You are on page 1of 9

Μάθημα: EDUC-521DL (Ακροατήριο 8).

Μορφές Ειδικών Εκπαιδευτικών Αναγκών.

Θέμα:

Να περιγράψεις το προφίλ ενός μαθητή γυμνασίου που ασκεί συστηματικά


σχολικό εκφοβισμό (περίπτωση θύτη) και να καταθέσεις μια δέσμη
παρεμβάσεων-τεχνικών που θα μπορούσες να ασκήσεις σε αυτό προκειμένου να
βελτιώσει τη συμπεριφορά του απέναντι στους συμμαθητές του

Από την

Χειράκη Ραφαέλα

ID: U152N0327

Υπεύθυνος καθηγητής: Δρ. Στασινός Δημήτριος

Διδάσκων: Δρ. Κουντουρού Χριστιάνα

Εαρινό εξάμηνο 2016


Περιεχόμενα

Εισαγωγή……………………………………………………………………….. 3

Ο ορισμός και οι μορφές του bullying …………………………………………. 3

Το προφίλ του θύτη .. …………………………………………………………... 4

Στρατηγικές παρέμβασης ………………………………………………………. 6

Επίλογος ……………………………………………………………………….. 8

Βιβλιογραφία …………………………………………………………………… 9

2
Εισαγωγή

Το κοινωνικό φαινόμενο της ενδοσχολικής βίας, το οποίο έχει λάβει


ανησυχητικές διαστάσεις τις τελευταίες δεκαετίες στην Ευρώπη και κυρίως στην
Αμερική, έχει κάνει την εμφάνισή του και στη χώρα μας (Μανιάτης,2009). Όλο και
πιο συχνά μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί αναφέρουν περιστατικά εκδήλωσης
σχολικού εκφοβισμού (bullying). Η παρούσα εργασία εστιάζει στο επίκαιρο αυτό
φαινόμενο, το οποίο εξαπλώνεται ραγδαία στο χώρο του σχολείου επηρεάζοντας την
ψυχολογία και την ανάπτυξη της προσωπικότητας των παιδιών. Πιο συγκεκριμένα,
στην εργασία αυτή, αρχικά θα δοθεί ένας κοινώς αποδεκτός ορισμός για την έννοια
του σχολικού εκφοβισμού καθώς και οι διάφορες μορφές εκδήλωσής του. Στη
συνέχεια, θα γίνει αναφορά στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενός μαθητή που ασκεί
συστηματικά σχολικό εκφοβισμό και τέλος, θα παρουσιαστούν κάποιες παρεμβάσεις
που μπορούν να εφαρμοστούν είτε στο επίπεδο της τάξης, είτε στο επίπεδο της
σχολικής μονάδας, ώστε ο μαθητής αυτός να βελτιώσει τη συμπεριφορά του απέναντι
στους συμμαθητές του.

Ο ορισμός και οι μορφές του Bullying.

Ο όρος bullying εμφανίστηκε πρώτη φορά στη διεθνή βιβλιογραφία από τον
Olweus Dan και χρησιμοποιείται για όλες τις σχολικές βαθμίδες εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με τον Olweus, ο σχολικός εκφοβισμός είναι μία βίαιη και επιθετική
συμπεριφορά, η οποία λαμβάνει χώρα επανειλημμένα κατά τη διάρκεια του σχολικού
έτους και εκτελείται από έναν ή περισσότερους μαθητές εις βάρος κάποιου
συμμαθητή τους συνήθως αδύναμου ως προς τη σωματική του διάπλαση. Πρόκειται
λοιπόν για ένα φαινόμενο νεανικής παραβατικότητας, μία σκόπιμη ενέργεια, η οποία
βλάπτει και προκαλεί πόνο σε κάποιο μαθητή. Επιπλέον, υπάρχει μία ασύμμετρη
σχέση δύναμης ανάμεσα στο θύτη και στο θύμα, το οποίο διαθέτει λιγότερη δύναμη
και βρίσκεται σε χαμηλότερη θέση, με αποτέλεσμα να αδυνατεί να υπερασπιστεί τον
εαυτό του (Olweus, 2007).

O σχολικός εκφοβισμός αποτελεί ένα πολυδιάστατο φαινόμενο, το οποίο


μπορεί να λάβει διάφορες μορφές αναφορικά με την εκδήλωσή του. Ο άμεσος
σχολικός εκφοβισμός σχετίζεται με κατά πρόσωπο λεκτικές ή μη λεκτικές επιθέσεις

3
προς το θύμα, ενώ ο έμμεσος σχολικός εκφοβισμός λαμβάνει χώρα σε περιπτώσεις
όπου γίνετε χρήση ηλεκτρονικών μέσων (cyber – Bullying) ή στις περιπτώσεις
διάδοσης φημών, χωρίς την προσωπική επαφή του θύματος με το θύτη.

Πιο συγκεκριμένα, κάποιες από τις πιο συνηθισμένες μορφές σχολικού


εκφοβισμού είναι η λεκτική βία, η σωματική βία, ο συναισθηματικός εκβιασμός, η
σεξουαλική παρενόχληση, καθώς και ο ηλεκτρονικός εκφοβισμός μέσω της χρήσης
ηλεκτρονικού υπολογιστή ή κινητού τηλεφώνου. Η ηλεκτρονική μορφή του σχολικού
εκφοβισμού αποτελεί μία από τις νεότερες μορφές έμμεσου σχολικού εκφοβισμού, η
οποία βέβαια δεν μειώνει τις αρνητικές επιπτώσεις του φαινομένου αλλά τις αυξάνει.
(Παπάνης,2009). Κάνοντας χρήση της τεχνολογίας ο εκφοβισμός δεν περιορίζεται
πλέον στους προαύλιους χώρους κατά τη διάρκεια του σχολικού ωραρίου, αλλά
εξαπλώνεται κατά τη διάρκεια όλης της ημέρας ακόμη και τα σαββατοκύριακα.

Το προφίλ του θύτη.

Οι μαθητές που προβαίνουν σε εκφοβιστικές και βίαιες συμπεριφορές εις


βάρος των συμμαθητών τους είναι παιδιά επιθετικά και παρορμητικά με σωματική
δύναμη και αυταρχική προσωπικότητα (Χαντζή, 2000). Πρόκειται για άτομα
ανασφαλή και μη αγχώδη με μεγάλη αυτοπεποίθηση και παντελής έλλειψη της
αίσθησης του μέτρου. Αδιαφορούν για τα θύματά τους, χωρίς να αισθάνονται την
παραμικρή συμπόνια, παραμένουν ψυχροί και νιώθουν ικανοποίηση προκαλώντας
πόνο (Olweus, 1997). Επίσης, σύμφωνα με την Πρεκατέ τα παιδιά – θύτες έχουν
συνήθως χαμηλές επικοινωνιακές και κοινωνικές δεξιότητες, χαμηλές σχολικές
επιδόσεις, ανάγκη για προσοχή, διακατέχονται από συναισθήματα ζηλοφθονίας και
συχνά ανήκουν σε μία δυσλειτουργική οικογένεια. Tα παιδιά που δεν δέχονται την
απαιτούμενη ανταπόκριση και στοργή από το οικογενειακό τους περιβάλλον και
μεγαλώνουν με αυταρχικές μεθόδους αγωγής, μπορεί να εκδηλώσουν μεγάλο βαθμό
επιθετικότητας στο σχολείο καθώς και να αδυνατούν να ελέγχουν τις πράξεις τους και
τη συμπεριφορά τους (Κυριακίδης, 2007).

Συχνά τα παιδιά θύτες προέρχονται από ένα οικογενειακό περιβάλλον με


δυσλειτουργικούς μηχανισμούς (Κυριακίδης,2007). Η παρουσία της βίας για τη
επίλυση των διαφορών ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας, ο εκφοβισμός ως μέσο

4
διαπαιδαγώγησης και η σωματική τιμωρία αποτελούν καθημερινό βίωμα κάποιων
παιδιών με αποτέλεσμα να παρουσιάζουν αντίστοιχες συμπεριφορές στο χώρο του
σχολείου. Ένα παιδί που βιώνει αυτές τις καταστάσεις, δεν έχει μάθει να
χρησιμοποιεί τις κοινωνικές δεξιότητες, να σέβεται και να ακούει τους γύρω του, να
συνεργάζεται και να αναπτύσσει την ικανότητα της ενσυναίσθησης
(Στογιαννίδης,2013). Εκτός όμως από το οικογενειακό περιβάλλον, το οποίο
συμβάλει σε μεγάλο βαθμό στην εκδήλωση ανάρμοστων συμπεριφορών στο σχολείο,
τα παιδιά – θύτες έχουν κάποια κίνητρα, κάποια οφέλη από την εκφοβιστική αυτή
διαδικασία.

Σύμφωνα με τον Olweus (2007), τα κίνητρα των παιδιών-εκφοβιστών είναι η


ανάγκη για την απόκτηση προσοχής, δύναμης και κυριαρχίας εις βάρος των ομηλίκων
τους. Το αίσθημα της ικανοποίησης βλέποντας τα άλλα παιδιά πληγωμένα και
βασανισμένα καθώς και το αίσθημα υπεροχής και δύναμης. Εκτός από το ψυχολογικό
όφελος των θυτών, μπορεί ορισμένες φορές να υπάρχει και υλικό όφελος, όπως
χρήματα που αρπάζουν από τα θύματά τους ή το κολατσιό των αδύναμων παιδιών
(Olweus, 2007).

Συγκεκριμένο παράδειγμα παιδιού που ασκεί συστηματικά σχολικό


εκφοβισμό αποτελεί ο Γ., ο οποίος φοιτά στην Α γυμνασίου. Ο Γ. είναι μοναχοπαίδι
και προέρχεται από μονογονεϊκή οικογένεια, καθώς ζει μόνο με τον πατέρα του. Ο
πατέρας του Γ. χρησιμοποιεί αυταρχικές μεθόδους διαπαιδαγώγησης που
περιλαμβάνουν βίαια λεκτικά ξεσπάσματα και σωματικές τιμωρίες, με αποτέλεσμα οι
συμπεριφορές αυτές να αποτελούν βίωμα για το Γ. Ο Γ. τα απογεύματα και τα
σαββατοκύριακα δεν έχει ελεύθερο χρόνο γιατί βοηθάει τον πατέρα του στη δουλειά.
Οι επιδόσεις του στα μαθήματα είναι εξαιρετικά χαμηλές και πολλές φορές αδιαφορεί
κατά τη διάρκεια του μαθήματος. Αλλά η κυριότερη αδυναμία του είναι η
συμπεριφορά που επιδεικνύει απέναντι σε μία συγκεκριμένη συμμαθήτριά του.

Ο Γ. στο σχολείο σχεδόν κάθε μέρα αρπάζει το κολατσιό της Μ., γιατί δεν
έχει το δικό του, μιλώντας της με άσχημο τρόπο. Μερικές φορές μάλιστα αναγκάζει
και άλλους συμμαθητές του να φερθούν άσχημα στη Μ. Η Μ. είναι ένα κορίτσι που
έχει λίγο περισσότερο βάρος από το φυσιολογικό για την ηλικία της. Κάθεται
συνήθως μόνη της σε μία γωνιά γιατί ο Γ. δεν επιτρέπει σε κανένα παιδί να την
πλησιάσει λέγοντας πως έχει μία ανίατη ασθένεια. Συνήθως στα διαλείμματα φωνάζει

5
από μακριά στα άλλα παιδιά που πάνε να πλησιάσουν τη Μ. «Μην πλησιάζεις! Θα σε
κολλήσει». Το αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του Γ. είναι η θυματοποίηση και η
περιθωριοποίηση της Μ, η οποία δεν έχει καμία κοινωνική επαφή στο σχολείο.

Στο σημείο αυτό, αξίζει να σημειωθεί η διαφοροποίηση ανάμεσα στο δράστη


σχολικού εκφοβισμού όπως είναι ο Γ. και σε ένα απλώς επιθετικό παιδί. Ο δράστης
σχολικού εκφοβισμού κατευθύνει την επιθετικότητά του προς άτομα τα οποία έχουν
κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και μπορούν εύκολα να οδηγηθούν στη
θυματοποίηση και ο δράστης να λάβει την ψυχική ικανοποίηση που αναζητά. Με
άλλα λόγια η ύπαρξη ενός θύματος αποτελεί μέρος της ύπαρξής του. Από την άλλη
πλευρά, ένα επιθετικό από τη φύση του παιδί δεν αναζητά, ούτε εξωτερικεύει την
επιθετικότητά του εις βάρος συγκεκριμένων ατόμων (Κυριακίδης, 2007). Είναι
ιδιαίτερα σημαντικό να κατανοήσουμε την ψυχοσύνθεση και τους λόγους που ωθούν
ένα παιδί στην υιοθέτηση μιας εκφοβιστικής συμπεριφοράς, ώστε να γίνει μία
έγκαιρη πρόληψη του φαινομένου και να χαραχθούν οι κατάλληλες στρατηγικές
αντιμετώπισής του.

Στρατηγικές παρέμβασης

Παρόλο που το φαινόμενο της ενδοσχολικής βίας είναι αρκετά διαδεδομένο


δεν έχει διαμορφωθεί μία πολιτική πρόληψης και αντιμετώπισης (Πρεκατέ, 2007).
Σύμφωνα με την Πρεκατέ «Η έλλειψη ενημέρωσης και αναγνώρισης του φαινομένου
από τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς, η αδιαφορία και μία ιδιότυπη σιωπή που το
καλύπτει, συντηρούν το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού». Επομένως,
αναγκαιότητα αποτελούν τα μέτρα πρόληψης που στοχεύουν στην αποφυγή της
επιθετικής συμπεριφοράς πριν αυτή εμφανιστεί στο πλαίσιο του σχολικού
περιβάλλοντος καθώς και οργανωμένα προγράμματα παρέμβασης που στοχεύουν στη
μείωση της επιθετικής συμπεριφοράς που έχει ήδη εκδηλωθεί από κάποιους μαθητές.

Ο Smith, όπως αναφέρεται στο Κυριακίδης (2007) υποστηρίζει πως για να


μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τα φαινόμενα της σχολικής
κακοποίησης και θυματοποίησης θα πρέπει να παρέμβουμε σε πολλαπλά επίπεδα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η χάραξη μίας ξεκάθαρης
πολιτικής ενάντια στα φαινόμενα θυματοποίησης, η οποία θα συνοδεύει και θα

6
ενισχύει κάθε είδους παρέμβαση που θα λαμβάνει χώρα στην εκάστοτε σχολική
μονάδα.

Τα μέτρα πρόληψης – παρέμβασης είτε στο επίπεδο της σχολικής μονάδας


είτε στο επίπεδο της τάξης αφορούν το σύνολο του μαθητικού πληθυσμού και όχι
μεμονωμένα παιδιά που έχουν υπάρξει θύματα ή θύτες στο παρελθόν. Εξάλλου
στόχος των τεχνικών παρέμβασης αποτελεί όχι μόνο η μείωση της έντασης του
σχολικού εκφοβισμού, αλλά και η αποφυγή εκδήλωσης νέων περιστατικών
εκφοβισμού – θυματοποίησης. Στην περίπτωση του Γ. είναι απαραίτητη η ανίχνευση
του φαινομένου με ερωτηματολόγια, η συνεργασία του σχολείου με την οικογένεια
τόσο του Γ. και της Μ. όσο και των υπόλοιπων παιδιών που συμμετέχουν ως θεατές
στην εκδήλωση κάποιων ανάρμοστων συμπεριφορών και η επιμόρφωση των
εκπαιδευτικών, ώστε οι τελευταίοι να συμβάλουν στην εξάλειψη και στην πρόληψη
εκδήλωσης εκφοβιστικών συμπεριφορών στις σχολικές μονάδες.

Όσο αφορά στις στρατηγικές παρέμβασης στο επίπεδο της τάξης, πιο
αποτελεσματικό μέτρο αποτελεί η συνεργατική μάθηση και διδασκαλία, μέσω της
οποίας αναπτύσσεται μία αμοιβαία θετική εξάρτηση ανάμεσα στα μέλη των μαθητών
που απαρτίζουν την ομάδα (Olweus,2007).Mε άλλα λόγια η συνεργατική μάθηση
στοχεύει στην αποδοχή, στον αλληλοσεβασμό, στην αλληλοβοήθεια και στην
άμβλυνση της επιθετικής συμπεριφοράς. Παράλληλα με τη συνεργατική μάθηση η
αξιοποίηση της λογοτεχνίας και της τέχνη, τα παιχνίδια ανάθεσης ρόλων και η
κατάλληλη χρήση ποινών και αμοιβών συμβάλλει στην υιοθέτηση μιας κοινωνικά
επιθυμητής συμπεριφοράς. Μέσω της συνεργατικής μάθησης ο Γ. θα διδαχτεί πώς να
συνεργάζεται και να μοιράζεται πράγματα με τους συνομηλίκους του. Παράλληλα, θα
διδαχθεί να σέβεται και να βοηθά τα μέλη της ομάδας του.

Στο σημείο αυτό, αξίζει να σημειωθούν δύο μέθοδοι που έχουν εφαρμοστεί
και τα αποτελέσματά τους έχουν διάρκεια στο χρόνο. Η μέθοδος Pikas και η μέθοδος
της «αποφυγής της κατηγορίας». Οι παρεμβάσεις αυτές αποφεύγουν την κατά
πρόσωπο αντιμετώπιση του φαινομένου και στοχεύουν στην αύξηση της
ενσυναίσθησης των θυτών γιατί στο τέλος οι ίδιοι οι θύτες προτείνουν τις λύσεις για
το φαινόμενο της ενδοσχολικής βίας που αναπτύσσεται στα πλαίσια του σχολικού
περιβάλλοντος (Κυριακίδης, 2007).Ο Γ. λοιπόν, με τη μέθοδο αυτή και την αύξηση
της ενσυναίσθησής του, θα καταλάβει ποιες είναι οι επιπτώσεις της συμπεριφοράς

7
του στη Μ. και θα προσπαθήσει ο ίδιος να προτείνει λύσεις, ώστε να σταματήσει η
θυματοποίηση όχι μόνο της Μ. αλλά και άλλων παιδιών που βρίσκονται σε παρόμοια
θέση.

Επίλογος

Συμπερασματικά, από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας και την


παρουσίαση ενός εξατομικευμένου παραδείγματος, αυτό του Γ. , γίνεται φανερό πως
το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού είναι ένα υπαρκτό φαινόμενο στο πλαίσιο
του σχολικού περιβάλλοντος, δημιουργώντας προβλήματα στα παιδιά που
θυματοποιούνται. Τα επεισόδια βίαιης και εκφοβιστικής συμπεριφοράς εμφανίζονται
σπανιότερα στα σχολεία, τα οποία έχουν αναγνωρίσει τις διαστάσεις του
προβλήματος και έχουν προβεί σε τακτικές παρέμβασης και αντιμετώπισης του
φαινομένου. Η ευαισθητοποίηση της εκπαιδευτικής κοινότητας καθώς και η
επιμόρφωση των εκπαιδευτικών για την αντιμετώπιση των εκφοβιστικών
συμπεριφορών κρίνεται απαραίτητη. Η αναβάθμιση της παιδείας καθώς και ο
σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κάθε παιδιού πρέπει να αποτελεί κύριο
μέλημα όλων μας.

8
Βιβλιογραφία

Κυριακίδης, Σ. (2007). Θύτες και θύματα: Ερευνητικά δεδομένα και τρόποι


αντιμετώπισης της θυματοποίησης στο σχολείο. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών,
122, 93-106.

Μανιάτης, Π. (2009). Σχολική βία και ετερότητα στην Ελλάδα. Η ανάγκη της
διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Μέντορας, σελ.118 – 138.

Olweus, D. (2007). Bullying Prevention Program, Olweus Bullying Questionnaire-


Standard School Report. U.S.A: Hazelden- PDA

Olweus D. (1997), «Bully/victim problems in school facts and intervention»,


European Journal of Psychology of Education, 12(4), σ 495-510

Παπάνης, Ε (2009). Η Σχολική βία. Ανακτήθηκε στις 25/03/16 από


http://epapanis.blogspot.gr/2009/02/blog-post_11.html

Πρεκατέ, Β.(2008). Η Κακοποίηση του παιδιού στο Σχολείο & στην Οικογένεια.
Αθήνα: ΒΗΤΑ Ιατρικές Εκδόσεις ΜΕΠΕ

Στογιαννίδης, Α. (2013). Σχολικός εκφοβισμός: Μια σύγχρονη αυτοκριτική για την


απουσία αναζήτησης ενός βαθύτερου νοήματος ζωής. ΣΥΝΘΕΣΙΣ Τόμος 2 / Νο. 1,
272-289.

Χαντζή, Χ., Χουντουμάδη, Α. & Πατεράκη, Λ. (2000). Άσκηση βίας από μαθητές
προς μαθητές στο χώρο του δημοτικού σχολείου. Παιδί και Έφηβος 2:1, 97-111.

You might also like