Professional Documents
Culture Documents
Η εφαρμογή της RWGS (Rapid Whole Genome Sequencing) στην εξατομικευμένη ιατρική σε νεαρές ηλικίες
Η εφαρμογή της RWGS (Rapid Whole Genome Sequencing) στην εξατομικευμένη ιατρική σε νεαρές ηλικίες
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Τμήμα Ιατρικής
Περίληψη
Λέξεις – Κλειδιά
Εξατομικευμένη ιατρική
RWGS
Νεογνά
Γενετικά νοσήματα
Γονιδίωμα
Κλινική χρησιμότητα
Abstract
Genetic disorders are a leading factor to neonate mortality in pediatric and neonatal
intensive care units. Considering the fact that diagnosis and effective treatment of such
diseases remains a challenging project for the medical community, presicion medicine
implemented on acutely ill infants possibly syffering from genetic disorders is becoming
more and more important in order to achieve the best possible clinical progress. Rapid
Whole Genome Sequencing (rWGS) has proven to be a valuable tool for the diagnosis of
genetic disorders, thus contributing in the application of the most suitable regimen for
each infant, in terms of medication, surgical procedures and dietary habits. Moreover,
rWGS plays an important role in the reduction of health care costs for those infants,
mainly because of a considerable decreace in the length of their hospital course.
Consequently, rWGS is one of the most effective methods to be considered early in
padiatric health care units for the diagnosis and treatment of neonate genetic disorders.
Keywords
Precision Medicine
RWGS
Infants
Genetic disordes
Genome
Clinical utility
Περιεχόμενα
Περίληψη.............................................................................................................................iii
Abstract................................................................................................................................iv
Περιεχόμενα..........................................................................................................................v
Συντομογραφίες - Ακρωνύμια..............................................................................................vi
1. Εισαγωγή...........................................................................................................................1
1.1 Έρευνα για την χρησιμότητα της rWGS στην υγεία και νοσηλεία των νεογνών.......3
1.1.1 Έρευνα του Rady Children’s Hospital-San Diego (RCHSD)..............................3
1.1.2 Project Baby Bear.................................................................................................3
1.2 Αποτελέσματα.............................................................................................................5
1.2.1 Αποτελέσματα στη διάγνωση και θεραπεία των νεογνών...................................5
1.2.2 Αποτελέσματα στον περιορισμό κατανάλωσης των νοσοκομειακών πόρων......7
1.3 Συζήτηση................................................................................................................9
1.4 Συμπεράσματα......................................................................................................10
Βιβλιογραφία.......................................................................................................................11
Παράρτημα Α: Πηγές..........................................................................................................12
Συντομογραφίες – Ακρωνύμια
rWGS: rapid Whole Genome Sequencing (ταχεία αλληλούχιση όλου του γονιδιώματος)
PCR: Polymerase Chain Reaction (μέθοδος αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης)
A: Αδενίνη
T: Θυμίνη
G: Γουανίνη
C: Κυτοσίνη
PBB: Project Baby Bear
RCHSD: Rady Children’s Hospital-San Diego
1. Εισαγωγή
Σύμφωνα με στατιστικά δεδομένα, περίπου το 7-10% των νεογνών στις ΗΠΑ εισάγονται
στο νοσοκομείο ή εξειδικευμένες νεογνολογικές/ παιδιατρικές κλινικές πάσχοντας από
κάποια οξεία νόσο. Το 15% εξ αυτών εκδηλώνει συμπτώματα λόγω κάποιας γενετικής
νόσου την οποία φέρει. Αποδεδειγμένα, τα βρέφη που νοσηλεύονται λόγω κάποιας
γενετικής πάθησης, νοσηλεύονται για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα και συνεπώς
απαιτούν και την κατανάλωση πολύ περισσότερων νοσοκομειακών πόρων. Εκτός αυτού,
οι γενετικές παθήσεις αποτελούν την συχνότερη αιτία θανάτων στις νεογνολογικές
κλινικές. Η εφαρμογή της rWGS (ταχεία αλληλούχιση όλου του γονιδιώματος) θεωρείται,
με βάση τις τελευταίες έρευνες, ότι μπορεί να προσφέρει καθοριστικής σημασίας
πληροφορίες για τα νεογνά πάσχοντα από σοβαρές γενετικές νόσους. Κατά συνέπεια, θα
μπορέσει να συμβάλλει στην βελτίωση του θεραπευτικού σχήματος για κάθε νεογνό
ξεχωριστά, στα πλαίσια της εξατομικευμένης ιατρικής, ενώ παράλληλα θα μειώσει και τις
νοσοκομειακές δαπάνες νοσηλείας τους.
Η αλληλούχιση rWGS είναι μία διαδικασία που μπορεί να πραγματοποιηθεί ακόμα και σε
1ng DNA ιστικού ή κυτταρικού δείγματος (τα στάδιά της φαίνονται συνοπτικά στην
Εικόνα 1). To DNA συλλέγεται, αποσπώνται μεταξύ τους οι δύο αλυσίδες του δίκλωνου
μορίου και στη συνέχεια υφίστανται in vitro κλωνοποίηση, μέσω της διαδικασίας PCR για
την ενίσχυση του κάθε μορίου DNA, διότι οι μέθοδοι μοριακής ανίχνευσης που
χρησιμοποιούνται δεν είναι αρκετά ευαίσθητες για την αλληλούχιση ενός μόνο μορίου. Τα
κλωνοποιημένα μόρια DNA στη συνέχεια κατακερματίζονται σε μικρότερα τμήματα και
στα άκρα κάθε τμήματος εφαρμόζονται μόρια σήμανσης. Το σύνολο των τμημάτων DNA
αναλύονται στη συνέχεια σε ένα ειδικό μηχάνημα αλληλούχισης. Ο συνδιασμός των
νουκλεοτιδικών βάσεων (A, T, C, G) προσδιορίζεται σε κάθε τμήμα ώστε να βρεθεί η
αλληλουχία του. Τα αλληλοεπικαλυπτόμενα τμήματα DNA στοιχίζονται μεταξύ τους
ώστε με τον συνδιασμό όλων να βρεθεί τελικά η νουκλεοτιδική αλληλουχία ολόκληρου
του γονιδιώματος.
Τα δεδομένα αυτά μπορούν να εξεταστούν περαιτέρω για την εξαγωγή συμπερασμάτων.
1.1 Έρευνα για την χρησιμότητα της rWGS στην υγεία και νοσηλεία
των νεογνών
Για την εξακρίβωση της χρησιμότητας της rWGS τόσο στη διάγνωση και την
αναδιαμόρφωση του θεραπευτικού σχήματος στα νεογνά, αλλά και την μείωση των
νοσοκομειακών δαπανών που αντιστοιχούν στα νεογνά αυτά έχουν πραγματοποιηθεί
έρευνες σε διάφορα παιδιατρικά/ νεογνολογικά κέντρα νοσηλείας. Η παρούσα εργασία
έχει στηριχθεί στα δεδομένα δύο εξ αυτών.
Το ερευνητικό πρόγραμμα Baby Bear είναι μια έρευνα που διεξήχθη μεταξύ 184 νεογνών
σε πέντε διαφορετικές παιδιατρικές κλινικές στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ και τα
αποτελέσματά του δημοσιεύτηκαν τον Ιούλιο του 2021. Απαραίτητα κριτήρια για τη
συμμετοχή των νεογνών στο συγκεκριμένο πρόγραμμα ήταν η εισαγωγή τους στην
κλινική κατά το διάστημα μεταξύ Νοεμβρίου 2018 και Μαΐου 2020. Τα νεογνά που
συμμετείχαν έπρεπε να μην έχουν συμπληρώσει το πρώτο έτος ηλικίας τους και να
βρίσκονται στην πρώτη εβδομάδα νοσηλείας τους, είτε να έχουν εμφανίσει σε διάστημα
μικρότερο της μίας ενδομάδας κάποια μη φυσιολογική αντίδραση στο προτεινόμενο από
τους γιατρούς θεραπευτικό σχήμα. Τα βρέφη είχαν μεταφερθεί στο νοσοκομείο λόγω
κάποιας οξείας συμπτωματολογίας η οποία δεν αποκλείεται να οφειλόταν σε γενετικά
αίτια.
Τα κλινικά χαρακτηριστικά που ήταν αντιπροσωπευτικά για τη νόσο κάθε παιδιού
προσδιορίζονταν από τους επιβλέποντες γιατρούς. Στη συνέχεια πραγματοποιείται
αλληλούχιση του γονιδιώματος που απομονώνεται από το νεογνό. Στη συγκεκριμένη
περίπτωση κατάβαση εξετάζονταν το γονιδίωμα του βρέφους σε σύγκριση με το
γονιδίωμα ενός εκ των δύο γονέων εκτός από συγκεκριμένες περιπτώσεις που
απαιτούνταν υπερταχεία ανάλυση, οπότε εξεταζόταν το γονιδίωμα και των δύο γονέων.
Όλες οι μεταβλητές που ανέδειξε η rWGS επαληθεύτηκαν με διαδικασίες όπως η
αλληλούχιση κατά Sanger ή χρωμοσωμικές μικροσυστοιχίες.
Η κλινική πορεία του κάθε βρέφους μετά την εφαρμογή της rWGS αξιολογήθηκε χάρη σε
στοχευμένα ερωτηματολόγια που συμπληρώθηκαν από τους επιβλέποντες ιατρούς και
έγινε προσπάθεια σύγκρισης της πορείας των βρεφών αυτών σε σχέση με το τι θα
συνέβαινε αν δεν είχε μεσολαβήσει η rWGS κρίνοντας από παρόμοια κλινικά περιστατικά
που είχαν συμβεί στο παρελθόν. Όσον αφορά την κατανάλωση των νοσοκομειακών
πόρων, αυτή εκτιμήθηκε με βάση τις δαπάνες για διάφορες εξετάσεις, επεμβάσεις και
επιπλέον μέρες νοσηλείας, οι οποίες αποφεύχθηκαν χάρη στην εφαρμογή της rWGS.
1.2 Αποτελέσματα
Στο 33% των βρεφών που διαγνώστηκαν με γενετική νόσο (6 στις 18 οικογένειες) η
διάγνωση που πραγματοποιήθηκε μπόρεσε να αποτρέψει το θάνατό τους, ενώ στο 61%
αυτών (11 στις 18 οικογένειες) μπόρεσε να προληφθεί η νοσηρότητα. Συνολικά, στο 31%
των νεογνών που συμμετείχαν στο πρόγραμμα (13 στα 42 νεογνά) πραγματοποιήθηκαν
συγκεκριμένες αλλαγές στην φαρμακευτική ή χειρουργική θεραπευτική τους προσέγγιση.
Από τα 184 βρέφη που συμμετείχαν στο πρόγραμμα PBB πραγματοποιήθηκε διάγνωση
σπάνιων γενετικών νοσημάτων, η οποία μπορούσε και να εξηγήσει την εισαγωγή των
νεογνών στην κλινική, σε ένα ποσοστό 40% (74 νεογνά), γενετικές αλλαγές οι οποίες
όμως δεν ήταν ιδιαίτερης κλινικής σημασίας βρέθηκαν σε ποσοστό 11% των βρεφών (21
νεογνά), ενώ δεν πραγματοποιήθηκε διάγνωση σε ποσοστό 48% των συμμετεχόντων (89
νεογνά).
Με βάση τα ευρήματα της rWGS, στο 32% των περιπτώσεων (58 νεογνά)
πραγματοποιήθηκε τουλάχιστον μία αλλαγή στο προϋπάρχον θεραπευτικό σχήμα των
RCHSD Πίνακας 1:
100
Ποσοστά
90
ποσοσστό % των συμμετεχόντων
80 συμμετεχόντων
70
βρεφών στο
60
50 100% (42) πρόγραμμα
40 RCHSD σχετικά
30
20 43% (18) με την διάγνωση
31% (13) 26% (11)
10 14% (6) και θεραπεία τους
0
συμμετοχή διάγνωση 1+ αλλαγή στη αποφυγή αποφυγή
γενετικού θεραπευτική νοσηρότητας θνητότητας
νοσήματος αντιμετώπιση
Πίνακας 2:
PBB
100 Ποσοστά
80
ποσοστό % των συμμετεχόντων
60
100% (184)
συμμετεχόντων
40
20 40% (74)
11% (21)
48% (89)
32% (58) βρεφών στο
0
πρόγραμμα PBB
σχετικά με την
διάγνωση και
θεραπεία τους
σημασίας παράγοντα για τη μείωση των νοσοκομειακών δαπανών που αντιστοιχούν στο
κάθε νοσηλευόμενο βρέφος.
Ιδιαίτερα γίνεται αναφορά στην περίπτωση νεογνών για τα οποία κρίθηκε απαραίτητη η
δεύτερη εισαγωγή τους στο νοσοκομείο ώστε να διαγνωστεί τελικά μέσω της rWGS η
γενετική πάθηση που έφεραν, παραδείγματα βρεφών τα οποία είχαν πολύπλοκη
χειρουργική και φαρμακευτική υποστήριξη προγραμματισμένη, όμως χάρη στις
διαγνωστική rWGS διαπιστώθηκε ότι η πορεία τους είναι μη αναστρέψιμη και η θεραπεία
έπρεπε να διακοπεί. Σε άλλες περιπτώσεις η μέθοδος αυτή αντικατέστησε μεθόδους ίσης
διαγνωστικής αξίας αλλά πιο χρονοβόρες και κοστοβόρες. Σε κάποια περιστατικά η
διάγνωση μέσω της rWGS απεδείχθη σωτήρια, καθώς είτε συνέβαλε στην αποφυγή
σοβαρών επιπλοκών που θα επέφερε η συμβατική διάγνωση και θεραπεία των νεογνών,
είτε βοήθησε στην ταχύτερη παρέμβαση στη θεραπεία τους, περιορίζοντας έτσι τον
κίνδυνο επιδείνωσης της κατάστασης τους, αλλά και μειώνοντας το χρόνο παραμονής
τους στην παιδιατρική κλινική. Από τα 13 νεογνά στα οποία πραγματοποιήθηκαν αλλαγές
στο θεραπευτικό τους σχήμα μετά τη διαγνωστική rWGS, για τα 7 από αυτά δεν
μπορούσε να εκτιμηθεί η μείωση του κόστους νοσηλείας τους χωρίς κάποια
μακροπρόθεσμη παρακολούθηση τους ή χωρίς σύγκριση με προγενέστερα περιστατικά
παρόμοιας κλινικής εικόνας. Συνεπώς η μείωση των νοσοκομειακών δαπανών χάρη στην
αλληλούχιση rWGS εκτιμήθηκε στα υπόλοιπα 6 νεογνά, για τα οποία υπολογίστηκε ότι η
βελτίωση της θεραπείας τους μείωσε τα έξοδα νοσοκομειακής φροντίδας τους κατά
τουλάχιστον 803.200$. Κατανέμοντας το ποσό αυτό στα 42 νεογνά που συμμετείχαν στο
πρόγραμμα, εκτιμήθηκε ότι συνολικά οι νοσοκομειακές δαπάνες μειώθηκαν κατά
128.555$, λαμβάνοντας υπόψιν πως το συνολικό κόστος για την διεξαγωγή rWGS στις 42
οικογένειες ανήλθε σε 674.645$.
Το Project Baby Bear κατέληξε στα ίδια πορίσματα όσον αφορά τη μείωση του κόστους
νοσηλείας των νεογνών που διαγνώστηκαν μέσω rWGS, επισημαίνοντας ότι ακόμα και η
διάγνωση που θα προκύψει να οδηγήσει σε αυξημένου κόστους θεραπεία, τα έξοδα
νοσηλείας του κάθε βρέφους εν τέλει μειώνονται, καθώς περιορίζεται δραστικά το
διάστημα παραμονής τους στο νοσοκομείο. Τονίζεται ότι σε καμία περίπτωση χρήσης της
rWGS δεν παρατηρήθηκε παράταση του χρόνου νοσηλείας ή ανάγκη για κάποια σοβαρή
χειρουργική επέμβαση, η οποία δεν θα πραγματοποιούνταν ύστερα από μια συμβατική
μέθοδο διάγνωσης.
Ανέδειξε ότι η αλληλούχιση ακόμα και ενός γονιδιώματος που δεν μπορεί να προσφέρει
συγκεκριμένη διάγνωση, είναι ικανή βοηθήσει στη μείωση των νοσοκομειακών δαπανών,
καθώς μπορεί να αποκλειστεί η καλυτέρευση ενός νεογνού με ενδονοσοκομειακή
θεραπεία, οπότε η οικογένειά του μπορεί να ακολουθήσει παρηγορητική θεραπεία.
Συνολικά, από τα 58 νεογνά στα οποία πραγματοποιήθηκε τουλάχιστον μία αλλαγή στη
θεραπεία τους, στα 27 δεν παρατηρήθηκε μείωση της περιόδου νοσηλείας τους, ούτε
αποφυγή κάποιας ιδιαίτερα κοστοβόρας επέμβασης, συνεπώς δεν μεταβλήθηκε σημαντικά
και το κόστος νοσηλείας τους. Η εκτιμώμενη μείωση των νοσοκομειακών δαπανών για τα
υπόλοιπα 31 βρέφη ανέρχεται μεταξύ 2.2 με 2.9 εκατομμύρια δολάρια. Αν το ποσό αυτό
γενικευτεί για τα 184 νεογνά που συμμετείχαν συνολικά στο πρόγραμμα PBB,
υπολογίζεται πως το κόστος νοσηλείας για το κάθε νεογνό μειώνεται κατά 12.041$ με
15.78δ6$, ποσό το οποίο ξεπερνά κατά πολύ τα 9.492$ που απαιτούνται για την rWGS σε
κάθε νεογνό.
1.3 Συζήτηση
Όπως προκύπτει από την έρευνα του RCHSD, η ταχεία αλληλούχιση ολόκληρου του
γονιδιώματος είναι διαγνωστική μέθοδος που αναμφίβολα μπορεί να προσφέρει ακριβή
και άμεση διάγνωση. Από τη λήψη δείγματος αίματος μέχρι τη διάγνωση χρειάζεται να
μεσολαβήσουν 26 με 48 ώρες. Εν τούτοις, ο μέσος χρόνος στον οποίο συντάσσεται η
τελική αναφορά σχετικά με την κατάσταση ενός νεογνού ήταν 23 μέρες με εύρος από 5
έως 69 μέρες. Αυτό αποδίδεται σε δύο παράγοντες. Πρώτον μετά από κάθε διάγνωση
μέσω της rWGS πραγματοποιούνταν κλινικές εξετάσεις για την επιβεβαίωση των
αποτελεσμάτων και δεύτερον δεν πραγματοποιήθηκαν όλες οι αλληλουχίσεις rGWS με
τον ταχύτερο δυνατό τρόπο καθώς όσο ταχύτερα τόσο και πιο κοστοβόρα. Οι περιπτώσεις
στις οποίες πραγματοποιήθηκε η τελική διάγνωση χωρίς κλινικές εξετάσεις (μέσος χρόνος
7 μέρες με εύρος 3 έως 12 μέρες) αφορούσαν μόνο νεογνά σε κρίσιμη κατάσταση που
έπρεπε να λάβουν κατεπειγόντως θεραπεία, ώστε να αποφευχθεί η πιθανότητα θανάτου
και νοσηρότητας.
Το Project Baby Bear, το οποίο έπεται του προγράμματος RCHSD, φαίνεται να οδήγησε
σε μικρότερη μείωση των νοσοκομειακών δαπανών για τα βρέφη που συμμετείχαν σε
σχέση με το προγενέστερό του πρόγραμμα. Παρόλα αυτά, η διαφοροποίηση οφείλεται στο
γεγονός ότι το πρόγραμμα RCHSD είχε λιγότερες συμμετέχουσες οικογένειες καθώς και
στο γεγονός ότι τα δύο προγράμματα πραγματοποιήθηκαν σε διαφορετικές παιδιατρικές
κλινικές. Το τελευταίο υποδεικνύει ότι η μείωση το κόστος νοσηλείας για κάθε βρέφος
χάρη στην αλληλούχιση rWGS μπορεί να παρουσιάζει διακυμάνσεις μεταξύ των
διαφορετικών νοσοκομείων και κλινικών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν πολλοί περιορισμοί στην ακριβή εκτίμηση της μείωσης
των εξόδων νοσηλείας για τα νεογνά που συμμετείχαν στα προαναφερόμενα
προγράμματα. Οι θεράποντες ιατροί μπορεί να είναι προκατειλημμένοι για το αποτέλεσμα
που θα έπρεπε να αναδειχθεί και κατά συνέπεια να υπερβάλλουν σχετικά με τον
αναμενόμενο χρόνο ή κόστος νοσηλείας στην περίπτωση χρήσης συμβατικών
διαγνωστικών μεθόδων. Στην προσπάθεια περιορισμού του συγκεκριμένου φαινομένου,
ζητήθηκε η γνωμάτευση μιας δεύτερης ομάδας γιατρών επί του θέματος, ώστε να είναι η
εκτίμηση όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστική. Εκτός αυτού, είναι αρκετά δύσκολο στα πλαίσια
μιας έρευνας να αξιολογηθούν και τα μακροπρόθεσμα οφέλη μιας γενετικής διάγνωσης
μέσω της rWGS για το νεογνό και την οικογένειά του. Ακόμη η μείωση των εξόδων
νοσηλείας δεν εκτιμάται με τον ίδιο τρόπο μεταξύ όλων των παιδιατρικών και
νεογνολογικών κλινικών. Τέλος, η διακοπή της νοσηλείας ενός νεογνού και η συνέχιση με
παρηγορητική θεραπεία είναι μία απόφαση που δεν λαμβάνεται το ίδιο εύκολα μεταξύ
των διαφόρων πολιτισμών και χωρών και για το λόγο αυτό, η εκτίμηση της μείωσης των
νοσοκομειακών δαπανών δεν μπορεί να γενικευτεί για όλες τις πληθυσμιακές ομάδες.
Στο μέλλον, ίσως υπάρξει δυνατότητα για μία διεθνή ερευνητική προσπάθεια, η οποία θα
συμπεριλάβει περισσότερα νεογνά, ώστε να εκτιμηθεί καλύτερα η θετική επίδραση της
διαγνωστικής rWGS σε επίπεδο υγείας αλλά και ορθής αξιοποίησης των νοσοκομειακών
πόρων, λαμβάνοντας υπόψιν τις ιδιαιτερότητες διαφορετικών πολιτισμικών ομάδων.
1.4 Συμπεράσματα
Συνοψίζοντας, η ταχεία αλληλούχιση ολόκληρου του γονιδιώματος είναι μία μέθοδος
ταχύτατης διάγνωσης γενετικών νοσημάτων, με απώτερο στόχο τη βελτίωση του
θεραπευτικού σχήματος, προσαρμοσμένο στις ιδιαιτερότητες του κάθε πάσχοντος
νεογνού, καθώς και στην μείωση της κατανάλωσης των νοσοκομειακών πόρων, κυρίως
χάρη στη μείωση του χρόνου νοσηλείας των νεογνών αυτών. Αξίζει να αναφερθεί, πως η
μέγιστη δυνατή χρησιμότητα της rWGS ως πρωταρχική διαγνωστική τεχνική,
παρατηρείται μόνο όταν αυτή πραγματοποιείται σε πρώιμα στάδια νοσηλείας, καθώς δεν
έχουν πραγματοποιηθεί ακόμα καθοριστικές για την πορεία του βρέφους αποφάσεις και
τυχόν βλάβες μπορεί να είναι ακόμη αναστρέψιμες. Για το λόγο αυτό, κρίνεται
απαραίτητος ο προσδιορισμός των νεογνών υψηλού κινδύνου και η συνεχής
παρακολούθησή τους, ταχεία διάγνωση και άμεση ιατρική παρέμβαση.
Βιβλιογραφία
[1] Center for Desease controls and preventions, “Whole Genome Sequencing”
https://www.cdc.gov/pulsenet/pathogens/wgs.html (Ανακτήθηκε στις 20/02/2023)
Παράρτημα Α: Πηγές
1. “Project Baby Bear: Rapid precision care incorporating rWGS in 5 California children’s
hospitals demonstrates improved clinical outcomes and reduced costs of care”
David Dimmock, Sara Caylor, Bryce Waldman, Wendy Benson, Christina Ashburner,
Jason L. Carmichael, Jeanne Carroll, Elaine Cham, Shimul Chowdhury, John Cleary,
Arthur D’Harlingue, A. Doshi, Katarzyna Ellsworth, Carolina I. Galarreta, Charlotte
Hobbs, Stephen F. Kingsmore, Jason Knight, Aaina Kochhar, Richard G. Kronick, Jolie
Limon, Madelena Martin, Katherine A. Rauen, Adam Schwarz, Kathleen Houtchens,
Juliette Hunt, Priscilla Joe, Maries Joseph, Robert H. Kaplan, Suma P. Shankar, Rosanna
Spicer, Mario Augusto Rojas, Ofelia Vargas-Shiraishi, Kristen Wigby, Neda Zadeh and
Lauge Farnaes
Published: The American Journal of Human Genetics, July 1, 2021