Professional Documents
Culture Documents
0.1. ΑΒΥ 101-Παλαιοχριστιανικά
0.1. ΑΒΥ 101-Παλαιοχριστιανικά
1η Περίοδος
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Μέχρι την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου (324-337) δεν υπήρχαν ιδιαίτεροι ναοί που
να ήταν κτισμένοι για τη χριστιανική λατρεία. Οι σχετικοί χώροι λατρείας των Χριστιανών, οι οποίοι
αποκαλύφθηκαν μετά από ανασκαφικές έρευνες, δεν είχαν διαμορφωθεί ειδικά γι αυτό το σκοπό.
Αντίθετα φαίνεται να προέκυψαν έπειτα από τη μετασκευή ορισμένων χώρων μέσα σε ιδιωτικές
οικίες, κυρίως πλουσίων. Αυτοί οι αυτοσχέδιοι λατρευτικοί χώροι, ή καλύτερα οι «κατ’ οίκον
εκκλησίες», ήταν κατάλληλα διαμορφωμένοι, έτσι ώστε να εξυπηρετούν τις θρησκευτικές ανάγκες
της χριστιανικής κοινότητας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η «εκκλησία» αυτού του τύπου
που αποκαλύφθηκε στη Δούρα-Ευρωπό, στη δεξιά όχθη του ποταμού Ευφράτη (εικ. 4) και η οποία
χρονολογείται, βάσει χαραγμάτων, στα 232-233 μ.Χ. Η οικία έχει ορθογώνιο σχήμα κάτοψης, ενώ
για το σχηματισμό του λατρευτικού χώρου ενώθηκαν δύο δωμάτιά της.
Σύμφωνα με τον εκκλησιαστικό συγγραφέα Ευσέβιο από την
Καισάρεια (Εκκλησιαστική Ιστορία, VIII, I, 5), με την κατακόρυφη
αύξηση του αριθμού των Χριστιανών προέκυψαν νέα δεδομένα
σχετικά με τη λατρεία. Δημιουργήθηκαν λοιπόν νέες ανάγκες για
λατρευτικούς χώρους για τους πιστούς και για να καλυφθούν αυτές
θα έπρεπε στο εξής να οικοδομηθούν μεγαλύτεροι χώροι λατρείας.
Οι χριστιανικές βασιλικές (basilicae) που είχαν ιδρυθεί πριν από τις
αρχές του 4ου αιώνα σε πόλεις της βορείου Αφρικής
καταστράφηκαν από τους Ρωμαίους, κατά τη διάρκεια των διωγμών
του Διοκλητιανού.
Ο όρος «basilica» χρησιμοποιήθηκε κατά τους πρώτους αιώνες του
Χριστιανισμού για κάθε είδος χώρου λατρείας (χαρακτηριστικό
είναι το παράδειγμα της βασιλικής του αποστόλου Παύλου στους
Φιλίππους της Μακεδονίας).
Στην ύστερη ρωμαϊκή περίοδο τα μαρμάρινα κτήρια άρχισαν να
υποχωρούν προς όφελος της αρχιτεκτονικής της χυτής ή κτιστής
τοιχοποιίας με υλικά την άμμο, ασβέστη, αργούς ή γωνιασμένους
λίθους και ψημένα τούβλα
Αριστερά Ναός Βάκχου στο Μπάαλμπεκ της Συρίας, δεξιά θέρμες
του Καρακάλλα στη Ρώμη
Η κτιστή τοιχοποιία επέτρεψε στους αρχιτέκτονες του Ρωμαϊκού κόσμου να κτίσουν
κτίρια μεγάλης χωρητικότητας, με μεγάλους ενιαίους χώρους, που καλύπτονται αρχικά
με ξύλινες στέγες, αργότερα με θόλους. Η δημόσια αρχιτεκτονική μεταβαίνει βαθμιαία
από το ολομάρμαρο (ολόλιθο) κτήριο στο κτήριο κτιστής τοιχοποιίας Αριστερά Domus
flavia, δεξιά η Βασιλική Μαξεντίου (Κωνσταντίνου).
Ανάγνωση σχεδίων
Η κάτοψη είναι μια φανταστική οριζόντια τομή στο κτήριο, στο ύψος λίγων
εκατοστών επάνω από το δάπεδο. Η τομή, κατά μήκος ή εγκάρσια, είναι
αντίστοιχα φανταστική τομή κατά τον μεγάλο ή τον μικρό άξονα του κτηρίου
Το τυπικό της εθνικής λατρείας απαιτεί υπαίθρια τελετή (θυσία) με
παρακολούθηση των πιστών. Αριστερά, Baalbek στην Παλμύρα. Ο
χριστιανισμός, ως μυστική θρησκεία, χρησιμοποίησε για την τέλεση της
λατρείας το κλειστό κτήριο της βασιλικής. Παράδειγμα χριστιανικής
βασιλικής πριν το έδικτο των Μεδιολάνων: Ρώμη, Αγ. Χρυσόγονος
Ένα κτήριο με πολλαπλές χρήσεις στη ρωμαϊκή και την ύστερη
αρχαιότητα, -πρωτοβυζαντινή περίοδο- ήταν η βασιλική.
Επίμηκες ορθογώνιο κτήριο με μεγάλη χωρητικότητα συνήθως
ξυλόστεγο. Με ή χωρίς εσωτερικά στηρίγματα
Βασιλική (τμήμα του ανακτόρου του Μ. Κωνσταντίνου)
Τρέβηροι, Trier
Αγία Σαβίνα, μέσα 5ου αι. Εξωτερικό και εσωτερικό του
Πρωτοβυζαντινού κτηρίου (της Όψιμης αρχαιότητας)
Τυπολογία των ναών
Οι ναοί της παλαιοχριστιανικής περιόδου μπορούν να καταταχθούν σε
τρεις μεγάλες κατηγορίες: 1) στις βασιλικές, 2) στα περίκεντρα κτίρια και 3) στις
βασιλικές με τρούλο.
Οι βασιλικές
α) H χριστιανική βασιλική
Με τον όρο «βασιλική» χαρακτηρίζονταν κυρίως τα μεγάλα και με
αρκετά κλίτη κτίσματα της αγοράς (basilica forensis). Αυτά τα κτίρια
χρησιμοποιούνταν κυρίως ως δικαστήρια, αλλά και ως τόποι συναλλαγών. Επίσης
με τον ίδιο όρο χαρακτηρίζονταν και οι μικρότερες αίθουσες σε ιδιωτικές οικίες (οι
λεγόμενες
basilicae privatae) που προορίζονταν για ιδιωτικές συγκεντρώσεις . Πάντως, τόσο
το όνομα, όσο και το σχέδιο των βασιλικών δεν ήταν ρωμαϊκό, αλλά κατάγονταν
από την αρχαία Ελλάδα .
Η βασιλική της παλαιοχριστιανικής περιόδου κατατάσσονταν παλαιότερα
από τους ερευνητές, σύμφωνα με τον τρόπο της στέγασής της, σε δύο κύριους
τύπους: α) την «ελληνιστική» βασιλική και β) την «ανατολική» βασιλική .
α) «ελληνιστική» βασιλική
Η «ελληνιστική» βασιλική έχει ξυλόστεγη κάλυψη και ονομάστηκε έτσι, καθώς επικρατεί
σχεδόν καθολικά στα παράλια της Μεσογείου. Η εν λόγω βασιλική είναι ένα ορθογώνιο
κτίσμα, που εσωτερικά διαιρείται με κιονοστοιχίες σε τρία ή και περισσότερα κλίτη, με το
κεντρικό ευρύτερο και ψηλότερο από τα πλευρικά. Στο κεντρικό κλίτος, το οποίο καλύπτεται
με αμφικλινή ξύλινη στέγη, διαμορφώνονται χαμηλότερα, σειρές παραθύρων για τον
καλύτερο φωτισμό του εσωτερικού του ναού (εδώ εξαίρεση αποτελούν οι «ανατολικές»
βασιλικές στη Συρία, στις οποίες απουσιάζουν τα παράθυρα στο κεντρικό κλίτος). Οι στέγες
διαμορφώνονται κλιμακωτά, καθ’ ύψος, με τα πλάγια κλίτη να στεγάζονται με μονοκλινείς
στέγες. Επάνω από τα πλάγια κλίτη συνήθως διαμορφώνονται υπερώα.
Οι μοναδικές μαρτυρίες που έχουμε από τις γραπτές πηγές για τις
βασιλικές και τη Θεία Λειτουργία είναι οι λεγόμενες «Αποστολικές Διατάξεις»
(Constitutiones Apostolorum), του β΄ μισού του 4ου αιώνα, όπως και η «Διαθήκη
του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού». Η τελευταία μάλιστα είναι ένα απόκρυφο
κείμενο του 5ου αιώνα, το οποίο έχει γραφεί στη συριακή γλώσσα.
Όσον αφορά στον περιεχόμενό τους, οι μεν «Αποστολικές Διατάξεις»
ορίζουν (57ο κεφάλαιο του Β΄ Βιβλίου, βλ. και τα σχετικά παραρτήματα στο τέλος
του βιβλίου μας) ότι ο ναός θα πρέπει ως προς το σχήμα της κάτοψής του να είναι
επιμήκης, ώστε να μοιάζει με πλοίο. Επίσης να στρέφεται προς τα ανατολικά και
να έχει προς την ίδια (ανατολική) κατεύθυνση τα παστοφόρια, διαμορφωμένα
εκατέρωθεν της αψίδας του Ιερού. Στο κέντρο του Ιερού θα πρέπει να
τοποθετείται ο επισκοπικός θρόνος και εκατέρωθέν του το σύνθρονο με τους
θρόνους των πρεσβυτέρων. Επίσης τα καθίσματα των ανδρών θα πρέπει να είναι
διαφορετικά από αυτά των γυναικών και όλα μαζί να βρίσκονται στα δυτικά του
χώρου του Ιερού. Τέλος στο κέντρο του κυρίως ναού θα πρέπει να υπάρχει
«υψηλόν τι», δηλαδή βήμα-άμβωνας, από όπου θα διαβάζονταν «τα Μωϋσέως»
Τύποι των χριστιανικών βασιλικών
Οι ξυλόστεγες παλαιοχριστιανικές βασιλικές μπορούν να
καταταγούν, ανάλογα με την κάτοψή τους στους ακόλουθους τύπους:
α) Μονόχωρες δρομικές βασιλικές
Οι μονόχωρες δρομικές βασιλικές δεν έχουν εσωτερικά
χωρίσματα και είναι ιδιαίτερα σπάνιες στην παλαιοχριστιανική
περίοδο. Λόγω της απουσίας εσωτερικών χωρισμάτων οι βασιλικές
αυτές καλούνται και μονόκλιτες . Οι μονόχωρες δρομικές βασιλικές
χρησιμοποιήθηκαν κυρίως ως μαρτύρια .
β) Δρομικές βασιλικές
Οι δρομικές βασιλικές είναι ναοί με ορθογώνιο σχήμα
κάτοψης και με εσωτερικούς κίονες (κατά κύριο λόγο), αλλά και
πεσσούς, τα οποία τοποθετούνταν σε σειρές (κιονοστοιχίες). Ο λόγος
για τον οποίο ονομάστηκαν οι βασιλικές αυτές «δρομικές» είναι για
το ότι μοιάζουν τους κεντρικούς δρόμους στις ρωμαϊκές πόλεις, οι
οποίοι πλαισιώνονταν από αριστερά και δεξιά από στοές
(εμβόλους) .
γ) Βασιλικές με εγκάρσιο κλίτος
α) Στην πρώτη κατηγορία βρίσκονται οι βασιλικές στις οποίες οι κεραίες του σταυρού είναι
μονόχωρες, με ίσες διαστάσεις και με δίρριχτες στέγες να καλύπτουν την καθεμιά από
αυτές. Στη διασταύρωση των κεραιών του σταυρού σχηματίζεται ένα τετράγωνο, το οποίο
στεγάζεται στις περισσότερες φορές με θόλο, ο οποίος στηρίζεται σε τόξα, τα οποία
βαίνουν σε ποδαρικά. Ο θόλος περιβάλλεται στο εξωτερικό του από ένα πύργο, ο οποίος
στεγάζεται με τετράρριχτη στέγη που επικαλύπτεται με κεραμίδια.
β) Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει ναούς στους οποίους όλα τα σκέλη του σταυρού
είναι κατά κανόνα τρίκλιτες βασιλικές, αλλά δεν έχουν το ίδιο μήκος. Σε πολλές από αυτές
τις βασιλικές η κεραία του σταυρού είναι πιο επιμήκης από τις υπόλοιπες, ενώ η ανατολική
έχει αψίδα. Στο κέντρο του σταυρού, σχηματίζεται ένα τετράγωνο, όπου βρίσκεται ο τάφος
του μάρτυρα (για του ναούς που είναι μαρτύρια). Οι βασιλικές του τύπου αυτού έχουν
ποικίλες μορφές στέγασης. Το σπουδαιότερο παράδειγμα του τύπου, ο οποίος δεν σώζεται
πια, ήταν ο ναός των Αγίων Αποστόλων της Κωνσταντινούπολης, ο οποίος βέβαια
λειτούργησε ως πρότυπο για τους μεταγενέστερους ναούς αυτής της τυπολογίας. Ως
χαρακτηριστικούς ναούς του είδους μπορούμε να αναφέρουμε τη βασιλική του Αγίου
Ιωάννη του Θεολόγου στην Έφεσο, βασιλικές στην πόλη Salona στη Δαλματία (Κροατία),
όπως και τον αρχικό ναό της Παναγίας Καταπολιανής στην Πάρο και στη βόρεια Ελλάδα
τη σταυρική βασιλική στη Θάσο.
γ) Στην τρίτη κατηγορία έχουν ενταχθεί εκείνοι οι σταυρικοί ναοί που στο σημείο της
διασταύρωσης των κεραιών του σταυρού δημιουργείται, αντί τετραγώνου, ένα οκτάγωνο.
Στις γωνίες μάλιστα του οκταγώνου σχηματίζονται κόγχες. Το πιο αντιπροσωπευτικό
παράδειγμα αυτού του τύπου ναού είναι ο περίφημος ναός του Αγίου Συμεών του Στυλίτη
στο Qalat Seman της Συρίας.
δ) στην τελευταία ομάδα των σταυρικών ναών της τυπολογικής κατάταξης Ορλάνδου
περιλαμβάνονται οι ναοί εκείνοι που εγγράφονται σε ορθογώνιο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο
δημιουργούνται στους μυχούς των κεραιών του σταυρού, ουσιαστικά στις εναπομείνασες
κενές γωνίες του οκταγώνου γωνιακά διαμερίσματα. Αναφέρουμε ως χαρακτηριστικούς
ναούς του τύπου αυτού την σταυρική βασιλική στα Γέρασα της Ιορδανίας και στο
καθολικό της Μονής Λατόμου (σημ. Όσιος Δαβίδ) στην Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης.
Στα μέρη της βασιλικής συγκαταλέγονται το αίθριο, το Διακονικό ή Σκευοφυλάκιο, τα
Παστοφόρια, το Βαπτιστήριο , ο νάρθηκας, ο κυρίως ναός και το Ιερό Βήμα. Τα τρία
τελευταία υπάρχουν και σε όλους τους άλλους τύπους ναών.
2. Περίκεντρα κτίρια
α) Κυκλικά κτίρια
Τα κυκλικά κτίρια είναι κτίσματα απλά. Ένα από τα πιο γνωστά είναι η Ροτόντα του Αγίου
Γεωργίου στη Θεσσαλονίκη. Το κτίσμα αρχικά ήταν ρωμαϊκό (έχουν διατυπωθεί διάφορες
απόψεις για την αρχική του χρήση, με επικρατέστερες αυτή του μαυσωλείου του Γαλερίου ή
του ρωμαϊκού ναού). Ροτόντα υπήρχε επίσης και στην Κωνσταντινούπολη και
αποκαλύφθηκε μετά από ανασκαφές δίπλα στο ναό του Μυρελαίου
β) Εξαγωνικά κτίρια
Τα εξαγωνικά κτίσματα είναι πολύ λίγα και στεγάζονται με θόλο, όπως και τα κυκλικά
κτίρια στα οποία αναφερθήκαμε παραπάνω.
γ) Οκταγωνικά κτίρια
ε) Τετράκογχα κτίρια
Τα τετράκογχα είναι ιδιαίτερα κτίσματα, που έχουν εσωτερικά στηρίγματα που
διαμορφώνουν στοές. Τα κτίσματα του είδους τους που έχουν μεγάλες
διαστάσεις χρησιμοποιήθηκαν κύρια ως ναοί. Χαρακτηριστικό είναι το
ερειπωμένο στις μέρες μας τετράκογχο κτίσμα στην αυλή της Βιβλιοθήκης του
Αδριανού στην Αθήνα, το τετράκογχο του Αγίου Λαυρεντίου στο Μιλάνο,
αλλά και τα τετράκογχα της Σελεύκειας και της Ρέσαφα στη Συρία. Την ίδια
εποχή κτίστηκαν και μεγάλα τετράκογχα κτίρια σε σημαντικά διοικητικά
κέντρα της αυτοκρατορίας, που λειτούργησαν ως ανακτορικοί ναοί.
στ) Σταυρικά κτίρια
Τα σταυρικά κτίσματα έχουν μικρές διαστάσεις και είχαν κτιστεί ως μαρτύρια
ή μαυσωλεία (βλ. μαυσωλείο της Galla Placidia στη Ραβέννα) .
3. Βασιλική με τρούλο
Ο αρχιτεκτονικός τύπος της βασιλικής με τρούλο προέκυψε από το συνδυασμό της τρίκλιτης,
δρομικής βασιλικής και του περίκεντρου κτιρίου. Γενικά η βασιλική, χωρίς να χάνει τη
δρομικότητά της, στον τύπο αυτό τετραγωνίζεται και ο τρούλος στηρίζεται εφεξής κυρίως
στους τέσσερις ισχυρούς πεσσούς που δημιουργούνται στην κάτοψή της. Όπως σωστά
επισημάνθηκε, στις βασιλικές αυτές τονίζεται ιδιαίτερα το κέντρο και ο καθ’ύψος άξονας .
Οι απόψεις για την καταγωγή του τύπου ποικίλλουν, με την επικρατέστερη να υποστηρίζει ότι
ο τύπος δημιουργήθηκε για να συνταιριάξει τα πλεονεκτήματα της δρομικότητας της
βασιλικής, με την ψυχική ανάταση των πιστών που προσέφερε ο τρούλος του περίκεντρου
ναού.
Ο τύπος της βασιλικής με τρούλο άρχισε να εφαρμόζεται στην Κωνσταντινούπολη μετά τη
δεκαετία του 520. Πρώτο κτίσμα του τύπου, όπως θα δούμε και παρακάτω ήταν ο ναός του
Αγίου Πολυεύκτου, ο οποίος οικοδομήθηκε στη θέση ενός παλαιότερου χριστιανικού ναού
του 5ου αιώνα. Ο Άγιος Πολύευκτος κτίστηκε στα 524-527, με χορηγία της πριγκίπισσας
Ανικίας Ιουλιανής (Anicia Juliana), δισέγγονης της Γάλλας Πλακιδίας (Galla Placidia) και
κόρης του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α΄ (379-395). Ο ναός υπήρξε ο μεγαλύτερος και
πολυτελέστερος της Κωνσταντινούπολης πριν από την οικοδόμηση του Ιουστινιάνειου ναού
της Αγίας Σοφίας (532-537). Σε τμήματα ενός επιγράμματος που βρέθηκε στο ναό, η Ανικία
Ιουλιανή αναφέρει ότι ο ναός ξεπέρασε σε πολυτέλεια ακόμη και το ναό του Σολομώντα στα
Ιεροσόλυμα, γεγονός που καταδεικνύει τις πολιτικές της φιλοδοξίες. Τα ερείπια του ναού του
Αγίου Πολυεύκτου που αποκαλύφθηκαν σε ανασκαφές στο Saraçhane της
Κωνσταντινούπολης, μαρτυρούν ότι ο ναός ήταν τετράγωνος σε κάτοψη και ότι είχε κτιστεί
με ιδιαίτερο σχέδιο. Στο εσωτερικό του ναού τέσσερις μεγάλοι πεσσοί έφεραν ισάριθμα τόξα,
τα οποία στήριζαν την κυλινδρική στεφάνη του τρούλου.
Κατασκευή, αρχιτεκτονικές μορφές και διάκοσμος των ναών