You are on page 1of 4

ΑΜΦΙΚΤΥΟΝΙΑ ΚΑΙ ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ, ΘΕΣΜΙΚΕΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΕΣ ΕΛΛΗΝΩΝ

Η επίσημη έκφραση της αλληλεπίδρασης μεταξύ των προσκυνητών από μια ευρύτερη
γεωγραφική περιοχή μπορεί να βρεθεί στον θεσμό των αμφικτυονιών. Η
αμφικτυονία γράφεται επίσης και «αμφικτιονία». Οι εναλλακτικές ορθογραφίες
αποκαλύπτουν κάποια σύγχυση σχετικά με την προέλευση της λέξης, η οποία
αντικατοπτρίζεται επίσης στην αναφορά του Παυσανία σχετικά με την προέλευση της
Δελφικής αμφικτιονίας (Παύσ. 10.8.1, παραπέμποντας τον Ανδροτίων FGrH 324
F58· βλ. επίσης Μ. Ετυμ. λήμ· Αμφικτυονίες) . Ορθογραφικά οι «αμφι-κτίονες»
εξομοιώνονται με τους «περι-κτίονες», αυτοί δηλαδή που κατοικούν γύρω ή κοντά,
οι περίοικοι, οι γείτονες, ἀμφι-+ -κτίονες ή -κτύονες < κτίζω «κατοικώ» (πρβλ. περι-
κτίονες «γείτονες») και μυκην. me-ta-ki-ti-ta μετακτίται «μετοικήσαντες,
μεταφερθέντες από αλλού». Ως προς τη γραφή –κτύονες με -υ-, πρόκειται για
διαλεκτική εναλλαγή ι και υ που απαντά σε διαλεκτ. τύπους όπως ιων. αἰσυμνήτης·
μεγαρ. αἰσιμνάτας, μόλυβδος: μόλιβος, βυβλίον: βιβλίον κ.ά. (αμφικτίονες, Ηροδ.
8.104, Πίνδ. Πυθ. 4.66 και 10.8, Νεμ. 6.39; περικτίονες, Ομηρ. Ιλιάς Σ.212, Τ.104 ,
Πινδ. Νεμ. 11.19 και Θουκ. 3.104.

Πράγματι, οι αμφικτιονίες που αναφέρονται ρητώς ως τέτοιες στις αρχαίες πηγές μας
μπορούν να θεωρηθούν ως περιφερειακά δίκτυα εκείνων που είναι «κάτοικοι από το
περίγυρο της αμφικτιονίας», ακόμη και αν μια τέτοια ερμηνεία αναφέρεται σε ένα
δίκτυο θαλάσσιων γειτόνων.

Η ορθογραφία «αμφικτύονες», ωστόσο, δεν ταιριάζει εύκολα σε αυτήν τη γλωσσική


ερμηνεία. Αντ’ αυτού, συνδέθηκε στην αρχαιότητα με έναν επώνυμο ήρωα, τον
Αμφικτύων, ο οποίος, σύμφωνα με ορισμένες παραδόσεις, ίδρυσε την Δελφική
αμφικτιονία (Ηροδ. 7.200.2· Παυσ. 10.8.1, αναφέροντας τον Ανδροτίων FGrH 324
F58 και το Πάριο Μαρμ. FGrH 239 Α5). Ανεξάρτητα από την προέλευση της λέξης,
και οι δύο ορθογραφίες χρησιμοποιήθηκαν για να υποδηλώσουν τη Δελφική
αμφικτιονία σε επιγραφικά αρχεία των Δελφών (CID 4.1).

Οι επίσημες πολιτικές συνεργασίες για τη διαχείριση των υποθέσεων ενός ιερού δεν
περιορίζονται στις αμφικτιονίες· μερικά από τα περιφερειακά ιερά που ανέφερα να τα
διαχειρίζονται οι εκπρόσωποι πόλεων-κρατών, ένας ή περισσότεροι. Ωστόσο, οι
Έλληνες χρησιμοποίησαν τον όρο αμφικτιονία όχι ως γενικό όρο για μια
θρησκευτική ένωση, αλλά για να υποδηλώσουν ένα συγκεκριμένο θρησκευτικό
δίκτυο, που διαχειρίζεται τη λατρεία που βρίσκεται συνήθως σε ένα ιερό. Τα
ακόλουθα θρησκευτικά δίκτυα πιστοποιούνται συγκεκριμένα ως αμφικτιονίες (σε
πηγές που χρονολογούνται κυρίως από την κλασική και ελληνιστική περίοδο,
ωστόσο, αναμφίβολα, αυτοί οι θεσμοί ριζώθηκαν νωρίτερα στην αρχαϊκή περίοδο)·
της Καλαυρίας (σήμερα φέρει το όνομα Πόρος στον Σαρωνικό Κόλπο · Στράβων
8.6.14, παραθέτοντας τον Έφορο FGrH 70 F 150). του Βοιωτικού Ογχηστού
(Στράβων 9.2.33)· και βέβαια αυτή των Δελφών. Σύγχρονοι μελετητές προσθέτουν
και της Δήλου σε αυτόν τον μικρό κατάλογο, αλλά υπό αυτό το γενικό πλαίσιο ο όρος
δείχνει να ταιριάζει περισσότερο στην ηγεμονική περίοδο των Αθηνών του -5ου
αιώνος.

Η πιο γνωστή αμφικτιονία ήταν αυτή των Δελφών. Αρχαιολογικά στοιχεία, όπως
αφιερώματα, μαζί με διαδικασίες μνημειώσεως στο ιερό, δείχνουν ότι οι Δελφοί
απέκτησαν μια περιφερειακή και, στη συνέχεια, πανελλήνια έκκληση κατά τον -9ο
έως τον -7ο αιώνα. Αυτό μπορεί να αποδοθεί εν μέρει (αλλά όχι εξ ολοκλήρου) στη
φήμη του Δελφικού μαντείου, αλλά αυτός δεν είναι ο μόνος λόγος. Αφιερώματα,
όπως ο νέος Ναός του Απόλλωνος, που πιθανότατα ολοκληρώθηκε από το -510, οι
Θησαυροί των Κορινθίων, των Σικυωνίων, των Σιφίων, ή μόνιμα μνημεία, όπως η
Σφιγξ των Ναξίων, μπορεί να θεωρηθούν ότι συμβάλλουν στην ανάπτυξη της
αυτογνωσίας των σχετικών κοινοτήτων. Όποια και αν είναι η «περιφερειακή»
έκκληση των Δελφών στις αρχές της Αρχαϊκής περιόδου μέχρι τον -6ο αιώνα, είχε
μεγαλώσει και εξαπλωθεί ώστε να καλύπτει μεγάλα τμήματα του ελληνικού κόσμου,
και, υπό αυτή την έννοια, μπορεί να θεωρηθεί ως «Πανελλήνια».

Ο θεσμός των Πυθικών Αγώνων, στο -586 (ή εναλλακτικά το -582, βλ. Παύσ. 10.7.2–
5 και Παρ. Μαρ. FGrH 239 A37 αντίστοιχα), ενίσχυσε τη σημαντική φήμη του ιερού
και της λατρείας του, και έγινε ένας από τους τέσσερεις αγώνες που αποτέλεσαν την
π ε ρ ί ο δ ο.

Αν και μπορούμε να εντοπίσουμε σχετικά καλά την ανάπτυξη του ιερού κατά την
Αρχαϊκή περίοδο, για την Δελφική αμφικτιονία όμως δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο.
Για να ανασυγκροτήσουμε την ιστορία της θα πρέπει να πάρουμε αναφορές από
μυθικές αφηγήσεις, οι οποίες μπορεί ή όχι, να αντικατοπτρίζονται στα αρχαιολογικά
ευρήματα των οποίων η ιστορικότητα κάποιες φορές αμφισβητείται στη σύγχρονη
έρευνα. Η προέλευση τόσο της λατρείας του Απόλλωνος στους Δελφούς όσο και της
Δελφικής αμφικτιονίας συνδέεται με ένα αδιευκρίνιστο επεισόδιο στην αρχαϊκή
ελληνική ιστορία, τον λεγόμενο Πρώτο Ιερό Πόλεμο, που παραδοσιακά
τοποθετήθηκε στις πρώτες δεκαετίες του -6ου αιώνος. H αλήθεια είναι ότι τέτοιες
παραδόσεις σχετικά με τον πόλεμο διαμορφώθηκαν από μεταγενέστερους αγώνες για
τον έλεγχο της αμφικτιονίας και του ιερού, κυρίως κατά τον -4ο αιώνα, λογοτεχνικές
μαρτυρίες όπως ο Ομηρικός Ύμνος στον Απόλλωνα (540–4) και η Ασπίς του
Ησιόδου ( 478–80) φαίνεται να υποδηλώνουν μια σημαντική αναταραχή στο ιερό
των Δελφών και την λατρεία του Απόλλωνος κατά την αρχαϊκή περίοδο. Πρόσφατες
αρχαιολογικές ανασκαφές επιβεβαιώνουν αυτή την περίοδο αναταραχών.

Όπως υποδηλώνει το όνομα, ο Πρώτος Ιερός Πόλεμος δεν ήταν ο μόνος που
διεξήχθει για τον έλεγχο των Δελφών. Τον -5ο και τον -4ο αιώνα διεξήχθησαν τρεις
ακόμη ιεροί πόλεμοι (ο δεύτερος στα μέσα του -5ου αιώνα, Θουκ. 1.112.5. Ο τρίτος
μεταξύ -356 και -346, βλ. Buckler 1989; Sanchez 2001: 173–99 και Hornblower 2009
· το τέταρτο το 340. Αυτοί περιελάμβαναν τις μεγάλες δυνάμεις της κάθε περιόδου
και είχαν εκτεταμένες πολιτικές και στρατιωτικές επιπτώσεις.

Οι πόλεμοι υποδηλώνουν ότι ένα σημαντικό χαρακτηριστικό της ιστορίας της


Δελφικής αμφιφιλίας ήταν ο αγώνας για τον έλεγχο του θρησκευτικού δικτύου των
Δελφών. Γνωρίζουμε ότι η αμφικτιονία είχε δώδεκα μέλη, αλλά, με αρχική
προέλευση πιθανώς στις αρχές του -7ου αιώνα που άλλαξε με την πάροδο του
χρόνου, ο κατάλογος στις αρχαίες πηγές μας ποικίλλει. Μία από τις κύριες
αρμοδιότητες της αμφικτιονίας ήταν η διαχείριση του ιερού και των αγώνω του, οι
Πυθικοί Αγώνες, οι οποίοι, όπως είδαμε, ήταν ένας από τους τέσσερις στεφανίτες
αγώνες των προγόνων και ένα εξαιρετικά αριστοκρατικό γεγονός.

Η αμφικτιονία έπρεπε επίσης να παρακολουθεί την ορθή χρήση της ιερής γης που
ανήκε στο ιερό, συμπεριλαμβανομένης της ιερής πεδιάδας της Κίρρας (π.χ. ο
αμφικτιονικός νόμος του -380 , IG II² 1126 · CID 1.10. Οι σκληρές διαμάχες μεταξύ
βοσκής και καλλιέργειας γης βρίσκονταν στο επίκεντρο των ιερών πολέμων και η
καλλιέργεια της πεδιάδος της Κίρρας από τους Φωκείς ήταν ένα από τα κύρια
γεγονότα που ξεκίνησαν τον Τρίτο Ιερό Πόλεμο (Αισχ. 3.108)

Η αμφικτιονία δεν ήταν, αυστηρά, πολιτικό σώμα· η συμμετοχή στην αμφικτιονία


σήμαινε τη διαχείριση των υποθέσεων στους Δελφούς. Ωστόσο, ταυτόχρονα, δεν
υπάρχει αμφιβολία ότι η αμφικτιονία έπαιζε περιστασιακά σημαντικό ρόλο στις μη
θρησκευτικές (υπό την ευρύτερη έννοια των «πολιτικών») συγκρούσεων. Η
πρόσβαση, η επιρροή, ακόμη και ο έλεγχος των Δελφών και η περιφερειακή του
έκκληση απέκτησαν αυξανόμενο κύρος κατά την ιστορία της αμφικτιονίας. Ο ρόλος
που διαδραμάτισε η αμφικτιονία στο χώρο των πολιτικών υποθέσεων αποτέλεσε
σημείο αντιπαραθέσεων μεταξύ των ερευνητών. Δεν πρέπει να περιμένουμε ότι ο
ρόλος της αμφικτιονίας θα παρέμενε αμετάβλητος στη μακρά ιστορία της, ούτε και οι
«πολιτικές» υποθέσεις να είχαν τον ίδιο αντίκτυπο σε αυτό το θεσμικό όργανο σε
διαφορετικές χρονικές περιόδους.

Οι Αμφικτιονίες ήταν μια επίσημη έκφραση της δικτύωσης που απαιτείται για τη
διαχείριση κέντρων λατρείας με ευρεία απήχηση. Τέτοια περιφερειακά δίκτυα
ποικίλλουν σε κλίμακα· από μια περιορισμένη λεκάνη απορροής, ίσως μόνο
ξεπερνώντας τα όρια της τοπικής κοινότητας μιας λατρείας, έως τα μεγάλα
«πανελλήνια» ιερά. Η θρησκεία συνέβαλε στη δημιουργία μιας περιφερειακής
ταυτότητας μέσω κοινών θρησκευτικών ενεργειών, αλλά όταν μιλάμε για
«θρησκευτικές» δραστηριότητες σε τέτοια θρησκευτικά δίκτυα, πρέπει να
εξετάσουμε την κοινωνική δικτύωση, την κατανάλωση και την παραγωγή αγαθών,
στις αρχές της Αρχαϊκής περιόδου· , στην κλασική περίοδο, τις αγορές, και υψηλά
«πολιτικά» γεγονότα, όπως η διακήρυξη της Ελευθερίας των Ελλήνωβν από τον
Ρωμαίο κήρυκα στους Ισθμικούς Αγώνες του -196 (Πολυβ. 18.46· Λιβ. 33.32).

Η Δήλος και η Σαμοθράκη παρέχουν παραδείγματα κέντρων λατρείας με


περιφερειακά θρησκευτικά δίκτυα, τα οποία δείχνουν ενδιαφέρουσες ομοιότητες και
διαφορές. Και τα δύο κέντρα λατρείας βρίσκονταν σε νησιά με σχετικά μικρούς
πληθυσμούς: και για τα δύο, η ανάπτυξή τους εξαρτάται εξ’ αρχής από τους λάτρεις
και την τοπική κοινότητα. Η πρόσβαση σε αυτά τα ιερά εξαρτάται επίσης από τις
θαλάσσιες συνδέσεις. Ωστόσο, ενώ η Δήλος ήταν κεντρική για τις θαλάσσιες
διαδρομές του Νοτίου Αιγαίου (Στράβων 10.5.1; Πλίν. Φ.Ι 4.12.65― για τον
Καλλίμαχο, τα νησιά «χόρευαν γύρω από τη Δήλο», ύμνος 4.16–22), η θάλασσα
γύρω από τη Σαμοθράκη θεωρήθηκε «τραχιά» (Διον. Αλικ. 1.61.4), καθιστώντας
δύσκολη την πρόσβαση στο νησί - αν και αυτό ενίσχυε την ελκυστικότητα του ιερού
και των μυστηρίων του.

You might also like