You are on page 1of 14

Α /Α: 11

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ: ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ


ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ

Θ.Ε. (ΕΛΠ 10): ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ

ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ:

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ - ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ:
ΧΡIΣΤIΝΑ - ΠΑΝΑΓIΩΤΑ ΜΑΝΩΛΕΑ
Λέκτορας (ΠΔ 407/80) του Τμήματος Φιλολογίας Πανεπιστημίου Πατρών

ΦΟΙΤΗΤΗΣ: ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ι. ΒΑΓΙΑΚΗΣ (Α.Μ.: 93097)

ΤΜΗΜΑ: ΠΕΙ 1

4Η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΠΕΙΡΑΙΑΣ

1
2
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Θ.Ε.: Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό

4η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Στο διδακτικό εγχειρίδιο (τ. Β΄, σ. 252) διατυπώνεται η θέση ότι η ιστορία της
βυζαντινής αυτοκρατορίας «ως το 19ο αιώνα, γράφτηκε με απαξιωτικούς
χαρακτηρισμούς και από την ιστοριογραφία τη διαμορφωμένη στο δυτικό θρησκευτικό
περιβάλλον και από την ιστοριογραφία την επηρεασμένη από το διαφωτισμό και τον
κλασικισμό. Τις εκτιμήσεις αυτές αρχικά, το 19 ο αιώνα, αποδέχτηκε και η ελληνική
διανόηση».

Να αναλύσετε την παραπάνω θέση αναπτύσσοντας τα ακόλουθα σημεία:

α) Τα αίτια της διαφοροποίησης και αποξένωσης της λατινικής Δύσης από τη


βυζαντινή Ανατολή.
β) Τους λόγους που οδήγησαν τους Έλληνες διανοούμενους των αρχών του 19 ου
αιώνα να υιοθετήσουν την αρνητική εικόνα του Βυζαντίου στη Δύση.

3
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ................................................................................................................... 4

ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΞΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΝΑΤΟΛΗ .......................................................................................... 5

ΥΙΟΘΕΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΝΟΗΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΟΥ 19ου

ΑΙΩΝΑ ΤΗΣ ΑΡΝΗΤΙΚΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΣΤΗΝ

ΔΥΣΗ ........................................................................................................................... 8

ΣΥΝΟΨΗ .................................................................................................................... 11

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ......................................................................................................... 12

4
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Για περισσότερα από 1500 έτη η πολιτισμική αποξένωση της δυτικής από την
ανατολική Ευρώπη είναι κατάσταση, που οι ρίζες της φτάνουν στα πρώτα χρόνια της
εκχριστιανισμένης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και οι επιπτώσεις της είναι ορατές ακόμη και
επί των ημερών μας.
Στην πρώτη ενότητα θα εξετάσουμε πώς οι θρησκευτικές και πολιτικές διαφορές των
δύο κομματιών, στα οποία χωρίστηκε η ρωμαϊκή αυτοκρατορία το 395, οδήγησαν κατ' αρχάς
στις μεγάλες θρησκευτικές διαμάχες, οι οποίες παρά τις μεγάλες προσπάθειες περί του
αντιθέτου, κατέληξαν στον πλήρη διαχωρισμό της χριστιανικής εκκλησίας σε Ορθόδοξη και
Καθολική, αλλά και στις αντίστοιχες πολιτικές, οι οποίες μέσα από πολεμικές και
οικονομικές αντιπαραθέσεις μεταξύ του Βυζαντίου και των Λατίνων είχαν ως έμμεσο
αποτέλεσμα την κατάκτηση του πρώτου από τους Οθωμανούς.

5
Στην δεύτερη ενότητα θα αναλύσουμε τις αιτίες για τις οποίες ο Ελληνικός
Διαφωτισμός, στην προσπάθεια του για αυτοδιάθεση του ελληνικού έθνους στις αρχές του
19ου αιώνα, απεμπόλησε την βυζαντινή περίοδο από την διαδικασία κατασκευής της
πολιτισμικής του ταυτότητας. Θα δούμε ότι αυτό είχε άμεση σχέση με τα γεγονότα, τα οποία
περιγράψαμε στο πρώτο μέρος και θα εξηγήσουμε την σκοπιμότητα της πλήρους σύνταξης
με τις ιδέες του Διαφωτισμού της Ευρώπης, ο οποίος είχε υιοθετήσει ως πολιτισμικό του
πρότυπο την κλασσική αρχαιότητα.

ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΞΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ


ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΝΑΤΟΛΗ

Τα προβλήματα μεταξύ λατινικής Δύσης και βυζαντινής Ανατολής ξεκινούν,


ουσιαστικά, ευθύς αμέσως μετά τον διαχωρισμό της αυτοκρατορίας από τον Θεοδόσιο στα
αντίστοιχα μέρη το 395. Ο γεωγραφικός χώρος, που καταλαμβάνουν είναι, ακόμη, πολύ
μεγάλος για να εξασφαλίσει την απάλειψη των πολιτισμικών των διαφορών. Ήδη από τον 4ο
αιώνα είχε διαφανεί η τάση προς δογματικές διαφοροποιήσεις που αποσκοπούσαν, πέραν της
θρησκευτικής των, αυτής καθεαυτής, υπόστασης στην εκπλήρωση της βούλησης από την
πλευρά του Πάπα για την πρωτοκαθεδρία στον χριστιανικό κόσμο. Η επιφατικά
χρησιμοποιούμενη αντίθεση στο θέμα της τριαδικότητας (filioque) θα αποτελέσει, ίσως, την
βάση για τις μελλοντικά αυξανόμενες εκκλησιαστικές διαφορές (άζυμος άρτος, αγαμία
ιερέων κ.α.), οι οποίες θα αποτελέσουν την βάση για την οριστική ρήξη στο μέλλον.1
Το πρώτο σημαντικό γεγονός προς αυτήν την κατεύθυνση θα αποτελέσει το λεγόμενο
Φώτειο σχίσμα τον 9ο αιώνα, απόρροια των παραπάνω διαφορών, οι οποίες θα κορυφωθούν
σε δογματικό και εκκλησιαστικό επίπεδο, καλύπτοντας έτσι το πραγματικό πολιτικό αίτιο της
1
. Ι. Γιαννόπουλος, «Ο χριστιανισμός», στο: Ι. Γιαννόπουλος κ.ά, Εισαγωγή στον Ελληνικό πολιτισμό, τ. Β΄:
Σημαντικοί Σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, Ε.Α.Π., Πάτρα 2000, σ. 291.

6
κυριαρχίας.2 Η βούληση για το πρωτείο του Πάπα θα εκφραστεί, στο πλαίσιο της αρχαίας
Πενταρχίας, μέσω της διαμάχης μεταξύ του πάπα Νικολάου Α΄ και του πατριάρχη Φωτίου με
αφορμή την αμφισβήτησή της, ως αντικανονικής, της ανάρρησης του δευτέρου στον
πατριαρχικό θρόνο με αποτέλεσμα τον αφορισμό και την αυθαίρετη καθαίρεσή του. Η
απάντηση θα έρθει από την επισκοπική σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 867 με αφορμή
την συγκατάβαση του Πάπα στα αιτήματα των Βουλγάρων για θρησκευτική αυτοδιάθεση. Ο
Φώτιος θα αφορίσει και θα καθαιρέσει με την σειρά του τον πάπα Νικόλαο για την
παραπάνω ανάμιξη. Έτσι, θα προλειανθεί το έδαφος για αυτά που πρόκειται να
ακολουθήσουν, με συσσωρευμένες τις αντιθέσεις και από τα δύο μέρη, οι οποίες θα λάβουν
έντονο διασπαστικό χαρακτήρα 187 έτη μετά.3
Η συνάντηση των αντιπροσωπειών των δύο εκκλησιών, της δυτικής με αντιπρόσωπο
του πάπα Λέοντα Θ΄ με την αντίστοιχη ανατολική υπό τον πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριο
στην Κωνσταντινούπολη, θα πραγματοποιηθεί με σκοπό την εξάλειψη των παραπάνω
δυσκολιών και την τελική των ένωση. Θα καταλήξει, όμως, σε αμοιβαία αναθέματα και τον
οριστικό διαχωρισμό της ορθοδόξου με την καθολική εκκλησία, συμβατικά με το σχίσμα του
1054, καθεστώς το οποίο ισχύει μέχρι και σήμερα. Με αυτό το υπόβαθρο θα αναπτυχθεί, σε
βάθος χρόνου, αμοιβαία αντιπαλότητα και δυσπιστία μεταξύ των δύο χριστιανικών κόσμων,
που θα τους οδηγήσει σε μόνιμη αντιπαράθεση από εδώ και στο εξής. Την κατάσταση αυτή
θα επιτείνει και θα διατηρήσει, δραματικά και η εκκλησιαστική λογοτεχνία του Βυζαντίου,
με την στρατευμένη θεματολογία της εναντίον της Δύσης.4
Ως συνέπειες αυτής της κατάστασης θα θεωρηθούν, η ένοπλη, πλέον, σύγκρουση
μεταξύ των Νορμανδών και των Βυζαντινών, στο πλαίσιο της νορμανδο - παπικής συμμαχίας
του 1059, που είχε ως αποτέλεσμα οι βυζαντινές αποικίες της Ιταλίας να κατακτηθούν, αλλά
και η προσπάθεια των πρώτων να αποσπάσουν τον Βαλκανικό χώρο από την αυτοκρατορία,
με απώτερο στόχο την ίδια την Κωνσταντινούπολη. Μια συμπεριφορά, την οποία οι
Βυζαντινοί θα θεωρήσουν ως ανίερη, προδοτική και ανοικτά εχθρική. Εγκαινιάζεται, τώρα, η
εποχή, που θα ακολουθήσει με τις σταυροφορίες, δημιουργώντας αγεφύρωτο χάσμα στις
σχέσεις των δυο πλευρών και σε πολιτικό επίπεδο πέραν του θρησκευτικού.5
Με επίκληση την ανάγκη υποστήριξης της ανατολικής αυτοκρατορίας, η οποία
κινδυνεύει από την εγκατάσταση των τουρκικών φυλών στην Μικρά Ασία θα ξεκινήσουν οι
σταυροφορίες το 1095, με την Α΄ να απελευθερώνει τους Αγίους Τόπους και την Δ΄ να
καταλαμβάνει την Κωνσταντινούπολη το 1204, επιβεβαιώνοντας την παραπάνω θεώρηση.

2
. Ε. Γλύκατζη-Αρβελέρ, Η Πολιτική ιδεολογία της βυζαντινής αυτοκρατορίας, (μτφρ. Τ. Δρακοπούλου),
Ψυχογιός, Αθήνα 1988, σ. 87.
3
. Ι. Γιαννόπουλος, ό.π., σ. 292.
4
. Ε. Γλύκατζη-Αρβελέρ, ό.π., σ. 88.
5
. Ε. Γλύκατζη-Αρβελέρ, ό.π., σσ. 89-90.

7
Το μίσος προς τους κατακτητές, οι οποίοι, από ΄δω και εμπρός, παρουσιάζονται ότι θέλουν
να ελέγξουν εκτός από την φυσική και την πνευματική υπόσταση των Βυζαντινών, θα
παγιωθεί, με τους εκπροσώπους των λατινικών πατριαρχείων να αποφασίζουν ερήμην των
νομίμων εκπροσώπων της ανατολικής εκκλησίας, στην “Οικουμενική” Σύνοδο του
Λατερανού, την ανακήρυξη του πάπα ως επικεφαλής όλων. 6 Με μοναδική παραχώρηση την
Ουνία, η βούληση του Πάπα για πλήρη κυριαρχία σε όλον τον χριστιανικό κόσμο, που
διαμορφώθηκε από την αρχή της ιδρύσεως του κράτους του, το 755, μοιάζει να έχει
επιβεβαιωθεί.7
Με την ανάγκη για την επιστροφή στον προηγούμενο τύπο συνοδικότητας μετά από
ένα μεγάλο διάστημα εγκατάλειψης του από τον Πάπα, την οποία δημιουργούν οι νέες
συνθήκες του εσωτερικό διχασμού στην δυτική εκκλησία και οι εξ ανατολών απειλές από
τους Τούρκους στην ανατολική, θα ξεκινήσουν προσπάθειες προς διευθέτηση των διαφορών
και επίτευξη της ένωσής των.8 Τουλάχιστον έξι σύνοδοι θα λάβουν χώρα, από την
ανακατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους Παλαιολόγους το 1261 και μετά, με
αποκορύφωμα αυτήν της Φερράρας / Φλωρεντίας οπότε και πραγματοποιήθηκε, τυπικά
τουλάχιστον, η επιδιωκόμενη ένωση.9 Ο πολύμορφος δυτικός ιμπεριαλισμός (στρατιωτικός,
πολιτικός, οικονομικός και πνευματικός), που προσπαθεί να επιβληθεί για αιώνες στους
Βυζαντινούς από την Δύση θα είναι, όμως, ο κύριος παράγων χάριν του οποίου, σε ένα κλίμα
δυσπιστίας και πλήρους ετερότητας, θα αποτύχει να επιβληθεί η ένωση στην πράξη,
οδηγώντας την αυτοκρατορία στα χέρια των Οθωμανών.10
Σε ένα άλλο επίπεδο, τέλος, τα μυστικιστικά κινήματα του «ησυχασμού» και
αργότερα του «παλαμισμού», που παρουσιάζονται την παραπάνω περίοδο στο Βυζάντιο, θα
αναδείξουν την πνευματική διαφοροποίηση των δύο κόσμων και θα ενισχύσουν την
αντιδυτική πολεμική.11 Ερχόμενα σε αντίθεση με τον ορθολογισμό της λατινικής
σχολαστικής θα αποτελέσουν άλλο ένα κώλυμα στην προσέγγιση των δυο πλευρών και αίτιο
απομάκρυνσης της Ανατολής από την πειθαρχημένη ορθολογική σκέψη, στην οποία
οδηγούσε, αφήνοντας την, έτσι, εκτός της διαδικασίας εκείνης, η οποία θα βάλει τις βάσεις
για τον Διαφωτισμό στην Δύση.12

6
. Ι. Γιαννόπουλος, ό.π., σσ. 295-296.
7
. Ι. Γιαννόπουλος, ό.π., σ. 292.
8
. Ι. Μάγιεντορφ, Βυζαντινή Θεολογία, (μτφρ.- επιμ.- επιστ. θεώρηση: Π. Κουμαριανός - Β. Τσάγκαλος),
Ίνδικτος, Αθήνα 2010, σσ. 223-224.
9
. Ι. Γιαννόπουλος, ό.π., σσ. 296-298.
10
. Ε. Γλύκατζη-Αρβελέρ, ό.π., σσ. 95-96.
11
. Ι. Γιαννόπουλος, ό.π., σ. 297.
12
. H.-G. Beck, Βυζαντινή χιλιετία, (μτφρ. Δ. Κούρτοβικ), Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1992, σ. 262.

8
ΥΙΟΘΕΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΝΟΗΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΟΥ 19ου
ΑΙΩΝΑ ΤΗΣ ΑΡΝΗΤΙΚΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΣΤΗΝ
ΔΥΣΗ

Οι συνέπειες αυτής της διαδικασίας, με την οποία κλείνει η πρώτη ενότητα, θα


διαφανούν αιώνες αργότερα, όταν η ελληνική διανόηση, που αναπτύσσεται μέσα στο
υπόδουλο ελληνικό έθνος θα συναντηθεί με τις ιδέες του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Οι
πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που οδηγούν στην Δυτική Αναγέννηση, την
βάση του Διαφωτισμού, δεν υφίστανται την ίδια εποχή στον βυζαντινό και στον διάδοχο
οθωμανικό κόσμο. Έτσι, ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός, χωρίς να έχει περάσει από αυτό το
στάδιο και μέσα σε ένα ανελεύθερο περιβάλλον, θα διαμορφωθεί εμπειρικά και πάντοτε
μέσω της δυτικής κοσμοθεώρησης.13 Θα εμφανιστεί στα μέσα του 18ου αιώνα, στηριγμένος
πνευματικά στην ευρωπαϊκή διανόηση, δηλαδή στα έργα των διαφωτιστών και θα διαδοθεί
μέσω του εμπορίου, της ναυτιλίας, των μεταναστεύσεων, των παροικιών κ.τ.λ., σε όλον τον
ελληνικό κόσμο. Θα υιοθετήσει, ειδικότερα το πλέον φιλελεύθερο κομμάτι του, τις απόψεις
13
. Κ. Δημαράς, «Το σχήμα του Διαφωτισμού», στο: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΑ΄, Ο Ελληνισμός
υπό ξένη κυριαρχία (περίοδος 1669-1821) Τουρκοκρατία - Λατινοκρατία, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1975, σ.
329.

9
περί δημιουργίας εθνών – κρατών που προτείνει ο Διαφωτισμός, με ζητούμενο την δική του
πολιτική αποκατάσταση στις αρχές του 19ου αιώνα.14
Για την υλοποίηση αυτής της φιλοδοξίας θα αναζητήσουν οι Έλληνες τους τρόπους,
με τους οποίους θα καταφέρουν να παρουσιαστούν ως δικαιούμενοι κρατικής υπόστασης στο
πλαίσιο των βασικών προϋποθέσεων που θέτει η παραπάνω συγκυρία. Η συνεχής, σε βάθος
χρόνου, φυσική παρουσία σε ένα συγκεκριμένο χώρο ενός συνόλου ανθρώπων με κοινά
πολιτισμικά χαρακτηριστικά (έθνος) είναι, τώρα, ένα από τα βασικά ιδεολογικά
προαπαιτούμενα ώστε να δικαιούται να αποκτήσει αυτό και πολιτική μορφή (κράτος). Έτσι,
η αναζήτηση αυτής της πολιτισμικής ταυτότητας, αναγκαστικά, πρέπει να αναζητηθεί στο
παρελθόν, το οποίο πρέπει να συνδεθεί, άμεσα, με την παρούσα μορφή του λαού αυτού που
ζητάει την αυτοδιάθεση και αυτονομία του.15
Προς αυτήν την κατεύθυνση, ανάμεσα στα μέσα που θα επιστρατευθούν, κεντρικό
ρόλο θα παίξει ο «ιστορισμός», που θα κληθεί να ερευνήσει αυτήν την πορεία και να
γεφυρώσει το παρελθόν με το σημερινό γίγνεσθαι, στηριζόμενος σε επιστημονικά
δεδομένα.16 Αυτή η αναδρομή, αναγκαστικά, θα σταθεί στις περιόδους, τις οποίες ο
ελληνικός λαός είχε ξεκάθαρη πολιτική συγκρότηση, άσχετα με την ονομασία και
θρησκευτική ή γλωσσική ομοιότητα, οι οποίες, σε γενικές γραμμές, ήταν η Αρχαιότητα και η
υπερχιλιετής του Βυζαντίου .17
Η ελληνική Αρχαιότητα θα αποτελέσει, αυτήν την περίοδο της συγκρότησης του
Ελληνισμού, το μοναδικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο θα οικοδομηθεί η εθνική συνείδηση, με
την απευθείας σύνδεση των Νεοελλήνων με τους αρχαίους προγόνους των. Η αναγόρευση
των πρώτων ως νομίμων κληρονόμων των Ελλήνων της αρχαιότητας θα έχει ως κύριο σκοπό
την ταύτισή των με τον δυτικό πολιτισμό, ο οποίος ουσιαστικά διαμορφώθηκε υπό την
επιρροή των επιτευγμάτων του αρχαίου ελληνικού πνεύματος και εν είδει αντιδανείου
επιστρέφει και τους χαρακτηρίζει. Θα θέσουν με αυτόν τον τρόπο τον εαυτό των στην θέση
του συνεχιστή του ρόλου, τον οποίον έπαιξαν οι πρόγονοί των στην περιοχή (όπου,
σημειωτέον, ευρίσκονται ακόμη οι ίδιοι), του κυματοθραύστη, δηλαδή, απέναντι στις εξ
Ασίας προερχόμενες βαρβαρικές επιθέσεις κατά της ευρωπαϊκής ηπείρου. Η απόκρουση της
περσικής επεκτατικότητας προς ανατολάς, που πιστώνεται, αντικειμενικά, από την ιστορία
στους ένδοξους κατοίκους του αρχαίου ελλαδικού χώρου τους Έλληνες, θα πρέπει να
επαναληφθεί, τώρα, απέναντι στην αντίστοιχη γεωγραφικά, σύγχρονη απειλή του

14
. Γ. Μαργαρίτης, «Ο οθωμανικός χώρος και η συγκρότηση του νέου ελληνισμού», στο: Γ. Μαργαρίτης κ.ά,
Ελληνική Ιστορία, τ. Γ: Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σσ. 56-57.
15
. Ν. Ροτζώκος, «Η νεοελληνική εθνική ιδεολογία και η εθνική ιστοριογραφία», στο: Γ. Μαργαρίτης κ.ά,
Ελληνική Ιστορία, τ. Γ: Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σ. 217.
16
. Γ. Κατσιαμπούρα, «Νεοελληνικός Διαφωτισμός», στο: Ι. Γιαννόπουλος κ.ά, Εισαγωγή στον Ελληνικό
πολιτισμό, τ. Β΄: Σημαντικοί Σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, Ε.Α.Π., Πάτρα 2000, σ. 427.
17
. Γ. Μαργαρίτης, ό.π., σ. 55.

10
πολιτισμού της Ευρώπης τους Οθωμανούς από τους Νεοέλληνες. Η δημιουργία, λοιπόν, του
Νέου Ελληνικού κράτους είναι μια “εκ των ων ουκ άνευ” διαδικασία και πρέπει, άμεσα, με
την βοήθεια των δυτικών αδελφών των οι Έλληνες να καταλάβουν την θέση που τους αξίζει
στο ευρωπαϊκό γίνεσθαι.18 Στα βήματα αυτά, ο κυριώτερος εκφραστής του Νεοελληνικού
Διαφωτισμού, ο Αδαμάντιος Κοραής, με τον ιδεολογικό εκλεκτικισμό του θα επιδιώξει, μέσω
του συγγραφικού του έργου, την μετάγγιση της αρχαίας ελληνικής παιδείας όπως αυτή έχει
διαμορφωθεί από το πέρασμα της από την Δύση στους Έλληνες του παρόντος,
(Μετεκένωση).19
Αντίθετα, στην συνάντηση με το Βυζάντιο, όπου το βασικό συνδετικό υλικό ήταν ο
χριστιανισμός, θα προκύψουν αντικειμενικές δυσκολίες. Η διατήρηση και αναβάθμιση της
θρησκευτικής εξουσίας σε εργαλείο ελέγχου των χριστιανών της αυτοκρατορίας, ήδη, από
την πρώτη στιγμή της κατάκτησης του Βυζαντίου από τους Τούρκους είναι η κατάσταση, που
θα επικρατεί αδιάλειπτα μέχρι εκείνη την εποχή. Η σύνδεση, λοιπόν, της ορθοδοξίας, καθώς
και του επίσημου αντιπροσωπευτικού της θεσμού του Πατριάρχη με την οθωμανική
διοίκηση, εξ αντικειμένου, θα θεωρηθεί αρνητικό γεγονός, που είναι αντίθετο με τα
ζητούμενα του υπό επανάσταση ελληνικού λαού και θα παραμεριστεί ως ιδεολόγημα. 20
Παράλληλα, βασικές ιδεολογικές αρχές του κινήματος του Διαφωτισμού (ορθολογισμός,
γνώση, επιστήμες, πολιτική, φιλελευθερισμός κ.α.), που σχετίζονται άμεσα με την ελληνική
κλασσική Αρχαιότητα, δεν μπορεί να έχουν, σύμφωνα με τους Ευρωπαίους, καμμία σχέση
με το Βυζάντιο. Δεν γίνεται, κατά την λογική των, μια θεοκρατική κοινωνία με
συγκεντρωτικό καθεστώς να παράξει τέτοιου είδους ελεύθερη σκέψη, άρα και επιτεύγματα,
οπότε απορρίπτεται και απαξιώνεται.21 Η αποξένωση, τέλος, Ανατολής – Δύσης, που επέφερε
η θρησκευτική διαμάχη, που διαπιστώσαμε στην πρώτη ενότητα, θα είναι καθοριστικός
παράγοντας προς αυτήν την κατεύθυνση, μιας και η διανόηση στην Δύση θα αναπτυχθεί από
πνευματικές προσωπικότητες, οι οποίες, σε μεγάλο βαθμό, προέρχονταν ή εμπλέκονταν
άμεσα με τον κλήρο.
Δεμένη στο άρμα της “πεφωτισμένης” Δύσης, αφήνοντας πίσω την “βάρβαρη” και
“τυραννική” Ανατολή, η ελληνική διανόηση θα συντελέσει ώστε να πλαστεί η εθνική
ταυτότητα των Νεοελλήνων, με βασικό υλικό την ελληνική αρχαιότητα. Η βυζαντινή
περίοδος, με όλα όσα αρνητικά αντιπροσωπεύει κατά την παραπάνω γενική παραδοχή, θα
μείνει εκτός της εθνικής ιδεολογίας και ιστορίας τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα,
περίοδο κατά την οποία νέες συνθήκες και σκοπιμότητες θα υπαγορεύσουν την επανεξέταση
18
. Γ. Μαργαρίτης, ό.π., σ. 55.
19
. Γ. Κατσιαμπούρα, ό.π., σ. 435.
20
. Γ. Μαργαρίτης, ό.π., σ. 55.
21
. Ι. Γιαννόπουλος, «Το Βυζάντιο. Το όνομα, η σημασία του πολιτισμού, το κράτος», στο: Ι. Γιαννόπουλος
κ.ά, Εισαγωγή στον Ελληνικό πολιτισμό, τ. Β΄: Σημαντικοί Σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, Ε.Α.Π.,
Πάτρα 2000, σ. 252.

11
της άξιας της.22

ΣΥΝΟΨΗ

Η πολιτική ανισορροπία, που θα προκύψει από τον διαχωρισμό του χριστιανικού


ρωμαϊκού κράτους από τον Θεοδόσιο, θα εκδηλωθεί και ως θρησκευτική διαφορά μεταξύ
του Πάπα και του Βυζαντίου. Αυτό ισχύοντας και αντίστροφα, σε βάθος χρόνου και μέσα
από θρησκευτικές αντιπαραθέσεις, θα διαμορφωθεί το 867 με το Φώτειο σχίσμα και θα
οριστικοποιηθεί το 1054 με τον χωρισμό της εκκλησίας στα δύο.
Οι ένοπλες αναμετρήσεις, στις οποίες θα οδηγήσει η δυτική επεκτατικότητα προς
ανατολάς, θα κορυφωθούν το 1204 με την κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους
Λατίνους κατά την διάρκεια της 4ης σταυροφορίας. Οι προσπάθειες επανένωσης των
εκκλησιών που θα γίνουν μετά από αυτό το γεγονός, επηρεασμένες αρνητικά και από την
επίδραση μυστικιστικών θρησκευτικών κινημάτων στο Βυζάντιο, δεν θα φέρουν

22
. Ν. Ροτζώκος, ό.π., σ. 219.

12
αποτέλεσμα, με την οθωμανική κατάκτηση να έρχεται σαν συνεπεία όλων αυτών το 1453.
Αυτή η απομάκρυνση μεταξύ των δυο κόσμων θα έχει ως αποτέλεσμα η φωτισμένη
Δύση να προχωρήσει πολιτισμικά, ενστερνιζόμενη την κληρονομιά των αρχαίων κλασσικών,
πράγμα το οποίο δεν θα συμβεί στην κατακτημένη Ανατολή, η οποία τον 19ο αιώνα θα
αναζητήσει την εθνική της ταυτότητα, βάση της οποίας θα είναι ο ελληνισμός.
Κατά την διάρκεια αυτής της διαδικασίας η ελληνική ιστοριογραφία, με αίτιο τις
παραπάνω ετερότητες, θα θεωρήσει ότι πρέπει να αφήσει απ' έξω την βυζαντινή περίοδο,
αναφερόμενη κατευθείαν στους αρχαίους Έλληνες προγόνους της, οι οποίοι αυτήν την εποχή
θα είναι το εισιτήριο προς την πολιτική ολοκλήρωση.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 Beck H.- G., Βυζαντινή χιλιετία, (μτφρ. Δ. Κούρτοβικ), Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1992

 Γιαννόπουλος Ι., «Ο χριστιανισμός», στο: Ι. Γιαννόπουλος κ.ά, Εισαγωγή στον Ελληνικό πολιτισμό,
τ. Β΄: Σημαντικοί Σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, Ε.Α.Π., Πάτρα 2000

 Γλύκατζη - Αρβελέρ Ε., Η Πολιτική ιδεολογία της βυζαντινής αυτοκρατορίας, (μτφρ. Τ.


Δρακοπούλου), Ψυχογιός, Αθήνα 1988

13
 Δημαράς Κ., «Το σχήμα του Διαφωτισμού», στο: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΑ΄, Ο
Ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία (περίοδος 1669-1821) Τουρκοκρατία - Λατινοκρατία, Εκδοτική
Αθηνών, Αθήνα 1975

 Κατσιαμπούρα Γ., «Νεοελληνικός Διαφωτισμός», στο: Ι. Γιαννόπουλος κ.ά, Εισαγωγή στον


Ελληνικό πολιτισμό, τ. Β΄: Σημαντικοί Σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, Ε.Α.Π., Πάτρα 2000

 Μαργαρίτης Γ., «Ο οθωμανικός χώρος και η συγκρότηση του νέου ελληνισμού», στο: Γ.
Μαργαρίτης κ.ά, Ελληνική Ιστορία, τ. Γ: Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, ΕΑΠ, Πάτρα
1999

 Ροτζώκος Ν., «Η νεοελληνική εθνική ιδεολογία και η εθνική ιστοριογραφία», στο: Γ. Μαργαρίτης
κ.ά, Ελληνική Ιστορία, τ. Γ: Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, ΕΑΠ, Πάτρα 1999

 http://www.greek-language.gr/Resources/ancient_greek/history/art/index.html

14

You might also like