You are on page 1of 43

Νικόλαος Ξ.

Καρπούζης
Διδάκτωρ Λαογραφίας του
Πανεπιστημίου Αθηνών
Δημοτικό τραγούδι (ως κείμενο).
Ειδικές αναφορές στο ρεμπέτικο, στο
ληστρικό τραγούδι και στη σύγχρονη
έντυπη λαϊκή ποίηση
Προσδιορισμός του δημοτικού
τραγουδιού
Οι «κατά φύσιν» λαοί έχουν τραγούδια που
διαθέτουν έναν στοιχειώδη λόγο και μουσική και
υπηρετούν έναν πρακτικό σκοπό (κυρίως μαγικο-
θρησκευτικό). Τέτοιες πιο εξελιγμένες
συναισθηματικές διαθέσεις παρατηρούνται και σε
αγροτικές κοινωνίες, όπου το τραγούδι δεν έχει χάσει
και τον ομαδικό του λειτουργικό χαρακτήρα και
εφόσον αυτές παραμένουν σε έναν βαθμό κλειστές.
Στην ελληνική γλωσσική χρήση ο προσδιορισμός
δημοτικό τραγούδι παραπέμπει στην εποχή και το
περιβάλλον της παραδοσιακής αγροτικής κοινότητας,
ενώ ο προσδιορισμός λαϊκό μεταθέτει τη διαδικασία
δημιουργίας του τραγουδιού στις παρυφές ενός
αστικού πλέον χώρου.
Η δημιουργία του δημοτικού
τραγουδιού
Ο Ν. Πολίτης προσδιόρισε τον ομαδικό
χαρακτήρα των δημοτικών τραγουδιών
διευκρινίζοντας πως αυτά δεν σχηματίζονται «εν
συνεργασία», από το σύνολο της ομάδας. Πάντα
ένα άτομο προικισμένο ταίριαζε ένα τραγούδι,
βάζοντας δική του ή προσαρμοσμένη από αλλού
μουσική. Η διάδοση του τραγουδιού έξω από την
κοινότητα, του επέφερε τροποποιήσεις τοπικού
ή άλλου χαρακτήρα, προκύπτοντας με αυτόν τον
τρόπο οι παραλλαγές του.
Χρονολόγηση των δημοτικών
τραγουδιών
Η χρονολόγηση του δημοτικού τραγουδιού δεν είναι
διόλου εύκολη, με την εξαίρεση ορισμένων
τραγουδιών που αναφέρονται σε γνωστά ή άλλα
γεγονότα. Ορισμένοι αναζήτησαν τις ιστορικές τους
ρίζες στην ελληνική αρχαιότητα, όπως ο Φωριέλ
παρακολουθώντας τη λέξη τραγούδι έως τον 8ο μ. Χ.
αιώνα, ενώ ίχνη νεοελληνικού εθιμικού τραγουδιού
(χελιδόνισμα) εντόπιζε στον
Αθήναιο (Η 60) Passow (τραγούδια ρωμαίικα)
Ἦλθ’ ἦλθε χελιδών Ήρθε, ήρθε χελιδόνα,
καλάς ὣρας ἂγουσα ήρθε κι άλλη μελιδόνα,
καλούς ἐνιαυτούς κάθισε και λάλησε
ἐπί γαστέρι λευκά, και γλυκά κελάηδησε.
ἐπί νῶτα μέλανα.
Η θεωρία του Στίλπωνος Κυριακίδη
• Επιχείρημα πρώτον: Η λέξη τραγούδι (τραγώδιον)
είναι μορφολογική εξέλιξη της λέξης τραγωδία. Επίσης
συσχέτισε και τη λέξη παραλογή με την αρχαία
παρακαταλογή, που πρέπει να σήμαινε κάτι σαν
«μελοδραματική απαγγελία».
• Επιχείρημα δεύτερο: Ο κύριος στίχος του δημοτικού
τραγουδιού, ο ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος
προέρχεται από τον αρχαίο καταληκτικό τετράμετρο.
• Επιχείρημα τρίτο: Οι υποθέσεις μερικών παραλογών,
τουλάχιστον ο πυρήνας τους, θυμίζει αρχαίους
μύθους, «και δη προσφιλείς εις το θέατρον», πχ την
επιστροφή του ξενιτεμένου που υπάρχει στην
Οδύσσεια.
• Υποστήριξε ότι ορισμένες παραλογές (τραγούδια
διηγηματικά, με θλιβερό κατά κανόνα τέλος) έρχονται
από την δραματική ποίηση της ελληνικής
αρχαιότητας, μέσω του ρωμαϊκού παντομίμου των
Αυτοκρατορικών Χρόνων, όπου το κείμενο της
υπόθεσης των δραμάτων είχε υποκαταστήσει η μιμική
παράσταση των πράξεων, συνοδευόμενη από ένα
τραγούδι που απέδιδε, κάθε φορά, την υπόθεση.
Υπήρχε μεγάλη δημοτικότητα του ρωμαϊκού
παντομίμου, που τραγουδιόταν έξω από το θέατρο, σε
κοινωνικές εκδηλώσεις, και κυρίως σε γάμους.
• «Ούτω βαθμηδόν το τραγωδείν ήτο πολύ φυσικόν να
φθάση και έφθασεν εις την σημασίαν του άδειν […] τα
δε τραγικά άσματα των μεγάλων Ελλήνων δραματικών
εγένοντο βαθμηδόν κτήμα ολόκληρου του ρωμαϊκού
κόσμου».
Στίλπων Π. Κυριακίδης, Το δημοτικό τραγούδι, Ερμής,
Αθήνα 1990.
«Αρχές» του δημοτικού τραγουδιού
• Από τον 9ο - 10ο αι. εμφανίζεται η ηρωική ποίηση
των Ακριτών, και είναι λογικό οι νεότερες
αγροτικές κοινωνίες να παρήγαγαν αυτοτελώς
ποικίλη ύλη τραγουδιών, δεδομένου ότι σε αυτές
το τραγούδι υπήρξε ένας από τους πλέον
συνεκτικούς και οργανικούς παράγοντες.
• Ο Στέφανος Σαχλίκης (14ος αι. Βενετία) ήταν ο
πρώτος που έγραψε σε 15σύλλαβο με
ομοιοκαταληξία και επηρέασε τη ρίμα. Έτσι, όσα
τραγούδια δεν έχουν ομοιοκαταληξία
γράφτηκαν πριν τον 14ο αι., ενώ όσα έχουν
ομοιοκαταληξία γράφτηκαν από τον 14ο αι. και
μετά.
Η θεματική κατάταξη των δημοτικών
τραγουδιών από τον Νικόλαο Πολίτη
• Ιστορικά («Το Κρούσος της Αντριανόπολης»
=δήωση [μετά το 1361]).
• Κλέφτικα Πλάστηκαν στους χρόνους της δράσης
των κλεφτών με κοιτίδα κυρίως τη Στερεά
Ελλάδα και την Πελοπόννησο. Εγκωμιάζουν τις
πράξεις τους αλλά και διεκτραγωδούν τη σκληρή
ζωή τους, επικεντρώνοντας σε συγκεκριμένα
πρόσωπα. («Του κλέφτη το κιβούρι» = τάφος).
• Ακριτικά («Του μικρού Βλαχόπουλου», «Του
κάστρου της Ωριάς»).
• Της αγάπης Εδώ ανήκουν πολλά λιανοτράγουδα
(δίστιχα) των οποίων η ονομασία ποικίλει,
ανάλογα με τον τόπο, όπως η μαντινάδα (στην
Κρήτη) και η πατινάδα (σημαίνει και την ερωτική
νυχτερινή καντάδα ή ερωτικά τραγούδια που
λέγονται στον δρόμο κατά τα γαμήλια έθιμα
κυρίως).
• Νυφιάτικα Τραγούδια που συνόδευαν διάφορες
γαμήλιες τελετουργίες.
• Νανουρίσματα Περιέχουν μερικές από τις πιο
ποιητικές και τολμηρά λυρικές –πράγματι
ονειρικές- εικόνες της δημοτικής ποίησης.
• Κάλαντα – βαΐτικα τα δεύτερα τα έλεγαν κυρίως
κορίτσια στους δρόμους και στα σπίτια κατά το
Σάββατο του Λαζάρου και στη γιορτή των Βαΐων.
• Της ξενιτιάς. Πρόκειται για μιαν από τις
εκφραστικότερες κατηγορίες, καθώς διεκτραγωδείται,
με ποιητική πυκνότητα, η σχεδόν αδιάκοπη στον
χρόνο πληθυσμιακή αιμορραγία του ελληνικού λαού,
υποχρεωμένου να λύνει το πρόβλημα της επιβίωσης
με την εξωτερική μετανάστευση. Μάλιστα «η ξενιτειά
και ο θάνατος αδέλφια λογούνται», και έχει
γενικότερα επισημανθεί μια τέτοια σχέση ανάμεσά
τους.
• Μοιρολόγια και μοιρολόγια του Κάτω Κόσμου. Ο
Πολίτης διχοτομεί τη μεγάλη αυτή κατηγορία. Στην
πρώτη λέγονται για συγκεκριμένες περιπτώσεις
θανάτου κάθε φορά, ενώ στη δεύτερη τα άλλα
τραγούδια του θανάτου, όπως είναι «Του Λεβέντη και
του Χάρου» ή «Της Λυγερής και του Χάρου».
Ονομαστό κέντρο με σαφή μουσική, μετρική και
εκφραστική ιδιαιτερότητα υπήρξε η Μάνη.
• Γνωμικά. Ομάδα με ευάριθμα δείγματα, πχ
«Χαρείτε νιοι, χαρείτε νιες, κι η μέρα
ολοβραδιάζει / κι ο Χάρος τις ημέρες μας μια
μια τις λογαριάζει».
• Εργατικά και βλάχικα (για βοσκούς). Δεν
υπάρχουν πολλά παραδείγματα.
• Περιγελαστικά. Ο Πολίτης παραθέτει δύο,
ένα για την άσχημη σύζυγο και ένα άλλο για
τη νύφη που δεν άρεσε στα συμπεθέρια.
• Στο επίμετρο πρόσθεσε «Δημώδη άσματα
των Μέσων χρόνων και τραγούδια εις
ελληνικάς διαλέκτους».
Ν. Γ. Πολίτου, Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού
λαού, Εκδόσεις Ε. Γ. Βαγιονάκη, Αθήνα χ. χρ.
Οι τροποποιήσεις του Στ. Κυριακίδη
• Διεύρυνε την κατηγορία των παιδικών ασμάτων, που
τα διέκρινε σε επιμέρους ομάδες (όχι μόνο όσα
λέγονται από τις μητέρες στα παιδιά, αλλά και από τα
ίδια). Ενέταξε τα κάλαντα και τα βαΐτικα στην
ευρύτερη κατηγορία των «συναφών προς τας εορτάς
και έθιμα» τραγουδιών, των οποίων τα περισσότερα
είναι αγυρτικά (αγερμός).
• Επίσης αναφέρεται στα καταλόγια, ερωτικά
τραγούδια που εντοπίζονται στα έμμετρα βυζαντινά
μυθιστορήματα, αλλά και σε αυτοτελή συλλογή του
15ου αι. Ανάμεσά τους βρίσκουμε ολόκληρο ερωτικό
δημοτικό τραγούδι, τα ονομαζόμενα συνήθως
εκατόλογα: Πχ «Ένα του λέγ’ η λυγερή κι ο νιος
απολογάται / Μια σ’ είδα, μια σ’ αγάπησα και μια το
νου μού πήρες».
Ριζίτικα της Κρήτης
• Διακρίνονται λόγω της πρωτοτυπίας και της
αρχαιότητας κυρίως της μουσικής τους, όπως
σημειώνει ο Μπω-Μποβύ. Τα τραγουδούσαν
μόνο άνδρες, ενώ η εκτέλεσή τους και από
γυναίκες αποτελεί νεωτερισμό. Είναι εξάλλου
φωνητικά: οι κάτοικοι των Λευκών Ορέων
(Μαδάρες) δεν έπαιζαν όργανο. Ο ελβετός
μουσικολόγος βρίσκει μιαν ορισμένη σχέση με τη
βυζαντινή εκκλησιαστική μουσική (με τα
«κρατήματα», μακρόσυρτους ψαλμούς, που
ψάλονται για να καλύψουν τον χρόνο, όταν οι
πιστοί κοινωνούν), αν και γενικότερα οι ειδικοί
επισημαίνουν συγγένειες ανάμεσα στη
νεοελληνική δημοτική και τη βυζαντινή μουσική.
• Θρησκευτικά στιχουργήματα. Δεν είναι ακριβώς
λατρευτικά τραγούδια. Η Κύπρος έχει άφθονη
τέτοια θρησκευτική ποίηση.
• Ρίμες (ονομάζονται έτσι επειδή
ομοιοκαταληκτούν). Τραγούδια με
ομοιοκαταληξία, με χρονογραφικό περιεχόμενο,
εν είδει λαϊκής προφορικής εφημερίδας, που σε
νεότερους χρόνους τυπώνονται επί αμοιβή. Είναι
συνθέματα λαϊκών ποιητάρηδων σε σχετικά
νεότερους χρόνους, με περιεχόμενο επίκαιρα
σημαντικά γεγονότα τοπικού αλλά και εθνικού
και διεθνούς ακόμα χαρακτήρα (όπως ένας
μεγάλος πόλεμος) και απαγγέλλονται με έναν
περίπου τραγουδιστικό τρόπο. Η γλώσσα τους,
ανάμεικτη με λόγια στοιχεία, απηχεί την έξοδο
από τους περιορισμένους ορίζοντες του χωριού,
αντίθετα προς την ομοιογενή γλώσσα των
καθαυτό δημοτικών τραγουδιών.
Χαρακτηριστικά του δημοτικού
τραγουδιού
• Ομοιογενή γλώσσα στην οποία αντανακλάται
ο επί αιώνες μόνο μεταβαλλόμενος
μικρόκοσμος της παλαιάς αγροτικής
κοινωνίας. Είναι επίσης σε σημαντικό βαθμό
γλώσσα συμβολική, ανάλογα προς την εν
γένει εθιμοταξία που διείπε τη συμπεριφορά
της κοινωνίας εκείνης.
• Το περιεχόμενό τους μπορεί να διαφωτίσει
πλευρές του κοινωνικού και ιστορικού
χωροχρόνου, μέσα στον οποίο διαμορφώθηκε.
Η μορφολογική μελέτη τους συνίσταται στην
επισήμανση τυπικών, επαναλαμβανόμενων
μορφικών στοιχείων-μητρών (λογότυπων),
επάνω στα οποία δομούνται σε μεγάλο βαθμό
τα κείμενα των τραγουδιών. Πάντως τα
λογοτυπικά αυτά σχήματα και συστήματα έχουν
και έναν ορισμένο βαθμό πλαστικότητας. Η
τυπικότητα εξάλλου αυτή είναι ένας άλλος
τρόπος με τον οποίο εκφράζεται μια παγιωμένη
ζωή όπως προέκυψε με την άσκηση επί
μακρότατο χρόνο των ίδιων λειτουργιών επάνω
στις ίδιες δομές της κοινότητας.
• Η μετρική των δημοτικών τραγουδιών: ο
συνηθέστατος στίχος είναι ο ιαμβικός
δεκαπεντασύλλαβος (άλλοι: ιαμβικοί και
τροχαϊκοί 7σύλλαβοι, 8σύλλαβοι, 10σύλλαβοι,
11σύλλαβοι, 12σύλλαβοι, 13σύλλαβοι), ο
οποίος διασπάται σε 8σύλλαβο και
7σύλλαβο εξαιτίας των τσακισμάτων ή
γυρισμάτων, τα οποία είναι σπουδαίοι
παράγοντες στη μελωδία των τραγουδιών.
Γ. Μ. Σηφάκης, Για μια ποιητική του ελληνικού δημοτικού
τραγουδιού, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1998.
G. Saunier, Ελληνικά δημοτικά τραγούδια. Συναγωγή μελετών (1968-
2000), Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα 2001.
Πούχνερ Βάλτερ, Μελέτες για το ελληνικό
δημοτικό τραγούδι, Αρμός, Αθήνα 2013.
Οι πρώτες συλλογές και εκδόσεις
δημοτικών τραγουδιών
• Το 1804 γίνεται μια πρώιμη απόπειρα από τον
ελβετό οικονομολόγο και λόγιο Σισμοντί.
• Πρώτος συλλογέας θεωρείται ο Θεόδωρος
Μανούσης, που βοήθησε τον γερμανό Werner
von Haxthausen να καταρτίσει συλλογή
δημοτικών τραγουδιών το 1814. Τα μετέφρασε,
αλλά τελικά δεν ευοδώθηκε η έκδοσή τους.
Περιλαμβάνει ακριτικά, κλέφτικα, παραλογές,
της αγάπης, μοιρολόγια, ναυτικά δίστιχα και
παροιμίες και είναι πολύτιμα διότι είναι από τα
παλαιότερα που κατεγράφησαν με πιστότητα και
επιμέλεια χωρίς την επέμβαση του συλλογέα.
• Ακολούθησε ο γάλλος εκδότης Μπυσόν, του
οποίου, ωστόσο, η συλλογή δεν εκδόθηκε ποτέ.
• Αυτήν τη συλλογή έλαβε υπόψη του το 1824, σε
δύο τόμους, ο Claud Fauriel (1772-1844) και
δημοσιεύει τα «Δημοτικά τραγούδια της
σύγχρονης Ελλάδας». Έτσι έγινε ο πρώτος
εκδότης ελληνικών δημοτικών τραγουδιών.
• Το παράδειγμά του ακολούθησαν και άλλοι
λόγιοι όπως ο γάλλος Voutier, ο Niccolo
Thommaseo (1842), ο Arn. Passow (1860) κ.ά.
Πρώτος έλληνας εκδότης δημ. τραγουδιών είναι
ο Γεώργιος Ευλάμπιος (Πετρούπολη 1843), ο
Αντ. Μανούσος (Κέρκυρα 1850), ο Σπ.
Ζαμπέλιος (1852) κ.ά.
Claude Fauriel, Ελληνικά δημοτικά τραγούδια, τ. Α΄-Β΄, επιμ.
Αλέξης Πολίτης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο
2000.
Ο Niccolo Tomaseo ως κίνητρο για την ενασχόλησή του με τα ελληνικά δημοτικά
τραγούδια είχε να γίνουν γνωστά και να τα εκτιμήσουν οι λόγιοι, ενώ εξέφρασε
παράλληλα την ανησυχία: «Οι νέοι Έλληνες που θα μπορούσαν να έχουν τον Όμηρό
τους και το Δάντη τους [υπονοώντας τα δημοτικά τραγούδια], θα έχουν τα κάτω
βασίλεια, τα βασίλεια του Άδη, επ’ άπειρον μέχρι της συντελείας του αιώνος»
Το ληστρικό τραγούδι
• Από την ύλη κυρίως των κλέφτικων τραγουδιών
διαμορφώθηκαν μετά την απελευθέρωση του 1821
και τα ληστρικά τραγούδια (δεν συμπεριλήφθηκαν
στην εκλογή Πολίτη), στο κλίμα που δημιούργησαν η
πολύ περιορισμένη αποκατάσταση (ή και απόρριψη)
των αγωνιστών του 1821 και η γενικότερη κοινωνική
και ιστορική ρευστότητα και σύγχυση που επικράτησε.
Από το 1836 μέχρι και το 1935, η Ελλάδα αντιμετώπισε
έντονα τη δράση της ληστοκρατίας, η οποία υπήρξε
από τα μεγαλύτερα προβλήματα των ελληνικών
κυβερνήσεων. Στο πρόσωπο αυτών των Βασιλέων των
Ορέων, ο λαός βρήκε νέα ινδάλματα τα οποία
εξιδανίκευσε και τραγούδησε, συνθέτοντας τα
τραγούδια του στα χνάρια του κλέφτικου τραγουδιού.
1.- Νταβέλης Αρχιληστής
(γύρω στα 1850)
• Μας πήρ’ η μέρα κι η αυγή- Χρήστο Νταβέλη,
Αρχιληστή!
Γιέ μ’ μάς πήρε μεσημέρι- Κακαράπη και Νταβέλη!
Και πού θα λημεριάσουμε- Νταβέλη θα μας πιάσουνε!
Πού θα κάνουμε λημέρι- Κακαράπη και Νταβέλη.
Κάτω τα δέντρα τα ψηλά- Χρήστο Νταβέλη απ’ τη
βλαχιά
Κει θα κάνουμε λημέρι- Κακαράπη και Νταβέλη.
Να φέρει ο βλάχος το ψωμί- Χρήστο Νταβέλη
Αρχιληστή!
Γιέ μ’ κι ο κλέφτης το χαμπέρι- γεια σ’ αρχιληστή
Νταβέλη!
2.- Φώτης Γιαγκιούλας
(1925)
• Εγώ ήμουν ένας φοιτητής
Και τώρα έγινα ληστής.
Ρέμα το ρέμα ρεματιά
Στης Ελασσόνας τα χωριά
Μια βλαχοπούλα έπλενε,
«Φώτη Γιαγκιούλα» έκραζε.
-Γειά σου, χαρά σου, λυγερή.
-Καλώς το Φώτη το ληστή.
-Μην είν’ στρατιώτες στο χωριό
Μην είν’ και το ευζωνικό;
-Ούτε στρατιώτες στο χωριό,
Ούτε ευζωνικό,
μον’ ένας βλάκας μοίραρχος
κι ένας ανθυπομοίραρχος.
Λένε θα σε σκοτώσουνε
Και θα σε βαλαντώσουνε.
-Αν έρθω βράδυ στο χωριό,
Θα τους σκοτώσω και τους δυο.
Δημήτρης Χρ. Χαλατσάς (επιμ.), Ληστρικά τραγούδια,
Εστία, Αθήνα 2000.
Ρεμπέτικο τραγούδι
• Το ρεμπέτικο υπήρξε τραγούδι του
«περιθωρίου». Παρουσιάστηκε κατεξοχήν
στις πόλεις με λιμάνι και αποτελεί την
τελευταία μορφή του λαϊκού αστικού
τραγουδιού. Οι αρχές του ανιχνεύονται στις
τελευταίες δεκαετίες του 19ου αι., αλλά
μάλλον πρέπει να αναζητηθούν ακόμη πιο
πίσω. Τότε εντοπίζονται σε αυτό στοιχεία από
το δημοτικό τραγούδι, το βυζαντινό μέλος, τη
λαϊκή μουσική της Ανατολής.
• Κατά τη δεκαετία 1940-1950 βγαίνει από την
απομόνωσή του, σε χώρους όπου εκδηλώνεται η
αντίσταση εναντίον των ξένων κατακτητών,
γνωρίζει κάποιο είδος κοινωνικής ένταξης.
Μεταπολεμικά σημειώθηκε μια σταδιακή
τυποποίηση και στον λόγο και στη μουσική, μια
βιομηχανική υπερπαραγωγή, ενώ η ορχήστρα
ολοένα μεγαλώνει σε όργανα. Κατέκτησε τους
αστούς αλλά και άρχισε να κατακτιέται από
αυτούς. Μπαίνουν σε χρήση οι όροι
«ελαφρολαϊκά» και «αρχοντορεμπέτικα».
• Με τους Χατζηδάκη και Θεοδωράκη, που το
χρησιμοποίησαν ως μιαν από τις πηγές της
έμπνευσής τους, άρχισε η πολύ ενδιαφέρουσα
σημαντική ιστορία του έντεχνου λαϊκού
τραγουδιού.
Λαϊκό και έντεχνο τραγούδι
• Το λαϊκό τραγούδι διακρίνεται συνήθως από
το έντεχνο. Αμφότερα, ωστόσο, προορίζονται
για εκτέλεση από επαγγελματίες
τραγουδιστές και συνοδεύονται συνήθως
από πιάνο ή ενόργανο σύνολο. Οι φθόγγοι
και οι στίχοι είναι γραμμένοι και δεν
υφίστανται περιστασιακές αλλοιώσεις. Τα
δημοφιλή ελαφρά τραγούδια βρίσκονται
κάπου ανάμεσα στα λαϊκά και τα έντεχνα,
αναλόγως προς την τεχνική τους δυσκολία,
τον βαθμό λογιότητάς τους και την αντίστασή
τους στις αλλοιώσεις.
• Τα λαϊκά τραγούδια συχνά συνοδεύουν χορό,
εργασία, αφηγούνται ιστορίες που
πραγματεύονται συνήθως κάποιο δραματικό
επεισόδιο, ενώ τα λυρικά τραγούδια
εκφράζουν κάποιο συναίσθημα. Και τα δύο
αυτά είδη τραγουδιών (αφηγηματικά ή
λυρικά) έχουν σχετικά απλές μελωδίες,
συνήθως με έναν ή λίγους φθόγγους για κάθε
συλλαβή. Η μουσική και οι στίχοι τους είναι
γενικώς εύληπτα από το ευρύ κοινό.
Τα έντεχνα τραγούδια
• Τα έντεχνα τραγούδια έχουν στίχους συνήθως πιο
λόγιους ή χρησιμοποιούν και την ίδια την ποίηση, και
οι μελωδίες τους είναι πολυπλοκότερες, απαιτώντας
συχνά να καταβληθεί προσπάθεια για την κατανόησή
τους. Είναι καθαρά φαινόμενο του αστικού χώρου
που έλκει την καταγωγή του από τις μεσαιωνικές
αυλές και τις πόλεις. Άλλωστε ο προσδιορισμός
«λαϊκό» μεταθέτει τη διαδικασία δημιουργίας του
τραγουδιού στην περιφέρεια, στις παρυφές ενός
αστικού πλέον χώρου. Η πύκνωση της παρουσίας του
λαϊκού τραγουδιού σημαίνει αντίστοιχη αραίωση και
υποχώρηση του δημοτικού τραγουδιού, ανάλογα προς
την συντελούμενη ένταξη της αγροτικής στην αστική
κοινωνία και στον αστικό πολιτισμό, όπου
διαμορφώθηκε και το τραγούδι των αστικών κέντρων,
που δηλώνεται συμβατικά ως «ελαφρό τραγούδι».
Στάθης Δαμιανάκος, Κοινωνιολογία τοῦ
ρεμπέτικου, Πλέθρον, Ἀθήνα 22001.
Λάμπρος Λιάβας, Το ελληνικό τραγούδι από το 1821 έως τη
δεκαετία του 1950, Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε., Αθήνα
2009
Η σύγχρονη έντυπη λαϊκή ποίηση
• Σήμερα υπάρχουν και ο γραπτός και ο προφορικός
λόγος στη λαϊκή παράδοση, αν και κάποιοι λαογράφοι
θεωρούσαν και θεωρούν ως προϋπόθεση του γνήσιου
λαϊκού το γνώρισμα της προφορικής (μνημονικής)
παράδοσης της λαϊκής λογοτεχνίας. Σύμφωνα με
αυτούς επομένως, όπου υπεισέρχεται η γραπτή,
αρχίζει η νοθεία της λαϊκής παράδοσης. Αυτή η
θεώρηση είναι λανθασμένη, διότι η προφορική
χαρακτηρίζει μιαν ορισμένη φάση πολιτισμού, σχετική
και με ένα επίπεδο εξέλιξης της κοινωνίας μας. Όταν
όμως τα πρώην αναλφάβητα λαϊκά στρώματα άρχισαν
να εγγραμματίζονται, τίποτε δεν εμπόδισε τους
λαϊκούς ανθρώπους να εκφράσουν τον πολιτισμό τους
και με τον γραπτό λόγο.
Γεώργιος Ι. Θανόπουλος, Ελληνική λαϊκή ποίηση. Από το δημοτικό
τραγούδι στη σύγχρονη έντυπη και ηλεκτρονική λαϊκή ποίηση,
Ηρόδοτος, Αθήνα 2014.
Οι έμμετρες επιστολές
• Πρόκειται για γράμματα που συντάσσονται
στον δεκαπεντασύλλαβο συνήθως στίχο, και
απευθύνονται σε αγαπημένα πρόσωπα,
κυρίως στο εξωτερικό, και αντίστροφα. Το
φαινόμενο συναντάται στο νησιωτικό χώρο,
κυρίως στα Δωδεκάνησα, με εξέχουσα την
Κάρπαθο αλλά και τη Νάξο στις Κυκλάδες.
Η έντυπη μορφή λαϊκής ποίησης
• Πρόκειται για σειρές διστίχων (μαντινάδες ή
μοιρολόγια), που με πληρωμένη καταχώριση σε
τοπικές εφημερίδες, οι κάτοικοι δημοσιεύουν με
την υπογραφή τους για ευχάριστα ή δυσάρεστα
τοπικά και κυρίως κοινωνικά συμβάντα. Τα
ποιητικά αυτά κείμενα γράφονται αποκλειστικά
για να δημοσιευτούν στις εφημερίδες, που είναι
ο αποκλειστικός «βιότοπός» τους και εξελικτικά
μεταπλάσσονται σε ένα είδος δημόσιας
αλληλογραφίας του τόπου.
Μηνάς Αλ. Αλεξιάδης, Καρπαθιακή Λαογραφία. Όψεις του λαϊκού
πολιτισμού, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Καρπάθου, Αθήνα 2001.
Μανόλης Γ. Σέργης, Λαογραφικά και Εθνογραφικά από το Γλινάδο Νάξου,
Έκδοση Προοδευτικού Ομίλου Γλινάδου Νάξου, Αθήνα 1994.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
• ΑΛΕΞΙΑΔΗΣ ΜΗΝΑΣ ΑΛ., Καρπαθιακή Λαογραφία. Όψεις του λαϊκού
πολιτισμού, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Καρπάθου, Αθήνα 2001.
ΔΑΜΙΑΝΑΚΟΣ ΣΤΑΘΗΣ, Κοινωνιολογία τοῦ ρεμπέτικου, Πλέθρον, Ἀθήνα 22001.
• ΘΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ι., Ελληνική λαϊκή ποίηση. Από το δημοτικό τραγούδι
στη σύγχρονη έντυπη και ηλεκτρονική λαϊκή ποίηση, Ηρόδοτος, Αθήνα 2014.
• ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ ΣΤΙΛΠΩΝ Π., Το δημοτικό τραγούδι, Ερμής, Αθήνα 1990.
• ΛΙΑΒΑΣ ΛΑΜΠΡΟΣ, Το ελληνικό τραγούδι από το 1821 έως τη δεκαετία του 1950,
Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε., Αθήνα 2009.
• ΜΕΡΑΚΛΗΣ, Μ. Γ., Ελληνική Λαογραφία: Κοινωνική συγκρότηση, ήθη και έθιμα,
λαϊκή τέχνη, Καρδαμίτσα, Αθήνα 2011.
• ΠΟΛΙΤΟΥ Ν. Γ., Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού, Εκδόσεις Ε. Γ.
Βαγιονάκη, Αθήνα χ. χρ.
• ΠΟΥΧΝΕΡ ΒΑΛΤΕΡ, Μελέτες για το ελληνικό δημοτικό τραγούδι, Αρμός, Αθήνα
2013.
• ΣΕΡΓΗΣ ΜΑΝΟΛΗΣ Γ., Λαογραφικά και Εθνογραφικά από το Γλινάδο Νάξου,
Έκδοση Προοδευτικού Ομίλου Γλινάδου Νάξου, Αθήνα 1994.
• ΣΗΦΑΚΗΣ Γ. Μ., Για μια ποιητική του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού,
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1998.
ΧΑΛΑΤΣΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡ. (επιμ.), Ληστρικά τραγούδια, Εστία, Αθήνα 2000.
• FAURIEL CLAUDE, Ελληνικά δημοτικά τραγούδια, τ. Α΄-Β΄, επιμ. Αλέξης Πολίτης,
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2000.
• SAUNIER G., Ελληνικά δημοτικά τραγούδια. Συναγωγή μελετών (1968-2000),
Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα 2001.

You might also like