You are on page 1of 33

Γράφοντας Ιστορία με τους Αγίους

Καθηγήτρια: Μεργιαλή Σοφία


Μάθημα επιλογής (ΙΙ 125)

Μάθημα 1ο (30/9/2014)
Η συμβολή του Αγίου στην Παλαιολόγεια Εποχή (1261 – 1453)
Κατά τη διάρκεια της Παλαιολόγειας Εποχής έχουμε 35 βιογραφίες αγίων.
Έγραφαν τις βιογραφίες για αφυπνισμένο κοινό και για σύγχρονα πρόσωπα
με ιστορικά στοιχεία.
Φυσιογνωμία αγίων στη χιλιόχρονη ιστορία του Βυζαντίου
Ο άγιος είναι προϊόν της εποχής του και είναι επηρεασμένος από τις
ιδιαίτερες συνθήκες (κοινωνικές, πολιτικές, θρησκευτικές και
εκκλησιαστικές ιδιαιτερότητες). Επιδρούν στη διαμόρφωση της
φυσιογνωμίας του βυζαντινού αγίου. Δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στη μόρφωση
οι άγιοι.
Μοντέλα αγιότητες
Μάρτυρες (1ος – 3ος αιώνας) – διαφοροποιήθηκαν ριζικά.
Αναχωρητές (τέλη 3ου – αρχές 4ου αιώνα) και Κοινοβιάτες Μοναχό = διπλό
φαινόμενο στην Αίγυπτο.
Σαλοί (ενδιαφέρθηκαν για τη σωτηρία των υπόλοιπων ανθρώπων).
Στυλίτες (περνούσαν τη ζωή τους πάνω σε ένα στύλο – όχι στην
υστεροβυζαντινή περίοδο).
Ομολογητές (βασανίζεται για την πίστη του αλλά δεν πεθαίνει).
Κοσμικοί και εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι (κάτοχοι αξιωμάτων).
Ιδρυτές Μοναστηριών.
Αντιπροσωπευτικότερος τύπος αγίου: ο μοναχός άγιος (το μόνο μοντέλο που
επιβίωσε μετά το 1453).
Σταθμοί στη βυζαντινή αγιότητα
Η αντίληψη περί αγιότητας είναι συνάρτηση της ιστορικής συγκυρίας.
Τρεις πρώτοι αιώνες (1ος – 3ος αιώνας): μάρτυρες.
Τέλη 3ου – αρχές 4ου αιώνα: Αίγυπτος.
Αναχωρητές (πχ Άγιος Αντώνιος).
Κοινοβιάτες Μοναχοί.
4ος – 5ος αιώνας: Συρία ζει με τους συνανθρώπους του, γίνεται ο παλμός της
κοινωνίας).
6ος αιώνας: αστικός ασκητισμός = κοινωνικός ρόλος των αγίων (μέσω αυτού
αναδεικνύεται).
8ος αιώνας: το ιδεώδες του αγίου ξεπερνά σε κύρος την εικόνα του ιδανικού
αυτοκράτορα. Δεν κάνει θαύματα, ενταγμένος στο κοινωνικό σύνολο,
τρομερή κοινωνική ακτινοβολία (κυρίως εκκλησιαστικός αξιωματούχος).
843 – 1043 περίπου: η αγιότητα εντοπίζεται σε μοναστικό περιβάλλον.
11ος αιώνας: πολιτικοποίηση του αγίου, θα σταματήσει με την άνοδο των
Κομνηνών στην εξουσία, γίνεται σύμβολο των στρατιωτικών, πολιτικών
αξιωματούχων ακόμα και αυτοκρατόρων (11ος: αιώνας αστικής ζωής).
Τέλη 11ου αιώνα: ατονεί το ιδεώδες της αγιότητας.
12ος αιώνας έως 1261: ο άγιος πέφτει στην αφάνεια, η εκκλησία και τα
μοναστήρια έχουν διαφθαρεί, στα οποία οι αριστοκρατικές οικογένειες
παρέχουν οικονομική ενίσχυση. Υπάρχουν πολλοί αγύρτες (απατεώνες).
1261 – 1453: η αγιότητα εξελίσσεται σε δομικό στοιχείο της κοινωνίας και
θεσμό (όλοι στρέφονται προς τον άγιο).
Ορισμός του Αγίου:
 ιδανικός τύπος ανθρώπου στο Βυζάντιο
 ενσάρκωση των χριστιανικών αρχών, αρετών
 κατεξοχήν «φίλος του Θεού»
 αναπόσπαστο και ζωτικό στοιχείο της βυζαντινής κοινωνίας
 οφθαλμός της κοινωνίας και το επίκεντρο της κοινωνικής ζωής
 σύμβολο δύναμης
 αυτός που εκούσια ή ακούσια επηρέαζε την πολιτική της αυτοκρατορίας
 το πιο χρήσιμο μέλος της κοινωνίας
Η επιστημονική σπουδή του Αγίου:
BHG: Bibliotecha Hagiographica Graeca σε τρεις τόμους, δημοσιεύτηκε
από τον HALKIN το 1257.
Βιβλιογραφία:
 P. Brown “The rise and faction of the Holy Man in late Antiquity”
 E. Malamut “Sui la route des saints Byzantines”
 S. Hackel “The Byzantine Saint”
 A. Laiou Thomadakis “Saints and Society in the Late Byzantine
Empire”
Αγιολογία ως επιστήμη (Hagiography): σύγχρονος όρος που προσδιορίζει
είδος της βυζαντινής λογοτεχνίας το οποίο απέβλεπε στην ανάδειξη ενός
νέου αγίου και στη δημιουργία ενός ιδεώδους χριστιανικής συμπεριφοράς.
Η Αγιολογία είναι κλάδος της ιστορικής επιστήμης. Αντικείμενο μελέτης
της είναι ο «Άγιος», δηλαδή το πρόσωπο που τιμήθηκε από μια χριστιανική
κοινότητα ως υπόδειγμα χριστιανικής ζωής. Είναι ένα από τα
σημαντικότερα, πλουσιότερα σε παραγωγή και δημοφιλέστερα είδη
βυζαντινής λογοτεχνίας. Η μελέτη της Αγιολογίας γνωρίζει ιδιαίτερη
άνθηση τόσο στους δυτικούς μεσαιωνολόγους και στους βυζαντινολόγους.
Πρωτοπόροι στη μελέτη της στάθηκαν οι Βολλανδιστές (μοναχοί στις
Βρυξέλλες). Σε αυτούς οφείλεται η μνημειώδης δημοσίευση Ελλήνων και
Λατίνων Αγίων….. Acta Sanctorum (71 τόμοι). Ιστορικές βιογραφίες, όχι
μυθωδίες. Σήμερα έχει υιοθετηθεί η τάση να χρησιμοποιούνται οι βίοι
αγίων ως πηγές για: την ιδεολογία, την κοινωνική ψυχολογία, τον υλικό
πολιτισμό, τις νοοτροπίες, τη ζωή στις πόλεις και στις επαρχίες, τη μαγεία,
το γάμο, τις αρρώστιες, την ιατρική, τη θέση της γυναίκας, τη
σεξουαλικότητα.
Μάθημα 2ο (7/10/2014)
Γεγονότα που φέρνουν τον άγιο στο προσκήνιο της Παλαιολόγειας εποχής.
Το ταραγμένο κοινωνικό και εκκλησιαστικό σκηνικό του β’ μισού του 13ου
αιώνα.
Αυτό το σκηνικό διαμορφώθηκε και καθορίστηκε από:
α) το διχαστικό Κίνημα των Αρσενιατών (1261 – 1310)
β) η βραχύβια επανένωση των εκκλησιών στη σύνοδο της Λυών (1274)
Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος: γεννήθηκε το 1224 ή 1225 στη Νίκαια. Πρώτη
φορά πήγα στην Κωνσταντινούπολη το 1261 (15 Αυγούστου). Γιος του
Μεγάλου Δομέστικου Ανδρόνικου Παλαιολόγου (Οικογένεια των
Παλαιολόγων – αριστοκρατικών οικογενειών της Μικράς Ασίας). Πρώτη
εμφάνιση τον 11ο αιώνα. Ανατράφηκε στο Παλάτι του Ιωάννη Γ’ Βατάτζη
(1222 – 1254). Ξεκίνησε μια στρατιωτική καριέρα, ωστόσο η νομιμοφροσύνη
του προς τους Αυτοκράτορες Ιωάννη Γ’ Βατάτζη και Θεόδωρο Β’ Λάσκαρη
(1254 – 1258) αμφισβητήθηκε πολλές φορές.
1258: πεθαίνει ο Θεόδωρος Β’ Λάσκαρης. Ο Μιχαήλ εκμεταλλεύεται το κενό
της εξουσίας και πρωτοστατεί στη δολοφονία του Συμβασιλέα Γεωργίου
Μουζάλωνα.
1259: ανακηρύχθηκε συναυτοκράτορας του ανήλικου γιου του Θεοδώρου Β’
Λάσκαρη (Ιωάννη Δ’ Βατάτζη).
1261: εισέρχεται στην Κωνσταντινούπολη και στέφεται στην Αγία Σοφία
από τον Άγιο Αρσένιο.
Στόχοι Μιχαήλ Η’:
 αντιμετώπιση δυτικής απειλής
 η επέκταση της βυζαντινής κυριαρχίας στο Δεσποτάτο της Ηπείρου και
στην Ηγεμονία της Θεσσαλίας και στα λατινικά κρατίδια
 πρώτα διπλωματία, έπειτα ο στρατός
Το Κίνημα των Αρσενιατών (1261 – 1310):
 ξέσπασε με αφορμή την υπεράσπιση των αυτοκρατορικών δικαιωμάτων
των Λασκαριδών
 1254: τοποθέτηση στον Πατριαρχικό θρόνο του Αρσενίου από τον
Θεόδωρο Β’ Λάσκαρη (1254 – 1258)
 1258 – 1261: υποστήριξε μετά το θάνατο του Θεόδωρου τα αυτοκρατορικά
δικαιώματα του ανήλικου Ιωάννη Δ’ Βατάτζη.
1259 και 1265: καθαιρέθηκε δυο φορές από τον Μιχαήλ Η’, η δεύτερη
καθοριστική. Ο Αρσένιος του υπενθύμιζε ότι δεν ήταν νόμιμο. Η δεύτερη
καθαίρεση προκάλεσε το σχίσμα στο οποίο συμπυκνώθηκαν θρησκευτικές,
πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις. Ο Αρσένιος εξορίσθηκε στη νήσο
Προικόνησο (μικρό νησί στο Βόσπορο), όπου και πέθανε.
Κέντρο των σχισματικών (οπαδοί του Αρσενίου): η μονή του Παντεπόπτου
Χριστού. Η αντίδραση των σχισματικών προκάλεσε την παραίτηση του
επόμενου Πατριάρχη (Γερμανού Γ’) και τη λήψη βίαιων μέτρων εναντίον
του από τον Πατριάρχη Ιωσήφ Α’.
Ενίσχυση της αντίδρασής τους με το θάνατο του Αρσενίου στην εξορία, το
1273, και τις φιλενωτικές επαφές του Μιχαήλ Η’ με τη δυτική εκκλησία.
Ταυτόχρονα ωστόσο οι σχισματικοί διεκδικούσαν εκκλησιαστικές
μεταρρυθμίσεις και επιθυμούσαν η θρησκευτική εξουσία να είναι ανώτερη
από τον αυτοκράτορα.
Η εκκλησιαστική ένωση ανατολικής και δυτικής εκκλησίας (Λυών 1274)
Πεποίθηση του Μιχαήλ Η’ ήταν ότι η παπική αναγνώριση της ανακτηθείσας
Κωνσταντινούπολης συνιστούσε: το μόνο μέσο για την ακύρωση των
επιθετικών σχεδίων των δυτικών και κυρίως του Καρόλου του Ανζού
(Κάρολος ο Ανδευγαυός) (βασιλιά της Σικελίας). Το πρώτο βήμα για την
επαναφορά του Βυζαντίου στη διεθνή πολιτική σκηνή.
Για το λόγο αυτό, προώθησε άμεσα με επίμονη αποφασιστικότητα και βία
την εκκλησιαστική ένωση των δυο εκκλησιών.
Ρόλο – κλειδί στην ένωση των δυο εκκλησιών έπαιξε ο Φραγκισκανός
μοναχός Παράσχων.
Την ενωτική του πολιτική στήριζε μόνο μια πολύ μικρή ισχυρή ελίτ.
Βρέθηκε ωστόσο αντιμέτωπος με το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας του με
την Εκκλησία.
Ο Μιχαήλ Η’ αντιμετωπίστηκε από τους μικρασιατικούς πληθυσμούς ως
σφετεριστής της νόμιμης εξουσίας των Λασκαριδών.
Οι Βυζαντινοί θεωρούσαν ότι η ένωση αυτή συνιστούσε απειλή για την ίδια
τους την ορθόδοξη πίστη, ενώ ταυτόχρονα αποτελούσε υπονόμευση της ίδια
της βυζαντινής ταυτότητας.
Η βίαιη επιβολή τους ενστάλαξε στους βυζαντινούς μόνιμη απέχθεια για το
λατινικό κόσμο.
Η ελίτ που συσπειρώθηκε γύρω από τον Μιχαήλ Η’ θα είναι αυτή που θα
συμβάλλει στην πολιτιστική επικοινωνία μεταξύ Βυζαντινών και Λατίνων.
Η πνευματική αναγέννηση που συντελείται στο Άγιον Όρος από την αρχή
του 14ου αιώνα φέρνει στο προσκήνιο τη μορφή του ασκητή ή ησυχαστή
μοναχού.
Αναδεικνύεται ο κατεξοχήν Άγιος της Παλαιολόγειας Εποχής. Το Άγιον
Όρος είναι η μεγαλύτερη θρησκευτική μοναστική κοινότητα και έχει
πολυεθνικό χαρακτήρα.
Ησυχασμός (< ησυχάζειν): συμβατικός όρος για την μέθοδο προσευχής που
απέβλεπε στην επικοινωνία με το Θεό μέσω εσωτερικής ησυχίας και της
συνεχούς επανάληψης της ευχής «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Η
ησυχία επιτυγχάνεται με την κατησύχαση των ανθρώπινων αισθήσεων και
παθών και οδηγεί τον άνθρωπο σε επαφή με τον υπερβατικό Θεό.
Ως ιδέα και ως πρακτική υφίσταται ήδη από την εποχή των πρώτων πατέρων
της ερήμου τον 4ο αιώνα. Ως κίνημα παίρνει διαστάσεις μέσα από: α) τη
διδασκαλία και τη δράση του Γρηγορίου Σιναΐτη στον βυζαντινό και σλαβικό
μοναχισμό, β) τα συγγράμματα του Γρηγορίου Παλαμά, γ) τις ησυχαστικές
έριδες [σύγκρουση ησυχασμού (χριστιανικού μυστικισμού) και αρχαίου
ελληνικού πολιτισμικού παρελθόντος] μετά την εμφάνιση του Βαρλαάμ
Καλαβρού (ο οποίος επιθυμούσε να εξοπλίσει τον Πάπα με τη λογική της
φιλοσοφίας). Καταδικάστηκαν οι θεωρίες και οι οπαδοί του Βαρλαάμ, του
Νικηφόρου Γρηγορά και του Γρηγορίου Ακίνδυνου.
Η προσευχή του Ιησού βρίσκεται στο κέντρο της ησυχαστικής
πνευματικότητας. Τεράστια η διάχυση της ησυχαστικής πνευματικότητας
πέρα από τους μοναχούς και ασκητές και σε λαϊκούς και ιεράρχες τον 14ο
αιώνα.
Ο Ησυχασμός εξαπλώθηκε και στα Βαλκάνια και στη Ρωσία.
Το εύρος αυτής της πνευματικής κίνησης που ξεπέρασε όλους τους εθνικούς
και πολιτικούς φραγμούς ονομάστηκε «ησυχαστική διεθνής».
Τα Βαλκάνια μεταβάλλονται σε ένα απέραντο χριστιανικό πεδίο δράσης και
οι Ησυχαστές μοναχοί μετατρέπονται σε πολίτες του κόσμου.
Ο Γρηγόριος ο Σιναΐτης ιδρύει μονές στα Παρόρια, που την εποχή εκείνη
βρίσκονταν στα όρια του Βουλγαρικού κράτους.
Η ραγδαία εδαφική συρρίκνωση, ο Τουρκικός επεκτατισμός, ο Οθωμανικός
θεσμός του παιδομαζώματος και οι μαζικοί εξισλαμισμοί λαϊκών μαζών =
φέρνουν στο προσκήνιο νέο τύπο «Αγίου» – τον νεομάρτυρα.
Ο πολιτισμικός μετασχηματισμός (γλώσσα, καθημερινή ζωή, κουλτούρα) της
Μικράς Ασίας και η εξάρθρωση της ελληνικής και χριστιανικής κοινωνίας
που είχε ξεκινήσει από το 1071, εξελίχθηκε ραγδαία στη διάρκεια του β’
μισού του 13ου αιώνα και ολοκληρώθηκε τον 14ο αιώνα. Το 1282, η Μικρά
Ασία ήταν στρατιωτικά απροστάτευτη και οικονομικά ανυπεράσπιστη. Κατά
την πρώτη δεκαετία του 14ου αιώνα, οι Τούρκοι είχαν σχεδόν κατακτήσει
όλα τα εδάφη που εκτείνονταν από τον Εύξεινο Πόντο μέχρι το Αιγαίο με
εξαίρεση κάποιες κοιτίδες ελληνισμού. Η Μικρά Ασία διαμοιράστηκε σε
πολυάριθμα εμιράτα που βρίσκονταν σε συνεχή εμπόλεμη κατάσταση
μεταξύ τους. Η Οθωμανική ενοποίηση της Μικράς Ασίας, μετά τα μέσα του
14ου αιώνα, άφησε τους Βυζαντινούς ανυπεράσπιστους στην αφομοιωτική
δύναμη του Ισλάμ. Οι ελληνόφωνοι χριστιανοί κάτοικοι έγιναν
μουσουλμάνοι και σταδιακά τουρκόφωνοι.
Ασυνήθιστες φυσικές καταστροφές, καταστρεπτικοί εμφύλιοι πόλεμοι,
φορολογική απομύζηση προκαλούν εξαθλίωση των λαϊκών στρωμάτων.
Ωθούν ορισμένους ιεράρχες να στηρίξουν ηθικά και υλικά τον απλό λαό. Ως
αποτέλεσμα, τα ανώτερα εκκλησιαστικά αξιώματα γίνονται φορείς και
δίαυλοι προς την αγιότητα.
Μάθημα 3ο (14/10/2014)
Ιστορικά γεγονότα της Παλαιολόγειας εποχής μέσα από την οπτική των
αγίων και των βιογράφων τους.
Οι άγιοι είχαν διαφορετικές προσλαμβάνουσες και διαφορετικά ιδεώδη, έτσι
η οπτική τους απέναντι στα γεγονότα είναι μοναδική. Εξετάζουν τα
γεγονότα από ένα μοναδικό πρίσμα.
Η συμβολή της αγιολογικής βιογραφίας στην ιστορική εξέταση της
Παλαιολόγειας εποχής [ιστορικές βιογραφίες (όχι βίοι αγίων – δεν έχουν
ιστορικότητα, από τις 35, οι 3 χωρίς να δίνουν πρότυπα στον απλό λαό, δεν
έχουν ιστορική σημασία)].
Ιωάννης Κουκουζέλης (ιστορική σημασία), Όσιος Λουκιανός (βασικό
στοιχείο σαν ιστορικότητα), Όσιος Κοσμάς: όχι ιστορικό ενδιαφέρον.
Λόγοι για τους οποίους η αγιολογική βιογραφία αποτελεί βασική πηγή για
την Παλαιολόγεια εποχή:
1) οι 35 Άγιοι βιογραφήθηκαν από σύγχρονούς τους συγγραφείς, οι οποίοι
καταγράφουν τα γεγονότα πριν σβήσει ο απόηχός τους (δηλαδή όταν
γίνονται ή λίγο πιο μετά). Έτσι οι ίδιοι οι ακροατές ήταν κριτές της
βιογραφίας καθώς είχαν ζήσει τα γεγονότα.
Κορυφαίος βιογράφος της Παλαιολόγειας εποχής είναι ο Φιλόθεος
Κόκκινος. Έριξε το βάρος του σε σύγχρονους αγίους για να δείξει ότι οι
σύγχρονοί του δεν υστερούσαν σε τίποτα.
2) οι βιογράφοι αγίων διακρίνονται για το υψηλό τους μορφωτικό επίπεδο
(εξαιρετικά μορφωμένοι) καθώς και για τον πρωταγωνιστικό τους ρόλο στα
γεγονότα της εποχής (πχ Φιλόθεος Κόκκινος Πατριάρχης).
3) πολλοί Άγιοι από τους 35 βιογραφήθηκαν σε μεγάλη έκταση
αναφερόμενοι και σε ιστορικά γεγονότα και εξετάζοντάς τα σε κοινωνικό,
πολιτικό, οικονομικό επίπεδο.
4) ορισμένοι από τους 35 Αγίους βιογραφήθηκαν από 1,2,3 και 4 βιογράφους
(ο μόνος με 4 βιογράφους είναι ο Μάξιμος Καυσοκαλυβίτης – ο μόνος
αγράμματος άγιος).
5) πολύτιμη για την κοινωνική και οικονομική ιστορία.
6) μας μεταδίδουν τα εν λόγω κείμενα, την ατμόσφαιρα της εποχής, τις
νοοτροπίες και τις εμπειρίες των ανθρώπων (κυρίως μέσω των βιωμάτων των
βιογράφων και των αγίων).
Τα τρία πρώτα σε συχνότητα και ένταση γεγονότα για τα οποία παίρνουμε
πληροφορίες από την αγιολογική βιογραφία:
1) η φιλοδυτική πολιτική του Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου με κύρια στοιχεία τη
βίαιη επιβολή της επανένωσης Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας (1274).
2) το πολυδιάστατο φαινόμενο της πειρατείας στην Ανατολική Μεσόγειο στη
διάρκεια του 14ου αιώνα και οι επιπτώσεις στη βυζαντινή κοινωνία και
οικονομία.
3) η πρόσληψη των μισθοφόρων της Μεγάλης Καταλανικής Εταιρείας
(1303) από τον Ανδρόνικο Β’ και οι καταστροφικές συνέπειές της για το
Βυζάντιο.
Τα τρία αυτά γεγονότα συντάραξαν τον μοναστικό κόσμο.
Οι επόμενες σε σπουδαιότητα ιστορικές πληροφορίες: πληροφορίες για τον
μοναχισμό της εποχής, για τις αιρέσεις καθώς και για τα ιδεολογικά
ρεύματα. Επίσης μας δίνονται (έμμεσες) πληροφορίες για τον ιδιόρρυθμο
μοναχισμό: αναφύεται τον 14ο αιώνα στο Άγιον Όρος ως πιο
εξατομικευμένος τρόπος μοναχικής ζωής με ανεπίτρεπτες όμως αποκλίσεις
από τα μοναχικά ιδεώδη (οι μοναχοί αναλαμβάνουν την προσωπική τους
συντήρηση κρατώντας ένα μερίδιο της προσωπικής τους περιουσίας).
Πληροφορίες (σκόπιμες και εκτενείς μνείες) για την αναβίωση της αίρεσης
των Μασσαλιανών:
α) στη Μακεδονία του 14ου αιώνα
β) στο μοναστικό κόσμο του Αγίου Όρους, όπου εξαιτίας μια επιφανειακής
ομοιότητας με τον Ησυχασμό υφίσταται λαθρόβια και διαδίδεται.
Μικρότερης συχνότητας αναφορές: 1) αναφορές στις κοινωνικές αναταραχές
του 14ου αιώνα, 2) στην οικονομική και δημοσιονομική και πολιτική
κατάρρευση του Βυζαντινού κράτους με το τέλος του δεύτερου εμφυλίου
πολέμου (1341 – 1348), 3) στη δημογραφική κρίση του 14ου αιώνα που
επιτάθηκε από τους λιμούς και το ξέσπασμα του μεγάλου θανάτου ή
Μαύρου Θανάτου (1347 – 1348), 4) στην αύξηση της ληστείας στην ύπαιθρο
ως αποτέλεσμα της πολιτικής αναρχίας, των επιδρομών και των εμφυλίων
πολέμων (1321 – 1328, 1341 – 1347).
Μεμονωμένες μνείες: α) στην ενίσχυση των χερσαίων και των παράλιων
τειχών της πρωτεύουσας από τον Μιχαήλ Η’ αμέσως μετά το 1261,
β) αναφορά στο κίνημα του Δεσπότη Ιωάννη Α’ Δούκα (1271 – 1296) της
Θεσσαλίας κατά του Μιχαήλ Η’ στα 1282 και στην απόπειρα καταστολής του
που είχε μοιραία έκβαση για τη ζωή του Βυζαντινού Αυτοκράτορα, γ) στον
εκκλησιαστικό και κοινωνικό διχασμό μετά το θάνατο του Μιχαήλ Η’, που
οδήγησε στη σύγκλιση της Συνόδου των Βλαχερνών (1285) από τον
Ανδρόνικο Β’ και στην αποκήρυξη της ένωσης των εκκλησιών, δ) στην
ενετική κυριαρχία στην Κρήτη τον 14ο αιώνα και στη θρησκευτική
πολιτική των Βενετών στο νησί, ε) στην κατάληψη της νέας Πάτρας
(Υπάτης) από τον Καταλανό Αλφόνσο (Φρειδερίκο) Φαδρίγο στα 1319,
στ) στην κινητοποίηση του αστικού πληθυσμού της Λάρισας με
επαναστατικό κίνημα μετά το 1318, στην κατάληψη της εξουσίας από ομάδα
επαναστατών και στην αυτονόμηση της πόλης (από την υπόλοιπη
αυτοκρατορία και τη διοίκησή της) μέχρι το 1333, ζ) στην πρεσβεία που
στάλθηκε στη χήρα του Στέφανου Δουσάν, Ελισάβετ, στις Σέρρες, με
επικεφαλής τον Πατριάρχη Κάλλιστο Α’ στα 1363 για τη σύναψη ειρήνης
και τη δημιουργία συνασπισμών με στόχο την αντιμετώπιση των Τούρκων,
όλοι οι συμμετέχοντες στην πρεσβεία πέθαναν, η) στην αποστολή πρεσβείας
στην Κωνσταντινούπολη εκ μέρους των Αγιορειτών μοναχών με στόχο την
επίτευξη ειρήνης ανάμεσα στους Αυτοκράτορες Ιωάννη Καντακουζηνό και
Ιωάννη Παλαιολόγο, θ) στην κατάληψη της Βέροιας από τους Τούρκους
μετά το 1321 και στον μαρτυρικό θάνατο του μητροπολίτη της, ι) στην
πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τον Μουράτ Β’ στα 1422, κ) στη
Σύνοδο Φεράρας – Φλωρεντίας (1432) και στη σθεναρή αντίδραση του
Μάρκου Ευγενικού στην ένωση των εκκλησιών, λ) στην πολιορκία της
Λήμνου από τους Τούρκους στα 1441 – 1442.
Επίσης μοναδικές πληροφορίες για τους νεομάρτυρες:
1) μέριμνα του Ανδρόνικου Β’ για την προστασία των χριστιανικών
μειονοτήτων που ζούσαν κάτω από μουσουλμανική κατοχή στην Αίγυπτο,
2) εκτεταμένος εξισλαμισμός στη Θράκη και κυρίως στην Ανδριανούπολη
στα 1347
3) θανάσιμο κίνδυνο διέτρεχε ένας χριστιανός: α) σε περίπτωση που δεν
τηρούσε τη νηστεία του Ραμαζανιού ως ταξιδιώτης σε τουρκικό έδαφος, β) σε
περίπτωση που ερχόταν σε αντίλογο με μουσουλμάνο σε θέματα θρησκείας
και γ) σε περίπτωση που μετάνιωνε για τον ακούσιο εξισλαμισμό του σε
παιδική ηλικία και απαρνιόταν το Ισλάμ με την ενηλικίωσή του.
Διαπιστώσεις από το σύνολο των αγιολογικών κειμένων:
 ο πιο δημοφιλής αυτοκράτορας για τους αγίους και τους βιογράφους τους
είναι ο Ανδρόνικος Β’
 ο Μιχαήλ Η’ καταδικάζεται απερίφραστα «λατινόφρων»
 ο Ιωάννης Καντακουζηνός δεν θεωρείται σφετεριστής του θρόνου (γιατί
ήταν φίλος με όλους τους αγίους της εποχής του)
 καταδικάζονται οι Ζηλωτές και ο αρχηγός τους, Ανδρέας Παλαιολόγος,
για το απάνθρωπο και αιματηρό καθεστώς (τυραννίδα) στη Θεσσαλονίκη
(1342 – 1349)
 συγγραφείς αγιολογικών κειμένων και ιστορικοί παρουσιάζουν ταύτιση
απόψεων στα γεγονότα που παρουσιάζουν
Η «αντιπολίτευση» των αγίων στη λατινόφιλη πολιτική του Μιχαήλ Η’:
 η λατινόφιλη πολιτική του Μιχαήλ Η’ με στόχο την επανένωση των
εκκλησιών ως μέσο εξουδετέρωσης της δυτικής επιθετικότητας είναι
κατεξοχήν γεγονός του β’ μισού του 13ου αιώνα
 έξι από τους σημαντικότερους βιογράφους καταγράφουν με επικριτικό
τρόπο το όλο γεγονός. Ο αυτοκράτορας ανάλογα με την περίπτωση
χρησιμοποίηση: πειθώ, φυλακίσεις, εκτελέσεις, δημεύσεις περιουσιών,
βασανιστήρια αλλά και τιμές, αξιώματα και κολακείες. Προσπάθησε να
εξαγοράσει τη συγκατάνευση των μοναχών του Αγίου Όρους μέσα από οκτώ
χρυσόβουλα μεταξύ των ετών 1259 και 1262 χωρίς όμως αποτέλεσμα. Είχε
φροντίσει δηλαδή από πριν να προλειάνει το έδαφος.
«Διωγμός των αγιορειτών το 1280;»: σύμφωνα με μεταγενέστερο συναξάριο
της Παλαιολόγειας εποχής έλαβε χώρα διωγμός των Αγιορειτών από τον
Μιχαήλ Η’ και τον Πατριάρχη Ιωάννη Βέκκο. Η Μονή της Λαύρας και του
Ξηροποτάμου υπέκυψε στις αξιώσεις του αυτοκράτορα και οι υπόλοιποι
προβάλλουν αντίσταση. Ανυπόστατες οι πληροφορίες.
Πρωταγωνιστές της «αντιπολίτευσης» τέσσερις Άγιοι:
1) ο μετέπειτα Πατριάρχης Αθανάσιος Α’
2) ο Μελέτιος Γαλησιώτης
3) ο Νείλος ο Ιεριχιώτης
4) ο Ιωάννης (θείος Νικηφόρου Γρηγορά), μετέπειτα Επίσκοπος Ηράκλειας
Πόντου.
Πατριάρχης Αθανάσιος Α’: σε δυο θητείες (1289 – 1293, 1303 – 1309). Ήταν
φοβερά αγαπητός στο λαό της Κωνσταντινούπολης και ήταν μισητός στους
εκκλησιαστικούς κύκλους. Γεννήθηκε στην Ανδριανούπολη γύρω στα
1230/1235. Ανήκε σε χαμηλά κοινωνική οικογένεια. Έχασε τον πατέρα του
σε μικρή ηλικία. Στα 12 έγινε δόκιμος μοναχός σε μονή της Θεσσαλονίκης.
Έζησε για τρία χρόνια στη Μονή Εσφιγμένου με το διακόνημα του μάγειρα,
όπου διακρίθηκε για την αυστηρή του άσκηση. Ύστερα ξεκίνησε μια
επίπονη περιπλάνηση (peregrination religiosa) στους Αγίους Τόπους και
στα μοναστήρια του Ιορδάνη και στη συνέχεια εγκαθίσταται στη Μονή του
Λαζάρου, στο Όρος Γαλήσιο, κοντά στην Έφεσο, όπου χειροτονείται
διάκονος και ιερέας. Το 1278, επισκέπτεται το Άγιον Όρος και στη συνέχεια
το Όρος Γάνος στη Θράκη όπου ιδρύει τη Νέα Μονή, αποκτά φήμη Αγίου
και προσελκύει μαθητές ολόγυρά του. Αρνείται να δεχτεί τον φιλενωτικό
επίσκοπο που χειροτονεί στην περιοχή του ο Πατριάρχης Βέκκος (;) και
αρχίζει να διώκεται. Ένας από τους μαθητές του, Θεοδόσης (;) Ραιδεστηνός,
βρίσκει μαρτυρικό θάνατο επειδή δεν αποκάλυψε που κρυβόταν ο
Αθανάσιος. Ο Αθανάσιος συλλαμβάνεται, βασανίζεται και φυλακίζεται από
τον επίσκοπο. Με την ανάρρηση στο θρόνο του Ανδρόνικου Β’ τυγχάνει της
προσοχής και του θαυμασμού του. Ο αυτοκράτορας τον εγκαθιστά σε
μοναστήρι της πρωτεύουσας στο Ξηρόλοφο για να τον έχει κοντά του.
Μελέτιος Γαλησιώτης (1208/9 – 1286): πατρίδα του μια κωμόπολη στον
Εύξεινο Πόντο. Εγκατέλειψε το χώρο άσκησης και ανέλαβε ενεργό
κοινωνικό ρόλο περιοδεύοντας σε ολόκληρη της Βιθυνία και νουθετώντας
τους πιστούς να απέχουν από οποιαδήποτε σχέση με το Ρωμαιοκαθολικισμό.
Ήρθε στην Κωνσταντινούπολη με το μοναχό Γαλακτίωνα και δημοσίως
αποδοκίμασε τον Μιχαήλ Η’. Φυλακίσθηκε, υπέστη βασανιστήρια,
εξορίστηκε δυο φορές τη Σκύρο, στάλθηκε από τον Μιχαήλ Η’ στο Ρώμη (;)
για να τιμωρηθεί από τον ίδιο τον Πάπα και τέλος τιμωρήθηκε με κοπή της
γλώσσας.
Νείλος Ιεριχιώτης (1229 – 1336): καταγόταν από την βασιλική οικογένεια
των Λασκαριδών. Ήταν πιθανόν ανιψιός του Θεόδωρου Α’ Λάσκαρη.
Εγκατέλειψε πλούτο, δόξα και γονείς για να γίνει μοναχός στη Μονή των
Ακοιμήτων στο Βόσπορο. Επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη ύστερα από
κάποιο διάστημα αγνώριστος στη μορφή ακόμα και από την ίδια του τη
μητέρα και την αδερφή, οι οποίες του έδωσαν ελεημοσύνη. Έφυγε για
προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, επανήλθε στην Κωνσταντινούπολη και
καταδικάστηκε σε εξορία από τον Μιχαήλ Η’. Το 1283 ανακλήθηκε στην
Κωνσταντινούπολη από τον Ανδρόνικο Β’ για να ξαναφύγει για προσκύνημα
στα Ιεροσόλυμα, στην Ερυθρά Θάλασσα και στο Όρος Σινά. Μετά από πολλές
κακουχίες έφτασε στην Ήπειρο όπου λόγω γηρατειών εγκαταστάθηκε
μόνιμα στην Ιεριχώ όπου και πήρε την επωνυμία Ιεριχιώτης.
Ιωάννης, Μητροπολίτης Ηράκλειας Πόντου (1249 – 1328): θείος του
Νικηφόρου Γρηγορά, του οποίου και την μόρφωση ανέλαβε. Καταγόταν από
παραθαλάσσιο χωριό του Εύξεινου Πόντου. Ευνουχίστηκε πολύ μικρός
λόγω μιας θανατηφόρας ασθένειας. Στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη στον
γυναικωνίτη του παλατιού όπου θα ήταν χρήσιμος λόγω της κατάστασής
του. Μέσα στο παλάτι δέχτηκε κάποια μόρφωση την οποία αργότερα όταν
δραπέτευσε, συμπλήρωσε παρακολουθώντας κρυφά στα μαθήματα γνωστών
δασκάλων της Κωνσταντινούπολης. Επειδή αντιτάσσεται στον αυτοκράτορα,
ζει σε διαρκή περιπλάνηση παριστάνοντας τον φτωχό και το ζητιάνο ή
καταφεύγοντας σε σπηλιές και ερημικά μέρη. Επί Ανδρόνικου Β’
αναδείχθηκε στον επισκοπικό θρόνο της Νικομήδειας και μετά της
Ηράκλειας του Πόντου.
Μάθημα 4ο (21/10/2014)
Ιστορική αναδρομή της πειρατείας
Επίκεντρο του γεωγραφικού χώρου του Βυζαντίου ήταν η Μεσόγειος. Η
θάλασσα αποτελούσε: τον κατεξοχήν παράγοντα συνοχής και ελέγχου των
μακρινών επαρχιών της αυτοκρατορίας. Απαραίτητη η ύπαρξη στόλου
(πλώιμον). Μέσω του στόλου ήλεγχε όλες τις επαρχίες. Ο στόλος μετέφερε
την αυτοκρατορική θέληση στα πέρατα του Βυζαντινού κόσμου.
324: με την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης, το Αιγαίο αποκτά κεντρικό
ρόλο στην οικονομική ζωή και ευημερία της βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Μέσα 6ου αιώνα: το Βυζάντιο αναδεικνύεται σε κυρίαρχη δύναμη της
Μεσογείου. Επισφραγίζονται οριστικά και οι βυζαντινές κτήσεις στον
Εύξεινο Πόντο. Χάρη στις μακροχρόνιες προσπάθειες του Ιουστινιανού, ο
οποίος προσπάθησε να επιβληθεί στην Κριμαία και να εκδιώξει τους Πέρσες
από τη Λαζική.
Στο β’ μισό του 6ου αιώνα: το Βυζάντιο είναι μια τεράστια ναυτική
αυτοκρατορία, που εκτείνεται από τον Εύξεινο Πόντο ως το Γιβραλτάρ και
το Σουέζ. Η θαλασσοκρατία ήταν το κύριο χαρακτηριστικό του Βυζαντίου
και του έδινε το δικαίωμα διεκδίκησης της παγκοσμιότητας. Όταν η
βυζαντινή θαλασσοκρατία περιερχόταν σε αμφισβήτηση και η Μεσόγειος
έπαυε να λειτουργεί ως εσωτερική θάλασσα του Βυζαντίου (mare nostrum),
εμφανιζόταν η πειρατεία.
Η πειρατεία ή άσκηση ληστείας στη θάλασσα καταδικάζεται από το
Βυζαντινό κράτος, τουλάχιστον στις εποχές ακμής και θεωρείται παράνομη
βία εναντίον προσώπων και αγαθών. Όποιος παρεμπόδιζε την ελεύθερη
διακίνηση αγαθών στις θάλασσες της αυτοκρατορίας θεωρούνταν στο
Βυζάντιο εχθρός του κράτους και της κοινωνίας.
Χρονολόγιο πειρατείας:
4ος – 7ος αιώνας: περίοδος βυζαντινής ναυτικής κυριαρχίας στη Μεσόγειο.
Μεμονωμένες ναυτικές πράξεις.
7ος – 10ος αιώνας: με την εμφάνιση των Αράβων έχουμε διάρρηξη της
βυζαντινής θαλασσοκρατίας. Σταδιακά παρατηρείται μια Αραβο – Βυζαντινή
συγκυριαρχία της θάλασσας. Οι Βυζαντινοί απαγορεύουν την πειρατεία ενώ
οι Άραβες στηρίχθηκαν στην πειρατεία, η οποία αποτέλεσε βασικό στοιχείο
της Αραβικής στρατηγικής.
Μέσα 9ου αιώνα: ακμή Αραβικής πειρατείας μετά την κατάληψη της Κρήτης
και της Σικελίας.
10ος και 11ος αιώνας: νέα περίοδος θαλασσοκρατίας του Βυζαντίου και
άνθιση του εμπορίου. Μεμονωμένες πειρατικές ενέργειες Μουσουλμάνων
και κυρίως Ρώσων χωρίς σοβαρές συνέπειες.
Από το β’ μισό του 11ου αιώνα: παρακμή του στόλου του Βυζαντίου, ο οποίος
δεν είναι πλέον σε θέση να επιβάλλει την τάξη στην περιοχή του. Η
πειρατεία εμφανίζεται ως απόρροια της παρακμής της ναυτικής δύναμης
του Βυζαντίου.
Στα τέλη του 12ου αιώνα: η πειρατεία έχει μετατραπεί σε ενδημικό
φαινόμενο του Βυζαντίου. Σημαντικά πειρατικά ορμητήρια: Κρήτη, Ταρσός,
Τρίπολη, Αλεξάνδρεια.
Τελευταίο τέταρτο 12ου αιώνα και εξής: κυρίαρχοι στις ελληνικές θάλασσες
είναι κυρίως πειρατές από τη Δύση (κυρίως Ιταλοί).
Σύμφωνα με τον Χωνιάτη, από τα μέσα του 12ου αιώνα επικρατεί
θαλασσοκρατία των πειρατών.
1204: σταθμός για την ιστορία της Ανατολικής Μεσογείου. Η κατάλυση της
βυζαντινής αυτοκρατορίας μετέβαλε τον πολιτικό ορίζοντα και εντείνει το
οικονομικό ενδιαφέρον της περιοχής. Το Αιγαίο μετατρέπεται σε mare
nostrum της Βενετίας. Στη θέση της ελεύθερης πειρατείας κυριαρχούν
επιθέσεις κουρσάρων από τη Γένουα.
1218: σύναψη Βενετο – Γενουατικής συνθήκης. Προσωρινή καταστολή
πειρατικών δραστηριοτήτων.
13ος – 14ος αιώνας: χρυσή εποχή της πειρατείας στη Μεσόγειο. Καθολική
εξάπλωση και παγιοποίηση της πειρατείας.
1261: η ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης δημιουργεί πολιτικές και
κοινωνικο – οικονομικές μεταβολές και ανακατατάξεις:
1) υποβάθμιση του ρόλου της Βενετίας και αναβάθμιση του ρόλου της
Γένοβας
2) δημιουργία δυο ζωνών αντιπάλων επιρροής στο Αιγαίο επί Μιχαήλ Η’,
βυζαντινή (στο βορειοανατολικό τμήμα) και βενετική (στο νοτιοδυτικό).
Δημιουργεί δυο στόλους: α) των Γασμούλων και β) των Τζακώνων (μετά το
1267) καθώς και το στόλο της Αραγωνίας (για τον Σικελικό Εσπερινό).
Στο εξής είναι δυσδιάκριτη η διάκριση μεταξύ πειρατή – εμπόρου και
πολεμιστή – κουρσάρου.
Οι κουρσάροι εμφανίζονται από τις πρώτες δεκαετίες του 13ου αιώνα.
Οι πειρατές δρουν ατομικά, οι κουρσάροι αναλαμβάνουν δράση
εξουσιοδοτημένοι από πολιτικές δυνάμεις.
Κατά το β’ μισό του 13ου αιώνα, εντείνεται η πειρατική δραστηριότητα γιατί:
1) η εμπόλεμη κατάσταση στο Αιγαίο και τα αντικρουόμενα συμφέροντα,
εθνικά και πολιτικά, των πολιτικών δυνάμεων της περιοχής. Ο πολιτικός
παράγοντας (πολυδιάσπαση εξουσία) καθόρισε και προκάλεσε την εκδήλωση
διαφορετικών μορφών πειρατείας.
2) πόλεμοι που διαρκούν για παρατεταμένο χρονικό διάστημα και
αναγκάζουν τις αντιμαχόμενες πλευρές που δεν μπορούσαν να συντηρήσουν
μεγάλους και μόνιμους στόλους να μισθώνονται περιστασιακά πειρατές και
κουρσάρους εναντίον των αντιπάλων τους.
3) το 1284: διάλυση του βυζαντινού στόλου από τον Ανδρόνικο Β’ (σύμφωνα
με τον Νικόλαο Γρηγορά και Γεώργιο Πολυμέρη). Ως άμεσο αποτέλεσμα:
έξαρση πειρατείας. Στο εξής, ο έλεγχος του Αιγαίου περνά αποκλειστικά
στους Ιταλούς.
4) κατάληψη της Άκρας από Μαμελούκους της Αιγύπτου, το 1291. Η
Βενετία πλήγεται οικονομικά, ξεσπά ο Βενετο – Τουρκικός Πόλεμος
(1291 – 1299), αλλά και Βυζαντινο – Βενετικός Πόλεμος (1296 – 1302).
Έξαρση πειρατείας.
Αρχές 14ου αιώνα: το Αιγαίο εξελίσσεται σε έναν επικίνδυνο χώρο για τους
πληθυσμούς του. Εμφανίζονται οι Τούρκοι. Τρομακτικές δημογραφικές
συνέπειες στο Αιγαίο. Υποτροπή του φαινομένου της πειρατείας στην
Ανατολική Μεσόγειο ακολουθεί την ίδια τροχιά με την κατάλυση της
βυζαντινής θαλασσοκρατίας.
Τουρκομανικά εμιράτα και πειρατεία:
1302 – 1303: τα τουρκικά εμιράτα του Καρασί, του Σαρουχάν και του
Μεντεσέ επιδίδονται στη δημιουργία στόλου και αρχίζουν να λεηλατούν τα
παράλια του Αιγαίου και τα νησιά. Μεταφέρουν την ιδεολογία του ιερού
πολέμου στη θάλασσα.
Μετά το 1316: καθιερώνονται ετήσιες θαλάσσιες επιδρομές των Τούρκων στο
Αιγαίο.
1318 – 1319: συνάπτεται συμμαχία μεταξύ των Καταλανών του Δουκάτου
των Αθηνών και των παραλιακών τουρκικών εμιράτων.
1330 (δεκαετία): όλα τα νησιά γίνονται φόρου υποτελείς στα τουρκομανικά
εμιράτα.
1330 – 1348: ισχυρότερο αναδεικνύεται το εμιράτο του Αϊδινίου με
επικεφαλής τον Ουμούρ. Ορμητήριο του εμιράτου είναι η Σμύρνη.
1328 – 1333: οι Καταλανοί συμμαχούν με τους Τούρκους του Αϊδινίου.
1341: οι Τούρκοι είχαν αιχμαλωτίσει το σύνολο του πληθυσμού στα νησιά
του Αιγαίου.
1348: θάνατος Ουμούρ (εμίρη του Αϊδινίου) και αρχίζει η παρακμή των
παραλιακών εμιράτων της παραλιακής Μικράς Ασίας. Μικρή ανάπαυλα στις
πειρατικές επιδρομές μέχρι την εμφάνιση στο προσκήνιο των Οθωμανών. Οι
Οθωμανοί ξεκινούν από το εμιράτο του Οσμάν στη Βιθυνία, αναπτύχθηκαν
υποτάσσοντας όλα τα υπόλοιπα εμιράτα. Η πειρατεία ήταν ένα τρόπος
προβολής και άσκησης της σφαίρας επιρροής των Οθωμανών. Οι επιδρομές
των Οθωμανών συνεχίστηκαν μέχρι το 1570, όταν και έγιναν κυρίαρχοι του
Αιγαίου.
1390 – 1453: δεσπόζουν στο θαλάσσιο χώρο του Αιγαίου, η Βενετία και το
Οθωμανικό κράτος.
Η πειρατεία ανθεί: α) εξαιτίας της αδυναμίας του Βενετικού στόλου να
διατηρήσει ελεύθερους τους θαλάσσιους δρόμους, β) εξαιτίας της αδυναμίας
του βυζαντινού κράτους να οργανώσει στόλο και να περιφρουρήσει στη
θάλασσα, γ) οι Οθωμανοί δεν είχαν ναυτική παράδοση, στηρίχθηκαν για την
επανίδρυση του στόλου τους στη ναυτολογία βυζαντινών αιχμαλώτων,
Τούρκων πειρατών και εξωμοτών.
1403 – 1411: υπογραφή Βενετό – Οθωμανικών συνθηκών. Στο διάστημα
αυτό οι Βενετοί αναδεικνύονται κύριοι του βορειοανατολικού Αιγαίου.
Εξασφαλίζουν τη διακίνηση των εμπορευμάτων με συνοδεία πολεμικού
στόλου και μέσω διπλωματικών κινήσεων. Ταυτόχρονα όμως οι Οθωμανοί να
μην διατηρούν στόλο δυτικά και νότια της Τενέδου, καθώς κάτι τέτοιο θα
έβλαπτε τα συμφέροντα των Βενετών.
Μάθημα 5ο (4/11/2014)
Οι Τούρκοι δρούσαν ως: α) αυτόνομοι πειρατές, β) επώνυμοι κουρσάροι για
λογαριασμό του Οθωμανικού κράτους.
Το Καρασί είχε παράδοση στην πειρατεία (ΒΔ Αιγαίο).
Παράλληλα την ίδια εποχή δρουν και χριστιανοί πειρατές από τη Δύση:
Σικελοί, Καταλανοί, Γενουάτες, Γάλλοι, Ιππότες του Τάγματος του Αγίου
Ιωάννη της Ρόδου.
Ο Βενετικός στόλος ασκούσε πειρατεία μόνο σε περίοδο πολέμου.
Από τα τέλη του 14ου αιώνα, επικρατεί συμβιβασμός με την ιδέα της ύπαρξης
πειρατών, οι οποίοι αντιμετωπίζονται ως αναπόφευκτο κακό.
14ος αιώνας: χρυσός αιώνας της πειρατείας, έχει ως άμεση συνέπεια το
δουλεμπόριο. Οι μοναχοί που αρπάζονται από τους Τούρκους πειρατές είναι
το κύριο σώμα δουλεμπορίου.
1325 – 1328: μαζικό κύμα φυγής μοναχών (επιδρομή στο Άγιον Όρος).
Συνδετικός κρίκος Αγίου Όρους και Σουλτάνου Ορχάν ο Ιωάννης ΣΤ’
Καντακουζηνός.
Β’ μισό 14ου αιώνα: δεύτερη μεγάλη επιδρομή στο Άγιον Όρος.
Από τον 15ο αιώνα, η πειρατεία γίνεται τρόπος ζωής στην Ανατολική
Μεσόγειο, αλληλένδετος και συμπληρωματικός με το συμβατικό εμπόριο:
 οικονομικά κίνητρα Τούρκων που ασκούσαν πειρατεία
 όλη η ΝΔ Ευρώπη δεχόταν μαζικά δούλους
 όταν ο μοναχός που αρπάζεται είναι εύπορος, ζητούν λύτρα
Καταλανική Μισθοφορική Εταιρεία: 1303 – 1311: Καταλανοί μισθοφόροι
στην υπηρεσία του Βυζαντίου για την καταπολέμηση των Τουρκομάνων και
οι ολέθριες συνέπειες της παρουσίας της σε βυζαντινό έδαφος. Ξένοι
μισθοφόροι απάρτιζαν τον βυζαντινό στρατό σε σημαντικό ποσοστό πολύ
πριν τα τέλη του 13ου αιώνα. Δύο είδη μισθοφόρων: μόνιμη βάση (από 5
πληρώνονται κάθε χρόνο) και έξτρα μισθοφόροι που στρατεύονται σε
έκτακτες περιπτώσεις (και πληρώνονται αδρότατα για την έκτακτη στιγμή
που αντιμετωπίζει).
Τον 13ο και 14ο αιώνα παρατηρείται και στην Ευρώπη έντονο το φαινόμενο
των επαγγελματικών στρατών.
Σε περιόδους κρίσης, όπως στη διάρκεια του 1290 – 1305, το βυζαντινό
κράτος στηρίχθηκε σε μεγάλα σώματα μισθοφόρων και κυρίως:
 στους Κρήτες
 στους Αλανούς
 στη Μεγάλη Καταλανική Εταιρεία
 οι ξένοι μισθοφόροι δεν ήταν νομοταγείς και αξιόπιστοι, ήταν καλά
εκπαιδευμένοι στρατιώτες και γνώστες της τελευταίας πολεμικής
τεχνολογίας (αυτή ήταν η ειδοποιός διαφορά από τους προνοιάριους
στρατιώτες).
Μικρά Ασία: εξασθένιση του αμυντικού συστήματος και συνεχείς τουρκικές
εισβολές, ενδιαφέρον Ανδρόνικου Β’ για αναδιοργάνωσή της.
Πραγματοποίησε περιοδεία στο διάστημα 1290 με 1293 για να ελέγξει την
κατάσταση.
Το γενικότερο πολιτικό και στρατιωτικό σκηνικό στη Μικρά Ασία: τα
τουρκομανικά εμιράτα επεκτείνονταν σε βάρος των βυζαντινών. Η
βυζαντινή κυβέρνηση αδυνατούσε να επιβάλλει την εξουσία της στον
πληθυσμό και τα στρατεύματα των μικρασιατικών επαρχιών.
Ικανοί διοικητές – στρατιωτικοί στάλθηκαν στα χρόνια αυτά από τον
Ανδρόνικο Β’. Ο πρώτος γνωστός είναι ο Αλέξιος Φιλανθρωπηνός, ο οποίος
οργάνωσε τις επιχειρήσεις κατά των Τούρκων και πέτυχε τις πρώτες νίκες.
Αποστάτησε από την αυτοκρατορική εξουσία, το 1295. Συνελήφθη,
τυφλώθηκε και απομακρύνθηκε από την Μικρά Ασία. Ο δεύτερος διοικητής
στρατηγός ήταν ο Ιωάννης Ταρχανειώτης, που ήταν συγγενής του
αυτοκράτορα. Πρώτο του μέλημα, να εξισώσει τις άνισα κατανεμημένες
στρατιωτικές πρόνοιες στη Μικρά Ασία. Η κατάσταση φάνηκε να
βελτιώνεται για άλλη μια φορά. Κατηγορήθηκε από τους γαιοκτήμονες της
περιοχής, τα συμφέροντα των οποίων είχαν θιγεί από το μεταρρυθμιστικό
του πρόγραμμα, ότι σχεδίαζε επανάσταση. Εγκατέλειψε τη Μικρά Ασία και
παρουσιάστηκε στον αυτοκράτορα. Το 1299, στη Θεσσαλονίκη, όπου
υπερασπίστηκε τον εαυτό του. Όλα αυτά εξηγούν την πολιτική του
Ανδρόνικου Β’ να στρατολογήσει μεγάλα σώματα ξένων μισθοφόρων. Είχε
απογοητευτεί από την κατάσταση στην Μικρά Ασία. Δεν εμπιστευόταν τα
ντόπια στρατεύματα.
Οι Αλανοί ενσωματώθηκαν στις στρατιωτικές δυνάμεις του Μιχαήλ Θ’, που
ανέλαβε δράση, το 1302. Οι Αλανοί όμως τον εγκατέλειψαν και ο ίδιος
παραιτήθηκε από το εγχείρημα. Τμήμα του βυζαντινού στρατού υπέστη
βαριά ήττα στην πεδιάδα του Βαφέως (1302), κοντά στη Νικομήδεια, από
τους Τούρκους. Η καταστρεπτική αυτή ήττα σήμανε την αρχή του τέλους
της βυζαντινής κυριαρχίας στη Μικρά Ασία.
Το επόμενο βήμα του Ανδρόνικου Β’ ήταν να εμπιστευθεί, το 1303, την
άμυνα της Μικράς Ασίας στη μεγαλύτερη οργανωμένη εταιρεία μισθοφόρων
της δυτικής Ευρώπης την Καταλανική Μεγάλη Εταιρεία του Ρογήρου de
Flor.
Οι Ιταλοί χρησιμοποιούσαν πιο πολύ μισθοφόρους από ότι εταιρείες.
Ρογήρος de Flor (1267 – 1305): αρχικά ήταν Ναΐτης Ιππότης. Το 1291,
διώχθηκε από το τάγμα για υπεξαίρεση, έγινε διαβόητος ως πειρατής. Έγινε
ο κύριος συντελεστής της νίκης του Φρειδερίκου Γ’ της Σικελίας κατά του
Καρόλου Β’ της Νεάπολης. Μετά την ειρήνη της Καλταμπελότα (1302)
πρόσφερε τις υπηρεσίες του στον Ανδρόνικο Β’.
Ο Ρογήρος με 6.500 πολεμιστές, πληρωμή 4 μηνών προκαταβολικά, τον
τίτλο του μεγάλου δούκα σε κληρονομική βάση και μια ανιψιά του
αυτοκράτορα για σύζυγο, ξεκίνησε την άνοιξη του 1304 την εκστρατεία του
στη Μικρά Ασία. Απελευθέρωση Φιλαδελφείας από τον κλοιό πολιορκίας
των Τούρκων. Σταμάτησαν στα σύνορα Μικράς Ασίας.
Φιλαδέλφεια: φημισμένη για τα πορφυρά μεταξωτά της και τα δερμάτινα
είδη της. Τον 14ο αιώνα, βρέθηκε στο επίκεντρο των τουρκικών επιθέσεων,
καθώς βρισκόταν στο σημείο συνάντησης τριών εμιράτων, του Τζερμιγιάν,
του Αϊδινίου και του Σαρουχάν. Από την επίθεση του 1304 (1305),
διασώθηκε από τους Καταλανούς. Ο Ρογήρος στράφηκε στη συνέχεια κατά
της Μαγνησίας, ενώ ο στόλος κατά της Χίου, Σάμου, Λέσβου και Λήμνου.
 Κατάληψη Καλλίπολης και ολόκληρης της Χερσονήσου (στο γυρισμό,
όταν τον είχε ανακαλέσει ο Ανδρόνικος Β’ στη Θράκη)
 1305: δολοφονία Ρογήρου στην αυλή του Μιχαήλ Θ’ στην Ανδριανούπολη
 Συμμαχία Καταλανών με 500 Τούρκους μισθοφόρους και λεηλασία της
Θράκης για δυο χρόνια με ορμητήριο τη Ραιδεστό (έτσι απέκτησαν για
πρώτη φορά πρόσβαση στα ευρωπαϊκά εδάφη του Βυζαντίου)
 1307 – 1310: λεηλασία της Μακεδονίας με ορμητήριο τη Χερσόνησο της
Κασσάνδρας
Δημογραφική παρακμή των χωριών της Χαλκιδικής. Στόχος οι μονές του
Αγίου Όρους και η Θεσσαλονίκη:
Πηγές για τις επιθέσεις κατά του Αγίου Όρους:
1) οι Βίοι του Αγίου Σάββα
2) ο Σέρβικος Βίος του Δανιήλ Ιπεκίου, ηγουμένου του Χιλανδαρίου και
αργότερα Αρχιεπισκόπου Σερβίας
3) ο Γεώργιος Παχυμέρης
4) ο Νικηφόρος Γρηγοράς
5) ο Θεόδουλος Μάγιστρος
6) ο Καταλανός Ραμόν Μουντανέρ
 Το Άγιον Όρος σώθηκε χάρη στην επέμβαση (πέραν της αυτοάμυνας των
μοναχών): του Κράλη της Σερβίας Ούραση Β’ Μιλούτιν (έκκληση Μονής
Χιλανδαρίου), του Ιακώβου Β’ της Αραγωνίας (1267 – 1327), επικυρίαρχου
των Καταλανών (έκκληση Μονής Λαύρας)
 Ίδρυση του Καταλανικού Δουκάτου των Αθηνών (1311). Η οδύσσεια της
Καταλανικής Εταιρείας τελείωσε με την κατάλυση του Φραγκικού
Δουκάτου των Αθηνών, το 1311. Τα μέλη της υιοθέτησαν στο εξής ποικίλες
δραστηριότητες πέραν από τον πόλεμο.
(αλλάγια = οι προνοιάριοι και οι στρατιώτες της Μικράς Ασίας
στρατεύονταν σε αυτά – στρατιωτικός βυζαντινός όρος).
Μάθημα 6ο (11/11/2014)
Ιστορική αναδρομή
Εμφάνιση του μοναχισμού: τέλη 3ου αρχές 4ου αιώνα. Πατέρας του
μοναχισμού ο Άγιος Αντώνιος (έζησε 105 χρόνια). Γενέτειρα του
μοναχισμού η Αίγυπτος.
Μορφές μοναχισμού: 1) αναχωρητισμός < αναχώρησις (αφήνω το χωριό μου).
Ο Άγιος Αντώνιος τα παράτησε όλα και έζησε στην έρημο, 2) κοινοβιακός
μοναχισμός: εισηγητής ο Παχώμιος (σύγχρονος του Αγίου Αντωνίου),
3) λαύρα (ενδιάμεση κατάσταση αναχωρητισμού και κοινοβιακού
μοναχισμού) – άκμασε στην Παλαιστίνη, 4) ιδιόρρυθμος μοναχισμός:
εμφάνιση τον 5ο αιώνα. Έκανε εκπτώσεις σε ακτημοσύνη και υπακοή … γι’
αυτό και εκκλησία – κράτος ήταν προκατειλημμένοι απέναντί του.
Θεμελιωτές του μοναχισμού – αναχωρητισμού: Μέγας Αντώνιος (251 – 356)
και Άγιος Παχώμιος (287 – 346).
Παλαιστίνη: ο μοναχισμός εισάγεται στις αρχές του 4ου αιώνα από τον Άγιο
Ιλαρίωνα, μαθητή του Αγίου Αντωνίου. Ανάπτυξη της λαύρας (ένας
ενδιάμεσος τύπος άσκησης ανάμεσα στον αναχωρητισμό και στον κοινοβιακό
μοναχισμό).
Συρία, Μεσοποταμία: ο μοναχισμός εισάγεται στις πρώτες δεκαετίες του 4ου
αιώνα. Ακραίος αναχωρητισμός (σαλοί, στυλίτες, σιωπούντες, σιδηροδέσμιοι
διότι κυκλοφορούσαν όλοι με αλυσίδες στη μέση τους). Οι σαλοί παρίσταναν
τους τρελούς, οι στυλίτες περνούσαν τη ζωή τους πάνω σε στύλο και οι
σιωπούντες καταδίκαζαν τον εαυτό τους στη σιωπή. Η αργολογία ήταν
θάνατος για τον μοναχό.
Κεντρική και Βόρεια Μικρά Ασία: ο μοναχισμός εισάγεται στα μέσα του 4ου
αιώνα. Εγκαινίαση της κοινοβιακής μοναστικής ζωής από το Μεγάλο
Βασίλειο. Ιδρύει κοινόβια στον Πόντο. Επιμέλεια η μητέρα του και η γιαγιά
του, Μακρίνα. Ήταν θεμελιωτής του βυζαντινού μοναχισμού.
Στην Κεντρική Ασία δεν έχουμε δείγματα μοναχισμού.
Κωνσταντινούπολη: ο μοναχισμός εισήχθη από τη Συρία και το 382,
ιδρύθηκε μοναστήρι έξω από τα Κωνστάντεια τείχη.
5ος και 6ος αιώνας: το απόγειο του μοναχισμού στην Ανατολή. Οι μοναχοί
γίνονται ήρωες της ιστορίας.
7ος αιώνας: οι μοναχοί επλήγησαν λιγότερο από τις άλλες κοινωνικές τάξεις
από τις καταστροφές αυτού του αιώνα. Αυτοί που επλήγησαν (μοναχοί)
κατέφυγαν στη Δύση (Καρχηδόνα, Σικελία, Ρώμη).
 Υπό αραβική κυριαρχία οι μοναχοί κατάφεραν να διατηρήσουν τα
μοναστήρια τους στην Παλαιστίνη και στο Όρος Σινά.
 Ο διασημότερος εκπρόσωπος του ορθόδοξου μοναχισμού στην Παλαιστίνη
αυτή την εποχή ήταν ο Ιωάννης Δαμασκηνός.
 Μοναχοί του Σινά μετά την Αραβική κατάκτηση στα μέσα του 7ου αιώνα,
έθεσαν τα θεμέλια της Μονής Κελλιβάρων στη μοναστική κοινότητα του
Όρους Λάτρους.
Περίοδος Εικονομαχίας (8ος – 9ος αιώνας): ο μοναχισμός δέχθηκε μεγάλο
πλήγμα ιδιαίτερα στη δεκαετία του 760 επί Κωνσταντίνου Ε’.
Αποφασιστικής σημασίας η συμβολή της Μονής του Αγίου Ιωάννου του
Στουδίου στην Κωνσταντινούπολη για τον κοινοβιακό μοναχισμό. Κατά την
ηγουμενία του Θεόδωρου Στουδίτου (759 – 826), ο βυζαντινός κοινοβιακός
μοναχισμός πήρε την οριστική του μορφή.
9ος – 10ος αιώνας: ο μοναχισμός αναδύεται ενισχυμένος μετά τη νίκη του επί
των αυτοκρατόρων κατά την περίοδο της Εικονομαχίας. Χρυσός αιώνας του
μοναχισμού: σημειώνεται ίδρυση καινούργιων μοναστηριών και επέκταση
των ήδη υπαρχόντων. Αξιολογότερο μοναστικό κέντρο από τον 8ο αιώνα και
μετά, ήταν ο Όλυμπος της Βιθυνίας. Το δεύτερο μεγάλο μοναστικό κέντρο
από το β’ μισό του 10ου αιώνα ήταν το Άγιον Όρος. Το πρώτο μοναστήρι, της
Μεγίστης Λαύρας, οργανώθηκε κατά το στουδιτικό πρότυπο.
Το Όρος Λάτμος ή Λάτρος κοντά στη Μίλητο άκμασε πριν από τον 10ο
αιώνα. Τέλη 11ου αιώνα, υπέστη καταστροφές με την έλευση των Τούρκων.
Μετά το 1261, η μοναστική κοινότητα του Λάτρους εγκαταλείφθηκε
εξαιτίας των Τούρκων.
Το όρος Γαλήσιον, κοντά στην Έφεσο, άκμασε τον 11ο αιώνα.
11ος αιώνας: κυριαρχεί η φυσιογνωμία του Συμεών του Νέου Θεολόγου
(949 – 1022), ο οποίος εκπροσωπεί τη μυστικιστική παράδοση της
Ανατολικής Εκκλησίας (έχει γράψει και ποίηση). Αντέδρασε στον υλισμό
των συγχρόνων του μοναστηριών, κόντρα στην εκκοσμίκευση.
12ος αιώνας: η Δυναστεία των Κομνηνών υπήρξε ιδιαίτερα γενναιόδωρη. Η
Μονή Παντοκράτορος έγινε το οικογενειακό μαυσωλείο της δυναστείας.
Παράλληλα τον 12ο αιώνα….: παρατηρείται θλιβερή εξαχρείωση των
μοναστηριών και τάση των μοναχών προς την άνετη ζωή εξαιτίας της
συσσώρευσης ακίνητης περιουσίας (από τις πολλές δωρεές).
Ο θεσμός της χαριστικής (δωρεάς) επέφερε διαστροφή της μοναστικής ζωής,
καθώς υπέσκαπτε την εξουσία του ηγουμένου. Για παράδειγμα, ο
Πατριάρχης ή ο επίσκοπος μεταβιβάζει τη διοίκηση (κ.α.), την ανακαίνιση
του μοναστηριού σε έναν χαριστικάριο (ήταν πλούσιος λαϊκός).
Ό,τι έκανε τον 12ο αιώνα αυτός ο θεσμός, κάτι ανάλογο έκανε το ιδιόρρυθμο
τον 14ο αιώνα.
Οι μοναχοί πολλές φορές δεν ήξεραν ποιον να υπακούσουν, τον ηγούμενο ή
τον χαριστικάριο;
Η μοναστική πειθαρχία και η αρετή της υπακοής χάθηκαν.
Ο ηγούμενος δεν είχε συχνά τη δυνατότητα επιλογής των νέων μοναχών που
έμπαιναν στη μονή.
Μετά το 1204: ο κοινοβιακός μοναχισμός δέχτηκε πλήγμα με την κατάλυση
της αυτοκρατορικής εξουσίας στην Κωνσταντινούπολη και τη Λατινική
κατάκτηση. Διακόπτεται η αυτοκρατορική στήριξη στα μεγάλα μοναστήρια.
Αναδιοργανώνεται ο μοναχισμός. Σε περιοχές όμως που δεν υπήρχε
ιεραρχία ή κοσμικός κλήρο, όπως στην Κωνσταντινούπολη, οι μοναχοί
λειτούργησαν ως έπαλξη της Ορθοδοξίας.
14ος αιώνας: αναγέννηση του μοναχισμού με κέντρο το Άγιον Όρος, το οποίο
αναδεικνύεται στη μεγαλύτερη πολυεθνική μοναστική κυψέλη της
ορθόδοξης ανατολικής Ευρώπης και σε επίκεντρο της μυστικής και
ασκητικής ανανέωσης τον 13ο αιώνα. Αναβίωσε της μυστικιστικής
παράδοσης μέσω του Ησυχασμού.
Μετά το 1453: ο μοναχισμός επέζησε της αυτοκρατορίας.
1422 – 1423: η τελευταία μοναστική κοινότητα βρίσκεται υπό οθωμανική
κυριαρχία.
Μάθημα 7ο (18/11/2014)
Ιδιόρρυθμος μοναχισμός: γνωστός ήδη από τον 5ο αιώνα. Αντιπροσωπευτική
εμφάνιση του βυζαντινού μοναχισμού κατά την Παλαιολόγεια εποχή.
Εξατομικευμένος τρόπος μοναχικής ζωής, το ενδιαφέρον στρέφεται στο
άτομο μέσα σε ένα κοινόβιο (επιρροή από τον ουμανισμό). Γίνεται
εξαιρετικά δημοφιλής τον 14ο και 15ο αιώνα εξαιτίας της πολιτικής
ρευστότητας (ξεκινά με τον πρώτο εμφύλιο μεταξύ των δυο Ανδρονίκων και
δεν θα σταματήσει. 1312: η διοίκηση του Αγίου Όρους περνά από την
αυτοκρατορική στην πατριαρχική εξουσία).
Παραδείγματα πολιτικής ρευστότητας: 1) ηγουμένου Μονής
Κουτλουμουσίου Χαρίτωνα και Βοεβόδα Βλαχίας Ιωάννη Βλαδισλάβου
(1364 – 1374), 2) Radic (Ράιτιτς) στη Μονή Κωνσταμονίτου μετά το 1433.
Το Άγιον Όρος γίνεται θησαυροφυλάκιο, 3) Ανδρέα Παλαιολόγου στη Μονή
της Λαύρας μετά το 1350, την οποία είχε χρηματοδοτήσει γενναιόδωρα.
Επόμενος παράγων οι συνεχείς πειρατικές επιδρομές τον 14ο αιώνα, οι
οποίες σπάνε την ακτημοσύνη, το μοναστικό ιδεώδες.
Αβεβαιότητα για το μέλλον, επιθυμία για προσωπική ελευθερία και
αυτοδιάθεση, αύξηση του πλούτου ορισμένων μοναστηριών (έτσι διεφθάρη
το μοναστικό ιδεώδες τον 12ο αιώνα).
 Όταν έγινε αντιληπτό το ιδιόρρυθμο και οι συνέπειές του, καταδικάστηκε
ως παρακμή και προδοσία του μοναστικού ιδεώδους, τόσο από την
πατριαρχική όσο και από την αυτοκρατορική εξουσία.
1406: Χρυσόβουλο – τυπικό του Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου. Αποβλέπει στην
επαναφορά των μοναχών στα ιδεώδη του κοινοβιακού μοναχισμού. Είναι η
τελευταία απόπειρα να μπει τέλος στην εξάπλωση του ιδιόρρυθμου
μοναχισμού.
1423 – 1424: τα μοναστήρια του Άθω περνούν κάτω από την οθωμανική
κυριαρχία και ο ιδιόρρυθμος μοναχισμός εξαπλώνεται και ανθεί.
Δυϊσμός ή Δυαλισμός:
 Ο Χριστιανικός Δυϊσμός πρωτοεμφανίζεται στην Αρμενία (ανάμεσα σε
Βυζάντιο και Περσική Αυτοκρατορία) δεδομένης της γεωπολιτικής και
πολιτισμικής της θέσης.
 Στην Αρμενία κυριαρχούσε θρησκευτικός πλουραλισμός, χριστιανισμός,
ζωροαστρισμός, ισλάμ, μανιχαϊσμός.
Ιδρυτής του Χριστιανικού Δυαλισμού: θεωρείται σύμφωνα με τους
βυζαντινούς θεολόγους, ο Κωνσταντίνος ο εκ Μανάναλις (πόλη κοντά στα
Σαμόσατα της Αρμενίας). Γεννήθηκε περίπου στις αρχές του 7ου αιώνα,
προερχόταν από αρμενική οικογένεια και ανήκε στη θρησκευτική
κοινότητα του μανιχαϊσμού. Πρώτη μνεία για τον Κωνσταντίνο γίνεται
γύρω στο τέλος του 655, όταν φιλοξένησε στο σπίτι του, στη Μανάναλι, έναν
διάκονο, ο οποίος του δώρισε το Ευαγγέλιο και τις Πράξεις των Αποστόλων.
Ο Κωνσταντίνος προχώρησε στην προσαρμογή του μανιχαϊσμού στα λόγια
του Ευαγγελίου και των Πράξεων των Αποστόλων. Στη συνέχεια,
εγκατέλειψε τη Μανάναλι και εγκαταστάθηκε σε βυζαντινό έδαφος, στο
κάστρο της Κίβοσσας κοντά στην Κολώνεια. Ονόμασε τον εαυτό του,
Σιλουανό, από το όνομα του μαθητή που ακολούθησε τον Απόστολο Παύλο
στη Μακεδονία και ονόμασε όσους τον ακολουθούσαν Μακεδόνες….
Η θρησκευτική κοινότητα που προέκυψε από τη διδασκαλία του
Κωνσταντίνου πήρε την ονομασία Παυλικιανισμός.
Δεχόταν την ύπαρξη δυο αρχών: του Ουράνιου Θεού και του δημιουργού
του υλικού κόσμου. Στο εξής, ο Χριστιανικός Δυαλισμός επρόκειτο να
σχηματίσει πολύ σημαντικό μέρος του ορθόδοξου κόσμου στο Βυζάντιο για
τα επόμενα 800 χρόνια. Στη διάρκεια του 12ου και 13ου αιώνα, εξαπλώθηκε
και στη δυτική Ευρώπη, όπου οι οπαδοί της ήταν γνωστοί ως Καθαροί. Το
682 περίπου, ο Κωνσταντίνος Δ’ (668 – 685) διέταξε τη σύλληψη και
θανάτωσή του δια λιθοβολισμού. Ο Κωνσταντίνος – Σιλουανός θεωρείται
αναμορφωτής των δογμάτων του μανιχαϊσμού, δημιουργός της κοινότητας
των Παυλικιανών και υπεύθυνος για τη διάδοση της αίρεσης από την
Αρμενία στα βυζαντινά εδάφη.
Χριστιανοί Δυαλιστές και Μανιχαίοι:
 σύμφωνα με τους βυζαντινούς συγγραφείς, όλοι οι Χριστιανοί Δυαλιστές
ήταν Μανιχαίοι κεκαλυμμένοι.
 τους ονόμαζαν νεο – Μανιχαίους.
 λανθασμένη αντίληψη καθώς οι Μανιχαίοι ήταν δυαλιστές αλλά δεν ήταν
Χριστιανοί.
 ο Μάνη (216 – 277) ήταν Πέρσης ευγενής, ο οποίος ίδρυσε μία
συγκρητιστική θρησκεία όμοια με το Ζωροαστρισμό.
 συνδύαζε την πίστη στην μετενσάρκωση (βουδιστικής προέλευσης) με τη
πίστη στη δυνατότητα της σωτηρίας μέσω της γνώσης (Γνωστικισμός).
 ο Μανιχαϊσμός διαδόθηκε ευρέως στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία στον ύστερο
3ο αιώνα.
 κέρδισε οπαδούς μέχρι τη στιγμή που ο Ιουστινιανός δίωξε συστηματικά
τους οπαδούς του.
 το κίνημα επέζησε στο Ιράκ και την Περσία μέχρι τον 10ο αιώνα και
διαδόθηκε στην Κεντρική Ασία και Κίνα.
Μασσαλιανοί ή Μεσσαλιανοί ή Ευχίτες: δυαλιστική ασκητική αίρεση του
4ου αιώνα που εμφανίστηκε πιθανότατα στη Μεσοποταμία. Από τη
Μεσοποταμία εξαπλώθηκε στη Συρία, Αίγυπτο και Μικρά Ασία. Οι ακραίες
τάσεις στη Συρία και τη Μεσοποταμία παρουσιάζουν ομοιότητες με τις
πρακτικές των Μασσαλιανών. Το όνομά τους προέρχεται από τη συριακή
λέξη Msalyane, που σημαίνει αυτοί που προσεύχονται (Ευχίται). Ό,τι
γνωρίζουμε γι’ αυτούς, προέρχεται μόνο από τους εχθρούς τους. Παρά την
καταδίκη της (431), από την Γ’ Οικουμενική Σύνοδο, επέζησε μέχρι την
ύστερη εποχή. Κύρια χαρακτηριστικά της: ο αυστηρός ασκητισμός, η
ασταμάτητη προσευχή και η ανηθικότητα. Οι Μασσαλιανοί εισέδυσαν στη
Βουλγαρία τον 8ο και 9ο αιώνα και άσκησαν μεγάλη επίδραση στους
Βογόμιλους τον 10ο αιώνα, ενώ βεβαιώνεται η παράλληλη ύπαρξή τους, τον
11ο αιώνα.
Βογόμιλοι και Παυλικιανοί: τον 11ο αιώνα τίθεται πρόβλημα της σχέσης
ανάμεσα στο Βογομιλισμό και στον Παυλικιανισμό στα Βαλκάνια και
ιδιαίτερα στη Βουλγαρία. Μια προσπάθεια ταύτισής τους στον ύστερο 11ο
και πρώιμο 12ο αιώνα δεν έχει βάση καθώς ο ρόλος που διαδραμάτισαν τόσο
στην ιστορία της Βουλγαρίας όσο και του Βυζαντίου ήταν διαφορετικός.
Οι Παυλικιανοί δήλωναν δημοσίως τις πεποιθήσεις τους και την αντίθεσή
τους στον αυτοκράτορα και τις εκκλησιαστικές αρχές.
Αντίθετα οι Βογόμιλοι ισχυρίζονταν ότι ήταν Ορθόδοξοι Χριστιανοί,
Βούλγαροι ή Βυζαντινοί, και αποκάλυπταν μόνο κρυφά της δοξασίες τους.
Οι πιο επικίνδυνοι επομένως ήταν οι Βογόμιλοι, οι οποίοι και εισέδυσαν
στην ίδια την Κωνσταντινούπολη.
Οι Παυλικιανοί της Φιλιππούπολης πολεμούσαν με τα στρατεύματα του
Αλεξίου Α’ ενάντια στους Νορμανδούς, το 1081.
Το 1140, ο Αλέξιος Α’ προσπάθησε να τους επαναφέρει στην Ορθόδοξη πίστη
μέσω ιδεολογικών συζητήσεων.
Βογόμιλοι (Πουριτανοί) και Μασσαλιανοί (σεξουαλική ανηθικότητα): στα
τέλη του 12ου αιώνα, είχε επέλθει μια πρώτη συγχώνευση των δυο αιρέσεων,
η οποία συνεχίστηκε τον 13ο αιώνα και οδήγηση στην ταύτισή τους τον 14ο
αιώνα. Μέχρι τον 14ο αιώνα, υπήρχε μια βασική διαφορά ανάμεσα στους
Βογόμιλους και τους Μασσαλιανούς. Τον 14ο αιώνα, οι Βογόμιλοι
αφομοιώθηκαν από τους Μασσαλιανούς και στο επίπεδο αυτό. Όλες οι πηγές
του 14ου αιώνα καταδεικνύουν ότι κάθε διάκριση μεταξύ των δυο αιρετικών
ομάδων είχε εξαλειφθεί στη διάρκεια του αιώνα αυτού.
Εστίες εκδήλωσης της αίρεσης: τα πρώτα κρούσματα εκδήλωσης της αίρεσης
σε βυζαντινό έδαφος τον 14ο αιώνα, αφορούν την νότια Θράκη (1316)
(εκμαίευσης έμμεσης πληροφορίας από τον ιστορικό). Ο ευρύτερος χώρος
του όρους Παπιαίου στα σύνορα μεταξύ Θράκης και Μακεδονίας αποτελούσε
μια δεύτερη εστία της αίρεσης στις αρχές του 14ου αιώνα (1316 – 1317).
Η Θεσσαλονίκη αποτελούσε την τρίτη εστία Βογομιλισμού/Μασσαλιανισμού
και το Άγιον Όρος την τέταρτη εστία (αρχές δεκαετίας 1320).
Ο Μασσαλιανισμός διείσδυσε στο Άθω από τη Θεσσαλονίκη στις αρχές της
δεκαετίας του 1320 και συνέπεσε με την ακμή του Ησυχασμού εκεί.
Αγιορείτες μοναχοί που είχαν υιοθετήσει τη σαλότητα περιέπεσαν στην
αίρεση. Τρία χρόνια αργότερα, οι μοναχοί συγκάλεσαν σύνοδο για την
πάταξη της αίρεσης. Σε ορισμένους επιβλήθηκε τιμωρία και άλλοι
εκδιώχθηκαν οριστικά από το Άθω. Ορισμένοι διέφυγαν κρυφά στη
Θεσσαλονίκη, στην Βέροια, στην Κωνσταντινούπολη και στη Βουλγαρία.
Επικεφαλής του αγώνα κατά της εκδίωξης των Μασσαλιανών από τον Άθω
τάχθηκε ο Κάλλιστος στο διάστημα 1343 – 1345 και στη συνέχεια ως
Πατριάρχης. Όταν το 1345, ο Άθως βρέθηκε υπό την προστασία του
Στέφανου Δουσάν, ο Σέρβος ηγεμόνας, κατηγόρησε τον Πρώτο του Αγίου
Όρους, Νήφωνα, ως Βογόμιλο. Στη διάρκεια της δεύτερης Πατριαρχίας του
(1355 – 1366), βρέθηκε υπόλογος και ο ίδιος για Μασσαλιανισμό και
δημιουργήθηκε σχίσμα στους κόλπους της εκκλησίας.
Το 1350, η Σύνοδος του Τυρνόβου καταδίκασε τους Βογόμιλους που δρούσαν
εκεί. Τελευταία κατάλοιπα της αίρεσης μαρτυρούνται στη Θεσσαλονίκη στις
αρχές του 15ου αιώνα. Πηγή που μας πληροφορεί: «Κατά πασών των
αιρέσεων του τελευταίου Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Συμεών…..».
Παράγοντες που συνέβαλλαν στη διάδοση του Βογομιλισμού και
Μασσαλιανισμού: 1) η κατάτμηση και αποκέντρωση των εδαφών του
βυζαντινού κράτους, 2) η πολιτική ρευστότητα ορισμένων περιοχών,
3) οι διαιρέσεις στο εσωτερικό της εκκλησίας, 4) η ηθική κατάπτωση του
κλήρου, 5) η επικράτηση διανοητικής σύγχυσης και υλικής αστάθειας και
6) η συνύπαρξη ακραίου ασκητισμού με την ακραία ανηθικότητα.
Μάθημα 8ο (25/11/2014)
1302: Μάχη Βαφέως και ήττα βυζαντινών από το στρατό του Οσμάν
(1299 – 1326).
1315 – 1322: στη δυτική Ευρώπη ο μεγάλος λιμός.
Πρώτο κύμα λιμού: με τη Μάχη του Βαφέως στη Νικομήδεια.
1303: η Κωνσταντινούπολη κατακλύζεται από πρόσφυγες (πρώτο κύμα
λιμού) της Βιθυνίας. Πηγές: Ραμόν Μουντανέρ και Γεώργιος Πολυμέρης
(σημαντική πηγή που έχει μείνει ανεκμετάλλευτη).
1306 – 1307: δεύτερο κύμα λιμού στην Κωνσταντινούπολη. Προέρχεται
από: 1) λεηλασία της νότιας Θράκης από τους Καταλανούς, 2) από τις
επιθέσεις που δέχεται η βόρεια Θράκη από το Θεόδωρο Σβιατοσλάβο και
3) από την αδυναμία ανεφοδιασμού της Κωνσταντινούπολης από τη Θράκη,
τα λιμάνια της Βουλγαρίας στη Μαύρη Θάλασσα και τους Γενουάτες που
κερδοσκοπούν το χειμώνα 1306 – 1307.
Παρατηρείται συσσώρευση και λιμός των αγροτών της Θράκης εντός της
Κωνσταντινούπολης.
Τη διάσωσή τους αναλαμβάνει ο Πατριάρχης Αθανάσιος Α’ (ο πρώτος
πατριάρχης που δεν ενδιαφέρεται για μεγαλεία). Πηγή: Βίος Αθανασίου Α’
(έχει γραφτεί από δυο διαφορετικούς βιογράφους).
1343: οι Τάταροι της Χρυσής Ορδής εκδιώκουν τους Βενετούς και Γενουάτες
εμπόρους από την Τάνα και απαγορεύουν την εξαγωγή σιταριού από τη
Μαύρη Θάλασσα.
Μέχρι το 1204, η Μαύρη Θάλασσα ήταν κύρια ζώνη των βυζαντινών.
Ο Μανουήλ Α’ Κομνηνός, όταν πρόσφερε στους Γενουάτες την εμπορική
εκμετάλλευση της Μαύρης Θάλασσας, εξαίρεσε να δώσει την Αζοφική
Θάλασσα.
1348: τρίτο κύμα λιμού στην Κωνσταντινούπολη. Η Θράκη και η
Μακεδονία, ως θέατρο της εμφύλιας σύρραξης μεταξύ Ιωάννη Ε’ και Ιωάννη
Καντακουζηνού, αδυνατούν να εφοδιάσουν την Κωνσταντινούπολη.
Αισθητή η παρουσία βυζαντινών εμπόρων στη Μαύρη Θάλασσα.
Διαθέτουν πλοία και ανεφοδιάζουν την πρωτεύουσα με σιτάρι από το Δέλτα
του Δούναβη.
1348: οι Γενουάτες καίνε τα πλοία και τις αποθήκες τους και η
Κωνσταντινούπολη δοκιμάζεται πάλι από το λιμό.
Μαύρη Θάλασσα: αποτελούσε την αποκλειστική οικονομική ζώνη του
Βυζαντίου μέχρι τις αρχές του 13ου αιώνα.
Οι στέπες της Κριμαίας και της Ρωσίας αποτελούν το σιτοβολώνα της
Κωνσταντινούπολης.
Οι βυζαντινοί αυτοκράτορες κρατούσαν σκόπιμα κλειστό το πέρασμα στη
Μαύρη Θάλασσα στους Δυτικούς.
Στόχοι τους: η διασφάλιση του μονοπωλίου σιτηρών, καίριας σημασίας για
τον ανεφοδιασμό της Κωνσταντινούπολης.
1169: διάταγμα του Μανουήλ Α’ δίνει τη δυνατότητα στους Γενουάτες να
εμπορεύονται και στη Μαύρη Θάλασσα, εκτός από τη θάλασσα της Αζόφ.
1192: ανανέωση του διατάγματος.
1204 – 1261: η Βενετία αποκτά πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα και η
Γένουα τη χάνει.
Η Σουγδαία είναι ο πρώτος εμπορικός σταθμός της Βενετίας.
Υποβαθμισμένος ο ρόλος της Μαύρης Θάλασσας αυτή την περίοδο. Όλοι οι
μεγάλοι εμπορικοί δρόμοι της Άπω Ανατολής βρίσκουν διέξοδο στη Συρία
και την Παλαιστίνη με τη δημιουργία των λατινικών κρατιδίων της
Ανατολής.
1261: Συνθήκη του Νυμφαίου και εκχώρηση από τον Μιχαήλ Η’ στους
Γενουάτες της αποκλειστικής εκμετάλλευσης της Μαύρης Θάλασσας. Η
συνθήκη σηματοδοτεί την αρχή της ηγεμονίας της Γένουας στη Μαύρη
Θάλασσα (από το 1261, έχει το εμπορικό μονοπώλιο της Ανατολής).
Μετά την απόκτηση της Κωνσταντινούπολης (1261), ξεκινά μια νέα εποχή
για τις πόλεις της Μαύρης Θάλασσας.
1263: ο Μιχαήλ Η’ στέλνει τον ικανό στρατηγό του, Μιχαήλ Γλαβά
Ταρχανειώτη, σε εκστρατεία στη Μαύρη Θάλασσα.
Στόχος: η εξασφάλιση των εδαφών που ένωναν το Βυζάντιο με την
νοτιοανατολική Ευρώπη.
Αποτέλεσμα: η προσάρτηση για μια ακόμη φορά στα βυζαντινά εδάφη της
Αγαθόπολης, Σωζόπολης, Αγχιάλου και Μεσημβρίας.
Τον 14ο αιώνα με την απώλεια της Μικράς Ασίας, το κέντρο βάρους του
Βυζαντίου σε εμπορικό, διοικητικό και πολιτιστικό επίπεδο μεταφέρεται
στη Μαύρη Θάλασσα.
Οι πόλεις αυτές παρέμειναν κάτω από τον βυζαντινό έλεγχο, μέχρι την
πτώση και προσφέροντάς ως appanages στους γιους του αυτοκράτορα.
1265: συνθήκη εκχώρησης του Μιχαήλ Η’ στους Βενετούς του δικαιώματος
δημιουργίας εμπορικών σταθμών στη Μαύρη Θάλασσα.
Ίδρυση σταθμών στη Σουγδαία, Τάνα, Τραπεζούντα.
1266: ίδρυση του Καφφά, διοικητικού και οικονομικού κέντρου της
αποικιοκρατικής αυτοκρατορίας της Γένουας στη Μαύρη Θάλασσα.
Από τα μέσα του 13ου αιώνα: αναβαθμίζεται ξανά η σημασία της Μαύρης
Θάλασσας με την εμφάνιση των Μογγόλων και την εγκαθίδρυσή της ως pax
mongolica.
1291: πτώσης της Άκρας και κλείσιμο του εμπορικού δρόμου της Άπω
Ανατολής που κατέληγε στη Συρία.
Το κέντρο του διεθνούς εμπορίου μεταφέρεται στη Μαύρη Θάλασσα.
1347 – 1348: σαρωτικό πέρασμα του Μαύρου Θανάτου [δυο είδη Μαύρου
Θανάτου: πνευμονική πανώλη (μεταξύ ανθρώπων με σταγονίδια) και
βουβωνική πανώλη (μέσω ψύλλων και ποντικών)].
Πηγές για τον Μαύρο Θάνατο:
 Νικηφόρος Γρηγοράς
 Ιωάννης Καντακουζηνός
 Δημήτριος Κυδώνης
 Βραχέα Χρονικά
 Βίος του Οσίου Νήφωνα
Επανεμφάνιση της επιδημίας οχτώ φορές τα επόμενα 100 χρόνια μετά το
πρώτο ξέσπασμα.
1394 – 1402: τέταρτο κύμα λιμού. Σημειώνεται κατά τη διάρκεια της
οκταετούς πολιορκίας της Κωνσταντινούπολης από τον Βαγιαζήτ Α’. μαζικοί
θάνατοι.
Φυγή κατοίκων είτε προς τους Οθωμανούς (κι έτσι αλλαξοπιστούσαν) είτε
προς τους Ιταλούς (αυτοί που είχαν περισσότερα χρήματα).
Κορύφωση του λιμού το 1400.
1453: τελευταίο κύμα (πέμπτο) λιμού: θα αντέξουν την πείνα αλλά θα
σκοτωθούν από το σπαθί των Οθωμανών.
Μάθημα 9ο (2/12/2014)
Παιδομάζωμα = devsirme
Οθωμανική πρακτική γνωστή ως φόρος αίματος.
Εμφανίζεται στη Μακεδονία στο β’ μισό του 14ου αιώνα (το πιθανότερο
σενάριο).
Νέος θεσμός στρατιωτικής δουλείας.
Προκύπτει από την ανάγκη δημιουργίας ενός στρατού μόνιμου, αξιόπιστου
και πειθαρχημένου: του σώματος των γενιτσάρων.
Αναδείχθηκε σε προσωπικό στρατό του Οθωμανού σουλτάνου.
Προϋπέθετε: α) βίαιη στρατολογία σε τακτά διαστήματα παιδιών Χριστιανών
υπηκόων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, β) προσηλυτισμό στο Ισλάμ
(δεύτερο στάδιο) και γ) εξοικείωσή τους με τα τουρκικά έθιμα.
Αφορούσε κυρίως τους Έλληνες των πόλεων και τους λαούς των Βαλκανίων.
Χρόνος εμφάνισης: Χρυσούπολη (Ανατολική Μακεδονία). Μετά το 1391
(υποταγή Χρυσούπολης στους Οθωμανούς): πρωϊμότερη αναφορά στον Βίο
του Αγίου Φιλόθεου του Αθωνίτη (1375 – 1450). Καταδεικνύεται ότι ήταν
σε ισχύ στην τελευταία δεκαετία του 14ου αιώνα εκεί στη Χρυσούπολη
(σημερινή Καβάλα ή Χριστούπολη).
Οι Τούρκοι μισθοφόροι, οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν στον εμφύλιο πόλεμο
του Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγου και Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνού, έπαιξαν το
ρόλο προπομπών των Οθωμανών που έβαλαν το πόδι τους στη Θράκη, το
1352, κυριεύοντας το Κάστρο Τζύμπη (πιο πάνω από την Καλλίπολη).
Η διείσδυση και ο εποικισμός των Τούρκων στη Θράκη από το 1359 και
εξής, πραγματοποιείται με πολύ γρήγορους ρυθμούς.
Μέσα δεκαετίας του 1360: συχνή παρουσία εχθρικών Τουρκικών
στρατευμάτων στις κοιλάδες της Μακεδονίας.
Αρχικές επιδρομές στην ύπαιθρο και στην συνέχεια πολιορκίες πόλεων.
1372: πιθανή πρώτη επίθεση Τούρκων στη Θεσσαλονίκη (Βραχέα Χρονικά).
1383: οι Τούρκοι κατέλαβαν τις Σέρρες και κυριάρχησαν σε όλη την
περιοχή του Στρυμόνα.
Η περίοδος της Τουρκοκρατίας άρχισε για την περιοχή του Στρυμόνα 70
χρόνια πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης.
1387: παράδοση Θεσσαλονίκης στους Τούρκους.
1391: υποταγή Χρυσούπολης και ολοκλήρωση της Τουρκοκρατίας σε όλη
σχεδόν τη Μακεδονία.
Περαιτέρω αναφορές στο παιδομάζωμα:
1395: ομιλία Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, Ισιδώρου Γλαβά. Μας
γνωστοποιεί την διενέργεια παιδομαζώματος στη Θεσσαλονίκη, το 1395.
1397: επιστολή Ιταλού Coluccio di Salutati.
Με βάση τις παραπάνω μαρτυρίες: το παιδομάζωμα υιοθετήθηκε στο β’ μισό
του 14ου αιώνα. Εφαρμόστηκε στις ευρωπαϊκές περιοχές του Οθωμανικού
κράτους. Η απαρχή ωστόσο του θεσμού αποτελεί ζητούμενο της έρευνας.
Παρατηρείται σιγή των δυο ιστορικών του 14ου αιώνα, του Νικηφόρου
Γρηγορά και του Ιωάννη Καντακουζηνού για το φαινόμενο αυτό.
Στρατολογία από Χριστιανούς αιχμαλώτους και από γενιτσάρους (devsirme,
το πιο σημαντικό κομμάτι). Σιγή επίσης τηρούν και οι ιστορικοί της
Άλωσης: Δούκας, Χαλκοκονδύλης, Σφραντζής και Κριτόβουλος. Η σιγή τους
οφείλεται πιθανόν στο γεγονός ότι δεν κάνουν διάκριση ανάμεσα στο
παιδομάζωμα και στο γενικότερο φαινόμενο της αιχμαλωσίας.
Άξιο προσοχής είναι το γεγονός ότι ο όρος «παιδομάζωμα», μετάφραση του
«devsirme», δεν μαρτυρείται πριν από το β’ μισό του 16ου αιώνα.
Μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνα, δεν έχουμε επομένως κανέναν ειδικό όρο.
Στον Βίο του Αγίου Φιλόθεου του Αθωνίτη, το devsirme αναφέρεται ως
«συλλογή παιδιών».
Καταγωγή παιδομαζώματος: η στρατιωτική δουλεία αποτελούσε φαινόμενο
στον ισλαμικό κόσμο. Σκλάβοι χρησιμοποιήθηκαν ήδη στη φρουρά του
Χαλίφη Uthman (644 – 656). Οι Οθωμανοί σουλτάνοι στήριξαν την
κυριαρχία τους στο θεσμό της δουλείας. Οι δούλοι προέρχονταν από το μη
μουσουλμανικό κόσμο μέσω αιχμαλωσίας, αγοράς, κληρονομιάς ή δωρεάς
(Σαρία: παράνομος ο εξανδραποδισμός Χριστιανών).
Προς τα τέλη του 14ου αιώνα: η στρατολόγηση δούλων πραγματοποιείται
μέσω δυο μεθόδων: 1) μέσω της στρατολόγησης του 1/5 των αιχμαλώτων
πολέμου για τον σουλτάνο και 2) μέσω του θεσμού του παιδομαζώματος.
Το παιδομάζωμα, ένας δουλικός θεσμός του Οθωμανικού κράτους, συνεχίζει
την ισλαμική παράδοση.
Στο διάστημα από τον 14ο έως τον 16ο αιώνα αναδεικνύεται στην κύρια πηγή
στρατολόγησης:
 για το σώμα των γενιτσάρων, δηλαδή του προσωπικού στρατού του
Οθωμανού σουλτάνου
 για τα ανώτατα αξιώματα του παλατιού
 για την αυλή του σουλτάνου
Διαφοροποιείται όμως από προηγούμενους παρόμοιους θεσμούς από τον
τρόπο προμήθειας των σκλάβων.
Devsirme = συλλογή, μάζεμα.
Η συστηματοποίηση του παιδομαζώματος συμπίπτει με την εποχή του
Μουράτ Β’ (1421 – 1451) και εφαρμοζόταν κάθε πέντε χρόνια.
Έσβησε σταδιακά στη διάρκεια του 17ου αιώνα και μετά.
Μάθημα 10ο (9/12/2014)
«Αγιοποίηση»: δόκιμος όρος για την αναγνώριση και ανακήρυξη της
αγιότητας στο Βυζάντιο. Η χρήση του όρου πρέπει να είναι συμβατική.
Κατάλληλοι όροι: ανακήρυξη, επίσημη εξαγγελία, αναγνώριση, κανονισμός,
ανάδειξη, διαπίστωση, διακήρυξη.
Παραδοσιακός σκοπός αναγνώρισης των αγίων στο Βυζάντιο
Η αναγνώριση των αγίων στο Βυζάντιο ήταν ένα κοινωνικό φαινόμενο. Ποιο
ήταν το κίνητρο πίσω από την ανακήρυξη ενός προσώπου ως αγίου; Όταν η
αγιοποίηση προέρχεται εκ των άνωθεν συνήθως υπάρχουν πολιτικά ή
οικονομικά κίνητρα.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση πρωτίστως μπορεί να ανιχνευθεί η ανθρώπινη
ανάγκη για έκκληση σε μια αναγνωρισμένη και αποτελεσματική πηγή
βοήθειας και ενθάρρυνσης.
Έχει ως μόνο και αληθινό κριτήριο την αυθόρμητη ευλάβεια της πίστεως
(στις περισσότερες περιπτώσεις). Η αναγνώριση του αγίου δεν υπαγόταν σε
καμία τυπική μορφή και νομική διαδικασία.
Προϋπέθετε: 1) την καταχώρηση του ονόματος του αγίου και της ημέρας της
γιορτής τους (του θανάτου του) σε κάποιο λειτουργικό βιβλίο (εορτολόγιο,
μηνολόγιο, συναξάριο, μηναίο ή μηναία), 2) την απαρχή της μνημόνευσής
του στο λειτουργικό χώρο της εκκλησίας, 3) την καθιέρωση του ετήσιου
εορτασμού της μνήμης του.
Στοιχεία που συντελούν στη διεύρυνση της φήμης του αγίου:
1) η συγγραφή συναξαρίου, βίου ή εγκωμίου (ως στόχο απλώς να εξάρει τις
αρετές του αγίου), ασματικής ακολουθίας
2) η αγιογράφηση της εικόνας του
3) η ανέγερση ενός ναού προς τιμήν του (με χορηγία είτε του αυτοκράτορα,
είτε πιστών, είτε αριστοκράτη, είτε επισκόπου).
Όταν η φήμη του αγίου ξεπερνούσε τα όρια της τοπικής εκκλησίας, το
Πατριαρχείο εισήγαγε το όνομα και τη γιορτή του στο Εορτολόγιο της
Μεγάλης Εκκλησίας.
Αυτό συνεπαγόταν τη γενίκευση του εορτασμού της μνήμης του από το
σύνολο της Εκκλησίας.
Ο ρόλος της εκκλησιαστικής αρχής στην αναγνώριση αγίων: είναι σαφές ότι
η εκκλησιαστική αρχή δεν ανακήρυσσε κάποιον άγιο αλλά:
 επισημοποιούσε αυτόν που είχε ήδη τιμηθεί από το λαϊκό αίσθημα σε
τοπικό επίπεδο
 επισφράγιζε την ήδη αναγνωρισμένη αγιότητά του
 διεύρυνε τη φήμη του
 εξασφάλιζε την περαιτέρω επιβίωσής της στο πέρασμα του χρόνου
Καινοτομίες της Παλαιολόγειας Εποχής: το καθιερωμένο πλαίσιο της
αγιότητας στο Βυζάντιο μέσα από την αδιάσπαστη ομοφωνία λαού και
κλήρου παρατηρείται:
1) επίσημη ανακήρυξη ορισμένων αγίων από την εκκλησιαστική αρχή. Η
διαδικασία που τηρείται είναι ξένη προς τη βυζαντινή νοοτροπία. Έχει
έντονο γραφειοκρατικό χρώμα. Θυμίζει το μηχανισμό αγιοποιήσεων της
Δυτικής Εκκλησίας
2) δίνεται έμφαση στα θαύματα ως τεκμήριο αγιότητας και παρατηρείται
εμμονή στη συγκέντρωση αποδείξεων γι’ αυτά
3) γίνεται εμφανής ο κεντρικός ρόλος του Αγίου Όρους τον 14ο αιώνα στην
ανάδειξη, προβολή και προώθηση νέων αγίων
Διάκριση σε τρις εκφάνσεις αγιοποίησης κατά την Παλαιολόγεια Εποχή:
Πρώτη έκφανση: αποδοχή αγιότητας προσώπου από ολιγάριθμη ομάδα
ατόμων (φίλων, μαθητών ή συγγενών). Καταγραφή του ονόματός τους στο
εορτολόγιο του πληρέστερου ναού ή μονής.
Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται οι: (ουσιαστικά ανεπίσημοι άγιοι)
 Οσία Θωμαΐδα
 Νικηφόρος ο Ησυχαστής
 Ιλαρίων, Επίσκοπος Διδυμοτείχου, και Γαβριήλ, Αρχιεπίσκοπος της
Μονής Παντοκράτορος στο Διδυμότειχο
 Όσιος Νικόδημος, πρώτος πνευματικός πατέρας του Γρηγορίου Παλαμά
 Μάρκος ο Άγιος, ο πρώτος πνευματικός πατέρας του Μάξιμου
Καυσοκαλυβίτη στο Όρος Γάνος
 Φιλόθεος Κόκκινος, ο διάσημος βιογράφος αγίων του 14ου αιώνα
(τιμήθηκε από τους Σέρβους, όχι τους Βυζαντινούς)
Δεύτερη έκφανση: αναγνώριση της αγιότητας προσώπου από τοπική
εκκλησία ή μονή. Καταχώρηση του ονόματος και της γιορτής του σε
λειτουργικό βιβλίο. Συγγραφή βίου, εγκωμίου ή συναξαρίου.
 Όσιος Αθανάσιος ο Μετεωρίτης
 Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης
 Όσιος Διονύσιος ο Αθωνίτης
 Όσιος Λεόντιος Παλαιολόγος Μαμωνάς
 Όσιος Νικόδημος ο Νέος
Τρίτη έκφανση: ανακήρυξη της αγιότητας ενός προσώπου από την
εκκλησιαστική ιεραρχία. Μόνο για όσους: α) σφράγισαν με το πέρασμά τους
την ευρύτερη κοινωνία της περιοχής τους, β) υπέστησαν διωγμό για την
προσήλωσή τους στην Ορθοδοξία, γ) υπήρξαν εκφραστές και εκπρόσωποι της
ορθόδοξης θεολογικής σκέψης μέσω συγγραμμάτων, λόγων και διαλέξεων,
δ) προσέφεραν κοινωνικό έργο, ε) δοξάστηκαν από το Θεό με θαύματα.
Στην τρίτη έκφανση της αγιοποίησης, η έκφανση της αγιότητας
προϋποθέτει: α) ενδελεχή έρευνα γύρω από τη ζωή του, β) εξέταση
μαρτύρων, γ) επικέντρωση στα θαύματα που επιτέλεσε ως αδιαφιλονίκητα
κριτήρια αγιοποίησης. Είναι διαδικασία ξένη προς τη βυζαντινή νοοτροπία.
Υιοθετείται για όσους είχαν κεντρικό και αμφιλεγόμενο ρόλο στην κοινωνία
της εποχής τους και η αγιότητά τους δεν ήταν ομόφωνα αποδεκτή.
 Πατριάρχης Αρσένιος Αυτωρειανός
 Μάρκος Ευγενικός
 Μελέτιος Γαλησιώτης
 Πατριάρχης Αθανάσιος Α’
 Γρηγόριος Παλαμάς
Ο ρόλος του Αγίου Όρους στην ανάδειξη νέων αγίων τον 14ο αιώνα: καίριας
σημασίας για την ανάδειξη και αναγνώριση νέων αγίων, εμφανίζεται να
είναι ο εικονογραφικός διάκοσμος των μοναστηριών του Αγίου Όρους.
Παρατηρείται για πρόσωπα που δεν είχαν ανακηρυχθεί επίσημα άγιοι.
Συμβάλλει στο να αποκτήσουν φήμη αγιότητας μέσα από την εικονογραφία.
Παράδειγμα: η αγιογράφηση του Οσίου Νικοδήμου του Νέου έγινε το 1319,
στη Μονή Χιλανδαρίου, ενώ η ανακήρυξη της αγιότητάς του έγινε, το 1321,
από τον Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης.
Αγιοποίηση νεομαρτύρων: οι νεομάρτυρες εμφανίζονται στο προσκήνιο από
τα τέλη του 13ου αιώνα. Πάγια χριστιανική τακτική: αυτόματη αναγνώριση
της αγιότητάς τους αμέσως μετά το μαρτύριο. Εγγραφή του ονόματός τους
στα Δίπτυχα. Απόδοση τιμής στα λείψανά τους την επέτειο της μαρτυρίας
τους.
Άγιος Νικήτας ο Νέος: καταγωγή από Άγκυρα. Μαρτύρησε στη Νίσσα λίγο
πριν από το 1308. Το λείψανό του περιμάζεψε ο τοπικός επίσκοπος, η
μητέρα του και ορισμένοι χριστιανοί. Το κατέθεσαν στο Ναό του Αγίου
Γρηγορίου Νίσσας. Η μνήμη του ορίστηκε να γιορτάζεται την ημέρα του
μαρτυρίου του, στις 15 Σεπτεμβρίου. Διασώζεται συναξάριο ιστορικής
βαρύτητας.
Άγιος Ιωάννης ο Νέος: έμπορος Τραπεζούντας. Μαρτύρησε γύρω στα 1330
στο Ασπρόκαστρο της Μαύρης Θάλασσας από σαμανιστές Τατάρους. Το
λείψανό του φυλάχθηκε σε εκκλησία του Ασπροκάστρου όπου και τιμήθηκε.
Εβδομήντα χρόνια αργότερα μεταφέρθηκε στη Σουτστάδα, πρωτεύουσα της
Μολδοβλαχίας από τον βοεβόδα Αλέξανδρο τον Μελό (1400 – 1432). Έκτοτε
αναδείχθηκε σε προστάτη και πολιούχο της Μολδαβίας. Το «μαρτύριό» του
γράφτηκε στη μεσαιωνοβουλγαρική από τον Γρηγόριο Τσαμηλάκ και
γνώρισε μεγάλη διάδοση μέσα από μεταφράσεις στη ρουμανική ή ελληνική
γλώσσα.
Νεομάρτυρας Αρμένιος, Μητροπολίτης Βέροιας (14ος ή 15ος αιώνας): ο
πρώτος αρχιερέας που μαρτύρησε από τους Τούρκους. Δεν μνημονεύεται με
τους γνωστούς νεομάρτυρες. Τιμόταν μυστικά από τους κατοίκους της
Βέροιας. Η ύπαρξή του υποδεικνύεται από την ακολουθία που γράφτηκε
προς τιμήν του.
Μάθημα 11ο (16/12/2014)
Τόπος καταγωγής: από τους 35 Αγίους γνωρίζουμε για τον τόπο καταγωγής
των 30. 22 Άγιοι προέρχονται από αστικά κέντρα. Από την:
Κωνσταντινούπολη (4), Θεσσαλονίκη (4), Ανδριανούπολη (2), Χρυσούπολη,
Βέροια, Λάρισα, Πάτρα, Μονεμβασιά, Δυρράχιο, Βιδίνιο, Πελαγονία
(Μοναστήρι), Σόφια, Λάμψακο, Τραπεζούντα, Άγκυρα.
Τρεις άγιοι από επαρχιακές πόλεις: Θεοδότου στον Εύξεινο Πόντο,
Κούκουλον στη Μικρά Ασία, Βολισσός στη Χίο.
Πέντε άγιοι προέρχονταν από χωριά: η «περί την πόλιν Σμύρνην χώραν»,
χωριό των παραλίων της Μαύρης Θάλασσας, Κορησσός στην Καστοριά,
Λουκόβη στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, Σαμψώ κοντά στην Έφεσο.
Κοινωνικό υπόβαθρό: δεκατέσσερις άγιοι από τους 35 προέρχονταν από την
ανώτερη κοινωνική τάξη: αριστοκρατίας της γης, αυλική αριστοκρατία,
συγκλητικούς, συγγενείς της αυτοκρατορικής οικογένειας, ανώτατους
δικαστές, αξιωματούχους του Πατριαρχείου, ανώτερους στρατιωτικούς.
Τρεις είχαν χαμηλή κοινωνική καταγωγή: μικροκαλλιεργητές ή άνθρωποι
του λαού (αλλά εν αυτάρκεια βιούντες).
Τρεις από ιερατικές οικογένειες.
Για τους υπόλοιπους δεν γνωρίζουμε (κυριαρχεί απλά η μνεία για την αρετή
και την ευσέβειά τους).
Μόρφωση: (συνάρτηση των άλλων δυο) [δυο βασικές πηγές για την
εκπαίδευση, αυτοβιογραφίες – Θεόδωρος Μετοχίτης, λογίων ή αγιολογικές
πηγές]. Η εκπαίδευση στο Βυζάντιο περιλάμβανε τρεις βαθμίδες.
Πρώτη βαθμίδα: (ανοιχτή σε όλους ανεξαρτήτως κοινωνικής θέσης ή
γεωγραφικής προέλευσης). Τα στοιχειώδη γράμματα (ιερά ή πεζά γράμματα)
(6 – 12 ετών). Όποιος είχε τελειώσει την πρώτη βαθμίδα εντασσόταν στους
εγγράμματους, δηλαδή γνώριζε γραφή, ανάγνωση ή απλές μαθηματικές
πράξεις.
Δεύτερη βαθμίδα: μαθήματα με πρακτική εφαρμογή στη δημόσια ζωή.
Εγκύκλιος παιδεία (μαθήματα, λόγοι) (12 – 18 ετών). Όποιος είχε τελειώσει
τη δεύτερη βαθμίδα εντασσόταν στους μορφωμένους και είχε ανοιχτές
πόρτες για σταδιοδρομία στο δημόσιο ή στο στρατό ή στην εκκλησιαστική
ιεραρχία. Μαθήματα: Trivium = ποίηση, ρητορική, γραμματική.
Quadrivium: μουσική, αστρονομία, γεωμετρία, αριθμητική.
Τρίτη βαθμίδα: κατά κύριο λόγο στην Κωνσταντινούπολη. Ανώτερη παιδεία
(μείζονες ακροάσεις ή επιστήμες). Εμβάθυνση σε όλα τα μαθήματα
(Trivium, Quadrivium) ή σε ένα από αυτά. Κυρίως γόνοι ισχυρών
οικογενειών ή ανώτατων αξιωματούχων. Σε αυτό το στάδιο, άτομα με
ιδιαίτερες πνευματικές αναζητήσεις, οι οποίοι δεν ενδιαφέρονται μόνο για
την πρακτική εφαρμογή της γνώσης αλλά και για την ίδια την γνώση.
18 άγιοι ασχέτως κοινωνικής προέλευσης ήταν εγγράμματοι. Στην
πλειοψηφία τους οι άγιοι της Παλαιολόγειας Εποχής επιδεικνύουν
ενδιαφέρον για τη μόρφωση.
10 άγιοι επιδεικνύουν έφεση για μόρφωση ακόμα και όταν η κοινωνική τους
θέση και οι συνθήκες δεν τους ευνοούν (πχ Ιωάννης Μητροπολίτης
Ηράκλειας Πόντο, Μακάριος Μακρής, Αθανάσιος Μετεωρίτης).
Αγιότητα: κάθε κοινωνία διαμορφώνει και προβάλλει έναν ιδανικό τόπο
ανθρώπων. Για την βυζαντινή κοινωνία είναι ο Άγιος. Το γεγονός αυτό
συνέβαλε στην ανάπτυξη της αγιολογικής παραγωγής στο Βυζάντιο
(πλουσιότερο λογοτεχνικό είδος στο Βυζάντιο). Η παραγωγή αυτή
διακρίνεται για τη μεγάλη χρονική και θεματολογική της έκταση και την
έντονη γλωσσική πολυμορφία (δημώδης κοινή, αρχαΐζουσα, κείμενα
μεταφρασμένα).
Η αγιολογία είναι σύγχρονος όρος που προσδιορίζει:
1) είδος της βυζαντινής λογοτεχνίας που προσδιορίζει μέσω της αφήγησης
της ζωής ενός αγίου στη δημιουργία ενός ιδεώδους χριστιανικής
συμπεριφοράς
2) τον επιστημονικό κλάδο που ασχολείται με την μελέτη του. Αυτοί που
έβαλαν τις βάσεις για τη μελέτη της αγιολογίας είναι οι Βολλανδιστές (17ος
έως 20ος αιώνας) (Ιησουίτες μοναχοί) (Καρπός της έρευνάς τους είναι το Acta
Sanctorum).
Ο όρος hagiography αναφέρεται στη δήλωση μιας αρχής ιστορίας μέσω του
αφηγηματικού λόγου ή μέσω της ζωγραφικής. Η αγιογραφία συνδέεται
στενά με την υμνογραφία και την εικονογραφία καθώς οι εικόνες ξαναλένε
την ιστορία μέσα από τα χρώματα.
Ο βυζαντινός κόσμος δημιούργησε πολύ περισσότερους βίους αγίων από ότι
δημιούργησε η Δύση.
Σταθμοί της βυζαντινή αγιολογίας:
α) πρώτη βυζαντινή περίοδος (4ος – 7ος αιώνας): αρχικά με τους διωγμούς και
κατόπιν με την διαμόρφωση του μοναχικού και ασκητικού ιδεώδους κάνουν
την εμφάνισή τους τα βασικά είδη: μαρτυρία, βίοι, αποφθέγματα και
διηγήσεις πατέρων, εγκώμια. Η πρώιμη αγιολογία αμφισβητεί τις αξίες του
αστικού πολιτισμού.
β) δεύτερη βυζαντινή περίοδος (μέσα 7ου – 11ος αιώνας): θεωρείται η
περίοδος ακμής της βυζαντινής αγιολογίας. Η εικονομαχία δίνει το έναυσμα
για τη συγγραφή βίων, ενώ μετά το 843, αξιοσημείωτοι είναι και οι βίοι
ιδρυτών μοναστηριών. Τον 9ο ή 10ο αιώνα, η αγιολογία ακμάζει καθώς
κυριαρχεί η τάση να ξαναγράφονται παλαιά κείμενα σε λόγια γλώσσα
(Συμεών ο Λογοθέτης).
γ) Τρίτη βυζαντινή περίοδος (11ος – 15ος αιώνας) (ύστερη): από το β’ μισό του
11ου αιώνα έως το 1261, η αγιολογία παρακμάζει. Το ενδιαφέρον
μετατοπίζεται στην αυτοβιογραφία και στη διάδοση του στρατιωτικού
ιδεώδους. Από το 1261 έως το 1453, η αγιότητα εξελίχθηκε σε δόκιμο
στοιχείο και θεσμό, καθώς και σε ιδεώδες, καθώς ερμηνεύει και αναζωογονεί
τη βυζαντινή κοινωνία και κατά συνέπεια η αγιολογία ακμάζει για
τελευταία φορά.
Παράγοντες που ευνοούν την άνθιση της αγιολογίας κατά την Παλαιολόγεια
Εποχή (αυτά που έχουμε πει και γράψει στο πρώτο).
Σταθμοί της Παλαιολόγειας Αγιολογίας:
1) η τέρψη του αναγνώστη ή ακροατή
2) η ανάδειξη ενός νέου αγίου και η καλλιέργεια χριστιανικού αισθητηρίου
και ήθους. Αυτό επιδιώκεται μέσα από δυο διαφορετικές τάσεις που
κυριαρχούν την περίοδο αυτή: είτε με τον εγκωμιασμό αγίων προηγούμενων
αιώνων, ακόμη και από την εποχή των διωγμών (αφορούν τους φιλολόγους),
είτε μέσω της ανάδειξης σύγχρονων αγίων.
Αγιολογική παραγωγή που εμπνέεται από σύγχρονους με την εποχή αγίους:
κύριο χαρακτηριστικό η αξιοπιστία, η «ιστορικότητα», η αμεσότητα και η
απόδοση στο βιογραφούμενο άγιο οντότητας και εξατομίκευσης.
Παραδείγματα: Νικόδημος του Νέου, Γερμανός Μαρούλης, Σάββας
Βατοπεδινός, Γρηγόριος Παλαμάς, Ισίδωρος Α’ Φιλόθεος Κόκκινος (ο
σημαντικότερος βιογράφος των αγίων).
Γρηγόριος Σιναΐτης Πατριάρχης Κάλλιστος
Αθανάσιος ο Μετεωρίτης σύγχρονος μοναχός
Ρωμύλος ασκητής και μαθητής του
Μακάριος Μακρής σύγχρονος και οικείος του με μεγάλη παιδεία
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι να τονίσουμε ότι είναι πάρα πολύ βατή η παιδεία
του βιογράφου.
Αγιολόγοι που εγκωμιάζουν αγίους της προ – Παλαιολόγειας Εποχής (με
κύριο εκπρόσωπο τον Κωνσταντίνο Ακροπολίτη): οι διαπρεπέστεροι λόγιοι
της εποχής ήταν λαϊκοί στην πλειονότητά τους. Με παραγωγή 80% της
αγιολογικής παραγωγής (45 στον αριθμό). Αγιολόγοι που βιογραφούν
συγχρόνους τους: 27 στον αριθμό. Λόγιοι στην πλειονότητά τους
εκκλησιαστικοί (μοναχοί και ιεράρχες).
Κίνητρα συγγραφής βιογραφιών αγίων: ποικίλα κίνητρα ωθούν στη
συγγραφή τους βιογράφους αγίων. Τα βασικότερα είναι:
1) ο «αντιλατινισμός», η υπεράσπιση της ορθοδοξίας και η αντίθεση στην
πολιτική του Μιχαήλ Η’
2) η διακήρυξη της ανωτερότητας της πατριαρχικής έναντι της
αυτοκρατορικής εξουσίας (στην περίοδο κρίσης του β’ μισού του 13ου αιώνα)
3) η προβολή και καταδίωξη του Ησυχασμού και του Παγανισμού
4) η προσπάθεια διάδοσης του μηνύματος ότι η αγιότητα είναι εφικτή
ανεξαρτήτως των συνθήκων και της ρευστότητας της ύστερης εποχής
5) η προβολή του Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνού ως υπερασπιστή και πρόμαχο
της Εκκλησίας (πολιτικό κίνητρο) (η προβολή από τον Κόκκινο)
6) η προσφορά στο ορθόδοξο κατακτημένο ποίμνιο προτύπων για την
αποτροπή του από τον πειρασμό του εξισλαμισμού
7) η στηλίτευση του απερίσκεπτου Πατριάρχη Ιωάννη Καλέκα
8) η ανάδειξη του ασκητισμού ως τελειότερη μορφή χριστιανικής ζωής
9) η διατήρηση της μνήμης του θεμελιωτή του μετεωρικού μοναχισμού
10) η μετατόπιση (μεταφυσική) της προσοχής από τη μίζερη
καθημερινότητα υπήρξε το βασικό κίνητρο συγγραφής μοναχών χαμηλής
μόρφωσης με αποδέκτες ακροατές ή αναγνώστες από τα λαϊκά στρώματα
11) οι λειτουργικές ανάγκες της εκκλησίας βρίσκονται πίσω από τη
συγγραφή των συναξαρίων
12) η εξάσκηση στην ρητορική και στην απόκτηση της αττικής καθαρότητας
υπήρξαν κίνητρα για την συγγραφή εγκωμίων (για λόγιους)
Μάθημα 12ο (23/12/2014)
Peregrinatio religiosa (= αέναη περιπλάνηση) – «θρησκευτικός τουρισμός»:
είναι ο κυρίαρχο μοναστικό ιδεώδες της Παλαιολόγειας Εποχής.
Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως βασική πρακτική της πνευματικής
πορείας του αγίου.
Στόχος της: α) η απόκτηση ασκητικής εμπειρίας μέσα από πολυάριθμα
ταξίδια, περιπλανήσεις και προσκυνήματα, β) η γνωριμία των αγίων με
φημισμένους ασκητές, γ) η ενσυνείδητη έκθεση σε κάθε μορφής άσκηση και
δοκιμασία (χωρίς σταθερό ενδιαίτημα).
Περιπλανώμενοι άγιοι (9 στον αριθμό):
 Αθανάσιος Α’: stabilitas loci – αυτό ωθούσε τους υπόλοιπους μοναχούς να
κάνουν (αντίθεση)
 Νικόδημος ο Νέος
 Νείλος ο Εριχιώτης ή Ιεριχιώτης
 Μάξιμος Καυσοκαλυβίτης
 Μελέτιος Γαλησιώτης
 Μακάριος
 Γρηγόριος Σιναΐτης
 Ρωμύλος
 Σάββας Βατοπεδινός (Τζίσκος το όνομά του): ο πρώτος ταξιδευτής

Το χρονικό διάστημα στο οποίο πραγματοποιούνται ταξίδια ευρείας
κλίμακος και μεγάλων αποστάσεων είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν: β’
μισό 13ου αιώνα – 1340.
Ποιο το ιστορικό συμπέρασμα από τις μετακινήσεις αυτές;
1) ο βυζαντινός κόσμος της Παλαιολόγειας Εποχής απλώνεται πέρα από τα
συρρικνωμένα όρια του φθίνοντος κράτους
2) οι ορθόδοξες ενότητες διαφορετικών εθνοτήτων συνυπήρχαν ειρηνικά στη
Βουλγαρία, Αλβανία, Άγιον Όρος, Σερβία.
Η επικρατούσε εντύπωση: ο ορθόδοξος κόσμος αποτελούσε μια πατρίδα.
Αθανάσιος Α’: ξεκινά από Ανδριανούπολη την πορεία των ταξιδιών του και
τελειώνει στο Ξηρόλοφο, όπου γίνεται Πατριάρχης.
Σάββας Βατοπεδινός: μένει πολύ καιρό στην Κύπρο. Πορεία: Μονή
Βατοπεδίου, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Έφεσος, Πάτμος, Κύπρος, Ιεροσόλυμα,
Ιορδάνης, Σινά, Δαμασκός, Κρήτη, Εύβοια, Πελοπόννησος, Αθήνα, Πάτρα,
Τένεδος, Καλλίπολη, Μακεδονία, Θράκη, Ηράκλεια, Κωνσταντινούπολη,
Άγιον Όρος (όπου εκεί τελειώνει τη ζωή του). Υιοθέτησε προσωρινά τη
σαλότητα και την σιωπή.
Νείλος ο Ιεριχιώτης: πορεία: Μονή Ακοιμήτων (στο Βόσπορο), Ιεροσόλυμα,
Κωνσταντινούπολη, Ιεροσόλυμα, Ερυθρά Θάλασσα, Σινά, Άγιοι Τόποι
(Ιεριχώ, Ιορδάνη), Πελοπόννησος, Κέρκυρα, Ήπειρος (Ιεριχώ), Βαλώνα,
Γυρομέρι.
Μελέτιος Γαλησιώτης: καταγόταν από μια κωμόπολη στον Εύξεινο Πόντο,
ξεκινώντας από εκεί την πορεία των ταξιδιών του.
Γρηγόριος Σιναΐτης: γεννήθηκε στην Έφεσο.
Το σημαντικότερο προσόν του αγίου της Παλαιολόγειας Εποχής ήταν το
προορατικό χάρισμα. Η πρόβλεψη του μέλλοντος αποτελεί μια από τις
βασικότερες μέριμνες της ύστερης βυζαντινής κοινωνίας. Η δυνατότητα του
αγίου να προβλέπει: α) επερχόμενα γεγονότα δημοσίου ή προσωπικού
χαρακτήρα, β) θεομηνίες και συμφορές, γ) να διαβάζει τις σκέψεις των
ανθρώπων και να γνωρίζει όσα συνέβαιναν σε άλλο χώρο και άλλη
απόσταση. Αυτή του η δυνατότητα τον ελκύει στο κέντρο της κοινωνικής
και πολιτικής ζωής. Τον αναδεικνύει στο ρόλο του συμβούλου και
καθοδηγητή όλων των κοινωνικών στρωμάτων. Καίριας σημασίας ο ρόλος
του ως συμβούλου της υψηλής κοινωνίας και κυρίως του ιδίου του
αυτοκράτορα.
Προρρήσεις δημοσίου χαρακτήρα:
 Αθανάσιος Α’, Πατριάρχης
 Μακάριος, μοναχός, πρώτη 10ετία του 14ου αιώνα (Μονή Θεοτόκου του
Καλέως στην Κωνσταντινούπολη)
 Ιλαρίων Διδυμοτείχου
 Άγιος Κυπριανός
 Αθανάσιος Μετεωρίτης
 Μάξιμος Καυσοκαλυβίτης
 Ερημίτης Νήφων
 Σάββας ο Βατοπεδινός

You might also like