You are on page 1of 9

ΣΧΟΛΗ

ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ
ΣΠΟΥΔΩΝ
ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ
ΠΟΛΙΣΤΙΣΜΟ
ΕΠΟ 30

ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΟΣ


ΚΟΣΜΟΣ

ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ 2018 – 2019

ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ:
Αντώνιος Παναγιώτου

ΣΥΝΤΑΚΤΡΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:
Αμαλία Μυλωνά

ΑΜΦ 86355
η
1 εργασία Νοέμβριος 2018
Σελίδα |1
ΕΠΟ 30 – ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ – Πρώτη Εργασία

ΘΕΜΑ 1ης ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Εκκλησία, πλούτος και κοινωνική πολιτική στο


πρώιμο Βυζάντιο

Μονή Αικατερίνης Σινά. Β’ μισό 6ου αιώνα: Θεοτόκος


Βρεφοκρατούσα, Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης, Άγιος
Γεώργιος και άγγελοι.

Η εργασία θα πρέπει να είναι μεγέθους 1800 λέξεων.


Σελίδα |2
ΕΠΟ 30 – ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ – Πρώτη Εργασία

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Πρόλογος, κεντρικός στόχος εργασίας ………………………………………….. σελ 3

Οι απαρχές πλουτισμού της Χριστιανικής Εκκλησίας ………………...…….... σελ 3-5

Η κοινωνικο-οικονομική συμβολή της Χριστιανικής Εκκλησίας ……………. σελ 5-7

Επίλογος……………………………………………………………….………… σελ 7

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ……………………………………………………….……….. σελ 8


Σελίδα |3
ΕΠΟ 30 – ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ – Πρώτη Εργασία

Πρόλογος – κεντρικός στόχος εργασίας

Είναι σχετικά δύσκολο να καθορίσουμε την εξέλιξη της Ανατολικής Ρωμαϊκής


Αυτοκρατορίας, αν πρωτίστως δεν κατανοήσουμε τα τρία κύρια στοιχεία που μας
οδήγησαν στη γέννηση αυτού του ιστορικού φαινομένου που διήρκησε χίλια και
πλέον χρόνια: τη σύνθεση του ελληνικού πολιτισμού με τη χριστιανική πίστη στο
πλαίσιο της ρωμαϊκής πολιτικής θεωρίας που συνένωσε τα ετερογενή εθνικά φύλα
και πραγματοποιήθηκε με τη μετατόπιση και την ίδρυση της πρωτεύουσας στην
καρδιά της Ανατολής, έπειτα από τους κλονισμούς και τις ανακατατάξεις που
ενέσκηψαν τον 3ο αιώνα1.
Η πρώιμη φάση αυτής της πολυφυλετικής αυτοκρατορίας ξεκινά από το 324 (κατά
πολλούς το 330), όταν ανεβαίνει στην κεφαλή ο Μέγας Κωνσταντίνος, δίνοντας το
όνομά του στο νέο κέντρο, ως «ασπίδα του ελληνισμού κατά των βαρβάρων»2 ενώ
παράλληλα, είχε αρχίσει να απομακρύνεται από την αρχαία θρησκεία και λατρεία του
Αθάνατου Ήλιου και να δείχνει, πιθανόν για πολιτικούς λόγους, ευνοϊκή στάση και
ανοχή προς μια εκκολαπτόμενη. Ωστόσο η γενική υιοθέτηση του δόγματος του
χριστιανισμού, οι απαλλαγές από υποχρεώσεις όσων προσχωρούσαν στον κλήρο, οι
εκκλησίες που οικοδομήθηκαν, η απαγόρευση μυστικών θυσιών και η παύση
ειδωλολατρικών ναών, αποτέλεσαν ένα βασικό σημείο καμπής στην προσπάθεια
αποσαφήνισης, σταθεροποίησης και καθορισμού της ορθόδοξης πίστης3.
Στην εργασία που ακολουθεί, θα επικεντρωθούμε στη θέση της χριστιανικής
Εκκλησίας κατά τη διάρκεια της πρώιμης βυζαντινής περιόδου. Καθώς περνάμε σε
μια εποχή έντονων ανακατατάξεων, θα παρουσιάσουμε μέσα από ιστορικές
συγκυρίες, την εξέλιξη της κοινωνικό-οικονομικής πολιτικής που συνέβαλε στην
αύξηση του πλούτου, του γοήτρου και της αυτοδυναμίας της ως ανεξάρτητος πλέον
θεσμός.
Οι απαρχές του πλουτισμού της Χριστιανικής Εκκλησίας

Η Πρωτοβυζαντινή περίοδος είναι μια ζωτικής σημασίας εποχή, που καθορίζει σε


μεγάλο βαθμό την μετέπειτα ανέλιξη της Εκκλησίας, αφού κατάφερε να
συγκεντρώσει στα χέρια της μια τεράστια κινητή και ακίνητη περιουσία και να

1
Georg Ostrogorsky, Ιστορία του Βυζαντινού κράτους, Τόμος Α’, μτφρ. Ι. Παναγόπουλος, επιμ. Ε.
Χρυσός, Ιστορικές Εκδόσεις Στέφανος Βασιλόπουλος, Αθήνα 1997, σελ. 84-85.
2
Ιωάννης Καραγιαννόπουλος, Το Βυζαντινό κράτος, Εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 69.
3
Oxford University Press, Ιστορία του Βυζαντίου, μτφρ. Ο. Καραγιώργου, επιμ. CyrilMango, Νεφέλη,
Αθήνα 2006, σελ. 50.
Σελίδα |4
ΕΠΟ 30 – ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ – Πρώτη Εργασία

μεταμορφωθεί σιγά σιγά από μια μικρή ομάδα ανθρώπων σε μια κυρίαρχη και
ανεξάρτητη οικονομική «επιχείρηση».
Πηγή πλουτισμού της Εκκλησίας αποτελούσαν οι κρατικές επιχορηγήσεις με τη
μορφή αννώνας, οι δωρεές πλούσιων, οι εκούσιες προσφορές πιστών, η γενναιοδωρία
του αυτοκράτορα, η κατοχή κτηματικών κληροδοτημάτων, καθώς και οι
μεταβιβάσεις μεγάλων αστικών ακινήτων και τα έσοδα αυτών4. Προς όφελος των
εκκλησιαστικών ταμείων, ιδιαίτερη προσοχή δινόταν στις εύπορες χήρες και στις
άγαμες δέσποινες, που με συνεχή νουθεσία πείθονταν να μην ξαναπαντρευτούν, αλλά
να αφοσιωθούν πλήρως στα θεία φορώντας το ιερό ένδυμα της παρθενίας5.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ιστορία της Ολυμπιάδας στην Κωνσταντινούπολη,
που επιθυμούσε να μείνει μόνη και ευσεβής. Η Εκκλησία (σε αντίθεση με τον
αυτοκράτορα που ήθελε να την παντρέψει με κάποιον συγγενή του), καπηλευόμενη
τη θέληση της και προκειμένου να μην σπαταλήσει την τεράστια περιουσία της σε
φιλανθρωπίες, τη χειροτόνησε διακόνισσα, πράγμα που έκανε αδύνατη την επάνοδο
της στα εγκόσμια· έτσι το σύνολο των περιουσιακών της στοιχείων που βρισκόταν
διάσπαρτο σε πολλές επαρχίες, καθώς και η γη δημόσιας αννώνας που κατείχε,
παραχωρήθηκαν και ελέγχονταν προς όφελος της εκκλησιαστικής διοίκησης6.
Ανάμεσα στον 4ο και 6οαιώνα, η Εκκλησία βρισκόταν παντού· με αυξημένο
αριθμό κληρικών και με πολυάριθμη υπαλληλία προς διευκόλυνση της λειτουργίας
της, έχει καταφέρει να συγκεντρώσει ανυπολόγιστα πλούτη, να εισπράττει κέρδη,
ενοίκια και τέλη χωρίς να φορολογείται, μέχρι και να διαθέτει στόλο από φορτηγά
πλοία που εμπορεύονταν με τη Δύση. Πλούσια διακοσμημένες βασιλικές είχαν
χτιστεί κατά δεκάδες, ενώ τα πατριαρχεία Αλεξάνδρειας, Κωνσταντινούπολης,
Αντιόχειας και Ιεροσολύμων είχαν στη διάθεσή τους τεράστια κονδύλια, μια
πραγματικότητα που σκιαγραφούσε έναν διαφορετικό οικονομικό κόσμο7.
Όμως, τα περιουσιακά στοιχεία της Εκκλησίας άνηκαν σε ένα διαφορετικό
καθεστώς, γεγονός που αποτελούσε κατάφορη αδικία ως προς τις επαγγελματικές
συντεχνίες, οι οποίες υποβάλλονταν σε συνεχή και αυστηρό έλεγχο8. Η ιδιαίτερη
μορφή συμμαχίας που είχε η Εκκλησία με τον αυτοκράτορα, άλλοτε με ταύτιση
απόψεων και άλλοτε με προστριβές, όχι μόνο δεν ανέστειλε την ευνοϊκή

4
Bernard Flusin, «Οι δομές της αυτοκρατορικής Εκκλησίας», στο: C. Morrisson κ.ά. (επιμ.), Ο
βυζαντινός κόσμος, τ. Α΄: Η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (330-641), μτφρ. Α. Καραστάθη, Πόλις,
Αθήνα 2007, σελ. 199.
5
Cyril Mango, Βυζάντιο, Η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, μτφρ. Δ. Τσουγκαράκης, ΜΙΕΤ, Αθήνα
2002, σελ. 49.
6
Gilbert Dagron,, Η γέννηση μιας πρωτεύουσας. Η Κωνσταντινούπολη και οι θεσμοί της από το 330 ως
το 451, μτφρ. Μ. Λουκάκη, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2000 σελ. 572-573
7
Ό.π, 579. Cyril Mango, 2002, 50-51-52.
8
Gilbert Dagron, 2000, σελ. 580.
Σελίδα |5
ΕΠΟ 30 – ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ – Πρώτη Εργασία

αντιμετώπιση από πλευράς του κράτους, αλλά έχοντας πάρει μορφή παράδοσης,
επέφερε μια σειρά από ρυθμίσεις και αποδεσμεύσεις· έτσι η Εκκλησία, οι κληρικοί
και οι επίσκοποι απολάμβαναν πλήρη «ατέλεια» και προστασία από τη νομοθεσία, με
δεδομένο το γεγονός ότι αυτές οι οικονομικές απολαβές επέστρεφαν υπό τη μορφή
φιλανθρωπικού έργου, για λογαριασμό του αυτοκράτορα. Αναφορικά μπορούμε να
παραθέσουμε, εξαιρέσεις από δημόσια και ταπεινωτικά βάρη, από βουλευτικές
υποχρεώσεις, απαγόρευση απαλλοτρίωσης, φορολογική απαλλαγή για το εμπόριο, τις
επιχειρήσεις, τα καταστήματα και τα εργαστήρια9.
Αυτά τα αυτοκρατορικά προνόμια, ευνόησαν την εδραίωση κοινωνικών ομάδων
απαρτιζόμενες από κληρικούς (από κοινού με τις οικογένειές, τους υπαλλήλους και
τους δούλους τους) και επίσης «χριστιανικών κοινοτήτων» προσκολλημένων στην
Εκκλησία, με τη δυνατότητα συγκέντρωσης περιουσίας και το δικαίωμα αποδοχής
κληρονομιών, μετά θεμιτών ή αθέμιτων τρόπων10.

Η κοινωνικο-οικονομική συμβολή της Χριστιανικής Εκκλησίας

Η πρωταρχική εμφάνιση της Εκκλησίας στον χώρο του νέου imperium romanum,
πιθανόν να μην αποτελούσε έναν αυτοτελή (sui juris) οργανισμό, αλλά θα μπορούσε
να αποτυπωθεί ως «υπουργείο κοινωνικής πρόνοιας», που με την πάροδο του χρόνου
ταυτίστηκε με την αυτοκρατορία, καθώς κατάφερε να αποκτήσει όλο και μεγαλύτερη
δύναμη, σπουδαιότητα και θερμούς υποστηρικτές στο σύνολο της κοινωνίας11. Οι
χριστιανοί της Ανατολής, με τη λέξη «Εκκλησία» την οποία παρέθετε το Πιστεύω,
δήλωναν την ολότητα των πιστών ζώντων και τεθνεώτων, εν αντιθέσει με τη Δύση
που την χρησιμοποιούσε για να περιγράψει την ιερατική ιεραρχία σε αντιδιαστολή με
την πολιτική εξουσία12.
Μέλημα και ευαγγελική υποχρέωση της Εκκλησίας, μέσω των φιλανθρωπικών
ιδρυμάτων διοικούμενα κατά κανόνα από κληρικούς ή μοναχούς ή προσαρτώμενα σε
μοναστηριακά συγκροτήματα, χωρίς να ξοδεύει το κεφάλαιο της, υπήρξε η εξαγορά
αιχμαλώτων, η διατήρηση στρατευμάτων, η περίθαλψη, ο ενταφιασμός, η
συντήρηση, η σίτιση των αρρώστων, των πτωχών, των ζητιάνων, των ηλικιωμένων
και των ξένων, η προστασία ορφανών και γενικά όλων των δυστυχισμένων, άπορων
και ανήμπορων. Για την υποστήριξη όλου αυτού του κοινωνικού έργου, δημιούργησε
γερές βάσεις και ανέγειρε ξενώνες, γηροκομεία, πτωχοκομεία, αλλά και νοσοκομεία

9
Ό.π, 565.
10
Ό.π, 566.
11
Cyril Mango, 2002, σελ. 49.
12
Steven Runciman, Η Βυζαντινή Θεοκρατία, μτφρ. Ι. Ροηλίδης, Δόμος, Αθήνα 1991, σελ. 14.
Σελίδα |6
ΕΠΟ 30 – ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ – Πρώτη Εργασία

μέσα από ιδιωτικές πρωτοβουλίες, διατηρώντας και εντάσσοντας όμως την πληθώρα
αυτών, υπό το δικό της οικονομικό καθεστώς. Ως εκ τούτου, πλήθος πιστών και
αδύναμων ανθρώπων ανάπτυξαν έναν μοναδικό δεσμό και ζούσαν υπό την
ευσπλαχνία και την ασπίδα της Εκκλησίας, η οποία είχε καταφέρει να γίνει ένα είδος
διαμεσολαβητή που μετέβαλε τη γενναιοδωρία των πλουσίων σε τροφή, στέγη
θεραπεία αλλά και έλεγχο των φτωχών13. Ταυτόχρονα προκειμένου να έχει
συμμάχους στο μεγαλεπήβολο έργο της, κατάφερε με τους κανόνες που τέθηκαν στη
Σύνοδο της Χαλκηδόνας, να προσαρτήσει τα μοναστήρια και να επισφραγίσει την
υποτέλεια και υπακοή του μοναχικού κινήματος προς αυτήν14.
Όλα αυτά όμως κατάφεραν να γίνουν πράξη, εξαιτίας της παρακμής των αστικών
βουλευτηρίων, στα οποία είχαν συμμετοχή οι πιο πλούσιοι τοπικοί μεγαλοκτηματίες
των αυτοδιοικούμενων πόλεων της πρώιμης βυζαντινής αυτοκρατορίας. Τα άτομα
αυτά, που αποτελούσαν μια πολυμελή τάξη και ήταν αναγκασμένα να ασκήσουν το
λειτούργημα του «βουλευτού» (curiales) ή «πολιτευόμενου» (decuriones), είχαν ως
υποχρέωση, εκτός των έκτακτων καθηκόντων που επίτασσε το κράτος, την τήρηση
αστικών λειτουργιών, τις επισκευές δημοσίων κτιρίων, τον καθαρισμό των δρόμων
και αποχετεύσεων, την επιτήρηση της αγοράς, την παροχή δρώμενων, τον έλεγχο του
εμπορίου και γενικά όλης της σωστής λειτουργίας της πόλης. Από την πλευρά της η
πόλη κατείχε ορισμένα εισοδήματα, τα οποία όμως αρκετές φορές δεν μπορούσαν να
καλύψουν τα έξοδα, με αποτέλεσμα οι οικονομικά ικανοί και μέλη των βουλευτηρίων
να εισφέρουν από τα προσωπικά τους περιουσιακά στοιχεία. Μολονότι σαν αξίωμα
ήταν σημαντικό και σεβαστό, αρκετοί προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να το
αποφεύγουν και επεδίωκαν να πάρουν δημόσια θέση υπάλληλου ή καθηγητού, ή να
γίνουν κληρικοί, ακόμα και να εργασθούν σε κρατικά εργαστήρια, ενώ πολλοί
αναγκάζονταν να γίνουν φυγάδες προκειμένου να ματαιωθεί η επιλογή τους στην
τοπική βουλή. Αυτή η συνεχής πίεση είχε αλλεπάλληλες αντιδράσεις, με κύριο
αποτέλεσμα τη διάλυση των βουλευτηρίων, την εξαφάνιση των φτωχότερων μελών
και την παρακμή της αστικής αριστοκρατίας, ενώ αυτοί που κατάφεραν να ξεφύγουν,
έγιναν πλουσιότεροι εις βάρος των συμπολιτών τους. Τα κενά που άρχισαν να
δημιουργούνται, ξεκίνησαν να τα καλύπτουν αφενός μεν οι διοικητές των επαρχιών,
αφετέρου δε , η Εκκλησία15.

13
Αικατερίνη Χριστοφιλοπούλου, Το Πολίτευμα και οι Θεσμοί της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας 324-
1204, Κράτος – Διοίκηση – Οικονομία – Κοινωνία, Ιδιωτική, Αθήνα 2004, σελ. 46. Gilbert Dagron,
2000, σελ. 582, 584. Cyril Mango, 2002, σελ. 49, 51
14
Gilbert Dagron, 2000, σελ. 586.
15
Cyril Mango, 2002, σελ 47-48. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. Ζ΄, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα
1978, σελ. 272. Αικατερίνη Χριστοφιλοπούλου, 2004, σελ. 67.
Σελίδα |7
ΕΠΟ 30 – ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ – Πρώτη Εργασία

Παρατηρείται άμεσα ότι στη ζωή των πόλεων προβάλλουν νέες δυνάμεις, που
βρίσκονται δίπλα στους ισχυρούς ιδιοκτήτες γης, με κεντρική μορφή τον επίσκοπο
που αντανακλά κύρος, αίγλη, αλλά κυρίως απευθύνεται στην καρδιά και στα
συναισθήματα των δωρητών. Ως ισότιμο μέλος της τοπικής διοίκησης, έπρεπε να
είναι εμφανίσιμος, με γνώσεις και να κατάγεται από αριστοκρατική οικογένεια. Εκτός
του ότι ασκούσε πειθαρχική εξουσία στους μοναχούς, επωμιζόταν και
εξωθρησκευτικά καθήκοντα· μέσα σε αυτά υπαγόταν το λειτούργημα του δικαστή, το
να επιτηρεί την αγορά, να επισκευάζει και να χτίζει γέφυρες και σιταποθήκες. Έτσι η
Εκκλησία έχοντας καταστεί αποκλειστικός σχεδόν φορέας κοινωνικού έργου
πρωτοστατεί και αναγνωρίζεται και ως πολιτικός ηγέτης με θαρραλέα στάση
απέναντι σε δύσκολους καιρούς16.

Επίλογος

Από το ξεκίνημα του 4ου αιώνα και με την υποβοήθεια των αυτοκρατόρων, η
Εκκλησία έχοντας πλατιές πλέον αρμοδιότητες και αποστολές, απέκτησε μια
ιεραρχημένη και αυστηρή οργάνωση και διοίκηση. Η σταδιακή καταστροφή των
θεμελίων του κοινωνικού συστήματος της αυτοκρατορίας που βασιζόταν στις
αυτοδιοικούμενες πόλεις, δημιούργησε μεγάλα κενά και έδωσε την ευκαιρία στην
Εκκλησία και στους επισκόπους, ως κεντρικές μορφές με πνευματική δύναμη, να
αναδειχθούν σε μείζονα πολιτική συνιστώσα. Οι τεράστιοι οικονομικοί πόροι και ο
πλούτος που απέκτησε, απέρρεαν μέσα από την άσκηση φιλανθρωπικού έργου το
οποίο εξοικονομήθηκε από δωρεές, κληρονομιές και ιδιοποίηση περιουσιών, καθώς
και με τη στήριξη και την αμέριστη κρατική προστασία από τη φορολογία.

16
. Cyril Mango, 2002, σελ. 49, 52. Αικατερίνη Χριστοφιλοπούλου, 2004, σελ. 68-69.
Σελίδα |8
ΕΠΟ 30 – ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ – Πρώτη Εργασία

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Dagron, G., Η γέννηση μιας πρωτεύουσας. Η Κωνσταντινούπολη και οι θεσμοί της


από το 330 ως το 451, μτφρ. Μ. Λουκάκη, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2000.

Flusin, B., «Οι δομές της αυτοκρατορικής Εκκλησίας», στο: C. Morrisson κ.ά.
(επιμ.), Ο βυζαντινός κόσμος, τ. Α΄: Η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (330-641),
μτφρ. Α. Καραστάθη, Πόλις, Αθήνα 2007.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. Ζ΄, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1978.

Καραγιαννόπουλος, Ι., Το Βυζαντινό κράτος, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2001.

Mango, C., Βυζάντιο, Η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, μτφρ. Δ. Τσουγκαράκης,


ΜΙΕΤ, Αθήνα 2002.

Oxford University Press, Ιστορία του Βυζαντίου, μτφρ. Όλγα Καραγιώργου, επιμ. Cyril
Mango, Νεφέλη, Αθήνα 2006.

Ostrogorsky, G., Ιστορία του Βυζαντινού κράτους, Τόμος Α’, μτφρ. Ι. Παναγόπουλος,
επιμ. Ε. Χρυσός, Ιστορικές Εκδόσεις Στέφανος Βασιλόπουλος, Αθήνα 1997.

Runciman, S., Η Βυζαντινή Θεοκρατία, μτφρ. Ι. Ροηλίδης, Δόμος, Αθήνα 1991.

Χριστοφιλοπούλου, Α., Το Πολίτευμα και οι Θεσμοί της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας


324-1204, Κράτος – Διοίκηση – Οικονομία – Κοινωνία, Ιδιωτική, Αθήνα 2004.

You might also like