Professional Documents
Culture Documents
Μαθήματα 8ο (3/5/2017)
Η Κρήτη έγινε αυτόνομη κρητική πολιτεία το 1898 υπό την επικυριαρχία
του Σουλτάνου με κυβερνήτη κάποιον που ήταν ύπατος αρμοστής των
Μεγάλων Δυνάμεων, ο Πρίγκιπας Γεώργιος. Η Κρητική Πολιτεία έζησε ως
το 1908 (τυπικά ως το 1913 – τέλος Βαλκανικών Πολέμων). Είχε δικό της
Σύνταγμα, Βουλή και κυβέρνηση (με Χριστιανούς και Μουσουλμάνους). Το
νόμισμά της ήταν η δραχμή.
Μακεδονικό Ζήτημα
Αποτελεί κομμάτι και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας καθώς ανακύπτει
στην οθωμανική επικράτεια.
Γεωγραφικός χώρος: είναι ευρύτερος, εκτός από την σημερινή Ελληνική
Μακεδονία, μέρος της Αλβανίας (Κορυτσά), όλη η ΠΓΔΜ και τμήμα
νοτιοδυτικά της Βουλγαρίας.
Ο ιστορικός όρος «Μακεδονία» έπαψε να είναι σε χρήση από τον Μεσαίωνα.
Υπήρχε Θέμα Μακεδονίας στη Θράκη κατά τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία
(από όπου καταγόταν και η Μακεδονική Δυναστεία). Ο όρος επανέρχεται
όταν λόγω του Ουμανισμού, της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, οι
δυτικοευρωπαίοι μελέτησαν τα αρχαία κείμενα. Οι δυτικοευρωπαίου
άρχισαν να ονομάζουν «Μακεδονία» τον 18ο – 19ο αιώνα, μια περιοχή που
υπαγόταν σε τρία βιλαέτια: της Θεσσαλονίκης, του Μοναστηρίου και των
Σκοπίων ή Κοσσόβου. Για τους Οθωμανούς δεν υπήρχε «Μακεδονία» αλλά
τα τρία βιλαέτια.
Οι πληθυσμοί χωρίζονταν με δυο κριτήρια: το γλωσσικό και το
θρησκευτικό. Με βάση το θρησκευτικό κριτήριο, υπάρχουν Μουσουλμάνοι,
Ορθόδοξοι (που είναι οι περισσότεροι), Εβραίοι (σε αστικά κέντρα, κυρίως
τη Θεσσαλονίκη), λίγοι Ρωμαιοκαθολικοί (στα αστικά κέντρα) και ξένοι
υπήκοοι (στα αστικά κέντρα επίσης). Με βάση την μητρική γλώσσα (ανά
θρήσκευμα): Μουσουλμάνοι [όχι μόνο τουρκόφωνοι αλλά και ελληνόφωνοι
(εξισλαμισμένοι και λέγονταν βαλαάρ), αλβανόφωνοι, σλαβόφωνοι,
βλαχόφωνοι (στο Νομό Κοζάνης)], Ορθόδοξοι [ελληνόφωνοι (το μεγαλύτερο
μέρος είναι σλαβόφωνοι – ορθόδοξοι που ως μητρική γλώσσα έχουν μια
σλαβική γλώσσα (βουλγαρικά, σερβικά, σλαβομακεδονικά), βλαχόφωνοι,
αλβανόφωνοι], Ρωμαιοκαθολικοί ή υπήκοοι ευρωπαϊκών κρατών, είτε
ουνίτες (πρώην ορθόδοξοι που προσηλυτίστηκαν στον ρωμαιοκαθολικισμό)
που μιλούν βουλγαρικά, Εβραίοι (που μιλούν ισπανικά – λαντίνο).
Υπήρχε πανσπερμία πληθυσμού που θα έπαιζε ρόλο στην εξέλιξη του
ζητήματος. Το θρησκευτικό στοιχείο συμβαδίζει με την οργάνωση των
millet.
Κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο: αγρότες που ζουν σε άθλιες συνθήκες.
Στα αστικά κέντρα αναπτύσσονται αστικά στρώματα με καλύτερη
εκπαίδευση. Οι αγρότες είναι ευεπίφορο να δεχθούν επιδράσεις διαφόρων
εθνικισμών. Οι αστοί επηρέαζαν τον αγροτικό πληθυσμό, πχ ένας γιατρός
έχει κύρος όχι μόνο στην πόλη αλλά και στην αγροτική περιοχή, άρα τους
επηρεάζει και τις συνήθειες όπως ο ιερέας/μητροπολίτης και ο δάσκαλος.
Ο ευρύτερος Μακεδονικός χώρος γνώρισε ανάπτυξη τέλη 19ου αιώνα
[σιδηροδρομικές συνδέσεις (1891): Θεσσαλονίκη μέσα από την κοιλάδα του
Αξιού και του Μοράβα με τη Δυτική Ευρώπη και την Κωνσταντινούπολη
και γραμμή Θεσσαλονίκης – Μοναστηρίου]. Έφερε ανάπτυξη στη
βιομηχανία και έχουμε τα πρώτα εργοστάσια μεταποίησης: απασχολούν
μέρος του πληθυσμού, αλλαγή στην όψη των πόλεων – είναι κοσμοπολίτικη
πόλη. Η Θεσσαλονίκη είχε βυζαντινό τείχος και ακρόπολη (Γεντί Κουλέ:
που ήταν και φυλακές).
Οι συνοικίες ανά θρήσκευμα ήταν μοιρασμένες, κοντά στο κάστρο μένουν οι
Μουσουλμάνοι για να είναι προστατευμένοι, ενώ στην κάτω πόλη διέμεναν
οι Χριστιανοί και οι Εβραίοι. Η πόλη είχε και θαλάσσιο τείχος. Το 1870, τα
τείχη δεν χρειάζονταν και έτσι γκρεμίζεται το θαλάσσιο τείχος. Έχει και
πολλούς Ευρωπαίους. Ο πληθυσμός είναι 50% Εβραίοι, 30% Μουσουλμάνοι,
20% Ορθόδοξοι.
Βουλγαρικός, ελληνικός, σερβικός, ρουμανικός και αλβανικός εθνικισμός
διεκδικούν τον Μακεδονικό χώρο. Κάθε εθνικισμός έχει δικά του
επιχειρήματα.
Ελληνικός εθνικισμός: όχι η γλώσσα αλλά η ιστορία. Η Μακεδονία ως χώρα
του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι το κύριο πρόσταγμα διεκδίκησης.
Βουλγαρικός εθνικισμός: χρησιμοποιεί τη γλώσσα, «Βούλγαρος» είναι
όποιος μιλά βουλγαρικά.
Σερβικός εθνικισμός: οι σλαβόφωνοι της Μακεδονίας μιλούν σερβικά και όχι
βουλγαρικά.
Το πρόβλημα είναι σύνθετο. Το ζήτημα είναι πως θα πειστούν οι ντόπιοι να
ενστερνιστούν τους εθνικισμούς.
Ελληνόφωνοι: θα έρεπαν προς τον ελληνικό εθνικισμό – ήταν συμπαγείς
μόνο στο νότο (Πιερία, Χαλκιδική, νότιο τμήμα Κοζάνης, Ημαθίας και
Καστοριάς, Σέρρες, Δράμα και Καβάλα και βόρειες πόλεις: αγροτική
σλαβόφωνη θάλασσα και ελληνικές νησίδες στα αστικά κέντρα).
Ο ελληνικός εθνικισμός χρησιμοποιούσε πέρα από τη γλώσσα την εκδοχή
ότι όποιος είχε επιλέξει να είναι στο Πατριαρχικό millet είναι Έλληνας
όποια γλώσσα και αν μιλάει. Σε αυτούς του πληθυσμούς έγινε φασαρία για
το πως θα πάνε με τον έναν ή τον άλλον εθνικισμό.
Για τα αστικά στρώματα δεν υπήρχε πρόβλημα, στους αγροτικούς
πληθυσμούς υπήρχε πρόβλημα, επειδή δεν υπάρχει εκπαίδευση. Ήταν μόνο
οπαδοί των millet. Άρχισε ένας πόλεμος ίδρυσης σχολείων και στατιστικών
(χάρτες με χρώματα). Προχώρησε και σε επίπεδο ενόπλων δυνάμεων καθώς
ασκήθηκε βία κυρίως από τη βουλγαρική πλευρά, ίδρυση εθνικών εταιρειών
με σκοπό τη χρηματοδότηση σχολείων, βιβλίων και δασκάλων για γενιές που
θα εμπνέονταν από τον κάθε εθνικισμό.
Ο ελληνικός εθνικισμός συνέπλευσε με το Πατριαρχείο, το οποίο εκλέγει
μητροπολίτες σε ευαίσθητες μακεδονικές περιοχές: Γερμανός
Καραβαγγέλης, Μητροπολίτης Καστοριάς, και Χρυσόστομος, Μητροπολίτης
Δράμας και Σμύρνης που στελέχωσαν τις ένοπλες ομάδες.
Στη Θεσσαλονίκη, στελέχωση προξενείων με σημαντικά πρόσωπα για
επίβλεψη σχολείων και ενόπλων ομάδων, έλεγχος δασκάλων, δίκτυο
κατασκόπων – κάτι αντίστοιχο έκανε και η βουλγαρική και η σερβική
πλευρά.
Ο ελληνικός εθνικισμός δεν είχε πλειοψηφία ελληνόφωνων αλλά είχε υπέρ
του τα αστικά στρώματα των νότιων πόλεων. Ο ελληνόφωνος γιατρός
επηρέαζε τον σλαβόφωνο αγρότη, είχε δίκτυο τον Πατριαρχικό κλήρο, που
είχε επιρροή στο πλήθος – στενή σχέση με την οθωμανική διοίκηση.
Ο βουλγαρικός εθνικισμός είχε αριθμητική πλειοψηφία, ιδρύθηκαν εθνικές
εταιρείες για προαγωγή της εθνικής ιδέας κάθε χώρας. Στη Σόφια ιδρύεται η
«Βουλγαρική Επιτροπή του Αγίου Κυρίλλου και Μεθοδίου» (1884). Στο
Βελιγράδι ιδρύεται η «Σερβική Εταιρεία του Αγίου Σάββα» (1886) και στην
Αθήνα η «Ελληνική Εθνική Εταιρεία» (1894), που ήταν υπεύθυνη για τον
ατυχή πόλεμο του 1897.
Υπάρχουν και οι Μεγάλες Δυνάμεις (τέλη 19ου αιώνα), που θέλουν να φύγει
η οθωμανική κυριαρχία, κυρίως η Ρωσία και η Αυστρία (που έχει επιδιώξεις
στη Θεσσαλονίκη). Από το 1878, διοικούσε την Βοσνία και την Ερζεγοβίνη.
Επιδιώκει δυο σλαβικά κράτη, η Σερβία και το Μαυροβούνιο, να μην
αποκτήσουν κοινά σύνορα για να μπορεί να κατέβει στο Αιγαίο. Η Βρετανία
και η Γαλλία επιδιώκουν να παραμείνουν υπό οθωμανική κυριαρχία.