Professional Documents
Culture Documents
1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Εισαγωγή………………………………………………………………3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ:
Μετάβαση σε νέα πραγματικότητα ( 15ος αιώνας )
Συμπεράσματα ……………………………………………………......25
Βιβλιογραφία………………………………………………………….26
2
Εισαγωγή
1
Ζήσης Ν. Θεόδωρος, Κωνσταντινούπολη και Μόσχα, Θεσσαλονίκη (1989), σελ 21.
3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Μετάβαση σε μία νέα πραγματικότητα ( 15ος αιώνας )
2
Bilge Asli, « Ο Μετασχηματισμός της Οικουμενικότητας στη Διάρκεια των Αιώνων», Τζενγκίζ Ακτάρ,
Νικόλαος Ουζούνογλου, Αιμιλία Ξανθοπούλου (επιμ), Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, Ιστορικές –
Πολιτικές – Θρησκευτικές – Νομικές Μελέτες, Αθήνα (2016), σελ 17.
3
Καρσιώτης Νεκτάριος, Η Σύνοδος Φεράρας – Φλωρεντίας από της υπογραφής της Ενώσεως έως της
καταργήσεως αυτού: μελέτη φιλολογική και ιστορική, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών,
διαθέσιμο σε: didaktorika.gr/eadd/handle/10442/45750, Αδημοσίευτη Διδακτορική Διατριβή σελ 13,
14, 20.
4
Ενώσεως.4 Τελικώς, μετά από μία περίοδο έντονης διαμάχης και διχασμού του λαού,
αποφασίζεται η κατάργηση της απόφασης της Συνόδου στην Κωνσταντινούπολη (1483
– 1484).
4
Ζήσης, ό. π. σελ 29-30
5
Κονόρτας Παρασκευάς, Από τον «Ιστορικό Συμβιβασμό» στην «Εγκάρδια Συνεννόηση», Τζενγκίζ
Ακτάρ, Νικόλαος Ουζούνογλου, Αιμιλία Ξανθοπούλου (επιμ), Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, Ιστορικές –
Πολιτικές – Θρησκευτικές – Νομικές Μελέτες, Αθήνα (2016) , σελ 73-79
5
υπακοή του απέναντι στον νέο κατακτητή. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Ένωση των
Εκκλησιών παρουσιάζεται από την ιδεολογική ρητορική του Γενναδίου ως μέγα
αμάρτημα, νομιμοποιώντας κατά κάποιον τρόπο την Οθωμανική εξουσία στη
συνείδηση των υπόδουλων χριστιανών και εξασφαλίζοντας στην ουσία την συνέχεια
της ύπαρξης του Πατριαρχείου.
Κατά τον 11ο αιώνα, το κράτος των Ρως απλώνεται από τη βαλτική θάλασσα
στο βορρά μέχρι τη Μαύρη θάλασσα στο νότο. Ωστόσο, από τα τέλη του ίδιου αιώνα
7
Ζήσης, ό. π. , σελ 23-24
6
και κατά τον 12ο αρχίζει η παρακμή του, με αποτέλεσμα την αποσύνθεσή του σε
διάφορες αντίθετες περιφερειακές δυνάμεις. Αυτή η εξασθένησή θα ενταθεί και
εξαιτίας οικονομικών παραγόντων. Τελικά, το κράτος των Ρως θα υποκύψει στη
Μογγολική εισβολή κατά τη δεκαετία του 1240.
Την ίδια περίοδο, η Μοσχοβία βιώνει μία βαθιά πνευματική κρίση. Οι Ρώσοι
στοχαστές θα αναπτύξουν διαφορετικές θεωρίες, επηρεασμένες είτε από τη βυζαντινή
ησυχαστική διδασκαλία, είτε από την ντόπια εκκλησιαστική παράδοση, με αποτέλεσμα
να προκληθεί μία βαθιά θεολογική διαμάχη, που θα διαρκέσει από τα μέσα του 15ου
8
Μασσαβέτας Αλέξανδρος, Η Μόσχα και ο θρόνος της ορθοδοξίας, Εκδόσεις Πατάκη, σελ 103 – 105
9
Μαλιγκούδη Γιάννα, Ιστορία της Μόσχας, Β’ το κράτος της Μόσχας (1240 – 1613), Θεσσαλονίκη 1996
σελ 81
7
αιώνα έως και τα μέσα του 16ου αιώνα. Οι οπαδοί του μυστικού χριστιανισμού, με την
εσωτερική αναζήτηση του θεού και την κάθαρση της ψυχής θα συγκρουστούν με όσους
κηρύττουν ότι ο λατρευτικός τύπος έχει πρωταρχική σημασία στη θρησκεία (ζήτημα
εχόντων και μη εχόντων). Η τάση που επικρατεί τελικά από αυτή τη διαμάχη είναι η
δεύτερη, ο «μοσχοβίτικος» χριστιανισμός, γεγονός που θα οδηγήσει τη ρωσική
εκκλησία στον ασφυκτικό εναγκαλισμό με την κοσμική εξουσία, από τον οποίο δεν έχει
απελευθερωθεί μέχρι σήμερα. Η Ρωσική Εκκλησία είναι εθνική εκκλησία.10
Είναι γεγονός ότι η εκκλησία της Ρωσίας είχε παραδοσιακά κακές σχέσεις με τη
Ρωμαϊκή εκκλησία, εφόσον αυτή ενσάρκωνε του εχθρούς στα δυτικά σύνορά της
(Πολωνοί, Ούγγροι, Σουηδοί). Οι σχέσεις αυτές θα χειροτερεύσουν λόγω της
10
Ράνσιμαν Στίβεν , Η Μεγάλη Εκκλησία εν αιχμαλωσία, β’ τόμος, Εκδόσεις ΜΠΕΡΓΑΔΗ, Αθήνα (1979)
σελ 573 -577
11
Ζαχαριάδου Α. Ελισάβετ, Δέκα τουρκικά έγγραφα για την Μεγάλη Εκκλησία (1483-1576), Εθνικό
Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα 1996, σελ 41
8
αγανάκτησης που προκάλεσε σε όλη την Ανατολή η Δ’ Σταυροφορία αλλά και λόγω
της άρνησης των δυτικών να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της Μογγολικής απειλής.
Επιπροσθέτως, η Σύνοδος της Φεράρας – Φλωρεντίας θα πλήξει σημαντικά τις σχέσεις
του Οικουμενικού Πατριαρχείου με αυτό της Μόσχας, παρά το γεγονός ότι η Ένωση
δεν έγινε ποτέ δεκτή την Ανατολή και επομένως, δεν εφαρμόστηκε.12 Η Ρωσική
Εκκλησία θα θεωρήσει την πράξη αυτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου υποταγή στη
Ρώμη και προδοσία απέναντι στην ορθοδοξία, και βασισμένη σε αυτό το αφήγημα θα
αρχίσει τις προσπάθειες χειραφέτησής της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Είναι γεγονός ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο από την αρχή ασκούσε έμμεσο
έλεγχο στην Ρωσική Εκκλησία. Κάθε δεύτερος μητροπολίτης της Ρωσίας φαίνεται πως
διοριζόταν από τον αυτοκράτορα Κωνσταντινουπόλεως, ενώ οι άλλοι που διορίζονταν
από τον Μέγα Πρίγκηπα, έπρεπε οπωσδήποτε να επικυρώνονται από το Οικουμενικό
Πατριαρχείο. Στην προσπάθειά του να χειραφετηθεί έναντι του Οικουμενικού θρόνου ο
Πρίγκηπας Βασίλι Β’, το 1448, θα διορίσει ως νέο Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης
Ρως τον Ιωνά13, στη θέση του ένθερμου υποστηρικτή των Ενωτικών Ισιδώρου, τον
οποίο είχε διορίσει το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, χωρίς την έγκριση του
τελευταίου.14 Την πράξη αυτή δεν θα αναγνωρίσει η Κωνσταντινούπολη, ενώ με τη
σύνοδο του 1469 ο πατριάρχης Διονύσιος θα την αποκηρύξει ως αυθαίρετη και
αντικανονική. Αυτή η αποκήρυξη θα έχει ως συνέπεια την προσπάθεια της Ρωσίας να
προσεγγίσει τα άλλα Πατριαρχεία της Ανατολής με στόχο την επικύρωση της
πραξικοπηματικής της ενέργειας. Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι το
γεγονός ότι την πρωτοβουλία για την αποκήρυξη της Ένωσης και την αποπομπή
του Ενωτικού Μητροπολίτη Κιέβου Ισιδώρου δεν την πήρε η Εκκλησία της
Μόσχας αλλά ο Μεγάλος Πρίγκηπας. Μάλιστα, η καθαίρεση του Ισιδώρου έγινε
μετά την Ένωση της Δυτικής και της Ανατολικής Εκκλησίας με τη σύνοδο της
Φεράρας – Φλωρεντίας.
12
Ράνσιμαν, ό. π ., σελ 565-566
13
Στο ίδιο, σελ 566-567
14
Σήμερα, πηγές του Οικουμενικού Πατριαρχείου μιλούν για «πραξικόπημα» του πρίγκηπα Βασίλι
9
σχετικό δικαίωμα δύο φορές από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, χωρίς ωστόσο να γίνει
αποδεκτό. Μελετώντας, ωστόσο, σχετικό απόσπασμα από την επιστολή του Πρίγκηπα
Βασίλι προς τη Μεγάλη Εκκλησία, διαπιστώνεται πως ο σεβασμός προς το
Οικουμενικό Πατριαρχείο εξακολουθεί να υπάρχει: «Ἐκάναμεν αὐτό ἀπό ἀνάγκη, ὄχι
ἀπό ὑπερηφάνεια ἢ αὐθάδεια. ‘Ως τόν αἰώνα τον ἅπαντα θά παραμείνουμε πιστοί
στήν ὀρθοδοξία πού μᾶς δόθηκε. Ἡ Ἐκκλησία μας θα ζητάει πάντοτε τήν εὐλογία
τοῦ Τσάριγκραδ καί θά εἶναι ὑπάκουη σέ ὅλα πρός την ἀρχαία εὐλαβεία» «τήν ῾Αγία
Μεγαλειότητά Σου».15
15
Ράνσιμαν, ό. π., σελ 568 -569
16
Μασσαβέτας, ό. π., σελ 101
10
μητροπολίτης Ιωνάς, σε επιστολή του το 1451, προβλέποντας την πτώση της
Κωνσταντινουπόλεως, αναφέρει πως η Μόσχα κινείται προς την αντίληψη του εαυτού
της ως «Τρίτης Ρώμης» και του Μεγάλου Πρίγκηπα της Μοσχοβίας ως «Αγίου
Αυτοκράτορα». Ωστόσο, η κίνηση προς την αυτονόμηση γίνεται με αργούς ρυθμούς,
λόγω του σεβασμού που εξακολουθεί να υπάρχει απέναντι στο βυζαντινό παρελθόν.
Ο σεβασμός απέναντι στη βυζαντινή παράδοση αποτελεί τον λόγο για τον οποίο
ο εκάστοτε διορισμένος από τον Μέγα Πρίγκιπα μητροπολίτης της Ρωσίας εξακολουθεί
να ζητάει επικύρωση από τον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, αναγνωρίζοντάς τον
ως ανώτερο, παρά το γεγονός ότι το 1470 ο Ιβάν Γ’ θα ανακηρύξει ότι το Πατριαρχείο
έχει στερηθεί κάθε δικαιώματος επί της Ρωσικής Εκκλησίας. Από αυτή την αντίφαση,
καθίσταται σαφές πως η ηγεσία της ρωσικής εκκλησίας εμμένει στους τύπους και
πιστεύει στην παράδοση και για το λόγο αυτό ποτέ δεν θα κόψει εντελώς τους δεσμούς
της με τη μητέρα εκκλησία. Ωστόσο, η απουσία ενός ορθόδοξου αυτοκράτορα δεν
μπορεί να παραγνωριστεί.
Οι εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα κατά τον 15ο αιώνα αποτελούν κατά κάποιον
τρόπο ένα σχίσμα ανάμεσα στη Ρωσική Εκκλησία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο
Κωνσταντινουπόλεως. Από την άλλη πλευρά, η Ένωση της Δυτικής με την Ανατολική
Εκκλησία αποτελεί μία πρώτης τάξεως ευκαιρία, ώστε η Μόσχα να αντλήσει πολιτικά
17
Ράνσιμαν ό. π., σελ 569 - 570
11
οφέλη, κατηγορώντας τους δύο συμβαλλόμενους ως αιρετικούς. Ο Μεγάλος Δούκας
Ιβάν Γ’ με στοχευμένες ενέργειες θα πετύχει την αναγνώριση της επικυριαρχίας του
Δουκάτου της Μοσχοβίας έναντι των υπολοίπων (τέλη 15ου αι) και τη νομιμοποίηση
της θεωρίας περί «Τρίτης Ρώμης». Είναι σαφές πως η πολιτική ανεξαρτησία θα
επιτευχθεί μόνο με παράλληλη εκκλησιαστική χειραφέτηση.
18
Κονόρτας Παρασκευάς, Από τον «Ιστορικό Συμβιβασμό» στην «Εγκάρδια Συνεννόηση», Τζενγκίζ
Ακτάρ, Νικόλαος Ουζούνογλου, Αιμιλία Ξανθοπούλου (επιμ), Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, Ιστορικές –
Πολιτικές – Θρησκευτικές – Νομικές Μελέτες, Αθήνα (2016) , σελ 83
12
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Έτσι, ενώ ο Πατριάρχης από κοινού με την Ιερά Σύνοδο έχει τον πλήρη έλεγχο
επί της εκκλησιαστικής οργάνωσης και επιβάλει φόρους στους ορθοδόξους για τη
19
Μασσαβέτας, ό. π. , σελ 110
13
συγκέντρωση χρημάτων για την κάλυψη των αναγκών της Εκκλησίας, η σουλτανική
κυβέρνηση πρέπει να επικυρώνει τους εκάστοτε διορισμούς και αποφάσεις. Μάλιστα,
όπως φανερώνεται από βεράτι του 1483, ο Σουλτάνος είναι αυτός που εκδίδει την
Πράξη παύσης ενός Πατριάρχη και φαίνεται να έχει πάντα τον «τελευταίο λόγο» σε
κάθε απόφαση της Συνόδου. Η βούληση της οθωμανικής εξουσίας θα ήταν, ιδανικά, να
ελέγχει κατ’ αποκλειστικότητα την εκλογή Πατριαρχών.20
Ωστόσο, η πιο σημαντική αλλαγή που έχει επέλθει στις δικαιοδοσίες του
Πατριαρχείου μέσα στη νέα πραγματικότητα είναι η ανάληψη κοσμικών καθηκόντων,
αφού ο Πατριάρχης καλείται να γίνει και πολιτικός, έχοντας διευρυμένες οικονομικές
και νομικές αρμοδιότητες σε σχέση με πριν. Παράλληλα, φαίνεται πως στο πλαίσιο της
Οθωμανικής διοίκησης παραμερίζονται τα ανατολικά Πατριαρχεία σε κατώτερη μοίρα
σε σχέση με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.21
20
Κονόρτας Παρασκευάς, Οθωμανικές Θεωρήσεις για το Οικουμενικό Πατριαρχείο, (1996), σελ 123-212
21
Ράνσιμαν, ό. π., σελ 343-356
22
Βιογραφικόν σχεδίασμα του Πατριάρχου Ιερεμίου Β’ 1572-1594, εν Αθήναις, τυπογραφείον Λ.ΚΤΕΝΑ
και Σ.ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, (1870), σελ 8 -9
14
η καταβολή ποσού έναντι παροχής κρατικού αξιώματος δεν θεωρείται δωροδοκία ή
διαφθορά, αλλά μίας μορφής ανταπόδοση προς την παραχώρηση αξιώματος από την
πλευρά του Σουλτάνου.
Το 1547 ο Ιβάν Δ΄(ο Τρομερός) στέφεται από τον μητροπολίτη του σε μία
τελετή πιο πιστή στο βυζαντινό εθιμοτυπικό σε σχέση με την τελετή στέψης του Ιβάν
Γ’. Αυτή η στέψη έχει τη μορφή ημι-χειροτονίας. Το κράτος της Μόσχας ως «Τρίτη
Ρώμη» αποκτά με τον τρόπο αυτό χαρακτήρα θεοκρατικό. Στο πλαίσιο αυτό, ο τσάρος
οφείλει να συμμορφώνεται στις χριστιανικές αρχές των οποίων φρουρός είναι η
εκκλησία και να συμβαδίζει με την βυζαντινή παράδοση.23 Ο μητροπολίτης Μόσχας
Μακάριος φορά στον τσάρο το σταυρό, το διάδημα και το στέμμα, διαβάζοντας μία
ευχή για το καθένα από αυτά και στο τέλος, τον χρίει με Άγιο Μύρο. Μετά τη στέψη
του, ο Ιβάν Δ’ θα υιοθετήσει τον τίτλο «Τσάρος Μέγας Πρίγκιψ πάσης Ρως». Στον
τίτλο αυτό είναι πρόδηλη τόσο η κληρονομιά της Ρως όσο και της Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας. Ο Ιβάν εμφανίζεται ως υπέρμαχος της Ορθοδοξίας.24
Ωστόσο, τόσο ο τσάρος, όσο και η τσαρική αυλή, θεωρούν πως μία στέψη από
έναν «απλό» μητροπολίτη δεν είναι αρκετή (ο Βυζαντινός αυτοκράτορας στεφόταν από
Πατριάρχη). Όπως θα αναλυθεί και πιο κάτω, ο τσάρος θα επιδιώξει εξουσία με κύρος
ισοδύναμο με αυτό του βυζαντινού Αυτοκράτορα, επιδίωξη που θα τον ωθήσει να
αιτηθεί από τον Πατριάρχη να του απονεμηθεί ο τίτλος του «βασιλέως» και στη
συνέχεια να ανυψωθεί η μητρόπολη της Μόσχας και πάσης Ρως σε Πατριαρχείο.25
Στο πλαίσιο της ιστορικής αποστολής της «Τρίτης Ρώμης», κεντρική θέση κατέχει ο
ηγεμόνας της, o samodéržec (μονάρχης). Σε αυτόν προσδίδονται οι ιδιότητες και ο
ρόλος που είχε διαδραματίσει ο βυζαντινός αυτοκράτορας, ο οποίος δεν υπάρχει πλέον.
23
Ράνσιμαν, ό. π., σελ 577-578
24
Μασσαβέτας, ό. π., σελ 107
25
Κονόρτας Παρασκευάς, Από τον «Ιστορικό Συμβιβασμό» στην «Εγκάρδια Συνεννόηση», Τζενγκίζ
Ακτάρ, Νικόλαος Ουζούνογλου, Αιμιλία Ξανθοπούλου (επιμ), Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, Ιστορικές –
Πολιτικές – Θρησκευτικές – Νομικές Μελέτες, Αθήνα (2016), σελ 132
15
Στο Μοσχοβίτη ηγεμόνα προσδίδεται θείο κύρος, και θεωρείται προστάτης ολόκληρου
του ορθόδοξου ποιμνίου. Το δικαίωμά του να κυβερνά προέρχεται από το Θεό. Η
απόδοση μεταφυσικής υπόστασης στο αξίωμα του τσάρου προσδίδει τεράστια ισχύ
στον εκάστοτε Μοσχοβίτη ηγεμόνα και συντελεί στην αντίληψη της Μόσχας ως
Τρίτης Ρώμης.
26
Μαλιγκούδη, ό . π., σελ 84
16
τελετουργιών έναντι των βυζαντινών, δηλαδή του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αυτή η
μονόπλευρη απόφαση εύλογα θα θορυβήσει τη Μεγάλη Εκκλησία. Οι μοναχοί του
Άθωνα (μη έχοντες) θα διαμαρτυρηθούν, ενώ οι Ρώσοι μοναχοί της Ιερης Πολιτείας θα
θεωρήσουν άκυρες τις αποφάσεις της Συνόδου. Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως,
Ιωάσαφ Β΄, αρχίζει να ανησυχεί για τις αυθαίρετες πράξεις του Τσάρου, ενώ αργότερα,
στα χρόνια του Τσάρου Φεοντόρ, εν όψει των αμοιβαίων υποχωρήσεων προκειμένου ν’
ανυψωθεί η Μητρόπολη της Μόσχας σε Πατριαρχείο, η Ρωσική πλευρά θα αρνηθεί
ρητώς τη γνωμάτευση της Συνόδου του 1551.27
27
Ράνσιμαν, ό. π., σελ 577-578
28
Στο ίδιο, σελ 570
17
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Είναι γεγονός πως η οικονομική δυσπραγία θα αποτελεί την αιώνια πληγή του
Οικουμενικού Πατριαρχείου. Μάλιστα, κατά τον 16ο αιώνα θα ξεσπάσει πρωτοφανής
οικονομική και πολιτική κρίση στην οθωμανική αυτοκρατορία, η οποία θα επηρεάσει
το Πατριαρχείο πολιτικά και θα εντείνει τις οικονομικές του δυσκολίες.
18
Αυτοί που δανείζουν την εκκλησία, προκειμένου ν΄ ανταπεξέλθει στις αυξημένες
οικονομικές της υποχρεώσεις είναι κληρικοί, ο λαός (ποίμνιο) και Εβραίοι
εξοικειωμένοι με την κυκλοφορία χρήματος.
Κατά το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα γίνεται πλήρως κατανοητό πως η Τρίτη
Ρώμη στοχεύει να γίνει αυτοκρατορία με οικουμενική έμφαση, ενώ η πολιτική
υποταγής της Εκκλησίας της στον κοσμικό κυρίαρχο καθιστά την πολιτική αυτή
εθνικιστική. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, είναι δύσκολο για τους οπαδούς της Τρίτης
29
Κονόρτας Παρασκευάς, «Η οθωμανική οικονομική κρίση του τέλους του ιστ’ αιώνα και το
οικουμενικό πατριαρχείο», Ιστορικά, τεύχος 3, Μάιος 1985.
19
Ρώμης να διατηρήσουν οποιαδήποτε εξάρτηση από τον Πατριάρχη της Δεύτερης
Ρώμης, όπως και να επιδεικνύουν σεβασμό στην πενταρχία των Πατριαρχείων
(τετραρχία εφόσον η Ρώμη περιέπεσε στην αίρεση). Έτσι, ο ρωσικός κλήρος αρχίζει να
αμφισβητεί την υπερβατική θεία αποστολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Είναι γεγονός ότι μετά την πτώση της βυζαντινής αυτοκρατορίας, οι ηγεμόνες
της Μόσχας είναι οι μόνοι ορθόδοξοι άρχοντες. Ωστόσο, η στέψη του Ιβάν Δ’ του
Τρομερού ως πρώτου τσάρου της Μόσχας και «διαδόχου» του βυζαντινού
αυτοκράτορα το 1547 δεν γίνεται από πατριάρχη, όπως απαιτεί η βυζαντινή παράδοση,
αλλά από μητροπολίτη. Ο Ιβάν Δ’ γνωρίζει πως η στέψη αυτοκράτορα από
μητροπολίτη δεν είναι κάτι σύνηθες στην ορθόδοξη παράδοση.31 Η απουσία Πατριάρχη
από την εκκλησία της Ρωσίας θέτει σε κίνδυνο τις διεκδικήσεις των τσάρων ως
κληρονόμων του Βυζαντίου. Έτσι, το ζήτημα ίδρυσης Πατριαρχείου Μοσχοβίας αρχίζει
να διαφαίνεται εντονότερα.
Όπως γίνεται κατανοητό, από το 1546 και μετά αναπτύσσονται επαφές μεταξύ
των ηγεμόνων της Μοσχοβίας και του Πατριαρχείου. Οι στοχεύσεις της κάθε πλευράς
είναι διαφορετικές. Η Μοσχοβία στοχεύει στην ενίσχυση του κύρους και της ισχύος της
στον ορθόδοξο κόσμο, ενώ το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην οικονομική υποστήριξη
και απόκτηση ισχυρών ορθοδόξων συμμάχων.
30
Ράνσιμαν, ό. π., σελ 576 - 577
31
Ζήσης, ό. π., σελ 32
20
Γι’ αυτόν το λόγο θα απευθυνθεί στον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωασάφ Β’ τον
Μεγαλοπρεπή (1555-1565), ο οποίος θα αποστείλει τον έμπιστό του, μητροπολίτη
Ευρίπου Ιωάσαφ, εφοδιάζοντάς τον με δύο πατριαρχικά γράμματα. Το ένα από αυτά
είναι η συνοδική απόφαση την οποία επιζητούσε ο τσάρος, σύμφωνα με την οποία, το
1561 αποκτά τον τίτλο «βασιλεύς». Το άλλο είναι το συνοδευτικό γράμμα, με το οποίο
ο Πατριάρχης υποδεικνύει με λεπτότητα ότι θα στείλει στη Μόσχα έναν εκπρόσωπό
του, προκειμένου να κάνει τη στέψη. Ο Τσάρος, ωστόσο, θα αγνοήσει την πρόταση, με
τον Ιωάσαφ να μην τολμά να ασκήσει οποιαδήποτε πίεση. Ωστόσο, αργότερα, θα
αποκαλυφθεί ότι το πατριαρχικό γράμμα δεν ήταν συνοδικό, δηλαδή επίσημο, αλλά
πλαστό, δηλαδή το συνέταξε ο Πατριάρχης μόνος του και πιθανώς σε συνεργασία με
τον έμπιστό του μητροπολίτη, ενώ οι υπογραφές φαίνεται πως είχαν πλαστογραφηθεί
από τους προαναφερθέντες. Το 1565 ο Ιωάσαφ θα καθαιρεθεί. Ωστόσο, πάνω σε αυτά
τα κείμενα ο Τσάρος Ιβάν Δ’ ο Τρομερός θα βασίσει την εγκυρότητα της στέψης του
καθώς και το ιδεολογικό αφήγημα της διαδοχής της Μοσχοβίας ως Τρίτης Ρώμης από
την Βυζαντινή Αυτοκρατορία. 32
«Η μετριότης ημών αποδεξάμην την τοιαύτην αίτησην άτε δικαίαν άλλως τε πεπεισμένη
και πριτών και πολλών μεγάλων αρετών και ευποιιών τούτου του ευσεβεστάτου βασιλέως
Μοσκοβίου κυρίου Ιωάννου, όστις αληθώς καθάπερ τις έτερος λαμπρότατος ήλιος…»
«και ονομάζεσθαι αυτόν εις βασιλεί κυρίω Ιωάννη, του είναι και ονομάζεσθαι αυτόν εις
βασιλέα νόμιμον και ευσεβέστατον, εστεμένον και παρ’ ημών νομίμως άμα και
εκκλησιαστικώς».33
32
Παπουλίδης Κωνσταντίνος, Παπουλίδης Κυριάκος, Helleno Russica, Ήτοι τεκμήρια της πρώτης
νεοελληνικής γραμματείας περί της Ρωσίας, Εκδόσεις Κυριακίδη, σελ 131-132
33
Στο ίδιο, σελ 136
34
Κονόρτας Παρασκευάς, «Η οθωμανική οικονομική κρίση του τέλους του ιστ’ αιώνα και το
οικουμενικό πατριαρχείο», Ιστορικά, τεύχος 3, Μάιος 1985, σελ 63
21
παραχώρηση πολιτικών προνομίων στη Μόσχα με αντάλλαγμα την οικονομική
ενίσχυση του Πατριαρχείου κατά την περίοδο της Κρίσης.
Στο μεταξύ, το καλοκαίρι του 1587 καταλαμβάνει και πάλι τον πατριαρχικό
θρόνο ο Ιερεμίας, μετά την εξορία του στη Ρόδο, με την προϋπόθεση ότι θα πληρώσει
20.000 χρυσά σαν πεσκέσι στο Σουλτάνο, καθώς και άλλα ποσά προς το Μεγάλο
Βεζίρη και προς τους αξιωματούχους της Αυλής που τον υποστήριξαν.35 Το φθινόπωρο,
λοιπόν, ο ίδιος ο Ιερεμίας θα επισκεφθεί το κράτος της Μοσχοβίας για τη διενέργεια
εράνου και αμέσως θα κληθεί από τη Μόσχα36, όπου θα του ασκηθεί έντονη πίεση να
αναβαθμίσει την Μητρόπολη Μόσχας και πάσης Ρως σε Πατριαρχείο. Μάλιστα, ο
Φεοντόρ φτάνει στο σημείο να τον κλείσει σχεδόν για ένα χρόνο στο Κρεμλίνο. Τελικά,
35
Στο ίδιο, σελ 62
36
Ράνσιμαν, ό. π. σελ 578 - 579
22
ο Ιερεμίας θα ενδώσει στις πιέσεις και το 1589 η Ρωσική Εκκλησία αναγνωρίζεται από
το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ως «Πατριαρχείο Μόσχας και πάσης Ρως».
37
Στο ίδιο, σελ 580
38
Παπουλίδης Κωνσταντίνος και Παπουλίδης Κυριάκος, ό. π . , σελ 141
23
προσβλέποντας στην οικονομική ενίσχυσή τους από τη Μόσχα.39 Η σύνοδος θα
επικυρώσει την πράξη ανυψώσεως της Μητροπόλεως Μόσχας και πάσης Ρως σε
Πατριαρχείο και θα την κατατάξει στην πέμπτη σειρά της Πενταρχίας. Στο σχετικό
πατριαρχικό χρυσόβουλο ορίζονται τα εξής: «ίνα ο χειροτονηθείς Μοσκοβίου προ
ολίγου κύριος Ιώβ πατριάρχης, και ονομάζηται πατριάρχης και συναριθμήται τοις λοιποίς
πατριάρχης, και έχη την τάξιν και μνημόσυνον μετά τον πατριάρχην Ιεροσολύμων,
χρεωστών μνημονεύειν ημών του ονόματος και των λοιπών και κεφαλήν αυτού και
πρώτον έχειν και νομίζειν και αποστολικόν θρόνον Κωνσταντινουπόλεως, ως και λοιποί
έχουσι πατριάρχαι».
39
Μασσαβέτας, ό. π. σελ 110
24
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Την περίοδο που αφορά τον 15ο και 16ο αιώνα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και
το κράτος της Μοσχοβίας καλούνται να προσαρμοστούν σε μία νέα πραγματικότητα
και να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις της. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, από τη μία
πλευρά, πασχίζει να κερδίσει το ζωτικό του χώρο και να ισχυροποιηθεί στον
Οθωμανικό χώρο, καθώς αναλαμβάνει, πέρα από θρησκευτικές αρμοδιότητες,
πολιτικές και νομικές δικαιοδοσίες επί του ορθοδόξου ποιμνίου. Η Μεγάλη Εκκλησία,
πράγματι, ισχυροποιείται στο νέο καθεστώς, ωστόσο η μόνιμη οικονομική δυσπραγία, η
οποία θα ενταθεί με την κρίση του 16ου αιώνα, θα την ωθήσει στην ανάπτυξη επαφών
και με το κράτος της Μοσχοβίας. Με αυτήν τη προσέγγιση το Οικουμενικό
Πατριαρχείο αποβλέπει στην απόκτηση ενός ισχυρού ορθοδόξου συμμάχου που θα του
παρέχει οικονομική και πολιτική στήριξη. Ωστόσο, η θρησκευτική του υπεροχή επί του
Ορθοδόξου κλήρου, λόγω της πρότερης βυζαντινορωμαϊκής παράδοσης, διατηρείται
και ενισχύεται περαιτέρω στο νέο καθεστώς.
Το κράτος της Μοσχοβίας, από την άλλη, μετά την απόταξη του Μογγολικού
ζυγού επιθυμεί να ισχυροποιηθεί. Αναζητά μία νέα ταυτότητα. Δεδομένου ότι έχει
διατηρήσει την πίστη στην ορθοδοξία και ότι το Βυζαντινό κράτος έχει καταλυθεί,
επιδιώκει να αναδειχθεί ως διάδοχος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Στο πλαίσιο αυτό,
η Μόσχα αναπτύσσει το ιδεολογικό αφήγημα ότι αποτελεί την Τρίτη Ρώμη, με τον
εκάστοτε πρίγκηπα της Μοσχοβίας να ονομάζεται Τσάρος – αυτοκράτορας. Η
θεοκρατική κατεύθυνση του νέου κράτους προϋποθέτει μία εξίσου ισχυρή και
αυτόνομη Ρωσική Εκκλησία, γι’ αυτό και η ανύψωση της Μητροπόλεως Μόσχας σε
Πατριαρχείο αποτελεί ζήτημα ζωτικής σημασίας. Σε διαφορετική περίπτωση, κάθε
πράξη της Ρωσικής εκκλησίας δεν θα μπορεί να έχει ισχύ στον Ορθόδοξο κόσμο χωρίς
την επικύρωση της ανώτατης κεφαλής, του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
25
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
2. Ζαχαριάδου Α. Ελισάβετ, Δέκα τουρκικά έγγραφα για την Μεγάλη Εκκλησία (1483-
1576), Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα 1996.
4996).
6. Κονόρτας Παρασκευάς, «Η οθωμανική οικονομική κρίση του τέλους του ιστ’ αιώνα
και το οικουμενικό πατριαρχείο», Ιστορικά, τεύχος 3, Μάιος 1985.
26