Professional Documents
Culture Documents
Όθων και Αμαλία, το βασιλικό ζεύγος της Ελλάδας (αντίγραφα λιθογραφιών από το βιβλίο του G.A. Perdicaris “The
Greece of the Greeks”2)
Ελαιογραφία του C.Perlberg που αναπαριστά λαϊκή εορτή (τα Κούλουμα) στους στύλους του Ολυμπίου Διός στην
Αθήνα, το 1838.
Μόλις φθάσαμε στην ακτή νοικιάσαμε μια άμαξα και συνεχίσαμε χωρίς καθυστέρηση το δρόμο
μας για την Αθήνα. Πριν καλά- καλά να εγκαταλείψουμε τους δρόμους του Πειραιά, και τους
χαμηλούς λόφους στα βορειοανατολικά του, απλώθηκε εμπρός στα μάτια μας το λεκανοπέδιο της
Αθήνας, με τα άλση ελιών του και τα βουνά μαζί με όλα τα έργα της πόλης, έργα του ανθρώπου και
έργα της φύσης. Στην αρχή εντυπωσιαστήκαμε από το σκοτεινό άλσος των ελιών, που περιέχει
80.000 δέντρα, και από το δημόσιο δρόμο, ο οποίος ελίσσεται μέσω των αλσών και των αμπελώνων
οδηγώντας μας στην πόλη της « θεάς με τα γαλάζια μάτια.» Καθώς όμως προχωρούσαμε μακρύτερα
στην πεδιάδα, αρχίσαμε να θαυμάζουμε περισσότερο, τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά του
τοπίου- έτσι εντυπωσιαστήκαμε πολύ από τα βουνά που υψώνονταν σαν εμπόδια μπροστά μας.
«Όπως ακριβώς» λέει ο κ. Wordsworth10 « η πόλη της Αθήνας, προστατεύθηκε από την εξωτερική
επιθετικότητα, και συνδέθηκε συγχρόνως με τη θάλασσα, χάρις στη βοήθεια των Μακρών τειχών
της, όπως ονομάσθηκαν, και τα οποία εκτείνονταν από την πόλη μέχρι το λιμάνι της, με τον ίδιο
ακριβώς τρόπο προστατεύεται το λεκανοπέδιο της Αθήνας από κάθε εισβολή, και διατηρείται η
σύνδεσή του με την ακτή μέσω ενός δεύτερου Μακρού τείχους το οποίο αποτελείται από τα
προχώματα των βουνών της, δηλαδή, τις πλαγιές της Πάρνηθας και του όρους Αιγάλεω στη Δύση,
και τις πλαγιές του Πεντελικού και του Υμηττού στην Ανατολή. Με το τρόπο αυτό, το χέρι της
φύσης επηρέασε τις τύχες της περιοχής, όπου χτίστηκε η πρωτεύουσα της Αττικής στο ίδιο βαθμό
που την επηρέασε και η μεγαλοφυΐα του Κίμωνα και του Περικλή».
Παράλληλα με το όρος Υμηττό, και σε αρκετά μεγάλη απόσταση από αυτό, σχηματίζεται μια
ελαφρά και όμορφη αλυσίδα βραχωδών λόφων η οποία χαρακτηρίζει ευχάριστα το τοπίο, και
συγχρόνως χωρίζει την κοιλάδα Ιλισού από την πεδιάδα του Κηφισού. Η συνέχεια αυτής της
αλυσίδας είναι υπερβολικά ανώμαλη. Σε ένα τμήμα της βυθίζεται στο ίδιο επίπεδο με την κοιλάδα
σε άλλο υψώνεται απότομα σε μεγάλο ύψος. Η υψηλότερη κορυφή της είναι το όρος Αγχεσμός 11
αλλά η πιο απότομη και η πιο απρόσιτη, είναι η Ακρόπολη της Αθήνας. Η υψηλή και τραπεζοειδής
μορφή της μοιάζει να έχει σμιλευθεί από την ίδια τη Φύση, σαν παρατηρητήριο ή σαν θέση
επίβλεψης του μεγαλοπρεπούς έργου της. αυτή ακριβώς είναι και η θέση που επιλέχθηκε από τους
Αθηναίους, σαν το πιο κατάλληλο μέρος για την ανέγερση των τύμβων και των ναών που έχτισαν
τιμώντας τους προστάτες θεούς της πόλης τους και τον θρίαμβο της σοφίας των.
Η απαστράπτουσα Ακρόπολη και πίσω απ’ αυτήν ο Υμηττός υψώνονταν επάνω από το έδαφος
σαν ένα όραμα γεμάτο ομορφιά και αισιοδοξία. Αλλά, παρά το γεγονός ότι αισθανόμασταν
εξοικειωμένοι με την πλειονότητα των αντικειμένων που κυριαρχούσαν στην εικόνα, η γενική
εικόνα της περιοχής ήταν όχι απλά διαφορετική, αλλά βρίσκονταν σε τέλεια αντίθεση με ό,τι είχαμε
δει μέχρι τώρα. Η πεδιάδα ήταν τόσο ομαλή και τόσο όμορφη, όσο και ο ουρανός που την σκέπαζε,
ενώ η γύμνια των βουνών ήταν τόσο πλήρης και τόσο μοναδική, ώστε το τοπίο να μοιάζει
ελαττωματικό και αφύσικο. Υπάρχει μια ευρέως επικρατούσα άποψη στους Έλληνες, καθώς επίσης
και σε μερικούς από τους Ευρωπαίους κατοίκους της περιοχής, ότι το σύνολο της χώρας έχει
υποστεί μια σημαντική αλλαγή από την εποχή της ακμής της: οι λόφοι και τα βουνά έχουν χάσει,
είτε από την υπερβολική χρήση είτε από την κακή χρήση, όλους τους θάμνους και τα δένδρα τους.
Πιστεύουν επίσης ότι αυτό είχε σαν συνέπεια να συμβεί μια αντίστοιχη αλλαγή στο κλίμα, που
χαρακτηρίζεται από την έλλειψη βροχής κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών και σ’ αυτή την
αλλαγή, μάλιστα, αποδίδουν το γεγονός ότι χάθηκαν πλέον τα κελαρύσματα του νερού στο ποταμό
Ιλισό. Αυτή η άποψη, εντούτοις, η οποία τίθεται προς συζήτηση σαν κάτι το καινούριο, είναι στην
πραγματικότητα, τόσο παλιά όσο και οι λόφοι της περιοχής.. Ο Πλάτωνας, στο έργο του «Κριτίας»,
αποδίδει την ξηρασία και το άγονο της Αττικής γης, στην ίδια αιτία, δηλαδή στην απώλεια των
δασών, τα οποία, σύμφωνα με προφορικές παραδόσεις της εποχής του, καταστράφηκαν λόγω
διάβρωσης μετά από μια εξαιρετικά ασυνήθιστη βροχόπτωση. Από την εποχή του Πλάτωνα, το
έδαφος έχει υποστεί μεγάλες αλλαγές: ολόκληρη η βλάστησή και τα άλση του έχουν εξαφανιστεί
μαζί με την εξαφάνιση των καλλιεργημένων εκτάσεων. Μάταια ψάχνουμε να αντικρύσουμε τα
ευγενή πλατάνια που σκίαζαν τις όχθες του Ιλισού, και τους φιλοσοφικούς περιπάτους του
Λυκείου.12 Αντιθέτως τα βουνά , που στα μάτια του αμύητου μοιάζουν τόσο αλλόκοτα, είναι, ίσως,
τα μοναδικά που δεν άλλαξαν-τα μοναδικά στοιχεία του τοπίου που θα ήταν δυνατόν να
αναγνωρισθούν από τους αρχαίους κατοίκους του. Αυτά τα γυμνά βουνά της Αττικής, όπως
ακριβώς και τα συγγράμματα των κλασικών συγγραφέων, απαιτούν και τη προσοχή μας και τη
μελέτη μας, προκειμένου να καταλήξουμε στα κατάλληλα συμπεράσματα . Όταν όμως αυτή η
μελέτη ολοκληρωθεί τα οφέλη για το πολιτισμό μας θα είναι αιώνια.
Αριστερά του δρόμου, και στο χώρο μεταξύ αυτού και των λόφων του Φαλήρου, παρατηρήσαμε
το μνημείο του Καραϊσκάκη, και το ανάχωμα που σκεπάζει τα κόκαλα εκείνων που έπεσαν στις
διάφορες μάχες, σε κοντινές αποστάσεις γύρω από την Αθήνα, το 1825 και το 1826. Υπάρχουν και
ορισμένα άλλα αντικείμενα πιο ενδιαφέροντα, δηλαδή στενότερα συνδεμένα με τη σύγχρονη
ιστορία της χώρας, από αυτό τα απλό αλλά εντυπωσιακό μνημείο που σας ανάφερα, και τα οποία
διαμορφώνουν μια αξιοπρεπή είσοδο στην πόλη αλλά κι’ εμείς, όπως και οι περισσότεροι από τους
ταξιδιώτες που φθάνουν σε αυτή την χώρα, τα προσπεράσαμε βιαστικά,* και διασχίζοντας τα άλση
των ελιών, αρχίσαμε να ανηφορίζουμε προς τα μεγαλύτερα υψόμετρα. Από τη στιγμή που αφήσαμε
τον Πειραιά βλέπαμε συνεχώς μπροστά μας την Ακρόπολη, καθώς και ένα μέρος του Παρθενώνα
και των Προπυλαίων, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της πόλης κρύβονταν πίσω από τους λόφους, έτσι
το πρώτο αντικείμενο που έπιασαν τα μάτια μας, και αμέσως τράβηξε την προσοχή μας, ήταν το
Θησείο. Πριν όμως καλά-καλά προλάβουμε, να πάρουμε μια ιδέα, έστω βιαστική και να
σχηματίσουμε μια γενική εικόνα των αιώνιων και όμορφων αναλογιών του, η άμαξά μας τρέχοντας
σαν τρελή, μας οδήγησε, με υπερβολική ταχύτητα, στα εξίσου τρελά προάστια της σύγχρονης
Αθήνας. έτσι για πρώτη φορά βρεθήκαμε μέσα σε ένα περιβάλλον, που βλέπαμε να κυριαρχείται
από υπερβολική δυστυχία και αθλιότητα. Μη θέλοντας όμως να απογοητευθούμε και
αποθαρρυνθούμε εντελώς ήμασταν πρόθυμοι να αποδώσουμε τις πρώτες αυτές άσχημες εντυπώσεις
στην ιδανική εικόνα που είχαμε διαμορφώσει στα μυαλά μας, για την πόλη αυτή, καθ’ όλη την
περίοδο της αναμονής, καθώς ρίχναμε πεινασμένες ματιές προς ένα αντικείμενο, για το οποίο είχαμε
πάρει εκ των προτέρων την απόφαση ότι μας αρέσει, αλλά τώρα που είχε γίνει πλέον δικό μας, ούτε
η αγάπη ούτε ο πατριωτισμός μπορούσαν πια να αλλάξουν ή να απαλύνουν τα χαρακτηριστικά
γνωρίσματά του.
---------------------------------------------
*Μετά από την άφιξή μας, επισκέφτηκα τον τάφο του Καραϊσκάκη επανειλημμένα. Μέσα από ένα καγκελόφραχτο
άνοιγμα που υπάρχει στο τοίχωμα του μνημείου μπορεί κανείς να παρατηρήσει ένα τραχύ ξύλινο κιβώτιο που περιέχει τα
λείψανα αυτού του γενναίου αρχηγού, ενώ στο χωμάτινο ανάχωμα που βρίσκεται δίπλα στο κιβώτιο αυτό, είναι θαμμένα τα
κόκαλα δύο χιλιάδων Ελλήνων. Ο Καραϊσκάκης θάφτηκε αρχικά στο νησί της Σαλαμίνας, αλλά, μετά από την
αποκατάσταση της ειρήνης, έγινε εκταφή του λείψανου του και το έθαψαν ξανά στο μέρος όπου, το 1826, πληγώθηκε
θανάσιμα13. Τότε ακριβώς έλαβε χώρα και εκείνη η μοναδική και μεγαλειώδης προσπάθεια κατά την οποία
περισυλλέχθηκαν από τα πεδία της μάχης, όλα τα κόκαλα των ηγετών που είχαν συνεργαστεί με τον Καραϊσκάκη, αλλά
και τα κόκαλα των απλών μαχητών του στρατεύματος και θάφτηκαν στο πλευρό του, σε ένα ενιαίο τάφο.14
1 O G.A. Perdicaris ( Γρηγόριος Περδικάρης του Αντωνίου) γεννήθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα (1808 ή 1810)
στη Τουρκοκρατούμενη τότε Ελλάδα (Βέροια;), έμεινε σε μικρή ηλικία ορφανός, (πιθανότατα λόγω συμμετοχής των
γονιών του στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα) και ήταν ένα από τα παιδιά που συγκέντρωσαν Αμερικανοί ιεραπόστολοι
και τα έστειλαν στις ΗΠΑ για να διασωθούν από τα δεινά του πολέμου. Το 1837 παντρεύτηκε στην Ν, Υόρκη, την
ευκατάστατη Αμερικανίδα M.E.Hanford και λίγο αργότερα (1838) επέστρεψε μαζί της στην Ελλάδα, ως πρόξενος των
ΗΠΑ στην Αθήνα. Κατά την διάρκεια της θητείας του στην Ελλάδα που διήρκεσε 3 περίπου χρόνια, περιηγήθηκε το
σχεδόν όλο το ελεύθερο τμήμα της. Την ίδια εποχή (1840) απέκτησε ένα γιό τον Ίωνα Όταν επέστρεψε στις ΗΠΑ έδωσε
μια σειρά διαλέξεων για την Ελλάδα (κυρίως στη Βοστόνη και στη Φιλαδέλφεια )τις οποίες παρακολούθησε μεγάλος
αριθμός προσωπικοτήτων, ενώ το 1846 κατέγραψε τις εντυπώσεις και τις προτάσεις του για την Ελλάδα στο δίτομο
σύγγραμμά του “The Greece of the Greeks”. Στις ΗΠΑ είχε εγκατασταθεί στη περιοχή Trenton, της N. Καρολίνας, όπου
ασχολήθηκε με επιχειρηματικές δραστηριότητες καθώς και με την αξιοποίηση της περιουσίας της συζύγου του. Κατά την
διάρκεια όμως του Αμερικανικού εμφυλίου η εν λόγω περιουσία κινδύνεψε, οπότε διαμαρτυρόμενος μαζί με το γιό του
(πιθανότατα για τους τότε κυβερνητικούς χειρισμούς) αποφάσισε να εγκαταλείψει τις ΗΠΑ και να εγκατασταθεί μόνιμα
στην Ελλάδα, περιοριζόμενος σε σποραδικές επισκέψεις στη χώρα αυτή. Ο G.A. Perdicaris πέθανε στο σπίτι του γιού του
Ίωνα, στη Ταγγέρη του Μαρόκου το 1883.
2 Το βιβλίο του G.A. Perdicaris, “The Greece of the Greeks”, είναι ένα δίτομο έργο που εκδόθηκε στη Ν.
Υόρκη από τους Paine and Burgess,. H χρονολογία έκδοσης που αναγράφεται στον Α΄ τόμο είναι1846 και η διεύθυνση 60
John street ενώ στο Β΄ τόμο είναι 1845 και η διεύθυνση 62 John street. Στην εισαγωγή υπάρχει σημείωση του συγγραφέα
που αναφέρει ότι ήταν στη πρόθεση του συντάκτη και των εκδοτών του βιβλίου να έχουν τυπώσει τον πρώτο και τον δεύτερο
τόμο αυτής της εργασίας ταυτόχρονα, αλλά δυστυχώς η πυρκαγιά της 20ής Οκτωβρίου κατάστρεψε πολλά υλικά και ως εκ τούτου,
θεωρήθηκε απαραίτητο να αναβληθεί η δημοσίευση για μερικές εβδομάδες .Η εργασία αυτή είναι υπό εξέλιξη, και θα εκδοθεί ο τόμος το
συντομότερο δυνατόν.» Ο Α΄ τόμος αποτελείται από το πρόλογο, την εισαγωγή, και 27 κεφάλαια όπου ο συγγραφέας
αφηγείται την άφιξή του στην Αθήνα, περιγράφει την πολιτική κατάσταση και καταγράφει τις εντυπώσεις του από τα
ταξίδια που έκανε στην Στερεά Ελλάδα και σε ορισμένα νησιά. Ο Β΄ τόμος, αποτελείται από την εισαγωγή και 28
κεφάλαια, και σ’ αυτόν ο συγγραφέας περιγράφει κυρίως τις εντυπώσεις του από την περιήγηση της Πελοποννήσου. Το
βιβλίο υπάρχει δεμένο με την μορφή ενός ενιαίου τόμου στη κεντρική βιβλιοθήκη του Α.Π.Θ., την οποία ευχαριστώ γιατί
μου επέτρεψε τη πρόσβαση.
3 G.A. Perdicaris, “The Greece of the Greeks”, Volume I, Preface
4 Άγγλος αρχαιολόγος (1777-1860). Περιόδευσε την Ελλάδα και συγκέντρωσε αντικείμενα αρχαιολογικού
ενδιαφέροντος, που τα δώρισε στο Βρετανικό Μουσείο. Έγραψε τα : «Έρευνες στην Ελλάδα» (1814), «Τοπογραφία των
Αθηνών» (1821), «Ταξίδια στο Μοριά» (1830), «Ταξίδια στη Βόρεια Ελλάδα» (1836) ,«Nomismata Hellenica» (1854),
κ.ά
5 Αυτό έγινε το 1843.
6 G.A. Perdicaris, “The Greece of the Greeks”, Volume I, Chapter I, “Arrival at Athens”
7 Φαίνεται ότι ο συγγραφέας χρησιμοποιεί σαν οδηγό του, στο ταξίδι του αυτό, το σύγγραμμα του Παυσανία
(ενός περιηγητή του 2ου αιώνα μ.Χ.) με τίτλο «Ελλάδος περιήγησις». Η αρχαία πόλη Κολόννα, ο ναός του Πανελληνίου
Διός, κ.ά. αρχαιολογικοί χώροι που αναφέρονται στο κείμενο, περιγράφονται από τον Παυσανία. Αποσπάσματα από το
έργο του Παυσανία χρησιμοποιούνται από τον συγγραφέα σαν εισαγωγή τόσο στο πρώτο όσο και στο δεύτερο τόμο του
έργου του, αλλά και σε ορισμένα κεφάλαια. Ως συγγραφέας ο Παυσανίας , θεωρείται αξιόπιστος, οι αναφορές του έχουν
επιβεβαιωθεί με αρχαιολογικές ανασκαφές και το έργο του είναι πηγή θεμελιώδους σημασίας για την αρχαιογνωσία.
8 Ο Θεμιστοκλής πέθανε εξόριστος στη “Μαγνησία την επί Μαιάνδρω”, πόλη της Μ. Ασίας την οποία κατείχε ο
βασιλιάς της Περσίας και όπου του παρεσχέθη άσυλο. Εκεί κατά τον Θουκυδίδη (Α΄, 138) «ηγέρθη μνημείο εν τη αγορά».
Ο ίδιος αναφέρει ότι «τα δε οστά φασίν κομισθήναι αυτού οι προσήκοντες οίκαδε κελεύσαντος εκείνου και τεθήναι κρυφά
Αθηναίων εν τη Αττική». Ο Αριστοτέλης αναφέρει (περί Ζώων Ιστ. 579,6,9) ότι υπήρξε «τόπος εν Πειραιεί εν ω
εικάζεται ότι έκειτο ο τάφος του Θεμιστοκλέους». Ο Παυσανίας (Α΄,1,2) γράφει ότι στο Πειραιά, « και νεώς και ες εμέ
ήσαν οίκοι και προς τω μεγίστω λιμένι τάφος Θεμιστοκλέους. Φασί γαρ μεταμελήσαι των ες Θεμιστοκλέα Αθηναίοις και
ως οι προσήκοντες τα οστά κομίσαιεν εκ Μαγνησίας ανελόντες». Η θέση του τάφου αυτού αποτέλεσε αντικείμενο
διαφωνιών των νεώτερων αρχαιολόγων , επικράτησαν όμως δύο απόψεις, η μία ότι βρισκόταν κοντά στο «Κάβο
Κράκαρη» δεξιά όπως βγαίνουμε από το κυρίως λιμένα του Πειραιά, και η άλλη στο «Ξυλοφάναρο» που βρίσκεται από
την αντίθετη (αριστερή) πλευρά. Σήμερα, σαν τάφος του Θεμιστοκλή, υποδεικνύεται ένας χώρος στη περιοχή της
Φρεατίδας.
9 Ο σημερινός λόφος της Καστέλας. Η περιγραφή του συγγραφέα εδώ θυμίζει λίγο το Στράβωνα που έγραψε:
«λόφος δ’ εστίν η Μουνιχία χερρονησιάζων και κοίλος και υπόνομος πολύ μέρος φύσει τε και επίτηδες, ώστ’ οικήσεις
δέχεσθαι» (σελ. 395)
10 Πρόκειται πιθανότατα για τον Christopher Wordsworth (1807-1885), Άγγλο επίσκοπο και άνθρωπο των
γραμμάτων, ο οποίος επισκέφθηκε την Ελλάδα το 1832-1833 και εξέδωσε διάφορες εργασίες πάνω στην τοπογραφία και
την αρχαιολογία της περιοχής, με κυριότερη την “Wordsworth’s Greece” που εκδόθηκε το 1839.
11 Anchesmus στο Αγγλικό κείμενο. Το όρος Αγχεσμός αναφέρεται μόνο από τον Παυσανία: «και Αγχεσμός όρος
εστίν ου μέγα και Διός άγαλμα Αγχεσμίου» (Α΄, 32,2). Από τα συμφραζόμενα γίνεται κατανοητό ότι ο G.A. Perdicaris
μάλλον εννοεί τον Λυκαβηττό, αλλά η επικρατούσα άποψη είναι σήμερα ότι η ονομασία αυτή αντιστοιχεί στα σημερινά
Τουρκοβούνια. Τέλος υπάρχει η άποψη ότι Αγχεσμός ονομαζόταν ολόκληρη η λοφοσειρά που ξεκινά από το Λυκαβηττό
και φθάνει μέχρι το ΒΑ άκρο των Τουρκοβουνίων, καθώς αναφέρεται η ύπαρξη αρχαίας κλίμακας στο λόφο του Στρέφη
με την επιγραφή «ΔΙΟΣ ΑΓΧΕΣΜΙΟΥ»
12 Περιοχή της Αθήνας κοντά στον ποταμό Ιλισό με ιερό του Απόλλωνος Λυκείου. Κατά τον Ξενοφώντα
(«Ελληνικά, Α΄ 1,33), εκεί υπήρχε αρχαιότατο γυμνάσιο, στο μέσο ενός άλσους, όπου δίδαξε ο Αριστοτέλης.
13 Για την ιστορική ακρίβεια ο Καραϊσκάκης τραυματίσθηκε την 22-4-1827, κατά τη διάρκεια της ίδιας νύχτας πέθανε, και
την 23-4-1827, ημέρα της ονομαστικής του γιορτής, θάφτηκε στην εκκλησία του Αγ. Δημητρίου στην Σαλαμίνα (βλ.
«Αρχείο Μακρυγιάννη» Β΄, σ.203.) Ο G.A. Perdicaris κάνει λάθος στο σημείο αυτό, και το έχει επαναλάβει παραπάνω. Τα
οστά του Καραϊσκάκη μεταφέρθηκαν από την Σαλαμίνα στο Νέο Φάληρο και τοποθετήθηκαν στο μνημείο που περιγράφει
ο συγγραφέας, στις 22-4-1835 (8η επέτειο του θανάτου του), μετά από έκδοση σχετικού Βασιλικού Διατάγματος. Στον ίδιο
χώρο τοποθετήθηκαν και τα οστά των πεσόντων στη μάχη, τα οποία περισυλλέχθηκαν από την γύρω περιοχή υπό την
επίβλεψη στρατιωτικής επιτροπής (στην οποία συμμετείχε και ο Μακρυγιάννης) Ο Όθων, για να τιμήσει τον ήρωα Γ.
Καραϊσκάκη όταν εγκαινιάσθηκε το μνημείο, έβγαλε από το στήθος του τον Μεγαλόσταυρο και τον απέθεσε στο κιβώτιο
με τα οστά του.
14 Είναι γνωστό ότι στο σημείο που ήταν ο τάφος του Καραϊσκάκη ανεγέρθηκε το 1896 το ποδηλατοδρόμιο όπου το ίδιο
έτος διεξήχθησαν οι ποδηλατικοί αγώνες της Ολυμπιάδας της Αθήνας. Περίπου 70 χρόνια αργότερα (1964), στη θέση του
ποδηλατοδρομίου αυτού, ανεγέρθηκε το «Στάδιο Γεώργιος Καραϊσκάκης». Σήμερα το μνημείο του Καραϊσκάκη δεν
βρίσκεται στην αρχική του θέση, αλλά σε χώρο εμπρός και νότια του Σταδίου. Σε μικρή απόσταση έχει μεταφερθεί επίσης
και διατηρείται το μνημείο με τα οστά των συμπολεμιστών του. (Σχετ. βλ. περιοδ. «Μέντωρ» -της Αρχαιολογικής εταιρείας
της Αθήνας- τόμος 18, τευχ.74-75, σελ.3-32, 2005)
Αλεξάνδρου Ησαΐα, «ο θάνατος του Καραϊσκάκη» , περίπου 1830, (λεπτομέρεια του πίνακα)
Μετάφραση και σχόλια από τον Αντώνιο Γ. Περδικάρη (perdant@in.gr)