Professional Documents
Culture Documents
U194N2510
2η Εργασία με Θέμα:
«Να παρακολουθήσεις με τη μέθοδο της συμμετοχικής παρατήρησης και για μικρό χρονικό
διάστημα (1-2 εβδομάδων περίπου) ένα παιδί με διαταραχή αυτιστικού φάσματος,
ενδεχομένως από τον κοινωνικό σου περίγυρο ή τον εκπαιδευτικό ή τον φιλικό σου κύκλο,
κ.τ.λ. Να εστιάσεις την προσοχή σου περισσότερο σε θέματα κοινωνικοποιημένης
συμπεριφοράς του.
Να καταγράψεις στη συνέχεια την πλέον ιδιότυπη συμπεριφορά του στον κοινωνικό τομέα
έκφανσης της συντάσσοντας ένα συναφές κείμενο έκτασης 6 σελίδων περίπου. Τούτο θα
περιλαμβάνει τις συναφείς παρατηρήσεις, τα σχόλια και τις ενδεχόμενες παρεμβάσεις σου.»
Εισαγωγή………………………………………………………………………………2
Κύριο μέρος……………………………………………………………………………3
1. Το κλινικό προφίλ…………………………………………………………………...3
2.1 Η μέθοδος………………………………………………………………………….4
3. Παρεμβάσεις………………………………………………………………………....6
Συμπεράσματα………………………………………………………………………….9
Βιβλιογραφία…………………………………………………………………………...10
[1]
Εισαγωγή
[2]
Κύριο μέρος
Ο τρόπος που ερμηνεύεται η διαταραχή του αυτιστικού φάσματος μέσω της υπόθεσης
της Θεωρίας του Νου δομεί ένα μοντέλο προερχόμενο από τον κλάδο της αναπτυξιακής
ψυχολογίας. Σύμφωνα με τη Θεωρία αυτή, καθώς μεγαλώνουν, τα παιδιά ωριμάζουν και
κατακτούν ολοένα και περισσότερες δεξιότητες ώστε να εκτιμούν και να κατανοούν τον
κόσμο σε επίπεδο περιβαλλοντικό και νοητικό. Η συγκεκριμένη ανάπτυξη συνδέεται με την
ικανότητα του παιδιού να εκτιμά τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τα «θέλω» και τις
προσδοκίες τρίτων. Αυτή η δεξιότητα χρησιμοποιείται με αυτοματοποιημένο τρόπο στις
[3]
κοινωνικές συναλλαγές στην καθημερινότητα των ατόμων. Με άλλα λόγια, πρόκειται για μια
νοητική ικανότητα που έχει προσδιοριστικό χαρακτήρα στις κοινωνικές σχέσεις και τις
αλληλεπιδράσεις μεταξύ ανθρώπων. Στην περίπτωση των παιδιών με ΔΑΦ παρατηρείται
χαρακτηριστική ανεπάρκεια στη Θεωρία του Νου (Στασινός, 2016).
2.1 Η μέθοδος
Ο Ζ. είναι ένας μαθητής που φοιτά στη Γ’ Δημοτικού του γενικού σχολείου της
περιοχής του. Σήμερα είναι 9 ετών και διαγνώστηκε σε ηλικία περίπου 4 ετών από ιδιώτη
ιατρό. Σε ηλικία 5 ετών έλαβε Διάγνωση από το αρμόδιο Κ.Ε.Σ.Υ., όπου διαπιστώθηκε πως ο
Ζ. βρίσκεται στο φάσμα του αυτισμού και πως χρειάζεται εξατομικευμένη παράλληλη
στήριξη κατά τη φοίτησή του στο σχολείο. Δεν ακολουθεί φαρμακευτική αγωγή, ενώ
πραγματοποιεί λογοθεραπεία 2 φορές την εβδομάδα.
Ο Ζ. εκτελεί εντολές μόνο όταν αυτές δοθούν πολλές φορές και γενικά δεν δείχνει
ενδιαφέρον για τους ανθρώπους γύρω του. Η μη επιθυμία για συναναστροφή και η μη
ανταπόκριση στην εντολές καταδεικνύουν έλλειμμα κοινωνικοποιημένης συμπεριφοράς.
Επίσης, δε χρησιμοποιεί λέξεις όπως «ευχαριστώ», «παρακαλώ», «συγγνώμη» και «ορίστε».
Δεν δείχνει να κατανοεί τα συναισθήματα και τις προθέσεις των άλλων ούτε δείχνει να
αντιλαμβάνεται ή να ενδιαφέρεται για τις συνέπειες των συμπεριφορών του σε άλλους.
Χαρακτηριστικό έλλειμμα στον τομέα της κοινωνικοποίησης είναι και το γεγονός ότι ο Ζ.
αρνείται πεισματικά να μοιραστεί τα προσωπικά του αντικείμενα με άλλους ή να ασχοληθεί
με κάποιο παιχνίδι που δεν έχει επιλέξει ο ίδιος για να εκπληρώσει την επιθυμία κάποιου
τρίτου (πχ. τη δική μου).
[5]
Στις περιπτώσεις όπου το άτομο έχει ανεπτυγμένες κοινωνικοποιημένες δεξιότητες
τότε είναι σε θέση να επικοινωνεί και να αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του. Με άλλα λόγια,
μέσα από τον ενεργό κοινωνικό ρόλο, το άτομο, είναι σε θέση να διαμορφώσει μια
ολοκληρωμένη εικόνα για τον εαυτό του και να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του
κοινωνικού συνόλου (Μπίκος, 2004). Στις περίπτωση του Ζ. δεν έγινε σαφές αν κατανοεί το
ρόλο και την κοινωνική του θέση ενώ σε καμία από τις συναντήσεις δεν δέχθηκε να
περιγράψει τον εαυτό του, παρά τις συνεχείς παροτρύνεις.
Ο Ζ. είναι σχετικά απόμακρος και από τους γονείς του. Είναι ήσυχος και συχνά
επιζητά την απομόνωση. Δεν δείχνει επιθυμία για συναναστροφή με τους συνομηλίκους του
και δεν τους ανέφερε ποτέ κατά τις συναντήσεις μας. Δεν τον ενοχλεί η παρουσία κάποιου
ενήλικα σε κοντινή απόσταση. Δείχνει να νιώθει ασφαλής στην εκτέλεση γνωστικών
δραστηριοτήτων. Επιθυμεί να γνωρίζει εκ των προτέρων τη σειρά των δραστηριοτήτων που
θα ακολουθήσει και η οποιαδήποτε μεταβολή του προγράμματος τον αναστατώνει. Σύμφωνα
με τον Κογκούλη (2011), η κοινωνικοποιημένη συμπεριφορά συνδέεται με την
κοινωνικότητα. Κοινωνικότητα, είναι η ικανότητα του ατόμου να συνεργάζεται, να
αλληλεπιδρά και να δημιουργεί αμφίδρομες σχέσεις με τους γύρω του. Ωστόσο, ο Ζ. φαίνεται
να αδιαφορεί για τη σύναψη τέτοιων σχέσεων, χωρίς όμως να είναι επιθετικός προς τρίτους.
3. Παρεμβάσεις
Για την υπέρβαση των δυσκολιών του Ζ., συστήνεται η δημιουργία ενός
εξατομικευμένου προγράμματος παρέμβασης. Εξαιτίας του αμφίδρομου και δυναμικού
[6]
χαρακτήρα της κοινωνικοποίησης, κατά τη συμμετοχική παρατήρηση δόθηκε έμφαση στην
ενασχόληση δραστηριοτήτων με μίμηση προτύπου. Για την υιοθέτηση σωστών προτύπων
συμπεριφοράς χρησιμοποιήθηκαν δραστηριότητες εκμάθησης κοινωνικών κανόνων, όπως να
χρησιμοποιεί τις λέξεις «ευχαριστώ», «παρακαλώ» και «συγγνώμη». Ακόμη, για τη μη
διατάραξη της ρουτίνας του παιδιού και για τη μείωση του άγχους περί αβεβαιότητας της
εξέλιξης των επισκέψεών μου, του γνωστοποιούσα το τι θα περιλάμβαναν οι επόμενες
συναντήσεις μας.
Ένα ακόμη μέσο παρέμβασης που μπορεί να αξιοποιηθεί στην περίπτωση του Ζ. είναι
οι κοινωνικές ιστορίες. Οι κοινωνικές ιστορίες έχουν ως στόχο την ανάπτυξη της κατάλληλης
κοινωνικής συμπεριφοράς των παιδιών με ΔΑΦ αλλά και τη βελτίωση της κοινωνικής του
κατανόησης. Η συγκεκριμένη μέθοδος χρησιμοποιεί εξατομικευμένα κείμενα με
οπτικοποιημένο υλικό για την καλύτερη κατανόηση από το παιδί.
[7]
Μια ακόμη παρέμβαση που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη βελτίωση της
κοινωνικοποιημένης συμπεριφοράς του Ζ. είναι η εφαρμογή των αρχών της δομημένης
διδασκαλίας TEACCH (Happe, 2003). Η συγκεκριμένη μέθοδος δημιουργεί ένα περιβάλλον
«προβλέψιμο» για κάθε παιδί με ΔΑΦ. Συγκεκριμένα, σε ένα περιβάλλον πλήρως δομημένο,
το παιδί νιώθει ασφάλεια και λειτουργεί εκτελώντας τις δραστηριότητές του. Βασίζεται στην
οργάνωση ατομικών χώρων εργασίας, ενός ατομικού και εξατομικευμένου ημερήσιου
προγράμματος καθώς και στην αξιοποίηση οπτικών βοηθημάτων (Στασινός, 2016).
Το δομημένο πρόγραμμα αυτό είναι κατάλληλο για την περίπτωση του Ζ. καθώς δεν
θα διαταράξει την ρουτίνα του και θα φροντίσει κατάλληλα το περιβάλλον όπου θα
λαμβάνουν χώρα οι παρεμβατικές δραστηριότητες μέσω ενός δομημένου περιβάλλοντος.
Ακόμη, ο Ζ. θα γνωρίζει εκ των προτέρων το ατομικό του πρόγραμμα, με σκοπό να ξέρει
ακριβώς τι θα κάνει την επόμενη στιγμή κι έτσι να επικεντρώνεται στο στόχο του
προγράμματος, ο οποίος είναι και η ενίσχυση της κοινωνικοποιημένης συμπεριφοράς του.
Επιπλέον, μέσω του TEACCH, θα επιτευχθεί η οργάνωση της οποιασδήποτε δραστηριότητας
λαμβάνει για την ενίσχυση της κοινωνικοποιημένης συμπεριφοράς του Ζ., είτε αυτή
συμβαίνει στο σπίτι είτε στο σχολείο. Τέλος, η οπτική παρουσίαση των δραστηριοτήτων
κρίνεται κατάλληλη για το προφίλ του Ζ (Στασινός, 2016).
[8]
να αντιμετωπίζονται όσο το δυνατόν περισσότερο πρώιμα και πάντα μέσα από τη συνεργασία
όλων των εμπλεκόμενων προσώπων στη ζωή του παιδιού με ΔΑΦ (Στασινός, 2016). Η
συνεργασία εκπαιδευτικών, θεραπευτών, ιατρών και γονέων μπορεί να πετύχει το καλύτερο
δυνατό αποτέλεσμα για το παιδί.
Συμπεράσματα
[9]
μίμησης προτύπου και εκμάθηση βασικών κανόνων κοινωνικοποιημένης συμπεριφοράς. Για
την εφαρμογή των παραπάνω, κρίθηκε κατάλληλη η συμμόρφωση των παρεμβατικών
δραστηριοτήτων στις αρχές του TEACCH.
Βιβλιογραφία
Αρζιμάνογλου – Μαντζαρλή, Λ. (2006). Η Ρυθμική Dalcrose μέσα από τα μάτια της Λίλης,
Αθήνα: Εκδόσεις Σ. Μαντζαρλής.
Harrower, J. K. & Dunlap, G. (2001). Including Children with Autism in General Education
Classrooms.A Review of Effective Strategies. Behavior Modification, 25(5), 762 – 784.
Loomes, R., Hull, L. & Mandy, W. P. L. (2017). What is the male-to-female ratio in autism
spectrum disorder? A systematic review and meta-analysis. J. Am. Acad. Child Adolesc.
Psychiatry 56, 466–474.
Lord, C., Brugha, T.S., Charman, T., Cusack, J., Duman, G., Frazier, T., Jones, E. J. H., Jone,
R. M., Pickles, A., State, M. W., Taylor, J. L. & Veenstra-VanderWeele, J. (2020). Autism
[10]
spectrum disorder. Nat Rev Dis Primers 6(5), 1 – 23. Doi: https://doi.org/10.1038/s41572-
019-0138-4
Macari, S. L., Koller, J., Campbell, D. J. & Chawarska, K. (2017). Temperamental markers in
toddlers with autism spectrum disorder. Journal of Child Psychology and Psychiatry, 58(7),
819-828.
Μπίκος, Κ. (2004). Αλληλεπίδραση και κοινωνικές στη σχολική τάξη. Αθήνα: εκδόσεις
Ελληνικά Γράμματα.
Sadouk, L., Gadi, T. & Essoufi, E. H. (2018). A novel deep learning approach for recognizing
stereotypical motor movements within and across subjects on the autism spectrum disorder.
Computational intelligence and neuroscience, 2018, 1 – 16. Doi:
https://doi.org/10.1155/2018%2F7186762
Scassellati, B., Admoni, H., Mataric, M. (2012). Robots for Use in Autism Research. Annual
Review of Biomedical Engineering, 14, 275–94.
Στασινός Π. Δ. (2016). Η Ειδική Εκπαίδευση 2020 plus. Για μια Συμπεριληπτική ή Ολική
Εκπαίδευση στο Νέο- Ψηφιακό σχολείο με Ψηφιακούς Πρωταθλητές. Αθήνα: Παπαζήση.
[11]