Professional Documents
Culture Documents
Σύνοψη
Λεπτομερής παρουσίαση της φυγοκεντρικής αντλίας, στεγάνωση αντλιών, υλικά στεγάνωσης – Θεωρία
πτερύγωσης, τρίγωνα ταχυτήτων, αναλυτικός υπολογισμός στροφείου/περιβλήματος – Αντλίες μικτής ροής –
Αντλίες αξονικής ροής – Αντλίες θετικής εκτόπισης – Εμβολοφόρες αντλίες – Περιστροφικές αντλίες
Προαπαιτούμενη γνώση
Προηγούμενα Κεφάλαια 1, 2, 3, 4, 5 και 6 -
Κύρια λήμματα: Αντλία, Ανεμιστήρας, Συμπιεστής.
Μαθησιακοί στόχοι
Εξοικείωση με τα βασικά μέρη από τα οποία συντίθενται οι φυγοκεντρικές αντλίες, οι οποίες χρησιμοποιούνται
ευρύτατα στις μηχανολογικές εφαρμογές.
Δημιουργία βασικής γνωστικής υποδομής στο σχεδιασμό του στροφείου και του περιβλήματος των αντλιών.
Το περίβλημα (κέλυφος)
Την πτερωτή
Τον άξονα
(α) (β)
Εικόνα 7.1.
Φυγοκεντρική αντλία, τα κύρια μέρη μιας φυγοκεντρικής αντλίας
http://www.learnengineering.org/2013/03/centrifugal-pump.html
http://www.learnengineering.org/2014/01/centrifugal-hydraulic-pumps.html
http://www.learnengineering.org/2013/03/centrifugal-pumps-design-aspects.html
Το σπειροειδές περίβλημα (κέλυφος) είναι διαιρετό σε δύο τεμάχια, τα οποία συνδέονται μεταξύ τους
με κοχλίες [Εικόνες 7.2.α., 7.2.β., 7.2(γ), 7.2(δ)]. Στην επιφάνεια επαφής τοποθετείται ειδικό παρέμβυσμα
στεγάνωσης (τσιμούχα), κατασκευασμένο, συνήθως, από βελανιδόχαρτο ή ελαστομερές υλικό. Η σπείρα που
δημιουργείται περιφερειακά, μετά τη σύσφιξη των δύο τεμαχίων είναι κυκλικής ή τραπεζοειδούς διατομής. Η
σπειροειδώς αυξανόμενη διατομή του περιβλήματος επιλέγεται για τη δημιουργία ομοιόμορφων συνθηκών
συλλογής του ρευστού προς την έξοδο της αντλίας. Τα δύο αυτά τεμάχια είναι κατασκευασμένα, συνήθως,
από χυτοσίδηρο, ιδιαίτερα στις μεγάλες υδραντλίες. Η κατασκευή τους είναι τέτοια, ώστε να υπάρχει
ελαχιστοποίηση των απωλειών τριβής μεταξύ του ρευστού και της εσωτερικής επιφανείας αυτών.
Η είσοδος του ρευστού (φλάντζα εισόδου) γίνεται από το κέντρο του πρόσθιου τεμαχίου του
κελύφους [Εικόνα 7.2.α.], πίσω ακριβώς από το οποίο είναι τοποθετημένη η είσοδος της πτερωτής. Το
ρευστό, αφού διαγράψει μια πορεία μέσα στην πτερωτή, καθοδηγούμενο από τα πτερύγια που διαθέτει και
περιστρεφόμενο μαζί της, εισέρχεται στη σπειροειδή αύλακα, της οποία η διατομή αυξάνεται, σταδιακά προς
την έξοδο από την αντλία [Εικόνα 7.3.]. Αυτό συμβαίνει, για να μη δημιουργείται αύξηση της ταχύτητας στην
έξοδο, και όλη η ενέργεια που δίνεται στο ρευστό από την πτερωτή να διατίθεται για την αύξηση της πίεσης
εξόδου.
(α) (β)
(γ) (δ)
Εικόνα 7.2.
Τα δύο χυτοσιδηρά τεμάχια που αποτελούν το περίβλημα(κέλυφος) και από τις δύο όψεις τους (εξωτερική-
εσωτερική).
Η αύξηση της πίεσης στην έξοδο του ρευστού, σε σχέση με αυτή της εισόδου, είναι χαρακτηριστική
στις αντλίες, τους ανεμιστήρες τους φυσητήρες και τους συμπιεστές. Ένας άλλος τύπος φυγοκεντρικής
αντλίας κατασκευάζεται με πτερύγια διάχυσης. Στον τύπο αυτό, γύρω από την πτερωτή υπάρχει μια σειρά
ακίνητων πτερυγίων, μεταξύ των οποίων σχηματίζονται δίοδοι με αυξανόμενη διατομή.
Το μέγεθος των διαμέτρων της οπής εισόδου και της οπής εξόδου του ρευστού στο περίβλημα, δε
διαφέρει ουσιαστικά, και με δεδομένη τη διατήρηση της παροχής μάζας του ρευστού σταθερής πυκνότητας,
διατηρείται σταθερή και η ταχύτητα στις θέσεις αυτές.
Η αντλία είναι μονοβάθμια, δηλαδή διαθέτει μία μόνο πτερωτή.
Όπως φαίνεται στην Εικόνα 7.2.α., επάνω στο κέλυφος σημειώνεται με ένα βέλος η φορά
περιστροφής που θα πρέπει να έχει η πτερωτή κατά τη λειτουργία της συσκευής. Αντίθετη φορά περιστροφής,
όπως είναι φυσικό, δημιουργεί σημαντική αλλοίωση των λειτουργικών χαρακτηριστικών της μηχανής.
Εικόνα 7.3.
Σχηματική διάταξη περιβλήματος, πτερωτής, άξονα φυγοκεντρικής αντλίας
[commons.wikimedia.org/wiki/File:Centrifugal_Pump_pt.svg]
Εικόνα 7.4.
Λεπτομέρειες στο περίβλημα
Εικόνα 7.5.
Αναχείλωμα (φλάντζα) και παρέμβυσμα στεγανοποίησης (τσιμούχα) στην είσοδο και στην έξοδο της αντλίας.
Στην παραπάνω Εικόνα 7.4. εμφανίζονται μερικά κατασκευαστικά χαρακτηριστικά του περιβλήματος
(κελύφους) της φυγοκεντρικής αντλίας:
Στη θέση 1 [Εικόνα 7.4.] κατασκευάζεται κοχλιωτό πώμα με παρέμβυσμα (τσιμούχα)
στεγανοποίησης, το οποίο είναι δυνατόν να αφαιρεθεί με στόχο την εκκένωση της αντλίας. Αυτό γίνεται, όταν
υπάρχει βλάβη, όταν απαιτείται καθαρισμός και όταν η αντλία πρόκειται να μείνει για αρκετό χρονικό
διάστημα σε αδράνεια.
Στις θέσεις 3Α και 3Β [Εικόνα 7.4.] κατασκευάζονται ειδικά διαμορφωμένες οπές με σπείρωμα, που
καταλήγουν στις περιοχές εισόδου και εξόδου του ρευστού. Στις θέσεις αυτές κοχλιώνονται μηχανικά
μανόμετρα για τη μέτρηση της πίεσης. Σημειώνεται με έμφαση ότι η μέτρηση της διαφοράς πίεσης μεταξύ
εξόδου και εισόδου του ρευστού στην αντλία, δίνει τη δυνατότητα υπολογισμού ενός κύριου
χαρακτηριστικού της αντλίας, του μανομετρικού ύψους, που εκφράζει την ενέργεια ανά μονάδα βάρους που
δίνει η αντλία στο ρευστό. Η εξασφάλιση λοιπόν απόλυτης στεγανότητας από την είσοδο μέχρι την έξοδο της
αντλίας, και η δημιουργία της απαιτούμενης από τον υπολογισμό και τις δοκιμές διαφοράς πίεσης είναι
απαραίτητες προϋποθέσεις για τη σωστή λειτουργία της αντλητικής εγκατάστασης.
Στη θέση 4 [Εικόνα 7.4.] του κελύφους της αντλίας κατασκευάζεται, επίσης, κοχλιωτό πώμα με
παρέμβυσμα στεγανοποίησης, το οποίο χρησιμοποιείται για την πλήρωση της αντλίας με υγρό (νερό) από το
χειριστή της συσκευής κατά την εκκίνηση της αντλητικής λειτουργίας.
Στη θέση 2 [Εικόνα 7.4.] και στην Εικόνα 7.5. φαίνεται το αναχείλωμα (φλάντζα) εξόδου του
ρευστού από τη συσκευή και το αντίστοιχο παρέμβυσμα (τσιμούχα) στεγανοποίησης. Τα υλικά που
χρησιμοποιούνται για την κατασκευή παρεμβυσμάτων στεγανοποίησης, ανάλογα με την εφαρμογή, είναι
πολυουρεθάνη (για λάδια, αέρα, τρόφιμα), ελαστομερή, θερμοπλαστικά, βελανιδόχαρτο, κεραμικά υλικά,
χαλκός, αλουμίνιο, φαινόλη.
(α) (β)
Εικόνα 7.6.
Πτερωτή φυγοκεντρικής αντλίας κλειστού τύπου
Εικόνα 7.7.
Πτερωτή φυγοκεντρικής αντλίας βαθέων φρεάτων ημίκλειστου τύπου
Η πτερωτή της φυγοκεντρικής αντλίας είναι, συνήθως, κλειστού τύπου. Όπως φαίνεται στην
παραπάνω εικόνα (Εικόνα 7.6.), τα καμπύλα πτερύγια της πτερωτής αυτής καλύπτονται και από τις δυο
πλευρές, έτσι ώστε το ρευστό να εισέρχεται στην οπή αναρρόφησης που βρίσκεται στο κέντρο του πρόσθιου
καλύμματος της πτερωτής, κατά την αξονική διεύθυνση, να στρέφεται κατά την ακτινική διεύθυνση
οδηγούμενο από το οπίσθιο κάλυμμά, να εισέρχεται στο δακτύλιο εισόδου, που απογεννάται μεταξύ των δύο
καλυμμάτων στην είσοδο των πτερυγίων, να ακολουθεί την καμπυλότητά τους και να εξέρχεται μέσω του
δακτυλίου, που απογεννάται μεταξύ των δύο καλυμμάτων στην έξοδο των πτερυγίων. Σε ορισμένα σημεία
στο οπίσθιο κάλυμμα, (όπως σημαίνεται στην Εικόνα 7.6. με μαύρο κύκλο), δημιουργούνται οπές, οι οποίες
διευκολύνουν τη δίοδο του ρευστού και πίσω από την πτερωτή, έτσι ώστε κάθε στιγμή αυτή να βρίσκεται
βυθισμένη μέσα στο ρευστό, για να ψύχεται και να φορτίζεται ομοιόμορφα. Η έξοδος της πτερωτής οδηγεί το
ρευστό στο σπειροειδές περίβλημα, ή στα ακίνητα πτερύγια διάχυσης, και από εκεί στην έξοδο της αντλίας.
Γενικά οι αντλίες με πτερωτές κλειστού τύπου έχουν υψηλό βαθμό απόδοσης και αναπτύσσουν υψηλή πίεση.
Σε πολλές περιπτώσεις μικρών σχετικά φυγοκεντρικών αντλιών και σε πολυβάθμιες αντλίες βαθέων φρεάτων
(πομώνες), για κατασκευαστικούς ή για οικονομικούς λόγους, χρησιμοποιούνται πτερωτές ημίκλειστου τύπου
[Εικόνα 7.7.]. Οι πτερωτές των αντλιών είναι χυτές, συνήθως, κατασκευές με μεγάλη κατασκευαστική
δυσκολία. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται είναι χυτοχάλυβες, κράματα του χαλκού και ειδικά θερμοπλαστικά
υλικά [Εικόνα 7.8.] (κυκλοφορητές δικτύων θέρμανσης).
(α) (β)
Εικόνα 7.8.
Πτερωτή φυγοκεντρικής αντλίας (κυκλοφορητή) κλειστού τύπου από θερμοπλαστικό υλικό
Ο άξονας της πτερωτής εδράζεται σε δύο τριβείς κύλισης, και στο ένα του άκρο συνδέεται με την
κινητήρια μηχανή μέσω κατάλληλου συνδέσμου. Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δίνεται στην ευθυγράμμιση
των αξόνων της κινητήριας μηχανής και της αντλίας για την ομαλή λειτουργία του συγκροτήματος. Οι άξονες
των αντλιών κατασκευάζονται από χάλυβες υψηλής αντοχής, διότι, όπως γίνεται κατανοητό, η αστοχία στον
άξονα σημαίνει επίπονη εργασία αντικατάστασης.
Εικόνα 7.9.
Έδραση του άξονα αντλίας και διαμόρφωσή του για να δεχθεί το σύστημα στεγάνωσης, το οπίσθιο τεμάχιο του
περιβλήματος και την πτερωτή.
Η στεγανοποίηση της αντλίας από την πλευρά του άξονα απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, διότι πρέπει να
εξασφαλισθεί στεγανότητα μεταξύ τεμαχίων που βρίσκονται σε σχετική κίνηση μεταξύ τους. Στην αντλία που
παρουσιάζεται, η στεγανότητα εξασφαλίζεται με τη χρησιμοποίηση μιας κυκλικής διάτρητης πλάκας [Εικόνα
7.10.], η οποία φέρει μια λεία δακτυλιοειδή επιφάνεια που βρίσκεται σε συνεχή σφικτή, ψυχόμενη επαφή με
ένα δακτύλιο τριβής [Εικόνα 7.11.α.], ο οποίος προσαρμόζεται σε ένα ελαστικό παρέμβυσμα (τσιμούχα) που
συσφίγγεται στον άξονα και τον στεγανοποιεί, καθώς το ελατήριο του παρεμβύσματος συσπειρώνεται
[Εικόνα 7.11.β.). Το όλο σύστημα σταθεροποιείται με ένα δακτύλιο, ο οποίος αποκτά σφικτή επαφή με τον
άξονα, μέσω χωνευτού κοχλία [Εικόνα 7.12.]
(α) (β)
Εικόνα 7.10.
Κυκλική διάτρητη πλάκα(οι δύο όψεις). Διακρίνεται η λεία δακτυλιοειδής επιφάνεια τριβής.
Εικόνα 7.11.
(α)Δακτύλιος τριβής, (β)Ελαστική τσιμούχα με ελατήριο και εγκοπή υποδοχής του δακτυλίου τριβής,
Εικόνα 7.12.
Δακτύλιος σταθεροποίησης.
Ο άξονας με την έδρασή του και το σύστημα στεγανοποίησής του φαίνονται σε σύνδεση στην Εικόνα
7.13.α.. Το σύνθετο αυτό τεμάχιο είναι έτοιμο να συναρμολογηθεί μέσω κοχλιών με το οπίσθιο τεμάχιο του
περιβλήματος.[Εικόνα 7.13.β.]. Η κυκλική διάτρητη πλάκα [Εικόνα 7.10.] συσφίγγεται μέσω δύο κοχλιών και
ενός παρεμβύσματος με το οπίσθιο τεμάχιο του περιβλήματος.
Οι δύο οπές που σημαίνονται με μαύρο βέλος στις Εικόνες 7.10. και 7.13.β. έρχονται σε επαφή και
μέσω της διόδου που δημιουργείται οδηγείται ρευστό από το χώρο του περιβλήματος [Εικόνα 7.14.] στην
περιοχή τριβής του δακτυλίου τριβής με τη διάτρητη πλάκα και έτσι ψύχονται οι τριβόμενες επιφάνειες.
Στην Εικόνα 7.14. φαίνεται όλο το συγκρότημα του άξονα της αντλίας, με το σύστημα στεγάνωσης,
το οπίσθιο τεμάχιο του περιβλήματος και την πτερωτή. Η προσαρμογή της πτερωτής στον άξονα γίνεται μέσω
σφήνας και κοχλία σύσφιξης με περικόχλιο ασφαλείας. Η σφήνα πάντοτε κατασκευάζεται από ασθενέστερο
σε αντοχή υλικό για αποφυγή καταστροφής του άξονα. Το συγκρότημα αυτό συνδέεται, όπως αναφέρθηκε
προηγουμένως, με το πρόσθιο τεμάχιο του περιβλήματος και ολοκληρώνεται η σύνθεση της αντλίας.
(α) (β)
Εικόνα 7.13.
(α)Άξονας αντλίας με την έδραση και το σύστημα στεγάνωσης, (β)Οπίσθιο τεμάχιο περιβλήματος
(α) (β)
Εικόνα 7.14.
Συγκρότημα άξονα, οπίσθιου τεμαχίου περιβλήματος και πτερωτής
Για τη στεγανοποίηση του άξονα της αντλίας χρησιμοποιούνται και πιο απλές μέθοδοι.
Τοποθετούνται ως παρεμβύσματα, μεταξύ του άξονα και του περιβλήματος, μονωτικά υλικά, συνήθως από
ίνες (π.χ. βαμβακιού), με ειδική πλέξη και σχεδίαση (σαλαμάστρες). Τα υλικά αυτά περιτυλίγονται στο
στυπιοθάλαμο και συσφίγγονται πάνω στον άξονα με στυπιοθλίπτη. Η τριβή, που αναπτύσσεται μεταξύ του
άξονα και του υλικού, φθείρει το υλικό, το οποίο χρειάζεται συχνή αντικατάσταση.
J
w g H p και
kg
1 1 1
2 2 3
Q Q Q2
ns n n g4 n
3 3 3
Hp4 w 4 w4
g
Αν εκφρασθεί, επίσης, η ταχύτητα περιστροφής n σε [sec-1], τότε ο ειδικός αριθμός στροφών
υπολογίζεται με την παρακάτω σχέση. Επισημαίνεται και πάλι ότι η τιμή του ειδικού αριθμού στροφών
επηρεάζεται από τις χρησιμοποιούμενες μονάδες:
1 1
3 2 2
Q Q
n s g 4 60 n 333 n
3 3
w4 w4
m3
0.025
n s 333 n
Q
3
333 24.17 s 1
s
3
12.2 (Αργόστροφο στροφείο)
w4 2 4
490.5 m
s 2
w
Aν ns10 επιλέγεται πολυβάθμια αντλία με i βαθμίδες, με ειδικό έργο κάθε βαθμίδας w i και
i
ειδικό αριθμό στροφών, ο οποίος να είναι μεταξύ των τιμών 10 και 30 για αργόστροφο στροφείο:
Q
n s 333 n
3
wi 4
Για στροβίλους, αν ns10 αντί πολλών βαθμίδων, επιλέγεται μερική προσβολή της πτερύγωσης,
δηλαδή υδροστρόβιλος Pelton [12].
Αν ns> 10 τότε :
Το στροφείο χαρακτηρίζεται:
Αργόστροφο, όταν ns=10 μέχρι 30
Μέσων στροφών, όταν ns>30 μέχρι 60
Ταχύ στρόφο, όταν ns> 60 μέχρι 150
Υπέρ ταχύ στρόφο, όταν ns>150
Εφόσον λοιπόν ο ειδικός αριθμός στροφών είναι μεγαλύτερος του 10, δίνεται η δυνατότητα
σχεδιασμού μιας μόνον βαθμίδας.
Η παροχή, που χρησιμοποιείται στους υπολογισμούς είναι η συνολική παροχή, Qt, που διέρχεται
διαμέσου του στροφείου. Δηλαδή είναι το άθροισμα της παροχής της αντλίας και της παροχής
ανακυκλοφορίας. Εμπειρικά χρησιμοποιείται η σχέση:
m3
Q t 1.05 Q 0.026
s
N m3
9810 0,025 50m
N ΩΦ γ Q Hp γ Q Hp m3 s
e N ΚΑΤ 17518W 17.5kW
N ΚΑΤ N ΚΑΤ e 0,7
Η διάμετρος D του άξονα της αντλίας, που δέχεται στρεπτική ροπή Mt και έχει ροπή αντίστασης Wt
προκύπτει από τη σχέση αντοχής του υλικού στη στρεπτική καταπόνηση:
N ΚΑΤ
Mt Mt 32 M t 16 M t 3 16 16 N ΚΑΤ
τ επ D 3 ω 3
Wp π D3 π D3 π τ επ π τ επ 2 π 2 n τ επ
16
Για την επιτρεπόμενη διατμητική τάση τεπ χρησιμοποιούνται, γενικά, στον υπολογισμό των αξόνων
των ρευστοδυναμικών μηχανών οι ακόλουθες τιμές:
16 N ΚΑΤ 16 17518 W
D 25mm
3 τ N
2 π 2 n επ 2 π 2 24.17 s - 1 40
3
5 mm 2
Επειδή ο άξονας εξασθενίζει από την εγκοπή της σφήνας για την συναρμογή του στροφείου κατά
περίπου 5mm, λαμβάνεται τελικά:D=30mm
Με τοιχώματα πάχους 8 μέχρι 13mm, η εξωτερική διάμετρος της πλήμνης του στροφείου είναι:
D π D 10 40mm
Η ταχύτητα αναρρόφησης vα μιας αντλίας είναι η απόλυτη ταχύτητα του ρευστού, με την οποία ρέει
από το στόμιο αναρρόφησης στην ακμή αναρρόφησης των πτερυγίων του στροφείου.
Για γωνία απόλυτης και περιφερειακής ταχύτητας στο τρίγωνο εισόδου της ροής στην ακτινική
πτερύγωση της αντλίας, α=90ο, όταν, δηλαδή, όλο το προσαγόμενο μηχανικό έργο μετατρέπεται σε ροϊκή
ενέργεια, είναι vα=vnα. Επισημαίνεται, ότι η διεύθυνση της ταχύτητας αυτής στρέφεται, από την αξονική
διεύθυνση στην είσοδο της οπής αναρρόφησης, κατά την ακτινική διεύθυνση στην είσοδο της πτερύγωσης.
Επίσης η γωνία εισροής βα, που σχηματίζεται από την περιφερειακή uα και τη σχετική ταχύτητα υα
της ροής στην ακμή αναρρόφησης των πτερυγίων, λόγω του κινδύνου σπηλαίωσης στις αντλίες και
υπερηχητικής ροής στους συμπιεστές, περιορίζεται σε βέλτιστες τιμές[12]:
Για να μειωθεί ο κίνδυνος σπηλαίωσης, εκλέγεται η γωνία εισροής μικρή, παρά το ότι καλύτερος
βαθμός απόδοσης εξασφαλίζεται σε μεγαλύτερες γωνίες:
βα=14°
Η διάμετρος του στομίου αναρρόφησης Dα προκύπτει από την έκφραση για την παροχή:
π D2 π D2 2 2 2 2
Qt α π v π D α π D π u tan β π D α π D π π D n tan β
4 nα α α α α
4 4 4 4 4
0.026
m3
0.785 D α
s
2 1,256 10 3 [m 2 ] 18.92 D m
α
s
Με αριθμητική επίλυση της παραπάνω εξίσωσης τρίτου βαθμού προκύπτει εύκολα: Dα=125mm
Την ταχύτητα αναρρόφησης vα=vnα δίνει η σχέση:
Qt
4
π 2
D a D 2π v na
m3
4 0.026
4 Qt s m
v nα 2.36
2 2 2 2
π (D α D π ) 3.14 (125 40 ) 10 [m ]6 2 s
Η διάμετρος D1, του δακτυλίου εισόδου του ρευστού στην ακτινική πτερύγωση, υπολογίζεται
εμπειρικά με βάση τη διάμετρο Dα.
Το πλάτος του δακτυλίου εισόδου στο στροφείου b1, υπολογίζεται από τη σχέση:
m3
0.026
Qt s
b1 0.026m 26mm
π D1 v nα m
3.14 0.138 m 2.36
s
A1 π D1 b1
m
u1 π n D1 3.14 24.17 [s 1 ] 0.138 m 10.47
s
Η γωνία εισόδου α1, εξαρτάται από τις συνθήκες εισροής. Για μονοβάθμιες αντλίες χωρίς οδηγό
πτερύγωση εισροής είναι α1=90°. Για υδροστρόβιλο, α2 είναι η γωνία εκροής της απόλυτης ροής από το
στροφείο και εκλέγεται, συνήθως, α2=90°
Σχήμα 7.1.
Τρίγωνο ταχυτήτων στο δακτύλιο εισόδου και απομείωση διατομής του δακτυλίου εισόδου λόγω του πάχους των
πτερυγίων
Λόγω του πάχους των πτερυγίων, η απόλυτη ταχύτητα στο δακτύλιο εισόδου vn1, υπολογίζεται από τη
σχέση:
v nα t1 v n1 t1 σ1 v n1 v nα
t1
t1 σ1
t1
1.1 1.25 για αντλίες
t1 σ1
t1
1.02 1.1 για συμπιεστές
t1 σ1
Η γωνία β1, του τριγώνου ταχυτήτων εισόδου (Σχήμα 7.1.), υπολογίζεται, όπως παρακάτω, αφού
υποτεθεί:
t1
1.25
t1 σ1
m
2.36
v n1
v nα t1 s 1.25 0.282
tanβ1 β1 15.74 ο
u1 u1 t1 σ1 m
10.47
s
Πρέπει να προκύπτει β1=15° μέχρι 40°, με τις μικρές γωνίες για ρευστοδυναμικές μηχανές υγρών και
τις μεγαλύτερες γωνίες για μηχανές αερίων.
Ο αριθμός πτερυγίων είναι αποτέλεσμα εμπειρίας. Μικρός αριθμός σημαίνει κακή οδήγηση της ροής.
Κατά τον Pfleiderer ο αριθμός των πτερυγίων πρέπει να είναι:
r β β2
z 2 k z m sin 1
e 2
Όπου kz είναι εμπειρική σταθερά, που εξαρτάται από το πάχος του πτερυγίου. Όσο μεγαλώνει ο
λόγος του πάχους s1 προς διάμετρο D1 του πτερυγίου, τόσο η σταθερά αυτή μικραίνει.
kz=5 μέχρι 6.5 για χυτά πτερύγια
kz=6.5 μέχρι 8 για πτερύγια μηχανικά διαμορφωμένα από μεταλλικά ελάσματα
e είναι το μήκος της μέσης γραμμής ροής (Σχήμα 7.2.)
rm είναι η ακτίνα του κέντρου βάρους της καμπύλης e
β1 και β2 είναι οι γωνίες β του τριγώνου ταχυτήτων στην είσοδο και στην έξοδο των κινητών
πτερυγίων
Σχήμα 7.2.
r r
Για καθαρά ακτινικά πτερύγια είναι e = r2–r1, rm 1 2 και ο αριθμός πτερυγίων είναι [13]:
2
r r β β2 D D1 β β2
z k z 2 1 sin 1 kz 2 sin 1
r2 r1 2 D 2 D1 2
Σχέση 7.1.
Για τον υπολογισμό του αριθμού των πτερυγίων, με βάση τη Σχέση 7.1., απαιτείται η γωνία του
τριγώνου ταχυτήτων εξόδου της ροής από τα πτερύγια, β2 και η εξωτερική διάμετρος της πτερωτής D2.
Γίνεται αρχικά η εξής παραδοχή:
β2=26ο, D2=2D1 και kz =6
D 2 D1 β β2 2 D1 D1 15.74 26
z kz sin 1 6 sin 6.41 z 7
D 2 D1 2 2 D1 D1 2
Έτσι προκύπτει :
t1 t1 61.9 mm
1.22 1.25
t1 σ1 3 mm
61.9 mm
s1
t1
ημ β1 sin 15.74
Η αρχικά υποτεθείσα γωνία βα, του τριγώνου ταχυτήτων στην ακμή των πτερυγίων στην είσοδο της
ακτινικής πτερωτής μπορεί να υπολογιστεί τώρα ως εξής:
t σ1 1
tanβ α 1 tanβ1 tan 15.74 0.231 β α 13o
t1 1,22
Παρατηρείται ότι η τιμή αυτή αποκλίνει λίγο από την αρχικά υποτεθείσα τιμή βα=14°, και αυτό, διότι
έγινε η επιλογή της D1 εμπειρικά, λίγο μεγαλύτερη από τη διάμετρο αναρρόφησης (D1>Dα).
Ο υπολογισμός των κατασκευαστικών και λειτουργικών χαρακτηριστικών της πλευράς της
κατάθλιψης της αντλίας γίνεται ως έξης:
Η περιφερειακή ταχύτητα u2, στην έξοδο της πτερωτής, υπολογίζεται από τη βασική σχέση
υπολογισμού του θεωρητικού μανομετρικού αντλίας:
2
v n2 v n2
u2 gH u v
2 tanβ 2 2 tanβ 1 t1
2
Σχέση 7.2.
u v u1 v t1
H 2 t2
g
H
Για στροβίλους με καλή προσέγγιση, e h
Ht
Ο υδραυλικός βαθμός απόδοσης, eh , για αντλίες, είναι:
Hp
eh
H
Για αντλίες, η μείωση ισχύος δεν είναι αμελητέα, λόγω του πεπερασμένου αριθμού πτερυγίων και
εξαιτίας αυτού, της πλημμελούς καθοδήγησης της ροής. Το θεωρητικό μανομετρικό επαυξάνεται με τη χρήση
του εμπειρικού συντελεστή p, ο οποίος είναι αντιστρόφως ανάλογος του αριθμού των πτερυγίων:
H p 1 p
H
eh
r22
p ψ
zS
S r2 r dx είναι η στατική ροπή της μέσης γραμμής e [Σχήμα 7.2.].
r
1
r2 r2
S 2 1 για καθαρά ακτινικό στροφείο.
2
S=r e για καθαρά αξονικό στροφείο.
3 r
S 0.375 r22 r22 για 1 0.5 ,όπως λαμβάνεται συνήθως.
8 r2
β r
ψ 0.6 1 2 για ακτινική πτερύγωση με οδηγό πτερύγωση στην έξοδο και 1 0.5
60 r2
β
ψ' 0,65 0,85 1 2 για ακτινικές αντλίες και συμπιεστές με σπειροειδές κέλυφος
60
β
ψ' 0,85 1,0 1 2 για ακτινική πτερύγωση
60
Ο υδραυλικός βαθμός απόδοσης του στροφείου εμπειρικά τίθεται μεταξύ των τιμών 0,8 και 0,9. Σε
σχέση με την υπόθεση e=0.7 του ολικού βαθμού απόδοσης επιλέγεται για τον υδραυλικό βαθμό απόδοσης η
τιμή eh=0.83.
Το μανομετρικό ύψος της αντλίας είναι:
H p 50m
β
ψ 0.6 1 2
60
r22 r22 8 0.6 β 8 0.6 26
p ψ ψ (1 2 ) (1 ) 0.328
zS 2
3 r2 3 z 60 3 7 60
z
8
Hp 1 p 50m 1 0.328
H 80m
eh 0.83
Έτσι μπορεί να υπολογιστεί η περιφερειακή ταχύτητα u2 από την Σχέση 7.2.. Πριν αυτή εφαρμοστεί,
γίνεται η παραδοχή ότι η απαιτούμενη συνιστώσα της απόλυτης ταχύτητας vn2 είναι κατά 10% μικρότερη της
r
ταχύτητας αναρρόφησης vα=vnα. Αυτό είναι σκόπιμο, επειδή οδηγεί σε λόγο διαμέτρων ή ακτινών 1 0.5 .
r2
m m
Έτσι : v n2 0.9 v nα 0.9 2.36 2.1
s s
2
m m
2 2.1 2.1
v n2 v n2 s s 9.81 m 80m 30.25 m
u2 g H u1v t1 s
2 tanβ 2 2 tanβ
2 tan26 2 tan26 s 2
2
Σχήμα 7.3.
Τρίγωνο ταχυτήτων στο δακτύλιο εξόδου του στροφείου.
m
30.25
u2 s
D2
πn
3.14 24.17 s 1 0.398 m
D1 138
Ελέγχεται ο λόγος 0.35 0.5
D 2 398
Εισάγονται:
και προκύπτει:
m3
0.026
Qt t2 s
b2 1.04 0,0103 m 10.3mm
π D 2 v n2 t 2 σ 2 m
3.14 0,398 m 2.1
s
Με βάσει τον αναλυτικό υπολογισμό μπορεί να σχεδιαστεί σε κατασκευαστικό σχέδιο η τομή του
στροφείου.
Σχήμα 7.4.
Τομή στροφείου
2.2. Σχεδιασμός και κατασκευή πτερυγίων
Βασικός κανόνας κατά τη σχεδίαση των πτερυγίων είναι η τήρηση των γωνιών εισροής και εκροής β 1 και β2.
Επίσης επιδιώκεται η καμπύλη του πτερυγίου να μην παρουσιάζει ασυνέχειες και να είναι ομαλή. Στη
βιβλιογραφία αναφέρονται τέσσερες μέθοδοι σχεδίασης πτερυγίων. Η μέθοδος απλού κυκλικού τόξου, η
μέθοδος διπλού κυκλικού τόξου, η μέθοδος κατανομής της γωνίας β και η μέθοδος κατανομής της σχετικής
ταχύτητας υ. Θα δοθούν μερικά στοιχεία των δύο πρώτων μεθόδων γεωμετρικού σχεδιασμού.
Σχήμα 7.5.
Σχεδιασμός πτερυγίου απλού τόξου (β2<90ο)
4ο Βήμα:
Κατόπιν από το σημείο Α φέρεται ευθεία που σχηματίζει με την ακτίνα (ΟΑ) γωνία β2 και τέμνει τη
μεσοκάθετο της χορδής στο σημείο Κ, δηλαδή το κέντρο του κύκλου, του οποίου το τόξο ΑΓ σχηματίζει το
πτερύγιο.
Σχήμα 7.6.
Σχεδιασμός πτερυγίου διπλού κυκλικού τόξου (β2<90ο)
Είναι προφανές ότι η εφαπτομένη στο σημείο Α του κύκλου εξόδου του ρευστού (φορέας της
περιφερειακής ταχύτητας του ρευστού) και η εφαπτομένη του τόξου ΑΓ στο σημείο Α (φορέας της σχετικής
ταχύτητας του ρευστού), σχηματίζουν γωνία β2. Τέλος από την παρακάτω γεωμετρική σχέση γωνιών,
συνάγεται ότι η γωνία ΚΓΟ, που είναι ίση με τη γωνία που σχηματίζει ο φορέας της περιφερειακής ταχύτητας
του ρευστού στην είσοδο στο στροφείο, και ο φορέας της σχετικής ταχύτητας του ρευστού στην είσοδο στο
στροφείο είναι β1.
ΚΓΟ ΚΓΒ ΓΒΟ β1 β 2 x
ΚΓΒ β 2 x
Συνεπώς:
ΚΓΟ β 2 x β1 β 2 x ΚΓΟ β1
Η διαδοχική επανάληψη του απλού αυτού τόξου ΑΓ δημιουργεί την πτερύγωση του στροφείου.
Με πτερύγια ενός κυκλικού τόξου αποφεύγεται ασυνέχεια καμπυλότητας. Πειραματικά
αποτελέσματα δείχνουν καλύτερο βαθμό απόδοσης μηχανών με πτερύγια απλού κυκλικού τόξου από αυτές με
πτερύγια διπλού τόξου.
Με τη χρήση του νόμου των συνημίτονων της Τριγωνομετρίας εύκολα μπορεί να αποδειχθεί ότι η
ακτίνα του απλού κυκλικού τόξου είναι:
R2 R12
ΚΓ ΚΑ
1 2
2 R 2 cosβ 2 R1 cosβ1
Σχήμα 7.7.
Ακίνητα οδηγά πτερύγια και δακτυλιοειδής χώρος σε φυγοκεντρική αντλία
(α) ( β)
Εικόνα 7.15.
Ακίνητα οδηγά – ρυθμιστικά πτερύγια σε υδροστρόβιλο Francis
[commons.wikimedia.org/wiki/File:Francis_Turbine_Low_flow.jpg]
Εικόνα 7.16.
Στροφείο, δακτυλιοειδής χώρος χωρίς πτερύγια και σπειροειδές κέλυφος σε φυγοκεντρικό συμπιεστή
Εικόνα 7.17.
Σπειροειδές κέλυφος σε φυγοκεντρικό ανεμιστήρα
Εικόνα 7.18.
Σπειροειδές κέλυφος σε υδροστρόβιλο Francis
[commons.wikimedia.org/wiki/File:Francis_Turbine_inlet_scroll_Grand_Coulee_Dam.jpg]
Οι συνθήκες ροής στην πλευρά της εισόδου στην οδηγό πτερύγωση προκύπτουν από τις συνθήκες
ροής στην έξοδο του στροφείου της μηχανής. Το πάχος των πτερυγίων επιδρά, ώστε η ακτινική ταχύτητα, vn3,
στο χώρο μεταξύ του στροφείου και της ακίνητης πτερύγωσης,και αμέσως μετά το στροφείο, να είναι
μικρότερη από την ακτινική ταχύτητα στην έξοδο από το στροφείο. Έτσι είναι:
t σ2 Qt
v n3 v n2 2
t2 π D2 b2
Για τον υπολογισμό χρησιμοποιείται, όπως και στον υπολογισμό του στροφείου, η ολική παροχή Qt.
Το πλάτος, b4, του χώρου μεταξύ του στροφείου και της ακίνητης πτερύγωσης κατασκευάζεται έως 2
[mm] μεγαλύτερο από το πλάτος, b2, στην έξοδο του στροφείου. Το μέγεθος του διακένου, ακτινικά,
επηρεάζει αρνητικά την απόδοση της ρευστοδυναμικής μηχανής. Στις αντλίες, το διάκενο αυτό διατηρείται
πολύ μικρό (ικανό για τη διέλευση μικρών σωματίων), 0.5 έως 1 [mm] για καθαρό νερό, και μεγαλύτερο για
αντλίες ακαθάρτων υγρών. Στους φυγοκεντρικούς συμπιεστές το ακτινικό διάκενο είναι πηγή συριγμών και
στροβιλισμών. Εμπειρικά, ο Pfeiderer διαστασιολογεί το διάκενο σε 0.1 D 2 . Σε υδροστροβίλους το ακτινικό
διάκενο είναι μεγαλύτερο (>20 mm), ώστε να διέρχονται πιθανά μικρά φερτά υλικά με το νερό. Σε
ατμοστροβίλους και αεριοστρόβιλους το διάκενο αυτό διατηρείται, κατά το δυνατόν, μικρότερο,
απαγορεύοντας όμως στα πτερύγια την οποιαδήποτε επαφή λόγω θερμικών διαστολών [12].
Μετά την έξοδο του ρευστού από το στροφείο, υπάρχει μόνο η απόλυτη κίνηση του ρευστού στο
διάκενο και στην οδηγό πτερύγωση. Η γωνία, α, ορίζει τη γωνία εισροής στα ακίνητα πτερύγια, και είναι η
κλίση των ροϊκών γραμμών του ρευστού στο διάκενο μεταξύ των δύο πτερυγώσεων. [Σχήμα 7.9.]. Οι ροϊκές
αυτές γραμμές καθορίζουν και τη μορφή των ακινήτων πτερυγίων. Εφόσον τα πλευρικά τοιχώματα είναι
παράλληλα, το ρευστό θεωρηθεί ασυμπίεστο και η ροή θεωρηθεί χωρίς τριβή, οι ροϊκές γραμμές προέρχονται
από την επαλληλία δύο ροϊκών πεδίων. Το ένα ροϊκό πεδίο αφορά σε ακτινική ροή από πηγή στο κέντρο του
στροφείου και το άλλο είναι ροή δυναμικού(ελεύθερου) στροβίλου με άξονα που διέρχεται από το ίδιο
κέντρο. [Σχήμα 7.8.]. Η ακτινική ταχύτητα vn, είναι αντιστρόφως ανάλογη της ακτίνας r, όπως απαιτείται από
το νόμο της συνέχειας, ενώ η στροφορμή, rvt, διατηρείται σταθερή, αφού, όταν το ρευστό εγκαταλείψει το
στροφείο και εισέλθει στο διάκενο, ουδεμία εξωτερική ροπή αναπτύσσεται στο σύστημα. Η επαλληλία των
δύο πεδίων δημιουργεί ένα νέο πεδίο, σε κάθε σημείο του οποίου η ταχύτητα σε πολικές συντεταγμένες είναι:
K 1 Ψ
vn
r r θ
Λ Ψ
vt
r r
Όπου Ψ, είναι η ροϊκή συνάρτηση του νέου πεδίου, για την οποία ισχύει:
Ψ
K
θ
Ψ Λ
r r
Ψ K θ Λ lnr
Για θ=0 και r=r2 (Σχήμα 7.9.), που είναι οι πολικές συντεταγμένες αμέσως μετά την έξοδο από το
στροφείο, η ροϊκή συνάρτηση έχει τιμή: Ψ(0, r ) Λ lnr . Για την τιμή αυτή της ροϊκής συνάρτησης
2 2
προκύπτει η εξίσωση της ροϊκής γραμμής η οποία έχει μορφή λογαριθμικής σπείρας:
- Λ lnr K θ Λ lnr
2
K θ Λ lnr - Λ lnr
2
Λ r
θ ln
Κ r
2
(α) (β)
Σχήμα 7.8.
Ροή από πηγή, ροή δυναμικού στροβίλου
v K
tanα n
vt Λ
Από την παραπάνω σχέση γίνεται σαφές ότι η γωνία κλίσης α, παραμένει σταθερή σε όλο το μήκος της
ροϊκής γραμμής. Αυτό είναι μαθηματική ιδιότητα της λογαριθμικής σπείρας. Σύμφωνα μ' αυτή η γωνία που
σχηματίζει η καμπύλη με ακτίνες, προερχόμενες από το κέντρο της μένει σταθερή.
Κατά την εισροή στην οδηγό πτερύγωση αυξάνεται η ακτινική ταχύτητα, vn4, λόγω του πάχους των
πτερυγίων:
t4
v n4 v n3
t 4 σ4
Συνεπώς σε οδηγά πτερύγια λογαριθμικής καμπύλης πρέπει η γωνία α4, να είναι μεγαλύτερη.
t4
tan α 4 μ tan α 3
t 4 σ4
Η σταθερά, μ = 1.25 μέχρι 1.8, βαίνει αυξανόμενη, καθώς αυξάνεται ο ειδικός αριθμός στροφών.
t4
Ο βαθμός στένωσης της πτερύγωσης πρέπει πρώτα να υποτεθεί, αφού είναι:
t 4 σ 4
πD4
t4
zο
s4
σ4
ημ α 4
Με D4 σημαίνεται η διάμετρος της περιφέρειας, στην οποία βρίσκονται οι ακμές εισροής των οδηγών
πτερυγίων, zo είναι ο αριθμός και s4 το πάχος των πτερυγίων.
Σχήμα 7.9.
Ροή στο διάκενο μεταξύ στροφείου και ακίνητης πτερύγωσης
Η κατασκευή των οδηγών πτερυγώσεων είναι ανάλογη αυτής των κινητών. Σε στροβίλους
προτιμώνται ακίνητα πτερύγια απλού ή διπλού τόξου με κατάληξη λογαριθμικής σπείρας. Η λογαριθμική
σπείρα προτιμάται σε αντλίες, κυρίως στο πρώτο τμήμα των πτερυγίων. Τα πλευρικά τοιχώματα των
ακινήτων πτερυγίων πρέπει να είναι παράλληλα, ή ελαφρά αποκλίνοντα, για να αποφεύγεται η αποκόλληση
του οριακού στρώματος.
Ο δακτυλιοειδής χώρος χωρίς πτερύγια χρησιμοποιείται μερικές φορές αντί των οδηγών πτερυγίων.
Το πλάτος του δακτυλιοειδούς κενού χώρου παραμένει κυρίως σταθερό. Όπως ισχύει και για το διάκενο
μεταξύ κινητής και ακίνητης πτερύγωσης, η ροή στο χώρο αυτό είναι επαλληλία δυναμικού στροβίλου και
ακτινικής πηγής. Η αρχή διατήρησης της στροφορμής, αφού στο δακτυλιοειδή κενό χώρο δεν αναπτύσσεται
εξωτερική ροπή στο ρευστό, εξασφαλίζει τη σταθερότητα του γινομένου της ακτίνας, r, επί την εφαπτομενική
συνιστώσα, vt, της ροής. Κατά συνέπεια, η vt μειώνεται, καθώς αυξάνει η ακτίνα, και αυξάνεται η πίεση.
Αλλά και η ακτινική συνιστώσα της ταχύτητας, vn, ελαττώνεται, κατά την απαίτηση του νόμου της συνέχειας,
επειδή, καθώς αυξάνεται η ακτίνα, αυξάνεται και η διατομή διέλευσης της ροής. Ο δακτυλιοειδής χώρος
παίζει λοιπόν το ρόλο διάχυτη, όπου η απόλυτη ταχύτητα, v, μειώνεται συνεχώς (όπως και οι συνιστώσες της)
αντιστρόφως ανάλογα με την ακτίνα. Όπως συζητήθηκε και προηγουμένως, η κίνηση της ροής γίνεται σε
λογαριθμικές καμπύλες με κλίση, α, σταθερή. Για μικρές γωνίες α, ένα στοιχείο ρευστού διανύει μέσα στο
δακτυλιοειδή χώρο μεγάλα διαστήματα, ενώ για μεγάλες κλίσεις μικρότερα, και αντίστοιχα, αυξάνονται ή
μειώνονται οι απώλειες τριβής. Ο τύπος αυτός της οδηγού πτερύγωσης χρησιμοποιείται για μεγάλες γωνίες α
και μάλιστα για α>20ο σε αντλίες και α>15° σε συμπιεστές. Χρησιμοποιείται, επίσης, σε υδραντλίες όταν το
παρεχόμενο υγρό είναι ακάθαρτο, και υπάρχει έτσι κίνδυνος φραγής μεταξύ των ακινήτων πτερυγίων. Σε
συμπιεστές [Εικόνα 7.16.] ο δακτυλιοειδής χώρος μειώνει το θόρυβο λειτουργίας και τον κίνδυνο κρουστικών
κυμάτων. Πολλές φορές η εφαρμογή του δακτυλιοειδούς χώρου γίνεται για λόγους οικονομικότερης
κατασκευής.
Το σπειροειδές κέλυφος μπορεί να θεωρηθεί σαν οδηγός πτερύγωση με ένα πτερύγιο. Η σπείρα είναι
το τμήμα εισόδου του πτερυγίου και ο κωνικός διάχυτης, που ακολουθεί, είναι το υπόλοιπο πτερύγιο.
Σπειροειδή κελύφη χρησιμοποιούνται σε μονοβάθμιες αντλίες υγρών και αερίων και στη τελευταία
βαθμίδα πολυβάθμιων μηχανών. Στο περίβλημα των αντλιών επιβραδύνεται η απόλυτη ταχύτητα του
ρευστού, ενώ στους στροβίλους επιταχύνεται. Αντίστοιχη είναι η αύξηση ή μείωση της πίεσης. Πολλές φορές
χρησιμοποιείται μαζί με το σπειροειδές κέλυφος και οδηγός πτερύγωση. Αυτή είναι αναγκαία, όταν η γωνία,
α, είναι μικρή και μάλιστα για αντλίες υγρών α ≤12° και για συμπιεστές α ≤20°.
Μετά την έξοδο από το στροφείο οι ροϊκές γραμμές είναι λογαριθμικές σπείρες που προκύπτουν από
την απαίτηση σταθερής στροφορμής, που επικρατεί. στη ροή. Έτσι στο χώρο του σπειροειδούς κελύφους
ισχύει:
r vt Λ
Η κατανομή της περιφερειακής συνιστώσας της ταχύτητας, vt, κατά μήκος της ακτίνας, είναι
υπερβολοειδής, με μεγάλες τιμές στην έξοδο του στροφείου και μικρές στο εσωτερικό τοίχωμα του κελύφους.
Για α1=90° η Σχέση 5.3. διαμορφώνεται ως εξής:
g H u 2 v t2 ω r2 v t2
gH gH
Λ
ω 2πn
Επισημαίνεται ότι στην παραπάνω σχέση το μανομετρικό, Η, είναι το θεωρητικό, και υπολογίζεται με
τη γνώση του μανομετρικού της ρευστοδυναμικής μηχανής και την υπόθεση του υδραυλικού βαθμού
απόδοσής της.
Η σταθερά Κ είναι δυνατόν να υπολογισθεί από την οριακή συνθήκη στην έξοδο του στροφείου:
K r2 v n3
Η διατομή του σπειροειδούς κελύφους μπορεί να είναι κυκλική, και είναι μηδενική στην αρχή του
κελύφους (ακτίνα ro στο Σχήμα 7.10.), αυξανόμενη μέχρι το στόμιο κατάθλιψης. H διατομή μπορεί να είναι
τέτοια, ώστε τα πλευρικά τοιχώματα να είναι παράλληλα μεταξύ τους (ειδική περίπτωση αυτής της μορφής
είναι το κέλυφος με ορθογώνια διατομή όπως συνηθίζεται στην κατασκευή ανεμιστήρων) ή αποκλίνοντα.. Σε
υδραντλίες και υδροστρόβιλους προτιμάται η κυκλική διατομή. Το τελικό τμήμα του
περιβλήματος(κελύφους) διαμορφώνεται με κωνικά αυξανόμενη διατομή της εξόδου, κατάθλιψης για τις
αντλίες ή της εισόδου αναρρόφησης για τους υδροστροβίλους.
Η ro δίνεται από την εμπειρική σχέση:
r
ro r2 2
30
(α) (β)
Σχήμα 7.10.
Σπειροειδές κέλυφος
Η ακτίνα ro είναι μεγαλύτερη σε αντλία αερίων και μικρότερη σε αντλία υγρών. Η ακτίνα ro αποτελεί
την αρχή μέτρησης της πολικής γωνίας φ της σπείρας, που, συνήθως, κατασκευάζεται μέχρι φ ≈ 360° και,
στη συνέχεια, η όλη κατασκευή καταλήγει στον κωνικό διάχυτη. Η παροχή, Qφ, ρευστού που διέρχεται από
μια διατομή του σπειροειδούς περιβλήματος με πολική γωνία φ (Σχήμα 7.10.) είναι:
φ
Qφ Q
360 ο
Αν θεωρηθεί στοιχειακή επιφάνεια πλάτους b και πάχους dr με εσωτερική ακτίνα r (Σχήμα 7.10.),
κάθετα στη διατομή b dr , επικρατεί ταχύτητα vt και ακτινικά vn. H στοιχειακή παροχή όγκου διαμέσου της
επιφανείας αυτής είναι:
b dr Λ
d Q φ b dr v t
r
Στη θεωρούμενη διατομή μεταξύ των ακτινών r =ro και r=R υφίσταται παροχή όγκου του ρευστού:
R b dr
Qφ Λ
ro r
Τελικά:
360 o Λ R b dr
φ
Q ro r
Η ολοκλήρωση στην παραπάνω σχέση γίνεται αναλυτικά, ή αριθμητικά, για οποιαδήποτε μορφή της
διατομής του σπειροειδούς κελύφους στην αντίστοιχη πολική γωνία φ, και έτσι προκύπτουν οι γεωμετρικές
διαστάσεις της διατομής αυτής. Για παράδειγμα, στους ανεμιστήρες η διατομή του σπειροειδούς κελύφους
είναι ορθογώνια με γνωστό σταθερό πλάτος b=B. Τότε η παραπάνω σχέση διαμορφώνεται ως εξής:
360 o B Λ R dr 360 o B Λ R
φ ln
Q ro r Q ro
Εικόνα 7.19.
Σπειροειδές κέλυφος σταθερού πλάτους, φυγοκεντρικού ανεμιστήρα
Η παραπάνω σχέση δίνει την ακτίνα R, του σπειροειδούς κελύφους για κάθε τιμή της πολικής γωνίας
φ.
Σχήμα 7.11.
Η αξονική συνιστώσα της ταχύτητας (vn)διατηρείται σταθερή στην είσοδο και στην έξοδο της πτερωτής
m3
Οι αντλίες αξονικής ροής κατασκευάζονται, συνήθως, για μεγάλες παροχές ( 2 ) και ισχύ.
s
Έχουν στις περισσότερες κατασκευές κατακόρυφη διάταξη. Στο στόμιο αναρρόφησης διαμορφώνεται χοάνη
τύπου κώδωνα, ώστε να μειώνονται οι υδραυλικές απώλειες. Περισσότερο σπάνια είναι η διάταξη αντλίας
αξονικής ροής με κεκλιμένο άξονα. Κατασκευάζονται, επίσης, αντλίες αξονικής ροής μικρού μεγέθους, σε
οριζόντια διάταξη για διακίνηση υγρών μεταξύ δεξαμενών, με πολλές εφαρμογές στη βιομηχανία τροφίμων
και ποτών.
Στις μικρές αξονικές αντλίες η πτερωτή κατασκευάζεται μαζί με τμήμα της πλήμνης σε ενιαίο
τεμάχιο, ενώ στις κατασκευές μεγάλου μεγέθους, ακόμα και αν τα πτερύγια δεν έχουν ρυθμιζόμενη κλίση, το
καθένα κατασκευάζεται χωριστά και προσαρμόζεται στην πλήμνη μέσω κυλινδρικού οδηγού και κοχλίωσης
στο εσωτερικό του. Η πτερωτή, ή τα πτερύγια, κατασκευάζονται από υψηλής ποιότητας χυτοχάλυβα,
ορείχαλκο ή ανοξείδωτο χάλυβα. Στην περίπτωση που η πτερωτή και η πλήμνη κατασκευάζεται σε ενιαίο
τεμάχιο, για τη διευκόλυνση της κατασκευής του καλουπιού χύτευσης, η χορδή l του πτερυγίου και το βήμα t
της πτερύγωσης (Σχήμα 7.12.) ρυθμίζονται, έτσι ώστε να μην επικαλύπτονται τα πτερύγια. Η κατεργασία των
πτερυγίων γίνεται σήμερα με αυτόματες εργαλειομηχανές πολλών βαθμών ελευθερίας.
Σχήμα 7.12.
Σειρά πτερυγίων αξονικής αντλίας
Η άτρακτος κατασκευάζεται πάντοτε από χάλυβα υψηλής αντοχής ή ανοξείδωτο χάλυβα και
εδράζεται πάντοτε σε δύο τουλάχιστον έδρανα, τα οποία παραλαμβάνουν τα ακτινικά και τα αξονικά φορτία
του συστήματος κατά τη λειτουργία του. Στο σημείο όπου η άτρακτος εξέρχεται από το κέλυφος(περίβλημα)
της αντλίας διαμορφώνεται κατάλληλο σύστημα στεγάνωσης ή στυπιοθλίπτης.
Το εξωτερικό κέλυφος της αντλίας είναι βαριά κατασκευή με σημαντικό πάχος τοιχωμάτων και
διαμορφώνεται από χαλυβδοέλασμα ή από χυτοσίδηρο.
Έστω ότι πρόκειται να σχεδιασθεί το στροφείο αντλίας αξονικής ροής που να παρέχει ολικό
m3
μανομετρικό ύψος Hp=5 m, με παροχή Q 0.25 . Η αντλία στέφεται με τυποποιημένο ηλεκτροκινητήρα
s
n=1450rpm=24.17s-1.
1 1
Q2 0.25 2
ns n 1450 216.8
3 3
H p4 54
Η παροχή, που χρησιμοποιείται στους υπολογισμούς, είναι η συνολική παροχή, Qt, που διέρχεται
διαμέσου του στροφείου. Δηλαδή είναι το άθροισμα της παροχής της αντλίας και της παροχής
ανακυκλοφορίας. Η συνολική παροχή Qt συνδέεται με την πραγματική παροχή Q μέσω του ογκομετρικού
βαθμού απόδοσης:
Q
eq
Qt
Στη συνέχεια, υπολογίζεται η αξονική συνιστώσα της ταχύτητας vn από την παρακάτω σχέση που
εμπεριέχει τον εμπειρικό συντελεστή k ο οποίος λαμβάνεται μεταξύ 0.75 και 0.85. Η γωνία βα1 είναι η γωνία
β του τριγώνου ταχυτήτων εισόδου της ροής στο άκρο του πτερυγίου (αα1=90ο). Η γωνία αυτή λαμβάνεται
κατά το δυνατόν μικρή, όπως αναφέρθηκε στην προηγούμενη παράγραφο. Για την αντλία, που σχεδιάζεται,
θα ληφθεί 12ο:
v n u α tanβ α1 v 2 2 2 2 2 2
n u α tanβ α1 π D α n tan β α1
π D2
v n π D α n v n tan β α1 4 π
3 2 2 2 2 α v n 2 tan 2β 4 π Q t n 2 tan 2β
4 n α1 k α1
Η γωνία βπ2 του τριγώνου ταχυτήτων εξόδου της ροής στο επίπεδο της πλήμνης λαμβάνεται από την
εμπειρία (όπως αναφέρθηκε στην προηγούμενη ενότητα). Έστω βπ2=32ο.
vn vn u v πD n
tanβ π2 π n π
u π v πt2 u 2 u v 2 2 2
π π πt2 π D π n g H p
tanβ π2 π 2 n 2 D 2 v π n D tanβ π2 g H 0
π n π p
tan32 o π 2 24.17 2 D 2 4.75 π 24.17 D tan32 o g 5 0
π π
2
3599.2 D 360.5 D 30.65 0 D 0.155 m 155mm
π π π
π 2
Q t Dα
4
2 D2 4 Qt
D 2π v n D α
π
π vn
4 Qt 4 0.26
D α D 2π 0.1552 0.306m 306mm
π vn 3.14 4.75
Για τη γωνία βπ1 του τριγώνου ταχυτήτων εισόδου της ροής στο επίπεδο της πλήμνης ισχύει:
v vn 4.75
tanβ π1 n 0.4 β π1 22 o
u π π D π n 3.14 0.155 24.17
Για τη γωνία βα2 του τριγώνου ταχυτήτων εξόδου της ροής στο επίπεδο του άκρου του πτερυγίου
ισχύει:
vn uα vn π Dα n v
tanβ n
α2 u v 2 2 2 2
α αt2 u u v π D n - g H
α α αt2 α p
π 0.306 24.17 4.75
tanβ 0.225 β 12.7 o
α2 2 2 2 α2
π 0.306 24.17 - g 5
Είναι φανερό ότι σε κυλινδρικές τομές της αξονικής πτερύγωσης, όπως αυτή του Σχήματος 7.12., για
διάφορες τιμές της ακτίνας r μεταξύ της πλήμνης και της στεφάνης (άκρο των πτερυγίων), η περιφερειακή
ταχύτητα μεταβάλλεται, ενώ η αξονική συνιστώσα της απόλυτης ταχύτητας παραμένει σταθερή. Αυτό έχει
σαν αποτέλεσμα να μεταβάλλονται οι τιμές των γωνιών β1 και β2 και, συνεπώς, η καμπυλότητα και η σχετική
θέση της μέσης γραμμής των πτερυγίων για διάφορες κυλινδρικές τομές μεταξύ της πλήμνης και της
στεφάνης της πτερύγωσης. Δηλαδή τα πτερύγια σχεδιάζονται με την απαιτούμενη σύμφωνα με την παραπάνω
εκτεθείσα μεθοδολογία υπολογισμού, συστρεφόμενα από την πλήμνη προς τη στεφάνη της πτερωτής. Οι
κυλινδρικές αυτές τομές των αξονικών πτερυγώσεων αποτελούνται από επιλεγμένες τυποποιημένες
αεροτομές, οι οποίες είναι μεγαλύτερου πάχους στις θέσεις κοντά στην πλήμνη. Μετά την αρχική χάραξη της
πτερωτής, είναι δυνατή η αναθεώρηση ορισμένων μεγεθών με σκοπό την πιο ομαλή μορφή και τη μείωση της
προβαλλόμενης επιφάνειας των πτερυγίων σε ένα επίπεδο κάθετο στον άξονα της πτερωτής. Συνήθως
επιδιώκεται μείωση του μήκους της χορδής σε όλες τις θέσεις εκτός αυτών που βρίσκονται κοντά στην
πλήμνη, διότι εκεί αναλαμβάνεται η μεγαλύτερη φόρτιση.
Ο αριθμός των πτερυγίων της αξονικής αντλίας εκλέγεται εμπειρικά . Γενικά, για μεγάλες τιμές του
ειδικού αριθμού στροφών επιλέγεται μικρός αριθμός πτερυγίων, συνήθως τρία (3), ενώ, για μικρές τιμές του
ειδικού αριθμού στροφών, επιλέγονται τέσσερα (4) ή πέντε (5) πτερύγια.
Στην κατηγορία αυτή των διαγώνιων αντλιών κατατάσσονται και οι αντλίες με ελικοειδές στροφείο
[Εικόνα 7.22.], στο οποίο το ρευστό εισέρχεται αξονικά και εξέρχεται περιφερειακά, περνώντας από βαθμίδα
σε βαθμίδα της έλικας.
Εικόνα 7.22.
Διαγώνια αντλία με ελικοειδές στροφείο [en.wikipedia.org/wiki/File:Progressive_cavity_pump_animation.gif].
Οι διαγώνιες αντλίες με αξονική έξοδο του ρευστού και οδηγό πτερύγωση παρουσιάζουν τα
παρακάτω χαρακτηριστικά:
(α) Δεν έχουν σπειροειδές κέλυφος αλλά στο κέλυφός τους ενσωματώνονται σταθερά οδηγητικά
πτερύγια, που μεταβάλλουν τη ροή στην έξοδο σε αξονική. Το ρευστό, δηλαδή, εισέρχεται αξονικά στην
πτερωτή, στη συνέχεια αποκλίνει διαγωνίως προς την ακτινική διεύθυνση και επανέρχεται στην αξονική ροή,
καθοδηγούμενο από τα ακίνητα πτερύγια, στην έξοδο από την αντλία.
(β) Έχουν πτερωτή (στροφείο) κλειστού ή ημίκλειστου τύπου και πτερύγια με χωρική καμπυλότητα
στις κατασκευές ημίκλειστου τύπου. Οι πτερωτές των διαγώνιων αντλιών με αξονική έξοδο και οδηγά
πτερύγια υπολογίζονται όπως και αυτά των φυγοκεντρικών αντλιών.
(γ) Το γεγονός ότι η ροή στην είσοδο και στην έξοδο της αντλίας είναι κατά την ίδια διεύθυνση
(αξονική) δίνει τη δυνατότητα κατασκευής αντλιών με σχετικά μικρή συνολική εξωτερική διάμετρο. Η
διάμετρος του κελύφους είναι ελαφρώς μεγαλύτερη από τη διάμετρο της πτερωτής.
(δ) Επιτυγχάνουν υψηλή παροχή ρευστού και μέτριο μανομετρικό ύψος το οποίο, όμως, μπορεί να
αυξηθεί αν κατασκευασθεί πολυβάθμια αντλία, δηλαδή, οι πτερωτές να συνδεθούν σε σειρά στον ίδιο άξονα.
Τέτοιοι κατακόρυφοι σχηματισμοί πολυβάθμιων αντλιών, παρουσιάζουν μια σωληνωτή μορφή με μικρή
σχετικά διάμετρο και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για άντληση νερού από μεγάλο βάθος. Η πολυβάθμια
αντλία βυθίζεται στην οπή της γεώτρησης και καταλήγει μέσα στον υδροφόρο ορίζοντα. Η οδήγηση της
αντλίας γίνεται, συνήθως, με ηλεκτρική ενέργεια που τροφοδοτεί ηλεκτροκινητήρα συνδεδεμένο στεγανά με
την αντλία.
(ε) Έχουν παρόμοιο ειδικό αριθμό στροφών με τον άλλο τύπο διαγώνιων αντλιών.
Εικόνα 7.23.
Διαγώνια αντλία με αξονική έξοδο του ρευστού και οδηγό πτερύγωση (1-στροφείο, 2-περίβλημα, 3-είσοδος
ρευστού, 4-έξοδος ρευστού, 5-οδηγός πτερύγωση [commons.wikimedia.org/wiki/File:Diagonal_flow_pump-
diagram.jpg].
N ΩΦ N ΩΦ Q ΔP n Vc e q ΔP n Vc ΔP
e N ΚΑΤ
N ΚΑΤ e em eq eh em eq eh em eh
Όπου em και eh είναι ο μηχανικός και ο υδραυλικός βαθμός απόδοσης της ρευστοδυναμικής μηχανής
αντίστοιχα.
Σχήμα 7.13.
Δεδομένα:
Διάμετρος σωλήνα αναρρόφησης:
DS =30 cm=0.30 m
Διάμετρος σωλήνα κατάθλιψης:
DD =23 cm=0.23 m
Ύψος αναρρόφησης L:
L=1.7 m
Ένδειξη μετρητή σχετικής πίεσης στην αναρρόφηση, 3.6 m στήλης ύδατος κάτω από την
ατμοσφαιρική πίεση. Συνεπώς η απόλυτη πίεση στην αναρρόφηση είναι 10 mΣΥ- 3.6 mΣΥ=6.4 mΣΥκαι,
αφού πίεση 1 bar αντιστοιχεί σε 10 mΣΥ, τελικά προκύπτει ότι:
PS =0.64 bar≅0.64⋅105 Pa
Η ένδειξη του μετρητή σχετικής πίεσης στην κατάθλιψη είναι 18.6 m στήλης ύδατος πάνω από την
ατμοσφαιρική πίεση. Άρα η απόλυτη πίεση στην κατάθλιψη είναι 10 [mΣΥ]+ 18.6 [mΣΥ]=28.6 [mΣΥ].
PD =2.86 bar≅2.86⋅105 Pa
Ογκομετρική παροχή:
m3
Q=0.194
s
Συχνότητα περιστροφής:
1200 -1
n=1200 rpm= s =20s-1
60
Ισχύς κινητήρα:
ΝΚΑΤ =96 Hp≅96⋅736 [W]=70656 W
Εξωτερική διάμετρος πτερωτής φυγοκεντρικής αντλίας:
D2 =30.5 cm=0.305 m
Επιφάνεια εκροής πτερωτής φυγοκεντρικής αντλίας:
Α2 =0.111 m2
Γωνία θ (Σχήμα 7.10.):
θ=145°
Απάντηση/Λύση
α. Εφαρμόζοντας το νόμο της ενέργειας μεταξύ των σημείων αναρρόφησης (S) και κατάθλιψης (D)
της αντλίας, θεωρώντας zS =zD (ίδιο γεωδαιτικό ύψος), προκύπτει ότι:
PS vS 2 PD vD 2
+ + zS +H= + + zD +HΑΠ →
γ 2⋅g γ 2⋅g
PD -PS vD 2 -vS 2
→Hp = + (1)
γ 2⋅g
Από την ογκομετρική παροχή πραγματοποιείται εύρεση των ταχυτήτων στα σημεία αναρρόφησης και
κατάθλιψης της αντλίας αντίστοιχα:
m3
Q Q 0.194 [ s ] m
Q=vS ⋅AS →vS = →vS = 2
→v S = 2
→vS ≅2.74
AS π⋅DS π⋅0.3 s
[m2 ]
4 4
Ομοίως:
m3
Q Q 0.194 [ s] m
Q=vD ⋅AD →vD = →vD = 2
→v D = 2
→vD ≅4.67
AD π⋅DD π⋅0.23 s
[m2 ]
4 4
Άρα η εξίσωση (1) προκύπτει:
2
Ν 2 2 m
(2.86⋅105 -0.64⋅105 ) [ 2 ] (4.67 -2.74 ) [ s2 ]
Hp = m + →
Ν m
9810 [ ] 2⋅9.81 [ 2 ]
m3 s
→Hp ≅23.36 m
Άρα η ωφέλιμη ισχύς προκύπτει:
Ν m3
ΝΩΦ =γ⋅Q⋅Hp →ΝΩΦ =9810 [ ] ⋅0.194 [ ] ⋅23.36[m]→ΝΩΦ ≅44457 W
m3 sec
Τελικά ο ολικός βαθμός απόδοσης (𝑒) του συστήματος προκύπτει:
ΝΩΦ 44457[W]
e= →e= →e≅63 %
NKAT 70656 [W]
β. Για την εύρεση της υδραυλικής απόδοσης του συστήματος απαιτείται ο υπολογισμός του
θεωρητικού μανομετρικού ύψους, η τιμή του οποίου προκύπτει από την επίλυση του τριγώνου ταχυτήτων
στην έξοδο της πτερωτής της φυγοκεντρικής αντλίας, όπως φαίνεται στο παρακάτω Σχήμα 7.14..
Σχήμα 7.14.
Αρχικά, πραγματοποιείται ο υπολογισμός της περιφερειακής ταχύτητας εξόδου της ροής από την
πτερωτή:
u2 =ω⋅r2
Όπου (ω) η γωνιακή ταχύτητα περιστροφής της πτερωτής, η οποία είναι:
Τελικά:
0.305 m
u2 =125.66 [s-1 ]⋅ [m]→u2 ≅19.16
2 s
m3
Q 0.194 [ s ] m
Q=vn2 ⋅A2 →vn2 = →vn2 = 2
→vn2 ≅1.75
A2 0.111[m ] s
Από το παραπάνω Σχήμα 7.10 προκύπτει:
β2 =180-θ=180-145→β2 =35°
vn2
tan β2 = →
u2 -vt2
vn2
→vt2 =- +u →
tan β2 2
1.75 m
→vt2 = [- +19.16] →
tan(35) s
m
→vt2 ≅16.66
s
O υπολογισμός του θεωρητικού μανομετρικού ύψους (Η) πραγματοποιείται από τη Σχέση 5.3., με την
προϋπόθεση ότι α1=90ο:
m m
u2 ⋅vt2 19.16 [ ] ⋅16.66 [ ]
Η= →Η= s s →Η≅32.54 m
g m
9.81 [ 2 ]
s
Hp 23.36[m]
eh = →eh = →eh ≅71.8 %≅72 %
H 32.54[m]
γ.
Σχήμα 7.15.
Όπως φαίνεται στο σχήμα 7.15., ο σωλήνας αναρρόφησης περιλαμβάνει το τμήμα 1-2 της
σωληνογραμμής του αντλιοστασίου. Εφαρμόζοντας το νόμο της ενέργειας για το τμήμα αυτό, προκύπτει:
P1 v1 2 P2 v2 2
+ +z = + + z +H →
γ 2⋅g 1 γ 2⋅g 2 ΑΠ
Patm PS vS 2
→ = + + +HΑΠ +L →
γ γ 2⋅g
Patm -PS vS 2
→ HΑΠ = - -L→
γ 2⋅g
2
N 2 m
(105 -0.64⋅105 ) [ 2 ] 2.74 [ s2 ]
→ HΑΠ = m -
N m -1.7[m]→
9810 [ 3 ] 2⋅9.81 [ 2 ]
m s
→ HΑΠ ≅1.59 m
Κριτήριο αξιολόγησης 2
Για την παροχή, το μανομετρικό και την απόδοση μιας αντλίας η οποία στρέφεται με 1500 [rpm]
λήφθηκαν οι παρακάτω τιμές του Πίνακα 7.1.:
Πίνακας 7.1.
Q [lt/sec] 0 10 20 30 40 50
Hp [m] 10 10.5 10 8.5 6 2.5
e 0.0 0.4 0.64 0.72 0.64 0.4
Σχήμα 7.16.
Χαρακτηριστική καμπύλη της αντλίας
Προτείνεται να χρησιμοποιηθεί η αντλία για την άντληση νερού από μία ανοιχτή δεξαμενή σε ύψος
5.5 [m] από τη στάθμη της. Το δίκτυο διανομής έχει μήκος 20 m, διάμετρο 100 mm και συντελεστή τριβής
στα γραμμικά στοιχεία της σωλήνωσης 0.005.
Να βρεθούν:
α. Η παροχή της αντλίας.
β. Η απόδοση της αντλίας στην παροχή αυτή και
γ. Η απαιτούμενη ισχύς.
Απάντηση/Λύση
Σχήμα 7.17.
Δεδομένα:
Διαφορά στάθμης των δύο δεξαμενών z:
z=5.5 m
Μήκος δικτύου διανομής:
L=20 m
Διάμετρος σωλήνα δικτύου διανομής:
D=100 mm=0.1 m
Συντελεστής τριβής των σωλήνων του δικτύου διανομής:
f=0.005
α. Η ογκομετρική παροχή προκύπτει από τη σχέση:
Q Q 4⋅Q
Q=v⋅A → v= → v= 2
→ v= (1)
A π⋅D π⋅D2
4
Όπου v η ταχύτητα του νερού εσωτερικά του σωλήνα. Ο σωλήνας του δικτύου διανομής έχει σταθερή
διάμετρο και, συνεπώς η ταχύτητα v είναι σταθερή σε όλο το δίκτυο, σύμφωνα με το νόμο της συνέχειας.
Εφαρμόζοντας το νόμο διατήρησης της ενέργειας σε μια γραμμή ροής που αρχίζει από τη στάθμη 1
της μιας δεξαμενής και φθάνει στη στάθμη 2 της άλλης (Σχήμα 7.17.), διαμέσου του δικτύου διανομής,
προκύπτει:
P1 v1 2 P2 v2 2
+ + z1 +Hp = + + z +H →
γ 2⋅g γ 2⋅g 2 ΑΠ
Η ταχύτητα του νερού στις στάθμες των δύο δεξαμενών θεωρείται μηδενική, v1= v2=0 και η πίεση
P1= P2= Patm=1[bar]. Επίσης z2-z1=z. Με τις παρατηρήσεις αυτές, η παραπάνω σχέση γίνεται:
Hp = z+HΑΠ (2)
Η εύρεση των συνολικών ενεργειακών απωλειών του δικτύου προκύπτει από το άθροισμα των
γραμμικών απωλειών ΗΑΠL, που οφείλονται στην τριβή του ρευστού, με το εσωτερικό των σωλήνων και των
τοπικών απωλειών ΗΑΠΤΟΠ, που οφείλονται σε ειδικά τεμάχια (γωνίες, διακόπτες) της σωληνογραμμής:
Οι τοπικές απώλειες του δικτύου θεωρούνται αμελητέες για λόγους απλούστευσης και για τις
γραμμικές ισχύει ότι:
L v2
HΑΠ =HΑΠL =f⋅ ⋅ (3)
D 2⋅g
4⋅Q 2
L ( 2)
HΑΠ =f⋅ ⋅ π⋅D →
D 2⋅g
L 16⋅Q2
HΑΠ =f⋅ ⋅ 2 4 →
D π ⋅D ⋅2⋅g
20 16⋅Q2
HΑΠ =0.005⋅ ⋅ →
0.1 π2 ⋅0.14 ⋅2⋅9.81
HΑΠ =826.27⋅Q2 (4)
Αντικαθιστώντας την τιμή των απωλειών του δικτύου, όπως προκύπτει από την εξίσωση (4) στη
σχέση (2), προκύπτει:
Hp = z+826.27⋅Q2 →
Hp = 5.5+826.27⋅Q2 (5)
Παρατηρείται ότι η απαιτούμενη ενέργεια από το δίκτυο ανά μονάδα βάρους ρευστού, η οποία
παρέχεται από την αντλία, είναι ανάλογη του τετραγώνου της παροχής Q
3
lt -3 m
•Για Q=50 =50⋅10 από τη Σχέση (5) προκύπτει ότι η αντλία πρέπει να έχει μανομετρικό ύψος:
s s
2
Hp = [5.5+826.27⋅(50⋅10-3 ) ] m→ Hp ≅7.57 m
Ομοίως:
lt m3
•Για Q=40 =40⋅10-3
s s
2
Hp = [5.5+826.27⋅(40⋅10-3 ) ] m→ Hp ≅6.82 m
lt m3
•Για Q=30 =30⋅10-3
s s
2
Hp = [5.5+826.27⋅(30⋅10-3 ) ] m→ Hp ≅6.24 m
lt m3
•Για Q=20 =20⋅10-3
s s
2
Hp = [5.5+826.27⋅(20⋅10-3 ) ] m→ Hp ≅5.83 m
lt m3
•Για Q=10 =10⋅10-3
s s
2
Hp = [5.5+826.27⋅(10⋅10-3 ) ] m→ Hp ≅5.58 m
Σχήμα 7.18.
Χαρακτηριστικές καμπύλες αντλίας και δικτύου, σημείο λειτουργίας αντλίας – δικτύου
Στο Σχήμα 7.18. φαίνεται η χαρακτηριστική καμπύλη της αντλίας και η γραφική παράσταση της
Σχέσης (5) που αποτελεί τη χαρακτηριστική καμπύλη απαιτήσεων μανομετρικού ύψους του δικτύου. Οι δύο
αυτές χαρακτηριστικές καμπύλες τέμνονται σε ένα σημείο, το οποίο ονομάζεται σημείο λειτουργίας αντλίας –
δικτύου. Η παροχή στο σημείο αυτό είναι:
lt
Q≅37.4
s
Και, αντικαθιστώντας την παραπάνω τιμή στη Σχέση (5), η τιμή του μανομετρικού ύψους προκύπτει:
Ηp= [5.5+826.27⋅0.03742 ] m→
Ηp= 6.65 m
β. Ο βαθμός απόδοσης για την παροχή αυτή της αντλίας προκύπτει με γραμμική παρεμβολή, με βάση
τις τιμές για την παροχή και την απόδοση της αντλίας, του Πίνακα 7.1..
Σχήμα 7.19.
Γραμμική παρεμβολή για τον υπολογισμό της απόδοσης της αντλίας
0.04-0.03 0.72-0.64
= →
0.04-0.0374 e-0.64
e≅0.66=66 %
Κριτήριο αξιολόγησης 6
Μία αντλία ανεβάζει νερό από μία δεξαμενή με παροχή 30 lt/s. Αν η ισχύς, που διατίθεται είναι
10 kW και ο βαθμός απόδοσης 40 %, να βρεθούν:
α. Το μανομετρικό ύψος της αντλίας.
β. Το μέγιστο ύψος στο οποίο μπορεί να ανεβάσει νερό η αντλία εάν ο σωλήνας του δικτύου είναι
κατακόρυφος με διάμετρο 100 mm και συντελεστή τριβής 0.015.
Σχήμα 7.20.
Δεδομένα:
Ογκομετρική παροχή:
lt m3
Q=30 =0.03
s s
Ισχύς:
ΝΚΑΤ =10 kW=10000 W
Βαθμός απόδοσης:
e=40%=0.4
Διάμετρος σωλήνα:
D=100 mm=0.1 m
Συντελεστής τριβής:
f=0.015
Απάντηση/Λύση
α. Από τη σχέση ορισμού του βαθμού απόδοσης(ολικός) μιας αντλίας προκύπτει ότι:
ΝΩΦ
e= →
ΝΚΑΤ
γ⋅Q⋅Hp
e= →
ΝΚΑΤ
e⋅ΝΚΑΤ
Ηp= →
γ⋅Q
0.4⋅10000 [W]
Ηp= →
Ν m3
9810 [ 3 ] ⋅0.03 [ ]
m s
Ηp≅13.59 m
β. Οι τοπικές απώλειες του δικτύου θεωρούνται αμελητέες ενώ, για τις γραμμικές απώλειες ισχύει
ότι:
z v2
ΗΑΠL=f⋅ ⋅ (1)
D 2⋅g
Όπου v η ταχύτητα του νερού εσωτερικά του σωλήνα, η οποία έχει σταθερή τιμή, εφόσον η παροχή
όγκου του νερού παραμένει σταθερή στο σωλήνα και η διατομή του δεν αλλάζει.
Εφαρμόζοντας το νόμο διατήρησης της ενέργειας για τη σωληνογραμμή, που περιλαμβάνεται μεταξύ
των σημείων 1 και 2 [Σχήμα 7.20.] και λαμβάνοντας υπόψη ότι P1 =P2 =Pαtm ,τελικά προκύπτει ότι:
P1 v2 P2 v2
+ + z1 +Ηp= + + z + HAΠ →
γ 2·g γ 2·g 2
Hp =z2 -z1 + HAΠ →
Hp =z+ HΑΠL (2)
z v2
Hp =z+f⋅ ⋅ (3)
D 2⋅g
Q 4⋅Q
Q=v⋅A→v= 2
→v= (4)
π⋅D π⋅D2
4
4⋅Q 2
z ( 2)
Ηp=z+f⋅ ⋅ π⋅D →
D 2⋅g
z 16⋅Q2
Ηp=z+f⋅ ⋅ →
D 2⋅g⋅π2 ⋅D4
z 16⋅Q2
Ηp=z+f⋅ 5 ⋅ →
D 2⋅g⋅π2
8⋅f⋅Q2
Ηp=z⋅ (1+ 2 )→
π ⋅g⋅D5
Hp
z= →
8⋅f⋅Q2
1+ 2
π ⋅g⋅D5
13.59 m
z
3 2
m
8 0.015 0.03 2
s
1
m
π 2 9.81 0.15 m 5
s2
z≅12.23 m