You are on page 1of 2

Αρχές φυσιολογίας της ισορροπίας

Υπάρχουν πολλοί μηχανισμοί επιφορτισμένοι με την διατήρηση της ισορροπίας.


Συνεχείς κεντρομόλες ώσεις ( = δηλαδή από την περιφέρεια προς το κεντρικό νευρικό
σύστημα ) αποστέλλονται από τους οφθαλμούς, τους μύες, τις αρθρώσεις και τους
λαβυρίνθους. Βάσει αυτών ο οργανισμός προβαίνει στις κατάλληλες προσαρμοστικές
κινήσεις. Οι σημαντικότερες κεντρομόλες ώσεις είναι :

1. Οπτικές ώσεις από αμφιβληστροειδείς και ιδιοδέκτες από οφθαλμοκινητικούς μυς


που συντονίζονται με αισθητικά ερεθίσματα από λαβυρίνθους και αυχένα για την
σταθεροποίηση του βλέμματος κατά την διάρκεια των κινήσεων της κεφαλής
2. Εξειδικευμένοι ιδιοδεκτικοί υποδοχείς που καταγράφουν μεταβολές στην ταχύτητα
και θέση κορμού. Γωνιακή επιτάχυνση από τις ακρολοφιες των ημικυκλικούς
σωλήνες και γραμμική επιτάχυνση από σφαιρικό και ελλειπτικό κυστίδιο.
Εκφόρτιση των τριχωτών κυττάρων και έναρξη αγωγής ερεθίσματος στο αιθουσαίο
νεύρο με τελικό αποτέλεσμα την έκλυση δύο αντανακλαστικών, του
αιθουσοοφθαλμικού που σταθεροποιεί τους οφθαλμούς και του αιθουσονωτιαίου
που σταθεροποιεί την θέση της κεφαλής και του κορμού.
3. Ώσεις από ιδιοδεκτικούς υποδοχείς αρθρώσεων και μυών. Οι προερχόμενες από
τον αυχένα είναι ιδιαίτερης σημασίας όσο αφορά την θέση της κεφαλής με το
υπόλοιπο σώμα. Συνδέονται με την παρεγκεφαλίδα, γαγγλιονικούς πυρήνες και
οδούς του στελέχους καθώς και με οφθαλμοκινητικούς πυρήνες.

Ένας παράγοντας που επηρεάζει την ισορροπία είναι η ηλικία. Οι ηλικιωμένοι χάνουν
την ισορροπία τους μετά από έκταση του αυχένα. Οι πτώσεις είναι συχνότερες καθώς
εκπίπτουν οι περιφερειακοί κεντρομόλοι αισθητικοί και προστατευτικοί μηχανισμοί. Μια
καταστρεπτική βλάβη στον έναν ή και τους δύο λαβυρίνθους μπορεί να προκαλέσει μόνιμη
διαταραχή της ισορροπίας σε έναν ηλικιωμένο ενώ ένας νεαρός μπορεί να αντιρροπήσει
την βλάβη.

Ίλιγγος κλινικά χαρακτηριστικά

Ο ασθενής ισχυρίζεται ότι τα αντικείμενα του περιβάλλοντος περιστρέφονται γύρω


του ή κινούνται ρυθμικά προς μια κατεύθυνση ( προσοχή μονόπλευρα ) ή ότι αισθάνεται
να στροβιλίζεται η κεφαλή και ο κορμός του. Άλλες πιθανές περιγραφές είναι
σκαμπανέβασμα πλοίου, αίσθημα προσέγγισης και απομάκρυνσης ή ανω και κάτω κίνηση
της κεφαλής.Μπορεί να έχει την αίσθηση ότι γέρνει ή ωθείται προς το έδαφος όπως στην
περίπτωση δράσεως ενός ισχυρού μαγνήτη, ταλαντοψία ( = αίσθηση ότι τα αντικείμενα
πάλλονται εξαιτίας αδυναμίας διατήρησης σταθερού βλέμματος ). Είναι σημαντικό να
διακρίνουμε την πιθανότητα ο ασθενής να πάσχει από ορθοστατική υπόταση και να
ελέγχουμε μήπως τα φάρμακα που παίρνει του την προκαλούν.

Όταν τα συμπτώματα είναι ήπια η απροθυμία του ασθενούς να σκύψει ή να


βαδίσει κατά την διάρκεια της κρίσης, η τάση να γέρνει προς την μια πλευρά, η επιδείνωση
των συμπτωμάτων όταν στρέφεται επί την κλίνης ή όταν κλείνει τους οφθαλμούς, η
αίσθηση ανισορροπίας όταν προβαίνει σε απότομες κινήσεις, η προτίμηση λήψης μιας
συγκεκριμένης θέσης του σώματος ή της κεφαλής είναι ενδείξεις ιλίγγου. Όλοι οι ίλιγγοι με
εξαίρεση τους πολύ ήπιους συνοδεύονται από κάποιου βαθμού ναυτία εμετό, ωχρότητα,
εφίδρωση και κάποια δυσχέρεια στην βάδιση. Πρέπει να σημειωθεί ότι σε αυτές τις
περιπτώσεις δεν επηρεάζεται η συνεργασία των κινήσεων των άκρων, διαφοροποιό σημείο
παρεγκεφαλικής νόσου. Μπορεί να υπάρχει κεφαλαλγία γενικευμένη ή στην συγκεκριμένη
περιοχή του προσβεβλημένου ωτός. Αν υπάρχει απωλεια συνείδησης κατά την διάρκεια
του επεισοδίου του ιλίγγου πρόκειται περί άλλου νοσήματος.

Βηταϊστίνη (antivom, betaserc κτλ)

Ασθενής αγωνιστής των Η₁ υποδοχέων και ισχυρός ανταγωνιστής των Η₃ υποδοχέων του
ΚΝΣ και του αυτόνομου νευρικού συστήματος. Στο επίπεδο της μικροκυκλοφορίας
προκαλεί αγγειοδιαστολή των αρτηριακών τριχοειδών με συνέπεια την αύξηση της
αιματικής ροής ιδιαίτερα στο επίπεδο του έσω ωτός με αποτέλεσμα την ελάττωση της
αυξημένης πίεσης της ενδολέμφου.

Ενδείξεις : ίλιγγος και νόσος Meniere

Αντενδείξεις : παιδιά, πεπτικό έλκος

Ανεπιθύμητες ενέργειες : ναυτία, κεφαλαλγία, υπνηλία, γαστρεντερικά

Αλληλεπιδράσεις : ανταγωνίζεται την δράση των αντιισταμινικών

Προσοχή στην χορήγηση : άσθμα, ιστορικό πεπτικού έλκους

Δοσολογία : 8-16mg 3 φορές την ημερα μετά τα γεύματα μέχρι μέγιστης δόσης 48 mg

Πρόσθετες παρατηρήσεις για την βηταϊστίνη

Καθότι το φάρμακο αυτό μιμείται την δράση της ισταμινης μπορεί να επιδεινώσει

 Εξανθήματα δερματικά
 Υπάρχουσες αλλεργίες π.χ. εποχιακή αλλεργική ρινίτιδα ( πλησιάζει η εποχή της )
 Υποτασικά συμπτώματα σε υποτασικούς ασθενείς ( θυμηθείτε ότι σε αλλεργική
κρίση η ισταμίνη προκαλεί κυκλοφοριακή καταπληξία )
 Έχουν γίνει μελέτες για υπερδοσολογία βηταϊστίνης μέχρι 640 mg με ήπια ως
μέτρια συμπτωματολογία και συγκεκριμένα ζάλη, ναυτία, εμετός, κοιλιακό άλγος,
προβλήματα συντονισμού κινήσεων. Σε ακόμη μεγαλύτερες δόσεις μπορούν να
εμφανιστούν σπασμοί και καρδιολογικά ή αναπνευστικά.
 Αν ξεχαστεί η δόση ο ασθενής οφείλει να περιμένει την επόμενη

You might also like