Professional Documents
Culture Documents
( Αδαµίδου Αιµιλία)
Γενικά
Τα άτοµα µε νοητικές ανεπάρκειες δεν φτάνουν όλα στα ίδια επίπεδα νοητικής
ανάπτυξης µε αυτά των «φυσιολογικών» ατόµων, εκτός και αν η νοητική ανεπάρκεια
οφείλεται σε περιβαλλοντικά αίτια και έχει γίνει έγκαιρη διάγνωση και πρώιµη
παρέµβαση για την αντιµετώπισή της.
Η νοητική υστέρηση εµφανίζεται ως κυρίαρχο ή δευτερεύον σύµπτωµα πολλών
διαφορετικών διαταραχών και συνδρόµων. Πολλές φορές µάλιστα είναι συνέπεια
κακών συνθηκών διαβίωσης και σχετίζεται µε το µορφωτικό, κοινωνικό και οικονοµικό
επίπεδο των γονέων.
Τα άτοµα µε νοητική υστέρηση βιώνουν όχι µόνο τις δυσκολίες από την σοβαρή
αυτή ψυχική διαταραχή, αλλά υφίστανται παράλληλα τη στέρηση στην άσκηση των
βασικών ανθρώπινων δικαιωµάτων τους. Οι περιορισµένες προληπτικές παρεµβάσεις, η
δυσκολία προσβασιµότητας στις κατάλληλες υπηρεσίες, η έλλειψη εξειδικευµένων
δοµών, ο µικρός αριθµός των ειδικών θεραπευτών, η δυσκολία παροχής εκπαίδευσης
και πολύ περισσότερο απασχόλησης, είναι µερικά από τα ελλείµµατα για τη σωστή
αντιµετώπιση των ατόµων αυτών, µε αποτέλεσµα να καταστρατηγείται κάθε έννοια
ισονοµίας και ισοτιµίας.
Η διαπίστωση αυτή, καθιστά τα άτοµα µε νοητική υστέρηση έναν ιδιαίτερα
ευάλωτο πληθυσµό, µε µακροχρόνια εξάρτηση από το οικογενειακό περιβάλλον, αν και
για όσο διάστηµα, αυτό υπάρχει. Η φτώχια, η κοινωνική αποµόνωση, η
περιθωριοποίηση, το στίγµα, και η προκατάληψη είναι µερικά από τα χαρακτηριστικά
που συνοδεύουν τον πληθυσµό των ατόµων µε νοητική υστέρηση.
Στην Ελλάδα η αντιµετώπιση των προβληµάτων των ατόµων µε νοητική
υστέρηση έχει αφετηρία τις αρχές του 20ού αιώνα, στηριζόµενη κυρίως στη
φιλανθρωπία, στη δραστηριότητα του αναπηρικού και γονεϊκού κινήµατος, στην
ευαισθησία της Εκκλησίας και στις φιλότιµες προσπάθειες µεµονωµένων ατόµων και
κορυφαίων ειδικών παιδαγωγών. Τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα από τη δεκαετία
του ’60 και µετά, τα προβλήµατα των ατόµων αυτών, αντιµετωπίζονται νοµοθετικά µε
την αναγνώριση των ιδιαιτεροτήτων τους, την αποδοχή του «δικαιώµατος στη
διαφορά», τη θέσπιση ειδικής νοµοθεσίας, την προσπάθεια εξάλειψης κάθε είδους
διακρίσεων και την παροχή ίσων ευκαιριών στην εκπαίδευση, την απασχόληση, την
υγεία και την πρόνοια.
Νοητική Υστέρηση
Ο όρος αναφέρεται σε µειωµένη διανοητική και προσαρµοστική συµπεριφορά-
λειτουργικότητα, που εκδηλώνεται νωρίς στη ζωή, κατά την πρώιµη αναπτυξιακή
περίοδο (Harris 1995). Το ποσοστό των ατόµων µε νοητική υστέρηση, στο γενικό
πληθυσµό, ανέρχεται σε 2% έως 3% περίπου και αποτελούν προτεραιότητα στον τοµέα
της µέριµνας όλων των κοινωνιών, που σέβονται και φροντίζουν όλα τα µέλη τους
(Volkmar et al. 2002, Κωτσόπουλος 2003).
Η νοηµοσύνη ορίζεται διαφορετικά, ανάλογα µε την έµφαση στο επίπεδο των
γνωστικών δεξιοτήτων ή σε πιο πρακτικές δεξιότητες καθηµερινής ζωής (Sternberg
2000). Ένας ορισµός στηριζόµενος µόνο στο επίπεδο των γνωστικών δεξιοτήτων ή
αντίθετα, µόνο στις δεξιότητες προσαρµογής, είναι ατελής. Άτοµα µε χαµηλό δείκτη
νοηµοσύνης µπορεί να λειτουργούν επαρκώς σε µη απαιτητικά περιβάλλοντα εγώ
άτοµα µε επαρκές επίπεδο γνωστικών δεξιοτήτων µπορεί να µην είναι σε θέση να
λειτουργήσουν σε πλαίσια µε αυξηµένες απαιτήσεις (Κωτσόπουλος 2003).
Τα ταξινοµικά συστήµατα ICD-10 (WHO 1992) και DSM-IV (ΑΡΑ 1994b
συµπεριλαµβάνουν στον ορισµό της νοηµοσύνης και τους δυο τοµείς δεξιοτήτων,
γνωστικές λειτουργίες και ικανότητα προσαρµογής. Σύµφωνα µε τα συστήµατα αυτά, η
νοητική υστέρηση αναγνωρίζεται όταν το επίπεδο των γνωστικών λειτουργιών και της
κοινωνικής προσαρµογής του ατόµου είναι κατώτερο του µέσου όρου.
Η Νοητική Υστέρηση ανεξάρτητα από τον βαθµό βαρύτητας έχει τρία κύρια
χαρακτηριστικά:
Χαµηλές διανοητικές επιδόσεις
Έναρξη στην γέννηση ή στην πρώιµη παιδική ηλικία
Περιορισµένες ικανότητες στην καθηµερινή διαβίωση και προσαρµογή
Όπως όµως συµβαίνει για κάθε άλλον ασθενή έτσι και για τα άτοµα µε νοητική
υστέρηση πρέπει να αναγνωρίζονται και να ικανοποιούνται όλα τα δικαιώµατα τους για
περίθαλψη και φροντίδα. Κατά καιρούς έχουν περιγραφεί διάφοροι θεραπευτικοί
στόχοι όπως:
♦ πρωτογενής πρόληψη
♦ διαµονή σε υποστηρικτικό περιβάλλον
♦ νοσοκοµειακή διασύνδεση και παρακολούθηση
♦ εκπαίδευση του ατόµου µε νοητική υστέρηση
♦ εκπαίδευση της οικογένειας
♦ διασύνδεση µε το αστυνοµικό τµήµα της περιοχής ή άλλες σχετικές
υπηρεσίες
Κλινική Εικόνα
Η νοητική υστέρηση δεν είναι στατική διαταραχή, αλλά δυναµική κατάσταση
πολλαπλής αιτιολογίας. Δεν είναι νόσος µε τη στενή έννοια του όρου (Clarke et a1.
1985). Οι λειτουργίες της σκέψης και της αντίληψης δεν παρουσιάζουν
χαρακτηριστικές διαταραχές, εκτός κι αν συνυπάρχει ψυχική νόσος. Είναι σύµπτωµα,
που συνοδεύει ετερογενή οµάδα ιατρικών καταστάσεων, από γενετικά καθοριζόµενες
και µεταβολικές διαταραχές έως λειτουργικές αλλαγές του νευρικού συστήµατος µετά
από τραύµα, κατά τον τοκετό ή αργότερα, κατά την πρώιµη αναπτυξιακή περίοδο.
Εξαιτίας της πολυποίκιλης αιτιολογίας της νοητικής υστέρησης, το ότι δεν
χαρακτηρίζεται από ένα συγκεκριµένο µηχανισµό και το ότι δεν παρουσιάζει την ίδια
κλινική πορεία ή πρόγνωση σε όλα τα άτοµα, κάθε άτοµο διερευνάται εξατοµικευµένα,
ανάλογα µε τη συνύπαρξη άλλης νόσου ή συνδρόµου, όπως το σύνδροµο Down.
Διακρίνονται τέσσερις τύποι νοητικής υστέρησης, ανάλογα µε το επίπεδο των
γνωστικών λειτουργιών και της προσαρµοστικής συµπεριφοράς: ελαφρά, µέτρια, βαριά
(σοβαρή) και βαθιά (βαρύτατη). Ο όρος «απροσδιόριστη» αναφέρεται στις περιπτώσεις
που υπάρχει νοητική υστέρηση, αλλά δεν είναι δυνατή η αξιολόγηση του ατόµου µε
σταθµισµένες ψυχοµετρικές δοκιµασίες, όπως σε βρέφη ή άτοµα που αδυνατούν να
συνεργαστούν, εξαιτίας της σοβαρότητας της κατάστασής τους (ΑΡΑ, 1994b).
Για την επίτευξη των στόχων της Ειδικής Εκπαίδευσης, λαµβάνονται µέτρα και
παρέχονται υπηρεσίες στα άτοµα ηλικίας από 4 έως 22 ετών, για όλες τις τάξεις των
σχολείων Πρωτοβάθµιας και Δευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης. Στα µέτρα αυτά
περιλαµβάνονται η κατάρτιση και η εφαρµογή ειδικών προγραµµάτων και µεθόδων
διδασκαλίας, η χρησιµοποίηση διδακτικού υλικού, η χορήγηση οργάνων και λοιπού
ειδικού εξοπλισµού και γενικά κάθε είδους διευκόλυνση και εργονοµική διευθέτηση.
Στις υπηρεσίες περιλαµβάνονται η διάγνωση των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών, η
αξιολόγηση, η παιδαγωγική και ψυχολογική υποστήριξη, η φυσικοθεραπεία, η
εργοθεραπεία, η αγωγή λόγου, η κοινωνική και συµβουλευτική εργασία, η µεταφορά
και η µετακίνηση και κάθε άλλο µέτρο ή πρόσφορη υπηρεσία που υποστηρίζουν την
ισότιµη µεταχείριση των ατόµων µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, όπως η δωρεάν
χορήγηση στους µαθητές των απαιτούµενων µέσων για την Ειδική Αγωγή και την
ειδική επαγγελµατική τους εκπαίδευση.
Παράδειγµα 1.: Ένα άτοµο µε Δείκτη νοηµοσύνης 70 που ζει σε χωριό ασκώντας
αγροτική εργασία είναι πιθανόν να µην αντιµετωπίζει κανένα πρόβληµα προσαρµογής
και να θεωρείται φυσιολογικό. Αντίθετα ένα άτοµο µε τον ίδιο Δείκτη Νοηµοσύνης που
ζει σε µεγαλούπολη ενδέχεται να αντιµετωπίσει πολλά προβλήµατα προσαρµογής
εξαιτίας των ανεπτυγµένων νοητικών και γνωστικών δεξιοτήτων που απαιτούν οι
τεχνολογικές εξελίξεις της πόλης και να ανταποκρίνεται στα κριτήρια της ήπιας
νοητικής υστέρησης.
Παράδειγµα 2.: Ένα παιδί µε Δείκτη Νοηµοσύνης 70 µπορεί να αντιµετωπίζει
δυσκολίες προσαρµογής στο σχολείο γιατί αδυνατεί να αφοµοιώσει το σύνολο της
διδακτέας ύλης εξαιτίας των νοητικών ικανοτήτων του. Το ίδιο παιδί, όταν µεγαλώσει
και µάθει να ασκεί ένα απλό και πρακτικό επάγγελµα, µπορεί να µην αντιµετωπίζει
δυσκολίες προσαρµογής και έτσι να µην ανταποκρίνεται πλέον στα κριτήρια της
νοητικής υστέρησης.
Εποµένως στην νοητική υστέρηση για την εκδήλωση µιας διαταραχής παίζουν
ρόλο οι διαφορετικές πολιτισµικές επιδράσεις και οι διάφοροι περιβαλλοντικοί
παράγοντες. Η ύπαρξη ή όχι της νοητικής υστέρησης εξαρτάται από το πλαίσιο στο
οποίο ζει και µεγαλώνει το άτοµο.
Αίτια νοητικής υστέρησης
Γενετικά αίτια
Οι γενετικοί παράγοντες αφορούν χρωµοσωµατικές ανωµαλίες και ανωµαλίες
του µεταβολισµού. Από την µελέτη των γενετικών αυτών ανωµαλιών προκύπτει το
συµπέρασµα ότι υπάρχει ετερογένεια στην κλινική εικόνα των ατόµων µε νοητική
υστέρηση που οφείλεται σε διάφορα σύνδροµα.
Παράδειγµα: Ένα παιδί µε σύνδροµο Down και ένα παιδί µε σύνδροµο του
εύθραυστου «Χ» έχουν πολύ διαφορετικές γνωστικές δεξιότητες και αναπτυξιακή
πορεία ακόµη και αν έχουν το ίδιο νοητικό επίπεδο.
Έτσι οι ειδικοί (παιδίατροι, ψυχολόγοι, εκπαιδευτικοί) που ασχολούνται µε παιδιά που
παρουσιάζουν νοητική υστέρηση θα πρέπει να γνωρίζουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά
των διαφόρων συνδρόµων που προκαλούν νοητική υστέρηση.
A. Οι χρωµοσωµατικές ανωµαλίες
Αποτελούν την πιο συνήθη γενετική αιτία νοητικής υστέρησης και αναφέρονται
στον αριθµό των χρωµοσωµάτων που τη προκαλούν. Η πιο γνωστή από αυτές είναι το
σύνδροµο Down το οποίο είναι γνωστό και ως τρισωµία 21. Κληρονοµική διαταραχή
θεωρείται το σύνδροµο του εύθραυστου «Χ». Άλλα σύνδροµα είναι του Turner (απουσία
δεύτερου χρωµόσωµου στο 23ο ζεύγος) και του Klinefelter (παρουσία ενός επιπλέον
χρωµόσωµου στο 23ο ζεύγος).
B. Οι ανωµαλίες του µεταβολισµού
Στις ανωµαλίες του µεταβολισµού έχουµε χρωµοσωµικές ανωµαλίες στη
βιοχηµική σύσταση των χρωµοσωµάτων οι οποίες προκαλούν νοητική υστέρηση.
Περιπτώσεις βιοχηµικής ανωµαλίας είναι:
- Η φαινυλεκετονουρία
- Η γαλακτοζαιµία
- Η αµαυρωτική ιδιωτεία
- Ο κρετινισµός
- Η µικροκεφαλία
- Η υδροκεφαλία
Κληρονοµικά
Υπάρχουν περιπτώσεις που η νοητική υστέρηση έχει τις ρίζες της στο
κληρονοµικό ιστορικό των γονέων.
Περιπτώσεις που εγκυµονούν κίνδυνο νοητικής υστέρησης είναι:
- Οι χρόνιες µολύνσεις των γονέων (αφροδίσια νοσήµατα, φυµατίωση κ.ά.)
- Οι χρόνιες δηλητηριάσεις (κατάχρηση τοξικογενών ουσιών , ειδικά κατά τον χρόνο
της σύλληψης)
- Ο αλκοολισµός
- Η αλόγιστη χρήση αντισυλληπτικών φαρµάκων
- Η ανεπιθύµητη σύλληψη (βίαιη αποβολή)
- Η συγγένεια εξ αίµατος
- Η προχωρηµένη ηλικία
- Διάφορα νοσήµατα (διαταραχές της θρέψης, διαβήτης στη µητέρα, καρδιακές
διαταραχές κ.ά.).
Περιβαλλοντικά
Τα περιβαλλοντικά αίτια οφείλονται σε εξωτερικούς παράγοντες και επενεργούν
κατά την περίοδο της κύησης και της ζωή του ατόµου από την βρεφική ηλικία µέχρι
την ολοκλήρωση της ωρίµανσης του (περίπου ως το 16ο έτος της ηλικίας). Η φτώχια ,
οι ψυχοπαθολογία των γονέων, οι δυσµενείς οικογενειακές συνθήκες, που έχουν
πολλές φορές ως αποτέλεσµα την ελλιπή φροντίδα του παιδιού σε σωµατικό και
συναισθηµατικό επίπεδο αλλά και ελλιπούς παροχής µορφωτικών ερεθισµάτων,
σχετίζονται άµεσα µε την εµφάνιση ήπιας νοητικής υστέρησης. Έχουµε δηλαδή
πολιτισµική / οικογενειακή νοητική υστέρηση της οποίας τους µηχανισµούς εµφάνισης
δεν έχουµε ακόµη κατανοήσει.
Τα περιβαλλοντικά αίτια όπως προαναφέρθηκε επενεργούν σε οποιαδήποτε
στιγµή µετά τη σύλληψη και συγκεκριµένα :
- Κατά την διάρκεια της κύησης
- Κατά τον τοκετό
- Κατά την παιδική ηλικία
Σεβόµαστε τον προσωπικό ρυθµό µάθησης του κάθε παιδιού και για το
λόγο αυτό προσαρµόζουµε τις δραστηριότητες στο επίπεδο ανάπτυξης
του π.χ. απλοποιούµε τις δραστηριότητες, µειώνουµε τα βήµατα της
διαδικασίας, εξατοµικεύουµε.
Θέτουµε ξεκάθαρους στόχους λαµβάνοντας υπόψη το αναπτυξιακό
επίπεδο και τις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες του µαθητή/τριας.
Χρησιµοποιούµε απλή γλώσσα, µε µικρές προτάσεις προκειµένου να
επικοινωνήσουµε µε το µαθητή.
Δίνουµε στο παιδί πολλές ευκαιρίες για να εξασκηθεί και να κατακτήσει
συγκεκριµένες δεξιότητες.
Κάνουµε κατάλληλες προσαρµογές τόσο στο χώρο του νηπιαγωγείου
όσο και στα υλικά, εργαλεία και αντικείµενα προκειµένου να
συµµετέχουν όλα τα παιδιά ισότιµα στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Φροντίζουµε ώστε η παιδαγωγική ατµόσφαιρα της τάξης µας να είναι
θετική και όλα τα παιδιά να νιώθουν αποδεκτά γι’ αυτό που µπορούν να
κάνουν. Είναι ύψιστης σηµασίας να νιώθουν ότι ακόµη και το λάθος
είναι επιτρεπτό και δεν τιµωρείται!
Προεπαγγελµατική εκπαίδευση
Χρειάζεται διαρκής αγώνας για την εγκατάσταση θεσµών και πρακτικών που να
οδηγούν στην ισότιµη συµµετοχή των ατόµων µε αναπηρίες στην αγορά εργασίας και
γενικά στην επαγγελµατική ενσωµάτωσή τους.
Η προεπαγγελµατική εκπαίδευσή τους και η επαγγελµατική αποκατάστασή τους
δεν καλύπτει µόνο τις βιοποριστικές τους ανάγκες, αλλά κυρίως τους βοηθάει να
βιώσουν την αξία της ζωής και να γίνουν ισότιµα µέλη της κοινωνίας αποδεικνύοντας
σε όλους ότι αναπηρία δε σηµαίνει ανικανότητα.
Όταν, δυστυχώς, δεν τους παρέχεται προεπαγγελµατική εκπαίδευση κάτι τέτοιο
τους κάνει να νιώθουν διπλά ανάπηροι. Αν και ένας από τους ειδικότερους σκοπούς στο
Αναλυτικό Πρόγραµµα Ειδικής Αγωγής είναι η προεπαγγελµατική εκπαίδευση και ο
επαγγελµατικός προσανατολισµός, η πραγµατικότητα δείχνει ότι η λειτουργία και
αυτών ακόµα των ειδικών σχολείων στηρίζεται σε προσπάθεια απόκτησης σχολικών
και ακαδηµαϊκών γνώσεων και απόκτησης κοινωνικών δεξιοτήτων πολύ µακριά από
την ειδική προεπαγγελµατική εκπαίδευση µε µικρές, βέβαια, εξαιρέσεις. Η επαρκής
όµως προεπαγγελµατική εκπαίδευση θα βοηθούσε πολύ στο σωστό προγραµµατισµό
και διασύνδεση του σχολείου µε την επαγγελµατική εκπαίδευση και τον κόσµο της
εργασίας.
H Ειδική Επαγγελµατική Εκπαίδευση µπορούµε να πούµε ότι τώρα παρέχεται
στις ειδικές επαγγελµατικές σχολές και στα εργαστήρια όπου γίνεται προσπάθεια
καταγραφής της προόδου και της συµπεριφοράς του µαθητή στο χώρο εργασίας όπως
επίσης και στην προσπάθεια εθισµού των µαθητών σε οµαδικές εργασίες. Επίσης,
πραγµατοποιούνται προγραµµατισµένες επισκέψεις σε πραγµατικούς χώρους εργασίας,
όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κανονισµός λειτουργίας των ΕΕΕΕΚ.
Ασκήσεις πλευρίωσης
Με τις ασκήσεις για την πλευρίωση θέλουµε να δείξουµε στο παιδί πώς να
µεταχειρίζεται γενικά την αριστερή του πλευρά και τη δεξιά ταυτόχρονα , αλλά η µη
επικρατέστερη πλευρά βοηθάει µόνο την εργασία της επικρατέστερης πλευράς.
Τονίζεται µόνο η µία πλευρά όχι όµως σε αντιπαράθεση µε την άλλη. Αυτή η
ανακάλυψη µπορεί να γίνεται µε τις κινήσεις και τις χειρονοµίες της καθηµερινής ζωής
όπως: