Professional Documents
Culture Documents
ενοριακή ευλογία τεχνητή νοημοσύνη 1
ενοριακή ευλογία τεχνητή νοημοσύνη 1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σελίς
01. «Ἐπεγράφημεν οἱ Πιστοί ὀνόματι Θεότητος»! (π. Β. Βολουδάκης) 459
02. Ἀπό τήν «Φάρμα τῶν ζώων» τοῦ Ὄργουελ στήν παγκόσμια ζούγ-
κλα τοῦ Μακρόν (Καθηγητής Κωνσταντῖνος Βαθιώτης) 462
03. «Εἰ τά ὁρώμενα οὕτω καλά, ποταπά τά ἀόρατα;» (Νομομαθής) 465
04. Προεόρτιος Λόγος (π. Κων/νος Ν. Καλλιανός) 469
05. Τεχνητή νοημοσύνη! (Κωνσταντῖνος Βουγᾶς) 471
06. Χριστούγεννα γιά τούς μικρούς μας φίλους(Μοναχός Νεκτάριος) 477
07. «Τί καλό νά κάνω, παιδί μου,ἡ φτωχή;»(Ἅγ. Γεώργιος Καρζλίδης) 479
08. Νέα ἔκδοση: Ὁ Θησαυρός τοῦ Κάστρου (Ἱστορικό Μυθιστόρημα) 480
09. Ἡ Χριστουγεννιάτικη Γιορτή μας (Νινέττα Βολουδάκη) 481
10. Στή Ν.Ὑόρκη ὑπάρχουν δικαστές. Στήν Ἀθήνα;(Ζωή Ἀγγελικούδη) 482
11. Τί σημαίνουν τά Χριστούγεννα ὅσο μεγαλώνουμε; (Κ. Καμάμης) 487
12. Γέρων Σωφρόνιος Κεχαγιόγλου (π. Κων/νος Ν. Καλλιανός) 492
13. Μᾶς προσκαλεῖ ὁ Θεός μας (Νίκος Τσιρώνης) 497
14. Ὁ Μεγάλος χαμένος (Δημήτριος Κοσκινιώτης) 500
15. Καλύτερα ...γαϊδουράκι λοιπόν! (Χαράλαμπος Καμπερογιάννης) 503
Ἡ κ. Εὐαγγελία Κοντάκη
Εἰς µνήµην τῶν Γονέων της Γεωργίου & Ἑλένης Κοντάκη
Κωνσταντίνος Βαθιώτης
τέως Ἀναπλ. Καθηγητή Νομικῆς Σχολῆς Δ.Π.Θ.
ἀναλογίζεται τά πάντα καί τόν ἑαυτό του, ἐνῶ ἀγνοεῖ τά πάντα καί περισσό-
τερο τόν ἑαυτό του. Βλέπω τίς τρομερές διαστάσεις τοῦ σύμπαντος πού μέ
περιβάλλει καί βρίσκομαι δεμένος σέ μιά γωνιά αὐτῆς τῆς ἀπεραντοσύνης,
χωρίς νά γνωρίζω γιατί εἶμαι ἐδῶ καί ὄχι ἀλλοῦ, οὔτε γιατί ὁ λίγος χρόνος
πού μοῦ δόθηκε νά ζήσω μέ ἔβαλε σέ τοῦτο καί ὄχι σέ κάποιο ἄλλο σημεῖο τῆς
αἰωνιότητας πού προηγήθηκε καί θά ἀκολουθήσει. Δέ βλέπω ὁλοῦθε πάρεξ
ἀπεραντοσύνη, πού μέ περικλείει σάν ἀπειροελάχιστο ἄτομο καί σά σκιά
πού διαρκεῖ μιά στιγμή χωρίς ἐπιστροφή. Τό μόνο πού ξέρω εἶναι ὅτι πρέπει
νά πεθάνω, ἀλλ’ αὐτό πού κυρίως ἀγνοῶ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ θάνατος, πού δέν
μπορῶ νά ἀποφύγω» (βλ. «Σκέψεις», ἀριθ. 194).
Οἱ εἰδικοί ἔχουν παρατηρήσει ὅτι ἡ νεώτερη ἀστρονομική θεωρία,
ὅπως συμπληρώθηκε ἀπό τόν Ἰσαάκ Νεύτωνα (1643-1727), ἐπέδρασε ἀκό-
μη καί στόν τρόπο συγκρότησης τῶν κοινωνιῶν. Τοῦτο διότι οἱ ἄνθρωποι
ἄρχισαν νά βλέπουν τόν ἑαυτό τους στήν κοινωνία σύμφωνα μέ τό νέο
αὐτό κοσμοείδωλο, ὡσάν ἄλλους, δηλαδή, ἀπομονωμένους καί αὐτάρκεις
πλανῆτες πού εὑρίσκονται στό ἀπέραντο μέ μεγάλα σκοτεινά διαστήματα
παρεμβαλλόμενα ἀνάμεσά τους. Ὅπως δέ ὁ μόνος σύνδεσμος μεταξύ τῶν
οὐρανίων σωμάτων ἦταν οἱ «φυσικοί νόμοι» τῆς ἕλξης, οἱ ὁποῖοι ἀποκαθι-
στοῦν τήν μεταξύ τους τάξη καί διασφαλίζουν τήν ἁρμονική τους κίνηση,
ἔτσι ἐντός τῆς κοινωνίας τό μόνο στοιχεῖο πού θεωρήθηκε ὅτι ἀρκεῖ γιά νά
διασφαλίσει τήν τάξη καί τήν ἁρμονία ἦταν οἱ κρατικοί νόμοι πού συνδέ-
ουν τούς κατά τά λοιπά παντελῶς ἄσχετους μεταξύ τους πολῖτες. Ἀκόμη
καί οἱ ψυχολόγοι ἐπιχείρησαν νά ἑρμηνεύσουν τόν ἐσωτερικό κόσμο τοῦ
ἀνθρώπου μέ βάση τό ντετερμινιστικό κοσμολογικό μοντέλο τῶν ἀστρονό-
μων, ὑποστηρίζοντας ὅτι οἱ συνειρμοί τῶν ἰδεῶν καί τῶν αἰσθημάτων ἀκο-
λουθοῦν νόμους ἀνάλογους μέ ἐκείνους τῆς ἕλξης μεταξύ τῶν οὐρανίων
σωμάτων. Εἶναι, ἐξ ἄλλου, γνωστό στούς φυσικούς τό λεγόμενο «πρότυπο
τοῦ Rutherford» πού ἐπιχείρησε νά παραστήσει τόν μικρόκοσμο τῶν ἀτό-
μων ὡς μικρογραφία τοῦ πλανητικοῦ συστήματος.
Πάντως, ὁ Γάλλος φιλόσοφος καί μαθηματικός Rene Descartes (1596-
1650) εἶχε προβάλει μιά πολύ ἀξιοπρόσεκτη παρατήρηση σχετικά μέ τό ζή-
τημα τῆς «κοπερνίκειας ἀντιστροφῆς». Εἶχε, δηλαδή, ἐπισημάνει τό γεγο-
νός ὅτι ἡ ἔννοια τῆς κίνησης εἶναι ἔννοια σχετική, ἀφοῦ θεωροῦμε ὅτι κάτι
κινεῖται συσχετίζοντάς το μέ ἕνα σημεῖο πού ἐκλαμβάνουμε ὡς ἀκίνητο.
Μέ βάση τό ἁπλό αὐτό δεδομένο ἰσχυρίσθηκε ὅτι μπορεῖ νά ὑποστηριχθεῖ
ὅτι ἡ γῆ κινεῖται ὑπό μιά ἔννοια, ἀλλά ἐπίσης ὅτι εἶναι ἀκίνητη ὑπό μιά
ἄλλη ἔννοια. Γιά νά κάνει τόν ἰσχυρισμό του αὐτό κατανοητό χρησιμοποί-
ησε τό παράδειγμα ἑνός ἐπιβάτη σέ ἕνα πλοῖο πού κινεῖται. Ὁ ἐπιβάτης
σέ σχέση μέ τό πλοῖο εἶναι, χρησιμοποιῶντας τήν ἔννοια αὐστηρά, ἀκίνη-
τος, ἀφοῦ δέν μετακινεῖται ἐντός αὐτοῦ, ἀλλά παραμένει στήν αὐτή θέση.
Ὅμως, ἀφοῦ τό πλοῖο, ἐπί τοῦ ὁποίου ἐπιβαίνει, κινεῖται σέ σχέση μέ τό
λιμάνι, μπορεῖ νά ὑποστηριχθεῖ, μέ μιά πιό χαλαρή χρήση τῆς λέξης «κίνη-
ση», ὅτι κινεῖται καί αὐτός ὡς πρός τό λιμάνι. Μέ βάση αὐτό τό παράδειγμα
γράφει: «Ἀλλά ἐάν ἑρμηνεύσουμε τή λέξη «κίνηση» σέ συμφωνία μέ τή
συνηθισμένη της χρήση, τότε ὅλοι οἱ ἄλλοι πλανῆτες, ἀκόμη καί ὁ ἥλιος
καί οἱ ἀπλανεῖς ἀστέρες, θά πρέπει νά εἰπωθεῖ ὅτι κινοῦνται. Ἀλλά κάτι
τέτοιο δέν μπορεῖ νά εἰπωθεῖ γιά τή Γῆ, παρά μόνο ὡς μεγάλη παραδοξό-
τητα. Διότι ἡ κοινή πρακτική συνήθεια εἶναι νά καθορίζουμε τή θέση τῶν
ἀστέρων ἀπό συγκεκριμένες τοποθεσίες ἐπί τῆς Γῆς, οἱ ὁποῖες θεωρεῖται
ὅτι εἶναι ἀκίνητες. Τά ἄστρα θεωρεῖται ὅτι κινοῦνται κατά τό μέτρο πού με-
τακινοῦνται σέ σχέση μέ αὐτά τά ἀκίνητα σημεῖα. Κάτι τέτοιο εἶναι βολικό
γιά πρακτικούς σκοπούς καί ἑπομένως ἀρκετά εὔλογο («The Philosophical
Writings of Descartes», Cambridge University Press, τόμ. 1, σελ. 252). Ἀλλά
καί ὁ Σέργιος Μακραῖος εἶχε, ἀντίστοιχα, παρατηρήσει ὅτι «ἡ τοιαύτη δόξα
…τά κινούμενα ἱστάμενα ὑποτίθησι καί τά ἱστάμενα κινούμενα ἀπεναντί-
ας τῶν αἰσθήσεων» (=ὑποθέτει ὅτι τά ἀκίνητα κινοῦνται καί τά κινούμε-
να ἀκινητοῦν ἐνάντια στή μαρτυρία τῶν αἰσθήσεων) καί ὅτι ἀναιρεῖ τίς
ἀρχές τῆς φυσικῆς καί τῆς μαθηματικῆς, διότι «ἡ μέν φυσική ἐξ αἰσθήσε-
ων ἐφορμᾶται, ἡ δέ μαθηματική εἰς ἐπιλογισμόν τῶν ἀποστάσεων καί με-
γεθῶν τῶν οὐρανίων σωμάτων τήν γῆν κέντρον τίθησιν (=διότι ἡ μέν φυσι-
κή ἐπιστήμη στηρίζεται καί ἀρχίζει ἀπό τίς αἰσθήσεις, ἐνῶ τά μαθηματικά
ἐκλαμβάνουν ὡς κέντρο τήν γῆ γιά νά ὑπολογίσουν τίς ἀποστάσεις καί
τά μεγέθη τῶν οὐρανίων σωμάτων», βλ. «Εἰσήγησις Δογματική», Κωνστα-
ντινούπολη, 1816, σέλ.112). Ἀκόμα δέ καί ὁ Albert Einstein εἶχε παρατηρή-
σει σχετικά, μαζί μέ τόν Leopold Infeld: «Ἄς πάρουμε δύο σώματα, πχ. τόν
ἥλιο καί τή γῆ. Ἡ κίνηση πού παρατηροῦμε εἶναι πάλι σχετική. Μπορεῖ νά
περιγραφεῖ συνδέοντας τό σύστημα συντεταγμένων εἴτε μέ τή γῆ, εἴτε μέ
τόν ἥλιο. Ἡ μεγάλη ἀνακάλυψη τοῦ Κοπέρνικου βρίσκεται ἀπό αὐτή τήν
ἄποψη στό ὅτι μετέφερε τό σύστημα συντεταγμένων ἀπό τή γῆ στόν ἥλιο.
Ἀλλά καθώς ἡ κίνηση εἶναι σχετική καί μπορεῖ κανείς νά χρησιμοποιήσει
ὁποιοδήποτε σύστημα ἀναφορᾶς, δέν ὑπάρχει λόγος νά προτιμοῦμε τό ἕνα
σύστημα συντεταγμένων ἀπό ἕνα ἄλλο. (βλ. «Ἡ ἐξέλιξη τῶν ἰδεῶν στή
φυσική», Ἐκδ. Δωδώνη, 1978, σελ. 186).
Παίρνοντας κανείς ἀφορμή ἀπό τά ἀνωτέρω, θά μποροῦσε νά ἀνα-
ρωτηθεῖ, ἴσως μέ τήν ἀφέλεια τοῦ ἀδαοῦς, μέ ποιά λογική θεωρήθηκε ὅτι
ἡ γῆ κινεῖται «σέ μιά γωνιά αὐτῆς τῆς ἀπεραντοσύνης», ὅταν δέν γνωρί-
ζουμε οὔτε τά ὅρια, οὔτε τό σχῆμα, οὔτε τό μέγεθος αὐτῆς τῆς ἀπεραντο-
σύνης; Πῶς εἶναι, δηλαδή, δυνατόν νά ὁρίσουμε τό κέντρο ἑνός ἀόριστου
σχήματος, ὅταν γιά κάτι τέτοιο ἀπαιτεῖται νά ἔχουμε ἀκριβεῖς μετρήσεις
καί μάλιστα, ἄν θέλουμε νά κυριολεκτήσουμε, νά ἔχουμε ἤδη διαπιστώσει
ὅτι τό σχῆμα αὐτό εἶναι σφαιρικό, καθώς μόνο τότε μποροῦμε νά μιλᾶμε
γιά «κέντρο»; Ὅταν δέ ὅλα φαίνεται νά κινοῦνται, γιατί εἶναι παράλογο νά
ἐπιλέξουμε τή γῆ ὡς ἕνα ἀκίνητο σημεῖο ἀναφορᾶς;
Αὐτό, ὅμως, πού ἔχει ἴσως μεγαλύτερη σημασία εἶναι νά ἐπισημάνει
Προεόρτιος λόγος...
(Ποιμαντικά βιώματα)
κακοῦ». Ὅπως ἔχουμε πεῖ καί στό παρελθόν, ὁτιδήποτε μπορεῖ νά χρη-
σιμοποιηθεῖ τόσο γιά καλό ὅσο καί γιά κακό… Ἔτσι τά προαναφερθέ-
ντα συστήματα ἐξυπηρετοῦν μέν τή ζωή μας, ἔχουν γίνει ὡστόσο αἰτία
πολλοί ἄνθρωποι νά βρεθοῦν στό δρόμο χωρίς δουλειά ἀφοῦ μποροῦσαν
πλέον νά ἀντικατασταθοῦν ἀπό τέτοια συστήματα πού δέν κουράζονται,
δέν κοιμοῦνται, δέν ἀρρωσταίνουν καί δέν πᾶνε διακοπές.
Αὐτή τή στιγμή τέτοιου εἴδους συστήματα ἀποφασίζουν ἄν κάποιος
θά πάρει ἕνα δάνειο πού αἰτεῖται στήν τράπεζα, μιᾶς καί μποροῦν νά
προβλέψουν ἄν ὁ δανειολήπτης θά τό ἀποπληρώσει. Ἔχει ὅμως ἀποδει-
χθεῖ ὅτι πολλά ἀπό αὐτά τά συστήματα λειτουργοῦν “ρατσιστικά” καί
ἔτσι ἄν ὁ δανειολήπτης δέν εἶναι λευκός, ἔχει μικρότερες πιθανότητες
ἔγκρισης τοῦ δανείου του…
(β) Γενική ΤΝ
Ἡ Γενική ΤΝ σήμερα βρίσκεται σέ βρεφικά στάδια καί ὅσον ἀφορᾶ
στίς ἐφαρμογές πού ἔχουν φτάσει μέχρι ἐμᾶς, ἀπαρτίζεται ἀπό συστή-
ματα ψηφιακῶν βοηθῶν ὅπως ἡ Apple Siri καί ἡ Amazon Alexa καθώς
καί κάθε εἴδους chat bot. Τά συστήματα αὐτά ἔχουν ὡς στόχο νά ἀλλη-
λεπιδροῦν μέ ἀνθρώπους μιμούμενα τήν ἀνθρώπινη συμπεριφορά καί
ὁμιλία καί στόχο ἔχουν νά καταλαβαίνουν τί θέλουμε ἀπό αὐτά καί, ἄν
πρόκειται γιά εὕρεση πληροφοριῶν, νά βρίσκουν τίς σχετικότερες πλη-
ροφορίες, ὅπου αὐτές ὑπάρχουν στό διαδίκτυο ἤ ἄν πρόκειται γιά ἁπλές
δράσεις, νά τίς ἐπιτελοῦν ἐπιτυχῶς, πχ, “Siri, στεῖλε μήνυμα στή γυναῖκα
μου ὅτι θά ἀργήσω”.
Ὑπάρχουν καί ἄλλα συστήματα τά ὁποῖα βρίσκονται αὐτή τή στιγ-
μή σέ πειραματικό στάδιο ὅπως γιά παράδειγμα τό GPT-3 τῆς Open AI,
τό ὁποῖο εἶναι ἕνα μοντέλο βαθειᾶς μάθησης, πού ἔχει ἐκπαιδευτεῖ χωρίς
ἀνθρώπινη ἐπίβλεψη πάνω σέ ὅλο τό περιεχόμενο τοῦ διαδικτύου, μέ
στόχο νά μπορεῖ νά ἀπαντήσει σέ ὁποιαδήποτε ἐρώτηση, δημιουργῶντας
κείμενα πού θά μποροῦσαν νά ἔχουν γραφεῖ ἀπό ἄνθρωπο. Αὐτοῦ τοῦ
εἴδους τά μοντέλα ἀποτελοῦν τήν πηγή τῶν μελλοντικῶν μας προβλη-
μάτων, γιατί αὐτά πού μαθαίνουν καί οἱ συσχετισμοί πού κάνουν εἶναι
γιά ἐμᾶς ἕνα “μαῦρο κουτί” τό ὁποῖο πρός τό παρόν δέν μποροῦμε νά
τό κατανοήσουμε. Γιά νά καταλάβουμε περί τίνος πρόκειται, θά πα-
ραθέσουμε στοιχεῖα ἀπό ἕνα πολύ ἐνδιαφέρον πείραμα πού ἔκανε ἡ
ἐφημερίδα Guardian μέ αὐτό τό μοντέλο [https://www.theguardian.com/
commentisfree/2020/sep/08/robot-wrote-this-article-gpt-3]. Ἀφοῦ ἐξα-
σφάλισαν πρόσβαση στό σύστημα, τοῦ ζήτησαν νά γράψει μιά ἔκθεση μέ
θέμα “Πεῖσε μας ὅτι ἡ Τεχνητή Νοημοσύνη καί τά Ρομπότ δέν ἀπειλοῦν
τήν ἀνθρωπότητα”.
(γ) Ἰσχυρή ΤΝ
Πρόκειται γιά μελλοντική ἐξέλιξη τῶν παραπάνω συστημάτων ΤΝ
σέ σημεῖο πού ἡ συμπεριφορά τους δέν θά διαφέρει σέ τίποτα ἀπό τή
δική μας καί μάλιστα σέ ἐπίπεδο ἐξυπνάδας θά μᾶς ξεπερνοῦν σέ κάθε
ἐπίπεδο. Πρόδρομος αὐτῶν τῶν συστημάτων εἶναι τά μοντέλα βαθειᾶς
ἐνισχυτικῆς μάθησης (deep reinforcement learning) τῆς Google-DeepMind
στά ὁποῖα οἱ προγραμματιστές θέτουν ἕνα στόχο σέ συνδυασμό μέ ἀντα-
μοιβή γιά τήν ἐπίτευξή του καί ποινή γιά τό ἀντίθετο καί ἀφήνουν τά
Κωνσταντῖνος Βουγάς
Μοριακός Βιολόγος
νά ζεσταθοῦν κοντά στίς ἀναμμένες σόμπες, πού ἔκαιγαν ἀσταμάτητα κι ὅλο με-
τροῦσαν τίς μέρες, ὥσπου νά φτάσουν τά Χριστούγεννα.
Ἕνα σπιτάκι κοντά στήν πλατεία ἦταν τό σχολεῖο τοῦ Ἄρνσντορφ. Στό ἰσό-
γειο τοῦ σπιτιοῦ ζοῦσε ὁ δάσκαλος τοῦ χωριοῦ ὁ Φράντς Γκροῦμπερ. Ὁ Γκροῦμπερ
ἦταν ἕνας καλός δάσκαλος καί ἐκτός ἀπό τό ἔργο του αὐτό, ἔκανε κι ἕνα σωρό ἄλλες
δουλειές. Φρόντιζε τήν ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ, τήν ἐκκλησία τοῦ διπλανοῦ χωριοῦ καί
ἔπαιζε στό ὄργανο στή λειτουργία. Ἀκόμα τοῦ ἄρεσε νά συνθέτει μικρές μουσικές
συνθέσεις καί νά τίς παίζει στό ἁρμόνιο.
Μέ τόν ἱερέα τοῦ χωριοῦ Γιόζεφ Μόρ, ὁ δάσκαλος εἶχε ἰδιαίτερες φιλίες. Ἔτσι,
συχνά συναντιόντουσαν, πότε στήν πλατεία, ὅταν ὁ καιρός ἦταν καλός, πότε στήν
ἐκκλησία καί τίς πιό πολλές φορές τά βράδια στό σχολεῖο, γιά νά συζητήσουν ἕνα
σωρό ὑποθέσεις τοῦ χωριοῦ τους καί τῆς γύρω περιοχῆς, ἀφοῦ ἦταν οἱ πιό μορφω-
μένοι ἀνάμεσα στούς ἄλλους.
Μιά παγωμένη χειμωνιάτικη νύχτα ὁ ἱερέας Γιόζεφ Μόρ χτύπησε τήν πόρ-
τα τοῦ φίλου του. Ἐκείνη τή βραδιά δέν εἶχε τίποτε ἐπεῖγον νά συζητήσουν. Ἦρθε
κρατῶντας στά χέρια του ἕνα φύλλο χαρτί. Εἶχε γραμμένο ἐκεῖ, ἕνα ἁπλό χριστου-
γεννιάτικο ποιηματάκι δικό του. Παρακάλεσε, λοιπόν, τό δάσκαλο νά τό κάνει τρα-
γούδι. Ἐκεῖνος δέχεται καί στίς 24 Δεκεμβρίου 1818 ἀντήχησε γιά πρώτη φορά τό
«Ἅγια Νύχτα» μέσα στήν ἐκκλησία τοῦ Ὄμπερντορφ, ἕνα χωριουδάκι τρία χιλιόμε-
τρα μακριά ἀπό τό Ἄρνσντορφ. Οἱ δυό φίλοι ὑπηρετοῦσαν κι ἐκεῖ τή μικρή ἐνορία
τοῦ χωριοῦ, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε ἐκεῖ οὔτε ἱερέας, οὔτε μουσικός γιά τό ἁρμόνιο.
Παραμονή, λοιπόν, Χριστούγεννα ἀκούστηκε τό πιό ἀγαπημένο χριστουγεν-
νιάτικο τραγούδι στόν κόσμο, ἡ «Ἅγια Νύχτα».
Τό τραγούδι συγκίνησε πολύ καί ἄρεσε ὑπερβολικά στούς κατοίκους τοῦ φτω-
χοῦ χωριοῦ. Τούς ἔδωσε πολλή χαρά κι ἄρχισε νά σιγοτραγουδιέται ἀπό μικρούς καί
μεγάλους.
Μά, ἕνα τόσο μελωδικό τραγούδι, δέν μποροῦσε νά περιοριστεῖ στά στενά
ὅρια ἑνός αὐστριακοῦ χωριοῦ. Οἱ νότες τῆς «Ἅγιας Νύχτας» ταξίδεψαν στή Γερμανία
κι ἀπό κεῖ πέρασαν στήν Ἀγγλία, στή Νορβηγία καί Σουηδία. Πέρασαν τά σύνορα
τῆς Ἀμερικῆς καί Ἀφρικῆς. Τραγουδήθηκε στή Ν. Ζηλανδία καί Αὐστραλία κι ὅπου
ὑπάρχει χριστιανική ψυχή. Μεταφράστηκε σ’ ὅλες τίς γλῶσσες καί τραγουδήθηκε
ἀπ’ ὅλο τόν κόσμο.
Ἡ γλυκιά της εὐλαβική μελωδία συγκινεῖ τήν ψυχή καί τή γεμίζει ἱερά συναι-
σθήματα γιά τό Θεῖο Παιδί, πού ’ρθε στή γῆ μας γιά τή λύτρωση τοῦ κόσμου.
Ποῦ νά φανταστοῦν οἱ δυό αὐτοί φίλοι, ὁ δάσκαλος Γκροῦμπερ καί ὁ ἱερέας
Μόρ, ὁ ποιητής καί ὁ συνθέτης, πώς ὡς σήμερα τά Χριστούγεννα τοῦ 1980 θά τρα-
γουδιέται τό ἔργο τους, πού μοναδικός σκοπός του ἦταν νά δώσει λίγη χαρά στούς
φτωχούς συγχωριανούς τους, ἐκεῖνα τά Χριστούγεννα τοῦ 1818.
Μοναχός Νεκτάριος
Κελλίον Μπουραζέρη-ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Πόλη τῆς Νέας Ὑόρκης, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀπολυθεῖ, ἐπειδή δέν ἐμβολιάστη-
καν κατά τοῦ κορῶνα-ἰοῦ!
διάρκεια τῆς πανδημίας, ὅτι τό ἐμβόλιο κατά τοῦ Covid-19 δέν εἶναι ἀπό-
λυτο. Κρούσματα σέ ἐμβολιασμένους προκύπτουν, ἀκόμα καί γιά ἐκείνους
πού ἐμβολιάστηκαν μέ ἐνισχυτικές δόσεις. Ὁ Πρόεδρος Joseph Biden ἔχει
πεῖ, ὅτι ἡ πανδημία τελείωσε. Ἡ Πολιτεία τῆς Νέας Ὑόρκης ἔληξε τήν κατά-
σταση ἔκτακτης ἀνάγκης γιά τόν Covid-19 πρίν ἀπό ἕνα καί πλέον μήνα.
[…]
Ἡ ἐντολή ἐμβολιασμοῦ τῶν ἐργαζομένων στήν Πόλη (σ.σ. τῆς Νέας
Ὑόρκης) δέν ἀφοροῦσε μόνο τήν ἀσφάλεια καί τή δημόσια ὑγεία· ἀφο-
ροῦσε τή συμμόρφωση. Ἄν ἀφοροῦσε τήν ἀσφάλεια καί τή δημόσια ὑγεία,
οἱ ἀνεμβολίαστοι ἐργαζόμενοι θά εἶχαν τεθεῖ σέ ἄδεια ἄνευ ἀποδοχῶν τή
στιγμή πού τό διάταγμα ἐκδόθηκε. Ἄν ἀφοροῦσε τήν ἀσφάλεια καί τή δη-
μόσια ὑγεία, ὁ Ἐπίτροπος Ὑγείας θά εἶχε ἐκδώσει ἐντολή ἐμβολιασμοῦ πού
θά ἀφοροῦσε ὅλους τούς κατοίκους τῆς πόλης. Σέ μία πόλη μέ περίπου
80% ποσοστό ἐμβολιασμοῦ, δέν θά πρέπει νά ἐπιβάλλουμε ποινές στούς
ἀνθρώπους πού ἦταν παρόντες στήν ἐργασία τους διατρέχοντας μεγά-
λο κίνδυνο γιά τούς ἴδιους καί τίς οἰκογένειές του, ἐνῶ βρισκόμασταν σέ
lockdown.
Ἄν ἀφοροῦσε (σ.σ. ἡ ἐντολή ἐμβολιασμοῦ) τήν ἀσφάλεια καί τή δημό-
σια ὑγεία, κανένας δέν θά ἁπαλλασσόταν. Ἦρθε ἡ ὥρα γιά τήν Πόλη τῆς
Νέας Ὑόρκης νά πράξει τό σωστό καί τό δίκαιο».
Στό σημεῖο αὐτό θά πρέπει βέβαια νά τονίσουμε, ὅτι ὁ δικαστής Porzio
ξεκαθαρίζει, πώς ἡ ἀπόφασή του δέν ἀφορᾶ τούς ὑγειονομικούς ὑπαλλή-
λους πού ἀπολύθηκαν λόγῳ μή ἐμβολιασμοῦ τους. Ἐντοπίζει μία εἰδοποιό
διαφορά μεταξύ τῶν δημοσίων ὑπαλλήλων πού ἐργάζονταν στήν Πόλη
τῆς Νέας Ὑόρκης καί τῶν ὑγειονομικῶν ὑπαλλήλων: Γιά τούς πρώτους,
ποτέ δέν ὑφίστατο καμία ὑποχρέωση ἐμβολιασμοῦ ὡς ὅρος ἐργασίας τους,
ἐνῷ οἱ δεύτεροι εἶχαν πάντοτε τήν ὑποχρέωση νά ἐμβολιάζονται κατά με-
ταδοτικῶν ἀσθενειῶν. Γιά τό λόγο αὐτό, κατά τό δικαστή Porzio οἱ δημόσιοι
ὑπάλληλοι δέν μποροῦν νά ἐξομοιωθοῦν μέ τούς ὑγειονομικούς ὑπαλλή-
λους.
Τί ἰσχύει, ἀλήθεια, γιά τούς ὑγειονομικούς ὑπαλλήλους πού ἐργάζο-
νται στήν Ἑλλάδα; Στίς συμβάσεις ἐργασίας τους προβλέπεται ὑποχρέωσή
τους νά ἐμβολιάζονται, καί ἄν ναί, κατά ποιῶν ἀσθενειῶν;
Ὁ δικαστής Porzio ἀπεφάνθη νά ἐπανέλθουν οἱ ἀπολυθέντες ἐργα-
ζόμενοι σέ καθεστώς πλήρους ἀπασχόλησης ἀπό τήν 25 Ὀκτωβρίου 2022,
δηλαδή τήν ἑπομένη ἡμέρα ἀπό τήν ἔκδοση τῆς ἀπόφασής του. Ὅρισε μά-
λιστα, ὅπως προείπαμε, νά λάβουν ἀναδρομικές ἀποδοχές ἀπό τήν ἡμερο-
μηνία τῆς ἀπόλυσής τους. Κήρυξε δέ ἀντισυνταγματικά, τόσο τά διάταγμα
τοῦ Ἐπιτρόπου Ὑγείας περί ἐμβολιασμοῦ τῶν ὑπαλλήλων στό δημόσιο καί
τόν ἰδιωτικό τομέα, ὅσο καί τό Ἐκτελεστικό Διάταγμα τοῦ Δημάρχου περί
ἀπαλλαγῆς τῶν καλλιτεχνῶν καί τῶν ἀθλητῶν ἀπό τήν ὑποχρέωση ἐμβο-
λιασμοῦ.
Συνταγματικές Ἀρχές
Προκειμένου νά καταλήξει στό ὡς ἄνω συμπέρασμά του, ὁ δικαστής
Porzio ἐπικαλέστηκε καί ἐφάρμοσε μιά σειρά ἀπό συνταγματικές ἀρχές,
κατοχυρωμένες ὄχι μόνο στήν Ἀμερικανική, ἀλλά καί στήν Ἑλληνική
ἔννομη τάξη. Αὐτές εἶναι:
α) ἡ ἀρχή τῆς διάκρισης τῶν λειτουργιῶν, τήν ὁποία μάλιστα χαρα-
κτήρισε θεμέλιο (bedrock) τοῦ συστήματος διακυβέρνησης. Ἔκρινε, ὅτι
τό διάταγμα τοῦ Ἐπιτρόπου Ὑγείας παραβιάζει τήν ἀρχή τῆς διάκρισης
τῶν λειτουργιῶν, καθώς δέν ἔχει ἐκεῖνος «τήν ἐξουσία νά μεταβάλλει μο-
νομερῶς καί ἐπ’ ἀόριστον τούς ὅρους ἐργασίας γιά ὁποιαδήποτε ἀρχή».
Ἡ ἀρχή τῆς διάκρισης τῶν λειτουργιῶν κατοχυρώνεται στό ἄρθρο 16 τοῦ
Ἑλληνικοῦ Συντάγματος.
β) ἡ ἀρχή τῆς (ἀναλογικῆς) ἰσότητας: Παραθέτει ὁ δικαστής τήν πρώ-
τη παράγραφο τοῦ πρώτου ἄρθρου ἀπό τό Σύνταγμα τῆς Νέας Ὑόρκης:
«Κανένας δέν θά στερηθεῖ τήν ἴση προστασία τῶν νόμων αὐτῆς τῆς πο-
λιτείας ἤ ὁποιασδήποτε ὑποδιαίρεσής της». Τονίζει, ὅτι σκοπός αὐτῆς τῆς
διάταξης εἶναι «νά ἀποτρέψει ἐκείνους πού λαμβάνουν ἀποφάσεις ἀπό τό
νά μεταχειρίζονται διαφορετικά ἐκεῖνες τίς περιπτώσεις πού ὁμοιάζουν σέ
ὅλες τίς πτυχές τους». Διαπιστώνει, ὅτι παραβιάστηκε ἡ ἀρχή τῆς ἰσότη-
τας, ἐπειδή «οἱ ἐργαζόμενοι στό δῆμο τῆς Νέας Ὑόρκης ἀντιμετωπίστηκαν
ἐντελῶς διαφορετικά ἀπό τούς ἐργαζόμενους στόν ἰδιωτικό τομέα, ἐνῶ
τόσο οἱ ἐργαζόμενοι στό δῆμο, ὅσο καί οἱ ἐργαζόμενοι στόν ἰδιωτικό τομέα
ἀντιμετωπίστηκαν διαφορετικά ἀπό ὅ,τι οἱ ἀθλητές καί οἱ καλλιτέχνες».
Ἡ ἀρχή τῆς ἰσότητας κατοχυρώνεται στό ἄρθρο 4 τοῦ Ἑλληνικοῦ Συ-
ντάγματος καί νοεῖται πάντοτε ὡς ἀναλογική ἰσότητα. Ἐπιτάσσει δηλαδή
ἴδια μεταχείριση τῶν ὅμοιων καί διαφορετική μεταχείριση τῶν ἀνόμοιων
περιπτώσεων.
γ) ἡ ἀρχή τῆς ἀναλογικότητας: Ὁ δικαστής Porzio περιγράφει τήν
ἀρχή τῆς ἀναλογικότητας, ὅταν σημειώνει: «Δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι
τά διατάγματα περί ἐμβολιασμοῦ τέθηκαν σέ ἰσχύ γιά τήν ἐπίτευξη ἑνός
νόμιμου κυβερνητικοῦ σκοποῦ. Ὡστόσο θά πρέπει νά ὑπάρχει λογική σχέ-
ση μεταξύ τοῦ σκοποῦ πού ἐπιδιώκεται νά ἐπιτευχθεῖ καί τῶν μέσων πού
χρησιμοποιοῦνται προκειμένου νά ἐπιτευχθεῖ ὁ σκοπός». Ἡ ἀρχή τῆς ἀνα-
λογικότητας κατοχυρώνεται στό ἄρθρο 25 παρ. 1 ἐδάφιο δ τοῦ Ἑλληνικοῦ
Συντάγματος.
δ) ἡ ἐλεύθερη ἀνάπτυξη τῆς προσωπικότητας: Διαβάζομαι στήν ἐξε-
ταζόμενη ἀπόφαση: «Αὐτοί οἱ “ἑκατοντάδες χιλιάδες ἀνεμβολίαστοι”
(πολῖτες μέ τούς ὁποίους οἱ ὑπάλληλοι ἔρχονται σέ ἐπαφή) εἶναι ὑπεύθυ-
νοι γιά τή δική τους ὑγεία. Ἐπιλέγουν οἱ ἴδιοι, ἄν θά ἐμβολιαστοῦν ἤ ἄν θά
ρισκάρουν νά μολυνθοῦν. Οἱ ὑπάλληλοι τῆς Πόλης τῆς Νέας Ὑόρκης θά
ἔπρεπε ἐπίσης νά ἔχουν τό δικαίωμα νά κάνουν τή δική τους ἐπιλογή σέ
ὅ,τι ἀφορᾶ τή δική τους ὑγεία». Ἡ ἐλεύθερη ἀνάπτυξη τῆς προσωπικότη-
Ναί, σίγουρα, ὅταν μπαίνει κανεὶς σὲ ἕνα τέτοιο σπίτι δὲν μπορεῖ παρὰ
νὰ αἰσθανθεῖ ἕνα κῦμα χαρᾶς νὰ τὸν πλημμυρίζει, ἡ αἵσθηση ὅτι εἰσέρ-
χεται σὲ κάποιον χῶρο ὄχι πλέον μέσα στὴν πολύβουη πολιτεία, πού,
παρὰ τὶς ὅποιες προσπάθειές της νὰ φορέσει τὰ καλά της, συνήθως πα-
ρουσιάζει ἕνα φτωχὸ ἀποτέλεσμα τὸ ὁποῖο καλεῖται νὰ συμπληρώσει ὁ
καλόπιστος διαβάτης χρησιμοποιῶντας γενναιόδωρα τὰ ἀποθέματα τῆς
γιορτινῆς φαντασίας καὶ τῆς καλῆς του θέλησης.
Ἀναφέρθηκα, ὅμως, σὲ προϋποθέσεις καὶ στὴ συνέχεια παρουσία-
σα μιὰ εἰκόνα, ποὺ φαίνεται νὰ μὴν τῆς λείπει τίποτα. Ἡ ἀλήθεια εἶναι
πὼς προχώρησα κατευθεῖαν στὸ ἀποτέλεσμα, παρακάμπτοντας στὴ δι-
αδρομὴ ἕναν σημαντικὸ παράγοντα –τὸν πιὸ σημαντικὸ μᾶλλον– τὸν
ἀνθρώπινο. Ἤθελα νὰ παραστήσω μιά γενικὴ εἰκόνα ἑνὸς σπιτιοῦ στὴν
ἰδανικότερή του μορφή, ἀκριβῶς ὅπως κι ἐσεῖς περιμένατε νὰ ἀκούσετε
καὶ νὰ συμπληρώσετε τὶς ὅποιες παραλείψεις μὲ τὴ δική σας καλὴ θέλη-
ση, ὡς ἄλλοι καλόπιστοι διαβάτες ποὺ φτάσατε σὲ κάποιον προορισμό.
Φανταστεῖτε ὅμως τὶ θὰ γινόταν ἂν ἐγώ, ἢ ἐσεῖς, ἤ, ἔστω, κάποιοι ἀπὸ
ἐσᾶς ἀποφασίζαμε νὰ ἐμφανιστοῦμε ἁπλῶς ἀπὸ ὑποχρέωση, σὰν σὲ μιὰ
ἀγγαρεία, ἂν ὁ νοῦς μας ἦταν συνεχῶς στὰ προβλήματά μας ἢ σὲ ἐκεῖνα
ποὺ θὰ προσπαθούσαμε μετ’ ἐπιτάσεως νὰ ἐντοπίσουμε στὸ σπίτι ποὺ
μᾶς φιλοξενεῖ, ἤ, ἀκόμα χειρότερα, ἂν, παρ’ ὅλη τὴν καλή μας διάθεση,
τὸ πρόσωπο ποὺ ἐμφανιζόταν στὴν πόρτα νὰ μᾶς καλοσωρίσει συγκέ-
ντρωνε πάνω του τὰ παραπάνω χαρακτηριστικά! Ποιός, ἄραγε, θὰ εἶχε
τότε μάτια γιὰ τὸ σπίτι, τὸν χῶρο ἐκεῖνο ποὺ μὲ τόση ζεστασιά μᾶς γέμι-
σε πρίν; Ποιὸς δὲν θὰ ἔβλεπε τὴν ὥρα νὰ φύγει ἀπὸ ἐκεῖ ὅσο γίνεται πιὸ
γρήγορα, ἀγωνιζόμενος νὰ κρατήσει μέσα του ὅ,τι τυχὸν ἀπὸ τὴ γιορτινὴ
ἀτμόσφαιρα εἶχε μέχρι τότε καταφέρει νὰ συγκεντρώσει στὴν ψυχή του;
Κάποιος πιὸ ἀνεκτικὸς πιθανὸν θὰ προσπαθοῦσε –μὲ εἰλικρινεῖς προθέ-
σεις, γιατὶ ὄχι;– νὰ παραβλέψει ὅλες τὶς παράταιρες συμπεριφορὲς, μέρα
ποὺ εἶναι, καὶ νὰ ὑπενθυμίσει μὲ τὸ παράδειγμά του ὅσα οἱ συνδαιτημό-
νες του εἶχαν ἀρχίσει νὰ ξεχνοῦν, καὶ ἴσως πράγματι νὰ τὰ καταφέρει.
Συνηθέστερα, ὅμως, θὰ ὠφελήσει μόνο τὸν ἑαυτό του.
Συνεχίζοντας τὸν παραπάνω συλλογισμό μποροῦμε, πιστεύω, νὰ
συμφωνήσουμε στὸν πρωτεύοντα ρόλο ποὺ ἔχουν οἱ σχέσεις μεταξὺ τῶν
ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖες μὲ τὴ σειρά τους χτίζονται στὴ βάση τῆς προετοιμα-
σίας καὶ τῆς δουλειᾶς ποὺ κάνει ὁ καθένας ἀπὸ ἐμᾶς μὲ τὸν ἑαυτό του,
ἐπιτρέποντάς μας ἔτσι νὰ ἀντιληφθοῦμε καὶ τὴν ὕπαρξη ἄλλων ἀνθρώ-
πων, ὁμοίων μὲ ἐμᾶς καὶ, ταυτόχρονα, τελείως διαφορετικῶν, ἀκριβῶς
ἐπειδὴ πρόκειται γιὰ ἀνθρώπους. Τὰ Χριστούγεννα προσφέρουν μιὰ
καλὴ εὐκαιρία γιὰ τὴν ἐκκίνηση αὐτῆς τῆς ἐνδοσκοπικῆς διαδικασίας,
ὅσο καὶ γιὰ τὴν ἀξιολόγησή της: ἡ συνάθροιση καὶ τὸ γεῦμα τῶν Χρι-
στουγέννων ἔχουν κατὰ κανόνα οἰκογενειακὸ χαρακτῆρα, πρᾶγμα ποὺ
καὶ οὔτε βρισκόταν μὲ τὸν ἄνθρωπο ποὺ φανταζόταν, οὔτε εἶχαν πα-
ντρευτεῖ μὲ τὸν τρόπο ποὺ εἶχε κατά νοῦ, οὔτε ξαφνικὰ οἱ οἰκογενειακὲς
ἔριδες εἶχαν κοπάσει καί, πολὺ περισσότερο, ἡ μέρα κατὰ τὴν ὁποία θὰ
δοξαζόταν καὶ θὰ γινόταν σπουδαῖος, ἀναγνωρισμένος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώ-
πους βρίσκεται ἀκόμα πολὺ μακριά. Ἡ πραγματικότητα, ἡ φαντασία
καὶ ἡ ἀνάμνηση εἶχαν ἰσάξιο ρόλο στὴ μέχρι τότε ζωή του, ὥστε μὲ τὸν
ἴδιο τρόπο ἀντικρύζει ὅσα δὲν ὑπῆρξαν ποτὲ στὰ ἀλήθεια, ὅσα ὑπῆρξαν
καὶ δὲν ὑπάρχουν πιά καὶ ἐκεῖνα ποὺ, μέχρι στιγμῆς, ἐξακολουθοῦν νὰ
ὑπάρχουν. Εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι μιὰ ζωὴ τόσο κατακερματισμένη; Καί,
ἂν ναί, καθώς φαίνεται, τότε ἡ ζωὴ δὲν διαφέρει πολὺ ἀπὸ ἕνα ὄνειρο,
οὔτε καὶ ἀξίζει τὸν κόπο καὶ τὰ αἰσθήματα ποὺ δαπανοῦμε καθημερινά.
Ἴσως δὲν εἶναι πολλοὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ φτάνουν σὲ ἕνα τέτοιο
ἐπίπεδο ἀπόσχισης ἀπὸ τὴν πραγματικότητα, ἄνθρωποι στοὺς ὁποίους ἡ
φωνὴ τῆς μνήμης ἰδωμένης μέσα ἀπὸ τὸ ἰσχυρὸ πρῖσμα τοῦ φανταστικοῦ,
ἐπιτελεῖ ἕναν ρόλο τόσο διχαστικό, ἢ, γιὰ τόσο μεγάλο διάστημα. Ὅλοι
μας ὅμως, σὲ κάποιο βαθμὸ, ζοῦμε μὲ τὴ θέλησή μας στὸν κόσμο μας,
ἕναν κόσμο τοῦ ὁποίου τὰ ὅρια ἔχουμε θέσει ἐμεῖς καὶ στὸν ὁποῖο οἱ
ἄλλοι χωρᾶνε μόνον ὅσο τοὺς ἐπιτρέπουμε καὶ πάντα ὅπως τοὺς θέλουμε
νὰ εἶναι, ὄχι ὅπως πράγματι εἶναι. Εἶναι εὔκολο, ὡραῖο σὲ ἕναν βαθμό
καὶ γιατὶ ὄχι; Μᾶς τὸ ὀφείλουμε, ἂν ἀναλογιστοῦμε τὸν καθημερινό μας
ἀγῶνα. Καὶ ἔτσι ὄντως θὰ ἦταν, ἂν δὲν ἦταν τόσο εὔθραυστος αὐτὸς ὁ
κόσμος σὲ κάθε μεταβολὴ τῆς πραγματικότητας, ὅπως ἄλλωστε καὶ κάθε
τὶ ψεύτικο. Καὶ τότε, ὅσο πιὸ ἀπομακρυσμένοι βρισκόμαστε ἀπὸ τὴν
πραγματικότητα, τόσο πιὸ δύσκολη μᾶς ἔρχεται. Αὐτὸς δὲν εἶναι καὶ ὁ
λόγος, ποὺ ἔχουμε τόση δυσκολία στὶς μεταξύ μας σχέσεις; Ἡ ὑπέρμετρη
προσήλωση τοῦ καθενὸς στὸν ἑαυτό του καὶ ἡ ἐπίμονη ἄρνησή του νὰ
κοιτάξει τὸν κόσμο ὅπως εἶναι ἀντὶ τοῦ ὅπως τὸν βολεύει. Τὶ μποροῦμε
νὰ κερδίσουμε ἔτσι; Ὁ κόσμος ἔχει γίνει ἕνας τεράστιος καθρέφτης γιὰ
νὰ θαυμάζουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ τὸν μισοῦμε συγχρόνως, γιατὶ μᾶς
βλέπουμε ξεκάθαρα πάνω σὲ κάθε τί, ξεκάθαρα ὅπως βαθιὰ μέσα μας
ξέρουμε ὅτι εἴμαστε, μὲ ὅλα μας τὰ ἐλαττώματα καὶ ὄχι ὅπως πασχίζου-
με νὰ πείσουμε τοὺς ἄλλους-καὶ ἐμᾶς κυρίως- ὅτι εἴμαστε. Κάθε ρωγμὴ
σὲ αὐτὸ τὸν ἀντικατοπτρισμὸ εἶναι ἀνυπόφορη, γιατὶ μᾶς θυμίζει πὼς
εἴμαστε ἀκόμα στὸ σημεῖο μηδέν. Πόση ἀξία ἔχει, στ’ ἀλήθεια, τέτοια
ζωή, παραπάνω ἀπὸ ὁποιοδήποτε ὄνειρο; Πῶς νὰ μὴ μᾶς πιάνει ἀπελπι-
σία ἔπειτα;
Ὄχι! Ἀντιτάσσει σθεναρά ὁ Dickens. «Μακριὰ ἀπὸ ἐμᾶς τέτοιοι
συλλογισμοὶ τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων!». Γιατὶ τώρα, ποὺ βλέπου-
με πραγματικὰ τὶ εἴμαστε καὶ τὶ ἤμασταν, πρέπει νὰ φέρουμε ἀκόμα
πιὸ κοντά μας ὅλες ἐκεῖνες τὶς ἀναμνήσεις ποὺ μᾶς ἔτρεφαν τόσα χρό-
νια, γιατὶ πλέον μποροῦμε νὰ τὶς δοῦμε ὅπως εἶναι: Ἀναμνήσεις, καὶ νὰ
μάθουμε ἀπὸ αὐτές. Ἐκεῖνο τὸ μικρὸ παιδί, τὸ μέλλον τοῦ ὁποίου εἶχε
προσεκτικὰ ὑφανθεῖ μέσα ἀπὸ τὸ ρομαντικὸ πρῖσμα τῆς νεανικῆς φαντα-
σίας, πλέον φαντάζει λαμπρότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη φορά, γιατὶ τὴ λάμψη
του τὴ δίνει ἡ εἰλικρίνεια καὶ ἡ ἀλήθεια. Ἂς καλοσωρίσουμε ὅλους καὶ
ὅλα ἐκεῖνα ποὺ ὑπῆρξαν καὶ ποὺ δὲν ὑπῆρξαν καὶ ὅσα ἐλπίζουμε πὼς
θὰ ὑπάρξουν, γύρω ἀπὸ τὴ φωτιὰ τῶν Χριστουγέννων! Κι ἂν, σὲ μιὰ
γωνιὰ, διακρίνεται σκοτεινὸ τὸ πρόσωπο κάποιου ἐχθροῦ μας, ἐμεῖς τὸν
συγχωροῦμε καὶ τὸν προσκαλοῦμε νὰ καθίσει πλάι μας, ἂν θέλει· κι ἂν
δὲν θέλει, καλῶς. Κανένα δὲν διώχνουμε σήμερα!
«Μιὰ στιγμή», ἀποκρίνεται μιὰ χαμηλὴ φωνή. «Κανένα; Σκέψου!»
«Τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων δὲν θὰ διώξουμε ἀπὸ τὴ φωτιὰ
κανέναν.»
«Οὔτε καὶ τὴ σκιὰ τῆς μεγάλης Πόλης ὅπου τὰ ξεραμένα φύλλα
κεῖνται βαθιά;» ἀπαντᾶ ἡ φωνή. «Οὔτε καὶ τὴ σκιὰ ποὺ ἀμαυρώνει ὁλό-
κληρη τὴ γῆ; Οὔτε καὶ τὴ σκιὰ τῆς Πόλης τῶν Νεκρῶν;»
Ὄχι, οὔτε κι αὐτήν. Εἰδικὰ τὰ Χριστούγεννα, θὰ στρέψουμε τὸ
βλέμμα μας πρὸς αὐτὴ τὴν Πόλη, γιὰ νὰ φέρουμε στὴ μνήμη μας ἐκεί-
νους ποὺ ἀγαπήσαμε καὶ ποὺ τοὺς θέλουμε κοντά μας, στὸ ὄνομα Ἐκεί-
νου ποὺ συνανεστράφη τοῖς ἀνθρώποις, καθώς γέγραπται. Μποροῦμε νὰ
τοὺς ἀντικρύσουμε, ὅπως καὶ τοὺς ζωντανοὺς, γύρω ἀπὸ τὴ φωτιά καὶ
νὰ ἀντέξουμε στὴ σκέψη ὅτι δὲν εἶναι μαζί μας, μαζὶ μὲ τὴν ἀνάμνηση
τοῦ γεγονότος, ποὺ συμφιλίωσε τὸν κόσμο τῶν ζωντανῶν μὲ ἐκεῖνο τῶν
νεκρῶν, μὲ τὴν καλοσύνη ἐκείνη ποὺ ἔκτοτε τόσοι ἄνθρωποι ἔχουν προ-
σπαθήσει νὰ καταστρέψουν.
Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ τέλος τοῦ διηγήματος, ποὺ ἐκτυλίσσεται μὲ
φόντο τὸν ἥλιο ποὺ βασιλεύει πάνω ἀπὸ πόλεις καὶ χωριά, πέρα ἀπὸ τὴ
θάλασσα, χαράζοντας ἕνα ροδαλὸ μονοπάτι λίγες στιγμὲς πρὶν δώσει τὴ
θέση του στὰ ἄστρα τῆς νυκτός, ἐνῶ οἱ ἀναμνήσεις παραμένουν χαραγ-
μένες στὶς πλαγιὲς τῶν λόφων καὶ τὰ βράχια τοῦ χωριοῦ καὶ τῆς πόλης.
Μακάρι ἡ νύχτα τῶν Χριστουγέννων νὰ μᾶς βρεῖ ἕτοιμους τόσο, ὥστε νὰ
μποροῦμε νὰ κοιτάξουμε κι ἐμεῖς κατάματα τὸν ἑαυτό μας καὶ ἀκολού-
θως ὅλο τὸν ὑπόλοιπο κόσμο καὶ ἴσως ἔτσι καταλάβουμε πῶς περίπου
ἔνοιωσαν οἱ ποιμένες ποὺ ἦσαν αὐτόπτες μάρτυρες τὴν πρώτη ἐκείνη
νύχτα τῶν Χριστουγέννων. Ἴσως καὶ νὰ μὴ γίνει ἔτσι. Τὸ παρελθὸν καὶ
τὸ μέλλον εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸν ἔλεγχό μας, ἑπομένως τὸ καλύτερο ποὺ
μποροῦμε νὰ κάνουμε εἶναι νὰ ἐπικεντρωθοῦμε στὸ παρόν καὶ νὰ ἐλπί-
ζουμε. Καλὰ Χριστούγεννα καὶ... Ἀληθινά!
Κωστῆς Καμάμης
Φοιτητής Φιλολογίας
Σηµειώσεις
1. Γιὰ τὸ ζήτηµα αὐτὸ βλ. Κων. Β. Ζορµπάς, Ἐκκλησία καὶ του-
ρισµός, ΤΕΡΤΙΟΣ, Κατερίνη 1993, σ. 9 ἑξ.
2. Βλ. µελέτη µου, Σχέσεις Σκοπέλου καὶ Ἁγίου Ὄρους, Ἀθήνα
1996, (ἀνάτυπο ἀπὸ τὸν ΕΦΗΜΕΡΙΟ).
3. Γεώργιος Ἀ. Γαλίτης, Κεχαγιόγλου Σωφρόνιος, Θ.Η.Ε. τ. 7 (1965),
στ, 536-538.
4. Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης, Μέ τοῦ βορηᾶ τὰ κύµατα, Ταξείδια,
περιγραφαί, ἐντυπώσεις, Σειρὰ Δ´, Ἐν Ἀθήναις 1925, σελ. 69-70, σηµ, 1.
5. Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς πηγὲς ποὺ µαρτυροῦν γιὰ ὅσα ὑπέφερε ὁ Γέρο-
ντας, τὸ ἀρνητικὸ κλίµα τῶν ἡµερῶν τὸ παρουσιάζει κι ὁ ἐξόριστος τότε
στὴ Σκόπελο Ἴων Δραγούµης, Φύλλα Ἡµερολογίου, τ. ΣΤ, ΕΡΜΗΣ, Ἀθή-
να 1986, σελ. 110.
6. Ἀπὸ ἀνέκδοτη ἐπιστολὴ τῆς Γερόντισσας Ξένης πρὸς τὴν πνευµα-
τική της ἀδελφὴ Ἀσηµούλα, ποὺ διέµενε στὴν Λάρισα (3 Ἰουνίου 1910).
7. Ἐφ. «ΝΕΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ», Πόρτ Σάϊδ, Σάββατον, 27 Ἀπρ. 1929.
Τὸ κείµενο ὑπογράφει δ Χ.Π.
8. Δηλ. ὁ Γέροντας ἔφυγε στὶς 24 Φεβρουαρίου, παραµονὴ τοῦ Ἁγί-
ου Ρηγίνου, Τετάρτη τῆς Τυρινῆς, καὶ θὰ γύριζε τὸν Ἀπρίλιο, πρὶν τὶς
18, ποὺ ἦταν ἐκείνη τὴ χρονιὰ τὸ Πάσχα. (Ἀπὸ ἐπιστολὴ τῆς 23 Φεβρ.
1910).
9. Πρόκειται γιὰ τὸ βιβλίο ««Χριστολογία», τὸ ὁποῖο φέρει τὴν ἀφι-
έρωση: «τῷ Πανοσιολογιωτάτῳ Σωφρονίῳ Κεχαγιόγλου, Πνευµατικῷ ἐν
Βόλῳ, εὐχετικῶς Ὁ Πενταπόλεως».
10. Σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὴν ἡγουµένη τῆς Αἴγινας Ξένη, γραµµέ-
νη στὶς 21 Δεκ. 1907, ἔγραφε µεταξὺ τῶν ἄλλων ὁ Ἅγιος: «Ὁ νοῦς
µου καὶ ὁ πόθος µου εἰσὶν ἀλλαχοῦ, εἰς τὸν Πρόδροµον τῆς Σκοπέλου,
ἀλλὰ µία φωνὴ ἐνδόµυχος µοὶ λέγει, σὺ ἀνέλαβες καθήκοντα εἰς τὴν
Αἴγιναν», Σοφ. Γ Δηµητρακόπουλος, Ὁ «Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως,
Ἀθήνα 1998, σελ. 261.
11. Σοφ. Γ Δηµητρακόπουλος, Ὁ «Ἅγιος Νεκτάριος..., ὅπ. παρ.» σελ
144, Γιὰ τὴν Μονὴ αὐτὴ βλ. τὴν µελέτη µου, Ἀνέκδοτη ἐγκύκλιος ὑπὲρ
βοηθείας τῆς ‘Ιερᾶς Μονῆς τοῦ Τιµίου Προδρόµου Σκοπέλου, Ἀθήνα
1990.
Διαθήκης, τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου. Οἱ Φαρισαῖοι πού ἦσαν στό σπίτι
του δέν δέχθηκαν «πρόσκληση». Κατά τήν πεποίθησή τους ἦσαν δίκαιοι. Ὁ
Κύριος δέν ἦλθε γι’ αὐτούς. Ἦλθε καλέσαι ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν (Ματθ.
θ΄ 9-13).
Ἕνας ἄλλος τοῦ ἐπαγγέλματος, ἀρχιτελώνης αὐτός, ὁ Ζακχαῖος, στήν
Ἱεριχώ, εἶχε μεγάλη ἐπιθυμία νά ἰδεῖ τόν Ἰησοῦ. Ἦταν κοντός στό ἀνάστημα
καί τό πλῆθος τόν ἐμπόδιζε. Βρῆκε τήν λύση. Ἀνέβηκε σέ συκομορέα πού βρι-
σκόταν στόν δρόμο ἀπό ὅπου θά περνοῦσε ὁ Ἰησοῦς. Ἡ ἐπιθυμία του ἐνισχυ-
μένη μέ τήν Θεία Χάρη ὑπερνικᾶ ἐμπόδια (κόσμος, κοινωνική θέση). Ὅταν ὁ
Ἰησοῦς φθάνει στή συκομορέα προσκαλεῖ τόν Ζακχαῖο. Ὁ ἀρχιτελώνης ὄχι
μόνον βλέπει, ἀλλά καί φιλοξενεῖ τόν Ἰησοῦ στό σπίτι του. Ἐκεῖ ὁ πλούσι-
ος Ζακχαῖος ἐφαρμόζει τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Μοιράζει ἀπό τά πλούτη του,
ἐπανορθώνει ἀδικίες πού εἶχε κάνει. Δέν ξέρουμε ἄν ἄφησε τό ἐπάγγελμα
πού εἶχε παγίδες καί προκλήσεις ἀδικίας καί ἐκμεταλλεύσεως. Θέλουμε νά
πιστεύουμε ὅτι ἡ πρόσκληση πού ἔλαβε ἐπυροδότησε οὐσιαστικές ἀλλαγές
στή δική του ζωή καί τῶν μελῶν τῆς οἰκογένειάς του. Ἀσφαλῶς δέν εἶναι
κούφια λόγια ἡ βεβαίωση πού διατυπώνει ὁ Κύριος: «σήμερον σωτηρία τῷ
οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο…» (Λουκᾶ ιθ΄ 9).
Μιάν ἄλλη εἰδική πρόσκληση ἀπευθύνει ὁ Ἰησοῦς σ’ ἕναν πλούσιο νε-
ανίσκο. Αὐτός δέν τήν δέχεται καί ἀπέρχεται λυπούμενος. Θέλει μέν «ζωήν
αἰώνιον», ἀλλά ἡ ἀπόκτησή της προϋποθέτει πνευματική ἐλευθερία. Ὁ νεα-
νίσκος ἦταν δοῦλος πολλῶν κτημάτων (Ματθ. ιθ΄ 16-22).
Γενική πρόσκληση πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους: «Δεῦτε πρός με πάντες
οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. ια΄ 28). Ὅλοι
εἴμαστε κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι γιατί εἴμαστε ἁμαρτωλοί.
Μέ μιά παραβολή ὁ Κύριός μας μᾶς ὑπενθυμίζει τήν πρόσκλησή Του:
(Λουκᾶ ιδ΄ 16-24). Καί ἐμεῖς δέν δεχόμαστε τήν τιμητική πρόσκληση. Προ-
βάλλουμε δικαιολογίες: «ἀγρόν ἠγόρασα καί ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καί ἰδεῖν
αὐτόν…ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε καί πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά…γυναῖκα
ἔγημα, καί διά τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν».
Στήν Ἐκκλησία μας πρός τό τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας διά τοῦ Ἱε-
ρέως πού κρατᾶ τό Ἅγιον Ποτήριον καί προβάλλει στήν Ὡραία Πύλη μᾶς
προσκαλεῖ: «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε». Ὅλους μᾶς
προσκαλεῖ, δούλους, μισθωτούς καί υἱούς. Συμφέρον μας νά δεχθοῦμε τήν
πρόσκληση τοῦ Πανάγαθου Πατέρα μας.
Νίκος Τσιρώνης
Οἰκονομολόγος
φώνησε σέ ὅ,τι τῆς ἐπιβλήθηκε ἀπό τόν Καίσαρα. Δέν συγκατάνευσε, ἁπλᾶ
ὑπέκυψε. Φθάσαμε στό σημεῖο νά παρακολουθοῦμε ἀπό τηλεοράσεως θρη-
σκευτικούς ταγούς καί μάλιστα περισπούδαστους θεολόγους νά χαριεντί-
ζονται σχεδόν μέ κάποιους ἀστέρες τῆς δημοσιότητας, ἐνῷ πρός συζήτηση
ἦταν ἡ ἀμφισβήτηση αὐτοῦ τοῦ ἴδιου τοῦ κέντρου τῆς Θείας λατρείας, ἀντί
νά ἀστράφτουν καί νά βροντοῦν.
Γιά μιά ἀκόμη φορά, αὐτά τά δύο χρόνια, δέν πρωτοστάτησε ἡ Ἐκκλησία,
ἐνῶ θά μποροῦσε, δέν πρωταγωνίστησε, ὅπως κατά τά φαινόμενα ἔκανε καί
στό ἔργο τῆς φιλανθρωπίας, ὅπου ἀντί αὐτῆς πρωταγωνιστοῦν κάποιοι δη-
μοσιογραφικοί ὀργανισμοί, ἐπειδή ἴσως χειρίζονται πιό ἔξυπνα τή δύναμη
τῆς εἰκόνας. Τό ἴδιο ἔκανε καί στό μεταναστευτικό ζήτημα ἡ Ἐκκλησία,
ἀκολούθησε τίς ἐξελίξεις καί τούς πρωταγωνιστές. Στήν πέτρινη αὐτή πε-
ρίοδο πού ζήσαμε καί ζοῦμε ἀκόμη, ἡ Ἐκκλησία δέχθηκε τό ρόλο πού τῆς
ὑποδείχθηκε ἀδιαμαρτύρητα, ἐνῶ θά μποροῦσε τουλάχιστον νά διαφυλάξει
τό κῦρος της.
Μά θά ἦταν καλύτερα νά συγκρουστεῖ; Δέν θά κέρδιζε τόν ἀγῶνα ὅπως
ἔγινε καί μέ τό ζήτημα τῶν ταυτοτήτων. Μπορεῖ, ἀλλά δέν θά ἔπρεπε του-
λάχιστον νά διαπραγματευτεῖ κάτι γιά ὅσα τήν πλήγωναν ὡς θεσμό; Καί
τέτοια θέματα ὑπῆρξαν. Ἄν ὑπῆρξε διαπραγμάτευση δέν μάθαμε, γνωστό
ἔγινε μόνον ὅτι καί ἡ Ἐκκλησία ὑπῆρξε ἀποδέκτης τοῦ κρατικοῦ χρήματος
πού μοιράστηκε σέ ὅσους ζημιώθηκαν ἐκείνη τήν περίοδο τῶν σκληρῶν μέ-
τρων. Ἄν μοῦ διαφεύγει κάτι, συγχωρέστε με.
Τό ἀποτύπωμα τῆς Ἐκκλησίας στήν Ἑλληνική κοινωνία δυστυχῶς ξεθώ-
ριασε περισσότερο. Δέν τή χρειάσθηκε ὁ κόσμος τήν Ἐκκλησία αὐτόν τόν
καιρό πού ὅλα «τά σκιαζε ἡ φοβέρα». Δέν εἶχε πρόταση σωτηρίας ἡ Ἐκκλη-
σία. Καί αὐτή παρέπεμψε στούς «εἰδικούς». Ἡ «συνταγή» πού εἶχε ἡ Ἐκκλη-
σία ὡς παρακαταθήκη γιά τίς καταστάσεις λοιμῶν οὔτε κἄν συζητήθηκε
γιατί πιθανῶς καί οἱ ταγοί της δέν πιστεύουν ὅτι αὐτά πού ἤξεραν καλά οἱ
παλιοί καί πού τά ἀνέφεραν στά κηρύγματά τους οἱ ἐκκλησιαστικοί, δέν
μποροῦσαν πλέον νά βοηθήσουν μπροστά σε μιά τόσο «ἀκατανίκητη» ἀπει-
λή.
Ματαία ἡ πίστις λοιπόν. Ἀκόμη καί ὅσοι θρησκεύουν κλονίσθηκαν, φα-
νταστεῖτε τί ἔγινε μέ ὅσους συνήθιζαν νά βλέπουν τήν Ἐκκλησία ἐπιφυλα-
κτικά ἤ ἀρνητικά. Πάντα μέ τό «γκουβέρνο». Μπῆκαν σέ ὑποψίες ἀκόμη καί
ὅσοι τήν ὑπερασπίζονταν ὅταν κάποιοι ἔλεγαν ὅτι συνεργάστηκε καί μέ τόν
Τοῦρκο κατακτητή.
Καί ὄχι μόνο ζημιώθηκε ἡ Ἐκκλησία, ἀλλά ἔχασε καί τή μεγαλύτε-
ρη εὐκαιρία πού τῆς δόθηκε ἀπό τά χρόνια τῆς Ἐπανάστασης. Ἔχασε τήν
εὐκαιρία νά ἀνακτήσει τό ρόλο της ὡς προμαχοῦσα τοῦ Ἔθνους, ὅπως θά
τήν ἤθελε ὁ ἁπλός λαός. Νά βγεῖ μπροστά καί νά προτείνει κάτι διαφορετι-
κό πού θά ἡσύχαζε τόν φόβο, πού θά ἔδινε ἐλπίδα ὅταν τίποτε δέν ὑπῆρχε
–θυμᾶστε τόν πρῶτο καιρό, ὅταν ξεκίνησαν ὅλα–. Ἡ Ἐκκλησία δέν τόλμη-
σε νά ψελλίσει τή λέξη «Θαῦμα», τήν εἶχε μόνο γιά τά κηρύγματα καί τίς
ἀναφορές στά συναξάρια. Ξέχασε αὐτό πού λένε πολλές φορές ἀκόμη καί
οἱ γιατροί πρός τούς συγγενεῖς τοῦ βαριά ἄρρωστου, ὅταν δυσκολεύουν τά
πράγματα, «τώρα μόνον ὁ Θεός»!
Καλά, ὑπάρχει περίπτωση νά φοβήθηκε ἡ Ἐκκλησία, ἡ διοίκηση δηλαδή
ὅτι, δέν μπορεῖ νά προκαλέσει τό Θαῦμα; Ἄς πρότεινε νά νηστέψει ὁ λαός
καί ἐκείνη νά προσευχηθεῖ γιά νά γίνει τό Θαῦμα καί τότε νά βλέπαμε. Ἀλλά
φοβᾶμαι ὅτι χάθηκε καί ἡ εὐστροφία ἐκείνη πού χαρακτήριζε τούς παλιούς,
ὅπως θυμᾶμαι ὅτι ἔκανε σέ μιά περίπτωση ὁ Γέροντας τῆς Μεγίστης Λαύρας,
ὅταν ἕνας ὑποψήφιος των Πανελλαδικῶν Ἐξετάσεων τοῦ ζήτησε νά προσευ-
χηθεῖ γιά νά πετύχει στίς ἐξετάσεις. «Λάζαρε» τοῦ εἶπε, «ἐσύ θά διαβάζεις
κι ἐγώ θά προσευχηθῶ, καί ἄν πετύχεις θά πεῖ ὅτι ἐπίασε ἡ προσευχή μου·
ἄν δέν πετύχεις θά πεῖ ὅτι δέν διάβασες ἀρκετά»!
Ἀπολογούμενη καί ἀμυνόμενη γιά μιά ἀκόμη φορά ἡ Ἐκκλησία. Ἔχασε
τή μεγάλη εὐκαιρία νά σαρώσει τά πάντα μέ τήν ἁγιαστική της δύναμη καί
νά ἀναλάβει ἀπό τά χτυπήματα πού δέχεται στήν πολεμική πού τῆς ἀσκεῖται
ἐπί χρόνια. Ποιός θά μποροῦσε νά ἀναμετρηθεῖ μέ μία τολμηρή Ἐκκλησία;
Ποιός θά εἶχε τή δύναμη νά σταματήσει τήν περιφορά τῶν Ἐπιταφίων τῶν
Ἐκκλησιῶν ὅλης της Ἐπικράτειας, τό 2020, ὅπως εἶπε καί ὁ παπᾶ-Βαγγέλης;
«Ὁ Γιάννης φοβᾶται τό θεριό, καί τό θεριό τόν Γιάννη», καί τό θεριό
αὐτή τήν φορά μᾶλλον ἦταν τό θαῦμα πού δέν τολμήσαμε νά προκαλέσου-
με, γιατί ἴσως δέν τό ἀξίζαμε. Ἀβάσιμα ἀποδείχτηκαν στόν λαό τά λόγια
τοῦ ἄμβωνα, ἀχρείαστα. «Στόν Ἅγιο πού δέν μέ βοηθᾶ δέν ἀνάβω κερί» λέει
συχνά ὁ λαός. Ἔτσι γίνεται καί τώρα, τί τήν χρειαζόμαστε τήν Ἐκκλησία
ὅταν δέν μπορεῖ νά προσφέρει τή βοήθεια πού ἔχουμε ἀνάγκη; Στά δύσκολα
θά ἀκοῦμε τούς εἰδικούς καί τήν ἐπιστήμη καί αὐτό ἀρκεῖ.
Αὐτήν τήν περίοδο, δόθηκε στήν Ἐκκλησία ἡ εὐκαιρία νά συναρπά-
σει, νά γίνει ὅσο ἑλκυστική δέν ὑπῆρξε ποτέ (παρ’ ὅτι δέν εἶναι αὐτό πού
χρειάζεται), γιατί τόσο πολύ δέν φοβερίστηκε καί δέν φοβήθηκε ὁ Κόσμος
ποτέ μέχρι σήμερα, ἴσως ἀκόμη καί ἀπό τούς πιό μεγάλους τυράννους ὅλων
τῶν ἐποχῶν. Ὅμως ἡ διαπίστωση αὐτή, λύπη προκαλεῖ καί ἀπογοήτευση σέ
ὅσους πιστεύουν ὅτι, ἡ Ἐκκλησία δέν στάθηκε στό ὕψος τῶν περιστάσεων,
ὅπως θά τήν ἤθελαν οἱ Μεγάλοι τῆς Ἱστορίας, ὅπως τήν ἔχει στή συνείδησή
του τό πλήρωμά Της. Βλέπετε ὅμως «o tempora, o mores»!
Δημήτρης Κοσκινιώτης
Χαράλαμπος Καμπερογιάννης
Μαθηματικός