Περιγραφή της σύνθεσης "4 Εποχές", πρώτο έργο (1862) και μοναδική σωζώμενη τοιχογραφία του μεγάλου Ζωγράφου Νικόλαου Γύζη.
Περισσότερα στο www.xpolis.blogspot.com
Original Title
Οι 4 Εποχές του Νικόλαου Γύζη στο Παλατάκι Χαϊδάρι
Περιγραφή της σύνθεσης "4 Εποχές", πρώτο έργο (1862) και μοναδική σωζώμενη τοιχογραφία του μεγάλου Ζωγράφου Νικόλαου Γύζη.
Περισσότερα στο www.xpolis.blogspot.com
Περιγραφή της σύνθεσης "4 Εποχές", πρώτο έργο (1862) και μοναδική σωζώμενη τοιχογραφία του μεγάλου Ζωγράφου Νικόλαου Γύζη.
Περισσότερα στο www.xpolis.blogspot.com
Οι « τέσσερις εποχές» του µεγάλου εκπροσώπου της Ελληνικής
ζωγραφικής Νικόλαου Γύζη στο Παλατάκι
To γνωστό αλλά χαµένο έργο του µεγάλου Έλληνα ζωγράφου οι
«τέσσερις εποχές» που αναφέρονται σ΄ όλες τις βιογραφίες και τα βιβλία που είναι αφιερωµένα στο µεγάλο και ακριβότερο Έλληνα ζωγράφο βρέθηκαν στο ΠΑΛΑΤΑΚΙ του κτήµατος «Χαϊδάρι» του πεθερού του Νικόλαου Νάζου. Ο Νικόλαος Γύζης αρχίζει να δηµιουργεί τη σύνθεση «τέσσερις εποχές» από το 1862 µε εντολή του πλούσιου φιλότεχνου τραπεζίτη Νικόλαου Νάζου, ιδιοκτήτη του κτήµατος Χαϊδάρι στο οποίο συµπεριλαµβάνονται ο περίφρακτος πύργος ΠΑΛΑΤΑΚΙ µε τα άλλα βοηθητικά κτίρια (ξενώνες, στάβλοι, λιοτρίβι, ξωκλήσι κ.λ.π.) Τα χρήµατα που εισέπραξε ο Νικόλαος Γύζης από το έργο «τέσσερις εποχές» ήταν το πρώτο του εισόδηµα από τη ζωγραφική. Αργότερα ο Ν. Νάζος τον βοηθά να πάρει υποτροφία το 1865 και να µεταβεί στην Ακαδηµία του Μονάχου για συνέχιση των σπουδών του κοντά στον Πιλότι. Η γνωριµία του αυτή µε τον Ν. Νάζο δεν περιορίστηκε στην απλή φιλική επικοινωνία, αλλά προχώρησε σε στενή συγγενική, αφού τελικά στις 24 Απριλίου 1877 παντρεύτηκε την κόρη του ευεργέτη του Ν. Νάζου, την Άρτεµις, τον µεγάλο έρωτα της ζωής του από την εποχή που πήγαινε στο κτήµα του Χαϊδαρίου να ζωγραφίσει τις «τέσσερις εποχές». Μάλιστα ο γάµος έγινε στο ιδιωτικό ξωκλήσι του Αη Γιώργη, στο οποίο ο Λύτρας είχε φιλοτεχνήσει θαυµάσιες τοιχογραφίες, που ίχνη τους σώζονται ακόµη και σήµερα ασυντήρητες και εγκαταλελειµµένες. Ο Κίµων Μηχαηλίδης περιγράφει στο περιοδικό «ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ», τ. 269 –270 (15–31/12/1911) τη σύνθεση του Γύζη «τέσσερις εποχές»: «… Το Χαϊδάρι γνώρισε ένα από τα πρώτα έργα του ζωγράφου. Πάνω στους τοίχους µιας κάµαρας ισόγαιης είναι ακόµα, µισοχαλασµένες από τον καιρό και από την κακοµεταχείρισι, τρεις εικόνες: η Άνοιξη, το Καλοκαίρι και το Φθινόπωρο. Την τέταρτη, τον Χειµώνα, την έθαψε των ανθρώπων η απονιά. Στη θέσι της ένας φεγγίτις, µε απορία ανοίγει το πελώριο µάτι του µπροστά στην ασέβεια. Ολόκληρη η σύνθεσις είναι µια µεγάλη καγκελωτή σκιάδα. Στις κολόνες σκαρφαλώνουν τριανταφυλλιές, απλόνει το αγιόκλιµα, ακουµπούν τα λουλούδια. Πάνω στους κλώνους τραγουδούν πουλιά, παίζουν πεταλούδες...» Και να που ήρθε η ώρα να αποκαλυφτεί η σύνθεση την Άνοιξη του 2002.
Η σύνθεση του Νικόλαου Γύζη είχε σκεπαστεί από τους ανθρώπους µε
ασβέστη στο διάβα του χρόνου, και γι΄ αυτό, κατά κάποιον, τρόπο είχε «προφυλαχτεί». Όταν µπήκαµε στους ξενώνες – οι οποίοι µέχρι και πριν λίγους µήνες ήταν βαφείο - είδαµε το «Φθινόπωρο» σε καλή κατάσταση, την «Άνοιξη» (που ήταν «απροσταύτευτο») σε κακή κατάσταση και το «Καλοκαίρι» σε µέτρια κατάσταση, συγκινηθήκαµε… Στο ταβάνι και στους τοίχους, µε γήινα χρώµατα, αποκαλύπτεται η σύνθεση που περιγράφει ο Κίµων Μιχαηλίδης και βρίσκεται σε σχετικά καλή κατάσταση. Ο Νικόλαος Γύζης αγάπησε το κτήµα Χαϊδάρι, το αναπολεί στο Μόναχο όπου εργάζεται και την νοσταλγία του αυτή την περιγράφει στις επιστολές που ανταλλάσσει µε τον πεθερό του Νικόλαο Νάζο (αποσπάσµατα των επιστολών είναι διαθέσιµα). Η επιστολή προς τη γυναίκα του Άρτεµις τον Οκτώβριο του 1895 δείχνει την αγάπη του για το Χαϊδάρι: «…όσο πλησιάζοµεν προς το Χαϊδάρι τόσον και έσταζε και η καρδιά µου, ως επί τέλους εππληµµύρισαν δάκρυα, εφθάσαµεν έβλεπα παντού τον Νάζον εµπρός πλησίον µου, έβλεπα τους γονείς µου έξωθεν του κήπου την ώρα όταν εγώ Νυµφίος τους αποχαιρέτησα δια παντός. ∆εν γράφονται τι ησθάνθηκα συλογιζόµενος τα όνειρα εκείνα και την τύχην όλων ηµών ως και την του κτήµατος. Ωραία, ωραιωτάτη η φύσης, γλυκήτατο το µέρος αυτό. Επισκέφθηµεν το κτήµα, είδα την µεγάλην ήδη ακακίαν την οποίαν εις τον γάµον µας εφυτεύσαµεν είδα όλα, άλλα µεγαλύτερα, άλλα ερηµωµένα. Ματαιότης…» Το Χαϊδάρι έγινε για το Γύζη τόπος αναπόλησης, η ενσάρκωση της γλυκιάς φύσης της πατρίδας, το όνειρο της νεανικής του ηλικίας και της επιστροφής του που δεν πραγµατοποιήθηκε ποτέ… Η αποκάλυψη της σύνθεσης του Νικόλαου Γύζη φέρνει στο φως παράλληλα όλους εκείνους τους µεγάλους ζωγράφους που πέρασαν και δηµιούργησαν στο Χαϊδάρι (Νικηφόρος Λύτρας, Κων/νος Παρθένης).
Το παραπάνω κείµενο είναι µια µικρή περίληψη των στοιχείων και
πληροφοριών που διαθέτουµε για το Παλατάκι και την ιστορία του Χαϊδαρίου. [Θα ακολουθήσουν περιγραφές του Χαϊδαρίου µέσα από την αλληλογραφία του Νικόλαου Γύζη.] (απόσπασµα από το Ιστορικό Λεύκωµα «Χαϊδάρι – Τόπος και Άνθρωπο», Κώστας Φωτεινάκης, 2007)