You are on page 1of 12

Κεφάλαιο 4: Μορφές αγοράς

4.1. Εισαγωγή

Στο κεφάλαιο αυτό αναλύονται οι τέσσερις βασικές μορφές αγοράς που είναι ο πλήρης
ανταγωνισμός, το μονοπώλιο, ο μονοπωλιακός ανταγωνισμός και το ολιγοπώλιο. Ειδικότερα
αναλύονται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε μορφής αγοράς, οι επιπτώσεις που έχουν
στην κοινωνική ευημερία καθώς και ο τρόπος με τον οποίο χαράσσουν την τιμολογιακή τους
πολιτική.

4.2. Τέλειος ή πλήρης ανταγωνισμός

Μια αγορά λειτουργεί με όρους τέλειου ανταγωνισμού όταν:

1. Πολλές επιχειρήσεις πωλούν ίδια προϊόντα σε πολλούς αγοραστές.


2. Δεν υπάρχουν περιορισμοί εισόδου άλλων επιχειρήσεων στην αγορά.
3. Οι ήδη υπάρχουσες επιχειρήσεις δεν έχουν κάποιο πλεονέκτημα έναντι των
νεοεισερχομένων επιχειρήσεων.
4. Οι πωλητές και οι αγοραστές έχουν επαρκή πληροφόρηση για τις τιμές όπως και για
τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται.

Ο τέλειος ανταγωνισμός δημιουργείται υπό συγκεκριμένες συνθήκες οι οποίες υπάρχουν


όταν:

 Η ελάχιστη αποτελεσματική κλίμακα παραγωγής1 μιας επιχείρησης είναι μικρή σε


σχέση με τη ζήτηση της αγοράς για το συγκεκριμένο αγαθό. Σε αυτή την περίπτωση,
ο κλάδος έχει χώρο για πολλές επιχειρήσεις.
 Κάθε επιχείρηση παράγει ένα αγαθό ή μια υπηρεσία που δεν έχει κάποιο μοναδικό
χαρακτηριστικό και αυτό σημαίνει ότι οι καταναλωτές δεν δίνουν μεγάλη σημασία
ποιας εταιρείας το αγαθό αγοράζουν. Με λίγα λόγια το προϊόν που παράγεται είναι
πανομοιότυπο.

Το γεγονός ότι όλες οι επιχειρήσεις σε μία τέλεια ανταγωνιστική αγορά παράγουν ένα
πανομοιότυπο προϊόν τις καθιστά αποδέκτες τιμής, δηλαδή δεν μπορούν να επιβάλλουν μια
διαφορετική τιμή από αυτήν που επικρατεί στην αγορά. Καθώς οι επιχειρήσεις στην

1
Ως ελάχιστη αποτελεσματική κλίμακα παραγωγής ορίζεται εκείνο το μέγεθος της παραγωγής όπου
ελαχιστοποιείται το μέσο κόστος. Με δεδομένη την τιμή πώλησης η ελάχιστη αποτελεσματική κλίμακα
παραγωγής επιτυγχάνει το μέγιστο κέρδος ανά παραγόμενη μονάδα προϊόντος.

1
προσπάθειά τους να είναι ανταγωνιστικές λειτουργούν στο ελάχιστο μέσο κόστος
παραγωγής2, στην περίπτωση που επιβάλλουν μια χαμηλότερη τιμή από αυτή που επικρατεί
στην αγορά τότε θα έχουν ζημιά. Στην αντίθετη περίπτωση που επιβάλλουν μια μεγαλύτερη
τιμή τότε θα απωλέσουν όλη τους την πελατεία καθώς η τελευταία θα στραφεί στις
ανταγωνίστριες επιχειρήσεις οι οποίες προσφέρουν το ίδιο ακριβώς αγαθό σε χαμηλότερη
τιμή.

Λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά του τέλειου ανταγωνισμού μπορούμε ευκολότερα


να κατανοήσουμε το πλαίσιο στο οποίο λαμβάνονται οι αποφάσεις παραγωγής. Στόχος μιας
ανταγωνιστικής επιχείρησης (όπως και κάθε επιχείρησης) είναι να μεγιστοποιήσει το
οικονομικό της κέρδος, δεδομένων των ιδιαίτερων περιορισμών που αντιμετωπίζει. Έτσι για
να πετύχει τον στόχο της, πρέπει να αποφασίσει:

 Πώς θα παράγει με το ελάχιστο μέσο κόστος.


 Τι ποσότητα θα παράγει.
 Αν θα εισέλθει ή θα αποχωρήσει από μια αγορά.

Ολοκληρώνοντας την ανάλυση του τέλειου ανταγωνισμού θα πρέπει να διευκρινιστεί πως


στις πραγματικές οικονομίες δεν υφίσταται κάποια τέτοια μορφή αγοράς καθώς οι
επιχειρήσεις συνήθως προσπαθούν να πετύχουν κάποια μορφή διαφοροποίησης του
παραγόμενου προϊόντος τους προκειμένου να μπορέσουν να επιβάλλουν μια διαφορετική
τιμή σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους ή να προσελκύσουν περισσότερους πελάτες. Η
σημασία του τέλειου ανταγωνισμού έγκειται περισσότερο ως πρότυπο του ιδεατού τρόπου
λειτουργίας της κάθε αγοράς όπου οι επιχειρήσεις προκειμένου να είναι ανταγωνιστικές
προσπαθούν διαρκώς να ελαχιστοποιήσουν το μέσο κόστος παραγωγής επιβάλλοντας όσο
το δυνατόν μια μικρότερη τιμή με τελικούς ωφελούμενους τους καταναλωτές. Ωστόσο αν
επιχειρήσουμε να αντιστοιχίσουμε κάποια αγορά με τα χαρακτηριστικά του πλήρους
ανταγωνισμού, θα λέγαμε πως είναι η λιανική αγορά αγροτικών προϊόντων.

4.3. Μονοπώλιο

Στην περίπτωση μια μονοπωλιακής αγοράς υπάρχει μόνο ένας παραγωγός ο οποίος μπορεί
να ασκήσει πλήρη έλεγχο στην αγορά. Αυτό σημαίνει ότι η αγοραία καμπύλη ζήτησης
ταυτίζεται με την καμπύλη ζήτησης της μονοπωλιακής επιχείρησης. Όπως και στην

2
Ως μέσο κόστος παραγωγής ορίζεται ως ο λόγος του συνολικού κόστους παραγωγής προς τη συνολική
παραγόμενη ποσότητα.

2
περίπτωση του πλήρους ανταγωνισμού, η ύπαρξη μονοπωλίου διαμορφώνεται κάτω από
ειδικές συνθήκες οι οποίες είναι:

1. Η κατοχή πρώτης ύλης: Η κατοχή και το δικαίωμα χρήσης κάποιας πρώτης ύλης που
απαιτείται για τη παραγωγή ενός προϊόντος από ένα άτομο ή μία επιχείρηση
αυτόματα δημιουργεί συνθήκες μονοπωλίου.
2. Η αποκλειστική κατοχή τεχνολογίας: Αν μία επιχείρηση διαθέτει τη τεχνογνωσία
που εξειδικεύεται στη παραγωγή ενός προϊόντος, διαθέτει μονοπωλιακή δύναμη.
Συνήθως οι επιχειρήσεις προστατεύουν τα πνευματικά δικαιώματα της τεχνολογίας
που χρησιμοποιούν με νομικά μέσα (πατέντα). Την ίδια στιγμή όμως άλλες
επιχειρήσεις μπορούν να χρησιμοποιήσουν ανάλογη τεχνολογία ώστε η
μονοπωλιακή αγορά να μετατρέπεται σε ολιγοπωλιακή (βλ. Κεφάλαιο 4.5).
3. Το μέγεθος της αγοράς σε σχέση με τη τεχνολογία της παραγωγής: Σε κλάδους που
απαιτείται σημαντική και σύγχρονη τεχνολογία καθώς και μέγεθος υποδομών, για
να ελαχιστοποιηθεί το μέσο κόστος παραγωγής θα πρέπει να παραχθεί ένας
μεγάλος όγκος προϊόντων όταν την ίδια στιγμή το μέγεθος της αγοράς δεν επαρκεί
να απορροφήσει μια τέτοια ποσότητα από τη στιγμή που υπάρχει ήδη επιχείρηση.
4. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων και η συγκέντρωση του κεφαλαίου: Στη
διαδικασία ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων όταν ο οικονομικός κύκλος
βρίσκεται στη φάση της ύφεσης τότε οι λιγότερο αποδοτικές επιχειρήσεις
σταματούν να λειτουργούν μη αντέχοντας τον ανταγωνισμό σε μία δυσχερή
οικονομική συγκυρία.
5. Η ιδιοκτησία ή ο έλεγχος διανομής του δικτύου αγοράς από μία συγκεκριμένη
επιχείρηση.
6. Η νομική και οικονομική προστασία που παρέχεται από το κράτος σε μία εγχώρια
μονοπωλιακή επιχείρηση από ξένους ανταγωνιστές.
7. Ο αθέμιτος ανταγωνισμός δηλαδή ο ιδιαίτερα έντονος ανταγωνισμός που ασκεί μία
επιχείρηση πάνω στη τιμή ώστε να αποτρέψει την είσοδο άλλων επιχειρήσεων,

Καταλήγοντας, το μοντέλο του μονοπωλίου έχει θεωρητικό μόνο ενδιαφέρον αφού στην
πράξη ελάχιστες τέτοιες αγορές υπάρχουν (με εξαίρεση τα κρατικά μονοπώλια) λόγω:

 ‘Ύπαρξης πλήθους υποκατάστατων σε κάθε κατηγορία.


 Εφαρμογής αντιμονοπωλιακών νομοθεσιών (anti-trust legislation).

3
Μονοπώλια εντοπίζονται συνήθως σε επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας όπως παραγωγής
ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου, στις συγκοινωνίες καθώς και στην πολεμική
βιομηχανία.

4.4. Μονοπωλιακός ανταγωνισμός

4.4.1 Τα χαρακτηριστικά του μονοπωλιακού ανταγωνισμού

Μια πιο ρεαλιστική και διαδεδομένη μορφή αγοράς είναι εκείνη του μονοπωλιακού
ανταγωνισμού. Από την ετυμολογία του όρου μπορούμε εύκολα να συνάγουμε ότι η αγορά
του μονοπωλιακού ανταγωνισμού μοιράζεται στοιχεία τόσο από τον πλήρη ανταγωνισμό
όσο και από το μονοπώλιο. Ειδικότερα, τα στοιχεία του μονοπωλιακού ανταγωνισμού που
παραπέμπουν στον πλήρη ανταγωνισμό είναι τα εξής:

1. Υπάρχει σχετικά μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων που περιορίζει τις δυνατότητες


συνεργασίας.
2. Λόγω του σημαντικού αριθμού επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην αγορά
δεν υπάρχει η δυνατότητα καθορισμού της τιμής και περιορισμού της
προσφερόμενης ποσότητας που να δημιουργεί υπερβολικά κέρδη.
3. Υπάρχει σχετική ελευθερία εισόδου και εξόδου των επιχειρήσεων από τον κλάδο.
Το κόστος εισόδου όμως είναι μεγαλύτερο από ότι στον πλήρη ανταγωνισμό καθώς
πιθανόν να χρειαστεί η δαπάνη ενός σημαντικού ποσού για διαφοροποίηση του
προϊόντος και διαφήμιση.

Από την άλλη πλευρά, τα στοιχεία του μονοπωλιακού ανταγωνισμού που παραπέμπουν στο
μονοπώλιο είναι:

1. Το προϊόν που παράγεται είναι σχετικά διαφοροποιημένο δηλαδή δεν υπάρχει


ομοιογένεια όπως στον πλήρη ανταγωνισμό: Η διαφοροποίηση μπορεί να είναι είτε
πραγματική, δηλαδή να υπάρχουν διαφορετικές προδιαγραφές στο παραγόμενο
αγαθό της κάθε επιχείρησης, είτε πλασματική δηλαδή η διαφορά να υφίσταται στη
συνείδηση του καταναλωτή.
2. Σχετικός έλεγχος της αγοράς από την κάθε επιχείρηση: Επειδή μία επιχείρηση στο
μονοπωλιακό ανταγωνισμό μπορεί -έστω και πλασματικά στη συνείδηση των
καταναλωτών- να διαφοροποιήσει το προϊόν της έναντι των άλλων επιχειρήσεων
έχει τη δυνατότητα να καθορίσει διαφορετική τιμή από εκείνη των υπολοίπων
επιχειρήσεων. Οπότε όσο περισσότερο διαφοροποιεί το προϊόν της τόσο μεγαλύτερη
ευελιξία από μέρους της υπάρχει ώστε να καθορίσει τη τιμή. Για να επιτύχουν οι

4
επιχειρήσεις τη διαφοροποίηση στη συνείδηση των καταναλωτών μεταξύ των άλλων
χρησιμοποιούν τη διαφήμιση η οποία έχει ειδικό βάρος στη συγκεκριμένη μορφή
αγοράς (βλ. παρακάτω ενότητα 4.4.3).

Στο σημείο αυτό πρέπει να διευκρινιστεί ότι η διαφοροποίηση προσφέρει στις επιχειρήσεις
του μονοπωλιακού ανταγωνισμού την δυνατότητα να αυξήσουν την τιμή σε σχέση με τους
ανταγωνιστές τους χωρίς να μειωθεί σημαντικά η ζητούμενη ποσότητα. Ωστόσο υπάρχει ένα
όριο που εάν η επιχείρηση το υπερβεί τότε οι καταναλωτές θα στραφούν στα προϊόντα των
ανταγωνιστριών επιχειρήσεων. Από αυτή την άποψη στον μονοπωλιακό ανταγωνισμό, ο
έλεγχος δεν φτάνει στα επίπεδα που συναντάμε στο ολιγοπώλιο και ακόμα περισσότερο στο
μονοπώλιο.

Συγκρίνοντας τον μονοπωλιακό ανταγωνισμό με τον τέλειο ανταγωνισμό που συνιστά την
ιδεατή μορφή αγοράς, η διάθεση πόρων για διαφοροποίηση του προϊόντος και για
διαφήμιση οδηγούν τις τιμές των προϊόντων στον μονοπωλιακό ανταγωνισμό σε υψηλότερα
επίπεδα από ότι στον τέλειο ανταγωνισμό. Αυτό συνεπάγεται μείωση του πραγματικού
εισοδήματος για τον αγοραστή και κατ’ επέκταση χαμηλότερο επίπεδο ευημερίας. Όμως από
την άλλη πλευρά, η διαφοροποίηση οδηγεί σε προϊόντα πολύ διαφορετικά από αυτά που
συναντάμε στον τέλειο ανταγωνισμό. Συνεπώς, η σύγκριση μεταξύ των δύο αυτών αγορών
δεν είναι δόκιμη γιατί τα προϊόντα της μιας αγοράς δεν είναι διαθέσιμα στην άλλη για να
μπορεί να γίνει μια ευθεία σύγκριση. Καταλήγοντας, εάν η διαφοροποίηση προσθέτει αξία
στον αγοραστή τότε δεν ισχύει το επιχείρημα περί απώλειας ευημερίας και ο μονοπωλιακός
ανταγωνισμός μπορεί να είναι επιθυμητός.

Τέλος ορισμένα παραδείγματα επιχειρήσεων που λειτουργούν κάτω από συνθήκες


μονοπωλιακού ανταγωνισμού είναι οι υπηρεσίες λιανικού εμπορίου και ελεύθερων
επαγγελμάτων, ινστιτούτα ομορφιάς κομμωτήρια, εστιατόρια, ιατρεία, δικηγορικά γραφεία
κ.ά.

4.4.2. Στρατηγικές επιχειρήσεων στον μονοπωλιακό ανταγωνισμό

Στον μονοπωλιακό ανταγωνισμό υπάρχουν τρεις στρατηγικές από την πλευρά των
επιχειρήσεων προκειμένου να αυξήσουν την κερδοφορία τους:

1. Τιμολογιακή στρατηγική: Πραγματοποιείται μέσω της μείωσης της τιμής πώλησης


προκειμένου οι επιχειρήσεις να προσελκύσουν περισσότερους αγοραστές και να
διευρύνουν το μερίδιο της αγοράς.

5
2. Στρατηγική διαφοροποίησης του προϊόντος όσο αφορά τη ποιότητα του προϊόντος,
τους όρους πώλησης, τον βαθμό εξυπηρέτησης των πελατών κ.ά.
3. Στρατηγική προώθησης των πωλήσεων μέσω του marketing.

Από τις παραπάνω στρατηγικές όταν εφαρμόζεται η πρώτη, η επιχείρηση αποσκοπεί σε


μεταβολή κατά μήκος της καμπύλης ζήτησης (αριστερό μέρος του διαγράμματος 4.1) ενώ
όταν εφαρμόζονται οι άλλες δύο στρατηγικές, η επιχείρηση αποσκοπεί σε αύξηση της
ζήτησης μετατοπίζοντας ολόκληρη την καμπύλη ζήτηση προς τα δεξιά (δεξί μέρος του
διαγράμματος 4.1).

Διάγραμμα 4.1: Στρατηγικές των επιχειρήσεων στον μονοπωλιακό ανταγωνισμό

1. Μείωση της τιμής 1. Διαφοροποίηση του προϊόντος


2. Διαφήμιση του προϊόντος

4.4.3. Ο ρόλος της διαφήμισης στον μονοπωλιακό ανταγωνισμό

Όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενες ενότητες η χρήση διαφήμισης σε μια αγορά που


λειτουργεί υπό συνθήκες μονοπωλιακού ανταγωνισμού είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη. Από
την πλευρά των καταναλωτών αλλά και της οικονομίας ευρύτερα, ο ρόλος της διαφήμισης
μοιράζεται μια σειρά από θετικά και αρνητικά στοιχεία. Ειδικότερα, τα θετικά στοιχεία της
διαφήμισης είναι τα εξής:

1. Προσφέρει σημαντικές πληροφορίες για τις ιδιότητες των προϊόντων σε μία


οικονομία που τα προϊόντα της είτε αυξάνονται είτε εξελίσσονται.

6
2. Η πληροφόρηση που παρέχεται για ένα σύνολο επιχειρήσεων μειώνει την
μονοπωλιακή δύναμη που μπορεί να προκύψει από την ασύμμετρη πληροφόρηση3.
3. Η διαφήμιση των προϊόντων αυξάνει τις καταναλωτικές δαπάνες και κατά συνέπεια
τη συνολική ζήτηση και την απασχόληση σε μία οικονομία.
4. Η διαφήμιση αυξάνει τη ζήτηση και κατά συνέπεια την παραγωγή. Η αύξηση της
παραγωγής δημιουργεί οικονομίες κλίμακας4 ώστε τελικά να μειώνεται το μέσο
κόστος παραγωγής.
5. Ο ανταγωνισμός που πραγματοποιείται μέσω των διαφημίσεων παρακινεί τις
επιχειρήσεις να παρουσιάσουν ένα συγκριτικά βελτιωμένο προϊόν σε σχέση με
εκείνο των ανταγωνιστριών επιχειρήσεων.
6. Οι δαπάνες για διαφημίσεις αποτελούν κύριο έσοδο για τα Μέσα Μαζικής
Ενημέρωσης (εφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνο, τηλεόραση) οι οποίες
εξασφαλίζουν τη (δωρεάν ή σε χαμηλή τιμή) λειτουργία τους.
7. Ένας συνεχώς αυξανόμενος αριθμός ατόμων βρίσκει απασχόληση στον τομέα των
διαφημίσεων.

Από την άλλη πλευρά τα αρνητικά στοιχεία της διαφήμισης είναι τα εξής:

1. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις, οι διαφημίσεις όχι μόνο δεν προσφέρουν πληροφορίες


αλλά παραπλανούν το κοινό καθώς οι επιχειρήσεις εκμεταλλεύονται την άγνοια του.
2. Η διαφήμιση μπορεί να αποτελέσει σοβαρό εμπόδιο στην είσοδο νέων
επιχειρήσεων. Οι νέες επιχειρήσεις για να ανταγωνιστούν τις ήδη υφιστάμενες
εταιρίες του κλάδου οι οποίες έχουν καθιερωθεί και μέσω τις διαφήμισης θα πρέπει
με τη σειρά τους να καταβάλλουν σημαντικά ποσά στη διαφήμιση.
3. Με τη διαφήμιση δεν αυξάνονται οι καταναλωτικές δαπάνες∙ απλά μεταφέρονται
δαπάνες από το ένα προϊόν στο άλλο. Επιπλέον, η αύξηση της συνολικής ζήτησης και
της απασχόλησης μπορεί να πραγματοποιηθεί και με άλλα μέσα.
4. Η αύξηση για τη ζήτηση του προϊόντος μίας επιχείρησης μέσω της διαφήμισης,
μπορεί να μην προκύψει τελικά καθώς εξουδετερώνεται σε σημαντικό βαθμό από τη
διαφημιστική καμπάνια των ανταγωνιστικών επιχειρήσεων. Αυτό έχει ως

3
Στην μικροοικονομική θεωρία η ασύμμετρη πληροφόρηση αφορά πληροφορίες σε μια εμπορική
συναλλαγή που είναι άνισα μοιρασμένες μεταξύ των συναλλασσόμενων μερών. Π.χ. Ένας πωλητής
αυτοκινήτων γνωρίζει πολύ καλύτερα την πραγματική αξία και την κατάσταση ενός μεταχειρισμένου
αυτοκινήτου που πουλάει, έναντι ενός υποψήφιου αγοραστή.
4
Οικονομίες κλίμακας είναι η τάση του μακροχρόνιου μέσου συνολικού κόστους να μειώνεται όταν
αυξάνεται η ποσότητα της παραγωγής.

7
αποτέλεσμα όχι μόνο να μη μειώνεται το μέσο κόστος παραγωγής αλλά και να
αυξάνεται από τη διαφημιστική δαπάνη.
5. Συνήθως οι επιχειρήσεις διαφημίζουν τα πιο επιτυχημένα τους προϊόντα ώστε να μη
σχηματίζεται κακή φήμη για το σύνολο των προϊόντων της.
6. Η εξάρτηση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης από τις εταιρίες που διαφημίζουν τα
προϊόντα τους σε αυτά τα καθιστούν μεροληπτικά και τελικά δεν εκπληρώνουν το
κοινωνικό τους σκοπό που είναι η αντικειμενική ενημέρωση.
7. Οι παραγωγικοί συντελεστές (εργασία, πρώτες ύλες, κεφάλαιο κ.ά.) που
χρησιμοποιούνται στον τομέα της διαφήμισης έχουν ένα κόστος ευκαιρίας που
πιθανόν να είναι αρκετά υψηλό για τη κοινωνική ευημερία.

4.5. Ολιγοπώλιο

4.5.1 Τα χαρακτηριστικά του ολιγοπωλίου

Μια αγορά χαρακτηρίζεται ως ολιγοπωλιακή όταν το προϊόν παράγεται από δύο επιχειρήσεις
(δυοπώλιο) και πάνω αλλά ο συνολικός αριθμός τους είναι περιορισμένος και σχετικά
εύκολα μετρήσιμος από τους καταναλωτές (π.χ. ο αριθμός των αυτοκινητοβιομηχανιών).
Όσον αφορά τα ειδικά χαρακτηριστικά του ολιγοπωλίου αυτά είναι τα εξής:

1. Οι σχετικές επιχειρήσεις έχουν μεγάλο βαθμό ελέγχου της αγοράς.


2. Υπάρχουν ισχυρά εμπόδια εισόδου-εξόδου στον κλάδο.
3. Το προϊόν των ολιγοπωλιακών επιχειρήσεων μπορεί να είναι ομογενές (καθαρό
ολιγοπώλιο) ή διαφοροποιημένο (διαφοροποιημένο ολιγοπώλιο). Στα
διαφοροποιημένα προϊόντα, οι διαφορές μπορεί να είναι είτε ουσιαστικές
(συστατικά στοιχεία) ή επιφανειακές (συσκευασία). Ενδεικτικά επιχειρήσεις που
αποτελούν συνήθως καθαρό ολιγοπώλιο είναι εκείνες που δραστηριοποιούνται στην
αγορά πρώτων υλών (π.χ. τσιμέντο, αλουμίνιο κ.ά.). Επιχειρήσεις που συνιστούν
διαφοροποιημένο ολιγοπώλιο είναι οι επιχειρήσεις που παράγουν αγαθά που
προορίζονται κυρίως για κατανάλωση όπως τσιγάρα, αναψυκτικά, αυτοκίνητα κ.ά.
4. Υπάρχει σοβαρή αλληλεξάρτηση μεταξύ των ολιγοπωλιακών επιχειρήσεων. Δηλαδή
όταν μία επιχείρηση χαράσσει τη πολιτική της, λαμβάνει υπόψη και τις αντιδράσεις
των άλλων επιχειρήσεων που θα προκύψουν από την εφαρμογή της πολιτικής αυτής.
5. Οι επιχειρήσεις του ολιγοπωλίου δεν έχουν συμφέρον να ανταγωνίζονται πάνω στην
τιμή διάθεσης του προϊόντος, δηλαδή να εισέρχονται σ’ έναν πόλεμο τιμών. Έτσι
καταφεύγουν σε άλλα είδη ανταγωνισμού (βελτίωση της ποιότητας, συγχωνεύσεις -

8
εξαγορές, διαφήμιση κ.ά.). Από την άλλη πλευρά υπάρχουν και μεγάλα περιθώρια
συνεργασίας μεταξύ των επιχειρήσεων (δημιουργία καρτέλ).

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως ένα βασικό χαρακτηριστικό της ολιγοπωλιακής αγοράς


είναι τα ισχυρά εμπόδια εισόδου άλλων επιχειρήσεων. Ωστόσο τα εμπόδια εισόδου μπορεί
να είναι και αθώα όταν δημιουργούνται ως αποτέλεσμα της επί μακράν επιτυχημένης
δραστηριότητας των επιχειρήσεων του ολιγοπωλίου μέσω:

 Της διαφοροποίησης του παραγόμενου προϊόντος.


 Της επίτευξης οικονομιών κλίμακας που οδηγεί σε ένα τόσο χαμηλό μέσο συνολικό
κόστος παραγωγής ώστε να αποτρέπει άλλες επιχειρήσεις να εισέλθουν στον κλάδο
και να είναι ανταγωνιστικές.

Ωστόσο είναι αρκετά σύνηθες τα εμπόδια να μην είναι αθώα όταν αυτά δημιουργούνται με
αποκλειστικό κίνητρο την εμπόδιση εισόδου κάποιου νέου ανταγωνιστή στον κλάδο ενώ όσο
πιο κορεσμένη είναι μια αγορά τόσο πιο έντονη γίνεται η χρήση μη-αθώων εμποδίων. Σε
αυτή την περίπτωση οι πιο συνήθεις πρακτικές είναι:

 Dumping: Συνιστά την τακτική πώλησης προϊόντων στην εγχώρια ή στην ξένη αγορά
σε τιμές χαμηλότερες από αυτές που ήδη επικρατούν ή ακόμα και σε τιμές κάτω του
κόστους παραγωγής προκειμένου να εκτοπιστούν οι ανταγωνιστές.
 Δημιουργία καρτέλ.
 Αύξηση μεγέθους μέσω επιθετικών εξαγορών ή συγχωνεύσεων.

4.5.2. Πόλεμος τιμών και συνέργεια στο ολιγοπώλιο

Λόγω υψηλής αλληλεξάρτησης μεταξύ των επιχειρήσεων του ολιγοπωλίου, εάν μια
επιχείρηση μειώσει την τιμή, οι υπόλοιπες δεν θα μείνουν ανενεργές. Η πιο φυσική
αντίδραση θα είναι να μειώσουν και αυτές την τιμή για να προστατέψουν το μερίδιο αγοράς
τους με αποτέλεσμα να εισέλθουν σε έναν πόλεμο τιμών. Η αντίδραση αυτή θα πρέπει να
θεωρείται δεδομένη στο καθαρό ολιγοπώλιο όπου το προϊόν δεν είναι διαφοροποιημένο και
οι επιχειρήσεις δεν έχουν πιστούς πελάτες. Εάν η καμπύλη ζήτησης είναι ανελαστική που
σημαίνει ότι σε μια μείωση των τιμών οι καταναλωτές δεν θα αυξήσουν ιδιαίτερα την ζήτηση,
το αποτέλεσμα θα είναι να μειωθούν τα έσοδα όλων των επιχειρήσεων του ολιγοπωλίου.
Έτσι, οι αρνητικές επιπτώσεις του πολέμου τιμών οδηγεί τις επιχειρήσεις του ολιγοπωλίου
σε συνέργειες για να μειώσουν την αβεβαιότητα. Οι συνέργειες αυτές λαμβάνουν την μορφή
συγχωνεύσεων, εξαγορών, καρτέλ κ.λπ.

9
Πιο συγκεκριμένα, μία ολιγοπωλιακή αγορά χαρακτηρίζεται ως καρτέλ όταν ένας αριθμός
ολιγοπωλιακών επιχειρήσεων έρχονται σε συμφωνία για τον καθορισμό μίας ενιαίας τιμής
πώλησης του προϊόντος. Η δημιουργία καρτέλ ευνοείται περισσότερο όταν ο αριθμός των
επιχειρήσεων είναι μικρός και οι σχέσεις μεταξύ των επικεφαλής των επιχειρήσεων στενές
και φιλικές. Εφόσον καθοριστεί η τιμή και κατά συνέπεια η συνολική ποσότητα που θα
προσφέρουν στην αγορά έρχονται σε συνεννόηση σχετικά με το μερίδιο της συνολικής
ποσότητας που θα προσφέρει η κάθε επιχείρηση μεμονωμένα. Από τα παραπάνω
διαπιστώνουμε πως στην ουσία το καρτέλ λειτουργεί ως συλλογικό μονοπώλιο, με τις όποιες
αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνική ευημερία. Όμως η παραβίαση της συμφωνίας από
μέλος του καρτέλ είναι σύνηθες φαινόμενο καθώς πάντα υπάρχει ο κίνδυνος, ένα από τα
μέλη να παραβιάσει την ποσόστωση και να ρίξει στην αγορά μεγαλύτερη ποσότητα από
εκείνη που του αναλογούσε, έστω και σε σχετικά χαμηλότερη τιμή. Τότε θα ακολουθήσουν
και οι άλλες επιχειρήσεις και το καρτέλ θα διαλυθεί και γι’ αυτό υπάρχουν λίγες περιπτώσεις
καρτέλ που λειτούργησαν αποτελεσματικά. Τέλος, το πιο γνωστό καρτέλ είναι οι
πετρελαιοπαραγωγές χώρες που συγκροτούν τον OPEC.

Μια άλλη μορφή συνέργειας μεταξύ των ολιγοπωλειακών επιχειρήσεων είναι οι


συγχωνεύσεις-εξαγορές οι οποίες διακρίνονται σε:

 Οριζόντιες συγχωνεύσεις - εξαγορές: Πρόκειται για συγχωνεύσεις επιχειρήσεων που


ανήκουν στο ίδιο στάδιο της παραγωγικής διαδικασίας (π.χ. τράπεζες).
 Κάθετες συγχωνεύσεις - εξαγορές: Πρόκειται για συγχωνεύσεις επιχειρήσεων που
δραστηριοποιούνται σε διαφορετικά στάδια της παραγωγικής διαδικασίας (π.χ. μία
αυτοκινητοβιομηχανία και μία εταιρία ελαστικών).
 Όμιλοι Επιχειρήσεων: Πρόκειται για συνενώσεις επιχειρήσεων που
δραστηριοποιούνται σε διαφορετικούς κλάδους επιχειρήσεων (π.χ. μία επιχείρηση
που δραστηριοποιείται στα ΜΜΕ και μία δισκογραφική εταιρία).

Από την πλευρά τους, οι επιχειρήσεις που εμπλέκονται σε συγχωνεύσεις εξαγορές


επιδιώκουν τα εξής:

1. Την αύξηση του μεγέθους της επιχείρησης.


2. Την δημιουργία οικονομιών μεγέθους.
3. Την μείωση του ανταγωνισμού μέσω της μείωσης του αριθμού των επιχειρήσεων
που δραστηριοποιούνται στον κλάδο.
4. Την αύξηση της αξίας των μετοχών των δύο εταιριών που πρόκειται να
συγχωνευθούν.

10
5. Την δημιουργία αισθημάτων ασφάλειας καθώς έτσι αισθάνονται ότι θωρακίζονται
από τον ανταγωνισμό.
6. Την είσοδο σε νέες αγορές.
7. Την άμυνα απέναντι στο ενδεχόμενο ανεπιθύμητης εξαγοράς από μια άλλη
ολιγοπωλιακή επιχείρηση (στρατηγική λευκού ιππότη).
8. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου γίνονται εξαγορές χωρίς να έχει προηγηθεί
προγραμματισμός αλλά γιατί παρουσιάστηκε μία καλή ευκαιρία εξαγοράς μίας
επιχείρησης από μία άλλη.
9. Η φιλοδοξία επιχειρηματιών ή ανώτερων στελεχών να “χτίσουν” οικονομική
αυτοκρατορία.

Ολοκληρώνοντας την ανάλυση της ολιγοπωλιακής αγοράς οι επιπτώσεις της ύπαρξής της σε
σχέση με τον τέλειο ανταγωνισμό είναι ότι οι επιχειρήσεις στο ολιγοπώλιο έχουν υψηλό
βαθμό ελέγχου στην τιμή του προϊόντος και έτσι μπορούν να επιτύχουν υπερκανονικά κέρδη
σε βάρος της ευημερίας του καταναλωτή. Αν όμως το μέγεθος των επιχειρήσεων οδηγεί σε
οικονομίες κλίμακας, οι συνέπειες του ολιγοπωλίου για την ορθολογική κατανομή των πόρων
της οικονομίας είναι δύσκολο να προβλεφθούν. Επιπλέον, από δυναμική σκοπιά το
ολιγοπώλιο μπορεί να οδηγήσει σε βελτιωμένη τεχνολογία και στην παραγωγή καλύτερων
προϊόντων. Αυτό συμβαίνει γιατί το κίνητρο για έρευνα και ανάπτυξη είναι μεγαλύτερο στο
ολιγοπώλιο όπου λόγω εμποδίων εισόδου οι καινοτομίες μπορούν να προστατευτούν από
τον αθέμιτο ανταγωνισμό (απομιμήσεις και κλοπή πνευματικών δικαιωμάτων) ενώ η ισχυρή
κερδοφορία επιτρέπει στις επιχειρήσεις να χρηματοδοτούν μεγάλα προγράμματα έρευνας
και ανάπτυξης.

4.6. Συγκριτική ανάλυση των τεσσάρων μορφών αγοράς

Στον Πίνακα 4.1 συνοψίζονται τα κύρια χαρακτηριστικά των διαφορετικών μορφών αγοράς
τα οποία είναι ο αριθμός των επιχειρήσεων, ο τύπος προϊόντος, οι συνθήκες εισόδου στον
κλάδο, ο βαθμός μονοπωλιακής δύναμης, η ένταση χρήσης διαφήμισης ενώ δίνονται και
κάποια αντιπροσωπευτικά παραδείγματα επιχειρήσεων που κατανέμονται στις τέσσερις
μορφές αγοράς.

11
Πίνακας 4.1: Χαρακτηριστικά των τεσσάρων μορφών αγοράς

12

You might also like