Professional Documents
Culture Documents
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Κεχαγιάς Ευθύμιος
Κεφάλαιο 1ο
1.1 Ο ρόλος των γεφυρών
1.2 Σκοπός της εργασίας
1.3 Διάρθρωση της εργασίας
Κεφάλαιο 2ο
2.1 Διαστασιολόγηση του φορέα
2.2 Εξελικτικοί Αλγόριθμοι
2.3 Υπολογισμός κόστους λύσης
Κεφάλαιο 3ο
3.1 Δεδομένα προβλήματος
3.2 Ιδιότητες υλικών
3.3 Ιδιότητες κατασκευής
3.4 Χαρακτηριστικά διατομής
3.5 Υπολογισμός φορτίων
3.6 Χαρακτηριστικά προέντασης
3.7 Υπολογισμός τάσης σκυροδέματος
3.8 Στιγμιαίες απώλειες
3.9 Προένταση μετά την επιρροή των στιγμιαίων απωλειών
3.10 Υπολογισμός τάσης σκυροδέματος μετά τις στιγμιαίες απώλειες
3.11 Απώλειες συστολής του σκυροδέματος
3.12 Απώλειες ερπυσμού
3.13 Απώλειες χαλάρωσης τένοντα
3.14 Αλληλεπίδραση των φαινομένων
Κεφάλαιο 4ο
4.1 Αντικειμενικές συναρτήσεις εξελικτικού αλγόριθμου
4.2 Περιορισμοί
4.3 Γενικές παρατηρήσεις
4.4 Παραδοχές και δεδομένα
4.5 Αποτελέσματα
4.6 Σχολιασμός
Κεφάλαιο 5ο
5.1 Συμπεράσματα
5.2 Επεκτασιμότητα
5.3 Προτάσεις
Ευρετήριο όρων
Παράρτημα
Βιβλιογραφία
Κεφάλαιο 1ο
Εικόνα 1.3: Η Μεγάλη Γέφυρα της Danyang–Kunshan στο Πεκίνο της Κίνας.
Αναλόγως με το χρησιμοποιούμενο υλικό, οι γέφυρες μπορούν να ταξινομηθούν σε ξύλινες,
λίθινες, χαλύβδινες, από σκυρόδεμα ή και σύμμικτες. Με βάση τη χρήση, ταξινομούνται σε
πεζογέφυρες, οδικές και σιδηροδρομικές. Με βάση τη στατικής τους λειτουργία διακρίνονται σε
τοξωτές, κρεμαστές, καλωδιωτές ή πλαισιωτές γέφυρες οι οποίες μπορεί να είναι
κατασκευασμένες με επιφανειακούς φορείς, με συμβατικές δοκούς ή κιβοτειοειδή διατομή
καταστρώματος. Με κριτήριο το στατικό τους σύστημα διακρίνονται σε γέφυρες με συνεχή και
με αμφιέρειστο φορέα. Τέλος, βάση του τρόπου σύνδεσης της ανωδομής με την υποδομή
ταξινομούνται σε μονολιθικές και με σύνδεση μέσω εφεδράνων.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση εξετάζεται μια πλαισιωτή γέφυρα, με φορέα συμβατικών δοκών
διατομής διπλού ταυ (Ι), κατασκευασμένη από προεντεταμένο σκυρόδεμα, που αποτελείται
από αμφιέρειστα τμήματα, τα οποία στηρίζονται με εφέδρανα στην υποδομή.
Εάν, λοιπόν, λάβει κανείς υπόψιν το διττό ρόλο του πολιτικού μηχανικού ως σχεδιαστή και
κατασκευαστή, αντιλαμβάνεται ότι η δυσκολία αυξάνεται περαιτέρω. Αφενός, σκοπός του
μηχανικού είναι να σχεδιάσει μια κατασκευή η οποία θα μπορεί με ασφάλεια να φέρει τα
απαιτούμενα φορτία, χωρίς να κινδυνεύει από κατάρρευση. Αφετέρου, οφείλει να
κατασκευάσει αυτήν την κατασκευή με όσο το δυνατόν χαμηλότερο κόστος. Εάν ιεραρχηθούν
λοιπόν οι προτεραιότητες, σε πρώτο επίπεδο τοποθετείται η καταλληλόλητα της λύσης και σε
δεύτερο η οικονομική βιωσιμότητά της. Επομένως, ο μηχανικός δεν ψάχνει απλά μία λύση
αρκετά ανθεκτική για να μεταβιβάσει τα φορτία σχεδιασμού, αλλά ανάμεσα στις διαθέσιμες
λύσεις αναζητεί την οικονομικά βέλτιστη. Προφανώς, η διαδικασία αυτή απαιτεί ο μηχανικός να
γνωρίζει άριστα το αντικείμενο που μελετάει, αλλά να κατέχει επίσης γνώσεις οικονομικής
θεωρίας, ενώ η διαδικασία που ακολουθείται είναι αρκετά χρονοβόρα, επίπονη και μονότονη.
Εικόνα 1.15-16: Ο διπλός ρόλος του πολιτικού μηχανικού.
Στο σημείο αυτό έρχεται να δώσει λύση ο Ηλεκτρονικός Υπολογιστής (Η/Υ). Χάρης την ταχύτητα
εκτέλεσης υπολογισμών αλλά και την ιδιαίτερη αποδοτικότητά του να υλοποιεί επαναληπτικές
διαδικασίες με ευχέρεια πολλαπλάσια αυτής των ανθρώπων, ο Η/Υ αναδείχθηκε τις τελευταίες
δεκαετίες αρχικά ως εργαλείο χρήσιμο και στη συνέχεια ως εργαλείο απαραίτητο για κάθε
επαγγελματία μηχανικό. Τα παραδείγματα χρήσης του είναι πολυάριθμα, από τη στατική
επίλυση σύνθετων υπερστατικών φορέων, στη σχεδίαση πολύπλοκων κατόψεων και την
αυτόματη εξαγωγή όψεων και τομών, την έκδοση πιστοποιητικών (ενεργειακής απόδοσης κ.α.),
έως τη διατήρηση των βιβλίων εσόδων-εξόδων του ελεύθερου επαγγελματία. Με τον Η/Υ ο
μηχανικός δεν αναλώνεται στη μαθηματική επίλυση των προβλημάτων του και τον έλεγχο των
πράξεων. Αντ’ αυτού, σχεδιάζει το μοντέλο που επιθυμεί να λυθεί με τρόπο κατάλληλο για τον
Η/Υ και ο ίδιος περιορίζεται στην επαλήθευση των αποτελεσμάτων που λαμβάνει από τη
μηχανή. Αυτό, βεβαίως, προϋποθέτει άριστη γνώση της δομής του προβλήματος, ώστε να
μπορεί να επαληθεύσει ότι αυτό δόθηκε σωστά στον Η/Υ, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει ο
μηχανικός να είναι σε θέση να μπορεί να αξιολογήσει εμπειρικά και ποιοτικά τα αποτελέσματα
που του επιστρέφει ο υπολογιστής.
Εικόνα 1.17-18: Παραδείγματα εφαρμογής του Η/Υ στο επάγγελμα του μηχανικού.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια γύρω από ένα συγκεκριμένο είδος
γενετικών αλγορίθμων, τους εξελικτικούς αλγόριθμους. Η οικογένεια των γενετικών
αλγορίθμων προσπαθεί να εφαρμόσει στοιχεία της βιολογίας στην επίλυση σύνθετων
προβλημάτων της καθημερινότητας, τα οποία μπορούν να υπάγονται στους τομείς άλλων
επιστημών (π.χ. της μηχανικής). Οι εξελικτικοί αλγόριθμοι, συγκεκριμένα, βασίζονται στη
θεωρία της εξέλιξης. Αντί να εξετάζονται όλες οι δυνατές λύσεις, επιλέγονται κάποιες τυχαίες
αρχικές λύσεις, κρατούνται συγκεκριμένα στοιχεία από την κάθε μία και δημιουργούνται
καινούργιες λύσεις, απόγονοι των αρχικών. Δεδομένου ότι η τελικά βέλτιστη λύση προκύπτει
από έλεγχο όχι του συνόλου των δυνατών, αλλά από συγκεκριμένα απιλεγμένο μέρους του,
κατά τη διαδικασία επιλογής εφαρμόζονται αρχές της στατιστικής, ώστε η λύση που προκύπτει
να έχει ένα βαθμό εμπιστοσύνης ότι είναι όντως η βέλτιστη (πχ η λύση είναι κατά 99,9% η
βέλτιστη, το οποίο αποτελεί ικανοποιητικό βαθμό για τους σκοπούς του μηχανικού, χωρίς όμως
αυτό να είναι απολύτως, μαθηματικά, βέβαιο).
Στη συγκεκριμένη εργασία αναπτύχθηκε ένα φύλλο εργασίας στο Excel. Αρχικά λαμβάνονται
κάποια δεδομένα του προβλήματος που θα επιλυθεί (πόσα μέτρα θα είναι για παράδειγμα το
άνοιγμα της γέφυρας, τι σκυρόδεμα θα χρησιμοποιηθεί κλπ). Στη συνέχεια δίνονται κάποιες
αυθαίρετες τιμές στις μεταβλητές της λύσης (δύναμη προέντασης, εκκεντρότητα κλπ). Το
υπολογιστικό φύλλο επιλύει από μόνο του το συγκεκριμένο φορέα, προκειμένου να υπολογίσει
τις τελικές αναπτυσσόμενες τάσεις σε κάθε απαιτούμενο σημείο του φορέα. Από τη λύση, με
βάση τιμές που λήφθηκαν από Τιμολόγια του Ελληνικού Κράτους, υπολογίζεται το συνολικό
κόστος της συγκεκριμένης κατασκευής. Εάν κάποια προϋπόθεση σχεδιασμού δεν τηρείται
(αναπτυχθούν εφελκυστικές τάσεις σε κάποια διατομή ή ο τένοντας τοποθετηθεί εκτός της
διατομής) τότε εφαρμόζεται ένας πολλαπλασιαστικός συντελεστής, ο οποίος αυξάνει δραστικά
το κόστος της λύσης, καθιστώντας την μη οικονομικά βιώσιμη. Πάνω στο φύλλο εργασίας
εφαρμόζεται το πρόγραμμα XLOptimizer, το οποίο με επαναληπτικές δομικές καταλήγει στην
οικονομικά βέλτιστη λύση.
Στο 1ο Κεφάλαιο αναλύεται γενικά τι είναι γέφυρα, τι μορφές γεφυρών υπάρχουν και πώς αυτές
ταξινομούνται. Παρουσιάζεται ο σκοπός της εργασίας και ο τρόπος που αυτή διαρθρώνεται.
Στο 2ο Κεφάλαιο αναπτύσσεται η μεθοδολογία επίλυσης του φορέα της γέφυρας, βάση της οποίας
σχεδιάστηκε το υπολογιστικό φύλλο εργασίας στο Excel. Παρουσιάζονται και επεξηγούνται οι Εξελικτικοί
Αλγόριθμοι και αναπτύσσεται ο τύπος για τον υπολογισμό του κόστους της προτεινόμενης λύσης.
Στο 3ο Κεφάλαιο αναπτύσσονται λεπτομερώς τα συστατικά στοιχεία του προβλήματος (τι είναι η
εκκεντρότητα, πώς υπολογίζονται οι στιγμιαίες απώλειες κλπ).
Στο 5ο Κεφάλαιο παρουσιάζονται τα συμπεράσματα της εργασίας που προέκυψαν, διερευνάται κατά
πόσο οι Εξελικτικοί Αλγόριθμοι μπορούν να επεκταθούν και άλλα προβλήματα και γίνονται προτάσεις
για περαιτέρω διερεύνηση του προβλήματος.
Κεφάλαιο 2ο
Εικόνα 2.3: Η τομή των αξόνων x και y αποτελεί το κέντρο βέρους της διατομής.
Εικόνα 2.4: Σχηματική απεικόνιση των αναπτυσσόμενων τάσεων σε δοκό διπλού ταυ (Ι).
Σημειώνεται ότι, σε περίπτωση που η διπλή ανισοϊσότητα της εκκεντρότητας και της δύναμης
προέντασης δεν μπορεί να ικανοποιηθεί (𝑎𝑎 ≤ 𝛽𝛽 ≤ 𝛾𝛾 με 𝛼𝛼 > 𝛾𝛾) θεωρείται ότι το κριτήριο δεν
πληρείται και επιλέγεται διαφορετική διάσταση διατομής, εκκεντρότητα ή δύναμη προέντασης,
μέχρις ότου προκύψουν ανεκτά αποτελέσματα.
Δεδομένου ότι η επίλυση σε υπολογιστικό φύλλο εναπόκειται σε επαναληπτικές δοκιμές
διαφορετικών συνδυασμών, επιλέχθηκε να ακολουθηθεί μια διαφορετική δόμηση του
προβλήματος, ώστε να είναι πιο εύκολα διαχειρίσιμη από το χρήστη.
Στις ιδιότητες κατασκευής δίνονται το πλήθος των δοκών που θα χρησιμοποιηθούν για να
φέρουν το κατάστρωμα, το πλήθος των τενόντων που η κάθε δοκός θα έχει αλλά και το πλήθος
των καλωδίων μέσα σε κάθε τένοντα. Αυτόματα υπολογίζονται χαρακτηριστικά, όπως η
απαιτούμενη διάμετρος του τένοντα κλπ.
Στα χαρακτηριστικά της διατομής δίνονται το ύψος και πλάτος της δοκού, το ύψος των
πελμάτων και το πλάτος του κορμού και υπολογίζεται η ροπή αδράνειας και αντίστασης, καθώς
και η επιφάνεια της διατομής.
Τα φορτία που επιβάλλονται προκύπτουν από την επιφάνεια της διατομής και του
καταστρώματος, τα κινητά από τον κυκλοφοριακό φόρτο της οδού που βρίσκεται πάνω στη
γέφυρα, ενώ λαμβάνονται υπόψιν συντελεστές ασφαλείας και υπολογίζεται η μέγιστη ροπή
ανοίγματος.
Στα χαρακτηριστικά της προέντασης δίνεται η συνολική δύναμη προέντασης που εφαρμόζεται
ανά δοκό και η εκκεντρότητα του τένοντα. Υπολογίζεται η μέγιστη δυνατή εκκεντρότητα, βάση
γεωμετρικών χαρακτηριστικών της διατομής, αλλά και η δύναμη και τάση προέντασης ανά
τένοντα και καλώδιο τένοντα αντιστοίχως.
Κατόπιν, υπολογίζονται οι αναπτυσσόμενες τάσεις σε διάφορες διατομές και θέσεις, οι
στιγμιαίες απώλειες προέντασης, η προένταση και οι αναπτυσσόμενες τάσεις μετά των
στιγμιαίων απωλειών, οι απώλειες λόγο συστολής ξήρανσης, ερπυσμού, χαλάρωσης τένοντα και
οι συνολικές απώλειες του τένοντα λόγω αλληλεπίδρασης των χρόνιων φαινομένων.
Η αντικειμενική συνάρτηση υπολογισμού του κόστους αναλύεται στην τελευταία ενότητα αυτού
του κεφαλαίου, ενώ οι περιορισμοί που λήφθηκαν υπόψιν και ο τρόπος εφαρμογής αυτών στο
πρόβλημα αναλύονται στο 4ο Κεφάλαιο.
Σημειώνεται ότι στον προέλεγχο της βιβλιογραφίας ο συντελεστής ω παίρνει εμπειρικές τιμές,
οι οποίες χρησιμοποιούνται για την προεκτίμηση των χαρακτηριστικών της διατομής, συνήθως
μεταξύ 0,8-0,9. Στη συγκεκριμένη εργασία ο συντελεστής ω υπολογίζεται στο τέλος των χρόνιων
απωλειών και αποτελεί την πραγματική τιμή και όχι κάποια θεωρητική. Ιδιαίτερη σημασία
πρέπει να δοθεί στην περίπτωση που κατά την επίλυση στο χέρι υποεκτιμηθεί ο παράγων των
απωλειών και αφού υπολογισθούν οι τελικές τιμές της προέντασης ο συντελεστής ω αποκλίνει
από τον αρχικά θεωρημένο. Σε αυτήν την περίπτωση είναι προφανές ότι η επιλεγμένη διατομή
ενδέχεται να μην επαρκεί και άρα θα απαιτείται επίλυση ξανά από την αρχή, κάτι το οποίο
αυξάνει πολλαπλασιαστικά το φόρτο εργασίας του μηχανικού.
Εξαιτίας του παραπάνω, η παρούσα εργασία μπορεί να ληφθεί ως πηγή για την εξαγωγή ενός
συνόλου εμπειρικών τιμών ω, οι οποίες θα ανταποκρίνονται κατά περίπτωση στα δεδομένα του
προβλήματος και θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν με αξιοπιστία από το μελετητή μηχανικό.
2.2 Εξελικτικοί Αλγόριθμοι
Στον τομέα της επιστήμης των υπολογιστών, οι εξελικτικοί αλγόριθμοι αποτελούν μια
οικογένεια αλγορίθμων συνολικής βελτιστοποίησης, οι οποίοι είναι εμπνευσμένοι από τη
βιολογική θεωρία της εξέλιξης και εξετάζονται από τον υποτομέα της τεχνητής νοημοσύνης. Σε
τεχνικούς όρους αποτελούν την οικογένεια των αλγορίθμων που επιλύουν προβλήματα
βασιζόμενοι σε πληθυσμούς και επαναληπτικές δοκιμές, ενώ έχουν χαρακτήρα στοχαστικής
βελτιστοποίησης.
Στην επίλυση με εξελικτικούς αλγορίθμους δημιουργείται ένας αρχικός πληθυσμός από
μονάδες ο οποίος διαδοχικά ανανεώνεται με καινούργιες οντότητες. Κάθε νέα γενιά
δημιουργείται με τη στοχαστική αφαίρεση λύσεων με μη επιθυμητά χαρακτηριστικά, αλλά και
την ταυτόχρονη εισαγωγή μικρών τυχαίων αλλαγών. Σε όρους βιολογίας, ο πληθυσμός των
αρχικών λύσεων υποβάλλεται σε φυσική (ή τεχνητή) επιλογή (επικράτηση του ικανότερου) και
μετάλλαξη. Σαν αποτέλεσμα, ο πληθυσμός σταδιακά θα εξελιχθεί και θα βελτιώσει την
καταλληλόλητά του, βασιζόμενος στη συνάρτηση καταλληλόλητας που έχει δοθεί στον
αλγόριθμο.
Με τη χρήση των εξελικτικών αλγορίθμων μπορούν να προκύψουν αρκετά βελτιστοποιημένες
λύσεις σε προβλήματα με μεγάλο πλήθος μεταβλητών, γεγονός που τους καθιστά ιδιαίτερα
δημοφιλείς στον τομέα της επιστήμης των υπολογιστών. Υπάρχουν αρκετές παραλλαγές του
βασικού αλγορίθμου, οι οποίες εφαρμόζονται λιγότερο ή περισσότερο σε διαφορετικά είδη
προβλημάτων.
Ας υποτεθεί ότι οι μεταβλητές της συνάρτησης είναι μόλις 5, δηλαδή n = 5. Κάθε μία από αυτές
παίρνει τιμές στο κλειστό διάστημα [−5,5]. Σκοπός είναι να ελαχιστοποιηθεί η τιμή της
παραπάνω συνάρτησης. Δεδομένου ότι η συνάρτηση αποτελεί άθροισμα τετραγώνων (τα οποία
στο σύνολο των πραγματικών αριθμών μπορούν να δώσουν μηδενικές ή θετικές τιμές) είναι
προφανές ότι η ελάχιστη τιμή της συνάρτησης είναι 0, όταν όλες οι μεταβλητές της πάρουν την
τιμή 0. Δηλαδή:
𝑓𝑓(𝑥𝑥1 , 𝑥𝑥2 , 𝑥𝑥3 , 𝑥𝑥4 , 𝑥𝑥5 )𝑚𝑚𝑚𝑚𝑚𝑚 = 𝑓𝑓(0,0,0,0,0) = 0
Προκειμένου να γίνει αντιληπτός ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί ο εξελικτικός αλγόριθμος
διαφορικής εξέλιξης αναπτύχθηκε φύλλο εργασίας στο Excel που μοντελοποιεί το παραπάνω
πρόβλημα. Στην πρώτη στήλη ορίστηκαν οι μεταβλητές 𝑥𝑥1 − 𝑥𝑥5 . Στη δεύτερη δόθηκαν
αυθαίρετες αρχικές τιμές στην κάθε μία μεταβλητή. Στην τρίτη στήλη υπολογίζοντα τα
τετράγωνα των μεταβλητών (𝐶𝐶𝑖𝑖 = 𝐵𝐵𝑖𝑖 ^2). Στη βάση της τρίτης στήλης υπολογίζεται το άθροισμα
των τετραγώνων (𝐶𝐶7 = 𝑠𝑠𝑠𝑠𝑠𝑠(𝐶𝐶2 : 𝐶𝐶6 ). Τα παραπάνω φαίνονται στο σχήμα 2.6.
Σχήμα 2.6: Υπολογιστικό φύλλο για τον υπολογισμό της συνάρτησης σφαίρας.
Πάνω στο υπολογιστικό φύλλο εκτελείται το xlOptimizer. Ως στόχος επιλέγεται το κελί C7 να
ελαχιστοποιηθεί.
Σχήμα 2.7: Θέσπιση στόχου για την ελαχιστοποίηση της τιμής της αντικειμενικής συνάρτησης.
Ως μεταβλητές ορίζονται τα κελιά B2-B6. Η ελάχιστη τιμή κάθε μεταβλητής ορίζεται ως -5 και η
μέγιστη ως 5.
Παρατηρείται ότι τα τελικά αποτελέσματα είναι αρκετά κοντά στα θεωρητικά που
υπολογίστηκαν. Σε αυτό το σημείο αξίζει να γίνει διερεύνηση εάν το αποτέλεσμα που
υπολογίστηκε είναι ικανοποιητικά κοντά στο επιζητούμενο ή εάν η προκύπτουσα απόκλιση
συνιστά λόγο να ακυρωθούν τα αποτελέσματα. Δεδομένου ότι η απόκλιση είναι της τάξης του
3ου δεκαδικού ψηφίου, μπορεί να θεωρηθεί ότι για τους σκοπούς του μηχανικού το αποτέλεσμα
είναι ικανοποιητικό και μπορεί να ληφθεί υπόψιν ως σωστό. Στην περίπτωση που μεγαλύτερη
ακρίβεια είναι επιθυμητή, μπορούν να αυξηθούν οι τιμές της αντικειμενικής συνάρτησης που
θα εξεταστούν (στο συγκεκριμένο παράδειγμα εξετάστηκαν 20.000 τιμές, θα μπορούσαν να
οριστούν 40.000 ή 100.000, με ταυτόχρονη, όμως αύξηση και τοθ υπολογιστικού χρόνου) ή να
αυξηθεί ο αριθμός των επαναλήψεων (στη συγκεκριμένη περίπτωση μια δεύτερη επανάληψη
πιθανώς να έδινε τις μαθηματικά ακριβείς τιμές, αυτό ωστόσο είναι άνευ ουσίας).
Βασικό στοιχείο της διαδικασίας αποτελεί το γεγονός ότι το όλο πρόβλημα δομήθηκε και
επιλύθηκε χωρίς να απαιτείται καμία απολύτως γνώση από το χρήστη σχετικά με τους
εξελικτικούς αλγορίθμους. Τα 5 συνολικά παράθυρα που χρησιμοποιούνται (μαζί με τους
Περιορισμούς που δεν χρησιμοποιήθηκαν εδώ) απαιτούν ελάχιστες ενέργειες από το χρήστη.
Ακόμα και στις σύνθετες λειτουργίες, υπάρχει αναδυόμενο παράθυρο με πληροφορίες για το
πώς να το συμπληρώσει ο χρήστης.
Από τα παραπάνω φαίνεται ο βαθμός στον οποίο μπορεί το συγκεκριμένο εργαλείο να βοηθήσει
το χρήστη, από τον οποίο απαιτείται μόνο βασική κατανόηση του προς επίλυση προβλήματος,
ώστε να μπορεί να το διατυπώσει σε φύλλο εργασίας του Excel.
2.3 Υπολογισμός κόστους λύσης
Για τον υπολογισμό του κόστους της λύσης ελήφθησαν τιμές από τα Περιγραφικά Τιμολόγια
Έργων, μέσω της ιστοσελίδας του Ελληνικού Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
Συγκεκριμένα, για το σκυρόδεμα χρησιμοποιήθηκε ο αριθμός τιμολογίου 32.01.07 για έργα άνω
των 2 εκατ. ευρώ (παραδοχή λογική για τη διαδικασία κατασκευής μιας γέφυρας), όπου η τιμή
είναι ίση με 100 ευρώ/κυβικό για σκυρόδεμα C30/37. Δεδομένης της έλλειψης τιμών για τις
μεγαλύτερες κατηγορίες αντοχής, δημιουργήθηκε συσχέτιση των διαθέσιμων τιμών στις
χαμηλότερες κατηγορίες, η οποία επεκτάθηκε στις κατηγορίες της εργασίες, για να προκύψουν
οι τιμές ανά κυβικό στις κατηγορίες C35/45 και άνω. Για τον χάλυβα χρησιμοποιήθηκαν δύο
αριθμοί τιμολογίου: Για την ποιότητα S1770/1860 ο αριθμός Β-31.2 και για την κατηγορία
S1670/1770 ο αριθμός Β-31.1. Δεδομένου ότι τα τιμολόγια έδιναν τιμές ανά μονάδα μάζας,
θεωρήθηκε πυκνότητα χάλυβα ίση με 8 kg⁄m3 , προκειμένου να εξαχθούν τιμές ανά κυβικό. Για
κόστος έργου μεγαλύτερο των 10 εκατ. ευρώ, ο χάλυβας κατηγορίας S1770/1860 κόστιζε
6,3 ευρώ/κιλό και ο χάλυβας S1670/1770 6,2 ευρώ/κιλό. Οι τιμές αυτές ισοδυναμούν με
50,4 ευρώ/κυβικό και 49,6 ευρώ/κυβικό αντίστοιχα. Για τους σωλήνες, χρησιμοποιήθηκαν οι
κωδικοί 12.13.04.01 , 12.13.04.02 , 12.13.04.03 , 12.13.04.04 , 12.13.04.05 και 12.13.04.06.
Δεδομένου ότι οι διάμετροι του τιμολογίου δεν αντιστοιχούσαν πλήρως με τις διαμέτρους του
προβλήματος, έγινε γραμμική παρεμβολή για τον υπολογισμό των τιμών ανά μέτρο σωλήνα του
προβλήματος. Πάλι, θεωρήθηκε έργο αξίας μεγαλύτερης των 5 εκατ. ευρώ. Τελικά
υπολογιστήκαν οι εξής τιμές: 4,1 ευρώ/μέτρο για 56mm διάμετρο, 5,1 ευρώ/μέτρο για 67mm,
5,9 ευρώ/μέτρο για 77mm, 7,2 ευρώ/μέτρο για 90mm, 7,7 ευρώ/μέτρο για 95mm,
8,6 ευρώ/μέτρο για 105mm, 10,1 ευρώ/μέτρο για 115mm, 12,1 ευρώ/μέτρο για 125 mm και
14,4 ευρώ/μέτρο για 137mm διάμετρο. Λόγω της έλλειψης τιμών τιμολογίου, θεωρήθηκε
αυθαίρετα ότι το κόστος για την τάνυση κάθε σωλήνας είναι ίσο με 150 ευρώ.
Αντίστοιχα, το κόστος του χάλυβα ανά μέτρο ισούται με το κόστος ανά κυβικό επί το πλήθος των
δοκών επί το πλήθος των σωλήνων επί το πλήθος των καλωδίων επί την επιφάνεια του
καλωδίου. Έτσι:
€ € 2
= 3 ∙ 𝑛𝑛𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿ώ𝜈𝜈 ∙ 𝑛𝑛𝜎𝜎𝜎𝜎𝜎𝜎ή𝜈𝜈𝜈𝜈𝜈𝜈 ∙ 𝑛𝑛𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅ί𝜔𝜔𝜔𝜔 ∙ 𝑚𝑚𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅ί𝜔𝜔𝜔𝜔
𝑚𝑚 𝑚𝑚
όπου: 𝑛𝑛𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅ί𝜔𝜔𝜔𝜔 το πλήθος των καλωδίων σε κάθε σωλήνα προέντασης
2
𝑚𝑚𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅ί𝜔𝜔𝜔𝜔 η επιφάνεια του κάθε καλωδίου προέντασης
Για το κόστος τάνυσης, διαιρείται το κόστος τάνυσης ανά σωλήνα με το μήκος του ανοίγματος
και πολλαπλασιάζεται με το πλήθος των δοκών και το πλήθος των σωλήνων. Έτσι:
€ € 𝑛𝑛𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿ώ𝜈𝜈 ∙ 𝑛𝑛𝜎𝜎𝜎𝜎𝜎𝜎ή𝜈𝜈𝜈𝜈𝜈𝜈
= ∙
𝑚𝑚 𝜎𝜎𝜎𝜎𝜎𝜎ή𝜈𝜈𝜈𝜈 𝑙𝑙𝛼𝛼𝛼𝛼𝛼𝛼ί𝛾𝛾𝛾𝛾𝛾𝛾𝛾𝛾𝛾𝛾𝛾𝛾
𝛼𝛼
𝑃𝑃0
𝜎𝜎 𝛼𝛼 = 𝜎𝜎𝑝𝑝𝛼𝛼 + 𝜎𝜎𝑒𝑒𝛼𝛼 + 𝜎𝜎𝛭𝛭 = 𝜎𝜎𝑝𝑝 = −
𝛢𝛢𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿
Ειπώθηκε προηγουμένως ότι η θέση 𝑥𝑥0 είναι το σημείο στο οποίο μηδενίζονται οι απώλειες
λόγω ολίσθηση του καλωδίου προέντασης. Παρότι δεν έχει υπολογιστεί ακόμα η ακριβής
συντεταγμένη του σημείου, είναι δυνατόν να εκφρασθεί η αναπτυσσόμενη σε αυτό τάση,
συναρτήσει του 𝑥𝑥0 .
Σε ενδιάμεσο σημείο της παραβολής, η εκκεντρότητα 𝑒𝑒𝑥𝑥0 είναι:
4 ∙ 𝑒𝑒 4 ∙ 𝑒𝑒
𝑒𝑒𝑥𝑥0 = ∙ 𝑥𝑥0 − 2 ∙ 𝑥𝑥02
𝑙𝑙𝛼𝛼𝛼𝛼 𝑙𝑙𝛼𝛼𝛼𝛼
Η τάση του τένοντα είναι γνωστή.
Η τάση εκκεντρότητας υπολογίζεται:
𝑃𝑃0 ∙ 𝑒𝑒 2
𝜎𝜎𝑒𝑒 = −
𝐼𝐼
Η τάση λόγω ροπής είναι:
𝛭𝛭 ∙ 𝑒𝑒
𝜎𝜎𝛭𝛭 =
𝛪𝛪
Λόγω της ταυτόχρονης ύπαρξης κατανεμημένων και σημειακών φορτίων, ο ακριβής
υπολογισμός της εξίσωσης της ροπής παραλείπεται. Έτσι, η αναπτυσσόμενη τάση στο 𝑥𝑥0 είναι:
Το μήκος επιρροής της ολίσθηση 𝑥𝑥0 είναι η περιοχή που θα επηρεαστεί από την ολίσθηση των
καλωδίων προέντασης εντός του τένοντα κατά την αγκύρωσή τους. Εξαρτάται από το
συντελεστή 𝑘𝑘𝑥𝑥 , το μήκος ολίσθησης των καλωδίων 𝛿𝛿 και την ανηγμένη τροπή του
σκυροδέματος 𝜀𝜀. Έτσι, υπολογίζεται:
1 𝑘𝑘𝑥𝑥 ∙ 𝛿𝛿
𝑥𝑥0 = − ∙ ln �1 − � �
𝑘𝑘𝑥𝑥 𝜀𝜀
Οι απώλειες στο σημείο x0 , 𝛥𝛥𝑃𝑃𝑥𝑥0 , εξαρτώνται μόνο από τις απώλειες λόγω εκτροπής του
τένοντα, καθώς στο σημείο αυτό δεν υπάρχουν πλέον απώλειες λόγο ολίσθησης. Υπολογίζεται:
𝛥𝛥𝑃𝑃𝑥𝑥0 = exp[−𝜇𝜇 ∙ (𝛼𝛼 + 𝑘𝑘 ∙ 𝑥𝑥0 )]
Οι απώλειες λόγω ολίσθησης στην αρχή της δοκού 𝛥𝛥𝑃𝑃𝑎𝑎 εξαρτώνται από τις απώλειες στο 𝑥𝑥0 και
τη θέση του 𝑥𝑥0 . Υπολογίζονται ως εξής:
2
𝛥𝛥𝑃𝑃𝛼𝛼 = �𝛥𝛥𝑃𝑃𝑥𝑥0 � = exp(2 ∙ [−𝜇𝜇 ∙ (𝛼𝛼 + 𝑘𝑘 ∙ 𝑥𝑥0 )])
𝑥𝑥 𝑃𝑃𝑥𝑥0 𝜏𝜏
𝜎𝜎𝜏𝜏 0 =
𝑛𝑛𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅 ∙ 𝛢𝛢𝜅𝜅 ∙ 𝑛𝑛𝜏𝜏𝜏𝜏𝜏𝜏
𝜇𝜇
Στο μέσο της δοκού η δύναμη μετά των απωλειών 𝑃𝑃𝜇𝜇𝜇𝜇 και τη τάση 𝜎𝜎𝜏𝜏 υπολογίζονται:
𝜇𝜇 𝑃𝑃𝜇𝜇𝜇𝜇
𝜎𝜎𝜏𝜏 =
𝑛𝑛𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅 ∙ 𝛢𝛢𝜅𝜅 ∙ 𝑛𝑛𝜏𝜏𝜏𝜏𝜏𝜏
Για ενδιάμεσες τιμές της τιμής ℎ0 γίνεται γραμμική παρεμβολή στα στοιχεία του πίνακα.
Ο συντελεστής 𝛽𝛽𝑅𝑅𝑅𝑅 εξαρτάται από τις συνθήκες υγρασίας και υπολογίζεται:
𝛽𝛽𝑅𝑅𝑅𝑅 = 1,55 ∙ [1 − 𝑤𝑤 3 ]
όπου: 𝑤𝑤 η υγρασία του περιβάλλοντος, όπως ορίστηκε στην ενότητα 3.1
Οι συντελεστές ταχύτητας πήξης 𝛼𝛼𝑑𝑑𝑑𝑑1 και 𝛼𝛼𝑑𝑑𝑑𝑑2 εξαρτώνται από την ταχύτητα πήξης του
σκυροδέματος και λαμβάνονται από πίνακα, μέσω της συνάρτησης HLOOKUP.
Η αναμενόμενη μέση τιμή παραμόρφωσης 𝜀𝜀𝑐𝑐𝑐𝑐,0 υπολογίζεται από τους παραπάνω συντελεστής
ως εξής:
𝑓𝑓𝑐𝑐𝑐𝑐
𝜀𝜀𝑐𝑐𝑐𝑐,0 = 0,85 ∙ �(220 + 110 ∙ 𝑎𝑎𝑑𝑑𝑑𝑑1 ) ∙ exp �−𝑎𝑎𝑑𝑑𝑑𝑑2 ∙ �� ∙ 10−6 ∙ 𝛽𝛽𝑅𝑅𝛨𝛨
10
όπου: 𝑓𝑓𝑐𝑐𝑐𝑐 η μέση αντοχή του σκυροδέματος, όπως ορίστηκε στην ενότητα 3.2
Η παραμόρφωση ξήρανσης 𝜀𝜀𝑐𝑐𝑐𝑐 εξαρτάται από την αναμενόμενη μέση τιμή παραμόρφωσης και
τον ειδικό συντελεστή 𝑘𝑘ℎ . Υπολογίζεται:
𝜀𝜀𝑐𝑐𝑐𝑐 = 𝜀𝜀𝑐𝑐𝑐𝑐,0 ∙ 𝑘𝑘ℎ
Η παραμόρφωση αυτογενούς συρρίκνωσης 𝜀𝜀𝑐𝑐𝑐𝑐 εξαρτάται μόνο από την χαρακτηριστική αντοχή
του χρησιμοποιούμενου σκυροδέματος και υπολογίζεται:
𝜀𝜀𝑐𝑐𝑐𝑐 = 2,5 ∙ (𝑓𝑓𝑐𝑐𝑐𝑐 − 10) ∙ 10−6
όπου: 𝑓𝑓𝑐𝑐𝑐𝑐 η χαρακτηριστική αντοχή του σκυροδέματος, όπως ορίστηκε στην ενότητα 3.2
Οι απώλειες συστολής 𝜀𝜀𝑐𝑐𝑐𝑐 προκύπτουν ως το άθροισμα των απωλειών συστολής και
παραμόρφωσης, δηλαδή:
𝜀𝜀𝑐𝑐𝑐𝑐 = 𝑒𝑒𝑐𝑐𝑐𝑐 + 𝑒𝑒𝑐𝑐𝑐𝑐
Η προκύπτουσα απώλεια τάσης λόγω (μόνο) συστολής 𝛥𝛥𝜎𝜎𝑠𝑠 υπολογίζεται:
𝛥𝛥𝜎𝜎𝑠𝑠 = 𝜀𝜀𝑐𝑐𝑐𝑐 ∙ 𝐸𝐸𝑝𝑝
Και, άρα, η απώλεια δύναμης προέντασης λόγω (μόνο) του φαινομένου 𝛥𝛥𝑃𝑃𝑠𝑠 υπολογίζεται:
𝛥𝛥𝑃𝑃𝑠𝑠 ∙ 𝑛𝑛𝜏𝜏𝜏𝜏𝜏𝜏 ∙ 𝑛𝑛𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅 ∙ 𝛢𝛢𝜅𝜅
35 0,7 35 0,2
𝛼𝛼1 = � � 𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅 𝛼𝛼2 = � �
𝑓𝑓𝑐𝑐𝑐𝑐 𝑓𝑓𝑐𝑐𝑐𝑐
Ο συντελεστής υγρασίας 𝜑𝜑𝑅𝑅𝑅𝑅 εξαρτάται από τη σχετική υγρασία του περιβάλλοντος, τη
χαρακτηριστική τιμή ℎ0 και τους συντελεστές αντοχή 𝛼𝛼1 και 𝛼𝛼2 . Υπολογίζεται:
1 − 𝑤𝑤
𝜑𝜑𝑅𝑅𝑅𝑅 = 1 + 3
𝛾𝛾𝛾𝛾𝛾𝛾 𝑓𝑓𝑐𝑐𝑐𝑐 ≤ 35 𝑀𝑀𝑀𝑀𝑀𝑀
0,1 ∙ �ℎ0
1 − 𝑤𝑤
𝜑𝜑𝑅𝑅𝑅𝑅 = �1 + ∙ 𝑎𝑎1 � ∙ 𝑎𝑎2 𝛾𝛾𝛾𝛾𝛾𝛾 𝑓𝑓𝑐𝑐𝑐𝑐 > 35 𝑀𝑀𝑀𝑀𝑀𝑀
0,1 ∙ 3�ℎ0
Η ανηγμένη παραμόρφωση σε κάθε σημείο 𝜀𝜀𝑐𝑐𝑐𝑐𝑐𝑐 υπολογίζεται βάση της ονομαστικής τιμής του
ερπυσμού ως εξής:
𝜎𝜎𝜏𝜏𝑖𝑖
𝜀𝜀𝑐𝑐𝑐𝑐𝑐𝑐 = (1 + 0,8 ∙ 𝜑𝜑0 ) ∙
𝐸𝐸𝑐𝑐𝑐𝑐
Οι τιμές 𝜎𝜎𝜏𝜏𝑖𝑖 έχουν υπολογιστεί στην ενότητα 3.9.
Οι απώλειες τάσης λόγω (μόνο) ερπυσμού σε κάθε σημείο 𝛥𝛥𝜎𝜎𝑐𝑐𝑐𝑐 υπολογίζονται:
𝛥𝛥𝜎𝜎𝑐𝑐𝑐𝑐 = 𝜀𝜀𝑐𝑐𝑐𝑐𝑐𝑐 ∙ 𝛦𝛦𝑝𝑝
Οι απώλειες δύναμης προέντασης σε κάθε σημείο λόγω (μόνο) ερπυσμού 𝛥𝛥𝑃𝑃𝑐𝑐𝑐𝑐 υπολογίζονται:
𝛥𝛥𝑃𝑃𝑐𝑐𝑐𝑐 = 𝛥𝛥𝜎𝜎𝑐𝑐𝑐𝑐 ∙ 𝑛𝑛𝜏𝜏𝜏𝜏𝜏𝜏 ∙ 𝑛𝑛𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅 ∙ 𝛢𝛢𝜅𝜅
Οι απώλειες δύναμης προέντασης λόγω (μόνο) της χαλάρωσης του τένοντα 𝛥𝛥𝑃𝑃𝑝𝑝 υπολογίζονται:
𝐸𝐸𝑝𝑝 το μέτρο ελαστικότητας του χάλυβα, όπως ορίστηκε στην ενότητα 3.2
𝛥𝛥𝜎𝜎𝑝𝑝 η απώλεια τάσης λόγω χαλάρωσης, όπως υπολογίστηκε στην ενότητα 3.13
𝐸𝐸𝑐𝑐𝑐𝑐 το μέτρο ελαστικότητας του σκυροδέματος, όπως ορίστηκε στην ενότητα 3.2
𝜑𝜑0 η ονομαστική τιμή του ερπυσμού, όπως υπολογίστηκε στην ενότητα 3.12
𝜎𝜎𝜏𝜏 η αναπτυσσόμενη τάση στο εξεταζόμενο σημείο μετά τις στιγμιαίες απώλειες,
διαφορετική για το άκρο, 𝑥𝑥0 και μέσο, όπως υπολογίστηκαν στην ενότητα 3.10
𝑛𝑛𝜏𝜏𝜏𝜏𝜏𝜏 το πλήθος των τενόντων προέντασης, όπως ορίστηκε στην ενότητα 3.3
𝑛𝑛𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅 το πλήθος των καλωδίων ανά τένοντα, όπως ορίστηκε στην ενότητα 3.3
𝑒𝑒𝑖𝑖 η (ισοδύναμη) εκκεντρότητα του τένοντα στη συγκεκριμένη θέση, ενότητα 3.6
Σημειώνεται ότι, κανονικά, όπου αναγράφεται η επιφάνεια της διατομής 𝛢𝛢𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿 πρέπει να
χρησιμοποιηθεί η επιφάνεια του σκυροδέματος 𝛢𝛢𝑐𝑐 που είναι ίση με:
𝛢𝛢𝑐𝑐 = 𝛢𝛢𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿 − 𝛢𝛢𝑝𝑝
Δεδομένου, όμως, ότι η διαφορά μεταξύ 𝛢𝛢𝑐𝑐 και 𝛢𝛢𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿 είναι σχεδόν μηδαμινή, γίνεται η
απλοποιητική παραδοχή ότι:
𝛢𝛢𝑐𝑐 = 𝛢𝛢𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿𝛿
Και, για αυτό, χρησιμοποιείται η επιφάνεια της συνολικής διατομής, στη θέση της επιφάνειας
του σκυροδέματος.
Οι απώλειες δύναμης 𝛥𝛥𝑃𝑃𝑖𝑖𝜏𝜏 εκφράζουν την απώλεια προέντασης λόγω αλληλεπίδρασης των
χρόνιων φαινομένων. Υπολογίζονται:
𝛥𝛥𝑃𝑃𝑖𝑖𝜏𝜏 = 𝛥𝛥𝜎𝜎𝑠𝑠+𝑐𝑐+𝑟𝑟 ∙ 𝑛𝑛𝜏𝜏𝜏𝜏𝜏𝜏 ∙ 𝑛𝑛𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅𝜅 ∙ 𝛢𝛢𝜅𝜅
Το ποσοστό απωλειών (1 − 𝜔𝜔) εκφράζει το πηλίκο της δύναμη προέντασης που απωλέσθη
λόγω στιγμιαίων και χρόνιων φαινομένων προς της αρχική δύναμη που εφαρμόσθηκε. Για κάθε
σημείο της δοκού υπολογίζεται:
𝛥𝛥𝑃𝑃𝑖𝑖𝜏𝜏 + 𝑃𝑃0 − 𝑃𝑃𝑖𝑖𝜏𝜏
(1 − 𝜔𝜔)𝑖𝑖 =
𝑃𝑃0
όπου: 𝛥𝛥𝑃𝑃𝑖𝑖𝜏𝜏 οι χρόνιες απώλειες
Η πρώτη ομάδα δεδομένων αποτελεί την ομάδα αναφοράς. Στη δεύτερη ομάδα αυξάνεται το
μήκος του ανοίγματος, ενώ τα υπόλοιπα δεδομένα διατηρούνται στις τιμές της ομάδας
αναφοράς. Στην τρίτη ομάδα μειώνεται η υγρασία του περιβάλλοντος και η ημέρα επιβολής της
φόρτισης στη δοκό.
Με τον τρόπο αυτό εξετάζεται η λειτουργία του προγράμματος για διαφορετικά μήκη
ανοίγματος και μεταβολές στους παράγοντες που επηρεάζουν τις χρόνιες απώλειες.
Η συνάρτηση βελτιστοποίησης που ορίσθηκε αφορά το συνολικό κόστος του φορέα και ως
στόχος της διαδικασίας βελτιστοποίησης τέθηκε η ελαχιστοποίηση της αντικειμενικής
συνάρτησης.
Το πρόγραμμα που χρησιμοποιήθηκε είναι το XLOptimizer για το Microsoft Excel.
Για την επίλυση του προβλήματος έγινε η παραδοχή της ισοδύναμης εκκεντρότητας του τένοντα
προέντασης. Λόγω της δυσκολίας που εμπεριέχεται στην εξέταση των διαφορετικών σεναρίων
ύπαρξης 1 ή περισσοτέρων τενόντων, αλλά και τον υπολογισμός της τροχιάς καθενός εξ αυτών,
καθώς και των αντίστοιχων τάσεων στις θέσεις ενδιαφέροντος, επιλέχθηκε να θεωρηθεί ότι όλοι
οι τένοντες συμπεριφέρονται με μια μέση τιμή. Αυτό συνεπάγεται ότι η αναπτυσσόμενη τάση
του σκυροδέματος (που αφορά τις απώλειες βράχυνσης του σκυροδέματος και τις χρόνιες
απώλειες χαλάρωσης του τένοντα) δεν υπολογίζεται ξεχωριστά σε κάθε θέση, αλλά λαμβάνεται
μία ενιαία και κοινή τιμή (η οποία αναφέρεται στη θέση του ισοδύναμου τένοντα). Χωρίς αυτήν
την απλοποιητική παραδοχή η εκπόνηση της παρούσας εργασίας θα περιορίζονταν στη μελέτη
φορέα με έναν τένοντα.
Ως χρησιμοποιούμενα υλικά επιλέχθηκαν το σκυρόδεμα 𝐶𝐶30/37, C40/50 και 𝐶𝐶50/60, καθώς
και ο χάλυβας 𝑆𝑆1770/1860 και 𝑆𝑆1670/1770. Ως κατηγορία χαλάρωσης ορίστηκε η δεύτερη. Η
ταχύτητα πήξης του σκυροδέματος ορίστηκε κανονική (Normal).
4.5 Αποτελέσματα
Για την πρώτη ομάδα δεδομένων ισχύει:
Μήκος ανοίγματος 20 𝑚𝑚
Πλάτος ανοίγματος 10 𝑚𝑚
Πάχος καταστρώματος 0,50 𝑚𝑚
Υγρασία περιβάλλοντος 0,70
Ημέρα φόρτισης 28
Πίνακας 4.2: Πρώτη ομάδα δεδομένων.
Από την εκτέλεση του αλγορίθμου προέκυψε το κόστος για την κατασκευή της κάθε λύσης.
Παρακάτω παρουσιάζονται αναλυτικά οι λύσεις που προέκυψαν συναρτήσει των
χρησιμοποιούμενων, κάθε φορά, υλικών.
Για σκυρόδεμα 𝐶𝐶30/37 και χάλυβα 𝑆𝑆1770/1860 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 2.634,86 €
Για σκυρόδεμα C40/50 και χάλυβα 𝑆𝑆1770/1860 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 3.062,32 €
Για σκυρόδεμα 𝐶𝐶50/60 και χάλυβα 𝑆𝑆1770/1860 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 3.657,42 €
Για σκυρόδεμα 𝐶𝐶30/37 και χάλυβα 𝑆𝑆1670/1770 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 2.686,52 €
Για σκυρόδεμα C40/50 και χάλυβα 𝑆𝑆1670/1770 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 3.080,03 €
Για σκυρόδεμα 𝐶𝐶50/60 και χάλυβα 𝑆𝑆1670/1770 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 3.658,84 €
Για τη δεύτερη ομάδα δεδομένων ισχύει:
Από την εκτέλεση του αλγορίθμου προέκυψε το κόστος για την κατασκευή της κάθε λύσης.
Παρακάτω παρουσιάζονται αναλυτικά οι λύσεις που προέκυψαν συναρτήσει των
χρησιμοποιούμενων, κάθε φορά, υλικών.
Για σκυρόδεμα 𝐶𝐶30/37 και χάλυβα 𝑆𝑆1770/1860 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 44.943,86 €
Για σκυρόδεμα C40/50 και χάλυβα 𝑆𝑆1770/1860 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 52.831,00 €
Για σκυρόδεμα 𝐶𝐶50/60 και χάλυβα 𝑆𝑆1770/1860 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 64.723,91 €
Για σκυρόδεμα 𝐶𝐶30/37 και χάλυβα 𝑆𝑆1670/1770 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 46.608,71 €
Για σκυρόδεμα C40/50 και χάλυβα 𝑆𝑆1670/1770 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 53.368,95 €
Για σκυρόδεμα 𝐶𝐶50/60 και χάλυβα 𝑆𝑆1670/1770 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 65.620,20 €
Για την τρίτη ομάδα δεδομένων ισχύει:
Μήκος ανοίγματος 20 𝑚𝑚
Πλάτος ανοίγματος 10 𝑚𝑚
Πάχος καταστρώματος 0,50 𝑚𝑚
Υγρασία περιβάλλοντος 0,40
Ημέρα φόρτισης 7
Πίνακας 4.4: Τρίτη ομάδα δεδομένων.
Από την εκτέλεση του αλγορίθμου προέκυψε το κόστος για την κατασκευή της κάθε λύσης.
Παρακάτω παρουσιάζονται αναλυτικά οι λύσεις που προέκυψαν συναρτήσει των
χρησιμοποιούμενων, κάθε φορά, υλικών.
Για σκυρόδεμα 𝐶𝐶30/37 και χάλυβα 𝑆𝑆1770/1860 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 2.736,45 €
Για σκυρόδεμα C40/50 και χάλυβα 𝑆𝑆1770/1860 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 3.118,82 €
Για σκυρόδεμα 𝐶𝐶50/60 και χάλυβα 𝑆𝑆1770/1860 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 3.677,14 €
Για σκυρόδεμα 𝐶𝐶30/37 και χάλυβα 𝑆𝑆1670/1770 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 2.798,12 €
Για σκυρόδεμα C40/50 και χάλυβα 𝑆𝑆1670/1770 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 3.162,12 €
Για σκυρόδεμα 𝐶𝐶50/60 και χάλυβα 𝑆𝑆1670/1770 το βέλτιστο κόστος υπολογίστηκε:
Κόστος φορέα γέφυρας: 3.757,88 €
Συγκεντρωτικά, τα αποτελέσματα είναι:
Δύναμη προέντασης
Πλήθος καλωδίων
Πλήθος τενόντων
Ύψος πελμάτων
Πλάτος κορμού
Πλήθος δοκών
Πλάτος δοκού
Εκκεντρότητα
Ύψος δοκού
Με περαιτέρω ανάλυση των αποτελεσμάτων, διακρίνεται εύκολα ότι, ανάμεσα στις συνθήκες
που ορίζονται από το χρήστη και οριοθετούν το πρόβλημα, το μήκος του ανοίγματος που
επιζητείται να γεφυρωθεί είναι και αυτό που επηρεάζει περισσότερο την τελική λύση. Σε
αντιπαραβολή των αποτελεσμάτων μεταξύ της 1ης και της 2ης ομάδας δεδομένων προκύπτει ότι
η αύξηση του πλάτους στο 500% (από 20 m σε 100 m) οδηγεί σε αύξηση του κόστους (κατά μέσο
όρο) στο 1743,62% ή αύξηση κατά 348,72% της αρχικής τιμής για κάθε 20 m επιπλέον
ανοίγματος. Αντιθέτως, μεταξύ της 1ης και της 3ης ομάδας δεδομένων προκύπτει ότι η μείωση
της υγρασίας του περιβάλλοντος στο 57,14% και της ημέρας επιβολής της φόρτισης στο 25%
συνεπάγεται αύξηση στο κόστος μόλις κατά 2,781% (κατά μέσο όρο).
Είναι ξεκάθαρο, επομένως, ότι η συντήρηση του σκυροδέματος σε ικανοποιητικές συνθήκες
παίζει καθοριστικό παράγοντα στην ανάπτυξη των αντοχών του και τη μείωση των απωλειών
προέντασης λόγω χρόνιων φαινομένων. Την ίδια στιγμή, καθοριστικό παράγοντα διαδραματίζει
το άνοιγμα μεταξύ των βάθρων, το οποίο συνηγορεί στη χρήση όσο των δυνατών πυκνότερων
βάθρων και άρα ανάπτυξη μικρότερων τάσεων λόγω ροπής στο άνοιγμα. Στο σημείο αυτό
καθίσταται σαφές πώς θα μπορούσε η συνέργεια μεταξύ υπολογιστικού φύλλου και στατικού
επιλυτή να οδηγήσει σε μια συνολικά βέλτιστη λύση. Αφενός, το κατάστρωμα της γέφυρας
«επιθυμεί» όσο το δυνατόν μικρότερα ανοίγματα (η πρώτη λύση της 1ης ομάδας κοστίζει μόλις
131,7 €⁄𝑚𝑚, ενώ η πρώτη λύση της 2ης ομάδας κοστίζει 449,4 €⁄𝑚𝑚), το οποίο συνεπάγεται
περισσότερα βάθρα, το κόστος των οποίων είναι αρκετά μεγάλο. Το ιδανικό αποτέλεσμα
προκύπτει από συνδυασμό των δύο, το οποίο βέβαια απαιτεί συνεργασία μεταξύ
υπολογιστικού φύλλου και προγράμματος στατικής επίλυσης, κάτι που ξεφεύγει κατά πολύ από
τα πλαίσια της παρούσας διπλωματικής εργασίας.
Όσον αφορά το σχεδιαστικό κομμάτι, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι όλες οι λύσεις που
επελέγησαν από τον αλγόριθμο περιλάμβαναν τη χρήση μίας και μόνο δοκού για το φορέα. Το
πιθανότερο είναι ότι οι υψηλές απαιτήσεις για αυξημένη ροπή αδράνειας οδήγησαν σε ανάγκη
για υψηλούς κορμούς (και άρα μεγάλη ποσότητα υλικού που δεν συνεισφέρει ουσιαστική
αδράνεια) οι οποίοι ήταν ασύμφορο να χρησιμοποιηθούν εις διπλούν.
Το πλήθος των τενόντων δεν προσφέρει κάποια ουσιαστική πληροφορία, καθώς εξαρτάται
άμεσα από το πλήθος των καλωδίων που χρησιμοποιήθηκαν. Από τον πίνακα 4.6 γίνεται
εμφανές ότι για τις λύσεις μικρών ανοιγμάτων απαιτήθηκαν 2 ή 3 τένοντες, ενώ για τις λύσεις
του μεγάλου ανοίγματος από 20 έως και 35 τένοντες. Αντίστοιχα, το πλήθος των καλωδίων είναι
άμεσα συνδεδεμένο με την απαίτηση για δύναμη προέντασης, λόγω της μέγιστης
επιτρεπόμενης τάσης που δύναται να αναλάβει ο χάλυβας.
Η απαίτηση σε προένταση εξαρτάται από τις αναπτυσσόμενες ροπές, οι οποίες ως επί το
πλείστον εξαρτώνται από το άνοιγμα της δοκού. Παρατηρείται αμέσως, εξάλλου, ότι η απαίτηση
για προένταση στη δοκό 100 m είναι περίπου 6 φορές μεγαλύτερη από αυτή της δοκού των
20 m. Αντίστοιχα, η εκκεντρότητα είναι η μέγιστη δυνατή που μπορεί να χρησιμοποιηθεί, εάν
ληφθεί υπόψιν η απαίτηση για επικάλυψη του τένοντα και η χρήση περισσοτέρων του ενός
τένοντα.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι το μεγαλύτερο κομμάτι στη διαστασιολόγηση επαφίεται στην
επιλογή της διατομής του σκυροδέματος. Σε γενικές γραμμές, το ύψος και το πλάτος της δοκού
παραμένει σε περίπου σταθερά επίπεδα, μεταξύ των τριών ποιοτήτων του σκυροδέματος
(ceteris paribus). Το ίδιο παρατηρείται και μεταξύ των δύο διαφορετικών ποιοτήτων χάλυβα
(ceteris paribus). Εξαίρεση αποτελεί το πλάτος δοκού για τη 2η ομάδα λύσεων, στην ποιότητα
χάλυβα 𝑆𝑆1770/1860 και ποιότητα σκυροδέματος 𝐶𝐶50/60, το οποίο φτάνει στα 4,13 m , ενώ τα
υπόλοιπα πλάτη είναι μεταξύ 7,5-9,5 m. Πιθανότατα πρόκειται για στατιστική ανωμαλία, δηλαδή μια
μεμονωμένη λύση που βρέθηκε στη συγκεκριμένη αναζήτηση και που, εάν γίνονταν πλήρης έλεγχος των
λύσεων και στις υπόλοιπες ομάδες πιθανώς να εντοπιζόταν κάτι αντίστοιχο. Το ύψος των πελμάτων και
το πάχος του κορμού είναι περίπου το ίδιο, για όλες τις λύσεις που προέκυψαν.
Η μεγάλη διαφοροποίηση, επομένως, αφορά το ύψος και το πλάτος της δοκού, συναρτήσει του μήκους
του ανοίγματος της γέφυρας. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ο διπλασιασμός του ανοίγματος επιφέρει
τετραπλασιασμό της αναπτυσσόμενης ροπής. Προκυμμένου να μπορέσει η διατομή να ανταποκριθεί,
απαιτείται αυξημένη ροπή αδράνειας, η οποία προκύπτει ως επί το πλείστο από τα πέλματα της
διατομής (την επιφάνεια τους και την απόσταση από το κέντρο βάρους). Ως εκ τούτου, είναι λογική η
αύξηση που παρατηρείται, τόσο στο ύψος της δοκού (αύξηση της απόστασης της ακραίας ίνας αναφοράς
από το κέντρο βάρους) όσο και του πλάτους (αύξηση της επιφάνειας που συνεισφέρει ροπή αδράνειας).
Δύναμη προέντασης
Πλήθος καλωδίων
Πλήθος τενόντων
Ύψος πελμάτων
Πλάτος κορμού
Πλήθος δοκών
Πλάτος δοκού
Εκκεντρότητα
Ύψος δοκού
𝐶𝐶30/37 1 2 27 4,06 2,45 0,05 0,21 10.651 1,80
𝑆𝑆1770/1860 C40/50 1 2 36 3,96 2,03 0,07 0,21 13.998 1,13
1𝜂𝜂 𝜊𝜊𝜊𝜊ά𝛿𝛿𝛿𝛿 𝐶𝐶50/60 1 2 37 3,93 2,57 0,05 0,21 14.595 1,01
𝐶𝐶30/37 1 2 24 4,00 1,90 0,08 0,21 11.922 1,55
𝑆𝑆1670/1770 C40/50 1 2 24 3,92 2,42 0,06 0,21 11.842 1,50
𝐶𝐶50/60 1 3 14 4,49 1,75 0,06 0,19 10.503 1,81
𝐶𝐶30/37 1 21 15 17,13 7,99 0,08 0,17 61.620 7,29
𝑆𝑆1770/1860 C40/50 1 21 15 17,33 8,37 0,07 0,17 61.720 7,23
𝐶𝐶50/60 1 22 15 17,24 4,13 0,15 0,17 64.944 6,58
2𝜂𝜂 𝜊𝜊𝜊𝜊ά𝛿𝛿𝛿𝛿
𝐶𝐶30/37 1 21 12 17,58 7,59 0,08 0,19 62.940 7,38
𝑆𝑆1670/1770 C40/50 1 35 7 18,22 9,36 0,06 0,16 61.240 7,14
𝐶𝐶50/60 1 29 9 17,54 8,14 0,07 0,17 64.780 6,64
𝐶𝐶30/37 1 3 18 4,58 2,17 0,06 0,19 10.660 1,95
𝑆𝑆1770/1860 C40/50 1 2 27 4,26 2,37 0,06 0,21 10.565 1,92
𝐶𝐶50/60 1 3 18 4,39 2,14 0,06 0,19 10.629 1,78
3𝜂𝜂 𝜊𝜊𝜊𝜊ά𝛿𝛿𝛿𝛿
𝐶𝐶30/37 1 2 24 4,32 2,23 0,06 0,21 11.993 1,63
𝑆𝑆1670/1770 C40/50 1 3 15 4,43 2,59 0,05 0,19 11.250 1,69
𝐶𝐶50/60 1 3 14 4,33 2,56 0,05 0,19 10.397 1,91
Βιβλιογραφία
https://en.wikipedia.org/wiki/Bridge
https://en.wikipedia.org/wiki/Maya_Bridge_at_Yaxchilan
https://en.wikipedia.org/wiki/Akashi_Kaiky%C5%8D_Bridge
https://en.wikipedia.org/wiki/List_of_longest_bridges
https://en.wikipedia.org/wiki/Differential_evolution
https://en.wikipedia.org/wiki/Evolutionary_computation
https://www.ggde.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=964:%CF%80%CE%B5%CF%81
%CE%B9%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%B9%CE%BA%CE%AC-
%CF%84%CE%B9%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CF%8C%CE%B3%CE%B9%CE%B1-
%CE%AD%CF%81%CE%B3%CF%89%CE%BD-%CF%83%CE%B5-
%CE%B5%CF%80%CE%B5%CE%BE%CE%B5%CF%81%CE%B3%CE%AC%CF%83%CE%B9%CE%BC
%CE%B7-%CE%BC%CE%BF%CF%81%CF%86%CE%AE-2017&Itemid=326