίδες, τετρανύχους και ωά λεπιδοπτέρων, γι’
αυτό το αρπακτικό αυτό άρχισε να εισάγεται σε όλες τις καλλιέργειες. Ένα τέλειο
μπορεί να φάει 30-40 ωά την ημέρα ή 15-20 προνύμφες (Τσαλής, 2011).

Ο μύκητας Verticillium lecanii επιτίθεται στην λευκή μύγα και μπορεί να είναι ένας
χρήσιμος τρόπος καταπολέμησης όπου η καλλιέργεια αναπτύσσεται κάτω από υψηλά
ποσοστά υγρασίας (Masuda and Kikuchi, 1993). Ο μύκητας προσβάλλει τις νύμφες,
καθώς και τα ακμαία και χρειάζονται περίπου 1-2 εβδομάδες για να αναπτυχθούν.
Υπάρχουν διαθέσιμα εμπορικά παρασκευάσματα (Ravensburg, 1990). Τα μικροβιακά
εντομοκτόνα με βάση τον εντομοπαθογόνο μύκητα Paecilomyces fumosoroseus έχουν
επίσης χρησιμοποιηθεί για την καταπολέμηση της Trialeurodes vaporariorum
(Bolckmans, 1995).

Εικόνα 2.8, Encarcia Formosa

2.3 Tetranychus urticae (τετράνυχος της τομάτας)

Ο Tetranychus urticae Koch, (Acari: Tetranychidae) (Εικόνα, 2.9),το άκαρι με τα


δύο στίγματα, προκαλεί απώλειες σε πολλές γεωργικές καλλιέργειες οικονομικής
σημασίας ( Hoy, 2011, Vacante, 2016). Ο Tetranychus urticae προκαλεί νεκρωτικές

17
κηλίδες ως αποτέλεσμα της προσβολής των φύλλων και όταν οι πληθυσμοί είναι
μεγάλοι προκαλεί ξήρανση και πτώση των φύλλων (Brandenburg & Kennedy, 1987).
Επίσης, προκαλεί ζημιές σε πάνω από 1100 φυτά και σε 126 οικογένειες φυτών
(Migeon & Dorkeld, 2017).

Εικόνα 2.9, Tetranychus urticae

2.3.1 Μορφολογικά χαρακτηριστικά


Το ωό είναι σφαιρικό, λείο, χωρίς μίσχο, μαργαριτώδες άσπρο, υαλώδες, λαμπερό
και διάφανο, το οποίο λίγο πριν την εκκόλαψή του καθίσταται
κιτρινοκαστανορόδινο. η νύμφη είναι εξάποδη, στρογγυλή, αρχικά διαφανής και στη
συνέχεια κιτρινοκοκκινωπή. Το ακμαίο θήλυ μήκους 0,5 χιλιοστών, ωοειδές έως
σφαιρικό, πρασινοκίτρινο με δύο σκοτεινότερες κηλίδες στα πλευρά του
ιδιοσώματος (νώτα). Το άρρεν είναι μικρότερο (0,3 χιλιοστά) και στενότερο προς τα
πίσω (οξύληκτο). Αν και τα ακμαία με το πρασινοκίτρινο σώμα έχουν δύο μαύρες
κηλίδες στη ραχιαία πλευρά του σώματος, τα διαχειμάζοντα θήλεα είναι πορτοκαλί
(Εμμανουήλ 1995, Ζωάκη‐Μαλισσιόβα, 1988).

2.3.2 Βιολογικός κύκλος


Ο βιολογικός κύκλος αποτελείται από 5 στάδια, τα οποία είναι το ωό, η προνύμφη, η
πρωτονύμφη, η δευτερονύμφη, και το ακμαίο. Διαχειμάζει ως ενήλικο θήλυ
(πορτοκαλί/κόκκινο) σε λήθαργο/διάπαυση στα διάφορα φυσικά καταφύγια
(ρυτιδώματα φλοιών, ζιζάνια, έδαφος). Την άνοιξη με την άνοδο της θερμοκρασίας
προσβάλλει την αυτοφυή/ποώδη βλάστηση, όπου και γεννά τα ωά του. Αργά την

18
άνοιξη, τα νέα άτομα (νύμφες, 2 στάδια) μεταναστεύουν στα νεαρά φυτικά τμήματα
καλλιεργούμενων φυτών και δημιουργούν αποικίες (αραχνώδης ιστός) στην κάτω
επιφάνεια του φύλλου, που προσβάλλουν. Ο βιολογικός κύκλος διαρκεί περίπου 8‐
14 ημερών αν η θερμοκρασία είναι ~30οC. Ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξή του
είναι οι σχετικά υψηλές θερμοκρασίες και χαμηλή σχετική υγρασία, γιατί αγαπά το
ξηρό και θερμό περιβάλλον. Τρέφονται με φυτικούς χυμούς (νύμφες‐ακμαία) από το
δρυφρακτοειδές παρέγχυμα και περιβάλλουν τις αποικίες τους με μετάξινους ιστούς.
Το θηλυκό γεννά ~100 ωά και έχει 7‐10 γενεές ανά έτος και σε θερμοκήπια 30
γενεές ανά έτος (Εμμανουήλ, 1995, Ζωάκη‐Μαλισσιόβα, 1988).

2.3.3 Ζημίες
Οι τετράνυχοι προτιμούν περισσότερο τα φύλλα της τομάτας, όπου στα κοιλώματα
της κάτω επιφάνειάς τους ζουν και αναπτύσσονται κατά αποικίες, στις οποίες
εξελίσσονται όλα τα βιολογικά στάδια. Το πιο κοινό σύμπτωμα των προσβολών τους
είναι οι υπόφαιες κηλίδες, που στην άνω επιφάνεια αντιστοιχούν με
ελαιοκυτταρώσεις, αριστερά υπόφαιες κηλιδώσεις στην κάτω επιφάνεια του φύλλου,
δεξιά αντίστοιχες ελαιοκυτταρώσεις στην άνω επιφάνεια του φύλλου
(Παπαϊωάννου-Σουλιώτη, Μαρκογιαννάκη-Πρίντζιου, 2007).
Εκτός από τα φύλλα, οι τετράνυχοι μπορούν να προσβάλλουν και τους καρπούς
κυρίως τον ποδίσκο, γύρω από τον κάλυκα και κατά μήκος των πτυχών,
προκαλώντας υπόφαιες κηλίδες, οι οποίες ανάλογα με το μέγεθος της προσβολής,
μπορούν να καλύψουν ακόμη και τα 2/3 της επιφάνειας του καρπού. Όταν οι καρποί
προσβληθούν σε νεαρό στάδιο δεν αναπτύσσονται κανονικά και δεν είναι
εμπορεύσιμοι. Τα άνθη και οι βλαστοί προσβάλλονται λιγότερο. Στις περιπτώσεις
των μεγάλων προσβολών, ιδιαίτερα τους θερμούς και ξηρούς μήνες, όταν οι
πληθυσμοί τους φθάνουν τις μεγαλύτερες πυκνότητες, μπορούν σε μικρά χρονικά
διαστήματα να προκαλέσουν κακή ανάπτυξη των φυτών, αλλοίωση του σχήματος
των φύλλων και των καρπών, πρόωρη ωρίμανση αυτών, καθώς και καθολική
ξήρανση των φυτών, υποβαθμίζοντας την ποιότητα και ποσότητα της παραγωγής. Το
μέγεθος των ζημιών από τους τετράνυχους τόσο στην εγκατεστημένη καλλιέργεια
(υπαίθρου και θερμοκηπίου), όσο και στους χώρους αποθήκευσης των προϊόντων,
εξαρτάται κυρίως από τις καλλιεργητικές φροντίδες και από τη σωστή λήψη μέτρων
φυτοπροστασίας (Παπαϊωάννου-Σουλιώτη, Μαρκογιαννάκη-Πρίντζιου, 2007).

2.3.4 Χημική καταπολέμηση


Η καταπολέμηση του Tetranychus urticae για πολλά χρόνια βασίζονταν στη χρήση
φυτοφαρμάκων (Brown, 2017). Παραδόξως, σοβαρές εκτεταμένες επιδημίες των
πληθυσμών Tetranychus urticae συνέβησαν κατά τη δεκαετία του 1950 (Brown,

19
2017). Αυτό το γεγονός συνέπεσε με τη γενίκευση της χρήσης των φυτοφαρμάκων
ως πρωταρχικό μέσο για την καταστολή των πληθυσμών επιβλαβών οργανισμών σε
ολοένα και πιο παραγωγικές καλλιέργειες, οι οποίες έγιναν υψηλής ποιότητας πηγές
τροφής για τα ακάρεα. Τα περισσότερα από αυτά τα φυτοφάρμακα μεγάλης
εμβέλειας παραμένουν, είτε απαγορευμένα, είτε δεν συνιστώνται στα πλαίσια της
ολοκληρωμένης διαχείρισης επιβλαβών οργανισμών στις αναπτυγμένες χώρες,
κυρίως λόγω τοξικολογικών και περιβαλλοντικών ζητημάτων. Για παράδειγμα, στην
Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), από τις 103 δραστικές ουσίες που περιλαμβάνονται στη
βάση δεδομένων της ΕΕ ως ακαρεοκτόνα που κάποτε είχαν εγκριθεί στα κράτη μέλη
της ΕΕ, μόνο 32 έχουν εγκριθεί επί του παρόντος (IRAC,2017). Ειδικότερα, πιο
επιλεκτικοί τρόποι δράσης που επικεντρώνονται στην αναστολή βασικών
λειτουργιών ακάρεων, όπως η ανάπτυξη ή η βιοσύνθεση των λιπιδίων έχουν
αποκτήσει μεγαλύτερη σημασία (Dekeyser, 2005). Η καταπολέμηση των πληθυσμών
του Tetranychus urticae εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εφαρμογή μερικών
συμβατικών ακαρεοκτόνων, όπως fenazaquin, fenpyroximate, pyridaben,
chlorpyrifos και πυρεθροειδή. Ωστόσο, αυτά τα ακάρεα είναι σε θέση να αναπτύξουν
ανθεκτικότητα σε αυτές τις συνθετικές ενώσεις λόγω του μικρού κύκλου ζωής και
της μεγάλης αναπαραγωγικής ικανότητας (Ay & Yorulmaz, 2010). Λόγω της
ανθεκτικότητας του σε μεγάλο αριθμό φυτοφαρμάκων, ο δίστικτος τετράνυχος
θεωρείται το «πιο ανθεκτικό είδος» σε πολλές περιοχές σε όλο τον κόσμο (Whalon,
2008). Αυτές οι χημικές ουσίες έχουν επίσης ανεπιθύμητες ενέργειες σε μη
στοχευόμενους οργανισμούς και μπορεί να είναι επικίνδυνες για το περιβάλλον
(Choi, 2004, Van Leeuwen 2007). Μερικά ακαρεοκτόνα, όπως το morestan και το
binapacryl, τα οποία αν και είναι αποτελεσματικά έναντι ανθεκτικών στελεχών, είναι
φυτοτοξικά όταν εφαρμόζονται υπό συνθήκες θερμοκηπίου (Jeppson, 1975).

2.3.5 Βιολογική καταπολέμηση


Η βιολογική καταπολέμηση των ακάρεων με τη χρήση αρπακτικών είναι μια
συνηθισμένη πρακτική, χρησιμοποιώντας κυρίως αρπακτικά της οικογένειας
Phytoseiidae (Ferrero et al. 2011). Το Phytoseiulus persimilis (Acari: Phytoseiidae)
(Εικόνα, 2.10) είναι ένα ιδιαίτερο αρπακτικό που τρέφεται αποκλειστικά με είδη
Tetranychus και η επιβίωσή του εξαρτάται από την ποσότητα και την ποιότητα της
λείας του. Αυτό το άκαρι έχει ενήλικες που μπορούν να φάνε 34 αυγά ή 4-8 θηλυκά
και 10 νεαρά του T. urticae ανά ημέρα. (McMurtry and Croft 1997). Ωστόσο,
υπάρχουν κάποιες αποτυχίες στην βιολογική καταπολέμηση του T. urticae από αυτό
το αρπακτικό άκαρι. Το P. persimilis είναι ευαίσθητο όχι μόνο στην ποιότητα και

20
την ποσότητα του θηραμάτων, αλλά και στις περιβαλλοντικές συνθήκες, όπως η
θερμοκρασία και η σχετική υγρασία (Sabelis, 1986). Η χρήση άλλων αρπακτικών
έχει επίσης διερευνηθεί, συμπεριλαμβανομένης του ακμαίου Neoseiulus californicus
(Acari: Phytoseiidae), που τρέφεται πάνω στον δίστικτο Tetranychus urticae Koch
(www.entnemdept.ufl.edu). Αυτό το πολυφάγο αρπακτικό τρέφεται από το T. Urticae
μαζί με άλλα είδη ακάρεων (Castiglioni, 2002). Ένα άλλο και ενδιαφέρον αρπακτικό
είναι και το Feltiella acarisuga (Diptera: Cecidomyiidae), το οποίο χρησιμοποιείται
ευρέως σε θερμοκήπια. Τα θηλυκά γεννούν τα ωά τους μέσα σε αποικίες τετράνυχων
και οι προνύμφες τρώνε ωά, νύμφες και ακμαία (Gillespie,1998).

Εικόνα 2.10 Phytoseiulus persimilis

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο

3. ΜΥΚΗΤΕΣ
3.1 Περονόσπορος

(Phytophthora infestans)

Πρόκειται για πολύ σοβαρή ασθένεια, που εξαπλώνεται ταχύτατα σε μεγάλες


αποστάσεις και μπορεί, μέσα σε ελάχιστο χρόνο (σε μια-δυο εβδομάδες) να
προκαλέσει καταστροφή της παραγωγής σε ολόκληρες περιοχές. Οι ζημιές
κυμαίνονται συχνά από 20-70% της αναμενόμενης παραγωγής. Σοβαρές ζημιές
προκαλούνται επίσης και μετά τη συγκομιδή στους καρπούς.

21
Συμπτώματα
1. Στα κατώτερα φύλλα (και στη συνέχεια στα ανώτερα), εμφανίζονται υποκίτρινες ή
υδατώδεις περιοχές («λαδιές»), οι οποίες γρήγορα αποκτούν χρώμα βαθύ καστανό
μαύρο.
2. Με υγρό καιρό επεκτείνεται γρήγορα, ενώ στη κάτω επιφάνεια του ελάσματος
αναπτύσσονται οι υπόλευκες εξανθήσεις των σποριαγγειφόρων του παθογόνου που
βγαίνουν από τα στόματα.
3. Στους μίσχους και στους βλαστούς εμφανίζονται καστανές μέχρι μαύρες
νεκρωτικές περιοχές που προκαλούν το μαρασμό και την αποξήρανσή τους.
(Εικόνα 3.1)
4. Στους καρπούς σχηματίζονται διάχυτες, γκριζοπράσινες μέχρι καστανές και ελαφρά
βυθισμένες περιοχές, οι οποίες με την επέμβαση δευτερογενών μικροοργανισμών
μπορεί να εξελιχθούν σε μαλακή σήψη.

Εικόνα 3.1 Προσβολή από περονόσπορο σε φύλλα τομάτας

3.1.2 Ωΐδιο
(Leveillula taurica (τ.μ. )/ Oidiopsis sicula (α.μ.))

Είναι μια πολύ συνήθης ασθένεια της τομάτας. Απαντάται κυρίως στις μεσογιακές
χώρες, τη κεντρική Ευρώπη και την Εγγύς Ανατολή και αναπτύσσεται περισσότερο
σε ξηρές περιοχές.

Συμπτώματα

1. Προσβάλλει μόνο τα φύλλα και κυρίως τα ώριμα πλήρως ανεπτυγμένα φύλλα. Στη
πάνω επιφάνειά τους σχηματίζονται κιτρινοπράσινες ή κίτρινες ακονόστες ή
γωνιώδεις κηλίδες (Εικόνα 3.2).

22
2. Στη κάτω επιφάνεια εμφανίζεται λεπτή λευκή μέχρι ανοιχτή καστανή εξάνθηση. Σε
πολύ ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη του μύκητα, μπορεί να εμφανιστεί και στις
δύο πλευρές.
3. Σε έντονες προσβολές οι κηλίδες αυξάνουν σε μέγεθος, πιθανόν να συνενώνονται
μεταξύ τους και να σχηματίζουν νεκρωτικές περιοχές που οδηγούν στο μαρασμό και
την αποξήρανση των φύλλων.

Εικόνα 3.2 Ωΐδιο σε φύλλα τομάτας

3.1.3 Σεπτορίωση
(Septoria lycopersici)

Ασθένεια διαδεδομένη σ’ όλο τον κόσμο όπου καλλιεργείται τομάτα. Είναι γνωστή
ως κηλίδωση των φύλλων και έχει κατά καιρούς ταλαιπωρήσει χώρες τις Αμερικής
και της Ευρώπης, προκαλώντας μεγάλη μείωση της παραγωγής. Στην Ελλάδα
συνήθως δεν προκαλεί σημαντικές ζημιές.

Συμπτώματα

1. Συμπτώματα μπορούν να εμφανιστούν στα φύλλα (κυρίως) (Εικόνα 3.3), στους


μίσχους, στους κάλυκες και στους βλαστούς.

23
2. Η προσβολή αρχίζει με το σχηματισμό κυκλικών ή ακανόνιστων κυλίδων, οι οποίες
είναι υδατώδεις αλλά αργότερα εξελίσσονται σε καστανέρυθρες μέχρι μαύρες και
τελικώς γίνονται νεκρωτικές με σκοτεινό καστανό περιθώριο και γκρίζα κεντρική
περιοχή.
3. Τα έντοντα προσβεβλημένα φύλλα πέφτουν.
4. Το φυτό μπορεί να προσβληθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ανάπτυξής του, με πιο
συχνά να γίνεται όταν αρχίζει η καρποφορία.

Εικόνα 3.3 Σεπτορίωση

3.1.4 Αλτερναρίωση
(Alternaria solani)

Η ασθένεια είναι γνωστή ως «πρώιμος περονόσπορος». Έχει παγκόσμια εξάπλωση


και ιδιαίτερα σε εύκρατα υγρά κλίματα και σε ημίξηρες περιοχές με νυχτερινή
δρόσο. Στην Ευρώπη είναι περισσότερο σοβαρή στις νότιες χώρες με υψηλή
καλοκαιρινή θερμοκρασία, όπως τη χώρα μας, για αυτό και θεωρείται μια από τις
σοβαρότερες ασθένειες της τομάτας.

Συμπτώματα

1. Στα νεαρά φυτά, εμφανίζονται σκοτεινές περιοχές στη βάση του στελέχους κοντά
στην επιφάνεια του εδάφους που προκαλούν την αποξήρανση του φυτού.
2. Στα ανεπτυγμένα φυτά, στα φύλλα εμφανίζονται κυκλικές ή γωνιώδεις καστανές

24
μέχρι μαύρες κηλίδες με συγκεντρικούς κύκλους. («μορφής στόχου»)
3. Παρόμοιες κηλίδες, συνήθως πιο μικρές, μπορεί να εμφανιστούν στα στελέχη, τους
μίσχους και τους καρπούς (Εικόνα 3.4).
4. Οι προσβεβλημένοι ιστοί γίνονται τελικά μαύροι, νεκρώνονται και τα έντονα
προσβεβλημένα φύλλα πέφτουν.

Εικόνα 3.4 Σημάδια αλτερναρίωσης σε καρπούς τομάτας

3.1.5 Αλτερναρίωση του στελέχους

(Alternaria alternata)

Η ασθένεια εκδηλώνεται με το σχηματισμό ελκών στη βάση και στο στέλεχος των
φυτών. Προσδιορίστηκε στη χώρα μας πρώτη φορά μια 30ετια πριν σε καλλιέργεια
τομάτας στη Πρέβεζα και στη Κρήτη.

Συμπτώματα

1. Η ασθένεια εκδηλώνεται με σχηματισμό ελκών στη βάση και στο στέλεχος των
φυτών. Τα έλκη αυτά είναι επιμήκη, έχουν χρώμα σκούρο καστανό μαύρο. Με την
αύξησή τους σε ολόκληρη τη περιφέρεια του στελέχους, οδηγούν το φυτό σε
ξήρανση.
2. Οι ιστοί κάτω από τα έλκη είναι καστανοί και παρουσιάζουν ξηρή σήψη. Επίσης
παρατηρείται καστανός μεταχρωματισμός του ξύλου στη περιοχή των ελκών.
3. Στους καρπούς εμφανίζονται μεγάλες καστανές, κυκλικές ή ακανόνιστες,
βυθισμένες περιοχές καλυπτόμενες από πυκνές μαύρες εξανθήσεις με βελούδινη υφή

25
(Εικόνα 3.5).
4. Στα φύλλα παρατηρούνται πολλές μικρές καστανές-μαύρες νεκρωτικές κηλίδες
ακανόνιστου σχήματος.

Εικόνα 3.5 Αλτεναρίωση σε φυλλα τοματας

3.1.6 Κλαδοσπορίωση

(Fulvia fulva)

Η ασθένεια διαπιστώθηκε στη χώρα μας για πρώτη φορά το 1970 και σήμερα είναι

διαδεδομένη σε όλες της περιοχές της. Θεωρείται ιδιαίτερα σοβαρή στις μη

θερμαινόμενες υπό κάλυψη καλλιέργειες καθώς οι πρώιμες προσβολές μπορούν να

προκαλέσουν σοβαρή μείωση της παραγωγής.

Συμπτώματα

1. Στα φύλλα, στη πάνω πλευρά του ελάσματος σχηματίζονται κυκλικές ή

ακανόνιστες, κιτρινοπράσινες-κίτρινες κηλίδες με ασαφή όρια (Εικόνα 3.6). Σε πιο

προχωρημένα στάδιο οι κηλίδες γίνονται κιτροκαστανές και νεκρωτικές.

2. Στη κάτω πλευρά του ελάσματος, η περιοχή των κηλίδων καλύπτεται από

ανοιχτοκαστανού ή ελαιοκαστανού ή γκριζοκαστανού χρώματος εξάνθηση του

26
μύκητα, που έχει βελούδινη υφή.

3. Οι κηλίδες συχνά ενώνονται με την εξέλιξή της προσβολής και τα φύλλα γίνονται

κατσαρά, μαραίνονται, ξηραίνονται και συχνά πέφτουν.

Εικόνα 3.6 Κλαδοσπορίωση σε φυτά τομάτας

3.1.7 Έλκος στελεχών (Ντιντιμέλα)

(Didymella lycopersici)

Πρόκειται για μια πολύ σοβαρή ασθένεια που προσβάλει το στέλεχος των φυτών

(κυρίως), το φύλλωμα και τους καρπούς. Είναι πολύ δύσκολη στην καταπολέμησή

της όταν εγκατασταθεί σε μία καλλιέργεια και είναι διαδεδομένη τόσο στις υπό

κάλυψη όσο και στις υπαίθριες καλλιέργειες τομάτας.

Συμπτώματα
1. Η προσβολή εκδηλώνεται με το σχηματισμό επιμήκους υδατώδους και έπειτα

καστανής κηλίδας που περιβάλλει το στέλεχος ή μεγάλο μέρος αυτού εμφανίζοντας

ξηρή σήψη (Εικόνα 3.7).

2. Στους καρπούς σχηματίζονται γύρω από τη θέση του κάλυκα, καστανές ή

27
καστανόμαυρες, βυθισμένες κηλίδες. Παρόμοιες κηλίδες έχουμε και στα φύλλα.

3. Μπορεί επίσης να προκαλέσει στο φυτώριο, τήξεις των νεαρών φυτών.

Εικόνα 3.7 Έλκος στελεχών

3.1.8 Φυτόφθορα

(Phytophthora parasitica, P. citrophthora, P. cryptogea, P. Capsici)

Οι μύκητες του γένους Phytophthora προκαλούν ζημίες στα φυτά σε όλα τα στάδια

αναπτύξεώς τους, προκαλώντας τήξεις φυταρίων, έλκος του λαιμού, σηψιρριζίες και

διάφορες προσβολές σε φύλλα και καρπούς. Τα παθογόνα είναι μύκητες εδάφους

που επιβιώνουν για πολλά χρόνια με τα ωοσπόριά τους.

Συμπτώματα

1. Στη βάση του στελέχους σχηματίζεται υδατώδης επιμήκης κηλίδα που γίνεται

πρασινοκαστανή-καστανή, ο φλοίος μαλακώνει και βυθίζεται. Συχνά η μόλυνση

αρχίζει από τις ρίζες. Όταν η κηλίδα περιβάλλει το στέλεχος, το φυτό μαραίνεται

απότομα και ξεραίνεται.

2. Στους καρπούς παρατηρείται μια υδατώδης κηλίδα με ασαφή όρια, χρώματος

28
γκριζοκαστανού ή καστανό, η οποία μεγαλώνει και καλύπτει μεγάλο μέρος του

καρπού (Εικόνα 3.8).

3. Με πολύ υγρασία μπορεί να εκδηλωθεί στα προσβεβλημένα μέρη του φυτού

βαμβακώδες λευκό μυκήλιο.

Εικόνα 3.8 Προσβολή καρπού τομάτας από Φυτόφθορα

3.1.10 Ριζοκτόνια

(Thanatephorus cucumeris (τ.μ.),Rhizoctonia solani (α.μ.))

Το παθογόνο είναι μύκητας εδάφους που προσβάλλει όλα σχεδόν τα κηπευτικά,


πολλά καλλωπιστικά και δέντρα. Μεταδίδεται με το έδαφος και με μολυσμένα
φυτικά μέρη. Στη τομάτα προκαλεί τήξεις στα σπορόφυτα και στα μεγαλύτερα φυτά
έλκος του λαιμού, προσβολή ριζών, φύλλων και σήψη καρπών.

Συμπτώματα

1. Στη βάση του στελέχους και λίγο κάτω από την επιφάνεια του εδάφους
εμφανίζονται μικρές ερυθρωπές κηλίδες οι οποίες έπειτα γίνονται ελαφρά βυθισμένες
ερυθροκαστανές-καστανές νεκρωτικές περιοχές με σαφή όρια και ξηρής σύστασης.

29
2. Οι κηλίδες αυτές συχνά σχίζονται και σχηματίζονται έλκη που συχνά καλύπτονται
από αραιό μυκήλιο καστανού χρώματος.(Εικόνα 3.10)

3. Τα προσβεβλημένα φυτά παρουσιάζουν καχεξία, χλώρωση, καρούλιασμα των


φύλλων και, αν το έλκος περιβάλλει το στέλεχος, ξηραίνονται.
4. Στους καρπούς σχηματίζονται στην αρχή σκληρές κηλίδες χρώματος σκουριάς, οι
οποίες μεγαλώνουν βαθμιαίως βυθίζονται, γίνονται καστανές, μαλακές και σχίζονται
ακτινοειδώς στο κέντρο.

Εικόνα 3.10 Ριζοκτονία

3.1.11 Σκληρωτινίαση

(Sclerotinia sclerotiorum)

Προκαλεί καταστρεπτικές ζημιές στα καλλιεργούμενα φυτά σε όλα σχεδόν τα μέρη


του κόσμου και έχει ευρύτατο φάσμα ξενιστών. Τα φυτά μολύνονται σε όλα τα
στάδια της ανάπτυξής τους συχνότερα όμως στα ανεπτυγμένα, με προσβολές στο
στέλεχος και στους καρπούς.

Συμπτώματα

1. Στη περιοχή του λαιμού των φυτών σχηματίζεται υδατώδης μεταχρωματισμός των
ιστών που εξαπλώνεται προς τα πάνω από την επιφάνεια του εδάφους και τη ρίζα.
2. Προκαλείται εκτεταμένο, μαλακό, υπόλευκο μέχρι στακτόχροο έλκος που όταν

30
περιβάλλει όλη την επιφάνεια, το φύλλωμα από την προσβολή και πέρα γίνεται
χλωρωτικό μαραίνεται και ξηραίνεται
3. Στους καρπούς σχηματίζονται υδατώδεις εκτεταμένες κηλίδες που μετά γίνονται
ανοιχτού καστανού χρώματος και εμφανίζουν μαλακή υγρή σήψη. (Εικόνα 3.11).

Εικόνα 3.11 Σκληρωτηνίαση σε ώριμους καρπούς τομάτας

3.1.13 Βερτισιλλίωση

(Verticillium dahliae / V. albo-atrum)

Στη χώρα μας σχεδόν πάντα συναντάται το Verticillium dahliae. Είναι μύκητας

εδάφους που έχει μεγάλη αντοχή και για αυτό μπορεί να παραμείνει στο χώμα και να

προκαλεί ζημιές. Έχει ευρύ φάσμα ξενιστών φυτών.

Συμπτώματα

1. Τα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως στα ανεπτυγμένα φυτά κατά την καρπόδεση

με το σύνδρομο του βραδέως μαρασμού. Στα κατώτερα φύλλα παρατηρείται χλώρωση

μεταξύ των νευρώσεων και έπειτα νέκρωση αυτών των ιστών. Τα έντονα

31
προσβεβλημένα φύλλα πέφτουν.

2. Τα φυτά στη συνέχεια μαραίνονται, γίνονται καχεκτικά και τελικά μπορεί να

ξεραθούν. Εάν επιζήσουν, παραμένουν αδύναμα, δίνουν καρπούς που δεν

αναπτύσσονται κανονικά, είναι μικρότεροι και ωριμάζουν νωρίτερα.

3. Επίσης τα αγγεία του ξύλου στη βάση του φυτού παρουσιάζουν καστανό μαύρο

μεταχρωματισμό

Εικόνα 3.13 Βερτισιλλίωση σε στέλεχος τομάτας

3.1.14 Φουζαρίωση

(Fusarium oxysporum)

Το παθογόνο μεταδίδεται μέσω του εδάφους (στο οποίο φαίνεται πως μπορεί να
επιβιώση πάρα πολλά χρόνια), των μολυσμένων φυτών και υπολειμμάτων της
καλλιέργειας και με τον σπόρο. Η μόλυνση των φυτών γίνεται από τη ρίζα. Η
καταστροφικές επιπτώσεις σε συνδιασμό με την ικανότητα αντοχής του στο έδαφος,
καθιστούν τη ασθένεια πολύ σοβαρή.

Συμπτώματα

1. Εμφανίζει το τυπικό σύμπτωμα των ανδρομυκώσεων, νέκρωση και


μεταχρωματισμός (καστανό-μαύρο) των αγγείων του ξύλου της βάσης, που

32
μπορεί να φτάσει μέχρι 6ου-8ου κόμβου.
2. Παρατηρείται επίσης κιτρίνισμα και μάρανση των φύλλων της βάσης, αρχικά
μονόπλευρα (ημιπληγία) και μετά σε ολόκληρο το φυτό. Τα φυτά συνήθως
δεν επιβιώνουν μέχρι το τέλος της καλλιεργητικής περιόδου.
3. Μπορεί επίσης να προκαλέσει προφυτρωτικές και μεταφυτρωτικές τήξεις
σπορόφυτων.

3.1.15 Τεφρά σήψη (Βοτρύτης)

(Botryotinia fuckeliana (τ.μ,)Botrytis cinerea (α.μ.))

Πρόκειται για ασθένεια που προσβάλλει τα περισσότερα από τα καλλιεργούμενα


φυτά. Σοβαρές ζημιές μπορεί να προκαλέσει σε πολλά κηπευτικά και καλλωπιστικά
φυτά. Είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη στις καλλιέργειες υπό κάλυψη.

Συμπτώματα

1. Όσων αφορά τα σπορόφυτα, μπορεί να προσβληθούν ακόμη από το σπορείο.


Παρατηρούνται στο λαιμό των φυτών μολυσμένοι μαλακοί ιστοί που,
συρρικνώνονται, νεκρώνονται και καλύπτονται από την πυκνή γκριζοκαστανή
εξάνθηση του παθογόνου. Τα φυτά μαραίνονται, πέφτουν στο έδαφος και πεθαίνουν.
2. Στα νεαρά μετά φύτευση έχουμε παρόμοια συμπτώματα, με τους ιστούς που έχουν
προσβληθεί στη περιοχή του λαιμού να γίνονται μαλακοί, ενώ μετά εμφανίζεται
στένωση (λόγω της αφυδάτωσης), και να αποκτούν χρώμα καστανό.
3. Στα φύλλα η ασθένεια εκδηλώνεται με πρασινοκαστανές-καστανές κηλίδες, των
οποίων οι ιστοί είναι μαλακοί. Με ευνοϊκές συνθήκες οι κηλίδες μεγαλώνουν,
καλύπτουν το φύλλο, το οποίο τελικώς ξηραίνεται 4. Στο στέλεχος σχηματίζεται
αρχικά μικρό, καστανού χρώματος έλκος, το οποίο μπορεί να μεγαλώσει και αν
περιβάλλει το στέλεχος, να προκληθεί χλώρωση, μάρανση και ξήρανση από τη
μολυσμένη περιοχή και άνω. Τα έλκη επίσης πολλές φορές καλύπτονται από την
γκριζοκαστανή εξάνθηση του παθογόνου.
5. Τα προσβεβλημένα άνθη αποκτούν χρώμα καστανό, νεκρώνονται και πέφτουν.
6. Στους καρπούς οι μολυσμένοι ιστοί γίνονται μαλακοί, υδαρείς και καλύπτονται από
άφθονη εξάνθηση των του παθογόνου. (Εικόνα 3.15).
7. Επίσης μπορεί να προκληθεί στους καρπούς με τη μορφή κηλίδας «φάντασμα»,

33
δηλαδή μικρών, κυκλικών, υπόλευκων, επιδερμικών κηλίδων που φέρουν νεκρωτικό
στίγμα στο κέντρο που θυμίζει νύγμα εντόμου. Αυτό προκαλείται μετά τη βλάστηση
σποριών του παθογόνου και την είσοδο αυτών στην επιδερμίδα και έπειτα το
σταμάτημα της προσβολής. Η παρουσίαπολλών τέτοιων κηλίδων μειώνει την
εμπορική αξία και ποιότητα των καρπών.

Εικόνα 3.15 Τεφρά σήψη

3.1.18 Ανθράκωση

(Colletotrichum coccodes)
Γενικά πρόκειται για έναν μύκητα που δεν μπορεί να προκαλέσει εύκολα μόνος του
ζημιές (παράσιτο αδυναμίας). Συνήθως βρίσκεται με προσβολές από Pyrenochaeta
lycopersici. Κατά κανόνα εμφανίνεται να προκαλεί ζημιές σε ώριμους καρπούς τομάτας
υπό τη μορφή μαύρων μαλακών κηλίδων (Εικόνα 3.18), οι οποίες αχρηστεύουν τους
καρπούς μας και δε γίνονται εύκολα αντιληπτές στο πράσινο στάδιο του καρπού.
Συμπτώματα μπορούν να εμφανιστούν επίσης (πιο σπάνια) στα φύλλα, στο στέλεχος και
στις ρίζες.

34
Εικόνα 3.18 Ανθράκωση σε καρπους τοματας

3.1.19 Στεμφύλιο

(Stemphylium floridanum)

Το παθογόνο προσβάλει τα φύλλα του φυτού. Το κύριο σύμπτωμα είναι μικρές,


καφέ-μαύρες κηλίδες οι οποίες καθώς εξελίσσονται αποκτούν γκρι χρώμα και
νεκρώνονται (Εικόνα 3.19). Τα έντονα προσβεβλημένα φύλλα πέφτουν. Στις
ευαίσθητες ποικιλίες έχουμε έντονη φυλλόπτωση, ευνοώντας έτσι τα ηλιοεγκαύματα
στους καρπούς.

Εικόνα 3.19 Στεμφύλιο

3.1.20 Μαύρη σηψιρριζία

(Chalara elegans)

Η ασθένεια προσβάλει τα φυτά σε όλα τα στάδια προκαλώντας προφυτρωτικές και


μεταφυτρωτικές τήξεις σπορόφυτων. Στα ανεπτυγμένα φυτά εμφανίζονται στις ρίζες
ερυθροκαστανές κηλίδες που στη συνέχεια γίνονται ανθρακί-μαύρες συνενώνονται
καλύπτοντας μεγάλο μέρος του ριζικού συστήματος και προκαλούν σήψεις (Εικόνα
3.20). Στα φυτά αναστέλεται η ανάπτυξή τους, παρατηρείται πρόωρη άνθηση και
φυλλόπτωση και στις περισσότερες περιπτώσεις τα φυτά ξεραίνονται.

35
Εικόνα 3.20 Μαύρη σηψιρριζία

3.1.21 Σήψη καρπών

(Trichothecium roseum)

Το παθογόνο προκαλεί ζημιές στους καρπούς. Εμφανίζονται στη κορυφή των


καρπών και γύρω από τον ποδίσκο, καστανές κηλίδες οι οποίες εξελίσσονται και
μπορεί να καλύψουν όλο τον καρπό (Εικόνα 3.21). Εσωτερικό η σάρκα του καρπού
παρουσιάζει αλλοίωση και είναι καστανή μέχρι το κέντρο του. Συνήθως οι
μολυσμένοι καρποί πέφτουν. Επίσης στα αρχικά σημεία της προσβολής
παρατηρείται πορτοκαλί εξάνθηση.

Εικόνα 3.21 Σήψη καρπών

36
Αναφορικά υπάρχουν επίσης:

1) Phoma destructiva. Προκαλεί προσβολές φύλλων, στελεχών, καρπών.


2) Helicobasidium brebissonii. Προκαλεί προσβολές ριζών. 3)
Macrophomina phaseolina. Προκαλεί προσβολές ριζών, στελεχών.

37
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο

5. ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Εισαγωγή

Η τομάτα είναι κατά κανόνα ετήσιο λαχανικά, αρκετά διαδεδομένο και πολύ δημοφιλές.
Σε διεθνή κλίμακα, η καλλιέργεια της τομάτας καταλαμβάνει την τρίτη σε έκταση θέση
μετά την πατάτα και την γλυκοπατάτα, ενώ στην Ελλάδα καταλαμβάνει την δεύτερη σε
έκταση θέση μετά την πατάτα.
Η δημοτικότητα της τομάτας ποικίλει σε βαθμό στις διάφορες χώρες, αλλά είναι πολύ
λίγες οι περιοχές της γης όπου η τομάτα δεν καλλιεργείται.
Ωστόσο αποτελεί ένα φυτικό είδος το οποίο προσβάλλεται από αρκετούς παθογόνους
μύκητες οι οποίοι προκαλούν ποικίλες ασθένειες,.
Η βιολογική μέθοδος αντιμετώπισης των ασθενειών του φυτού βρίσκει εδώ και χρόνια
σημαντικές εφαρμογές με πολύ καλά αποτελέσματα, καθώς στοχεύει στην ανάπτυξη και
παραγωγή ολοκληρωμένων σχέσεων μεταξύ εδάφους, φυτών, ζώων, ανθρώπων και
βιόσφαιρας, έτσι ώστε τελικά να λαμβάνονται γεωργικά προϊόντα και είδη διατροφής
χωρίς χημικά και το περιβάλλον να αναβαθμίζεται και να προστατεύεται.

5.1 Υλικά και μέθοδοι

Το πείραμα αναφέρεται στον έλεγχος βελτίωσης υγειονομικής κατάστασης και


ανάπτυξης του φυτού σε φυτά τομάτας εντός θερμοκηπίου.
Το παρόν πείραμα έλαβε χώρα στην περιοχή της Σίνδου Θεσσαλονίκης στο χώρο του
αγροκτήματος, του τμήματος Γεωπονίας ΔΙ.ΠΑ.Ε, το χρονικό διάστημα Μάιο 2021
έως Ιούλιο του 2021.

Σε πρώτο στάδιο του πειράματος, γίνεται η φύτευση των φυτών ηλικίας 20 ημερών,
τα οποία έπειτα τοποθετούνται στο θερμοκήπιο του αγροκτήματος.
Στη συνέχεια χωρίζονται σε 12 ομάδες, όπου η κάθε μια αποτελείται από 10 φυτά.

38
Εικόνα: Φυτά Ντομάτας

39
Εικόνα: Φυτά τομάτας

5.2 ΣΚΕΥΆΣΜΑΤΑ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΉΘΗΚΑΝ

Τα σκευάσματα που χρησιμοποιήσαμε ήταν τα ακόλουθα:

Hi Vin Trace, Hi Magnesium + 1 g Fulva Wet, Hi Poly PK + 2 g Fulva Wet, No2,


No4, No5, σε δοσολογία 2ml σκευάσματος ανά 1L νερό.

Τα υλικά που χρησιμοποιήσαμε για την εφαρμογή των σκευασμάτων ήταν:

Ψεκαστήρες του 1 λίτρου και σύριγγες με τις οποίες γινόταν η δοσομέτρηση και η
τοποθέτηση του φαρμάκου στον ψεκαστήρα.

ΦΆΡΜΑΚΟ ml ΦΑΡΜΆΚΟΥ L ΝΕΡΟΎ


No2 2ml 1L
Hi Vin Trace 2ml 1L
Hi Magnesium +1g Fulva 2ml 1L
Wet
No5 2ml 1L
Hi Poly PK +2g Fulva 2ml 1L

40
Wet
No4 2ml 1L

Εικόνα:Σύριγγα

41
Εικόνα: Ψεκαστήρας

Εφαρμόστηκαν 4 ψεκασμοί, με 14 μέρες ημέρες διαφορά (2 εβδομάδες) ο ένας από τον


άλλο. Τοποθετήθηκαν σε κάθε ομάδα από ένα ταμπελάκι στο οποίο αναγραφόταν το
σκέυμασμα με το οποίο γινόταν ο ψεκασμός στην κάθε μια.

42
Εικόνα: Ντομάτες με ταμπελάκια.

Ωστόσο, υπηρξε προσβολή των φυτών από αφίδες και ωίδιο, με συνέπεια να
πραγματοποιηθεί ένας περετέρω ψεκασμος με το φάρμακο MOVENTO για τις
αφίδες σε δοσολογία 2ML/1LT και για το ωίδιο με το φάρμακο MANCOZED σε
δοσολογία 2ML/1LT.

Στη συνέχεια στον ένα μήνα έγιναν τα δεσίματα της τομάτας.

43
Tέλος για να πραγματοποιήσουμε τις απαραίτητες μετρήσεις προκειμένου να
λάβουμε τα αποτελέσματα του πειράματος χησιμοποιήσθηκαν:
1. Μεζούρα, για τη μέτρηση του ύψους του φυτού.
2. Ζυγαρία ακριβείας, για τη μέτρηση του βάρους των καρπών.
3. Φορητός μετρητής χλωροφύλλης, όργανο το οποίο ερμηνεύει με  ακρίβεια 
την περιεχόμενη χλωροφύλλη στα φυτά.

Εικόνα: Ζυγαριά

44
Εικόνα: Μετρητής Χλωροφύλλης

45
5.3ΑΠΟΤΕΛΈΣΜΑΤΑ

ΧΛΩΡΟΦΥΛΛΗ
Για τη μέτρηση της χλωροφύλλης συλλέξαμε 3 φύλλα από το κάθε φυτό.
Λόγω μεγάλης θερμοκρασίας στο θερμοκήπιο ορισμένα φύλλα κιτρίνισαν και κάποια
σκευάσματα φάνηκαν να μην έχουν αποτέλεσμα.

ΟΜΆΔΑ ΎΨΟΣ
CONTROL 16.02
No2 37.96
Hi Vin Trace 41.75
Hi Magnesium +1g Fulva 45.43
Wet
No5 30.82
Hi Poly PK +2g Fulva Wet 57.92
No4 33.13

Παρατηρόυμε πως το φάρμακο Hi Poly PK +2g Fulva Wet, έδωσε τα ψηλότερα, κατά
μέσο όρο φυτά σε σχέση με τον μάρτυρα.

ΎΨΟΣ
Η μέτρηση του ύψους των φυτών, πραγματοποιήθηκε μετρώντας από τη βάση του
βλαστού, εως το κορυφαίο σημείο του φυτού.

ΦΆΡΜΑΚΟ ΎΨΟΣ
CONTROL 35.6
No2 34.7
Hi Vin Trace 40.1
Hi Magnesium +1g Fulva 42.8
Wet
No5 35.7
Hi Poly PK +2g Fulva Wet 49.2
No4 38.8

46
Παρατηρόυμε πως το φάρμακο Hi Poly PK +2g Fulva Wet, έδωσε τα ψηλότερα, κατά
μέσο όρο φυτά σε σχέση με τον μάρτυρα.

ΒΆΡΟΣ

Για το βάρος των καρπών, συλλέχθηκαν και ζυγήστικαν οι καρποί από κάθε φυτό
ξεχωριστά.
Στη συνέχεια υπολογίσθηκε το βάρος των καρπών αθροιστικά από κάθε ομάδα.

ΦΆΡΜΑΚΟ ΒΆΡΟΣ
CONTROL 247
No2 447
Hi Vin Trace 395
Hi Magnesium +1g Fulva 625
Wet
No5 336
Hi Poly PK +2g Fulva Wet 619
No4 495

Παρατηρόυμε πως το φάρμακο Hi Poly PK +2g Fulva Wet, και το Hi Magnesium +1g
Fulva Wet, έδωσαν τους μεγαλύτερους σε βάρος καρπούς, σε σχέση με τον μάρτυρα.

5.4 ΣΥΜΠΈΡΑΣΜΑ

Έπειτα από την πραγματοποίηση του πειράματος, έγινε αντιληπτό πως η χρήση του
φαρμάκου Hi Poly PK +2g Fulva Wet, ενίσχυσε σημαντικά την ανάπτυξη των φυτών
τομάτας σε περιβάλλον θερμοκηπίου, έπειτα από έλεγχο του βάρους, του ύψους και της
χλωροφύλλης των φυτών, συγκριτικά με τα υπόλοιπα σκευάσματα τα οποία δεν
παρουσίασαν τις ίδιες θετικές επιδράσεις.
Ωστόσο, παρόλο που τα αποτελέσματα των υπολοίπων φαρμάκων ήταν λιγότερο
ενθαρρυντικά, η μέθοδος είχε θετικό αποτέλεσμα αφού και εκεί η ανάπτυξη των φυτών
ήταν μεγαλύτερη σε σχέση με τον μάρτυρα.

47
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ελληνόγλωσση:

Αγγίδης Α, (2006), Τομάτα η υπαίθρια, εκδόσεις Άγις- Σάββας Δ. Γαρταγάνης.


Εμμανουήλ, Ν.Γ. (1995). Γεωργική Ζωολογία, Ειδικός Μέρος Α΄: Φυτοφάγα είδη,
ΓΠΑ, 315 σελ.
Ε.ΣΥ.Φ. Ελληνικός Σύνδεσμος Φυτοπροστασίας, (2001), Αρχές Οικονομικής
Προστασίας.
Ζωάκη‐Μαλισσιόβα, Δ. (1988). Μαθήματα Φυτοπροστασίας ΙΙ‐Ζωικοί Εχθροί, ΤΕΙ
Ηπείρου, 102 σελ.
Θεριός Ν. Ι., (1996), Ανόργανη Θρέψη & Λιπάσματα.
Μπουρνάκας Β., (2007), Εντομολογικοί εχθροί της τομάτας, Γεωργία-Κτηνοτροφία
σελ. 109-110.
Μπλέτσος Α. Φ., (2012), Πρακτική Λαχανοκομία & Παραδοσιακές Ποικιλίες,
θεσσαλονίκη, 2012.
Ναβροζίδης Ι. Ε., Ανδρεάδης Σ. Σ., (2012), Ειδική Γεωργική Εντομολογία,
Θεσσαλονίκη, 2012.
Ολύμπιος , Χ. Μ. (2001). Η τεχνική της καλλιέργειας των κηπευτικών στα
θερμοκήπια. Αθήνα: Εκδόσεις Αθ. Σταμούλης.
Παπαϊωάννου–Σουλιώτη, Μαρκογιαννάκη–Πρίντζιου, 2007, Περιοδικό Γεωργία -
Κτηνοτροφία, τεύχος 10/2007, σελ. 106-108.
Παπαδοπούλου Σ., (2017), Ειδική Εντομολογία.
Τσαλής Γ., (2011), Oλοκληρωμένη διαχείριση εχθρών και ασθενειών σε
θερμοκηπιακές καλλιέργειες, Γεωργία-Κτηνοτροφία, τεύχος 10: 67-69.

Ξενόγλωσση:

Ay R, Yorulmaz S, (2010), Inheritance and detoxification enzyme levels in


Tetranychus urticae Koch (Acari: Tetranychidae) strain selected with
chlorpyrifos. J Pest Sci 83:85–93.
Bolckmans K, Sterk G; Eyal J, Sels B,Stepman W, (1995), PreFeRal, (Paecilomyces
fumosoroseus strain Apopka 97), a new microbial insecticide for the biological
control of whiteflies in greenhouses. Mededelingen - Faculteit
Landbouwkundige en Toegepaste Biologische Wetenschappen, Universiteit
Gent, 60(3a):707-711; 1 ref.
Brandenburg, R. L. & G. G. Kennedy, (1987), Ecological and agricultural

48
considerations in the management of two spotted spider mite (Tetranychus
urticae Koch). Agricultural Zoology and Review, 2: 185-36.
Brown S., et al, (2017) Crop Protection, Volume 98, August 2017, Pages 179-183.
Byrne DN & Bellows TS, (1991). Whitefly Biology. Annual Review of Entomology
36:431-457. Byrne DN & Hadley.
Byrne DN & Hadley NF (1988), Particulate surface waxes of whiteflies -
morphology, composition and waxing behavbiour. Physiological Entomology
13: 267-276.
Byrne DN & von Bretzel PK (1987), Similarity in flight activity rhythms in
coexisting species of Aleyrodidae, Bemisia tabaci and Trialeurodes abutilonea.
Entomologia Experimentalis et Applicata 43: 215-219.
Burton-FreemanB, Reimers K. (2011). Tomato consumption and health: emerging
benefits. Am J Lifestyle Med 5, pp. 182-191.
Caicedo A, Peralta Iris, (2013). Basic informations about Tomatoes and the Tomato
group. Genetics,Genomics and Breeding of Tomato, Pages 1-36.
Castiglioni E, Vendramin JD, Tamai MA, (2002), Evaluacio´ n del efecto to´xico de
extractos acuosos y derivados de melia´ceas sobre Tetrancychus urticae (Koch)
(Acari, Tetrancychidae).Agrociencia 6:75–82.
Charles W.B. and Harris R.E., ( 1972), Tomato fruit-set at high and low
temperatures, Can. J. Plant Sci. 52, 497-506.
Choi W-I, Lee S-G, Park H-M, Ahn Y-J (2004) Toxicity of plant essential oils to
Tetranychus urticae (Acari: Tetranychidae) and Phytoseiulus persimilis (Acari:
Phytoseiidae). J Econ Entomol 97:553–558.
Csizinszky A.A. and Schuster D.J., (1995), Color mulches influence yield and insect
pest populations in tomatoes. J. Amer. Soc. Hort. Sci. 120, 778-784.Cock A de,
(1993), Buprofezin: biological activity and effect on the ultrastructure of the
cuticle of Trialeurodes vaporariorum (Westwood) and Bemisia tabaci
(Gennadius). Gent, Belgium: Rijksuniversiteit, Faculteit van de
Landbouwwetenschappe.
Dekeyser M A, (2005) Acaricide mode of action. Pest Manag. Sci. 2005;61:103–110.
EPPO. (2005). European and Mediterranean Plant Protection Organization.
Ανάκτηση 10 3, 2015, από Tuta absoluta EU Pesticide database, Regulation EC No
396/2005.
Fölster E., (1986), Solanaceae (Nachtschattengewächse). In: Krug, H. (ed.).
Gemüseproduktion. Ein Lehr- und Nachschlagewerk für Studium und Praxis.
Paul Parley Verlag, Berlin und Hamburg, pp. 338-365.
Gill RJ (1990) The Morphology of Whiteflies: Whiteflies: their Biono. Pest Status

49
and Management (ed. by D Gerling) Intercept Ltd., Andover, Hants, UK, pp.
13-46.
Gillespie DR, Roitberg B, Basalyga E, Johnstone M, Opit G, Rodgers J, Sawyer N,
(1998), Biology and application of Feltiella acarisuga (Vallot) (Diptera:
Cecidomyiidae) for biological control of two-spotted spider mites on
greenhouse vegetable crops. Pacific Agri-Food Research Centre (Agassiz)
Technical Report 145 Agriculture and Agri-Food Canada.
Hayashi H, (1996), Side effects of pesticides on Encarsia formosa Gahan. Bulletin of
the Hiroshima Prefectural Agriculture Research Center, 64:34-43. Heungens A,
Buysse G, (1991), Chemical control of the greenhouse whitefly (Trialeurodes
vaporariorum Westw.) in azalea culture. 42. International Symposium on Crop
Protection. Gent (Belgium). 42(2):667-674. Hoy M. A., (2011), Agricultural
Acarology - Introduction to Integrated Mite Management. Boca Raton: CRC Press,
Taylor & Francis Group, 410 pp.
IRAC IRAC MoA Classification Scheme. Version 8.3. [(accessed on 21 December
2017)],2017 Available online: http://www.irac
online.org/documents/moaclassification/?ext=pdf.
Islam A.K.M.S., Edwards D.G., and Asher C.J., (1980), pH optima for crop growth.
Results of a flowing solution culture experiment with six species. Plant Soil 54,
339-357.
Jeppson LR, Keifer HH, Baker EW, (1975), Mites injurious to economic plants.
University of California, London.
Klee H. J. and Giovannoni J. J.. (2011) Genetics and Control of Tomato Fruit
Ripening and Quality Attributes. Annual Review of Genetics Vol. 45:41-59. Lorenzo
M.E., Grille G., Basso C., Bonato O., (2016) Host preferences and biotic potential of
Trialeurodes vaporariorum and Bemisia tabaci (Hemiptera: Aleyrodidae) in tomato
and pepper, Arthropod Plant Interact., 10 (2016), pp. 293-301.
Martin JH (2004), Whiteflies of Belize (Hemiptera: Aleyrodidae). Part 1 -
Introduction and account of the subfamily Aleurodicinae Quaintance & Baker.
Zootaxa: 3- 119.
Masuda T, Kikuchi O, (1993), Control of whitefly, Trialeurodes vaporariorum, by a
Verticillium lecanii preparation. Annual Report of the Society of Plant
Protection of North Japan, 44:191-193.
McCue GA, (1952). The history of the use of the tomato: an annotated bibliography.
Ann Mo Bot Gard;39:289–348.
McMurtry JA, Croft BA, (1997, Life-styles of Phytoseiid mites and their roles in
biological control. Annu Rev Entomol 42:291–321.
Migeon, A. & F. Dorkeld, (2017), Spider Mites Web: A Comprehensive Database for

50
the Tetranychidae. Montpellier: INRA-CBGP. (Web page:
http://www.montpellier.inra.fr/CBGP/spmweb), (Date accessed: February
2017).
Mound L.A.,. Halsey S.H, (1978).,Whitefly of the World. A Systematic Catalogue of
Aleyrodidae (Homoptera) With Host Plant and Natural Enemy Data. British
Museum (Natural History), Wiley and Sons, Chicheste.
Nechols JR & Tauber MJ, (1977), Age-specific interaction between greenhouse
whitefly (Homoptera-Aleyrodidae) and Encarsia formosa (Hymenoptera
Aphelinidae) Influence of parasite on host development. Environmental
Entomology 6: 207- 210.

51

You might also like