You are on page 1of 4

“Γιατί να θηλάζω όποτε το παιδί μου το επιθυμεί;”

Της Κωνσταντίνας Γιαννιώτη


Συντονίστριας της Εθελοντικής Ομάδας Υποστήριξης Μητρικού Θηλασμού
& Μητρότητας Ζακύνθου

Επιτρέπεται η αναδημοσίευση αυτούσιου του άρθρου, με αναφορά στην πηγή και τη


συγγραφέα.

Αναρωτηθήκατε ποτέ ποιος είναι ο λόγος για τον οποίο ο θηλασμός, για να είναι επιτυχής και
αποτελεσματικός, πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τα σημεία πείνας που δείχνει το μωρό και όχι
βάσει προγράμματος ή ωραρίου; Γιατί λέμε πως δεν πρέπει να κοιτάζουμε το ρολόι όταν
θηλάζουμε ή να δίνουμε πιπίλα σε ένα θηλάζον βρέφος; Σε γενικές γραμμές ίσως είναι γνωστό,
αλλά η πλειοψηφία δεν έχει συνειδητοποιήσει το πραγματικό νόημα του ελεύθερου,
απεριόριστου θηλασμού.
Καταρχήν, όπως γνωρίζουμε, όλα τα έμβια όντα -μεταξύ αυτών και οι άνθρωποι-
διαθέτουν πολύπλοκους εσωτερικούς μηχανισμούς που καθορίζουν την πρόσληψη τροφής και
υγρών, σύμφωνα με τις ανάγκες του οργανισμού. Η πλειοψηφία των ανθρώπων δε ζυγίζει, ούτε
κάθεται να υπολογίσει καθημερινά και σε κάθε γεύμα εάν προσέλαβε τις απαραίτητες ποσότητες
πρωτεϊνών, λιπών, υδατανθράκων, βιταμινών, μετάλλων, ιχνοστοιχείων και νερού, απλά
ικανοποιούν την πείνα και τη δίψα τους, με βάση το τι επιθυμούν και τι μπορούν να
καταναλώσουν. Χάρη σε αυτούς τους εσωτερικούς μηχανισμούς, το ανθρώπινο είδος έχει
επιβιώσει χιλιάδες χρόνια, καλύπτοντας τις ανάγκες του όχι βάσει κανόνων, αλλά σύμφωνα με
τις “εκ των έσω οδηγίες” των προαναφερθέντων μηχανισμών. Τους μηχανισμούς αυτούς τους
διαθέτουμε ήδη ως έμβρυα. Το έμβρυο “επικοινωνεί” με χημικά σήματα τις ανάγκες του μέσω
της ομφαλοπλακουντιακής κυκλοφορίας και οι ανάγκες αυτές καλύπτονται από τις ρυθμίσεις που
κάνει ο πλακούντας. Όταν γεννιέται ένα μωρό, συνεχίζει να διαθέτει αυτούς τους μηχανισμούς
και χάρη σε αυτούς, μας επικοινωνεί τις ανάγκες του, ώστε να το βοηθήσουμε να τις καλύψει.
Πώς όμως είναι δυνατόν να ρυθμίσει ένα μωρό για παράδειγμα την πρόσληψη πρωτεϊνών,
λιπών και υδατανθράκων, όταν το μόνο που κάνει είναι να πίνει μητρικό γάλα; Εδώ βρίσκεται η
μαγεία του θηλασμού! Το μητρικό γάλα είναι ένας ζωντανός ιστός, η σύσταση του οποίου
συνεχώς μεταβάλλεται, ακόμη και κατά τη διάρκεια του ιδίου γεύματος. Δεν είναι τυποποιημένο
και κανένα γεύμα δεν έχει ακριβώς την ίδια σύσταση με το άλλο. Ένα γεύμα 120ml μητρικού
γάλακτος από το στήθος, έχει διαφορετική σύσταση από δυο διαδοχικά γεύματα των 60ml από
το ίδιο στήθος που έβγαλε το γεύμα των 120ml.
Το γάλα που προέρχεται από ένα γεμάτο στήθος αρχικά είναι πιο υδαρές και περιέχει
λιγότερα λιπαρά. Κατά τη διάρκεια του γεύματος όμως, η περιεκτικότητα σε λίπος αυξάνει και
προς το τέλος του γεύματος, όταν ο μαστός αδειάζει, μπορεί να είναι ακόμη και πενταπλάσια της
αρχικής. Το πότε αδειάζει ο μαστός, όμως, δεν το γνωρίζει κανείς άλλος, παρά μόνο το ίδιο το
στήθος και το μωρό. Σύμφωνα με το Woolridge (βλέπε Βιβλιογραφία), η περιεκτικότητα του
μητρικού γάλακτος σε λίπος εξαρτάται από τέσσερις παράγοντες:
1) Το χρόνο που μεσολαβεί ανάμεσα στους θηλασμούς
2) Τη συγκέντρωση λίπους κατά το τέλος του προηγούμενου θηλασμού,
3) Την ποσότητα γάλακτος που καταναλώθηκε στον προηγούμενο θηλασμό,
4) Την ποσότητα γάλακτος που καταναλώθηκε σε αυτόν το θηλασμό.
Λέγοντας λίπος, δεν εννοούμε μόνο τα τριγλυκερίδια, τη χοληστερόλη και γενικά τα λιπίδια,
αλλά συνολικά το λιπαρό μέρος του γάλακτος. Στο λιπαρό μέρος του γάλακτος υπάρχουν όλες οι
λιποδιαλυτές βιταμίνες, πρωτεΐνες και γενικά όλα τα λιποδιαλυτά συστατικά, που είναι
απαραίτητα για την υγιή ανάπτυξη ενός οργανισμού. Συνεπώς οι μεταβολές στην περιεκτικότητα
του λίπους δεν αφορούν μόνο τη θερμιδική αξία, αλλά γενικότερα τη θρεπτική αξία του
γάλακτος. Από την άλλη, και το λιγότερο λιπαρό γάλα περιέχει πολλά θρεπτικά συστατικά, και
δεν ισχύει αυτό που κατά καιρούς ακούγεται, ότι προκειμένου το μωρό να πάρει βάρος, θα
πρέπει να βγάζουν και να απορρίπτουν οι μητέρες το πρώτο, υδαρές γάλα, για να πάρει το μωρό
το πιο λιπαρό που ακολουθεί.

1
Βλέπουμε λοιπόν, πως με το να βάζουμε πρόγραμμα στα γεύματα του μωρού, με το να
μην ανταποκρινόμαστε στην ανάγκη του να θηλάσει ή με το να του δίνουμε την πιπίλα,
προκειμένου να αφήσει για λίγο το στήθος ή να κρατηθεί και να φάει λίγο αργότερα, στην ουσία
μεταβάλλουμε τη σύσταση του γεύματός του και την πρόσληψη θρεπτικών συστατικών. Έτσι
καθορίζουμε εμείς το γεύμα του, αντί να το αφήσουμε να ακολουθήσει τους εσωτερικούς του
μηχανισμούς, που υπαγορεύουν τις ανάγκες του και να καθορίσει αυτό τη σύσταση της τροφής
του. Γνωρίζουμε όμως εμείς ποιες ακριβώς είναι οι ανάγκες του; Όχι! Σε καμία περίπτωση δε
γίνεται να γνωρίζει η μητέρα ή οποιοσδήποτε άνθρωπος, ποιες είναι οι εσωτερικές ανάγκες ενός
άλλου οργανισμού σε πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, λίπη, λιποδιαλυτές ή υδατοδιαλυτές βιταμίνες ή
σε άλλα θρεπτικά συστατικά.
Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ας αναφέρουμε μερικά παραδείγματα.
Έστω ότι έχουμε ένα μωρό που θηλάζει τώρα από ένα γεμάτο στήθος και προσλαμβάνει κυρίως
χαμηλό σε λιπαρά γάλα. Ξεδιψάει και χορταίνει προσωρινά. Μόλις χωνέψει λίγο, για παράδειγμα
μετά από 15-20-25 λεπτά (οι αριθμοί είναι τυχαίοι), ζητά ξανά να θηλάσει, για να προλάβει να
μη γεμίσει πολύ το στήθος της μαμάς και να πιει αυτή τη φορά το γάλα υψηλής περιεκτικότητας
σε λίπος. Αν η μαμά, όμως, ακούγοντας τις οδηγίες που τις δόθηκαν, βάζει χρονικούς
περιορισμούς και δεν επιτρέπει στο μωρό να θηλάσει πάνω από 10 λεπτά σε κάθε στήθος (άραγε
γιατί λένε 10 ή 15 και όχι 8 ή 13 λεπτά, έχετε αναρωτηθεί ποτέ; Σίγουρα όχι επειδή βασίζονται
σε επιστημονικές έρευνες) ή όχι νωρίτερα από τη μια ώρα (ενδεικτικά αναφέρεται η μια ώρα, το
αποτέλεσμα είναι το ίδιο με οποιονδήποτε χρονικό περιορισμό), τότε δημιουργείται πρόβλημα. Ο
χρόνος των 10 ή 15 λεπτών μπορεί να επαρκεί για να αδειάσει ο μαστός μιας συγκεκριμένης
γυναίκας, ή όταν το μωρό πεινάει πολύ και θηλάζει λαίμαργα. Για μια άλλη μητέρα, όμως, που
για παράδειγμα είναι πολύ αγχωμένη και δεν ενεργοποιείται αμέσως το αντανακλαστικό καθόδου
του γάλακτος, ή όταν το μωρό νυστάζει και θηλάζει νωχελικά, στα δέκα λεπτά μπορεί να έχει
φάει ελάχιστα. Σε μια άλλη μπορεί να είναι το μέσο του γεύματος στα δέκα λεπτά κ.ό.κ. Εάν
εκτός από τη διάρκεια του γεύματος, μπει περιορισμός και στη συχνότητα με την οποία θα
θηλάζει το συγκεκριμένο μωρό, αναπόφευκτα θα προκύψουν πολλά προβλήματα.
Μια άλλη μαμά επειδή της είπαν ότι το μωρό πρέπει να μάθει σε ένα πρόγραμμα, δεν το
βάζει στο στήθος πριν τις δυο-δυόμιση-τρεις ώρες (ανάλογα τις οδηγίες που έλαβε ή το
πρόγραμμα που τη βολεύει) και δεν ακολουθεί τα σημεία πείνας του μωρού. [Λέγοντας σημεία
πείνας, δεν εννοούμε το κλάμα. Το κλάμα είναι καθυστερημένο σημάδι και συνήθως
δημιουργούνται προβλήματα, όταν μια μητέρα δεν βάζει το μωρό της στο στήθος αν αυτό πρώτα
δεν κλάψει]. Καθυστερώντας τα γεύματα, η περιεκτικότητα του γάλακτος σε λίπος έχει
μεταβληθεί σημαντικά από τη στιγμή που αρχικά ήθελε να φάει το μωρό και συνεπώς του είναι
αδύνατο να ρυθμίσει την πρόσληψη των θρεπτικών συστατικών που χρειάζεται, με βάση τις
ανάγκες του.
Μια τρίτη μητέρα, λόγω δικής της ανασφάλειας ή επειδή έτσι της είπαν, παίρνει
γαλακταγωγά/πίνει τσάι θηλασμού/κάνει καθημερινά αντλήσεις για να αυξήσει την παραγωγή
της, χωρίς όμως να υπάρχει πραγματικό πρόβλημα παραγωγής. Ο συνολικός όγκος γάλακτος
που παράγει η συγκεκριμένη μητέρα αυξάνεται και το μωρό φαίνεται να τρώει μεγαλύτερες
ποσότητες. Παρόλα αυτά λόγω της υπερπαραγωγής της μητέρας, το μωρό δυσκολεύεται να
ρυθμίσει την πρόσληψη θρεπτικών συστατικών με βάση τις ανάγκες του, γιατί κάποιος άλλος
ρυθμίζει την παραγωγή. Το στομαχάκι του μωρού γεμίζει συνήθως πριν πάρει επαρκείς
ποσότητες λιπαρών συστατικών και έτσι μαμά και μωρό μπαίνουν σε ένα φαύλο κύκλο: Το μωρό
ζητά να θηλάζει συχνά και η μαμά αγχωμένη για την παραγωγή της, προσπαθεί να την αυξήσει
κι άλλο.
Η επόμενη μαμά, από φόβο μήπως το μωρό της δεν πάρει το πιο λιπαρό γάλα, του
προσφέρει για αρκετή ώρα τον ίδιο μαστό, παρόλο που το μωρό δείχνει με τον τρόπο του ότι ο
ένας μαστός άδειασε και θέλει τον άλλο. Αυτή η μητέρα επηρεάζει σημαντικά και την παραγωγή
της, μειώνοντάς τη, αλλά και τη σύσταση της τροφής που προσλαμβάνει το μωρό.
Το αποτέλεσμα σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις μπορεί να είναι ένα μωρό πολύ
ανήσυχο, που κλαίει, δεν ηρεμεί και η μητέρα αναρωτιέται τι μπορεί να φταίει ("μήπως δεν έχω
αρκετό γάλα;", "μήπως έχει αλλεργία σε κάτι που έφαγα;", "μήπως έχει παλινδρόμηση;","μήπως
το γάλα μου δεν είναι αρκετά θρεπτικό;" κλπ). Ή μπορεί το μωρό να είναι βολικό, να μη
διαμαρτύρεται μεν, αλλά να μην αναπτύσσεται σωστά και να εμφανίζει μειωμένη πρόσληψη
βάρους.

2
Είναι πολλά που δε γνωρίζουμε για το μητρικό θηλασμό και το ανθρώπινο γάλα και
αντίστοιχα πολύ λίγα τα όσα έχουμε ανακαλύψει ως τώρα. Το τροποποιημένο αγελαδινό γάλα σε
σκόνη μεταβάλλεται μόνο όταν ανακαλύπτεται κάποιο νέο συστατικό του μητρικού γάλακτος και
-εφόσον είναι δυνατόν και συμφέρει οικονομικά- προστίθεται στην ήδη υπάρχουσα φόρμουλα
της κάθε εταιρείας. Η φόρμουλα που έπιναν τα μωρά πριν μερικές δεκαετίες ήταν πολύ
διαφορετική από αυτή που κυκλοφορεί σήμερα, καθώς περιείχε πολύ λιγότερα συστατικά, τα
οποία προστέθηκαν με την πάροδο του χρόνου. Σε μερικές δεκαετίες θα έχουν γίνει κι άλλες
τροποποιήσεις στη φόρμουλα, καθώς θα ανακαλύπτονται κι άλλα στοιχεία. Το μητρικό γάλα,
όμως, δεν έχει τέτοιο φόβο. Είναι ειδικά φτιαγμένο για κάθε γεύμα, για κάθε μωρό ξεχωριστά και
μεταβάλλεται συνεχώς. Αντιθέτως, όλα τα γεύματα ενός μωρού που πίνει αγελαδινό γάλα είναι
της ίδιας, σταθερής σύστασης, ανεξαρτήτως των αναγκών του.
Στο μητρικό θηλασμό, συχνά υπάρχει διαφορά στο γάλα που παράγει ο κάθε μαστός και
ως προς την ποσότητα, αλλά και ως προς τη σύσταση του γάλακτος. Έχει παρατηρηθεί ότι ο ένας
από τους δυο μαστούς παράγει γάλα υψηλότερης πρωτεϊνικής συγκέντρωσης, σε σχέση με τον
άλλο και ίσως αυτό σχετίζεται με τις προτιμήσεις που εμφανίζουν τα μωρά στον ένα ή τον άλλο
μαστό. Και πόσα ακόμα θα ανακαλύψουμε στο μέλλον...
Αφήνοντας το μωρό σε κάθε γεύμα να αποφασίσει:
1) για πόση ώρα θα θηλάσει από τον κάθε μαστό,
2) εάν επιθυμεί να πιει από τον ένα μαστό ή και από τους δύο,
3) πόση ώρα θα μεσολαβήσει μέχρι το επόμενο γεύμα,
μόνο έτσι αποκτά τη δυνατότητα να ρυθμίσει την πρόσληψη τροφής και θρεπτικών συστατικών
σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες του. Δεν είμαστε ρομπότ και κάθε άνθρωπος είναι
μοναδικός και ξεχωριστός από τη στιγμή της σύλληψής του. Πώς είναι δυνατόν, λοιπόν, να
πιστεύουμε ότι όλα τα μωρά πεινούν ταυτόχρονα, σε ίσα μεσοδιαστήματα (κάθε 1, 2 ή 3 ώρες),
ότι τρώνε και χορταίνουν πάντα στον ίδιο χρόνο (10, 15, 20 λεπτά) και ότι μπορούμε να τα
αναγκάζουμε να τρώνε το ίδιο γεύμα, όταν η φύση μας δίνει μια τροφή δυναμική, που
προσαρμόζεται απόλυτα στις ανάγκες τους, εξατομικεύεται και είναι εξίσου μοναδική και
ξεχωριστή, όπως και τα μωρά μας; Πώς είναι δυνατόν να θεωρούμε ότι ο ρυθμός ανάπτυξής
τους (ο οποίος είναι πολλαπλάσιος του δικού μας), μπορεί να μπει σε πρόγραμμα και να
τροφοδοτείται με καύσιμα κάθε 2-3 ώρες, όπως κάνουμε εμείς οι ενήλικες, όταν τα μωρά δε
διαθέτουν τις δικές μας αποθήκες λίπους ή άλλους μηχανισμούς για να τα τροφοδοτούν με
ενέργεια, όταν δεν υπάρχει διαθέσιμη τροφή; Ας μην ξεχνάμε ότι για την πρόληψη της
παχυσαρκίας και την ενίσχυση του μεταβολισμού, προτείνονται μικρά και συχνά γεύματα. Για
ποιο λόγο λοιπόν να ωθήσουμε τους απογόνους μας προς την παχυσαρκία, όταν η ίδια η φύση
έχει προβλέψει προγραμματίζοντάς μας για το αντίθετο;
Ας το σκεφτούμε από τη δική μας οπτική, αν και ο δικός μας ρυθμός ανάπτυξης κι ο
μεταβολισμός δεν έχουν καμία σχέση με ενός μωρού. Σε αυτό το γεύμα μπορεί να πεινούσαμε
πολύ ή να βιαζόμασταν και να φάγαμε μέσα σε πέντε λεπτά. Στο επόμενο, μπορεί να καθίσαμε
με ηρεμία και να τρώγαμε με τις ώρες. Στο μεθεπόμενο να χορτάσαμε με μικρότερη ποσότητα,
τρώγοντας ένα είδος φαγητού, αλλά στο βραδινό μας να θέλουμε να φάμε δυο διαφορετικά
πιάτα ή περισσότερα γιατί έχουμε χρόνο να τα απολαύσουμε ή μπορεί να χρειαζόμαστε
μεγαλύτερες ποσότητες, προκειμένου να κοιμηθούμε χορτάτοι. Ή μπορεί να μη φάγαμε αρκετά
καλά το βράδυ και να ξυπνήσουμε πεινασμένοι μες στη νύχτα, να τσιμπήσουμε κάτι και να
ξανακοιμηθούμε. Κάποια μέρα μεταξύ δυο γευμάτων μπορεί να ξεχαστήκαμε και να πέρασε η
ώρα ή να πεινάσαμε λίγο νωρίτερα από ότι συνήθως, όπως συχνά γίνεται τις αργίες. Κάποιες
φορές μπορεί να θέλουμε ένα επιδόρπιο λίγη ώρα μετά το κυρίως γεύμα κι άλλες φορές να
θέλουμε απλά έναν καφέ.
Είναι δυνατόν, λοιπόν, να βάζουμε χρονικούς περιορισμούς στα παιδιά μας, στους
οργανισμούς που βρίσκονται στη φάση ταχύτερης ανάπτυξης από οποιονδήποτε άνθρωπο και
που ο οργανισμός τους δουλεύει ακατάπαυστα προκειμένου να μεγαλώσουν; Πώς γίνεται να
εμπιστευόμαστε τη σοφία της φύσης και του σώματός των μωρών μας όταν καθημερινά
δημιουργούν χιλιάδες νέα κύτταρα και ιστούς, αλλά να μην τα πιστεύουμε όταν μας δείχνουν
σαφέστατα ότι πεινούν (δηλαδή χρειάζονται πρώτες ύλες και καύσιμα) και να θεωρούμε ότι εμείς
(οι γονείς, οι συγγενείς, οι γιατροί ή οποιοιδήποτε άλλοι) γνωρίζουμε καλύτερα πότε πρέπει να
φάνε και πόσο; Και το βασικότερο, με ποια κριτήρια θα αποφασίσουμε εμείς αντί γι' αυτά;

3
Ακόμη κι αν υπήρχαν μελέτες που θα μας έδιναν στοιχεία (που δεν υπάρχουν, αλλά ας κάνουμε
μια υπόθεση), οι μελέτες μπορούν να δώσουν ένα εύρος τιμών κι έναν μέσο όρο, ανάλογα με το
δείγμα που συμπεριλαμβάνουν. Είναι δυνατόν να μελετηθούν οι διατροφικές συνήθειες όλων
των βρεφών στον κόσμο και να βγει έγκυρο πόρισμα; Άρα πώς δίνονται οδηγίες για το πόσο ή
κάθε πότε πρέπει να θηλάζει ένα μωρό; Δεν είναι παράλογο;
Δεν πρέπει, τέλος, να αγνοούμε το ψυχολογικό-συναισθηματικό κομμάτι του θηλασμού.
Το μωρό που φοβάται, πονάει, νυστάζει, στεναχωριέται, εκνευρίζεται, κουράζεται, βαριέται ή
αγχώνεται, όταν θηλάζει νιώθει ασφάλεια, γαληνεύει, ηρεμεί, παρηγοριέται και απαλύνεται ο
πόνος του. Είναι, λοιπόν, δυνατόν τη στιγμή που φοβόμαστε/πονάμε/κλαίμε κ.ο.κ. και
στρεφόμαστε για παρηγοριά στον άνθρωπο που αγαπάμε και μας αγαπά περισσότερο από
οποιονδήποτε στον κόσμο, να μας απαντά “Δεν επιτρέπεται να σε πάρω αγκαλιά τώρα, συνέχισε
να κλαις, γιατί σε αγκάλιασα πριν από δέκα λεπτά ή γιατί δεν πέρασε ακόμα μιάμιση ώρα από την
τελευταία φορά που σε παρηγόρησα και αποκλείεται να με χρειάζεσαι τόσο σύντομα!”; Αν
σκεφτούμε τους εαυτούς μας στη θέση ενός μωρού, θα συνειδητοποιήσουμε πόσο απάνθρωπη
είναι αυτή η συμπεριφορά.
Ας αφήσουμε, λοιπόν, στην άκρη τις οδηγίες δίχως λογική και τους αυθαίρετους κανόνες,
που δεν έχουν καμιά επιστημονική τεκμηρίωση. Ο μητρικός θηλασμός από τη φύση του είναι
ελεύθερος κι απεριόριστος, χωρίς ωράρια, σύμφωνα με τις ανάγκες του παιδιού. Ας
συνειδητοποιήσουμε ότι κάθε άνθρωπος από τη στιγμή που έρχεται στον κόσμο είναι μοναδικός,
ξεχωριστός και ας αφουγκραστούμε αυτούς που είναι σε πιο στενή επαφή με τη φύση και τα
ανθρώπινα ένστικτα: Ας μάθουμε -από τη γέννησή τους κιόλας- να σεβόμαστε και να ακούμε τα
παιδιά μας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Carlos Gonzalez, “My child won't eat!” 2012, Pinter & Martin Ltd, 2 nd Edition, ISBN:
9781780660059

Lisa Marasco & Jan Barger, “Cue feeding: Wisdom and science” Breastfeeding Abstracts
1999;18(4): 28-29,
διαθέσιμο στην ιστοσελίδα http://www.lalecheleague.org/ba/may99.html

Diane Wiessinger, Diana West, Teresa Pitman, "The Womanly Art of Breastfeeding" 2010, La
Leche League International, Random House Inc, 8th Edition, ISBN: 9780345518446

Jack Newman & Teresa Pitman, “Dr. Jack Newman's Guide to breastfeeding” 2009,
HarperCollins Publishers Ltd, ISBN: 9781554683499

Diana West & Lisa Marasco, “The Breastfeeding Mother's Guide to Making More Milk” 2009, The
McGraw-Hill Companies, ISBN: 9780071598576

Michael Woolridge, Chapter 8 “Baby controlled breastfeeding: Biocultural implications”. In


“Breastfeeding: Biocultural Perspectives”, 1995 ed. P. Stuart Macadam and K. A. Dettwyler. New
York: De Gruyter, ISBN: 9780202011929

You might also like