Professional Documents
Culture Documents
Προς
Σας υπενθυμίζουμε αφενός την υπ’ αριθμόν 1428/2017 απόφαση του Αρείου Πάγου
που έκρινε ανυπόστατο τον γάμο δύο ομοφυλοφίλων καθώς οι ηθικές και
κοινωνικές αξίες και παραδόσεις του ελληνικού λαού, δεν αποδέχεται τη θέσπιση γάμου
για τα ομόφυλα ζευγάρια, αφετέρου την υπ’ αριθμόν 503/2020απόφαση του
Εφετείου Αθηνών που έκρινε ότι αντίκειται στη δημόσια τάξη, η υιοθεσία ανήλικου
τέκνου από ομόφυλο ζευγάρι διότι η υιοθεσία από ομόφυλο ζευγάρι είναι αντίθετη σε
κυριαρχικές κοινωνικές και ηθικές αρχές και αντιλήψεις που διέπουν το βιοτικό ρυθμό
της Ελλάδος και οι έννομες συνέπειες που απορρέουν από αυτή, εάν πραγματοποιηθούν
ή εξαγγελθούν, θα προκαλέσουν βαθιά διαταραχή στην Ελληνική έννομη τάξη.
Ανατρέχοντας στο ένδοξο παρελθόν της πατρίδας μας, διαπιστώνουμε ότι ο Πλάτων
και πολλοί άλλοι αρχαίοι συγγραφείς, υπήρξαν αντίθετοι στην ομοφυλοφιλία,
θεωρώντας τη συμβίωση και την ένωση του άνδρα με τη γυναίκα, ως τη μόνη αποδεκτή
και σύμφωνη με τη φύση, ενώ, αντίθετα, τη συζυγία των ομοφύλων, ως παρά φύση
(Πλάτ. Νόμοι 636c).
Είναι επίσης γνωστός ο μύθος του Αισώπου για την ΑΙΔΩ . Όταν ο Δίας έπλασε τους
ανθρώπους, έβαλε μέσα τους διάφορες αρετές και ευαισθησίες. Ύστερα είδε ότι ξέχασε
την ντροπή. Αλλά δεν είχε κάποια "πόρτα" από την οποία να βάλει την ντροπή μέσα
στον άνθρωπο. Τότε πρόσταξε την ντροπή (προσωποποιημένη) να μπει στον άνθρωπο
από τον πρωκτό του. Η Ντροπή δεν το δεχόταν. "Όχι!" φώναζε, "δε θα περάσω από
τέτοια τρύπα! Είμαι η ρίζα των αρετών και δε μου αξίζει τέτοια μεταχείριση!
Ντρέπομαι! Δεν μπορώ να μπω από εκεί!". Αλλά του Δία η εντολή ήταν άκαμπτη:
"πρέπει να μπεις, και μάλιστα από τον πρωκτό, γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Δεν
κάνει να μείνουν οι άνθρωποι δίχως ντροπή. Και αν ακόμα εσύ ανέχεσαι να μείνουν οι
άνθρωποι δίχως ντροπή, σε προστάζω εγώ να μπεις στους ανθρώπους, από τον πρωκτό
τους!". Αναστέναξε η ντροπή, δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς, "εντάξει" είπε, "θα μπω,
αλλά με μια συμφωνία: αν μετά από εμένα μπει από την ίδια οπή κάτι άλλο, και
προπάντων αν μπει ερωτικό όργανο, εγώ θα φύγω από εκείνον τον άνθρωπο!" -
"Σύμφωνοι", είπε ο Δίας. Έτσι, η ντροπή μπήκε και κατοίκησε στους ανθρώπους, αλλά
όποιος άνθρωπος "σοδομίζεται" χάνει για πάντα την αίσθηση της ντροπής! Εξ’ ού και
η λέξη ΚΙΝΑΙΔΟΣ.
Α. Εάν ένας άνδρας κοιμηθεί με έναν άντρα όπως με μια γυναίκα, και οι δύο έχουν
διαπράξει βδέλυγμα … (Λευιτικό κ΄ 13)
Β. Γι’ αυτό το λόγο (δηλ. για την άρνησή τους να αναγνωρίσουν, να ευχαριστήσουν και
να δοξάσουν το Θεό) ο Θεός τους παρέδωσε σε επαίσχυντα πάθη. Οι γυναίκες τους
αντάλλαξαν τις φυσικές σχέσεις με τις παρά φύση, και παρομοίως οι άνδρες άφησαν τις
φυσικές σχέσεις με τις γυναίκες και κάηκαν με φλόγα ακράτητης επιθυμίας μεταξύ τους,
διαπράττοντας άνδρας με άνδρα επαίσχυντες πράξεις και λαμβάνοντας έτσι από τον
ίδιο τους τον εαυτό το μισθό που τους άξιζε για την πλάνη τους (Ρωμ. α΄ 26-27).
Οι ομοφυλόφιλοι συνάνθρωποί μας είναι και αυτοί Εικόνες του Τριαδικού και Μόνου
Αληθινού Θεού, συναμαρτωλοί αδελφοί μας. Και για αυτούς και για εμάς ο Χριστός
έχυσε το Τίμιο Αίμα Του πάνω στον Σταυρό. Ο ομοφυλόφιλος καλείται σε μια ιδιαίτερα
σκληρή μάχη. Από την μια η εχθρότητα εκείνων που περιφρονούν και γελοιοποιούν
όσους φέρουν αυτό τον επίπονο και επαχθή σταυρό και από την άλλη η αστόχαστη,
αποδοχή της ομοφυλοφιλικής δραστηριότητας από τους πλανημένους συνηγόρους
και εφαρμοστές της. Όπως συμβαίνει με όλους τους πειρασμούς, τα πάθη και τις
αμαρτίες έτσι και ο ομοφυλοφιλικός προσανατολισμός μπορεί να θεραπευτεί και οι
ομοφυλοφιλικές πράξεις μπορούν να πάψουν. Με τον Χριστό και την συνδρομή του
ορθόδοξου πνευματικού πατέρα όλα τα πράγματα είναι δυνατά.
Αν ισχύει ότι τελικά θα έρθει προς ψήφιση Νομοσχέδιο για τον Γάμο των
Ομοφυλοφίλων και την υιοθεσία από αυτούς τέκνων με πρωτοβουλία του κ. Φλωρίδη
ως Υπουργού Δικαιοσύνης και κάθε άλλου συναρμόδιου υπουργού ζητούμε:
Β. την καταψήφιση από εσάς τους Βουλευτές μας όλων των κομμάτων αυτού του
απαράδεκτου νομοσχεδίου για να μην γίνει η Ελλάδα μας ΣΟΔΟΜΑ και ΓΟΜΟΡΑ.
Γ. Αν παρόλα αυτά ψηφιστεί ένα τέτοιο απαράδεκτο νομοσχέδιο σας δηλώνουμε ότι τα
μέλη και οι φίλοι μας σε όλη την Ελλάδα δεν θέλουν να έχουν σχέση με βουλευτές που
μετατρέπουν την πατρίδα μας σε ΣΟΔΟΜΑ και ΓΟΜΟΡΑ, θα απουσιάζουμε από κάθε
εκδήλωσή σας διότι προσβάλλετε τα όσια και τα ιερά της πατρίδας και ειδικά αν
εμφανιστείτε σε Ιερούς Ναούς σε Δοξολογίες ή σε Θεία Λειτουργία θα προβούμε σε
κόσμια διαμαρτυρία εντός του Ιερού Ναού ώστε να αποχωρήσετε από αυτόν διότι δεν
μπορούμε να βλέπουμε ανθρώπους που στην εκκλησία εμφανίζονται ως καλοί
Χριστιανοί και στο Κοινοβούλιο ψηφίζουν ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΑ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΑ.
Με θλίψη και πόνο ψυχής για την Ελλάδα που καταστρέφεται από τους εκλεγμένους
άρχοντές της
Ο Πρόεδρος
Βασίλειος Ν. Αραμπατζόγλου
1428/2017 ΑΠ (709994)
Αριθμός 1428/2017
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1372 εδ. γ’ ΑΚ, γάμος που έγινε
χωρίς να τηρηθεί καθόλου ένας από τους τύπους που προβλέπονται στο
άρθρο 1367 είναι ανυπόστατος. Στην περίπτωση δε τελέσεως πολιτικού
γάμου οι προβλεπόμενοι από την εν λόγω διάταξη τύποι είναι: α) η
σύγχρονη, απαλλαγμένη από ελαττώματα της βουλήσεως, δήλωση των
μελλονύμφων ότι συμφωνούν στην τέλεση του γάμου, β) η παρουσία δύο
μαρτύρων ενώπιον των οποίων γίνεται δημόσια και κατά πανηγυρικό τρόπο
η δήλωση και γ) η σύνταξη της οικείας ληξιαρχικής πράξεως, που
αποτελεί άμεση υποχρέωση του δημάρχου ή του προέδρου της κοινότητας
(ή του νομίμου αναπληρωτή τους) του τόπου όπου τελείται ο γάμος. Στην
περίπτωση όμως τελέσεως πολιτικού γάμου μεταξύ δύο προσώπων του ιδίου
φύλου (ομοφύλων), για τον οποίο έχουν τηρηθεί κατ’ αρχήν οι τύποι που
προβλέπονται γι’ αυτόν από τη διάταξη του άρθρου 1367 ΑΚ, αναφύεται
το αναγκαίο για το υποστατό του γάμου ζήτημα, ποιοι μπορεί να είναι
οι "μελλόνυμφοι" που αναφέρονται στην πιο πάνω διάταξη, και
συγκεκριμένα, αν μπορούν να είναι πρόσωπα που ανήκουν στο ίδιο φύλο.
Εκ πρώτης όψεως είναι προφανές ότι η γραμματική ερμηνεία της
διατάξεως δεν προσφέρει λύση στο ζήτημα, καθώς η λέξη "μελλόνυμφοι"
δεν προσδιορίζει χαρακτηριστικό φύλου. Προ αυτού του κενού είναι
αναγκαία η προσφυγή στο σκοπό του νόμου και τη βούληση του νομοθέτη,
όπου με τον όρο αυτό δεν νοείται φυσικά μόνο ο εθνικός νομοθέτης,
δηλαδή οι κανόνες της εσωτερικής έννομης τάξεως, αλλά και οι διεθνείς
συνθήκες, οι οποίες κατά ρητή συνταγματική διάταξη (άρθρο 28 παρ. 1
Συντάγματος) υπερισχύουν των κοινών νόμων. Με αφετηρία την Ευρωπαϊκή
Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), κρίσιμη είναι η διάταξη
του άρθρου 12 αυτής, σύμφωνα με την οποία "άμα τη συμπληρώσει ηλικίας
γάμου, ο ανήρ και η γυνή έχουν το δικαίωμα να συνέρχωνται εις γάμον
και ιδρύωσινοικογένειαν συμφώνως προς τους διέποντας το δικαίωμα
τούτο εθνικούς νόμους". Όπως προκύπτει από την παραπάνω διάταξη, το
δικαίωμα συνάψεως γάμου και της δημιουργίας οικογένειας αναγνωρίζεται
και στα δύο φύλα, χωρίς να παρέχεται και εδώ άμεση λύση στο εάν
υπονοείται ότι ο "ανήρ" και η "γυνή" μπορούν να συνάπτουν γάμο
αποκλειστικά ο ένας με τον άλλο ή και μεταξύ τους. Είναι προφανές ότι
η διάταξη παραπέμπει στην εκάστοτε εσωτερική έννομη τάξη, δηλαδή η
σύμβαση αναγνωρίζει μεν το δικαίωμα συνάψεως γάμου και στα δύο φύλα,
όμως ως προς τους όρους και τις προϋποθέσεις τελέσεώς του παραπέμπει
στον εθνικό νομοθέτη, αφήνοντας σ’ αυτόν την πρωτοβουλία και την
αρμοδιότητα να ορίσει σχετικά (πρβλ. και Ολομ. ΣτΕ 867/1988).
Περαιτέρω, στο Διεθνές Σύμφωνο της Ν. Υόρκης για τα Ανθρώπινα και
Πολιτικά Δικαιώματα (ΔΣΑΠΔ), το οποίο κυρώθηκε με το ν. 2462/1997,
ανάλογη είναι η διάταξη του άρθρου 23, η οποία ορίζει: "1. Η
οικογένεια είναι φυσικό και θεμελιώδες στοιχείο της κοινωνίας, τα
μέλη της δε απολαύουν την προστασία της κοινωνίας και του Κράτους, 2.
Αναγνωρίζεται το δικαίωμα ανδρών και γυναικών σε ηλικία γάμου να
παντρεύονται και να δημιουργούν οικογένεια, 3. Κανείς γάμος δεν
μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς την ελεύθερη και πλήρη συναίνεση των
μελλοντικών συζύγων και 4. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη στο παρόν Σύμφωνο
λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για την εξασφάλιση της ισότητας των
δικαιωμάτων και των ευθυνών των συζύγων σε σχέση με το γάμο, κατά τον
έγγαμο βίο και κατά τη λύση του γάμου". Και στην εν λόγω διάταξη
δηλαδή, αφού θεσπίζεται η γενικότερη προστασία της οικογένειας και
του δικαιώματος για τη σύναψη γάμου, αφενός, κατά τρόπο όμοιο με την
προαναφερόμενη διάταξη της ΕΣΔΑ, δεν επιλύεται το ζήτημα του
ενδεχόμενου γάμου μεταξύ ομοφύλων μελλονύμφων, αφετέρου δε ανατίθεται
στα συμβαλλόμενα κράτη η αρμοδιότητα να λάβουν τα συγκεκριμένα μέτρα
για την εξασφάλιση της ισότητας των δικαιωμάτων των συζύγων.
Επομένως, αμφότερες οι προαναφερόμενες διατάξεις, αμέσως ή εμμέσως,
παραπέμπουν στο εθνικό δίκαιο τον καθορισμό των προϋποθέσεων για την
άσκηση του δικαιώματος συνάψεως γάμου. Ακριβώς για το λόγο αυτό σε
όσες ευρωπαϊκές χώρες (Ολλανδία, Βέλγιο, Δανία, Σουηδία, Ισπανία κλπ)
θεσπίσθηκε κατά τα τελευταία έτη ο γάμος ομόφυλων προσώπων, τούτο
υπήρξε αποτέλεσμα νομοθετικής πρωτοβουλίας του εκάστοτε εθνικού
νομοθέτη και όχι υποχρέωση συμμορφώσεως προς τις ρυθμίσεις του άρθρου
12 της ΕΣΔΑ. Ευλόγως λοιπόν ο ελληνικός αστικός κώδικας δεν προσφέρει
ασφαλή απάντηση στο σχετικό πρόβλημα. Τούτο είναι προφανές, δεδομένου
ότι κατά το χρόνο συντάξεως του εν λόγω νομοθετήματος το ζήτημα της
ομοφυλοφιλίας γενικότερα είχε πολύ περισσότερο περιορισμένη διάσταση
από ό,τι σήμερα, ενώ το ενδεχόμενο γάμου μεταξύ προσώπων του ιδίου
φύλου δεν είχε απασχολήσει τους συντάκτες του, ως αυτονόητα
ανύπαρκτο.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΉ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 503/2020
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 28 Μαρτίου 2019 για να δικάσει την
εξής υπόθεση.
Το Δικαστήριο εκείνο εξέδωσε την υπ’ αριθμόν 424/2017 οριστική του απόφαση με
την οποία απέρριψε την αίτηση.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε η εκκαλούσα, με την από 15 Ιανουαρίου 2018 έφεσή
της προς το Δικαστήριο τούτο, που έχει κατατεθεί με αριθμό …../2018.
Μετά τη συζήτηση της εφέσεως αυτής, το Εφετείο Αθηνών, εξέδωσε την 4408/2018
απόφασή του, με την οποία δέχθηκε τυπικά την έφεση, ανέβαλε τη συζήτηση και
έταξε όσα αναφέρονται σ` αυτήν.
Ήδη η υπόθεση επαναφέρεται και πάλι για συζήτηση, με την από 15 Ιανουαρίου
2019 κλήση της καλούσας, η οποία κατατέθηκε με αριθμό …../2019 εκφωνήθηκε από
τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
Από τις διατάξεις των άρθρων 323 αριθ. 25, 780 και 905 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει, ότι, με
την επιφύλαξη αυτών που ορίζουν διεθνείς συμβάσεις, απόφαση εκούσιας
δικαιοδοσίας αλλοδαπού δικαστηρίου έχει στην Ελλάδα, χωρίς άλλη διαδικασία, την
ισχύ που της αναγνωρίζει το δίκαιο του κράτους του δικαστηρίου που την εξέδωσε,
εφόσον συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις: (1) Αν η απόφαση εφάρμοσε τον
ουσιαστικό νόμο που έπρεπε να εφαρμοσθεί κατά το ελληνικό δίκαιο που εκδόθηκε
από το δικαστήριο που έχει δικαιοδοσία κατά το δίκαιο της πολιτείας, της οποίας τον
ουσιαστικό νόμο εφάρμοσε και (2) Αν δεν είναι αντίθετη προς τα χρηστά ήθη ή προς
την δημόσια τάξη. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής: (α) Οι αλλοδαπές αποφάσεις
εκούσιας δικαιοδοσίας, εφόσον συντρέχουν οι ως άνω προϋποθέσεις, ισχύουν στην
ημεδαπή αυτομάτως (β) Με την αναγνώρισή της η αλλοδαπή απόφαση αναπτύσσει
στην ημεδαπή την ισχύ που της προσδίδεται στο κράτος προέλευσης, με τον όρο δε
«ισχύς» νοείται η τυπική ισχύς της αλλοδαπής απόφασης και όχι τα ουσιαστικά της
αποτελέσματα, τα οποία καθορίζονται αυτοτελώς κατά το ελληνικό ιδιωτικό διεθνές
δίκαιο (γ) Ο χαρακτήρας αλλοδαπής απόφασης ή δικαιοδοτικής πράξης ως απόφασης
εκούσιας δικαιοδοσίας κρίνεται, ανεξάρτητα από την ειδικότερη ονομασία που φέρει,
κατά την lexfori και κατά συνέπεια η διάταξη αυτή εφαρμόζεται ακόμη και αν η
απόφαση εκδόθηκε στην αλλοδαπή κατά την διαδικασία της αμφισβητούμενης
δικαιοδοσίας, εφόσον παρουσιάζει ομοιότητα ή και απλώς λειτουργική αντιστοιχία με
μία από τις αναγνωριζόμενες στο εσωτερικό δίκαιο υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας
(δ) αν και η αλλοδαπή απόφαση εκούσιας δικαιοδοσίας εκδηλώνει την ισχύ της στην
ημεδαπή αυτόματα, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του αρ. 780, η αναγνώριση
μπορεί να πραγματοποιηθεί με ανάλογη εφαρμογή του αρ. 905 παρ. 4,- παρότι η
διαδικασία που καθιερώνεται με το άρθρο αυτό αναφέρεται σε αποφάσεις
αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας που αφορούν την προσωπική κατάσταση, και ως
σκοπό είχε την υποκατάσταση (για λόγους αποφυγής περισσοτέρων εξόδων και
ταχύτητας) της αναγνωριστικής αγωγής, που μπορεί να εγερθεί, κατ` άρ. 70
Κ.Πολ.Δ., - σε περιπτώσεις υπό τους όρους όμως του αρ. 780 Κ.Πολ.Δ. (3) Για την
αναγνώριση της ισχύος αλλοδαπής απόφασης εκούσιας δικαιοδοσίας, απαιτείται: (α)
να εφαρμόσθηκε από το αλλοδαπό δικαστήριο ως προς την ουσία της διαφοράς το
ουσιαστικό δίκαιο εκείνης της χώρας που κατά το ελληνικό ιδιωτικό διεθνές δίκαιο
έπρεπε να εφαρμοσθεί (β) να εκδόθηκε από δικαστήριο που είχε διεθνή δικαιοδοσία
σύμφωνα με τους κανόνες δικονομικού διεθνούς δικαίου της χώρας εκείνης, της
οποίας οι ουσιαστικού δικαίου κανόνες έπρεπε να εφαρμοσθούν κατά το ελληνικό
διεθνές δίκαιο σύμφωνα με την προηγούμενη προϋπόθεση, ενόψει δε του ειδικότερου
αυτού προσδιορισμού της διεθνούς δικαιοδοσίας στις αλλοδαπές αποφάσεις εκούσιας
δικαιοδοσίας δεν εφαρμόζεται το αρ. 323 αριθ. 2 Κ.Πολ.Δ. (γ) να μην αντίκειται η
αλλοδαπή απόφαση στην δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη, όπως οι έννοιες αυτές
χρησιμοποιούνται στις διατάξεις των αρ. 323 αριθ. 5, 903 αριθ. 6 και 905 αριθ. 2, 3
Κ.Πολ.Δ. (για τα παραπάνω βλ. Αρβανιτάκη σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμ.
Κ.Πολ.Δ. στο αρ. 780 αρ. 2, και 7- 11 σελ. 1 538 επ., Μιχ. Μαργαρίτη, Ερμ.
Κ.Πολ.Δ., στο άρ. 780, αριθ. 2-8, σελ. 328 επ. Β, Βαθρακοκοίλη, Ερμ. Κ.Πολ.Δ. στο
αρ. 780, αριθ. 1,4,5-8, σελ. 492 επ. και στο αρ. 905, αριθ. 69- 72, σελ. 106 επ. Εφ.
Πειρ. 1111/1989 ΝοΒ 1990. 662, ΕφΔωδ. 42/2002, Εφ. Πειρ. (Μον/λές) 353/2014
Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα η «δημόσια τάξη», στην οποία υπάγονται και τα
χρηστά ήθη, λαμβάνεται με την έννοια του αρ. 33 Α.Κ. και αποτελείται από
θεμελιώδεις κανόνες και αρχές που κρατούν κατά ορισμένο χρόνο στην χώρα και
απηχούν τις κοινωνικές, οικονομικές, πολιτειακές, πολιτικές, θρησκευτικές,
ηθικές και άλλες αντιλήψεις, οι οποίες διέπουν τον βιοτικό ρυθμό αυτής και
αποτελούν το φράγμα εφαρμογής στην ημεδαπή και τίτλων αλλοδαπού δικαίου
που μπορεί να προξενήσει διαταραχή στον ρυθμό αυτόπου κυριαρχεί στην χώρα
και διέπεται από τις αρχές αυτές. Εξάλλου οι διατάξεις που εκφράζουν τις
θεμελιώδεις αρχές που διέπουν το βιοτικό ρυθμό της χώρας είναι και η έκφραση
της με την ως άνω έννοια διεθνούς δημόσιας τάξης, γι` αυτό και η προς αυτές
αντίθεση αλλοδαπού δικαίου δεν συγχωρεί την εφαρμογή του τελευταίου, η
οποία θα έχει ως συνέπεια την μερική ή ολική διαταραχή της πολιτειακής
έννομης τάξης (Ολ. Α.Π. 17/2008, Ολ. Α.Π 6/1990 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 88/1991
Νο.Β 40. 545, Εφ. Θεσ. 451/2000 Αρμ. 54. 829, Εφ. Δωδ. 42/2002 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).
Τέλος, κατά τη διάταξη του αρθρ. 522 Κ.Πολ.Δ., με την άσκηση της εφέσεως η
υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο μέσα στα όρια που
καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους. Από το μεταβιβαστικό
αυτό αποτέλεσμα της εφέσεως το εφετείο αποκτά την εξουσία να εξετάσει όλους τους
ισχυρισμούς που υποβάλλονται, κατά τις διατάξεις των άρθρων 525 μέχρι 527 του
ίδιου κώδικα, τόσο από τη μια πλευρά όσο και από την άλλη και, παρόλο ότι ο
εκκαλών, με την έφεση, παραπονιέται γιατί η αγωγή του (ή η αίτησή του, για την
ταυτότητα του νομικού λόγου) απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη, μπορεί να
κρίνει, μετά και από αυτεπάγγελτη μάλιστα έρευνα, ότι η αγωγή (ή η αίτησή του)
είναι μη νόμιμη, απαράδεκτη ή αόριστη. Στην περίπτωση αυτή, μη επιτρεπόμενης,
κατά τη διάταξη του άρθρου 534 του άνω κώδικα, της αντικαταστάσεως των
αιτιολογιών της εκκαλούμενης αποφάσεως, διότι η αντικατάσταση αυτή οδηγεί σε
διαφορετικό, κατά το αποτέλεσμα, διατακτικό, εξαφανίζεται η εκκαλούμενη απόφαση
και απορρίπτεται η αγωγή (ή η αίτηση) ως μη νόμιμη, απαράδεκτη ή αόριστη και
μάλιστα χωρίς ειδικό γι` αυτό παράπονο, κατά τη διάταξη του άρθρου 533 παρ. 1 του
κώδικα αυτού, δεδομένου ότι η απόφαση αυτή είναι επωφελέστερη για τον
εκκαλούντα από την εκκληθείσα (αρθρ. 68, 536 ΚΠολΔ - Α.Π. 356/2013, ΑΠ
1951/2007, Α.Π. 1493/2007 Τ.Ν. Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 457/1989 Δ 21, 180, Ε.Α.
1531/2011 Δ.Ε.Ε. 2011, 936, Ε.Α. 3289/2009 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ. Θεσ. 162/2013
Ελλ. Δνη 2013, 168, Σ. Σαμουήλ, Η έφεση, έκδ. 2009, παρ. 864 και 879-901, σελ.
346 επ.). Με την από 31-10-2016 (αυξ. αρ. εκθ. καταθ. δικογρ. …../1-1 1-2016)
αίτηση που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η αιτούσα,
ελληνικής καταγωγής και μόνιμος κάτοικος Νέας Υόρκης των Ηνωμένων Πολιτειών
Αμερικής ισχυρίσθηκε ότι αφού αρχικά κατάρτισε στις 8-7- 2009 σύμφωνο
συμβίωσης στην ως άνω πόλη με την …………….. (…….) …… (………) του
………………… (………) και της ……… (……………), ακολούθως, τέλεσε και
γάμο μετά της τελευταίας στην ίδια πόλη (Νέα Υόρκη Η.Π.Α.) στις 22-1 1-2013. Ότι
κατόπιν της αναφερομένης στην ένδικη αίτηση αιτήσεως των δύο συζύγων, εκδόθηκε
η με ημερομηνία εκδόσεως 30 Αυγούστου 2015 τελεσίδικη και αμετάκλητη απόφαση
του Οικογενειακού δικαστηρίου της Πολιτείας του Ντιλαγουέρ (Delaware), με την
οποία κηρύχθηκε θετό τέκνο τους ένα θήλυ νήπιο το οποίο γεννήθηκε στις 18-12-
2014 στην πόλη Ντόβερ (Dover) της ίδιας Πολιτείας και φέρει έκτοτε το
ονοματεπώνυμο …………………………. (ήτοι τα επώνυμα των δύο υιοθετουσών
συζύγων). Ισχυριζόμενη δε επί πλέον, ότι στις 22-7-2006 συνήψε και σύμφωνο
συμβίωσης στην Ελλάδα με την ως άνω ………… (………………) …… (………),
και ότι η ίδια διατηρεί στην Ελλάδα εμπράγματα δικαιώματα επί ακινήτων τα οποία
επιθυμεί μελλοντικά να μεταβιβάσει στην ως άνω υιοθετημένη ανήλικη, ζήτησε να
αναγνωρισθεί ότι η ανωτέρω απόφαση του αλλοδαπού δικαστηρίου έχει αποκτήσει
και στην ελληνική επικράτεια ισχύ δεδικασμένου. Με το πιο πάνω περιεχόμενο η ως
άνω αίτηση είναι μη νόμιμη και απορριπτέα διότι η ανάπτυξη των εννόμων
συνεπειών της ως άνω αλλοδαπής αποφάσεως με την οποία έγινε δεκτή υιοθεσία
ανήλικου τέκνου από ζευγάρι ομόφυλων συζύγων πληροί την αναφερόμενη στο
σκεπτικό της παρούσας αρνητική για την ανάπτυξη της ισχύος της κατ` άρ. 780 Α.Κ
αλλά και της αναγνωρίσεως του απορρέοντος από αυτήν δεδικασμένου (κατά
αναλογική εφαρμογή του άρθρου 905 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ) προϋπόθεση της αντιθέσεώς
της στη δημόσια τάξη. Ειδικότερα, με δεδομένα α) ότι στην ελληνική έννομη τάξη
η ταυτόχρονη υιοθεσία ανήλικου από περισσότερους επιτρέπεται μόνον όταν
γίνεται από συζύγους (αρ. 1545 Α.Κ), ως τέτοιοι δε νοούνται υπό το καθεστώς
του ισχύοντος Αστικού Κώδικα μόνον πρόσωπα διαφορετικού φύλου (Α.Π
1428/2017 Τ.Ν. Π. ΝΟΜΟΣ), β) ότι η ως άνω αλλοδαπή απόφαση με την οποία
διαπλάστηκε η έννομη σχέση της υιοθεσίας αναπτύσσει την ισχύ την οποία
αναγνώρισε σ` αυτή το δίκαιο του κράτους του δικαστηρίου που την εξέδωσε και
συνακόλουθα τις έννομες συνέπειες της, στο σύνολό της ως υιοθεσία από τις
ανώτερα» συζύγους (αιτούσα και ………….) και όχι μόνον για την αιτούσα, όπως
εμμέσως πλήν σαφώς ισχυρίζεται αυτή, γ) ότι ο θεσμός της υιοθεσίας ανηλίκων
στην Ελλάδα αποτελεί θεσμό πρόνοιας, με αποστολή τη βελτίωση της θέσης του
υιοθετούμενου ανήλικου τέκνου που στερείται της στοργής και της φροντίδας
της φυσικής του οικογένειας, μέσα στα πλαίσια της επιδιωκόμενης από την
πολιτεία προστασίας της παιδικής ηλικίας (Κουνουγέρη- Μανωλεδάκη, Οικογ.
Δικ. Τομ. Β` σελ. 273 επ.), στην οποία (βελτίωση της θέσης του υιοθετούμενου
ανήλικου) κατατείνει και το σύνολο του υφισταμένου- σχετικού με τις
προϋποθέσεις τελέσεώς της- νομικού πλαισίου και δ) ότι το τελευταίο
καθιερώνοντας - ανακυκλώνοντας, κυρίως με τις διατάξεις των άρθρων 1542 επ.
Α.Κ., βασικές και θεμελιώδους σημασίας αρχές και αντιλήψεις που διέπουν
σήμερα τη ζωή στην ελληνική κοινωνία, αποβλέπει κυριαρχικά στο συμφέρον
των υιοθετούμενων ανήλικων και στη δυνατότητα ομαλής ψυχοπνευματικής
ανάπτυξης τους (στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η ανάπτυξη της ταυτότητας
και του φύλου τους) μέσα σε υγιές κοινωνικό περιβάλλον, στοχεύοντας μέσω του
θεσμού της υιοθεσίας στην ύπαρξη ή όχι οποιασδήποτε οικογένειας προσφέρεται
να αναλάβει τη φροντίδα και διαπαιδαγώγηση του προς υιοθεσία τέκνου αλλά
μιας οικογένειας που, εκτός των λοιπών προϋποθέσεων που τάσσει ο νόμος, το
μοντέλο της κατ` αρχήν είναι ανεκτό από τον κοινωνικό της περίγυρο, η σύνθεση
των μελών της δεν αποτελεί εξαιρετική περίπτωση σε σχέση με τα καθιερωμένα
και δεν προκαλεί τις κυρίαρχες κοινωνικές αντιλήψεις, αφού η εν λόγω
διαφορετικότητα μπορεί να αποβεί σε βάρος του πραγματικού συμφέροντος του
τέκνου, καθόσον συχνά θα είναι αντικείμενο καυστικού ή επικριτικού
σχολιασμού, επειδή στην παρούσα χωροχρονική συγκυρία η ελληνική κοινωνία
δεν είναι προετοιμασμένη, με βάση και το ισχύον νομικό πλαίσιο που τη διέπει,
να ανεχθεί και διαχειριστεί την ύπαρξη οικογένειας αποτελούμενης από
ομόφυλους συζύγους και υιοθετηθέντα από αυτούς ανήλικα τέκνα, κρίνεται ότι η
αναφερόμενη στην ένδικη αίτηση αλλοδαπή απόφαση, της οποίας ζητείται η
αναγνώριση της ισχύος του απορρέοντος από αυτή δεδικασμένου στην Ελληνική
επικράτεια, αντίκειται στη δημόσια τάξη, διότι η υιοθεσία ανήλικου τέκνου από
ομόφυλο έγγαμο ζευγάρι γυναικών, την οποία, κατά τα εκτιθέμενα στην ένδικη
αίτηση, η ως άνω απόφαση επέτρεψε, είναι αντίθετη σε κυριαρχικές κοινωνικές
και ηθικές αρχές και αντιλήψεις που διέπουν στην παρούσα χρονική περίοδο τη
ζωή και το βιοτικό ρυθμό της Ελλάδος και οι έννομες συνέπειες που απορρέουν
από αυτή, εάν πραγματοποιηθούν ή εξαγγελθούν, θα προκαλέσουν βαθιά
διαταραχή στην Ελληνική έννομη τάξη. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο
έκρινε νόμιμη και απέρριψε στη συνέχεια ως ουσιαστικά αβάσιμη την ένδικη
αίτηση, έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου. Συνεπώς, σύμφωνα και με τη
μείζονα σκέψη, πρέπει, αφού ανακληθεί η …../2018 μη οριστική απόφαση
Δικαστηρίου τούτου, (με την οποία διατάχθηκε η επανάληψη της συζητήσεως
στα πλαίσια ουσιαστικής διερευνήσεως της υποθέσεως), να εξαφανισθεί η
εκκαλουμένη, κατά παραδοχή της ένδικης εφέσεως και των συναφών λόγων της
με τους οποίους πλήττεται η εκκαλουμένη για την κατ` ουσίαν απόρριψη της
ένδικης αιτήσεως και ακολούθους, αφού διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν
Δικαστήριο και δικασθεί η ένδικη αίτηση, να απορριφθεί αυτή ως μη νόμιμη.
Δικαστηρίου τούτου.
Δέχεται κατ` ουσίαν την από 15-1-2018 (αρ. εκθ. καταθ. δικογρ. …./17-1-2018)
έφεση.
Διακρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της από 31-10- 2016 (αυξ. αρ. εκθ. καταθ.
δικογρ. …../1-1 1-2016) αιτήσεως.
Απορρίπτει την από 31-10-2016 (αυξ. αρ. εκθ. καταθ. δικογρ. …./1-11-2016) αίτηση.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ