Professional Documents
Culture Documents
Η βία είναι ενστικτώδης κατάσταση που παγιώθηκε στη συνείδηση του ανθρώπου στα βάθη της
Προϊστορίας, όταν «ο άνθρωπος των σπηλαίων» τη χρησιμοποιούσε ως άμυνα εναντίον θηρίων αλλά και
ως μέσο θήρευσής τους. Στο πέρασμα εκατοντάδων αιώνων σταδιακά ο άνθρωπος, ως «homo sapiens»
(=σοφός, σκεπτόμενος άνθρωπος), αντιλαμβάνεται ότι η μεγαλύτερη δύναμή του δεν είναι η βία, αλλά το
μυαλό του, ο νους, η λογική σκέψη του, στοιχεία που τον οδηγούν να δημιουργήσει κοινωνίες, πόλεις
κράτη, με συνδετικά στοιχεία την «αιδώ» και τη «δίκη» που του προσφέρουν ειρηνική ζωή και τις
προϋποθέσεις ανάπτυξης πνευματικού πολιτισμού. Η βία διαχρονικά σε όλες τις μορφές της καταγράφηκε
ως βαρύτατο ανθρώπινο ατόπημα. Αναγνωρίστηκε μόνο ως δικαίωμα του κράτους για την αντιμετώπιση
εχθρικών επιθέσεων και ως τιμωρία των παραβατών του νόμου. Η αναγνώριση του δικαιώματος της
χρήσης βίας στο κράτος γίνεται φυσικά με την προϋπόθεση ότι το κράτος είναι δημοκρατικό και, με το
συγκεκριμένο δεδομένο, οι ίδιοι οι πολίτες παραχωρούν στο κράτος ένα μέρος της ελευθερίας τους, για την
αντιμετώπιση της βίας ως απειλής από εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους.
Πρόλογος
1. Η βία αποτελεί διαχρονικό φαινόμενο και χαρακτηρίζει όλες σχεδόν τις κοινωνίες, είτε
είναι προηγμένες είτε όχι. Ωστόσο, εκείνο που προκαλεί έντονη ανησυχία είναι τα
ολοένα αυξανόμενα κρούσματα νεανικής παραβατικής συμπεριφοράς και βίας τα
τελευταία χρόνια.
2. Σε κάθε εποχή και κοινωνία οι νέοι, με την επαναστατικότητα, την ορμητικότητα, την ανυπομονησία,
την ευαισθησία, το ενθουσιώδες πνεύμα που διαθέτουν, αποτελούν την ανανεωτική δύναμη που
αμφισβητεί το κατεστημένο και επιθυμεί να αλλάξει δυναμικά τον κόσμο κάνοντας πιο δίκαιο και
ανθρώπινο. Ενίοτε, όμως, κάποιοι νέοι απομακρύνονται από την υγιή αμφισβήτηση, γίνονται
υπέρμετρα επιθετικοί και προχωρούν σε ακρότητες, βιαιοπραγίες και εγκληματικές ενέργειες, οι οποίες
στην εποχή μας φαίνεται να παρουσιάζουν δραματική αύξηση.
3. Ο σχολικός εκφοβισμός έχει αρχίσει να παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις στη σχολική κοινότητα και να
τρομάζει τους γονείς. Συνεχώς αυξάνει ο αριθμός των παιδιών που παραπονιούνται ότι έχουν πέσει
θύματα κοροϊδίας άλλων παιδιών και εκφράζουν την απόγνωση τους και τις δικές τους εμπειρίες ως
θύματα εκφοβισμού από συμμαθητές, συνομήλικούς τους ή παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας. Προσοχή, βία
δεν είναι μόνο το «ξύλο». Η βία μπορεί να πάρει διάφορες μορφές: λεκτική, σωματική,
συναισθηματική, διαδικτυακή, σεξουαλική. Στις 6 Μαρτίου είναι η παγκόσμια ημέρα κατά του
σχολικού εκφοβισμού. Ας ενημερωθούμε λοιπόν, ακόμη περισσότερο γι αυτό το φαινόμενο που
εξαπλώνεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια!
Σημαντική ευθύνη για τις βίαιες πράξεις των νέων έχει πολλές φορές η ίδια η οικογένεια. Ο
χαλαρός έλεγχος και η έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ γονέων και παιδιών ευνοούν την
παραβατικότητα. Η απουσία επικοινωνίας ωθεί σε αρκετές περιπτώσεις το παιδί να ενταχθεί σε ομάδες
που εκδηλώνουν παραβατική συμπεριφορά. Όπως έχουν δείξει επιστημονικές έρευνες, όταν υπάρχει ένας
συνδυασμός φτώχειας, εγκληματικού παρελθόντος της οικογένειας και έλλειψης ελέγχου και
επικοινωνίας με το παιδί, τότε αυξάνονται οι πιθανότητες αυτό να οδηγηθεί σε εγκληματική
συμπεριφορά.
Σε αρκετές περιπτώσεις ο τρόπος αντιμετώπισης των νέων από τους γονείς και γενικότερα τους
ενήλικες αποτελεί παράγοντα που επηρεάζει τη συμπεριφορά τους. Οι νέοι βρίσκονται σε μια
ευαίσθητη ηλικία και χρειάζονται αποδοχή, αναγνώριση και υποστήριξη προκειμένου να καταφέρουν
να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Όσοι νέοι έχουν γαλουχηθεί με
σωστά πρότυπα και αξίες και έχουν κοινωνικοποιηθεί σωστά είναι πιθανόν να πετύχουν την
αναγνώριση και την αποδοχή με σύννομα μέσα. Όσοι όμως έχουν ζήσει σε δύσκολο οικογενειακό
περιβάλλον αποτελώντας και οι ίδιοι θύματα ενδοοικογενειακής βίας είναι πιθανόν να εκδηλώσουν
βίαιη συμπεριφορά και να αναζητήσουν την αναγνώριση σε παράνομες δραστηριότητες. Επιπλέον, το
ελληνικό όνειρο επιτυχίας «που καλλιεργούν οι γονείς», μεταλλάσσει συναισθηματικά τα νέα παιδιά που
διαισθανόμενα ότι δεν μπορούν ν’ ανταποκριθούν στα υψηλά standards και στις προσδοκίες, επιδίδονται σε
ανομική φασαρία και καταστροφική άρνηση και αντίδραση.
Το κυρίαρχο εκπαιδευτικό σύστημα με την στείρα και άκριτη αποστήθιση της διδακτέας ύλης
οδηγεί στην τυποποίηση της γνώσης και στην αδυναμία να αναπτύξει ο μαθητής μία προσωπική σχέση με
αυτή και μέσω αυτής με τους συμμαθητές του. Ο διάλογος, ως βάση των δημοκρατικών κοινωνιών, δεν
προάγεται και ευνοείται κατάλληλα, ως το απαραίτητο μέτρο ανάπτυξης επιχειρηματολογίας και επίλυσης
διαφορών. Επιπρόσθετα, οι εκπαιδευτικοί, δεν ανιχνεύουν και αξιολογούν ορθά εκείνες τις περιπτώσεις
των μαθητών, οι οποίες παρουσιάζουν συμπτώματα παθογενών συμπεριφορών, προκειμένου να
επικεντρώσουν σε αυτές και να πραγματωθεί η έννοια της πρόληψης για περαιτέρω αντίστοιχες. Άλλωστε,
δεν αποτελεί ο εκπαιδευτικός, σημαντικό και κύριο παιδαγωγικό πρότυπο το οποίο απαιτείται να αποτρέπει
κάθε απόπειρα βίαιης εκδήλωσης στο πλαίσιο του σχολείου;
Η ανεργία και η φτώχεια, δεν πλήττει αποκλειστικά τη βιωσιμότητα των οικογενειών, αλλά και τη
ψυχική σύνθεση του νέου. Η ανατροφή του παιδιού σε ένα οικογενειακό περιβάλλον, στο οποίο κυριαρχεί
η απογοήτευση, καθώς και η αδυναμία προσέγγισης στοιχειωδών αγαθών και αναγκών, οδηγεί στην ένταξη
του νέου σε περιθωριακές ομάδες και στην μετέπειτα εκδήλωση ακραίων αντιδράσεων ως τρόπου
διαφυγής. Αξίζει να επισημανθεί στο σημείο αυτό, ότι οι σύγχρονες κοινωνίες, οι οποίες προάγουν τον
υπερκαταναλωτισμό, οδηγούν στη σύνθεση και στην επιδίωξη της ικανοποίησης πλασματικών αναγκών.
Με αυτόν τον τρόπο, επιχειρείται από νέους, και μέσω της εκδήλωσης παραβατικών συμπεριφορών, η
κάλυψη αυτών των αναγκών, διότι αφενός αδυνατούν να τις εκπληρώσουν οικονομικά και αφετέρου
υποκύπτουν στον πειρασμό της υλιστικής επίδειξης σε συνομηλίκους τους. Δημιουργείται, έτσι, ένας
φαύλος κύκλος μεταξύ των ανηλίκων, ο οποίος εξυπηρετεί το κυνήγι απόκτησης υλικών αγαθών, ακόμα κι
αν χρειαστεί η άσκηση βίας.
Παρατηρείται η έξαρση αντιλήψεων και συμπεριφορών, που απορρίπτουν την
διαφορετικότητα και δημιουργούνται ομάδες με αποκλειστικά κοινά χαρακτηριστικά. Με αυτόν τον
τρόπο, εντείνονται τα στοιχεία της μισαλλοδοξίας και των κάθε είδους διακρίσεων – εθνικών, φυλετικών,
θρησκευτικών – καθώς επικρατούν οι απρόσωπες σχέσεις γειτονίας και το έλλειμμα φυσικού και
κοινωνικού ζωτικού χώρου. Συνεπακόλουθα, προκύπτει ένα πρόσφορο έδαφος εκδήλωσης στοιχείων
εσωστρέφειας και απομάκρυνσης από θεμελιώδη συστατικά στοιχεία κοινωνικοποίησης και ομαλής
ένταξης σε υγιή κοινωνικά σύνολα. Έτσι, ο νέος αδυνατεί να μετουσιώσει συνειδητά την έννοια του
αλλότριου, αντιδρώντας με λεκτική ή σωματική βία, και αποδέχεται αποκλειστικά καθετί όμοιο ως προς
αυτόν.
Οι νέες τεχνολογίες αποτελούν έναν υποτιμημένο και συχνά αόρατο εχθρό, όταν δεν χρησιμοποιούνται
ορθολογικά από τον ίδιο τον άνθρωπο, προκειμένου να εξυπηρετηθεί και παρατηρείται η αλλοτρίωση και
παθητικοποίηση του νέου, λόγω των ηλεκτρονικών υπολογιστών και παιχνιδιών, καθώς και της
τηλεόρασης. Με αυτόν τον τρόπο και μέσω αυτών συχνά ηρωοποιείται η βία και προάγονται ευρύτερα
φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας, ως πρότυπα και ταυτόχρονης ρεαλιστικής μεταφοράς τους στον
κοινωνικό στίβο. Πρόκειται, λοιπόν, για την κακώς εννοούμενη μίμηση, η οποία διαστρεβλώνει την
προσωπικότητα του νέου και αυτή, μεταμορφώνεται σε μία οντότητα, η οποία «παίρνει το νόμο» στα χέρια
της. Παράλληλα, το cyberbullying, που παραπέμπει στην ηλεκτρονική βία μέσω του διαδικτύου, αποτελεί
μία νέα μέθοδο, είτε εκφοβισμού, είτε εκβιασμού, εφόσον μάλιστα ευνοείται από το καθεστώς της
ανωνυμίας. Άλλωστε, η πρόσβαση σε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα καθίσταται εύκολη και
χρησιμοποιούνται συχνά για την εξαπόλυση απειλών.
Αναπτύσσονται σταδιακά στο σχολείο, ως μικρογραφία των σύγχρονων κοινωνιών, το ανταγωνιστικό
πνεύμα και η καθιέρωση των προτύπων καταξίωσης του ισχυρού και του δυνατού.
Επιχειρείται η προσωπική ανάδειξη στο σχολικό περιβάλλον, όχι σε επίπεδο πνευματικό, αλλά με τη
μορφή της ισχύος και της επιβολής της προσωπικής γνώμης με κάθε κόστος. Όταν επικρατεί όμως, η
αντίθετη, τότε επιχειρείται η περιθωριοποίησή αυτού που την υπερασπίζεται. Με αυτόν τον τρόπο,
γαλουχούνται χαρακτήρες, οι οποίοι μεταφέρουν αντίστοιχες νοοτροπίες σε κοινωνικό πλαίσιο, και δεν
προάγεται η κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη, αλλά αντιθέτως, κυριαρχεί ο νόμος του ισχυρού και η
υπακοή του αδυνάμου. Το φαινόμενο αυτό, πηγάζει από το σχολικό περιβάλλον, στο οποίο ο ανίσχυρος,
δέχεται αδιαμαρτύρητα τις επιθυμίες του δυνατότερου, καθώς αδυνατεί να υποστηρίξει την άποψή του,
φοβούμενος την άσκηση εις βάρος του, κάθε μορφής βίας.
Η στέρηση σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης σε οικογενειακό και εκπαιδευτικό επίπεδο, αποτελεί
μοχλός απομάκρυνσης του νέου από τη συγκρότηση του προτύπου της οικογένειας. Σημείο αναφοράς,
αποτελεί η ανάγκη του νέου να επιβληθεί ως προσωπικότητα με κάθε τρόπο, προκειμένου να αποτελέσει,
αφενός το επίκεντρο της προσοχής στο αντίθετο φύλο, και αφετέρου πρότυπο θαυμασμού από το ομοειδές,
ως επιβράβευση της …νικηφόρας σταυροφορίας που εξαπέλυσε απέναντι σε ανταγωνιστές και μη… Οι
τριβές είναι συνεχείς και συχνά μεταφέρονται από το στενό σχολικό περιβάλλον στον κοινωνικό στίβο,
χωρίς να είναι πλέον απόλυτα ελεγχόμενες, τόσο από την πλευρά της οικογένειας, όσο και των ίδιων των
εκπαιδευτικών φορέων. Δεν είναι, λοιπόν, αναγκαίο, να καταστεί κατανοητό από το σύνολο των μελών της
Κοινωνίας, ότι η αδιαφορία, τα λάθη και οι παραλείψεις στα αίτια πρόκλησης του φαινομένου της
σχολικής βίας, επιδρούν πολλαπλάσια και πιο ισχυρά στα ευρύτερα κοινωνικά σύνολα;
Τα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα Οι κοινωνικές ανισότητες (αδικία, εκμετάλλευση) η ανεργία,
η φτώχεια ο ρατσισμός, η απουσία του κράτους πρόνοιας, η διάδοση των ναρκωτικών γεννούν τον φόβο
και την ανασφάλεια για το μέλλον και ωθούν το άτομο στην εκδήλωση αντικοινωνικής συμπεριφοράς.
Επιπλέον, τα μέλη της κοινωνίας που βιώνουν τα προβλήματα αυτά οδηγούνται στον κοινωνικό
αποκλεισμό και την περιθωριοποίηση με αποτέλεσμα να αντιδρούν με βίαια ξεσπάσματα εναντίον του
κοινωνικού συνόλου.
Τρόποι περιορισμού του φαινομένου του ψευτοπαλικαρισμού στα σχολεία μέσα από
τους φορείς παιδείας.
Ομιλία μεταβατική παράγραφος Η άσκηση βίας, λεκτικής ή σωματικής, συνιστά ενδεχομένως μέσο
εκτόνωσης και αντεκδίκησης για τον θύτη. Ωστόσο, δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα στη ρίζα. Οξύνει τις
αντιθέσεις, ενισχύει την ανηθικότητα, καταλύει την κοινωνική δικαιοσύνη αφήνοντας περιθώρια
ανάπτυξης στα ζωώδη ένστικτα. Η ψυχολογία του θύματος καταρρακώνεται, καθώς βιώνει το φόβο και την
ανασφάλεια. Προβάλλει, λοιπόν, αδήριτη η ανάγκη να αντιληφθούμε όλοι, μα πρωτίστως οι φορείς αγωγής
και κοινωνικοποίησης ότι δεν πρέπει να επιβάλλεται κανείς με τη βία αλλά με την πειθώ, το ζωντανό
παράδειγμα, το διάλογο.
Δυστυχώς, σε πολλές περιπτώσεις τα περιστατικά βίας και εκφοβισμού στα σχολεία δεν
αντιμετωπίζονται κατάλληλα. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα τα περιστατικά ενδοσχολικής βίας
αποσιωπούνται διότι θεωρείται ότι εκθέτουν και στιγματίζουν τους θύτες, τα θύματα και το κύρος του
σχολείου. Γενικά, παρατηρείται έλλειμμα ενημέρωσης, περιορισμένη ευαισθητοποίηση και σχετική άγνοια
για τον τρόπο αντιμετώπισης του προβλήματος, καθώς οι γονείς μιλούν ελάχιστα για το πρόβλημα με τα
παιδιά τους, οι μαθητές-θύματα συχνά αντιδρούν με απόσυρση και αποφεύγουν να ζητήσουν βοήθεια από
τους ενήλικες και τέλος οι εκπαιδευτικοί συζητούν ελάχιστα στην τάξη τις συμπεριφορές βίας και
εκφοβισμού.
Οικογένεια Ως πρωταρχικός φορέας κοινωνικοποίησης η οικογένεια χρειάζεται να αποτελέσει πρότυπο
αγωγής για το νέο παρέχοντας του ένα περιβάλλον αγάπης, στοργής ασφαλείας και ηρεμίας. Μέσο
επίλυσης των διαφορών θα πρέπει να είναι ο διάλογος και όχι η βία που σίγουρα καλλιεργεί επιθετικούς
χαρακτήρες, οι οποίοι θεωρούν τη χρήση βίαιων μεθόδων ως κάτι το φυσικό και το επιλέγουν σε κάθε
έκφανση της κοινωνικής τους ζωής. Ειδικότερα στη δύσκολη μεταβατική περίοδο της εφηβείας χρειάζεται
να βρίσκονται κοντά στα παιδιά, χωρίς να τα καταπιέζουν δείχνοντας κατανόηση και αποφεύγοντας τις
συγκρούσεις. Επίσης, σημαντικό είναι να διασφαλίζεται ελεύθερος χρόνος στον οποίο οι γονείς θα
επικοινωνούν, θα συζητούν με τα παιδιά τους, θα προβαίνουν σε δημιουργικές ασχολίες.
Σχολείο Βασικός στόχος του σχολείου, πέρα από την παροχή γνώσεων, πρέπει να είναι η διαμόρφωση
ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων, με ενισχυμένο το αίσθημα της αυτοπεποίθησης και της αυτοεκτίμησης.
Ο χώρος του σχολείου οφείλει να καλλιεργεί τις αρετές της συνεργασίας, της αλληλεγγύης, του διαλόγου,
της άμιλλας και όχι του σκληρού και στεγνού ανταγωνισμού. Ακόμη, οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να
αναγνωρίζουν και όχι να αποκρύπτουν κρούσματα ενδοσχολικής βίας, να βρίσκονται σε συνεχή επαφή και
σύμπραξη με τους γονείς και να ενημερώνονται διαρκώς για τις μεθόδους αντιμετώπισης τους με τη
συνδρομή ειδικών επιστημόνων. Τέλος, στο σχολείο χρειάζεται να αντιμετωπίζει ισότιμα όλους τους
μαθητές να επιβραβεύει την προσπάθειά τους, να προωθεί τα ξεχωριστά ταλέντα του καθενός
προσφέροντας την ικανοποίηση της συμμετοχής και προσφοράς.
Σε ό,τι αφορά τους εκπαιδευτικούς, πάντως, ο δικός τους ρόλος είναι εξαιρετικά σημαντικός
από την άποψη πως είναι εκείνοι που ευκολότερα μπορούν να εντοπίσουν τα περιστατικά ενδοσχολικής
βίας, και άρα να δράσουν με αμεσότητα. Ειδικότερα:
Εκείνο που κυρίως ζητείται από τους εκπαιδευτικούς είναι η εκδήλωση ειλικρινούς ενδιαφέροντος, ώστε
κάθε πιθανή ένδειξη ή απόδειξη άσκησης εκφοβισμού να αντιμετωπίζεται αμέσως με διακριτικό, αλλά
αποφασιστικό τρόπο. Αν οι εκπαιδευτικοί αδιαφορούν ή διστάζουν να παρέμβουν, το αποτέλεσμα
είναι επώδυνο για τα παιδιά-θύματα εφόσον παρατείνεται η βασανιστική δοκιμασία τους. Ενώ, συνάμα,
η αδιαφορία ή η απραξία των εκπαιδευτικών εκλαμβάνεται από τους θύτες ως είδος συναίνεσης, γεγονός
που ενισχύει τις αναποτελεσματικές συμπεριφορές τους εις βάρος των συμμαθητών τους.
Οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να επιδιώκουν με κάθε ευκαιρία την ευαισθητοποίηση των μαθητών στο
κρίσιμο αυτό ζήτημα μέσα από συζητήσεις και παρουσιάσεις στο πλαίσιο του μαθήματος. Κρίνεται
ιδιαιτέρως σημαντικό να κατανοήσουν πλήρως τα παιδιά-θύτες τον αντίκτυπο που έχει η συμπεριφορά
τους σ’ εκείνους που τρέπονται σε θύματα του θυμού, της αγανάκτησης ή της απογοήτευσής τους.
Επίσης, βασική ευθύνη των εκπαιδευτικών είναι η άμεση ενημέρωση και εμπλοκή των γονιών, ώστε η
αντιμετώπιση των περιστατικών εκφοβισμού να επιχειρηθεί όχι μόνο από το σχολείο αλλά και από τις
οικογένειες των παιδιών. Επιπλέον, παρά τις αντίξοες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί στο χώρο της
εκπαίδευσης, οι εκπαιδευτικοί καλούνται να θεραπεύσουν τις πηγές έντασης και δυσαρέσκειας, με το να
δώσουν στην εκπαιδευτική διαδικασία μια πιο δημιουργική διάσταση, ενισχύοντας παράλληλα τη
συνεργασία μεταξύ των μαθητών.
Μ.Μ.Ε.
Η επαφή με τα μέσα επικοινωνίας είναι μια διαδικασία που εμφανίζεται από τα πρώτα χρόνια της ζωής του
παιδιού και αποτελεί μια διαδικασία με καταλυτική επίδραση, αδιάλειπτη και άμεση. Επομένως η δράση
των μέσων επικοινωνίας έχει μεγάλη σημασία ως προς την επίλυση του προβλήματος.
Οργάνωση εκστρατειών ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης, εκπομπές και αφιερώματα
πάνω στο καίριο ζήτημα της ενδοσχολικής βίας.
Προβολή υγιών προτύπων και η από-ηρωοποίηση των νταήδων και των παραβατικών , ιδιαίτερα σε
παιδικά και νεανικά προγράμματα.
Επαναφορά της εκπαιδευτικής τηλεόρασης στα κρατικά κανάλια με πλήθος εκπομπών νεανικού
ενδιαφέροντος με θέματα που αφορούν στους νέους ανθρώπους και στα προβλήματά τους.
Έλεγχος των παιδικών παιχνιδιών στο διαδίκτυο και αυστηρές προϋποθέσεις από τα κέντρα κοινωνικής
δικτύωσης ως προς τη συμμετοχή ανήλικων μελών και την «ηλεκτρονική» τους συμπεριφορά.
Το κράτος
Σημαντική, βέβαια, είναι και η συμβολή του κράτους στην αντιμετώπιση του φαινομένου, μέσα από την
προσπάθεια δημιουργίας και ενίσχυσης των κατάλληλων υποδομών για την πρόληψη του φαινομένου.
Ένα σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι η στελέχωση των σχολείων με ψυχολόγους,
ώστε οι μαθητές να έχουν τη δυνατότητα να βρίσκουν κατάλληλη βοήθεια και καθοδήγηση στις
έντονα συγκρουσιακές καταστάσεις που βιώνουν.
Ενώ, καίρια είναι και η ανάγκη κατάλληλης επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών στα θέματα της
ενδοσχολικής βίας, προκειμένου να είναι σε θέση να τα αντιμετωπίσουν με ευαισθησία και
αποτελεσματικότητα.
Το κράτος, μάλιστα, οφείλει να θέσει σε απόλυτη προτεραιότητα και τα υπόλοιπα ζητήματα της
σύγχρονης εκπαίδευσης, καθώς η συνεχιζόμενη μείωση των αντίστοιχων δαπανών έχουν
δημιουργήσει μια εξαιρετικά επιζήμια κατάσταση. Η επιλογή δημιουργίας τμημάτων με πολλούς μαθητές,
η ελλιπήςστελέχωση των σχολείων, η απουσία κατάλληλου σχεδιασμού για τον πραγματικό
εκσυγχρονισμό των εκπαιδευτικών μεθόδων, αλλά και του
προγράμματος σπουδών, τείνουν να καταστήσουν το σχολείο εντελώς παρωχημένο. Πολλοί μαθητές,
άλλωστε, ήδη θεωρούν πως αντί η φοίτησή τους να είναι μια ευκαιρία αποκόμισης σημαντικών
ωφελημάτων, έχει μετατραπεί σε μια ανούσια εξαναγκαστική διαδικασία.
Η έξαρση της εγκληματικότητας και η αντιμετώπισή της
Η έξαρση της εγκληματικότητας είναι μία πραγματικότητα που έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις.
Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες παραβατικών συμπεριφορών ή ενημερωνόμαστε για περιστατικά βίας
από τον τύπο και την τηλεόραση. Τα αίτια του φαινομένου είναι ποικίλα, ενώ είναι αναγκαία η άμεση
λήψη μέτρων για την περιστολή του.
Παράγοντες που οδηγούν στην έξαρση φαινομένων της βίας, της εγκληματικότητας και των μορφών
επιθετικότητας στην εποχή μας
Τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης εποχής εντείνουν το πρόβλημα της ανάπτυξης της βίας.
Αναλυτικότερα, οι ηθικές αξίες και οι θεσμοί διέρχονται κρίση. Το άτομο έχει μετατραπεί σε έρμαιο
της υλιστικής νοοτροπίας, αφού πια η ευδαιμονία ταυτίζεται με την ύλη. Ταυτόχρονα επιδιώκει την
κοινωνική του καταξίωση μέσα από την απόκτηση της. Εντός αυτού του πλαισίου ο άνθρωπος
αλλοτριώνεται και μένει ασυγκίνητος μπροστά στα φαινόμενα βίας. Απαθής απέναντι στον
συνάνθρωπο, αδιαφορεί για την ανάπτυξη του φαινομένου, ενώ συχνά δεν διστάζει να υιοθετήσει και ο
ίδιος παραβατική συμπεριφορά απέναντι στους συνανθρώπους του.
Ταυτόχρονα, τα ΜΜΕ με τη δύναμη του ήχου και της εικόνας μπορούν να διαμορφώνουν συνειδήσεις
υπέρ της βίας. Προβάλλουν απροκάλυπτα το έγκλημα, ηρωοποιούν τους εγκληματίες και προωθούν τον
φανατισμό παρουσιάζοντας μονομερώς τα γεγονότα. Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούμε στα
παιχνίδια του διαδικτύου που ερεθίζουν την επιθετικότητα της επίπλαστης προσωπικότητας των
παιδιών. Συχνά, λοιπόν, αντιλαμβάνονται αυτή τη συμπεριφορά ως φυσιολογική και την υιοθετούν και
στην πραγματική τους ζωή.
Προληπτικά μέτρα από την πολιτεία και την οικογένεια για την αντιμετώπιση του φαινομένου
Η μέριμνα της πολιτείας κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να αμβλυνθούν τα φαινόμενα βίας στην
κοινωνία. Το κράτος οφείλει να θεσπίσει αυστηρότερους νόμους αλλά και να διασφαλίσει την
εφαρμογή των υπαρχόντων. Παράλληλα θα μπορούσε να επικεντρωθεί όχι μόνο στην καταπολέμηση
της βίας, αλλά και στην πρόληψη της. Η εξασφάλιση θέσεων εργασίας και η πραγμάτωση ενός κράτους
δικαίου και πρόνοιας στο οποίο οι πολίτες νιώθουν ασφάλεια και εμπιστοσύνη, αμβλύνει τα κίνητρα
της βίας και αποτρέπει την υιοθέτηση παραβατικής συμπεριφοράς.
Από την άλλη, η οικογένεια ως πρωταρχικός φορέας αγωγής, οφείλει να φέρει το νέο κοντά στις αξίες
της ανθρώπινης ζωής, ώστε να τον αποτρέψει από τη χρήση βίας εναντίον των συνανθρώπων του. Η
επαφή με τον αθλητισμό και το βιβλίο θα του εξασφαλίσουν αρετές όπως η ομαδικότητα, η
συνεργασία, η τιμιότητα και η πνευματική ανεκτικότητα. Τέλος, τα υγιή πρότυπα μέσα στην οικογένεια
και η επίλυση των προβλημάτων που προκύπτουν με τον διάλογο θα καλλιεργήσουν στον νέο την αξία
της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών.
Η έξαρση της βίας με τις ποικίλες προεκτάσεις της τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο,
επιβάλλει τη συντονισμένη προσπάθεια του κράτους και των επιμέρους φορέων αγωγής. Στόχος τους, η
αναχαίτιση εκείνων των παραγόντων που θα την περιορίσουν.
Επίλογος
1. Η υποβαθμισμένη ζωή, το υποβαθμισμένο σχολείο, τα υποβαθμισμένα όνειρα, ο κοινωνικός
αποκλεισμός, ο ανασφαλής ζωτικός χώρος επιβίωσης, η πανοπτική κοινωνία γενικής και ειδικής
παρακολούθησης, όλα αυτά και όλοι αυτοί κρύβουν από τους νέους τον ήλιο του μέλλοντός τους. Και –
ως γνωστόν – χωρίς φως ή προσδοκία φωτός χάνει την αξία του οποιοσδήποτε αγώνας στην τάξη και
στη ζωή.
2. Τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από το να κατανοηθεί ότι ο εκφοβισμός και η βία είναι φαινόμενα
παθογένειας, που δυσχεραίνουν τις ανθρώπινες σχέσεις και διασπούν την κοινωνική συνοχή. Είναι
δεδομένο ότι σε περιόδους κρίσης οι εντάσεις και οι ανταγωνισμοί πυροδοτούνται εύκολα και τα
κρούσματα βίας πολλαπλασιάζονται. Ακόμα πιο ανησυχητικό γίνεται όμως το φαινόμενο, όταν
εξαπλώνεται και στους χώρους του πνεύματος όπως το σχολείο. Αυτό που χρειάζεται είναι η
συσπείρωση και η συνεργασία όλων των φορέων προκειμένου να αναδείξουν ότι η βία δεν προωθεί
καμία εξέλιξη, αντίθετα καταπατά τα ανθρώπινα δικαιώματα, καταστρατηγεί τις ελευθερίες, μολύνει
τις ψυχές των ανθρώπων, αφού επιβάλλει την κυριαρχία των ενστίκτων έναντι της λογικής.