Professional Documents
Culture Documents
Χρονικά Όρια Εργασίας
Χρονικά Όρια Εργασίας
Ως νόμιμο ωράριο εργασίας, νοείται εκείνο που έχει καθορισθεί με νόμο ή με κανονιστική
διάταξη που έχει εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση νόμου και αποτελεί την ανώτατη επιτρεπτή
χρονική διάρκεια απασχόλησης, ενώ ως συμβατικό ωράριο εργασίας, νοείται εκείνο που
καθορίζεται από συλλογική σύμβαση, κανονισμό εργασίας, ατομικές συμβάσεις εργασίας ή
επιχειρησιακή συνήθεια. Το νομοθετικά προβλεπόμενο νόμιμο ωράριο εργασίας είναι 8
ώρες την ημέρα και 48 ώρες την εβδομάδα (άρθρα 1 και 2 Π.Δ.27/1932). Με την από
14.02.1984 ΕΓΣΣΕ, η εβδομαδιαία διάρκεια της εργασίας ορίσθηκε σε 40 ώρες (συμβατικό
εβδομαδιαίο ωράριο), ενώ παράλληλα με ΕΓΣΣΕ καθιερώθηκε το πενθήμερο σύστημα
εργασίας, κατά το οποίο ο χρόνος εργασίας της 6ης ημέρας κατανέμεται σε 5 ημέρες (5 Χ 8
= 40 ώρες/ εβδ.), χωρίς όμως να καταργηθεί το σύστημα εξαήμερης εργασίας. Το πλήρες
συμβατικό ωράριο εργασίας των 40 ωρών και η δυνατότητα κατανομής των ωρών εργασίας
σε πέντε ή σε έξι ημέρες της εβδομάδας καταγράφηκε και επιβεβαιώθηκε και με το άρθρο
55 του Ν. 4808/2021
(α) στο σύστημα της εξαήμερης απασχόλησης το πλήρες συμβατικό ωράριο είναι 6 ώρες
και σαράντα λεπτά ημερησίως και 40 ώρες εβδομαδιαίως, ενώ ως νόμιμο ωράριο
θεωρούνται οι 8 ώρες ημερησίως και 48 ώρες εβδομαδιαίως, ενώ
(β) στο σύστημα πενθήμερης απασχόλησης το πλήρες συμβατικό ωράριο είναι 8 ώρες
ημερησίως και 40 ώρες εβδομαδιαίως, ενώ ως νόμιμο ωράριο θεωρούνται οι 9 ώρες
ημερησίως και 45 ώρες εβδομαδιαίως (επετράπη η υπέρβαση του ανώτατου ορίου της
ημερήσιας εργασίας κατά μία ώρα χωρίς αυτή να θεωρείται υπερωρία, εφόσον το σύνολο
των εργασίμων ωρών δεν υπερβαίνει το νόμιμο εβδομαδιαίο ωράριο).
Τονίζεται ότι όλοι οι νομοθετικά καθοριζόμενοι μισθοί, αλλά και εκείνοι που προβλέπονται
από τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, τις Διαιτητικές Αποφάσεις, αλλά και τις ατομικές
συμβάσεις εργασίας αφορούν σε εργασία 40 ωρών εβδομαδιαίως. Κάθε υπέρβαση
ημερήσιου και εβδομαδιαίου συμβατικού ωραρίου συνεπάγεται την υποχρέωση του
εργοδότη να καταβάλει πρόσθετη αμοιβή.
2. ΥΠΕΡΩΡΙΑ:
Ως υπερωρία νοείται η απασχόληση του εργαζομένου που υπερβαίνει τα χρονικά όρια του
νόμιμου ωραρίου εβδομαδιαίας και ημερήσιας εργασίας. Δηλαδή ως υπερωρία θεωρείται
η απασχόληση πέραν των 48 εβδομαδιαίως και των 8 ωρών ημερησίως (για τους
εργαζόμενους με το σύστημα της εξαήμερης απασχόλησης) και πέραν των 45 ωρών
εβδομαδιαίως και των 9 ωρών ημερησίως (για τους εργαζόμενους με το σύστημα του
πενθημέρου). Η υπέρβαση των 9 ωρών εργασίας ημερησίως λαμβάνεται πάντοτε υπόψη
ως υπερωρία (είτε νόμιμη είτε παράνομη), διότι εν προκειμένω υφίσταται υπέρβαση του
νόμιμου ημερήσιου ωραρίου, χωρίς να ενδιαφέρει αν έχουμε ταυτόχρονα και υπέρβαση
του νόμιμου εβδομαδιαίου ωραρίου των 48 και των 45 ωρών αντιστοίχως.
Καταρχήν, η υπερωρία απαγορεύεται και κάθε σχετική συμφωνία μεταξύ εργοδότη και
εργαζομένου είναι άκυρη. Ωστόσο, ο ίδιος ο νόμος επιτρέπει την παροχή υπερωριακής
απασχόλησης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και εφόσον τηρηθούν οι ουσιαστικές και
διαδικαστικές προϋποθέσεις:
Μη υπέρβαση ενός ανώτατου ορίου ωρών που καθορίζεται σε ημερήσια και σε ετήσια
βάση (σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 58 Ν. 4808/2021, 3 ώρες ημερησίως και 150
ώρες ετησίως)
Αναγγελία της υπερωρίας, μέσω του Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ (ΈΝΤΥΠΟ Ε8), στην αρμόδια Επιθεώρηση
Εργασίας πριν ή κατά την πραγματοποίησή της (άρθρο 80, Ν. 4144/2013, όπως
τροποιήθηκε με το άρθρο 78 του Ν. 4808/2021).
Τονίζεται ότι σε κάθε περίπτωση ο χρόνος εβδομαδιαίας εργασίας των μισθωτών δεν
μπορεί να υπερβαίνει ανά περίοδο το πολύ 4 μηνών, τις 48 ώρες κατά μέσο όρο,
συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών και της υπερεργασίας.
Στην περίπτωση της παράνομης υπερωρίας (όταν δηλαδή δεν τηρηθούν οι προϋποθέσεις
που επιβάλλει η νομοθεσία) ο εργαζόμενος δικαιούται για κάθε ώρα παράνομης
υπερωρίας να λάβει αποζημίωση ίση με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά
120%.
Με την εφαρμογή του συστήματος της πενθήμερης εργασίας των μισθωτών, προβλέπονται
δύο ημέρες εβδομαδιαίας ανάπαυσης: η ημέρα της βασικής εβδομαδιαίας ανάπαυσης που
είναι η Κυριακή και η ημέρα πρόσθετης εβδομαδιαίας ανάπαυσης που προβλέπεται
ευθέως από το προκείμενο σύστημα. Με το εν λόγω σύστημα της πενθήμερης εργασίας δεν
καταργήθηκε η 6η ημέρα εργασίας, αλλά οι ώρες εργασίας της 6ης ημέρας μεταφέρονται
στις υπόλοιπες πέντε εργάσιμες ημέρες, με αποτέλεσμα το ωράριο εργασίας των εν λόγω
ημερών να γίνεται μεγαλύτερο από το νόμιμο. Η 6η ημέρα εργασίας στο σύστημα της
πενθήμερης εργασίας αποτελεί μεν ημέρα υποχρεωτικής ανάπαυσης του εργαζόμενου,
πλην όμως δεν έχει τον χαρακτήρα της ημέρας υποχρεωτικής αργίας, όπως η 7η ημέρα της
εβδομάδος, η οποία ρυθμίζεται ειδικώς από τις διατάξεις του Β.Δ. 738/1966. Γι’ αυτό και οι
διατάξεις περί εργασίας την Κυριακή, δεν εφαρμόζονται επί απασχόλησης κατά την 6η
ημέρα εργασίας και δεν οφείλεται σε αυτή την περίπτωση η προσαύξηση του 75% που
παρέχεται στους εργαζόμενους κατά την Κυριακή και τις αργίες, ούτε αναπληρωματική
ανάπαυση σε άλλη εργάσιμη ημέρα της επόμενης εβδομάδας.
Η αμοιβή της 6ης ημέρας εργασίας ρυθμίστηκε νομοθετικά για πρώτη φορά με το άρθρο 8
του Ν. 3846/2010 και έκτοτε για την απασχόλησή του κατά την 6η ημέρα, ο εργαζόμενος
αμείβεται με το καταβαλλόμενο ημερομίσθιο προσαυξημένο κατά 40% (άρθρο 25 και 26 Ν.
5053/2023), χωρίς όμως να δικαιούται αναπληρωματική εβδομαδιαία ανάπαυση.
Συγκεκριμένα, στο άρθρο 25 του άνω νόμου προβλέπεται ότι επιτρέπεται η απασχόληση
κατά την 6η ημέρα στους εργαζόμενους των επιχειρήσεων συνεχούς λειτουργίας που
εφαρμόζουν σύστημα πενθήμερης εργασίας, υπό την προϋπόθεση ότι η απασχόληση αυτή
θα αναγγελθεί από τον εργοδότη η απασχόληση αυτή, στο Πληροφοριακό Σύστημα
«ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ» πριν από την ανάληψη υπηρεσίας από τον εργαζόμενο.
Αντίθετα, ως προς τις επιχειρήσεις που δεν είναι από τη φύση τους συνεχούς λειτουργίας,
αλλά είναι δυνατόν να λειτουργούν κατά τις ημέρες Δευτέρα έως και Σάββατο, επί είκοσι
τέσσερις (24) ώρες, με σύστημα εναλλασσόμενων βαρδιών, και στις οποίες οι εργαζόμενοι
απασχολούνται σε πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία, το άρθρο 26 του Ν. 5053/2023 θέτει
μία επιπλέον προϋπόθεση, δηλαδή να δικαιολογείται η απασχόληση αυτή από εξαιρετικές
συνθήκες λόγω απρόβλεπτα ιδιαίτερου αυξημένου φόρτου εργασίας της επιχείρησης.
Και η εν λόγω απασχόληση θεωρείται τροποποίηση του ωραρίου εργασίας και πρέπει να
δηλώνεται στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ προ της ανάληψης υπηρεσίας εκ μέρους
του εργαζόμενου (Έντυπο Ε4 – Συμπληρωματικός Ωραρίου).
Η Κυριακή είναι ημέρα υποχρεωτικής αργίας και συνεπώς η απασχόληση του εργαζομένου
κατά την ημέρα αυτή απαγορεύεται. Κατ’ εξαίρεση είναι επιτρεπτή η απασχόληση στις
ειδικά προβλεπόμενες από το νόμο περιπτώσεις. Ό,τι ισχύει για την Κυριακή, ισχύει και για
τις λοιπές ημέρες υποχρεωτικής αργίας, οι οποίες ορίζονται στο άρθρο 4 του Β. Δ.
748/1966.
Και η εν λόγω απασχόληση θεωρείται τροποποίηση του ωραρίου εργασίας και πρέπει να
δηλώνεται τόσο η απασχόληση της Κυριακής, όσο και η ημέρα της αναπληρωματικής
εβδομαδιαίας ανάπαυσης στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ προ της ανάληψης
υπηρεσίας εκ μέρους του εργαζόμενου (Έντυπο Ε4 – Συμπληρωματικός Ωραρίου).
Σημειώνεται ότι για την νόμιμη λειτουργία της επιχείρησης σε ημέρα Κυριακή, που δεν
επιτρέπεται με νόμο η απασχόληση, ο εργοδότης θα πρέπει να λάβει σχετική άδεια από την
Επιθεώρηση Εργασίας, υποβάλλοντας σχετική αίτηση μέσω της ιστοσελίδας
www.sepenet.gr. Παράλληλα, θα ακολουθήσει τη διαδικασία υποβολής του
συμπληρωματικού πίνακα ωραρίου (Έντυπο Ε4) προ της ανάληψης εργασίας εκ μέρους του
εργαζόμενου. Εφόσον η εργασία επιτρέπεται σε συγκεκριμένες Κυριακές, δεν απαιτείται η
λήψη σχετικής αδείας.
5. ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:
Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε περίπτωση που για μεγάλο χρονικό διάστημα ο
εργοδότης χορηγεί στο προσωπικό του το διάλειμμα χωρίς να παρατείνει αντίστοιχα και το
ωράριο εργασίας, δηλαδή εάν το διάλειμμα συμπεριλαμβάνεται στον ημερήσιο εργάσιμο
χρόνο, τότε δημιουργείται επιχειρησιακή συνήθεια και οποιαδήποτε διαφορετική
περαιτέρω αντιμετώπιση από τον εργοδότη εμπίπτει στο πλαίσιο των διατάξεων της
μονομερούς βλαπτικής μεταβολής των όρων εργασίας των εργαζομένων.
6. ΚΥΛΙΟΜΕΝΑ ΩΡΑΡΙΑ.
Στο άρθρο 2 του Π.Δ. 88/1999 προβλέπεται η δυνατότητα απασχόλησης του προσωπικού
σε βάρδιες: Απαιτείται οργάνωση εργασίας κατά τέτοιο τρόπο, ώστε οι εργαζόμενοι να
διαδέχονται ο ένας τον άλλον στις ίδιες θέσεις εργασίας με τον ίδιο ρυθμό. Έτσι, οι
εργαζόμενοι επιτελούν μία εργασία σε διαφορετικές ώρες, σε μία δεδομένη περίοδο
αναφοράς ημερών ή εβδομάδων. Στην εργασία εναλλασσόμενων βαρδιών θα πρέπει κατά
τη λήξη της μίας βάρδιας εργασίας να ξεκινάει η επόμενη βάρδια, διαφορετικά δεν θα
πρόκειται για πραγματική εργασία κατ’ εναλλαγή, αλλά για απλή εργασία πέραν του
νομίμου ωραρίου. Επίσης, η εναλλαγή των βαρδιών θα πρέπει υποχρεωτικά να γίνεται
εντός της αυτής ημέρας και όχι την επόμενη ημέρα, διότι τότε δεν θα έχουμε εργασία σε
βάρδιες.
Χρονικά όρια εργασίας: προβλέπεται δυνατότητα υπέρβασης του ημερήσιου 8ωρου και του
εβδομαδιαίου 48ωρου, υπό τον όρο ότι ο μέσος όρος των ωρών εργασίας, υπολογιζόμενος
επί περιόδου τουλάχιστον 3 εβδομάδων, δεν θα υπερβαίνει τις 8 ώρες ημερησίως και τις 48
ανά εβδομάδα.
Νυκτερινή εργασία είναι η απασχόληση που πραγματοποιείται κατά τις νυχτερινές ώρες, οι
οποίες έχουν καθοριστεί από 22:00 μ.μ. έως 6:00 π.μ. (18310/1946 Κ.Υ.Α. και άρθρο 2 του
Π.Δ. 88/1999). Με το Π.Δ.88/1999 ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη νυχτερινή εργασία. Η
απασχόληση κατά τις ώρες αυτές απαγορεύεται για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων
καθώς επίσης και για τους ανήλικους (άρθρο 5 του Ν.1837/1989).
Επιπροσθέτως, μία βάρδια μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε εξ ολοκλήρου είτε κατά ένα
μέρος της σε ωράριο το οποίο θεωρείται νυκτερινή εργασία, κι ως εκ τούτου θα πρέπει να
υπάρχει και η ανάλογη αμοιβή. Για παράδειγμα, για εργασία από τις 18:00 το απόγευμα
μέχρι τις 02:00 το πρωί, οι τέσσερις (4) ώρες, 18:00 – 22:00 είναι ημερήσιες, και οι άλλες
τέσσερις (4), 22:00 – 02:00 νυκτερινές. Οι νυχτερινοί εργαζόμενοι δεν μπορούν να
εργάζονται κατά μέσο όρο πάνω από 8 ώρες το εικοσιτετράωρο.