Professional Documents
Culture Documents
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΦΟΙΤΗΤΗ ΠΑΛΙΕΣ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΦΟΙΤΗΤΗ ΠΑΛΙΕΣ
Η ΕΠΙΣΗΜΗ
Η τρζχουςα ζννοια τθσ επιςτιμθσ είναι ςχετικά πρόςφατθ και χρονολογείται από
τον 17ο αιϊνα. Ζωσ τότε ο κεωρθτικόσ και λογοκεντρικόσ προςανατολιςμόσ, αλλά και θ
ζλλειψθ των τεχνικϊν μζςων, είχε ωσ αποτζλεςμα οι φυςικζσ κεωρίεσ να πθγάηουν
περιςςότερο από τθν φανταςία του ερευνθτι, παρά από τθν ςυςτθματικι επεξεργαςία
των δεδομζνων. Η ελλθνικι επιςτιμθ αγνοοφςε το πείραμα και θ επιτυχία μιασ εξιγθςθσ
εξαρτιόταν από τθν ικανότθτά τθσ να ικανοποιεί το λογικό.
Η μελζτθ των φυςικϊν φαινομζνων ςτθν Αρχαιότθτα τελοφςε υπό τθν κθδεμονία
τθσ μεταφυςικισ. Κφριο μζλθμα ιταν θ λεγόμενθ ςωτθρία των φαινομζνων (ςϊηειν τα
φαινόμενα). Πρόκειται για μια γενικι κεωρία για τθν καταςκευι του κόςμου –
μακθματικισ ζμπνευςθσ - που επενδφει τα δεδομζνα που λαμβάνομε από τισ αιςκιςεισ με
κάποιο λογικό ςχιμα. Η μζκοδοσ αυτι ςυνδφαςε τον εμπειριςμό με τθν ενορατικι
προςζγγιςθ. Πίςω από αυτά που φανερϊνουν οι αιςκιςεισ βρίςκεται μια λογικι τάξθ που
δθλϊνεται μζςω των φαινομζνων, αλλά ςυλλαμβάνεται και από τθν ενζργεια του νου,
δθλαδι τον λόγο.
Κατά τθν χριςτιανικι περίοδο ενιςχφκθκε θ πρωτοκακεδρία τθσ μεταφυςικισ και
τθσ κεολογίασ. Οι κεολόγοι χρθςιμοποιοφν τθν αριςτοτελικι λογικι, ςυςτθματοποιοφν τα
βιβλικά δόγματα και τα εφαρμόηουν ςτθν φυςικι πραγματικότθτα. Ζτςι θ αλθκινι γνϊςθ
είναι θ υποταγι ςτθν αυκεντία. Όλα τα δεδομζνα τθσ εμπειρίασ ερμθνεφονται με τζτοιο
τρόπο που να επαλθκεφονται οι κεολογικζσ περιγραφζσ τθσ Γζνεςησ. Η εξάρτθςθ του
λογικοφ από τθν αυκεντία απορρίπτεται κατά τον 17 ο αιϊνα. Αρχίηει να νομιμοποιείται εκ
νζου θ περιζργεια ωσ κινθτιρια δφναμθ του νου. Η ςταδιακι χειραφζτθςθ του κριτικοφ και
ερευνθτικοφ πνεφματοσ υπονόμευςε το μεςαιωνικό κοςμοείδωλο. Η εποχι τθσ
Αναγζννθςθσ, με τθν ανκρωποκεντρικι κεϊρθςθ του κόςμου, εγείρει πραγματικά
αιτιματα για αναμόρφωςθ τθσ κοινωνίασ.
Στισ αρχζσ του 16ου αιϊνα οι αςτρολόγοι, αντιμετωπίηοντασ προβλιματα ςτθν
προςπάκεια τουσ να προβλζψουν ουράνια φαινόμενα ςτθριηόμενοι ςτο πτολεμαϊκό
ςφςτθμα, ανακίνθςαν τθν θλιοκεντρικι προβλθματικι. Το βαςικότερο πρόβλθμα ιταν θ
αναξιοπιςτία του Ιουλιανοφ θμερολογίου. Δεδομζνου ότι το Πάςχα κακορίηεται με
αναφορά ςτθν ιςθμερία, θ θμερολογιακι ακρίβεια ιταν βαςικό κζμα για τθν χριςτιανικι
Ευρϊπθ. Ζτςι όλθ θ αςτρολογικι ςκζψθ ενεργοποιικθκε για να αντιμετωπιςτεί το κζμα
των παρεκκλίςεων του Πτολεμαίου.
Βαςικοί πρωταγωνιςτζσ τθσ επιςτιμθσ κατά τον 16 και 17 αιϊνα:
Ο άνκρωποσ δεν είναι πια το κζντρο τθσ δθμιουργίασ αλλά θ Γθ είναι ζνα μικρό
μόρφωμα του ςφμπαντοσ. Ταυτόχρονα προκφπτει θ ανάγκθ να καλλιεργιςει ο άνκρωποσ
όλεσ τισ ικανότθτεσ του, μζςω των οποίων ανακαλφφκθκε θ νζα αλικεια αλλά και να
προαχκεί ςτο απειλθτικό ςφμπαν που ξαφνικά προζκυψε. Το ςχιμα το Κοπζρνικου ιταν το
κεμζλιο του νεωτερικοφ κοςμοειδϊλου, που μζςα ςε αυτό δεν υπάρχει καμία ζξωκεν
δφναμθ και ο άνκρωποσ ςϊηεται ςτθριηόμενοσ ςτισ δικζσ τουσ διανοθτικζσ αλλά και
πρακτικζσ δυνάμεισ. Αντίκετα ςτο γεωκεντρικό ςφςτθμα ο άνκρωποσ υποτάςςεται ςε
εξϊτερεσ δυνάμεισ. Η κοςμολογία του Κοπζρνικου φζρει τα ίχνθ του μεςαιωνικοφ
κοςμοειδϊλου το οποίο κατεδάφιςε: Μάλιςτα δεν είχε ςτθν διάκεςθ του όλεσ τισ
εμπειρικζσ παρατθριςεισ, ϊςτε να είναι ςε κζςθ να κεωριςει τθν θλιοκεντρικι υπόκεςθ
τελεςίδικθ. Πίςτευε ότι με τον τρόπο αυτό οργανϊνονταν τα αςτρολογικά φαινόμενα
καλφτερα και απαλείφονταν τα λάκθ του Πτολεμαίου. Είναι ενταγμζνοσ δθλαδι ςτθν
μεκοδολογία του ςϊηειν τα φαινόμενα. Παρόλα αυτά ο Κοπζρνικοσ ιταν πεπειςμζνοσ ότι θ
νζα κοςμολογία είχε φυςικι υπόςταςθ και ςε καμιά περίπτωςθ δεν ιταν ζνα απλό νοθτικό
πείραμα.
Η νεϊτερθ επιςτιμθ ςτα πρϊτα τθσ βιματα χρωματίηεται από το κυρίαρχο κατά
τθν Αναγζννθςθ νεοπλατωνικό κοςμοείδωλο που προοδευτικά ςτρζφεται προσ μια νζα
κατεφκυνςθ προτάςςοντασ τθν ανάγκθ για ςυςτθματικι εναςχόλθςθ με τθν εμπειρία και το
πείραμα. Ζτςι δθμιουργείται μια αντιπαράκεςθ ανάμεςα ςτουσ ςυντθρθτικοφσ, που
εμμζνουν ςτο νεοπλατωνιςμό και δεν αποτινάςςουν τισ παραδοςιακζσ παραδοχζσ, και ςε
αυτοφσ που είναι οι επαναςτατικοί, που ςυνειδθτοποιοφν ότι όλα δεδομζνα που
προζκυψαν από τα πειράματα δεν μποροφν να ςτεγαςτοφν από τα παλιότερα
κοςμοείδωλα. Οι νεοπλατωνικζσ κεωριςεισ ζχουν εξαντλθκεί .
Η επιςτθμονικι επανάςταςθ του 17ου αιϊνα ςτθρίηεται:
Α) ςτθν καινοφργια κατανόθςθ τθσ φυςικισ αιτιότθτασ.
Β) ςτθν κατανόθςθ τθσ φφςθσ ωσ μθχανικό ςφςτθμα Ο κόςμοσ είναι ζνα πλζγμα
δυνάμεων που ενεργοφν πάνω ςτα υλικά ςϊματα και κακορίηουν τισ κινιςεισ που
παρατθροφμε.
Γ)ςτθν ζμφαςθ που δίνεται ςτθ μακθματικι υφι των φυςικϊν νόμων. Η καρδιά τθσ νζασ
επιςτιμθσ είναι θ μθχανιςτικι ερμθνεία τθσ φφςθσ, αλλαγι που προιλκε από τθν κριτικι
που αςκικθκε ςτον Αριςτοτζλθ για τθν κίνθςθ των ςωμάτων. Ζτςι εγκαταλείπεται θ
κεωρία περί τελολογίασ.
Σο δεφτερο αξίωμα είναι ότι κάκε αλλαγι ςτθν κίνθςθ ενόσ ςϊματοσ είναι ανάλογθ με το
μζγεκοσ τθσ δφναμθσ που προκάλεςε αυτιν τθν αλλαγι.
Σο τρίτο αξίωμα κζτει ότι ςε κάκε δράςθ αντιτίκεται μια ίςου μεγζκουσ αντίδραςθ.
Μζςα ςτο ςφμπαν υπάρχει μια γενικι δφναμθ που δρα και επθρεάηει όλα τα υλικά
ςϊματα και είναι θ βαρφτθτα που ευκφνεται για το ςχιμα του θλιακοφ ςυςτιματοσ. Όλα
τα ςϊματα ζλκονται αμοιβαία με μια δφναμθ που ιςοφται με το γινόμενο των μαηϊν δια
του τετραγϊνου τθσ αποςτάςεωσ που τα χωρίηει: F=G .ma.mb/d2 όπου G θ ςτακερά τθσ
βαρφτθτασ.
Η παγκόςμια δφναμθ δρα εξ αποςτάςεωσ. Κάκε ςϊμα περιβάλλεται από το δικό
του πεδίο βαρφτθτασ και ζλκει κάκε άλλο που ειςζρχεται ςτο πεδίο βαρφτθτασ του, ακόμα
και χωρίσ να υπάρχει μεταξφ τουσ επαφι. Αυτό αμφιςβθτικθκε από πολλοφσ επιςτιμονεσ
γιατί επικαλείτο μαγικζσ δυνάμεισ και πολλοί τάχκθκαν με τον Καρτζςιο που δεν
παραδεχόταν τθν φπαρξθ του κενοφ και ζλεγε ότι οι κινιςεισ των ςωμάτων οφείλονται ςτθν
άμεςθ πρόςκρουςθ ι ςτθν επαφι μεταξφ τουσ. Ο Νεφτων αναπαριςτά για πρϊτθ φορά ζνα
ςφνολο φυςικϊν φαινομζνων που εκφράηονται με μακθματικά και πείραμα και
διαπερνοφν το φυςικό ςφμπαν και προκαλοφν μια ςειρά επιμζρουσ φαινόμενα, που με τθν
πρϊτθ ματιά φαίνονται να μθν ζχουν ςχζςθ μεταξφ τουσ. Τζτοια είναι οι τροχιζσ των
πλανθτϊν, θ πτϊςθ των μιλων που οδιγθςε ςτθν κεωρία τθσ βαρφτθτασ και οι παλίρροιεσ
που οφείλονται ςτθν ελκτικι δφναμθ τθσ ςελινθσ. Σο ςφμπαν του Νεφτωνα είναι μια
μθχανι αςφλλθπτου μεγζκουσ, ζχει μια λειτουργία που ρυκμίηεται από απλοφσ και
αιτιακοφσ νόμουσ. Η προβλεψιμότθτα των φυςικϊν φαινομζνων ζδωςε μια άλλθ ϊκθςθ
ςτον ντετερμινιςμό τον αιτιοκρατικό τρόπο του ςκζπτεςκαι. Η παρουςία τθσ φυςικισ
αιτίασ εγγυάται και το αποτζλεςμα που προβλζπει θ κεωρία.
Πρόκειται για μια φιλοςοφικι εικαςία για το ποιον του Θεοφ που είναι και ο
υπεφκυνοσ για τθν φυςικι τάξθ που επικρατεί και μασ τθν παρουςιάηει θ επιςτιμθ.
Η « πειραματικι φιλοςοφία αςχολείται με τθν μακθματικι νομοτζλεια, άρα είναι φυςικό
να υποκζςει κανείσ ότι εκπορεφεται από ζνα μακθματικό υπζρτατο νου». Αυτι θ
δικαιολογία του Νεφτωνα ξεπθδά από το ότι είναι ανεπίτρεπτο να λζει κανείσ ότι όλθ αυτι
θ τελειότθτα του Παντόσ ξεπθδά αυτόματα και μζςα από μια τυφλι μεταφυςικι ανάγκθ. Ο
Νεφτωνασ δεν κεολογεί με τθν παραδοςιακι ζννοια αφοφ ο Θεόσ του είναι προςιτόσ μζςα
από τα αποτελζςματα τθσ δθμιουργικισ του ενζργειασ με τθν εμπειρικι νομοτζλεια που
περιγράφει θ επιςτιμθ. Ο Νεφτων δεν φτιάχνει μια εκ των προτζρων αφθρθμζνθ εικόνα
του Θεοφ. Ο νουσ του ανκρϊπου δεν μπορεί μπει ςτο εςωτερικό τθσ κείασ υπόςταςθσ. Ότι
λζμε για τον Θεό είναι μόνο κατά αναλογία. Επομζνωσ για τον Νεφτωνα θ ςφλλθψθ του
Θεοφ διαχωρίηεται από τθν μεςαιωνικι παραδοχι και είναι χτιςμζνθ πάνω ςτα πορίςματα
τθσ πειραματικισ και αποκλείει τθν ςφγκρουςθ ανάμεςα ςτθν πίςτθ και τθν εμπειρικι
ζρευνα. Ο κείοσ νουσ είναι θ προχπόκεςθ για τισ αλικειεσ που κα καταγράψει ο
επιςτιμονασ.
Η ΦΙΛΟΟΦΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΗ ΕΠΙΣΗΜΗ ΚΑΣΑ ΣΟ 17 Ο ΚΑΙ 18Ο ΑΙΩΝΑ ΟΡΘΟΛΟΓΙΜΟ
ΕΜΠΕΙΡΙΜΟ
Κατά τον 17ο και 18ο αιϊνα ταυτόχρονα με τθν επιςτθμονικι επανάςταςθ
διαμορφϊνεται και μια νζα φιλοςοφία που παρακολουκεί τθν επιςτιμθ και ςυμπορεφεται
μαηί τθσ προςπακϊντασ να δει τον τρόπο που λειτουργεί θ ανκρϊπινθ λογικι και δίνει αυτό
το επιςτθμονικό αποτζλεςμα. Η φιλοςοφία μετατρζπεται ςε επιςτθμολογία.
Τι είναι εμπειριςμόσ:
Κατά τθ κεωρία του εμπειριςμοφ όλεσ οι πλθροφορίεσ που ζχουμε για τον
εξωτερικό κόςμο, τισ ιδζεσ, τισ οφείλουμε ςτθν εμπειρία και τθσ αιςκιςεισ μασ. Τίποτα από
αυτά που παρατθροφμε γφρω μασ δεν ιταν όπωσ τα παρατθροφμε αν πρϊτα από όλα δεν
υπιρχαμε εμείσ και αν δεν ιμαςταν εφοδιαςμζνοι με τισ αιςκιςεισ μασ.
Ο εμπειριςμόσ ςυνάδει με τθν κεωρία του ιδεαλιςμοφ ότι θ φπαρξθ του κάκε πράγματοσ
του εξωτερικοφ κόςμου εξαρτάται από εμάσ.
και τθν κάνουν μζλι. Ζτςι και ο επιςτιμονασ ςυλλζγει μζςω των αιςκιςεων του τισ
πλθροφορίεσ του για τα πράγματα και ςτθν ςυνζχεια με τουσ κανόνεσ τθσ λογικισ τισ
μετατρζπει ςε γνϊςθ. Η μζκοδοσ που προτείνει, και κατά τον Μπζικον οφείλουν να
ακολουκοφν οι επιςτιμονεσ, είναι αυτι τθσ εμπειρικισ επαγωγισ που κτίηει το γενικό
πάνω ςε ζνα υπόβακρο ςυγκεκριμζνων και επιμζρουσ παρατθριςεων. Για να είναι όμωσ
αποτελεςματικι θ μζκοδοσ αυτι πάντα κατά τον Μπζικον πρζπει να καταπολεμθκοφν οι
κλαςςικζσ αντιλιψεισ που προβάλλουν τον ςυλλογιςμό αντί τθσ εμπειρίασ.
Οι προκαταλιψεισ που πρζπει να καταπολεμθκοφν λζγονται είδωλα και είναι 4:
Είδωλα τθσ φυλισ: είναι οι προκαταλιψεισ που οφείλονται ςτθν τάςθ του ανκρϊπου να
βλζπει τα πράγματα ςε ςχζςθ με τον εαυτό του.
Είδωλα του ςπθλαίου: είναι οι προςωπικζσ προκαταλιψεισ του επιςτιμονα.
Είδωλα τθσ αγοράσ: είναι οι πλάνεσ που προκαλεί θ κακι χριςθ τθσ γλϊςςασ.
Είδωλα του κεάτρου: είναι οι πλάνεσ που δθμιουργικθκαν από τα παλιά φιλοςοφικά
ςυςτιματα από τον Αριςτοτζλθ και άλλουσ ςτοχαςτζσ τθσ φιλοςοφίασ.
Ο Μπζικον κεωροφςε ανεπαρκι τθν αριςτοτελικι λογικι γιατί εδράηεται ςε μια
εςφαλμζνθ κατανόθςθ τθσ επαγωγισ δθλαδι του τρόπου με τον οποίο παράγονται οι
γενικζσ ζννοιεσ από τθν εμπειρία. Η αριςτοτελικι επαγωγι λζγεται καταρικμοφςα
επαγωγι. Ενϊ αποδεχόταν τον Αριςτοτζλθ όςο αφορά τθν επιςτθμονικι μζκοδο, ιταν
επικριτικόσ ςτον τρόπο που αυτι εφαρμόηονταν:
Πρϊτον: ο Αριςτοτζλθσ και οι οπαδοί του ςυνζλλεγαν τυχαία ςτοιχεία, χωρίσ να
πειραματίηονται με όργανα τθν ςπουδαιότθτα των οποίων επεςιμανε ο Μπζικον ωσ
ςπουδαίο ςτοιχείο για τθν ςυλλογι δεδομζνων.
Δεφτερον: ο Αριςτοτζλθσ και οι οπαδοί του γενίκευαν πολφ γριγορα. Είχαν υπόψθ τουσ ζνα
μικρό αρικμό παρατθριςεων και μετζβαιναν ςε γενικζσ αρχζσ, χτίηοντασ μια μεταφυςικι με
πραγματολογικό υπόβακρο αίολο.
Τρίτον: ο Αριςτοτζλθσ και οι οπαδοί του εμπιςτεφονταν τθ επαγωγι με τθ μζκοδο τθσ
απλισ απαρίκμθςθσ και οι ιδιότθτεσ που βρίςκουν ότι ιςχφουν για μερικά άτομα ενόσ
οριςμζνου είδουσ βεβαιϊνονταν ότι ιςχφουν για όλα τα άτομα αυτοφ του είδουσ.
Ο Μπζικον, επίςθσ, υποςτιριξε ότι ο Αριςτοτζλθσ και οι οπαδοί του περιόριςαν τθν
επιςτιμθ ςτθν απαγωγικι λογικι, δίνοντασ ζμφαςθ ςτα ςυμπεράςματα που βγαίνουν από
τισ πρϊτεσ αρχζσ. Κατά τον Μπζικον τα απαγωγικά επιχειριματα ζχουν επιςτθμονικι αξία
μόνο όταν ζχουν κατάλλθλθ επαγωγικι υποςτιριξθ.
Σε αυτό το ςθμείο όμωσ ο Μπζικον ζπρεπε να κάνει διάκριςθ ςτθ κεωρία του
Αριςτοτζλθ και τον τρόπο που θ κεωρία αυτι ζγινε αντικείμενο κατάχρθςθσ από τουσ
οπαδοφσ του. Αυτοί λοιπόν παρερμινευςαν τθν μζκοδο του Αριςτοτζλθ αρχίηοντασ όχι από
τθν επαγωγι, αλλά από τισ πρϊτεσ αρχζσ του Αριςτοτζλθ. Ζνασ ψευδισ αριςτοτελιςμόσ που
απζκοψε τθν επιςτιμθ από τθν εμπειρία. Ο ίδιοσ ο Αριςτοτζλθσ όμωσ επιμζνει ότι οι
πρϊτεσ αρχζσ πρζπει να επάγονται από τθν παρατιρθςθ. Ο Μπζικον πίςτευε ότι ςτθ
φιλοςοφία πρζπει να γίνει μια νζα αρχι από μθδενικό ςθμείο και το περιεχόμενο του
ςτοχαςμοφ να είναι θ φυςικι ιςτορία, δθλαδι θ εμπειρικι ζρευνα που δεν παίρνει τίποτα
δεδομζνο για τα φαινόμενα που μελετάει. Σκοπόσ λοιπόν είναι να εξακριβωκοφν οι
πραγματικζσ φυςικζσ μορφζσ , δθλαδι οι βαςικζσ ιδιότθτεσ των υλικϊν ςωμάτων και οι
αιτιακζσ διαςυνδζςεισ που υπάρχουν ανάμεςα τουσ. Η επιςτθμονικι κεωρία κατά τον
Μπζικον κτίηεται από κάτω προσ τα πάνω. Ο νουσ παρακολουκεί τθν εμπειρία και
ςυμμορφϊνεται προσ αυτιν. Και οι εξθγιςεισ που δίνονται ζρχονται εκ των υςτζρων να
είναι αποτζλεςμα τθσ εμπειρίασ. Η παρατιρθςθ δεν είναι κάτι τυχαίο. Οργανϊνεται από
ζνα επιςτθμονικό νου με τζτοιο τρόπο ϊςτε να μεγιςτοποιοφνται οι πικανότθτεσ να βγουν
κεωρθτικά ςυμπεράςματα και να ςκοντάψει ο επιςτιμονασ ςτθ κρίςιμθ αιτιακι ςχζςθ που
ψάχνει. Το κρίςιμο ςθμείο για τον Μπζικον είναι θ αντιπαραβολι των δεδομζνων που
ζχουμε από τθν παρατιρθςθ. Γι’ αυτό και καταςτρϊνει «ςυγκριτικοφσ πίνακεσ» που κα
βάλουν ςε τάξθ τα ευριματα:
Πίνακεσ παρουςίασ ι ςυμφωνίασ: όπου ςυλλζγουμε πλθκϊρα εμπειρικϊν παραδειγμάτων
του φαινομζνου που εξετάηουμε και παρατθροφμε ποιεσ άλλεσ εμπειρικζσ ςυνκικεσ είναι
παροφςεσ κάκε φορά.
Πίνακεσ απουςίασ : παρατθροφμε καταςτάςεισ που απουςιάηει το φαινόμενο που
εξετάηουμε και ςθμειϊνουμε τι απουςιάηει.
Πίνακεσ βακμιαίασ μεταβολισ: παρατθροφμε το φαινόμενο ςτα διάφορα επίπεδα τθσ
ζνταςθσ και καταγράφουμε μζςα από τθν εμπειρία ποιεσ μεταβλθτζσ εντείνονται ι
εξαςκενοφν παράλλθλα
Ζτςι λοιπόν πιςτεφει ο Μπζικον ότι με αυτοφσ τουσ πίνακεσ κα φκάςει κάποια
ςτιγμι που ο ερευνθτισ κα ζχει μπροςτά του πολλά ςυγκεντρωμζνα ςτοιχεία και κα δει να
αναδφεται θ αιτιακι ςχζςθ. Σε αυτό το κρίςιμο ςθμείο τερματίηεται θ διαδρομι ςτθν
εμπειρία και αρχίηει θ κεωρθτικι φάςθ τθσ ζρευνασ που κακορίηεται από τθν
«παραδειγματικι περίπτωςθ» που είναι μια παρατιρθςθ – κλειδί όπου ςταματάει θ
ςυλλογι των δεδομζνων και αρχίηει θ εξιγθςθ πια. «Η παραδειγματικι περίπτωςθ»
εξαρτάται από τθν πείρα και τθν κατάρτιςθ του επιςτιμονα να ζχει φτάςει θ ϊρα να
ςταματιςει να κλείςει δθλαδι τθν ζρευνα
Ο Μπζικον χρθςιμοποιεί τθν λζξθ «πείραμα», όμωσ τθν ζννοια αυτι δεν τθ
χρθςιμοποιεί ςαν να κατανοεί ότι το πείραμα «εκβιάηει» τθν εμπειρία να μασ φανερϊςει
πράγματα που από μόνθ τθσ δεν κα μασ τα ζκανε γνωςτά. Το πείραμα, όπωσ το
αντιλαμβάνεται θ ςφγχρονθ επιςτιμθ, πολλζσ φορζσ βαςίηεται ςε κεωρθτικζσ υποκζςεισ
που ξεπερνοφν τθν εμπειρία. Η επιςτθμολογία του Μπζικον δεν αντιπροςωπεφει οφτε τθν
ςθμερινι αλλά οφτε και τθν επιςτθμονικι πρακτικι του καιροφ του. Ήταν δικθγόροσ και ωσ
εκ τοφτου μάηευε περιπτϊςεισ ωσ «προθγοφμενο» και ςτθριηόμενοσ ςε αυτό ζβγαηε μια
κεωρθτικι κρίςθ. Η κοινωνικι και κεςμικι διάςταςθ του οράματοσ του Μπζικον βρίςκεται
ςτο ζργο «Νζα Ατλαντίσ» που είναι μια ιδανικι κοινωνία όπου ο κάκε επιςτιμονασ ςτον
τομζα μζςω τθσ εμπειρικισ ζρευνασ προςπακεί να ανεβάςει το βιοτικό και μορφωτικό
επίπεδο των ςυνανκρϊπων του.
Σε αντιδιαςτολι με τθν επαγωγικι μζκοδο του Μπζικον αναπτφχκθκε ζνα άλλο πρόγραμμα
μεκόδου από τον Γάλλο μακθματικό και φιλόςοφο Καρτζςιο. Σφμφωνα με αυτι τθ μζκοδο
οι αιςκιςεισ είναι αναξιόπιςτεσ και δεν μποροφν να μασ παρουςιάςουν τθν πραγματικι
εικόνα του κόςμου και άλλεσ φορζσ μασ παρουςιάηουν τα υπαρκτά ωσ ανφπαρκτα και το
αντίκετο. Δια των αιςκιςεων λοιπόν παρουςιάηεται μια υποκειμενικι πλευρά των
πραγμάτων που δεν παρουςιάηει τθν πραγματικότθτα όπωσ είναι. Κριτιριο για τθν γνϊςθ
ςτον Καρτζςιο είναι θ απόλυτθ βεβαιότθτα με τθν αυςτθρι ζννοια. Ο Καρτζςιοσ
ςυμφωνοφςε με τον Μπζικον ότι το πιο μεγάλο επίτευγμα τθσ επιςτιμθσ είναι θ πυραμίδα
που ςτθν κορυφι είναι οι γενικζσ αρχζσ. Ο Μπζικον ικελε να ανακαλφψει του γενικοφσ
νόμουσ με τθ βοικεια τθσ επαγωγισ από λιγότερο γενικζσ ςχζςεισ, ο Καρτζςιοσ επιχειρεί να
αρχίςει από τθν αρχι και να πθγαίνει προσ τα κάτω με μια απαγωγικι διαδικαςία. Η
καρτεςιανι γνωςιολογία φζρνει ςτο προςκινιο τθν επιχειρθματολογία των ςκεπτικϊν
ςχετικά με το αφερρζγγευο των αιςκιςεων. Η «αποχϊρθςθ του Θεοφ» από τθ κοινωνικι
πραγματικότθτα κζτει ζνα εφλογο ερϊτθμα: πωσ ο άνκρωποσ είναι ςε κζςθ να ςυλλάβει
όλα αυτά που γίνονται ςτο ςφμπαν με τα περιοριςμζνα μζςα γνϊςεων που διακζτει; Η
γνωςιολογία του Καρτζςιου απθχεί αυτι τθν ανθςυχία και προςπακεί να τθν κατανικιςει.
Για να αιτιολογιςει τον αποκλειςμό τθσ εμπειρίασ για τθν παραγωγι τθσ αλικειασ
κάνει μια διάκριςθ ανάμεςα ςτισ πρωταρχικζσ και ςτισ δευτερεφουςεσ ιδιότθτεσ των
φυςικϊν ςωμάτων π.χ εάν κερί μπορεί να περιγραφεί από δφο διαφορετικζσ οπτικζσ γωνίεσ
Βλζπουμε το κερί και μζςω των αιςκιςεων μασ μποροφμε να καταγράψουμε τισ ιδιότθτεσ
του όπωσ αυτζσ ενυπάρχουν μζςα μασ, ανάλογα με τθν κατάςταςθ που βρίςκονται τα
αιςκθτιρια όργανα μασ. Αν κάποιοσ ζχει κρυολόγθμα δεν κα αντιλθφκεί τισ γεφςεισ των
τροφϊν. Αυτζσ λζγονται δευτερογενείσ γιατί δεν αφοροφν τθν πραγματικι υπόςταςθ του
πράγματοσ. Η πραγματικι καταςκευι των ςωμάτων βρίςκεται πζρα και πίςω από τισ
εντυπϊςεισ που ςχθματίηουμε για αυτά και μασ φανερϊνεται από μια πράξθ του νου που
μπαίνει ςτθν μακθματικι διάςταςθ τθσ πραγματικότθτασ. Η πραγματικι δομι του κόςμου,
κατά τον Καρτζςιο, αποκαλφπτεται μζςω των εννοιϊν τθσ γεωμετρίασ, για άλλουσ από το
χρϊμα το μζγεκοσ τθν ταχφτθτα που είναι πρωτογενείσ ιδιότθτεσ. Ο Καρτζςιοσ υποςτθρίηει
ότι το ςφμπαν είναι μια μθχανι και όλα όςα υπάρχουν ςτον κόςμο είναι μθχανζσ, ακόμθ
και τα ηϊα που τα ζλεγε αυτόματα είναι μθχανζσ. Μοναδικι εξαίρεςθ είναι ο άνκρωποσ
που εκτόσ από το ςϊμα ζχει ψυχι που είναι ουςιαςτικό ςτοιχείο τθσ φπαρξθσ του.
Χαρακτθριςτικό ςτοιχείο τθσ ψυχισ είναι θ νόθςθ και θ ζκταςθ. Το βαςικό ερϊτθμα είναι
πωσ μπορεί κάποιοσ να είναι ςίγουροσ για τθν φπαρξθ των πραγμάτων που υπάρχουν ςτον
ςφμπαν, ςυμπεριλαμβανομζνου και του εαυτοφ του. Προκείμενου λοιπόν να απαντιςει ο
Καρτζςιοσ ςε αυτό το ερϊτθμα επικαλζςτθκε τθν αμφιβολία. Για όλα τα πράγματα μπορϊ
να αμφιβάλλω – για ζνα πράγμα όμωσ δεν μπορϊ να αμφιβάλλω – για το γεγονόσ ότι
αμφιβάλλω. Το γεγονόσ όμωσ ότι αμφιβάλλω ςθμαίνει ότι υπάρχω γιατί αν δεν υπιρχα πωσ
κα αμφζβαλλα? Αμφιβάλλω άρα υπάρχω. Cogito ergo sum. Η επιςτιμθ προχωράει πζρα
από τα εμπειρικά φαινόμενα και εξετάηει τθν ουςία των όντων όπωσ είναι αυτι κακαυτι
και όχι όπωσ μασ φαίνεται εμάσ θ νομίηουμε ι πιςτεφουμε ότι είναι. Κατά τον Καρτζςιο
υπάρχει χωριςμόσ ανάμεςα ςτθν φαινομενικότθτα και ςτθν πραγματικότθτα και αυτόσ ο
χωριςμόσ κζτει το επιςτθμολογικό πλαίςιο τθσ νεότερθσ επιςτιμθσ.
Πρζπει να ςταματιςει ο επιςτιμονασ να κάνει υποκειμενικζσ κρίςεισ και να
αναδυκεί θ αντικειμενικότθτα των πραγμάτων. Επιςτιμθ ςθμαίνει να περιγράφεισ τον
φυςικό κόςμο όπωσ είναι αυτόσ κακαυτόσ. Πωσ κα γίνει αυτό; Αυτό γίνεται με τθν χριςθ
του λογικοφ ανεπθρζαςτου από τθν εμπειρία. Η αυτοςυγκζντρωςθ του νου είναι θ
κεμελιακι προχπόκεςθ για τθν επιςτιμθ. Η επιςτθμονικι αποτυχία των αρχαίων ζγκειται
ςτο ότι δεν είχαν ανάπτυξθ τθν ορκι μζκοδο που είναι θ αξιωματικι μζκοδοσ. Η
επιςτθμονικι ζρευνα ξεκινά από τθν αναηιτθςθ των αξιωμάτων ι πρωταρχικϊν αλθκειϊν
που κεμελιϊνουν τθν επιςτιμθ και από τισ οποίεσ παράγονται και οι υπόλοιπεσ προτάςεισ
για να γίνει και αναπτυχκεί ςτο ςφνολό τθσ θ επιςτιμθ. Όταν ο νουσ λοιπόν ςυγκεντρϊςει
τθν προςοχι ςτο εαυτό του ςυλλαμβάνει αμζςωσ μια αλθκινι ιδζα που είναι αμζςωσ
διακριτι από τισ άλλεσ και λζγεται αξίωμα. Το δείχνει αμζςωσ τθν αλικεια του χωρίσ να
χρειάηεται να αποδειχκεί θ αλικεια με τθ μεςολάβθςθ άλλων αλθκειϊν. Οι πρϊτεσ αρχζσ
γίνονται γνωςτζσ με μια διανοθτικι εποπτεία του περιεχόμενου τουσ. Εκείνοσ που
αμφιςβθτεί πρζπει να αποδείξει ότι είναι ψευδισ. Οι αυταπόδεικτεσ αλικειεσ υπάρχουν
ςτο λογικό και δεν παράγονται από τθν παρατιρθςθ του εξωτερικοφ κόςμου. Οι
αξιωματικζσ προφάνειεσ είναι ζμφυτεσ ςτο νου. Το πρϊτο βιμα ςτθν επιςτθμονικι ζρευνα
είναι να τισ αναγνωρίςουμε. Η φπαρξθ του κεοφ είναι ζνα λογικό πρόβλθμα που λφνεται με
τθν εφαρμογι των αξιωματικϊν μεκόδων με το λεγόμενο οντολογικό επιχείρθμα, που από
τθν ςτιγμι που αποδεικνφεται ότι υπάρχει ο Θεόσ όλεσ οι ιδζεσ που υπάρχουν μζςα μασ
αντανακλοφν αυτι τθν ίδια τθν οντολογικι τάξθ του ςφμπαντοσ και δεν είναι μετζωρεσ
φανταςιϊςεισ.