You are on page 1of 49

Ενδοκρινικό Σύστημα

ΑΔΕΝΕΣ
Εξωκρινείς Αδένες: φέρουν εκφορητικό πόρο

Ενδοκρινείς Αδένες: εκκρίνουν τα προϊόντα τους (ορμόνες)


μέσα στην κυκλοφορία και διανέμονται στον οργανισμό ή
κατευθείαν σε γειτνιάζοντα κύτταρα.

Οι αγγελιοφόροι του ενδοκρινικού συστήματος


είναι οι ορμόνες
Εξωκρινείς αδένες
Ιδρωτοποιός αδένας Δακρυικός αδένας
Ενδοκρινικό Σύστημα

1. Υπόφυση
2. Επίφυση (κωνάριο)
3. Θυρεοειδής
4. Θύμος
5. Επινεφρίδια
6. Πάγκρεας
7. Ωοθήκες
8. Όρχεις
Ορμόνες
παράγονται από τους
αδένες
 μεταφέρονται στα
όργανα στόχο μέσω
της κυκλοφορίας,
 μεταφέροντας
μηνύματα
απαραίτητα για την
λειτουργία του
οργανισμού.
Πρόκειται για το συντονιστικό όργανο των
Υποθάλαμος ενδοκρινών αδένων με την έκκριση
νευρο-ορμονών. Ουσιαστικά εκκρίνει
ορμόνες που διεγείρουν την υπόφυση
να εκκρίνει άλλες ορμόνες.
Ο υποθάλαμος μαζί με την υπόφυση
συντονίζουν την λειτουργία όλων των
άλλων ενδοκρινών αδένων
Μηχανισμός αρνητικής
ανατροφοδότησης.
είναι η διαδικασία κατά την οποία όταν
υποθάλαμος γίνονται αντιληπτά χαμηλά επίπεδα
υπόφυση ορμόνης στο αίμα, τότε διεγείρεται ο
αδένας και αυξάνει την παραγωγή.
Αντιθέτως, όταν γίνεται αντιληπτή
υψηλή συγκέντρωση στο αίμα, τότε
πέφτει η παραγωγή και η έκκριση.
ΥΠΟΦΥΣΗ
Βρίσκεται μέσα στο τουρκικό
εφίππιο, και ακριβώς πίσω
από το οπτικό χίασμα.
Όγκοι της υπόφυσης πιέζουν
το οπτικό χίασμα και
προκαλούν διαταραχές της
υποθάλαμος όρασης (ημιανοψία).
υπόφυση
Οι αρτηρίες που αρδεύουν την
υπόφυση είναι κλάδοι της
έσω καρωτίδας.
Οι φλέβες εκβάλουν κυρίως
στο σηραγγώδη κόλπο.
ΥΠΟΦΥΣΗ
Το βάρος της είναι 0,6 γραμ.
Αποτελείται από:
1. Αδενοϋπόφυση (πρόσθιος λοβός)
2. Διάμεσο λοβό
3. Νευροϋπόφυση (οπίσθιος λοβός)
μίσχος συνδέεται απευθείας με τον
υποθάλαμο. Αποτελεί δεξαμενή
των ορμονών του υποθαλάμου

Πρόσθιος οπίσθιος λοβός


λοβός
Υπόφυση

Οπίσθιος λοβός: νευροϋπόφυση Πρόσθιος λοβός: αδενοϋπόφυση


Η πρόσθια υπόφυση -αδενοϋπόφυση
Οι ορμόνες που εκκρίνονται από τον πρόσθιο λοβό της
υπόφυσης παίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση των
μεταβολικών λειτουργιών του οργανισμού.
 Η πρόσθια υπόφυση εκκρίνει πληθώρα ορμονών,
συμπεριλαμβανομένης και της αυξητικής ορμόνης.

 Η αυξητική ορμόνη εκκρίνεται από έναν συγκεκριμένο, ειδικό


τύπο κυττάρων του υποφυσιακού αδένα, γνωστών με την
ονομασία οξεόφιλα ή άλφα-κύτταρα.

 Η πρόσθια υπόφυση εκκρίνει επίσης ορμόνες οι οποίες


ρυθμίζουν την λειτουργία άλλων (π.χ. θυρεοειδής, μαστός).

 Οι ορμόνες του προσθίου λοβού της υπόφυσης


απαριθμούνται στον ακόλουθο πίνακα.
Ορμόνες υποθάλαμου Ορμόνες αδενο-υπόφυσης Περιφερικοί αδένες και δράση

Γοναδοεκλυτίνη FSH-RF Θυλακιοτροπίνη FSH ή Ωοθήκες, ωρίμανση των


(εκλυτικός παράγοντας των ωοθυλακιοτρόπος ωοθυλακίων και στην προώθηση
γοναδοτροπινών) ΓΟΝΑΔΟΤΡΟΠΙΝΗ της σπερματογέννεσης

Ωχρινοεκλυτίνη LH-RF Ωχρινοτροπίνη LH ή ωχριντοτρόπος Ωοθυλακιορρηξία, σχηματισμός του


ΓΟΝΑΔΟΤΡΟΠΙΝΗ ωχρού σωματίου
διεγείρει τα ανδρογόνα στον άνδρα.

Προλακτοεκλυτίνη PRF Προλακτίνη PRL Ενεργοποίηση, έκκριση και


Προλακτοστατίνη PIF διατήρηση του γάλακτος
(ανασταλτικός παράγοντας της
προλακτίνης)

Φλοιοεπινεφριδιοεκλυτίνη CRF Κορτικοτροπίνη ACTH Προάγει την παραγωγή των


(φλοιοεπινεφριδιοτρόπος) γλυκοκορτικοειδών

Θυρεοεκλυτίνη TRF Θυρεοτροπίνη TSH ή Προάγει την πρόσληψη ιωδίου και


θυρεοειδοτρόπος ενεργοποιεί τον θυρεοειδή

Σωματοεκλυτίνη GH-RF Σωματοτροπίνη GH ή αυξητική Αύξηση του σώματος


εκλυτικός παράγοντας ορμόνη

Μελανινοεκλυτίνη MRF Μελανινοτροπίνη MSH ή Μελανογέννεση από


εκλυτικός παράγοντας μελανινοτρόπος μελανοκύτταρα στο δέρμα και τις
Η οπίσθια υπόφυση

Νευροεκκριτικά κύτταρα εκκρίνουν ορμόνες απευθείας στα


τριχοειδή αγγεία:

1.Αντιδιουρητική ορμόνη (ADH) ή αλλιώς


βασοπρεσίνη
Προκαλεί κατακράτηση ύδατος από τα νεφρά
.
2.Οξυτοκίνη
Μητροσυσπαστική δράση στο φυσιολογικό τοκετό
Τελική έκκριση γάλακτος κατά το θηλασμό
Επίφυση
Έχει σχήμα κωναρίου του πεύκου και έχει
μήκος 1,2 εκ.
επίφυση Εδράζεται στη κορυφή της 3ης κοιλίας
Εκκρίνει την μελανινοτονίνη, η οποία
καταστέλλει τη δράση των χρωστικοφόρων
κυττάρων του δέρματος με αποτέλεσμα να
γίνεται ανοιχτότερο. Δρα ανταγωνιστικά με
την μελανοτροπίνη της υπόφυσης.
Μπορεί επίσης να καθυστερεί την
σεξουαλική ωρίμανση (έλλειψη της ορμόνης
μπορεί να οδηγήσει σε πρώιμη ήβη)
ΘΥΡΕΟΕΙΔΗΣ ΑΔΕΝΑΣ

• Ιστορικά στοιχεία
• Η αρχική ονομασία του θυρεοειδούς ήταν
"λαρυγγικός αδένας".
• Θυρεοειδής ονομάστηκε το 1656 από τον
Warton εξαιτίας του σχήματός του, που μοιάζει
με ασπίδα (θυρεός = ασπίς).
• Η πρώτη αναφορά σε παθολογία του αδένα
έγινε το 1786, όταν ο Parry μίλησε για
υποθυρεοειδισμό και βρογχοκήλη.
Ανατομία θυρεοειδούς
•Ο αδένας βρίσκεται στον πρόσθιο
τράχηλο. Κάθε λοβός του έχει διαστάσεις
5*3*1,5 εκατοστά.
σφαγίτιδα
•Ενίοτε, σε ορισμένους ανθρώπους,
υπάρχει και ένα τρίτος λοβός, ο
πυραμοειδής, που είναι μια προσεκβολή
του θυρεοειδούς προς τα άνω.
•Ο θυρεοειδής συνδέεται με την τραχεία
και τον κρικοειδή χόνδρο, ενώ
περιβάλλεται από μία κάψα που
καρωτίδα ονομάζεται περιτονία.
Δύο ζεύγη αρτηριών ευθύνονται για τη
ροή του αίματος στην περιοχή του αδένα:
η άνω και η κάτω θυρεοειδής. Οι φλέβες
του σχηματίζουν ένα πλούσιο πλέγμα που
πυραμοειδής βρίσκεται στην επιφάνεια του αδένα
Ισθμός του
θυρεοειδή
Άρδευση και νεύρωση θυρεοειδούς
Άνω θυρεοειδική
Αρτηρίες: από κλάδους της
έξω καρωτίδας και
υποκλείδιας αρτηρίας
ΔΕ και ΑΡ
1. Άνω θυρεοειδική
2. Κάτω θυρεοειδική
Φλέβες: από κλάδους της
μέση υποκλείδιας και έσω
σφαγίτιδας.
1. Άνω θυρεοειδική
2. Μέση
Κάτω θυρεοειδική φλέβα

Παλίνδρομο λαρυγγικό
3. Κάτω θυρεοειδική
Νεύρωση: από κλάδους του
πνευμονογαστρικού (Χ)
ΘΥΡΕΟΕΙΔΗΣ
• Ο θυρεοειδής αδένας είναι περιελιγμένος γύρω από το
πρόσθιο μέρος της τραχείας. Οι τέσσερις παραθυρεοειδείς
αδένες βρίσκονται στο πίσω μέρος του θυρεοειδούς αδένα.
• Ο θυρεοειδής αδένας παράγει
1. την ορμόνη θυροξίνη (Τ4)
2. την τριϊωδοθυρονίνη (Τ3),
οι οποίες δρουν σε σωματικά κύτταρα για να ρυθμίσουν
το μεταβολισμό-τις βιοχημικές διεργασίες που
συντελούνται συνεχώς στο ανθρώπινο σώμα-
συμπεριλαμβανομένης και της κατανάλωσης
ενέργειας.
3. την καλσιτονίνη από ορισμένα θυρεοειδικά κύτταρα
(τα παραθυλακιώδη). εκκρίνουν την ορμόνη , η
οποία βοηθάει στην ελάττωση του ασβεστίου στο
αίμα, αν οι τιμές ασβεστίου είναι ήδη υψηλές.
ΟΙ 4 ΠΑΡΑΘΥΡΕΟΕΙΔΕΙΣ
Οι 4 παραθυρεοειδείς αδένες βρίσκονται σε μικρή
απόσταση μεταξύ τους στο τράχηλο επί του
θυρεοειδούς

Οι παραθυρεοειδείς αδένες παράγουν την παραθορμόνη


(PTH), η οποία είναι ο κύριος ρυθμιστής των τιμών
ασβεστίου στον οργανισμό και εκκρίνεται επί χαμηλού
Ca στο αίμα. Ενεργοποιούν τους στεοκλάστες.
Από που ελέγχεται η λειτουργία
του θυρεοειδούς;

Η σύνθεση και η έκκριση των θυρεοειδικών ορμονών


ρυθμίζεται από τη θυρεοειδοτρόπο ορμόνη (TSH) που
παράγεται στην υπόφυση, η οποία, με τη σειρά της,
εξαρτάται από την έκκριση της ορμόνης Θυρεοεκλυτίνης
TRH που παράγεται στον υποθάλαμο.
Θυρεοειδικές ορμόνες
Η βάση τους είναι το αμινοξύ «τυροσίνη»
Negative feedback- αρνητικό σύστημα ανατροφοδότησης
Κύριο κλινικό εύρημα στις παθήσεις του θυρεοειδούς είναι η
διόγκωσή του. Φυσιολογικά, ο αδένας δεν ψηλαφάται. Κάθε
διόγκωσή του αναφέρεται κλινικά ως βρογχοκήλη.
υποθυρεοειδισμός
υπερθυρεοειδισμός

Η νόσος του Graves


είναι τυπική νόσος
Υπερθυρεοειδισμού
και μεγέθυνσης του αδένα.

Προκαλεί:
-εξόφθαλμο,
-δυσανεξία στη θερμότητα
και
-άγχος
Καρκίνος θυρεοειδούς
ΕΠΙΝΕΦΡΙΔΙΑ

Κάθε επινεφρίδιο ζυγίζει 5 γρ. και επικάθεται


επινεφρίδια στον άνω πόλο του σύστοιχου νεφρού.
Το ΔΕ έχει σχήμα τριγωνικό ενώ το ΑΡ
ημισεληνοειδές.
• Μακροσκοπικά διακρίνεται στο εξωτερικό ο
επινεφρίδια φλοιός των επινεφριδίων, με χρώμα
ωχροκίτρινο.
• Στο εσωτερικό διακρίνεται ο μυελός των
επινεφριδίων με χρώμα ερυθροκαφεοειδές
• Η κάθε μοίρα έχει εξειδικευτεί στην παραγωγή
συγκεκριμένων ορμονών.
κάψα
φλοιώδης Οι ορμόνες που παράγονται από το φλοιό των
επινεφριδίων είναι :
• Η αλδοστερόνη, μια ορμόνη, που συμμετέχει
μυελώδης στη ρύθμιση του εξωκυττάριου όγκου, της
αρτηριακής πίεσης και του ισοζυγίου του
χλωριούχου νατρίου.
• Η κορτιζόλη, μια ορμόνη, που με τις
πολυποίκιλες δράσεις της πάνω στο
μεταβολισμό, βοηθά τον οργανισμό να
ανταπεξέρχεται στις διάφορες καταστάσεις
μακροχρόνιου stress.
• Τα ανδρογόνα του φλοιού των επινεφριδίων,
τα οποία παίζουν σημαντικότερο ρόλο στο
γυναικείο φύλο, καθώς το ανδρικό φύλο διαθέτει
ένα ισχυρότερο ανδρογόνο, την τεστοστερόνη,
που εκκρίνεται από τους όρχεις.
Οι ορμόνες που παράγονται από το μυελό των
επινεφριδίων είναι :
• Η αδρεναλίνη και η νοραδρεναλίνη, ο ρόλος
των οποίων είναι η προσαρμογή του οργανισμού
σε οξείες καταστάσεις stress.
σπειροειδή
ζώνη

φλοιώδης στηλιδωτή

δικτυωτή

μυελώδης
Αρτηρίες:
Άνω – Μέση- Κάτω
Φλέβες:
επινεφρίδια φλέβα
αλδοστερόνη
Αλατοκορτικοειδές
κατακρατεί το νάτριο και
αποβάλει κάλιο.
Ρυθμίζει
την αρτηριακή πίεση και
την ομοιόσταση του
ύδατος
Κορτιζόλη
Η ΚΟΡΤΙΖΌΛΗ ανήκει στα γλυκορτικοειδή που επιδρούν
σχεδόν σε όλο το σώμα.
1.Βοηθούν στη διατήρηση της αρτηριακής πίεσης αφού
συμβάλλουν στη περιφερική αγγειοσύσπαση
2.Αντιφλεγμονώδη δράση (ελαττώνουν τα λεμφοκύτταρα και
την δράση των ουδετερόφιλων)
3.Συμβάλλουν στην μη ειδική αντίσταση του οργανισμού σε
καταστάσεις στρες
4.Ελαττώνουν την χρησιμοποίηση των υδατανθράκων από τα
κύτταρα (αύξηση της γλυκόζης στο αίμα).
5.Στους νεφρούς προκαλούν επιβράδυνση αποβολής ύδατος
6. Στο στομάχι αυξάνουν τα γαστρικά υγρά.
ΑΝΑΛΟΓΩΣ ΦΥΛΟΥ:
7α.Στους άνδρες στέλνουν ορμονικά ερεθίσματα στους όρχεις
να παράξουν τεστοστερόνη.
7β.Στις γυναίκες προωθούν τη διάσπαση της χοληστερόλης
για να παραχθεί προγεστερόνη (πρόδρομη ουσία των
οιστρογόνων).
Αδρεναλίνη- Νορεπινεφρίνη
• Η μυελώδης μοίρα των επινεφριδίων παράγουν τις κατεχολαμίνες:
Adrenaline και Norepinephrine

Η Adrenaline και η Norepinephrine παράγονται ακαριαία κάτω


από ψυχικό ή σωματικό στρές

Η κυκλοφορία στο αίμα προκαλεί:


• αύξηση ρυθμού και έντασης της συσπαστικότητας του μυοκαρδίου.
• Αγγειοσύσπαση ιδίως στα μικρής διαμέτρου αγγεία αυξάνοντας τις
περιφερικές αντιστάσεις και έτσι την αρτηριακή πίεση.
• Βρογχοδιαστολή αυξάνοντας τον αερισμό και τελικά την ανταλλαγή
οξυγόνου.
• Διασπά το γλυκογόνο στους σκελετικούς μύες ώστε να υπάρχει
περισσόtερη γλυκόζη για αερόβια αναπνοή.
• Αυξάνει το μεταβολικό ρυθμό και την παραγωγή θερμότητας ιδίως
η επινεφρίνη.
• Διαστέλλει την κόρη ιδίως στο ημίφως.
Ανδρογόνα
• ΑΝΔΡΕΣ: Ανεπάρκεια σημαίνει χαμηλή libido και έλλειψη
ενέργειας και δύναμης.

• ΑΝΔΡΕΣ: αυξημένες ποσότητες σημαίνει επιθετικότητα,


ευέξαπτο χαρακτήρα ανυπομονησία, τριχοφυΐα,
συχνότερο αυνανισμό και αυξημένη σεξουαλική
διέγερση. Αυξάνονται οι πιθανότητες για στειρότητα και
καρκίνο του προστάτη ή των όρχεων.

• ΓΥΝΑΙΚΕΣ: Ανεπάρκεια σημαίνει χαμηλή libido και


έλλειψη ενέργειας και δύναμης και αδυναμία να φτάσει
σε οργασμό (ανοργασμική).

• ΓΥΝΑΙΚΕΣ: αυξημένες ποσότητες σημαίνει


αρρενοποίηση (τριχοφυΐα, μυϊκή ενδυνάμωση, μπάσο
στη φωνή, μεγέθυνση κλειτορίδας)
Αυξάνει την πιθανότητα για αδυναμία τεκνοποίησης και του
καρκίνου ωοθηκών και μαστού
Ωοθήκες - Όρχεις
Οιστρογόνα 1/3
• Τα τρία κύρια φυσικά οιστρογόνα στις
γυναίκες είναι
– η οιστραδιόλη E2,
– η οιστριόλη E3
– η οιστρόνη E1.

Μέσα στον οργανισμό και τα τρία παράγονται


από ανδρογόνα μέσω της δράσης
ενζύμων.
Οιστρογόνα 2/3
• Τα οιστρογόνα είναι μια ομάδα στεροειδών χημικών
ενώσεων, πού πήραν το όνομα τους από τον οιστρικό
κύκλο και δρούν ως οι κύριες γυναικείες ορμόνες.
• Τα οιστρογόνα χρησιμοποιούνται ως μέρος
αντισυλληπτικών που χορηγούνται από το στόμα.
• Επίσης δίνονται για αναπλήρωση οιστρογόνων σε
μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και σαν ορμονική
θεραπεία σε τρανσεξουαλικές γυναίκες.
Παραγωγή Οιστρογόνων 3/3
• Το οιστρογόνο παράγεται κυρίως από πρωτογενή
ωοθυλάκια κατά την διάρκεια της ωρίμανσης τους, το
ωχρό σωμάτιο και τον πλακούντα.

• Η ωοθυλακιοτρόπος ορμόνη (FSH) και η ωχρινοτρόπος


(LH) διεγείρουν την παραγωγή οιστρογόνου στις
ωοθήκες.
• Σε μικρότερες ποσότητες, οιστρογόνο παράγεται σε
ιστούς όπως το ήπαρ, τα επινεφρίδια και τον μαστό.
Αυτές οι δευτερεύουσες πηγές οιστρογόνου είναι ειδικά
σημαντικές σε γυναίκες που έχουν περάσει την
εμμηνόπαυση.

• Η βιοσύνθεση του οιστρογόνου αρχίζει στα κύτταρα του


ωοθυλακίου, με την σύνθεση ανδροστενοδιόνης από
χοληστερόλη. Η ανδροστενοδιόνη είναι ουσία με μέτρια
ανδρογενή δραστηριότητα.
Λειτουργίες των οιστρογόνων
1. Οιστρογόνα κυκλοφορούν στο αίμα και των δύο φύλων αλλά βρίσκονται σε
πολύ μεγαλύτερες συγκεντρώσεις σε γυναίκες αναπαραγωγικής
ηλικίας. Προωθούν την ανάπτυξη γυναικείων δευτερευόντων φυλετικών
χαρακτηριστικών, όπως τους μαστούς, και είναι επίσης υπεύθυνα για την
πάχυνση του ενδομητρίου και άλλες πτυχές της ρύθμισης του
εμμηνορροϊκού κύκλου.
2. Στους άνδρες τα οιστρογόνα ρυθμίζουν διάφορες λειτουργίες του
αναπαραγωγικού συστήματος που έχουν να κάνουν με ωρίμανση του
σπέρματος και ειναι συνδεδεμένα με κανονική σεξουαλική επιθυμία.
3. Βιοσύνθεση πρωτεϊνών
αυξάνουν ηπατική παραγωγή σταθεροποιητικών πρωτεϊνών
4. Πήξη Αίματος
αυξάνουν κυκλοφορούντα επίπεδα των παραγόντων 2,7,9,10, αντιθρομβίνης ΙΙΙ και
πλασμινογόνου
αυξάνουν την προσκόλληση αιμοπεταλίων
• Ομοιοστασία
συγκράτηση άλατος και νερού
• Γαστρεντερικός σωλήνας
μειώνουν κινητικότητα εντέρου
αυξάνουν χοληστερόλη στη χολή
Η προγεστερόνη ανήκει στα προγεσταγόνα και μαζί με την οιστραδιόλη, που
ανήκει στα οιστρογόνα, αποτελούν τις κύριες φυλετικές ορμόνες στις γυναίκες.
Είναι μια στεροειδής ορμόνη, δηλαδή συντίθεται από τη χοληστερόλη.
Κατά την αναπαραγωγική ηλικία της γυναίκας παρατηρείται κυκλική μεταβολή
στις συγκεντρώσεις των ορμονών του φύλου (οιστρογόνων και προγεστερόνης)
με αντίστοιχες δομικές μεταβολές του ενδομητρίου (έμμηνος κύκλος).
Η προγεστερόνη παράγεται στο δεύτερο μισό του έμμηνου κύκλου (ωχρινική ή
εκκριτική φάση) από το ωχρό σωμάτιο της ωοθήκης, που σχηματίζεται από
τα υπολείμματα του ραγέντος ωοθυλακίου (δηλαδή του ωοθυλακίου μετά την
ωοθυλακιορρηξία), κάτω από την επίδραση της ωχρινοποιητικής ορμόνης (LH)
του πρόσθιου λοβού της υπόφυσης. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται
ωχρινοποίηση. Αντίθετα, η στάθμη της προγεστερόνης στο πρώτο μισό του
έμμηνου κύκλου (παραγωγική φάση) είναι μικρή. Αν επιτευχθεί εγκυμοσύνη, το
ωχρό σωμάτιο συνεχίζει να αυξάνεται κάτω από την επίδραση της χοριακής
γοναδοτροπίνης (β-hCG) του πλακούντα και χαρακτηρίζεται πλέον ως ωχρό
σωμάτιο της κύησης. Αν δεν επιτευχθεί εγκυμοσύνη, το ωχρό σωμάτιο
εκφυλίζεται, τα επίπεδα της προγεστερόνης πέφτουν και επακολουθεί η
εμμηνορρυσία.
Όρχεις - Ανδρογόνα
• Τεστοστερόνη
• Ανδροστερόνη

Ωρίμανση των σπερματοζωαρίων


Ανάπτυξη των γεννητικών οργάνων
Δευτερευόντων χαρακτηριστικών του φύλου
(γένια, μυϊκή μάζα, φωνή)
Πάγκρεας -
Νησίδια του Langerhans
• Παράγουν την ινσουλίνη και τη
γλυκαγόνη.
• Η ινσουλίνη επάγει την
σύνθεση του γλυκογόνου στο
ήπαρ ελαττώνοντας τα επίπεδα
της γλυκόζης στο αίμα.
• Η γλυκαγόνη επάγει την
γλυκογονόλυση με αποτέλεσμα
την αύξηση της γλυκόζης.
Το πάγκρεας αποτελεί μια μαλακή δομή, η οποία
και είναι αρκετά μεγάλη συγκρινόμενη με
άλλους ενδοκρινείς αδένες. Το πάγκρεας
βρίσκεται στο σημείο όπου τελειώνει το στομάχι
και αρχίζει το λεπτό έντερο.

Έχει δύο λειτουργίες και δύο τύπους κυττάρων.

Πεπτικοί αδένες:
παράγουν ένζυμα, τα οποία αποδεσμεύονται
μέσα στο έντερο κατά τη διάρκεια της πέψης.

Τα νησίδια του Langerhans:


Τα κύτταρα αυτά παράγουν ινσουλίνη και
γλυκαγόνη, δύο ορμόνες οι οποίες ρυθμίζουν τα
επίπεδα της γλυκόζης στο σώμα και άλλες
ορμόνες οι οποίες συμβάλλουν στην πέψη.
Ινσουλίνη

Η ινσουλίνη είναι η ορμόνη κλειδί


που θα εισάγει την γλυκόζη μέσα
στα κύτταρα, αναγκαία για την
θρέψη του κυττάρου.
Σακχαρώδης διαβήτης είναι η
νόσος όπου το πάγκρεας δεν
εκκρίνει ινσουλίνη,
Ομοιόσταση Γλυκόζης
ΘΥΜΟΣ ΑΔΕΝΑΣ

Βρίσκεται πίσω από το στέρνο, μπροστά από την καρδιά, και


παράγει ορμόνες. Πρόκειται για έναν "ενδοκρινή" αδένα.

Ο όγκος του διαφέρει ανάλογα με την


ηλικία. Αυξάνει μέχρι την εφηβεία -
οπότε ζυγίζει 20-35 γραμμάρια.
Στη συνέχεια συρρικνώνεται και
ατροφεί κατά τη γεροντική ηλικία, με
βάρος περίπου εφτά γραμμαρίων.
Λειτουργίες του Θύμου
 Ο θύμος αποτελεί τη θέση της τελικής διαφοροποίησης και επιλογής
των Τ-λεμφοκυττάρων. Τα Τ-λεμφοκύτταρα πολλαπλασιάζονται στο θύμο
αδένα, έρχονται σε επαφή με ξένες προς τον οργανισμό ουσίες (αντιγόνα)
και διαφοροποιούνται σε θυμοκύτταρα. Το 95% των παραγόμενων Τ-
λεμφοκυττάρων απομακρύνονται από τον αδένα. Τα κύτταρα που
απομακρύνονται είναι αφενός μέν αυτά που δεν αντιδρούν με αντιγόνα,
αφετέρου δε αυτά που αντιδρούν με αντιγόνα που ανήκουν στον
οργανισμό (αυτοαντιγόνα).
 Ο θύμος παράγει πρωτεϊνικούς παράγοντες που διεγείρουν τον
πολλαπλασιασμό και τη διαφοροποίηση των Τ-λεμφοκυττάρων (θυμοσίνη-
α, θυμοποιητίνη, θυμολίνη, θυμικός χυμικός παράγοντας).
 Ο θύμος αδένας ρυθμίζει την παραγωγή Τ-λεμφοκυττάρων μέσω
παραγωγής της λεμφοποιητίνης, τόσο στον ίδιο τον αδένα, όσο και στα
περιφερικά λεμφοκυτογόνα όργανα.
 Ο θύμος υπόκειται στη δράση ορμονών. Τα αδρενοκορτικοειδή
(αδρεναλίνη, νοραδρεναλίνη κ.α.) προκαλούν ατροφία της φλοιώδους
ζώνης. Οι αρσενικές και θηλυκές φυλετικές ορμόνες επιταχύνουν την
υποστροφή του θύμου.

You might also like