Professional Documents
Culture Documents
Βιβλογνωσία Κ.Δ. 2
Βιβλογνωσία Κ.Δ. 2
Η ελληνική λέξη «τὸ εὐαγγέλιον» σημαίνει αρχικά την «αμοιβή για τη μεταφορά μιας
καλής είδησης» ή την ίδια την καλή είδηση. Επομένως δεν χαρακτηρίζει κάποιο
φιλολογικό είδος. Αυτή η γλωσσική χρήση συναντάται και στην Καινή Διαθήκη,
καθότι «ευαγγέλιο» σημαίνει εδώ «το (προφορικό) μήνυμα της σωτηρίας».
Ο πιο σημαντικός μάρτυρας αυτής της χρήσης είναι ο Παύλος. Στις επιστολές του
συναντώνται οι εκφράσεις «εὐαγγέλιον τοῦ Θεοῦ» (Α´ Θεσ. 2,2.8.9· Β΄ Κορ. 11,7·
Ρωμ. 1,1· 15,16), που τονίζει την προέλευση και την αυθεντία του Ευαγγελίου, και
«εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ» (Α´ Θεσ. 3,2· Α΄ Κορ. 9,12· Β΄ Κορ. 2,12 κ.ά.), που
φέρνει στο προσκήνιο το περιεχόμενο του μηνύματος της σωτηρίας.
Στο κατά Μάρκον Ευαγγέλιο αρχίζει μια αλλαγή της σημασίας της λέξης. Στην
περίληψη (summarium) του Μκ. 1,14-15 το «εὐαγγέλιον» χαρακτηρίζει το κήρυγμα
του Ιησού. Με το να νοηματοδοτήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο ο συντάκτης αυτήν την
παραδοσιακή έννοια επιτυγχάνει να συνδέσει μεταξύ τους το κήρυγμα του Ιησού για
τη βασιλεία του Θεού και το κήρυγμα της Εκκλησίας για τον Ιησού Χριστό (πβλ. Μκ.
8,35· 10,29). Περιεχόμενο του «ευαγγελίου» είναι πλέον επίσης και οι ιστορίες του
Ιησού που αφηγείται το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο (πβλ. Μκ. 14,9). Αυτή η
μετακύλιση του κέντρου βάρους απέναντι στην παράδοση ίσως οδήγησε σε
συνδυασμό και με την επικεφαλίδα στο Μκ. 1,1 στη χρήση του όρου «εὐαγγέλιον»
για τον χαρακτηρισμό του ομώνυμου φιλολογικού είδους.
Επιπλέον, οι τίτλοι των ευαγγελίων που προστέθηκαν τον 2 ο αιώνα μ.Χ. δείχνουν ότι
η αρχική σημασία της λέξης διατηρήθηκε. Η σωστή τους μετάφραση δηλαδή έχει ως
εξής: «Ευαγγέλιο σύμφωνα με τον Ματθαίο» κ.ο.κ.