You are on page 1of 14

Ισορροπία καταναλωτή

• Χρησιμότητα • Καμπύλη Εισοδήματος –


• Καμπύλες αδιαφορίας Κατανάλωσης
• Καμπύλη εισοδηματικού • Καμπύλη Engel
περιορισμού • Πλεόνασμα καταναλωτή
• Ισορροπία καταναλωτή

Θεωρία της χρησιμότητας


· Είναι η παλαιότερη προσέγγιση της θεωρίας της ζήτησης και αναπτύχθηκε κυρίως από
τους Jevons, Menger και Walras τη δεκαετία του 1870.
· Απόλυτη Χρησιμότητα (U Utility) είναι η ικανοποίηση που απολαμβάνει ο καταναλωτής από
την κατανάλωση ενός αγαθού. Θεωρήθηκε ως μετρήσιμο μέγεθος και ως μονάδα μέτρησης ορίστηκε
η χρησιμονάδα (util). Βασική αρχή της συμπεριφοράς του καταναλωτή είναι η προσπάθειά του για
μεγιστοποίηση της χρησιμότητας με βάση το δεδομένο του εισόδημα.
· Η συνάρτηση τακτικής (απόλυτης) χρησιμότητας U U(x,y) δείχνει τη συνολική χρησιμότητα
που απολαμβάνει ένας καταναλωτής για κάθε συνδυασμό κατανάλωσης ποσοτήτων των δύο αγαθών
Χ και Υ.
· Οριακή Χρησιμότητα (MU Marginal Utility) είναι η μεταβολή που επέρχεται στη
χρησιμότητα ενός καταναλωτή από την πρόσθετη κατανάλωση μιας μονάδας ενός αγαθού. Ισχύει

δε:
· Νόμος της φθίνουσας οριακής χρησιμότητας: Καθώς αυξάνεται η κατανάλωση ενός αγαθού,
η οριακή του χρησιμότητα συνεχώς μειώνεται (φθίνει).

Καμπύλες αδιαφορίας
· Η σύγχρονη θεωρία της
ζήτησης βασίζεται στη θεωρία των
επιλο-γών του καταναλωτή και
οφείλεται κυρίως στις εργασίες
των Edgeworth, Fisher και Pareto.
· Κάθε Καμπύλη Αδιαφορίας α-
ντιπροσωπεύει συνδυασμούς
κατανάλωσης δύο αγαθών μεταξύ
των οποίων ο καταναλωτής είναι
αδιάφορος ή αλλιώς του δίνουν την
ίδια συνολική χρησιμότητα.
· Όσο πιο απομακρυσμένη είναι μια καμπύλη από την αρχή των αξόνων, τόσο μεγαλύτερη είναι
η συνολική χρησιμότητα που απολαμβάνει ο καταναλωτής. Οι κα-μπύλες αδιαφορίας είναι κυρτές
ως προς την αρχή των αξόνων, έχουν αρνητική κλίση και ουδέποτε τέμνονται. Η κλίση (σε
απόλυτη τιμή) σ’ ένα σημείο μιας καμπύλης αδιαφορίας είναι ο οριακός λόγος υποκατάστασης.
· Οριακός Λόγος Υποκατάστασης (MRS Marginal Rate of Substitution) ενός αγαθού Υ από το
αγαθό Χ είναι η μέγιστη ποσότητα του Υ που ο καταναλωτής είναι διατεθειμένος να θυσιάσει για ν’
αποκτήσει μια πρόσθετη μονάδα του Χ, χωρίς να μεταβληθεί η συνολική του χρησιμότητα. Έτσι

έχουμε: .
· Ο Νόμος του Φθίνοντος Οριακού Λόγου Υποκατάστασης δηλώνει ότι καθώς αυξάνεται η
κατανάλωση ενός αγαθού Χ και μειώνεται αντίστοιχα η κατανάλωση του αγαθού Υ, ο οριακός λόγος
υποκατάστασης του Υ από το Χ συνεχώς μειώνεται.
· Αν δύο αγαθά
είναι τέλεια υπο-
κατάστατα, τότε η καμπύλη
αδιαφορίας του καταναλωτή
είναι ευθύγραμμη και ο οριακός
λόγος υποκατάστασης
είναι σταθερός.

· Αν δύο αγαθά
είναι τέ-λεια
συμπληρωματικά,τότε η
καμπύλη αδιαφορίας του
καταναλωτή έχει
σχήμα Lκαι ο οριακός
λόγος υποκατάστα-σης
είναι απροσδιόριστος.
Αυτό σημαίνει ότι για τον
καταναλωτή το ένα
προϊόν είναι άχρηστο
χωρίς το άλλο.

Καμπύλη Εισοδηματικού Περιορισμού


· Η καμπύλη εισοδηματικού
περιο-ρισμού (ή καμπύλη
καταναλωτι-κών δυνατοτήτων)
δείχνει τους μέγιστους
συνδυασμούς δύο αγα-θών Χ και Υ,
τους οποίους ο κα-ταναλωτής
μπορεί να αγοράσει με
συγκεκριμένο εισόδημα. Η απόλυ-
τη κλίση της δίνεται από το λόγο

των τιμών των δύο αγαθών: .


Η καμπύλη εισοδηματικού περιορισμού μετατοπίζεται προς τα δεξιά όταν το εισόδημα αυξάνεται,
ενώ μετατοπίζεται προς τ’ αριστερά όταν το εισόδημα μειώνεται.
· Η ισορροπία του
καταναλωτήεπιτυγχάνεται εκεί όπου
η καμπύλη εισοδηματικού
περιορισμού ε-φάπτεται της ανώτερης
δυνατής καμπύλης αδιαφορίας.
Αλγεβρικά η ισορροπία δίνεται από
την εξίσωση των κλίσεων των δύο πιο
πάνω καμπυλών,

δηλαδή:

Εισοδηματική Καμπύλη Κατανάλωσης


· Η εισοδηματική καμπύλη κατα-
νάλωσης (ICC) περιλαμβάνει όλους
τους συνδυασμούς ισορροπίας του
καταναλωτή σε διαφορετικά επίπεδα
εισοδήματος. Αρχίζει από την αρχή
των αξόνων και συνήθως έχει θετική
κλίση, ενώ σε ακραίες περιπτώσεις
(κατώτερα αγαθά) μπορεί να λάβει
αρνητική κλίση.

Καμπύλη Engel
· Η καμπύλη
(δαπανών) Engelδείχνει
συνδυασμούς συνολικής δαπάνης
(το γινόμενο δηλαδή της τιμής επί
τη ζητούμενη πο-σότητα) των
καταναλωτών και εισοδήματος.
Εξάγεται από την εισοδηματική
καμπύλη κατανά-λωσης.
Ο νόμος του Engel δηλώνει
ότι
καθώς αυξάνεται το εισόδημα
των καταναλωτών, το ποσοστό του εισοδήματος που δαπανάται για διατροφή μειώνεται.

Πλεόνασμα του Καταναλωτή


Η έννοια του πλεονάσματος του
καταναλωτή επιτρέπει τη διερεύνηση
των κερδών η απωλειών ευημερίας του
καταναλωτή από μια μεταβολή της
τιμής του αγαθού με δεδομένη
καμπύλη ζήτησης. Το πλεόνασμα του
καταναλωτή δημιουργείται λόγω του
γεγονότος ότι η τιμή που πληρώνει για
ένα αγαθό αντιστοιχεί στη
χρησιμότητα της τελευταίας μονάδας
που αγοράζει. Η κάθε μια όμως από τις
προη-
γούμενες μονάδες του δίνει περισσότερη χρησιμότητα από την τελευταία. Στο διάγραμμα το
πλεόνασμα του καταναλωτή παριστάνεται από τη σκιασμένη περιοχή. Είναι εμφανές ότι σε κάθε
αύξηση της τιμής το πλεόνασμα, άρα και η ευημερία μειώνονται.

Θεωρία της ζήτησης και της προσφοράς

• Ζήτηση • Ισορροπία στην αγορά


• Προσφορά • Κρατική παρέμβαση
• Μετατοπίσεις των καμπυλών
ζήτησης και προσφοράς

Ζήτηση
· Οι τιμές των προϊόντων στην αγορά προσδιορίζονται από την αλληλεπίδραση των δυνάμεων
της Ζήτησης (Demand) και της Προσφοράς (Supply).
· Ο Νόμος της Ζήτησης δηλώνει ότι η σχέση που συνδέει την τιμή και τη ζητούμε-νη ποσότητα
ενός αγαθού, όταν όλοι οι άλλοι παράγοντες παραμένουν σταθεροί, είναι αντίστροφη.
Δηλαδή, όταν αυξάνεται η τιμή ενός αγαθού, μειώνεται η ζητούμενη ποσότητά του, ceteris paribus
(δηλαδή όταν όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες παραμένουν σταθεροί) και αντίστροφα, όταν μειώνεται
η τιμή ενός αγαθού, αυξάνεται η ζητούμενη ποσότητά του (ceteris paribus).
Ο νόμος της ζήτησης εξηγείται από τη λογικά αναμενόμενη αντίδραση του καταναλωτή στη
μεταβολή της τιμής του αγαθού.
Η εξήγηση της αρνητικής αυτής σχέσης ανάμεσα στην τιμή και τη ζητούμενη ποσότητα ενός αγαθού
δόθηκε από τους F. Edgeworth και J. Hicks, με τη μέθοδο της ανάλυσης των καμπυλών αδιαφορίας
και τη διάκριση δύο ξεχωριστών αποτελεσμάτων, του εισοδηματικού
αποτελέσματος (income effect) και του αποτελέσματος υποκατάστασης (substitution effect).
Αν υποθέσουμε ότι αυξάνεται η τιμή ενός αγαθού Χ, είναι φανερό και λογικό ότι ο καταναλωτής δε
θα αγοράσει περισσότερες μονάδες από το αγαθό Χ που έγινε ακριβότερο. Το πιθανότερο μάλιστα
είναι να αγοράζει λιγότερες μονάδες για τους εξής δύο βασικούς λόγους:
α) Εφόσον αυξήθηκε η τιμή του αγαθού, το εισόδημα (το οποίο είναι σταθερό) δεν επαρκεί, για να
συνεχίζει ο καταναλωτής να αγοράζει τις ίδιες ποσότητες όπως και προηγούμενα (Εισοδηματικό
αποτέλεσμα).
β) Υπάρχουν συνήθως παρόμοια αγαθά (υποκατάστατα) που μπορούν να ικανοποιήσουν την ίδια
ανάγκη και αυτό σημαίνει ότι ο καταναλωτής μπορεί να αντικαταστήσει το αγαθό Χ με κάποιο
υποκατάστατό του, που τώρα είναι σχετικά φθηνότερο (Αποτέλεσμα υποκατάστασης).

· Η καμπύλη ζήτησης ενός


αγαθού δείχνει τη ζητούμενη
ποσότητα, την οποία ο
καταναλωτής είναι
διατεθειμένος να αγοράσει σε
κάθε τιμή.
Έχει κλίση αρνητική ως συνέ-
πεια του νόμου της ζήτησης,
δηλαδή, της αντίστροφης σχέ-
σης που συνδέει την τιμή και τη
ζητούμενη ποσότητα ενός
αγαθού.
Η αγοραία ή συνολική καμπύλη ζήτησης είναι το άθροισμα των ατομικών καμπυλών ζήτησης και
δείχνει σε κάθε τιμή, τη συνολικά ζητούμενη ποσότητα, δηλαδή, την ποσότητα που όλοι μαζί οι
καταναλωτές είναι διατεθειμένοι να αγοράσουν.

Προσφορά
· Ο Νόμος της Προσφοράς δηλώνει ότι η σχέση που συνδέει την τιμή ενός αγαθού και την
προσφερόμενη ποσότητά του είναι ανάλογη.
Όταν, δηλαδή, αυξάνεται η τιμή, ceteris paribus, αυξάνεται και η προσφερόμενη ποσότητα.
Αντίθετα, όταν μειώνεται η τιμή, ceteris paribus, μειώνεται και η προσφερόμενη ποσότητα.
Λέγοντας προσφερόμενη ποσότητα εννοούμε την ποσότητα του αγαθού την οποία οι παραγωγοί
είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν προς πώληση σε κάθε επίπεδο τιμής, σ’ ένα ορισμένο χρονικό
διάστημα.
· Η καμπύλη
προσφοράς δείχνει την ποσότητα
του αγαθού που η επιχείρηση είναι
διατεθειμένη να παράγει και να
προσφέρει σε κάθε τιμή του
αγαθού.
Η κλίση της είναι θετική σαν
απο-τέλεσμα της ανάλογης
(ευθείας) σχέσης μεταξύ τιμής και
προσφε-ρόμενης ποσότητας.
· Στη βραχυχρόνια περίοδο η
καμπύλη προσφοράς είναι το
ανερχόμενο τμήμα της καμπύλης
οριακού κόστους που βρίσκεται
πάνω από την καμπύλη του μέσου
μεταβλητού κόστους.
· Η επιχείρηση θα παράγει εκείνη
την ποσότητα του αγαθού που θα
μεγιστοποιεί τα κέρδη της και η
οποία ποσότητα προσδιορίζεται από
την ισότητα τιμής και οριακού
κόστους.

· Η αγοραία καμπύλη προσφοράς ενός προϊόντος είναι το άθροισμα των καμπυλών προσφοράς
των επιχειρήσεων που προσφέρουν το προϊόν και δείχνει σε κάθε τιμή τη συνολικά προσφερόμενη
ποσότητα.

Μετατόπιση των καμπυλών ζήτησης και προσφοράς


· Οι κυριότεροι προσδιοριστικοί παράγοντες της ζήτησης ενός αγαθού είναι:
1. Οι προτιμήσεις των καταναλωτών.
2. Το εισόδημα των καταναλωτών
3. Οι τιμές των άλλων αγαθών που σχετίζονται με το συγκεκριμένο αγαθό.
4. Οι προσδοκίες σχετικά με την εξέλιξη των τιμών και εισοδημάτων.
5. Ο αριθμός των καταναλωτών.
· Η ζήτηση ενός αγαθού μεταβάλλεται προς την ίδια κατεύθυνση με τη μεταβολή των
προτιμήσεων των καταναλωτών.
· Η ζήτηση ενός αγαθού μεταβάλλεται προς την ίδια κατεύθυνση με τη μεταβολή του εισοδήματος
των καταναλωτών. (Εξαίρεση αποτελούν τα κατώτερα αγαθά)
· Η ζήτηση ενός αγαθού μεταβάλλεται προς την ίδια κατεύθυνση με τη μεταβολή της τιμής ενός
υποκατάστατου αγαθού.
· Η ζήτηση ενός αγαθού μεταβάλλεται προς την αντίθετη κατεύθυνση με τη μεταβο-λή της τιμής
ενός συμπληρωματικού αγαθού.
· Η ζήτηση ενός αγαθού μεταβάλλεται προς την ίδια κατεύθυνση με τις προσδοκίες σχετικά με
την μεταβολή μελλοντικά των τιμών και των εισοδημάτων.
· Η (αγοραία) ζήτηση ενός αγαθού μεταβάλλεται προς την ίδια κατεύθυνση με την μεταβολή του
αριθμού των καταναλωτών.

· Η μεταβολή της ζητούμενης


πο-σότητας ενός αγαθού είναι η
μεταβολή της ποσότητας, την οποία
οι καταναλωτές θέλουν να αποκτή-
σουν ως συνέπεια της μεταβολής της
τιμής του αγαθού (ceteris paribus).
Αυτό σημαίνει μετακίνηση πάνω
στην ίδια την καμπύλη ζήτησης.

· Η μεταβολή της ζήτησης ενός


αγαθού είναι η μεταβολή της ποσότητας,
την ο-ποία οι καταναλωτές θέλουν να
αποκτή-σουν ως συνέπεια της μεταβολής
άλλων παραγόντων - πλην της τιμής του
ίδιου του αγαθού. Αυτό σημαίνει
μετατόπιση ολόκληρης της καμπύλης
ζήτησης.
Αύξηση της ζήτησης ενός αγαθού
μετα-τοπίζει την καμπύλη ζήτησης προς
τα δεξιά, αντίθετα μείωση της ζήτησης
μετατοπίζει την καμπύλη ζήτησης προς
τα αριστερά.

Σημείωση: Αν συμβεί ταυτόχρονη μεταβολή στην τιμή ενός αγαθού και μεταβολή κάποιου άλλου
προσδιοριστικού παράγοντα της ζήτησης του αγαθού αυτού, τότε, το τελικό αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί
από το μέγεθος και την κατεύθυνση των μεταβολών.

· Οι κυριότεροι προσδιοριστικοί παράγοντες της προσφοράς ενός αγαθού είναι:


1. Το κόστος των παραγωγικών συντελεστών.
2. Η τεχνολογία παραγωγής.
3. Οι καιρικές συνθήκες.
4. Οι κυβερνητικές παρεμβάσεις.
5. Ο αριθμός των επιχειρήσεων.
· Η προσφορά ενός αγαθού μεταβάλλεται προς την αντίθετη κατεύθυνση με τη μεταβολή του
κόστους των παραγωγικών συντελεστών.
· Η προσφορά ενός αγαθού αυξάνεται όταν βελτιώνεται η τεχνολογία και μειώνεται όταν η
τεχνολογία χειροτερεύει. (Σπάνια περίπτωση)
· Οι καιρικές συνθήκες αφορούν μόνο τα προϊόντα των οποίων η παραγωγή επηρεάζεται από τις
καιρικές συνθήκες (π.χ. αγροτικά). Ευνοϊκές καιρικές συνθήκες αυξάνουν την προσφορά, ενώ
δυσμενείς καιρικές συνθήκες μειώνουν την προσφορά.
· Θετικές κυβερνητικές αποφάσεις υπέρ των παραγωγών αυξάνουν την προσφορά, ενώ αρνητικές
κυβερνητικές αποφάσεις για τους παραγωγούς μειώνουν την προσφορά.
· Η (αγοραία) προσφορά ενός αγαθού μεταβάλλεται προς την ίδια κατεύθυνση με τη μεταβολή
του αριθμού των επιχειρήσεων.
· Η μεταβολή της προσφερόμενης
ποσότητας ενός αγαθού είναι η
μεταβολή της ποσότητας, την οποία οι
επιχειρήσεις ε-πιθυμούν να παράγουν και
να προσφέρουν ως συνέπεια της
μεταβολής της τιμής του αγαθού (ceteris
paribus). Αυτό σημαίνει μετακίνηση
πάνω στην ίδια την καμπύλη προσφοράς.

· Η μεταβολή της προσφοράς ενός


αγα-θού είναι η μεταβολή της ποσότητας,
την οποία οι επιχειρήσεις επιθυμούν να
πα-ράγουν και να προσφέρουν ως
συνέπεια της μεταβολής άλλων
παραγόντων, πλην της τιμής του ίδιου
του αγαθού. Αυτό σημαίνει μετατόπιση
ολόκληρης της καμπύλης προσφοράς.
Αύξηση της προσφοράς ενός αγαθού
με-
τατοπίζει την καμπύλη προσφοράς προς τα δεξιά, αντίθετα μείωση της προσφοράς μετατοπίζει την
καμπύλη προσφοράς προς τα αριστερά.
Σημείωση: Αν συμβεί ταυτόχρονη μεταβολή στην τιμή ενός αγαθού και μεταβολή κάποιου άλλου
προσδιοριστικού παράγοντα της προσφοράς του αγαθού αυτού, τότε, το τελικό αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί
από το μέγεθος και την κατεύθυνση των μεταβολών.

Ελαστικότητες ζήτησης και προσφοράς


· Ελαστικότητα της ζήτησης ως προς την τιμή (ΕD) είναι ένα μέτρο του βαθμού ανταπόκρισης
ή αντίδρασης των καταναλωτών στις μεταβολές της τιμής και ορίζεται ως ο λόγος της ποσοστιαίας
μεταβολής της ζητούμενης ποσότητας προς την ποσοστιαία μεταβολή της τιμής.

Η ελαστικότητα τόξου αφορά τη μεταβολή της τιμής και της ποσότητας σε δύο διακριτά σημεία της
καμπύλης ζήτησης και υπολογίζεται ως εξής:

Η ελαστικότητα ζήτησης είναι πάντα αρνητική, λόγω του νόμου της ζήτησης.
· Ανάλογα με την απόλυτη αριθμητική τιμή που παίρνει η ελαστικότητα, η ζήτηση ενός αγαθού
μπορεί να είναι:

· Ελαστική όταν |ΕD| 1 δηλαδή όταν:

· Ανελαστική όταν |ΕD| 1 δηλαδή όταν:

· Μοναδιαίας ελαστικότητας όταν |ΕD| 1 δηλαδή όταν: .


· Οι κυριότεροι προσδιοριστικοί παράγοντες της ελαστικότητας ζήτησης ως προς την τιμή
είναι:
1. Η ύπαρξη υποκατάστατων αγαθών.
2. Το ποσοστό του εισοδήματος που δαπανάται για το προϊόν.
3. Ο χρόνος προσαρμογής στη μεταβολή της τιμής.
· Όταν μεταβάλλεται η τιμή ενός
αγαθού και η ζητούμενη ποσότητά του
δεν πα-ρουσιάζει καμιά μεταβολή τότε
λέμε ότι η ελαστικότητα ζήτησης είναι
ίση με το μηδέν. Αυτό σημαίνει ότι ο
καταναλωτής χρειάζεται απαραίτητα μια
ορισμένη ποσότητα του αγαθού και είναι
διατεθειμένος να πληρώσει οποιαδήποτε
τιμή για να την αποκτήσει (π.χ. σπάνια
φάρμακα).
Τα αγαθά με μηδενική ελαστικότητα λέμε ότι έχουν πλήρως ανελαστική ζήτηση.
Όταν οι καταναλωτές ζητούν να αγοράσουν οποιαδήποτε ποσότητα του αγαθού μόνο σε μια τιμή του
τότε η ελαστικότητα ζήτησης είναι ίση με το άπειρο. Αυτό σημαίνει ότι αν υπάρξει έστω και ελάχιστη
αύξηση της τιμής του αγαθού, η ζητούμενη ποσότητα γίνεται ίση με μηδέν. Τα αγαθά αυτά λέμε ότι
έχουν πλήρως ελαστική ζήτηση.
Αν η καμπύλη ζήτησης
είναι ισοσκελήςυπερβολή, δηλαδή το
γινόμενο των απο-στάσεων κάθε
σημείου της από τους άξο-νες είναι
σταθερό (P · Q A), τότε η ελα-
στικότητα ζήτησης είναι ίδια σε κάθε
ση-μείο και είναι ίση με τη μονάδα.
Αυτό ση-μαίνει ότι μία ποσοστιαία
αύξηση της τιμής
ενός αγαθού θα επιφέρει μία ίδια ποσοστιαία μείωση στη ζητούμενη ποσότητά του. Τα αγαθά αυτά
λέμε ότι είναι μοναδιαίας ελαστικότητας ή ότι η ζήτησή τους είναι ισοελαστική.
· Συνολική Δαπάνη των καταναλωτών ενός αγαθού είναι το γινόμενο της τιμής επί την
(αγοραζόμενη) ποσότητα, δηλαδή: ΣΔ P · Q.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σε μια αύξηση της τιμής (Ρ) θα αυξηθεί και η συνολική δαπάνη (ΣΔ).
Επειδή όμως, σύμφωνα με το νόμο της ζήτησης, όταν αυξηθεί η τιμή ενός αγαθού μειώνεται η
ζητούμενη αυτού ποσότητα, έχουμε δύο αντίθετες επιδράσεις πάνω στη συνολική δαπάνη και το
ερώτημα που τίθεται είναι ποια από αυτές θα επηρεάσει τη συνολική δαπάνη. Η απάντηση εξαρτάται
από το βαθμό αντίδρασης της ζητούμενης ποσότητας στις μεταβολές της τιμής του. Έτσι:
α) Αν η ζήτηση είναι ελαστική (|ΕD| 1) θα υπάρξει αντίστροφη σχέση ανάμεσα στην τιμή και τη
συνολική δαπάνη.
β) Αν η ζήτηση είναι ανελαστική (|ΕD| 1) θα υπάρξει ευθεία σχέση ανάμεσα στην τιμή και τη
συνολική δαπάνη.
γ) Αν έχουμε ελαστικότητα ζήτησης ίση με τη μονάδα (|ΕD| 1), η συνολική δαπάνη θα παραμείνει
σταθερή αν η τιμή μεταβληθεί, γιατί οι ποσοστιαίες μεταβολές στην τιμή και την ποσότητα είναι
μεταξύ τους ίσες.
· Σταυροειδής ελαστικότητα (cross elasticity) είναι ο λόγος της ποσοστιαίας μεταβολής της
ζητούμενης ποσότητας ενός αγαθού Χ προς την ποσοστιαία μεταβολή της τιμής ενός άλλου αγαθού
Ψ.

Αν η σταυροειδής ελαστικότητα είναι θετική, τα αγαθά Χ και Ψ είναι υποκατάστατα, ενώ, αν η


σταυροειδής ελαστικότητα είναι αρνητική. Τα αγαθά Χ και Ψ είναι συμπληρωματικά.
· Εισοδηματική ελαστικότητα (income elasticity) είναι ο λόγος της ποσοστιαίας μεταβολής της
ζητούμενης ποσότητας προς την ποσοστιαία μεταβολή του εισοδήματος,

Όταν για κάποια αγαθά η εισοδηματική ελαστικότητα είναι θετική αυτό σημαίνει ότι η αύξηση του
εισοδήματος έχει ως αποτέλεσμα αύξηση της ζήτησης των αγαθών αυτών, ενώ η μείωση του
εισοδήματος έχει ως αποτέλεσμα μείωση της ζήτησης. Τα αγαθά αυτά ονομάζονται κανονικά ή
ανώτερα αγαθά.
Τα αγαθά των οποίων η ζήτηση μειώνεται όταν το εισόδημα αυξάνεται ονομάζονται κατώτερα
αγαθά. Η εισοδηματική ελαστικότητα των κατώτερων αγαθών εί-ναι αρνητική.
Αγαθό πολυτελείας θεωρείται ένα αγαθό, όταν η εισοδηματική του ελαστικότητα είναι μεγαλύτερη
από τη μονάδα.
Πρώτης ανάγκης θεωρείται ένα αγαθό, όταν η εισοδηματική του ελαστικότητα είναι μικρότερη από
τη μονάδα.
· Η ελαστικότητα προσφοράς (ΕS) είναι ο λόγος της μεταβολής της προσφερόμενης ποσότητας
προς τη μεταβολή της τιμής. Δηλαδή:

Η ελαστικότητα προσφοράς είναι πάντα θετική, λόγω του νόμου της προσφοράς.
· Ανάλογα με την αριθμητική τιμή που παίρνει η ελαστικότητα, η προσφορά ενός αγαθού μπορεί
να είναι:

· Ελαστική όταν ΕS 1 δηλαδή όταν: .

· Ανελαστική όταν ΕS 1 δηλαδή όταν: .

· Μοναδιαίας ελαστικότητας όταν ΕS 1 δηλαδή όταν: .


· Όταν μεταβάλλεται η τιμή ενός αγαθού και η προσφερόμενη ποσότητά του δεν παρουσιάζει
καμιά μεταβολή τότε λέμε ότι η ελαστικότητα προσφοράς είναι ίση με το μηδέν. Αυτό συμβαίνει στα
ευπαθή γεωργικά προϊόντα τα οποία οι παραγωγοί
είναι διατεθειμένοι να πουλήσουν σε οποιαδήποτε τιμή (όσο - όσο). Η καμπύλη
προσφοράς είναι κάθετη στον άξονα
των ποσοτήτων. Τα αγαθά με μηδενική
ελαστικότητα λέμε ότι έχουν πλήρως
ανελαστική προσφορά.
Όταν οι παραγωγοί προσφέρουν
οποιαδήποτε ποσότητα του αγαθού
μόνο σε μια τιμή του τότε η
ελαστικότητα
προσφοράς είναι ίση με το άπειρο. Η
καμπύλη προσφοράς
είναι κάθετη στον άξονα των τιμών. Τα αγαθά
αυτά λέμε ότι έχουν πλήρως ελαστική
προσφορά.
Όταν η καμπύλη προσφοράς διέρχεται από
την αρχή των αξόνων (ανεξάρτητα της κλίσης
της), η ελαστικότητα σε όλο το μήκος της εί-
ναι ίση με τη μονάδα.

· Ο κυριότερος προσδιοριστικός παράγοντας της ελαστικότητας προσφοράς είναι ο χρόνος.


Όσο μεγαλύτερο είναι το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο η επιχείρηση προσαρμόζει την παραγωγή
της σε μια δεδομένη μεταβολή της τιμής, τόσο πιο ελαστική είναι η προσφορά.

Ισορροπία στην αγορά

· Τιμή ισορροπίας είναι η τιμή στην


οποία η ζητούμενη ποσότητα είναι ίση με
την προσφερόμενη ποσότητα. Λέγεται τιμή
ισορ-ροπίας ακριβώς γιατί σ’ αυτή την τιμή
εξισορροπούνται οι δυνάμεις της αγοράς
και της ζήτησης. Η αντίστοιχη ποσότητα
λέγε-ται ποσότητα ισορροπίας ενώ το
σημείο που τέμνονται οι καμπύλες ζήτησης
και προσφοράς λέγεται σημείο
ισορροπίας.
Όταν η τιμή είναι υψηλότερη από τη τιμή ισορροπίας, τότε η προσφερόμενη ποσότητα υπερβαίνει
τη ζητούμενη, υπάρχει δηλαδή πλεονάζουσα προσφορά ή πλεόνασμα.
Όταν η τιμή είναι χαμηλότερη από την τιμή ισορροπίας, τότε η ζητούμενη ποσότητα υπερβαίνει τη
προσφερόμενη, υπάρχει δηλαδή υπερβάλλουσα ζήτηση ή έλλειμμα.
Όσο υπάρχει πλεόνασμα η τιμή θα μειώνεται μέχρι να φτάσει τη τιμή ισορροπίας, ενώ όσο υπάρχει
έλλειμμα η τιμή θα αυξάνεται μέχρι να φτάσει τη τιμή ισορροπίας.
· Η τιμή και η ποσότητα ισορροπίας μετα-
βάλλεται μόνο όταν μετατοπιστεί η καμπύλη
ζήτησης ή η καμπύλη προσφοράς ή και οι δύο
ταυτόχρονα. Τότε σχηματίζεται νέα τιμή και
ποσότητα ισορροπίας.
Όταν μειώνεται η ζήτηση (με αμετάβλητη
την προσφορά), μετατοπίζεται η καμπύλη
ζήτησης προς τ’ αριστερά κι έτσι μειώνεται
και η τιμή και η ποσότητα ισορροπίας. Όταν
αυξάνεται η ζήτηση (με αμετάβλητη την
προσφορά), μετατοπίζεται η καμπύλη
ζήτησης προς
τα δεξιά κι έτσι αυξάνεται και η τιμή και η
ποσότητα ισορροπίας.
Όταν μειώνεται η προσφορά (με αμετά-
βλητη τη ζήτηση), μετατοπίζεται η κα-
μπύλη προσφοράς προς τ’ αριστερά κι έτσι
η τιμή ισορροπίας αυξάνεται και η
ποσότητα ισορροπίας μειώνεται. Όταν
αυξάνεται η προσφορά (με αμετάβλητητη
ζήτηση), μετατοπίζεται

η καμπύλη προσφοράς προς τα δεξιά κι έτσι η τιμή ισορροπίας μειώνεται, ενώ η ποσότητα
ισορροπίας αυξάνεται.
Αν μεταβληθεί ταυτόχρονα η ζήτηση και η προσφορά, το τελικό αποτέλεσμα εξαρτάται από την
κατεύθυνση και το μέγεθος των μεταβολών.

Κρατική παρέμβαση

· Ανώτατη τιμή (ή τιμή διατίμησης)


είναι η τιμή που επιβάλλει το κράτος όταν
θεωρεί την άνοδο της τιμής του προϊόντος
υπερβολική, με σκοπό να προστατέψει
τους καταναλωτές.
Η ανώτατη αυτή τιμή (ΡΑ) είναι
χαμηλό-τερη από την τιμή που θα
επικρατούσε στην αγορά χωρίς την
επέμβαση του κρά-τους (ΡΕ), έτσι σ’ αυτή
την τιμή οι παραγωγοί παράγουν και
προσφέρουν
ποσότητα QS ενώ οι καταναλωτές ζητούν ποσότητα QD. Δημιουργείται έτσι έλλειμμα ίσο με τη
διαφορά QD – QS
Έτσι δημιουργούνται οι παρακάτω αντιδράσεις στην αγορά:
1. Η ποσότητα QS διανέμεται κατά σειρά προτεραιότητας.
2. Η ποσότητα QS διανέμεται με δελτία (κουπόνια).
3. Δημιουργείται το φαινόμενο της «μαύρης αγοράς» δηλαδή η παράνομη πώληση σε τιμή
μεγαλύτερη από τη νόμιμη (P΄ – PA «καπέλο»)
· Κατώτατη τιμή (ή τιμή ασφάλειας ή
τιμή παρέμβασης) είναι μία τιμή,
μεγαλύτερη από την τιμή ισορροπίας, που
επιβάλλεται από το κράτος (ή την
Ευρωπαϊκή Ένωση), για να προστατέψει
τους παραγωγούς (των αγροτικών κυρίως
προϊόντων).
Η επιβολή κατώτατης τιμής PK δημιουργεί
πλεόνασμα προσφοράς ίσο με QS – QD. Το
κράτος αγοράζει αυτό το πλεόνασμα στην
τιμή PK και στη συνέχεια θα πρέπει να βρει
τρόπο να το διαθέσει. Αυτό μπορεί να γίνει
π.χ. σε περίοδο μειωμένης παραγωγής ή σε
αγορές του εξωτερικού
.

You might also like