Professional Documents
Culture Documents
ΛΥΣΕΙΣ ΑΛΓΕΒΡΑΣ A. ΛΥΚΕΙΟΥ
ΛΥΣΕΙΣ ΑΛΓΕΒΡΑΣ A. ΛΥΚΕΙΟΥ
KAI
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΩΝ
Α΄ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ
(2011-2012)
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΠΑΝΕΚ∆ΟΣΗΣ
Η επανέκδοση του παρόντος βιβλίου πραγματοποιήθηκε
από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών & Εκδόσεων
«Διόφαντος» μέσω ψηφιακής μακέτας, η οποία δημιουργή-
θηκε με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ / ΕΠ «Εκπαίδευση
& Διά Βίου Μάθηση» / Πράξη «ΣΤΗΡΙΖΩ».
Οι αλλαγές που ενσωματώθηκαν στην παρούσα επανέκδοση έγιναν με βάση τις διορθώσεις του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.
ΑΛΓΕΒΡΑ
ΚΑΙ
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΩΝ
Α΄ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ
(2011-2012)
Η συγγραφή και η επιμέλεια του βιβλίου πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου
ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ
2. i)
1η εξαγωγή 2η εξαγωγή Αποτέλεσμα
κ (α, μ)
α μ (α, κ)
α (μ, α)
μ κ (μ, κ)
α (κ, α)
κ μ (κ, μ)
Ω = {(α, μ), (α, κ), (μ, α), (μ, κ), (κ, α), (κ, μ)}
ii) {(κ, α), (κ, μ)}
iii) Ø.
4. i) Αν συμβολίσουμε καθεμία από τις επιλογές με το αρχικό της γράμμα, έχουμε το παρακάτω
δεντροδιάγραμμα:
Κύριο πιάτο Συνοδευτικό Γλυκό Αποτέλεσμα
π (κ, μ, π)
μ τ (κ, μ, τ)
ζ (κ, μ, ζ)
π (κ, ρ, π)
κ ρ τ (κ, ρ, τ)
ζ (κ, ρ, ζ)
π (κ, χ, π)
χ τ (κ, χ, τ)
ζ (κ, χ, ζ)
π (φ, μ, π)
μ τ (φ, μ, τ)
ζ (φ, μ, ζ)
π (φ, ρ, π)
φ ρ τ (φ, ρ, τ)
ζ (φ, ρ, ζ)
π (φ, χ, π)
χ τ (φ, χ, τ)
ζ (φ, χ, ζ)
Το σύνολο που έχει ως στοιχεία τις 18 τριάδες της στήλης "αποτέλεσμα" αποτελεί το
δειγματικό χώρο του πειράματος:
ii) Α = {(κ, μ, π), (κ, ρ, π), (κ, χ, π), (φ, μ, π), (φ, ρ, π), (φ, χ, π)}
iii) Β = {(κ, μ, π), (κ, μ, τ), (κ, μ, ζ), (κ, ρ, π), (κ, ρ, π), (κ, ρ, ζ), (κ, χ, π), (κ, χ, τ), (κ, χ, ζ)}
iv) A ∩ Β = {(κ, μ, π), (κ, ρ, π), (κ, χ, π)}
v) Γ = {(κ, ρ, π), (κ, ρ, τ), (κ, ρ, ζ), (φ, ρ, π), (φ, ρ, τ), (φ, ρ, ζ)}
( A ∩ Β ) ∩ Γ = {(κ, ρ, π)}.
5. i) Ω = {(0, α), (0, β), (0, γ), (0, δ), (1, α), (1, β), (1, γ), (1, δ)}
ii) Α = {(0, γ), (0, δ)}
iii) Β = {(0, α), (0, β), (1, α), (1, β)}
iv) Γ = {(1, α), (1, β), (1, γ), (1, δ)}.
iii) Ε
πειδή υπάρχουν γυναίκες άνω των 30, που να είναι 30 χρόνια παντρεμένες, αυτό
σημαίνει ότι A ∩ Β ≠ Ø.
iv) A ∩ Β = Ø, άρα τα Α και Β είναι ασυμβίβαστα.
7.
1ο παιδί 2ο παιδί 3ο παιδί Αποτέλεσμα
α ααα
α
κ αακ
α
α ακα
κ
κ ακκ
α καα
α
κ κακ
κ
α κκα
κ
κ κκκ
Β´ ΟΜΑΔΑΣ
β ββ
2. Τα αποτελέσματα της ρίψης δύο ζαριών φαίνονται στον παρακάτω πίνακα διπλής εισόδου.
2η ρίψη
1η ρίψη 1 2 3 4 5 6
1 (1, 1) (1, 2) (1, 3) (1, 4) (1, 5) (1, 6)
2 (2, 1) (2, 2) (2, 3) (2, 4) (2, 5) (2, 6)
3 (3, 1) (3, 2) (3, 3) (3, 4) (3, 5) (3, 6)
4 (4, 1) (4, 2) (4, 3) (4, 4) (4, 5) (4, 6)
5 (5, 1) (5, 2) (5, 3) (5, 4) (5, 5) (5, 6)
6 (6, 1) (6, 2) (6, 3) (6, 4) (6, 5) (6, 6)
Άρα
Α = {(2, 1), (3, 1), (3, 2), (4, 1), (4, 2), (4, 3), (5, 1), (5, 2), (5, 3), (5, 4), (6, 1), (6, 2), (6, 3),
(6, 4), (6, 5)}.
Β = {(1, 1), (1, 3), (1, 5), (2, 2), (2, 4), (2, 6), (3, 1), (3, 3), (3, 5), (4, 2), (4, 4), (4, 6), (5, 1),
(5, 3), (5, 5), (6, 2), (6, 4), (6, 6)}.
Γ = {(1, 1), (1, 2), (1, 3), (1, 4), (2, 1), (2, 2), (3, 1), (4, 1)}.
A ∩ Β = {(3, 1), (4, 2), (5, 1), (5, 3), (6, 2), (6, 4)}.
A ∩ Γ = {(2, 1), (3, 1), (4, 1)}.
( A ∩ Β ) ∩ Γ = {(3, 1)}.
iii) Το να μην είναι η μπάλα ούτε κόκκινη ούτε πράσινη, σημαίνει ότι μπορεί να είναι άσπρη
10 + 15 25
ή μαύρη. Άρα η ζητούμενη πιθανότητα είναι ίση με = .
40 40
9
δήλωσαν ότι έχουν 2 αδέλφια, η ζητούμενη πιθανότητα είναι .
30
5. Έχουμε Ω = {10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20}, Α = {12, 15, 18} και Β = {12, 16,
20}. Επομένως
3 3 3 8
i) P ( Α) = . ii) Έχουμε P (Β ) = , άρα P (Β ′) =−
1 = .
11 11 11 11
17 7 2
+ − P( Α ∩ Β ) =
30 15 3
17 7 2 17 14 20 11
P( Α ∩ Β ) = + − = + − = .
30 15 3 30 30 30 30
2 P ( Α) − 0, 2 =
0,6
2 P ( Α) = 0,8
P ( Α ) = 0,4 .
11. Έχουμε
P ( Α ∪ Β ) ≤ P ( Α ) + P (Β ) ⇔ P ( Α ) + P (Β ) − P ( Α ∩ Β ) ≤ P ( Α ) + P (Β )
⇔ 0 ≤ P ( Α ∩ Β ) που ισχύει.
P( Α ∪ Β )= P (Α) + P(Β ) − P( Α ∩ Β )
25 55 15 65
= + − = , δηλαδή 65%.
100 100 100 100
P ( ( Α − Β ) ∪ (Β − Α) ) = P ( A − B ) + P ( B − A)
= P ( Α ) − P ( Α ∩ Β ) + P (Β ) − P ( Α ∩ Β )
= P ( Α ) + P (Β ) + 2 P ( Α ∩ Β )
10 6 4 12
= + − = , δηλαδή 12%.
100 100 100 100
80 30 20
Έχουμε P ( Α) = , P (Β ) = και P ( Α ∩ Β ) = .
100 100 100
Άρα P ( ( Α ∪ Β )′ ) =
1 − P( Α ∪ Β )
1 − P ( Α ) − P (Β ) + P ( Α ∩ Β )
=
80 30 20 10
1−
= − + = , δηλαδή 10%.
100 100 100 100
β´ ΟΜΑΔΑΣ
1. i) P ( Α ∪ Β ) = P ( Α) + P (Β ) − P ( Α ∩ Β ) = κ + λ − μ
ii) P ( ( Α ∪ Β )′ ) = 1 − P ( Α ∪ Β ) = 1 − κ − λ + μ
iii) P ( ( Α − Β ) ∪ (Β − Α) ) = P ( Α − Β ) + P (Β − Α)
= P ( Α ) − P ( Α ∩ Β ) + P (Β ) − P ( Α ∩ Β )
= P ( Α ) + P (Β ) − 2 P ( Α ∩ Β )
= κ + λ – 2μ.
2. Αν Α και Β τα ενδεχόμενα να μην έχει ένα νοικοκυριό τηλεόραση και Βίντεο αντιστοίχως, θα
15 40 10
είναι P ( Α) = και P (Β ) = και P ( Α ∩ Β ) = .
100 100 100
Επομένως η ζητούμενη πιθανότητα θα είναι:
P ( ( Α ∪ Β )′ ) =
1 − P( Α ∪ Β ) =
1 − [ P ( Α) + P (Β ) − P( Α ∩ Β )]
15 40 10 45 55
1−
= + − =1− = , δηλαδή 55%.
100 100 100 100 100
P( Α) 3
3. Έχουμε διαδοχικά =
P ( Α′) 4
P( Α) 3
=
1 − P( Α) 4
4 P ( Α)= 3 − 3P( A)
7 P ( Α) = 3,
3 4
P( Α) = , P ( Α′) =
1 − P( Α) = .
7 7
5. • Έχουμε Α∩Β ⊆ Α
P( Α ∩ Β ) ≤ P( Α)
( Α ∩ Β ) ≤ 0,6 (1)
• Έχουμε P( Α ∪ Β ) ≤ 1
P ( Α ) + P (Β ) − P ( Α ∩ Β ) ≤ 1
0, 6 + 0, 7 − P ( A ∩ B ) ≤ 1
0,6 + 0,7 − 1 ≤ P ( Α ∩ Β )
0,3 ≤ P ( Α ∩ Β ) (2)
από τις (1) και (2) προκύπτει ότι:
0,3 ≤ P ( Α ∩ Β ) ≤ 0,6 .
6. P (Β ) − P( Α′) ≤ P( Α ∩ Β ) ⇔ P(Β ) − 1 + P( Α) ≤ P( Α ∩ Β )
⇔ P (Β ) + P ( Α ) − P ( Α ∩ Β ) ≤ 1
⇔ P ( Α ∪ Β ) ≤ 1 που ισχύει.
ΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ
1. Έχουμε
i)
1
ii) Για x = 2010 και y = έχουμε x y = 1 οπότε
2010
Α = 19 = 1.
2
x 2 1 x 2
2
(x ⋅ y5 )= (xy)10
2
= : 3 7 = 2 ⋅ x 3 y 7 =
2. Έχουμε Α 5
y x y y
3. i) 10012 − 9992 =
(1001 − 999)(1001 + 999) =
2 ⋅ 2000 =
4.000.
4. i) Έχουμε
(α + β) 2 − (α − β) 2 = α 2 + 2αβ + β2 − (α 2 − 2αβ + β2 )
5. i) Έχουμε
α 2 − (α − 1)(α + 1) =α 2 − (α 2 − 1) =α 2 − α 2 + 1 =1
ii) Αν εφαρμόσουμε το ερώτημα (i) για α = 1,3265 η τιμή που προκύπτει για την παράσταση
είναι 1.
7. Ισχύει
2ν + 2ν +1 + 2ν + 2 = 2ν (1 + 2 + 22 ) = 2ν ⋅ 7
β´ ΟΜΑΔΑΣ
1. Αν παραγοντοποιήσουμε αριθμητή και παρονομαστή
Έχουμε
α 3 − 2α 2 + α α(α 2 − 2α + 1) (α − 1) 2
i) = = = α −1
α2 − α α(α − 1) α −1
2. Έχουμε
2 2
1 α 3 + α 2 α 2 − 1 α 2 (α + 1)
i) α − ⋅ = ⋅
α (α + 1)3 α (α + 1)3
(α − 1) 2 (α + 1) 2 α2
= 2
⋅ = (α − 1) 2
α (α + 1) 2
α2 + α + 1 α2 − 1 α2 + α + 1 (α − 1)(α + 1)
ii) ⋅ 3 = ⋅ = 1
α +1 α −1 α +1 (α − 1)(α 2 + α + 1)
3. Έχουμε
−2 −2 2
1 1 y+x xy
i) (x + y) 2 + =
(x + y) 2 (x + y) 2
= (xy) 2 =
= x 2 y2
x y xy x+y
1 1 1 1
− −
ii)
x + y x −1 − y −1 x + y x y
⋅ −2 = ⋅
x+y
= ⋅ x y
x−y x −y −2
x−y 1 1 x−y 1 1 1 1
− − +
x 2 y2 x y x y
x+y 1 x + y xy xy
= ⋅ = ⋅ =
x−y y x x−y x+y x−y
xy
x 3 + y3 x 2 (x + y)(x 2 − xy + y 2 ) x 2 − xy + y 2
4. Έχουμε 2 :
2
− y = :
x −y x−y (x − y)(x + y) x−y
x 2 − xy + y 2 x−y
= ⋅ 2 =1
x−y x − xy + y 2
5. i) α΄ τρόπος: Με γενίκευση της ιδιότητας 1iv) των αναλογιών (βλ. εφαρμογή 1, σελ. 26)
έχουμε
α β γ α+β+ γ
= = = = 1,
β γ α β+γ+α
οπότε α = β = γ.
α β γ
β΄ τρόπος: Θέτουμε = = = k , οπότε έχουμε
β γ α
α + β + γ= k(α + β + γ )
Έτσι, από τις ισότητες (1) προκύπτει ότι α = β = γ και άρα το τρίγωνο είναι ισόπλευρο.
Πολλαπλασιάζουμε κατά μέλη τις ισότητες (1), οπότε έχουμε αβγ = k3 (αβγ) και, επειδή
αβγ ≠ 0, θα είναι k3 = 1 και άρα k = 1. Έτσι, από τις ισότητες (1) προκύπτει ότι α = β = γ.
ii) α′ τρόπος: Έχουμε α − β = β − γ (1) και α − β = γ − α (2), οπότε, αν προσθέτουμε κατά
μέλη τις ισότητες (1) και (2) προκύπτει ότι
2α − 2β = β − α ⇒ 3α = 3β ⇒ α = β
Έτσι, από την ισότητα (1) βρίσκουμε ότι και β = γ. Άρα α = β = γ οπότε το τρίγωνο είναι
ισόπλευρο.
β´ τρόπος: Θέτουμε α − β = β − γ = γ − α = k, οπότε έχουμε
α − β = k, β − γ = k και γ − α = k (2)
Αν τώρα προσθέσουμε κατά μέλη τις ισότητες (2), βρίσκουμε ότι k = 0, οπότε, λόγω των
ισοτήτων αυτών, είναι α = β = γ και άρα το τρίγωνο είναι ισόπλευρο.
⇔ 2α 2 + 2β2 − α 2 − β2 − 2αβ ≥ 0
⇔ α 2 + β2 − 2αβ ≥ 0
⇔ (α − β) 2 ≥ 0 , που ισχύει.
2. Έχουμε α 2 + β2 − 2α + 1 ≥ 0 ⇔ α 2 − 2α + 1 + β2 ≥ 0
⇔ (α − 1) 2 + β2 ≥ 0 που ισχύει.
3. i) Ισχύει (x − 2) 2 + (y + 1) 2 = 0 ⇔ x − 2 = 0 και y + 1 = 0
⇔x=
2 και y = − 1.
ii) Έχουμε x 2 + y 2 − 2x + 4y + 5 =0 ⇔ x 2 − 2x + 1 + y 2 + 4y + 4 =0
⇔ (x − 1) 2 + (y + 2) 2 =
0
⇔ x −1 =0 και y + 2 = 0
⇔x=
1 και y = − 2.
iv) Επειδή τα μέλη των ανισοτήτων είναι θετικοί αριθμοί μπορούμε να υψώσουμε στο
τετράγωνο, οπότε έχουμε
20, 25 + 28,09 < x 2 + y 2 < 21,16 + 29,16 ⇔ 48,34 < x 2 + y 2 < 50,32.
5.
Για το x έχουμε:
2 + 0, 2 < x + 0, 2 < 3 + 0, 2 ⇔ 2, 2 < x + 0, 2 < 3, 2 , (1)
Για το y έχουμε:
3 − 0,1 < y − 0,1 < 5 − 0,1 ⇔ 2,9 < y − 0,1 < 4,9 , (2)
i) Η περίμετρος τότε γίνεται
= 2(x + 0, 2) + 2(y − 0,1)
Π = 2(x + y + 0,1)
Προσθέτοντας τις (1) και (2) έχουμε 5,1 < x + y + 0,1 < 8,1 οπότε
2 ⋅ 5,1 < 2(x + y + 0,1) < 2 ⋅ 8,1 ⇔ 10, 2 < Π < 16, 2 .
ii) Το εμβαδόν του ορθογωνίου γίνεται
Ε= (x + 0, 2)(y − 0,1)
Πολλαπλασιάζουμε τις (1) και (2) κατά μέλη οπότε έχουμε
2, 2 ⋅ 2,9 < (x + 0, 2)(y − 0,1) < 3, 2 ⋅ 4,9 ⇔ 6,38 < E < 15,68.
β´ ΟΜΑΔΑΣ
1. i) Επειδή οι α, β, γ είναι θετικοί, έχουμε
α+γ α
> ⇔ (α + γ )β > α(β + γ ) ⇔ αβ + βγ > αβ + αγ
β+γ β
α
⇔ βγ > αγ ⇔ β > α ⇔ < 1, που ισχύει.
β
ii) Ομοίως
α+γ α
< ⇔ (α + γ )β < α(β + γ ) ⇔ αβ + βγ < αβ + αγ
β+γ β
α
⇔ βγ < αγ ⇔ β < α ⇔ > 1, που ισχύει.
β
2. Ισχύει α + β > 1 + αβ ⇔ α + β − αβ − 1 > 0
⇔ α(1 − β) − (1 − β) > 0
⇔ (α − 1)(1 − β) > 0, που ισχύει, αφού α > 1 και β < 1.
3. Έχουμε τις ισοδυναμίες
1 1 α+β 2
(α + β) + ≥ 4 ⇔ (α + β) ≥ 4 ⇔ (α + β) ≥ 4αβ
α β αβ
⇔ α 2 + β2 + 2αβ − 4αβ ≥ 0
⇔ α 2 + β2 − 2αβ ≥ 0 ⇔ (α − β) 2 ≥ 0, που ισχύει.
4. i) α 2 + αβ + β2 ≥ 0 ⇔ 2α 2 + 2αβ + 2β2 ≥ 0
⇔ α 2 + 2αβ + β2 + α 2 + β2 ≥ 0
⇔ (α + β) 2 + α 2 + β2 ≥ 0, που ισχύει.
iv) 2− 3 − 3− 2 = ( 3− 2 − ) ( )
3− 2 = 0
ii) Αν x > 4, τότε είναι και x > 3, οπότε x − 4 > 0 και x − 3 > 0.
Άρα έχουμε x − 3 − 4 − x = x − 3 + (4 − x) = 1.
α −β β−α
4. Είναι = = 1.
β−α β−α
x y
5. • Αν x > 0 και y > 0, τότε Α = + = 1+1 = 2
x y
x y
• Αν x > 0 και y < 0, τότε Α = − = 1−1 = 0
x y
−x y
• Αν x < 0 και y < 0, τότε Α = − = −1 − 1 = −2
x y
−x y
• Αν x < 0 και y > 0, τότε Α = + = −1 + 1 = 0.
x y
Διάστημα ή ένωση
Απόλυτη τιμή Απόσταση
διαστημάτων
x −5 <1 d(x,5) < 1 (4, 6)
Διάστημα ή ένωση
Απόλυτη τιμή Απόσταση
διαστημάτων
β´ ΟΜΑΔΑΣ
1. Με τη βοήθεια της τριγωνικής ανισότητας έχουμε
α − β = (α − γ ) + ( γ − β) ≤ α − γ + γ − β .
i) x + y = 0 ⇔ x = 0 και y = 0.
ii) x + y > 0 ⇔ x ≠ 0 ή y ≠ 0.
α β α β
4. i) Από 0 < α < β προκύπτει ότι < 1 και > 1. Είναι δηλαδή < 1 < .
β α β α
α β α β
ii) Αρκεί να δείξουμε ότι 1 − < 1− ή, ισοδύναμα, ότι 1 − < − 1.
β α β α
Επειδή αβ > 0 η ανισότητα αυτή γράφεται ισοδύναμα
α β
αβ − ⋅ αβ < αβ − αβ ⇔ αβ − α 2 < β2 − αβ
β α
⇔ 0 < β2 + α 2 − 2αβ
ii) Η περίμετρος Ρ2 του σχήματος είναι ίση με την περίμετρο του ορθογωνίου ΑΒΓΔ, οπότε
είναι Ρ2 = 4x + 2y. Από την ανισότητα (1) προκύπτει ότι
iii) Η περίμετρος L του κύκλου είναι L = 2πx. Από την (1) προκύπτει
2π ⋅ 1,9 < 2πx < 2π ⋅ 2,1 ⇔ 3,8π < L < 4, 2π.
1 1 3 1 1
0,01
iii) = = 0,001
, = 3= ,
100 10 1000 10
1 1 5 1 1
4
0,0001
= =
4 0,00001
, = =
5 .
10000 10 100000 10
2. i) (π − 4) 2 = π − 4 = 4 − π .
iii) (x − 1) 2 =x − 1 .
x2 x
iv) = .
4 2
3. Έχουμε
(2 − 5 ) (3 − 5 )
2 2
+ = 2− 5 + 3− 5 = 5 − 2 + 3 − 5 = 1.
( )( ) ( ) −( )
2 2
4. x −5 − x +3 x − 5 + x + 3= x −5 x+3
= (x − 5) − (x + 3)
=x − 5 − x − 3 =−8,
με την προϋπόθεση ότι x − 5 ≥ 0 και x + 3 ≥ 0, δηλαδή για x ≥ 5.
5. i) ( 8 − 18 )( 50 + 72 − 32 )
= ( 2 ⋅ 4 − 2 ⋅ 9 )( 2 ⋅ 25 + 2 ⋅ 36 − 2 ⋅ 16 )
= ( 2 2 − 3 2 )( 5 2 + 6 2 − 4 2 )
( − 2 )( 7 2 ) = −7 ( 2 ) =
2
= −14.
ii) ( 28 + 7 + 32 )( 63 − 32 )
= ( 4 ⋅ 7 + 7 + 2 ⋅16 )( 7 ⋅ 9 − 2 ⋅16 )
= ( 2 7 + 7 + 4 2 )(3 7 − 4 2 ) = (3 7 + 4 2 )(3 7 −4 2 )
= ( 3 7 ) − ( 4 2 ) = 9 ⋅ 7 − 16 ⋅ 2 = 63 − 32 = 31.
2 2
6. i) 2⋅ 2− 2 ⋅ 2+ 2 = 2⋅ ( 2 − 2 )( 2 + 2 )
( 2)
2
= 2 ⋅ 22 − = 2 ⋅ 2 = 2.
ii) 3
2 ⋅ 3 3+ 5 ⋅ 3 3− 5 = 3
2 ⋅ 3 3+ 5 3− 5 ( )( )
( 5)
2
= 3
2 ⋅ 3 32 − = 3
2⋅ 3 9−5= 3
2⋅3 4= 3
2⋅4 = 3
8 = 2.
7. i) 1ος τρόπος:
3 3 12
2 ⋅ 3 2= 2ü ⋅ 2= 2= 2= 3
2.
2ος τρόπος:
2⋅ 3 2 = 2 ⋅ 21/3 = 24/3
= ( 2 )=
4/3 1/ 2 2/3
2= ( 2 )=
2/3 1/ 2 1/3
2= 3
2.
5 5 3 3 5 3
⋅3 2
2 2= 2 2= ⋅2 2 24
5 5 6 5 6
= 2 6 24= 26 ⋅ 24= 210= 30
210= 3
2.
3 1 3 1 9 4 13 1
+ +
4
8. i) 33 ⋅ 3 3 =3 4 ⋅ 33 =3 4 3
=312 12
=312 =3 ⋅ 312 =312 3 .
8 5 8 5 16 15 31 13
+ +
9
ii) 28 ⋅ 6 25 =2 9 ⋅ 2 6 =2 9 6
=218 18
=218 =2 ⋅ 218 =218 213 .
iii)
= 55 =52 ⋅ 5 =25 5 .
25 ⋅ 12 25 ⋅ 4 ⋅ 3 25 ⋅ 2 3
9. i) = = = 10 .
75 25 ⋅ 3 5 3
ii) Με ανάλυση του 216 σε πρώτους παράγοντες βρίσκουμε 216 = 23 ∙ 33 οπότε έχουμε
216 ⋅ 75 23 ⋅ 33 ⋅ 25 ⋅ 3 5 23 ⋅ 34
= =
50 2 ⋅ 25 5 2
23 ⋅ 34
= = 22 ⋅ 34 =2 ⋅ 32 =18.
2
10. Αν πολλαπλασιάσουμε κάθε κλάσμα με τη συζυγή παράσταση του παρονομαστή του
έχουμε:
i)
=
4 4 5+ 3(
= = =
4 5+ 3 )
4 5 + 3 10 + 2 3
.
( ) ( )
5− 3 ( 5− 3 5+ 3 )(
25 − 3 22 )11
8 8 7+ 5 ( )
ii) =
7− 5
= 4
7−5
( 7+ 5 . )
7+ 6 ( 7+ 6 )( 7+ 6 )
( )
2
iii) = = 7+ 6
7− 6 7−6
= 7 + 6 + 2 42 = 13 + 2 42 .
162 + 98 2 ⋅ 34 + 2 ⋅ 7 2 9 2 + 7 2 16 2
= = = = 16.
50 − 32 2 ⋅ 25 − 2 ⋅ 16 5 2 − 4 2 2
ii) Είναι 912 + 320 = 912 + (32 )10 = 912 + 910 = 910 ⋅ (92 + 1) = 82 ⋅ 910
= 911 + 99 = 99 (92 + 1) = 82 ⋅ 99
οπότε έχουμε
912 + 320 82 ⋅ 910
= = 9 3.
=
911 + 27 6 82 ⋅ 99
B´ ΟΜΑΔΑΣ
1. i)
(3 3 − 2 2 )( 3 + 2 )= 9 + 3 6 − 2 6 − 4= 5 + 6 .
3 3−2 2
=
( 3 − 2 )( 3 + 2 )
3− 2 3−2
α α − β β ( α α − β β )( α + β ) α + α αβ − β αβ − β 2 2
ii)
= =
α− β ( α − β )( α + β ) α −β
(α − β)(α + β) + αβ (α − β)
= = α + β + αβ .
α −β
(3 + 2 7 )
2
= 9 + 4 ⋅ 7 + 12 7 = 37 + 12 7 και
(3 − 2 7 )
2
= 9 + 4 ⋅ 7 − 12 7 = 37 − 12 7 .
37 + 12 7 − 37 − 12 7
(3 + 2 7 ) (3 − 2 7 )
2 2
= −
= 3 + 2 7 − 3 − 2 7 =3 + 2 7 − 2 7 − 3 = 6. ( )
2 2 2
2 3 2 3 2 3
3. i) Είναι + = + + 2 ⋅
3 3 3 2 3 2
2 3 4 9 12 25
= + +2= + + =
3 2 6 6 6 6
που είναι ρητός αριθμός.
ii) Είναι
1 α 2 + 1 + 2α (α + 1) 2
=α+ +2= =
α α α
που είναι ρητός αριθμός.
3
+
5
=
3 ( 5+ 3 ) + 5( 5− 3 )
5− 3 5+ 3 5−3 5−3
3 5 +3+5− 5 3 8
= = = 4.
2 2
ii) Είναι
( ) = 4 − 4 3 + 3 = 7 − 4 3 και
2
• 2− 3
• ( 2 + 3 ) = 4 + 4 3 + 3 = 7 + 4 3 οπότε
2
Έχουμε
1 1 1 1
− = −
(2 − 3) (2 + 3)
2 2
7−4 3 7+4 3
7+4 3 7−4 3
= − = 7 + 4 3 − 7 + 4 3 = 8 3.
49 − 48 49 − 48
α + β < α + β.
α+β ≤ α + β
( ) ≤( )
2 2
⇔ α+β α+ β
⇔ α + β ≤ α + β + 2 α β ⇔ 0 ≤ 2 αβ , που ισχύει.
ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ
1 − 4x x + 1 x − 4 5
ii) − = +
5 4 20 4
1 − 4x x +1 x−4 5
⇔ 20 − 20 = 20 + 20
5 4 20 4
⇔ 4(1 − 4x) − 5(x + 1) = x − 4 + 25 ⇔ 4 − 16x − 5x − 5 = x + 21
⇔ −21x − x = 21 + 1 ⇔ −22x = 22 ⇔ x = −1 .
Άρα, η εξίσωση έχει μοναδική λύση, την x = −1.
x x x x 49 x x x x 49
iii) − = − − ⇔ 60 ⋅ − 60 ⋅ = 60 ⋅ − 60 ⋅ − 60 ⋅
2 3 4 5 60 2 3 4 5 60
⇔ 30x − 20x =
15x − 12x − 49 ⇔ 30x − 20x − 15x + 12x =
−49
⇔ 7x =−49 ⇔ x =−7 .
Άρα, η εξίσωση έχει μοναδική λύση, την x = −7.
2. i) 2(3x − 1) − 3(2x − 1) = 4 ⇔ 6x − 2 − 6x + 3 = 4 ⇔ 0x = 3.
Άρα, η εξίσωση είναι αδύνατη.
5−x 5 7x 5−x −5 7x
ii) 2x − =− + ⇔ 3 ⋅ 2x − 3 ⋅ =3 ⋅ + 3 ⋅
3 3 3 3 3 3
⇔ 6x − 5 + x =−5 + 7x ⇔ 0x =0 .
Άρα, η εξίσωση είναι ταυτότητα.
iii) λ (λ − 1)x = λ − 1
λ −1 1
=x = .
λ (λ − 1) λ
λ (λ + 1) λ + 1
=x = .
λ (λ − 1) λ − 1
3(5 − x) x ⋅5
4. Έστω ΑΜ = x, τότε ΔΜ = 5 − x, οπότε Ε1 = και Ε 2 = .
2 2
( ΑΒΓ∆ )
i) H ισότητα Ε1 + Ε2 = Ε3 είναι ισοδύναμη με την ισότητα Ε1 + Ε 2 = από την οποία
προκύπτει η εξίσωση 2
3(5 − x) 5x (5 + 3)5 15 − 3x 5x 40
+ = ⇔ 4⋅ + 4⋅ = 4⋅
2 2 4 2 2 4
5
⇔ 30 − 6x + 10x = 40 ⇔ 4x = 10 ⇔ x = = 2,5.
2
Επομένως η θέση του Μ προσδιορίζεται από το μήκος ΑΜ = 2,5, είναι δηλαδή το μέσο
του ΑΔ.
5. Αν το ποσό των x ευρώ κατατέθηκε προς 5%, τότε το υπόλοιπο ποσό των (4000 − x) ευρώ
κατατέθηκε προς 3%.
5
− Το ποσό των x ευρώ έδωσε ετήσιο τόκο x ευρώ
100
3
− Το ποσό των (4000 − x) ευρώ έδωσε ετήσιο τόκο (4000 − x) ευρώ.
100
Η εξίσωση που αντιστοιχεί στο πρόβλημα είναι
5 3
x+ (4000 − x) = 175 ⇔ 5x + 3(4000 − x) = 100 ⋅ 175
100 100
⇔ 5x + 12.000 − 3x
= 17.500 ⇔ 2x
= 17.500 − 12.000
⇔ 2x x 2.750 ευρώ.
= 5.500 ⇔=
Επομένως τα 2.750 ευρώ τοκίστηκαν προς 5% και τα υπόλοιπα 1.250 ευρώ τοκίστηκαν προς
3%.
v − v0
6. i) v = v 0 + αt ⇔ αt = v − v 0 ⇔ t = , αφού α ≠ 0.
α
1 1 1 1 1 1 1 R2 − R
ii) = + ⇔ − = ⇔ =
R R1 R 2 R R 2 R1 R1 R2 R
1
Από την τελευταία ισότητα προκύπτει ότι R2 − R ≠ 0, αφού το ≠ 0.
R1
R2 R
Επομένως έχουμε R 1 = .
R2 − R
7. i) x 2 (x − 4) + 2x(x − 4) + (x − 4) =
0
⇔ (x − 4)(x 2 + 2x + 1) =
0
⇔ (x − 4)(x + 1) 2 = 0 ⇔ x − 4 = 0 ή x + 1 = 0 ⇔ x = 4 ή x = −1.
Επομένως οι λύσεις της εξίσωσης είναι οι αριθμοί 4 και − 1.
⇔ x−2=0 ή 2x + 2 = 0 ⇔ x = 2 ή x = −1.
Επομένως οι λύσεις της εξίσωσης είναι οι αριθμοί 2 και − 1.
8. i) x(x 2 − 1) − x 3 + x 2 =
0
⇔ x3 − x − x3 + x 2 =
0
⇔ x(x − 1) = 0 ⇔ x = 0 ή x = 1.
Επομένως οι λύσεις της εξίσωσης είναι οι αριθμοί 0 και 1.
ii) (x + 1) 2 + x 2 − 1 =0
⇔ x 2 + 2x + 1 + x 2 − 1 = 0
⇔ 2x 2 + 2x = 0 ⇔ 2x(x + 1) = 0 ⇔ x = −1 ή x = 0.
Επομένως οι λύσεις της εξίσωσης είναι οι αριθμοί −1 και 0.
9. i) x(x − 2) 2 = x 2 − 4x + 4
⇔ x(x − 2) 2 − (x − 2) 2 =
0
⇔ (x − 2) 2 (x − 1) =
0
⇔ x−2=0 ή x − 1 = 0 ⇔ x = 2 ή x = 1.
Επομένως οι λύσεις της εξίσωσης είναι οι αριθμοί 2 και 1.
ii) (x 2 − 4)(x − 1) = (x 2 − 1)(x − 2)
⇔ (x − 2)(x + 2)(x − 1) − (x − 1)(x + 1)(x − 2) =
0
⇔ (x − 1)(x − 2)[(x + 2) − (x + 1)] =
0
⇔ (x − 1)(x − 2) = 0 ⇔ x =1 ή x = 2
Επομένως οι λύσεις της εξίσωσης είναι οι αριθμοί 1 και 2.
10. i) x 3 − 2x 2 − x + 2 =0
⇔ x 2 (x − 2) − (x − 2) =
0
⇔ (x − 2)(x 2 − 1) =
0
⇔ (x − 2)(x − 1)(x + 1) =
0
⇔ x−2=0 ή x −1 =0 ή x +1 =0
2 ή x = 1 ή x = −1.
⇔x=
Επομένως οι λύσεις της εξίσωσης είναι οι αριθμοί 2, 1 και −1.
ii) x 3 − 2x 2 − (2x − 1)(x − 2) =
0
⇔ x 2 (x − 2) − (2x − 1)(x − 2) =
0
⇔ (x − 2)(x 2 − 2x + 1) =
0
⇔ (x − 2)(x − 1) 2 =
0
⇔ x−2=0 ή x −1 =0
2 ή x = 1.
⇔x=
Επομένως οι λύσεις της εξίσωσης είναι οι αριθμοί 1 και 2.
x 1 x 1
11. i) = ⇔ =
x −1 x2 − x x − 1 x(x − 1)
Η εξίσωση αυτή ορίζεται για κάθε x ≠ 1 και x ≠ 0. Με αυτούς τους περιορισμούς έχουμε:
x 1
= ⇔ x 2 (x − 1) = x − 1 ⇔ x 2 = 1
x − 1 x(x − 1)
x +1 2 x +1 2
ii) + 0⇔
= + 0.
=
x 2 − 1 x 2 − 2x + 1 (x − 1)(x + 1) (x − 1) 2
⇔ x −1+ 2 = 0 ⇔ x +1 = 0
⇔x=−1,
που απορρίπτεται λόγω των περιορισμών.
Επομένως και η αρχική εξίσωση είναι αδύνατη.
12. i) Η εξίσωση αυτή ορίζεται για κάθε x ≠ 1 και x ≠ − 1. Με αυτούς τους περιορισμούς
έχουμε:
1 1 2
+ =
x −1 x + 1 x2 −1
1 1 2
⇔ (x − 1)(x + 1) + (x − 1)(x + 1) =(x − 1)(x + 1) 2
x −1 x +1 x −1
⇔ x + 1 + x − 1 =2
⇔ 2x = 2 ⇔ x = 1, που απορρίπτεται, αφού x ≠ 1. Επομένως η εξίσωση είναι αδύνατη.
ii) Η εξίσωση αυτή ορίζεται για κάθε x ≠ 0 και x ≠ − 2. Με αυτούς τους περιορισμούς
έχουμε:
3 2 x−4
− =
x + 2 x x 2 + 2x
⇔ 3x − 2x − 4 = x − 4 ⇔ 0x = 0.
iii) Η εξίσωση αυτή ορίζεται για κάθε x ≠ 2 και x ≠ − 2. Με αυτούς τους περιορισμούς
έχουμε:
1 1 1 x
= ⇔ =
x + 2 x2 − 4 x + 2 (x + 2)(x − 2)
iv) Η εξίσωση αυτή ορίζεται για κάθε x ≠ − 1 και x ≠ 1. Με τους περιορισμούς αυτούς
έχουμε:
x2 − x x x (x − 1) x
2
= ⇔ =
x −1 x +1 (x + 1) (x − 1) x + 1
x x
⇔ =, που αληθεύει για κάθε πραγματικό αριθμό x, με x ≠ ±1.
x +1 x +1
13. Έστω x − 1, x, x + 1 τρεις διαδοχικοί ακέραιοι. Ζητούμε ακέραιο x τέτοιον ώστε να ισχύει
(x − 1) + x + (x + 1) = (x − 1)x(x + 1)
⇔ 3x= x(x 2 − 1)
⇔ x(3 − x 2 + 1) =
0
⇔ x(4 − x 2 ) =
0
0 ή x2 = 4
⇔x=
0 ή x = 2 ή x = −2.
⇔x=
Επομένως υπάρχουν τρεις τριάδες τέτοιων διαδοχικών αριθμών, οι εξής:
(−1, 0,1) , (1, 2, 3) και (−3, − 2, − 1) .
14. i) 2x − 3 = 5 ⇔ 2x − 3 = 5 ή 2x − 3 =−5
8 ή 2x =−2 ⇔ x =4 ή x = −1.
⇔ 2x =
Επομένως οι λύσεις της εξίσωσης είναι οι αριθμοί 4 και − 1.
ii) 2x − 4 = x − 1 ⇔ 2x − 4 = x − 1 ή 2x − 4 =− x + 1
5
⇔x= 3 ή 3x = 5 ⇔ x = 3 ή x = .
3
iii) Ε
πειδή το πρώτο μέλος της εξίσωσης x − 2 = 2x − 1 είναι μη αρνητικό, για να έχει λύση
η εξίσωση αυτή, πρέπει και το δεύτερο μέλος να είναι μη αρνητικό. Δηλαδή, πρέπει
2x − 1 ≥ 0 (1)
Με τον περιορισμό αυτό έχουμε: x − 2 = 2x − 1 ⇔ x − 2= 2x − 1 ή x − 2 =1 − 2x
⇔x=−1 ή x = 1.
Από τις παραπάνω λύσεις δεκτή είναι μόνο η x = 1 που ικανοποιεί τον περιορισμό (1).
iv) Ομοίως, για την εξίσωση 2x − 1 = x − 2, πρέπει
x − 2 ≥ 0 (2)
Με τον περιορισμό αυτό έχουμε: 2x − 1 = x − 2 ⇔ 2x − 1 = x − 2 ή 2x − 1 = 2 − x
⇔x=−1 ή x = 1.
Από τις παραπάνω λύσεις καμία δεν είναι δεκτή, αφού καμία δεν επαληθεύει τον
περιορισμό (2). Άρα, η εξίσωση είναι αδύνατη.
15. i) Έχουμε:
x +4 x +4 2 x +4 x +4 2
− = ⇔ 15 ⋅ − 15 ⋅ = 15 ⋅
3 5 3 3 5 3
⇔ 5 x + 20 − 3 x − 12 =
10
⇔2x =2 ⇔ x =⇔
1 x=±1.
3− x
16. i) H εξίσωση = 4 ορίζεται για x ≠ − 3.
3+ x
Με αυτόν τον περιορισμό έχουμε:
3− x
=4 ⇔ 3− x =4⋅ 3+ x
3+ x
⇔ 3 − x= 4(x + 3) ή 3 − x =−4(x + 3)
⇔ 3 − x = 4x + 12 ή 3 − x =−4x − 12
9
−9 ή 3x =
⇔ 5x = −15 ⇔ x =− ή x = −5.
5
9
Επομένως οι λύσεις της εξίσωσης είναι οι αριθμοί − 5 και − .
5
ii)
⇔ x −1 =0 ή x−2 =
1
1 ή x−2=
⇔x= 1 ή x − 2 =−1
1 ή x = 3 ή x = 1.
⇔x=
Επομένως οι λύσεις της εξίσωσης είναι οι αριθμοί 1 και 3.
B´ ΟΜΑΔΑΣ
1. i) (x + α) 2 − (x − β) 2 = 2α(α + β)
⇔ 2(α + β)x = (α + β) 2 .
(α + β) 2 α + β
• Αν α + β ≠ 0 η εξίσωση έχει μοναδική λύση
= την x = .
2(α + β) 2
• Αν α + β = 0 η εξίσωση παίρνει τη μορφή 0x = 0 και είναι ταυτότητα.
30 + x 32
= ⇔ 100(30 + x) = 32(200 + x)
200 + x 100
4. Έστω ότι x ώρες μετά την προσπέραση τα δύο αυτοκίνητα θα απέχουν μεταξύ τους 1 km. Το
διάστημα που διανύει το Α στις x ώρες είναι 100x ενώ το αντίστοιχο διάστημα για το Β είναι
120x. Έτσι έχουμε την εξίσωση
1 1
120x − 100x =1 ⇔ 20x =1 ⇔ x = ώρες, οπότε x = ⋅ 60 = 3 λεπτά.
20 20
5. Η εξίσωση αυτή είναι ορισμένη για x ≠ α και x ≠ − α. Με αυτούς τους περιορισμούς έχουμε:
x+α x2 x+α x2
= 2 2
⇔ =
x−α x −α x − α (x + α)(x − α)
2
⇔ (x + α)= x 2 ⇔ x + α= x ή x + α = − x
α ή 2x = −α.
⇔ 0x =
0 ή x = 2.
⇔x=
7. 2 x − 1 = 3 ⇔ 2 x − 1 = 3 ή 2 x − 1 =−3
4 ή 2 x = −2.
⇔2x =
2 x = 4 ⇔ x = 2 ⇔ x = −2 ή x = 2.
8. x 2 − 2x + 1= 3x − 5 ⇔ (x − 1) 2 = 3x − 5
⇔ x − 1 = 3x − 5
⇔ x − 1= 3x − 5 ή x − 1 =−3x + 5
3
4 ή 4x = 6 ⇔ x = 2 ή x = .
⇔ 2x =
2
§ 3.2. Η εξίσωση xv = α
Α´ ΟΜΑΔΑΣ
1. i) x 3 − 125 = 0 ⇔ x 3 = 53 ⇔ x = 5.
ii) x 5 − 243 = 0 ⇔ x 5 = 35 ⇔ x = 3.
iii) x 7 − 1 = 0 ⇔ x 7 = 1 ⇔ x = 1.
iii) x 7 + 1 =0 ⇔ x 7 =−
( 1)7 ⇔ x =−1.
3. i) x 2 − 64 =0 ⇔ x2 =82 ⇔ x =−8 ή x = 8.
ii) x 4 − 81 = 0 ⇔ x = 4 81 ή x =− 4 81 ⇔ x =3 ή x = −3.
iii) x 6 − 64 = 0 ⇔ x 6 = 64 ⇔ x = 6 64 ή x =− 6 64 ⇔ x =2 ή x = −2.
x ⋅ x ⋅ 3x =81, με x > 0 ⇔ 3x 3 = 81 ⇔ x 3 = 27 ⇔ x = 3.
6. i) (x + 1)3 = 64 ⇔ x + 1 = 4 ⇔ x = 3.
1
ii) 1 + 125x 3 =0 ⇔ (5x)3 =−1 ⇔ 5x =−1 ⇔ x =− .
5
⇔ x −1 =0 ή (x − 1)3 =
27
1 ή x −1 =
⇔x= 3
1 ή x = 4.
⇔x=
4. Επειδή
∆ = 4 − 4µ 2 = 0 ⇔ µ 2 = 1 ⇔ µ = 1 ή µ = −1,
οι τιμές του μ για τις οποίες η εξίσωση έχει διπλή ρίζα είναι οι αριθμοί 1 και –1.
Στην περίπτωση που είναι α = β ≠ 0, ισχύει Δ = 0 και η εξίσωση έχει διπλή ρίζα.
Αν είναι α = β = 0, τότε η εξίσωση παίρνει τη μορφή 2 = 0 και είναι αδύνατη.
1 3 1 1
ii) S =1 + = και P =1 ⋅ = , οπότε η εξίσωση είναι η:
2 2 2 2
3 1
x 2 − x + = 0 ⇔ 2x 2 − 3x + 1 = 0.
2 2
( ) ( )
iii) S = 5 − 2 6 + 5 + 2 6 = 10 και P = (5 − 2 6 ) ⋅ (5 + 2 6 ) = 25 − 4 ⋅ 6 = 1
2+8 2−8
x1
= = 5 και x 2 = = −3.
2 2
ii) Είναι S = 9 και Ρ = 10. Οι ζητούμενοι αριθμοί είναι οι ρίζες της εξίσωσης x2 − 9x + 10 =
0, η οποία έχει ∆= 81 − 4 ⋅ 10= 41.
Επομένως οι ζητούμενοι αριθμοί είναι
9 + 41 9 − 41
x1 = και x 2 = .
2 2
8. 1ος τρόπος:
i) Για να λύσουμε την εξίσωση αρκεί να βρούμε δύο αριθμούς που να έχουν άθροισμα
5 + 3 και γινόμενο 15 = 5 ⋅ 3 . Οι αριθμοί αυτοί είναι προφανώς οι 5 και 3
που είναι και οι ζητούμενες ρίζες της εξίσωσης.
2ος τρόπος:
( ) ( 5) + ( 3)
2 2 2
Είναι =
∆ 5+ 3 − 4 15
= +2 5⋅ 3−4 5⋅ 3
( 5) + ( 3) ( )
2 2 2
= −2 5⋅ 3 = 5− 3 > 0.
( )
2
5+ 3+ 5− 3 5+ 3+ 5− 3
=x1 = = 5
2 2
( )
2
5+ 3− 5− 3 5+ 3− 5+ 3
=και x 2 = = 3.
2 2
( ) ( )
2 2
ii) Είναι =
∆ 2 −1 + 4 =
2 2 + 1 > 0. Επομένως η εξίσωση έχει δύο ρίζες, τους
αριθμούς
1− 2 + 2 +1 1− 2 − 2 −1
=x1 = 1 και x 2 = = − 2.
2 2
9. 1ος τρόπος:
x 2 + α 2 = β2 − 2αx ⇔ x 2 + 2αx + α 2 − β2 = 0 ⇔ (x + α) 2 − β2 = 0
⇔ (x + α + β)(x + α − β) = 0 ⇔ x = −α − β ή x = β − α.
2ος τρόπος:
Η εξίσωση γράφεται x2 + 2αx + α2 − β2 = 0.
Είναι Δ = 4α2 − 4(α2 − β2) = 4β2, οπότε η εξίσωση έχει ρίζες τους αριθμούς
−2α − 2β −2α + 2β
x1 = = −(α + β) και x 2 = = β − α.
2 2
2
11. i) Η εξίσωση γράφεται x − 7 x + 12 = 0 . Θέτουμε x = ω οπότε η εξίσωση γίνεται
ω2 − 7ω + 12 = 0 και έχει ρίζες ω1 = 3 και ω2 = 4 που είναι δεκτές και οι δύο, οπότε
έχουμε x = 3 ή x = 4, που σημαίνει ότι x = 3 ή x = − 3 ή x = 4 ή x = − 4. Επομένως
η εξίσωση έχει λύσεις τους αριθμούς 3, − 3, 4 και − 4.
Η εξίσωση αυτή έχει ρίζες τους αριθμούς − 5 και 1. Δεκτή είναι μόνο η θετική ω = 1 αφού
≥ . Επομένως,
x − 1 = 1 ⇔ x − 1 = 1 ή x − 1 =−1 ⇔ x =2 ή x = 0.
1
13. Η εξίσωση ορίζεται για x ≠ 0. Θέτουμε x + = ω οπότε η εξίσωση γράφεται ω2 − 5ω + 6
x
= 0. Η εξίσωση αυτή έχει ρίζες του αριθμούς 2 και 3, οπότε έχουμε
1 1
x+ 2 ή x+ =
= 3.
x x
Η πρώτη εξίσωση γράφεται
1
x+ = 2 ⇔ x 2 + 1 = 2x ⇔ (x − 1) 2 = 0
x
και έχει το 1 διπλή ρίζα.
Η δεύτερη γράφεται
1
x+ = 3 ⇔ x 2 + 1 = 3x ⇔ x 2 − 3x + 1 = 0
x
3− 5 3+ 5
και .
2 2
3− 5 3+ 5
1, και .
2 2
x x +1 13
⇔ 6x(x + 1) + 6x(x + 1) = 6x(x + 1)
x +1 x 6
⇔ 6x 2 + 6(x + 1)=
2
13x(x + 1)
⇔ 6x 2 + 6x 2 + 12x + =
6 13x 2 + 13x
⇔ x2 + x − 6 =0
η οποία έχει ρίζες τους αριθμούς 2 και − 3.
2 2x − 3 2 − x2
⇔ x(x − 2) + x(x − 2) + x(x − 2) 0
=
x x−2 x(x − 2)
⇔ 2x − 4 + 2x 2 − 3x + 2 − x 2 =0
⇔ x2 − x − 2 =0.
Η τελευταία εξίσωση έχει ρίζες τους αριθμούς 2 και − 1, οπότε λόγω των περιορισμών
δεκτή είναι μόνο η x = − 1.
15. i) Αν θέσουμε x2 = y η εξίσωση γίνεται y2 + 6y − 40 = 0. Αυτή έχει ρίζες τις y1 = 4 και y2 = −
10. Επειδή y = x2 ≥ 0, δεκτή είναι μόνο η y1 = 4, οπότε έχουμε x 2 = 4 ⇔ x = 2 ή x = −2 .
Επομένως οι ρίζες της αρχικής εξίσωσης είναι οι αριθμοί − 2 και 2.
ii) Αν θέσουμε x2 = y η εξίσωση γίνεται 4y2 + 11y − 3 = 0. Αυτή έχει ρίζες τις y1 = − 3 και
1 1 1 1
y 2 = . Επειδή y = x2 ≥ 0 δεκτή είναι μόνο η y 2 = , οπότε έχουμε x 2 = ⇔ x = ή
4 4 4 2
1 1 1
x = − . Επομένως οι ρίζες της αρχικής εξίσωσης είναι οι αριθμοί − και .
2 2 2
iii) Αν θέσουμε x2 = y η εξίσωση γίνεται 2y2 + 7y + 3 = 0. Αυτή έχει ρίζες τις y1 = −3
1
και y 2 = − . Επειδή y = x2 ≥ 0 καμία από αυτές δεν είναι δεκτή. Επομένως η αρχική
2
εξίσωση είναι αδύνατη.
Σχόλιο: Είναι προφανές ότι η εξίσωση είναι αδύνατη, αφού 2x4 + 7x2 + 3 > 0 για κάθε
x ∈ .
B´ ΟΜΑΔΑΣ
1. i) ∆ = (−2α 3 ) 2 − 4α 2 (α 4 − 1) = 4α 6 − 4α 6 + 4α 2 = 4α 2.
2α 3 + 2α 2α(α 2 + 1) α 2 + 1
=x1 = = και
2α 2 2α 2 α
2α 3 − 2α 2α(α 2 − 1) α 2 − 1
=x2 = = .
2α 2 2α 2 α
2. i) Είναι
(5 − 2 ) ( ) ( 2)
2 2
∆= − 4 6 − 3 2 = 25 − 10 2 + − 24 + 12 2=
( 2) ( )
2 2
= + 2 2 +=
1 2 +1 .
( )
2
5− 2 + 2 +1 5 − 2 + 2 +1
=x1 = = 3 και
2 2
5 − 2 − 2 −1 4 − 2 2
x 2= = = 2 − 2.
2 2
∆ = 0 ⇔ 7α 2 + 42α − 49 = 0 ⇔ α 2 + 6α − 7 = 0 ⇔ α = −7 ή α =1.
Επομένως για α = − 7 ή α = 1 η εξίσωση έχει διπλή ρίζα.
5. i) 1ος τρόπος:
Η εξίσωση είναι ορισμένη για x ≠ 0. Με αυτόν τον περιορισμό έχουμε
1 1 1 1
x+ =α+ ⇔ x−α+ − =0
α x α x
x−α 1
⇔ x−α+ = 0 ⇔ (x − α) 1 + = 0
αx αx
αx + 1
⇔ (x − α) =0
αx
1
⇔ x − α = 0 ή αx + 1 =0 ⇔ x =α ή x = − .
α
2ος τρόπος:
Η εξίσωση είναι ορισμένη για x ≠ 0. Με αυτόν τον περιορισμό έχουμε
1 1 1 1 1 − α2
x+ = α + ⇔ x − + − α = 0 ⇔ x2 −1 + x = 0
α x x α α
⇔ αx 2 − α + (1 − α 2 )x = 0 ⇔ αx 2 − (α 2 − 1)x − α = 0.
α2 − 1 + α2 + 1 α2 − 1 − α2 − 1 1
x1 = = α και x 2 = = − .
2α 2α α
ii) 1ος τρόπος:
Η εξίσωση είναι ορισμένη για x ≠ 0. Με αυτόν τον περιορισμό έχουμε
x α α β x β α α 1 1 1
+ = + ⇔ − = − ⇔ (x − β) = α −
α x β α α α β x α β x
1 x −β 1 α
⇔ (x − β) = α ⇔ (x − β) − =0
α βx α βx
α 1
⇔ x =βή = ⇔x=β ή βx =α 2
βx α
α2
⇔ x =βή x = .
β
α2
Επομένως η εξίσωση έχει ρίζες τους αριθμούς β και .
β
2ος τρόπος:
Η εξίσωση είναι ορισμένη για x ≠ 0. Με αυτόν τον περιορισμό έχουμε
x α α β x α α β
+ = + ⇔ αβx + αβx = αβx + αβx
α x β α α x β α
⇔ βx 2 + α 2β = α 2 x + β2 x ⇔ βx 2 − β2 x + α 2β − α 2 x = 0
α 2 + β2 − α 2 + β2 2β2
x2 = = = β.
2β 2β
• Αν α = β ή α = − β τότε η εξίσωση έχει διπλή ρίζα, την
α 2 + β2 2α 2 α 2 ( ±β )
2
x= = = = = β.
2β 2β β β
6. i) Έχουμε
∆ = 4λ 2 − 4(−8) = 4λ 2 + 32 > 0 για κάθε λ ∈ . Αυτό σημαίνει ότι η εξίσωση έχει ρίζες
πραγματικές για κάθε λ ∈ .
ii) Έστω x1, x2 οι ρίζες της εξίσωσης με x 2 = x12 . Από τους τύπους Vieta έχουμε
(x + 1) 2 = x 2 + (x − 1) 2 ⇔ x 2 + 2x + 1 = x 2 + x 2 − 2x + 1
⇔ x 2 − 4x =0 ⇔ x(x − 4) =0
4 , αφού x ≠ 0 ως πλευρά τριγώνου.
⇔x=
Η λύση x = 4 της εξίσωσης είναι μοναδική. Επομένως υπάρχει μία μόνο τριάδα διαδοχικών
ακεραίων που είναι μήκη πλευρών ορθογωνίου τριγώνου. Οι ακέραιοι αυτοί είναι οι 3, 4
και 5.
E1 = 3 ⋅ d + 4 ⋅ d − d 2 = 7d − d 2
Έστω Ε2 το εμβαδόν του υπόλοιπου μέρους της
σημαίας. Θα ισχύει E1 = Ε2 αν και μόνο αν το Ε1 είναι
ίσο με το μισό του εμβαδού ολόκληρης της σημαίας.
Επομένως έχουμε
3⋅ 4
E1 = E 2 ⇔ 7d − d 2 = ⇔ d 2 − 7d + 6 = 0 ⇔ d = 1 ή d = 6.
2
Όμως για το d έχουμε τον περιορισμό 0 < d < 3, οπότε d = 1.
9. Αν το μηχάνημα Α χρειάζεται x ώρες για να τελειώσει το έργο, όταν εργάζεται μόνο του,
τότε το Β θα χρειάζεται x + 12 ώρες για το ίδιο έργο. Σε μία ώρα το Α εκτελεί τότε το
1 1
μέρος του έργου ενώ το Β εκτελεί το μέρος του έργου. Αν τα δύο μηχανήματα
x x + 12
1 8
εργαστούν μαζί για 8 ώρες, τότε το Α εκτελεί το 8 = μέρος του έργου, ενώ το Β εκτελεί
x x
1 8
το 8 ⋅ = μέρος του έργου. Αν προσθέσουμε τα δύο αυτά μέρη του έργου θα
x + 12 x + 12
έχουμε ολόκληρο το έργο δηλαδή το 1 έργο. Έτσι έχουμε την εξίσωση του προβλήματος
8 8
+ =1 ⇔ 8(x + 12) + 8x =x(x + 12)
x x + 12
⇔ 8x + 96 + 8x = x 2 + 12x ⇔ x 2 − 4x − 96 = 0.
4 + 20 4 − 20
=x = 12 ή x = = −8 .
2 2
Είναι δηλαδή x = 12, αφού x > 0. Επομένως το μηχάνημα Α χρειάζεται 12 ώρες για να
τελειώσει το έργο μόνο του, ενώ το Β χρειάζεται 24 ώρες.
10. Ο αριθμός 1 είναι ρίζα αν και μόνο αν επαληθεύει την εξίσωση, δηλαδή αν και μόνο αν
ισχύει
14 − 10 ⋅ 12 + α = 0 ⇔ α = 9.
AΝΙΣΩΣΕΙΣ
x − 12 x 3
ii) + + > x ⇔ 2(x − 12) + 2x + 3 > 4x
2 2 4
⇔ 2x − 24 + 2x + 3 > 4x
x − 2 1 − 2x x 2
iii) + < − ⇔ 5x − 10 + 2 − 4x < x − 4
2 5 10 5
⇔ 5x − 4x − x < 10 − 2 − 4
⇔ 0x < 4 που αληθεύει για κάθε x ∈ .
Άρα 1 ≤ x < 3.
1 x
3. • x − > + 1 ⇔ 2x − 1 > x + 2 ⇔ 2x − x > 1 + 2 ⇔ x > 3.
2 2
1 x
• x− ≤ − 1 ⇔ 3x − 1 ≤ x − 3 ⇔ 3x − x ≤ 1 − 3 ⇔ 2x ≤ −2 ⇔ x ≤ −1.
3 3
Άρα δεν υπάρχουν τιμές του x για τις οποίες συναληθεύουν οι ανισώσεις.
x −1
4. • 2x − > x ⇔ 16x − x + 1 > 8x ⇔ 16x − x − 8x > −1
8
1
⇔ 7x > −1 ⇔ x > − .
7
x +1
• x−4+ < 0 ⇔ 2x − 8 + x + 1 < 0
2
7
⇔ 2x + x < 8 − 1 ⇔ 3x < 7 ⇔ x < .
3
1 7
Οι ανισώσεις συναληθεύουν για x ∈ − , . Οι ακέραιες τιμές του x στο διάστημα αυτό
είναι οι 0, 1, 2. 7 3
ii) x − 1 ≤ 4 ⇔ −4 ≤ x − 1 ≤ 4 ⇔ 1 − 4 ≤ x ≤ 1 + 4
⇔ −3 ≤ x ≤ 5. Άρα x ∈ [−3, 5].
iii) 2x + 1 ≥ 5 ⇔ 2x + 1 ≤ −5 ή 2x + 1 ≥ 5 ⇔ 2x ≤ −6 ή 2x ≥ 4
⇔ x ≤ −3 ή x ≥ 2 . Άρα x ∈ (−∞, −3] ∪ [2, +∞).
Επομένως 2x − 6 = 2x − 6 ⇔ 2x − 6 ≥ 0 ⇔ 2x ≥ 6 ⇔ x ≥ 3.
1
ii) 3x − 1 = 1 − 3x ⇔ 3x − 1 ≤ 0 ⇔ 3x ≤ 1 ⇔ x ≤ .
3
x −1 − 4 5 x −1
8. i) + < ⇔ 3 ( x − 1 − 4 ) + 10 < 2 x − 1 ⇔
2 3 3
⇔ 3 x − 1 − 12 + 10 < 2 x − 1 ⇔ x − 1 < 2
⇔ −2 < x − 1 < 2 ⇔ −1 < x < 3. Άρα x ∈ (−1, 3) .
x +1 2x 1− x
ii) − > ⇔ 3 ( x + 1) − 4 x > 2 (1 − x )
2 3 3
⇔ 3 x +3−4 x > 2−2 x
⇔ 3 x −4 x +2 x > 2−3
⇔ x > −1 που αληθεύει για κάθε x ∈ .
9. x 2 − 6x + 9 ≤ 5 ⇔ (x − 3) 2 ≤ 5 ⇔ x − 3 ≤ 5
⇔ −5 ≤ x − 3 ≤ 5 ⇔ 3 − 5 ≤ x ≤ 5 + 3 ⇔ −2 ≤ x ≤ 8.
Άρα x ∈ [−2, 8].
−7 + 3
10. Το κέντρο του διαστήματος (− 7, 3) είναι το = −2.
2
Έχουμε x ∈ (−7, 3) ⇔ −7 < x < 3 ⇔ −7 − ( −2) < x − ( −2) < 3 − ( −2)
⇔ −7 + 2 < x + 2 < 3 + 2
⇔ −5 < x + 2 < 5 ⇔ x + 2 < 5.
9 9
11. 41 ≤ C + 32 ≤ 50 ⇔ 41 − 32 ≤ C ≤ 50 − 32
5 5
9
⇔ 9 ≤ C ≤ 18 ⇔ 5 ≤ C ≤ 10.
5
B´ ΟΜΑΔΑΣ
1. i) 3 ≤ 4x − 1 ≤ 6 ⇔ 3 ≤ 4x − 1 και 4x − 1 ≤ 6. Ζητάμε επομένως τις τιμές του x για τις οποίες
συναληθεύουν οι ανισώσεις 3 ≤ 4x − 1 και 4x − 1 ≤ 6.
• 3 ≤ 4x − 1 ⇔ 4 ≤ 4x ⇔ 4x ≥ 4 ⇔ x ≥ 1.
7
• 4x − 1 ≤ 6 ⇔ 4x ≤ 7 ⇔ x ≤ .
4
7
Άρα x ∈ 1, .
4
ii) −4 ≤ 2 − 3x ≤ −2 ⇔ −4 ≤ 2 − 3x και 2 − 3x ≤ −2.
• −4 ≤ 2 − 3x ⇔ 3x ≤ 6 ⇔ x ≤ 2.
4
• 2 − 3x ≤ −2 ⇔ −3x ≤ −4 ⇔ x ≥ .
3
4
Άρα x ∈ , 2 .
3
2. i) 2 ≤ x ≤ 4 ⇔ 2 ≤ x και x ≤ 4.
• 2 ≤ x ⇔ x ≥ 2 ⇔ x ≤ −2 ή x ≥ 2.
• x ≤ 4 ⇔ −4 ≤ x ≤ 4.
ii) 2 ≤ x − 5 ≤ 4 ⇔ 2 ≤ x − 5 και x − 5 ≤ 4 .
• 2 ≤ x − 5 ⇔ x − 5 ≥ 2 ⇔ x − 5 ≤ −2 ή x − 5 ≥ 2 ⇔ x ≤ 3 ή x ≥ 7.
• x − 5 ≤ 4 ⇔ −4 ≤ x − 5 ≤ 4 ⇔ 5 − 4 ≤ x ≤ 5 + 4 ⇔ 1 ≤ x ≤ 9.
Αυτό σημαίνει ότι το σημείο Ρ βρίσκεται προς τα δεξιά του μέσου Μ του ΑΒ. Επομένως,
οι λύσεις της ανίσωσης είναι τα x ∈ [1, +∞) .
iii) Έχουμε:
2 2
x − 5 ≤ x + 3 ⇔ x − 5 ≤ x + 3 ⇔ x 2 − 10x + 25 ≤ x 2 + 6x + 9
⇔ −16x ≤ −16 ⇔ x ≥ 1.
Αυτό σημαίνει ότι το σημείο Ρ είναι σημείο του τμήματος ΑΒ. Επομένως, οι λύσεις της
εξίσωσης είναι τα x ∈ [1,7] .
iii) Σχηματίζουμε τον πίνακα προσήμου των παραστάσεων x − 1 και x − 7.
• Αν x ∈ [1,7), τότε:
3±5 1
ii) Έχουμε: 2x 2 − 3x − 2 =0⇔x= ⇔x=− ή x = 2.
4 2
Επομένως
1
2x 2 − 3x − 2= 2 x + (x − 2)= (2x + 1)(x − 2) .
2
x 2 − 3x + 2 (x − 1)(x − 2) x −1 1
2. i) Είναι:= = , x ≠ 2, x ≠ − .
2x 2 − 3x − 2 (2x + 1)(x − 2) 2x + 1 2
2±8 5
3. i) x 2 − 2x − 15 =
0, Δ = 64, x1,2 =
2 −3
ii) Είναι: x 2 + 3x ≤ 4 ⇔ x 2 + 3x − 4 ≤ 0.
Το τριώνυμο x2 + 3x − 4 έχει α = 1 > 0 και ρίζες x1 = 1, x2 = −4.
5
Άρα x ∈ −1, .
2
8. i) Το τριώνυμο x2 + 3x + 5 έχει α = 1 > 0 και Δ = −11 < 0. Άρα είναι θετικό για κάθε x ∈
και η ανίσωση x2 + 3x + 5 ≤ 0 είναι αδύνατη.
ii) Το τριώνυμο 2x2 − 3x + 20 έχει α = 2 > 0 και Δ = −151 < 0. Άρα η ανίσωση 2x2 − 3x + 20
> 0 αληθεύει για κάθε x ∈ .
1
9. Έχουμε − (x 2 − 4x + 3) > 0 ⇔ x 2 − 4x + 3 < 0 .
4
Το τριώνυμο x2 − 4x + 3 έχει α = 1 > 0 και ρίζες x1 = 1, x2 = 3.
B´ ΟΜΑΔΑΣ
1. i) Η παράσταση α 2 + αβ − 2β2 = α 2 + β ⋅ α − 2β2 είναι ένα τριώνυμο με μεταβλητή το α. Το
τριώνυμο αυτό έχει διακρίνουσα
−β ± 3β β
∆ = β2 − 4 ⋅ 1(−2β2 ) = 9β2 ≥ 0 και ρίζες α1,2 =
2 −2β
Επομένως α 2 + αβ − 2β2 = (α + 2β)(α − β).
α 2 + αβ − 2β2 (α + 2β)(α − β) α −β
ii) 2 2
= = , α ≠ 3β, α ≠ − 2β.
α − αβ − 6β (α + 2β )(α − 3β ) α − 3β
2. 2x 2 + (2β − α)x − αβ = 0 .
∆ = (2β − α) 2 − 4 ⋅ 2(−αβ) = 4β2 − 4αβ + α 2 + 8αβ
= 4β2 + 4αβ + α 2 = (2β + α) 2 ≥ 0 .
α
−(2β − α) ± (2β + α)
Οι ρίζες της εξίσωσης είναι x1,2 = 2
4
−β
α
Άρα 2x 2 + (2β − α)x − αβ
= 2 x − (x + β
=) (2x − α)(x + β) .
2
2
= = , με x ≠ α, x ≠ 2α.
x 2 − 3αx + 2α 2 (x − α)(x − 2α) x − 2α
∆ = 9λ 2 − 4 ⋅ λ ⋅ (λ + 5) = 9λ 2 − 4λ 2 − 20λ = 5λ 2 − 20λ .
ii) Η ανίσωση (λ + 2)x2 − 2λx + 3λ < 0, λ ≠ − 2 αληθεύει για κάθε x ∈ , αν και μόνο αν Δ < 0
και λ + 2 < 0 ⇔ λ < −3 ή λ > 0 και λ < −2.
Άρα λ < − 3.
α β α 2 − αβ + β2
ii) Έχουμε Α= + − 1= . Επομένως
β α αβ
• Αν α, β ομόσημοι, τότε Α > 0.
• Αν α, β ετερόσημοι, τότε Α < 0.
• x 2 − x − 2 ≥ 0 ⇔ (x + 1)(x − 2) ≥ 0 ⇔ x ≤ −1 ή x ≥ 2.
2. Έχουμε:
• − x 2 + 4 ≥ 0 ⇔ x 2 − 4 ≤ 0 ⇔ (x + 2)(x − 2) ≤ 0 ⇔ −2 ≤ x ≤ 2.
• x 2 − 3x + 2 ≥ 0 ⇔ (x − 1)(x − 2) ≥ 0 ⇔ x ≤ 1 ή x ≥ 2.
• x − 1 ≥ 0 ⇔ x ≥ 1.
• x 2 + 2 > 0 ⇔ x ∈ .
• x 2 − 9 ≥ 0 ⇔ (x + 3)(x − 3) ≥ 0 ⇔ x ≤ −3 ή x ≥ 3.
• 3 − x ≥ 0 ⇔ x ≤ 3.
• 2x 2 + 6x ≥ 0 ⇔ x 2 + 3x ≥ 0 ⇔ x(x + 3) ≥ 0 ⇔ x ≤ −3 ή x ≥ 0.
• x 2 + 3 > 0 ⇔ x ∈ .
3
Άρα (x − 3)(2x 2 + x − 3)(x − 1 − 2x 2 ) > 0 ⇔ x ∈ −∞, − ∪ (1,3) .
2
x−2
7. i) > 0 ⇔ (x + 1)(x − 2) > 0 ⇔ x < −1 ή x > 2.
x +1
2x + 1
ii) ≤ 0 ⇔ (2x + 1)(x − 3) ≤ 0, με x ≠ 3
x −3
1
⇔ − ≤ x < 3.
2
x2 − x − 2
8. ≤ 0 ⇔ (x 2 − x − 2)(x 2 + x − 2) ≤ 0 , με x2 + x − 2 ≠ 0.
x2 + x − 2
Έστω P(x) = (x2 − x − 2)(x2 + x − 2). Έχουμε:
• x 2 − x − 2 ≥ 0 ⇔ (x + 1)(x − 2) ≥ 0 ⇔ x ≤ −1 ή x ≥ 2.
• x 2 + x − 2 ≥ 0 ⇔ (x + 2)(x − 1) ≥ 0 ⇔ x ≤ −2 ή x ≥ 1.
x2 − x − 2
Άρα ≤ 0 ⇔ x ∈ (−2, −1] ∪ (1, 2] .
x2 + x − 2
Β´ ΟΜΑΔΑΣ
2x + 3 2x + 3 2x + 3 − 4x + 4 −2x + 7
1. i) >4⇔ −4>0⇔ >0⇔ >0
x −1 x −1 x −1 x −1
2x − 7 7
⇔ < 0 ⇔ (2x − 7)(x − 1) < 0 ⇔ 1 < x < .
x −1 2
x−2 x−2 x − 2 − 12x − 20 −11x − 22
ii) ≤4⇔ −4≤0⇔ ≤0⇔ ≤0
3x + 5 3x + 5 3x + 5 3x + 5
11x + 22 5
⇔ ≥ 0 ⇔ 11(x + 2)(3x + 5) ≥ 0 , με x ≠ −
3x + 5 3
5
⇔ x ≤ −2 ή x > − .
3
5
Άρα x ∈ (−∞, −2] ∪ − , +∞ .
3
x 2 − 3x − 10 x 2 − 3x − 10 + 2x − 2 x 2 − x − 12
2. +2≤0⇔ ≤0⇔ ≤0
x −1 x −1 x −1
⇔ (x 2 − x − 12)(x − 1) ≤ 0 , με x ≠ 1.
• x 2 − x − 12 ≥ 0 ⇔ (x + 3)(x − 4) ≥ 0 ⇔ x ≤ −3 ή x ≥ 4 .
• x − 1 ≥ 0 ⇔ x ≥ 1.
x 2 x 2 x(x − 1) − 2(3x − 5)
3. i) ≤ ⇔ − ≤0⇔ ≤0
3x − 5 x − 1 3x − 5 x − 1 (3x − 5)(x − 1)
x 2 − x − 6x + 10 x 2 − 7x + 10
⇔ ≤0⇔ ≤0
(3x − 5)(x − 1) (3x − 5)(x − 1)
5
⇔ (3x − 5)(x − 1)(x 2 − 7x + 10) ≤ 0, με x ≠ 1, x ≠ .
3
Έστω P(x) = (3x − 5)(x − 1)(x2 − 7x + 10). Έχουμε:
5
• 3x − 5 ≥ 0 ⇔ x ≥ .
3
• x −1 ≥ 0 ⇔ x ≥ 1.
• x 2 − 7x + 10 ≥ 0 ⇔ (x − 2)(x − 5) ≥ 0 ⇔ x ≤ 2 ή x ≥ 5.
x 2
Άρα ≤ ⇔ (3x − 5)(x − 1)(x 2 − 7x + 10) ≤ 0,
3x − 5 x − 1
5 5
x ≠ 1, x ≠ ⇔ x ∈ 1, ∪ [2,5].
3 3
x 3 x 3 x 2 + 2x − 6x + 3
ii) ≥ ⇔ − ≥0⇔ ≥0
2x − 1 x + 2 2x − 1 x + 2 (2x − 1)(x + 2)
x 2 − 4x + 3
⇔ ≥0
(2x − 1)(x + 2)
1
⇔ (x 2 − 4x + 3)(2x − 1)(x + 2) ≥ 0, με x ≠ − 2, x ≠ .
2
Έστω P(x) = (x2 − 4x + 3)(2x − 1)(x + 2).
1
Άρα x ∈ (−∞, −2) ∪ ,1 ∪ [3, +∞).
2
x +1 x +1 x +1
4. Έχουμε: >2⇔ < −2 ή > 2, x≠ 0.
x x x
x +1 x +1 3x + 1
• < −2 ⇔ +2<0⇔ <0
x x x
1
⇔ (3x + 1)x < 0 ⇔ − < x < 0.
3
x +1 x +1 −x + 1 x −1
• >2⇔ −2>0⇔ >0⇔ <0
x x x x
⇔ x(x − 1) < 0 ⇔ 0 < x < 1.
1
Άρα x ∈ − ,0 ∪ (0,1).
3
5. Για να έχει η εταιρεία κέρδος πρέπει τα έσοδα να είναι περισσότερα από το κόστος:
Ε > Κ ⇔ 5x − x 2 > 7 − x ⇔ 5x − x 2 − 7 + x > 0
⇔ − x 2 + 6x − 7 > 0 ⇔ x 2 − 6x + 7 < 0.
Οι ρίζες του τριωνύμου είναι x1= 3 − 2 και x 2= 3 + 2 . Επομένως
x 2 − 6x + 7 < 0 ⇔ 3 − 2 < x < 3 + 2 .
ή, προσεγγιστικά, 1,59 < x < 4,41.
ΠΡΟΟΔΟΙ
§ 5.1. Ακολουθίες
Α´ ΟΜΑΔΑΣ
1. i) 3, 5, 7, 9, 11 ii) 2, 4, 8, 16, 32
1 1
2. i) 2, , 2, , 2
2 2
ii) 0, 1, 2, 5, 26
3. i) Έχουμε α1 = 6 και α ν +1 − α ν = (ν + 1) + 5 − ν − 5 = 1,
α1 =6
επομένως
α ν +1 = 1 + α ν
α ν +1 2 ν +1
ii) Έχουμε α1 = 2 και = = 2,
αν 2ν
α1 =2
επομένως
α ν +1 =2α ν
= 3ν + 4 = 2ν + 9 = − 3ν + 8
1
iv) αν = 2 + (ν − 1)∙ ν) αν = −6 + (ν − 1)(−3)
2
1 3
= ν+ = − 3ν − 3.
2 2
2. i) α15 = − 2 + (15 − 1)∙5 ii) α20 = 11 + (20 − 1) ∙ 7 iii) α30 = 4 + (30 − 1) .11
= 68 = 144 = 323
2
iv) α35 = 17 + (35 − 1)∙8 ν) α50 = 1 + (50 − 1)∙
3
101
= 289 =
3
1 3
νi) α 47 = + (47 − 1) ⋅ = 35 .
2 4
α1 + 4ω =14
ii) Ομοίως έχουμε
α1 + 11ω = 42
και από τη λύση του συστήματος αυτού προκύπτει ότι
ω = 4 και α1 = − 2.
α1 + 2ω = 20
iii) Ομοίως έχουμε
α1 + 6ω =32
και από τη λύση του συστήματος αυτού προκύπτει ότι
ω = 3 και α1 = 14.
α1 + 4ω = −5
4. i) Έχουμε το σύστημα
α1 + 14ω = −2
από τη λύση του συστήματος βρίσκουμε ότι
α1 + 6ω =55
ii) Ομοίως έχουμε
α1 + 21ω =145
οπότε ω = 6 και α1 = 19
Άρα α18 = α1 + 17ω = 19 + 17 ∙ 6 = 121.
10 − 40 −30
6. i) = = −15
2 2
(5x + 1) + 11
ii) =3x − 2 ⇔ 5x + 12 =6x − 4 ⇔ − x =−16 ⇔ x = 16 .
2
80 1 2
S= ⋅ [2 ⋅ − + (80 − 1) ⋅ ]= 40 ⋅ 52 = 2080.
2 3 3
10. Καθένα από τα αθροίσματα είναι άθροισμα διαδοχικών όρων αριθμητικής προόδου.
Επομένως
28
S28 = (9 + 90) = 14 ⋅ 99 =1386.
2
Επομένως
35 35
S35 = (−7 − 109) = ⋅ (−116) =−2030.
2 2
ν
Επειδή S=
ν [2α1 + (ν − 1)ω], έχουμε
2
ν ν
180
= [2 ⋅ 4 + (ν − 1) ⋅ 4] ⇔ 180
= (4ν + 4)
2 2
⇔ 4ν 2 + 4ν =360
⇔ ν 2 + ν − 90 =0
−1 ± 19 9
=
⇔ν =
2 −10
Επειδή v ∈ *, έπεται ότι ν = 9. Άρα πρέπει να πάρουμε τους 9 πρώτους όρους.
Β´ ΟΜΑΔΑΣ
1. Έχουμε αν+1 − αν = 12 − 4(ν + 1) − 12 + 4ν
= 12 − 4ν − 4 − 12 + 4ν = − 4.
2. i) Οι περιττοί αριθμοί είναι οι 1, 3, 5, 7 ... και αποτελούν αριθμητική πρόοδο με α1 = 1 και
ω = 2.
Έχουμε α200 = 1 + (200 − 1) ∙ 2 = 399, οπότε
200
S200 − ⋅ (1 + 399)= 100 ⋅ 400= 40000.
2
ii) Οι άρτιοι αριθμοί είναι οι 2, 4, 6, 8 ... και αποτελούν αριθμητική πρόοδο
με α1 = 2 και ω = 2.
3. i) Το ζητούμενο άθροισμα είναι το 5 + 10 + 15 + ... + 195 και οι προσθετέοι του είναι
διαδοχικοί όροι αριθμητικής προόδου με α1 = 5, ω = 5 και αν = 195.
30
S30 = (1 + 146) =15 ⋅ 147 =2205.
2
40
S40 = (−8 − 203) = 20 ⋅ (−201) = −4220.
2
⇔ ν 2 > 400
⇔ ν > 20.
αν = α1 + (ν − 1)ω ή − 8 = α1 + 15 ∙ 2 ή α1 = −38.
ν 16
Sν= (α1 + α ν ) ή Sν = (−38 − 8) =8 ⋅ (−46) =−368.
2 2
9. Το πλήθος των θέσεων κάθε σειράς καθισμάτων σχηματίζει αριθμητική πρόοδο με α1 = 800 και
α33 = 4160. Επομένως, λόγω της αν = α1 + (ν − 1)ω, είναι 4160 = 800 + (33 − 1) ∙ ω ή ω = 105.
Το στάδιο έχει συνολικά:
33 33
S33 = (800 + 4160) = ⋅ 4960 = 81840 θέσεις.
33 ⋅ 2480 =
2 2
Η μεσαία σειρά, δηλαδή η 17η σειρά έχει
α17 = 800 + (17 − 1) ∙ 105 = 800 + 16 ∙ 105 = 2480 θέσεις.
11. Έχουμε
ν −1 ν − 2 ν − 3 1 ν + (ν − 1) + (ν − 2) + ... + 1
1+ =
+ + + ... + =
ν ν ν ν ν
ν(ν + 1)
2 v +1
= = .
ν 2
⇔ 8ν + ν(ν − 1) ≤ 1880
⇔ ν 2 + 7ν − 1880 ≤ 0
⇔ (ν − 40)(ν + 47) ≤ 0
⇔ −47 ≤ ν ≤ 40
Άρα η γεώτρηση μπορεί να πάει 40 m βάθος.
viii) αν = (−2) ∙ (−2) ν−1 = (−2)ν, ix) αν = (−3) ∙ (−3) ν−1 = (−3)ν.
7
1 8 1 1
2. i) α 9 = 64,
⋅ 2 = 64 ii) α7 = 2 ∙ 36 = 1458, iii) α=
8 729 ⋅ = ,
4 3 3
8 5
8 3 23 38 35 3
iv) α10 = 1 ∙ (−2)9 = −512, ν) α 9 = ⋅ = ⋅ = = .
27 2 33 28 25 2
32 32 1
3. i) =α1 ⋅ 25 ή =
α1 = ,
3 3 ⋅ 25 3
3
27 3 33 33 1
ii) =α1 ⋅ ή 7 =α1 ⋅ 6 , άρα α1 = .
128 4 2 2 2
12 = α1 ⋅ λ
2
α1λ 5 96
4. i) , άρα = ή λ3 = 8, άρα λ = 2.
96 = α1 ⋅ λ
5
α1λ 2 12
8
3 = α1 ⋅ λ α λ4 2
3
2
3
2
ii) , άρα 1 = ή λ 3 = , άρα λ = .
64
= α ⋅ λ4 α1λ 3 3 3
81 1
125 = α1 ⋅ λ 3 6 6
α λ9 1 1 1
5. i) 125 , άρα 1 3 = , ή λ 6 = , άρα λ = ± .
= α 1 ⋅ λ 9
α1λ 2
2
2
64
1 1
Για λ = έχουμε 125 =α1 ⋅ 3 ή α1 = 125 ∙ 23 = 1000.
2 2
13
1 1000
Έχουμε τώρα α14= 1000 ⋅ = .
2
8192
1
Για λ = − εργαζόμαστε ομοίως.
2
2 = α1 ⋅ λ
12
α λ 22 32 2
ii) , άρα 1 12 = ή λ10 =25 ή λ = ± 2 .
32 2 = α1 ⋅ λ
22 α1λ 2
2
Για λ = 2 έχουμε 2 =α1 ⋅ 26 ή α1 = 6 .
2
2 10
Έχουμε τώρα α 21 = 6
⋅ 2 = 24 ⋅ 2 = 16 2 .
2
Για λ = − 2 εργαζόμαστε ομοίως.
6. Έστω αν ο όρος που ισούται με 768. Τότε 768 = 3 ∙ 2ν −1 ή 2 ν −1 = 256 ή 2 ν −1 = 28, οπότε ν − 1 =
8, άρα ν = 9.
ν −1
1
ii) Ο νος όρος της προόδου είναι α ν= 128 ⋅ .
2
1 128
Αν 128 ⋅ < 0, 25, τότε 2ν −1 > ή 2ν −1 > 512.
2ν −1 0, 25
Έχουμε 28 = 256 και 29 = 512. Άρα πρέπει ν − 1 > 9 ή ν > 10.
Επομένως ο πρώτος όρος που είναι μικρότερος του 512 είναι ο 11ος.
1
8. i) 5 ⋅ 20= 100= 10 , ⋅ 3 = 1 =1.
3
ii) Ισχύει
⇔ 25x =
75
⇔ x = 3.
210 − 1
9. i) S10 =
1⋅ 1023.
=
2 −1
310 − 1 59048
ii) S10 =
3⋅ 3⋅
= 88572.
3 ⋅ 29524 =
=
3 −1 2
(−2)10 − 1 1023
iii) S10 =−4 ⋅ =−4 ⋅ =4 ⋅ 341 =1364 .
−2 − 1 −3
10. i) Από τον τύπο αν = α1λν−1 έχουμε 8192 = 2 ∙ 4 ν−1 ή 4 ν−1 = 4096 = 46,
άρα ν − 1 = 6 ή ν = 7.
47 − 1 16383
Επομένως S7 =
2⋅ 2⋅
= 10922.
2 ⋅ 5461 =
=
4 −1 3
ν −1
1 1
ii) Ομοίως από τον τύπο αν = α1λν−1 έχουμε = 4⋅
512 2
ν −1 11
1 1 1
ή = = , άρα ν − 1 = 11 ή ν = 12.
2
2048 2
Επομένως
12
1 1 4095
−1 −1
2 ⋅ 4095 4095
2
S12 =
4⋅ 4 ⋅ 4096
= 4 ⋅ 4096 =
= 4⋅ = ≈ 8.
1 1 1 4096 512
−1 −
2 2 2
3
1
μετά την 3η αναπήδηση α 4 = 60 ⋅
3
4
1 60 20
μετά την 4η αναπήδηση α 5 = 60 ⋅ = = ≈ 0,74 m.
3 81 27
Β´ ΟΜΑΔΑΣ
2 ν +1
α ν +1 3ν + 2 2ν +1 ⋅ 3ν +1 2 2
1. Έχουμε = = = ή α ν +1 =α ν ⋅ .
αν 2ν 2ν ⋅ 3ν + 2 3 3
3ν +1
2 2
Επομένως η ακολουθία είναι γεωμετρική πρόοδος με λ = και α1 = .
3 9
2. Πρέπει
( 10ν + 4 ) =
4
2
ν − 5 ⋅ ν + 2 ⇔ 10ν + 4 = (ν − 5)(ν + 2)
⇔ ν 2 − 13ν − 14 =0
13 ± 225 13 ± 15 14
=
⇔ν = =
2 2 −1
Με δοκιμή βρίσκουμε ότι μόνο η τιμή ν = 14 είναι δεκτή.
3. i) Έστω μια γεωμετρική πρόοδος με πρώτο όρο α1 και λόγο λ. Τότε οι όροι της προόδου
είναι:
α1, α1λ, α1λ2, α1λ3, ..., α1λν, ...
Παρατηρούμε ότι η ακολουθία αυτή είναι γεωμετρική πρόοδος με 1ο όρο α12 και λόγο λ2.
Παρατηρούμε ότι η ακολουθία αυτή είναι γεωμετρική πρόοδος με 1ο όρο α1k και λόγο λ k.
λ4 − 1
4. i) Έχουμε α1 + α1λ = 3 + 3 (1) και α1 ⋅
λ −1
(
= 4 3 + 3 (2). )
Οι (1) και (2) σχηματίζουν το σύστημα
α1 (λ + 1) = 3 + 3
.
3 2
α1 (λ + λ + λ +=1) 4 3 + 3 ( )
Με διαίρεση κατά μέλη των εξισώσεων του συστήματος προκύπτει
λ 3 + λ 2 − 3λ − 3= 0 ⇔ λ 2 (λ + 1) − 3(λ + 1) = 0
⇔ (λ + 1)(λ 2 − 3) =0
⇔ λ = −1 ή λ = 3 ή λ = − 3.
Αντικαθιστούμε τις τιμές αυτές του λ στην (1) και έχουμε
Για λ = 3, α1 ( )
3 + 1 =3 + 3 ή α1 = 3
Για λ = − 3, ( )
α1 = 1 − 3 = 3 + 3 ή α1 − ( ).
5
5. Έχουμε α1λ + α1λ= 34 ⇔ α1λ (λ 4 + 1)= 34 (1)
2 6 2 4
και α1λ + α1λ= 68 ⇔ α1λ (λ + 1)= 68 (2)
Με διαίρεση κατά μέλη των (1) και (2) έχουμε λ = 2, οπότε με αντικατάσταση στην (1)
βρίσκουμε α1 = 1.
210 − 1
Άρα S10 = 1 ⋅ = 1024 − 1 = 1023.
2 −1
6. Αν αν είναι ο πληθυσμός της χώρας ύστερα από ν χρόνια από σήμερα, τότε τον επόμενο
χρόνο, δηλαδή ύστερα από ν + 1 χρόνια από σήμερα, θα είναι (σε εκατομμύρια).
2
⋅ α ν = 1,02 ⋅ α ν.
α ν +1 = α ν +
100
Άρα ο αναδρομικός τύπος της ακολουθίας είναι
αν ⋅ αν .
7. Αν Ιν είναι η ένταση του φωτός αφού διέλθει μέσα από ν φίλτρα, τότε η έντασή του αφού
διέλθει και μέσα από το επόμενο φίλτρο, δηλαδή αφού διέλθει συνολικά μέσα από ν + 1
φίλτρα θα είναι
10
Ι ν +1 =Ι ν − Ι ν =0,9Ι ν .
100
Άρα ο αναδρομικός τύπος της ακολουθίας είναι
. .
8. i) Οι 11 ενδιάμεσοι τόνοι με τους δύο ακραίους C΄ και C΄΄ θα σχηματίζουν γεωμετρική
πρόοδο με α1 = 261 και α13 = 522.
9. i) Αν Dv είναι η ποσότητα του νερού στο ψυγείο, αφού εφαρμόσουμε τη διαδικασία ν φορές,
τότε η ποσότητα του νερού στο ψυγείο, αν εφαρμόσουμε τη διαδικασία μια ακόμα φορά,
δηλαδή ν + 1 συνολικά φορές θα είναι
Dν
⋅ 4 = D ν − 0,1 ⋅ D ν = (1 − 0,1)D ν = 0,9D ν.
D ν +1 = D ν −
40
Επομένως Dv +1 = 0,9 Dv και D1 = 36 όσο το νερό που μένει την 1η φορά. Βλέπουμε ότι η
ακολουθία Dv είναι γεωμετρική πρόοδος με D1 = 36 και λόγο λ = 0,9, άρα Dv = 36 ∙ 0,9ν −1.
ii) D7 = 36 ∙ 0,96 ≈ 19,13, οπότε η ποσότητα του αντιπηκτικού είναι περίπου 40 − 19,13 =
20,87 l.
10. Αφού διπλασιάζουμε κάθε φορά τον ρυθμό των κόκκων του ρυζιού έχουμε αν +1= 2 ∙ αν.
Επειδή στο 1ο τετραγωνάκι βάζουμε 1 κόκκο ρύζι έχουμε α1 = 1.
Επομένως η ακολουθία αν, είναι γεωμετρική πρόοδος με α1 = 1 και λόγο λ = 2, άρα
αν = 1 ∙ 2ν −1 ή αν = 2ν −1.
264 − 1
S64 =
1⋅ 264 − 1 κόκκοι ρύζι.
=
2 −1
Το ρύζι αυτό είναι περίπου σε κιλά
11. i) Έχουμε S1 = 3
S2 = 3 ∙ 4 = 12
S3 = 12 ∙ 4 = 48
Παρατηρούμε ότι το πλήθος των πλευρών κάθε σχήματος προκύπτει από το πλήθος των
πλευρών του προηγούμενου σχήματος με πολλαπλασιασμό επί 4. Επομένως Sv +1 = 4 ∙ Sv,
οπότε
⇔ α ⋅ 1,34391 = 50.000
50
=
⇔α = 37.204,87 €.
1,34391
3 (1 + (3 / 100))5 − 1
4. ∑= 5.000 1 +
100
⋅
3 / 100
1,035 − 1
= 5.000 ⋅ 1,03 ⋅
3 / 100
0,159274
= 5.000 ⋅ 1,03 ⋅ ≈ 27.342,05 €.
0,03
ρέπει x2 + 1 ≠ 0 που ισχύει πάντοτε. Άρα, το πεδίο ορισμού της συνάρτησης είναι όλο
iii) Π
το .
2. i) Πρέπει: x − 1 ≥ 0 και 2 − x ≥ 0 ⇔ 1 ≤ x ≤ 2.
Άρα, το πεδίο ορισμού της συνάρτησης είναι το σύνολο [1,2].
ii) Πρέπει x 2 − 4 ≥ 0 ⇔ x ≤ −2 ή x ≥ 2
αφού οι ρίζες του τριωνύμου x2 − 4 είναι οι αριθμοί − 2 και 2.
Άρα, το πεδίο ορισμού της συνάρτησης είναι το σύνολο (−∞, −2] ∪ [2, +∞).
iii) Ο
μοίως, το πεδίο ορισμού της συνάρτησης είναι το σύνολο [1,3] αφού οι ρίζες του τριω-
νύμου είναι οι αριθμοί 1 και 3.
3. Είναι
+1 ⋅4 + x2 2
.
9 f (x) = 36 ⇔ (x + 2) 2 = 62 ⇔ x + 2 = 6 ⇔ x = 4.
9 f (x) = 49 ⇔ (x + 2) 2 = 7 2 ⇔ x = 5.
5. i) Για x ≠ 1 έχουμε:
4 4
f (x) = 7 ⇔ +5= 7 ⇔ =2
x −1 x −1
⇔ 2(x − 1) = 4 ⇔ x − 1 = 2 ⇔ x = 3.
i) (ΟΑ
= ) 42 + (−2)
= 2
20 2 5 .
=
ii) ( ΑΒ
= ) (3 + 1) 2 + (4 − 1)
= 2
42 +=
32 25 5.
=
iii) ( ΑΒ
= ) (1 + 3) 2 + =
02 4.
iv) ( ΑΒ
= ) 02 + (4 + 1)
= 2
5.
5. i) Είναι
( ΑΒ
= ) (4 − 1) 2 + (−2 − 2)
= 2
32 +=
42 5.
( ΑΓ=
) (−3 − 1) 2 + (5 − 2)=
2
42 + 3=
2
5.
(ΒΓ=
) (−3 − 4) 2 + (5 + 2) 2= 2 ⋅ 7 2= 7 2 .
Άρα (ΑΒ) = (ΑΓ), οπότε το τρίγωνο Α ΒΓ είναι ισοσκελές με κορυφή το Α.
ii) Είναι
( ΑΒ=
) (−1 − 1) 2 + (1 + 1)=
2 2
2 ⋅ 2= 2 2, οπότε (ΑΒ)2 = 8.
( ΑΓ=
) (4 − 1) 2 + (2 + 1)=
2 2
2 ⋅ 3= 3 2, οπότε (ΑΓ)2 = 18.
(ΒΓ
= ) (4 + 1) 2 + (2 − 1)
= 2
26 , οπότε (ΒΓ)2 = 26.
Παρατηρούμε ότι (ΒΓ)2 = (ΑΒ)2 + (ΑΓ)2. Άρα το τρίγωνο Α ΒΓ είναι ορθογώνιο, με ορθή
γωνία την Α.
6. Είναι
( ΑΒ
= ) (5 − 2) 2 + (1 − 5)
= 2
5.
(ΒΓ
= ) (2 − 5) 2 + (−3 − 1)
= 2
5.
(Γ∆=
) (−1 − 2) 2 + (1 + 3)=
2
5.
(∆Α
= ) (2 + 1) 2 + (5 − 1)
= 2
5.
7. Πρέπει
i) f (2) = 6 ⇔ 22 + k = 6 ⇔ k = 2.
iii) h(3) = 8 ⇔ k 4 = 8 ⇔ k = 4.
Ομοίως
ii) Η g έχει πεδίο ορισμού όλο το και τέμνει
• τον άξονα x΄x στα σημεία Α1(2, 0) και Α2(3, 0) και
• τον άξονα y΄y στα σημεία Β(0, 6).
iii) H h έχει πεδίο ορισμού όλο το και
• έχει με τον άξονα x΄x κοινό σημείο το Α(1, 0).
• τέμνει τον άξονα y΄y στο σημείο το Β(0, 1).
iv) H q έχει πεδίο ορισμού όλο το και
• δεν έχει κοινά σημεία με τον άξονα x΄x.
• τέμνει τον άξονα y΄y στο σημείο Β(0, 1).
v) H φ έχει πεδίο ορισμού το σύνολο [1, +∞), οπότε
• έχει με τον άξονα x΄x ένα μόνο κοινό σημείο το Α(1, 0) και
• δεν έχει κοινά σημεία με τον άξονα y΄y.
vi) H ψ έχει πεδίο ορισμού το σύνολο (−∞, −2] ∪ [2, +∞) , οπότε
• έχει με τον άξονα x΄x δύο κοινά σημεία, τα Α1(−2, 0) και Α2(2, 0).
• δεν έχει κοινά σημεία με τον άξονα y΄y.
9. i) Για x = 0 έχουμε f(0) = −1. Άρα η Cf τέμνει τον y΄y στο σημείο Α(0, −1).
Για y = 0 έχουμε x 2 − 1 =0 ⇔ x =−1 ή x = 1.
Άρα η Cf τέμνει τον x΄x στα σημεία Β1(−1, 0) και Β2(1, 0).
7± 9 7±3
⇔
= x =
2 2
Άρα x = 5 ή x = 2.
Για x = 2, g(2) = 4 − 6 = − 2.
Για x = 5, g(5) = 4.
Άρα τα κοινά σημεία των Cf και Cg είναι τα Α(2, −2) και Β(5, 4).
1. Όπως είναι γνωστό, για το συντελεστή διεύθυνσης της ευθείας y = αx + β ισχύει: α = εφω,
όπου ω είναι η γωνία που σχηματίζει η y = αx + β με τον άξονα x΄x. Επομένως, θα έχουμε
iii) Επειδή η ευθεία είναι παράλληλη με την y = 2x − 3 θα έχει ίδια κλίση με αυτή, οπότε θα
είναι α = 2. Άρα η ζητούμενη εξίσωση είναι της μορφής: y = 2x + β και επειδή η ευθεία
διέρχεται από το σημείο Α(1, 1) θα ισχύει 1 = 2 ∙ 1 + β οπότε θα έχουμε β = −1. Επομένως,
η εξίσωση της ευθείας είναι y = 2x − 1.
4. Όπως είδαμε στην άσκηση 2, σε όλες τις περιπτώσεις η ευθεία έχει συντελεστή διεύθυνσης,
οπότε έχει εξίσωση της μορφής y = αx + β.
ii) Επειδή α = − 1, η ζητούμενη εξίσωση είναι της μορφής y = −x + β και επειδή η ευθεία
διέρχεται από το σημείο Α(1, 2) θα ισχύει 2 = −1 + β οπότε θα είναι β = 3. Επομένως η
εξίσωση της ευθείας είναι: y = −x + 3.
iii) Επειδή α = 0, η εξίσωση της ευθείας είναι της μορφής y = β και επειδή η ευθεία διέρχεται
από το σημείο Α(2, 1), η ζητούμενη εξίσωση είναι y = 1.
iv) Επειδή α = −2, η εξίσωση της ευθείας είναι της μορφής y = −2x + β και επειδή διέρχεται
από το σημείο Α(1, 3) θα ισχύει 3 = −2 + β οπότε θα είναι β = 5. Επομένως η εξίσωση της
ευθείας είναι: y = −2x + 5.
5. H ζητούμενη εξίσωση είναι της μορφής C = α ∙ F + β επειδή το νερό παγώνει στους 0°C ή
στους 32°F, θα ισχύει 0 = α ∙ 32 + β. (1)
Επειδή, επιπλέον, το νερό βράζει στους 100°C ή στους 212°F, θα ισχύει 100 = α ∙ 212 + β. (2)
5
Αν αφαιρέσουμε κατά μέλη τις (1) και (2) βρίσκουμε 100 = α ∙ 180, οπότε α = και
5 9
επομένως β = − ⋅ 32.
9
5 5 5
Άρα, η ζητούμενη εξίσωση είναι C = F − ⋅ 32 ⇔ C = (F − 32) .
9 9 9
Αν υπάρχει θερμοκρασία που να εκφράζεται και στις δύο κλίμακες με τον αριθμό Τ, τότε θα
ισχύει
5
T =(T − 32) ⇔ 9T =
5T − 5 ⋅ 32 ⇔ 4T = −40.
−5 ⋅ 32 ⇔ T =
9
Άρα οι −40°F αντιστοιχούν στους −40°C.
7. i) Οι ρίζες εξίσωσης f(x) = 1 είναι οι τετμημένες κοινών σημείων της y = f(x) και της ευθείας
y = 1, δηλαδή οι αριθμοί −1 και 1.
Οι ρίζες της εξίσωσης f(x) = x είναι τετμημένες των κοινών σημείων της y = f(x) και της
ευθείας y = x, δηλαδή οι αριθμοί −2, 0 και 1.
ii) Οι λύσεις της ανίσωσης f(x) < 1 είναι οι τετμημένες των σημείων της y = f(x) τα οποία
βρίσκονται κάτω από την ευθεία y = 1, δηλαδή οι αριθμοί x ∈ (−∞,1) − {−1}.
Οι λύσεις της ανίσωσης f (x) ≥ x είναι οι τετμημένες των σημείων της y = f(x) τα
οποία βρίσκονται πάνω από την ευθεία y = x ή στην ευθεία αυτή, δηλαδή τα σημεία
x ∈ [−2,0] ∪ [1, +∞) .
9 Οι λύσεις ανίσωσης x > 1 είναι οι τετμημένες των σημείων της y = x που βρίσκονται
πάνω από την ευθεία y = 1, δηλαδή τα x ∈ (−∞, −1) ∪ (1, +∞).
x ≤ ρ ⇔ −ρ ≤ x ≤ ρ.
Επομένως
x ≤ 1 ⇔ −1 ≤ x ≤ 1.
Β´ ΟΜΑΔΑΣ
1. i) Είναι
1 1
f (−6) =
1, f (−5) =, f (−4) =
0, f (−3) =− , f (−2) =−1, f (−1) =0.
2 2
f (0) = 1, f (1) = 1, f (2) = 1, f (3) = 0 , f (4) = −1, f (5) = −2 .
ii) Οι ρίζες της εξίσωσης f(x) = α είναι οι τετμημένες του σημείου της Cf που έχουν τεταγμένη
α. Επομένως
9 Οι ρίζες της f(x) = 0 είναι οι αριθμοί −4, −1 και 3.
9 Οι ρίζες της f(x) = −1 είναι οι αριθμοί −2 και 4.
9 Οι ρίζες της f(x) = 1 είναι ο αριθμός −6 και όλοι οι αριθμοί του κλειστού διαστήματος
[0, 2].
iii) Η ευθεία ΒΔ είναι εξίσωση της μορφής y = αx + β και επειδή διέρχεται από τα σημεία
Β(−2, −1) και Δ(2,1) θα ισχύει −1 = α(−2) + β και 1 = α ∙ 2 + β.
Οπότε, με πρόσθεση των εξισώσεων αυτών κατά μέλη, βρίσκουμε ότι β = 0 και
επομένως θα έχουμε α = 0,5.
Άρα η εξίσωση της ευθείας ΒΔ θα είναι η y = 0,5x.
Επομένως, οι λύσεις της ανίσωσης f (x) ≤ 0,5x είναι οι τετμημένες των σημείων της
γραφικής παράστασης της f που βρίσκονται κάτω από την ευθεία y = 0,5x, ή πάνω σ’
αυτή. Είναι δηλαδή όλα τα x ∈ [2,5] ∪ {−2}.
3. i) α) Αν Β(t) είναι η ποσότητα σε λίτρα της βενζίνης στο βυτιοφόρο κατά τη χρονική
στιγμή t, τότε θα ισχύει Β(t) = 2000 − 100t και επειδή πρέπει B(t) ≥ 0 θα ισχύει
2000 − 100t ≥ 0 ⇔ t ≤ 20 .
Επομένως, θα έχουμε Β(t) = 2000 − 100t, 0 ≤ t ≤ 20.
β) Αν Δ(t) είναι η ποσότητα σε λίτρα της βενζίνης στη δεξαμενή κατά τη χρονική στιγμή t,
τότε θα ισχύει Δ(t) = 600 + 100t, 0 ≤ t ≤ 20 .
4. Για να βρούμε το εμβαδόν του τριγώνου Μ Γ ∆ αφαιρούμε απότο εμβαδόν του τραπεζίου
ΑΒΓΔ το άθροισμα των εμβαδών των ορθογώνιων τριγώνων Α Μ ∆ και ΒΜ Γ.
Έτσι έχουμε
5. i) Το ευθ. τμήμα k1 έχει εξίσωση της μορφής h = αt + β και επειδή διέρχεται από τα σημεία
20
Α(3, 0) και Γ(0, 20) θα ισχύει 0 = 3α + β και 20 = β, οπότε θα είναι α = − και β = 20.
Επομένως, το ευθ. τμήμα k έχει εξίσωση 3
1
20
− t + 20 , 0 ≤ t ≤ 3.
h=
3
Άρα η αντίστοιχη συνάρτηση του ύψους του κεριού Κ1 είναι η
20
− t + 20, 0 ≤ t ≤ 3.
h1 (t) = (1)
3
Ομοίως, βρίσκουμε ότι η αντίστοιχη συνάρτηση του ύψους του κεριού Κ2 είναι η
ii) To κερί k2 είχε διπλάσιο ύψος από το κερί k1 τη χρονική στιγμή κατά την οποία ισχύει h2(t)
= 2h1(t). Έχουμε λοιπόν:
20 20 1 1
h=
2 (t) 2h1 (t) ⇔ − t + 20= 2 − t + 20 ⇔ − t + 1= 2 − t + 1
4 3 4 3
1 2
⇔ − t + 1 = − t + 2 ⇔ −3t + 12 = −8t + 24
4 3
⇔ 5t = 12 ⇔ t = 2, 4.
Άρα, το k2 είχε το διπλάσιο ύψος από το k1 τη χρονική στιγμή t = 2,4h.
υ υ
οπότε, h 2 (t)= 2h1 (t) ⇔ − t + υ= 2 − t + υ
4 3
1 1
⇔ − t + 1= 2 − t + 1 ⇔ t= 2, 4 .
4 3
Παρατηρούμε δηλαδή ότι το k2 θα έχει διπλάσιο ύψος από το k1 τη χρονική στιγμή t = 2,4h,
ανεξάρτητα του αρχικού ύψους υ των κεριών k1 και k2.
1. Όπως είδαμε στην §4.3, η γραφική παράσταση της ϕ(x) =x , αποτελείται από τις διχοτόμους
των γωνιών xOyˆ και x′Oyˆ . H γραφική παράσταση της f (x)= x + 2 προκύπτει από μια
κατακόρυφη μετατόπιση της y = x , κατά 2 μονάδες προς τα πάνω, ενώ η γραφική παράστα-
ση της f (x)
= x − 2 προκύπτει από μια κατακόρυφη μετατόπιση της y = x , κατά 2 μονάδες
προς τα κάτω (σχήμα).
2. H γραφική παράσταση της h(x)= x + 2 προκύπτει από μια οριζόντια μετατόπιση της
y = x , κατά 2 μονάδες προς τα αριστερά, ενώ η γραφική παράσταση της q(x)= x − 2
προκύπτει από μια οριζόντια μετατόπιση της y = x , κατά 2 μονάδες προς τα δεξιά (σχήμα).
3. Αρχικά χαράσσουμε την y= x + 2 , που, όπως είδαμε στην προηγούμενη άσκηση, προκύ-
πτει από μια οριζόντια μετατόπιση της y = x κατά 2 μονάδες προς τα αριστερά. Στη συνέχεια
χαράσσουμε την y = x + 2 + 1, που, όπως γνωρίζουμε, προκύπτει από μια κατακόρυφη με-
τατόπιση της γραφικής παράστασης της y= x + 2 κατά 1 μονάδα προς τα πάνω. Επομένως,
η γραφική παράσταση της F(x) = x + 2 + 1 προκύπτει από δύο διαδοχικές μετατοπίσεις της
y = x , μιας οριζόντιας κατά 2 μονάδες προς τα αριστερά και μιας κατακόρυφης κατά 1 μο-
νάδα προς τα πάνω (σχήμα).
Ομοίως, η γραφική παράσταση της G(x) = x − 2 − 1, προκύπτει από δύο διαδοχικές μετατο-
πίσεις της y = x , μιας οριζόντιας κατά 2 μονάδες προς τα δεξιά και μιας κατακόρυφης κατά
1 μονάδα προς τα κάτω (σχήμα).
4. i)
ii)
iii)
1. • Η f είναι γνησίως φθίνουσα στο (−∞,1] και γνησίως αύξουσα στο [1, +∞) .
• Η g είναι γνησίως αύξουσα στο (−∞,0], γνησίως φθίνουσα στο [0, 2] και γνησίως αύξουσα
στο [2, +∞).
• Η h είναι γνησίως φθίνουσα στο (−∞, −1], γνησίως αύξουσα στο [−1, 0], γνησίως φθίνουσα
στο [0, 1] και γνησίως αύξουσα στο [1, +∞).
2. • Η f παρουσιάζει ολικό ελάχιστο για x = 1, το f(1) = −1 και δεν παρουσιάζει ολικό μέγιστο.
• Η h παρουσιάζει ολικό ελάχιστο για x = −1 και για x = 1 το h(−1) = h(1) = −2, ενώ δεν
παρουσιάζει ολικό μέγιστο.
iii) H
f3 έχει πεδίο ορισμού το και για κάθε x ∈ ισχύει
f 3 (− x) =− x + 1 , οπότε δεν είναι ούτε άρτια, ούτε περιττή,
αφού f 3 (−1) ≠ ± f 3 (1).
iv) H f4 έχει πεδίο ορισμού το και για κάθε x ∈ ισχύει f4(−x) = (−x)3 −3(−x)5 =
− (x3 − 3x5) = − f4(−x), άρα η f4 περιττή.
v) H f5 έχει πεδίο ορισμού το (−∞,1) ∪ (1, +∞) που δεν έχει κέντρο συμμετρίας το 0.
Άρα, η f5 δεν είναι ούτε άρτια, ούτε περιττή.
(− x 2 ) x2
f 5 ( −=
x) = , άρα ούτε άρτια, ούτε περιττή.
1− x 1− x
vi) H f6 έχει πεδίο ορισμού το και για κάθε x ∈ ισχύει
−2x −2x 2x
f 6 (− x) = 2 = =− 2 =−f 6 (x) , άρα f6 είναι περιττή.
(− x) + 1 x 2 + 1 x +1
ii) H f2 έχει πεδίο ορισμού το [2, +∞) που δεν έχει κέντρο συμμετρίας το Ο. Άρα δεν είναι
ούτε άρτια, ούτε περιττή.
7. Ομοίως
i) H f είναι άρτια.
ii) H g είναι περιττή.
iii) H h δεν είναι ούτε άρτια, ούτε περιττή.
8. α) Παίρνουμε τις συμμετρικές των C1, C2 και C3 ως προς τον άξονα y΄y.
β) Παίρνουμε τις συμμετρικές των C1, C2 και C3 ως προς την αρχή των αξόνων.
1. Η καμπύλη είναι μια παραβολή με κορυφή το O(0, 0) και άξονα συμμετρίας τον άξονα y΄y.
Επομένως, θα έχει εξίσωση της μορφής y = αx2 και, επειδή διέρχεται από το σημείο Α(1,2),
οι συντεταγμένες του σημείου Α θα επαληθεύουν την εξίσωσή της.
Άρα θα ισχύει 2 = α ⋅ 12 ⇔ α = 2.
Οπότε, η ζητούμενη εξίσωση είναι η y = 2x2.
Β´ ΟΜΑΔΑΣ
1. Είναι
− x , x < 0
2
f (x) = 2
x , x ≥ 0
− x, x < 0
f (x) = 2
x , x ≥ 0
4. Αν x > 0 είναι η τετμημένη του σημείου Α, τότε η τεταγμένη του θα είναι η y = x2. Άρα το Α
θα έχει συντεταγμένες (x, x2), οπότε το σημείο Β, που είναι συμμετρικό του Α ως προς τον
άξονα y΄y, θα έχει συντεταγμένες (−x, x2). Επομένως, θα έχουμε
⇔ x 4 = 3x 2 ⇔ x 2 = 3
⇔ x =3 , διότι x > 0.
α
§ 7.2. Μελέτη της συνάρτησης f(x) =
x
Α´ ΟΜΑΔΑΣ
α
1. Η υπερβολή έχει εξίσωση της μορφής y = και, επειδή διέρχεται από το σημείο Α(2,1), οι
x
συντεταγμένες του σημείου Α θα επαληθεύουν την εξίσωσή της.
α
Επομένως θα ισχύει 1= ⇔ α= 2 .
2
2
Άρα, η ζητούμενη εξίσωση είναι η y = .
x
2. i) Η γραφική παράσταση
1
της ϕ(x) =είναι μια
x
υπερβολή με κλάδους στο 1ο
και 3ο τεταρτημόριο και με
κέντρο συμμετρίας το O (σχ.).
Οι γραφικές παραστάσεις των
συναρτήσεων
1
f (x)= + 2 και
x
1
g(x)= − 3 προκύπτουν
x
από κατακόρυφη μετατόπιση
1
της υπερβολής y = της μεν
x
πρώτης κατά 2 μονάδες προς τα
πάνω, της δε δεύτερης κατά 3
μονάδες προς τα κάτω.
3. i) Χαράσσουμε τη γραφική
1
παράσταση της ϕ(x) =, όπως
x
στην άσκηση 2. i). Οι γραφικές
παραστάσεις των συναρτήσεων
1 1
f (x) = και g(x) = ,
x−2 x+3
προκύπτουν από οριζόντιες μετατο-
1
πίσεις της υπερβολής y = , της μεν
x
πρώτης κατά 2 μονάδες προς τα δε-
ξιά, της δε δεύτερης κατά 3 μονάδες
προς τα αριστερά.
1
4. i) Η γραφική παράσταση της f (x) =
x
είναι η υπερβολή Cf του διπλανού
σχήματος, ενώ η γραφική παράσταση
της g(x) = 1 είναι η ευθεία Cg του ίδιου
σχήματος. Οι Cf και Cg τέμνονται στο
σημείο Α(1, 1).
Επομένως:
1
• ≤ 1 ⇔ f (x) ≤ g(x) ⇔ x < 0
x
ή x ≥1
1
• > 1 ⇔ f (x) > g(x) ⇔ 0 < x < 1
x
ii) Έχουμε
1 1 1− x x(1 − x) ≤ 0
≤ 1 ⇔ −1 ≤ 0 ⇔ ≤0⇔ ⇔ x < 0 ή x ≥ 1.
x x x x ≠ 0
1 1 1− x
> 1 ⇔ −1 > 0 ⇔ > 0 ⇔ x(1 − x) > 0 ⇔ 0 < x < 1.
x x x
1
5. i) Η γραφική παράσταση της f(x) =
x
είναι η υπερβολή Cf του διπλανού
σχήματος, ενώ η γραφική παράσταση
της g(x) = x2 είναι η παραβολή Cg του
ίδιου σχήματος. Οι Cf και Cg έχουν ένα
μόνο κοινό σημείο, το Α(1,1).
Επειδή
1
≤ x 2 ⇔ f (x) ≤ g(x) και
x
1
> x 2 ⇔ f (x) > g(x)
x
1
η ανίσωση ≤ x 2 αληθεύει για εκείνα
x
τα x για τα οποία η Cf βρίσκεται κάτω
από την Cg ή έχει το ίδιο ύψος με αυτή,
1
ενώ η > x 2 αληθεύει για εκείνα τα x για τα οποία η Cf βρίσκεται πάνω από την Cg.
x
Επομένως, θα έχουμε
1
• ≤ x 2 ⇔ x < 0 ή x ≥ 1.
x
1
• > x 2 ⇔ 0 < x < 1.
x
ii) Έχουμε
1 1 1 − x3
• ≤ x2 ⇔ − x2 ≤ 0 ⇔ ≤0
x x x
x3 − 1
⇔ ≥ 0 ⇔ x(x 3 − 1) ≥ 0 και x ≠ 0
x
⇔ x(x − 1)(x 2 + x + 1) ≥ 0 και x ≠ 0
⇔ x(x − 1) ≥ 0 και x ≠ 0
⇔ x < 0 ή x ≥ 1.
Επομένως
1
• > x 2 ⇔ 0 < x < 1.
x
xy 4
= 2 ⇔ xy = 4 ⇔ y = , (1).
2 x
1. i) Έχουμε
f(x) = 2(x2 − 2x) + 5 = 2(x2 −2 · x + 12) − 2 +5 = 2(x − 1)2 + 3.
Άρα, η γραφική παράσταση της f προκύπτει από δύο διαδοχικές μετατοπίσεις της γραφικής
παράστασης της g(x) = 2x2, μιας οριζόντιας κατά 1 μονάδα προς τα δεξιά και μιας κατακό-
ρυφης κατά 3 μονάδες προς τα πάνω.
ii) Έχουμε
f(x) = −2(x2 − 4x) − 9 = −2(x2 − 2 ∙ 2x + 22) + 8 − 9 = −2(x − 2)2 −1.
Άρα, η γραφική παράσταση της f προκύπτει από δύο διαδοχικές μετατοπίσεις της γραφικής
παράστασης της g(x) = −2x2, μιας οριζόντιας κατά 2 μονάδες προς τα δεξιά και μιας κατα-
κόρυφης κατά 1 μονάδα προς τα κάτω.
2. α) Για τη συνάρτηση f(x) = 2x2 − 6x + 3 είναι α = 2 > 0, οπότε αυτή παρουσιάζει ελάχιστο για
2
β 6 3 3 3 3 3
x= − ==, το f =2 − 6 ⋅ + 3 =− .
2α 4 2 2 2 2 2
β) Για τη συνάρτηση g(x) = − 3x2 − 5x + 2 είναι α = −3 < 0, οπότε αυτή παρουσιάζει μέγιστο
για
2
β −5 −5 −5 −5 49
x=
− = , το g =−3 − 5 + 2 = .
2α 6 6 6 6 12
9 τέμνει τον άξονα y΄y στο σημείο Α(0, −9) ενώ, δεν τέμνει τον άξονα x΄x, γιατί το τριώ-
νυμο δεν έχει ρίζες.
4. Γνωρίζουμε ότι
i) Όταν α > 0, τότε η παραβολή y = αx2 + βx + γ είναι ανοιχτή προς τα πάνω, ενώ όταν α <
0, τότε η παραβολή είναι ανοιχτή προς τα κάτω. Επομένως, θετικό α έχουν τα τριώνυμα
f1, f3 και f6, ενώ αρνητικό α έχουν τα τριώνυμα f2, f4, f5 και f7.
ii) Το γ είναι η τεταγμένη του σημείου τομής της παραβολής y = αx2 + βx + γ με τον άξονα
y΄y. Επομένως, θετικό γ έχουν τα τριώνυμα f1 και f5, αρνητικό γ έχουν τα τριώνυμα f2, f3,
f6 και f7, ενώ γ ίσον με μηδέν έχει το f4.
τεταγμένη της κορυφής Κ της παραβολής y = αx2 + βx + γ δίνεται από τον τύπο
iii) Η
−β
xΚ = , οπότε ισχύει β = −2α ⋅ x Κ . Επομένως
2α
9 για την f2 που έχει α < 0 και xΚ > 0, έχουμε β > 0,
9 για την f3 που έχει α > 0 και xΚ > 0, έχουμε β < 0,
9 για την f4 που έχει α < 0 και xΚ > 0, έχουμε β > 0,
9 για την f5 που έχει α < 0 και xΚ > 0, έχουμε β > 0,
9 για την f6 που έχει α > 0 και xΚ < 0, έχουμε β > 0, και
9 για την f7 που έχει α < 0 και xΚ < 0, έχουμε β < 0.
Έτσι έχουμε τον παρακάτω πίνακα:
B´ ΟΜΑΔΑΣ
Δηλαδή (k + 1) 2 − 4k =0 ⇔ k 2 + 2k + 1 − 4k =0
⇔ k 2 − 2k + 1 = 0 ⇔ (k − 1) 2 = 0 ⇔ k = 1.
ii) H παραβολή έχει τον y΄y άξονα συμμετρίας μόνο αν η κορυφή της βρίσκεται στον άξονα
−β
y′y, δηλαδή αν και μόνο αν = 0 . Επομένως πρέπει
2α
(k + 1)
− =0⇔k=−1.
2
β β k +1 k +1
Κ− ,f − δηλαδή το σημείο Κ − ,f − .
2α 2α 2 2
k +1
Σύμφωνα με την υπόθεση πρέπει f − = −4, που διαδοχικά γράφεται
2
2
k +1 k +1
− (k + 1) −4 ⇔ (k + 1) 2 − 2(k + 1) 2 + 4k =
+k = −16
2 2
⇔ −(k + 1) 2 + 4k + 16 = 0
⇔ − k 2 − 2k − 1 + 4k + 16 =0
⇔ − k 2 + 2k − 1 + 16 =0
⇔ k 2 − 2k − 15 =
0.
Η τελευταία εξίσωση έχει ρίζες k1 = −3 και k2 = 5.
ii) Επειδή η παραβολή τέμνει τον άξονα των x στα σημεία Α(1, 0) και Β(5, 0), το τριώνυμο
έχει δύο ρίζες άνισες τις ρ1 = 1 και ρ2 = 5.
Άρα είναι Δ > 0.
−β −6
iii) Επειδή ρ1 + ρ2 = και β = 6, θα έχουμε 1 + 5 = , οπότε θα είναι α = −1.
α α
γ
Τέλος, επειδή ρ1 ⋅ ρ2 = , θα έχουμε 1 ⋅ 5 = , οπότε θα είναι γ = −5.
−1
Άρα P(x) = −x2 + 6x −5.
Αλλιώς. Επειδή το τριώνυμο έχει ρίζες τους αριθμούς ρ1 = 1 και ρ2 = 5, θα είναι της
μορφής ρ(x) = α(x − ρ1 )(x − ρ2 ) = α(x − 1)(x − 5) = αx 2 − 6αx + 5α.
Επομένως θα είναι β = −6α και επειδή β = 6, θα έχουμε α = −1.
Άρα P(x) = −x2 + 6x − 5.
3. i) H περίμετρος L του ορθογωνίου δίνεται από τον τύπο L = 2(x + y) και επειδή δίνεται ότι L
= 20, θα ισχύει 2(x + y) = 20 ⇔ x + y = 10 ⇔ y = 10 − x .
Επομένως, το εμβαδόν του ορθογωνίου θα είναι ίσο με
Ε = xy = x(10 − x) = − x 2 + 10x .
ii) Το εμβαδόν μεγιστοποιείται όταν μεγιστοποιείται το τριώνυμο f(x). Αυτό συμβαίνει όταν
−β −10
= x = = 5 , δηλαδή όταν το ορθογώνιο γίνει τετράγωνο, αφού για x = 5 είναι και y
2α −2
= 5. H μέγιστη τιμή του εμβαδού είναι ίση με
4. Αν θέσουμε (ΑΜ) = x, τότε θα είναι (ΜΒ) = 6 − x (σχήμα). Από το ορθογώνιο τρίγωνο ΚΓΜ
παίρνουμε
2
x x 2 3x 2 x 3
υ12 = x 2 − = x 2 − = , οπότε υ1 = .
2 4 4 2
(6 − x) 3
Ομοίως από το τρίγωνο ΛΔΒ παίρνουμε υ2 = .
2
Το άθροισμα των εμβαδών των δύο τριγώνων είναι τότε
1 1
Ε = Ε1 + Ε 2 = ( ΑΜ )(ΚΓ) + (ΜΒ)(Λ∆ )
2 2
1 x 3 1 (6 − x) 3
= x + (6 − x)
2 2 2 2
3 2 3
= x + (6 − x)
4 4
3 2
=
Άρα Ε (x − 6x + 18), με 0 ≤ x ≤ 6 . (1)
2
Από την (1) συμπεραίνουμε ότι το εμβαδόν Ε είναι ελάχιστο για την τιμή του x, για την
οποία η συνάρτηση f(x) = x2 − 6x + 18 παρουσιάζει ελάχιστο. Επειδή α = 1 > 0, η συνάρτηση
παρουσιάζει ελάχιστο για
−β 6
x= = = 3.
2α 2
Επομένως το εμβαδόν γίνεται ελάχιστο όταν το Μ είναι το μέσο του ΑΒ.
240 − 4x 8 2
Ε = 2xy = 2x = − x + 160x . (2)
3 3
8 8
− x 2 + 160x είναι α = − < 0 , οπότε αυτή
Για τη συνάρτηση Ε(x) =
3 3
−β −160
παρουσιάζει μέγιστο για=
x = = 30.
2α −16
3
240 − 4 ⋅ 30
Τότε από την (1) παίρνουμε
= y = 40 .
3
Άρα, οι διαστάσεις που δίνουν το μέγιστο εμβαδόν είναι x = 30 m και y = 40 m.
1. i) Έχουμε
1
(α − β) 2 + (β − γ ) 2 + ( γ − α) 2
2
1 2 2 2 2 2 2
= (α − 2αβ + β + β − 2βγ + γ + γ − 2 γα + α )
2
1 2 2 2
= (2α + 2β + 2 γ − 2αβ − 2βγ − 2 γα)
2
1 2 2 2
= ⋅ 2(α + β + γ − αβ − βγ − γα)
2
= α 2 + β2 + γ 2 − αβ − βγ − γα.
ii) Έχουμε
α 2 + β2 + γ 2 ≥ αβ + βγ + γα ⇔ α 2 + β2 + γ 2 − αβ − βγ − γα ≥ 0
1
⇔ (α − β) 2 + (β − γ ) 2 + ( γ − α) 2 ≥ 0 που ισχύει.
2
α − β = 0 και β − γ = 0 και γ − α = 0 ⇔ α = β = γ.
3 4 5
8 6 10
5 12 13
21 20 29
16 30 34
15 8 17
2
α+β α 2 + β2 + 2αβ
3. Α) Έχουμε αβ ≤ ⇔ αβ ≤ ⇔ 4αβ ≤ α 2 + β2 + 2αβ
2 4
⇔ 0 ≤ α 2 + β2 + 2αβ − 4αβ ⇔ 0 ≤ α 2 + β2 − 2αβ
⇔ 0 ≤ (α − β) 2, που ισχύει.
Το “=” ισχύει όταν α = β.
Από την ανισότητα αυτή προκύπτει ότι το εμβαδόν ενός ορθογωνίου με διαστάσεις α και
α+β
β δεν υπερβαίνει το εμβαδόν του τετραγώνου με πλευρά το ημιάθροισμα .
2
Β) Αν α και β είναι οι διαστάσεις ενός τέτοιου ορθογωνίου, τότε το εμβαδόν του είναι Ε = αβ
και η περίμετρός του Ρ = 2(α + β).
2
P
i) Έτσι η προηγούμενη ανισότητα γράφεται Ε ≤ .
4
P
Η ισότητα ισχύει, αν και μόνο αν α = β = , δηλαδή όταν το ορθογώνιο γίνει
τετράγωνο. 4
2
P P
ii) Λόγω της (i) έχουμε Ε ≤ ⇔ Ε ≤ ⇔ P ≥ 4 Ε .
4 4
Η ισότητα ισχύει αν και μόνο αν α = β.
(Το παραπάνω αποτέλεσμα ήταν γνωστό πριν την εποχή του Ευκλείδη).
4. i) 3(x + 1) − αx = 4 ⇔ 3x + 3 − αx = 4 ⇔ (3 − α)x = 1.
1
• Αν α ≠ 3, τότε η εξίσωση έχει μοναδική λύση την x = .
3−α
• Αν α = 3, τότε η εξίσωση γίνεται 0x = 1 και είναι αδύνατη.
1 1 1− 3 + α
ii) Για α ≠ 3 πρέπει >1⇔ −1 > 0 ⇔ >0
3−α 3−α 3−α
α−2
⇔ > 0 ⇔ (α − 2)(3 − α) > 0
3−α
⇔ (α − 2)(α − 3) < 0 ⇔ 2 < α < 3.
5. i) Έχουμε
λ 2 (x − 1) + 3λ = x + 2 ⇔ λ 2 x − λ 2 + 3λ = x + 2 ⇔ λ 2 x − x = λ 2 − 3λ + 2
⇔ (λ 2 − 1)x =λ 2 − 3λ + 2
6. Α) i) Έχουμε
1 2 1 2 2
180 = 60t − ⋅ 10t ⇔ 18 = 6t − t ⇔ 36 = 12t − t
2 2
⇔ t 2 − 12t + 36 = 0 ⇔ (t − 6) 2 = 0 ⇔ t = 6 sec.
ii) Έχουμε
1 2 1 2 2
100 = 60t − ⋅ 10t ⇔ 10 = 6t − t ⇔ 20 = 12t − t
2 2
⇔ t 2 − 12t + 20 =
0.
∆ = (−12) 2 − 4 ⋅ 1 ⋅ 20 = 144 − 80 = 64
12 ± 8
Επομένως=t ⇔
= t 2 sec ή t = 10 sec.
2
Στην περίπτωση i) το ύψος των 180 μέτρων είναι το μέγιστο ύψος που φθάνει το σώμα,
1
−5t 2 + 60t και
αφού η συνάρτηση του ύψους είναι h(t) =− ⋅ 10 ⋅ t 2 + 60t , δηλαδή h(t) =
−60 2
για t = 6 sec, το h(6) = 180 μέτρα.
έχει μέγιστο =
2(−5)
Στη δεύτερη περίπτωση οι δύο λύσεις της εξίσωσης είναι οι χρονικές στιγμές που το σώμα
θα βρεθεί σε ύψος 100 μέτρων, μια στην άνοδο όταν t = 2 sec και μια στην κάθοδο όταν
t = 10 sec.
B) Για να μπορεί το σώμα να φθάσει σε ύψος h0, θα πρέπει το h0 να είναι μικρότερο ή το πολύ
1
ίσο με το μέγιστο της συνάρτησης h(t) = − gt 2 + υ0 t .
2
Το μέγιστο της συνάρτησης αυτής είναι ίσο με
−υ υ 1 υ
2
υ
h = h 0 = − g 0 + υ0 ⋅ 0
0
1 g 2 g g
2 − 2 g
= y x −3
B) Το πλήθος των λύσεων του συστήματος , α∈
y = α
παριστάνεται από το πλήθος των σημείων τομής της οριζόντιας ευθείας y = α και της
γραφικής παράστασης της συνάρτησης h. Επομένως,
• Αν α < 0, το σύστημα δεν έχει λύσεις, δηλαδή είναι αδύνατο.
• Αν α = 0, το σύστημα έχει δύο λύσεις.
• Αν 0 < α < 3, το σύστημα έχει τέσσερις λύσεις.
• Αν α = 3, το σύστημα έχει τρεις λύσεις.
• Αν α > 3, το σύστημα έχει δύο λύσεις.
(x − α) 2 + (y − 0) 2
d
= = (x − α) 2 + y 2 .
Ένα σημείο M(x, y) ανήκει στον κύκλο με κέντρο Κ(α, 0) και ακτίνα ρ = 1, αν και μόνο
2 2 2 2
αν (ΚΜ ) = 1 ⇔ (x − α) + y = 1 ⇔ (x − α) + y = 1.
iii) Το πλήθος των λύσεων του συστήματος είναι όσο και το πλήθος των κοινών σημείων του
κύκλου με τις ευθείες y = x και y = −x.
Επειδή, για α ≥ 0, η απόσταση του κέντρου Κ του κύκλου από τις ευθείες αυτές είναι ίση
α
με d = ΚΑ = ΚΒ = , έχουμε:
2
α
• Αν d > ρ ⇔ > 1 ⇔ α > 2, ο κύκλος και οι ευθείες δεν έχουν κανένα κοινό σημείο,
2
οπότε το σύστημα είναι αδύνατο.
• Αν d < ρ ⇔ 0 ≤ α < 2 , ο κύκλος τέμνει και τις δύο ευθείες, οπότε το σύστημα έχει
τέσσερις λύσεις, με εξαίρεση την περίπτωση α = 1 κατά την οποία ο κύκλος έχει με τις
ευθείες τρία διακεκριμένα κοινά σημεία, οπότε το σύστημα έχει τρεις λύσεις.
11. Ε πειδή το τρίγωνο Μ Γ Λ είναι ορθογ ώνιο, θα
ισχύει ΜΓ2 = ΛΓ2 − ΜΛ2 = 32 − x2 = 9 − x2, οπότε
2
θα είν α ι Μ∆ = 2ΜΓ = 2 9 − x κα ι ε π ε ι δ ή
το τρίγωνο Μ Κ ∆ είναι ορθογώνιο θα ισχύει
( )
2
2 2 2 2 2 2
Κ∆ = ΜΚ + Μ∆ ⇔ 6 = (3 − x) + 2 9 − x
⇔ 36 = x 2 − 6x + 9 + 4(9 − x 2 )
2
⇔ x + 2x − 3 = 0 ⇔ x = 1 ή x = −3
Άρα x = 1, αφού x > 0.
12. i) Από τον ορισμό της απόστασης δυο σημείων του άξονα προκύπτει ότι
(ΜΑ=
) x + 1 και (ΜΒ=
) x −1.
Επομένως, έχουμε f (x) = (ΜΑ) + (ΜΒ) = x + 1 + x − 1 .
g(x) = x +1 − x −1 .
ii) Για να απλοποιήσουμε τον τύπο της συνάρτησης f και g, βρίσκουμε το πρόσημο των x +
1 και x − 1 για τις διάφορες τιμές του x που φαίνονται στον παρακάτω πίνακα.
Έτσι έχουμε,
2, αν x < –1
−2x, αν –1 ≤ x –1
και g(x) =
2x, αν 0 ≤ x <1
2, αν x ≥ –1
οπότε οι γραφικές παραστάσεις των f και g είναι οι ακόλουθες:
• Η συνάρτηση g
9 είναι σταθερή στο (−∞, −1], γνησίως φθίνουσα στο [−1, 0], γνησίως αύξουσα στο [0, 1]
και σταθερή στο [1, +∞),
9 παρουσιάζει ελάχιστο, ίσο με 0, για x = 0 και
9 παρουσιάζει μέγιστο, ίσο με 2, για κάθε x ∈ (−∞, −1] ∪ [1, +∞).
και 3ης γωνίας των αξόνων συμπεραίνουμε ότι η γραφική παράσταση της f (x) = x
είναι η συμμετρική της γραφικής της g(x) = x 2 ως προς την ευθεία y = x για x ≥ 0.
Από τη γραφική παράσταση της f προκύπτει ότι η f (x) = x είναι γνησίως αύξουσα
στο Α
= [0, +∞) και έχει ολικό ελάχιστο για x = 0 το f(0) = 0.
Γ) Στο τυχαίο τρίγωνο Ν Μ′ Ν′ έχουμε ( ΝΝ′) = f (ν + 1) = ν + 1 και
( ν)
2
( ΝΜ′=
) ( ΝΜ ) 2 + (ΜΜ′) 2= (ν + 1 − ν ) 2 +
= 1 + ν = ( ΝΝ′).
Άρα το τρίγωνο Ν Μ′ Ν′ είναι ισοσκελές.
15. Στο κατακόρυφο επίπεδο της γέφυρας θεωρούμε ένα σύστημα συντεταγμένων, στο οποίο
παίρνουμε ως άξονα των x τη χορδή του παραβολικού τόξου και ως άξονα των y τη
μεσοκάθετο αυτής (σχήμα).
0 = α 42 + 5,6 ⇔ α = −0,35.
Άρα, το παραβολικό τόξο έχει εξίσωση
−0,35x 2 + 5,6 με −4 ≤ x ≤ 4
y= (2)
Επειδή το ύψος της καρότσας είναι 2 m τέμνει το παραβολικό τόξο στα σημεία Α και Α΄, για
να περάσει το γεωργικό μηχάνημα θα πρέπει ΑΑ΄ > 6 m, που είναι το πλάτος του φορτηγού.
Για να βρούμε το ΑΑ΄ αρκεί αν βρούμε τις συντεταγμένες των Α, Α΄.
Αν θέσουμε στην εξίσωση (2) y = 2 βρίσκουμε
Επομένως, είναι
5x, 0 ≤ x ≤ 20
f (x)
= 10x − 100, 20 ≤ x ≤ 40
5x + 100, 40 ≤ x ≤ 60
ii) Η γραφική παράσταση της f είναι η πολυγωνική γραμμή του παρακάτω σχήματος.
iii) Από την παραπάνω γραφική παράσταση προκύπτει ότι η f παίρνει την τιμή 120, όταν x
μεταξύ 20 και 40.
Επομένως
f (x)= 120 ⇔ 10x − 100= 120 ⇔ x= 22.
17. i) Είναι
ΑΒ ⋅ ΜΡ ΑΒ ⋅ ΑΡ 2 ⋅ x
ΕΜΑΒ = = = = x και
2 2 2
ΜΣ + Γ∆ x+2 4 − x2
ΕΜΣΓ∆ = ⋅ Σ∆ = ⋅ (2 − x) = = −0,5x 2 + 2
2 2 2
Επομένως
f(x) = x, 0 ≤ x ≤ 2 και g(x) = −0,5x2 + 2, 0 ≤ x ≤ 2
ii) Είναι
2 2 −2 + 2 5
f (x) =g(x) ⇔ x =−0,5x + 2 ⇔ x + 2x − 4 =0⇔x=
2
⇔x= 5 − 1, διότι x > 0.
iii) Η
γραφική παράσταση της f είναι το τμήμα ΟΓ της ευθείας y = x, ενώ η γραφική
παράσταση της g είναι το τόξο ΑΒ της παραβολής y = − 0,5x2 + 2. Επομένως, η λύση
της εξίσωσης f(x) = g(x) είναι η τετμημένη του σημείου τομής των Cf και Cg και είναι
περίπου 1,2, όσο είναι με προσέγγιση δεκάτου η ρίζα = x 5 − 1 της εξίσωσης που
βρήκαμε στο ερώτημα ii).
18. i) Έχουμε Α Μ Ν ≈ Α Ο Β , αφού ΜΝ//ΟΒ ως κά-
θετες στην ΟΑ. Επομένως
( ΝΜ ) (ΜΑ) ( ΝΜ ) 4 − x
= ⇔ = ,
(ΒΟ) (ΟΑ) 3 4
οπότε
3(4 − x)
(ΜΝ ) = .
4
1
Το εμβαδόν του τριγώνου ΒΜΝ είναι ίσο με
2
(ΜΝ)(ΟΜ), (αφού η ΟΜ είναι η απόσταση των
παραλλήλων ΜΝ και ΟΒ).
1 3(4 − x)
Επομένως, Ε(x) = ⋅ ⋅x
2 4
3 2 3
Άρα Ε(x) =
− x + x.
8 2
3
−
ii) Το εμβαδόν Ε(x) μεγιστοποιείται όταν
= x = 2 2,
3
2 −
οπότε 8
3 2 3 3
Ε(2) =− ⋅ 2 + ⋅ 2 =− + 3 =1,5 τετραγωνικές μονάδες.
8 2 2
19. i) Έστω y = αx + β η εξίσωση της ευθείας ΑΒ. Η εξίσωση αυτή επαληθεύεται από τα ζεύγη
(0, 4) και (2, 2).
4 = α ⋅ 0 + β β = 4 α = −1
Επομένως ⇔ ⇔
2 = 2 α + β 2 = 2 α + 4 β = 4
Άρα η εξίσωση της ΑΒ είναι y = −x + 4.
Για y = 0 έχουμε x = 4. Άρα η ευθεία ΑΒ τέμνει τον x΄x στο Γ(4, 0).
Επομένως
1 1
Ε= x −4 ⋅4− x −4 ⋅2 = 2 x −4 − x −4 = x −4 .
2 2
Στην περίπτωση που είναι x = 4, έχουμε Ε = 0. Άρα, σε κάθε περίπτωση, ισχύει:
− x + 4, x < 4
Ε(x) = x − 4 =
x − 4, x ≥ 4
20. i) Η κίνηση από το Α στο Β και αντιστρόφως από το Β στο Α, επαναλαμβάνεται η ίδια
ακριβώς κάθε δύο ώρες.
Επομένως το διάγραμμα του ύψους h, του χιονιού στο Α, θα επαναλαμβάνεται κάθε δύο
ώρες, ακριβώς το ίδιο ως προς τη μορφή. Ως προς τη θέση θα είναι απλώς μετατοπισμένο
κατά 2 μονάδες κάθε φορά, προς τα δεξιά του άξονα t΄t του χρόνου.
Βρίσκουμε λοιπόν το τμήμα του διαγράμματος, που αντιστοιχεί στις 2 πρώτες ώρες.
Δίνεται ότι ο ρυθμός αύξησης του ύψους είναι σταθερός, οπότε το ύψος h(t) και ο χρόνος
t είναι ποσά ανάλογα. Αυτό σημαίνει ότι, όταν t ∈ [0, 2], τότε υπάρχει α∈ για το οποίο
ισχύει
h(t) = αt (1)
Επειδή για t = 1h το ύψος είναι h = 1 cm, το ζεύγος (1, 1) θα επαληθεύει την (1), οπότε
1 = α ∙ 1 και άρα α = 1.
H (1) τότε γίνεται h(t) = t και η γραφική της παράστασης είναι το ευθύγραμμο τμήμα ΟΜ
της διχοτόμου της 1ης γωνίας των αξόνων (σχ.).
Τέλος παρατηρούμε ότι όταν t = 2h, του ύψος h του χιονιού είναι μηδέν, για αυτό το
άκρο Μ του ΟΜ δεν ανήκει στο διάγραμμα. Επαναλαμβάνοντας τα παραπάνω για τα
διαστήματα [2, 4], [4, 6],... έχουμε το πλήρες διάγραμμα (σχ.).
ii) Με συλλογισμούς ανάλογους με τους παραπάνω καταλήγουμε για το ύψος του χιονιού στο
Μ, στο διάγραμμα του παρακάτω σχήματος.
22. Επειδή Ρ(Α´) ≤ 0,28 έχουμε 1 − Ρ(Α) ≤ 0,28, οπότε Ρ(Α) ≥ 0,72 και επειδή Ρ(Β΄) ≤ 0,71,
έχουμε 1 − Ρ(Β´) ≤ 0,71, οπότε Ρ(Β) ≥ 0,29.
i) Έχουμε διαδοχικά P ( Α ∩ Β ) ≥ 1,01 − P ( Α ∪ Β )
P ( Α ∩ Β ) ≥ 1,01 − P ( Α) − P (Β ) + P ( Α ∩ Β )
P ( Α) + P (Β ) ≥ 1,01 που ισχύει.