You are on page 1of 198

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΕΝΝΟΙΕΣ - ΚΛΕΙΔΙΑ
 Ηνωμένες Πολιτείες των Ιονίων Νήσων
 Αγγλική Προστασία
 Ευγενείς/αστοί/ποπολάροι: οι 3 κοινωνικές τάξεις
 "Καταχθόνιοι"/μεταρρυθμιστές/ριζοσπάστες: οι 3 πολιτικοί σχηματισμοί
 Επτανησιακή Σχολή/ποίηση: Η λογοτεχνική παραγωγή στα Ιόνια Νησιά
(τελευταίες δεκαετίες 18ου - τέλος 19ου). Όρος από Κωστή Παλαμά, για να
ονομάσει το σύνολο σχεδόν των αξιόλογων ποιητών που έδρασαν στα
Επτάνησα τον 19ο αιώνα κυρίως γύρω από τον Δ. Σολωμό.
 Προσολωμικοί/σολωμικοί/μετασολωμικοί/εξωσολωμικοί ποιητές
 Νεοκλασικισμός και ρομαντισμός - Πρόκειται για δυο ισχυρά και
αντιτιθέμενα αισθητικά ρεύματα του 19ου αι. Ο επτανησιακός
νεοκλασικισμός προήλθε από τον ιταλικό και συνδυάζει την υιοθέτηση
σταθερών κλασικών κανόνων (ισορροπία-αρμονία-τελειότητα) με
προρομαντικές τάσεις συναισθηματισμού. Ο επτανησιακός
ρομαντισμός προήλθε από τον γερμανικό και προσδιορίστηκε από τον
ιδεαλισμό, που έδινε προτεραιότητα στο πνεύμα και τη συνείδηση, χωρίς
ιδεολογικές δεσμεύσεις για τον άνθρωπο ή την τέχνη.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ:

 13ος Ενετική κατοχή (λόγω μη εξάρτησης, ελευθερία κινήσεων)


 Η παρουσία των Ενετών απέτρεψε την επέκταση της Οθωμανικής εξουσίας
και συνέβαλε στη διατήρηση των σχέσεων με τη Δύση και με άλλες
ενετοκρατούμενες περιοχές (Κρήτη), αλλά και στην Οικονομική ανάπτυξη
των Ιονίων νησιών.
 1797 (18ος) Προσάρτηση στη Γαλλία (Γαλλική επανάσταση – Διαφωτισμός)
ΟΙ Γάλλοι δημοκρατικοί εμφορούνται από τις ιδέες του Διαφωτισμού.
Διακήρυξαν ιδέες ελευθερίας και ισότητας.
 1800 Σχηματισμός της Επτανήσιου Πολιτείας (Οθωμανική επικυριαρχία –
Αγώνας για ελευθερία ). Αυτόνομο κράτος. Πυροδοτήθηκαν συγκρούσεις
ανάμεσα σε φιλελεύθερα και συντηρητικά στοιχεία της επτανησιακής
κοινωνίας.

1
 1815 Συνθήκη Παρισίων (Ηνωμένες Πολιτείες Ιονίων Νήσων)
 1864 Συνθήκη Λονδίνου (παραχώρηση Ελλάδα)

Τα Επτάνησα με την συνθήκη των Παρισίων (Νοέμβριος 1815) παραχωρήθηκαν στην


Αγγλία ως ανεξάρτητο κράτος με την επωνυμία Ηνωμένες Πολιτείες των Ιονίων
Νήσων και υπό την προστασία της. Στην πραγματικότητα την εξουσία ασκούσε ο
Άγγλος διοικητής των Επτανήσων, ο αρμοστής, με έδρα την Κέρκυρα. Τα Επτάνησα
εντέλει παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα το 1864 μετά τη συνθήκη του Λονδίνου
(Νοέμβριος 1863).

Οι κοινωνικές Συνθήκες

 Η ανάπτυξη της επτανησιακής λογοτεχνίας επηρεάστηκε από την


πολιτικοοικονομική κατάσταση, από εκπαιδευτική και πνευματική παράδοση
των νησιών.
 Το κοινωνικό σύστημα που ίσχυσε από την ενετοκρατία έως και την
ανεξαρτησία των Ιονίων νήσων το 1864 μετά τη συνθήκη του Λονδίνου
στηριζόταν στη διάκριση των τριών κοινωνικών τάξεων.

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΤΑΞΕΙΣ ΣΤΑ ΕΠΤΑΝΗΣΑ


 Οι Ευγενείς – ένας περιορισμένος αριθμός οικογενειών με κληρονομικό
δικαίωμα στους τίτλους αριστοκρατίας, κατείχαν τον πλούτο και τις ανώτερες
θέσεις της διοίκησης.
 Οι Αστοί – κάτοικοι των πόλεων με ιδιωτική περιουσία, δημιούργησαν έναν
αντίθετο προς τους ευγενείς πόλο στη διεκδίκηση της οικονομικής και
διοικητικής εξουσίας.
 Οι Ποπολάροι – Αγρότες που δούλευαν στην υπηρεσία των ευγενών και
τεχνίτες, κάτοικοι των πόλεων, χωρίς περιουσιακά στοιχεία. Αποτελούσαν το
μεγάλο, κατώτερο στρώμα πληθυσμού, που ζούσε σε καθεστώς κοινωνικής
περιθωριοποίησης και οικονομικής ανέχειας.
Αυτή η κοινωνική διαστρωμάτωση αποτέλεσε πηγή κοινωνικών συγκρούσεων ακόμη
και επαναστάσεων καθώς ούτε η Η διάδοση των ιδεών της Γαλλικής επανάστασης
δεν μπόρεσε να κλονίσει τα θεμέλια της συντηρητικής επτανησιακής κοινωνίας.
Οι λογοτέχνες και οι λόγιοι της εποχής ήταν άνδρες που προέρχονταν από τις τάξεις
των ευγενών και των αστών (Οι ποπολάροι και οι γυναίκες δεν είχαν πρόσβαση στην
εκπαίδευση)
Λόγω της κοινωνικής τους προέλευσης οι ποιητές αφιερώθηκαν απερίσπαστοι στα
γράμματα, ενώ το γεγονός ότι πολλοί ασχολήθηκαν με την πολιτική ζωή
(Βαλαωρίτης – Πολυλάς) μαρτυρά την κοινωνική αποδοχή τους.

2
Οι περισσότεροι επτανήσιοι διανοούμενοι και λογοτέχνες διαμορφώθηκαν
πνευματικά υπό την επίδραση των ιδεών του Διαφωτισμού και της Γαλλικής
Επανάστασης.
Η Πολιτική ζωή των Ηνωμένων Πολιτειών των Ιονίων Νήσων εστιάστηκε στις
ιδεολογικές αντιθέσεις και συγκρούσεις των τριών πολιτικών σχηματισμών:

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΊ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΑ ΕΠΤΑΝΗΣΑ

 Οι Συντηρητικοί – Ο λαός τους ονόμαζε «καταχθόνιους». Τάσσονταν υπέρ


της διατήρησης του καθεστώτος της Αγγλικής Προστασίας, το οποίο εξάλλου
υπηρετούσαν από διάφορες θέσεις, απέρριπταν την ιδέα της Ένωσης.
 Οι Μεταρρυθμιστές – Υποστήριζαν την παραχώρηση περισσότερων
συνταγματικών ελευθεριών και μετέθεταν την Ένωση στο μέλλον, όταν θα
διαμορφώνονταν οι κατάλληλες πολιτικές συνθήκες.
 Ο Ριζοσπαστισμός – Είχε ως κύρια αιτήματα του τον άνευ όρων τερματισμό
της παράνομης Αγγλικής Προστασίας, την Ένωση με την Ελλάδα και τη
δημιουργία μιας ανεξάρτητης ελληνικής δημοκρατίας, βασισμένης στις αρχές
της Γαλλικής Επανάστασης (ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα).

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ
Στα Επτάνησα λόγω της ενετικής κατοχής υπήρξε ένας αδιάκοπος πνευματικός
δεσμός με την Ευρώπη, ιδίως με τις Ιταλικές πόλεις.
Αν και κατά τη διάρκεια της ενετοκρατίας δεν υπήρξε οργανωμένη δημόσια
εκπαίδευση και η παιδεία περιοριζόταν σε μια μικρή ομάδα του πληθυσμού, εν
τούτοις διατηρήθηκε σταθερά.
Τη διατήρηση της παιδείας φανερώνει η ίδρυση τοπικών φιλολογικών και
επιστημονικών εταιρειών, γνωστών ως "Ακαδημίες" (Ιόνιος Ακαδημία -
Κέρκυρα).
Γλώσσα η ελληνική, παρόλο που η επίσημη γλώσσα του κράτους παρέμεινε η
ιταλική.
Τα Ιόνια νησιά υπήρξαν κέντρο συνάντησης και σύζευξης δυτικών και ανατολικών
επιρροών. Υιοθετήθηκαν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και αφομοιώθηκαν τα δυτικά ήθη,
ενώ παράλληλα διαφυλάχθηκε η εθνική συνείδηση καθώς η σχέση με τη Δύση δεν
ανέκοψε τις επαφές με τις τουρκοκρατούμενες ελληνικές περιοχές. Η ύπαρξη
τυπογραφείων. η μεγάλη ανάπτυξη τοπικού Τύπου κυρίως του λογοτεχνικού, η
σταθερή ροπή προς τη δημοτική γλώσσα στάθηκαν οι καλύτερες προϋποθέσεις για
την άνθηση της τοπικής λογοτεχνίας.

3
Τον 19ο αιώνα το σύνολο της πνευματικής δραστηριότητας των νησιών και
ειδικότερα η φιλολογική και λογοτεχνική κίνηση επικεντρώθηκε στην Κέρκυρα και
την Ζάκυνθο
Το αίτημα της Ένωσης με την Ελλάδα τροφοδότησε και την πνευματική ζωή,
αναζητήθηκε μια νέα κι αυτοδύναμη πολιτιστική ταυτότητα, η οποία να συνδυάζει
την τοπική παράδοση με την ιδέα μιας νέας ελληνικής λογοτεχνίας, άξιας να σταθεί
δίπλα στις σύγχρονές της δυτικές.
Μετά την ένωση με την Ελλάδα η αρχή και σταδιακή αφομοίωση από το ελλαδικό
κέντρο είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν την λογοτεχνική ιδιοσυστασία τους

ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ (τέλος 18ου - τέλη 19ου)

Τον όρο θεωρείται ότι εισήγαγαν, στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ο Κ. Ασώπιος
και ο Εμ. Ροϊδης, ενώ από το 1883 τον όρο υιοθέτησε και ο Κωστής Παλαμάς, για να
ονομάσει το σύνολο σχεδόν των αξιόλογων ποιητών που έδρασαν στα Επτάνησα τον
19ο αιώνα γύρω κυρίως από τον Διονύσιο Σολωμό.
Σολωμική Σχολή – περιλαμβάνει τους άμεσα εξαρτώμενους ή επηρεασμένους από
το έργο του Σολωμού ποιητές.
Κερκυραϊκή Σχολή – αναφέρεται στην πλούσια τοπική λογοτεχνική παράδοση της
Κέρκυρας, η οποία κινείται στη γραμμή του ώριμου σολωμικού έργου.
Σήμερα ο όρος χρησιμοποιείται κατά παράδοση για να ονομαστεί η λογοτεχνική
παραγωγή στα Ιόνια Νησιά από τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου μέχρι περίπου το
τέλος του 19ου αιώνα.
Σήμερα ο όρος χρησιμοποιείται κατά παράδοση για τη λογοτεχνική παραγωγή που
αναπτύχθηκε στα Ιόνια νησιά από τα τέλη του 18ου αιώνα έως και το τέλος του 19ου.

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΕΙΔΗ ΤΗΣ ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ


 Το κύριο είδος που καλλιέργησε αυτή η σχολή ήταν η ποίηση και το κέντρο
της ποιητικής παραγωγής το έργο του Σολωμού.
 Μικρή ήταν η παραγωγή κειμένων δημιουργικής πεζογραφίας, αν και
γράφτηκαν πολλά ιστορικά αφηγήματα,
χρονογραφίες και απομνημονεύματα.
 Η Αυτοβιογραφία (γράφτηκε το 1831 και πρωτοεκδόθηκε το 1881) της
Ελισάβετ Μουτζά-Μαρτινέγκου (1801-1832), το πρώτο ελληνικό γυναικείο
πεζογράφημα.
 Η ανάπτυξη του κριτικού δοκιμίου και της φιλολογικής και αισθητικής
μελέτης, με κύρια θέματά της την ποίηση και τη γλώσσα
 Επτανησιακές μεταφράσεις έργων τόσο από την αρχαία ελληνική όσο και
από τις νεότερες δυτικές λογοτεχνίες.

4
ΠΕΡΙΟΔΟΙ - ΣΧΟΛΕΣ – ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΙ
Με σημείο αναφοράς τον Σολωμό διακρίθηκαν πέντε ομάδες ποιητών:
 Οι προσωλομικοί,
 Οι Σολωμικοί,
 Οι μετασολωμικοί
 Οι εξωσολωμικοί και
 Κάποιοι ελάσσονες και επίγονοι

ΠΡΟΣΟΛΩΜΙΚΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ (μέχρι 1821 -- Μαρτελάος)

Εντοπίζονται κυρίως στη Ζάκυνθο (τελευταίες δεκαετίες 18ου αιώνα – πρώτη


εικοσαετία 19ου αιώνα).
Περιορισμένης αξίας ποιητές που έγραψαν σε μικτή και ακαταστάλακτη ακόμη
δημοτική γλώσσα ποιήματα κυρίως πολιτικού και κοινωνικού χαρακτήρα, όπως
πατριωτικά θούρια, πολεμιστήρια άσματα και κοινωνικές σάτιρες.
Θούρια – πολεμικά τραγούδια, εμβατήρια.
Κυριαρχούν δύο εκφραστικές τάσεις:
 Η πρώτη όπου επικαιρικά ποιήματα απηχούν τις φιλελελεύθερες ιδέες του.
Διαφωτισμού και τις ανθρωπιστικές αξίες της Γαλλικής Επανάστασης ως
βάση για την εθνική αναγέννηση των Ελλήνων και
 Η δεύτερη τάση που συνδέεται με την ροπή στην Ιταλία προς την
αρκαδική ποίηση (ποιήματα που εκφράζουν τη νοσταλγία της αρχαίας
Αρκαδίας, έναν ειδυλλιακό τόπο στον οποίο οι άνθρωποι ζουν εντελώς
ανέμελα, αφοσιωμένοι στις απολαύσεις του έρωτα και του κρασιού).
Κυριότεροι προσολωμικοί ποιητές;

 Στέφανος Ξανθόπουλος
 Νικόλαος Λογοθέτης-Γούλιαρης
 Νικόλαος Κουτούζης
 Αντώνιος Μαρτελάος

ΣΟΛΩΜΙΚΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ (1821 - 1857 -- Τυπάλδος, Μαρκοράς)


Όσοι συνομήλικοι και νεότεροι του Σολωμού ποιητές τον γνώρισαν και τον
περιέβαλαν, συνδεόμενοι φιλικά μαζί του, ενώ το έργο τους φέρνει τα ίχνη της
σολωμικής επίδρασης. Οι ίδιοι συνέβαλαν στη διάδοση της ποίησης του Σολωμού.

5
Κυριότεροι σολωμικοί ποιητές:
 Αντώνης Μάτεσης-- Ο οποίος γράφει το κοινωνικό δράμα «ο
Βασιλικός» που είναι επηρεασμένο από το Ρομαντισμό .
 Γεώργιος Τερτσέτης-- Προσπαθεί να διαδώσει τη δημοτική ως λογοτεχνική
γλώσσα (ομοιάζει με Σολωμό σε αυτό). Γράφει αφηγηματικά ποιήματα με
θεματολογία από το 1821 και την αρχαιότητα. (ενδεικτικά έργα : Το φίλημα,
οι γάμοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Κορίνα και Πίνδαρος).
 Ιούλιος Τυπάλδος-- Μετέφρασε τα δώδεκα πρώτα άσματα της
«ελευθερωμένης Ιερουσαλήμ» του Τasso.
 Γεράσιμος Μαρκοράς-- Έχει γράψει το επικολυρικό ποίημα «Όρκος» Το
λυρικό κομμάτι αφορά την αγάπη δύο νέων και το επικό την χρονική περίοδος
που εκδηλώνεται αυτή η αγάπη (Κρητική επανάσταση και Ολοκαύτωμα
Αρκαδίου)
 Ιάκωβος Πολυλάς-- Μετέφρασε Ομηρικά και Σαιξπηρικά έργα και είναι ο
πρώτος εκδότης του σολωμικού έργου.

ΜΕΤΑΣΟΛΩΜΙΚΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ (1857 - 1900)

Στον κύκλο τους ανήκουν όσοι εμφανίζονται μετά τον θάνατο του Σολωμού (1857),
ιδίως στην Κέρκυρα. Δέχονται την επίδραση των κριτικών απόψεων του Πολυλά και
εφαρμόζουν το φιλόδοξο μεταφραστικό σχέδιο του να πλουτιστεί η επτανησιακή
λογοτεχνία με τις νεοελληνικές αποδόσεις των σημαντικότερων έργων της αρχαίας
ελληνικής και των σύγχρονων ευρωπαϊκών λογοτεχνιών.
 Στυλιανός Χρυσομάλλης
 Γεώργιος Καλοσγούρος
 Νίκος Κογεβίνας

ΕΞΩΣΟΛΩΜΙΚΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ (Κάλβος, Βαλαωρίτης, Λασκαράτος)


Πρόκειται για τους ποιητές το έργο των οποίων δεν εντάσσεται στη σφαίρα επιρροής
του Σολωμού.
 Ανδρέας Κάλβος (εκτενή ανάλυση στο επόμενο κεφάλαιο)
 Αριστοτέλης Βαλαωρίτης – Ο Βαλαωρίτης μπορεί να θεωρηθεί ο
διαμεσολαβητής ανάμεσα στην επτανησιακή και την αθηναϊκή λογοτεχνία του
19ου αιώνα. Στο έργο του συνδυάζεται η δημοτική γλώσσα με την εκφραστική
απήχηση του δημοτικού τραγουδιού. Αντλεί τα θέματά του από την ιστορική
παράδοση των Επτανήσων και τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων.
Η ποίησή του ιδιαίτερα εικονοποιητική συνδυάζει ρομαντικά στοιχεία
(επηρεασμένος από γαλλικό ρομαντισμό), όπως έντονα πάθη, ηρωικές πράξεις,
υπερφυσικά και μαγικά στοιχεία, καταστάσεις βίας και φρίκης.
Έργα Βαλαωρίτη: Εκτενή επικά ποιήματα

6
 Κυρά Φροσύνη [1859],
 Αθανάσης Διάκος και Αστραπόγιαννος [1867],
 Φωτεινός [γρ. το 1879, δημ. το 1891]

 Ανδρέας Λασκαράτος – συγγραφέας πλήθους στιχουργημάτων και πεζών


αφηγηματικών και δοκιμιακών κειμένων. Καταγράφει τα τοπικά ήθη. Είναι
αρνητής των προλήψεων, πουριτανός και ηθικολόγος, καινοτόμος και μαχητικός
σε σημείο να συγκρουστεί με τον κλήρο και να αφοριστεί. Συγγραφέας πλήθους
στιχουργημάτων και πεζών αφηγηματικών και δοκιμιακών κειμένων,
καταγραφέας των ηθών της τοπικής κοινωνίας και αρνητής των προλήψεων, κατά
βάθος όμως πουριτανός και ηθικολόγος, διακρίθηκε για τη σταθερή καλλιέργεια
της σάτιρας και για τις ρηξικέλευθες, ως προς τα κοινωνικά ήθη της εποχής, ιδέες
του. Η αξία των κειμένων του δεν έγκειται τόσο στην καλλιτεχνική αξία τους,
όσο στο καινοτόμο και μαχητικό φρόνημά του, που τον οδήγησε σε σκληρή
σύγκρουση με τον τοπικό κλήρο, με αποτέλεσμα να αφοριστεί από την ορθόδοξη
εκκλησία.
Έργα Λασκαράτου
 Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς [1856] και
 Ιδού ο άνθρωπος [1886])

ΕΛΑΣΣΟΝΕΣ ΠΟΙΗΤΕΣ
 Ιωάννης Πετριτσόπουλος
 Σπυρίδων Μελισσηνός
 Παναγιώτης Πανάς
 Ανδρέας Μαρτζώκης
 Στέφανος Μαρτζώκης

ΕΠΙΓΟΝΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ
Χαρακτηρίζονται ως επίγονοι της Σχολής, επειδή οι περισσότεροι δέχτηκαν την
επίδραση του εξωεπτανησιακού πνευματικού περιβάλλοντος και κυρίως της Αθήνας.
 Λορέντζος Μαβίλης (γνωστό για τα αριστοτεχνικά σονέτα του.
 Γεράσιμος Σπαταλάς
 Μαρίνος Σιγούρος

7
ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗΣ – ΑΘΗΝΑΪΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ

Η ποίηση της Επτανησιακής Σχολής αναπτύχθηκε παράλληλα με την ποίηση του


εθνικού κέντρου, τη γνωστή Πρώτη Αθηναϊκή Σχολή, η οποία αναπτύχθηκε ανάμεσα
στο 1830 και στο 1880 (εμφάνιση της γενιάς του 1880, με την οποία σημειώθηκε μια
γενικότερη στροφή στη λογοτεχνία μας)
Μεταξύ της Επτανησιακής και της Αθηναϊκής Σχολής διαπιστώνονται αξιοσημείωτες
τεχνοτροπικές και ιδεολογικές διαφορές, οι οποίες μετά το 1850 έλαβαν τη μορφή
ανοικτής αντιπαράθεσης.
Η κύρια διαφορά τους εντοπίζεται στη γλώσσα της ποίησης, όμως πίσω από αυτό
υποκρύπτονταν η αντίθεση ανάμεσα σε δυο ηγετικά στρώματα της ελληνικής
κοινωνίας τους Επτανήσιους και τους Φαναριώτες. Και τα δυο κοινωνικά
στρώματα διεκδικούσαν πολιτικούς, διοικητικούς και πνευματικούς ρόλους στην
αναγεννημένη Ελλάδα.

ΓΛΩΣΣΑ

ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΑΘΗΝΑΪΚΗ

Δημοτική Γλώσσα με ενσωμάτωση Γλωσσικός αρχαϊσμός (αρχαϊστική με


στοιχείων ντοπιολαλιάς. αποτέλεσμα η δημοτική γλώσσα να
εξοριστεί από τη λογοτεχνία μέχρι το 1880.
Έτσι έχουμε χρήσεις πολλών εκδοχών, από
την απλή καθαρεύουσα που απηχούσε την
προφορική γλώσσα των μορφωμένων μέχρι
την καθαρά αρχαϊστική καθαρεύουσα.
Οι Αθηναίοι λογοτέχνες και λόγιοι
υποστήριζαν ότι η επτανησιακή ποίηση,
γραφόταν σε γλωσσικό ιδίωμα το οποίο,
λόγω ακριβώς της τοπικής χρήσης του,
ήταν ακατάλληλο ως γλωσσικό όργανο
μιας πανελλήνιας λογοτεχνίας.
Γι΄αυτούς η πανελλήνια λογοτεχνία έπρεπε
να προσεγγίζει το αρχαιοελληνικό
γλωσσικό μεγαλείο.

ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Επτανησιακή από τους επτανήσιους Η Αθηναϊκή από τους Φαναριώτες που


που είναι οι εκπρόσωποι του είναι νέα ανερχόμενη ομάδα πνευματική
παλιού (καθαρόαιμο ελληνικό και οικονομική. Η εθνική συνείδηση έχει
στοιχείο) στίγματα ευρωπαϊκά.

8
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗΣ
ΣΧΟΛΗΣ
1. Ιταλία : Οι επτανήσιοι λογοτέχνες της γενιάς του Σολωμού και του Κάλβου
επηρεάστηκαν από το ιταλικό νεοκλασικισμό βασικό αίτημα του οποίου είναι η
γνώση και αξιοποίηση των κλασσικών κειμένων και στη συνέχεια από το σύγχρονό
τους ρομαντισμό. (ανάλυση στη τεχνοτροπία – ποιητική)
2. Αγγλική και Γερμανική Φιλολογία
3. Η Αρχαία και Λατινική λογοτεχνία
4. Ντόπια λογοτεχνία, η οποία χωρίζεται στο δημοτικό τραγούδι και στην λογοτεχνία
της κρητικής αναγέννησης (Ερωτόκριτος, η Βοσκοπούλα, Ερωφίλη. Η κρητική
λογοτεχνία κέρδισε το θαυμασμό των επτανήσιων λόγω της γλώσσας της, της
στιχουργίας και των εκφραστικών της μέσων και διαμόρφωσε τις γλωσσικές και
εκφραστικές επιλογές τους.
Το δημοτικό τραγούδι άσκησε γλωσσική και στιχουργική επίδραση και η σχέση της
επτανησιακής ποίησης μαζί του λειτουργούσε ως πειστήριο εθνικής ταυτότητας και
συνέχειας και ως μέσο σύνδεσης με τις λαϊκές ρίζες.
5. Σολωμός. Όπου επηρεάζει για δύο λόγους α) χρησιμοποιεί την λαϊκή δημοτική
γλώσσα και β) το έργο του έχει πατριωτικό χαρακτήρα.

ΤΕΧΝΟΤΡΟΠΙΑ – ΠΟΙΗΤΙΚΗ

Διαμορφωτικός παράγοντας της τεχνοτροπίας της επτανησιακής ποίησης του


19ου αιώνα στάθηκε η παράλληλη απήχηση και, στην περίπτωση ορισμένων
ποιητών, η σύζευξη των δύο ισχυρών και, κατά βάση, αντιτιθέμενων αισθητικών
ρευμάτων της εποχής, του νεοκλασικισμού του οποίου κύριο αίτημα είναι η σύνδεση
της νεότερης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας με τα πρότυπα και τις αξίες της κλασικής
λογοτεχνίας και του ρομαντισμού που παρά την ποικιλομορφία και την
αντιφατικότητα με τις οποίες εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε (19ος αιώνας), γενικά
βασίστηκε στη ρήξη με το κλασικιστικό αισθητικό ιδεώδες, πρόβαλε την ανάγκη της
απελευθέρωσης της φαντασίας και του συναισθήματος και έκανε αισθητική αρχή του
την οριακή αναζήτηση της πρωτοτυπίας και της δημιουργικότητας του καλλιτέχνη. O
ρομαντισμός μετέθεσε το κέντρο βάρους της καλλιτεχνικής δημιουργίας από τα ανυ-
πέρβλητα πρότυπα του παρελθόντος και από τη νηφάλια αντικειμενική θεώρηση του
κόσμου στην καθαρά υποκειμενική θέαση της πραγματικότητας μέσα από το εγώ του
δημιουργού.

9
O ιταλικός νεοκλασικισμός των τελευταίων δεκαετιών του 18ου αιώνα, που
διαμόρφωσε πνευματικά τη γενιά του Σολωμού και του Κάλβου κατά την παραμονή
της στην Ιταλία, απέκλινε από το αμιγές κλασικιστικό ιδεώδες του 17ου αιώνα και
διαμορφώθηκε μέσα από τη διαπλοκή του με τον προρομαντισμό.
Σε ότι αφορά το περιεχόμενο ο νεοκλασικισμός συνδέει τη νέα με την αρχαία
λογοτεχνία, ενώ ο ρομαντισμός έρχεται σε ρίξει με το παρελθόν. Χρησιμοποιεί
ιστορικά πρότυπα, αντίθετα ο ρομαντισμός ρίχνει το κέντρο βάρους στα πρότυπα του
καλλιτέχνη – δημιουργού. Στα έργα των επτανησίων ποιητών παρατηρείται
συνδυασμός των δύο τάσεων που δημιουργεί τον «Επτανησιακό Νεοκλασικισμό».

Ο Επτανησιακός Νεοκλασικισμός έχει τα εξής χαρακτηριστικά.

Μέχρι περίπου το 1830 ο νεοκλασικισμός, σε συνδυασμό με την ιδεολογία του


Διαφωτισμού και του φιλελευθερισμού, ήταν η επικρατούσα ποιητική θεωρία στα
Επτάνησα.
 Ακολουθούνται σταθεροί ποιητικοί κανόνες (ισορροπία, αρμονία, τελειότητα) για
τη σύνθεση επικών, δραματικών και λυρικών ποιημάτων με υψηλή καλλιτεχνική
στάθμη
 Αποδέχεται και θεματοποιεί ένα σύνθετο συναισθηματικό και ταυτόχρονα
ιδεολογικό κόσμο.
 Η θεματολογία αντλείται από το λαμπρό ελληνικό παρελθόν και το σύγχρονο
αγώνα του 1821, ενώ η ανάμνηση της κλασικής παιδείας και των αξιών της
τροφοδοτεί το πάθος της εθνικής αποκατάστασης.
 Από το 1830 επηρεάζεται από το Γερμανικό Ρομαντισμό και τον ιδεαλισμό
του Hegel. Σύμφωνα με τον Βελουδή ο επτανησιακός ρομαντισμός βρίσκεται
πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό ρομαντισμό τα δε στοιχεία που συνδέουν τον
επτανησιακό με τον ευρωπαϊκό ρομαντισμό και διαφοροποιούν τον επτανησιακό
από τον Αθηναϊκό ρομαντισμό είναι:
 Ο άκρατος ιδεαλισμός και η εξιδανίκευση της τέχνης
 Ο σχηματισμός λογοτεχνικών ομάδων ή σχολών ( π.χ ο κύκλος του Σολωμού
ή του Πολυλά).
 Η στροφή προς τη συλλογή, μελέτη και αξιοποίηση των προϊόντων του
λαϊκού πολιτισμού.
 Η στροφή προς τη δημοτική γλώσσα
 Η προσφυγή στη φύση και η έκφραση υποκειμενικών αισθημάτων, ψυχικών
καταστάσεων και προβλημάτων
 Η σύζευξη της ποίησης με τη μουσική και τη φιλοσοφία
 Η αποσπασματικότητα, με παραδειγματική την περίπτωση του ώριμου
Σολωμού
 Η πρώιμη καλλιέργεια της λογοτεχνικής κριτικής και του δοκιμίου.

10
H κύρια διαφορά μεταξύ του επτανησιακού και του αθηναϊκού ρομαντισμού
εντοπίζεται κυρίως στο γεγονός ότι μετά τη δημιουργία του ελληνικού κράτους ο
Αθηναϊκός ρομαντισμός τάχθηκε στην υπηρεσία του νεοσύστατου βασιλείου,
προκειμένου να συμβάλει στη συγκρότηση και επιβολή της εθνικής ιδεολογίας.
Αντιθέτως, ο επτανησιακός ρομαντισμός δεν ήταν δέσμιος μιας τέτοιας ιδεολογικής
βλέψης.

ΘΕΜΑΤΙΚΗ

Οι κύριοι θεματικοί κύκλοι της επτανησιακής ποίησης ήταν:


 Αγάπη για την πατρίδα
 Αγάπη για τη γυναίκα
 Αγάπη για τη χριστιανική θρησκεία
Τα παραπάνω θεματικά κέντρα θα μπορούσαν να προσδιοριστούν εκ νέου, αν
λάβουμε υπόψη μας τη διάκριση ανάμεσα στη θεματική του συλλογικού
περιβάλλοντος και στη θεματική του ιδιωτικού χώρου.
Σύμφωνα με την παραπάνω διττή διάκριση το θέμα της πατρίδας, έκφραση του
συλλογικού βιώματος, διοχετεύεται κυρίως στα επικολυρικά, εκτενή συνήθως,
ποιητικά συνθέματα, ενώ τα θέματα της θρησκείας και της γυναίκας, έκφραση του
ιδιωτικού χώρου, απαντούν κατά βάση σε σύντομα λυρικά ποιήματα.
Επίκεντρο της πατριωτικής θεματικής είναι γεγονότα και πρόσωπα της Ελληνικής
Επανάστασης του 1821. Το πατριωτικό θέμα συνδυάζεται με την ανάμνηση της
ένδοξης ελληνικής αρχαιότητας και το πνεύμα του φιλελευθερισμού. Αναπτύσσεται
είτε σε επικαιρικά ποιήματα (θούρια, πατριωτικοί ύμνοι και ωδές) είτε σε εκτενή
αφηγηματικά συνθέματα.
Σολωμός – Κάλβος: θεματοποίησαν πρόσωπα και συμβάντα αποκλειστικά της
Ελληνικής Επανάστασης,
άλλοι Επτανήσιοι ποιητές (Τυπάλδος – Μαρκοράς) άντλησαν τα θέματά τους από
νεότερους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες και από πολιτικά πρόσωπα της εποχής
του νεοσύστατου ελληνικού κράτους
Επίσης, ορισμένα αφηγηματικά ποιήματα έχουν ως θέμα γεγονότα και πρόσωπα της
ελληνικής αρχαιότητας, αλλά είναι φανερό ότι η επιλογή του θέματος εξαρτήθηκε
από την ιδέα της φιλοπατρίας, η οποία συνδυάστηκε με την αγάπη για τη χριστιανική
θρησκεία.
Στα ποιήματα του Ιδιωτικού χώρου, του οικογενειακού ή του στενού φιλικού
(Αγάπη για τη Γυναίκα και τη Θρησκεία) αναπτύχθηκε ένας ιδιότυπος επτανησιακός
λυρισμός, που αφομοίωσε στοιχεία από την κρητική παράδοση, το δημοτικό
τραγούδι, τον ρομαντισμό και τον ιδεαλισμό: ερωτικά τραγούδια, θρηνητικά ή

11
επιμνημόσυνα ποιήματα, ποιήματα αναφερόμενα στη γέννηση ενός παιδιού ή στον
γάμο φίλων.
Σε συνάρτηση τέλος με τον ιδιότυπο επτανησιακό λυρισμό και τη θεματική του
ιδιωτικού βίου, αναπτύσσονται θέματα όπως η χαρά της ζωής και ο φόβος του
θανάτου, η φυσιολατρία, η αγάπη της νεότητας και της αγνότητας.
Ροπή προς τη σατιρική ποίηση, η οποία κλιμακώνεται από την ευθυμογραφική, αθώα
διακωμώδηση γενικών ανθρώπινων τύπων ή και γνωστών προσώπων της
επτανησιακής κοινωνίας, μέχρι τη γνήσια σάτιρα, που με καθαρά επιθετική διάθεση
στηλιτεύει επώνυμα πρόσωπα της τοπικής κοινωνίας, με πρόθεση καταγγελίας της
συμπεριφοράς και των πράξεων τους και κοινωνικής ή πολιτικής παρέμβασης.

ΓΛΩΣΣΑ
Καθώς στα Επτάνησα γλωσσικό καθεστώς αποτέλεσε η διγλωσσία, δεν υπήρξε πεδίο
ανάπτυξης συγκρούσεων ανάμεσα στη λόγια ελληνική και τη δημοτική γλώσσα.
Επίσης, στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα διατηρήθηκε η λαϊκή γλώσσα η οποία
λειτουργούσε ως έκφραση του εθνικού φρονήματος. .
Η δημοτική ήταν εδραιωμένη στη συνείδηση των Επτανήσιων ανεξαρτήτως
μορφωτικού επιπέδου και κοινωνικής προέλευσης, ως η επικρατούσα κοινή
νεοελληνική γλώσσα και για το λόγο αυτό οι Επτανήσιοι λογοτέχνες του 19ου αιώνα
έγραψα τα ποιήματά τους στη δημοτική και ορισμένοι ανέλαβαν τη θεωρητική
υποστήριξή της με δοκιμιακά κείμενα, αποσκοπώντας στην ανάπτυξη αισθητικών,
ιστορικών και επιστημονικών επιχειρημάτων για την απόρριψη των δύο άλλων
γλωσσικών τάσεων της εποχής, της αρχαϊζουσας αλλά και της μέσης οδού που
προτάθηκε από τον Αδαμάντιο Κοραή προκειμένου να αποφευχθούν οι ακρότητες
τόσο και από μια ομάδα κλασικοθρεμμένων λογίων φαναριώτικης κυρίως
προέλευσης, πρόβαλε την αρχαϊζουσα γλώσσα ως ένα ενδιάμεσο στάδιο, ώσπου η
γλώσσα των Νεοελλήνων να φτάσει στο σημείο να ανασυστήσει την αρχαία
ελληνική.
Η λεγόμενη «μέση οδός», προτάθηκε κυρίως από τον φιλόλογο Αδαμάντιο Κοραή
και υποστήριζε μια συμβιβαστική λύση για να αποφευχθούν οι ακρότητες τόσο της
αμιγώς λαϊκής, όσο και της αρχαϊστικής γλώσσας. Η γλωσσική άποψη του Κοραή
βρισκόταν πιο κοντά στη λαϊκή γλώσσα, πρότεινε όμως την επιλεκτική διόρθωση και
τον πλουτισμό της με στοιχεία της λόγιας γλώσσας.
Με τη σολωμική εκδοχή της ποιητικής γλώσσας, που υιοθέτησαν οι σολωμικοί
ποιητές, αναπτύχθηκε μια ομοιόμορφη δημοτική, αποκαθαρμένη από τα τοπικιστικά
στοιχεία, που δεν αποκλίνει από το λεξιλόγιο και τη μορφολογία της λαϊκής γλώσσας,
αλλά και δεν αρνείται τον πλουτισμό της με επιλεγμένα στοιχεία της λόγιας γλώσσας.
Ιάκωβος Πολυλάς – αξιοποιώντας, αλλά όχι υπερβαίνοντας το γλωσσικό δίδαγμα των
ώριμων σολωμικών ποιημάτων, προσπάθησε να δώσει λύση στον γλωσσικό διχασμό
των λογίων της εποχής του. Όντας αντίθετος και στα δύο γλωσσικά στρατόπεδα,

12
καταδίκασε τόσο τις δύο εκδοχές της καθαρεύουσας, την αρχαϊστική και την απλή
καθαρεύουσα, όσο και τον ακραίο δημοτικισμό, και πρότεινε την οδό του γλωσσικού
«μέσου όρου». Η γλωσσική θεωρία και πράξη του Πολυλά, εδραζόταν στη δημοτική,
όχι όμως στην «αφελή» δημοτική του αμόρφωτου αγροτικού πληθυσμού και των
τοπικών ιδιωμάτων, αλλά στη γλώσσα που διαμορφωνόταν στα αστικά κέντρα χάρη
στην προϊούσα πνευματική και κοινωνική πρόοδο, εμπλουτισμένη και με αρκετά
στοιχεία της καθαρεύουσας που πέρασαν στην προφορική χρήση.
Η γλώσσα των ποιητικών κειμένων της Επτανησιακής Σχολής διατηρεί ως σήμερα τη
φυσικότητά της και μας είναι πολύ πιο οικεία από τις διάφορες εκδοχές της τεχνητής
καθαρεύουσας.
Λόγω της αισθητικής ποιότητας τους, αλλά και της γλωσσικής οικειότητας τους
πολλά από τα επτανησιακά ποιητικά κείμενα κατορθώνουν να ενδιαφέρουν και να
συγκινούν τον σημερινό αναγνώστη.

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ
Η επτανησιακή ποίηση ενέταξε και εγκλιμάτισε στον νεοελληνικό ποιητικό κορμό
ιταλικά μετρικά σχήματα, συνδύασε αρμονικά τα ιταλικά μέτρα με τον ελληνικό
δεκαπεντασύλλαβο, τον στίχο κορμό της έμμετρης ποίησής μας.
Οι προσολωμικοί ποιητές και ο Σολωμός στα νεανικά ποιήματά του χρησιμοποίησαν
ιταλικής προέλευσης ολιγοσύλλαβους στίχους και ολιγόστιχες στροφές. Στο ώριμο
έργο όμως του Σολωμού και των σολωμικών ποιητών, παρατηρούμε μια πιο
περίτεχνη στιχουργική που συνδύασε τα καλύτερα στοιχεία της ιταλικής μετρικής
παράδοσης, με τον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο. Υιοθετήθηκαν ομοιοκατάληκτες και
πολύστιχες στροφές, (οκτάβα, σονέτο), ενώ σε έργα όπως ο σολωμικός Λάμπρος,
προσαρμόστηκε ο ιταλογενής ενδεκασύλλαβος στις ανάγκες της ελληνικής ποιητικής
έκφρασης. Επίσης, η ρυθμική παράδοση του δεκαπεντασύλλαβου αξιοποιήθηκε τόσο
με τη μορφή του ομοιοκατάληκτου δίστιχου (Κρητικός του Σολωμού και ο Όρκος του
Μαρκορά), όσο και του ανομοιοκατάληκτου στίχου (στο Τρίτο Σχεδίασμα των
Ελεύθερων πολιορκημένων του Σολωμού). Ο εγκλιματισμός των ιταλικών μετρικών
σχημάτων στην εντόπια στιχουργική παράδοση συντελέστηκε πολλαπλά, και
κορυφώθηκε με την προσαρμογή, του ιταλογενούς ενδεκασύλλαβου στις ανάγκες της
ελληνικής ποιητικής έκφρασης. Από την άλλη πλευρά, η ρυθμική παράδοση του
δεκαπεντασύλλαβου αξιοποιήθηκε τόσο με τη μορφή του ομοιοκατάληκτου δίστιχου,
όσο και του ανομοιοκατάληκτου στίχου.

13
ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΥ

1. Νικόλαος Λογοθέτης - Γούλιαρης (1729 - 1832)


"Παρωδία ύμνου Μαρτελάου" (25)

2. Αντώνιος Μαρτελάος (1754 - 1819)


"Ύμνος εις ..Γαλλίαν, Βοναπάρτην, Γαντίλλην" (27)
Πολίτης (σ.129-130) - Αριστοκράτης στην καταγωγή, αλλά φανατικός οπαδός των
δημοκρατικών ιδεών. Γράφεται το 1797. Gentilly: γάλλος στρατηγός που κατέλαβε
τα Επτάνησα. Ακράτητος πόθος για ελευθερία. Δεν είναι τόσο ποιητής όσο λόγιος.
Ίσως δάσκαλος του Σολωμού, σίγουρα του Ugo Foscolo. Στην αρχή του ύμνου
"κόκαλα των Ελλήνων", όπως και στον Ύμνο του Σολωμού.
Δραστ. 2 - Εντοπίστε επιγραμματικά τα βασικά χαρακτηριστικά της προσολωμικής
ποίησης: Το ποίημα έχει περιορισμένη αξία: Πλατειάζει στην ανάπτυξη
εικόνων/νοημάτων, ενώ η δράση και τα πρόσωπα παραμένουν σχηματικά, στα όρια
της καρικατούρας. Χαρακτηρίζεται από γενικότερη εκφραστική αδεξιότητα. Γλώσσα
ακαταστάλακτη (η γνωστή ακαταστάλακτη δημοτική των προσολωμικών ποιητών..
αρχαίοι τύποι αναμειγνύονται με εκφράσεις δημοτικής) Περιεχόμενο: ένας τυπικός
για την εποχή ύμνος στον Ναπολέοντα, που αποτυπώνει το φρόνημα της περιόδου και
προβάλλει τις ανθρωπιστικές αξίες της Γαλλ. Επανάστασης ως βάση για την εθνική
αναγέννηση των Ελλήνων.

3. Ανδρέας Λασκαράτος (1811 - 1901)


"Γραφή αυτοκριτική" (29)
Εξωσολωμικός. Καταγραφέας ηθών. Σατιρίζει προλήψεις, δεισιδαιμονίες.
Καινοτόμος. Μαχητικός. Επιχειρεί να γίνει κοινωνικός αναμορφωτής. Κατά βάθος
πουριτανός. Αφορίστηκε από την ορθόδοξη εκκλησία. Γλώσσα: δημοτική +
ντοπιολαλιά.
Δραστ. 3 - Πού διακρίνεται ο "κατά βάθος πουριτανός και ηθικολόγος" συγγραφέας:
Γραμμένο με μεγάλη ελευθεριότητα που δεν παραπέμπει σε μια τυπική εικόνα
ηθικολόγου συγγραφέα. Ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί να γράψει για μια γυναίκα αν δεν
την έχει δει.. να πιάσει τα πόδια και τα μάγουλα για να γράψει γι' αυτά.. και
καταλήγει πως τα ντινέρια (χρήματα) είναι η ασφαλέσταρη οδός για τις
ερωτοδουλειές. Ωστόσο, πίσω από την ελευθεριότητα.. υπερασπίζεται την
ειλικρίνεια, καυτηριάζει την υποκρισία των γυναικών στον έρωτα, ξεσκεπάζοντας
όλα τους τα "καμώματα" στην εμφάνιση και τα λεγόμενά τους. Αρνητικός με τον
ψευδεπίγραφο ιδεαλισμό των συναδέλφων του που στιχουργούν ύμνους για γυναίκες
που δεν έχουν δει ποτέ τους, υπακούοντας απλώς σε μια διαδεδομένη κοινωνική
πρακτική. Η ταύτιση των ονομάτων (δικού του και του ερωτοχτυπημένου φίλου του)
δημιουργεί την υπόνοια ότι το ποίημα είναι ίσως γραμμένο "εις εαυτόν" και ότι με
όλες του τις κατηγορίες για τις γυναικείες πρακτικές, ο ίδιος παραμένει δέσμιος μιας
ιδεαλιστικής αντίληψης για τον έρωτα.

14
4. Ιούλιος Τυπάλδος (1814 - 1883)
"Το πλάσμα της φαντασίας" (32)
Δραστ. 5: (συγκριτικά με Ξανθούλα και Φαρμακωμένη Σολωμού) Να εντοπίσετε
στοιχεία εξιδανίκευσης της γυναίκας - Σολωμός: επιλέγονται δυο πνευματικές φίλες
του ποιητή, η ομορφιά και τα ψυχικά και ηθικά χαρίσματα των οποίων θεωρούνται
από την απόσταση του οφειλόμενου σεβασμού. Στην Φαρμακωμένη δίνεται
έμφαση στην ερωτική αγνότητα, στην παρθενία.. Η εξιδανικευμένη προβολή
συνδυάζεται και ενισχύεται από την τότε επικρατούσα ηθική. Τυπάλδος: ως και ο
τίτλος μαρτυρεί τη διάθεση για εξιδανίκευση. Αντίθετα με Σολωμό, το ποιητικό
υποκείμενο κυριαρχείται από το πάθος της αγάπης και την ελπίδα να μοιραστεί τη
ζωή του με την αγαπημένη του. Σχεδόν εξαϋλωμένη, αφήνεται μετέωρη ανάμεσα στη
γήινη διάστασή της και την ουράνια προέλευση. Κοινός τόπος: και στα τρία
περιγραφικά στοιχεία της εξωτερικής ομορφιάς, τα οποία αναδεικνύουν ένα άσαρκο
και απόμακρο κάλλος, σταλμένο σχεδόν από μια εξωκοσμική διάσταση.

5. Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824 - 1879)


"Φωτεινός" (35)
Εξω-σολωμικός. Διαμεσολαβητής μεταξύ επτανησιακής και ελλαδικής σχολής.
Συνδυασμός δημοτικής γλώσσας και δημοτικού τραγουδιού. Θέμα: 14ος αιώνας,
εξέγερση Λευκαδιτών ενάντια στους Φράγκους. Ο Φωτεινός είναι ένας γέρος
επαναστάτης που μελετά την επανάσταση. Όλο το ποίημα κυριαρχείται από τη θερμή,
ανθρώπινη και αποφασιστική παρουσία του Φωτεινού. Απουσία υπερφυσικού. Ο
στίχος απαλλαγμένος από στόμφο και ρητορισμό. Ανολοκλήρωτο (το τελευταίο του
έργο - 1879).
Δραστ. 1 - Να εξηγήσετε επιλογή και χειρισμό του θέματος. Να εικάσετε την ιδεολογική
του τοποθέτηση: Συχνά στη λογ/νία η επιλογή της ανάπλασης ενός παλαιότερου
ιστορικού επεισοδίου εξυπηρετεί έναν παραλληρισμό με τη σύγχρονη του συγγραφέα
εποχή. Εδώ το επαναστατικό πνεύμα του Φωτεινού εναντίον των ξένων κατακτητών,
αλλού οργίλο, αλλού ήπια βέβαιο για το δίκιο του, αποτυπώνει την ιδεολογική
τοποθέτηση του Β. στο πλευρό των "ριζοσπαστικών" (με το κόμμα των οποίων
εξάλλου εξελέγη και βουλευτής το 1857), που επιθυμούσαν την άνευ όρων διακοπή
της Αγγλικής Προστασίας, την Ένωση με την Ελλάδα και τη δημιουργία μιας
ανεξάρτητης ελλ. δημοκρατίας με βάση τις αρχές της Γαλλ. Επανάστασης.

6. Γεράσιμος Μαρκοράς (1826 - 1911)


"Ο όρκος"
Σολωμικός. Εκτενές επικολυρικό. Αγνή αγάπη δυο νέων με ιστορικό πλαίσιο την
Κρητική Επανάσταση. 1866, ολοκαύτωμα μονής Αρκαδίου. Θεματικά: έρωτας -
θάνατος - πατρίδα. Γλώσσα: επτανησιακή δημοτική. Μορφική τελειότητα και
αρμονία. 15σύλλαβος ομοιοκατάληκτος (θυμίζει Ελεύθερους Πολιορκημένους
Σολωμού). Δίστιχο. Στίχοι κρουστοί.

15
Ασκήσεις Αυτοαξιολόγησης:

1. Ποια τα χρονικά όρια των 2 περιόδων της επτανησιακής πολιτικής ιστορίας του
19ου αι μέχρι το 1864; Ποιο το κυρίαρχο διακριτικό γνώρισμα της καθεμιάς
περιόδου;
α. 1797 (προσάρτηση από Γάλλους Δημοκρατικούς) - 1814 (κατάληψη Ιονίων από
Άγγλους)
- συνεχής διαδοχή ξένων κυρίαρχων των νησιών => τάσεις για ανατροπή της
παλαιάς κοινωνικής τάξης => αναθέρμανση εθνικού αισθήματος.
β. 1815 (Αγγλική Προστασία) - 1864 (ένωση με Ελλάδα)
- διατήρηση ενός καταπιεστικού καθεστώτος βρετανικού προτεκτοράτου =>
επιθυμία Ένωσης με Ελλάδα.

3. Να δώσετε σύντομους ορισμούς των 5 ομάδων ποιητών:


- Προσολωμικοί: ποιητές τέλους 18ου - αρχών 19ου, περιορισμένης αξίας, έγραψαν
σε ακαταστάλακτη δημοτική ποιήματα πολιτικού και κοινωνικού χαρακτήρα (θούρια,
κοιν. σάτιρες κ.ά.), τα οποία απηχούν τις φιλελεύθερες θέσεις του Διαφωτισμού και
τις αξίες της Γαλλικής Επανάστασης.
- Σολωμικοί: οι συνομήλικοι και νεότεροι του Σολωμού ποιητές που σχετίστηκαν
μαζί του και το έργο τους βρίσκεται στην άμεση σφαίρα επιρροής της σολωμικής
ποίησης.
- Μετασολωμικοί: μετά τον θάνατο του Σολωμού, δέχτηκαν επίδραση κυρίως
Πολυλά και το δημιουργικό έργο τους έγκειται κυρίως σε ποιητικές μεταφράσεις.
- Εξοσολωμικοί: ποιητές που αποκλίνουν από το γλωσσικό και εκφραστικό
παράδειγμα της σολωμικής ποίησης.
- Ελάσσονες/επίγονοι: σύχρονοι και νεότεροι του Σολωμού μέτριας αξίας, αυτοί που
σημειώνουν το τέλος της Επτανησιακής Σχολής, καθώς γράφουν στο τέλος πια του
19ου αι., επηρεασμένοι και από τη σύγχρονή τους αθην. ποίηση.

4. Ποια η κύρια αισθητική και ποια η κύρια ιδεολογική διαφορά ανάμεσα σε


Επτανησιακή και Α' Αθηναϊκή Σχολή; Πώς αιτιολογούνται αυτές οι διαφορές;
Αισθητική διαφορά: στη γλώσσα (Επτανήσιοι: δημοτική =/= Αθηναίοι:
καθαρεύουσα). Η διάδοση του αρχαϊσμού στην Αθήνα οφείλεται στην επικράτηση
μεταξύ των λογίων του κλασικιστικού δόγματος ότι η λογοτεχνία του νεοσύστατου
ελλ. κράτους έπρεπε να προσεγγίζει το α/ε γλωσσικό μεγαλείο.
Αντίθετα, στα δυτικοθρεμμένα Επτάνησα, θεωρία και πράξη λογοτεχνικής γλώσσας
διαμορφώθηκαν κάτω από την επίδραση δυτικών λογοτεχνιών, όπου επικράτησαν οι
ομιλούμενες γλώσσες.
Ιδεολογική διαφορά: στον ρόλο που διαδραμάτισαν ως προς τη σύγχρονή τους
πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα.
α. Στην Αθήνα: κλασικορομαντική ποίηση, ποιητικοί διαγωνισμοί.. πρόβαλε και
υπηρέτησε την εθνικοπατριωτική ιδεολογία του μικρού ελλ. βασιλείου. Άξονες: η

16
αδιάλειπτη ιστορική συνέχεια του ελληνισμού από την αρχαιότητα μέχρι τα νεότερα
χρόνια + η ανάγκη ενσωμάτωσης των τουρκοκρατούμενων περιοχών με ελλ.
πληθυσμό στον κορμό του εθνικού κράτους. Επίσης, πολλοί από τους αθηναίους
ποιητές κατείχαν δημόσια αξιώματα ή ήταν καθηγητές πανεπιστημίου => ρόλο
εκφραστή δημόσιου αισθήματος => ευθυγράμμισή τους με την κρατούσα ιδεολογία.
β. Στα Επτάνησα: κράτησε απόσταση από την ελλαδική εθνική ιδεολογία, λόγω του
ιδεαλιστικού χαρακτήρα της αλλά και των περιορισμών που της επέβαλλε το
καθεστώς της Αγγλικής Προστασίας.

17
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ

ΕΝΝΟΙΕΣ – ΚΛΕΙΔΙΑ
 Εθνικός ποιητής
 Στοχασμοί
 Αυτόγραφα έργα
 Ελευθερία και φύση
 Θρησκεία και θάνατος
 «Τρόπος μεικτός γνήσιος»
 Αποσπασματικότητα
 Λυρικά επεισόδια ή λυρικές ενότητες

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ

Γεννήθηκε το 1798 στη Ζάκυνθο, εξώγαμο τέκνο του 61 ετών πλούσιου Ζακύνθιου
κόντε Νικολάου Σολωμού και της 15χρονης υπηρέτριάς του Αγγελικής Νίκλη, με την
οποία ο Νικόλαος διατηρούσε δεσμό από το 1796.
Σπουδές: Νομική Σχολή Παβίας. Βάσεις παιδείας του η α/ε και λατινική γλώσσα και
λογοτεχνία.
Συναναστράφηκε με γνωστούς Ιταλούς ποιητές του νεοκλασικισμού και του
ανερχόμενου ρομαντισμού.
Δίκη με αδελφό, δικαίωση, ωστόσο αποξενώθηκε από μητέρα του και ως ποιητής
αποτραβήχτηκε από τη δημοσιότητα. Δεν παντρεύτηκε ποτέ, ιδιότροπος άνθρωπος
σχεδόν μονήρης και με ανίκητο πάθος για το αλκοόλ. Είχε ενετικό τίτλο ευγενείας.
Πέθανε στην Κέρκυρα στις 9/21 Φεβρουαρίου 1857, σε ηλικία 59 ετών.

Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ


Η ποιητική φήμη του μεταξύ των συγχρόνων του οφειλόταν κυρίως στον νεανικό
«Ύμνο εις την Ελευθερίαν» (έγραψε το ποίημα σε ηλικία 25 ετών).
Τα περισσότερα και καλύτερα ποιήματά του, ιδίως τα συνθέματα της ωριμότητάς
του, έμειναν όχι μόνο ανέκδοτα αλλά και ανολοκλήρωτα, ακατάστατα και
ανορθόγραφα γραμμένα, σε διάφορα στάδια επεξεργασίας, στα αυτόγραφα τετράδια
ή και σκόρπια φύλλα του. Σε ορισμένα σημεία η ακαταστασία είναι τέτοια ώστε
ακόμα και οι ειδικοί αναγνώστες, οι φιλόλογοι, να διαφωνούν μέχρι σήμερα αν
ορισμένοι στίχοι ανήκουν σ’ένα ποίημα ή σε άλλο.

18
ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΤΥΧΗ ΣΟΛΩΜΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ
Σολωμός: (δημοσιεύτηκε μικρό μέρος του έργου του και η φήμη που απέκτησε
οφείλεται αποκλειστικά στον Ύμνο).
Ο Ιάκωβος Πολυλάς το 1859 εξέδωσε έργα του Σολωμού σε έναν τόμο με τον τίτλο
«Ευρισκόμενα». Ο Πολυλάς αποκατέστησε και ανασύνθεσε σε ένα βαθμό το
ελληνικό κείμενο των σολωμικών ποιημάτων μέσα από τις διάφορες επεξεργασμένες
μορφές τους
Ο Πολίτης: έγραψε τα «Άπαντα» που ήταν 3 τόμοι, «Αυτόγραφα Έργα» 2 τόμοι.
Αλεξίου: Ποιήματα και Πεζά.

ΤΑ ΣΤΑΔΙΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ


H εξέλιξη της ελληνικής σολωμικής ποίησης μπορεί να χωριστεί σε δυο περιόδους:
1) Στη Ζάκυνθο (1818-1828) – Ζακυνθινή Περίοδος
2) Στην Κέρκυρα (1828-1857) – Κερκυραϊκή Περίοδος

Η ΝΕΑΝΙΚΗ ΘΗΤΕΙΑ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ


Τα πρώτα ποιήματα του Σολωμού, κυρίως σονέτα, γράφτηκαν στην ιταλική γλώσσα
κατά τη διάρκεια των σπουδών του στην Ιταλία.
Πρόκειται για ποιήματα που ακολουθούν τις αισθητικές συμβάσεις του ιταλικού νεο-
κλασικισμού και τα θρησκευτικά θέματά τους οφείλονται στην θρησκευτική
θεματολογία της ιταλικής ποίησης του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου
αιώνα. Μετά την επιστροφή του στη Ζάκυνθο, την περίοδο 1818-1822, ο Σολωμός,
συνέχισε συνθέτει στην ιταλική γλώσσα θρησκευτικά και σατιρικά ποιήματα (τα
σατυρικά ποιήματα είχαν συνήθως στόχο τον Ζακύνθιο γιατρό Διονύσιο Ροίδη).
Ιταλικά ποιήματα, κυρίως σονέτα, συνέχισε να συνθέτει μέχρι το 1827.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ


1818-1823 – 20 ΠΕΡΊΠΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΆ ΛΥΡΙΚΆ ΠΟΙΉΜΑΤΑ
Στην σύνθεση ποιημάτων στα ελληνικά τον ώθησε το γνήσιο πατριωτικό αίσθημα
του και η ρομαντική αντίληψη για την αξία της λαϊκής γλώσσας. Στην πενταετία
1818-1823 συνέθεσε 20 περίπου ελληνικά λυρικά ποιήματά του, τα οποία κρίνονται
απλά και αφελή - τόσο σε εκφραστικά μέσα όσο και από άποψη θεματολογίας - σε
σχέση με τα άρτια στη σύνθεση και στο ύφος ιταλικά ποιήματα της ίδιας περιόδου.
Τα κύρια θέματά τους είναι η άδολη αγάπη για φανταστικές ή εξιδανικευμένες
γυναίκες και ο θάνατος πλασματικών ηρώων ή πραγματικών προσώπων. Τα

19
περισσότερα αποτελούνται από μικρής έκτασης στίχους με περίτεχνες ρίμες κι
έντονα τραγουδιστικό ρυθμό. Ανάμεσά τους τα καλύτερα και γνωστότερα είναι «Η
αγνώριστη» και «Η Ξανθούλα» με θέμα τους τη γυναικεία μορφή.

Η ΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ. ΟΙ ΥΜΝΟΙ.


Το έναυσμα για τη σύνθεση πατριωτικής ποίησης έδωσε η επανάσταση του 1821.
Έτσι, τον Μάιο του 1823 έγραψε τις 158 τετράστιχες στροφές του «Ύμνου εις την
Ελευθερίαν» στο οποίο προσωποποιείται η μορφή της Ελευθερίας ως θεά, ταυτίζεται
με την Ελλάδα και περιγράφονται τα κατορθώματα του αγώνα.
Η γλώσσα του ποιήματος είναι μικτή: βάση της η δημοτική, η οποία όμως
εμπλουτίζεται με λόγια ίχνη, χωρίς να λείπουν και κάποιοι ιταλισμοί. Το ύφος
συνθέτει στοιχεία του επικού και του λυρικού είδους.
Ο «Ύμνος», το σημαντικότερο ποίημα της νεανικής περιόδου του Σολωμού, γνώρισε
γρήγορα μεγάλη απήχηση, δημοσιεύτηκε και μεταφράστηκε επανειλημμένα,
σημειώνοντας τη μετάβαση από τα αφελή θέματα στην ποίηση των εθνικών ιδεών.
Άλλα ποιήματα πατριωτικού περιεχομένου είναι: η λυρική ωδή «Εις το θάνατο του
Λορδ Μπάυρον», το εξαιρετικό επίγραμμα «Η καταστροφή των Ψαρών» και το «Η
Φαρμακωμένη».

ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ


Σονέτα: Ανήκουν στη νεανική ποίηση του Σολωμού.
Θεματολογία: Θρησκευτικά θέματα παρμένα ως επί το πλείστον από την ιταλική
ποίηση.
Γλώσσα: Ιταλική (λόγω της ζωής του στην Ιταλία).
Στόχος: Μέσα από τα σονέτα προσπαθεί να κριτικάρει τον Ροΐδη. Αντιπροσωπευτικό
έργο οι αυτοσχέδιες ομοιοκαταληξίες.

Τα πρώτα ελληνικά ποιήματα του Σολωμού («Ξανθούλα», «Αγνώριστη»).


Θεματολογία: Άδολη αγάπη για φανταστικές και εξιδανικευμένες γυναίκες, ή ο
θάνατος πλασματικών ή υπαρκτών προσώπων.
Γλώσσα: Ελληνική.
Χαρακτήρας: Τα κείμενα διέπονται από απλό και αφελή χαρακτήρα.

Πατριωτική ποίηση και Ύμνοι.


Θεματολογία: Ο,τιδήποτε αφορά τον αγώνα του 1821.
Γλώσσα: Ελληνική, Δημοτική.

20
Σκοπός: Μέσα από το έργο του να προτρέψει τον λαό για ομόνοια και αδελφικότητα.
Χαρακτήρας: Συνδυάζει Επικό και Λυρικό στοιχείο.
Αντιπροσωπευτικά έργα: «Ύμνος στην Ελευθερία» το 1823. «Ωδή στο θάνατο του
Λόρδου Μπάϋρον», «Φαρμακωμένη», «Η καταστροφή των Ψαρών».

Ο ΛΑΜΠΡΟΣ. ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ

Επικό-δραματικό ποίημα
Η πρώτη γραφή του ποιήματος χρονολογείται ήδη το 1823, το κύριο μέρος του
γράφτηκε στα χρόνια 1824-1826, ενώ η ατελέσφορη προσπάθεια για την
ολοκλήρωσή του διήρκεσε ως το 1834.
Τα αποσπάσματα που σώθηκαν μαρτυρούν την επίδραση από την ποίηση του Άγγλου
ρομαντικού ποιητή Byron. (βυρωνισμός: επίδραση του Byron στην ελληνική ποίηση
τον 19ο αιώνα. Χαρακτηριστικό του Μπάϋρον είναι ο επαναστάτης ήρωας που
συγκρούεται με τον θεϊκό και τον ανθρώπινο νόμο.)
Θεματολογία: Ερωτική ιστορία με τραγικό τέλος. Τα κύρια θεματικά στοιχεία του
ποιήματος είναι η αιμομιξία, ο βίαιος ή πρόωρος θάνατος, η αυτοκτονία, τα
υπερφυσικά στοιχεία, τα οποία είναι τυπικά ρομαντικά και φανερώνουν την πρόθεσή
του Σολωμού να συγχρονιστεί με την ευρωπαϊκή ποίηση.
Γλώσσα: Δημοτική.
Χαρακτήρας: Επικός – Δραματικός. Συνδυάζει το επικό με το δραματικό στοιχείο.

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΣ

Θεματολογία: Εξιδανίκευση της γυναικείας μορφής.


Γλώσσα: Δημοτική (με ιδιώματα της Ζακύνθου).
Σκοπός: Επιδιώκει να σατιρίσει τη μορφή της Ζακυνθινιάς γυναίκας, που έχει
επιλήψιμη συμπεριφορά και εθνικά και κοινωνικά (αυτό προκύπτει από την πρώτη
επεξεργασία του έργου). Σε μία δεύτερη και τρίτη επεξεργασία, σκοπός είναι
να προβληθεί ένα εφιαλτικό όνειρο ή προφητεία, με αναφορές στον αγώνα του 1821,
που παρουσιάζεται ως αγώνας του καλού με το κακό.
Κατά τον Μπάιρον, το έργο χαρακτηρίζεται ως εφιαλτική σάτιρα σε πεζό λόγο.
Κατά τον Σάνογλου, χαρακτηρίζεται ως ιδιόρρυθμη πρόζα με στοιχεία ποιητικού
λόγου. Το γενικό συμπέρασμα είναι πως είτε είναι πρόζα είτε ποίημα σε πεζό.
Το 1826 άρχισε τη σύνθεση του Η γυναίκα της Ζάκυνθος (δημοσιεύτηκε το 1927).

21
Παλαιότερα η φιλολογική έρευνα αντιμετώπισε το έργο ως πεζό κείμενο, σύμφωνα
όμως με νεότερους μελετητές πρόκειται ουσιαστικά για ποιητικό έργο, συγκεκριμένα
για ποίημα σε πρόζα ή ποίημα σε πεζό.
Αφηγητής είναι ο ιερομόναχος Διονύσιος.
Στο πρώτο και πιο ολοκληρωμένο στάδιο επεξεργασίας (1826-1829) στόχος ήταν η
σάτιρα κάποιας συγκεκριμένης, ανώνυμης ζακυνθινής με επιλήψιμη κοινωνικά και
εθνικά συμπεριφορά.
Στο δεύτερο (1829-1833) και στο τρίτο (1833) στάδιο επεξεργασίας, ο στόχος
διευρύνθηκε και καθώς το έργο πήρε τη μορφή ενός εφιαλτικού οράματος ή
προφητείας με αποκαλυπτικό χαρακτήρα και με αναφορές στον
εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων, αναδεικνύεται σε μια σύγκρουση του
καλού και του κακού. Η γλώσσα του έργου είναι δημοτική με πολλά ιδιωματικά
ζακυνθινά στοιχεία.

ΤΑ ΣΥΝΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΩΡΙΜΟΤΗΤΑΣ

Μετά την εγκατάσταση του στην Κέρκυρα ο Σολωμός εγκατέλειψε τη συμβατική


θρησκευτική και πατριωτική θεματολογία και την ερωτική συναισθηματολογία. Από
τα μέσα της δεκαετίας του 1820 εγκαταλείπει την τάση αυτοσχεδιασμού και την
ευκολία της γραφής των νεανικών του ποιημάτων και προσπαθεί να υπερβεί τα
εμπόδια της ποιητικής έκφρασης μέσα από τη μελέτη της φιλοσοφίας, ιδίως της
γερμανικής.
Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ (Γραμμένος το 1833-34) (6 στάδια)
Επικολυρική σύνθεση που σηματοδοτεί την αρχή της ποιητικής ωριμότητας του
Σολωμού και την εκφραστική στροφή του προς την ελληνική ποιητική παράδοση,
ιδίως προς την κρητική λογοτεχνία της ακμής, και τη ρυθμική καλλιέργεια του
δεκαπεντασύλλαβου στίχου.
H υπόθεση του ποιήματος είναι δραματική. Παρουσιάζει ένα δοκιμαζόμενο
άνθρωπο Ο Κρητικός, παλιός αγωνιστής στην πατρίδα του κατά των Τούρκων,
προσπαθεί να σώσει την αγαπημένη του μέσα σ' ένα φουρτουνιασμένο πέλαγος. Ενώ
παλεύει με τα στοιχεία της φύσης, βλέπει ένα όραμα: το πέλαγο γαληνεύει και
εμφανίζεται μία αιθέρια γυναικεία μορφή, η «φεγγαροντυμένη», η οποία συνδράμει
και παρηγορεί τον ήρωα στην ψυχική και φυσική δοκιμασία του. Πριν εξαφανιστεί
σκορπά έναν απερίγραπτα όμορφο ήχο που συνεπαίρνει τον Κρητικό. Όταν αυτός
επιστρέψει στην πραγματικότητα και κατορθώσει να βγάλει την αγαπημένη του στο
ακρογιάλι, διαπιστώνει ότι είναι πεθαμένη.
Η Αξία του έργου, του πιο ολοκληρωμένου από τα αποσπασματικά ποιήματα του
Σολωμού, έγκειται στην απαράμιλλη λυρικότητά του και στην υποβολή που ασκούν
ως σήμερα στον αναγνώστη τα υψηλά, αν και κρυπτικά, νοήματά του. Για το νόημα
της «φεγγαροντυμένης» έχουν προταθεί πάμπολλες ερμηνείες: «Προσωποποίηση της

22
ελευθερίας ή της πατρίδας, της Ελλάδας ή της Κρήτης, της ζωής ή της φύσης, της
θρησκείας ή της θείας χάριτος -ή και της ποιητικής χάρης-, της συνείδησης του ήρωα
ή της θείας αγάπης, ή, ακόμα, αυτοπρόσωπη εμφάνιση της Αναδυομένης Αφροδίτης
ή της Ουρανίας Αφροδίτης ή της Παναγίας».

- Οι Ελεύθεροι πολιορκημένοι (1834-47) – 3 στάδια.

Το ποίημα αυτό απασχόλησε τον Σολωμό από το 1826 μέχρι τον θάνατο του, και
ιδίως στην περίοδο 1834-1847
Θεματολογία: Το ποίημα αναφέρεται στη δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου από
τους Τούρκους (1825) και στην ηρωική έξοδο των πολιορκημένων τον Απρίλιο του
1826. Αναδεικνύει το ηθικό μεγαλείο των Ελλήνων αγωνιστών που οδηγούνται
συνειδητά στη θυσία, την έσχατη πράξη αντίστασής τους, υπερβαίνοντας ένα προς
ένα τα φυσικά και ψυχικά εμπόδια και κατακτώντας έτσι την πνευματική ελευθερία
τους.
«Οι «Ελεύθεροι πολιορκημένοι» [...] είναι ένα «οργανικό» ποίημα, με την έννοια ότι
το μεγάλο χρονικό διάστημα που χρειάστηκε για να αναπτυχθεί ακολούθησε την
εξέλιξη των ιδεών και της τεχνικής του ίδιου του ποιητή»

- Ο Πόρφυρας (1847-9)
Εκδοτικά το ποίημα παρουσιάζει πολλά προβλήματα: οι μορφές που παραδίδουν οι
εκδόσεις Πολυλά και Αλεξίου έχουν σημαντικές διαφορές στην έκταση και στο
περιεχόμενο.
Θεματολογία: Αφορμή για τη γραφή του στάθηκε ένα πραγματικό περιστατικό (ένας
καρχαρίας -στα κερκυραϊκά λέγεται «πορφύρας»- κατασπάραξε έναν Άγγλο
στρατιώτη στο λιμάνι της Κέρκυρας). Το ποίημα ουσιαστικά επεξεργάζεται την ιδέα
του θανάτου ως μυστικής, αποκαλυπτικής στιγμής. Ο εκστασιασμένος από την
ομορφιά της φύσης ήρωας ξαφνικά σπαράσσεται από τον καρχαρία, ταυτόχρονα
όμως η στιγμή του θανάτου του είναι για τον ίδιο η κορυφαία στιγμή της
αποκάλυψης του εαυτού του.

Την τελευταία δεκαετία της ζωής του ο Σολωμός επέστρεψε στη σύνθεση ιταλικών
ποιητικών κειμένων.
Από την τελευταία δεκαετία σώζονται επίσης πεζά σχεδιάσματα, γραμμένα στα
ιταλικά, όπου ο ποιητής αναπτύσσει την υπόθεση ποιημάτων που σκόπευε να γράψει.

23
ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΟΛΩΜΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ

Η νεανική ποιητική παραγωγή του Σολωμού (η Ζακυνθινή περίοδος) θεματοποιείται


πάνω στο τρίπτυχο πατρίδα, χριστιανική θρησκεία, εξιδανικευμένη γυναικεία μορφή
της Επτανησιακής Σχολής

Κατά την κερκυραϊκή περίοδο (συνθέματα ωριμότητας) τα ίδια θεματικά κέντρα


εμπλουτίζονται με τις συστηματικές φιλοσοφικές αναζητήσεις του Σολωμού, με
αποτέλεσμα να ανάγονται στα θέματα εκείνα που απασχόλησαν τους μεγάλους
ποιητές όλων των εποχών: ο έρωτας, ο θάνατος, η ελευθερία, η πίστη στον θεό, η
σχέση του ανθρώπου με τη φύση.
Κατά τον Marcridge τα κύρια θέματα της σολωμικής ποίησης κωδικοποιούνται σε
δύο ζεύγη αντιθέσεων:
 ελευθερία και φύση,
 θρησκεία και θάνατος.
Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το πιο σύνθετο πρώτο ζεύγος. Η ελευθερία,
που συνδέεται σταθερά με τους αγώνες των Ελλήνων κατά των Τούρκων και που
είναι κατάκτηση της ανθρώπινης βούλησης, θριαμβεύει επάνω στη φύση, που
κυριαρχείται από ανεξέλεγκτες δυνάμεις και δεν γνωρίζει ηθικούς κανόνες.
Η έννοια της ελευθερίας εξελίσσεται στη διάρκεια του σολωμικού έργου:
στον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν» έχει σημασία ιδεολογικοπολιτική (πρόκειται για
την ελευθερία των υπόδουλων που αγωνιζόμενοι θα αποκτήσουν ανεξάρτητη
πατρίδα), ενώ στους Ελεύθερους πολιορκημένους, αποκτά πνευματική σημασία
(πρόκειται για την απελευθέρωση της ανθρώπινης ψυχής, που οι πολιορκημένοι
Μεσολογγίτες αγωνίζονται να κατακτήσουν, υπερνικώντας φυσικά και ψυχικά
εμπόδια τα οποία ορθώνονται μπροστά στο σώμα και στο φρόνημά τους, από τους
ίδιους τους εαυτούς τους [π.χ. η πείνα], από τη φύση [π.χ. η ομορφιά της άνοιξης που
εκμαυλίζει τους αγωνιστές] και από τους εχθρούς)
Στο Λάμπρο, ο Σολωμός επεξεργάζεται το θέμα της κατάχρησης της ελευθερίας από
έναν άνθρωπο που κυριαρχείται από τα φυσικά, ζωώδη ένστικτά του, τα οποία δεν
κατάφερε να υποτάξει στην ελεύθερη βούληση του, ώστε να πράττει το ηθικό καθή-
κον του απέναντι στον Θεό και στους ανθρώπους.
Τέλος, στον Πορφυρά, η αυτογνωσία του ανθρώπου, προϋπόθεση για την πλήρη
κατάκτηση της ελευθερίας του, αποκτάται την οριακή στιγμή της διττής επαφής του
με τη φύση, που συνδυάζει το καλό με το κακό: από τη μια ο κολυμβητής
εκστασιάζεται από τη γαλήνια ομορφιά της φύσης έχοντας συναίσθηση του
μεγαλείου της, από την άλλη όμως θανατώνεται βίαια από ένα άλογο στοιχείο της φύ-
σης, τον καρχαρία.

24
Στο θεματικό ζεύγος θρησκεία και θάνατος, διαπιστώνεται ότι σταθερά η
χριστιανική πίστη υπερβαίνει τον θάνατο. Πολλά είναι τα σολωμικά ποιήματα με
αποκλειστικό θέμα τον θάνατο πραγματικών ή φανταστικών προσώπων, ενώ όλα τα
συνθετικά ποιήματα τελειώνουν με τον βίαιο θάνατο των βασικών ηρώων.
Στα νεανικά ποιήματα ο θάνατος, σύμφωνα με τη χριστιανική αντίληψη, θεωρείται
ως λυτρωτική είσοδος σ' ένα άφθαρτο και καλύτερο κόσμο. Σε μεταγενέστερα
ποιήματα, όπως τα «Η φαρμακωμένη» και O Κρητικός, ο θάνατος του προσώπου
λειτουργεί ως προάγγελος της Δευτέρας Παρουσίας, της ανάστασης όλων των νε-
κρών. Στους Ελεύθερους πολιορκημένους οι Μεσσολογγίτες αντλούν από την πίστη
τους στον Θεό το ψυχικό κουράγιο να οδηγηθούν εθελούσια στον θάνατο,
παραμένοντας με τη θυσία τους ελεύθεροι να υπακούν τον θεϊκό νόμο.
Έτσι, ενώ στα νεανικά ποιήματα το θρησκευτικό θέμα επικεντρώνεται σε αναφορές
στην ορθόδοξη εκκλησία και στην τελετουργία της στα συνθέματα της ωριμότητας
το θρησκευτικό στοιχείο βαθαίνει και γίνεται μέρος της εμπειρίας ανθρώπων που
βρίσκονται σε δοκιμασία.
Σε πολλά ποιήματα του Σολωμού ο θάνατος συνδέεται με το θέμα του έρωτα,
όπως συμβαίνει και στην ελληνική λαϊκή παράδοση.
Στον ο Λάμπρο και τον Κρητικό έρωτας και θάνατος αλληλενεργούν για να επιτευχθεί
η δραματική κορύφωση, αλλά και να αναδειχθούν τα ηθικά μηνύματα. Στον Λάμπρο
ο ανήθικος σαρκικός έρωτας επιφέρει εντέλει τον θάνατο, ενώ στον Κρητικό ο
θάνατος της αγαπημένης συνδέεται μυστικά με τον έρωτα του θείου στοιχείου. Στα
περισσότερα σολωμικά ποιήματα ο έρωτας παραμένει αγνός, όπως εξάλλου
επιτάσσουν τα ήθη της τότε ελληνικής κοινωνίας.
Τα συνθέματα της σολωμικής ωριμότητας περιστρέφονται γύρω από τις ποικίλες
όψεις της δοκιμασίας του ανθρώπου να φέρει σε αίσιο πέρας την πάλη του με τα
μεγάλα εμπόδια και προκλήσεις της ζωής: τον πόλεμο, το ηθικό χρέος, τον έρωτα,
την ποίηση.

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΣΟΛΩΜΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ

Ο τρόπος σύνθεσης των σολωμικών ποιημάτων διακρίνεται από την ευκολία της
γραφής των λυρικών ποιημάτων με ένα κεντρικό θέμα και τη δυσκολία της
σύνθεσης των μεγαλεπήβολων ποιητικών έργων, τα οποία συναιρούσαν
διαφορετικούς εκφραστικούς τρόπους και όπου τα διάφορα μέρη αναπτύσσονταν με
οργανική σχέση, ως ενιαίο σώμα που τα διάφορα μέλη του διέπονται από μια
κεντρική αρχή.
Ο Σολωμός στην αρχή κατέγραφε σε ιταλικό πεζό κείμενο την κεντρική ιδέα και τα
βασικά στοιχεία της υπόθεσης του ποιήματος και στη συνέχεια στιχουργούσε
διάφορους θεματικούς πυρήνες της υπόθεσης σε ελληνικούς στίχους. Ενδιαμέσως

25
δεν έπαυε να καταγράφει στα ιταλικά διάφορους στοχασμούς, ενώ υπέβαλε τους
ελληνικούς στίχους σε διάφορα στάδια επεξεργασίας.
Σε ορισμένα ποιήματα οι αναθεωρήσεις σε διαφορετικά στάδια επεξεργασίας είναι
τόσο ριζικές που η πλοκή (η συναρμογή των θεμάτων) γίνεται δυσδιάκριτη. Τη
σύνθεση των ποιημάτων περιπλέκει το γεγονός ότι ο Σολωμός αποσπούσε από
παλαιότερα ποιήματα ορισμένες θεματικές μονάδες, έκτασης ενός ή δύο στίχων,
αλλά, μερικές φορές, ακόμη και ολόκληρες θεματικές ενότητες, τις επεξεργαζόταν
και στη συνέχεια τις ενέτασσε σε άλλα, νεότερα ποιήματα. Άλλοτε πάλι τέτοιοι
θεματικοί πυρήνες λειτουργούν ως απαρχή νέων ποιημάτων

ΤΕΧΝΟΤΡΟΠΙΑ

Στην ποίηση του Σολωμού ισχύει αυτό που ισχύει γενικότερα στην επτανησιακή
ποίηση του 19ου αιώνα, δηλαδή η επιρροή τόσο από το ρεύμα του νεοκλασικισμού
όσο και του ρομαντισμού.
Η επίδραση από τον νεοκλασικισμό παραπέμπει στην ιταλική λογοτεχνία και
εντοπίζεται στα ποιήματα της ζακυνθινής περιόδου (μέχρι το 1833), ενώ η ρομαντική
επίδραση πρωτοεμφανίζεται με τον Λάμπρο, και στη συνέχεια συνδέεται με τη μελέτη
της γερμανικής λογοτεχνίας και φιλοσοφίας και διαμορφώνει τα μετά το 1833
σολωμικά συνθέματα της ωριμότητας. Συγκεκριμένα, στα συνθέματα της ωριμότητας
ο Σολωμός προσπάθησε να αξιοποιήσει την παράδοση της ιδεαλιστικής φιλοσοφίας
του Hegel σε συνδυασμό με τις απόψεις του Schiller.
Στην εξέλιξη της σολωμικής ποίησης, διαπιστώνουμε επίσης ότι στη ζακυνθινή
περίοδο ο Σολωμός έγραψε κυρίως σύντομα ποιήματα που εξέφραζαν προσωπική
συγκίνηση και το ύφος ήταν λυρικό, ενώ στην κερκυραϊκή περίοδο συνέθετε
μεγαλύτερης έκτασης ποιήματα δραματικού ή επικού είδους.

Γνήσιος μικτός τρόπος ποίησης: Στο έργο της ωριμότητας του Σολωμού,
παρατηρείται μίξη Κλασικιστικού με το Ρομαντικό στοιχείο.
Σύμφωνα με τον Βελουδή, η έννοια του «μεικτού τρόπου» «αποτελούσε μιαν από τις
κεντρικότερες αισθητικές κατηγορίες του αισθητικού ρομαντισμού» και η πρόθεση
για τη δημιουργία μεικτού τρόπου φανερώνει ότι σε θεωρητικό επίπεδο ο ώριμος
ποιητής Σολωμός σκεφτόταν ως ρομαντικός,
‘Ετσι αυτό που διαπιστώνεται από τη σύγχρονη σολωμική κριτική είναι ότι όλα τα
συνθετικά (και ανολοκλήρωτα) σολωμικά ποιήματα, από τον Λάμπρο μέχρι τον
Πόρφυρα, δεν έχουν κανένα κλασικιστικό στοιχείο και είναι αμιγώς ρομαντικά.
Οι συνθέσεις πάντως της ωριμότητας δεν υποδεικνύουν ένα ασυγκράτητο προσωπικό
πάθος, όπως συμβαίνει στην ποίηση των ρομαντικών, ούτε είναι ποίηση
εξομολογητικού χαρακτήρα γύρω από μια προσωπική συναισθηματική κατάσταση.
Τα ποιήματα αυτά αναφέρονται σε άλλα (πραγματικά ή φανταστικά) πρόσωπα και σε
26
αντικειμενικές περιστάσεις, που αφορούν κυρίως στον εθνικό αγώνα των ομοεθνών
του, στους οποίους ο ποιητής προσπαθεί να προσφέρει παραδείγματα μιας ανώτερης,
πνευματικής και ηθικής στάσης ζωής.
Στην ανάλυση ενός έργου σε ό,τι αφορά την τεχνοτροπία, πρέπει να αναφερθεί εάν
έχει αφηγηματικό χαρακτήρα, εάν εμπεριέχει δραματικά στοιχεία (ομιλίες, διάλογοι).
Από την άποψη του ποιητικού είδους (λυρικό, δραματικό, επικό/αφηγηματικό) τα
κύρια σολωμικά ποιήματα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως εξής:
 ο Λάμπρος είναι αφηγηματικό ποίημα με δραματικά στοιχεία (στα σημεία που
μιλούν τα ίδια τα πρόσωπα)·
 ο Κρητικός είναι δραματικός μονόλογος (η αφήγηση γίνεται πρωτοπρόσωπα
από τον ίδιο τον ήρωα) με λυρικά στοιχεία (στο ποίημα εκφράζεται ο
συναισθηματικός κόσμος του ήρωα)·
 οι Ελεύθεροι πολιορκημένοι είναι ποίημα με αφηγηματικό πλαίσιο (την
εξελισσόμενη ιστορία της πολιορκίας του Μεσολογγίου), αλλά αναπτύσσεται
κυρίως με δραματικά και λυρικά στοιχεία (υπάρχουν αρκετοί δραματικοί
μονόλογοι προσώπων της ιστορίας, ενώ η χρήση της γλώσσας χαρακτηρίζεται
από λυρική πυκνότητα και τα περισσότερα στιγμιότυπα του ποιήματος έχουν
λυρικό χαρακτήρα).

Η ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Η κριτική της σολωμικής ποίησης ήδη από το 1857 εστίασε στην


αποσπασματικότητα του σολωμικού έργου.
Αυτή η αποσπασματικότητα οδήγησε τους συγχρόνους του να τα θεωρήσουν
κατώτερα του αναμενόμενου κάνοντας λόγο για νοηματική σκοτεινότητα χωρίς να
μπορούν να αναγνωρίσουν την αισθητική τους αξία και τα θεώρησαν κατώτερα του
αναμενόμενου.
Οι μελετητές του έργου του όμως τον 20ο αιώνα ιδίως μετά την έκδοση των
Αυτόγραφων έργων παύουν να θεωρούν την αποσπασματικότητα «πρόβλημα»,
αναγνωρίζοντας την αισθητική ακεραιότητα και την ποιητική αυτάρκεια των
διαφόρων αποσπασμάτων.
Εστιάζοντας στην τεχνοτροπία ως πηγής της αποσπασματικότητας ο Bελoυδής
τονίζει την υιοθέτηση της σύγχρονης ρομαντικής ποιητικής θεωρίας και της
διαλεκτικής αισθητικής του Hegel. Το «απόσπασμα» ή το «ημιτελές έργο» είναι
καίρια έκφραση της ρομαντικής αισθητικής η οποία «αντιλαμβάνεται την
καλλιτεχνική δραστηριότητα ως μια δημιουργική διαδικασία, ως ένα δημιουργικό
γίγνεσθαι» Με άλλα λόγια, αυτό που ενδιαφέρει τον ρομαντικό Σολωμό είναι η
διαδικασία της σύνθεσης και όχι το συνθετικό αποτέλεσμα. Επομένως η
ανολοκλήρωτη μορφή είναι ηθελημένη, μαρτυρία της καλλιτεχνικής βούλησής του.

27
Η άποψη αυτή είναι μάλλον υπερβολική, καθώς παραγνωρίζει ότι όλοι οι Ευρωπαίοι
ρομαντικοί ποιητές, σε αντίθεση με τον Σολωμό, δημοσίευσαν τα «αποσπασματικά»
ποιήματά τους.
Ο Mackridge αποδίδει την αποσπασματικότητα στο γεγονός ότι ο Σολωμός διέκρινε
τη (συνήθως μεγαλεπήβολη) ποιητική ιδέα των ποιημάτων του από τη γλωσσική-
εκφραστική υλοποίησή της. Όπως γράφει: «H αίσθηση που είχε ότι καμιά υλική
[γλωσσική] μορφή δεν μπορεί με επάρκεια να ενσωματώσει την [ποιητική] ιδέα ίσως
να ευθύνεται και για το ότι δεν κατόρθωσε να τελειώσει πολλά από τα ποιήματα της
ωριμότητάς του».
Σύμφωνα με τον Νάσο Bαγεvά (1998) αιτία της αποσπασματικότητας είναι η εγγενής
ασυμβατότητα ανάμεσα στο περιεχόμενο και στην έκφραση, το γεγονός δηλαδή ότι ο
Σολωμός προσπαθεί να γράψει «τραγικού (Ο Κρητικός, Ο Πορφύρας) και
επικοτραγικού περιεχομένου ποίηση (Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι) με λυρική
γλώσσα».
Εντέλει, ανεξάρτητα από το ποια αιτιολόγηση της αποσπασματικότητας υιοθετεί ο
κάθε αναγνώστης της σολωμικής ποίησης, σημασία έχει η καίρια επισήμανση του
Mackridge ότι «λόγω της μεγάλης έντασης της ποίησης του Σολωμού και της
αποσπασματικής φύσης πολλών από τα ποιήματά του η ανάγνωση του έργου του
μπορεί να εξελιχθεί σε μια πολύ συναρπαστική διανοητική εμπειρία, αφού ο
αναγνώστης συμπράττει δημιουργικά με τον ποιητή στην παραγωγή των ποιημάτων»

ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΥ

1. Διονύσιος Σολωμός (1798 – 1857)


«Διάλογος» (53)
Πολίτης (σ. 145-6) – Το πρώτο από τα δύο μοναδικά πεζά του Σολωμού, γραμμένο το
1824. Το «πιστεύω» του Σολωμού για τη δημοτική γλώσσα (επιχειρήματα αντλημένα
από γαλλικό διαφωτισμό). Γλωσσοπλάστης ποιητής: Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να
αλλάζει τη γλώσσα του λαού.. αλλάζοντας εξωτερικά τους τύπους δεν καλλιεργούμε
και δεν ευγενίζουμε τη γλώσσα.. μόνο ο ποιητής, βασισμένος στη λαϊκή γλώσσα, θα
την πλουτίσει και θα την εξευγενίσει εσωτερικά, θα βαθύνει και θα ευρύνει το νόημα
της κάθε λέξης, έτσι που η γλώσσα να εκφράζει τα πιο λεπτά αισθήματα και κινήματα
της ψυχής.
Πρώτο ποίημα που θεωρητικοποιήθηκε η χρήση της δημοτικής. Ισότιμος ο αγώνας
για την ελευθερία και τη γλώσσα. Αντλεί τα επιχειρήματά του από τον Διαφωτισμό.
Στο κείμενο αναφέρονται ονόματα ευρωπαίων και αρχαίων συγγραφέων. Επικαλείται
την παράδοση των σύγχρονων δυτικών γλωσσών με την ομιλούμενη γλώσσα.
Προβάλλεται ο δημιουργικός ρόλος του ποιητή που σέβεται γραμματική και

28
λεξιλόγιο και θέλει να εξευγενίσει, εμπλουτίσει και διευρύνει το νόημα της κάθε
λέξης.

«Ξανθούλα» (65)
Πολίτης (σ. 142) – Γυναικεία μορφή, ένα θέμα μόνιμο και βασικό σε όλη την ποίηση
του Σολωμού. Προ-ρομαντική σκηνογραφία. Μια διαπίστωση γεγονότων μονάχα,
καμιά συγκινησιακή περιγραφή. Η συγκίνηση δημιουργείται με το εντελώς απέριττο
της έκφρασης, με το αυτονόητο ξαναγύρισμα της ρυθμικής μελωδίας.
Τα πρώτα ελληνικά λυρικά (1818-1823). Θέμα: γυναίκα. Μορφή: απέριττη έκφραση,
μικροί στίχοι, απλοϊκό, ρυθμική μελωδία. Λυρική, ιδιωτικής φύσεως χώρου.
Περιστατικό: αποχαιρετισμός κόρης από φίλους. Μοτίβα: επικέντρωση μορφής στο
θλιβερό συμβάν, μεγάλη θλίψη στους φίλους και στον ποιητή. Τόνος ελαφρότητας
μέσα από την επανάληψη και τα υποκοριστικά.

«Καταστροφή Ψαρών» (65)


Πολίτης (σ. 143) – Γραμμένο το 1825. Προχωρεί ολοένα σταθερότερα προς την
κατάκτηση του γλωσσικού οργάνου και της λυρικής έκφρασης. Λιτότατο,
συμπυκνωμένο στην έκφραση επίγραμμα. Στα χρόνια αυτά συντελείται και μια
βαθύτερη αλλαγή στην ποιητική του Σολωμού: στα νεανικά του έργα είναι ο
εμπνευσμένος ψάλτης και ο άνθρωπος που αυτοσχεδιάζει με καταπληκτική ευκολία..
τώρα προσπαθεί να δαμάσει την έμφυτη αυτή ευκολία και να την υποτάξει σε μια
αυστηρότερα πειθαρχημένη και ανώτερη αντίληψη της ποιητικής τέχνης, που ο ίδιος
ονόμασε «νόημα της τέχνης». «Η δυσκολία που νιώθει ένας συγγραφέας δεν είναι να
δείξει φαντασία και πάθος, αλλά να υποτάξει τα δύο αυτά, με καιρό και με κόπο, εις
το νόημα της τέχνης». Η πορεία από το «ξεχείλισμα της ψυχής» στο «νόημα της
τέχνης» ολοκληρώνεται μέσα σε αυτή τη δημιουργική δεκαετία. Έχει σαφή
συνείδηση του προορισμού του και είναι αποκλειστικά αφοσιωμένος στο έργο του.
Αποτίμηση της σημασίας ενός σημαντικού εθνικού γεγονότος. Προσωποποίηση μιας
αφηρημένης έννοιας. Δόξα σε θεϊκή παρουσία. Επικολυρικό. Αγάπη για την πατρίδα.
Θεματική: συλλογικού περιβάλλοντος. Στροφή στην πατριωτική ποίηση.
Συμπυκνωμένο. Σοβαρότητα και επισημότητα επιγραφικού ύφους. Παρουσιάζει τα
σύμβολα ενός εθνικού δράματος.

Δραστηριότητα 2 (Ξανθούλα =/= Η καταστροφή των Ψαρών) -- Σε ποια θεματικά


και υφολογικά στοιχεία έγκειται η μετάβαση από τα αφελή ποιήματα στην ώριμη
ποίηση των εθνικών ιδεών;
Διαφορά καταρχήν θεματική:

α. Ξανθούλα: περιστατικό ιδιωτικής φύσης (τον αποχαιρετισμό μιας νεαρής κοπέλας


από τους φίλους της) καταγράφει το συναίσθημα της θλίψης που προκάλεσε στον

29
ποιητή και τους φίλους η φυγή της στην ξενιτιά.
β. καταστροφή Ψαρών: αποτίμηση της σημασίας ενός σημαντικού εθνικού γεγονότος
(ολική καταστροφή του νησιού από τον τουρκικό στόλο στις 21.6.1824), καθώς ο
ποιητής προσωποποιεί μια αφηρημένη έννοια, τη Δόξα, σε θεϊκή παρουσία.
Διαφορά στα επιμέρους θεματικά μοτίβα + εκφραστικά μέσα:

α. βαρκούλα, μαντήλι, ξανθά μαλλιά: επικεντρώνουν την προσοχή του αναγνώστη σε


ένα θλιβερό ιδιωτικό συμβάν. Υποκοριστικά, επαναλήψεις: δίνουν στο ποίημα έναν
τόνο ελαφρότητας.

β. ολόμαυρη ράχη, λαμπρά παλληκάρια, στεφάνι, έρημη γη: αναδεικνύουν με τη


δέουσα σοβαρότητα και επισημότητα του επιγραμματικού ύφους, τον χώρο, τα
πρόσωπα και τα σύμβολα ενός εθνικού δράματος.
«Φαρμακωμένη» (66)
Πολίτης (σ. 143) – όπως και στην Καταστροφή Ψαρών. Γραμμένα την ίδια δεκαετία
(1826). Ένα σημαντικό προχώρημα. Αρχίζοντας από ένα θρήνο για τη φαρμακωμένη
κόρη, περνά ανεπαίσθητα, και με μια διάθεση καθαρά μουσική, στην υπεράσπιση της
νέας κόρης από την καταλαλιά του κόσμου, με μιαν ακαταμάχητη πειθώ, που
μπορούμε να ονομάσουμε πειθώ λυρική.

Ελεγεία για μια φίλη του. Προσπαθεί να δαμάσει την ευκολία γραφής σε
πειθαρχημένη αντίληψη της ποίησης. Θρήνος: υπεράσπιση κόρης από την κοινωνική
κατακραυγή... λυρική πειθώ. Έμφαση στην αγνότητα, στην εξιδανίκευση της
γυναίκας. Θάνατος ως προάγγελος της δευτέρας παρουσίας.

«Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» (68)


Πολίτης (σ. 148-151) – Το ποίημα που τον απασχόλησε όσο κανένα άλλο. Ζει από
κοντά τα γεγονότα, γράφει πολύ αργότερα. Χωρίς ομοιοκαταληξία, χωρίς συνίζηση.
Αυστηρή σχεδόν ασκητική στιχουργική δομή και μια εσωτερική αρμονία αινιγματική
ακόμα και σήμερα. Κατάκτηση ενός «καθαρού» λυρικού χώρου. Ανήκει στην υψηλή
ποίηση των ώριμων χρόνων του (και τίποτα δεν ήξεραν οι σύγχρονοί του ως την ώρα
του θανάτου του – 59 χρονών).

Ο Σολωμός δεν προχώρησε στην ολοκλήρωση. Δεν τα ενέταξε σε σύνολο. Έμεινε


στην καθαρή λυρική έκφραση. Αποτελούν λυρικές ενότητες.
Ώριμη περίοδος, οργανικό ποίημα καθώς ακολούθησε την εξέλιξη της ποιητικής και
της τεχνικής του. Επιχείρησε τον μεικτό γνήσιο τρόπο (συνδυασμός κλασικού και
ρομαντικού). Ωστόσο, το ποίημα χαρακτηρίζεται ως αμιγώς ρομαντικό.
Ποίημα αφηγηματικό με δραματικά λυρικά στοιχεία και δραματικούς μονολόγους.

30
2η πολιορκία Μεσολογγίου (1825) και αναφέρεται στην ηρωική έξοδο τον Απρίλη
του 1826.
Και τα τρία σχεδιάσματα φανερώνουν τον αγώνα να υποτάξει τη γλώσσα και τον
15σύλλαβο στον σκοπό του. Αρχικά σε 15σύλλαβο ομοιοκατάληκτο.
Θεματικά ζεύγη αντιθέσεων: ελευθερία-φύση και θρησκεία-θάνατος.
Ελευθερία στη συνειδητή βούληση του ανθρώπου που υπερνικά τη φύση που
εμφανίζεται ως πείνα, ξελόγιασμα άνοιξης, ενώ η θρησκεία, η χριστιανική πίστη
υπερβαίνει τον θάνατο και τον ακυρώνει.
Το θεματικό ζεύγος ελευθερία-φύση αποκτά εδώ πνευματική σημασία. Επιζητούν την
απελευθέρωση της ψυχής και ανταγωνίζονται τη φύση (τα φυσικά και ψυχικά
εμπόδια).
Στο ζεύγος θρησκεία-θάνατος οι πολιορκημένοι αντλούν πίστη από τον θεό για την
επικείμενη εθελοντική θυσία και παραμένουν ελεύθεροι καθώς η θρησκεία
υπερβαίνει τον θάνατο.
Η γλώσσα χαρακτηρίζεται από λυρική πυκνότητα και τα 3 σχεδιάσματα είναι σε
αφηγηματική μορφή.
Απηχεί και τροποποιεί τον Σίλλερ και τους γερμανούς ρομαντικούς.
Δεν διαχωρίζει ψυχή από σώμα. Το ιδανικό της απόλυτης ελευθερίας επιτυγχάνεται
στον υπαρκτό κόσμο καθώς οι πολιορκημένοι, αντιμέτωποι με την ομορφιά της
φύσης και τη δύναμη του εχθρού, θυσιάζονται. Μάγεμα της φύσης/άνοιξης αποτελεί
δύναμη που φέρνει δειλία/δισταγμό.

31
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΛΕΙΔΙΑ
 Ωδές
 Φιλελληνισμός
 Φιλελευθερισμός
 Καρμποναρισμός
 Ποιητής της Ιδέας
 Πατριωτικός/πολιτικός ποιητής
 Πολύτροπος αρμονία

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΚΑΛΒΟΥ


 Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1792 όπου και έζησε μέχρι δέκα χρονών.
6 χρόνια μεγαλύτερος του Σολωμού.
 1801-1802 μετά τον χωρισμό των γονιών του, ακολούθησε τον πατέρα του
στην Ιταλία, αποκτώντας κυρίως ιταλική και δευτερευόντως κλασική παιδεία.
 1816-1820 έζησε σε τρεις ευρωπαϊκές χώρες (Ελβετία, Αγγλία, Γαλλία)
 1821 εξορίστηκε από την Ιταλία και κατέφυγε στη Γενεύη, όπου έμεινε έως το
1825. Η Επανάσταση ήταν που τον έστρεψε στην ελληνική ποίηση.
 1826 επέστρεψε στα Επτάνησα (Κέρκυρα) όπου έζησε μέχρι το 1852. Δίδαξε
στην Ιόνιο Ακαδημία, δάσκαλος γλώσσας, λογοτεχνίας και φιλοσοφίας.
Παράλληλα, λόγια δραστηριότητα (άρθρα, διαλέξεις, μεταφράσεις).
 1852 λόγω της γνωριμίας και του όψιμου γάμου του με μια αγγλίδα
παιδαγωγό, εγκατέλειψε την Ελλάδα, πήγε με τη σύζυγό του στην Αγγλία και
μετά το 1865 εγκαταστάθηκε στην κωμόπολη Louth της βόρειας Αγγλίας,
όπου πέθανε το 1869.
 Μητέρα αριστοκράτισσα, πατέρας πληβείος. Μαχητικός και ασυμβίβαστος.
Άνθρωπος περίεργος και απομονωμένος. Ο Έλληνας αυτοδίδακτος λόγιος της
διασποράς.
Δραστηριότητα 2 -- Εντοπίστε ομοιότητες και διαφορές μεταξύ Κάλβου - Σολωμού
σε βίο και έργο:
Ομοιότητες: ο στόχος και η θεματική (στόχοι της Ελληνικής Επανάστασης).
Πρόθεση να απευθυνθούν στους τότε μορφωμένους Ευρωπαίους, προκειμένου να
διαδώσουν τα αιτήματα του αγώνα της Επανάστασης. Ομοιότητα και στο ύφος που
χαρακτηρίζεται από υπερβολή (επίδραση ευρωπαϊκού ρομαντισμού).
Διαφορές: γλώσσα. α. Σολωμός: υπέρμαχος της ομιλούμενης ελληνικής β. Κάλβος:
λόγιας. Διαφορά στον βίο: α. Σολωμός: αριστοκρατικής οικογένειας β. Κάλβος
ταπεινής καταγωγής. Ανεκδοτολογικό χαρακτήρα η διαπίστωση πολλών ότι δεν

32
γνώριζαν ο ένας τον άλλον, παρόλο που ζούσαν στην ίδια πόλη επί 24 χρόνια. Το
πιθανότερο να υπήρχε τυπική γνωριμία χωρίς την πνευματική επαφή.

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ


Υπάρχουν έντονα ζεύγη αντιθέσεων, με:
 πρώτο το ποιητικό εγώ και τον συλλογικό αγώνα (μέσα στο έργο του
χρησιμοποιεί ελάχιστα βιωματικά στοιχεία, προκειμένου να περιοριστεί στο
εγώ και να εκφράσει έντονα τη συλλογικότητα του αγώνα), με στόχο να
εμψυχωθεί ο λαός, να ενδυναμώσει ο αγώνας και τέλος, να δοξαστούν τα
όποια κατορθώματα.
 Δεύτερο: Ελευθερία – Τυραννία.
 Τρίτο: Δίκαιο – Άδικο.
 Τέταρτο: Παιδεία – Βαρβαρότητα.
 Πέμπτο: Ένδοξο παρελθόν – Παρόν. (το Παρόν, εμπεριέχει τρία στοιχεία:
φύση, θρησκεία, Έθνος.
Ο Κάλβος, μέσα από αυτές τις αντιθέσεις, επιδιώκει να ενημερωθεί ο Ευρωπαϊκός
κόσμος για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα με στόχο να αφυπνισθεί και να βοηθήσει
τον αγώνα των Ελλήνων.
Ο δεύτερος στόχος του Κάλβου, αφορά την εμψύχωση των Ελλήνων και τη δοξασία
προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της απελευθέρωσης.
Κάλβος = Ποιητής της Ιδέας
Η ποίησή του είναι αντικειμενική. Αντλεί στοιχεία από την Ιστορική συγκυρία της
εποχής, αλλά επικεντρώνεται σε διαχρονικές ιδέες.
Η Ελευθερία ταυτίζεται με την Αρετή.
Πουριτανός, άρα απομάκρυνση από την αισθησιακή αντίληψη της ζωής.
Παθιασμένος με τον διαφωτισμό.

ΡΕΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΛΒΟ (ΩΔΕΣ)


Η λογοτεχνική αγωγή του Κάλβου διαμορφώθηκε στο εργαστήρι του ιταλικού
νεοκλασικισμού και συνδυάστηκε με την επίδραση των φιλελεύθερων ιδεών της
Γαλλικής Επανάστασης.
Οι ωδές ιδεολογικά και πνευματικά απορρέουν από το ευρωπαϊκό φιλελληνικό
κίνημα.
Στο πλαίσιο αυτό ο Κάλβος έγραψε τα ελληνικά ποιήματά του απευθυνόμενος στο
ευρωπαϊκό κοινό που είχε ευαισθητοποιηθεί απέναντι στον ελληνικό αγώνα,
γι΄αυτό και οι ωδές της Λύρας αποδόθηκαν στη γαλλική γλώσσα, ενώ η πρώτη
έκδοση των Λυρικών συνοδευόταν από γαλλική μετάφραση. Από την άλλη όμως
μεριά η επιλογή της, άγνωστης στους Ευρωπαίους, νέας ελληνικής γλώσσας για τη

33
συγγραφή των Ωδών υποδηλώνει την επιθυμία του μέτοικου Κάλβου να υπηρετήσει
όχι μόνο την πατρίδα, αλλά και τις αναγεννημένες Μούσες.

Η ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΛΒΟΥ

Θεματική μήτρα η Ελληνική Επανάσταση πού εκφράζει τόσο την ιδεολογία του ως
ποιητή (σκοπός: να γράψει ποίηση ως μέσο άσκησης της δικαιοσύνης σε βάρος της
αδικίας των δυναστών, αναγάγοντας την Επανάσταση σε ένα ευρύτερο πλαίσιο
ιδεών, υπερίσχυση δικαίου εναντίον της αδικίας, επιβράβευση παιδείας εις βάρος της
βαρβαρότητας) όσο και τον ατομικό του αγώνα να σπάσει τα δικά του προσωπικά
δεσμά.
Ο ατομικός αγώνας του φανερώνεται:
 στην πρώτη ωδή «Ο φιλόπατρις», όπου εκφράζεται η αγάπη για τη μακρινή
γενέτειρα που δεν γνώρισε την καταπίεση των τυράννων.
 στην τρίτη ωδή «Εις θάνατον», όπου υπερνικάται ο φόβος του θανάτου,
 στην πέμπτη ωδή «Εις Μούσας», όπου καλούνται οι Μούσες να συνδράμουν
στον αγώνα του να γράψει ποίηση ως μέσο άσκησης της δικαιοσύνης σε
βάρος της αδικίας των δυναστών.
Αλλά, παρά τις συχνές εμφανίσεις στις ωδές του ποιητικού «εγώ», το οποίο υπηρετεί
ρητορικές κυρίως ανάγκες (έμφαση, άσκηση πειθούς στον αναγνώστη), γενικά ο
Κάλβος περιόρισε δραστικά τα ίχνη των προσωπικών βιωμάτων του, προκειμένου να
αναδείξει τον συλλογικό αγώνα
Στις περισσότερες ωδές περιγράφονται, εξυμνούνται ή και σχολιάζονται γεγονότα,
πρόσωπα και καταστάσεις του εθνικού αγώνα στα χρόνια 1821-1826 (όπως η θυσία
του Ιερού Λόχου στο Δραγατσάνι, η καταστροφή της Χίου, ο Κανάρης, ο Byron, η
δράση των πυρπολικών στο Αιγαίο, οι διχόνοιες μεταξύ των Ελλήνων κ.ά.).
Σύμφωνα με την Ιδεολογία του Κάλβου σχετίζεται Η ελληνική Επανάσταση
εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο ιδεών έτσι ώστε η αποτίναξη του τουρκικού
ζυγού να συνιστά, γενικότερα, μάχη εναντίον ενός τυραννικού καθεστώτος, ενώ η
κατάκτηση της ελευθερίας του ελληνικού έθνους σχετίζεται με την υπερίσχυση του
δικαίου επί της αδικίας, την επικράτηση της κοινωνικής και πολιτικής αρετής επάνω
στην τυφλή δύναμη της εξουσίας, την επιβράβευση της παιδείας εις βάρος της
βαρβαρότητας.
Οι πάμπολλες μνείες στην αρχαία μυθολογία, στους αρχαίους προγόνους και στο
ένδοξο αρχαιοελληνικό παρελθόν, σε συνδυασμό με αναφορές στη σύγχρονη Ελλάδα
και στη χριστιανική λατρεία, δείχνουν ότι ο Κάλβος έγραψε τις ωδές εξ ονόματος της
εθνικής κοινότητας την οποία προσπαθεί να εμψυχώσει, να μνημειώσει και να
δοξάσει.
Ορισμένοι μελετητές αποκάλεσαν τον Κάλβο «ποιητή της Ιδέας», με την έννοια ότι
έγραψε μια νοητική, αντικειμενική ποίηση, που εφορμά από την ιστορική συγκυρία

34
της εποχής, αλλά κατά βάθος επικεντρώνεται σε διαχρονικές, μεταφυσικές ιδέες.
Στράτευσε την ποίησή του στον ιερό σκοπό να υπηρετήσει την Επανάσταση
(απόλυτος ιδεαλισμός). Κατά βάθος πρόκειται για πολιτική ποίηση.
Οι καλβικές ωδές ως αγωνιστικά και παραινετικά ποιήματα, αναπτύσσονται με
ορισμένες θεματικές αντιθέσεις, όπως η ελευθερία-τυραννία και αναλύονται σε
αντιθέσεις καταστάσεων οι οποίες συμβολίζουν τα δυο μέλη του αντιτιθέμενου
ζεύγους: φως-σκότος, ομορφιά-βαρβαρότητα, ηρωισμός-αδράνεια, μνήμη-λησμονιά.

ΓΛΩΣΣΑ
Η ελληνική γλωσσική συνείδηση του Κάλβου διαμορφώθηκε υπό την επήρεια της
λόγιας και όχι της ομιλούμενης.
Ο Κάλβος είναι ο μόνος μείζων Επτανήσιος ποιητής που δεν υιοθέτησε τη δημοτική
γλώσσα. Η γλωσσική αυτή αποστασία του από την Επτανησιακή Σχολή στάθηκε η
αιτία επίκρισης και καταδίκης του από τους άλλους Επτανήσιους.
Από μορφολογική άποψη, γλώσσα της Καλβικής ποίησης είναι η καθαρεύουσα,
εμπλουτισμένη με αρχαϊστικούς και δημώδεις τύπους. Πρόκειται για εντελώς
προσωπικό γλωσσικό ποιητικό ιδίωμα, αποτέλεσμα της μίξης και εντέλει της
σύνθεσης γλωσσικών στοιχείων προερχόμενων από την αρχαία ελληνική, τα
θρησκευτικά κείμενα, τη λόγια της εποχής, καθώς και τη δημώδη, μάλιστα και με
ιδιωματικά στοιχεία. Κορμός πάντως του καλβικού λεξιλογίου είναι οι
αρχαιοελληνικές λέξεις.
Υπάρχουν επίσης αρκετοί ιταλισμοί (π.χ. επίταξη του επιθέτου) και σολοικισμοί που
φανερώνουν τη γλωσσική ανομοιομορφία της καλβικής ποίηση
Η γλώσσα του Κάλβου επίσης έχει επηρεασθεί από τον Ιταλό Foscolo που
υποστηρίζει ότι η γλώσσα πρέπει να είναι λόγια – τεχνητή, εμπλουτισμένη με
Αρχαϊστικά στοιχεία από την ομιλούσα.
Στο έργο του Κάλβου παρατηρείται έλλειψη βασικών ποιητικών κανόνων π.χ.
ομοιοκαταληξία, λυρικότητα κλπ. στοιχεία που ακολουθούνται από την Ιταλική
ποίηση.
Ο Κάλβος δεν ακολουθεί κανόνες, γιατί πιστεύει ότι η ποίηση πρέπει να είναι
ελεύθερη.

ΤΕΧΝΟΤΡΟΠΙΑ
Κύριο διακριτικό στοιχείο της τεχνοτροπίας των Ωδών είναι η σύζευξη ή
εξισορρόπηση των δύο κύριων αισθητικών ρευμάτων του καιρού του, του
νεοκλασικισμού και του ρομαντισμού.
Δημαράς – ερμήνευσε τις Ωδές ως μίξη εσωτερικών στοιχείων του ιταλικού
νεοκλασικισμού και του εκφραστικού κλίματος του ευρωπαϊκού προρομαντισμού,
υποστηρίζοντας ότι πίσω από τη νεοκλασικιστική επιφάνεια των Ωδών λανθάνει η

35
συναισθηματική και ψυχρή ροπή προς τον ρομαντισμό, ορισμένα ίχνη της οποίας
φτάνουν μέχρι την επιφάνεια.
Πολίτης – «όλος αυτός ο φαινομενικός κλασικισμός είναι ένα εξωτερικό ντύμα
μονάχα, κάτω από το οποίο κινείται η ανήσυχη ψυχή ενός γνήσιου ρομαντικού».
Αντίθετα ο Τζιόβας – ενέταξε τις Ωδές, με διεξοδική τεκμηρίωση, στη σφαίρα
επιρροής του ευρωπαϊκού νεοκλασικισμού.
Διαλησμάς – συνόψισε τα στοιχεία νεοκλασικισμού (παρομοίωση, μετωνυμία,
εικονοπλαστική ικανότητα, ιδιότυπος ιδεαλισμός, κλασικά αιτήματα για την τέχνη,
τέχνη: παιδευτική αξία + διδακτικός χαρακτήρας).
Έτσι ο «σοβαρός, υψηλός τόνος» αποτελεί παραπέμπει στον κλασικισμό, ενώ η
μελαγχολική διάθεση, η δραματική ένταση, οι οραματικές καταστάσεις, η εμφάνιση
του «εγώ» του ποιητή σε μερικά σημεία παραπέμπουν στην επίδραση του
προρομαντισμού.

Ο Γαραντούδης σχολιάζει ότι η «πολύτροπος αρμονία» των Ωδών στηρίχτηκε στην


άρνηση της μουσικότητας και στην οργάνωση του ρυθμού των Ωδών με βάση τον
εσωτερικό ρυθμό του ιταλικού δραματικού είδους. Επίσης η άρνηση της
ομοιοκαταληξίας, η έντονη απόκλιση από μετρικές μορφές, τη γλώσσα και νόημα
υποδεικνύουν την πρόθεση του Κάλβου να εναρμονίσει την ιταλική δραμαματική
ποίηση με την ελληνική γλώσσα.
Έτσι παρουσιάζεται μια ποίηση λυρική ως προς τα εξωτερικά μορφικά στοιχεία της η
οποία πραγματεύεται νεοκλασικά, κυρίως, αλλά και ρομαντικά θέματα με τους
ρυθμικούς τρόπους της δραματικής ποίησης της εποχής. Η ιδιότυπη σχέση στοιχείων
επιφανείας και στοιχείων βάθους, τα οποία έχουν διαφορετική προέλευση, και η
ιδιόρρυθμη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στο ιταλικής προέλευσης μετρικό
σύστημα και το ελληνικής προέλευσης γλωσσικό-νοηματικό σύστημα των Ωδών,
υποδεικνύει την εντύπωση ότι η μετρική τους εμπεριέχει, δυνάμει, όλες τις τολμηρές
δυνατότητες του ελεύθερου στίχου», άποψη που υποστήριξε και ο Ελύτης.

ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΥ

1. Ανδρέας Κάλβος (1792 – 1869)


«Ο ωκεανός» (75)
Πολίτης (σ. 152) - 20 ωδές η μοναδική του προσφορά στη νεοελληνική ποίηση.
Ποιήματα αγωνιστικά και παραινετικά, γράφτηκαν εξ ονόματος της εθνικής
κοινότητας την οποία προσπαθεί να εμψυχώσεις, να μνημειώσει και να δοξάσει. Στο
κλίμα του ευρωπαϊκού φιλελληνισμού.

36
Θέμα: η Ελληνική Επανάσταση. Μετρική: ιδιότυπη, 4 7σύλλαβοι και ένας
καταληκτικός 5σύλλαβος. Σχήμα κλασικότροπο, ωστόσο βάση δημοτικός
15σύλλαβος σπασμένος στα δύο. Γλώσσα: κράμα δημοτικής και αρχαΐζουσας.
Εφαρμόζει ποιητικές και αισθητικές θεωρίες των ιταλών κλασικιστών, κυρίως του
δασκάλου του, του Φόσκολου. Βάση: λαλουμένη που εμπλουτίζεται με
αρχαϊκές εκφράζεις και σπάνιες λέξεις. Δημοτικές λέξεις που παραμορφώνονται με
αρχαιόπροπες καταλήξεις. Αρνητικά: Ζει 20 χρόνια μακριά από την Ελλάδα
=> αποκομμένος από την παράδοση (δημοτική και φαναριώτικη). Κλασικιστικές
φόρμες και σχήματα. Υψωμένος τόνος - γνήσιος ρομαντικός πυρήνας (βαθύτατη
αντινομία: ο φαινομενικός κλασικισμός μόνο εξωτερικό ντύμα, κάτω από το οποίο
κινείται η ανήσυχη ψυχή ενός γνήσιου ρομαντικού. Σε αυτές ακριβώς τις λίγες
στιγμές ποιητικής ευφορίας ("ποιητικά κενά" κατά τους κριτικούς) βρίσκεται η
αληθινή φυσιογνωμία και λυρική τόλμη του ποιητή.
Δραστηριότητα 1 -- Πρόθεση των ωδών ήταν να διακηρυχτεί το πατριωτικό και
πολιτικό ιδεώδες της εθνικής αποκατάστασης των Ελλήνων. Μπορεί να λειτουργήσει
αυτός ο υψηλόφωνος τόνος της καλβικής ποίησης σήμερα;
Μεν θεματικά ανεπίκαιρη ποίηση, αλλά συνεχίζει να γοητεύει χάρη
στη συναισθηματική οικειότητα που προκαλεί η αίσθηση ενός αυτοεξόριστου
ανάμεσά μας. Ο Κάλβος αρνήθηκε (όπως θα αρνιόταν και σήμερα) μια ελληνική
πραγματικότητα εντελώς ξένη προς το δικό του ιδανικό της ελληνικότητας, ένα
όραμα του οποίου υπήρξε υμνητής και απολογητής. Ο ιδεατός ελληνισμός μιας
ανύπαρκτης πατρίδας στάθηκε για τον ποιητή ο ποιητικός, ηθικός, πολιτικός και
εθνικός παράδεισός του. Εξόριστος εκείνος, εξόριστοι κι εμείς, ατενίζουμε με θάμβος
αυτόν τον παράδεισο.
Δραστηριότητα 3 -- Να διαπιστώσετε τη γλωσσική σύνθεση στοιχείων α/ε, λόγιας
και δημώδους γλώσσας. Να καταγράψετε τις λέξεις (αρχαίες κυρίως) και μυθολογικές
αναφορές που χρήζουν λεξιλογικής ή πραγματολογικής ερμηνείας:
 εμβόλια: κρέπια -- διάφανα μαύρα υφάσματα ως ένδειξη πένθους
 ηώα.. ανοίγουσιν -- τα πρωινά σιδερένια κιγκλιδώματα, ώστε να βγουν τα άλογα
του Ήλιου για το καθημερινό ταξίδι τους
 αμιλλητήρια (πέταλα) -- που αμιλλώνται, συναγωνίζονται μεταξύ τους
 βρέμων -- που βρυχάται
 τρίμορφος Εκάτη -- Τιτανίδα, κόρη του Πέρση και της Αστερίας, στην περιοχή
του ουρανού ταυτιζόταν με τη σελήνη.
 (παραθαλάσσια) κλειτά -- κλειστά, σετά ή ξακουστά, ένδοξα.
- Ωκεανέ: γιος του Ουρανού και της Γαίας, πατέρας των θεών. Εδώ συμβολίζεται
ως κοσμογινοκή αρχή και ταυτίζεται με τη θάλασσα του Αιγαίου.
 ροάς – ρεύματα
 νώτα -- επιφάνεια της θάλασσας
 πρόφαντος -- εμφανής από μεγάλη απόσταση
 αδράχτια -- μεταφορικά η αντένα, μακρύ κομμάτι ξύλου που συνδέεται πλαγίως
στο κατάρτι του πλοίου.
 τους πύργους θαλασσίους: ποιητική φράση, εννοούνται οι τουρκικές φρεγάτες.
37
 φιλεί: αγαπά
Τα παραπάνω δείχνουν ότι η ανάγνωση των Ωδών προϋποθέτει την εξοικείωση του
αναγνώστη με την κλασικιστική σκευή του Κάλβου.
Δραστηριότητα 4: Με ποιο τρόπο γίνεται η μετάβαση της επαναστατημένης
Ελλάδας από το χάος μιας γενικής κοσμογονίας στην επαναστατική ηρωογονία της
εποχής:
α' στροφή: επιγραμματική αναγγελία θέματος: η ιστορία της σκλαβωμένης Ελλάδας.
- στ. β-ιβ': α' ενότητα -- νύχτα δουλείας = κοσμογονική κατάσταση νεκρικής νύχτας.
=> τη νύχτα διαδέχεται η αυγή που αναζωογονεί την οικουμένη (ο φυσικός χρόνος
της κοσμογονίας)
Από στ. ιγ': β' ενότητα -- μεταβαίνουμε στον ιστορικό χρόνο της σκλαβιάς
(συμβολική νύχτα ελληνικής φυλής), λυτρωτική παρέμβαση της θεϊκής Ελευθερίας
στον Ωκεανό να επιφέρει αναγέννηση στον χώρο του Αιγαίου - Επανάσταση.
στ. λ-λ: γ' ενότητα -- ευχές και προτροπές στους επαναστατημένους νησιώτες που με
τη βοήθεια του Θεού κατορθώνουν τις ναυτικές νίκες του 1822.
Παρατήρηση: ολοφάνερη εκφραστική διάκριση σε 2 μέρη: α) εικονιστικό (2 πρώτες
ενότητες) β) ρητορικό (3η ενότητα).

38
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Η ΠΡΩΤΗ ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΣΧΟΛΗ.


ΡΟΜΑΝΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ (1830-1880)

ΠΟΙΗΣΗ

4.1.1 ΚΛΑΣΙΚΟΡΟΜΑΝΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ

Την περίοδο από το 1830 έως το 1880 υπήρξαν δύο αντιτιθέμενα γραμματολογικά
μορφώματα, από τη μια η Επτανησιακή Σχολή, από την άλλη η Παλαιά ή Πρώτη
Αθηναϊκή Σχολή.
Ο όρος Παλαιά ή Πρώτη Αθηναϊκή Σχολή αναφέρεται στην ποίηση ρομαντικής
κυρίως τεχνοτροπίας και καθαρεύουσας γλώσσας, η οποία γράφτηκε την περίοδο
1830-1880 στην Αθήνα και στα άλλα κέντρα του ελλαδικού και του "αλύτρωτου"
ελληνισμού (Κων/λη, Σμύρνη, Πάτρα, Ερμούπολη κ.ά.)
Το διπολικό όμως αυτό σχήμα αναθεωρήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες σε αρκετά
σημεία του. Αν και αναγνωρίζεται, λοιπόν, ότι η ανάπτυξη της λογοτεχνίας στα
Επτάνησα και τον ελλαδικό χώρο ακολούθησε γενικά διαφορετικές κατευθύνσεις, εν
τούτοις διαπιστώθηκαν και πολλές αλληλεπιδράσεις και επαφές μεταξύ των δύο
παραδόσεων.
Με βάση λοιπόν τα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά και τις ιδεολογικές τους διαφορές
οι διαφορές είναι οι εξής:

Διαφορές με Επτανησιακή Σχολή:


Η κύρια ιδεολογική διαφορά των δυο ποιητικών παραδόσεων έγκειται στο ρόλο που
διαδραμάτισαν ως προς τη σύγχρονη τους πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα.
Στην Αθήνα η λογοτεχνία, και ιδίως η ποίηση, πρόβαλε και υπηρέτησε την
εθνικοπατριωτική ιδεολογία του μικρού ελληνικού κράτους, με βάση την ιστορική
συνέχεια του ελληνισμού από την αρχαιότητα μέχρι τα νεότερα χρόνια και την
ανάγκη ενσωμάτωσης των τουρκοκρατούμενων περιοχών με ελληνικό πληθυσμό
στον κορμό του εθνικού κράτους. Οι περισσότεροι λογοτέχνες ανέλαβαν, τον ενεργό
ρόλο του εκφραστή του δημόσιου αισθήματος κυρίως όσοι κατείχαν δημόσια αξι-
ώματα ή ήταν καθηγητές πανεπιστημίου.
Αντιθέτως, η επτανησιακή ποίηση δεν ήταν δέσμια μιας ανάλογης ιδεολογικής
βλέψης.

39
Σημείο προσέγγισης των δύο Σχολών:

α. Το συνεκτικό στοιχείο κατά την περίοδο 1830-1880 είναι η διάδοση και εντέλει η
επικράτηση του ρομαντισμού και ως τεχνοτροπία, αλλά και με την ευρεία σημασία
της αντίληψης της πραγματικότητας. Γενικότερα ο ρομαντισμός, τόσο στις δυτικές
όσο και στην ελληνική λογοτεχνία, βασίστηκε στη ρήξη με τον κλασικισμό και
πρόβαλε την ανάγκη της απελευθέρωσης της φαντασίας και του συναισθήματος και
έκανε αισθητική αρχή του την αναζήτηση της πρωτοτυπίας και της δημιουργικότητας
του καλλιτέχνη.

β. Γεγονός είναι πάντως ότι στις δεκαετίες του 1830 και του 1840, «ο επτανησιακός
και ο ελλαδικός ρομαντισμός αντλούν από τις ίδιες πηγές, αναφέρονται σε κοινά
πρότυπα, αποτυπώνουν ομόκεντρα συναισθήματα»
Στη συνέχεια η πορεία τους διαφοροποιείται, επειδή η αθηναϊκή λογοτεχνία έλκεται
ολοένα και περισσότερο από κλασικιστικές τάσεις, λόγω της ευθυγράμμισής της με
τις συντηρητικές ιδεολογικές ροπές του εθνικού κράτους με αποτέλεσμα η αθηναϊκή
ποίηση της περιόδου 1830-1880 να κρίνεται ως κλασικορομαντική.

4.1.2 Αθηναϊκός κλασικορομαντισμός - Εξόρμηση (1830-1850)

- Γενικά:
Οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες λόγω της εθνικής αποκατάστασης των Ελλήνων
δημιούργησαν στη δεκαετία του 1830 συνθήκες πρόσφορες για την ανάπτυξη της
λογοτεχνίας. Από την άλλη μεριά οι μεταπτώσεις του δημόσιου βίου και του
συλλογικού αισθήματος με τους οποίους συνδέθηκε η λογοτεχνική παραγωγή
οδήγησε στη μεταστροφή από το ρομαντισμό σε μια γλωσσικά και ιδεολογικά
συντηρητική λογοτεχνία κλασικιστικής αντίληψης.
Την περίοδο αυτή (1830-1880) είναι αξιοσημείωτος ο όγκος της ποιητικής
παραγωγής σε σχέση με την πεζογραφική λόγω:
Α. του οξυμένου θυμικού των Ελλήνων που εκφραζόταν ευκολότερα με τον ποιητικό
λόγο, β. στην επικρατούσα αντίληψη ότι η ποίηση ήταν ανώτερο λογοτεχνικό είδος.

Η εξέλιξη της αθηναϊκής ποίησης μπορεί να διακριθεί στις τρεις περιόδους που ο
Δημαράς (1985) προσδιόρισε με τους χαρακτηρισμούς «εξόρμηση» (1830-1850),
«ακμή» (1850-1870) και «παρακμή» (1870-1880).

40
Η περίοδος της εξόρμησης – εκπρόσωποι

Στην περίοδο αυτή εμφανίζεται η πρώτη γενιά Αθηναίων ποιητών, με κυριότερους


εκπρόσωπούς της τους:
 Αλέξανδρο Σούτσο (1803-1863),
 Γεώργιο Ζαλόκωστα (1805-1858),
 Παναγιώτη Σούτσο (1806-1868) και
 Αλέξανδρο Ρίζο Ραγκαβή (1809-1892)

Η γενιά αυτή αποτελείται κυρίως από Φαναριώτες, γόνους καλών οικογενειών της
Κωνσταντινούπολης που επέστρεψαν στην πολιτικά αναγεννημένη Ελλάδα για να
επανδρώσουν και να τροφοδοτήσουν τους πνευματικούς και μορφωτικούς της
θεσμούς.
Είναι αυτοί που φέρνουν το ρομαντικό πνεύμα στην ποίηση, θα εξακολουθήσουν
όμως να δρουν και στην περίοδο της κλασικορομαντικής ακμής της (1850-1870).

To έργο με το οποίο εισάγεται ο ρομαντισμός στην αθηναϊκή λογοτεχνία είναι το


θεατρικό ποίημα «Ο οδοιπόρος» του Παναγιώτη Σούτσου. H υπόθεση του
ποιήματος, αφορά την περιπετειώδη ιστορία δύο ερωτευμένων νέων, του διαρκώς
περιπλανώμενου και αυτοκαταστροφικού Οδοιπόρου και της Ραλλούς, που
συναντιούνται στο Άγιο Όρος και, μετά από πολλές παρεξηγήσεις και απιθανότητες,
οδηγούνται στον θάνατο.
Ένα άλλο, τυπικά ρομαντικό και επίσης βυρωνικής αντίληψης ποίημα της ίδιας
περιόδου είναι το εκτενές αφηγηματικό ποίημα σε εννέα μέρη Δήμος και Ελένη
(1831) του Ραγκαβή. Πρόκειται για την επίσης ερωτική ιστορία του κλέφτη, κατά τη
διάρκεια της Τουρκοκρατίας, Δήμου και της Ελένης. Και αυτή η ιστορία έχει τραγικό
τέλος, καθώς, έπειτα από πολλές περιπέτειες, οι δύο ερωτευμένοι ανακαλύπτουν ότι
είναι αδέλφια και πεθαίνουν. Τα ονόματα των ηρώων, η μετρική μορφή
(δεκαπεντασύλλαβος), αρκετά επίσης στοιχεία της γλώσσας και της έκφρασης δεί-
χνουν ότι το ποίημα είναι επηρεασμένο από το δημοτικό τραγούδι.

Μοτίβα - Θεματική:
Από το 1830 έως το 1850 τα βασικά τεχνοτροπικά και θεματικά χαρακτηριστικά της
ρομαντικής αθηναϊκής ποίησης παγιώνονται. Η λυρική ποίηση αξιοποιεί τα θέματα
και το ύφος της φαναριώτικης ποίησης και του δημοτικού τραγουδιού, συγχρονίζεται
όμως και με το νέο ρομαντικό πνεύμα.
Στο θεματικό επίπεδο κυριαρχούν τα έντονα αισθήματα, η άδολη αγάπη των
γυναικών, η ερωτική μελαγχολία των ανδρών, η απαισιόδοξη διάθεση που φτάνει
μέχρι την απόγνωση ή και την αυτοκτονία, η επιθυμία για απομόνωση, η τάση για

41
διαρκή φυγή και περιπλάνηση, η φυσιολατρία, η αγάπη για την πατρίδα,
συνδυασμένη με τη θρησκευτική πίστη, οι διαρκείς μεταβολές της τύχης.

Τα ποιήματα πατριωτικής θεματολογίας αντλούν τα θέματά τους από την


επανάσταση, τις συγκρούσεις με τον Αλή Πασά και τους ρωσοτουρκικούς πολέμους.
Υπό την επήρεια του ρομαντικού πνεύματος όπως αυτό διαχέεται ιδίως στην ποίηση
του Byron, αναδεικνύεται η σύγκριση ανάμεσα στους σύγχρονους Έλληνες και τους
θαυμαστούς αρχαίους προγόνους τους. Οι οπτικές μεταπίπτουν από τη θριαμβολογία
ότι η σύγχρονη Ελλάδα αναγεννιέται επάνω στις βάσεις του ένδοξου παρελθόντος
της, στην απελπισμένη παραδοχή της κατωτερότητας των νεοτέρων έναντι των
ανυπέρβλητων προγόνων. Πάντως και τα δύο άκρα εκδηλώνουν το ρομαντικό θυμικό
των έντονων αισθημάτων και οδηγούν εντέλει στο επίσης ρομαντικό και κυρίαρχο
στην αθηναϊκή λογοτεχνία αίσθημα της πτώσης του ιδανικού (Το σύγχρονο ελληνικό
παρόν δεν συγκρίνεται με τις απώτατες φυλετικές και πνευματικές ρίζες του. Οι
σύγχρονοι Έλληνες καταγγέλλονται ως ανάξιοι απόγονοι των ηρώων της
Επανάστασης)
Παράλληλα με την λυρική και την πατριωτική ποίηση ανθεί η σατιρική ποίηση, με
κύριο εκπρόσωπο τον Αλέξανδρο Σούτσο. Η άνθηση της σατυρικής ποίησης
συνδέεται με κάποια από τα ρομαντικά χαρακτηριστικά της αθηναϊκής ποίησης, την
«ανικανοποίηση, και την αντίθεση κι εξέγερση του καλλιτέχνη ενάντια στον
πολιτικοκοινωνικό του περίγυρο. Η σατιρική ποίηση είναι ένας τρόπος άμεσης
παρέμβασης στα πολιτικοκοινωνικά δρώμενα της εποχής εκ μέρους του καλλιτέχνη
που με αυτόν τον τρόπο ασκεί οξεία κριτική σε πρόσωπα και θεσμούς.
Η ταλάντωση των ποιητών ανάμεσα στη λαϊκή και στη λόγια γλώσσα κατά τη
δεκαετία του 1830, αρχίζει να εξελίσσεται σε κλασικιστική ροπή προς την
καθαρεύουσα. Επίσης κλασικιστικό υπόβαθρο έχει και η εμφανιζόμενη, με
πρωτεργάτη τον Ραγκαβή, τάση για αναβίωση των αρχαίων μέτρων.

4.1.3 Η περίοδος της Ακμής - Ποιητικοί διαγωνισμοί - Ακμή (1850 - 1870)

Την περίοδο της ακμής της αθηναϊκής ποίησης σηματοδοτούν οι δύο κύριοι
πανεπιστημιακοί ποιητικοί διαγωνισμοί, ο Ράλλειος (1851-1860) και ο Βουτσιναίος
(1862-1877).
Οι διαγωνισμοί αυτοί αποτέλεσαν σημαντικούς θεσμούς της ελληνικής πνευματικής
ζωής και επηρέασαν τη διαμόρφωση τόσο της σύγχρονης τους ποίησης όσο και της
κριτικής.
Σύμφωνα με τον πρώτο χορηγό, τον Αμβρόσιο Ράλλη, οι διαγωνισμοί αποσκοπούσαν
στην καλλιέργεια της ποίησης και της ελληνικής γλώσσας, συγκεκριμένα της
αρχαΐζουσας. Στην αρχή ο διαγωνισμός ήταν ενιαίος. Επειδή, όμως, με το πέρασμα
των χρόνων η συμμετοχή των ποιητών γινόταν ολοένα και μεγαλύτερη, ο

42
Βουτσιναίος διαγωνισμός χωρίστηκε σε τμήματα, ανάλογα με το ποιητικό είδος. Το
κύριο έργο της κρίσης αναλάμβαναν οι εισηγητές οι οποίοι στις 25 Μαρτίου
εκφωνούσαν τις εκθέσεις ή κρίσεις τους, για τα προς κρίση έργα και στο τέλος ανα-
κοίνωναν τον νικητή. Ανάμεσα στους κατά καιρούς εισηγητές συγκαταλέγονται
σημαντικές προσωπικότητες των γραμμάτων του 19ου αιώνα, όπως οι Ραγκαβής,
Στέφανος Α. Κουμανούδης, Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος και Δημήτριος
Βερναρδάκης H τελετή ανάδειξης του νικητή ή των νικητών την ημέρα της Εθνε-
γερσίας αποτελούσε κεντρικό γεγονός της πνευματικής και της κοινωνικής ζωής.
Αλλά και κατά τη διάρκεια του έτους οι διαγωνισμοί δεν έπαυαν να απασχολούν την
κοινή γνώμη, καθώς, συχνά, οι δυσαρεστημένοι από το αποτέλεσμα κρινόμενοι
διασταύρωναν τα κριτικά ξίφη τους με τους κρίνοντες μέσα από τον Τύπο.
4.1.4 Η κλασικιστική ροπή προς την αρχαιότητα
Οι ποιητικοί διαγωνισμοί αποτέλεσαν το πεδίο σχηματισμού των κυρίαρχων
αντιλήψεων της πανεπιστημιακής κριτικής για τη σύγχρονη ποίηση αλλά και για
σημαντικά πνευματικά ζητήματα.
Έτσι, ο Ράλλειος διαγωνισμός συνέβαλε καθοριστικά στην επικράτηση της
αρχαΐζουσας γλώσσας στην ποίηση, με στόχος να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο της
γλωσσικής διασποράς (δημοτικές διάλεκτοι) και να διαμορφωθεί μια πανελλήνια
γλώσσα, όσο το δυνατόν συγγενικότερη με την αρχαία ελληνική. Ο Π. Σούτσος σε
δοκίμιο του υποστήριξε ως λύση για την πνευματική ένδεια του νέου ελληνισμού τη
βαθμιαία αναβίωση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας.
Η διάδοση της καθαρεύουσας και εντέλει η επιβολή της στο μεγαλύτερο μέρος της
αθηναϊκής ποίησης οφείλονται στην επικράτηση μεταξύ των Αθηναίων λογίων του
δόγματος ότι η λογοτεχνία του νεοσύστατου ελληνικού κράτους έπρεπε να
προσεγγίσει το αρχαιοελληνικό γλωσσικό μεγαλείο. Γενικότερα το μέτρο σύγκρισης
και καταξίωσης κάθε πνευματικής δραστηριότητας στην Αθήνα της περιόδου 1830-
1880 ήταν το απαράμιλλο πρότυπο της κλασικής αρχαιότητας.
Στο πλαίσιο αυτό οι εισηγητές των διαγωνισμών υποστήριξαν το πνεύμα του
αρχαιοπρεπούς κλασικισμού απορρίπτοντας το ρομαντισμό ως κίνημα ξενόφερτο
(δυτικό) που αποτελούσε κίνδυνο για τα χρηστά ήθη των Ελλήνων.
Οι αρχές της αθηναϊκής ποιητικής συνοψίζονται στα εξής:

43
 τα διάφορα ποιητικά είδη δεν πρέπει να συγχέονται (π.χ. το έπος με το
δράμα),
 τα αρχαιοπρεπή μετρικά σχήματα, (π.χ. αναβιωμένος δακτυλικός εξάμετρος)
πρέπει να χρησιμοποιούνται με γνώση, σύνεση και ανάλογα με το ποιητικό
είδος,
 η ποίηση πρέπει να αποβλέπει στη φυσικότητα, να μην παραβιάζει την
ιστορική αλήθεια και να προβάλλει ηθικές αξίες.
Την περίοδο του Βουτσιναίου διαγωνισμού επετράπη η υποβολή ποιημάτων και στη
δημοτική με αποτέλεσμα η επιβολή της αρχαϊστικής καθαρεύουσας να υποχωρήσει.
Προς το τέλος της περιόδου των διαγωνισμών διαφαίνεται η βαθμιαία ροπή προς την
επικράτηση της δημοτικής στην ποίηση. Επίσης, στην περίοδο των διαγωνισμών
ενισχύθηκε ιδιαίτερα η στροφή της ποιητικής παραγωγής από το λυρικό, στο
δραματικό και το επικό είδος, ενώ η σφοδρή κριτική που άσκησε η πανεπιστημιακή
κριτική στον ρομαντισμό συνέβαλε στην ενίσχυση των κλασικιστικών ποιητικών
τάσεων.
Έτσι, υπό την επήρεια των διαγωνισμών, τα κύρια χαρακτηριστικά της ποίησης της
εικοσαετίας 1850-1870 ήταν η αρχαιολατρία, η πατριδολατρία και ο ρητορισμός, ενώ
τη στιχουργία της εποχής χαρακτήρισε η αναβίωση των αρχαίων μέτρων.
Κυριότεροι ποιητές της περιόδου της ακμής είναι: οι Θεόδωρος Θεοφανίδης (1817-
1886), Ηλίας Τανταλίδης (1818-1876), Ιωάννης Καρασούτσας (18241873) και
Δημοσθένης Βαλαβάνης (1824-1854).

4.1.5 Η περίοδος της Παρακμής (1870 – 1880) Ο εκφυλισμός του ρομαντισμού

Την περίοδο της παρακμής επικρατούν θέματα πενθισμού και θανατολαγνείας, ως


απόρροια ενός αρνητικού ψυχισμού που φτάνει μέχρι την πεισιθάνατη διάθεση. Αυτή
η θεματολογία τροφοδότησε μια ποίηση του συρμού που σήμανε το άδοξο τέλος του
κλασικορομαντισμού.
Στη γενιά των ποιητών που κυρίως εμφανίστηκαν στη δεκαετία της παρακμής
ξεχώρισαν οι Αχιλλέας Παράσχος (1838-1895), Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος
(1843-1873) και Σπυρίδων Βασιλειάδης (1844-1874).
O Παράσχος αποτέλεσε τον χαρακτηριστικότερο εκφραστή του εκφυλισμού της
αθηναϊκής ποίησης.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά ποιήματα αυτής της περιόδου είναι το «Ο φανός του
Κοιμητηρίου Αθηνών» του Παπαρρηγόπουλου (από τη συλλογή του Ποιήσεις
[1867]), καθώς σε αυτό ο ποιητής, απευθυνόμενος στον φανό του κοιμητηρίου
Αθηνών, συνδυάζει την αρχαϊστική καθαρεύουσα γλώσσα με τη θεματολογία των
τάφων και τον εντελώς αφελή φιλοσοφικό στοχασμό της πεισιθάνατης διάθεσης.

44
Ορισμένοι ηλικιακά νεότεροι ποιητές, όπως οι Γεώργιος Βιζυηνός (1849-1896),
Αριστομένης Προβελέγγιος (1851-1936) και Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος (1856-
1910) (γνωστός ως Jean Moreas) λειτούργησαν ως μεταβατικό στάδιο ανάμεσα στην
αθηναϊκή κλασικορομαντική ποίηση και εκείνη της γενιάς του 1880.
Στο μεταξύ, στη διάρκεια της δεκαετίας 1870-1880, η παρουσία της δημοτικής στην
ποίηση γίνεται ολοένα και πιο αισθητή.

Η ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ (1830-1880)

Οι παγιωμένες αντιλήψεις ότι το ιστορικό μυθιστόρημα ήταν το κυρίαρχο και


αποκλειστικό λογοτεχνικό είδος της περιόδου, και ότι όλη η πεζογραφική παραγωγή
ήταν γραμμένη σε μια τεχνητή καθαρεύουσα αποδείχτηκαν αστήρικτες σε πολλά
σημεία τους. Η συστηματική έρευνα ανέδειξε την θεματική και ειδολογική ποικιλία
της πεζογραφίας της περιόδου. Αλλά και οι απόψεις για τη γλώσσα της πεζογραφίας
αναθεωρήθηκαν σε κάποιο βαθμό, αφού, παρά το γεγονός ότι κυρίαρχη γλώσσα είναι
η καθαρεύουσα, η μορφή της ποικίλλει από τις λογιότερες μέχρι τις πιο απλές
εκφράσεις της.
Παράλληλα, η διείσδυση της γλώσσας του προφορικού λόγου στα διαλογικά κυρίως
τμήματα των πεζογραφικών κειμένων είναι πιο συχνή απ' όσο μέχρι τώρα πιστευόταν.
Ανεξάρτητα πάντως από την όποια ειδολογική ποικιλία, ο βασικός θεματικός άξονας
της πεζογραφίας των ρομαντικών χρόνων είναι ο έρωτας.
Σύμφωνα με τον Κοραή η κυριαρχία του ερωτικού θέματος δεν εκπλήσσει καθώς οι
ερωτικές περιπέτειες αποτελούν το απαραίτητο συστατικό στοιχείο του
μυθιστορήματος. Πιστοί σ' αυτές τις προδιαγραφές οι έλληνες πεζογράφοι
αναδεικνύουν τα πάθη του έρωτα σε κυρίαρχη θεματική των έργων τους. Ενταγμένοι
στο πλαίσιο ποικίλων λογοτεχνικών ειδών και σε πολλά και διαφορετικά
περιβάλλοντα, (σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, ιστορικό παρελθόν, μακρινές
περιοχές της Ευρώπης, της Ανατολής και της Αμερικής) , οι συνήθως ανεκπλήρωτοι
έρωτες ή οι ερωτικές ιστορίες με οδυνηρό τέλος αποτελούν το κυρίαρχο θεματικό
μοτίβο των πρώτων μετεπαναστατικών μυθιστορημάτων και διηγημάτων.

Έργα της περιόδου


 Ο Λέανδρος (1834) του Παναγιώτη Σούτσου (1806-1868),
 Ο εξόριστος του 1831 (1835) του Αλέξανδρου Σούτσου (1803-1863),
 Η ορφανή της Χίου (1839) του Ιάκωβου Γ. Πιτσιπιού (1802-1869),
 Ο ζωγράφος (1842) του Γρηγόριου Παλαιολόγου (1793-1844),
 Ο αυθέντης τον Μορέως (1850) και
 Ο συμβολαιογράφος (1850) του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή (1809-1892),
 ο Θάνος Βλέκας (1855-1856) του Παύλου Καλλιγά (1814-1896),

45
 Η ηρωΐς της ελληνικής επαναστάσεως (1861) του Στέφανου Ξένου (1821-
1894) κ.ά.
Στις περιπτώσεις μάλιστα όπου η ερωτική θεματική διαπλέκεται με τα θέματα της
πατρίδας και της πολιτικής -και που δεν είναι λίγες- ξεπροβάλλει η κοινή δεξαμενή
που αρδεύει τόσο την ποίηση όσο και την πεζογραφία. Ένα από τα λίγα
πεζογραφήματα της εποχής που δεν δίνει κεντρικό ρόλο στα ερωτικά πάθη είναι η
Στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι (1870. έργο άγνωστου συγγραφέα αλλά πιθανότατα του
Χαρίλαου Δημόπουλου), στο οποίο ο κεντρικός πρωταγωνιστής αφηγείται με
σατιρική ματιά τις αναμνήσεις του από τη θητεία του στον ελληνικό στρατό.
Στην αφηγηματική πεζογραφία της περιόδου εκδηλώνονται δύο βασικές τάσεις:
 μίας κριτικής/σατιρικής (Ο εξόριστος του 1831 του Αλ. Σούτσου, Ο
πολυπαθής (1839) και Ο ζωγράφος του Παλαιολόγου, ο Πίθηκος Ξουθ (1848)
του Πιτσιπιού, ο Θάνος Βλέκας του Καλλιγά, η Πάπισσα Ιωάννα (1866) του
Εμμανουήλ Ροίδη (1836-1904) και η Στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι) . και
 μίας ιδεαλιστικής/ηθικής (Η ορφανή της Χίου του Πιτσιπιού, εν μέρει ο
Θάνος Βλέκας καθώς και μια σειρά ιστορικών μυθιστορημάτων κυρίως του
Στέφανου Ξένου και του Κωνσταντίνου Ράμφου (1796-1871).

4.2.2 Η παράδοση του Διαφωτισμού

Στη μεταβατική δεκαετία του 1830, επιβιώνει ακόμη η παράδοση της λογοτεχνίας
των χρόνων του Διαφωτισμού (η φιλοσοφική σάτιρα, τα αφηγήματα ηθών με
διδακτική πρόθεση, η αναβίωση του αρχαιοελληνικού μυθιστορήματος). Ταυτόχρονα
εμφανίζεται το νεότερο ρεύμα του ρομαντισμού.
Τη φιλοσοφική σάτιρα του Διαφωτισμού και του έργου του Βολταίρου συνεχίζουν τα
πρώτα διηγήματα του Π. Σούτσου «Τρισχιλιόπηχος» και τα «Απομνημονεύματα ενός
Ψιττακού», δημοσιευμένα το 1833.
Στοιχεία από την παράδοση του Διαφωτισμού διακρίνουμε και στο πικαρικό1
μυθιστόρημα Ο πολύπαθης του Παλαιολόγου καθώς και στα μυθιστορήματα ηθών
Ζωγράφος (επίσης του Παλαιολόγου) και Πίθηκος Ξουθ του Πιτσιπιού, τα οποία
περιγράφουν ανθρώπινους χαρακτήρες και συμπεριφορές και έχουν συνήθως
διδακτική πρόθεση.
Ένα άλλο έργο του Πιτσιπιού, η Ορφανή της Χίου, υιοθετεί πολλά στοιχεία από το
αρχαίο ελληνικό και βυζαντινό μυθιστόρημα, το οποίο γνώρισε εκδοτική άνθηση στα
τέλη του 18ου αιώνα, στα χρόνια ακμής του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Στην
πραγματικότητα, η παράδοση του Διαφωτισμού δεν έσβησε ποτέ σε όλη τη διάρκεια

1
Στο πικαρικό μυθιστόρημα παρακολουθούμε συνήθως τη βιογραφία ενός νεαρού ατόμου, κατά κανόνα ταπεινής
καταγωγής και αμφίβολης ηθικής, που προσπαθεί να επιβιώσει μέσα σε χώρους και περιστάσεις όπου κυριαρχούν η
εξαπάτηση και η διαφθορά. Τα μυθιστορήματα αυτού του είδους αναπτύσσονται σε αλλεπάλληλα επεισόδια, τα οποία
συνδέονται μεταξύ τους μόνο από το γεγονός ότι συμβαίνουν στο ίδιο άτομο

46
της πεντηκονταετίας, όπως δείχνει η αντιεκκλησιαστική σάτιρα του Ροΐδη στην
Πάπισσα Ιωάννα.

4.2.3 Μυθιστορία και Μυθιστόρημα


Σύμφωνα με τον Τζιόβα τα πεζογραφήματα της περιόδου 1834-1850 δείχνουν μια
πορεία της νεοελληνικής πεζογραφίας από τη μυθιστορία προς το μυθιστόρημα.
Η μυθιστορία είναι συνδεδεμένη περισσότερο με τον θεματικό πυρήνα του αρχαίου
ελληνικού μυθιστορήματος, δηλαδή με το ερωτικό ειδύλλιο δύο εραστών που
αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες ώσπου να ενωθούν και να ζήσουν ευτυχισμένοι.
Κεντρικό θέμα είναι συνήθως μια ιστορία αγάπης με σκοπό την τέρψη και τη διδαχή
(dulce et utile), γι' αυτό και η μυθιστορία τείνει περισσότερο προς την εξιδανίκευση.
Το μυθιστόρημα αντίθετα είναι πιο αληθοφανές, έχει ρεαλιστικότερες τάσεις και
κριτικότερη διάθεση προς την κοινωνία μέσα στην οποία παράγεται και την οποία
περιγράφει.
Με βάση αυτές τις διακρίσεις ο Τζιόβας μετακινεί την εμφάνιση του νεοελληνικού
μυθιστορήματος γύρω στα 1850, θεωρώντας ότι τα προηγούμενα έργα πλησιάζουν
περισσότερο προς το είδος της μυθιστορίας.

Μυθιστορίες: Ορφανή της Χίου (1839) του Πιτσιπιού,


Πιο κοντά στα γνωρίσματα του μυθιστορήματος είναι ο Πίθηκος Ξουθ (1848) του
ίδιου συγγραφέα.
Ορισμένα έργα της περιόδου κινούνται στο μεταίχμιο μυθιστορίας και
μυθιστορήματος όπως: ο Ζωγράφος (1842) του Παλαιολόγου, όπου το ένα μέρος
είναι μυθιστορικό, καθώς παρακολουθεί τον πολυκύμαντο έρωτα του Φιλάρετου και
της Χαρίκλειας, ενώ το άλλο είναι μυθιστορηματικό καθώς περιγράφει ρεαλιστικά
και με επικριτική διάθεση την αθηναϊκή κοινωνία του νεοσύστατου κράτους

4.2.4 Η εμφάνιση του ρομαντισμού


Το έργο με το οποίο κάνει την επίσημη εμφάνισή του στη Ν.Ε. πεζογραφία ο
ρομαντισμός είναι το επιστολικό μυθιστόρημα Λέανδρος, του Π. Σούτσου. Το έργο
έχει στερεότυπα ρομαντικά μοτίβα που επιβιώνουν για πολλές δεκαετίες, όπως: η
διαπλοκή των ερωτικών προβλημάτων με τον πολιτικό προβληματισμό, ο (ψυχικός,
πολιτικός κ.ά.) διχασμός του κεντρικού ήρωα, η έντονη διείσδυση του
αυτοβιογραφικού στοιχείου μέσα στη μυθοπλασία, η αυτοκτονία, η περιπλάνηση, η
αντιπαράθεση πόλης-κοινωνίας-πολιτισμού και φύσης κ.ά.
Αυτό που καθιστά τα έργα της περιόδου ρομαντικά είναι ότι οι συγγραφείς έχουν μια
ιδιότυπη αντίληψη της πραγματικότητας. Στα έργα αποτυπώνονται στοιχεία από τον
περιβάλλοντα χώρο των συγγραφέων με τρόπου που δημιουργεί την εντύπωση ενός
πρώιμου ρεαλισμού. Δεν λείπουν μάλιστα οι περιπτώσεις όπου οι συγγραφείς

47
καταφεύγουν σε τεχνάσματα για να πείσουν τον αναγνώστη για την αληθοφάνεια
όσων περιγράφουν. Η διαχείριση όμως των αισθημάτων, η τροπή και η εξέλιξη που οι
πρώτοι πεζογράφοι δίνουν στις αντιδράσεις των ηρώων, η εξιδανίκευση της
πραγματικότητας, και κυρίως η ρητορική των κειμένων τους, που διακρίνονται σε
πολλές περιπτώσεις από υπερβολή, στόμφο και ρητορεία, είναι στοιχεία που τα
εντάσσουν στη ρομαντική παράδοση.

4.2.5 Ιστορικό μυθιστόρημα

Ένα είδος που αποτελεί άμεσο καρπό του ευρωπαϊκού ρομαντισμού, το ιστορικό
μυθιστόρημα εμφανίζεται στη νεοελληνική λογοτεχνία γύρω στα 1850 (Αυθέντης του
Μορέως του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή) Η υπόθεση του συγκεκριμένου έργου
αντλείται από τα γεγονότα της περιόδου της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο. Α
Τα έργα όμως που εκδόθηκαν την περίοδο 1861-1862 όπως τα μυθιστορήματα του
Στέφανου Ξένου (Ηρωϊς της ελληνικής επαναστάσεως) και του Κωνσταντίνου Ράμφου
(Ο Κατσαντώνης, 1862, και Αι τελευταίαι ημέραι τον Αλή-Πασά, 1862) που αντλούν
τις υποθέσεις τους από την περίοδο της Οθωμανοκρατίας, από τη δράση του Αλή
Πασά και από τον αγώνα της Επανάστασης, εντάσσονται μέσα στο γενικότερο κλίμα
«ανακάλυψης» και αξιοποίησης της ελληνικής ιστορίας την οποία η κριτική της
εποχής σύστηνε ως πηγή έμπνευσης στους συγγραφείς, για να αντιμετωπιστεί η
μεγάλη διάδοση του μεταφρασμένου (κυρίως του γαλλικού) μυθιστορήματος.
Πολλά από αυτά τα μυθιστορήματα, εξυπηρετούν τη Μεγάλη Ιδέα που αποτελεί
βασικό ιδεολογικοπολιτικό άξονα του έθνους, και αποσκοπούν στην ανάδειξη της
υπεροχής του ελληνικού στοιχείου έναντι των εκάστοτε εχθρών.
Παράλληλα τα αφηγήματα αυτά αποτελούσαν μιαν ελκυστική πρόταση για τη γνώση
της νεοελληνικής ιστορίας, ειδικά για το λαϊκό εγγράμματο αναγνωστικό κοινό,
γεγονός που εξηγεί και τη μεγάλη διάδοση που είχαν.
Άλλοτε πάλι, μπορεί κανείς να την προσπάθεια του λογοτέχνη να σχολιάσει
αλληγορικά τη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα και να κάνει υποδείξεις
διαχείρισης της, όπως έδειξε ο Τάκης Καγιαλής μελετώντας την περίπτωση του
Αυθέντη τον Μορέως του Ραγκαβή (Καγιαλής, 1997).

Ιδιότυπη σχέση με το ιστορικό μυθιστόρημα αναπτύσσει το πιο σημαντικό έργο της


πεζογραφίας του αθηναϊκού ρομαντισμού, η Πάπισσα Ιωάννα του Ροΐδη. Το έργο
εμφανίζει τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του ιστορικού μυθιστορήματος (τοποθετεί τη
δράση στον 9ο αιώνα μ.Χ., αντλεί την υπόθεση του από την απόκρυφη παράδοση της
Καθολικής εκκλησίας και αφηγείται την ιστορία της όμορφης Ιωάννας η οποία
μεταμφιεσμένη σε μοναχό επισκέπτεται πολλές χώρες γνωρίζοντας τη δόξα, με
αποκορύφωμα την ανάρρησή της στον παπικό θρόνο) η οπτική του αφηγητή όμως
είναι ευδιάκριτα σατιρική με κύριο στόχο την (καθολική και ορθόδοξη) Εκκλησία.

48
Παράλληλα σατιρίζονται και παρωδούνται βασικά χαρακτηριστικά του ιστορικού
μυθιστορήματος. Επιπλέον, η τοποθέτηση της δράσης στην περίοδο του Μεσαίωνα
(το έργο φέρει μάλιστα τον υπότιτλο «Μεσαιωνική μελέτη»), υπομονεύει την
κυρίαρχη στην εποχή του τάση ανάδειξης του Βυζαντίου και του χριστιανισμού σε
βασικούς διαμορφωτικούς παράγοντες του ελληνικού έθνους (τάση που κυρίως
επέβαλαν οι ιστορικές μελέτες του Σπυρίδωνα Ζαμπέλιου και του Κωνσταντίνου
Παπαρρηγόπουλου).
Στο είδος των ιστορικών μυθιστορημάτων εντάσσεται και ο Λουκής Λάρας (1879) του
Δημήτριου Βικέλα (1835-1908), με το οποίο ολοκληρώνεται σχηματικά η
αφηγηματική πεζογραφία της περιόδου 1830-1880. Το συγκεκριμένο έργο
διαφοροποιείται ως προς τον χειρισμό του ιστορικού του υλικού σε σύγκριση με
προγενέστερα ομοειδή έργα. Η γειωμένη προσέγγιση των γεγονότων θεωρήθηκε ότι
προετοιμάζει κατά κάποιο τρόπο τη γενιά του 1880, και γι' αυτό θα εξεταστεί στο
αντίστοιχο κεφάλαιο

4.2.6 Ξενόθεμα αφηγήματα

Τα ξενόθεμα αφηγήματα (διηγήματα συνήθως), έφερναν σε επαφή τον έλληνα


αναγνώστη με όψεις της δυτικοευρωπαϊκής αστικής ζωής ή των πρωτόγονων
κοινωνικών μορφών στην Ανατολή, στην Αφρική και αλλού. Η μεγάλη τους ακμή
παρατηρείται γύρω στα 1850 με παραγωγικότερο εκπρόσωπο τον Αλ. Ρ. Ραγκαβή. Η
παλαιότερη κριτική τα είχε καταδικάσει θεωρώντας ότι τα κείμενα αυτά
απομάκρυναν σκοπίμως τον έλληνα αναγνώστη από τα προβλήματα της γύρω του
πραγματικότητας. Νεότερες όμως μελέτες ανέδειξαν τον παραβολικό ή αλληγορικό
τους χαρακτήρα και την αντιστοιχία όσων περιγράφουν προς την ελληνική πολιτική
και κοινωνική πραγματικότητα.
Παράδειγμα: διήγημα «Βρούτος Κουρτέρρος» του Αλ. Ρ. Ραγκαβή

4.2.7 Απόκρυφα

Μια άλλη κατηγορία πεζογραφικών κειμένων είναι τα αστικά μυθιστορήματα


μυστηρίου, τα λεγόμενα απόκρυφα, τα οποία αναδεικνύουν κρυμμένες και σκοτεινές
όψεις της ζωής στα αστικά κέντρα. Ως πρότυπά τους έχουν τα αντίστοιχα διάσημα
γαλλικά και μυθιστορήματα.
Πρόκειται για έργα που απευθύνονται κυρίως σε λαϊκό κοινό, και τα περισσότερα
από αυτά διακρίνονται από έναν φιλολαϊκό χαρακτήρα, καθώς αποκαλύπτουν και
καταδικάζουν την αθλιότητα της ζωής των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων των
μεγάλων πόλεων υποστηρίζοντας έτσι την ανάγκη βελτίωσης των συνθηκών ζωής
τους.

49
Το ελληνικό μυθιστόρημα αυτής της κατηγορίας με τη μεγαλύτερη διάδοση ήταν τα
εξάτομα Απόκρυφα Κωνσταντινουπόλεως (1868) του Χριστόφορου Σαμαρτσίδη
(1843-1900).

4.2.8 Ιδεολογική λειτουργία της πεζογραφίας


Η βασική λειτουργία της πεζογραφίας καθ' όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου είναι
η ηθική ωφέλεια και η τέρψη του αναγνώστη (utile et dulce). Οι αναγνώστες (και
συνήθως οι αναγνώστριες) αυτών των κειμένων έρχονται σε επαφή με
παραδειγματικές υποδείξεις ως προς τα κεντρικά ζητήματα του ιδιωτικού και του
δημόσιου βίου: της διαχείρισης του έρωτα και του πατριωτικού καθήκοντος.
Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες διαστάσεις που ανέδειξε οι σύγχρονες μελέτες είναι η
ιδεολογική λειτουργία αυτής της πεζογραφικής παραγωγής. Έτσι μελέτη του Τ.
Καγιαλή γύρω από τη φύση και τη λειτουργία της πεζογραφίας στα χρόνια του
ελληνικού ρομαντισμού, έδειξε ότι αυτή χρησιμοποιείται όχι τόσο για την περιγραφή
του κοινωνικού παρόντος αλλά κατά βάση για την ιδεολογική διαμόρφωσή του.
Πρότεινε μάλιστα τον όρο «πεζογραφία καταστατικού χαρακτήρα»
διευκρινίζοντας ότι: «Η λειτουργία της πεζογραφίας την εποχή αυτή είναι κυρίως
παραβολικού τύπου. Πρόκειται για διδακτικούς μύθους, προτρεπτικού ή
αποτρεπτικού χαρακτήρα, που στοχεύουν στην οικοδόμηση του έθνους στο πλαίσιο
του αστικού κράτους.
Η πεζογραφία καταστατικού χαρακτήρα αξιοποίησε στερεότυπα ρομαντικά μοτίβα,
προβάλλοντας πρότυπα κοινωνικής οργάνωσης και ηθικής συμπεριφοράς με στόχο
την υπόταξη των ατομικών συμφερόντων στο συλλογικό-εθνικό συμφέρον και την
εξέλιξη του νεαρού κράτους σε αρμονικά ιεραρχημένη και λειτουργική κοινωνία,
στην οποία φυσικά καθένας θα γνωρίζει τη θέση του»
Την προσέγγιση αυτή την εφάρμοσε σε διαφορετικές ειδολογικές κατηγορίες
κειμένων, σε κείμενα που ανήκουν στο ιστορικό μυθιστόρημα (Αυθέντης του
Μορέως), σε κείμενα κοινωνικής κριτικής και ερωτικής μυθιστορίας (Θάνος· Βλέκας)
και σε ξενόθεμα διηγήματα («Γλουμυμάουθ», «Η ευδαίμων οικογένεια» κ.ά.),
αναδεικνύοντας τη δυνατότητα τα κείμενα αυτά να διαβαστούν και ως κείμενα
ιδεολογικής και πολιτικής διαμόρφωσης.
Η προσέγγιση αυτή οδήγησε σε πολύ ενδιαφέρουσες και ερεθιστικές αναθεωρήσεις,
όπως μπορούμε ενδεικτικά να δούμε με αφορμή τον Θάνο Βλέκα του Π. Καλλιγά. Η
ανάγνωση του Καγιαλή δοκίμασε να αναδείξει το βαθύτερο πολιτικό κίνητρο του
συγγραφέα για το μυθιστόρημα που επί δεκαετίες εθεωρείτο ότι ασκούσε μόνο
αυστηρή κριτική στην πολιτική διοίκηση της χώρας, στηλιτεύοντας την εγκατάλειψη
της επαρχίας και την εκμετάλλευση των χωρικών. Η προσέγγιση του Καγιαλή
ανέδειξε ότι το μυθιστόρημα υπό το πρίσμα της ιδεολογικής λειτυργίας μπορεί να
θεωρηθεί λιγότερο ως «κοινωνική καταγγελία» και περισσότερο ως «πολιτικό
δράμα», μια μορφή αλληγορικής αφήγησης που προειδοποιεί τους αστούς

50
αναγνώστες για τους κινδύνους που καραδοκούν για τους ίδιους και την τάξη τους
από την εγκατάλειψη και την καταπίεση των αγροτών.

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ

1830-40 αρχές του ρομαντισμού


50 χρόνια ρομαντισμός
Ο φαναριώτικος ρομαντισμός περνά κυρίως μέσα από τη γαλλική παιδεία και
συνεχίζει μια παράδοση με κυρίαρχο το λόγιο στοιχείο. Η κρητική λογοτεχνία και το
δημοτικό τραγούδι δεν έρχονται εδώ παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Νοοτροπίες που αναπαράγονται σταθερά:
 Η εξωστρέφεια και η ελαφράδα
 Οι γνωστικές περιέργειες και οι ανάγκες κοινωνικής επιβολής
 Η προσαρμοστικότητα και η πρόθυμη αποδοχή των ξένων, κυρίως γαλλικών,
πνευματικών κινημάτων
 Τα ρηχά και για αυτό υπερβολικά στην έκφραση τους αισθήματα χρωματίζουν
λίγο ή πολύ όλες τις φαναριώτικες λογοτεχνικές εκδηλώσεις.
 Όταν χρησιμοποιείται ο δεκαπεντασύλλαβος, πολύ σπάνια φθάνει στη
συμπύκνωση, συνήθως περιγραφικός ή ρητορικός, προδίνει εύκολα τη λόγια,
βυζαντινή καταγωγή του.
 Όταν ο λυρισμός παίρνει το προβάδισμα, ελάχιστες φορές αποτελεί αυθεντική
αναζήτηση ενός προσωπικού δρόμου προς το ρήμα
 Στις περισσότερες περιπτώσεις βρισκόμαστε μπροστά σε μια ποίηση που
γίνεται με ιδέες, όχι με λέξεις.

Ιακωβάκης Ρίζος Νερουλός – γράφει στομφώδεις στίχους, ενώ παράλληλα συντάσσει


στα γαλλικά ένα γραμματολογικό και ένα ιστορικό έργο με φανερή πρόθεση να
εξάρει τον ρόλο των Φαναριωτών.
Ι. Ρ. Ραγκαβής – ψυχρός μεταφραστής του Αλφιέρι, του Κορνήλιου, του Ρακίνα και
του Βολταίρου, κινείται με τις πρωτότυπες τραγωδίες του και με τα στιχουργήματά
του στον συμβατικό κλασικιστικό χώρο της εποχής, χωρίς να παραλείπει και τη
χρήση του δακτυλικού εξαμέτρου.
Οι αδελφοί Σούτσοι και ο Α.Ρ. Ραγκαβής προσχωρούν στη συνταγματική
αντιπολίτευση, υπάρχει έδαφος όχι μόνο για πολιτικούς αγώνες αλλά και για
λογοτεχνικούς νεοτερισμούς. Μαθητής του Βολταίρου και του Ρουσσώ, ο Αλ.
Σούτσος έχει αρχίσει κιόλας από τα τέλη του 1825 να εξαπολύει τις έμμετρες
επιθέσεις του κατά το πρότυπο του Βερανζέρου.

51
Πρώτο έργο ρομαντισμού – Ο Οδοιπόρος, (1827) του Παναγιώτη Σούτσου,
δραματικό ποίημα. Έχει με το θέατρο μόνο δευτερεύουσες, υστερογενείς σχέσεις. Η
κύρια συμβολή του είναι λυρική: έχουμε να κάνουμε με μια βυρωνική ανταρσία του
αισθήματος, με μια νέα ιστορική στιγμή όπου το άτομο αντιτίθεται κραυγαλέα σε ό,τι
ως τώρα αποκαθιστούσε την ψυχική του γαλήνη και την αρμονική του επαφή με το
περιβάλλον του. Το δίδαγμα που βγαίνει είναι μηδενιστικό.
Παναγιώτης Σούτσος
– Λέανδρος – μυθιστόρημα σε μορφή επιστολική
– Η Κιθάρα – ποιητική συλλογή (ερωτικά, «βακχικά», πατριωτικά, και πολιτικά-
σατιρικά). Ο ποιητής ξαναβρίσκει συχνά τη φαναριώτικη ξενοιασιά του, δεν παύει
ωστόσο, να κυριαρχείται από μια θανάσιμη μελαγχολία.
Αλέξανδρος Σούτσος αγωνίζεται για συνταγματικές ελευθερίες, καταδικάζει τη
Βαυαροκρατία ή τον αυτοχθονισμό, διώκεται στα 1839.
- Σάτυρες - ποίηση καθόλου λυρική, με μόνιμα πολιτικό και σατιρικό
χαρακτήρα
- Πανόραμα της Ελλάδος – συλλογή ποιημάτων, στη δημοτική, ειρωνική και
παιγνιδιάρικη διάθεση
- Ο Περιπλανώμενος – Μακρότατο και ανιαρότατο ποίημα, κακή μίμηση
του Childe Harold του Μπάιρον, με πολλές πολιτικές αιχμές.
- Η Τουρκομάχος Ελλάς – ποίημα δείγμα υψηλής ποίησης, μια άτυχη
προσπάθεια επικής περιγραφής του αγώνα του 1821, που δεν κατορθώνει να ξεφύγει
από την πεζολογία.
- Ο Άσωτος – πρώιμη κωμωδία, σε ζωντανή γλώσσα καθημερινής ομιλίας.
- Ο Εξόριστος – πεζογράφημα
Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής αρχίζει τη λογοτεχνική του σταδιοδρομία με στίχους
όπου το σμίξιμο του γερμανικού ιδανισμού και της δημοτικής παράδοσης θυμίζει
κάπως τις προσπάθειες των Επτανησίων. Μετά το 1840 ακολουθεί σταθερά τον
δρόμο του αρχαϊσμού και του κλασικισμού.
- Άπαντα τα φιλολογικά – 19 τόμοι
- Ο Δήμος κ’ Ελένη – ποίημα, καθαρά ρομαντικό με επίπλαστο χρώμα λαϊκό-
ελληνικό, δημοτική γλώσσα, με κάποια λόγια ψυχρότητα.
- Διάφορα ποιήματα – συναγωγή λογοτεχνικών ειδών (ένα διαλογικό προοίμιο,
ένα «ποίημα δραματικόν» και ένα δράμα, ένα πεζό διήγημα, μια μελέτη για την
αρχαία προσωδία, δύο έμμετρες αφηγήσεις, αρκετές μεταφράσεις και πολλά
πρωτότυπα ποιήματα.) συναγωγή ρευμάτων και αναγνώσεων (δημοτικό τραγούδι,
Βύρων, Λαμαρτίνος, Γκαίτε, Ευριπίδης, Όμηρος). Ο δεκαπεντασύλλαβος
εναλλάσσεται με το δακτυλικό εξάμετρο, ή δημοτική γλώσσα με την
καθαρεύουσα. Στο λυρικό πεδίο συναντούμε και τα δύο βασικά μοτίβα του

52
ρομαντισμού: τη συλλογική, ηρωική έξαρση και την ατομικιστική ζοφερή απόγνωση
από την άλλη.
- Η Ταξιδεύτρια – παραλλαγή του θέματος της περιπλάνησης, του οδοιπόρου.
- Διονύσου πλούς – ποιητικό «διήγημα», με θέμα το επεισόδιο του θεού
Διονύσου με τους τυρρηνούς, που εικονίζεται στη ζωοφόρο του χορηγικού μνημείου
του Λυσικράτη. Η γλώσσα είναι εξαιρετικά επιτηδευμένη και γλαφυρή
υπεραρχαϊζουσα, σε περίτεχνα επεξεργασμένες πεντάστιχες στροφές.
Ηλίας Τανταλίδης στιχουργεί στη δημοτική και στην καθαρεύουσα συντηρώντας μαζί
με την παράδοση του Χριστόπουλου, και το πολίτικο πνεύμα της ελαφράδας.
- Παίγνια
- Ιδιωτικά στιχουργήματα
- Άσματα
- Μια πρώιμη ομηρική μετάφραση σε δακτυλικό εξάμετρο που αποσπά τους
επαίνους του Α. Ρ. Ραγκαβή στα 1840.
Γεώργιος Ζαλοκώστας ( γράφει σε καθαρεύουσα και δημοτική γλώσσα, αλλά και
επικολυρικά θέματα και οικειότερους, τρυφερότερους, είτε ερωτικούς και
ελεγειακούς στοίχους. Γράφει αδιακρίτως και τα δύο θέματα και στις δύο γλώσσες.)
- Το Χάνι της Γραβιάς, Μεσολόγγι κ.α. – επικολυρικά ποιήματα.
- Μικρά λυρικά ποιήματα με μελωδικότερο μετρικό σχήμα, ένα τετράστιχο με
έναν δεκαπεντασύλλαβο και τρεις μικρότερους στίχους, σε δημοτική γλώσσα.
Θεόδωρος Ορφανίδης Μαθητής του Αλ. Σούτσου, παρά τον αντιφαναριωτισμό του,
καλλιεργεί από νωρίς, με μέτρια αποτελέσματα, τη σατιρική στιχουργία.
- Ο Άπατρις, Χίος δούλη – επικολυρικά ποιήματα από τη μεσαιωνική ιστορία
του νησιού.
- Άγιος Μηνάς – επικολυρικό ποίημα για τις σφαγές της Χίου στα 1822
- Τίρι-Λίρι «ή το κυνηγέσιον έν νήσω Σύρω, ποίημα ηρωικοκωμικόν» -
σατιρικό ποίημα. Ο παράξενος τίτλος σημαίνει κάτι σαν παιχνίδι ή φλυαρίες δίχως
νόημα. Οι 3.000 δεκαπεντασύλλαβοι στίχοι του είναι πλαδαροί και ατημέλητοι, αλλά
η σατιρική του διάθεση αναβρύζει συχνά γνήσια, τα κωμικά ευρήματα είναι πολλά.
Ιωάννης Καρασούτσας (λυρικός, ρομαντικός με ιδιαίτερη απαισιοδοξία, γλώσσα
τυπική καθαρεύουσα αλλά και με πιο θερμούς ήχους της δημοτικής). Θαυμαστής του
Α.Ρ. Ραγκαβή, αρχίζει από το 1839 ν’ αναζητά έναν προσωπικό δρόμο προς τον
λυρισμό, συνδυάζοντας τη ρομαντική θεματογραφία του με μια αίσθηση όλο και
περισσότερο κλασικιστική.
- Εωθιναί μελωδίαι
- Βάρβιτο
Δημοσθένης Βαλαβάνης λιγοστή ποιητική παραγωγή στην οποία το μερίδιο της
δημοτικής είναι αρκετά μεγάλο.

53
Φαναριώτης – Κατά τον 19ο αιώνα, ο όρος Φαναριώτης πήρε μια νέα και
διαφορετική σημασία. Ο όρος ισχύει σχεδόν πάντοτε για τους απογόνους της ελίτ της
Κωνσταντινούπολης του 18ου αιώνα και των Παραδουνάβιων ηγεμονιών, που
κατέληξαν να συγκροτήσουν την πνευματική ελίτ του ελληνικού βασιλείου. Η
άνοδος των Φαναριωτών αυτών έγινε κατά την περίοδο 1830-1880, και οι ποιητές
που έγραψαν και δημοσίευσαν στην Αθήνα αυτή την περίοδο συγκρότησαν την
Παλαιά Αθηναϊκή ή Φαναριώτικη Σχολή.
Αμβρόσιος Σ. Ράλλης, έμπορος της Τεργέστης, αναθέτει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
τη διεξαγωγή ποιητικών διαγωνισμών, εκπονεί τον κανονισμό τους και αναλαμβάνει
τα έξοδα: από το 1851 ως το 1877 η εξέλιξη του έμμετρου λόγου βρίσκεται σε στενή
συνάρτηση με ό,τι κυοφορείται, ενθαρρύνεται ή καταδικάζεται μέσα στα πλαίσια του
αθηναϊκού θεσμού.
Γλωσσικά – η δημοτική γλώσσα αποκλείεται επισήμως.
Ο ρομαντισμός, κυρίαρχος με την βυρωνική μορφή του, αποβαίνει στοιχείο
επαναστατικό, ανατρεπτικό. Όπλο στα χέρια της φοιτητικής νεολαίας, από τη μια
μεριά προβάλλει επιδεικτικά ένα σύνολο από επικίνδυνες κοινωνικά συμπεριφορές
(αιμομιξίες, φόνους, αυτοκτονίες, παραφροσύνες κ.λ.π.), ενώ από την άλλη αποτελεί
μέσο πολιτικών αντιοθωνικών εκδηλώσεων, ιδίως μετά τα Κριμαϊκά και την
καθίζηση της Μεγάλης Ιδέας.

1860 – ετοιμάζει την εξόρμησή της η τελευταία αθηναϊκή γενιά που θα οδηγήσει τον
ρομαντισμό στην κορύφωση και στην πτώση του (είναι η γενιά του Αχιλλέα
Παράσχου, του Δημ. Παπαρρηγόπουλου, του Σ.Ν. Βασιλειάδη). Το νέο στοιχείο δεν
βρίσκεται ούτε στη γλώσσα ούτε στη στιχουργική τεχνική ούτε στη
θεματογραφία. Βρίσκεται στην ένταση της φωνής. Το παράπονο μεταβάλλεται σε
κραυγή διαμαρτυρίας. Η μελαγχολία γίνεται κατάθλιψη, η παθητική αναμονή του
θανάτου ενεργητική θανατοφιλία. Ανεβαίνει και ο τόνος της οργής, φθάνοντας ως
την πρόκληση. Εκπρόσωπος ο Α. Παράσχος.

1862 – αρχίζει ο Βουτσιναίος διαγωνισμός με κλασικιστικούς προσανατολισμούς.

ΠΑΛΑΙΑ ΑΘΗΝΑΪΚΗ Η ΦΑΝΑΡΙΩΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ


Την Σχολή άρχισαν οι:
Αλέξανδρος Σούτσος
Παναγιώτης Σούτσος
Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής

54
Το 1831 στο Ναύπλιο δημοσιεύτηκαν δύο μακροσκελή ποιήματα τα οποία
εγκαινιάζουν την έμπρακτη φάση του Ρομαντισμού στην Ελλάδα (Ο Οδοιπόρος του
Παναγιώτη Σούτσου και Δήμος & Ελένη του Ραγκαβή) Και τα δύο είναι
μελοδραματικά έργα, στα οποία αναγνωρίζουμε μία εισαγόμενη πλοκή εξωτερικής
προέλευσης, η οποία στηρίζεται γερά στον ελληνικό κόσμο. Η ιστορική σημασία
αυτών των ποιημάτων βρίσκεται όχι μόνο στο γεγονός ότι σε μεγάλο βαθμό
καθόρισαν και καθιέρωσαν ό,τι συμβατικά ονομάζεται ελληνικός Ρομαντισμός, αλλά
επίσης, και στη σχέση τους με τον Σολωμό.
Η λυρική ποίηση της περιόδου του Ρομαντισμού, τόσο στην Αθήνα όσο και στα
Επτάνησα, κυριαρχείται από ερωτική ποίηση και ελεγείες καθώς και από ποιημάτια
αφιερωμένα στις εποχές, ιδιαίτερα την άνοιξη, ενώ μακροσκελέστερα ποιήματα, με
πατριωτικά θέματα κυρίως, είτε αφηγηματικά είτε δραματικά, εμφανίζονται και στα
δύο πολιτισμικά κέντρα.
Οι κριτικοί του 20ου αιώνα, θεώρησαν ότι η λυρική ποίηση των μέσων του 19ου αιώνα
είχε προσποίηση και ψυχρότητα, στοιχεία που βρίσκονται σε συμφωνία περισσότερο
με την ποιητική του νεοκλασικισμού του 18ου αιώνα παρά με τα Ρομαντικά
γνωρίσματα.
Κατά παράδοξο τρόπο, στον ελληνικό χώρο ο «νεοκλασικισμός» θα πρέπει να
εννοείται ως τοπική εκδήλωση της Ρομαντικής παρόρμησης.
Η μόνη συστηματική διάκριση που μπορεί να γίνει μεταξύ της ποιητικής των δύο
Σχολών (της Επτανησιακής και της Αθηναϊκής) είναι στην επιλογή της γλώσσας
τους. Στην Αθήνα, η «αρχαιοπληξία» της εποχής επεκτείνεται και στην ποιητική
γλώσσα, ενώ οι ποιητές των Επτανήσων καλλιεργούν συστηματικά ένα ιδίωμα που
βασίζεται στην ομιλούμενη της περιόδου και η οποία, όπως και στην περίπτωση του
Σολωμού, περιλαμβάνει στοιχεία της τοπικής διαλέκτου.

Μόνο το έργο 2 ποιητών, από τα μέσα του αιώνα, αναδημοσιεύτηκε με σύγχρονες


κριτικές επανεκδόσεις:
του Μαρκορά – Ο Όρκος – το θέμα του το αντλεί σε μεγάλο βαθμό από την αποτυχία
της Κρητικής επανάστασης εναντίον των Τούρκων.
του Βαλαωρίτη - Κυρά Φροσύνη, Αθανάσιος Διάκος, Φωτεινός - τα δύο πρώτα
δραματοποιούν τους ξακουστούς θανάτους των ηρώων τους κατά τη διάρκεια της
αντίστασης στην τουρκική δουλεία και το τρίτο παρουσιάζει ένα ελάχιστα γνωστό
επεισόδιο από την ιστορία της Φραγκοκρατίας του 14ουαιώνα στη Λευκάδα.
Αχιλλεύς Παράσχος – τρίτομο συγκεντρωτικό έργο. Γνήσιος βυρωνικός ποιητής,
αφελής μιμητής του δημοτικού τραγουδιού και καθαρολόγος ψάλτης του έρωτα.
Κλέων Ραγκαβής – σκανδαλίζει στα 1862 τους κριτές με τους βλάσφημους στίχους
του, όπως θα τους σκανδαλίσει και στα 1865 με τις τολμηρές ερωτικές του εικόνες,
και, προπάντων με τον αθεϊσμό του δράματός του Ιουλιανός ο Παραβάτης.

55
Δ. Παπαρρηγόπουλος – εμφανίζεται με αναρχικές τάσεις – Σκέψεις ενός ληστού –
για να μπει με τους Στόνους σ’ ένα κλίμα χαμηλόφωνης απελπισίας.
Σ.Ν. Βασιλειάδης – Με την πρώτη συλλογή του – Εικόνες και Κύματα, 1866 –
αφιερωμένη στον Θεό, εμφανίζεται ταυτόχρονα μυστικοπαθής και βλάσφημος.
Πολυλάς – Αν και ποτέ δεν δημοσίευσε τα ποιήματά του σε συλλογή, τακτοποίησε
και εξέδωσε τα χειρόγραφα του Σολωμού μετά το θάνατο του τελευταίου, σε μια
μορφή της οποίας τα κριτικά εργαλεία και η γνωστική επάρκεια ουδέποτε
ξεπεράστηκαν. Ήταν επίσης ο πρώτος που μετέφρασε τον Όμηρο στα νέα ελληνικά
και υπήρξε από τους πιο επιτυχημένους μεταφραστές του Σαίξπηρ. Επιπροσθέτως,
ήταν ένας από τους λίγους συγγραφείς της γενιάς του στα Επτάνησα που έγραψε
πεζογραφία.
Ανδέας Λασκαράτος
– Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς – πεζή σάτιρα
– Ιδού ο άνθρωπος – πεζή σάτιρα

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
1. Περισσότερα στοιχεία είναι σήμερα γνωστά για τα πεζογραφικά είδη που
κυκλοφόρησαν στα ελληνικά ανάμεσα στο 17ο αιώνα και στις αρχές του 19ου, για τα
οποία αποδείχτηκε ανεπαρκής ο παλαιότερος χαρακτηρισμός ως «λαϊκά
αναγνώσματα».
2. Ανανεώθηκε το ενδιαφέρον για τα ίδια τα κείμενα των μυθιστορημάτων που
δημοσιεύτηκαν ανάμεσα στα 1835 και στα 1850, και η σχετική έρευνα ασχολήθηκε
με ένα μεγαλύτερο θεματικό εύρος σε σύγκριση με ό,τι είχε επισημανθεί μέχρι τότε.

Λέανδρος – Παναγιώτης Σούτσος – 1ο μυθιστόρημα. Ρομαντικό επιστολικό,


χρωστάει πολλά στον Γκαίτε και στον Foscolo, αντιπροσωπεύει μία από τις πολλές
ταυτόχρονες αφετηρίες της ελληνικής μυθιστοριογραφίας.
Έρωτος Αποτελέσματα – δημοσιεύτηκαν με τα αρχικά Ι.Κ. στη Βιέννη το 1792 – Το
πρωιμότερο και γνωστότερο πρωτότυπο αφήγημα σε πεζό λόγο. Συλλογή 3
διηγημάτων. Και τα 3 οργανώνονται ως μια σειρά αντιθέσεων. Ο έρωτας είναι το
μοναδικό θέμα που τα ενώνει. Κάθε ιστορία διερευνά και από ένα διαφορετικό
«αποτέλεσμα» που μπορεί να έχει η πορεία του έρωτα. Απλή γλώσσα του
καλλιεργημένου αστικού λόγου της περιόδου.
Μυθιστορία: σύμφωνα με τον Κοραή ο όρος νοείται ως: «πλαστήν, αλλά πιθανήν
ιστορίαν ερωτικών παθημάτων, γραμμένην εντέχνως και δραματικώς, ως επί το
πλείστον εις πεζόν λόγον»
Παπατρέχας – Κοραής – Το πρώτο νεοελληνικό μυθιστόρημα. Το έργο αποτελείται
από μια σειρά μυθοπλαστικών επιστολών, οι οποίες δημοσιεύτηκαν ως Προλεγόμενα
στις τέσσερις πρώτες ραψωδίες της Ιλιάδας. Οι 4 επιστολές, οι οποίες περιγράφουν

56
τη γνωριμία του αφηγητή με έναν ευφυή αλλά απαίδευτο παπά ενός χωριού στη Χίο,
έχουν καθαρά διδακτικό σκοπό.
Ο Εξόριστος – Αλέξανδρος Σούτσος – αντλεί το πλαίσιο δράσης του από την
ταραχώδη πολιτική ζωή των πρώτων χρόνων του ελεύθερου ελληνικού κράτους.
Το Παλληκάριον – Ανώνυμο – επικέντρωσε το ενδιαφέρον του σε επεισόδια του
πολέμου, που είχε τελειώσει λίγα χρόνια πριν.
Η Ορφανή της Χίου – Ιάκωβος Πιτζιπίος - επικέντρωσε το ενδιαφέρον του σε
επεισόδια του πολέμου, που είχε τελειώσει λίγα χρόνια πριν.
Ο Πολυπαθής – Γρηγόριος Παλαιολόγος – μεταφέρει τον αναγνώστη από την
Οθωμανική Κωνσταντινούπολη της δεκαετίας του 1770 στην Ελλάδα του βασιλιά
Όθωνα, και τελειώνει με τον πολυβασανισμένο ήρωά του να ξαναβρίσκει στα εξήντα
του τη χαμένη αγάπη του και να καταλήγει, να καλλιεργεί τον κήπο του.
Ζωγράφος – Γρηγόριος Παλαιολόγος – κείμενο το οποίο είναι εν μέρει ερωτική
μυθιστορία και εν μέρει κοινωνική σάτιρα.
Ο Πίθηκος Ξουθ ή Τα ήθη του αιώνος – Ιάκωβος Πιτζιπίος – μυθιστόρημα το οποίο
σατιρίζει τόσο τις στάσεις των Ευρωπαίων περιηγητών ως προς την Ελλάδα, όσο και
τις αξιώσεις της νεοσύστατης αστικής τάξης της Αθήνας, με αποτέλεσμα και οι δύο
ομάδες να φαίνεται ότι πιθηκίζουν.
Αυθέντη του Μορέως – Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής – ιστορικό
μυθιστόρημα. Αντλώντας την πλοκή του από το γραμμένο σε δημώδη γλώσσα
έμμετρο Χρονικόν του Μορέως του 14ου αιώνα.
Ο Διάβολος εν Τουρκία – Ξένος – το 1ο μυθιστόρημα του, το οποίο δημοσιεύτηκε
πρώτα στα αγγλικά και αργότερα στα ελληνικά.
Ο Συμβολαιογράφος – Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκάβης – ρεαλιστική ιστορία
δολοπλοκίας, αγωνίας και ρομάντζου, είναι μεταξύ των πρώτων αστυνομικών
μυθιστορημάτων που γράφτηκαν ποτέ.
Θάνος Βλέκας – Παύλος Καλλιγάς – Το μοναδικό του μυθιστόρημα. Ο ομώνυμος
ήρωας είναι ένας από δύο αδελφούς, ο οποίος στην αρχή της ιστορίας είναι
μικροκαλλιεργητής καλοκάγαθος και χωρίς φιλοδοξίες. Ο αδελφός του, ο Τάσος,
συγκεντρώνει όλα τα κοινωνικά και ορισμένα από τα πολιτικά κακά της εποχής,
καθώς αλλάζει ρόλους προκειμένου να αποκομίσει προσωπικά οφέλη: από ληστής
γίνεται θεσιθήρας και επιδιώκει εκβιαστικά να αποκτήσει χωράφια και
εκμεταλλεύσιμη γη. Στην πορεία των πραγμάτων, ο αθώος Θάνος πληρώνει για τα
παραπτώματα του αδερφού του, χάνοντας πρώτα τη γη του, κατόπιν την ελευθερία
του και τελικά ακόμα και τη ζωή του. Στην πορεία των αναγκαστικών
περιπλανήσεων συναντά την όμορφη Ευφροσύνη, ο πατέρας της οποίας τον παίρνει
υπό την προστασία του και ο οποίος αντιπροσωπεύει στο βιβλίο τον μόνο
επιτυχημένο μεσολαβητή ανάμεσα στο καλό και το κακό. Προτού όμως οι δύο τους
καταφέρουν να παντρευτούν, ο Θάνος σκοτώνεται σε μια προσπάθεια να αποτρέψει
έναν τοπικό ξεσηκωμό εναντίον της τυραννικής κατάχρησης εξουσίας του αδελφού

57
του, και η κοπέλα, αφού φτάνει με τον πατέρα της λίγα μόνο λεπτά αργότερα, δεν
κατορθώνει να αποτρέψει το κακό και πέφτει άψυχη πάνω στο πτώμα του. Έντεχνη
αφήγηση. Υψιπετές ρητορικό ύφος και πάμπολλες παρεκβάσεις, οι οποίες θυμίζουν
τα αρχαία ελληνιστικά μυθιστορήματα.
Η Πάπισσα Ιωάννα – Εμμανουήλ Ροϊδης – Το μόνο ελληνικό μυθιστόρημα του
19ου αιώνα που βρήκε μια έστω και μέτρια θέση στον ευρωπαϊκό λογοτεχνικό
κανόνα. Το έργο εκτυλίσσεται χωρο-χρονικά μακριά από τη σύγχρονη Ελλάδα και
είναι γραμμένο με πλήρη αδιαφορία απέναντι στις περισσότερες αφηγηματικές
συμβάσεις της εποχής. Ένα από τα λίγα κωμικά αριστουργήματα της νεοελληνικής
λογοτεχνίας. Το θέμα αντλείται από την απόκρυφη βωμολοχία της μεσαιωνικής
ιστορίας, σύμφωνα με την οποία ο Πάπας του 9ου αιώνα, Ιωάννης Η’, ήταν στην
πραγματικότητα γυναίκα. Οι κριτικοί δεν είναι όλοι σύμφωνοι ως προς τη φύση και
το σκοπό αυτού του μυθιστορήματος, ακόμη και αν μπορεί να θεωρείται
μυθιστόρημα.
Η στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι – Ανώνυμο - και ο Λουκής Λάρας – Δημήτριος
Βικέλας – διηγούνται αληθινές ιστορίες. Και τα 2 έχουν θεωρηθεί, ως μοναδικοί
σχεδόν πρόδρομοι ενός λιγότερο ρητορικού ύφους και μιας γλώσσας πλησιέστερης
στην ομιλούμενη της εποχής. Είναι τα πρώτα μυθιστορήματα στα ελληνικά όπου η
εσκεμμένη απλοποίηση της γλώσσας και του ύφους αντανακλά τον καινούργιο στόχο
του ντοκυμανταίρ.
Τα Απομνημονεύματα – Μακρυγιάνης – Για πρώτη φορά στη δεκαετία του 1870 τα
όρια μεταξύ γεγονότος και μυθοπλασίας σκοπίμως συγχέονται.
Οι κρητικοί γάμοι – Σπυρίδων Ζαμπέλιος – μοναδικό μυθιστόρημα επτανήσιου
συγγραφέα. Ιστορικό μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται στην Κρήτη του 16ου αιώνα.

Δραστηριότητες:

1. Παν. Σούτσου, Οδοιπόρος + Α.Ρίζος Ραγκαβή Δήμος και Ελένη:


Να γίνει τεχνοτροπική, θεματική και μορφολογική σύγκριση --
Και στα δύο τα βασικά τεχνοτροπικά / θεματικά χαρακτηριστικά της ρομαντικής
αθην. ποίησης.
α. Οδοιπόρος: έκρηξη αρνητικών αισθημάτων ήρωα, ο έρως της πατρίδος ως πηγή
κακού, διπλή αυτοκτονία αγαπημένων, στιγμή θανάτου ως πράξη ένωσης και
κορύφωσης ευτυχίας, ιδεαλιστική πίστη στη μεταθανάτια και οριστική επανένωση
των ψυχών τους.
β. Δήμος και Ελένη: ιδεαλιστική εξιδανίκευση της γυναικείας ομορφιάς και ψυχικής
καλοσύνης, τάση για φυγή και περιπλάνηση, υποβλητικά φυσικά τοπία, αντανάκλαση
ταραγμένης φύσης και έντονο ψυχισμό ανθρώπων.

58
α. Οδοιπόρος: μεγάλη στιχουργική ποικιλία, εναλλαγή διάφορων στίχων που
ακολουθεί την παλαιότερη φαναριώτικη τάση για ρυθμική ανανέωση της ποιητικής
παράδοσης.
β. Δήμος και Ελένη: σταθερή προτίμηση (αν και όχι αποκλειστική) προς 15σύλλαβο
που δείχνει τη διάθεση για σύνδεση με τη στιχουργική παράδοση του δημοτικού
τραγουδιού.

2. "Ο επιστάτης των εθνικών οικοδομών επί Ι. Καποδίστρια" - Αλέξανδρος Σούτσος:


Σε ποια θεματικά και εκφραστικά στοιχεία απηχείται ο συνδυασμός του σατιρικού
είδους με την πολιτικοκοινωνική κριτική.
Στο συγκεκριμένο, σάτιρα και πολιτική είναι έννοιες συμπληρωματικές / ταυτόσημες.
Το ποιητικό προσωπείο εκφέρει τον λόγο σε α' πρόσωπο για να παρουσιαστεί το
μισητό για τον Σούτσο καθεστώς του Ι. Καποδίστρια. Ο επιστάτης (έπαρση, αφέλεια,
χωρίς ηθικούς φραγμούς, σε στενή σχέση με τους δημόσιους άρχοντες) προβάλλει τη
σταθερή αρχή του βίου του: το εύκολο και γρήγορο κέρδος.
Κοινωνία μεταλλασσόμενη, δίχως σταθερές αξίες, ο επιστάτης δεν είναι παρά ένας
ακόμα κρίκος σε μια μακριά αλυσίδα της διαπλοκής. Πολιτικός στόχος της σάτιρας
του Σούτσου: η στηλίτευση της δημόσιας στάσης ορισμένων προσώπων. Όχι
συγκεκριμένα πρόσωπα, αλλά επαγγελματικές ομάδες. Στηλιτεύεται επίσης η
απαιδευσία εκείνων που αναλαμβάνουν δημόσιους ρόλους.
Εκφραστικά: Η σάτιρα εδώ συνδυάζεται με τον ρυθμό του σκωπτικού τραγουδιού (3
στροφές που τελειώνουν με τους ίδιους "τραγουδιστικούς" βραχείς στίχους, οι οποίοι
συμπυκνώνουν και το πικρό πολιτικό μήνυμα του ποιήματος: η "δουλειά" πάει καλά
μέσα σε ένα κοινωνικό σώμα που νοσεί από την κακή διαχείριση και τη διαφθορά.
3. α) "Ο βοριάς που τ' αρνάκια παγώνει" Γ. Ζαλοκώστα + β) "Η νοσταλγία"
(ΑΚΚ-Ι. Καρασούτσας):
Σύγκριση με γνώμονα τα τεχνοτροπικά, θεματικά και γλωσσικά γνωρίσματα
της αθηναϊκής ποίησης 1850-70. Ισχύει για το β) ότι ο ν.ε. ρομαντισμός δεν
μένει στη μορφή αλλά στις επιφάνειες;
Για β) αρχαιολατρία, πατριδολατρία, ρητορισμός. Επίσημη αρχαϊστική
καθαρεύουσα, αρχαιογνωστικές αναφορές, περίτεχνο στροφικό σχήμα.
Νοσταλγία για Μ. Ασία (δοσμένη με το αρχαίο της όνομα, Ιωνία) =>
κλασικιστική τεχνοτροπία, χωρίς να λείπουν τα ρομαντικά στοιχεία (έντονο
συναίσθημα, υποβλητικές φυσικές περιγραφές).
Για α) αφορμή ο θάνατος του 4ου γιου του.. τυπικά ρομαντικό. Έντονη
δραματοποίηση της αναμονής του θανάτου. Ψυχική οδύνη που ταυτίζεται με
την ταραχή των φυσικών στοιχείων. Χρήση δημοτικής (συνιστά εξαίρεση)
που με τα υπερβολικά, αφελή θεματικά στοιχεία του ποιήματος, μάλλον
ελαττώνουν τη συγκινησιακή απήχηση του ποιήματος.
Για β) χρήση καθαρεύουσας που μάλλον δεν προκαθορίζει την αισθητική αξία
ενός ποιήματος (επιφανειακή άτεχνη ποίηση χωρίς εκφραστικό βάθος.)

59
4. α) "Παρά τω τάφω της δεσποινίδος" Σ. Βασιλειάδης + β) "Επί του τάφου
του πατρός μου" Γ. Βιζυηνός:
Σύγκριση (περίοδος: παρακμή του αθηναϊκού κλασικορομαντισμού)

Και τα δύο ως θέμα τους τάφους και τον πενθισμό. Και στα δύο απαντούν οι
κοινοί τόποι της ρομαντικής τεχνοτροπίας (δράμα από θάνατο νέας ή
πολυαγαπημένου συγγενικού προσώπου).
Στο α) τυπικά ρομαντικά γνωρίσματα (αντιθετική σχέση νεκρής - φύσης,
ενατένιση του ουρανού, πικρή ανάμνηση νεκρού αδελφού), ρητορισμός,
μεταφυσική "λύση" (θάνατος σώματος = αθανασία ψυχής) εκφυλίζονται λόγω
κακής χρήσης καθαρεύουσας (συντακτική στρυφνότητα και ακυρολεξίες).
Στο β) Σπαραξικάρδια ρομαντική δραματοποίηση), τίτλος σε καθαρεύουσα,
συγκινησιακά θερμαίνεται από την καθαρή δημοτική γλώσσα και, μέσω
αυτής, την ανάμνηση του δημοτικού τραγουδιού (μοιρολόγια). Περίτεχνη
στροφή + χρήση δημοτικής => ροπή προς αλλαγή (γενιά 1880)

5. α. "ο Λέανδρος" Π. Σούτσος + β. "Θάνος Βλέκας" Καλλιγάς + γ. "Η ηρωίς


της ελλ. επαναστάσεως" Ξένος:
Ποιο το κοινό θεματικό μοτίβο; Ποιες μεταμορφώσεις/προσαρμογές
υφίσταται;

Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει το ειδύλλιο ενός ζευγαριού ενταγμένες κάθε


φορά μέσα σε συγκεκριμένο κονωνικοϊστορικό πλαίσιο.
στο α) - οι ηθικές / κοινωνικές δεσμεύσεις δεν τους επιτρέπουν να χαρούν τον
έρωτά τους. Μεταξύ ερωτικού πάθους και κοινων. χρέους επιλέγουν το
δεύτερο, επιλογή - ηθικό αντίβαρο στην κατά τα άλλα ανόσια πράξη της
αυτοκτονίας του Λέανδρου στο τέλος του έργου.
στο β) - η ερωτική επιθυμία: συνεκτικός ιστός των περιπετειών του Θάνου. Η
αμοιβαία αγάπη παρεμποδίζεται από τις δύσκολες κοινωνικές συνθήκες των
αγροτών και την κακοδιοίκηση του ν.ε. κράτους.
στο γ) - έρωτας στο πρόσφατο ηρωικό παρελθόν. Το ξέσπασμα της
επανάστασης και η οικειοθελής στράτευση του Θρασύβουλου + ραδιουργίες
του μισητού αντεραστή Βάρθακα αναβάλλουν συνεχώς την ευτυχισμένη
ένωση.

6. "Λέανδρος" Π. Σούτσος: Ανήκει στο είδος της μυθιστορίας ή του


μυθιστορήματος;

Παρόλο που πρόκειται για επιστολικό μυθιστόρημα, στο συγκεκριμένο είναι


ευδιάκριτο ένα βασικό χαρακτηριστικό της μυθιστορίας: οι δυσκολίες που
αντιμετωπίζει το ειδύλλιο ενός ερωτευμένου ζευγαριού. Ο στόχος της ηθικής
ωφέλειας του αναγνώστη εμφανής, αφού και τα δύο μέλη δεν παραβιάζουν
τους ηθικούς κανόνες και τις κοινωνικές δεσμεύσεις. Η κατάληξη αποκλίνει

60
ωστόσο από τα στερεότυπα της μυθιστορίας (έρωτας ανεκπλήρωτος, οι δύο
πρωταγωνιστές πεθαίνουν από θλίψη ή αυτοκτονούν).

7. "Λέανδρος" Π. Σούτσος: Να εντοπίσετε τυπικά στοιχεία και μοτίβα


ρομαντισμού. Τι εξασφαλίζει η επιστολική μορφή του;

Τα ερωτικά πάθη και παθήματα που οφείλονται σε ποικίλους παράγοντες, η


μελαγχολική διάθεση των πρωταγωνιστών που γεννά τάσεις αυτοκτονίας, η
καταφυγή στη φύση και τον φιλοσοφικό στοχασμό που γεννά η παρατήρησή
της, η έντονη θρησκευτική πίστη και γενικότερα η παρουσία του
θρησκευτικού στοιχείου, η περιπλάνηση ως προτεινόμενη λύτρωση από το
ερωτικό αδιέξοδο.
Η επιστολική δομή εξασφαλίζει πολυφωνία στην απόδοση της
πραγματικότητας, της ψυχολογίας και των αισθημάτων των ηρώων, ενώ η
ελλειπτική αφήγησή του διευκολύνει την αναπαράσταση ταυτόχρονων
πράξεων.

8. "Πάπισσα Ιωάννα" Ροΐδης: Πού διαφοροποιείται από τα υπόλοιπα της ίδιας


περιόδου;

Η περίοδος διακρίνεται από κριτική τάση εναντίον των τρωτών της πολιτικής
διοίκησης, καθώς και από όψεις της κοινωνικής οργάνωσης και αστικής ζωής.
Σε αυτή την παράδοση εντάσσεται και το έργο, όμως στο στόχαστρο της
κριτικής του βάζει την εκκλησία, σατιρίζοντας όλο το εκκλησιαστικό
οικοδόμημα (όντας Διαφωτιστής) προκαλώντας πραγματικό σκάνδαλο
(σατιρική ελευθεροσύνη).
Προκαλεί επίσης με το απαράμιλλο ύφος του (προγραμματικός και συνεχής
αιφνιδιασμός με τις πλέον απρόσμενες παρομοιώσεις - "αφυπνωτική"
μέθοδος, ιδιοφυής χρήση της γλώσσας).

9. "Βρούτος Κουρτέρρος" Αλ. Ρ. Ραγκαβής: Ξενόθεμη πεζογραφία.. γίνεται


αναγωγή στο σύγχρονά του ελληνικά δεδομένα;

Προβληματισμός έργου: ποιο είναι το καλύτερο πολίτευμα. Ο Ραγκαβής


επιλέγει την ασφάλεια το ξενόθεμου περιβάλλοντος για να κάνει υποδείξεις
για την ελληνική πραγματικότητα (βασιλική διοίκηση) ώστε να αποφευχθούν
αντίστοιχες λανθασμένες επιλογές. Εντοπίζεται λοιπόν η ιδιολογική - πολιτική
τοποθέτηση του συγγραφέα: πίστη στην 'πεφωτισμένη μοναρχία', προσπάθεια
υπεράσπισης του ελληνικού θρόνου απέναντι στους σύγχρονους
φιλελεύθερους και δημοκρατικούς αμφισβητίες του, διακριτική υπόδειξη προς
Όθωνα των καθηκόντων ενός καλού ηγεμόνα.

61
10. "Θάνος Βλέκας": Πρόκειται για είδος παραβολικής αφήγησης (αναφορά
στην πολιτική διαχείριση των προβλημάτων των αγροτικών στρωμάτων);

Ο Καγιαλής το αναγνωρίζει ως κείμενο πολιτικού προβληματισμού και


υπόδειξη συνετής διαχείρισης των λαϊκών/αγροτικών κοινωνικών στρωμάτων.
Σταδιακή ανάπτυξη 3 πολιτικών στάσεων/προτάσεων: ο ακαλλιέργητος Τάσος
= ο στυγνός εκμεταλλευτής του κόπου των αγροτών, ο πλούσιος κτηματίας
Αϋφαντής = ο συνετός άρχοντας που υποστηρίζει ότι η αρμονία του έθνους θα
προέλθει μέσα από την παραχώρηση δικαιωμάτων στους αγρότες ως
μικροϊδιοκτήτες, ο εξευγενισμένος αγρότης Θάνος εκπροσωπεί τον τύπο του
ρομαντικού φιλάνθρωπου. Αδιέξοδο επιλογών του, αφού ούτε τους χωρικούς
πείθει ούτε τον βάναυσο Σκιά συνετίζει. Επικίνδυνη ως πολιτική πρόταση,
αφού ο Θάνος σκοτώνεται και οι αγρότες καταλήγουν με περισσότερα
προβλήματα. (τα τραγικά αποτελέσματα στα οποία οδηγούν οι αγαθές
προθέσεις όταν δεν συνοδεύονται από ρεαλιστικές πολιτικές εκτιμήσεις).
Ίσως η επιλογή του θανάτου να επιβάλλεται από την παράδοση των
μυθιστορημάτων του ρομαντισμού, όμως το πιθανότερο.. για να κλονίσει τον
αστό αναγνώστη και να τον προειδοποιήσει σχετικά με τον κίνδυνο που
αντιμετωπίζουν τα συμφέροντα της τάξης του από την ανεξέλεγκτη αντίδραση
των εγκαταλελειμμένων αγροτικών στρωμάτων.

ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΥ

Α. ΠΟΙΗΣΗ:
1. Αλέξανδρος Σούτσος (1803-1863)
«Επιστάτης εθν. οικοδομών» (81)
«Ζηλιάρης γέρος»

2. Γεώργιος Ζαλόκωστας (1805-1858)


«Ο βοριάς που τ’ αρνάκια παγώνει» (85)

3. Παναγιώτης Σούτσος (1806-1868)


«Οδοιπόρος» (87)

4. Αλέξανδρος Ρίζος – Ραγκαβής (1809-1892)


«Δήμος και Ελένη» (99)

62
5. Ηλίας Ταντασίδης (1818-1896)
«Μικράτα» (104)

6. Ιωάννης Καρασούτσας (1824-1873)


«Η νοσταλγία» (105)

7. Δημήτρης Παπαρρηγόπουλος (1843-1873)


«Ο φανός του κοιμητηρίου Αθηνών» (107)

8. Σπυρίδων Βασιλειάδης (1845-1874)


«Παρά τω τάφω της δεσποινίδος» (110)

9. Γεώργιος Βιζυηνός (1849-1896)


«Επί του τάφου του πατρός μου» (112)

Β. ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
1. Γρηγόριος Παλαιολόγος (1793-1844)
«Ο Ζωγράφος» (115)

2. Παναγιώτης Σούτσος (1806-1868)


«Ο Λέανδρος» (125)

3. Αλέξανδρος Ρίζος – Ραγκαβής (1809-1892)


«Βρούτος Κουρτέρρος ζητών...» (134)

4. Παύλος Καλλιγάς (1814-1896)


«Θάνος Βλέκας» (143)

5. Στέφανος Θ. Ξένος (1821-1894)


«Ηρωίς της Ελλ. Επανάστασης...» (151)

6. Εμμανουήλ Ροΐδης (1836-1904)

63
«Πάπισσα Ιωάννα» (160)

7. Χαρίλαος Δημόπουλος (β’μισό 19ου-α’ μισό 20ου)


«Η στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι» (173)

64
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Η ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ 1880. ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΟΙΗΣΗ

ΕΝΝΟΙΕΣ – ΚΛΕΙΔΙΑ

 Επαρχία - Άστυ
 Ρεαλισμός
 Σάτιρα
 Λαογραφία
 Γλωσσικό Ζήτημα
 Ηθογραφία
 Παρνασσισμός
 Συμβολισμός
 Ποιητής Μύστης
 Νατουραλισμός
 Κοινωνική κριτική
 Γυναικεία πεζογραφία
 Ψυχολογικό / Ιδεολογικό μυθιστόρημα

ΟΡΙΣΜΟΣ

Η λογοτεχνική "Γενιά του 1880" περιλαμβάνει μια μεγάλη και σημαντική ομάδα
λογοτεχνών που δραστηριοποιούνται τόσο στην πεζογραφία όσο και στην ποίηση και
διαμορφώνουν με το έργο τους τις λογοτεχνικές τάσεις της περιόδου 1880 - 1910
περίπου. Οι δημιουργοί επιδεικνύουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις πολιτικές,
κοινωνικές και πολιτισμικές εξελίξεις τόσο στον ελλαδικό χώρο όσο και στην
υπόλοιπη Ευρώπη.
Η Γενιά του 1880 συνδέεται με το πέρασμα από τον Ρομαντισμό στον Ρεαλισμό, ο
οποίος ως ρεύμα είναι αποτέλεσμα των εξελίξεων στο φιλοσοφικό και στο
επιστημονικό πεδίο.

65
6.1 ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΝΙΑΣ ΤΟΥ
1880

Ο ελληνικός χώρος αποκτά αστικό χαρακτήρα και προσγειώνεται σε πιο ρεαλιστικές


απαιτήσεις.
Βέβαια δεν υποχωρεί ο ρομαντισμός καθώς κυριαρχεί το αλυτρωτικό πλαίσιο της
Μεγάλης Ιδέας και επειδή έχει προηγηθεί η επιτυχία της Επανάστασης το ζήτημα
στέφεται με αισιοδοξία για την πραγμάτωσή του (ρομαντικό κατάλοιπο).
Οι εδαφικές επεκτάσεις έδιναν έναν αέρα αισιοδοξίας. Την περίοδο αυτή κυριαρχεί η
ιδέα του έθνους-κράτους και η προσπάθεια υλοποίησής της.
Οι επιδιώξεις του ελληνικού κράτους στρέφονται με τρόπο σαφή προς την εξάπλωση
των συνόρων του, ωστόσο οι οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές και η συνεχής
εξαστικοποίηση, ορίζουν και μια άλλου είδους ανάπτυξη στο εσωτερικό της χώρας.
Έτσι εδραιώνεται η προνομιακή θέση της Αθήνας που ακολουθεί με τον τρόπο της τα
πρότυπα ανάπτυξης των άλλων Ευρωπαϊκών πρωτευουσών.
Η Αθήνα αποτελεί το πολιτισμικό κέντρο, το σημείο αναφοράς για τους λογοτέχνες
και για την εξέλιξη των λογοτεχνικών ρευμάτων.
Πολλά έντυπα εμφανίζονται την περίοδο αυτή: (Εστία 1876-1895), Ραμπαγάς (1878-
1889), Μη Χάνεσαι (1880-1883) (αργότερα μετονομάζεται σε Ακρόπολις), Τέχνη
(1898-1899) και διαμορφώνουν ένα αναγνωστικό προφίλ για τους κατοίκους της
Αθήνας και του Πειραιά. Μεγάλο μέρος των πολιτισμικών ζυμώσεων εξελίσσεται
στις στήλες αυτών των εντύπων
Το σημαντικότερο πολιτισμικό γεγονός της περιόδου είναι η δημοσίευση ενός
πρωτοποριακού κειμένου του Γιάννη Ψυχάρη (1854-1929) το 1888. Με τίτλο Το
Ταξίδι μου, το κείμενο «θα προκαλέσει αναζωπύρωση του γλωσσικού ζητήματος» και
θα συμβάλει στη σταδιακή διαμόρφωση του δημοτικιστικού κινήματος που θα
σφραγίσει τις λογοτεχνικές εξελίξεις της περιόδου.

ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

Ένα καίριο ζήτημα για την ελληνική κοινωνία της περιόδου είναι το γλωσσικό. Το
διάστημα 1830-1880 ο γλωσσικός αγώνας, τουλάχιστον στην Αθηναϊκή
επικράτεια, εντοπίζεται μεταξύ «καθαρεύουσας» και «αρχαΐζουσας».
Από το 1880 κυρίως πληθαίνουν οι φωνές υποστήριξης της δημοτικής στη λογοτεχνία
(Ιάκωβος Πολυλάς, Η φιλολογική μας γλώσσα 1892, Εμμανουήλ Ροίδης, Τα είδωλα
1893) και εμφανίζονται δείγματα λόγου ενδεικτικά της επικείμενης αλλαγής.

66
Κυρίαρχο ρόλο παίζει ο Ψυχάρης, που καθιερώνει τον όρο «διγλωσσία» μέσα από
το έργο «Το ταξίδι μου», στο οποίο προωθεί ως υπέρτατη αξία την καθιέρωση της
καθημερινής γλώσσας των απλών ανθρώπων. Στο έργο κατακεραυνώνει τους
δασκάλους και τον λογιοτατισμό.
Ο Ψυχάρης επαναφέρει δυναμικά στο προσκήνιο το θέμα της χρήσης της δημοτικής
γλώσσας, την οποία συνδέει επίσης με την εθνικιστική ιδεολογία. Το Ταξίδι μου, μια
σειρά θεωρητικών άρθρων και η μαχητική του στάση θα χρήσουν τον Ψυχάρη
αρχηγό του δημοτικιστικού κινήματος με πλήθος οπαδών και πιστών φίλων, με πιο
στενό συνοδοιπόρο τον Εφταλιώτη, αλλά και πολλούς εχθρούς. Τα κηρύγματά του
όταν δεν διαποτίζονται από την υπερβολή βρίσκουν σιγά σιγά απήχηση στην
ελληνική κοινωνία.
Επηρεασμένος από "το ταξίδι" και ο Α. Καρκαβίτσας, ο οποίος γράφει τον
Ζητιάνο σε δημοτική εγκαταλείποντας για πάντα την καθαρεύουσα.
Και άλλοι όμως λογοτέχνες θα ακολουθήσουν το δρόμο της δημοτικής, όπως για
παράδειγμα οι Γιάννης Βλαχογιάννης (1867-1945), Αλέξανδρος Πάλλης (1851-
1935), Αργύρης Εφταλιώτης (1849-1923), Πέτρος Βλαστός (18791941). Ωστόσο οι
αλλαγές δεν είναι για όλους άμεσες και σε πολλά πεζογραφικά κείμενα της περιόδου
παρατηρείται μεγάλη ποικιλία τύπων τόσο από την καθαρεύουσα όσο και από την
ιδιωματική ντοπιολαλιά. Φαίνεται ότι η χρήση της καθαρεύουσας δεν εγκαταλείπεται
εύκολα και οι περισσότεροι λογοτέχνες προσπαθούν να διατηρήσουν μια μετριοπαθή
στάση ως προς το ζήτημα της γλώσσας.
Παρά τις ακρότητες ένθεν κακείθεν, το πνεύμα αλλαγής της γλωσσικής έκφρασης
έχει εισχωρήσει στο λογοτεχνικό πεδίο. Αρχικά στον πεζό λόγο: διαμέσου των
διαλόγων και σταδιακά και στην αφήγηση.
Πιο εύκολη η αλλαγή στην ποίηση, λόγω της παράδοσης του δημοτικού τραγουδιού,
του παραδείγματος του Σολωμού και των άλλων επτανήσιων ποιητών, αλλά και της
καταλυτικής επίδρασης του Παλαμά ο οποίος ήταν βασικός υποστηρικτής της
δημοτικής.
Ασφαλώς δεν επικρατεί ομοιομορφία στη γλωσσική έκφραση και η γλώσσα του κάθε
ποιητή διαφέρει ως προς το ύφος, το λεξιλόγιο και τους τύπους που επιλέγει
σύμφωνα και με την καταγωγή του. Όμως, όπως αναφέρει ο Παλαμάς για την εποχή
του, «η ποίησις προ πολλού απεδέχθη» τη ζωντανή γλώσσα του λαού

67
6.2 ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
6.2.1 Ρεαλισμός – Νατουραλισμός

Το επιστημονικό πνεύμα που είχε επικρατήσει ήδη από τον 18ο αιώνα με τους
Εγκυκλοπαιδιστές, ενισχύεται στον 19ο αιώνα. Γενικότερα επικρατεί ένα πνεύμα
διερεύνησης των δυνατοτήτων του ανθρώπου και η ευημερία θεωρείται συνισταμένη
της οικονομικής και τεχνολογικής ανάπτυξης.
Η Γενιά του 1880 συνδέεται με το πέρασμα από το Ρομαντισμό στο Ρεαλισμό. Στο
αισθητικό πεδίο ο Ρεαλισμός ως ρεύμα είναι αποτέλεσμα των εξελίξεων στο
φιλοσοφικό και στο επιστημονικό πεδίο: του θετικισμού και των ανακαλύψεων των
φυσικών επιστημών.
«Οι πιο συστηματικές απόπειρες να διατυπωθεί μια θεωρία του Ρεαλισμού έχουν την
αφετηρία τους στη Γαλλία» (Travers, 2005, σ. 128). Ο Ρεαλισμός συνδέθηκε αρχικά
με τις εικαστικές τέχνες και πέρασε και στο λογοτεχνικό πεδίο.
Ρεαλισμός ορίζεται στη λογοτεχνία η επισταμένη παρατήρηση της εξωτερικής
πραγματικότητας και η πιστή και λεπτομερής αναπαραγωγή της στο λογοτεχνικό
κείμενο. Αυτό που επιδιώκεται είναι να «καθρεφτιστεί» η πραγματικότητα στο
κειμενικό επίπεδο. Έτσι, οι όροι «αναπαραγωγή» και «απεικόνιση», εκφράσεις του
μιμητικού μοντέλου, συνδέθηκαν με το μοτίβο του καθρέφτη που έγινε σύμβολο της
ρεαλιστικής γραφής της περιόδου.
Κλασικά στοιχεία του ύφους του ρεαλισμού είναι:
 η αντικειμενικότητα στην αφήγηση,
 η εστίαση στο τετριμμένο και το καθημερινό,
 η πιστή αναπαραγωγή του περιβάλλοντος και
 μια γενική απαισιοδοξία για την ικανότητα του ατόμου να επιβάλει την
ύπαρξή του σ' έναν κόσμο αδιάφορο και χωρίς κατανόηση.
Μέσα από την ανάλυση και την ψυχολογική διερεύνηση των χαρακτήρων εξετάζεται
η σύγχρονη ιστορία των ηθών.

Ο Νατουραλισμός πάλι προσπαθεί να συγκεράσει την επιστήμη με τη λογοτεχνία και


θεωρείται η ακραία έκφραση του ρεαλισμού.
Ο νατουραλιστής συγγραφέας, ως ανατόμος, εξετάζει με προσοχή (ανατέμνει) την
ανθρώπινη συμπεριφορά και τις διακυμάνσεις της και προσπαθεί να ανακαλύψει τους
«νόμους» και τα αίτια που βρίσκονται πίσω από αυτή. Ο νατουραλισμός
επηρεάστηκε από τις ανακαλύψεις των φυσικών επιστημών, την ταξινόμηση του
ζωικού βασιλείου σε ομοταξίες και τη θεωρία της γενετικής του Δαρβίνου. Η πρό-
κληση που εμφανίζεται αυτή την περίοδο είναι η θεωρητική ταξινόμηση του
ανθρώπου στο κοινωνικό πεδίο. Ο Νατουραλισμός επεκτείνει το ρεαλιστικό μοντέλο,
ιδιαιτέρως σε ό,τι αφορά την απαισιόδοξη αντίληψη για την πορεία του ανθρώπου. Η
νατουραλιστική θεωρία υποστηρίζει ότι παράγοντες μέσα και έξω από τον άνθρωπο
68
επηρεάζουν τον τρόπο που λειτουργεί συμπιέζοντας τα περιθώρια ελεύθερης
βούλησής του. Αυτή η απαισιόδοξη αντίληψη μεταφέρεται και στο λογοτεχνικό
κείμενο, όπου πλέον προβάλλεται όχι μόνον το τετριμμένο και το καθημερινό, αλλά
κυρίως το νοσηρό, το παθογόνο, το θλιβερό.
Οι ήρωες είναι έρμαια των παθών τους, του αλκοολισμού, των εγκληματικών ή
σεξουαλικών ενστίκτων ή άλλων νοσηρών ιδιαιτεροτήτων. Άλλωστε οι νέες
κοινωνικές συνθήκες που είχαν επικρατήσει μετά τη βιομηχανική επανάσταση είχαν
δημιουργήσει εκτός από την τάξη των ευημερούντων αστών και την πολυπληθή τάξη
των εργατών που ζούσαν στην αθλιότητα και έτρεφαν με τον κόπο τους την αδηφάγο
βιομηχανική μηχανή
Οι Νατουραλιστές προβάλλουν και τις δύο όψεις της προόδου στα έργα τους, τον
αγώνα για υλικές απολαβές και ισχύ και τον απεγνωσμένο αγώνα των εργατών για
βελτίωση της κατάστασης τους. Από τη μια κυριαρχεί η πίστη στην πρόοδο μέσω των
επιστημονικών και τεχνολογικών εξελίξεων και από την άλλη η πεσιμιστική διάθεση
για το μέλλον του ανθρώπου. Οι αντιφάσεις αυτές διέβρωσαν τελικά εκ των έσω την
αποτελεσματικότητα του κινήματος.

Κύριοι Διαμορφωτικοί παράγοντες του Ρεαλισμού – Νατουραλισμού


Δραστηριότητα 3
 Η επιστημονική μεθοδολογία για την απόκτηση γνώσης. Η επιστημονική
μεθοδολογία υπήρξε το αποτέλεσμα των διαφορετικών φιλοσοφικών
αναπτύξεων από το 18ο αιώνα και εντεύθεν και κυρίως της φιλοσοφίας του
Auguste Compte.
 η εμπειρική εξέταση και η επαλήθευση των δεδομένων με το πείραμα.
 η τεχνολογική εξέλιξη,
 η δημιουργία αστικών κέντρων και οι συνεπαγόμενες κοινωνικές ανα-
κατατάξεις.
 Η ανάπτυξη των φυσικών επιστημών και η διατύπωση της εξελικτικής
θεωρίας. Όπως αναφέρεται από τους μελετητές του κινήματος του Νατου-
ραλισμού: «[σ]την εξέλιξη του Νατουραλισμού, η δαρβινική θεωρία αποτελεί
αναμφίβολα το πιο σημαντικό διαμορφωτικό παράγοντα. Η νατουραλιστική
θεώρηση του ανθρώπου εξαρτιέται άμεσα από τη δαρβινική εικόνα της
προέλευσής του από τα κατώτερα ζώα. Σε αντίθεση προς την εξιδανίκευση
από τους ρομαντικούς, οι νατουραλιστές εσκεμμένα τον υποβιβάζουν στο
επίπεδο του ζώου, απογυμνώνοντάς τον από ανώτερες φιλοδοξίες»
Ο Νατουραλισμός κάνει την εμφάνιση του στον ελληνικό χώρο με τη μετάφραση του
μυθιστορήματος Νανά του Εμίλ Ζολά από τον Ιωάννη Καμπούρογλου που
δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στον Ραμπαγά προκαλώντας αντιδράσεις λόγω του
σκανδαλώδους περιεχομένου του έργου και διακόπηκε η δημοσίευσή της.
Στην πρόσληψη του Νατουραλισμού συνέβαλε επίσης ο Γρηγόριος Ξενόπουλος
(1867-1951), ο οποίος με το άρθρο του στην Εικονογραφημένη Εστία «Αι περί Ζολά

69
προλήψεις» το 1890, προσπάθησε να κάνει κατανοητή τη θεωρία του κινήματος,
στοιχεία της οποίας χρησιμοποίησε εν μέρει και στη δική του συγγραφική
προσπάθεια.
Ο νεοελληνικός Νατουραλισμός, αν και εμφανίζεται την περίοδο που ουσιαστικά το
κίνημα έχει ήδη εκπνεύσει στη Γαλλία, επιβιώνει για αρκετά χρόνια με διαφορετικές
εκφάνσεις σε μυθιστορήματα και διηγήματα της περιόδου 1880-1920.
Νατουραλιστικά έργα της περιόδου
Η Λυγερή (1892) και Ο Ζητιάνος (1895) του Καρκαβίτσα ,
Η Φόνισσα (1903) του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (1851-1911)
Σε άλλα μυθιστορήματα της εποχής συνυπάρχουν τα νατουραλιστικά με ρομαντικά
στοιχεία (όπως στο μυθιστόρημα του Ιωάννη Κονδυλάκη (1861-1920) Οι Άθλιοι των
Αθηνών, 1895). Στο νατουραλιστικό πλαίσιο εντάσσεται και το μεταγενέστερο
μυθιστόρημα του Κωνσταντίνου Θεοτόκη (1872-1923), Η Ζωή και ο Θάνατος του
Καραβέλα (1920).

6.2.2 Ηθογραφία

Ο ρεαλισμός συνιστά την αντικειμενική αναπαράσταση της σύγχρονης κοινωνικής


πραγματικότητας. Στην ελληνική ιστορική, κοινωνική και πολιτισμική
πραγματικότητα της εποχής, ο ρεαλισμός συνδέθηκε στην πράξη με την ηθογραφία.
Έτσι στην ελληνική πεζογραφία απεικονίζονται μικρές παραδοσιακές κοινότητες
στο φυσικό τους περιβάλλον. Η αναπαράσταση δεν περιορίζεται μόνο στον
αγροτικό χώρο αλλά περιλαμβάνει και κοινότητες του αστικού χώρου και έτσι η
ηθογραφική προσέγγιση εμφανίζεται και σε διηγήματα ή μυθιστορήματα του άστεως.
Η ηθογραφία νοείται ως «απεικόνιση εκ του φυσικού ηθών και εθίμων, αν-
θρώπινων τύπων και περιοχών», δηλαδή πιστή μεταγραφή της πραγματικότητας
και συμπίπτει με τη γενική έννοια του ρεαλισμού. Αυτό αποδεικνύεται και από το
γεγονός ότι ως όρος δηλωτικός του είδους ξεπερνά τα χρονικά πλαίσια των
τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα ή ακόμα και των αρχών του 20ού (π.χ. το
μυθιστόρημα του Θεοτόκη, Η Ζωή και ο Θάνατος τον Καραβέλα που δημοσιεύτηκε
το 1920 υποτιτλίζεται ως «ηθογραφικό»). Βέβαια, ενδέχεται ο επεξηγηματικός
υπότιτλος να λειτουργεί και ειρωνικά όπως στην περίπτωση του μυθιστορήματος του
Κωνσταντίνου Χατζόπουλου (18681920), Ο πύργος του ακροπόταμου (1909). Οι δύο
όροι, «ρεαλισμός» και «ηθογραφία», μπορούν να ειδωθούν συνδυαστικά. Όπως ο
ρεαλισμός είναι μια τεχνική, μια γενική τάση που χαρακτηρίζει έργα διαφορετικών
εποχών, έτσι και η ηθογραφία είναι μία τάση που μπορεί να εντοπιστεί και σε έργα
άλλων εποχών εκτός από την εξεταζόμενη περίοδο 1880-1910.

70
Ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, η ηθογραφία συνδέθηκε με τις
λαογραφικές επιδιώξεις, με στόχο τη «γνωριμία με την ντόπια ανθρω-
πογεωγραφία» και την ανίχνευση της φύσης του ελληνικού πολιτισμού. Οι
συγγραφείς της περιόδου καταγράφουν ως λαογράφοι στοιχεία ενδεικτικά των
ελληνικών ηθών, μερικά από τα οποία αναπαράγουν και στα δικά τους
μυθιστορήματα.
(π.χ. η περιγραφή ενός χωριού ζητιάνων από τον Καρκαβίτσα στο περιοδικό Εστία, η
οποία χρησιμοποιήθηκε επίσης μεταπλασμένη στο μυθιστόρημά του Ο Ζητιάνος.)
Η ελληνική λαογραφία έχει βάσεις ρομαντικές και βασίζεται στην πίστη ότι οι
εγχώριες παραδόσεις ενός λαού όπως το φολκλόρ, η μουσική, ο χορός και οι άλλες
τέχνες εκφράζουν τις ρίζες του και συνθέτουν την εθνική του ταυτότητα και
συνείδηση. Η ρομαντική αυτή σύλληψη της ελληνικής λαογραφίας
συστηματοποιήθηκε σε επιστήμη με συγκεκριμένες κατευθύνσεις και στόχους
ακολουθώντας το επιστημονικό πνεύμα της περιόδου. Η λαογραφία αποτελεί ένα εί-
δος γραφής βασισμένο στην παρατήρηση, την όσο το δυνατόν πιο πιστή μεταγραφή
και, τέλος, την ανάλυση.
Πολλά από τα πεζογραφικά κείμενα της περιόδου ορίζονται ως ηθογραφικά διότι
παρουσιάζουν μια μικρή κοινότητα και μελετούν χαρακτηριστικούς τύπους της
κοινότητας ή συγκεκριμένες δοξασίες. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι ηθογράφοι
συγγραφείς γνωρίζουν καλά τον τόπο και τις συνήθειες των ανθρώπων που
περιγράφουν στα έργα τους, για τις οποίες συχνά εκδηλώνουν μια νοσταλγική
προσκόλληση, συνδυασμένη ενίοτε με τις αναμνήσεις παλαιών παιδικών τραυμάτων
Επίσης, η φόρμα του διηγήματος συνδέθηκε την εποχή αυτή με την ηθογραφική
προοπτική και θεματολογία και διευκόλυνε την ανάπτυξη της. Πρέπει να
επισημανθεί, ωστόσο, ότι το ηθογραφικό πλαίσιο εμφανίζεται επίσης και σε αρκετά
ποιήματα της περιόδου, όπως θα δούμε αναλυτικότερα παρακάτω

Διήγημα
Το είδος που γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση αυτή την περίοδο είναι το διήγημα. Η
Άνθησή του συνδέθηκε με την ανάπτυξη του Τύπου που έδωσε την ευκαιρία σε
πολλούς λογοτέχνες να παρουσιάσουν τη δουλειά τους στις σελίδες του.
Το διήγημα είναι ένα σύντομο μυθοπλαστικό κείμενο με πλαίσιο δράσης κυρίως
τον παραδοσιακό αγροτικό τόπο. Συνδέεται με την «επισταμένη μελέτη του
πραγματικού», δηλαδή τη σύγχρονη ρεαλιστική προοπτική. Δεν είναι τυχαίο,
άλλωστε ότι και ο Ξενόπουλος, ο οποίος ασχολήθηκε με τη θεωρητική ανάλυση
αυτού του αφηγηματικού είδους, όρισε το διήγημα στο κείμενο του Σαν 'Ονειρο ως
«βραχύ» και το έργο του διηγηματογράφου ως αντιγραφή «υπό τινάς όρους» αληθούς
ιστορίας ή αλλιώς ζωγραφική εκ του αληθούς (Ξενόπουλος, 1890, ο. 17-19), μια
παρατήρηση που συνδέει την τεχνική του ρεαλισμού με τις εικαστικές τέχνες.

71
Αν και η ανάπτυξη του διηγήματος ξεκινάει με την εμφάνιση του Λουκή Λάρα του
Βικέλα, λόγω του ρεαλιστικού τόνου του κειμένου, ουσιαστικά το είδος αποκτά
«υπολογίσιμη υπόσταση», με το διήγημα του Βιζυηνού, Το αμάρτημα της μητρός μου
.
 Στο διήγημα βρίσκουν τη φόρμα για να εκφραστούν, πολλές φορές και
συνδυαστικά, οι περισσότερες τάσεις και τα στοιχεία που συνυπάρχουν αυτή
την περίοδο στην πεζογραφία: Η τάση παρατήρησης και καταγραφής των
παραδόσεων και συνηθειών μιας συγκεκριμένης ομάδας σε ένα συγκεκριμένο
περιβάλλον (τάση που παραπέμπει στη λαογραφία και την ηθογραφία),
 η τάση παρουσίασης διαφορετικών πτυχών του εξελισσόμενου αστικού
τοπίου είτε με ρεαλιστικό τρόπο είτε δίνοντας έμφαση στο ακραίο και το
φανταστικό (αστική θεματολογία, λαϊκό ανάγνωσμα),
 η προσπάθεια απόδοσης του ιδιώματος των χαρακτήρων που σκιαγραφούνται
σε συνάφεια με τη ρεαλιστική κατεύθυνση (διείσδυση της δημοτικής).
Στα διηγήματα της εποχής εντοπίζεται μεγάλη ποικιλία θεμάτων ενώ συχνά το
ρεαλιστικό στοιχείο συνδέεται με ρομαντικά, ιστορικά ή αισθητικά στοιχεία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το διήγημα του Ξενόπουλου «Ο τρελλός με τους
κόκκινους κρίνους», στο οποίο τα στοιχεία του φανταστικού, της υπερβολής και του
αξιοπερίεργου υπερτερούν έναντι της ρεαλιστικής αφήγησης.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα της συγγραφικής παραγωγής της περιόδου, η


πληθώρα συντόμων αφηγηματικών κειμένων (τύπος διηγήματος με προσμίξεις
μυθοπλαστικών και δημοσιογραφικών στοιχείων) που δίνουν έμφαση στο επίκαιρο
και στο εντυπωσιακό: πρόκειται για τα λεγόμενα «χρονογραφήματα» ή «σκίτσα».
Τα κείμενα αυτά είναι συνήθως αποτέλεσμα της προσπάθειας περιγραφής των
διάφορων όψεων της πόλης της Αθήνας και των τύπων της και αντλούν την έμπνευσή
τους από αντίστοιχα ευρωπαϊκά κείμενα που φέρουν τους ενδεικτικούς υπότιτλους:
Tableaux parisiens, scenes, sketches, scenes (ό.π.). τα οποία γράφονται ήδη από τις
αρχές του 19ου αιώνα.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΙΖΥΗΝΟΣ

Ο Βιζυηνός ασχολήθηκε αρχικά με την ποίηση, ακολουθώντας το ρεύμα της


ρομαντικής Φαναριώτικης ποίησης και μάλιστα βραβεύτηκε στο Βουτσιναίο
διαγωνισμό του 1876 με την ποιητική συλλογή Άραις, Μάραις, Κουκουνάρες, την
οποία μετονόμασε αργότερα σε Βοσπορίδες Αύραι.
Ο Βιζυηνός ωστόσο θα βρει το δρόμο του στη δημιουργική πεζογραφία και θα συ-
ντονιστεί επιτυχώς με τις δυνάμεις που επικρατούσαν εκείνη την περίοδο στην
ελληνική πολιτισμική πραγματικότητα.

72
Η αφηγηματική του παραγωγή αποτελείται από δεκατρία κομμάτια είναι όμως
γνωστός κυρίως από τα έξι διηγήματά του, τα οποία, σχεδόν όλα, δημοσιεύτηκαν
στο περιοδικό Εστία, από τον Απρίλιο του 1883 έως τον Δεκέμβριο του 1884 (μόνο
το διήγημα Μοσκώβ Σελήμ, δημοσιεύτηκε αρκετά αργότερα, το 1895)
Τα διηγήματά του βασίζονται στην αινιγματική αφήγηση, στοιχείο το οποίο είναι
εμφανές από τον τίτλο τους στον οποίο περικλείεται ένα ερώτημα ή ελλοχεύει κάτι
αλλόκοτο ή μια απορία:
 Το αμάρτημα της μητρός μου,
 Αι συνέπειαι της παλαιάς ιστορίας,
 Ποίος ήτον ο φονεύς τον αδελφού μου,
 Το μόνον της ζωής τον ταξείδιον,
 Μεταξύ Πειραιώς και Νεαπόλεως,
 Μοσκώβ Σελήμ.
Και τα έξι διηγήματα καταλήγουν στην ανατροπή των προσδοκιών των ηρώων
τους, μέσα στην οποία παγιδεύεται και ο ίδιος ο αναγνώστης εξαιτίας των δικών του
προσδοκιών.
Δεν είναι όμως μόνο η δημιουργία σασπένς που καθοδηγεί τον συγγραφέα. Ο
Βιζυηνός εστιάζει στην ψυχολογία των ηρώων του, στον τρόπο αντιμετώπισης
της μοίρας τους και στις αδυναμίες τους. Ο Βιζυηνός ψυχογραφεί τους ήρωές
του, εισδύει στις σκέψεις τους και μεταφέρει στον αναγνώστη τις αμφιβολίες και τα
διλήμματά τους.
Κεντρικός μοχλός των διηγημάτων του «Ο μύθος κι η πλοκή», που προκαλεί και
οξύνει τις ψυχολογικές καταστάσεις και, συχνά, οδηγεί τα πρόσωπα σε μια οξύτατη
κρίση συνειδήσεων».
Στα διηγήματα του Βιζυηνού αποτυπώνεται η εθνική ψυχή (αισθανομένη, πονούσα,
γελώσα, πιστεύουσα, ονειροπολούσα, σκεπτομένη, ομιλούσα) η ελληνική Θράκη, ο
φυλετικός της χαρακτήρας, η ηθογραφία της, οι παραδόσεις της, η λαϊκή της ψυχή.
Ωστόσο, ο Βιζυηνός ουσιαστικά κλόνισε με την πεζογραφία του τις βεβαιότητες που
προσπαθούσε να στεριώσει η ηθογραφική σχολή, αναφορικά με τον κόσμο που
προβάλλεται στη λογοτεχνία, αλλά και με την ίδια τη ματιά του λογοτέχνη.
Στα διηγήματα του Βιζυηνού διαφαίνονται εμμέσως αντιθέσεις και λογοτεχνικά
υπονοούμενα που εκφράζουν την προβληματική της Γενιάς του 1880.
Για παράδειγμα στο διήγημα Μεταξύ Πειραιώς και Νεαπόλεως, παρεισφρέουν νύξεις
για το θεμελιώδη ρόλο της φύσης στην ποιητική δημιουργία:
«[...] Τι να σας ειπώ, αφού δεν υπάρχει τίποτε ποιητικόν. Τίποτε ποιητικόν δεν υπάρχει
ενταύθα, διότι δεν υπάρχει τίποτε φυσικόν. Και όταν δεν υπάρχη φύσις, είπεν ο κ. Π.
μετ' εμφάσεως δογματικής, δεν υπάρχει ποίησις. -Βέβαια, είπον εγώ, επιδοκιμάζων το
αξίωμα, αφίνων όμως υπεύθυνον δια τον δεύτερον όρον του συλλογισμού του τον κ. Π.,
όστις δεν εζήτει να εύρη την φύσιν ειμή επί του άκρου του σιγάρου του.» (Βιζυηνός,
1996, σ. 41).

73
Ο ελαφρά ειρωνικός τόνος του αποσπάσματος δεν αφήνει να διαφανεί αν ο
συγγραφέας ακολουθεί τη ρομαντική σύνδεση φύσης και ποίησης ή την
νατουραλιστική ανατροπή της. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε επίσης ότι
υπαινίσσεται και τη σχετική πολύκροτη διαμάχη Ροίδη και Βλάχου ως προς τη συμ-
βολή της «περιρρέουσας ατμόσφαιρας» στην καλλιέργεια της ποίησης.
Ενώ η επιρροή της δυτικής λογοτεχνίας στη νεοελληνική και οι σχέσεις των δύο
θεματοποιούνται στο διήγημα Αι συνέπειαι της παλαιάς ιστορίας:
«-Με τον νουν σου, νεανίαν μου!- επρόσθεσεν έπειτα, σείσας τον λιχανόν, -Με τον νουν
σου! Σ' επιτρέπω ν' αναβής όσον υψηλά δύνασαι εις τον αιγληέντα Παρ- νασσόν, όχι
όμως και εις τας νεφελοσκεπείς κορυφάς του ημετέρου Χαρτς» (λέει ο Γερμανός
καθηγητής της ιστορίας στον Έλληνα σπουδαστή). «Επ' αυτού ιοστεφείς Μούσας και
ακτινοβόλον Απόλλωνα δεν θα εύρης. Αλλά Στρίγγλας μόνον και Κα- ληκαντζάρους και
όλα εκείνα τα μεσαιωνικά δαιμόνια, τα εμπνεύσαντα εις τον μέ- γαν ημών κλασσικόν,
τον ομηρικώτατον ημών Goethe, το ψυχρόν και σκοτεινόν εκείνο μέρος του Faust, το
οποίον -κάλλιον να μη το έγραφε!» (1996, σ. 119).
Αν και ο τίτλος αυτού του διηγήματος φαίνεται να εκφράζει τη θετικιστική φιλοσοφία
που λειτουργεί ακολουθώντας τη γραμμική πορεία αίτιο-αποτέλεσμα μιας
κατάστασης, στην ουσία, η ιστορία μπορεί να αναγνωστεί και ως προειδοποίηση για
τους κινδύνους που ενέχει η άκαιρη μετατόπιση σε μια ξένη οπτική. Πιο
συγκεκριμένα, η ιστορία αναφέρεται συχνά στις αμοιβαίες δυσκολίες σωστής
ερμηνείας και πρόσληψης του δυτικού και του ελληνικού πολιτισμικού μοντέλου
αντίστοιχα· από τη μια υπάρχει η εξιδανίκευση του Ομήρου από την πλευρά των
Γερμανών και της Γερμανικής λογοτεχνίας, από την άλλη ο θαυμασμός της
Γερμανικής λογοτεχνίας από τους Έλληνες. Μένει μετέωρο το ερώτημα, το οποίο
φαίνεται να υποβόσκει και στα άλλα διηγήματα του συγγραφέα, εάν είναι
υποστηρικτής της ιδέας της εθνικής λογοτεχνίας ή του μοντέλου της διεθνικής
λογοτεχνικής παραγωγής και ανταλλαγής.

ΒΙΖΥΗΝΟΣ ΣΥΝΟΨΗ

 Αρχικά ασχολήθηκε με την ποίηση (ρομαντική φαναριώτικη), μάλιστα


βραβεύτηκε.
Αφήγηση αινιγματική.
 Τίτλοι στους οποίους περικλείεται ένα ερώτημα ή ελλοχεύει κάτι αλλόκοτο ή
μια απορία.
Και τα 6 του διηγήματα καταλήγουν στην ανατροπή των προσδοκιών των
ηρώων τους, μέσα στην οποία παγιδεύεται και ο ίδιος ο αναγνώστης εξαιτίας
των δικών του προσδοκιών.
 Ο λόγος: όχι για δημιουργία σασπένς. Τον ενδιαφέρει η ψυχολογία των
ηρώων του, ο τρόπος αντιμετώπισης της μοίρας τους και οι αδυναμίες τους.

74
 Ψυχογραφεί, εισδύει στις σκέψεις των ηρώων του και μεταφέρει στον
αναγνώστη τις αμφιβολίες και τα διλήμματά τους, οδηγώντας τα πρόσωπα σε
μια οξύτατη κρίση συνειδήσεων.
 Κλόνισε τις ηθογραφικές βεβαιότητες.
 Αντιθέσεις και λογοτεχνικά υπονοούμενα που εκφράζουν την προβληματική
της Γενιάς του 1880.

Χαρακτηριστικά του έργου του:


 Κυριαρχούν οι αμφιλογίες (αμφισημίες, αβεβαιότητες).
 Οι προσδοκίες του αναγνώστη και του ήρωα, μέσω του αινιγματικού
χαρακτήρα της αφήγησης.
 Η ύπαρξη ή αλληλεπικάλυψη δύο πραγματικοτήτων (εσωτερική, εξωτερική).
 Αβεβαιότητα, τραγική κατάσταση, αυταπάτη, πλάνη όπου όλα αυτά μαζί
δίνουν αινιγματική αφήγηση.
 Η υπέρβαση των ορίων.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΚΑΒΙΤΣΑΣ

Ξεκίνησε επίσης από τη διηγηματογραφία για να περάσει όμως κατόπιν σε τρία


μυθιστορήματα:
 Η Λυγερή (1890), Τοπ μυθιστόρημα αντλεί τη θεματική του από την παιδική
ηλικία του συγγραφέα, αλλά δεν παρουσιάζει μια γραφική εικόνα της
επαρχίας
 Ο Ζητιάνος (1895),
 Ο Αρχαιολόγος (1904). Στο μυθιστόρημα αυτό περνάει από την ηθογραφική
παρουσίαση στη διδακτική αφήγηση θέλοντας να τονίσει τη σημασία της
εθνικής κληρονομιάς.

Στα διηγήματα:
 Παρουσιάζει τις συνήθειες, τις επιδιώξεις και τα όνειρα διαφορετικών
παραδοσιακών ομάδων ή κοινοτήτων (π.χ. των ναυτικών και των
προβλημάτων τους στη συλλογή διηγημάτων Λόγια της πλώρης, 1899).
 Είναι ρεαλιστικός στις περιγραφές του και τον χαρακτηρίζει η αληθοφάνεια
στον τρόπο αναπαράστασης των ηρώων του, έτσι ώστε ο αναγνώστης νιώθει
σα να έχει πρόσβαση στα μυστικά αυτών των κοινοτήτων.
 Ως στρατιωτικός γιατρός που ταξίδευε στην επαρχία στράφηκε στην
παρατήρηση διαφορετικών ανθρώπων και των προβλημάτων τους.

Ο Καρκαβίτσας συνδέει την αρχαιοελληνική κληρονομιά με τον λαϊκό πολιτισμό


με τρόπο σαφή. Στον Αρχαιολόγο προκρίνεται η αυθεντικότητα του λαϊκού
75
πολιτισμού μέσω της απαγγελίας του από την φτωχή κεντήστρα Ελπίδα, η οποία
συνδέει τα αρχαία κείμενα με τα λαϊκά παραμύθια και τα τσομπάνικα τραγούδια.

«-Μα τούτο είναι παραμύθι! έκοψε ξαφνικά την Ελπίδα μια βραδιά που διά-
βαζαν τον Ηρόδοτο. - Παραμύθι' αμ' τι θες να είναι; τον ρώτησε κείνη μ' απο-
ρία. Κι ο Όμηρος που διαβάσαμε πριν είν' ένα μεγάλο αρματωλικό τραγούδι κι
ο Θεόκριτος τραγούδια τσοπάνικα...» (Καρκαβίτσας, 1973, σ. 1344).

Το μυθιστόρημα ο Ζητιάνος (1895) κινείται στο πλαίσιο της νατουραλιστικής


τεχνοτροπίας. Καταγράφονται οι σκληρές συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων ενός
χωριού του Θεσσαλικού κάμπου, η αμάθεια και οι δεισιδαιμονίες τις οποίες
εκμεταλλεύεται προς όφελος του ένας πολυμήχανος ζητιάνος.
Η πλοκή δομείται από τα αίτια των πράξεων στα αποτελέσματά τους. Ο
Καρκαβίτσας χρησιμοποιεί αγροτικό λεξιλόγιο και προβάλει την ιδέα του
πεπρωμένου που καθορίζεται από δυνάμεις μέσα και έξω από τον άνθρωπο, το
οποίο δείχνει την εξοικείωση του συγγραφέα με το νατουραλιστικό μοντέλο.
Εντούτοις, ο συγγραφέας εγκαταλείπει ενίοτε την αντικειμενικότητα στις
περιγραφές για να παρέμβει στην αφήγηση με σχόλια-προτροπές ή κριτική που
έχει στόχο να ενεργοποιήσει τις συνειδήσεις, το οποίος δεν συνάδει με τις αρχές του
νατουραλισμού.
Η δράση εκτυλίσσεται σ' ένα χωριό στους πρόποδες του Ολύμπου και αυτό δίνει την
ευκαιρία στον Καρκαβίτσα να προβάλει το μεγαλείο της φύσης σε εικόνες που
άλλοτε προδίδουν τη μεγαλοπρέπεια και την αίγλη της και άλλοτε παρουσιάζουν την
ταπεινή, ανίερη πλευρά της. Η φύση αναδεικνύεται, ωστόσο, όπως και στο πρώτο
μυθιστόρημα του συγγραφέα παντοδύναμη και επιβάλλεται σε όλα τα έμβια όντα και
στις τύχες τους.
Στο Έργο του: «Γιούσουρι» (σελ. 142-143).
Η φύση είναι υπερβατική δύναμη και ο άνθρωπος δεν μπορεί να την υποτάξει. Ο δε
άνθρωπος δεν έχει ελεύθερη βούληση. Κυριαρχείται από ταπεινά ένστικτα και άρα
δεν ορίζει τη ζωή του.

6.2.6 Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851-1911)

Ο πιο αμφιλεγόμενος συγγραφέας της Γενιάς του 1880, λόγω των κριτικών για το
έργο του.
Κατά μία έννοια είναι από τους πρώτους επαγγελματίες συγγραφείς αφού κέρδιζε
τα προς το ζην μεταφράζοντας ξένη λογοτεχνία σε εφημερίδες και περιοδικά και
γράφοντας επίσης τα δικά του διηγήματα, πολλές φορές κατά παραγγελία, με αφορμή
κάποια γιορτή ή επέτειο.

76
Οι επικριτές του διέκριναν προχειρότητα και χαλαρότητα στη σύνθεση, απόρροια
και της επαγγελματικής γραφής του.
Εγκωμιάστηκε για το λυρισμό του και τη σύλληψη της «έννοιας της νεοελληνικής
λαϊκής μυθολογίας».
Ο λυρικός τόνος κυριαρχεί στα πιο γνωστά και επιτυχημένα διηγήματά του
Ολόγυρα στη λίμνη,
Έρωτας στα χιόνια,
'Ονειρο στο κύμα,
Ρόδινα ακρογιάλια.
Στα διηγήματα που έχουν ως χώρο δράσης τη γενέθλια Σκιάθο υπερισχύει μια
νοσταλγία για το χαμένο παρελθόν ή τα χαμένα ιδανικά,
Στα Αθηναϊκά διηγήματα υπερτερεί το αίσθημα της απομόνωσης, της εξορίας και
της έκπτωσης.
Από αυτή τη σκοπιά και ο Παπαδιαμάντης κρατάει μια ασφαλή απόσταση από την
ηθογραφική προσέγγιση, αφού αποτυπώνει όχι μόνο εντυπώσεις ή δεδομένα, αλλά
κυρίως σκέψεις, επιθυμίες και οράματα, πολλές φορές σκοτεινά ή απροσδιόριστα.

Στο έργο του διακρίνουμε:


 Την κατανόηση των άλλων και
 Τη συμπόνοια,
Ο κόσμος στον οποίο κινούνται οι ήρωες του είναι ατελής, αλλά αυτοί δέχονται με
καρτερικότητα τη μοίρα τους, βασίζοντας τις ελπίδες τους στη Θεία Πρόνοια.

Στο μυθιστόρημα Η φόνισσα πάντως η Φραγκογιαννού βρίσκεται σε σύγχυση


νοητική και ψυχολογική ώστε αντιστρέφει μέσα της τους ανθρώπινους και θεϊκούς
νόμους προσπαθώντας να εκλογικεύσει τις εγκληματικές της πράξεις.
Ο Παπαδιαμάντης έχει εισχωρήσει στην ψυχολογία της φόνισσας και αξιοποιεί με
θαυμαστό τρόπο τόσο τα διδάγματα του Νατουραλισμού, όσο και τη
ντοστογιεφσκική διερεύνηση της ψυχολογίας του δολοφόνου.
Προσιδιάζει έτσι στη μέθοδο του Βιζυηνού αναφορικά με την ψυχογραφική
διείσδυση ενώ η κοινωνική κριτική που εκδηλώνεται στο ίδιο μυθιστόρημα, αλλά
και σε άλλα έργα του τον φέρνει εγγύτερα στον Καρκαβίτσα.
Στα περισσότερα διηγήματά του χρησιμοποιεί μια ιδιότυπη καθαρεύουσα στο
αφηγηματικό τους μέρος, ενώ στους διάλογους χρησιμοποιεί την ομιλούμενη
λαϊκή γλώσσα του νησιού του. Σχεδόν ποτέ δεν ακολουθεί τη δημοτική που
χρησιμοποιούν άλλοι συγγραφείς της γενιάς του.

77
Σύνοψη Χαρακτηριστικών Παπαδιαμάντη:
α) υπερβαίνει τις συμβάσεις της ρεαλιστικής αφήγησης (αυτά που παρουσιάζει,
ξεφεύγουν από την πραγματικότητα)
β) λυρικότητα – ποιητικότητα
γ) γλώσσα (χρησιμοποιεί είτε παλαιότερους γλωσσικούς τύπους της καθαρεύουσας,
είτε μια ιδιωματική δημοτική).
Έργο του: «Όνειρο στο κύμα» (σελ. 141)
Σχόλιο μελετητή: εδώ έχουμε σχόλιο του Στεργιόπουλου, ο οποίος υποστηρίζει ότι ο
Παπαδιαμάντης συνδέει τον Ρεαλισμό – Νατουραλισμό και Λυρισμό μέσω των
σκοτεινών δυνάμεων της ψυχής και του μεταφυσικού υπόβαθρου του έργου του.

ΟΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ


Το διήγημα θεματοποιεί την αντίθεση μεταξύ παιδικής ηλικίας που χαρακτηρίζεται
από την άγνοια, την συνύπαρξη και την ευτυχισμένη διαβίωση και ώριμης ηλικίας
που χαρακτηρίζεται από τη γνώση, την επιλογή και τη δυστυχία. Την ιστορία την
αφηγείται ο ώριμος δικηγόρος, ο οποίος από την απόσταση που τον χωρίζει από την
προηγούμενη κατάσταση μπορεί να κάνει τις κρίσεις του για το παρελθόν και το
μέλλον του. Έχει πλέον συναίσθηση και της ευτυχίας και του αντιθέτου της· αυτό
που παρεμβάλλεται είναι η γνώση που όμως έχει ως τίμημα την απώλεια της
αθωότητας (όπως και στο διήγημα του Βιζυηνού): «ο λόγος του δίνει τη δυνατότητα
να ανασυλλάβει τα στοιχεία που συνθέτουν το παρελθόν του», όπως αναφέρει η
Φαρίνου (σ. 267). Η παρελθούσα εφηβική κατάσταση παρουσιάζεται ως ευτυχισμένη
μέσω τριών αφηγηματικών τεχνικών (όπως επισημαίνονται στη μελέτη της Φαρίνου):
α) της θαμιστικής αφήγησης (αφηγείται μία φορά αυτό που συνέβη ν φορές). Δηλαδή
με την παρουσίαση μιας χαρακτηριστικής εικόνας του τότε καλλιεργείται η εντύπωση
της άχρονης, διαρκούς ευημερούσας κατάστασης της ζωής στους αγρούς, β)
παρομοιώσεων που δηλώνουν τη σχέση του ανθρώπου με τα φυσικά φαινόμενα (την
ευτυχή συνύπαρξη, η οποία καλλιεργείται και από την ομωνυμία της κοπέλας με την
κατσίκα), γ) κτητικών αντωνυμιών που δηλώνουν την ευρύτητα των ορίων του
κόσμου του ήρωα: «όλα εκείνα ήσαν ιδικά μου. Οι λόγγοι, αι φάραγγες, αι κοιλάδες,
όλος ο αιγιαλός και τα βουνά...». Η σχέση του με τη Μοσχούλα και η θαλασσινή της
εμφάνιση σημειώνει τη στιγμή της μεταστροφής και της επιλογής μεταξύ των δύο
(κοπέλας-κατσίκας) που θα οδηγήσει στην αρνητική κατάσταση της ωριμότητας του
αφηγητή. Η περιγραφή της κοπέλας γίνεται με απόδοση σ' αυτήν στοιχείων από το
εκκλησιαστικό «Άσμα Ασμάτων», ενώ η ακριβής αιτία της μεταστροφής (από την
ευτυχία στη δυστυχία, από τη συνύπαρξη στην επιλογή) παραμένει απροσδιόριστη
λόγω των αμφισημιών της αφήγησης. Ενδέχεται να είναι οι τύψεις για το χαμό της
κατσίκας, ο πειρασμός για την κοπέλα, η μη σωστή ανταπόκριση του ήρωα στο
συμβάν ή απλώς η συνειδητοποίηση που έρχεται μια δεδομένη στιγμή ότι η ευτυχία
είναι κάτι το φευγαλέο (ένα όνειρο στο κύμα). Η προοπτική του εγώ-ήρωα (του τότε)

78
υιοθετείται από την αφηγηματική φωνή (του τώρα), ενισχύοντας τον εξομολογητικό
τόνο, αλλά έτσι διευρύνεται μέσω της συνειδητοποίησης που συνέβη στο εγώ-
αφηγητή στο μεταξύ (μέσω της αποκτηθείσας γνώσης). Η γνώση είναι αυτή (η
διευρυμένη οπτική) που μπορεί να αξιολογήσει: «η τελευταία χρονιά που ήμην ακόμη
φυσικός άνθρωπος» και να δώσει την αντίθεση με την κατάσταση της ωριμότητάς:
«ήμην ο άνθρωπος, όστις κατόρθωσε να συλλάβη με τας χείρας του προς στιγμήν εν
όνειρον, το ίδιο όνειρόν του...». Περαιτέρω, από την προοπτική του ώριμου αφηγητή
δίνεται η κατάληξη της μοίρας του (ομοιότητα της τύχης της κατσίκας και της δικής
του, «το σχοίνιασμα»). Δεν θυσιάστηκε μόνο η κατσίκα, αλλά και η δική του
ευρύτητα των ορίων του κόσμου. Παραδόξως, η γνώση συνδέεται εντέλει με
περιορισμό και οπισθοχώρηση, αντί για πρόοδο, σε αντίθεση με το διήγημα του
Βιζυηνού όπου η γνώση δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ένα πιο στέρεο ξεκίνημα για
το μέλλον

6.2.7 Γρηγόριος Ξενόπουλος (1867-1951)

Σημαντικός πεζογράφος της γενιάς του 1880.


Στο έργο του αξιοποιεί τις κοινωνικές και οικογενειακές συγκρούσεις. Γράφει με
στόχο την ψυχαγωγία των αναγνωστών του και χρησιμοποιεί τόσο ρομαντικά
στοιχεία για να συγκινήσει τους αναγνώστες όσο και έναν προσγειωμένο τόνο
σύμφωνο με τις επιταγές της ρεαλιστικής γραφής.
Ακολουθώντας τα διδάγματα των Γάλλων μυθιστοριογράφων του 19ου αιώνα, Ονορέ
ντε Μπαλζάκ (Honore de Balzac 1799-1850), Ζολά, Αλφόνς Ντωντέ (Alphonse
Daudet 18401897), Γκυ ντε Μωπασσάν (Guy de Maupassant 1850-1893), επιδιώκει
να ζωγραφίσει ένα ταμπλό των ζακυνθινών ή των Αθηναϊκών ηθών. Αν και το έργο
του έχει κατακριθεί ενίοτε για την αισθητική του αξία, είναι ένας από τους πιο παρα-
γωγικούς και δημοφιλείς πεζογράφους, και όπως σημειώνει ο Μαστροδημήτρης, «ο
πιο 'λαϊκός' Έλληνας συγγραφέας»

6.2.8 Γυναικεία πεζογραφία

H θεματική των γυναικών πεζογράφων:


 Ο χώρος του σπιτιού, της οικογένειας και των κοινωνικών συναναστροφών.
 Ένα από τα βασικά θέματα είναι η αποκατάσταση των θηλυκών με τον κα-
τάλληλο σύζυγο. Το θέμα αυτό άλλοτε παρουσιάζεται με τάσεις
εξιδανίκευσης των καταστάσεων και άλλοτε με τάσεις προσγείωσης των
ρομαντικών διαθέσεων.

79
 Άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της γυναικείας πεζογραφίας είναι η
περιγραφή του συναισθηματικού κόσμου των ηρώων και ηρωίδων, συχνά με
κάποια ειρωνική διάθεση, όπως στα διηγήματα της Κωνσταντινουπολίτισσας
Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου (1867-1906).
 Η Παπαδοπούλου ασχολήθηκε με θέματα αστικά, ξεφεύγοντας όμως από
τα στενά ηθογραφικά πλαίσια.
Προσπαθεί να διεισδύσει στην ψυχολογία των ηρώων της και να
ερμηνεύσει τα αίτια της συμπεριφοράς τους καθώς και την ψυχολογία του
πλήθους. Από αυτή την άποψη βρίσκεται κοντά στον Βιζυηνό και τον
Παπαδιαμάντη,
 Επίσης στη γυναικεία πεζογραφία εντοπίζεται μια διδακτική τάση με έμφαση στα
ιδεώδη της πατρίδας και της οικογένειας (Πηνελόπη Δέλτα, 1874-1941).
 Το έργο της Δέλτα, είναι από τα λίγα που αν και απευθύνεται σχεδόν
αποκλειστικά στο παιδικό κοινό διαβάζεται εξίσου και από τους
ενηλίκους.

Μυθιστόρημα της γυναικείας Χειραφέτησης

Καλλιρρόη Παρρέν (1861-1940), ιδρύτρια της Εφημερίδας των Κυριών και


γυναικείων οργανώσεων. Το πρωτοποριακό της πνεύμα την οδήγησε σε πολλούς
συγγραφικούς πειραματισμούς, αλλά η ευτυχέστερη εκδήλωσή του υπήρξε η τριλογία
της Τα βιβλία της Αυγής (Η Χειραφετημένη, Η Μάγισσα, Το Νέον Συμβόλαιον) με την
οποία έδωσε στη νεοελληνική λογοτεχνία της περιόδου το μυθιστόρημα της
γυναικείας χειραφέτησης

Το συμβολικό και το ιδεολογικό μυθιστόρημα

Από τις στήλες των λογοτεχνικών περιοδικών της εποχής αναπτύσσεται η


προβληματική του Νατουραλισμού, παρουσιάζονται οι κοινωνικές ιδέες και οι νέες
λογοτεχνικές τάσεις, όπως προσλαμβάνονται από την Ευρώπη, προβάλλεται η
φιλοσοφία του Νίτσε και επιζητείται μια πιο ενεργή συμμετοχή των συγγραφέων στα
κοινωνικά δρώμενα .
Επίσης παρατηρείται έντονο ενδιαφέρον για τις ιδεολογικές ζυμώσεις που επικρατούν
στην Ευρώπη, κυρίως των σοσιαλιστικών ιδεών).
Αυτές οι τάσεις οδηγούν σε δύο νέες μορφές, στην καλλιέργεια του
μυθιστορήματος της ψυχολογικής ανάλυσης και στο ιδεολογικό μυθιστόρημα.

80
Το μυθιστόρημα της ψυχολογικής ανάλυσης των ηρώων, εμφανίζεται ως
αποτέλεσμα της αντίδρασης στην ορθολογιστική προσέγγιση της ζωής του ατόμου
και της λογοτεχνίας από τον Νατουραλισμό.
Στο ψυχολογικό ή συμβολιστικό μυθιστόρημα δίνεται μια λεπτομερέστερη
περιγραφή του εσωτερικού κόσμου των ηρώων και συχνά αντιστοιχίζονται τα
συναισθήματά τους με κάποιο στοιχείο της φύσης ή κάποιο άλλο επαναλαμβανόμενο
στοιχείο ή σύμβολο. Το σημαντικό πλέον δεν είναι τα αίτια και το αποτέλεσμα των
πράξεων τους, αλλά τι σκέφτονται και τι αισθάνονται. Μέσω της διερεύνησης του
εσωτερικού κόσμου δίνεται έμφαση επίσης στην κοινωνική ανάλυση.
Βεβαίως, o εσωτερικός κόσμος των ηρώων δεν είναι κάτι εντελώς νέο στο ελληνικό
μυθιστόρημα αφού τόσο ο Βιζυηνός όσο και ο Παπαδιαμάντης, αλλά και η
Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, εμβαθύνουν στην ψυχολογία των ηρώων τους.
Ουσιαστικός εκπρόσωπος του είδους θεωρείται ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, ο
οποίος ήταν επίσης εκφραστής της Συμβολιστικής ποίησης στην Ελλάδα.
Στα πρώτα διηγήματά του, ο Χατζόπουλος ακολουθεί τις ηθογραφικές επιταγές της
περιόδου χωρίς να καταστέλλει εντελώς ωστόσο το διαφαινόμενο λυρισμό της
γραφής του. Στα ωριμότερα αφηγήματά του συνδυάζει το κοινωνικό περιεχόμενο με
την ψυχογράφηση των ηρώων του.
Χαρακτηριστικό κείμενο αυτών των τάσεων είναι το μυθιστόρημα του Ο πύργος
του ακροποτάμου.
Στο μυθιστόρημα περιγράφεται η αδυναμία μιας αρχοντικής οικογένειας να
προσαρμοστεί στο νέο οικονομικό και κοινωνικό πλαίσιο των αρχών του 20ου αιώνα
που έθετε υπό αμφισβήτηση τις παλιές αξίες της οικογενειακής καταγωγής: «Η γενιά
του Κρανιά [...] κλείστηκε κατσουφιασμένη και πληγωμένη στους ραγισμένους
τοίχους της κούλιας» (Χατζόπουλος, 1991, σ. 185).
Στο μυθιστόρημα αυτό η δράση είναι περιορισμένη. Αναλύεται ο εσωτερικός κόσμος
των βασικών προσώπων. Καταγράφονται με μελαγχολική διάθεση τα συναισθήματα,
οι σκέψεις και οι εξάρσεις των τριών αδελφών που ζουν απομονωμένες σ' έναν πύργο
και σιγά-σιγά συνειδητοποιούν ότι κάθε ελπίδα για βελτίωση της ζωής τους και
αποκατάστασή τους φθίνει. Έτσι ο αναγνώστης προετοιμάζεται για το τέλος.
Ο ετοιμόρροπος πύργος και ο περιβάλλοντας χώρος λειτουργούν ως σύμβολα
ενισχύοντας σ' ένα δεύτερο επίπεδο όσα υπαινίσσεται η αποστασιοποιημένη
αφήγηση.
Στο μυθιστόρημα συνυπάρχουν «το ρεαλιστικό υπόβαθρο και η ψυχογραφική
φροντίδα». Ο υποβλητικός τόνος στην περιγραφή της ατμόσφαιρας και των ηρώων
ενισχύεται στο τελευταίο μυθιστόρημα του Χατζόπουλου με τον ενδεικτικό τίτλο
Φθινόπωρο (1917).

81
Θεοτόκης: Εκπρόσωπος του Ιδεολογικού μυθιστορήματος.
Χαρακτηριστικά: Το ενδιαφέρον για τις κοινωνικές συνθήκες και τις απαραίτητες
αλλαγές στο κοινωνικό πεδίο
Ο Θεοτόκης παρουσιάζει στα περισσότερα έργα του τις κοινωνικές συγκρούσεις.

Σ' αυτή την μετα-ηθογραφική χρονική περίοδο εντάσσεται και ο Κωνσταντίνος


Χρηστομάνος (1867-1911), ο οποίος επηρεασμένος από τις λογοτεχνικές εξελίξεις
στην Ευρώπη, εκπροσωπεί στην Ελλάδα το κλίμα του αισθητισμού.

Άλλοι σημαντικοί πεζογράφοι των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα (Πηνελόπη
Δέλτα, Ιων Δραγούμης, 1878-1920) υπήρξαν εκφραστές του ελληνοκεντρικού
πνεύματος και δημιούργησαν κυρίως ηθικοδιδακτικά έργα στα οποία υπερισχύει η
περηφάνια για τις ελληνικές αρετές. Σημαντική είναι η διαπλοκή του δοκι-
μιακού/φιλοσοφικού λόγου με τον μυθιστορηματικό, κάτι που δίνει μια αυτοβιο-
γραφική διάσταση στο έργο τους. Ο Δραγούμης αναφέρεται στις εμπειρίες του ως
υποπρόξενος στα Βαλκανικά μέτωπα και η Δέλτα στις παιδικές της αναμνήσεις από
την Αλεξάνδρεια. Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η ημερολογιακή γραφή των δύο.

Τέλος, ο Δημοσθένης Βουτυράς (1872-1958)3 αντλώντας τα θέματά του από τον


εργατικό κόσμο των πόλεων εκφράζει με την πεζογραφία του παράδοξου και του
ονείρου την προσπάθεια διαφυγής από το αναπόδραστο της μοίρας

ΠΟΙΗΣΗ

6.3.1 Από τον φθίνοντα ρομαντισμό στον Παρνασσισμό

Όπως και στην πεζογραφία, έτσι και στην ποίηση, από τα μέσα της δεκαετία του 1870
-1880 τα θέματα, η τεχνοτροπία, η γλώσσα και οι στόχοι σταδιακά αλλάζουν
Βασική κατεύθυνση στην ποίηση είναι η προσγείωση των ρομαντικών ιδανικών σε
μια καθημερινότητα πεζή, αλλά όχι απαραίτητα δυσάρεστη.
Στο μεταβατικό στάδιο ανάμεσα στην απομάκρυνση από το ρομαντισμό και την
ανάπτυξη της νέας ποιητικής βρίσκονται τα ποιήματα του Βιζυηνού, ενώ τα
τελευταία ψήγματα του ρομαντισμού ανιχνεύονται στα ποιήματα του Αριστομένη
Προβελέγγιου (1850-1936) (και οι δύο ξεκινούν από το ρομαντισμό και την
καθαρεύουσα για να καταλήξουν εγγύτερα στο δημοτικισμό).

82
Την περίοδο αυτή κάνουν την εμφάνισή τους με θέματα καθημερινά και σατιρική
προοπτική νέοι ποιητές όπως ο Γεώργιος Δροσίνης (1859-1911) ο Παλαμάς, ο
Γεώργιος Σουρής (1852-1919), ο Ιωάννης Πολέμης (1860-1938), ο Νίκος Καμπάς
(1857-1932)., οι οποίοι προβάλλουν κάτι διαφορετικό από τον καθιερωμένο μέχρι το
1880 ρομαντικό τόνο των καθαρευουσιάνικων ποιημάτων
Το 1880 με την έκδοση των ποιητικών συλλογών Στίχοι του Νίκου Καμπά (η
μοναδική συλλογή του), Ιστοί Αράχνης του Γεωργίου Δροσίνη και Γέλωτες του
Δημητρίου Κόκκου (1856-1891), εμφανίζεται και επίσημα η νέα ποιητική «Γενιά του
1880».
Στον πυρήνα της ομάδας βρίσκεται ο Κωστής Παλαμάς. Τα ποιήματα συμβαδίζουν
τους με το γενικό πνεύμα της εποχής: η φαντασία δίνει το προβάδισμα στην
καθημερινότητα, χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον η απλή γλώσσα και η
τεχνοτροπία προέρχεται από τον γαλλικό Παρνασσισμό.
Η ποιητική «Γενιά του 1880» ονομάστηκε επίσης και «Νέα Αθηναϊκή Σχολή» επειδή
η ποίησή της βρίσκεται στον αντίποδα της Πρώτης Αθηναϊκής Σχολής ως προς τη
γλώσσα και την τεχνοτροπία: χρήση ως επί το πλείστον της δημοτικής αντί της
καθαρεύουσας, παρνασσισμός αντί του ρομαντισμού καθώς επίσης και απλότητα
έναντι της εκζήτησης του ύφους.

Παρνασσισμός:

Τεχνοτροπία που γεννήθηκε από μια ομάδα Γάλλων ποιητών που γύρω στο 1866
αντιδρώντας στις συναισθηματικές υπερβολές του ρομαντισμού κηρύττει την αξία
του δόγματος αυτοδυναμίας της τέχνης (τέχνη για την τέχνη).
Σημασία στη φόρμα του ποιήματος, στη ρυθμική και μελωδική στιχουργία και την
καλλιέργεια έντεχνων στροφικών συμπλεγμάτων.
 Προκρίνουν τη φόρμα του σονέτου.
 Στρέφονται προς το αρχαιοελληνικό παρελθόν και τα καλλιτεχνήματά του.

"Έλληνες Παρνασσιστές":
Αντίστοιχα με τους Γάλλους από το έργο των οποίων εμπνέονται, αντιδρούν στις
γλυκερότητες των ποιημάτων του Αχιλλέα Παράσχου, τελευταίου εκπροσώπου της
Α' Αθηναϊκής Σχολής και της ομάδας του.
Δίνουν έμφαση στο απλό και το καθημερινό (Ανδρειωμένος, 2002, σ. 33- 34).
Στα ποιήματα του Καμπά αναγνωρίζουμε στοιχεία και από το παλιό που φθίνει και
από το καινούριο που έρχεται (γλωσσική αμφιταλάντευση μεταξύ καθαρεύουσας και
δημοτικής, αλλού πεζολογία και αλλού κάποια ρομαντική διάθεση). Στις επικρίσεις
που δέχονται για την ποίησή τους ότι η έμφαση στην αισθητική της φόρμας

83
δημιουργεί την εντύπωση της αδιαπέραστης ποίησης, οι Παρνασσιστές αντιτάσσουν
ότι η ποίησή τους αποπνέει αίσθηση γαλήνης και ισορροπίας και είναι η
καταλληλότερη για να εκφράσει τις συναισθηματικές διακυμάνσεις αλλά και τις
φιλοσοφικές σκέψεις.
Στη θεματική των ποιημάτων των Καμπά, Δροσίνη, Κόκκου και των πρώτων
ποιημάτων του Παλαμά, κυριαρχεί ο έρωτας ως παιχνίδι και χαρά και ο οικείος χώρος
του σπιτιού
Μελετώντας τα ποιήματα της «Νέας Σχολής» διαπιστώνουμε ότι την έμπνευσή τους
αποτελούν συχνά σκέψεις της στιγμής για απλά πράγματα.
Στα ποιήματα του Δροσίνη αναγνωρίζουμε την έμπνευση από τη λαογραφική
παράδοση και την αγροτική σκηνογραφία καθώς και από το δημοτικό τραγούδι.
Στα ποιήματα του Κόκκου, του Κλεάνθη Τριαντάφυλλου και του Γεωργίου
Σουρή, τόσο στο λεξιλόγιο όσο και στον τόνο εντυπώνεται μια έντονη χιουμοριστική
και σατιρική διάθεση. Ο Σουρής αφιερώθηκε ολοκληρωτικά σ' αυτό το είδος γραφής.
Ευθυμογράφος θα παραμείνει και ο Κωνσταντίνος Σκόκος (1854-1929), γνωστός
και για τα επιγράμματά του

Πυρήνας αυτής της ποιητικής γενιάς και αδιαφιλονίκητος αρχηγός της υπήρξε ο
Κωστής Παλαμάς, του οποίου η ποίηση σφραγίζει την περίοδο και εξακολουθεί να
καταλαμβάνει σημαντική θέση στο νεοελληνικό λογοτεχνικό κανόνα και αρκετά
χρόνια αργότερα

ΣΥΝΟΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΠΟΙΗΣΗΣ


Τα βασικά θέματα είναι η σάτιρα, η καθημερινότητα, το φλερτ και ο έρωτας (όχι
εξιδανικευμένος ή άυλος, αλλά σωματοποιημένος). Γίνεται διακριτή η ηθογραφική
διάσταση (αθηναϊκό περιβάλλον για Καμπά, περιβάλλον του χωριού για τους
Δροσίνη, Κρυστάλλη). Η γλώσσα είναι απλή και λιτή και οι φόρμες πειθαρχημένες.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να τονιστεί, όπως επισημαίνει ο Αράγης, ότι ο
δημοτικισμός και η σημασία που δίνεται στο «αληθινό», δεν αποκλείουν εντελώς
ούτε τις ρομαντικές ιδέες ούτε τις ρομαντικές πραγματώσεις.

6.3.2 Η ποίηση του Κωστή Παλαμά

Από τον Παρνασσισμό στον Συμβολισμό: Συναίρεση αντιθέσεων/Ο ρόλος του


Ποιητή Μύστη

Ο Παλαμάς εκτός από ποιητής ήταν επίσης διηγηματογράφος, συγγραφέας ενός


θεατρικού έργου, αλλά κυρίως, ένας σημαντικός κριτικός της νεοελληνικής και ξένης
λογοτεχνίας.

84
Η ποίησή του μπορεί να χωριστεί σχηματικά σε τρία πεδία που εκφράζουν τις τάσεις
που εκδηλώνονται στην ποίησή του:
 τον «λυρισμό του εγώ», που αφορά μια τάση απομόνωσης, μελαγχολίας και
απαισιοδοξίας. Σ' αυτή την ενότητα συμπεριλαμβάνεται και ο ερωτικός τόνος
της ποίησής του
 τον «λυρισμό του εμείς» που εκφράζεται σε μεγάλες συνθέσεις επικού τόνου.
Σ' αυτές ο ποιητής παρουσιάζει τα εθνικά ιδεώδη και την ελληνική προοπτική
προς το μέλλον και
 τον «λυρισμό του όλοι», που περιλαμβάνει τα ποιήματα τα οποία εκφράζουν
παγκόσμια μηνύματα. Ο ποιητής εμβαθύνει στη λειτουργία της ποίησης για να
εκφράσει την ουσία της ύπαρξής του και του κόσμου (ο Ποιητής Μύστης).

Χαρακτηριστικά της ποίησής του


 Δυισμός: είτε η συναίρεση δύο διαμετρικά αντίθετων τάσεων είτε η
απόρριψη και των δύο. Τέτοια ζεύγη αντιθέτων που εντοπίζονται στα
ποιήματά του είναι τα εξής: η Ελλάδα και ο κόσμος, η ζωή στη φύση και η
ζωή στην πόλη, η πίστη και η απιστία, η έντονη δράση και η απόμερη
ζωή, η θέση και η άρνηση
 Στην πρώτη του ποιητική συλλογή το 1886 με τίτλο Τραγούδια της
Πατρίδος μου. Εμπνέεται από το δημοτικό τραγούδι και χρησιμοποιεί
το μέτρο της δημοτικής ποίησης (15σύλλαβο). Τα ποιήματά του
χαρακτηρίζονται από πατριωτική έξαρση
 Με τη δεύτερη ποιητική του συλλογή Τα Μάτια της ψυχής μου (1890), ο
Παλαμάς προσπαθεί να τιμήσει τους ποιητικούς του προγόνους,
χρησιμοποιώντας τον στίχο του Σολωμού ως τίτλο. Καθώς βρίσκεται
ακόμα στο στάδιο των ποιητικών αναζητήσεων, κρατάει από τον
Παρνασσισμό τη μορφική επεξεργασία.
 Επηρεασμένος από τον Παρνασσισμό συνθέτει έξοχα σονέτα τα οποία
δημοσιεύονται το 1895 και συμπεριλαμβάνονται αργότερα στην ποιητική
του συλλογή Η Ασάλευτη ζωή, γίνεται όμως σταδιακά πιο έκδηλη η
επιρροή του Συμβολιστικού κινήματος στην τεχνοτροπία του.
 Το 1897 ο Παλαμάς δημοσιεύει τη συλλογή Ίαμβοι και Ανάπαιστοι, μια
άσκηση στη μορφική ποιητική επεξεργασία, στην οποία αναγνωρίζεται ο
απόηχος της μουσικής ποίησης του Κάλβου, αλλά και συμβολιστικές
νύξεις
 Η σχέση του Παλαμά με το Συμβολισμό γίνεται πιο ευδιάκριτη στα
ποιήματα της συλλογής Η Ασάλευτη ζωή (1904), όπου διαφαίνεται η
αντιμετώπιση της ποίησης ως μέσου υποβολής ιδεών. Βρισκόμαστε πλέον
στην αντίθετη όχθη από τον Παρνασσισμό, τον θετικισμό και τον
ρεαλισμό.

85
Ο Συμβολισμός βασίζεται στην έννοια του μυστηρίου. Το μυστήριο κυριαρχεί
στη φύση αλλά και στον άνθρωπο. Είναι η ουσία της πραγματικότητας. Τα
συμβολιστικά ποιήματα επιδιώκουν να προκαλέσουν συναισθήματα και
σκέψεις παρά να περιγράψουν. Η συμβολιστική εικόνα χρησιμοποιείται για να
υποδηλώσει την ψυχική κατάσταση του ποιητικού υποκειμένου και συχνά να
δημιουργήσει αντιστοιχίες μεταξύ διαφορετικών αισθήσεων (correspondences). Η
ποίηση για τους συμβολιστές δεν μπορεί να είναι περιγραφική· για να φωτίσει την
ψυχή των πραγμάτων και να προχωρήσει πέρα από τα φαινόμενα θα
χρησιμοποιήσει το σύμβολο, θα γίνει υπαινικτική, υποβλητική, ρευστή, μουσική:
θα γίνει τραγούδι. Τα βασικά θέματα που συναντώνται στη Συμβολιστική ποίηση
είναι η τέχνη ως καταφύγιο από τις δοκιμασίες της ζωής, ο μυστικισμός και η
πνευματική αντιμετώπιση της ύπαρξης του ανθρώπου, μια οξυμμένη συναίσθηση
της θνητότητας και η δύναμη του ερωτισμού.

 Πυρήνας της Ασάλευτης ζωής είναι η τριλογία «Φοινικιά», «Εκατό


φωνές», «Ασκραίος». Τα τρία αυτά ποιήματα αποτελούν εκτενείς
συνθέσεις που δημιουργούνται στο πλαίσιο μεταφυσικών
αντιπαραθέσεων, τις οποίες αναγνωρίζει ο ποιητής ως «μεγάλα οράματα».
Χαρακτηριστικοί αυτής της διάθεσης είναι οι στίχοι από τον «Ασκραίο»,
δηλαδή τον αρχαίο ποιητή που παραδίδει τα σκήπτρα της δημιουργίας
στον νέο:
 «Κ' είμαι από τότε ο ποιητής, ο μαντευτής και ο μάγος, / και τρεμολάμπει η
λύρα μου, ατίναχτη αστραπή,/ κι ο πεζοδρόμος που τραβάει μπροστά, κι ο
δαφ- νοφάγος/ με πείνα πικρή μέσα μου, που τρώει και που δε σβει.» (σ.
205).
 Ο ποιητής μύστης μπορεί να συλλάβει έννοιες και οράματα που μένουν
ασύλληπτα για τον υπόλοιπο κόσμο.
 Η εικόνα αυτή που εμφανίζεται και σε άλλα ποιήματα του Παλαμά,
κυριαρχεί στο επικό ποίημα «Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου».
Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου
Μεγάλη σύνθεση χωρισμένη σε δώδεκα «λόγους» σε ποικίλους ρυθμούς και
στίχο ελεύθερο τροχαϊκό. Το κεντρικό πρόσωπο, ο Γύφτος, συμβολίζει τον
ποιητή/καλλιτέχνη που ζει εξόριστος από την κοινωνία και αρνείται όλα τα
«είδωλα» και τους θεσμούς της κοινωνίας, επιδιώκοντας να αναγεννήσει τον
κόσμο. Τον στόχο αυτό θα τον πετύχει με τη βοήθεια ενός βιολιού. Το βιολί στο
«Δωδεκάλογο» είναι το σύμβολο της μουσικής που ο ποιητής συνδέει με την
τέχνη του, ενώ ο Γύφτος συμβολίζει τον υπερ-καλλιτέχνη. Με το βιολί του,
δηλαδή τη μουσική και την ποίηση, θα επιδιώξει να αναγεννήσει τον κόσμο και
να αναδημιουργήσει τα φθαρμένα είδωλα του πολιτισμού που είχε ήδη

86
καταρρίψει λόγω της αναποτελεσματικότητάς τους (αγάπη, θρησκεία, πατρίδα,
αρχαιότητα, γκρεμίζονται για να αναδημιουργηθούν).
Στο ποίημα αυτό γίνεται ιδιαίτερα αισθητή η παρουσία του Νίτσε στο σύμβολο
του Υπερκαλλιτέχνη που αποτελεί ένα προσωπείο του Υπερανθρώπου
Η τοποθέτηση δε της δράσης σ' ένα ιστορικό πλαίσιο, τις παραμονές της Άλωσης
της Κωνσταντινούπολης, και η σύνδεση εκείνης της εποχής με την σύγχρονη του
ποιητή, κάνει το ποίημα πολυδιάστατο ως προς τους στόχους του
Μια άλλη εκτενής σύνθεση του ποιητή, επίσης επικής πνοής είναι η «Φλογέρα
του βασιλιά» (1910), η οποία αποτελείται ομοίως από δώδεκα λόγους και είναι
γραμμένη σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο. Χαρακτηριστική είναι η παρουσία και
εδώ ενός άλλου μουσικού (ποιητικού) συμβόλου, της φλογέρας.
Ο Δυισμός είναι ιδιαίτερα εμφανής στη συλλογή Η Πολιτεία κι η μοναξιά (1912).
Στα ποιήματα αυτά επιδιώκει την εναρμόνιση του λόγου με το ρυθμό και την
επιθυμία του να εκφράσει τα εθνικά ζητήματα (Τα ποιήματα αυτά γράφτηκαν την
περίοδο που προηγείται των Βαλκανικών πολέμων και είναι εμποτισμένα από τις
εθνικές αγωνίες)

Συνοπτικά χαρακτηριστικά Παλαμά:

α. δημοτικιστής
β. τον απασχολούσε η λειτουργία της ποίησης, πίστευε ότι ο ποιητής είχε το δικαίωμα
να χρησιμοποιεί τη γλώσσα όπως αυτός θέλει.
γ. τεχνοτροπία Παρνασσισμού (σε έκφραση και μορφή) και Συμβολισμού. Ωστόσο
δεν εγκαταλείπει ποτέ την παρνασσιστική έμφαση στη μορφή.
δ. συνθέτει ετερόκλητα στοιχεία, ενίοτε έντονη εθνικιστική ρητορική.
ε. μοναχικότητα, τόνος μελαγχολίας στο σύνολο του έργου του.
Επίσης, μεταφυσικές αναζητήσεις για την έκφραση της ουσίας του κόσμου, εθνικός,
διεθνικός.

Γρυπάρης

Ακολουθεί πορεία παράλληλη με του Παλαμά, δημιουργώντας ποίηση αρχικά με


στοιχεία από τον Παρνασσισμό και κατόπιν, αξιοποιώντας τη Συμβολιστική
τεχνοτροπία. Ο Γρυπάρης ακολουθεί τις επιταγές του Παρνασσισμού στη συλλογή
του Σκαραβαίοι και Τερρακότες, ενώ στις ποιητικές συλλογές Ιντερμέδια και Ελεγεία
αξιοποιεί περισσότερο τις τεχνικές του Συμβολισμού).

87
ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΥ

Α. ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ:
1. Δημήτρης Βικέλας (1835-1908)

"Λουκής Λάρας" (197) -- Δραστηριότητα 5: Γιατί θεωρείται ότι με το αφήγημα


αυτό καθιερώνεται ο ρεαλιστικός τρόπος γραφής στον ελληνικό πεζό λόγο;
Βασικό θέμα η αντιδιαστολή του ηρωισμού με το εμπορικό πνεύμα.
Γείωση ρομαντικών εθνικών οραμάτων από την επιλογή της επιβίωσης, έστω και με
κάποιες ενοχές από τον αφηγητή.
Μετάβαση από το ιδανικό στο πραγματικό μέσω της προώθησης των αξιών της
σκληρής εργασίας, πειθαρχίας και συνοχής. Ρεαλισμός Βικέλα και ως αποτέλεσμα
της ηθικοδιδακτικής του τάσης.
Αναφέρεται σε πραγματικά γεγονότα, τα οποία μεταπλάθονται δημιουργικά.
Ύφος αφήγησης: ντοκουμενταρίστικο. αναπαράσταση ελληνικής ζωής με ακρίβεια
και σαφήνεια.
Γλώσσα: απλή και λιτή και με κάποιο προσωπικό ιδίωμα.
Καμία διάθεση εξωραϊσμού ή απόκρυψης στον τρόπο που ο αφηγητής παρουσιάζει
τον εαυτό του και τα ελαττώματά του.

2. Γεώργιος Βιζυηνός (1849-1896)

"Το μόνον της ζωής μου ταξείδιον" (208) -- Δραστηριότητα 6: Αιτιολογήστε την
άποψη: Εκείνο που τον ξεχωρίζει από τους άλλους είναι η ενασχόλησή του με τον
εσωτερικό κόσμο των ηρώων του που προέχει της εξωτερικής πραγματικότητας που
μοιάζει απατηλή. Η πραγματικότητα επομένως, δεν συμβαδίζει με τις σκέψεις,
επιθυμίες ή καταστάσεις που βιώνουν οι ήρωες των διηγημάτων του.
Χαρακτηριστικό δείγμα αντιφάσεων μεταξύ εξωτ. πραγματικότητας και εσωτ.
επιθυμιών και φαντασιώσεων.

Τα - παραπλανητικά ως προς την αξιοπιστία τους - παραμύθια του παππού είχαν


διαμορφώσει και τις δικές του επιθυμίες (πήγε Κων/λη για να σαγηνεύσει μια
βασιλοπούλα με τη ραφτική του). Η "άλλη πραγματικότητα" των αφηγήσεων είναι
αρκετά αληθινή για τον ίδιο. Ήταν η ένδειξη του τρόπου που μεγάλωσε
παριστάνοντας το κορίτσι για να μη τον κάνουν γενίτσαρο, έμαθε να πλέκει και να
βιώνει τις ιστορίες της γιαγιάς του, ιστορίες που τον συντηρούσαν στις δυσκολίες
καλλιεργώντας του την υπομονή και την καρτερικότητα σε τέτοιο βαθμό ώστε το
φανταστικό να ενισχύεται μέσα του ως αληθινό βίωμα.

88
3. Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851-1911)

"Όνειρο στο κύμα" (242) -- Δραστηριότητα 8: Πώς επιτυγχάνεται αφηγηματικά η


αντίθεση μεταξύ ευτυχισμένης παιδικής/εφηβικής ηλικίας και δυστυχισμένης
ωριμότητας.
Αντίθεση παιδικής ηλικίας (άγνοια, συνύπαρξη και ευτυχισμένη διαβίωση) και
ωριμότητας (γνώση με τίμημα την απώλεια της αθωότητας, επιλογή, δυστυχία).
3 αφηγηματικές τεχνικές:

α. θαμιστική αφήγηση - αφηγείται μία φορά αυτό που συνέβη ν φορές.


β. παρομοιώσεις που δηλώνουν τη σχέση του ανθρώπου με τα φυσικά φαινόμενα.
γ. κτητικές παρομοιώσεις που δηλώνουν την ευρύτητα των ορίων του κόσμου του
ήρωα.
Περιγραφή της κοπέλας: με απόδοση στοιχείων από το εκκλησιαστικό άσμα
ασμάτων.
Η ακριβής αιτία της μεταστροφής: απροσδιόριστη λόγω αμφισημιών αφήγησης.
Από την προοπτική του ώριμου αφηγητή: η κατάληξη της μοίρας (δεν θυσιάστηκε
μόνο η κατσίκα, αλλά και η δική του ευρύτητα των ορίων του κόσμου).
Παραδόξως η γνώση συνδέεται με περιορισμό και οπισθοχώρηση αντί για πρόοδο.

4. Γιάννης Ψυχάρης (1854-1929)

"Το ταξίδι μου" (256) -- Δραστηριότητα 1: Ποιες απόψεις για τη γλώσσα


παρουσιάζονται και με ποιον τρόπο προωθούνται στον αναγνώστη;
Τονίζει τη διαφορά μεταξύ φωνητικής απόδοσης των λέξεων και του νοήματός τους,
θέλοντας να καταδικάσει την τυπολατρία των καθαρευουσιάνων.
Παραβολή, για να δείξει ότι η ποιότητα της επικοινωνίας δεν εξαρτάται από τη χρήση
ωραίων τύπων, αλλά από τη σωστή χρήση της γλώσσας.
Χιουμοριστικό επεισόδιο (αληθοφανές αλλά φανταστικό) για να προβληματίσει
σχετικά με την επικοινωνιακή σύγχυση της καθαρεύουσας.
Μια άλλη βασική ιδέα: η γλώσσα αναπτύσσεται με την ελευθερία της σκέψης και
δράσης και εξελίσσεται παράλληλα με την πνευματική εξέλιξη των ανθρώπων.

5. Ανδρέας Καρκαβίτσας (1865-1922)

"Ο ζητιάνος" (261) - Δραστηριότητα 7 (Καρκαβίτσας + Θεοτόκης Πίστομα): Να


αιτιολογήσετε τη νατουραλιστική προοπτική των δύο:

89
Και τα δύο ηθογραφικά νατουραλιστικά κείμενα αφού περιγράφουν ρεαλιστικά και
φωτογραφικά αγροτικές κοινωνίες της ελλ. υπαίθρου με τις σκοτεινές πλευρές τους.
Ήρωες: απλοί όμως αποκτηνωμένοι, είτε αντάρτες και εγκληματίες.
Βασικό θέμα και στα δύο: πώς τα ένστικτα εξουσιάζουν τη ζωή των ανθρώπων.
Ζητιάνος: δουλοπρέπεια, απληστία, κουτοπονηριά, δεισιδαιμονία κατοίκων χωριού.

Πίστομα: αγριότητα ανθρώπων, εγκληματικό ένστικτο.


Με κριτική ματιά οι δυσκολίες της ζωής και η αδυναμία του κρατικού μηχανισμού.
Η κοινωνική κριτική στο Πίστομα μόνο στην αρχή του διηγήματος, ενώ στον Ζητιάνο
διάχυτη σε όλο το απόσπασμα.

Αναπόδραστη σύνδεση μοίρας ανθρώπου με τη φύση (κληρονομική διαδοχή


χαρακτηριστικών, περιβαλλοντική επίδραση και επιβολή αρχέγονου νόμου της
επιβίωσης του ισχυρού).

Και στα δύο: αποστασιοποιημένη αφήγηση, εκτενής χρήση διαλόγου για επίτευξη
παραστατικότητας και πρόκριση του γλωσσικού ιδιώματος των ηρώων. Ειδικά στο
Θεοτόκη: οικονομία λόγου, κοφτός τόνος, καμιά συναισθηματική έξαρση =>
ενίσχυση νατουραλιστικής προοπτικής. Στον Καρκαβίτσα επιτυγχάνεται με την
αυτούσια παράθεση στον σχολιασμό από τον αφηγητή της συμπεριφοράς των
χωρικών απέναντι στον ντεμή αγά.

6. Γρηγόριος Ξενόπουλος (1867-1951)

"Ο τρελλός με τους κόκκινους κρίνους" (270)

7. Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου (1867-1906)

"Το σκούντημα" (285) -- Δραστηριότητα 9: Διερευνήστε αν αποτελεί τυπικό δείγμα


της πεζογραφίας της περιόδου.
Και παρουσίαση ενός επίκαιρου θέματος της εποχής και ευρύτερος κοινωνικός
σχολιασμός ("χρονογράφημα" ή "σκίτσο").

Εστιάζει στην αστική κοινωνία της Κων/λης την οποία ελέγχει κριτικά ως προς τις
προλήψεις σχετικά με την αποκατάσταση των θηλυκών μέσω του γάμου.

Όχι γυναικεία στόχευση, αλλά ψυχολογία του πλήθους.


α. Ρεαλιστικός τρόπος αφήγησης, αμεσότητα χάρη στη χρήση διαλόγων, προσπάθεια
ερμηνείας φαινομένων => διερεύνηση καθημερινής ανθρώπινης συμπεριφοράς
90
β. ειρωνική διάθεση απέναντι στην προγενέστερη ρομαντική εξιδανίκευση, που
αγγίζει τα όρια του κυνισμού.
γ. σημασία του Τύπου πάλι με ειρωνική διάθεση για κύρος και παντοδυναμία του.
Ωστόσο, μέσω της ειρωνείας.. προβάλλει το μήνυμα ότι τα φαινόμενα είναι συχνά
απατηλά. Το πώς ερμηνεύονται εξυπηρετούν στο να εφησυχάζουν συνειδήσεις και
ευθυνοφοβίες.
Κοινωνική ματιά, κοινός τόπος και με άλλους εκπροσώπους της περιόδου (πόσο
σύνθετο είναι το θέμα της αντίληψης της πραγματικότητας.
Η Παπαδοπούλου ψυχογραφεί τους ήρωές της κάνοντας άνοιγμα προς μια εσωτερική
προοπτική. Γι' αυτό και αξιοπρόσεκτη περίπτωση της περιόδου.
Κοινωνική ματιά, παιγνιώδες ύφος (αντιστοιχία με έργο Ξενόπουλου).

8. Κωνσταντίνος Χατζόπουλος (1868-1920)

"Πύργος Ακροπόταμου" (290)

9. Κωνσταντίνος Θεοτόκης (1872-1923)

"Το πίστομα"

Β. ΠΟΙΗΣΗ:

1. Γεώργιος Σουρής (1853-1919)

"Φασουλής φιλόλοφος" (305)

2. Νίκος Καμπάς (1857-1932)

"Τα άσματά μου" (307)

91
"Η εντολή" (307)

"Αναχωρών εξ Ελλάδος" (308)

Δραστηριότητα 11: Να αναλύσετε τον γειωμένο τόνο τους (θεματική, μορφολογία,


τεχνοτροπία) που δείχνουν την επικείμενη αλλαγή του ποιητικού κλίματος της
εποχής.
Απομάκρυνση από τις αυθαιρεσίες της ρομαντικής φαντασίας και από την ψυχρότητα
της καθαρευουσιάνικης γλώσσας.
Τόνος παιγνιώδης και πολύ συχνά σατιρικός. Ματιά προσγειωμένη στο καθημερινό,
σε στιγμιότυπα. Εκφράζει σκέψεις και συναισθήματα απαλλαγμένα από τις εξάρσεις
και τη μεγαλοστομία της προηγούμενης περιόδου.

Τροπή βλέμματος και ψυχής προς απλά και συγκεκριμένα πράγματα και αισθήματα.
Προσεγμένη μορφή και στιχουργία (χαρακτηριστικό τεχνικής Παρνασσισμού).

Οικονομία λόγου. Δημοτική, ενίοτε και προσέγγιση σε καθαρεύουσα.


Αναφορά σε απλά στιγμιότυπα ή σκέψεις.

Περιβάλλον: ο κλειστός αστικός χώρος (απουσία φύσης).


Διαβάζονται είτε ως ειρωνικό σχόλιο, είτε ως ένας ελαφρύς αυτοσαρκασμός.

3. Γεώργιος Δροσίνης (1859-1951)

"Η υπναρού" (309)

"Τα μάγια της αγάπης" (310)

Δραστηριότητα 12 (Σουρής - Δροσίνης): Πώς εκφράζεται η σατιρική διάθεση στα δύο


και τι στοχεύει:

Σουρής -- Η σάτιρά του υποκινούνταν από τη διάθεση να τραβήξει την προσοχή και
να προκαλέσει το μειδίαμα, χωρίς περισσότερες αξιώσεις. Στόχος οι φιλόσοφοι, οι
δάσκαλοι, οι μορφωμένοι, υποβιβάζει την αξία της γνώσης (του πνεύματος), δίνοντας
έμμεσα προτεραιότητα στις υλικές ανάγκες (ορθολογιστικό πνεύμα περιόδου).

92
Ματαιοπονία της φιλομάθειας και της ποιητικής δημιουργίας. Γηρατειά => αίσθηση
χαμένου. Αυτοσαρκασμός.

Δροσίνης -- Εμφανίζεται πιο στυλίστας. Σάτιρα με χαριτωμένο τρόπο κόρης καλής


οικογένειας η οποία είναι συνεχώς κοιμισμένη. Κρυπτοειρωνικό σχόλιο για την
αυστηρή έμφαση στην επεξεργασία της μορφής που συναντάται στα ποιήματα της
περιόδου. Σάτιρα ήδη εμφανής από τον τίτλο. Θέμα δοσμένο με παιγνιώδη αλλά
επικριτική διάθεση. Αντιπροσωπεύουν αυτούς που δεν ανησυχούν για τις επιπτώσεις
της συμπεριφοράς τους αντιμετωπίζοντας τα πάντα με γέλιο. Εδώ όμως το αστείο
είναι εις βάρος τους.

4. Κωστής Παλαμάς (1859-1943)

"Η φτώχεια" (312)

"Αγορά" (312)

"Φοινικιά" (313)

"Ασκραίος" (315)

"Δωδεκάλογος του Γύφτου" (317) -- Μεγάλη σύνθεση χωρισμένη σε 12 λόγους σε


ποικίλους ρυθμούς. Στίχος σε ελεύθερο τροχαϊκό.

Ο γύφτος συμβολίζει τον ποιητή/καλλιτέχνη που ζει εξόριστος από την κοινωνία και
αρνείται όλα τα είδωλα και τους θεσμούς της κοινωνίας, επιδιώκοντας να
αναγεννήσει τον κόσμο. Ο υπερ-καλλιτέχνης, προσωπείο του υπερανθρώπου του
Νίτσε.
Το βιολί = το σύμβολο της μουσικής που ο ποιητής συνδέει με την τέχνη τους.
Ιστορικό πλαίσιο: παραμονές άλωσης Κων/λης, όμως σύνδεση με τη σύγχρονή του
εποχή => πολυδιάστατο ως προς τους στόχους του.

Δραστηριότητα 13: Ποια βασικά ζητήματα της Παλαμικής ποίησης εμφανίζονται στο
ποίημα, σχολιασμός:

Επιδίωξη για μια σύνθεση των αντιθετικών στοιχείων. Ο γύφτος-άνθρωπος-ποιητής


με τη συνδρομή της αγάπης (τσιγγάνα) θα πραγματοποιήσει τα οράματα και κρυφές
επιθυμίες του.

93
Τα δυο άτομα (αρσενικό-θηλυκό), σώμα-ψυχή, Λόγος-Ρυθμός, αφηρημένα ιδεώδη
εκφρασμένα μέσω ποίησης => θα συνενωθούν δημιουργώντας τη νέα ζωή, τη νέα
ποίηση που θα είναι τραγούδι. Η ολοκλήρωση θα αφανίσει κάθε αδύναμο στοιχείο.
Επίσης έμφαση στη μουσικότητα της ποίησης (απώτερος σκοπός: η δημιουργία
μουσικής).
Τέλος, η επιρροή του Νίτσε, εκφράζεται μεταφορικά ως δίψα για δημιουργία: η
αληθινή αγάπη συνδέει δύο εκλεκτούς και προοιωνίζεται η γέννηση αψεγάδιαστων
παιδιών.

"Πινδαρικός ύμνος" (322)

"Ο Σάτυρος και το γυμνό τραγούδι" (323)

"Ο πιο τρανός καημός μου" 327

"Η ψυχή και η λύρα" (328)

5. Ιωάννης Πολέμης (1832-1924)

"Διπλός πόνος" (329)

6. Κώστας Κρυστάλλης (1868-1894)

"Ο τρύγος" (330)

"Ήθελα να' μουν τσέλιγγας" (331)

Δραστηριότητα 2 (Σουρής - Πολέμης - Κρυστάλλης): Πόσο ενδεικτική της περιόδου


είναι η γλώσσα των ποιημάτων;

- Σουρής: Γλώσσα λιτή και απλή. Καθαρεύουσα διακριτή στο 2ο τετράστιχο


- Πολέμης: Επίσης απλή και κατανοητή γλώσσα δημοτική με κάποιους τύπους
καθαρεύουσας
- Κρυστάλλης: πολλές λέξεις από αγροτικό λεξιλόγιο, αξιοποιεί τη διάλεκτο και την

94
προφορά των χωρικών. Γλώσσα δημοτική αλλά λέξεις άγνωστες στους κατοίκους της
πόλης. Χρήση προστακτικής, προφορικής σύνταξης. Εκφραστικός πλούτος που
μοιάζει να αντικατοπτρίζει την ευφορία της φυσικής ζωής.
Συμπέρασμα: όχι σαφείς οι γλωσσικοί διαχωρισμοί, υφολογική συνύφανση
διαφορετικών τύπων στην ποίηση της γενιάς του 1880.

7. Ιωάννης Γρυπάρης (1870-1942)

"Εστιάδες" (333)

-- Δραστηριότητα 14: Σχολιασμός θεματικής - τεχνοτροπίας:

Ανήκει στη σειρά Ελεγεία από τη συλλογή Σκαραβαίοι και Τερρακότες.΄

Θέμα: αναφέρεται στη ρωμαϊκή παράδοση για την απρονοησία των Εστιάδων
(Εστιάδες: αγνές κοπέλες καλών οικογενειών που αναλάμβαναν να διατηρούν
άσβεστη τη φλόγα στο ναό της Εστίας στην αρχαία Ρώμη. Αφοσιωμένες στο καθήκον
τους και ένα σφάλμα τους θα σήμαινε μεγάλες συμφορές για την πόλη).
Ποίημα αρχαιόθεμο, με επιμελημένη μορφή (Παρνασσιακή τεχνοτροπία), ωστόσο
περισσότερο συμβολιστικό, λόγω της υποβλητικής του ατμόσφαιρας, του κεντρικού
συμβολισμού του και των προσεκτικά επιλεγμένων λέξεων (κυρίως επιθέτων) για την
απόδοση συναισθηματικών καταστάσεων. Οι Εστιάδες συμβολίζουν την απρονοησία
της νεότητας και τα καταστροφικά αποτελέσματά της (στ. 21-22 και τελευταίο
4στιχο, όπου διευθύνεται σημασιολογικά από την έννοια της χαμένης ευκαιρίας).

95
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

Η ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗ

ΕΝΝΟΙΕΣ - ΚΛΕΙΔΙΑ
· Ποίημα ποιητικής
· Ειρωνεία
· Δραματική ή τραγική ειρωνεία
· Λεκτική ειρωνεία
· Ειρωνεία των καταστάσεων

Ενότητα 7.1

Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΑΙ


ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ ΠΑΑΙΣΙΟ

7.1.1 Το γεωγραφικό και πνευματικό στίγμα του ποιητή

O Κωνσταντίνος Π. Καβάφης (1863-1933) είναι ποιητής του μείζονος ελληνι-


σμού. Καταγόταν από αστική οικογένεια και έζησε στην Αλεξάνδρεια, σταυροδρόμι
πολιτισμών, με έντονες τις μνήμες του ελληνιστικού παρελθόντος. Έζησε επίσης για
έξι χρόνια στην Αγγλία που καλλιέργησε την έμφυτη κλίση του προς τα Γράμματα,
όπως και στην Πόλη στην οποία πλάτυνε ο ιδεολογικός και ο γεωγραφικός ορίζοντας
του φυλετισμού του. Από το 1885 εγκαθίσταται στην Αλεξάνδρεια στην οποία
εργάζεται ως δημόσιος υπάλληλος για τριάντα χρόνια (1892-1922). Με την
εγκατάστασή του στην Αλεξάνδρεια παίρνει ελληνική υπηκοότητα εγκαταλείποντας
την αγγλική.
O Καβάφης υπήρξε στην ουσία αυτοδίδακτος. Πέρα από τη μεγάλη του γλωσ-
σομάθεια (αγγλικά, ελληνικά, γαλλικά, ιταλικά και αραβικά), αγαπούσε με πάθος
την Ιστορία μια αγάπη έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της ποιητικής
του.
Το έργο του καινοφανές αντιμετωπίστηκε αντιφατικά και αμήχανα από την
παλαιότερη κριτική, και η στάση αυτή ενισχύθηκε από την ανορθόδοξη εκδοτική
συμπεριφορά του ίδιου του ποιητή. Όσο ζούσε δεν εξέδωσε ολόκληρο το έργο του,
αλλά ακολούθησε μια ιδιότυπη τακτική.
Έτσι:

96
 από το 1891 έως και το 1904 ο Καβάφης τύπωνε χωριστά σε μονόφυλλα τα
ποιήματά του
 από το 1904 έως το 1911 τυπώνει τα ποιήματά του σε τεύχη, ενώ
 το 1912 τυπώνει την πρώτη χρονολογική συλλογή και το 1917 την πρώτη
θεματική συλλογή του.
Κοινό χαρακτηριστικό και των τριών φάσεων, είναι η ιδιωτική κυκλοφορία των
ποιημάτων. Για πρώτη φορά ολόκληρο το σώμα των αναγνωρισμένων ποιημάτων του
κυκλοφόρησε το 1935 με επιμέλεια της Ρίκας Σεγκοπούλου, σε μια περίτεχνη, αλλά
δίχως σοβαρές φιλολογικές προθέσεις έκδοση.

7.1.2 Από τις πρώτες προσπάθειες στα χρόνια της ωριμότητας

Ο Καβάφης ασχολήθηκε με την ποίηση τα χρόνια της παραμονής του στην Πόλη.
Αποκομμένος από την Αθήνα στην οποία ακμάζει η γενιά του 1880 με επικεφαλής
τον Παλαμά, και κύρια ζητούμενα την καλλιέργεια της δημοτικής γλώσσας, την
ποιητική εκμετάλλευση καθημερινών θεμάτων, το ανάλαφρο ύφος, τον προσδιορισμό
της εθνικής ταυτότητας, . ο Καβάφης στα πρώτα του ποιήματα επηρεάζεται από τον
φαναριωτισμό και τον αθηναϊκό ρομαντισμό που χαρακτηρίζονται για τη χρήση της
καθαρεύουσας, το στομφώδες ύφος και τη ρητορεία, την απαισιόδοξη διάθεση και
την πεισιθάνατη θεματολογία.
Η πρώτη σημαντική τομή στο έργο του είναι το 1891, όταν τυπώνει το πρώτο
αξιόλογο ποίημά του («Κτίσται»).
Στην πρώιμη φάση του έργου του, επηρεάζεται από τον γαλλικό συμβολισμό από
όπου ίσως κατάγεται η ευκρίνεια των εικόνων και η ρυθμική εκφορά του στίχου. Σ'
αυτή τη φάση ανήκουν τα πιο δημοφιλή ποιήματά του: «Κεριά» (1893), «Στην ίδια
πόλη» (1894), «Τείχη» (1896), «Περιμένοντας τους βαρβάρους» (1899) κ.ά.
Από το 1900 ο ποιητής μπαίνει σε μια νέα φάση δημιουργίας. Η ανάγκη του να
συστηματοποιήσει την ποιητική του τέχνη φαίνεται και στο σημαντικότερο πεζό του
κείμενο που γράφεται αυτή την εποχή, την Ποιητική του (1903), η οποία εκδόθηκε
πρώτη φορά το 1963. Ας σημειωθεί πως ο ποιητής ήδη από την αρχή της ποιητικής
του πορείας ασχολήθηκε και με τον πεζό λόγο και κατά την πρώιμη φάση του έργου
του έγραψε σημαντικά δοκίμια, δείχνοντας την ενάργεια της σκέψης και τη σαφήνεια
του λόγου του.
Στην ώριμη φάση του που ξεκινά από το 1911 κατακτά όλο και πιο τολμηρά
εκφραστικά μέσα. Είναι η περίοδος του ρεαλισμού που θα κορυφωθεί από το 1917-
1918 κ.ε., οπότε ο ποιητής, ελευθερωμένος από κάθε είδους κοινωνικές δεσμεύσεις,
διατυπώνει με μεγαλύτερη τόλμη, το ερωτικό όραμα και την πολιτική του κριτική.
Σ' αυτή τη φάση ανήκουν κάποια από τα σημαντικότερα ποιήματα του Καβάφη:
«Ωραία λουλούδια κι άσπρα, ως ταίριαζαν πολύ», «Μύρης· Αλεξάνδρεια του 340

97

234
μ.Χ.», «Εν μεγάλη ελληνική αποικία, 200 π.Χ.», «Ας φρόντιζαν», «Στα 200 π.Χ.»
κ.ά.

Η θεματική
Η ποιητική περιοχή του Καβάφη ορίζεται από τρεις μεγάλους θεματικούς
κύκλους,
 τον φιλοσοφικό,
 τον πολιτικό και
 τον ηδονικό ή ερωτικό κύκλο.
O διαχωρισμός αυτών των κύκλων δεν είναι στεγανός και συχνά στοιχεία των τριών
κύκλων διαπλέκονται μέσα στο ίδιο ποίημα.
Φιλοσοφικός κύκλος
Η αναπόφευκτη ανθρώπινη μοίρα, η μοιραία καταφορά της τύχης, η έννοια του
χρέους, της ορθής εκτίμησης, η αδικία των θεών, η πάλη χριστιανών και εθνικών
Βασική συντεταγμένη της έμπνευσης του ποιητή είναι η σχέση του ανθρώπου με τον
χρόνο και οι συνακόλουθες αλλαγές που αυτός επιφέρει τόσο στο σώμα, όσο και στις
επιλογές του.
Σημαντική θέση, επίσης, κατέχουν μέσα στο έργο του τα ποιήματα ποιητικής.
Το βασικό σώμα του φιλοσοφικού κύκλου αποτελούν κυρίως ποιήματα
συμβολιστικής τεχνοτροπίας γραμμένα κατά την πρώιμη φάση του έργου του, δηλαδή
πριν από το 1900.
Πολιτικός ή Ιστορικός κύκλος
Όσον αφορά στα ιστορικά ποιήματα, ο ποιητής επιλέγει ως αντικείμενο την
ελληνιστική εποχή και την περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, «από τις κατακτήσεις
του Μεγάλου Αλεξάνδρου μέχρι την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους
Τούρκους το 1453».
Εκεί τοποθετεί τα πρόσωπά του, είτε αυτά είναι υπαρκτές, λιγότερο ή περισσότερο
γνωστές, προσωπικότητες της ιστορίας είτε είναι πλασματικά πρόσωπα, όπως θα
δούμε παρακάτω. Εκείνο που κυρίως ενδιαφέρει τον Καβάφη είναι οι συμπεριφορές
των προσώπων σε σχέση με τον ρου της ιστορίας, και η αποτυχία που καραδοκεί
ανεξάρτητα από τις εφήμερες νίκες, ακυρώνοντας την ανθρώπινη βούληση.
Ηδονικός ή Ερωτικός κύκλος
Τα ποιήματα του τρίτου κύκλου ασχολούνται κυρίως με την ηδονή. Βασική τους
συντεταγμένη, η μνήμη. O ιδιόμορφος ερωτισμός του ποιητή, τροφοδοτεί τα ηδονικά
του ποιήματα με ινδάλματα ωραίων εφήβων. Η ερωτική του μνήμη μνημειώνει
πρόσωπα της ιστορίας ή τυχαία ερωτικά συναπαντήματα και τα καθιστά ζωογόνο
πηγή της τέχνης του. Συχνά συνδυάζει την ιστορική αίσθηση και την ηδονική μνήμη
δημιουργώντας μια εντελώς προσωπική ποιητική.

98
Σεφέρης για Καβάφη «έργο εν προόδω»

Ένα ενιαίο έργο που δημιουργείται σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Θεμελιώδης
παράμετρος της ποιητικής του Καβάφη, είναι η ειρωνεία. Τα ποιήματά του
συνδιαλέγονται μεταξύ τους, λειτουργούν παράλληλα ή αλληλοσυμπληρώνονται.

7.2.2 Η ποιητική

Ο καβάφης επηρεάστηκε από την πρώτη Αθηναϊκή σχολή, τον γαλλικό συμβολισμό,
αλλά και τον γαλλικό παρνασσισμό, ο οποίος του κληροδότησε την αγάπη για την
οικονομία, την ακρίβεια και την ισορροπία της μορφής, αλλά και κάποια ψυχρότητα,
Σταδιακά περνά σε έναν τολμηρό ρεαλισμό, και βρίσκει την προσωπική του φωνή,
που τον κάνει να ξεχωρίζει από τους συγχρόνους του ποιητές.
Η ιδιαιτερότητα και η μοναδικότητα της ποιητικής του οφείλεται σε συγκεκριμένες
τεχνικές που επινοεί ο Καβάφης και οι οποίες με τον καιρό τελειοποιούνται και
διαμορφώνουν μια ποίηση καινοφανή και μοναδική.
Βασικές παράμετροι αυτών των τεχνικών είναι η χρήση της ιστορίας, η ειρωνεία, η
χρήση του συμβόλου, η μνήμη, η φαντασία και ο ιδιότυπος λυρισμός του.
Στην ποίησή του εντάσσει πρόσωπα, ιδέες και αισθήσεις.

Ποίηση και Ιστορία

Κατά δήλωση του ήταν ποιητής - ιστορικός.


Η σχέση του Καβάφη με τον ελληνισμό έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών
μελετών. Έχοντας την ψυχολογία του απόδημου, η οποία καθορίζεται από τη
νοσταλγία και την υπεροψία, τη γοητεία και την άπωση, γοητεύεται από τη σχέση
άλλων λαών με τον ελληνισμό ως σύνολο πνευματικών αξιών το οποίο διαπερνά την
ποίησή του.
Γενικότερα γοητεύεται από τη συνάντηση των πολιτισμών και των ιδεολογιών και τις
κρίσιμες στιγμές της ιστορίας Επιλέγει την ελληνιστική εποχή και την επικράτεια που
προέκυψε από τις εκστρατείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου ως σκηνικό πολλών του
ποιημάτων. Η εποχή αυτή είναι ένα κράμα αλλά και ένα μεταβατικό στάδιο της
ιστορίας.
Η νομοτέλεια της ιστορίας για τον Καβάφη είναι η ήττα και η συντριβή. Εστιάζει
στις ποιότητες και τις συμπεριφορές διαχρονικής αξίας: η αξιοπρέπεια, η φρόνηση, η
σοφία, η «κατανόηση της ματαιότητας των μεγαλείων».

99
Σε ορισμένα ιστορικά του ποιήματα το παρελθόν αναμειγνίε3ται με το παρόν, αφού
για να στηλιτεύσει ή για να σχολιάσει σύγχρονες καταστάσεις, επιλέγει από το
παρελθόν παράλληλες με τις σύγχρονες στιγμές της ιστορίας και στήνει ένα σκηνικό
αντίστοιχο με το σημερινό. Κατ' αυτόν τον τρόπο, ενώ σ' ένα πρώτο επίπεδο
πρωταγωνιστεί κάποιο πρόσωπο ή εκτυλίσσεται μια σκηνή της ελληνιστικής κυρίως
εποχής, σ' ένα δεύτερο επίπεδο ο αναγνώστης αναγνωρίζει πρόσωπα, γεγονότα ή
καταστάσεις της σύγχρονης ιστορίας.
Αξιοσημείωτος είναι ο συνδυασμός της ιστορικής ενόρασης με το ερωτικό του όραμα
δημιουργώντας μια συγκροτημένη μυθολογία. Η ιδιαιτερότητα της ερωτικής του
ιδιοσυγκρασίας διαφαίνεται μέσα στα ιστορικά του ποιήματα και επιλέγεται για να
τονίσει τον αντιφατικό χαρακτήρα της ανθρώπινης φύσης και να προσδώσει
διαχρονική ισχύ στις συμπεριφορές των ηρώων του. Η παραπάνω τεχνική έχει δώσει
μερικά από τα δραστικότερα ποιήματα της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας.
Πολύ συχνά, η φιλολογική έρευνα έχει εντοπίσει πίσω από τα ποιήματα του Καβάφη
λόγιες πηγές, κυρίως ιστορικά κείμενα της αρχαιότητας και των ελληνιστικών και
ρωμαϊκών χρόνων. Ο Καβάφης συνήθως χρησιμοποιεί πρόσωπα δευτερεύουσας
σημασίας, που έχουν διασωθεί σε κάποια ιστορική πηγή ή δημιουργεί ψευδοϊστορικά
πρόσωπα, στα οποία αποδίδει συγκεκριμένες ιδιότητες ή τα χειρίζεται έτσι ώστε να
σκιαγραφήσει το σκηνικό που του χρειάζεται.

Το σύμβολο

Ο Καβάφης χρησιμοποίησε σύμβολα από την πρώιμη φάση της ποίησής του. Τα
σύμβολα αυτά, είτε είναι πρόσωπα, είτε αντικείμενα, είτε καταστάσεις, αποτελούν
πυρήνες μέσω των οποίων μεταδίδεται στον αναγνώστη η εμπειρία του ποιητή.
Η κάμαρα, τα ρούχα, ο καθρέφτης, τα παράθυρα, τα τείχη, το ταξίδι είναι κάποια από
αυτά τα σύμβολα.
Αν και τα σύμβολα του Καβάφη συνήθως αποκωδικοποιούνται εύκολα και δεν δη-
μιουργούν πρόβλημα ερμηνείας αλληλεπιδρώντας με τις έννοιες, τις αισθήσεις ή
ακόμη τις ρευστές συναισθηματικές καταστάσεις που συμπυκνώνουν και
υποδηλώνουν γίνονται πιο σύνθετα και απαιτούν προσοχή.

Η ειρωνεία
Ο Καβάφης είναι ο μόνος ποιητής της εποχής του, στην ποίηση του οποίου η
ειρωνεία παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο.
Όσον αφορά την ειρωνεία της καβαφικής ποίησης συνδέεται από το Βελουδή με τον
γερμανικό ρομαντισμό ενώ επισημαίνεται η σπουδαιότητα της αποστασιοποίησης του
καλλιτέχνη από το αναπαριστώμενο αντικείμενο για την κατανόηση της ειρωνείας
του ποιητή. Η καβαφική ειρωνεία μπορεί να είναι τραγική ή δραματική (πρόκειται για

100
τη μορφή ειρωνείας κατά την οποία το θύμα της ειρωνείας, σε αντίθεση με τον
αναγνώστη ή θεατή, δεν γνωρίζει πως είναι θύμα μιας κατάστασης).
Στην ώριμη φάση της ποίησης του Καβάφη η ειρωνεία καθορίζεται από τη χρήση
μάσκας, δηλαδή τη χρήση ενός συγκεκριμένου προσωπείου, το οποίο αναλαμβάνει να
παίξει ένα ρόλο και τον παρένθετο λόγο (σχόλια μέσα σε παρενθέσεις ή παύλες).
Η ειρωνεία γίνεται δομικό στοιχείο της ποιητικής του Καβάφη και βασική πηγή
συγκίνησης.
Θεμελιώδες χαρακτηριστικό της καβαφικής ειρωνείας είναι η αντίφαση ανάμεσα σ'
αυτό που φαίνεται και σ' αυτό που είναι πραγματικά.
Στην ποιητική του Καβάφη αναμειγνύεται η λεκτική ειρωνεία με την ειρωνεία
καταστάσεων με συγκεκριμένη και ιδιαίτερα μελετημένη ρητορική. Ο ποιητής
χρησιμοποιεί διάφορα τεχνάσματα που στηρίζονται στο μέτρο, στη ρίμα, τη στίξη,
τον συγκερασμό διαφόρων γλωσσικών επιπέδων, τη σύνταξη και τη δομή του λόγου,
τη γραμματική κ.λπ.
Με τη λεκτική του ειρωνεία δηλώνει έννοιες και αισθήματα που δεν υπάρχουν στις
λέξεις που χρησιμοποιεί και τα οποία είναι αντίθετα ή αντιφατικά προς τις έννοιες
που αυτές διατυπώνουν.
Με την ειρωνεία των καταστάσεων δημιουργεί αντιφατικές περιστάσεις, οι οποίες,
όταν αποκαλύπτεται η πραγματική φύση των πραγμάτων, δείχνουν πως οι απόψεις
που έχουν οι ήρωές του για την πραγματικότητα είναι τραγικές αυταπάτες.
Ο ίδιος ο ποιητής θεωρεί ότι η ειρωνεία του σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία της
ποίησής του τον κάνουν «ποιητή υπερμοντέρνο, ποιητή του μέλλοντος που θα
εκτιμηθεί καλύτερα από μελλοντικές γενεές».
Την καβαφική ποίηση τη διατρέχει η ειρωνεία της μοίρας και αποτελεί μόνιμο
τόπο της θεματικής της. Πρόκειται για μια μορφή ειρωνείας που προκαλείται από την
αντίθεση ανάμεσα στα γεγονότα και τις προσδοκίες του θύματος και ειδικότερα από
την αντίθεση ανάμεσα στην πεπερασμένη ανθρώπινη φύση και την ανάγκη της για
την ψευδαίσθηση της αιωνιότητας. Ο άνθρωπος βρίσκεται έτσι αντιμέτωπος με την
αδυσώπητη μοίρα του, με τον δόλο των Θεών, με τη νομοτελειακά προαποφασισμένη
πορεία προς το τέλος.
Τέλος, μια από τις πιο σημαντικές τεχνικές καβαφικής ειρωνείας είναι το
προσωπείο του ειρωνικού αφηγητή, το οποίο μεταμορφώνεται ποικιλοτρόπως στο
έργο του. Πρόκειται για έναν αφηγητή που είναι άλλοτε αμφίθυμος, άλλοτε
στοχαστικός και άλλοτε ειρωνικός απέναντι στο πρόσωπο για το οποίο γίνεται λόγος
στο ποίημα και ο εντοπισμός του είναι πολύ σημαντικός για την ερμηνεία της
καβαφικής ποίησης.
Στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται η σχέση του ποιητικού εγώ με το προσωπείο
προκειμένου να μην οδηγηθεί ο αναγνώστης σε παρανάγνωση.
Τυπικό παράδειγμα χρήσης προσωπείου αποτελεί το ποίημα «Εν μεγάλη ελ-
ληνική αποικία, 200 π.Χ.», όπου υπάρχει διαστρωμάτωση ειρωνείας:

101
Ἐν Mεγάλῃ Ἑλληνικῄ Ἀποικία, 200 π.Χ.

Ὅτι τα πράγματα δεν βαίνουν κατ’ εὐχήν στήν Ἀποικία


δέν μέν’ ἡ ἐλαχίστη ἀμφιβολία,
καί μ’ όλο πού ὁπωσοῦν τραβοῦμ’ ἐμπρός,
ἴσως, καθώς νομίζουν οὐκ ὀλίγοι, να ἔφθασε ὁ καιρός
νά φέρουμε Πολιτικό Ἀναμορφωτή.

Ὅμως τό πρόσκομμα κ’ ἡ δυσκολία


εἶναι πού κάμνουνε μιά ἱστορία
μεγάλη κάθε πρᾶγμα οἱ Ἀναμορφωταί
αὐτοί. (Εὐτύχημα θα ἦταν ἄν ποτέ
δέν τούς χρειάζονταν κανείς.) Γιά κάθε τί,
γιά τό παραμικρό ρωτοῦνε κ’ ἐξετάζουν,
κ’ εὐθύς στόν νοῦ τους ριζικές μεταρρυθμίσεις βάζουν,
μέ τήν ἀπαίτησι νά ἐκτελεσθοῦν ἄνευ ἀναβολής.

Ἕχουνε καί μιά κλίσι στές θυσίες.


Παραιτηθεῖτε ἀπό τήν κτήσιν σας ἐκείνη∙
ἡ κατοχή σας εἶν’ ἐπισφαλής:
ἡ τέτοιες κτήσεις ἀκριβῶς βλάπτουν τές Ἀποικίες.
Παραιτηθεῖτε ἀπό τήν πρόσοδον αὐτή,
κι ἀπό τήν ἄλληνα τήν συναφῆ,
κι ἀπό τήν τρίτη τούτην: ὡς συνέπεια φυσική∙
εἶναι μέν οὐσιώδεις, ἀλλά τί νά γίνει;
σας δημιουργοῦν μιά ἐπιβλαβή εὐθύνη.

Κι ὅσο στόν ἔλεγχό τους προχωροῦνε,


βρίσκουν καί βρίσκουν περιττά, καί νά παυθοῦν ζητοῦνε∙
πράγματα πού ὅμως δύσκολα τά καταργεῖ κανείς.

Κι ὅταν, μέ τό καλό, τελειώσουνε τήν ἐργασία,


κι ὁρίσαντες και περικόψαντες τό πᾶν λεπτομερῶς,
ἀπέλθουν, παίρνοντας καί τήν δικαία μισθοδοσία,
νά δοῦμε τί ἀπομένει πιά, μετά
τόση δεινότητα χειρουργική. –

Ἴσως δέν ἔφθασεν ἀκόμη ὁ καιρός.


Να μή βιαζόμεθα∙ εἶν’ ἐπικίνδυνον πρᾶγμα ἡ βία.
Τά πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια.
Ἔχει ἄτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, ἡ Ἀποικία.
102
Ὅμως υπάρχει τί τό ἀνθρώπινον χωρίς ἀτέλεια;
Καί τέλος πάντων, νά, τραβούμ’ ἐμπρός.

το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο υπονοεί την ύπαρξη ενός ειρωνικού αφηγητή, ο


οποίος ειρωνεύεται τους πολιτικούς. Ακολούθως, όμως, ο λόγος του προσώπου πίσω
από τη μάσκα καθίσταται ύποπτος, καθώς η ρητορική της τελευταίας στροφής είναι
συμβατή με τον λόγο των πολιτικών αναμορφωτών και αναπαράγει το ίδιο μοντέλο
υποκρισίας, νωθρότητας και αδιαφορίας. O Καβάφης συχνά χρησιμοποιεί το
προσωπείο του σοφιστή ή του καλλιτέχνη ή του «αντικειμενικού» παρατηρητή
της εποχής που, σ' ένα πρώτο επίπεδο, προβάλλεται στο ποίημα.
Στα πρώιμα ποιήματα του Καβάφη η ειρωνεία είναι ανοιχτή, μονοεπίπεδη,
κάποτε διδακτική, σατιρική ή απλώς παιγνιώδης, εύκολα πάντως αναγνώσιμη.
Στην ώριμη περίοδο όμως, ιδίως στα ιστορικά του ποιήματα, η καβαφική
ειρωνεία εμπλέκει και τον αναγνώστη στη λειτουργία της, και αν δεν
αποκωδικοποιηθεί σωστά, τον μετατρέπει σε θύμα της. Π.χ. στο ποίημα «Στα 200
π.Χ.», που είναι μια αναδρομή στα ιστορικά δρώμενα του άμεσου παρελθόντος του
ομιλητή, η ειρωνεία είναι πολυεπίπεδη και δύσκολη, εφόσον ναι μεν υποδηλώνεται
με τον υπερβολικό τόνο της πρώτης στροφής και την ειρωνική χροιά των
γεωγραφικών τόπων, αλλά η ειρωνική σχέση προσωπείου και ποιητή αποκαλύπτεται
μόνο από τη γνώση του ιστορικού πλαισίου του ποιήματος και νομιμοποιείται με την
προϋπόθεση που ο Edmund Keeley (1979) ονόμασε «οικουμενική προοπτική» του
Καβάφη.
Με την καβαφική ειρωνεία της ώριμης φάσης βρισκόμαστε στην περιοχή του
μοντερνισμού, όπου η λειτουργία της ειρωνείας κατοχυρώνει την πολυφωνία του
κειμένου. Οι αδιάκοπες μεταμορφώσεις και οι συνεχείς οσμώσεις καθιστούν την
καβαφική ειρωνεία περισσότερο δαιδαλώδη γιατί επιβάλλει τη συνανάγνωση όλου
του ποιητικού corpus για τη μύηση στο μακρινό και συνάμα κοντινό καβαφικό
σύμπαν. Πολλές φορές η ειρωνεία ενός ποιήματος αίρεται από την ανάγνωση ενός
άλλου, καθώς τα ποιήματα του Καβάφη συνδιαλέγονται μεταξύ τους περισσότερο
από εκείνα οποιουδήποτε άλλου νεοέλληνα ποιητή

Ο λυρισμός

Ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της ποιητικής του Καβάφη είναι ο ιδιότυπος
λυρισμός του, ο τρόπος δηλαδή με τον οποίο εκφράζεται ο εσωτερικός κόσμος, οι
εντυπώσεις και τα συναισθήματα του ποιητικού υποκειμένου. Ο ποιητής ξεκινά
πάντα από το εξωτερικό γεγονός ή αντικείμενο και μέσω της ρεαλιστικής του
αποτύπωσης οδηγείται στην ποιητική συνείδηση μένοντας εντός των ορίων της
κοινής εμπειρίας.

103
Τα συναισθήματα του ποιητικού υποκειμένου υπονοούνται, ενώ τις περισσότερες
φορές ο ποιητής απλώς καταγράφει το γεγονός ή το αντικείμενο που την προκάλεσε.
Η εσωτερική διάθεση έχει υποχωρήσει στο βάθος του ποιήματος.
Τα μέσα με τα οποία πραγματώνεται ο προσωπικός λυρισμός του είναι η διαφάνεια
των περιγραφών, η ορθολογική αντίληψη, η σπανιότητα παρομοιώσεων και
μεταφορών, η εντελώς ιδιαίτερη χρήση του επιθέτου.

7.2.3 Η γλώσσα

Η γλώσσα του Καβάφη είναι άρτια επεξεργασμένη και χαρακτηρίζεται από λιτότητα
και οικονομία.
Χρησιμοποιεί τη δημοτική αλλά μέσα στο βασικό σώμα της επιλέγει να
χρησιμοποιήσει λέξεις τις καθαρεύουσας, της αρχαΐζουσας, τοπικών ιδιωμάτων αλλά
ακόμη και του πολιτικού και τραπεζουντιακού ιδιώματος το οποίο αντανακλά την
αγάπη του ποιητή για εποχές πολιτισμικής επιμειξίας.
Υπάρχουν ποιήματα που είναι γραμμένα σε αμιγή δημοτική (π.χ. «Θυμήσου,
σώμα.»), αλλά πολλά από τα ποιήματα της ώριμης φάσης του αποτελούν ένα
γλωσσικό αμάλγαμα αισθητικά καταξιωμένο (π.χ. «Εκόμισα εις την τέχνη»). Τα
κριτήρια επιλογής, όσον αφορά στη γλώσσα αλλά και στις συντακτικές δομές και στη
στίξη, είναι για τον Καβάφη καλλιτεχνικά και όχι ιδεολογικά.
Από αυτή την άποψη ο Καβάφης διαφοροποιείται απολύτως από τους ποιητές της
γενιάς του 1880, που είχαν αναγάγει τον δημοτικισμό σε ιδεολογική βάση της
ποιητικής δημιουργίας.
O εκφραστικός πλούτος και η γλωσσική φαντασία του Καβάφη σε συνδυασμό με την
αίσθηση του περιττού που έχει και την επίδραση που δέχτηκε από το κίνημα του
παρνασσισμού τον οδηγούν να επεξεργάζεται εξαντλητικά το ποίημα, ώσπου να μην
μπορεί τίποτε να αφαιρεθεί, να προστεθεί ή να μετακινηθεί χωρίς να αλλάξει το
ποιητικό αποτέλεσμα.
Η ευκρίνεια της περιγραφής, η ορθολογική αντίληψη των πραγμάτων, η έλλειψη
παρομοιώσεων και μεταφορών, η ελάχιστη και ιδιαίτερη χρήση επιθέτων, η
δραστικότητα του ρήματος, η παρασιώπηση, η ακρίβεια και η ρεαλιστική διατύπωση
αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά της γλωσσικής ταυτότητας του ποιητή.

Το μέτρο

Η στιχουργία του Καβάφη θεωρήθηκε αντιποιητική και προκάλεσε ποικίλα σχόλια. Η


ποίησή του είναι πεζολογική. Το μέτρο που χρησιμοποιεί είναι το κατεξοχήν
ελληνικό μέτρο, ο ίαμβος (διαδοχή δισύλλαβων ενοτήτων, όπου τονίζονται οι ζυγές
συλλαβές), το πλησιέστερο μέτρο στον προφορικό λόγο. Τον χρησιμοποιεί, όμως, με

104
μεγάλη ελευθερία, φθάνοντας να κάνει όμως παρατονισμούς, κατάργηση της τομής ή
χρησιμοποιώντας την ανορθόδοξα, επιτρέποντας χασμωδίες (χωριστή προφορά δύο
γειτονικών φωνηέντων). Η οργάνωση, επίσης, του στίχου του σε στροφές είναι
ελεύθερη και γίνεται με βάση τη λογική ολοκλήρωση του νοήματος και όχι τη
στιχουργική συμμετρία.
Η στιχουργική που όπως και η γλώσσα που χρησιμοποιεί επιδιώκει τη ρεαλιστική
διατύπωση και ακρίβεια.
Η ομοιοκαταληξία, όπου υπάρχει, άλλοτε είναι φθαρμένη ή επιφανειακή, μένοντας
στο επίπεδο της παρήχησης (σπανίως είναι συστηματική και ευρηματική), συχνά
είναι διάσπαρτη μέσα στο ποίημα, ενώ άλλοτε μέσω της ομοηχίας φθάνει ως τον
εμπαιγμό και την παρωδία.
Ιδιαίτερα έντονος είναι ο ρυθμός της καβαφικής ποίησης. Παρά τη στιχουργική του
ανορθοδοξία, ή και μέσω αυτής, ο ποιητής κατορθώνει, με τη συνδρομή της στίξης
και των λεκτικών του επιλογών, να δημιουργήσει ένα έργο με έντονη μουσικότητα.
Συχνά ο τρόπος με τον οποίο παραβιάζεται το μέτρο αποτελεί ένα βασικό τέχνασμα
της καβαφικής ειρωνείας.

ΣΥΝΟΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΒΑΦΗ


Χαρακτηριστικά της καβαφικής ποίησης:

Ιστορία, Ειρωνεία, Σύμβολα, Λυρισμός.


Ιστορία: κινείται προς την Ιστορία, γιατί και ο ίδιος είναι απόδημος (νοσταλγία,
υπεροψία, γοητεία).
Ελληνιστική εποχή έως 1453. Η επιλογή της εποχής γίνεται για δύο λόγους:
1. Αποτέλεσε μεταβατικό στάδιο της Ιστορίας.
2. Για να στηλιτεύσει και να σχολιάσει σύγχρονες καταστάσεις, συγκρίνοντάς τις με
ομοιάζουσες παρελθοντικές
Τρόπος υλοποίησης:
Ο πρωταγωνιστής προέρχεται από την Ελληνιστική εποχή.
Ο αναγνώστης αναγνωρίζει στο πρόσωπό του σύγχρονα δεδομένα.
Σύμβολα:
Πρόσωπα, αντικείμενα, καταστάσεις. Χρησιμοποιεί σύμβολα γιατί πιστεύει ότι είναι
το πιο κατάλληλο μέσο μετάδοσης της εμπειρίας του ποιητή.

105
ΕΙΡΩΝΕΙΑ

Η Καβαφική Ειρωνεία:
§ Τραγική (ο ήρωας δεν γνωρίζει ότι είναι θύμα μιας κατάστασης).
§ Δραματική (ο θεατής έχει πλήρη επίγνωση της κατάστασης)
Ο Βαγενάς κωδικοποιεί την ειρωνεία ως:
§ Λεκτική (δηλώνει έννοιες και αισθήματα που δεν υπάρχουν σε λέξεις που
χρησιμοποιεί ή είναι αντίθετα με αυτές).
§ Καταστάσεων (αντιφατικές καταστάσεις μέσα από τις οποίες αποκαλύπτεται η
πραγματική φύση των πραγμάτων. Η πραγματικότητα είναι μια τραγική αυταπάτη).
Ο Καβάφης χρησιμοποιεί την ειρωνεία για δύο λόγους:
1. για να δείξει ότι η μοίρα είναι κυρίαρχη των πάντων και
2. για να προκαλέσει συγκίνηση στον αναγνώστη.

Γλώσσα:

Βασικά χαρακτηριστικά η λιτότητα και η οικονομία.


Αντιδιαστέλλεται με την γενιά του ΄80, ήτοι τον δημοτικισμό και τη δημοτική
γλώσσα. Η δημοτική που γράφει είναι άρτια επεξεργασμένη, διέπεται δε από
επιμειξία, λιτότητα και οικονομία.
Τα κριτήρια επιλογής είναι για τον Καβάφη καλλιτεχνικά και όχι ιδεολογικά
=/=Γενιά 1880.
Βασικά γλωσσικά χαρακτηριστικά:
Ευκρίνεια περιγραφής, ορθολογική αντίληψη των πραγμάτων, έλλειψη
παρομοιώσεων και μεταφορών, ελάχιστη και ιδιαίτερη χρήση επιθέτων,
δραστικότητα του ρήματος, παρασιώπηση, ακρίβεια, ρεαλιστική διατύπωση.

Μέτρο:

Αντιποιητικό, έχει έντονο το πεζολογικό στοιχείο, όποτε αποφασίζει να χρησιμοποιεί


μέτρο, χρησιμοποιεί το κατεξοχήν ελληνικό – Ιαμβικό (διαδοχή δισύλλαβων
ενοτήτων, όπου τονίζονται οι ζυγές συλλαβές.. το πλησιέστερο μέτρο στον
προφορικό λόγο), αλλά με τον δικό του τρόπο, ελεύθερα (παρατονισμοί, χασμωδίες
κτλ.). Η οργάνωση σε στίχους και στροφές γίνεται με βάση την ολοκλήρωση του
νοήματος. Εάν υπάρχει ομοιοκαταληξία, είναι «φθαρμένη – επιφανειακή» (τον
ενδιαφέρει η αρτιότητα του έργου και όχι η εξωτερική εμφάνιση).

106
Συχνά ο τρόπος με τον οποίο παραβιάζεται το μέτρο αποτελεί ένα βασικό τέχνασμα
της καβαφικής ειρωνείας.

ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΥ

1. Κωνσταντίνος Καβάφης (1863-1933)


«Τείχη» (337) -- (αλληγορικό/φιλοσοφικός κύκλος)

«Η πόλις» (337) -- (συμβολικό/φιλοσοφικός κύκλος)

«Ιθάκη» (338) -- (κατεξοχήν φιλοσοφικό)

«Αλεξανδρινοί βασιλείς» (339) -- (ιστοριογενές και συμβολικό)

«Θάλασσα του πρωιού» (341) -- (φιλοσοφικό-σχέση φύσης/τέχνης) –


Δραστηριότητα 1 (+ Τ' ολόχρυσο ποτάμι Παλαμά): Πού συγκλίνουν και πού
αποκλίνουν τα δύο ποιήματα.
Συγκλίνουν στο θέμα: τον ποιητή που όντας μέσα στη φύση αντικρίζει τον έρωτα.
Και στα δύο το ποιητ. υποκείμενο ατενίζει τη φύση.
Παραλληλισμός ανάμεσα στα "ερωτικά" ποιήματα του Καβάφη και στον "λυρισμό
του εγώ" του Παλαμά.
Σύγκλιση: η θητεία τους στον Παρνασσισμό και η έμφαση που δίνουν στην
τελειότητα της μορφής.
Αποκλίσεις:
Παλαμάς: αφιερώνει στην περιγραφή της φύσης πολύ μεγαλύτερο μέρος του
ποιήματος.
Χρησιμοποιεί όλο το παραδοσιακό οπλοστάσιο (πλήθος εικόνων, προσωποποιήσεις,
μεταφορές) για να αποτυπώσει την έξαρση των συναισθημάτων που κορυφώνεται με
τη φύση να προσωποποιεί τον ίδιο τον έρωτα.
Καβάφης: λιτή αποτύπωση της ομορφιάς του τοπίου, καταλήγει να αγνοήσει τη φύση
για χάρη των δικών του εσωτερικών "ινδαλμάτων της ηδονής" που ξεπερνούν την
ομορφιά της (ποίημα ποιητικής).

107
Καβαφική αποστασιοποίηση, αρκετά ειρωνικός εξαρχής, επιχειρεί να εναρμονιστεί
με τη θεματική και οπτική των συναδέλφων του.

«Μακρυά» (341)

«Καισαρίων» (342) -- (ιστοριογενές) -- Δραστηριότητα 3: Με ποιον τρόπο ο


ποιητής χειρίζεται το ιστορικό παρελθόν:
Ποίημα ιστοριογενές όπου συναντώνται και οι τρεις θεματικοί κύκλοι.
Αφορμή; τα ιστορικά ενδιαφέροντα και περιέργεια του ποιητή. Σχολαστικός,
επιστημονικός. Ωστόσο το ενδιαφέρον τραβάει μια μνεία μικρή και ασήμαντη που
δίνει αφορμή για μια ερωτική ονειροπόληση. Ερωτική φαντασία που χρωματίζεται
από μια ευρύτερη αντίληψη για τον ρου της ιστορίας, τις αιφνίδιες αλλαγές της τύχης,
την κατανόηση της ματαιότητας των μεγαλείων.
Διαστολή του χρόνου που του επιτρέπει την αναγωγή της πραγματικότητας στην
κριτική διάσταση της Ιστορίας.

«Θυμήσου σώμα» (343) -- (ηδονικός ερωτικός κύκλος)

«Ο Δαρείος» (343) -- ιστορικοφανές-Φερνάζης και σκηνή πιθανότατα φανταστική-


σύγκρουση ποίησης και ιστορίας (Μαρωνίτης)
Δραστηρικότητα 5 (Δαρείος + Πτολεμαίος Ευεργέτης Κακεργέτης) -- Εντοπίζονται 3
ιστορικές στιγμές και ποιες άλλες αναλογίες εντοπίζονται με την Αχαϊκή
Συμπολιτεία;
Υπάρχει ιστορική διαστρωμάτωση όπως και στην Συμπολιτεία (χρόνος ιστορίας /
χρόνος αφήγησης / χρόνος γραφής). Επίσης, εστιάζονται σε φανταστικούς ποιητές. Ο
ενδιάμεσος χρόνος καταλαμβάνεται από τη σύνθεση ενός ποιήματος. Ίδια δομή στην
ιστορική τους σκηνοθεσία. Ο Καβάφης ταυτίζεται με τους ενδιάμεσους
ποιητές/χρόνο.
Διαφορές: Δεν εκφράζουν μια συναισθηματική κατάσταση. Οι χαρακτήρες των δύο
ποιημάτων και το ποιητικό τους εγχείρημα βρίσκονται εμφανώς στο στόχαστρο της
πολυδιάστατης καβαφικής ειρωνείας.

«Βυζ. άρχων, εξόριστος, στιχουργών» (345) -- (ιστορικοφανές)

«Μελαγχολία Ιάσονος Κλεάνδρου» (346)

«Από τη σχολήν του περιωνύμου φιλοσόφου» (346) -- (ιστορικοφανές) --


Δραστηριότητα 7: Τέχνασμα ειρωνείας: προσωπείο. Μέσω του προσωπείου του
ανώνυμου μαθητή ο Καβάφης στηλιτεύει την ασυνειδησία και τον συβαριτισμό της
συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης.

108
«Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες» (348) -- (ιστοριογενές) --
Δραστηριότητα 4: + Σεφέρης: Καταγράψτε τις 3 ιστορικές στιγμές και συνοψίστε
τον "χρονικό συνταυτισμό" του Σεφέρη:
Καβάφης: αναφέρεται σε 2 ιστορικές στιγμές α. το έτος που έπεσαν οι Αχαιοί
πολεμιστές β. το έτος που ο Αχαιός ποιητής συνέθεσε το επίγραμμα. Ο γ' ιστορικός
χρόνος είναι ο χρόνος της γραφής του καβαφικού ποιήματος 1922 παραμονές
καταστροφής.
3 χρονικά επίπεδα: α. ο χρόνος της ιστορίας στην οποία αναφέρεται το΄ποίημα β. ο
χρόνος της πλασματικής αφήγησης αυτής της ιστορίας από τον Αχαιό ποιητή και γ. ο
χρόνος της δηλωμένης από τον Καβάφη γραφής. Οι τρεις ιστορικές στιγμές
ταυτίζονται συναισθηματικά ως εποχές εξευτελισμού, κατάντιας και ανεξάντλητης
ραδιουργίας. Επομένως, σύμφωνα με Σεφέρη, η αναφορά στο ιστορικό παρελθόν
αποτελεί έμμεση / κρυπτογραφική αναφορά στο ιστορικό παρόν.

«Εν τη μεγάλη ελλ. αποικία» (348) -- (ιστορικοφανές) Δραστηριότητα 7: Ειρωνεία


σύνθετη που στρέφεται εναντίον των πολιτικών αναμορφωτών, της λογικής της
εξουσίας και της πολιτικής ολιγωρίας της Αποικίας. Χρονολογία: φάση καμπής.
Τεχνικές ειρωνείας σε δομή, λεξιλόγιο, στίξη, στιχουργία. Σημαντικότερη η μίξη δύο
διαφορετικών γλωσσικών ιδιολέκτων (αφηγητή και αναμορφωτών), μίξη δημοτικής
και καθαρεύουσας, διασκελισμοί, ευρηματική ομοιοκαταληξία => ζεύγη σημαντικά
για το νόημα του ποιήματος, παιγνιώδες κλίμα που δε συνάδει με τη σοβαρότητα της
κατάστασης.

«Ας φρόντιζαν» (350) -- (ιστορικοφανές) -- Δραστηριότητα 7: Στιγματίζεται ο


τυχοδιωκτισμός και ο πολιτικός αριβισμός ενός προσώπου στο 128-123 π.χ. Βασική
τεχνική: το προσωπείο του αφηγητή - πρωταγωνιστή που εκφράζει την αντίληψη του
ποιητή για την πολιτική αναλγησία της εποχής. Πλέγμα ειρωνικών σχέσεων.

«Στα 200 π.Χ.» (352) -- (ιστοριογενές)

«Εις τα περίχωρα της Αντιοχείας» (353) -- το τελευταίο ποίημα που έγραψε ο


ποιητής, όπου επικρίνει τον Ιουλιανό. Ειρωνεία προσκειμένου να φέρει στην
επιφάνεια τη σύγκρουση ανάμεσα σε δύο αντιθετικές θρησκευτικές στάσεις. Τρόποι:
μέσω της ρητορικής: μίξη λαϊκής "τσουχτερής" γλώσσας και στερεότυπων
θρησκευτικών εκφράσεων, επαναλήψεις φράσεων. Σκηνοθετική αντίθεση ανάμεσα
στη βαρβαρότητα των δύο ομάδων και στη θρησκευτική τους ιδιότητα.

«Πτολεμαίος ευεργέτης (ή κακεργέτης;) (355) -- Δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και δεν

109
δημοσιεύτηκε από τον Καβάφη.. αυτό που διαβάζουμε είναι προϊόν φιλολογικής
αποκατάστασης.

Δραστ. 6: Κοινή παράμετρος σε πολλά ποιήματα του Καβάφη είναι η ιστορική


μνήμη, η ερωτική ανάμνηση και η φαντασία. Συνήθως πρόκειται για ποιήματα
ποιητικής.

Παρατήρηση: η αποστασιοποίηση του Καβάφη από τις οπτικές που παρουσιάζει


δημιουργεί μια εντύπωση ουδετερότητας αναδεικνύοντας τον πολυφωνικό χαρακτήρα
του έργου του. Αυτή η ειρωνική διάσταση αποτελεί ένα νεοτεριστικό χαρακτηριστικό
της ποίησης του Καβάφη.

110
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8
Η ποίηση του Άγγελου Σικελιανού

ΕΝΝΟΙΕΣ - ΚΛΕΙΔΙΑ:

 Ομάδα των ποιητών του 1910


 Νιτσεϊκός υπεράνθρωπος
 Ελεύθερος στίχος
 Λυρική/δραματική ποίηση
 Αντιλογοκρατία
 Μυστικισμός
 Ελληνοκεντρισμός
 Δελφική Ιδέα
 Θρησκευτικός συγκρητισμός

Ο Σικελιανός στην Ιστορία της Νεότερης Ελληνικής Λογοτεχνίας

Ο Λευκαδίτης Σικελιανός θεωρείται ο τελευταίος, αν και αρκετά μακρινός, απόγονος


της επτανησιακής ποίησης.
Έχει αίσθηση και γνώση της γνήσιας λαϊκής γλώσσας, ενώ είναι εξοικειωμένος με τις
δυτικές λογοτεχνίες και ιδιαίτερα την ιταλική. Με την επτανησιακή ποίηση τον
συνδέουν επιρροές από την ποίηση του Σολωμού και, λιγότερο, του Αριστοτέλη
Βαλαωρίτη και του Λορέντζου Μαβίλη.
Γραμματολογικά εντάσσεται στο πλαίσιο της «ομάδας των ποιητών του 1910», οι
οποίοι δεν συγκροτούν μιαν ομοιογενή ποιητική γενιά. Ο Σικελιανός όπως και ο
Νίκος Καζαντζάκης δημιουργούν μια ποίηση φιλοσοφικών αναζητήσεων υπό την
επιρροή των ιδεών του Friedrich Nietzsche και ιδιαίτερα του νιτσεϊκού
υπεράνθρωπου.
Ο Σικελιανός άσκησε σημαντική επίδραση στην ποίηση της γενιάς του '30, και
ιδιαίτερα στο έργο των Γιώργου Σεφέρη, Οδυσσέα Ελύτη και Ανδρέα Εμπειρίκου.

111
ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΤΗΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ
8.3.1 Α' περίοδος: 1909-1917

Η πρώτη περίοδος του Σικελιανού θα μπορούσε να χαρακτηριστεί παγανιστική. Στα


ποιήματα της περιόδου υμνείται ο φυσικός κόσμος. Πρωταγωνιστικό ρόλο κατέχουν
οι αρχαιοελληνικές θεότητες. Χαρακτηρίζεται από αυτοαναφορικότητα και
αυτοεγκωμιαστικότητα και τολμηρούς μορφικούς πειραματισμούς του.
Ο Σικελιανός πρωτοεμφανίζεται στον ποιητικό στίβο το 1909 με τον
Αλαφροϊσκιωτο.

Εκτενής σύνθεση. Ο Σικελιανός υμνεί σε πρώτο ενικό πρόσωπο τη γενέθλια γη του,


τις λαϊκές παραδόσεις της και τον ίδιο τον χαρισματικό ποιητικό εαυτό του. Στο
ποίημα αποκαλύπτονται ο φυσικός αλλά και ο υπερφυσικός κόσμος. Άλλωστε
σύμφωνα με την λαΪκή παράδοση, Αλαφροΐσκιωτος είναι εκείνος που βλέπει τα
αόρατα, δηλαδή τα μαγικά πνεύματα.
Ο τίτλος του ποιήματος παραπέμπει στη σολωμική ποίηση, και ειδικά στους
στίχους από το τρίτο σχεδίασμα των Ελεύθερων πολιορκημένων:
Αλαφροΐσκιωτε καλέ, για πες απόψε τι 'δες;
Νύχτα γιομάτη θάματα, νύχτα σπαρμένη μάγια
Κατά συνέπεια, ο Σικελιανός αυτοανακηρύσσεται έμμεσα συνεχιστής της ποι-
ητικής παράδοσης του Σολωμού. Η ατμόσφαιρα του έργου άλλωστε παραπέμπει
στην ώριμη ποίηση του Σολωμού, αλλά και ο γλωσσικός αισθησιασμός και η εκφρα-
στική ενάργεια των στίχων. Πέρα από τη συνομιλία του με τη σολωμική ποίηση, το
έργο αναπτύσσει και έναν αντίλογο προς την ποίηση του Παλαμά, και ειδικά προς τον
Δωδεκάλογο τον Γύφτου (1907) Στον ανέστιο ποιητή-γύφτο, ο οποίος διακηρύσσει
τον θάνατο των θεών και των αρχαίων, ο Σικελιανός αντιπαρατάσσει έναν αφηγητή
βαθιά ριζωμένο στα χώματα της Λευκάδας, όπου ο ομηρικός κόσμος είναι ακόμη
ζωντανός ως ενεργός λαϊκή παράδοση. Σε μία ενότητα, μάλιστα με τον τίτλο
«Όμηρος», ο ίδιος ο αρχαίος ραψωδός εμφανίζεται να περπατά υπό την τρυφερή
καθοδήγηση του Αλαφροΐσκιωτου (η ενότητα παραπέμπει εμφανώς στο ποίημα του
Σολωμού «Η σκιά του Ομήρου»).

Ραψωδίες του Ιονίου (1909)

Πρόκειται για μια ολιγάριθμη ομάδα ποιημάτων, όπου με αισθησιασμό αλλά και
αίσθημα γαλήνης περιγράφονται οι ειδυλλιακές στιγμές που περνούν ο αφηγητής μαζί
με μια συντροφιά γυναικών στις ακτές του Ιονίου. Τα ποιήματα είναι γραμμένα σε
ανομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο και συνδυάζουν στοιχεία του δημοτικού
τραγουδιού, της ποίησης του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη και των ομηρικών επών.

112
Πρόλογος στη ζωή (1915-1917, 1947)

Εκτενές ποιητικό έργο αποτελούμενο από πέντε συνθέσεις:


 τη Συνείδηση της γης μου (1915),
 τη Συνείδηση της φυλής μου (1915),
 τη Συνείδηση της γυναίκας (1916),
 τη Συνείδηση της πίστης (1917)
 και τη Συνείδηση της προσωπικής δημιουργίας, η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε
μόλις το 1947,
Όπως και ο Αλαφροΐσκιωτος το έργο φέρει ίχνη αυτοαναφορικότητας . Ωστόσο, στον
Πρόλογο στη ζωή ο νεαρός Αλαφροΐσκιωτος δίνει τη θέση του σε έναν ωριμότερο
αφηγητή, ο οποίος αφηγείται όχι πλέον την ευφορική ένωσή του με τη λευκαδίτικη
φύση, αλλά τους αναβαθμούς της μύησής του μέσω πνευματικών διεργασιών, στα
μυστικά του ελληνικού φυσικού κόσμου, του έθνους του, της γυναίκας, της θρη-
σκείας και της ποιητικής δημιουργίας.
Ο Σικελιανός αξιοποιεί ένα πλήθος από αρχαιοελληνικές, βυζαντινές και
νεοελληνικές παραδόσεις. Τα ποιήματα των Συνειδήσεων συνιστούν το πρώτο δείγμα
ελεύθερου στίχου στην ελληνική ποίηση. Άλλα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των
ιδιότυπων αυτών συνθέσεων είναι η περίπλοκη συντακτική τους ανάπτυξη, οι
τεράστιες παρομοιώσεις και η νοηματική σκοτεινότητα, η οποία σχετίζεται με το
έντονα μυστικιστικό υπόβαθρο των ποιημάτων (μυστικισμός είναι η πίστη σε μια
υπερβατική αλήθεια και η βίωση μιας ενορατικής ένωσης με το θείο.

Λυρικά A'

Τα Λυρικά Α΄ γράφτηκαν παράλληλα με τις Συνειδήσεις. Είναι μικρά ποιήματα,


κομψά, εκφραστικά, λιτά και μετρικά παραδοσιακά Στα μικρά αυτά ποιήματα έχουμε
μια σειρά από διαυγή, ρεαλιστικής οξύτητας, δοξαστικά στιγμιότυπα της ζωής,
γεμάτα αισθητηριακό σφρίγος, ψυχική ευφορία και, όχι σπάνια, έκδηλο αισθησιασμό.
Τα Λυρικά A περιλαμβάνουν ορισμένα από τα καλύτερα και περισσότερο δημοφιλή
ποιήματα του Σικελιανού.

8.3.2 B' περίοδος: 1917-1934


H δεύτερη δημιουργική περίοδος του Σικελιανού θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εν
μέρει χριστιανική και εν μέρει δελφική.
Κύρια χαρακτηριστικά της αποτελούν:
α) η στροφή στον παραδοσιακό δεκαπεντασύλλαβο, τον οποίο και καλλιεργεί
ποικιλοτρόπως και

113
β) η εντατική ενασχόλησή του με τη Δελφική Ιδέα

Μήτηρ Θεού (1917-1919)


Το πενταμερές αυτό ποίημα αποτελεί έναν ύμνο τόσο στην Παναγία όσο και στη
γυναίκα ως Μάνα-φύση και μήτρα της ζωής.
Συγχρόνως, αποτελεί μια λυρική μελέτη θανάτου. Ο θάνατος αναδεικνύεται σε πηγή
ζωής μέσα στον αέναο κύκλο της δημιουργίας.
Η σύνθεση φέρει επιρροές από το γαλλικό συμβολισμό και μας δίνει ένα από τα
σημαντικότερα δείγματα καθαρής ποίησης της νεότερης ελληνικής ποίησης
Η καθαρή ποίηση, υπήρξε ακραία μορφή του συμβολισμού, είναι η ποίηση που δεν
απευθύνεται στη διάνοια του αναγνώστη, αλλά στόχο έχει να του προξενήσει
αισθητική απόλαυση με τον ήχο και τον ρυθμό.
O Σικελιανός χρησιμοποιεί εδώ τον ζευγαρωτό δεκαπεντασύλλαβο, αξιοποιώντας
διδάγματα τόσο των δεκαπεντασυλλάβων του Ερωτόκριτου όσο και εκείνων του
όψιμου Σολωμού.

To Πάσχα των Ελλήνων (1918-1935)

Το εκτενές αυτό σύνθεμα, έμεινε ανολοκλήρωτο. Ο Σικελιανός επιχειρεί μια εκ νέου


αφήγηση της ζωής του Χριστού, εμπλουτισμένη με υλικό αντλημένο από τα
Απόκρυφα Ευαγγέλια.
Τα πρώτα ποιήματα της σύνθεσης είναι αρχαιοελληνικής θεματικής, και
αναδεικνύουν τον θρησκευτικό συγκρητισμό του Σικελιανού. Χριστιανικά σύμβολα
και εικόνες συνδυάζονται με μια παγανιστική αποθέωση της φύσης. Τόσο ο τρόπος
αφήγησης όσο και η στιχουργική μορφή του έργου (συνδυασμός δεκαπεντασύλλαβων
και δεκατετρασύλλαβων στίχων σε τετράστιχες στροφές) φανερώνουν μιαν αισθητή
υποχώρηση της καλλιτεχνικής τόλμης που ο Σικελιανός είχε επιδείξει στις προηγού-
μενες συνθέσεις του. Με το έργο αυτό ο Σικελιανός απευθύνεται πλέον σε ένα
ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, φιλοδοξώντας να λειτουργήσει ως δυναμικός πα-
ράγοντας εθνικής αναμόρφωσης, ιδίως τα κρίσιμα χρόνια που ακολούθησαν τη
Μικρασιατική Καταστροφή (1922).

O Δελφικός Λόγος. H αφιέρωση (1927)

H σύνθεση αυτή, γραμμένη σε ένα συμβατικό ζευγαρωτό δεκαπεντασύλλαβο,


αποτελεί ουσιαστικά ένα ιδεολογικό μανιφέστο της Δελφικής Ιδέας γραμμένο σε
στίχους και δημοσιευμένο λίγο πριν από τις πρώτες Δελφικές Εορτές. Πάντως,

114
ανεξάρτητα από το γεγονός ότι το έργο αυτό προπαγανδίζει τη Δελφική Προσπάθεια,
διακρίνεται για την αισθαντικότητα της γλώσσας και των εικόνων του.

Γ' περίοδος: 1935-1947

Μετά την αποτυχία της Δελφικής Ιδέας ο Σικελιανός φτάνει στην κορύφωση της
τέχνης του γράφοντας μια σειρά από ποιήματα που συγκροτούν στα Απαντά του την
ενότητα Λυρικά B'.
Στα ποιήματα υποχωρεί η ζωηρή εικονοποιία των πρώτων συνθέσεων καθώς και η
έμφαση στις αισθήσεις και στον φυσικό κόσμο και το κέντρο βάρους μετατοπίζεται
στη μεταφυσική διάσταση της ζωής.
Με λόγο αφηρημένο που όμως δεν καταλήγει στην ψυχρή αφαίρεση και στην
αοριστία. Τροφοδοτείται από μία νευρώδη, γεμάτη ειλικρίνεια και πάθος,
πρωτοπρόσωπη αφηγηματική φωνή. Ο λόγος γίνεται ταπεινός, χαμηλότονος και
παίρνει πλέον τρυφερές αποχρώσεις. Μετατρέπεται από περήφανη εξαγγελία σε
φιλική εκμυστήρευση.
Στην τρίτη δημιουργική περίοδο του Σικελιανού εντάσσονται και οι περισσότερες
τραγωδίες του.
Κύριο χαρακτηριστικό των τραγωδιών του Σικελιανού, οι περισσότερες από τις
οποίες έχουν αρχαιοελληνική θεματική, είναι ότι δεν συνιστούν γνήσια θεατρικά
έργα, αλλά μάλλον (όπως και εκείνες του Καζαντζάκη, βλ. κεφ. 9) ποίηση γραμμένη
για να απαγγελθεί από σκηνής, δηλαδή λυρικό δράμα.
Μολονότι οι τραγωδίες του Σικελιανού περιέχουν αρκετές στιγμές υψηλής λυρικής
εμπνοής, σε γενικές γραμμές χαρακτηρίζονται από ιδεολογική υπερφόρτωση, η
οποία τους στερεί τη λυρική αμεσότητα και ένταση που διακρίνουν τον ποιητικό λόγο
του.

ΟΙ ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΟΡΙΖΟΥΣΕΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΥ

8.4.1 Θεματική
Το κέντρο της ποίησης του Σικελιανού θα μπορούσε να συνοψιστεί στις λέξεις φύση
και μύθος. Το έργο του είναι διαποτισμένο από την λατρεία του φυσικού κόσμου την
αποθέωση των αισθήσεων που του προσδίδουν το χαρακτηρισμό του παγανιστή
ποιητή, παρά τις αναφορές στον χριστιανισμό
Τον αρχαίο μύθο, ο Σικελιανός τον αντιλαμβάνεται όπως οι Γερμανοί ρομαντικοί,
δηλαδή ως μια ζωντανή, πάντοτε παρούσα δύναμη, αποκαλυπτική πανανθρώπινων
αληθειών. Οι μύθοι δεν είναι απλά σύμβολα αλλά υπάρξεις που ζωοποιούν τον
φυσικό κόσμο.

115
Ένα τρίτο αγαπημένο θέμα του Σικελιανού υπήρξε η γυναίκα, και γενικότερα ο
έρωτας, ως ενέργεια που κινεί τη δημιουργία. Η γυναίκα στην ποίηση του Σικελιανού
υμνείται ως ιερό σύμβολο γονιμότητας αλλά και ως Μούσα του ποιητή, καθώς ο
έρωτας είναι, για τον Σικελιανό, συστατικό στοιχείο της ποιητικής δημιουργίας. Μια
τέταρτη, βασική θεματική ενότητα του έργου του είναι η ίδια η ποιητική τέχνη καθώς
και ο εαυτός του ως χαρισματικό λυρικό υποκείμενο.

8.4.2 Τεχνοτροπία

Ο Σικελιανός θα μπορούσε να θεωρηθεί ποιητής ρομαντικός. Ρομαντική είναι, ως


έναν βαθμό, και η τεχνοτροπία του Αλαφροΐσκιωτου και των Συνειδήσεων, συν-
θέσεων έντονα αυτοαναφορικών, ορμητικών, μορφικά επαναστατικών και εκ-
φραστικά πληθωρικών. Η ρομαντική τεχνοτροπία, ωστόσο, δεν χαρακτηρίζει όλα τα
ποιήματα του Σικελιανού. Τα περισσότερα φανερώνουν έναν ποιητή εργαστηριακό,
που δημιουργεί «κλασικές», αρμονικές ποιητικές μορφές.
Με αισθητές τις επιρροές του από τον γαλλικό συμβολισμό και την καθαρή ποίηση
δίνει έμφαση στη μελωδική ενορχήστρωση του λόγου, στον ήχο περισσότερο παρά
στο νόημα.
Ειδοποιό στοιχείο της σικελιανικής γραφής είναι η περίπλοκη, μακροπερίοδη
συντακτική ανάπτυξη, οι μεγάλες παρομοιώσεις, οι πλούσιοι επιθετικοί
προσδιορισμοί, καθώς και η δεξιοτεχνική αφηγηματική οργάνωση ορισμένων
ποιημάτων, όπου η έντεχνη επανάληψη λέξεων ή φράσεων- κλειδιών δημιουργεί
υπόγειες συνομιλίες ανάμεσα στα μέρη του ποιήματος, κάποτε μάλιστα και μεταξύ
μιας σειράς ποιημάτων.

Μορφολογία

Κύριο χαρακτηριστικό της ποίησης του Σικελιανού είναι η μορφική της


πρωτεϊκότητα. H δημιουργική του ανησυχία τον οδηγούν σε μορφικούς
πειραματισμούς, με αποτέλεσμα κάθε έργο του να διαφέρει αισθητά, ως προς τη
μορφή του, τόσο από τα προηγούμενα όσο και από τα επόμενα.
Έτσι, ο Λυρικός Βίος περιέχει ένα ιδιαίτερα ευρύ φάσμα δεκαπεντασυλλάβων,
δείγματα ελεύθερου στίχου (Πρόλογος στη ζωή, λίγα ποιήματα των Λυρικών Β'), μια
σειρά από δεξιοτεχνικά σονέτα, καθώς και μια εντυπωσιακή γκάμα από
παραδοσιακής μετρικής ποιήματα σε ποικίλους συνδυασμούς στροφών, στίχων και
ομοιοκαταληκτικών σχημάτων (ποιήματα Λυρικών Α'και Β').
O Σικελιανός είναι ίσως ο μόνος νεοέλληνας ποιητής που πειραματίστηκε σε τόσο
ακραία αντίθετες ποιητικές μορφές: από την αυστηρότατων τεχνικών προδιαγραφών
φόρμα του σονέτου έως τον ελεύθερο από στροφές, ομοιοκαταληξία, ισοσυλλαβία
και αυστηρή τήρηση του μέτρου στίχο του Προλόγου στη ζωή.
116
8.4.4 Γλώσσα

O Σικελιανός χρησιμοποιεί γλωσσικά στοιχεία από όλες τις περιόδους της νε-
οελληνικής γλώσσας, από τα ομηρικά και κλασικά χρόνια έως τα μεσαιωνικά (κυρίως
την πατερική γραμματεία) και τα νεότερα. Ένθερμος δημοτικιστής, ο Ο Σικελιανός
ενδιαφερόταν άμεσα για τη γλώσσα των ανθρώπων του λαού, και ποτέ δεν έπαυε να
ρωτά τους απλούς ανθρώπους για το νόημα λέξεων που αποσπούσαν την προσοχή
του.
Το πρόβλημα, ωστόσο, της σικελιανικής γλώσσας (όπως και εκείνης του Παλαμά,
του Βάρναλη ή του Καζαντζάκη) είναι ότι περιέχει ακραίους τύπους της δημοτικής
που σήμερα δεν χρησιμοποιούνται και οι οποίοι κάνουν σε ορισμένες περιπτώσεις
την ποίησή του να ηχεί πεπαλαιωμένη.

Ιδεολογία-κοσμοθεωρία

Η σκέψη του Σικελιανού καθορίζεται από το φιλοσοφικό ρεύμα της αντιλογοκρατίας.


H αντιλογοκρατία αντιδρούσε στις ορθολογικές αρχές του Διαφωτισμού. Για τους
ιρρασιοναλιστές ο ορθός λόγος δεν επαρκεί για να οδηγηθεί ο άνθρωπος στην
ευτυχία· χρειάζεται και η καλλιέργεια άλλων, εσωτερικών δυνάμεων, όπως η
ενόραση, το ένστικτο, η θέληση, το συναίσθημα κ.λπ., μια σειρά δηλαδή από
υπερβατικής τάξης ιδιότητες και αξίες, απαραίτητες για να φτάσει ο άνθρωπος στην
ολοκλήρωσή του. Με αυτή την έννοια, ο ρομαντισμός και ο υπερρεαλισμός,
λογοτεχνικά κινήματα προσφιλή στον Σικελιανό, υπήρξαν ιρρασιο- ναλιστικά.
Κύριο μέλημα του Σικελιανού υπήρξε η καταπολέμηση της πολυδιάσπασης της
σύγχρονης ζωής (διάσπασης ανθρώπου-φύσης, σάρκας-πνεύματος, ψυχής-πνεύματος,
μύθου-ιστορίας κ.λπ.) και η συνακόλουθη κατάκτηση της ενότητας και της ολότητας.
H εντατική μελέτη των προσωκρατικών φιλοσόφων και των μυστικιστικών
παραδόσεων του ελληνισμού (του Ορφισμού, των Ελευσίνιων Μυστηρίων, της
Δελφικής λατρείας, της λατρείας του Διονύσου κ.λπ.) σε αυτό ακριβώς αποσκοπούσε:
στην πληρέστερη προβολή της πεποίθησης του Σικελιανού ότι «έν το παν».
Έτσι στο έργο του προσπάθησε να συγκεράσει όλες τις παραδόσεις του ελληνισμού
(αρχαιοελληνικές - χριστιανικές - νεότερες λαϊκές) σε ένα σώμα, ενεργοποιώντας έτσι
τη συλλογική πολιτισμική μνήμη του λαού και οδηγώντας το έθνος του σε μια
δυναμική αναγέννηση.
Στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής εντάσσεται και ο θρησκευτικός συγκρητισμός
του, δηλαδή η προσπάθειά του να ενώσει την αρχαιοελληνική θρησκεία με τη
χριστιανική, τόσο μέσα από το δυναμικό σύμβολο του Διονύσου-Ιησού, όσο και μέσα
από τη μορφή της μάνας-φύσης-Παναγίας.

117
Έτσι ενώ στα πρώτα έργα του η σκέψη του μπορεί να θεωρηθεί ελληνοκεντρική, στη
συνέχεια αποκτά διεθνική διάσταση και οδηγείται στη Δελφική Ιδέα. Πρόκειται για
ένα όραμα συνεργασίας και συναδέλφωσης των λαών στα πρότυπα των δελφικών
αμφικτιονιών.

8.4.6 Ποιητική

Χαρακτηριστικός της αντίληψης του Σικελιανού για την ποίηση είναι ο τίτλος που
θέλησε να δώσει στα ποιητικά άπαντά του: Λυρικός Βίος.
Η ουσία του λυρισμού τον οποίο ο ποιητής αντιλαμβάνεται ως δημιουργική ενέργεια
χειμαρρώδη, πηγαία και αχαλίνωτη έγκειται στην προφορικότητα του ποιητικού
λόγου, που παραπέμπει στην αρχαιοελληνική ποιητική παράδοση
Ωστόσο, ο Σικελιανός δημιουργεί μια ποίηση ελάχιστα προφορική και πηγαία, καθώς
η περίπλοκη σύνταξή της καθιστά απαραίτητη την πράξη της σιωπηλής ανάγνωσης
της για να γίνει πλήρως κατανοητή.
Ο τίτλος Λυρικός Βίος, πέρα από την έμφαση του στην ποίηση ως ζωή και όχι στη
γραφή, υποδηλώνει και κάτι ακόμη: την αυτοβιογραφική διάσταση της σικελιανικής
ποίησης. Στα περισσότερα έργα του Σικελιανού υπάρχει ένας πρωτοπρόσωπος
αφηγητής, ο οποίος ταυτίζεται με τον ποιητή.
Η κεντρική θέση που κατέχει ο εκλεκτός, εμπνευσμένος δημιουργός στο έργο του
Σικελιανού απηχεί τις αρχές του ευρωπαϊκού ρομαντισμού, αλλά και εκείνες της
αρχαϊκής περιόδου του ελληνισμού, με κύριο πρότυπο τον Πίνδαρο. Ο ποιητής για 273
τον Σικελιανό είναι οραματιστής, προφήτης, ιερέας και μύστης, και ο οποίος παίζει
με το έργο του ζωτικό ρόλο στην κοινωνία όπου ανήκει. Θα πρέπει ωστόσο να
υπογραμμιστεί ότι αυτή η εκλεκτική αντίληψη για την ποιητική δημιουργία, που
κυριαρχεί στα πρώτα έργα του Σικελιανού -και η οποία απωθεί αρκετούς σύγχρονους
αναγνώστες ως ουτοπική και εκτός εποχής- υποχωρεί με τις δοκιμασίες της Κατοχής,
περίοδο στην οποία, όπως είπαμε, η φωνή του Σικελιανού αποκτά περισσότερη
ταπεινοφροσύνη και τραγικότητα.

ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΥ:

Άγγελος Σιλεκιανός (1884-1951):


«Στον Ακροκόρινθο» (359) -- Δραστηριότητα 6: Ποια αντίληψη για την ποιητική
τέχνη εκφράζει (ως ποίημα ποιητικής):

Το ποίημα αποτελεί σονέτο, μια από τις δυσκολότερες μορφές της παραδοσιακής
ποίησης. Η περήφανη διαβεβαίωση ότι μπορεί να τιθασεύσει το άλογό του:

118
φανερώνει την καλλιτεχνική αυτοπεποίθηση του Σικελιανού, ο οποίος αισθάνεται
απόλυτα ικανός να χειριστεί την ορμητική έμπνευσή του, υποτάσσοντας την στην
περιορισμένη μορφή του σονέτου.

«Παν» (359) -- Δραστηριότητα 2: Σε ποια ομάδα ποιημάτων του ανήκει και γιατί;
Ομοιότητες με "Ακροκόρινθο":
Ανήκει στην α' περίοδο Λυρικά. Έκδηλα παγανιστικό. Τράγος: πανάρχαιο σύμβολο
γονιμότητας και σεξουαλικής ορμής, σύμβολο του θεού Πανός. Σύνδεση φύσης -
μύθου. Μεσημέρι: ιερή ώρα για τον Σικελιανό (η ενέργεια της φύσης βρίσκεται στην
απώτερη έντασή της και αγγίζει το θείο). Εκφραστική λιτότητα, ρεαλιστική ακρίβεια,
ανάλαφρος δοξαστικός τόνος, ευδαιμονική διάθεση.

Και τα δύο ποιήματα παγανιστικά. Και στα δύο μια γεμάτη ευδαιμονία περιγραφή
ενός παραθαλάσσιου τοπίου. Και τα δύο εμψυχώνονται από μια α/ε θεότητα (Πάνας,
Πήγασος). Και οι δύο θεότητες με μορφή απλού ζώου πλήρως ενσωματωμένου στο
τοπίο. Φύση και μύθος συμπλέκονται με τρόπο εντυπωσιακά παρόμοιο.

«Γιατί βαθιά μου δόξασα» (361) -- Δραστηριότητα 1 ( + Μελαγχολία Ιάσωνος


Κλεάνδρου Καβάφη): Να επισημάνετε θεματικές, εκφραστικές και υφολογικές
αντιθέσεις. Τι λέει ο Σικελιανός για την ιδεολογία και την τέχνη του δημιουργού του;
Ήδη από τους τίτλους αντίθεση (μελαγχολία =/= δοξολογία). Αντίθεση και σε κλίμα
(απαισιοδοξία =/= αισιοδοξία)
Μία κεντρική θεματική ομοιότητα (τα κίνητρα της ποιητικής δημιουργίας), πάνω
στην οποία προβάλλονται οι ποικίλες διαφορές τους.
Καβάφης: ποίηση=πρόσκαιρο αντίδοτο στη γήρανση.
Σικελιανός: τη θεωρεί ως πιεστική ανάγκη έκφρασης ενός ευδαιμονικού βιώματος
αρμονικής συνύπαρξής του με το σύμπαν (στον Σικελιανό δεν νοείται η έννοια της
καταστροφής στον φυσικό κόσμο).
Ο χρόνος στον Καβάφη αδυσώπητος, στον Σικελιανό ευδαιμονική αιωνιότητα, ζωή
και θάνατος συναιρούνται σε μια απόλυτη ενότητα.
Καβάφης: λιτό, πεζολογικό, κοφτό, χαμηλόφωνο ύφος.
Σικελιανός: παρομοιώσεις, επιθ. προσδιορισμοί, περίπλοκη σύνταξη προκειμένου να
προβληθεί η αίσθηση της αρμονίας. Δοξαστικό, υψηλόφωνο ύφος.

«Μήτηρ Θεού» (361) -- (1917-1919): πενταμερές ποίημα-ύμνος τόσο στην παναγία


όσο και στη γυναίκα ως μανά-φύση και μήτρα της ζωής-συγχρόνως και λυρική
μελέτη θανάτου όπου ο θάνατος αναδεικνύεται σε πηγή ζωής μέσα στον αέναο κύκλο
της δημιουργίας-αφομοιώνει διδάγματα του γαλλικού συμβολισμού-ένα από τα
σημαντικότερα δείγματα καθαρής ποίησης της νεότερης ελληνικής ποίησης (η
καθαρή ποίηση =ακραία μορφή του συμβολισμού, δεν απευθύνεται στο μυαλό του

119
αναγνώστη, έχει στόχο να του προξενήσει αισθητική απόλαυση με το μετρό και τον
ρυθμό που είναι καθαρά ενδοποιητικά μέσα)-ζευγαρωτός 15συλλαβος (πρωτόκλιτος
+ όψιμος Σολωμός)

«Ιερά Οδός» (364) -- Δραστηριότητα 4: Να εντοπίσετε ίχνη θρησκευτικού


συγκρητισμού. Επίσης, τα στοιχεία ωρίμανσης και νέου τόνου φωνής στη σικελιανή
ποίηση:
στ. 44-50 όπου το σύμβολο της Μάνας εμφανίζεται στην α/ε εκδοχή όσο και στη
χριστιανική του εκδοχή.
Στους πρώτους στίχους: πληγή, ραγισματιά, ναυάγιο, ήλιος απειλητικός.. αλλοίωση
του ευφορικού σύμπαντος του ποιητή. Σκότος ευπρόσδεκτο καθώς τον βυθίζει σε ένα
απόλυτο λυτρωτικό σκοτάδι θείας αποκάλυψης. Το μήνυμα: αισιόδοξο, ότι θα έρθει
μια στιγμή που σκλάβος και δυνάστης θα συμφιλιωθούν και τότε θα επέλθει η
παγκόσμια αδελφοσύνη και αρμονία.
Η θεμελιώδης διαφορά: η αισιοδοξία εδώ δεν εμφανίζεται ως μια δεδομένη εξαρχής
ψυχική κατάσταση, αλλά ως αποτέλεσμα μια επίπονης διαδικασίας μύησης, ως ένα
είδος κάθαρσης μετά το πάθος του ποιητή.
Επίσης, ο υψηλότονος λυρισμός έχει δώσει τη θέση του σε έναν τόνο ταπεινόφρονα,
ο οποίος ωστόσο δεν στερείται μεγαλοπρέπειας.

«Στο έρμο χωράφι εκεί στη Σαλαμίνα» (368)

Δραστηριότητα 5: Με ποιον τρόπο αντιλαμβάνεται ο Σικελιανός την ποίηση και τον


ρόλο του ως ποιητή;
α. ως άξιο συνεχιστή της ομηρικής ποιητικής παράδοσης
β. αποτίει έμμεσα φόρο τιμής στη σολωμική ποίηση, της οποίας προβάλλεται ως
συνεχιστής
γ. ο αλαφροΐσκιωτος Σικελιανός οδηγεί τον τυφλό Όμηρο προς το απάνω: συνδέει
την ποιητική έμπνευση με τα βουνά, όπως ο πρόγονός του Αριστ. Βαλαωρίτης
δ. εμφανιζόμενος ως οδηγός το τυφλού Ομήρου: όχι ποιητική έπαρση, αλλά
ταπεινότητα, σεβασμό και πίστη προς τον αρχαίο ποιητή, τον οποίο αντιλαμβάνεται
ως ζωντανή παρουσία και όχι ως νεκρή, παρωχημένη παράδοση όπως ο Παλαμάς.

120
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9

ΒΑΡΝΑΛΗΣ - ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Η ποίηση του Βάρναλη έως το 1919

Ο Βάρναλης εμφανίζεται στο ποιητικό προσκήνιο το 1905 με τη συλλογή Κηρήθρες


και για μια δεκαπενταετία στη συνέχεια θεωρείται μία από τις πιο δόκιμες ποιητικές
φωνές, με λογοτεχνικές συνεργασίες στα περιοδικά της εποχής.
Στο έργο του αρχικά κυριαρχεί το ποίημα με λυρικά εκφραστικά στοιχεία ενώ
κυρίαρχο είναι το στοιχείο της συγκίνησης.
Από το 1907 στρέφεται στον συμβολισμό στον αισθητισμό. Γράφει κυρίως
μονολόγους, που υποτίθεται ότι εκφέρονται από χαρακτήρες του αρχαίου κόσμου. Το
ποιητικό σκηνικό στοιχειοθετείται με υλικό αντλημένο από την αρχαιότητα κυρίως
από τη μορφή του Διόνυσου.
Ο ποιητικός λόγος χαρακτηρίζεται από πειραματική διάθεση, στο πλαίσιο πάντως
της παραδοσιακής στιχουργικής. Εξυμνεί την ατομικότητα, την αισθητική θεώρηση
του βίου, που προκρίνει το εκλεκτό: το ταυτόχρονα ωραίο και ξεχωριστό, συχνά
αποτέλεσμα της τέχνης και όχι της φύσης.
Το ποιητικό υποκείμενο εμφανίζεται αδιάφορο ή και εχθρικό έναντι των
δεσμεύσεων του ατόμου σε έναν άλλο άνθρωπο ή και στο κοινωνικό σύνολο.
Η θεώρηση αυτή, με καταγωγή από τον αισθητισμό, συνδυάζεται με την ιδέα της
υπερίσχυσης του δυνατού. Από αυτές τις οπτικές προσεγγίζονται και θέματα όπως ο
έρωτας, η τέχνη, η σκοπιμότητα ή η ματαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και
διαμορφώνονται επιμέρους ποιητικές στάσεις, όπως η λατρεία της νεότητας, του
σώματος, των απολαύσεων, της ζωτικότητας, της δύναμης, της χαράς. Ο Θεός, ως
υπερβατική πηγή του νοήματος της ανθρώπινης ύπαρξης, στην φάση αισθητισμού της
ποίησης του Βάρναλη, εκλείπει κι έτσι το εκλεκτό είναι αυτό που αναλαμβάνει να
νοηματοδοτήσει την ύπαρξη - που αλλιώς θεωρείται μάταιη.

Η ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

9.2.1 Ο Προσκυνητής

Ο προσκυνητής δημοσιεύεται το 1919. Ο Προσκυνητής, που χωρίζεται σε 12 μέρη,


απαρτίζεται από 60 οκτάστιχες στροφές, σταθερής ομοιοκαταληξίας αβαβααβγγ, σε
ενδεκασύλλαβο στίχο), τη στροφή δηλαδή του σολωμικού Λάμπρου.

121
Το ποίημα, γραμμένο σε περίοδο εθνικής αισιοδοξίας (νικηφόροι για την Ελλάδα
Βαλκανικοί Πόλεμοι, φαινομενικά βάσιμες ελπίδες για τη μικρασιατική εκστρατεία),
αποτελεί σταθμό στην εξέλιξη της ποιητικής του Βάρναλη, τόσο από την άποψη των
λογοτεχνικών μορφών που τον απασχολούν όσο και από ιδεολογική άποψη σε ό,τι
αφορά τον κοινωνικό ρόλο της ποίησης: είναι το πρώτο του συνθετικό έργο (ποίημα
πολυμερές, εκτενές, απαιτητικής θεματικής) και το πρώτο στο οποίο η ποίηση γίνεται
αντιληπτή ως μια μορφή κοινωνικής πράξης. Και ακριβώς στο πλαίσιο του
δραματοποιείται ο νέος ρόλος της ποίησης, σε συνδυασμό με τη σύλληψη ενός
υψηλού, υπερατομικού, στόχου. Παράλληλα όμως δραματοποιείται και η
κατάρρευσή του. Αν και ένα μεγάλο μέρος του εξυμνεί την Ελλάδα, την ιστορική
ενότητα και διαδρομή της, το όραμα του ποιήματος δεν είναι αποκλειστικά εθνικό,
αλλά διανθρώπινο.

Η ΩΡΙΜΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΒΑΡΝΑΛΗ

9.3.1 Η ποίηση του Βάρναλη από το 1919 κι εξής

Η δεκαετία του 1920 είναι κρίσιμη από ιστορική άποψη για τους Ευρωπαίους
διανοουμένους: Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-1913), Α' Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-
1918), Οκτωβριανή Επανάσταση· και ειδικότερα για τους Έλληνες διανοουμένους, το
ναυάγιο της Μικρασιατικής Εκστρατείας και της Μεγάλης Ιδέας, (1919-1922).
Ο Βάρναλης μεταστρέφεται πολιτικά από τον αστικό φιλελευθερισμό στον
κομμουνισμό. Έκτοτε η πολυσχιδής πνευματική του δημιουργία (ποίηση,
πεζογραφία, λογοτεχνική κριτική και αισθητική, θέατρο, μετάφραση) συνδέθηκαν
άρρηκτα με την πορεία της κομμουνιστικής αριστεράς στην Ελλάδα.
Το 1919 είναι μια χρονιά ορόσημο για τον Βάρναλη καθώς «αποτελεί την απαρχή της
δημιουργικής δεκαετίας του, δηλαδή της δεκαετίας που περιλαμβάνει τα καλύτερα
επιτεύγματα και των λοιπών ειδών του, του κριτικού είδους Ο Σολωμός χωρίς
μεταφυσική (1925) και του πεζογραφικού Η αληθινή απολογία του Σωκράτη (1933),
και που εκπροσωπείται στην ποίηση με τα ώριμα έργα του Το φως που καίει (1922,
1933) και Σκλάβοι πολιορκημένοι (1927)»
Τα συγκεκριμένα ποιητικά έργα αποκαλύπτουν το στίγμα της ποιητικής του Βάρναλη
αυτή την περίοδο.

Η Αντιποίηση

Μία από τις ορίζουσες της ώριμης ποιητικής έμπνευσης και δημιουργίας του
Βάρναλη είναι η ειδική μορφή διαλόγου που συντελείται ανάμεσα στο έργο του και
στο λογοτεχνικό έργο άλλων δημιουργών, αλλά και το προγενέστερο δικό του

122
Ο διάλογος αυτός, η αντι/ποίηση, όπως τον αποκαλεί, προϋποθέτει δύο
συμπληρωματικές διαδικασίες: την ιδιοποίηση και την αναίρεση της πηγής του.
Στο πλαίσιο αυτό ο Βάρναλης συνδέεται με τον Παλαμά με μια σχέση ιδεολογικής
αντιπαράθεσης και ποιητικής συνομιλίας στο επίπεδο της έκφρασης και του
αφιερώνει τη μελέτη του Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική. Δεν ήταν πάντως λίγες οι
φορές κατά τις οποίες ο Βάρναλης με τρόπο απερίφραστο αντιπαρατέθηκε στον
Παλαμά, και όχι μέσω της αντι/ποιήσεως, αλλά σαρκαστικά (π.χ. «Λεφτεριά») ή
στηλιτεύοντας την ποιητική του, όπως κάνει για παράδειγμα ποίημα «Πόρνη», το
οποίο εντασσόταν στο τρίτο μέρος του Φωτός που καίει, στην έκδοση του 1922.

Στο πλαίσιο της αντι/ποιήσεως μπορεί να ενταχθεί και η μυθική μέθοδος του
Βάρναλη, η αξιοποίηση ως συμβόλων, δηλαδή, χαρακτήρων και μορφών από την
αρχαία ελληνική και τη χριστιανική θρησκεία, τις οποίες απομυθοποιεί,
απαλλάσσοντάς τες από τα εξιδανικευτικά στοιχεία που τις περιβάλλουν και τις απο-
μακρύνουν από τα ανθρώπινα μέτρα. Σε ορισμένες περιπτώσεις ερμηνεύει την
προσωπικότητα και τις επιλογές αυτών των μορφών με τρόπο που αναιρεί εκείνον της
θρησκευτικής παράδοσης από την οποία έλκουν την καταγωγή τους: της
αρχαιοελληνικής και της χριστιανικής. Άλλοτε οικειοποιείται την επίσημη εκδοχή
τους, αντιπαραθέτοντας ωστόσο μορφές που υπονομεύουν την ιδεολογία την οποία τα
σύμβολα αυτά εκφράζουν.

Γλώσσα-Ύφος

Ο Βάρναλης όντας οπαδός του Ψυχάρη χρησιμοποιεί τη δημοτική ως ποιητικό


υλικό.
Ωστόσο, και αυτό είναι βασικό συστατικό του ποιητικού του ύφους, ιδίως στα
σατιρικά μέρη των συνθεμάτων του, μεταχειρίζεται τη δημοτική σε διάφορες
κοινωνικές ποικιλίες της. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις τέτοιων κοινωνιολέκτων
που χρησιμοποιεί ο Βάρναλης είναι η λαϊκή γλώσσα και η γλώσσα του περιθωρίου
(π.χ. «Ο "καλός" λαός».)
Άλλες γλωσσικές πρακτικές που συντελούν στο βαρναλικό ύφος είναι η εντατική
χρήση του παρενθετικού λόγου, της στίξης και των διασκελισμών (με τρόπο που
δημιουργεί τριβή ανάμεσα στη μετρική και τη συντακτική ανάγνωση του κειμένου),
καθώς και η γραφή κοινών ονομάτων με αρχικό κεφαλαίο.

Η σατιρική αρχιτεκτονική

Κύρια ειδολογική κατηγορία της ώριμης ποίησης του Βάρναλη είναι η σάτιρα. Για να
εκπληρώσει τον σατιρικό στόχο του ξεκινά από την εύθυμη απεικόνιση και καταλήγει

123

290
στην κριτική και, κάποτε, στη βίαιη έκθεση της σκοτεινής, κατά τον σατιριστή,
φύσης του. Με άλλα λόγια υπάρχουν και εύθυμα και βίαια σατιρικά ποιήματα.
Βασικό χαρακτηριστικό των βαρναλικών σατιρικών συνθεμάτων αποτελεί η
ετερογένεια των συστατικών τους: α) ποικίλοι τύποι ποιημάτων απαρτίζουν τα
συνθέματα και β) το στοιχείο της ποικιλίας εμφανίζεται και στο εσωτερικό ενός
εκάστου ποιήματος. Η ποικιλία-ετερογένεια αναφέρεται σε όλα τα επίπεδα του
κειμένου: μορφή (π.χ. τα συνθέματα περιλαμβάνουν πεζά και έμμετρα κείμενα, ο
στίχος που χρησιμοποιείται από ποίημα σε ποίημα ποικίλλει)· γλώσσα (ποικιλία
κοινωνιολέκτων και τύπων λόγου)· εκφορά του λόγου (μονόλογος και διάλογος/ αφη-
γηματικά και δραματικά μέρη)· θεματική (η κοινωνική ανισότητα, ο πόλεμος, η
θρησκεία, η ποίηση, και βέβαια ο ταξικός χαρακτήρας όλων των προηγουμένων)·
χαρακτήρες και χώρος-χρόνος (από την αρχαία ελληνική και τη χριστιανική
θρησκεία, από το αστικό περιθώριο)· είδος (θρήνος, τραγούδι, ύμνος, παρωδία,
λυρικό ποίημα, δραματικός μονόλογος κ.ά.) κ.ά.

Το Φως που καίει

Το Φως που καίει κυκλοφορεί το 1922 και ξανά το 1933 σε διαφορετική μορφή.

Είναι τριμερές σύνθεμα, που απαρτίζεται από πεζά και έμμετρα κείμενα, με λυρικά
και σατιρικά μέρη, οραματικού χαρακτήρα.
Εκφράζει την προσδοκία και την υλοποίηση ενός ιδανικού -της κομμουνιστικής
επανάστασης και της δημιουργίας μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση. Σύμφωνα με
τον Βάρναλη, «το έργο αυτό θα μπορούσε να ονομασθεί της στρατευμένης τέχνης
[...] [καθώς] εκφράζει με ενθουσιασμό ορισμένες πίστεις, χτυπά με μίσος τις
αντίθετες

Οι Σκλάβοι Πολιορκημένοι (1927),

Σύνθεμα που αρθρώνεται σε τέσσερα μέρη και, όπως και το Φως που καίει,
απαρτίζεται από έμμετρα και πεζά κείμενα, με λυρικά και σατιρικά στοιχεία και
χαρακτήρα «αντιπολεμικό» και «αντι- ιδεαλιστικό».
 Το πρώτο μέρος με τίτλο «Το θεϊκό ήτοι το ανθρώπινο πάθος»,
επικεντρώνεται σε επεισόδια από τη ζωή βιβλικών προσώπων: της Παναγίας,
του Ιούδα, του Χριστού.
 Το δεύτερο, «Ο πόλεμος», περιλαμβάνει μια σειρά από διαφορετικές μεταξύ
τους οπτικές έναντι του πολέμου: αυτή ενός άντρα, μιας γυναίκας, μιας «σκιάς
ενός Κλέφτη από τα περασμένα», ενός σκεπτικιστή και ενός τρελού.

124
 Το τρίτο «Το όραμα ήτοι η δεφτέρα παρουσία» προεκτείνει κατά μία έννοια
το δεύτερο, καθώς ένας πληγωμένος σε πολεμικά επεισόδια «οραματίζεται,
ξεψυχώντας, τη Δέφτερη παρουσία».
 Τέλος, το τέταρτο μέρος, «Η καμπάνα ήτοι η ελεφθερία» επικεντρώνεται σε
ένα επεισόδιο της ειρηνικής ζωής -εγκαίνια μιας καινούριας καμπάνας- και
στηλιτεύει την συνειδησιακή υποδούλωση του λαού στην οποία συνεργούν οι
ιδεαλιστές διανοούμενοι.

125
ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

9.5.1 Το έργο του Νίκου Καζαντζάκη και οι φιλοσοφικές του προϋποθέσεις


(1883- 1957)

Στη συγγραφική διαμόρφωση του έργου του Καζαντζάκη καθοριστική επιρροή


άσκησε η φιλοσοφία του Friedrich Nietzsche (1844-1900) και του Henri Bergson
(1859-1941).
Με αφετηρία τη φιλοσοφία του Νίτσε διαμόρφωσε μια σειρά στοιχείων της
κοσμοθεωρίας του, όπως είναι η αποθέωση της πράξης και η απαξίωση του λόγου, η
αποδοχή του ανορθολογισμού, του ενστικτώδους και του παρορμητικού- και η
πεποίθηση ότι «το να συντρίβουμε τις παλιές αξίες είναι μια ηθική προσταγή, αν
θέλουμε να γεννηθούν καινούργιες».
Ιδιαίτερη βαρύτητα για την καζαντζακική φιλοσοφία είχε η σκέψη του Μπερξόν.
Μάλιστα, ο Μπήαν υποστηρίζει ότι «ο Αλέξης Ζορμπάς, είναι μια μυθοποίηση της
μπερξονικής θεωρίας, μια παραβολή της ζωτικής ορμής σε λειτουργία» (Μπήαν,
1983, σ. 53).
Στο πλαίσιο του μπερξονισμού, ο Θεός, αντικαθίσταται από την έννοια της ζωτικής
ορμής. Πρόκειται για μια αρχέγονη ορμή η οποία, σε μια αέναα επαναλαμβανόμενη
διαδικασία, από τη μία πλευρά αποκτά υλική υπόσταση (ζωή) και από την άλλη ωθεί
την ύλη να εκδηλωθεί μέσα από όλο και πιο πνευματικές μορφές. Οι άνθρωποι
κλείνοντας το βιολογικό μας κύκλο, θα πρέπει να έχουμε ακολουθήσει στο μέγιστο
βαθμό τη ζωτική αυτή ώθηση, ώστε η υλική μας υπόσταση να μετουσιωθεί σε
πνευματική. Έτσι, γινόμαστε «σωτήρες θεού», salvatores dei, όπως δηλώνεται στον
τίτλο του έργου του Καζαντζάκη, Ασκητική. Salvatores Dei).
Ο Καζαντζάκης καταπιάστηκε με διάφορα είδη λόγου. Έγραψε δοκίμιο, φιλοσοφικές
και αισθητικές μελέτες, ταξιδιωτικές εντυπώσεις, θέατρο, ποίηση, μυθιστόρημα,
αυτοβιογραφία.
Από από τα πρώτα ώριμα έργα του είναι το περίφημο δοκίμιο Salvatores Dei.
Ασκητική (1927), ένα βιβλίο στο οποίο «αναπτύσσει τις μπερξονικές του ιδέες με
νιτσεϊκό πάθος».
Το είδος όμως που έμελε να του προσφέρει την αναγνώριση του διεθνούς
αναγνωστικού κοινού και την επιτυχία ήταν το μυθιστόρημα.
Με το μυθιστόρημα ασχολήθηκε εντατικά, χωρίς ωστόσο να εγκαταλείψει άλλα είδη,
όπως το θέατρο.

126
9.5.2 Η λογοτεχνική παραγωγή του Νίκου Καζαντζάκη πριν από τον Β'
Παγκόσμιο Πόλεμο

Ο Καζαντζάκης εμφανίζεται ως συγγραφέας με ένα μυθιστόρημα επηρεασμένο από


τον αισθητισμό, το Όφις και κρίνο (1906). Εξέδωσε μερικά ακόμη μυθιστορήματα-
«Σπασμένες ψυχές» (Ο Νουμάς, 1909-1910), Toda Raba (1934) και Le jardin des
rochers (1939), τα οποία, σε κάθε περίπτωση, δεν καθορίζουν τον ειδολογικό
χαρακτήρα της λογοτεχνικής του παραγωγής πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο μορφικός-υφολογικός χαρακτήρας του μεγαλύτερου μέρους του λογοτεχνικού
έργου του Καζαντζάκη σε αυτή τη φάση είναι ενιαίος: το γιγάντιο σε έκταση
αφηγηματικό ποίημα, Οδύσσεια (έπος, κατά τον συγγραφέα), οι Τερτσίνες του, η
θεατρική του παραγωγή, όλα είναι κείμενα συνθεμένα σε στίχο. Το ύφος τους
βασίζεται σε μία χρήση της γλώσσας (δημοτική, χωρίς παραχωρήσεις σε λόγιους
τύπους, ως προς τις φωνολογικές και μορφολογικές της βάσεις) η οποία αποκλίνει
από την καθημερινή: λεξιλόγιο πλούσιο, αντλημένο από διάφορες διαλεκτικές
ποικιλίες της ελληνικής, εμφατική χρήση ρητορικών τρόπων και σχημάτων
έκφρασης, πληθωρική εικονοποιία, περίπλοκη σύνταξη - μέχρι καταχρήσεως).

Αυτά τα έργα, επίσης, έχουν όλα αφηγηματικό χαρακτήρα: Η αφηγηματικότητα


είναι στοιχείο αυτονόητο σε ένα επικό ποίημα, όπως η Οδύσσεια, και στο θέατρο.
Και οι Τερτσίνες του όμως έχουν επίσης αφηγηματικό χαρακτήρα. Η αφήγηση
επικεντρώνεται σε ηρωικές μορφές, σημαντικά ιστορικά πρόσωπα ή ιδιαίτερα
γνωστούς λογοτεχνικούς χαρακτήρες οι οποίοι, λόγω της ξεχωριστής τους επίδοσης
σε έναν ορισμένο τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας, υπερβαίνουν τον μέσο άν-
θρωπο.

Οδύσσεια: Ο Πολίτης απορρίπτει την ιδέα ότι η Οδύσσεια αποτελεί «το έπος του
σύγχρονου ανθρώπου» Η Οδύσσεια μοιράζεται ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά με
τα έπη (μεγάλη έκταση, η ποιητική μορφική οργάνωση, ο αφηγηματικός χαρακτήρας,
η ηρωική διάσταση των χαρακτήρων, καθώς υπερβαίνουν τα όρια και το πεδίο
δράσης του μέσου ανθρώπου) Όμως, ενώ τα έπη εκφράζουν κοινωνίες που δεν
αμφισβητούν την ύπαρξη μιας υπερβατικής τάξης η οποία νοηματοδοτεί τον κόσμο
και νομιμοποιεί ηθικά και λογικά την ηρωική δράση, η οδυσσειακή περιπλάνηση του
Καζαντζάκη προϋποθέτει τη συνεχή υπέρβαση των υλικών δεσμεύσεων, την
απελευθέρωση από την υλική ύπαρξη, ώστε να επιτευχθεί ο απώτερος στόχος της
πνευματικής μετουσίωσης. Η αφήγηση δε (όπως και σε όλο το έργο του δραματοποιεί
τις φιλοσοφικές του αντιλήψεις).

127
ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

Το ώριμο μυθιστορηματικό έργο του Νίκου Καζαντζάκη

Τα μυθιστορήματα του Ν. Καζαντζάκη, που του προσέφεραν τεράστια αναγνώριση


και τον καθιέρωσαν δημοσιεύτηκαν μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο:
 Βίος και πολιτεία τον Αλέξη Ζορμπά (1946),
 Ο καπετάν Μιχάλης (1953),
 Ο Χριστός ξανασταυρώνεται (1954),
 Ο τελευταίος πειρασμός (1955),
 Ο φτωχούλης τον Θεού (1956),
 Οι αδερφοφάδες (1963).

Το 1961 κυκλοφορεί και η αυτοβιογραφία του, Αναφορά στον Γκρέκο, έργο στο οποίο
μυθοποιεί τον βίο του, μέσω της αναγωγής των επεισοδίων του στις φιλοσοφικές του
πεποιθήσεις. Ο ίδιος την χαρακτηρίζει «Οδοιπορικό» «της πορείας [τ]ου ανάμεσα
στους ανθρώπους, στα πάθη και στις ιδέες».
Τα μυθιστορήματά του έκαναν τεράστια αναγνωστική επιτυχία και ξεπέρασαν όχι
μόνο τη γλώσσα στην οποία γράφτηκαν, αλλά και το ίδιο το γλωσσικό μέσο: πέρασαν
στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση, με αποτέλεσμα να γίνουν γνωστά στο
ευρύτερο κοινό.

Δραστηριότητα 6/Κεφάλαιο 9

Ο υφολογικός-γλωσσικός πληθωρισμός, το ενδιαφέρον για τα αφηγηματικά είδη, ο


συντονισμός της αφήγησης με τη φιλοσοφία του, ορισμένα δηλαδή από τα
χαρακτηριστικά της πρώτης φάσης του έργου του Καζαντζάκη, για τα οποία έγινε
λόγος στην ενότητα 9.6.2, δεν υποχωρούν στην επόμενη φάση της δημιουργίας του.
Διαβάστε προσεκτικά το απόσπασμα από το μελέτημα του Π. Μπήαν Νίκος
Καζαντζάκης (Ανθολόγιο Κριτικών Κειμένων). Στη συνέχεια δοκιμάστε να
συνοψίσετε τους παράγοντες που οδήγησαν, κατά τον μελετητή, στην εξέλιξη της
γραφής του Καζαντζάκη, ύστερα από την Οδύσσεια. Θα βρείτε τη δική μας απάντηση
στο Παράρτημα, τέλος του κεφαλαίου.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Κατά την εκτίμηση του Μπήαν, στην περίπτωση του Καζαντζάκη, η «καλλιτεχνική
επιτυχία του κάθε έργου εξαρτάται», ανάμεσα σε άλλα, «από το πόσο καλά

128
συγχωνεύονται η ιστορία με την κοσμολογία, από τη μετάβαση του ειδικού στο
γενικό» (Μπήαν, 1983, σ. 17). Η εκτίμηση αυτή εμφανίζεται με πολύ πιο αναλυτικό
τρόπο στην πρώτη παράγραφο του αποσπάσματος (Ανθολόγιο Κριτικών Κειμένων). Ο
Μπήαν υποστηρίζει ότι ο συγγραφέας μετά την Οδύσσεια, σε άλλα του έργα λιγότερο
σε άλλα περισσότερο, το κατορθώνει. Και τρεις είναι οι παράγοντες που διευκόλυναν
αυτή την πρόοδο: η γλωσσική- υφολογική απελευθέρωση που κατέκτησε ο
Καζαντζάκης, εγκαταλείποντας το στίχο για την πρόζα' η ενσωμάτωση του ελληνικού
στοιχείου στο έργο του, κάτι που του προσέδωσε φυσιογνωμία' τέλος, η
συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας να αποδεχτεί τις ιδιαιτερότητες του
καλλιτεχνικού έργου, σε σχέση π.χ. με τον φιλοσοφικό λόγο, κυρίως ως προς το
σκέλος της αποστασιοποίησης του καλλιτέχνη-δημιουργού από τους ήρωές του, της
αναγκαιότητας να νιώσει άνετα με έναν ρόλο όπου ο συγγραφέας γίνεται ένας
«σκηνοθέτης [...] που αφήνει τους ήρωές του να παίζουν σχεδόν μόνοι τους» (Μπήαν,
1983, σ.55)

9.6.2 Η επιτυχία του έργου

Η επιτυχία του έργου του συσχετίζεται με τη ρομαντική κοσμοθεωρία των


μυθιστορημάτων, η οποία αποθέωνε τη μοναδικότητα του ατόμου και τα δικαιώματα
του, τις απεριόριστες δυνατότητες τις οποίες έχει η ατομικότητα εφόσον εκφραστεί
ελεύθερα: χωρίς να συμμορφώνεται με τις επιταγές του λόγου, ακολουθώντας τη
διαίσθηση και την καρδιά και συγκρουόμενη με κάθε τύπο ορίου, όπως η παράδοση,
η συγκλίνουσα συγκρότηση της προσωπικότητας, ο συμβιβασμός με την κοινότητα, ο
νόμος, η τάξη και ο λόγος.
Αυτά κατά τον Μπήαν (1989), λειτουργούν στο μυθιστόρημα του Καζαντζάκη σε ένα
«εξωτικό» σκηνικό πλαίσιο, ασφαλές, καθότι διαφορετικό από εκείνο του αστού
αναγνώστη, απομακρυσμένο από το δικό του πλαίσιο αναφοράς. Με τους όρους
αυτούς, το μυθιστόρημα του Καζαντζάκη προσέφερε μια νέα νομιμοποίηση σε
βασικά στοιχεία της ρομαντικής νοοτροπίας, απενοχοποιώντας την συγχρόνως, ιδίως
ως προς το σκέλος του ανορθολογισμού, από την ιστορική διασύνδεση που είχε
αποκτήσει σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες με τον ναζισμό.

9.6.3 Το χρονο-τοπικό πλαίσιο

Η ώριμη μυθιστορηματική παραγωγή του Καζαντζάκη τοποθετείται σε ένα μη αστικό


χρονο-τοπικό πλαίσιο.
Έτσι, το μυθιστόρημα Βίος και πολιτεία τον Αλέξη Ζορμπά, διαδραματίζεται στο
μεγαλύτερο μέρος του σε μικρή αγροτική κοινότητα της Κρήτης. Στην Κρήτη
διαδραματίζεται και Ο καπετάν Μιχάλης, σε ένα χωριό της Μικράς Ασίας, τη

129
Λυκόβρυση, το μυθιστόρημα Ο Χριστός ξανασταυρώνεται. Η μυθοπλασία στον
Τελευταίο πειρασμό αναπτύσσεται στις περιοχές όπου, σύμφωνα με τη Βίβλο, έζησε
και έδρασε ο Χριστός.
Ο Φτωχούλης τον Θεού αναφέρεται στη ζωή του αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης, όπως
τη μαρτυρούν οι «καταλασπωμένοι δρόμοι της Ιταλίας, [οι] μαύρες σπηλιές, [οι]
χιονοσκέπαστες κορφές» (Καζαντζάκης, 1981α, σ. 23), απ' όπου πέρασε ο
«βιογραφούμενος» άγιος. Τέλος, οι Αδερφοφάδες αναφέρονται στον εμφύλιο πόλεμο
και διαδραματίζονται στον Κάστελο, χωριό της Ηπείρου.

9.6.4 Η θεματική

Η θεματική των μυθιστορημάτων του Καζαντζάκη οργανώνεται γύρω από τη βασική


αντίθεση ανάμεσα στην τάση προς την πνευματική μετουσίωση και τους
διαφορετικούς δρόμους που οδηγούν σε αυτή από τη μία πλευρά και καθετί που την
παρεμποδίζει από την άλλη.

Π.χ. οι δύο αγαπημένοι σύντροφοι του αφηγητή στο μυθιστόρημα Βίος και πολιτεία
τον Αλέξη Ζορμπά, δηλαδή ο Σταυριδάκης και ο Ζορμπάς που ακολουθούν
διαφορετική πορεία.
Πράγματι, στο πλαίσιο της μυθοπλασίας και οι δυο χαρακτήρες ακολουθούν τον
δρόμο της μετουσίωσης της σάρκας σε πνεύμα: αφελώς ο πρώτος, συνειδητά ο
δεύτερος. Η βασική αυτή αντίθεση δομείται με ιεραρχημένους όρους: η
πνευματικότητα σημαίνεται με θετικό πρόσημο και η υλικότητα, καθώς και οι
ανάγκες που απορρέουν από αυτήν και παρεμποδίζουν την πνευματική μετουσίωση,
με αρνητικό.
Έτσι και η ελευθερία, με καζαντζακικούς όρους δεν βρίσκεται στο είναι, αλλά στο
γίγνεσθαι. Δεν είναι μία μορφή ηθικής, κοινωνικής ή πολιτικής κατάστασης, αλλά
έχει αναφορά ψυχολογικής τάξης (προϋποθέτει την αποδέσμευση από κάθε επιδίωξη,
οσοδήποτε υψηλή ή αλτρουιστική και αν είναι)
Όπως το διατυπώνει στην Ασκητική: «Η ανώτατη αρετή δεν είναι να 'σαι ελεύτερος,
παρά να μάχεσαι για ελευτερία» (Καζαντζάκης, 1971, σ. 83). Γιατί, η μετουσίωση της
σάρκας σε πνεύμα θα πρέπει να έχει τελείως ανυστερόβουλο χαρακτήρα. Σε αυτό το
πλαίσιο μπορούμε να καταλάβουμε και τις σκέψεις που κάνει ο αφηγητής στον Βίο
και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά: «Να λευτερωθείς από ένα πάθος, υπακούοντας σ' ένα
άλλο υψηλότερο. Μα μήπως κι αυτό δεν είναι σκλαβιά; Να θυσιάζεσαι για μιαν ιδέα,
για τη ράτσα σου, για το Θεό; Ή μήπως όσο πιο αψηλά στέκεται ο αφέντης σου τόσο
και πιο μακραίνει το σκοινί της σκλαβιάς μας, πηδούμε τότε και παίζουμε σε πολύ
πλατύχωρο αλώνι, πεθαίνουμε χωρίς να βρούμε την άκρα του, κι αυτό το λέμε
ελευτερία;» (Καζαντζάκης, 1981, σ. 35- 36).

130
Το αφηγηματικό περιεχόμενο των μυθιστορημάτων και η πλοκή τους (τρόπος,
οργάνωσης επεισοδίων της ιστορίας και η εξέλιξη προς ένα ορισμένος τέλος) σε ένα
μεγάλο βαθμό σκηνοθετούν την ταλάντευση μιας σειράς χαρακτήρων ανάμεσα στους
δύο θεμελιώδεις, αλλά αντιθετικούς όρους: της πνευματικής μετουσίωσης και της
δέσμευσης από τις αναγκαιότητες (υλικές ή πολιτισμικές). Στην αντίθεση αυτή
ανάγεται και μια σωρεία άλλων αντιθέσεων όπως:
σώμα-πνεύμα,
μονιμότητα-μεταβολή,
παλιό-νέο,
«κάτω»-«πάνω»,
χαμηλά-ψηλά,
χώμα-ουρανός,
γυναίκα-άνδρας,
σύνολο-άτομο,
νόηση-εμπειρία,
νους-καρδιά/ψυχή/ένστικτο/διαίσθηση,
εγρήγορση-όνειρο

χαρακτήρες οι οποίοι ακολουθούν την ορμή προς την αποπνευμάτωση της ύλης μέχρι
τέλους. Από τους υπόλοιπους, άλλος προχωρά περισσότερο άλλος λιγότερο κι άλλος
ελάχιστα. Έτσι, ενώ οι επιμέρους πράξεις τους μπορούν να κατηγοριοποιηθούν
ανάλογα με τη λειτουργία τους (σε ό,τι αφορά τους ίδιους ή τον κεντρικό
χαρακτήρα), οι χαρακτήρες δεν είναι δυνατόν να υπαχθούν σε αυτή την κάθετη
κατηγοριοποίηση (κάτι που θα μας έδινε ήρωες που διευκολύνουν ή παρεμποδίζουν
την πορεία προς την πνευματοποίηση). Σε αυτό το πλαίσιο μπορούμε να
αντιληφθούμε και τον διάλογο ανάμεσα στον Ιησού και τον Ιωάννη από τον
Τελευταίο πειρασμό:

- Ποιος σε τυραννάει;
Ο νέος αχνογέλασε· έκαμε ν' αποκριθεί: «Ο Θεός», μα κρατήθηκε· ετούτη ήταν η με-
γάλη μέσα του κραυγή, δεν ήθελε να την αφήσει να φύγει από το στόμα του»,
(Καζαντζάκης, 1955, σ. 25)
Η θετική σημασία του μοτίβου της κραυγής έχει οπωσδήποτε σχέση με την αντίθεση
ανάμεσα στον νου και στην καρδιά, το ένστικτο, τη διαίσθηση και στην
κατωτερότητα του νου στο πλαίσιο της πνευματικής μετουσίωσης.

131
Δραστηριότητα 7/Κεφάλαιο 9
ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ – ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Διαβάστε τον «Πρόλογο» από την Αναφορά στον Γκρέκο (Ανθολόγιο Λογοτεχνικών
Κειμένων) και περιγράψτε την οργάνωση της θεματικής του.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ 7
Αυτό που αποκαλούμε αυτοβιογραφία του Καζαντζάκη, στον «Πρόλογο»
σκηνοθετείται ως αναφορά ενός ηρωικού πολεμιστή του πνεύματος προς τον
στρατηγό-πνευματικό του πρόγονο τον οποίο επέλεξε ο αυτοβιογραφούμενος, για να
απευθύνει τον απολογισμό της ζωής του.
Έτσι, το μοτίβο του πολέμου διατρέχει τη σύλληψη του βίου: η ζωή είναι μάχη.
Ο πρόλογος οργανώνεται σε τρεις σκηνές και επίπεδα πραγματικότητας.
Το πρώτο είναι το επίπεδο της εγρήγορσης. ελέγχεται από τον νου και στο πλαίσιο
του η καρδιά ποθεί την αθανασία, αλλά στα τυφλά, στη γη' είναι αδιέξοδο ως προς
την πνευματική αγωνία που διακατέχει τον αφηγητή μπροστά σε αυτό που
διαισθάνεται ότι είναι το τέλος της ζωής του.
Το δεύτερο είναι το επίπεδο του ονείρου' ο νους έχει υποχωρήσει, η καρδιά, η
διαίσθηση και η ψυχή έχουν αναλάβει. Εδώ ο αφηγητής ανακαλύπτει τον ιδανικό
αποδέκτη της αυτοβιογραφίας του, αλλά και την ουσιαστική κλίση (: το οδηγητικό
νήμα) που υποτίθεται ότι κατηύθυνε τον βίο του και την οποία ο νους αδυνατούσε να
προσδιορίσει: «Φτάσε όπου δεν μπορείς!». Στην αντίθεση εγρήγορση- όνειρο, το
όνειρο εμφανίζεται ανώτερο και είναι σε θέση να εξαναγκάσει τον νου «να βάλει
καινούργια τάξη, καινούργιους νόμους: «πιο πλούσια αρμονία να γίνει ο κόσμος».
Πράγματι, το τρίτο επίπεδο, που ακολουθεί το ξύπνημα από το όνειρο, είναι μια
νέα εγρήγορση, ενδυναμωμένη από τις κατευθύνσεις που της έδωσε η διαίσθηση και
το όνειρο. Η θεματική αντίθεση εγρήγορση-όνειρο έχει και αφηγηματική λειτουργία:
αρχική εγρήγορση = αδυναμία αυτοβιογράφησης / όνειρο = εντοπισμός του σκελετού
της αυτοβιογραφίας και του ιδανικού αποδέκτη της / νέα εγρήγορση = έναρξη της
«αναφοράς», που προεκτείνεται και στο υπόλοιπο αυτοβιογραφικό σώμα. Πέραν
αυτής της βασικής αντίθεσης μπορούμε εύκολα να εντοπίσουμε στον «Πρόλογο» και
αρκετές από τις καζαντζακικές ιεραρχικές θεματικές αντιθέσεις: η γλυκιά φωνή της
γης («Έλα... έλα... έλα...») από τη μία πλευρά και ο «αρσενικός λόγος» («Φτάσε όπου
δεν μπορείς!») από την άλλη.· Η ζωή ως αξιοποίηση δυνατοτήτων, το «Φτάσε όπου
μπορείς» (που μοιάζει επίσης να βγαίνει από «το βαθύ λαρύγγι της γης»), και η ζωή
ως υπέρβαση δυνατοτήτων και περιορισμών, το «Φτάσε όπου δεν μπορείς!». Και
βεβαίως στον «Πρόλογο» απαντούν πολλά από τα καζαντζακικά μοτίβα, όπως είναι ο
ανήφορος, το χώμα, ο σταυρός, η φλόγα, τα σύνορα κ.ά.

132
Οι χαρακτήρες

Λαμβάνοντας υπόψη τη δράση των χαρακτήρων και το ότι η εξέλιξη της αφήγησης
έχει ως βαθύτερο θέμα της τη διαδικασία της πνευματικής μετουσίωσης, προκύπτουν
δύο βασικές κατηγορίες πράξεων:
 εκείνες οι οποίες διευκολύνουν τη διαδικασία της πνευματικής μετουσίωσης
και
 εκείνες που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την παρεμποδίζουν.

Οι χαρακτήρες οι οποίοι ακολουθούν την ορμή προς την αποπνευμάτωση της ύλης
μέχρι τέλους. Από τους υπόλοιπους, άλλος προχωρά περισσότερο άλλος λιγότερο κι
άλλος ελάχιστα. Έτσι, ενώ οι επιμέρους πράξεις τους μπορούν να κατηγοριοποιηθούν
ανάλογα με τη λειτουργία τους (σε ό,τι αφορά τους ίδιους ή τον κεντρικό
χαρακτήρα), οι χαρακτήρες δεν είναι δυνατόν να υπαχθούν σε αυτή την κάθετη
κατηγοριοποίηση (κάτι που θα μας έδινε ήρωες που διευκολύνουν ή παρεμποδίζουν
την πορεία προς την πνευματοποίηση). Σε αυτό το πλαίσιο μπορούμε να
αντιληφθούμε και τον διάλογο ανάμεσα στον Ιησού και τον Ιωάννη από τον
Τελευταίο πειρασμό:

Ο άνθρωπος είναι ένα σύνορο: εκεί που σταματάει η γης κι αρχίζει ο ουρανός· μα το
σύνορο αυτό ακατάπαυτα μετατοπίζεται και προχωράει κατά τον ουρανό· μαζί του
μετατοπίζουνται και προχωρούν κι οι εντολές του Θεού· παίρνω τις εντολές του Θεού
από τις πλάκες του Μωϋσή και τις πάω πιο πέρα.
Αλλάζει το λοιπόν το θέλημα του Θεού, ραβή μου; έκαμε ο Ιωάννης ξαφνιασμένος.
Όχι, Ιωάννη αγαπημένε· μα πλαταίνει η καρδιά του ανθρώπου και χωράει περισσότερο
θέλημα. (Καζαντζάκης, 1955, σ. 347).

Οι πράξεις λοιπόν των ανθρώπων μπορεί να εμποδίζουν ή να διευκολύνουν την


πνευματική μετουσίωση, αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος, στο βαθμό που αλλάζει, δεν
εργάζεται οριστικά στη μία ή στην άλλη κατεύθυνση.
Ο ξεχωριστός χαρακτήρας που ακολουθεί την ορμή προς την αποπνευμάτωση μέχρι
τέλους πεθαίνει γιατί η αποπνευμάτωση δεν μπορεί να ολοκληρωθεί στο πλαίσιο της
βιολογικής ύπαρξης.
Στην καζαντζακική μυθοπλασία, η πλοκή δραματοποιεί την πορεία πνευματικής
μετουσίωσης και ο θάνατος, τουλάχιστον από τη σκοπιά του κεντρικού χαρακτήρα,
αποτελεί το βιολογικό τέρμα της πορείας για την πνευματοποίηση της ύλης και έτσι
τη λύση της αφήγησης. Ο ασύμβατος χαρακτήρας πνεύματος-υλικής υπόστασης
αποτελεί το θέμα του παρακάτω διαλόγου, ανάμεσα στον Ιάκωβο και τον Ιησού:

133
Κι αυτό, το πνέμα της αλήθειας που λες, κι αυτό θα σταυρωθεί· όσο θα υπάρχουν, ραβή
μου, άνθρωποι, το πνέμα θα σταυρώνεται, να το ξέρεις. Μα δεν πειράζει· πάντα κάτι
απομένει, κι αυτό, σου λέω, μας φτάνει.
Δε με φτάνει εμένα! Φώναξε ο Ιησούς απελπισμένος.
Ταράχτηκε ο Ιάκωβος ν' ακούσει την πονεμένη κραυγή, ζύγωσε, έπιασε το χέρι του
δασκάλου:
Δε σε φτάνει, ραβή μου, είπε, και γι' αυτό σταυρώνεσαι· συχώρεσέ με που σου αντι-
μίλησα. (Καζαντζάκης, 1955, σ. 428).

Οι μυθιστορηματικοί ήρωες του Καζαντζάκη είναι «"οριακές" προσωπικότητες». Δεν


ενσαρκώνουν τον μέσο άνθρωπο. Μνημιεώνονται ή ηρωοποιούνται εξ αιτίας της
δοκιμασία που υφίστανται, της πάλη που διεξάγουν με κάποιες δυνάμεις που θέλουν
να τους ξαναφέρουν στην παθητική αδράνεια».
Έχουν μια τάση για το ακραίο, το άγιο ή το σατανικό» και αυτό καθορίζει το «ήθος»
τους στην μυθοπλασία.
Οι χαρακτήρες στο μυθιστόρημα του Καζαντζάκη «ξεπερνούν διαρκώς τις
"δυνατότητές" τους, τις "ικανότητές" τους και την "επάρκειά" τους ως προς το να
στοχάζονται για οποιοδήποτε ζήτημα - υψηλό ή όχι» και με αυτή την έννοια δεν
συμμορφώνονται με τις ρεαλιστικές προδιαγραφές αφηγηματικής ανάπτυξης των
χαρακτήρων.

9.6.6 Η ετερονομία του αφηγηματικού σύμπαντος

«Οι καταστάσεις μέσα στις οποίες δοκιμάζονται οι ήρωές του έχουν ένα προφανή
διδακτικό προσανατολισμό - κυρίως, το να μεταδώσουν ένα βιοθεωρητικό πιστεύω
για το νόημα του κόσμου. Αυτό σχετίζεται με τις φιλοσοφικές καταβολές του έργου
του. Πράγματι, η πλοκή των ώριμων μυθιστορημάτων του ολοκληρώνεται από την
άποψη της σημασίας της, μέσω της αναγωγής της σε μία δεύτερη υπονοούμενη
αφήγηση: αυτή της πορείας ενός ξεχωριστού ήρωα προς την πνευματική μετουσίωση
- εξού και η παραβολική διάσταση των μυθιστορημάτων του Καζαντζάκη.
Όπως παρατηρεί ο Μπήαν, η «καλλιτεχνική επιτυχία του κάθε έργου εξαρτάται»,
ανάμεσα σε άλλα, «από το πόσο καλά συγχωνεύονται η ιστορία με την κοσμολογία,
από τη μετάβαση του ειδικού στο γενικό» (1983, σ. 17).
Έτσι μπορούμε να καταλάβουμε καλύτερα με ποια έννοια τα μυθιστορήματα του
Καζαντζάκη δεν είναι ολότελα ρεαλιστικά. Εκφράζουν μεν ενδιαφέρον για την
αληθοφάνεια και την αυτοτέλεια του αφηγηματικού κόσμου· εμπερικλείουν ένα
επίπεδο εξέλιξης της αφήγησης σε χρονο-τοπικό πλαίσιο, το οποίο έχει σαφείς
αναφορές στην πραγματικότητα και το οποίο τους εξασφαλίζει έναν βαθμό
αυτοτέλειας. Όμως, η κατασκευή ενός αληθοφανούς και αυτοτελούς κόσμου, δεν

134
είναι η κύρια βλέψη του Καζαντζάκη. Ο συγγραφέας επιθυμούσε με πάθος να
δημιουργήσει ζωντανούς χαρακτήρες, οντότητες που πείθουν για την αυτονομία και
αυτοτέλειά τους μέσα στην κάθε ιστορία, με την προϋπόθεση όμως -τη μη
ομολογημένη βέβαια από τον συγγραφέα- ότι η ζωή των χαρακτήρων έχει ένα νόημα
που τους ξεπερνάει σε σημασία. Ένα νόημα που σηματοδοτείται από τις
βιοθεωρητικές απόψεις του» (Ζήρας, 1992, σ. 151).
Έτσι, δεν αποτελεί παράδοξο το ότι συναντάμε στο μυθοπλαστικό σύμπαν μια σειρά
άλλων επιπέδων αφηγηματικής ανάπτυξης, μη ρεαλιστικών (για παράδειγμα, το
επίπεδο του «προφητικού» ονείρου ή των θαυμαστών ή παράδοξων συμβάντων, τα
οποία δεν συμμορφώνονται με τους φυσικούς νόμους που γνωρίζουμε στην
πραγματικότητά μας), αλλά τα οποία εξυπηρετούν την διδακτική σκοπιμότητα του
έργου, το χρέος της τέχνης, όπως το θέτει ο συγγραφέας «να υποτάζει τα πάντα στην
ουσία· θρέφεται από την ιστορία, την αφομοιώνει αργά, πονετικά, και την κάνει
παραμύθι» («Πρόλογος», Ο Φτωχούλης τον Θεού, Καζαντζάκης, 1981, σ. 9).
Το μυθιστόρημα του Καζαντζάκη κινείται πέραν του ρεαλισμού: χρησιμοποιεί
ρεαλιστικά στοιχεία σε συνδυασμό με μη ρεαλιστικά, ώστε να επιτύχει την απόδοση
του γενικού μέσα από το ειδικό (:τη «μυθοποίηση» του φιλοσοφικού υποστρώματος).
Ανάμεσα στα ρεαλιστικά στοιχεία συναριθμούνται και κάποια που είναι δυνατόν να
παραβληθούν με όψεις της ηθογραφίας του τέλους του 19ου αιώνα. Όπως παρατηρεί
ο Μπήτον, «το σκηνικό όλων [αυτών των μυθιστορημάτων] είναι οι μικρές αγροτικές
κοινότητες, που προτιμούσε ο ηθογραφικός ρεαλισμός του τέλους του 19ου αιώνα
και οι σύγχρονοι διάδοχοι του».
Το χρονο-τοπικό πλαίσιο και η επιλογή τυπικών χαρακτήρων - τραχιά πρόσωπα
βοσκών, ίδιοι χοντροί χυδαίοι παπάδες με υλικά συμφέροντα, ίδιες νεαρές χήρες που
ξυπνούν τον πόθο στους άντρες του χωριού», σχετίζονται όχι με την ειδυλλιακή
εκδοχή της ηθογραφίας, αλλά με τον σκοτεινότερο τύπο της, που άντλησε στοιχεία
από τον νατουραλισμό. Τουλάχιστον, λοιπόν, από την άποψη του σκηνικού όπου
τοποθετείται η δράση, αυτά τα μυθιστορήματα του Καζαντζάκη σχετίζονται με την
παράδοση της ηθογραφίας. Στο πλαίσιο αυτό αξιοποιείται και το λαϊκό γλωσσικό
υλικό. Κατά τον Tonnet, ο λόγος για τον οποίο ο συγγραφέας επιλέγει το
συγκεκριμένο πλαίσιο είναι ότι αντιλήφθηκε πως ο κόσμος της υπαίθρου ήταν σε
θέση «να τροφοδοτήσει τη νοσταλγία» των αστών αναγνωστών και ότι η ηθογραφία
θα του επέτρεπε να «ερμηνεύει αλληγορικά, πολιτικά και φιλοσοφικά τα ήθη της
ελληνικής υπαίθρου» και ότι, σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούσαν δόκιμα να ενταχθούν
υλικά από την προγενέστερη ποιητική του παραγωγή.

Δραστηριότητα 8/Κεφάλαιο 9
Εντοπίστε πτυχές των αποσπασμάτων από το μυθιστόρημα Ο Χριστός
ξανασταυρώνεται (Ανθολόγιο Λογοτεχνικών Κειμένων) που μπορούν να συσχετιστούν
με κάποια εκδοχή της ηθογραφικής παράδοσης.

135
Δραστηριότητα 8
Στα αποσπάσματα από το μυθιστόρημα Ο Χριστός ξανασταυρώνεται εύκολα
εντοπίζουμε πολλά αφηγηματικά και ρητορικά στοιχεία που έχουν ανάλογα
χαρακτηριστικά με εκείνα της ηθογραφίας, ιδίως της εκδοχής της που επηρεάστηκε
περισσότερο από τον νατουραλισμό:
το χρονο-τοπικό πλαίσιο (η πλατεία του χωριού Λυκόβρυση, λίγα χρόνια πριν από
τη Μικρασιατική Καταστροφή),
οι χαρακτήρες (ο αγάς, ο άγριος αλλά ευαίσθητος καπετάνιος, ο υποκριτής και
συμφεροντολόγος παπα-Γρηγόρης, ο ανεδαφικός ιδεολόγος δάσκαλος, η χήρα με την
άτακτη ζωή, ο τσιφούτης Λαδάς, το βοσκόπουλο, το Λενιό, η χωριατοπούλα με τις
επιθυμίες για ερωτική πλήρωση, γάμο και παιδιά),
ο λόγος των χαρακτήρων, ο οποίος παρουσιάζεται να είναι κοντά στο γλωσσικό
ιδίωμα των χωρικών (αλλά και ο αφηγηματικός λόγος που συντονίζεται με το ύφος
των διαλόγων) και,
το πλαίσιο εντός του οποίου άνθρωποι και ζώα ελέγχονται πλήρως, και με τον ίδιο
περίπου τρόπο, από το γενετήσιο ένστικτο (η σκηνή με το Λενιό και το Νικολιό).
Ο νατουραλιστικός, ως προς τη λογοτεχνική του καταγωγή, παραλληλισμός
ανθρώπων-ζώων, εξάλλου, δεν εκδηλώνεται μόνο στο επίπεδο της δράσης αλλά και
στον λόγο του αφηγητή και των χαρακτήρων, όπου δεν λείπουν τα ζωολογικά
εκφραστικά σχήματα; «χαλινώνοντας την οργή που άρχιζε να χλιμιντρίζει στο στήθος
του», «παχιά λιβάδια να βόσκεις το ποίμνιο σου », «Αυτός ο παπάς κάνει την καρδιά
μου να μουγκρίζει σα μουσκάρι», «αναστέναξε ο παπα-Φώτης μουγκρίζοντας», «ο
παπα-Γρηγόρης έγρουξε σα μαντρόσκυλο», «να φύγουν από το μαντρί του οι
λιμασμένοι τούτοι λύκοι» κ.ά.

9.6.7 Μια παρουσίαση του Τελευταίου πειρασμού

Το αφηγηματικό περιεχόμενο του Τελευταίου πειρασμού εστιάζεται στην ενήλικη ζωή


του Ιησού, η οποία διαφοροποιείται σε μεγάλο βαθμό από τη βιβλική. Η έμφαση
δίνεται στην ψυχολογία του και τον πνευματικό αγώνα που διεξάγει. Με ανάλογο
ενδιαφέρον αντιμετωπίζεται και η ψυχολογία των υπόλοιπων χαρακτήρων (του
Ιούδα, της Μαγδαληνής, του ραβίνου Συμεών, των μαθητών, του Ζεβεδαίου, της
Παναγίας κ.ά. που επίσης προέρχονται από τη Βίβλο) οι οποίοι επίσης
διαφοροποιούνται σημαντικά από τη βιβλική παράδοση (ο Ιούδας- επαναστάτης, η
Παναγία-μητέρα που δεν θέλει ο γιος της να ακολουθήσει τον πνευματικό δρόμο,
έναν δρόμο ο οποίος στα συμφραζόμενα της λογοτεχνίας του Καζαντζάκη, εάν
ακολουθηθεί απαρέγκλιτα «τελειώνει» με τον θάνατο του σώματος, η Μαγδαληνή-
γυναίκα ερωτευμένη κ.ά.).
Σε γενικές γραμμές, η αφηγηματική τακτική είναι ενιαία σε όλη την έκταση του
αφηγήματος: εκτίθενται λεπτομερειακά όλα όσα συμβαίνουν στο μυθοπλαστικό

136
σύμπαν, ιδίως όταν πρόκειται για διάλογους ή για συμβάντα ψυχολογικής τάξης. Ο
αφηγητής μεθοδεύει την παρουσίαση των αισθήσεων, αισθημάτων, ψυχικών
αντιδράσεων, ονείρων και σκέψεων των χαρακτήρων, μέσω της αναλυτικής
περιγραφής τους ή μέσω της έκθεσής τους στη συντακτική-υφολογική (πεζογραφική
κατά κύριο λόγο) ποικιλία που αναφέρεται ως ελεύθερος πλάγιος λόγος1. Με
ελάχιστες εξαιρέσεις, ο αφηγητής δεν διατυπώνει κρίσεις ή απόψεις για τα
διαδραματιζόμενα.

Δραστηριότητα 9/Κεφάλαιο 9
Διαβάστε προσεκτικά τα χωρία «Ωστόσο στέκουνταν ακόμα ο παπα-Γρηγόρης αμίλη-
τος. δυο γαϊδουριών άχερα...» και «Να' ταν μονάχα οι δυο τους. Άνοιξε το στόμα;»
από το πρώτο απόσπασμα του μυθιστορήματος Ο Χριστός ξανασταυρώνεται. Στη
συνέχεια, να περιγράψετε την υφολογική ποικιλία στην οποία αναπτύσσεται εδώ η
αφήγηση. Τέλος επιχειρήστε να εντοπίσετε ένα ανάλογο υφολογικά χωρίο από τον
Τελευταίο πειρασμό.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ 9

Στο πρώτο από τα δύο χωρία διαπιστώνουμε ότι ο αφηγητής προετοιμάζει τη


μετάβαση σε αυτήν τη μεικτή μορφή που είναι ο ελεύθερος πλάγιος λόγος, μέσω
της αναφοράς σε απλό πλάγιο λόγο των σκέψεων του παπα-Γρηγόρη και της
σύντομης ανάλυσης της εσωτερικής του αναστάτωσης; «έκλωθε στο νου του τι να πει
και πώς να τα βολέψει να φύγουν. έτοιμο να του φύγει». Αμέσως μετά ακολουθούν
φράσεις που παρουσιάζουν τις σκέψεις του παπά, αλλά αντί να εμφανίζεται ευθύς
λόγος (π.χ. «Αναρωτιόταν; "Να καλέσω τον Αγά;"») ή συνήθης, εξαρτημένος,
πλάγιος (π.χ. «Αναρωτιόταν αν έπρεπε να καλέσει τον Αγά»), διαβάζουμε
ανεξάρτητες συντακτικά φράσεις, σε τρίτο πρόσωπο; «Να καλέσει τον Αγά;».
Διαπιστώνουμε τη χρήση πλούσιας στίξης, που επιχειρεί να αποδώσει τον ρυθμό
των σκέψεων του χαρακτήρα, τη μικρή έκταση των προτάσεων, την τροπή των
παρελθοντικών χρόνων της αφήγησης σε παροντικούς (που αφορούν το «εδώ» και
στο «τώρα» του χαρακτήρα) στη ζώνη του ελεύθερου πλάγιου λόγου, και βέβαια
κρίσεις για τα διαδραματιζόμενα και χαρακτηρισμούς για τους άλλους
χαρακτήρες οι οποίοι δεν προέρχονται από το αφηγηματικό αξιολογικό ρεπερτόριο,
αλλά από εκείνο του χαρακτήρα. Ένα ανάλογο υφολογικά χωρίο στον Τελευταίο
πειρασμό είναι το εξής; «δεν ήθελε αυτός να ξεμακρήνει... είταν μαγαρισμένος
τελώνης» (εμφανίζεται στην παράγραφο η οποία αφορά την απόφαση του Ματθαίου
να μην λείπει στιγμή κοντά από τον Ιησού, ώστε να μπορέσει να αφηγηθεί τη ζωή
του; «Ο Ματθαίος μονάχα απόμενε ... κι είταν στα πόδια του η Μαγδαληνή και
κουβέντιαζε μαζί της»)

137

313
Ο χώρος όπου εκτυλίσσεται η δράση δεν είναι ομοιογενής. Συναιρεί τον χώρο του
πραγματικού, του θαυμαστού και του παράδοξου. Στον χώρο του πραγματικού,
περιλαμβάνεται η ζωή της εγρήγορσης και η ζωή του ονείρου - το εκτενές αυτό
μυθιστόρημα βρίθει από όνειρα του Ιησού και των άλλων χαρακτήρων. Το παράδοξο
περιλαμβάνει συμβάντα που είναι αβέβαιο αν αποτελούν αποκλίσεις από τους
φυσικούς νόμους ή αν μπορούν να εξηγηθούν από αυτούς. Τέλος, στον χώρο του
θαυμαστού όσα λαμβάνουν χώρα είναι ασύμβατα με τους φυσικούς νόμους. Στο
σημείο αυτό, αξίζει να αναφέρουμε ότι ο Μπήαν (1989) κάνει λόγο για ποιητικό
χαρακτήρα των μυθιστορημάτων του Καζαντζάκη, τον οποίο συσχετίζει με τα εξής
συστατικά: τη φαντασία, το οραματικό-προφητικό ύφος, τη μυθική μέθοδο, την
υπερβολή (επικής καταγωγής) και την ελεύθερη-ποιητική χρήση της γλώσσας.
Το μυθιστόρημα αποτελείται από τριάντα τρία κεφάλαια - όσα τα χρόνια της ζωής
του Ιησού. Η αφετηρία της αφήγησης τοποθετείται μία ημέρα πριν ο Ιησούς
εγκαταλείψει το σπίτι του στη Ναζαρέτ και την παλιά του ζωή και καλύπτει μία
Μυθιστορηματική, κατά κύριο λόγο, τεχνική απόδοσης της συνείδησης των
χαρακτήρων, κατά την οποία οι σκέψεις του χαρακτήρα παρουσιάζονται,
μετατιθέμενες στον λόγο του αφηγητή· τυχόν αναφορά σε αυτόν το χαρακτήρα είναι
σε γ' γραμματικό πρόσωπο· τα δεικτικά χώρου και χρόνου παραπέμπουν στο «εδώ»
και «τώρα» του χαρακτήρα· ο βαθμός συντακτικής οργάνωσης ενός κειμενικού
χωρίου με ελεύθερο πλάγιο λόγο ανταποκρίνεται στο επίπεδο της εσωτερικότητας το
οποίο υποτίθεται ότι αποδίδει: από τις πιο οργανωμένες σιωπηρές σκέψεις ενός
χαρακτήρα έως την πιο ελεύθερη ροή της συνείδησης
σειρά επεισοδίων έως τη σταύρωση του. Σε όλη την έκταση του μυθιστορήματος, με
305
την εξαίρεση των πρώτων και των τελευταίων κεφαλαίων, όσο δηλαδή βρίσκεται στο
σπίτι του (I- V) και στον σταυρό (XXX- XXXIII), οι χαρακτήρες συνεχώς
μετακινούνται, στους γνωστούς από τη Βίβλο τόπους (Ναζαρέτ, Μάγδαλα,
Καπερναούμ, Βηθανία, Ιερουσαλήμ κ.ά.), συναντώντας ή ακολουθώντας τον Ιησού.

Ο Ιησούς προσπαθεί αρχικά να καταπνίξει μέσα του το πάθος της πνευματικότητας -


φθάνοντας στο σημείο να κατασκευάζει σταυρούς του μαρτυρίου των συμπατριωτών
του που αντιστέκονται στους Ρωμαίους (ώστε, όπως λέει στον Θεό, «να με σιχαθείς,
να πας να βρεις άλλον, να γλιτώσω!» (Καζαντζάκης, 1955, σ. 31). Κάποια στιγμή
ωστόσο ξεκινά την πορεία του, της οποίας ο ορίζοντας θα μπορούσαμε να πούμε ότι
προσδιορίζεται από τα εξής λόγια του: «να δουλέψεις μέσα σου την ανθρώπινη
λάσπη και να την κάμεις πνέμα και τότε θάνατο δε φοβάσαι» (Καζαντζάκης, 1955, σ.
295). Στη διαδικασία αυτή, της πνευματικής μετουσίωσης, ο Ιησούς αντιμετωπίζει
πολλά εμπόδια-πειρασμούς που συνδέονται με την «υλική» διάσταση της ύπαρξης: τη
ζήλια, τον φόβο, την μητρική αγάπη, την ανάγκη για συντροφικότητα, την ερωτική
επιθυμία, τον αγάπη και τον γάμο, την εστία, τη διαιώνιση μέσω της οικογένειας και
των απογόνων, το χρήμα, την εξουσία κ.ά.

138
Η γυναικεία μορφή στο μυθιστόρημα συμβολίζει τα εμπόδια που πρέπει να υπερβεί ο
(αρσενικός) άνθρωπος για να επιτύχει όλο και υψηλότερους αναβαθμούς
μετουσίωσης. Όλες οι γυναίκες -η Παναγία, η Μαγδαληνή, η Σαλώμη, η Μαρία και η
Μάρθα- ενεργούν με τέτοιον τρόπο, ώστε να αποπροσανατολίσουν τον Ιησού και να
τον κρατήσουν στην περιοχή της αδράνειας, της στασιμότητας, της ασφάλειας, της
τάξης και της υλικότητας. Η μόνη γυναίκα η οποία λειτουργεί αφηγηματικά ως
κίνητρο για την ανηφορική του πορεία είναι η μητέρα του σταυρωμένου Ζηλωτή, η
οποία καταριέται τον Ιησού (αυτός κατασκεύασε τον σταυρό) να καταλήξει στον
σταυρό. Η κατάρα παίρνει υπόσταση και άλλοτε τον ακολουθεί, άλλοτε πηγαίνει
μπροστά και του δείχνει τον δρόμο - εννοείται προς τον μαρτυρικό θάνατο. Αλλά
βέβαια, τα κίνητρα της ίδιας είναι καθαρά «υλικά- γυναικεία»: θέλει να εκδικηθεί τον
θάνατο του γιου της.
Οι γυναίκες, όπως αναφέραμε, επιχειρούν να καθηλώσουν τον Ιησού στην πορεία
του, σε επιλογές οι οποίες είναι μεν απαραίτητες για τη διαιώνιση της ζωής, και άρα
της δυνατότητας να υπάρχουν μελλοντικοί άνθρωποι που παλεύουν για τη
μετουσίωση, αλλά για τον ξεχωριστό άνθρωπο, τον ήρωα του πνεύματος, είναι
εμπόδια, καθώς έχουν συστατικώς χαρακτήρα υλικότητας. Η μητέρα του, για
παράδειγμα, επιθυμεί να δει τον γιο της σε μια ζωή τακτοποιημένη και φρόνιμη: «Δε
θέλω εγώ το γιο μου άγιο, μουρμούρισε· άνθρωπο τον θέλω, σαν και τους άλλους, να
παντρευτεί, να μου κάμει αγγόνια· αυτός είναι ο δρόμος του Θεού» (Καζαντζάκης,
1955, σ. 166). Υπάρχουν μάλιστα αρκετά σημεία στο κείμενο, όπου γυναικείοι
χαρακτήρες κάνουν παρατηρήσεις που κωδικοποιούν αυτή την υποτιθέμενη αλήθεια
και έτσι συμμορφώνονται με το φιλοσοφικό υπόστρωμα του έργου, όπως, για
παράδειγμα, ισχύει στα ακόλουθα σχόλια της Μαγδαληνής: «Ποιαν ψυχή, νεράίδάρη;
Της γυναίκας η ψυχή είναι η σάρκα·» (Καζαντζάκης, 1955, σ. 90), «Εγώ πρέπει να
κοιτάζω εσένα, είπε, γιατί από τον άντρα γεννήθηκε η γυναίκα και δεν μπορεί ακόμα
να ξεκορμίσει από πάνω του· μα εσύ πρέπει να κοιτάς τον ουρανό, γιατί είσαι άντρας,
και τον άντρα τον έπλασε ο Θεός· άφησέ με λοιπόν να σε κοιτάζω, παιδί μου·»
(Καζαντζάκης, 1955, σ. 330).

Δραστηριότητα 10/Κεφάλαιο 9
Διαβάστε το απόσπασμα από τον Τελευταίο πειρασμό (Ανθολόγιο Λογοτεχνικών
Κειμένων) και σχολιάστε πώς εκδηλώνεται αφηγηματικά το φιλοσοφικό του
υπόστρωμα. Θα βρείτε τη δική μας απάντηση στο Παράρτημα, στο τέλος του
κεφαλαίου.

Δραστηριότητα 10
Το απόσπασμα αναφέρεται σε εκείνο το σημείο του αφηγηματικού περιεχομένου
όπου ο Ιησούς έχει ήδη υπερβεί διάφορους πειρασμούς και εμπόδια, έχει
χρησιμοποιήσει τον λόγο της ήπιας αγάπης για να προσεγγίσει τον λαό, χωρίς

139
σπουδαία αποτελέσματα, και έχει ζήσει ένα διάστημα στην έρημο. Τώρα ο Ιησούς
έχει οδηγηθεί σε μίαν άλλη προσέγγιση, δυναμική, η οποία δεν παρηγορεί τον λαό,
αλλά επιχειρεί να τον αφυπνίσει. Είναι πολύ χαρακτηριστική σε αυτό το πλαίσιο η
χρήση της ρητορικής του πολέμου στην προ ειδοποίησή του στον λαό. Στο χωρίο
εμφανίζονται επίσης αρκετά από τα θεωρούμενα στην καζαντζακική αφήγηση ως
εμπόδια της πνευματικής μετουσίωσης: η γυναίκα, εδώ η Μαγδαληνή, όπως
τοποθετείται στην πλευρά της ύλης, και η κτητική της τάση έναντι του Ιησού, τον
οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν επιχειρεί να εμποδίσει να φύγει με τον λαό,
μόνον γιατί έχει πλέον αποδεχθεί ότι δεν μπορεί να τον χειραγωγήσει· η δύναμη της
αδράνειας που καθορίζει την αντίδραση του λαού, ο οποίος κατανοεί τον λόγο του
Ιησού μέσα στο καθιερωμένο, παγιωμένο πλαίσιο του προφητικού λόγου («Πρωί
πρωί είχαν κινήσει. το δάσκαλο να προβάλει»)' η καλοζωία και το βόλεμα στην ύλη
(«παράφαγαν, παράηπιαν, παραφίλησαν») ■ η καθησυχαστική μορφή αγάπης, που
κατευνάζει τον πόνο και αποκοιμίζει το πνεύμα (Ναι, τη Νέα Ιερουσαλήμ· δεν το
'ξερα κι εγώ. από τη στάχτη δεν υπάρχει»).

ΣΥΝΟΨΗ

Βασικός ενοποιητικός παράγοντας του συγγραφικού έργου του Καζαντζάκη είναι ο


θεματικός και μορφικός καθορισμός του από τις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις.
Ορισμένα χαρακτηριστικά της πολύμορφης λογοτεχνικής του παραγωγής πριν από τη
στροφή του στο μυθιστόρημα είναι η αφηγηματικότητα, το ενδιαφέρον για τους
οριακούς χαρακτήρες, ο γλωσσικός-υφολογικός πληθωρισμός, τα οποία ανιχνεύονται
και στο μεταγενέστερο έργο του, καθώς και η χρήση του στίχου. Το μεταπολεμικό
μυθιστόρημα του Καζαντζάκη του έδωσε μεγάλη αναγνώριση. Η αξιοποίηση ενός
χρονο-τοπικού πλαισίου που φαίνεται να έλκει την καταγωγή του από την ηθογραφία
του τέλους του 19ου αιώνα, η αφηγηματική απόδοση της φιλοσοφίας του, ο
συντονισμός του ήθους των μυθιστορηματικών του χαρακτήρων με τα βασικά
στοιχεία της φιλοσοφίας του και η διδακτική διάσταση των μυθιστορημάτων του
είναι ορισμένες από τις πιο ενδιαφέρουσες πλευρές του έργου του

140
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10

Γενιά του 1920


ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ

ΕΝΝΟΙΕΣ - ΚΛΕΙΔΙΑ:

 Γενιά του 1920


 Κοινωνική ευθύνη του ποιητή
 Συμβολισμός - (φιλολογικός-κοινωνικός-πολιτικός) ρεαλισμός
 Καταραμένος ποιητής
 Καρυωτακισμός

Ιστορικό & Κοινωνικό Πλαίσιο:

Αποτυχία Μεγάλης Ιδέας, Μικρασιατική καταστροφή, Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος,


προσφυγιά => πεσιμισμός, αποπροσανατολισμός, απόγνωση, αισθήματα οδύνης και
διάλυσης που προκάλεσαν η συντριπτική εθνική ήττα της Μικρασιατικής
Καταστροφής και τα επακόλουθα προβλήματα της κοινωνικής ένταξης των
προσφύγων.
Ο ποιητής ως πνευματικός άνθρωπος έχει κοινωνική ευθύνη και βρίσκεται σε
αναπόσπαστη σχέση με το κοινωνικό περιβάλλον.
Ο Καρυωτάκης βίωσε τη βίαιη απόσπαση κι εντέλει τη σύγκρουσή του με το
κοινωνικό σώμα. Η αυτοκτονία του θεωρήθηκε πράξη που υπερέβαινε την ατομική
σφαίρα του ανθρώπου και περιελάμβανε σχεδόν συμβολική σημασία ως κοινωνικό
γεγονός.
Συναρτημένη με την υπηρεσιακή περιπέτειά του (απόσπαση στην Πρέβεζα)
ερμηνεύτηκε ως χειρονομία δημόσιας αντεκδίκησης.

Τρεις ποιητικές συλλογές:

Ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων (1919)

Νηπενθή (1921-ομηρική λέξη που σημαίνει αυτά που διώχνουν το πένθος)

Ελεγεία και σάτιρες (1927= η δραστικότερη έκφραση του ιστορικοκοινωνικού

141
στίγματος της εποχής ανάμεσα στον α΄ και β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Στο πρόσωπο του
Καρυωτάκη θάβεται η Μεγάλη Ιδέα)

Γενιά του ’20: κύρια χαρακτηριστικά της:

Χαμηλόφωνος λυρισμός, χρήση καθημερινού λεξιλογίου, αίσθηση πίκρας για την


απώλεια των ιδανικών και απογοήτευσης από την αδιάφορη και μίζερη ζωή της
πόλης, νοσταλγία των περασμένων και διάθεση φυγής στη φύση και στο πραγματικό
ή ονειρικό ταξίδι

Άλλοι ποιητές της γενιάς του 20:

Τέλος Άγρας, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Κώστας Ουράνης, Ρώμος Φιλύρας

TO ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΕΡΓΟ TOY ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ

10.2.1 Θεματική

Κεντρικός πυρήνας της θεματικής του Καρυωτάκη είναι «το κυνήγημα του
ιδανικού, κι έπειτα η αποτυχία, ο πόθος, κι έπειτα η απάτη, η πλάνη, κι έπειτα η
απογοήτευση».
Τα περισσότερα καρυωτακικά ποιήματα θεματοποιούν τη διάσταση ανάμεσα
στις επιθυμίες και τις ψυχικές διαθέσεις του ατόμου και στην περιβάλλουσα
αντικειμενική πραγματικότητα και η διάσταση αυτή φτάνει ως τη σύγκρουση και
την οριστική ρήξη.
Στα Νηπενθή και στα Ελεγεία η αντίθεση μετατίθεται από τη σχέση υποκειμενικού-
αντικειμενικού, στη σχέση φαινομένου-ουσίας.
Στην καρυωτακική ποίηση είναι εμφανής μια σειρά επιμέρους θεματικών
αντιθέσεων (δυστυχισμένο παρόν-ευτυχισμένο παρελθόν, σκληρή πραγματικότητα-
ανεκπλήρωτα όνειρα κ.λπ.)
Προβάλλεται η κεντρική αντίθεση: ο τωρινός, απατηλός και νόθος κόσμος είναι το
φαινόμενο, ενώ ο αλλοτινός, μακρινός, σχεδόν ονειρικός και αυθεντικός κόσμος είναι
η (χαμένη) ουσία.
Σε άλλα ποιήματα των δύο συλλογών η αναζήτηση ενός ιδεατού κόσμου, που
εμφανίζει δύο όψεις, τη θετική, της ιδανικής υπερβατικής πραγματικότητας, και την

142
αρνητική, του αινιγματικού χάους, δεν επιφέρει τη λύτρωση, αλλά καταλήγει στη
συνείδηση του μάταιου και στην πλήρη απόγνωση. Το τελικό στάδιο αυτής της
θεματικής πορείας είναι η «παραδοχή του Κοσμικού Τίποτε, του Απόλυτου
Μηδενός, που συνδέεται με τη συνείδηση της τραγικότητας του κόσμου και τη
συνακόλουθη οριστική επιλογή του θανάτου έναντι της ζωής».
Στις Σάτιρες η θεματική επικεντρώνεται στη «τετριμμένη ρηχότητα της σύγχρονης
ζωής» Ο Τ. Άγρας, ο οποίος τις ενέταξε σε μια ρεαλιστική εκφραστική προοπτική,
διέκρινε επίσης τις τρεις θεματικές κατηγορίες του: τον φιλολογικό, τον κοινωνικό
και τον πολιτικό ρεαλισμό. Τα ποιήματα των τριών κατηγοριών αναφέρονται,
αντιστοίχως, στην κοινωνική θέση και στη συμπεριφορά των ανθρώπων των
γραμμάτων, σε κοινωνικά προβλήματα ή φαινόμενα και σε σύγχρονα πολιτικά
γεγονότα.

Οι Σάτιρες, θεματοποιούν υπαρκτές αντιφάσεις της μεσοπολεμικής εποχής (ηθικές-


εμπορευματικές αξίες, κρατική εξουσία-άτομο, γραφειοκρατία-υπάλληλος, κοινωνική
σύμβαση-γνησιότητα, πλαστό-αυθεντικό) και καταγγέλλουν με καυστικότητα την
κοινωνική υποκρισία, αναλγησία και συμβατικότητα . Έτσι, τα ποιήματα αυτά
συγκροτούν το αδιέξοδο κοινωνικό πλαίσιο της πεισιθάνατης βιοθεωρίας του
Καρυωτάκη.

Επίσης κεντρικό θέμα του Καρυωτάκη είναι η ίδια η ποίηση. Περισσότερα από
τα μισά καρυωτακικά ποιήματα μπορούν να θεωρηθούν ποιήματα ποιητικής. Η
θεματική αυτών των ποιημάτων επικεντρώνεται στην κατάδειξη της αδυναμίας της
ποίησης να αποτρέψει τη συγκρουσιακή και εντέλει αδιέξοδη σχέση με την
πραγματικότητα, καθώς και η ειρωνική και αυτοσαρκαστική προβολή της
συμβατικότητάς της ως δραστηριότητας που έχασε πια κάθε κοινωνική
λειτουργικότητα.
Στα ποιήματα ποιητικής το πρόβλημα της υπαρξιακής αγωνίας και ματαιότητας
συναρτάται με το πρόβλημα της (περιθωριοποιημένης) θέσης του ποιητή στην
κοινωνία. Σε ορισμένα από τα τελευταία ποιήματά του ο Καρυωτάκης επεξεργάστηκε
το θέμα της επίγνωσης μιας «ταπεινής τέχνης χωρίς ύφος» («Εμβατήριο πένθιμο και
κατακόρυφο»), η οποία τον οδηγεί στα «όρια της σιγής», στην οριστική παράδοση
του ποιητικού λόγου στη σιωπή.

Γλώσσα-μορφολογία

Η γλώσσα του Καρυωτάκη είναι ανομοιογενής. Αναμειγνύει τύπους της καθαρεύου-


σας και της δημοτικής. Ιδίως στις Σάτιρες παρατηρείται εκτεταμένη χρήση στοιχείων
της δημοσιοϋπαλληλικής καθαρεύουσας που ο Καρυωτάκης βίωνε στον χώρο της
εργασίας του.

143
H ροπή πάντως του Καρυωτάκη για την καθαρεύουσα φανερώνει την απεμπλοκή του
από την κανονιστική γραμμή της γλωσσικής δημοτικιστικής ορθοδοξίας, την οποία
επέβαλε η γενιά του 1880.
Από εξωτερική άποψη η καρυωτακική ποίηση ακολουθεί, εκτός ελαχίστων
εξαιρέσεων, τους κανόνες της αυστηρά έμμετρης ποίησης (ιαμβικός ρυθμός,
στροφικά συστήματα, ομοιοκαταληξία κ.ά.). Παρατηρείται πάντως μια
προμελετημένη παραφωνία και ο παράταιρος ήχος. Οι μεθοδευμένες μετρικές
παραβάσεις (ασυνήθιστες τομές, υπερβολικοί διασκελισμοί, παρατονισμοί κ.ά.)
εξυπηρετούν την αργή, αλλά σταθερή υπονόμευση του παραδοσιακού μέτρου.
H καρυωτακική ποίηση δεν ανανέωσε τον νεότερο ελληνικό στίχο, αλλά εξέφρασε
την πίεση που ασκείται στο εσωτερικό της παραδοσιακής φόρμας του. Σύμφωνα με
τον Παπάζογλου η πίεση αυτή αντανακλά στο περιεχόμενο της καρυωτακικής
ποίησης την κοινωνική ασφυξία που μαρτυρείται στο περιεχόμενο και η αδυναμία της
πλήρους έκφρασης μέσα στα παραδοσιακά σχήματα γίνεται αντιληπτή ως διαφυγή,
ως κοινωνική καταγγελία.

Ποιητική

Η τεχνοτροπία των ποιημάτων του Καρυωτάκη πριν από τις Σάτιρες τον εντάσσει στη
σφαίρα επιρροής του γαλλικού συμβολισμού. Στα στα ποιήματα της πρώτης και εν
μέρει της δεύτερης συλλογής του παρατηρείται ο ιμπρεσσιονιστικός συμβολισμός του
συναισθήματος (το συναίσθημα της δυσφορίας και η αρνητική ψυχική διάθεση του
ποιητή δεν δηλώνονται ρητά, αλλά υποβάλλονται μέσα από τα θλιβερά και πένθιμα
φυσικά τοπία και πράγματα που εικονοποιεί), ενώ στα Ελεγεία ο υπερβατικός συμ-
βολισμός (οι αφηρημένες εικόνες και η μουσική υποβολή του λόγου προσπαθούν να
συλλάβουν και να αποδώσουν μια ονειρική ή ιδεατή πραγματικότητα).
Επίσης, η ποίηση του Καρυωτάκη τον τύπο του καταραμένου ποιητή, ο οποίος
αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του γαλλικού συμβολισμό. Πρόκειται για τον ποιητή που
βρίσκεται σε διαρκή δυσαρμονία με την περιβάλλουσα πραγματικότητα, κυριαρχείται
από ολέθρια πάθη και συνθέτει το έργο του αναλώνοντας τον εαυτό του, επειδή η ζωή
και η τέχνη του είναι αδιαίρετες.
Με τις Σάτιρες σημειώθηκε η στροφή του Καρυωτάκη στον ρεαλισμό.
Η ποίηση του Καρυωτάκη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη ζωή του και υπήρξε
βασικό εργαλείο για την ερμηνεία του έργου του.
Θεωρημένο το καρυωτακικό έργο σε σύγκριση με την ελληνική ποιητική
πραγματικότητα της εποχής του, αναδεικνύεται σε σημείο ρήξης. Στο κέντρο της
καρυωτακικής ποιητικής, που διαφοροποιείται τόσο από την παλαμική όσο και από
τη νεορομαντική ποιητική των άλλων ποιητών του μεσοπολέμου, βρίσκεται η αρχή
ότι «ο ποιητής δεν μπορεί να είναι πλέον ο [ρομαντικής καταγωγής] Ήρωας, ο
κάτοχος μιας θεόπνευστης γνώσης που καλείται να αποκαλύψει στο ανώνυμο κοινό

144

327
και να το οδηγήσει στην τελείωση, στα μεγάλα ιδεώδη. Η ποίηση δεν μπορεί να είναι
αυτάρκης, ένας εξακολουθητικός μονόλογος που λειτουργεί εν κενώ' αντίθετα
οφείλει να έχει επίγνωση [...] ότι συμμετέχει [...] σε μια ατελεύτητη «συναλλαγή»
λέξεων μέσα σ' έναν ανοιχτό χώρο, την πολυδύναμη κοινωνική πραγματικότητα»
(Άγγελάτος, 1994, σ. 14). Ο Καρυωτάκης όχι μόνο αρνείται, αλλά στις Σάτιρες
χλευάζει τις υπερβατικές ιδιότητες της ποίησης, που στην εποχή του προέβαλαν
ακόμη παλαιότεροι ποιητές όπως ο Παλαμάς και ο Σικελιανός.
Σύμφωνα με τους μελετητές της, οι ποικίλες αντινομίες της καρυωτακικής ποίησης
την τοποθετούν σε ένα μεταιχμιακό σημείο όπου στοιχεία της παραδοσιακής
ποιητικής αντίληψης συνυπάρχουν με στοιχεία της μοντέρνας ποιητικής αντίληψης.
Κυρίως ο χαμηλόφωνος, υποβλητικός, εξομολογητικός, μελαγχολικός λυρισμός
συνυπάρχει με την οξυμένη κραυγή της απελπισίας και με τη ρεαλιστική, ειρωνική
και (αυτο)σαρκαστική κοινωνική καταγγελία. Η ώριμη καρυωτακική ποίηση, ιδίως τα
Ελεγεία και σάτιρες, αποτιμώνται όχι ως μαρτυρία ενός ποιητικού κύκλου που
ολοκλήρωσε τη ζωή του, αλλά ως προμήνυμα μιας νέας αρχής. Σε ορισμένα από τα
Ελεγεία και στις Σάτιρες συνδυάζονται με ανεπανάληπτο τρόπο, η υπαρξιακή αγωνία,
η αναφορά της ποίησης στον εαυτό της και η κοινωνική καταγγελία, η οποία δεν
απορρέει από συγκεκριμένη ιδεολογική θέση.

Καρυωτακισμός:
Ο «καρυωτακισμός» καταρχήν ορίστηκε ως η στάσιμη και αρνητική μίμηση του
έργου του Καρυωτάκη, μετά την πράξη της αυτοκτονίας του.
Αργότερα όμως έλαβε δύο άλλες σημασίες:
 τη πεισιθάνατη αντιμετώπιση της ζωής.
 τη Μυθοποίηση του Καρυωτάκη από τους νεότερους ποιητές και κριτικούς.
Σε λογοτεχνικό επίπεδο (περιεχομένου) εννοούμε την προβληματική σχέση του
ποιητή με τον κοινωνικό περίγυρο και την προσπάθειά του για κοινωνική
διαμαρτυρία, ψυχολογική ελευθερία και ρήξη με την κρατούσα ιδεολογία.
Η κριτική και αναγνωστική ματιά στην ποίηση του Καρυωτάκη διαθλάστηκε μέσα
από τον φακό της αυτοχειρίας του.
Το διώνυμο (καρυωτακική) ποίηση και (εθελούσιος) θάνατος ήταν και εξακολουθεί
να είναι η ρίζα του φαινομένου που ως σήμερα μπορούμε να ονομάζουμε
«καρυωτακισμό».
Με την έννοια αυτή ο Καρυωτάκης, ως ποιητικό πρόσωπο και ως μυθοποιημένο
προσωπείο παραμένουν παρόντα στο προσκήνιο της φιλολογίας, της κριτικής και της
ποίησης, ιδίως τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Έτσι ο καρυωτακισμός λανθανόντως
προσέλαβε κοινωνιολογικές προεκτάσεις, οι οποίες και ευνόησαν την ευρεία
αναγνωστική απήχηση του ποιητή.
Το κοινωνιολογικό στίγμα του καρυωτακισμού; To κατά καιρούς
επαναπροσδιορισμένο ενδιαφέρον για τον Καρυωτάκη εξαρτήθηκε όχι τόσο από το

145
ποιόν της ποίησης, αλλά κυρίως από το ποσόν της ιδιόρρυθμης, αποκλίνουσας από το
μέσο όρο ανθρώπινης περίπτωσης (με ποικίλες εκδοχές, από τον δειλό ως τον παρά-
τολμο· με άλλα λόγια, από τον αγοραφοβικό μισάνθρωπο μέχρι τον αηδιασμένο από
την εποχή του καταραμένο επαναστάτη-αποστάτη της ζωής.
Σύμφωνα με τον Tζιόβα, που επανεξέτασε τον «καρυωτακισμό», η συγγένεια των
νεότερων ποιητών με τον Καρυωτάκη «δεν ήταν τόσο εκφραστική όσο
ατμοσφαιρική, ιδεολογική και ψυχολογική». Κι αυτό γιατί «ο Καρυωτάκης ήταν για
τους περισσότερους ο [κοινωνικός] ποιητής αρνητής, ο κοινωνικός
αντικομφορμιστής». Με αυτή την ανάγνωση της καρυωτακικής ποίησης, «ο
καρυωτακισμός δεν είναι τόσο ποιητικό φαινόμενο όσο κοινωνικό και αισθητικό, που
αφορμάται από τον χώρο της ποίησης για να προεκτείνει την προβληματική σχέση
ποιητή και κοινωνικού περίγυρου σε πρόβλημα ατόμου και κοινωνίας».
Με γνώμονα ότι η καρυωτακική ποίηση εκφράζει της διάθεσης για ψυχολογική
ελευθερία, για κοινωνικής διαμαρτυρίας και για ρήξης με την κρατούσα ιδεολογία,
εντέλει, ο Τζιόβας αναγνωρίζει τον καρυωτακισμό ως έναν τρόπο της νεότερης
ποίησης να κοινωνικοποιείται, να αντικρίζει τον κοινωνικό ρόλο και το αδιέξοδο της,
συμβολοποιώντας στοιχεία του προσώπου και του έργου του Καρυωτάκη.

ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΥ:

Κώστας Καρυωτάκης (1896-1928):


«Δον Κιχώτες» (421) -- Δραστηριότητα 3: Ποια η σχέση του με εκείνο του Ουράνη;
Ποια η στάση του απέναντι στον ιδεαλισμό τύπων όπως ο ήρωας του Θερβάντες;
Γράφτηκε ως απάντηση στις συμβατικότητες σονέτου Ουράνη και Νουμά. Σάτιρα με
στόχο συμβολικό και "φιλολογικό" (φαινομενικά ώστε να μην εκθέσει σε κίνδυνο τον
δημόσιο υπάλληλο-ποιητή. Νεορομαντική εκδοχή του Ήρωα -ποιητή που
μεγαλοπρεπής και μόνος 'πάει μπροστά' αφήνοντας πίσω του την ειρωνεία των
κοινών ανθρώπων. Απομυθοποιεί έντεχνα και ειρωνικά την ιδεαλιστική και
ρομαντική παρουσίαση των δύο υπογραμμίζοντας τη δική του προσωπική ερμηνεία.
Αντιθέσεις εμφανείς (λέξεις με κεφαλαία γράμματα): Ιδέα vs Λογική, Ζωή vs Όνειρο.
Παρόλα αυτά, το συμπέρασμα δεν είναι ότι ο ηρωισμός είναι γελοίος και η
ηττοπάθεια ηρωική, αλλά η αίσθηση ότι ο ποιητής αποστασιοποιείται ειρωνικά από
την απλότητα τέτοιων αντιθέσεων.
Ο Καρυωτάκης τοποθετεί τον ήρωά του να συγχρωτίζεται με το χυδαίο πλήθος και να
γίνεται πιο ανθρώπινος από τον επηρμένο ήρωα του Θερβάντες, αφού στο τέλος
πληρώνει το τίμημα (δάκρυ) για τη μάταιη πληγή του. Και εκείνος απαρνιέται τις
χίμαιρες της ιπποσύνης που πίστευε.
Οι δύο τελευταίες στροφές σημασιοδοτούν την ανθρώπινη διάσταση οποιουδήποτε
εγχειρήματος.

146
«Αφιέρωμα» (423)

«Επιστροφή» (423)

«Κριτική» (424)

«Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα» (424)


«Είμαστε κάτι» (425) -- Δραστηριότητα 5 (+ Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα): Ποιο
το βασικό θεματικό στοιχείο τους;
Σύμφωνα με Λεοντάρη με τον Καρυωτάκη η ν.ε. ποίηση για πρώτη φορά συναντά το
αδιέξοδό της, το οποίο είναι το φτάσιμο στα "όρια της σιγής", όταν ο ποιητικός λόγος
αυτοκαταργείται α) λόγω της εκφραστικής αδυναμίας του να αρθρωθεί β) εξαιτίας
της κοινωνικής περιθωριοποίησης και απαξίωσής του. Ατομικές και συλλογικές
πτυχές της αβάσταχτης αίσθησης της ουσίας της ποιητικής λειτουργίας.
Συναισθηματική απόγνωση και ψυχική διάλυση του ποιητικού υποκειμένου.

«Όλοι μαζί» (426)

«Εμβατήριο πένθιμο και κατακόρυφο» (427)

«Σταδιοδρομία» (428) -- Δραστηριότητα 2: (+ Όλοι μαζί) : Ποια τα 4 κύρια


χαρακτηριστικά της ψυχολογίας και της δημόσιας συμπεριφοράς των μεταπολεμικών
λογίων / ποιητών, έτσι όπως αυτά σατιρίζονται στα 2 ποιήματα;
Ανήκουν στις Σάτιρες και σατιρίζουν με καυστικότητα τον εγωτισμό και τη
ματαιοδοξία των νέων ποιητών που θεωρούν την ποίηση μέσο κοινωνικής προβολής
και καταξίωσης.
Προσποιητή εκδήλωση καλών συναισθημάτων, ενός υψιπετούς τρόπου σκέψης που
είθισται να συνδέονται με την ποιητική ιδιοσυγκρασία.
Την πλήρη αποδοχή μιας δημόσιας συμπεριφοράς συναναστροφών και
φιλοφρονήσεων που τους κάνει αρεστούς στους ομότεχνους.
Την περιθωριοποίηση και αποκοπή τους από τα πραγματικά προβλήματα της
κοινωνίας.
Κατά βάθος οι ποιητές έχουν επίγνωση της ματαιότητας και της κοινωνικής
απόρριψης της ποιητικής τους "σταδιοδρομίας".

«Αισιοδοξία» (429)

147
«Πρέβεζα» (430) -- Δραστηριότητα 1 (+ εμβατήριο πένθιμο και
κατακόρυφο): Μπορούν τα δύο ποιήματα να θεωρηθούν προμηνύματα της
αυτοκτονίας του Καρυωτάκη;
Στο Εμβατήριο: με ειρωνική-σαρκαστική διάθεση το θέμα της αυτοκτονίας ως
έσχατης λύσης.
Στο Πρέβεζα: χαρακτηρίστηκε ως "μελέτη θανάτου".
Κριτικές: ειλικρίνεια Καρυωτάκη, σύμπτωση του έργου προς τη ζωή του, αυτοκτονία
ως "επισφράγιση" του έργου του.
Beaton: η ποιητική πορεία του έφτασε στο απόγειό της με την αυτοκτονία.
Σήμερα, μας απασχολούν όχι ως βιογραφικά τεκμήρια μιας ιδιάζουσας περίπτωσης
ανθρώπου που έκανε τον πιθανώς σχεδιαζόμενο θάνατό του θέμα του ποιητικού του
έργου, αλλά ως πυκνά στα νοήματά τους και δραστικά στην έκφρασή τους
καλλιτεχνικά προϊόντα (Εμβατήριο: κομβικό ποίημα ποιητικής με την ανακάλυψη της
ταπεινής τέχνης χωρίς ύφος, Πρέβεζα: συνδυάζει την υπαρξιακή αγωνία με το
αίσθημα της κοινωνικής απομόνωσης του ατόμου και της επαρχιακής μιζέριας).

148
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11

Η ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ '30

ΕΝΝΟΙΕΣ-ΚΛΕΙΔΙΑ
 Μοντέρνα ποίηση
 Μοντερνισμός
 Σκοτεινότητα νοήματος
 Συναισθηματική αλληλουχία
 Υπαινικτικές παραπομπές
 Πολυγλωσσική ποιητική
 Μυθική μέθοδος
 Υπερρεαλισμός
 Αυτόματη γραφή
 Καθαρή ποίηση
 Πνευματικός εθνισμός
 Ελληνικότητα

Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ 1930. ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

11.1.1 Πως βλέπουμε σήμερα τη «γενιά του '30»

Τον όρο φαίνεται ότι εισήγαγε ο πεζογράφος Γιώργος Θεοτοκάς (1905-1966) το


1937, προκειμένου να προσδώσει μεγαλύτερο κύρος στην πνευματική κίνηση των
«νέων», που ο ίδιος ευαγγελιζόταν από χρόνια πριν.
Η ποιητική γενιά του '30 συνήθως προσδιορίζεται με τέσσερα κεντρικά χαρα-
κτηριστικά:
 την εκφραστική λιτότητα,
 τη χρήση του ελεύθερου στίχου,
 τη γόνιμη σύνδεση με τις σύγχρονέ της ευρωπαϊκές αισθητικές αναζητήσεις
και
 με την έμφαση στο νέο, στην αλλαγή, στη ρήξη με το παρελθόν.

149
«Οι ποιητές μετά το 1930», απαλλάσσονται από τα ψεύτικα στολίδια της
παραδοσιακής ποίησης και δημιουργούν σε άμεση συνάρτηση με τα νέα ρεύματα
και τις ανήσυχες εξελίξεις του ευρωπάϊκού λυρικού λόγου- μια νέα έκφραση και μια
νέα ποίηση».
Η έμφαση στο «νέο», πάντως όπως και η επιθυμία συντονισμού με τις ευρωπαϊκές
καλλιτεχνικές εξελίξεις, δεν χαρακτηρίζουν τις φιλοδοξίες μονάχα αυτής της
ποιητικής γενιάς ήταν εμφανής ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1920.
Η ρήξη, εξάλλου, με το λογοτεχνικό παρελθόν μάλλον επισκιάζεται από μια
εξαιρετικά δυναμική απόπειρα προς τη διεύρυνση και την οικειοποίηση της
λογοτεχνικής παράδοσης.
Έτσι καθίσταται δύσκολη η απόδοση των κεντρικών χαρακτηριστικών της γενιάς.
Εξίσου δύσκολο είναι το να προσδιορίσουμε ποιοι ακριβώς είναι οι ποιητές που τη
συγκροτούν. Αυτό οφείλεται, στην ίδια τη στάση των μελών της γενιάς, ακόμα και
των πιο ηγετικών, απέναντι στην αναγνώριση της συμμετοχής τους σε μια συλλογική
κίνηση.
Έτσι, η απόπειρα κοινού προσδιορισμού των ποιητών της «γενιάς του '30»
προσκρούει σε εγγενείς δυσκολίες, που σχετίζονται και με την ιδιότυπη συγκρότηση
αυτής της ποιητικής κίνησης. Η αδυναμία μας όμως να προσδιορίσουμε με επάρκεια
το ακριβές περιεχόμενο του όρου οφείλεται στο γεγονός ότι προσεγγίζεται από πολύ
διαφορετικές και αλληλοσυγκρουόμενες οπτικές γωνίες.
Με βάση αυτές τις οπτικές διαπιστώνεται:
α) Ο ΟΡΟΣ «ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ '30». δεν είναι ακριβής ή χρήσιμος ως γραμματολογικό
εργαλείο. Άλλοι υποστηρίζουν ότι πρόκειται για «ιδεολόγημα», «μύθο»,
«στρατηγική [για τη] νομιμοποίηση μιας ηγεμονίας» ή απλώς για μια
«ανύπαρκτη» γενιά.
Άλλοι σχολιαστές, ωστόσο, θεωρούν ότι ο όρος έχει ουσιαστικό αντίκρισμα, αφού
πρόκειται για «μιαν ευδιάκριτη, γερά αρθρωμένη ομάδα δημιουργών οι οποίοι
εμφανίζονται σε δεδομένο τόπο και χρόνο για να έλθουν σε ρήξη με το λογοτεχνικό
τους παρελθόν» ή για «μία ομάδα συγγραφέων, η οποία πήρε την ευθύνη να
ανανεώσει την ελληνική λογοτεχνία φέρνοντάς την σ' επαφή με σύγχρονα ευρωπαϊκά
ρεύματα.
Πολλοί σχολιαστές, πάντως, δείχνουν να συμμερίζονται την άποψη ότι «τα ηλικιακά
όρια της [γενιάς] είναι συγκεχυμένα», ότι οι αναζητήσεις των συγγραφέων δεν
χαρακτηρίζονται από «αισθητική και ιδεολογική ομοιογένεια» και ότι «το στοιχείο
που συνδέει ακόμα και περιπτώσεις ετερόκλητες ή ασύμβατες μεταξύ τους είναι
μάλλον το αίτημα της ανανέωσης και του εκσυγχρονισμού.
Β) ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΓΕΝΙΑΣ. Δεσπόζουσα ή «εμβληματικότερη»
μορφή θεωρείται ο Σεφέρης, ο οποίος από ορισμένους αντιμετωπίζεται και ως
«αρχηγέτης», «πατριάρχης» ή «αρχιερέας» της γενιάς του '30. Για κάποιους

150
σχολιαστές, ο Σεφέρης αποτελεί και τη μόνη συνιστώσα μιας προσωποπαγούς γενιάς:
«Όλοι στροβιλίζονται γύρω από αυτόν».
«Όταν, λοιπόν, μιλάμε για «γενιά του '30» εννοούμε τους συγγραφείς περί τον
Σεφέρη. Εκτός από τον Σεφέρη, ευρεία συναίνεση υπάρχει και για τον Οδυσσέα
Ελύτη (1911-1996) ως εκπρόσωπο της ποιητικής γενιάς. Πολλοί σχολιαστές φαίνεται
να συμφωνούν ότι η ποιητική γενιά του '30 απαρτίζεται κυρίως από πέντε ποιητές:
Σεφέρης, Ελύτης, Γιάννης Ρίτσος (1909-1990), Ανδρέας Εμπειρίκος (19011975) και
Νίκος Εγγονόπουλος (1907-1985) . Εντούτοις, ορισμένοι επισημαίνουν ότι ο Ρίτσος
και ο Εγγονόπουλος αντιμετωπίστηκαν αλαζονικά από την ηγετική ομάδα της γενιάς ,
ότι ο Εγγονόπουλος δεν θεωρούσε τον εαυτό του μέλος της, ότι ο Εμπειρίκος και ο
Ρίτσος εντάσσονται στη γενιά εκ των υστέρων, ή ότι ο Ρίτσος δεν αποτελεί μέλος,
αλλά «αντίπαλο δέος» της γενιάς.
γ) ΤΕΧΝΟΤΡΟΠΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ. Κύριο χαρακτηριστικό της
ποιητικής γενιάς αποτελεί η ανανέωση των εκφραστικών μέσων.
 Αρνούνται τον κλασικό στίχο,
 Διαφοροποιούνται από τον «καρυωτακισμό»,
 Στρέφονται στη μορφική ανανέωση της νεοελληνικής ποίησης,
εγκαταλείποντας τον παραδοσιακό έμμετρο στίχο»
 Ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται επίσης στη «σκοτεινότητα», την
«ελλειπτικότητα» και την επιμονή των ποιητών στην «άλογη αλληλουχία των
νοημάτων», αλλά και γενικότερα στην «ανατρεπτική εκφραστική» που
καλλιέργησαν.
Έτσι ορισμένοι σχολιαστές αποφαίνονται ότι οι ποιητές της γενιάς του '30
εισηγήθηκαν τον μοντερνισμό στα ελληνικά γράμματα ενώ άλλοι θεωρούν ότι τα
μέλη της «γενιάς» εντάσσονται μεν στον ελληνικό μοντερνισμό, αλλά δεν είναι και οι
εισηγητές του. Σύμφωνα με αρκετούς σχολιαστές, η γενιά του '30 «πολέμησε τον
γνήσιο μοντερνισμό» που είχε ήδη εκφράσει η «γενιά του '20» ή και άλλοι
προγενέστεροι συγγραφείς, οι οποίοι εσκεμμένα αποκλείστηκαν, παραγκωνίστηκαν ή
περιθωριοποιήθηκαν.
Ως πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της κατηγορίας αναφέρεται από
πολλούς σχολιαστές ο Τάκης Παπατσώνης ο οποίος και αναγνωρίζεται ως «ο
αληθινός, πρώιμος εισηγητής» του μοντερνισμού
δ) ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ. Ορισμένοι σχο-
λιαστές σημειώνουν ότι κύριο χαρακτηριστικό της αποτελεί «η ιδεολογική θεώρηση
των πραγμάτων», ότι επιδιώκει την «ιδεολογική πρωτοκαθεδρία» και ότι εκφέρει
ιδεολογικό λόγο απευθυνόμενη στο «εθνικό ακροατήριο». Στους κεντρικούς
στόχους της συμπεριλαμβάνεται η οικειοποίηση και αναμόρφωση της παράδοσης
και η «καλλιέργεια μιας συλλογικής συνείδησης», ενώ τονίζεται και η προβολή
προγραμματικών «θέσεων», κυρίως από τον Σεφέρη και τον Ελύτη, μέσω της
παράλληλης ενασχόλησής τους με το δοκίμιο.

151
Σε ό,τι αφορά τη στάση απέναντι στην παράδοση, αρκετοί σχολιαστές υπο-
γραμμίζουν ότι οι ποιητές της γενιάς προώθησαν τη «μείξη», «σύνθεση ή συνύ-
παρξη» μοντερνιστικών και παραδοσιακών στοιχείων ή ότι επεδίωκαν την
συνομιλία με την παράδοση (Βαγενάς). Άλλοι θεωρούν ότι ο μοντερνισμός τους
«έρχεται σε σύγκρουση με την παράδοση» και ότι αντιμετώπισαν μορφές όπως ο
Μακρυγιάννης και ο Θεόφιλος με «μία μυθοποιητική εξιδανικευμένη ματιά», ότι
«υποστήριξαν επιλεκτικά αξίες της λογοτεχνικής μας παράδοσης, εξυπηρετώντας
σκόπιμα τα συμφέροντά τους» (Στεργιόπουλος) ή και ότι «ο Σεφέρης και ο Ελύτης
παντρεύουν τον αισθητικό, στυλιστικό μοντερνισμό με κάποια ιδεολογήματα
ελληνικότητας πολύ σκληρά».
ε) Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ «ΓΕΝΙΑΣ». Πέρα από την αποτίμηση του έργου επιμέρους
συγγραφέων, αρκετοί σχολιαστές προσμετρούν στις κατακτήσεις της ποιητικής γενιάς
την «αναμφισβήτητη ανανέωση της ελληνικής λογοτεχνίας» (Μουλλάς), το
«πνεύμα ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού» που έφερε στα ελληνικά γράμματα
(Μήτρας) και την έκφραση και καθιέρωση «ενός νέου γούστου, ενός νέου
πολιτισμού»
Σημειώνονται όμως και αρνητικές όψεις, όπως «η ελληνολατρεία που
εκδηλώνεται ως «νεοελληνική ελληνικότητα»» (Δάλλας), η «απόδραση από την
Ιστορία» (Παπαθεοδώρου), η εξιδανίκευση του «λαού».
στ) ΑΛΛΟΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΙ. Δεν είναι λίγοι, τέλος, οι σχολιαστές που
εντοπίζουν ως κεντρικό συνεκτικό δεσμό των συγγραφέων της γενιάς του '30 την
«ταξική ταυτότητα» και τη «μικροαστική ιδεολογία».
Παρατηρούν ότι εκείνο που συνέδεε τα μέλη της ήταν «η κοινή κοινωνική καταγωγή
και οι ευκολίες ανόδου» ή θεωρούν ότι «οι συγγραφείς αυτοί εκπροσωπούσαν την
άρχουσα τάξη», ότι επεδίωκαν «να γίνουν απόλυτα αποδεκτοί από το κατεστημένο»
και «ταυτίστηκαν πλήρως με την πολιτική Εξουσία, την οποία αξιοποίησαν»
(Στεφανίδης). Από ανάλογη προοπτική, η γενιά του '30 αντιμετωπίζεται ως «μία
ομάδα συγγραφέων η οποία άσκησε εξουσία στο λογοτεχνικό χώρο» (Μήτρας) και
λειτούργησε ως «κλαμπ», «λέσχη» ή και ως «κλίκα».

11.1.2 Τα αισθητικά πρότυπα: Αγγλοσαξονικός μοντερνισμός - Γαλλικός


Υπερρεαλισμός

Οι εκπρόσωποι της γενιάς του 1930 εκφράζουν στην επιθυμία τους για
αφομοίωση του μοντέρνου, όλων των εκδοχών που ήδη είχαν καθιερωθεί στην
Ευρώπη και διαμόρφωναν μια ισχυρή, ζωντανή και δρώσα παράδοση, έτσι ώστε η
ελληνική πνευματική παραγωγή να υψώσει δυναμικά το ανάστημά της και να ενταχθεί
ισότιμα στην πνευματική ζωή της Ευρώπης.
Η απόπειρα συγχρονισμού εκφράζεται αφενός με μεταφράσεις μοντέρνων ποιητικών
κειμένων -του Πωλ Βαλερύ (1871-1945), του Έζρα Πάουντ (1885-1972), του Τ. Σ.

152
Έλιοτ (1888-1965), του Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι (1893-1930), του Πωλ Ελυάρ κ.α.,
αλλά και με κατατοπιστικά δοκίμια, όπως, π.χ., εκείνο του Δημ. Μέντζελου (1910-
1933) για τον υπερρεαλισμό, το 1931,ή η εισαγωγή του Σεφέρη στη μετάφραση της
Έρημης Χώρας του Έλιοτ, το 1936.
Από την άλλη μεριά, η διάθεση συγχρονισμού εκφράζεται με τις πρώτες απόπειρες
για ανανέωση της πρωτότυπης ποιητικής παραγωγής όπως με την εισαγωγή του
ελεύθερου στίχου. Η δραστική αλλαγή γίνεται κοινή συνείδηση το 1935, με την
εμφάνιση δύο εμβληματικών ποιητικών βιβλίων (Μυθιστόρημα του Σεφέρη και
Υψικάμινος του Εμπειρίκου) που εφεξής σηματοδοτούν τις δύο κεντρικές κατευ-
θύνσεις του ελληνικού ποιητικού μοντερνισμού. Τα δύο έργα δηλώνουν την ταυτό-
χρονη αφομοίωση στοιχείων της ποιητικής, από τη μια μεριά, του αγγλοσαξονικού
μοντερνισμού και, από την άλλη, του γαλλικού υπερρεαλισμού.

Η προσοικείωση του αγγλοσαξονικού μοντερνισμού και η «μυθική μέθοδος»

Τα βασικά χαρακτηριστικά του μοντερνιστικού προτύπου που εισηγήθηκε ο Σεφέρης,


φανερώνουν και τον υψηλό βαθμό εξοικείωσής του με την ποιητική του Έλιοτ (που
τεκμηριώνεται εξάλλου και με την εισαγωγή του στην Έρημη Χώρα, τον επόμενο
χρόνο).
Στο Μυθιστόρημα του Σεφέρη (1935) διαπιστώνουμε τη λειτουργία ενός πλαισίου
εκφραστικών αρχών και επιλογών ποιητικής που έχουν προσδιοριστεί ως κεντρικά
χαρακτηριστικά της μοντέρνας ποίησης.
Στα στοιχεία αυτά συγκαταλέγονται:
 ο ελεύθερος στίχος (για πρώτη φορά στον Σεφέρη),
 η δραματικότητα, η οποία υποστηρίζεται και με την εκτενή χρήση ποιητικών
«προσωπείων»
 η χρήση καθημερινού, ή τουλάχιστον μη συμβατικά «ποιητικού», λεξιλογίου,
που συνάδει και με την προφορικότητα του ποιήματος,
 η «σκοτεινότητα» του νοήματος: η οποία έχει μυστικιστικές καταβολές και
παραπέμπει σε μια «άλογη σύλληψη των πραγμάτων» και προϋποθέτει, ως όρο
για την επικοινωνία του αναγνώστη με το ποιητικό έργο, «μια ανασύνθεση
ψυχολογική, βασισμένη στην ενόραση» Η μοντερνιστική «σκοτεινότητα», 
πάντως, έλκει την καταγωγή της από τη συμβολιστική φιλοδοξία για
διαμόρφωση μιας απολύτως ποιητικής γλώσσας (ή μιας ποιητικής γλώσσας
που, αποσπασμένη από κάθε επικοινωνιακή λειτουργία, θα προσέγγιζε την
κατάσταση της μουσικής).
 η αποσπασματική και ελλειπτική ανάπτυξη της ποιητικής σύνθεσης που
«βασίζεται κυρίως όχι στη λογική, αλλά στην ψυχολογική ή τη
συναισθηματική αλληλουχία» (Έλιοτ, 1973, σ. 36),

153
 η παρουσία υπαινικτικών παραπομπών (allusions) σε λογοτεχνικά και άλλα
κείμενα του παρελθόντος, δηλαδή: οι «παραθέσεις ή παραφράσεις ξένων
κειμένων» μέσω των οποίων, σύμφωνα με τον Σεφέρη, διαμορφώνεται μια
«λειτουργία της αφομοίωσης ξένων υλικών» στο μοντέρνο ποίημα (Έλιοτ,
1973, σ. 39, 24), και
 ο πολυγλωσσισμός, δηλαδή: η εγκόλπωση στο μοντέρνο ποιητικό κείμενο
τύπων από παλαιότερες μορφές της ελληνικής γλώσσας (αρχαίας και
μεσαιωνικής), σε συνδυασμό με ιδιωματικά και διαλεκτικά στοιχεία, καθώς
και σπάνιους ή ανοίκειους όρους

Εκτός από τα στοιχεία αυτά, ωστόσο, κεντρικό χαρακτηριστικό στο Μυθιστόρημα


είναι η ποιητική που ο Έλιοτ ονόμασε «μυθική μέθοδο»: μια ειδική χρήση του
αρχαίου μύθου η οποία, συνίσταται στον χειρισμό «ενός αδιάκοπου παραλληλισμού
του σύγχρονου [κόσμου] και της αρχαιότητας» και λειτουργεί ως «ένας τρόπος [για]
να ελέγξει κανείς, να ταχτοποιήσει, και να δώσει μορφή και σημασία στο απέραντο
πανόραμα ματαιότητας και αναρχίας που είναι η σύγχρονη ιστορία
Η λειτουργία της μυθικής μεθόδου, εξάλλου, στο μοντέρνο ποίημα περιπλέκεται από
δύο πρόσθετες παραμέτρους: αφενός επειδή μυθολογικά και ιστορικά πρόσωπα και
περιστατικά συχνά συνυπάρχουν ή και συμφύρονται αδιακρίτως, παραπέμποντας έτσι
τον αναγνώστη σε ένα ενιαίο μυθο-ιστορικό» παρελθόν και αφετέρου, επειδή η
διάκριση ανάμεσα στο παρόν και σε αυτό το ενιαίο «μυθο-ιστορικό» παρελθόν
καταργείται επίσης, στο πλαίσιο του μοντερνιστικού «χρονικού συνταυτισμού»
(Σεφέρης, 1981, Α', σ. 335).
Αυτός ο «συνταυτισμός» του παρελθόντος με το παρόν διαμορφώνει το μοντερνιστικό
«ιστορικό συναίσθημα» (που στην πραγματικότητα είναι σαφώς α-ιστορικό), το οποίο
θυμίζει, όπως έγραφε ο Σεφέρης, την αίσθηση που έχει ένας σύγχρονος άνθρωπος κα-
θώς, τη στιγμή που διαβάζει Όμηρο, «έχει πλάι του τον Οδυσσέα [...] ταυτόχρονο με
το υπερωκεάνιο που βλέπει από το παράθυρο και τον εαυτό του» (Έλιοτ, 1973, σ. 38).
Τα μοντερνιστικά αυτά χαρακτηριστικά (με διαφορετικούς βέβαια συνδυασμούς και
επεξεργασίες κατά περίπτωση) γίνονται κοινό κτήμα της μοντέρνας ελληνικής
ποίησης, επηρεάζοντας έντονα και ποιητές με πολύ διαφορετικές αρχικές καταβολές.

Γαλλικός υπερρεαλισμός και αυτόματη γραφή:

Εισηγητής ο Εμπειρίκος με Υψικάμινο ('πατριάρχης' ο Μπρετόν)


Σουρρεαλισμός: ψυχικός αυτοματισμός που εκφράζει την πραγματική λειτουργία της
σκέψης, της απαλλαγμένης από λογική και προκαταλήψεις αισθητικές ή ηθικές. Δεν
αρνείται την πραγματικότητα, αντίθετα την διευρύνει και την εμβαθύνει με το να
συναιρεί συνειδητό με ασύνειδο κόσμο.

154
Στη λογοτεχνία, βασικό εργαλείο η αυτόματη γραφή: ο αμεσότερος τρόπος έκφρασης
που βασίζεται στους απόκρυφους μηχανισμούς των ονείρων, με σκοπό να
απελευθερωθεί η κατάσταση του ασυνείδητου. Ένα πειραματικό εγχείρημα που δεν
στοχεύει στη δημιουργία "τέχνης" αλλά την θεσμική αλλαγή ως προς τη λειτουργία και
των όρων παραγωγής της. Ο δέκτης μετατρέπεται σε δημιουργικό παραγωγό.
Οι υπερρεαλιστές δεν έρχονται ως ανανεωτές αλλά ως
επαναστάτες (πρωτοπορίες): οργανωμένες ομάδες που έδρασαν στις αρχές του 20ου
με προκλητική και συχνά βίαιη ρητορική και δράση και διάθεση για πειραματισμούς
τέτοιας έντασης και έκτασης που καταρρίπτουν τα όρια καλλιτεχνικής και μη
καλλιτεχνικής έκφρασης. Πρόθεση: η καταστροφή της τέχνης ως διακεκριμένης
σφαίρας και η προβολή του απόλυτα απρόσωπου χαρακτήρα της έμπνευσης.
Στην Ελλάδα ο υπερρεαλισμός εισπράχθηκε μόνο ως αισθητική σχολή.

11.1.3 Η πρόσληψη του Μοντέρνου

Αρνητικές αντιδράσεις τόσο από κριτική και δημιουργούς (μίμηση φένων συρμών εις
βάρος ελληνικών συμφραζομένων, σκανδαλιστική απουσία έλλογου νοήματος) όσο
και από το κοινό το οποίο αδιαφορεί λόγω έλλειψης αισθητικής παιδείας.
Αποτέλεσμα:
Παρά τις ηγεμονικές αξιώσεις της γενιάς του '30, οι ποιητές απομονώνονται και
υιοθετούν μια ιδιαίτερα συντηρητική νοοτροπία όσον αφορά στις εκδηλώσεις του
μοντέρνου (οι αλλαγές περιορίζονται στην ανανέωση των εκφραστικών μέσων που
όμως συνδυάζεται με μια νοοτροπία ακαδημαϊσμού και σοβαροφάνειας).
Εξαιρέσεις: Σκαρίμπας (αντικομφορμιστής) και Ν. Κάλας (τα συνδύαζε όλα:
θεωρητική γνώση, ερευνητική περιέργεια, εκφραστική τόλμη, πολιτική εγρήγορση
και συγχρονισμό με ευρωπαϊκές μοντερνιστικές αναζητήσεις).
- Λόγοι που εξηγούν τις επιλογές της γενιάς:
η ιστορική συγκυρία (δικτατορία Μεταξά, πόλεμος, Κατοχή)
η οξύτατη κοινωνική και πνευματική τους απομόνωση
η συντηρητική τους νοοτροπία

- Το τίμημα:
Το ελληνικό μοντέρνο περιορίζεται στην ανανέωση των εκφραστικών τρόπων και
αποκόβεται από τις ευρύτερες (πνευματικές και κοινωνικές) ριζοσπαστικές
διεκδικήσεις των ευρωπαϊκών μοντερνιστικών κινήσεων.

ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ

11.2.1 Μοντερνισμός και πρωτοπορία

155
- Τα πιστεύω:
Οι νέοι συγγραφείς επιθυμούσαν όχι τόσο τη ρήξη με το παρελθόν, όσο με το
λογοτεχνικό παρόν (δηλαδή με Καβάφη και Καρυωτάκη). Απέναντι στην "άρνηση"
προβάλλουν τη δική τους ισχυρή κατάφαση:
πίστη στο μέλλον, στην ταχύτητα του κόσμου, στη ρώμη της νιότης, ατομικότητα,
ελεύθερη βούληση, δημιουργική φιλοδοξία, στη δύσκολη τέχνη.
- Η αντίφαση:
Από τη μια ανυπόταχτοι, ανικανοποίητη, τυχοδιώκτες της ψυχής και του πνεύματος,
από την άλλη, οι άγνωστοι ανεκδήλωτοι νέοι διανοούμενοι.
- Ο λόγος:
Η ιστορική στιγμή: μετά την επιστροφή του Βενιζέλου στην εξουσία, οι νέοι
φιλελεύθεροι βενιζελικοί δεν επιθυμούν να συγκρουστούν με το κατεστημένο -
πνευματικό ή κοινωνικό, αυτό που διεκδικούν είναι ο ηγετικός τους ρόλος στην
ανασυγκρότηση της πνευματικής ζωής μέσα από την εξασφάλιση ή διεύρυνση του
λογοτεχνικού τους κύρους.
Σύνδεση με παρελθόν, έντονος συντηρητισμός, καμία ανατρεπτική πρόθεση, καμία
εκδήλωση προκλητικής ή αντιαστικής συμπεριφοράς (=/= ευρωπαϊκές πρωτοπορίες).
- Άλλοι λόγοι:
α. Μετά την μεταξική δικτατορία δεν μπορούσαν παρά να παραιτηθούν από το
κοινωνικό πρόγραμμα του σουρρεαλισμού.
β. Η γενιά δεν υιοθέτησε καμιά από τις 3 θεμελιακές αρχές του γαλλικού
κινήματος:
αυτόματη γραφή
σύνδεση καλλιτεχνικής έκφρασης με πολιτική δράση
άρνηση του πλαισίου παραγωγής/πρόσληψης/λειτουργίας της τέχνης.
γ. Η ανυπαρξία προγραμματικών/θεωρητικών τοποθετήσεων των ελλήνων
υπερρεαλιστών δηλώνει την δυσκολία τους να συμβιβάσουν τα δικά τους
ενδιαφέροντα με τις υπερρεαλιστικές αρχές.
- Το συμπέρασμα:
Η ελληνική εκδοχή του υπερρεαλισμού θεωρήθηκε κοινωνικά ακρωτηριασμένη, που
περιορίστηκε στο αίτημα της ατομικής απελευθέρωσης και στον αισθητικό
ριζοσπαστισμός, λειτουργώντας έτσι ως αυστηρά καλλιτεχνική πρωτοπορία.

11.2.2 Το ζήτημα της "ελληνικότητας"

- Η συγκυρία:
Η καταρράκωση της Μεγάλης Ιδέας οδήγησε στη μετάθεση της φιλοδοξίας της
"εθνικής αναγέννησης" από το πεδίο της εδαφικής επέκτασης σε εκείνο της
πνευματικής ηγεμονίας του ελληνισμού ("πνευματικός εθνισμός": αναγνωρίζει το
έθνος ως αφηρημένη μεταφυσική οντότητα, συνδέει την ιθαγένεια και γνησιότητα της
τέχνης με την εμβάθυνση στην ελληνική γεωκλιματική ιδιαιτερότητα, προτείνει την
ελληνική αυτογνωσία).
- Οι λογοτεχνικές εξελίξεις:

156
Οι θιασώτες του εθνισμού προωθούν ένα νεφελώδες αίτημα "ελληνικότητας" και
συγχρόνως απαξιώνουν τις μοντερνιστικές αναζητήσεις ως προϊόντα μιμητικής
ξενομανίας.
Οι πρώτες ποιητικές συλλογές Εμπειρίκου και Εγγονόπουλου επικρίθηκαν για μη
ελληνικότητα.
Η πίεση οξύνεται σημαντικά στη διάρκεια της μεταξικής δικατατορίας:
άκρατος συντηρητισμός + εθνικιστικός λόγος περί πολιτισμού.
Οι δημιουργοί έπρεπε να αποδείξουν εμπράκτως την "ελληνική" τους συνείδηση.
Η νεωτερική ποίηση αντιμετωπίζεται ως προϊόν μιμητικής ξενοτροπίας.
Σεφέρης + Ελύτης: προσπαθούν να συγκεράσουν "ελληνικότητα" και ευρωπαϊκή
παιδεία / νεωτερική τεχνοτροπία.
- Άποψη Ελύτη:
Ο Ελύτης θέτει το ζήτημα της ελληνικότητας ως υπόθεση προσαρμογής του "καθαρά
ελληνικού υλικού" στους νεωτερικούς εκφραστικούς τρόπους.
- Άποψη Σεφέρη:
Η ιδεολογική εμμονή ως προγραμματική αρχή ή αξιολογικό κριτήριο στα
καλλιτεχνικά ζητήματα εννέχει κινδύνους.
Η ελληνικότητα: περισσότερο αντικείμενο προβληματισμού παρά μια θεωρία προς
εφαρμογή.
-1η εκδοχή περί ελληνικότητας:
Συγκερασμός μοντερνιστικών αντιλήψεων με το στερέωμα των εθνικών/λαϊκών
αξιών.
-2η εκδοχή (αριστερής προέλευσης):
Η Αριστερά προτείνει το "λαϊκό" (=δημοτικό) τραγούδι ως πρότυπο για τη
δημιουργία μιας λογοτεχνίας κατανοητής από τον λαό και ριζωμένης στα γνήσια
εθνικά αισθήματα.
-3η εκδοχή:
Προβάλλεται ως αντίδοτο στον "νοσηρό" καρυωτακισμό ("αιγαιοπελαγίτικη
ελληνικότητα")
=> Η επιμονή της κριτικής στον λόγο περί ελληνικότητας συνέβαλε στην καταξίωση
αυτής της λογοτεχνικής παραγωγής στην ευρύτερη κοινή συνείδηση, αφού ενέταξε
μια δύσκολη και εν πολλοίς "ξενότροπη" ποίηση στο κέντρο του εθνικού
λογοτεχνικού κανόνα.

Σεφέρης

Ανανεώνει τον ποιητικό λόγο. Ο στίχος απελευθερώνεται από τις ποιητικές


συμβάσεις και η γλώσσα (δημοτική) γίνεται απλούστερη. Ο ποιητής ασχολείται με τα
προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου, είναι δεμένος με την ελληνική παράδοση και
την ιστορία, ενώ βρίσκεται σε επικοινωνία με τη σύγχρονη ευρωπαϊκή λογοτεχνία.
Το "εγώ" γίνεται "εμείς". Η ποίησή του είναι απαισιόδοξη και μελαγχολική, ωστόσο

157
αυτή η διάθεση δεν οδηγεί σε άρνηση ή καταστροφή.
Kεντρική φυσιογνωμία της γενιάς.
Με Στροφή , Μυθιστόρημα ανανεώνει τον ποιητικό λόγο (απελευθέρωση στίχου από
μετρικές συμβάσεις- απλούστερη γλώσσα, έκφραση λιτή, τολμηρή). Ποίηση
συλλογική μια ποίηση του εμείς αντίθετη με την ποίηση του εγώ της προηγούμενης
δεκαετίας.
Ασχολείται με τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου, δεμένος με την ελληνική
παράδοση και ιστορία, βρίσκεται σε επικοινωνία με τη σύγχρονη ευρωπαϊκή
λογοτεχνία («καθαρή ποίηση» των Γάλλων συμβολιστών Mallarme- Vallery / ποίηση
του Elliot-Pound).
Εξερευνά τον ελληνικό μύθο και την ιστορία δίνοντας την αίσθηση της τραγικότητας
του ανθρώπου. Αποτυπώνει την αγωνία του για την μοίρα της φυλής μας.
Καταστροφή της Σμύρνης και ο ξεριζωμός των προσφύγων και το δράμα των
παγκοσμίων πολέμων σφραγίζουν την ποίησή του (απαισιόδοξη μελαγχολική ).
Γλώσσα καθαρά δημοτική.
«Θυμήσου τα λουτρά που σε θανάτωσαν Ορέστεια του Αισχύλου στο Μυθιστόρημα
γενικά ο μύθος των Ατρειδών, κατέχει κεντρική θέση στην ποίηση του Σεφέρη
Η τελευταια μερα –Μαρωνίτης στενή σχέση τέχνης και τεχνικής-+επιπεδα =ιστορικό
παρόν δημόσιο και όντως ιστορικό (σκηνικό επίσημης κηδείας) / ιστορικό παρελθόν
διακειμενικές αναφορές (Ιλιάδα-κεφαλοβρυσα όπου ο εκτωρας φανταζεται την
ανδρομαχη σκλάβα, Θουκυδίδης-Ιστορία-αιχμαλωσια, ταπείνωση ως αποτελεσματα
της σικελικής εκστρατείας , ανοιξη.. ραγιάδες=δημοτικό τραγουδι ενώ αισιοδοξο εδώ
σακατεμενο)-
Ο βασιλιάς της Ασίνης (Ιλιάδα)- Ένας γέροντας στην ακροποταμιά- Έγκωμη
(αρχαιολογικός χώρος της Κύπρου-αναδυση ονειρικης γυναικειας μορφής όχι απο
θαλασσα αλλά απο γη-κράμα της αρχαιας θεοτητας του έρωτα και της θεοτοκου-
εξιδανικευμενη όπως η Φεγγαροντυμενη του Σολωμου στον Κρητικο=συνθεση
διαφορετικων εποχών του ελληνισμου που πρωτος επιχειρησε ο παλαμας στη
φλογερα του βασιλια και ο σικελιανος στο πασχα των ελληνων)
Επί σκηνής Γ΄ = πραγματεύεται φανερά μιαν εκδοχή του μύθου των
Ατρειδών,ζωντανεύοντας την τραγική Κλυταιμνήστρα –οι τελευταίοι στίχοι
παραπέμπουν άμεσα στην αισχυλική ορέστεια αλλά και τα «εκδικητικά λουτρά»-
(Κατα βαθος ειμαι ζητημα φωτος-Σεφερης/ Ειμαστε απο φως, δεν μας αγγιζει ο
θανατος-Θέμελης/πώς λοιπόν μπορεί να μην εισαι φως;-Κακναβατος)

Στροφή -- Παραπέμπει στον όρο της μετρικής αλλά και της ευρύτερης στροφής παό
την παραδοσιακή στη νεωτερική ποίηση. Τα παραδοσιακά εκφραστικά
χαρακτηριστικά υπονομεύονται από την ειρωνεία, τη διάχυση του νοήματος, την
τολμηρή στιχουργική επινοητικότητα. Κρυπτογραφικά (Παλαμάς).
Στέρνα -- Η πιο ολοκληρωμένη απόπειρα προς την "καθαρή ποίηση" (της απόλυτα
καθαρισμένης από οποιοδήποτε μη ποιητικό στοιχείο ποίησης). Πυκνή συμβολική
οργάνωση με ανεξάντλητα πεδία ερμηνευτικών δυνατοτήτων.

158
Μυθιστόρημα -- 24 μέρη (όπως οι ραψωδίες Ιλιάδας/Οδύσσειας). Θέμα: η
Μικρασιατική καταστροφή, η σκληρή μοίρα του ελληνισμού σε διαχρονική κλίμακα.
Διαρκής αντιπαραβολή α/ε και σύγχρονου ελληνικού κόσμου. Αξιοποίηση "μυθικής
μεθόδου". Ενσωμάτωση υπαινικτικών παραπομπών αι αλλόγλωσσων χωρίων.
Τετράδιο Γυμνασμάτων -- Λυρικός λόγος. Αφηγηματική και κριτική διάθεση.
Διάλογος ποιητή με αρχαία παράδοση οργανωμένος βάσει του μοντερνιστικού
προτύπου.
Ημερολόγιο Καταστρώματος α' (τελευταία μέρα) -- Εμπειρία πολέμου ως ήδη
συντελεσθέν βίωμα.
Ημερολόγιο Καταστρώματος β' -- Κατοχή. Σαν αφήγηση επικαιρότητας. Μεγάλη
γκάμα διαθέσεων και τόνων. Ποικιλία θεματικών πυρήνων. Θέμα: οι προκλήσεις που
αντιμετωπίζει η ποιητική και πολιτική συνείδηση του "πρόσφυγα-ποιητή" στα χρόνια
του πολέμου.
Κίχλη -- Συνθετικό ποίημα. Σκοτεινότητα. Πηγή έμπνευσης: η επίσκεψή του στην
Κύπρο. 3 αποκαλύψεις για τον ποιητή: α. ένα ηδονικό αίσθημα επιστροφής στον
μαγικό κόσμο των παιδικών του χρόνων β. αποκάλυψη μιας αυθεντικής αδιάσπαστης
εκδοχής του ελληνισμού γ. το δραματικό βάρος της ιστορικής στιγμής.
Οι γάτες τ' Αι Νικόλα -- Αρμονική σχέση ανθρώπου με φυσικό του περίγυρο. Η
προσήλωση την πραγμετικότητα επιτρέπει την ανάπτυξη μια ςπιο ιστορικής
προσέγγισης στη διαπλοκή του μύθου με την ιστορία.
Ο δαίμων της πορνείας -- Καβαφικός τρόπος. Το περισσότερο ιδιωματικό και το πιο
έντονα αφηγηματικό ποίημα του Σεφέρη.
Τα τρία κρυφά ποιήματα -- ποιήματα "κοντής ανάσας". Τόνος εξομολογητικός. Λιτά
ποιητικά κείμενα. Ώριμος προσωπικός απολογισμός.
Επί Ασπαλάθων -- Επικαιρικό και πολιτικό. Αναφέρεται στη φοβερή μεταθανάτια
τιμωρία όσων διαπράττουν αδικίες.

Ελύτης

Ποίηση αισιόδοξη, φωτεινή, εφηβική, όπου το Αιγαίο έχει κεντρική θέση.


Περισσότερο αισιόδοξος και φωτεινός χωρίς να του λείπει ο προβληματισμός.
Επηρεάστηκε καθοριστικά από τον υπερρεαλισμό (Paul Elyard). Ικανότητα να
δαμάζει τις υπερρεαλιστικές εικόνες και να τους δίνει μορφή, τάξη και λογική.
Άξιον εστί: έργο σταθμός, συνδυάζει γόνιμα στοιχεία της ελληνικής παράδοσης και
της μοντέρνας ποιητικής (γλώσσα εκκλησιαστικής υμνογραφίας, έπη Ομήρου,
ποιήματα Σολωμού).
Του Αιγαίου (ο έρωτας, το αρχιπελαγος)
Η τρελή ροδιά
Η πορτοκαλένια (όπως σε ξέρει το φιλί, κανένας δεν σε ξέρει)
Άξιον Εστί

159
Το Δοξαστικόν (εθνικη εμπειρια πολεμου ηττας και κατοχης αντιμετωπιζονται σαν τα
παθη του Xριστου)
Mοντέρνα ποιηση έλλογη συγκινησιακή αλληλουχια, ιδιαίτερα επιμελημενη μορφικη
οργανωση = ασυμβιβαστη με την εκρηκτικη εκφραστικη αυθορμησια του
υπερρεαλισμου, διασπαρτες εικονες εκφραστικης τολμης στα ορια του αλογου
Η αυτοψία (κι όλο το δάσος να σαλεύει ακόμα πάνω στον ακιλήδωτο
αμφιβληστροειδή)
Λακωνικόν (λοιπόν αυτος που γύρευα ειμαι)
Μικρή πράσινη θάλασσα = ορμή, ασιοδοξία, φύση και νεότητα-εκφραστική λιτότητα,
ελεύθερος στίχος, συχνές επαναλήψεις μουσικότητα που παραπέμπει στο λυρισμό της
παλαιότερης ποίησης-η ερωτική γυναικεία μορφή συνδέεται με τον ιωνικό πολιτισμό
(παράλια Μ.Ασίας) και ιδιαίτερα με τη φιλοσοφία του Ηράκλειτου-το γεγονός της
νοσταλγικής αναφοράς στη Σμύρνη και στις χριστιανικές εκκλησίες της απηχεί
έμμεσα το επώδυνο ιστορικό γεγονός της Μικρασιατικής καταστροφής.

3 περίοδοι:
α. Κυριαρχούν η φύση και η μεταμόρφωση των πραγμάτων. Υπερρεαλισμός (Ήλιος ο
πρώτος)
β. Μεγαλύτερη ιστορική και ηθική συνειδητοποίηση
γ. Φωτόδεντρο
δ. οι μεταγενέστερες συλλογές του

Προσανατολισμοί -- μια ποίηση φωτεινή, αισιόδοξη, εφηβική, όπου το Αιγαίο έχει


κεντρική θέση. Υπερρεαλιστικές αντιλήψεις. Στιλπνή επεξεργασία των λέξεων.
Επιμονή στην εικόνα, στην ονειρική ατμόσφαιρα της εφηβικής αθωότητας, στον
χειρισμό της ερωτικής θεματικής. Μορφική οργάνωση που πειθαρχεί σε αυστηρές
αρχές.
Ήλιος ο πρώτος -- στην ίδια κατεύθυνση. Εξυμνεί το κλίμα μιας καλοκαιρινής μέρας
δίχως τέλος και πέρα από τον χρόνο. Απολογητικοί τόνοι.
Άσμα ηρωικό και πένθιμο -- Επιχειρεί να μυθοποιήσει την ιστορία του αλβανικού
πολέμου. Ελευθερία, ελληνική φύση, ερωτική όρεξη, σεμνή ανδρεία.
Άξιον εστί -- Αποκρυσταλλώνει τις δύο όψεις του λυρισμού του: έπαρση, τύψη,
διδαχή, εξομολόγηση. Στερεομετρικά οικοδομημένο. Επίπεδα: α. χώρος του
υποκειμένου β. χώρος της ιστορίας γ. χώρος της μεταφυσικής. Ο ποιητής νικά τους
πολεμίους του χάρη στην ταύτισή του με τον ελληνικό χώρο και την ιστορία του.
Γλωσσικό υλικό: αναζωογοννημένες λέξεις 4 χιλιετιών. Επικοί τόνοι.
6 +1 τύψεις για τον ουρανό -- μερικά από τα τελειότερα και υψηλότερα λυρικά ή
ελεγειακά ποιήματα της ελληνικής λαλιάς. Κρίθηκαν ως ώριμες εκφράσεις του
"εσωτερικού λυρισμού" του Ελύτη.
Φωτόδεντρο -- Νέα τροπή στον λυρισμό του. Κρυπτικά νοήματα και μεταφυσικοί
υπαινιγμοί. Τάση προς απλοποίηση (τραγούδι, απλοί στίχοι).
Θεματικά εστιάζει στο ζητούμενο της ατομικής "απελευθέρωσης".

160
Ο υπερρεαλιστικός λυρισμός του ανασυγκροτείται σε μια φυσική, πολιτική,
μεταφυσική και ποιητική ιδεολογία.
Ποίηση ως σύστημα που φιλοδοξεί να απορροφήσει τόσο τη φιλοσοφία όσο και την
πολιτική της εποχής της.

Νικόλας Κάλας

Ο μόνος από τους υπερρεαλιστές που αντιλαμβανόταν και υποστήριζε τον


υπερρεαλισμός ως "πράξη¨, πέραν της όποιας καλλιτεχνικής ή αισθητικής
δραστηριότητας.
Η μορφή είναι δευτερεύουσα υπόθεση.
Συνεχής επαφή με Παρίσι, εντυπωσιάζει τον Μπρετόν.
Απείχε από την ελληνική πνευματική ζωή. Ο πρώτος συνειδητά μοντέρνος ποιητής.
Πολλά από τα ποιήματά του έχουν έκδηλες συγγένειες με τον φουτουρισμό.
Ποίηση παιγνιώδης, εναντιώνεται στον λυρισμό και την παράδοση, αξιοποιεί
παρηχήσεις, ψυχαναλυτικές αναφορές, ευρηματικά τεχνάσματα.

Εμπειρίκος

Επίσημος εκπρόσωπος του υπερρεαλισμού, πρώτος που χρησιμοποίησε την αυτόματη


γραφή δίνοντας έναν πλούτο από εικόνες μέσα από τους χώρους του υποσυνείδητου.
Ποίηση που δεν έχει ρυθμό και μέτρο, γλώσσα που περιέχει άφθονες λέξεις από την
καθαρεύουσα και ην επιστημονική ορολογία.
Ενδοχώρα απελευθέρωση από τον άκρατο υπερρεαλισμό. Μετά τον πόλεμο
ολοκληρωτική απελευθέρωση του φροϋδικού ασυνείδητου.
Χειμερινά σταφύλια –τα δεινά μιας γυναίκας-παιδιού, όχι απόλυτα ακτανότητο (η
μυγα που ματιάζει ένα διαμάντι) στοιχειωδης συγκινησιακη ακολουθια-(Ιππευων
ονους αγαπων κυριες=άκρατα υπερρεαλιστικό, δυσδιακριτος αφηγηματικος αξονας)-
Το ρήμα αγναντεύω (το μέλλον της ολόκληρο και το παρον μου) λιγοτερο
υπερρεαλιστικο, εντονη ρυθμικοτητα, λυρικο λεξιλογιο, λογική και μορφική συνοχή,
βασίζεται σε μια σειρά από μεταφορές μάλλον απλώς μοντέρνο.
Στέαρ (η πλάστιγξ κλείνει εκεί που προτιμάμε)
Στροφές στροφάλων (ω υπερωκεάνειον.. κυνηγητές εμείς της γοητείας των ονείρων).
Απλό, ευρύχωρο, συγκρατηκά ολοκληρωμένο, είναι ύμνος της ελληνικής
ναυσιπλοΐας.

161
Σε αντίθεση με την Υψικάμινο, η καθαρεύουσα υποχωρεί, η λογική αλληλουχία είναι
αναγνωρίσιμη.
Αι λέξεις (Gloria, Gloria in excelsis)

Υψικάμινος -- δεν αποτελεί προϊόν υπερρεαλιστικού αυτοματισμού, αφού περιέχει


μια ποίηση έντεχνα γραμμένη στην οποία οι κανόνες της ελληνικής σύνταξης
εφαρμόζονται αυστηρά.
Οκτάνα -- Ερωτικό όραμα. Αποφεύγεται και η ελάχιστη αναφορά στην ελληνική και
διεθνή πραγματικότητα.
Εγγονόπουλος

Στους εκφραστικούς τρόπους ακραίος υπερρεαλιστής, γλώσσα ιδιότυπη με αρκετά


λόγια στοιχεία, βαθύς λυρισμός. Μπολιβάρ (Φεραίος, Ανδρούτσος μέχρι κατοχική
αντίσταση) πιο διαλλακτικός υπερρεαλισμός.
(ζωγραφική ενάργεια στο έργο του)
Το καράβι του δάσους
Γυψ και φρουρά (μεγαλύτερος βαθμός σκοτεινότητας-πληρης συγκινησιακή σύνδεση
όχι έλλογη, η τελευταία παρομοιωση
Τα γυαλινα τρυπανια μεσα στους εγκεφαλους των ποιητών- μη υπερρεαλιστική
καταβολή, κάνει όλο το ποιήμα να είναι μια αναφορα στο νόημα της ποίησης ιδωμένο
απο τους υπερρεαλιστές.
Ζει ο Μέγας Αλεξανδρος;
Πρωινό τραγούδι
Το χέρι (εις το παράθυρον του Αναπλιού) συχνες επαναληψεις στιχων, ερωτισμός με
μελαγχολική νοσταλγια, εκφραστική λιτοτητα.
Μπολιβάρ -- ενθουσιώδεις κριτικές. Ελληνοκεντρικός πυρήνας. Η εθνική αντίσταση
προβεβλημένη σε παγκόσμιο πλαίσιο σημασιολογείται ως γενικότερη επαναστατική
ορμή. Συγκερασμός Οδυσσέα Ανδρούτσου με τον Μπολιβάρ: όχι ιστορικά τόσο
αυθαίρετος. Έργο αινιγματικό.

Ρίτσος

Πολυγραφότερος, πολύστιχα ποιήματα γεμάτα εικόνες, εξαιρετικούς εκφραστικούς


τρόπους, με συχνά πολιτικοκοινωνικό περιεχόμενο.
Επικρίσεις συχνά ρητορεύει, κάποια ποιήματα δυσανάλογα μεγάλα και περιέχουν
περιττά στοιχεία, του λείπει η συνθετική ικανότητα.
Επιρροές: Καρυωτάκης, Μαγιακόφσκι, Υπερρεαλισμός, Συμβολισμός, Δημοτικό
τραγούδι, Θεματική: τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου(μοναξιά, αλλοτρίωση,
υπαρξιακά ερωτήματα, στέρηση ελευθερίας, αγώνας για καλύτερη ζωή, υπηρέτηση

162
πολιτικοκοινωνικής ιδεολογίας)Η τιμή της πέτρας εναντιώνεται στην τιμή του χρυσού
(Μαρωνίτης για το συνδυασμό σημαντικών και καθημερινών)
Επιτάφιος- 15συλλαβος, ομοιοκαταληκτο διστιχο λαϊκο μοιρολόι-έκφραση και
σύνταξη απλες, εικονες στα πλαισια παραδοσιακής κατανοητής εκφρασης- Εαρινή
συμφωνία –(κοβοντας χαμομηλια και βλεποντας τη θαλασσα θα ξαναπουμε την
παιδικη μας δεηση) –
Θαλασσινο αποβροχο (αναμεσα απ’τη χαραμαδα του φιλιου σου)
Το κορίτσι που αναβλεψε (Τόσα χρόνια, τα μάτια μου ξένα είχαν βουλιάξει μέσα μου)
Τη Ρωμιοσυνη μην την κλαις
Σχήμα της απουσίας (πιο τολμηρή σύλληψη εικονων-χρηση θαλάσσιας εικονοποιίας
για να εκφραστεί το συναίσθημα του πένθους, ποιητική σύλληψη περίπλοκη και
δυσνόητη η εικόνα των τελευταίων στίχων εντελώς ασυνήθιστη) (χιλιάδες μικροί
σταυροί απ’τα πέλματα των θαλάσσιων πουλιών)
Τα κεντρικά χαρακτηριστικά της ποιητικής του:
. φροντίδα για την αναγνωσιμότητα. Απευθύνεται στον απλό αναγνώστη χωρίς να
απαιτεί ειδική εξάσκηση.
. Έντονη καλλιτεχνική ανησυχία, ανεξάντλητη εφευρετικότητα, διαρκής
πειραματισμός με νέες φόρμες.
. ιστορικότητα, επικαιρικότητα, αυτοβιογραφική φόρτιση.
. γλώσσα καθημερινή.
. πλούσιος λυρισμός με τάση προς αισθηματολογία.
. πεζολογικό ύφος της προφορικής κουνέντας, δραματική εξφορά, και κοφτή
έκφραση.
. λυρικότητα, θεωρητική στοχαστικότητα.

1η περίοδος 1930-1936:
Στίχος καλοδουλεμένος αλλά και ειρωνικά διαβρωμένος. Επίδραση Καρυωτάκη και
Βάρναλη. Συχνά σατιρικός, αυτοσαρκαστικός. Κοινωνική κριτική. Ψυχική
απομόνωση. Κανένας αυθόρμητος ενθουσιασμός. Ηθική εξάντληση.
Επιτάφιος -- στα πρότυπα του δημοτικού τραγουδιού.

2η περίοδος 1936-1943:
Ελεύθερος στίχος. Εμφάνιση πρώτων υπερρεαλιστικών στοιχείων. Λυρική, μουσική
διάθεση.

3η περίοδος 1944-1955:
Υποχωρεί ο μουσικός λυρισμός. Πικρός λόγος κάποτε σκληρός. Στοχαστικός τόνος.
Σύντηξη των πιο ετεροθαλών εκφραστικών τρόπων. Επικαιρική θεματική (Κατοχή,
Αντίσταση, εμφύλιος, ήττα, εξορία)

4η περίοδος 1956-1966:
Η πιο δημιουργική περίοδος. Κριτική διάθεση απέναντι στις πρακτικές της

163
Αριστεράς. Συνειδησιακές συγκρούσεις.
3 κύκλοι: α. ο κύκλος των πραγμάτων β. ο κύκλος των χορικών γ. ο κύκλος της 4ης
διάστασης: ως κορυφαία στιγμή στη δημιουργική εξέλιξη του Ρίτσου. Πρόκειται για
εκτενείς μονολόγους στους οποίους οι μυθικές αναφορές διαπλέκονται με ιστορικές
και αυτοβιογραφικές συνδηλώσεις. Γερασμένοι αντιήρωες στο γνώριμο καβαφικό
μοτίβο που δηλώνεται με ζεύγη φρορά-χρόνος, παρόν-παρελθόν. αναχρονισμοί.
Διαρκής δραματική αναμέτρηση. Ποίηση ως ανάλυση και στόχος της η γνώση.

5η περίοδος 1967-1990:
Νέοι εκφραστικοί τρόποι. Υπρρεαλιστικές τεχνικές. Επιστρέφει στο δημοτικό
τραγούδι και το λαϊκό μοιρολόι.

ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΥ

1. Γιώργος Σεφέρης (1900-1971)


"Fog" (435)

"Μυθιστόρημα" (436)

"Η τελευταία μέρα" (438)

"Ο βασιλιάς της Ασίνης" (440)-- Εποχή γραφής: 1940. Κρίσιμη εποχή, επικρατεί
ολοκληρωτισμός. Ανήκει στα Ημερολόγια Καταστρώματος. Ελεύθερος στίχος.
Κυριαρχεί το "εμείς". Δίπλα στη θάλασσα, κάτω από τα ερείπεια των Μυκηνών και
της Ακρόπολης, αναζητά επίμονα τον βασιλιά της Ασίνης. Ένα κενό κάτω από την
χρυσή ταφική προσωπίδα για να εξηγήσει τη διάλυση και την τραγικότητα του
σήμερα καταφεύγει σε νέες εξερευνήσεις πίσω στο παρελθόν. Ιστορικό κλίμα
αγωνίας ανάμεικτη με αποφασιστικότητα και τόλμη. Δίνει νόημα συμβολικό στις
Μυκήνες. Περικλείει την Ελλάδα αδιαίρετη στον χρόνο, χρόνο και ανθρώπινο
στοιχείο. Υπάρχει αγωνία για τον σύγχρονο άνθρωπο. Ο Σεφέρης δεν είναι εύκολος
ποιητής, ωστόσο δεν είναι σκοτεινός. Η γλώσσα του είναι δύσκολη, αυτή όμως
πετυχαίνει να εκφράσει με μοναδική απλότητα (όχι ευκολία) τα νοήματα και τους
προβληματισμούς. Ποίηση απαισιόδοξη και μελαγχολική. Αναλογίζεται την
ανθρώπινη μοίρα, δεν οδηγεί σε άρνηση, διαφαίνεται ελπίδα. Φως κάτω από την
άρνηση. Υπάρχει πίστη ελπιδοφόρα που απορρίπτει τον μηδενισμό.

"Κίχλη" (442)

"Ο δαίμων της πορνείας" (444)

164
"Οι γάτες τ' Αι-Νικόλα" (446)

"Επί Ασπαλάθων" (448)

2. Ανδρέας Εμπειρίκος (1901-1975)


"Χειμερινά σταφύλια" (450) -- Συλλογή Υψικάμινος. Γραμμένο σε πεζό. Γνήσια
υπερρεαλιστική τεχνοτροπία. Αυτόματη γραφή. Άλογο. Πλούσιες και ευφάνταστες
εικόνες χωρίς λογικό ειρμό. Απόλυτη απελευθέρωση σκέψης από λογική.
Προβάλλονται έννοιες-κλειδιά, ενώ η ανορθόδοξη σύνθεση δημιουργεί ατμόσφαιρα
γενικής ελευθερίας. Έχει ευκρινή ανάπτυξη θέματος, βίαιες συζεύξεις ανόμοιων
στοιχείων. Στοιχειώδη συγκινισιακή αλληλουχία. Αισθήματα θλίψης και κάποιας
ειρωνίας.

"Θρυλικόν ανάκλιντρον" (450)

"Κλωστήριον νυχτερινής ανάπαυλας" (450)

"Αφρός" (451)

"Στέαρ" (452)

"Στροφές στροφάλων" (452)

"Αι λέξεις" (455)

"Εις την οδόν των φιλελλήνων" (455)

"Του Αιγάγρου" (457)

"Μαντόναι ή Κυρίαι των πόλεων" (459)

3. Νίκος Εγγονόπουλος (1907-1985)


"Το καράβι του δάσους" (460) -- Υπερρεαλιστική ταυτότητα του ποιήματος τίτλο.
Συνδυάζει δυο ασυμβίβαστα μεταξύ τους στοιχεία (καράβι και δάσος) ζωγραφικής

165
ενάργειας του ποιητή. Διαυγείς εικόνες όχι λογικές αλλά υπερρεαλιστικές, περιέχουν
μεγάλο βαθμό άλογου στοιχείου, επιχειρώντας αυθαίρετα συμπαραθέσεις ανόμοιων
στοιχείων. Μολονότι δεν μπορούμε να συνδέσουμε διανοητικά τις φράσεις του
ποιήματος, μπορούμε να τις συνδέσουμε συγκινησιακά. Οι τελευταίοι στίχοι μας
δίνουν το κλειδί του νοήματος. Στόχος των υπερρεαλιστικών εικόνων που
προηγούνται είναι να εκφράσει ο ποιητής τα φευγαλέα οράματα χαράς που έβλεπε ως
παιδί στα μάτια των πουλιών.

"Γυψ και φρουρά" (461) -- Άσχετος τίτλος συμφωνεί με υπερρεαλισμό. Οι στίχοι


είναι σκοτεινοί (μεγάλος βαθμός σκοτεινότητας). Ισορροπία ανάμεσα στο
υπερρεαλιστικό και το συμβολικό, άλογο. Δίνει στους στίχους μεγάλη δραστικότητα.
Δε συνδέεται διανοητικά η αλυσιδωτή παρομοίωση από την οποία αποτελείται το
ποίημα. Ωστόσο, η συγκινησιακή σύνδεση είναι πλήρης. Μιλάει για την ομορφιά που
ανακαλύπτουμε στα πιο ανόμοια πράγματα, που είναι η κύρια επιδίωξη του
υπερρεαλισμού.
στ. και ίσως.. ποιητών: παρομοιάζει άλογη συμπαράθεση εικόνων των προηγούμενων
στίχων
στ. με γυάλινα τρυπάνια στους εγκεφάλους των ποιητών: καταλαβαίνουμε ότι
αναφέρεται στο νόημα της ποίησης από την υπερρεαλιστική σκοπιά.

"Μόλις σημάνουν τα μεσάνυχτα, ο Jef, το μέγα αυτόματον" (462)

"Μπολιβάρ" ένα ελληνικό ποίημα" (463)

"Η τελευταία εμφάνισις του Ιούδα του Ισκαριώτη" (469)

"Ποίηση 1948" (470)

"Περί ύψους" (470)

4. Νικόλαος Κάλας (1907-1988)


"Αθήνα 1933" (473)

"Ορέστης" (474)

"Ασπασία Γλυκοφιλούσα" (475)

166
"Πρωθύστερον" (476)

"Μεταφορές ενσωματώσανε τη σκέψη" (476)

5. Γιάννης Ρίτσος (1909-1990)


"Επιτάφιος" (478) -- Το ποίημα ανταποκρίνεται κυρίως στις επιταγές της ποίησης
που προωθούσε τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αι. η μαρξιστική αριστερά. Είναι
γραμμένο σε 15σύλλαβο στίχο, που είναι και ο στίχος του δημοτικού μας τραγουδιού.
Η οργάνωση του ποιήματος σε ομοιοκατάληκτα ζεύγη στίχων παραπέμπει στο
ομοιοκατάληκτο δίστιχο λαϊκό μοιρολόι. Αφηγητής του ποιήματος είναι μια μάνα
που θρηνεί τον γιο της, ο οποίος σκοτώθηκε σε μια διαδήλωση καπνεργατών στη
Θεσ/κη τον Μάη του 1936. Η έκφραση και η σύνταξη του ποιήματος είναι και αυτές
απλές, κατά τα πρότυπα του δημοτικού τραγουδιού, ενώ οι εικόνες, παρά τη
φρεσκάδα της φαντασίας τους, δεν ξεφεύγουν από τα πλαίσια της παραδοσιακής
κατανοητής ποιητικής έκφρασης.
Μακροσκελές ποίημα με 8 δραματικούς μονολόγους. Όλοι εισάγονται με μια
σύντομη σκηνική οδηγία σε πεζό λόγο. Γλώσσα: δημοτική με ιδιωματισμούς. Ο
θρήνος της μάνας δεν περιορίζεται στην θλίψη και τον πόνο, εξελίσσεται στην
ακλόνητη πίστη στον σκοπό για τον οποίο πέθανε ο γιος της. Για την μορφή της
μάνας αντλεί στοιχεία από Βάρναλη που απεικονίζουν την Παναγία. Επιδράσεις από
Καρυωτάκη. Επώδυνη προσήλωση και ορφανεμένη μάνα παραπέμπουν στον
προφορικό θρήνο (Μεγ. Παρασκευή).

"Αναγκαία εξήγηση" (479)

"Εφηβεία" (479)

"Μια ασήμαντη ιστορία" (480)

"Ο χώρος του ποιητή" (480)

"Οι τάφοι των προγόνων μας" (482)

"Ο Ηρακλής κι εμείς" (482)

"Η απόγνωση της Πηνελόπης" (484)

167
"Η χαμένη Υπερβόρειος" (484)

"Η ζωή μας στις Φαρές" (485)

"Κλήσις" (486)

"Ιστορία" (487)

"Στην οδό που δεν ονομάστηκε οδός Παζολίνι" (487)

"Δευτερόλεπτα" (488)

6. Οδυσσέας Ελύτης (1911-1996)


"Επέτειος" (489)

"Η τρελή ροδιά" (491)

"Ήλιος ο πρώτος" (492)

"Άξιον εστί" (493)

"Η αυτοψία" (498)

"Το φωτόδεντρο" (499)

"Δώρο ασημένιο ποίημα" (502)

"Ο φυλλομάντης" (503)

"Θάνατος και ανάστασις του Κων/νου Παλαιολόγου" (505)

"Villa Natacha" (507)

168
169
Η πεζογραφία της γενιάς του '30

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12 - ενημερώθηκε στις 20/5

(Σημείωση: Μέχρι το τέλος Ιουνίου όλα τα κεφάλαια παραμένουν ανοικτά σε συνεχή


εμπλουτισμό.)

ΕΝΝΟΙΕΣ – ΚΛΕΙΔΙΑ:
 Ρεαλισμός
 Ηθογραφία
 Νατουραλισμός
 Μοντερνισμός
 Αυτοβιογραφικός λόγος
 Υπερρεαλίζουσα πεζογραφία
 Ελληνικότητα
 Οπτική γωνία
 Ροή συνείδησης
 Παντογνώστης αφηγητής
 Εσωτερικός μονόλογος
 Ελεύθερος πλάγιος λόγος
 Ειρωνική αποστασιοποίηση

12.1.1 Εισαγωγικές παρατηρήσεις

- Το ιστορικό πλαίσιο:
Οι δεκατίες '20-'30 σφραγίστηκαν από την τραυματική εμπειρία του α' παγκ. πολέμου
και την κατάρρευση της Μεγάλης ιδέας. Πολιτική αστάθεια από τη μια, γέννηση
νέων ιδεολογιών από την άλλη.
- Οι 2 φάσεις στην πεζογραφία:
α. 1920-30: στενότερη σχέση με παράδοση, προοδευτική αποδέσμευση από τη γενιά
του 1880, ολοένα εντονότερη τάση για ανανέωση.
β. 1930 και μετά: σαφέστερη έκφραση νεωτερικότητας, ριζικές αναθεωρήσεις.

12.1.2 Το Ελεύθερο Πνεύμα (1929) του Γ. Θεοτοκά

170
Πρόκειται για το μανιφέστο της γενιάς του '30. Αποκρυσταλλώνει τη διάθεση για
ανανέωση, υποδεικνύει την ανάγκη αφύπνισης και επισημοποιεί τη ρήξη με το
παρελθόν.
Παρόλο που οι απόψεις δεν υιοθετήθηκαν από το σύνολο, προϊδεάζουν για τις
επερχόμενες αλλαγές.
- Οι λόγοι που απορρίπτεται η παράδοση > ηθογραφία:
α. Παθητική και περιοριστική η φωτογραφική αποτύπωση της πραγματικότητας.
β. Δεν υπάρχει η δυνατότητα έκφρασης της εσωτερικότητας ανθρώπων και τοπίων.
γ. Η στάση του πεζογράφου απέναντι στη ζωή είναι δουλική και παθητική.
- Ο στόχος του πεζογράφου κατά Θεοτοκά:
α. Να διαπεράσει την επιφάνεια της ζωής και να αγωνιστεί να βρει το βαθύτερο
νόημα των όντων και των πραγμάτων.
β. Να αποδεσμευτεί από την περιγραφή της εξωτερικής πραγματικότητας.
γ. Να μη διστάζει εμπρός σε τολμηρές συλλήψεις, πλατιές συνθέσεις ή στην
αφομοίωση της φιλοσοφικής σκέψης.
δ. Κυρίαρχος στόχος: η ατομικότητα, η εσωτερικότητα, ο ίδιος ο Άνθρωπος.
- Ποιους εξέφρασε τελικά:
Οι προγραμματικές εξαγγελίες του Θεοτοκά εξέφρασε τους Αθηναίους
φιλελεύθερους αστούς.
- Ποιο το αποτέλεσμα:
α. Οι αστοί διαψεύστηκαν αλλάζοντας προσανατολισμούς.
β. Εκείνοι που δημιούργησαν έξω από τον κύκλο της ομάδας των Αθηναίων αστών
πεζογράφων τόλμησαν και πέτυχαν.

12.1.3 Τα γενικά χαρακτηριστικά (1930-40)

- Το πλαίσιο:
Η τραυματική εμπειρία της μικρασιατικής καταστροφής και το κύμα των
προσφύγων ωθούν στην αναζήτηση νέων προσδιορισμών της έννοιας της Ελλάδας σε
σχέση κυρίως με τον δυτικό ευρωπαϊκό χώρο.
- Οι 3 τάσεις:
α. ελληνοκεντρική με αφομοιωμένο το ευρωπαϊκό πνεύμα (Μυριβήλης, Βενέζης)
β. πιο ανοικτή στην Ευρώπη, χωρίς εθνικά όρια (Καστανάκης, Πολίτης, Τερζάκης,
Θεοτοκάς)
γ. μοντερνιστές, ριζική ρήξη με παράδοση, αντίδραση στις κοιν/πολιτικές
συνθήκες, αμφιβολία για τη θέση του ατόμου μέσα στην κοινωνία, σχετικότητα της
εξωτερικής πραγματικότητας. Όλα αυτά εκφράστηκαν τεχνοτροπικά με: τον
κατακερματισμό των αφηγηματικών συμβάσεων, την κατάλυση της αναπαράσταση
και τις νεωτερικές τους τεχνικές (Αξιώτη, Σκαρίμπας, Μπεράτης).
- Τι επέφερε την ρήξη με την παράδοση:
Αστικοποίηση πληθυσμού => πολιτική/κοινωνική κρίση => ανάγκη κοινωνικού
αυτοπροσδιορισμού => αναταραχή, κινητικότητα => απομάκρυνση από την στατική

171
ηθογραφία, η οποία δεν ικανοποιούσε πλέον τις σύγχρονες ανάγκες της εποχής.
- Οι 2 διαφορές:
Πριν: συλλογική ζωή της κοινότητας, προσήλωση στο αγροτικό και επαρχιακό
περιβάλλον.
Τώρα: ατομικότητα, εσωτερικότητα, πολυπλοκότητα του ανθρ. ψυχισμού. Κέντρο
βάρους οι πόλεις, η Αθήνα.
- Οι αντιδράσεις:
Θετική υποδοχή από την κριτική (βούληση ελεύθερη και αισιόδοξη, ματιά
ερευνητική και άφοβη, πρωτοποριακή φαντασία, εμβάθυνση στο νόημα της
κοινωνίας και του ανθρώπου χωρίς προλήψεις).
- Οι αντιφάσεις:
α. αποδοχή παράδοσης =/= απόρριψη ηθογραφίας
β. κοινωνικός προβληματισμός =/= έμφαση στην ατομικότητα-φαντασία-ελεύθερη
κρίση κτλ.
γ. έμφαση στο άτομο =/= δημιουργία ανθρώπινων τύπων που εντάσσονται σε ένα
γενικότερο σύνολο.
- Ο κοινωνικός στόχος:
Πρόκειται για μια πεζογραφία προβληματισμού, φορέας ιδεολογιών που σκοπό έχει
να συμβάλει στον αστικό εκσυγχρονισμό της κοινωνικής ζωής. Η κοινωνία αποτελεί
ένα σύνολο προς μελέτη αλλά και αντανάκλαση της ατομικής ζωής. Επομένως, ο
κοινωνικός προβληματισμός παραμένει κατά βάση ατομοκεντρικός.
- Μορφές και τρόποι αφήγησης:
α. Πέρασμα από το διήγημα στο μυθιστόρημα ("όλα χωρούνε κι όλα επιβάλλεται να
μπούνε στο μυθιστόρημα" Θεοτοκάς (δηλ. εσωτερική ζωή, θεωρητικός
προβληματισμός, κοινωνική ματιά).. διέξοδος προς την απόλυτη ελευθερία της
έκφρασης χωρίς θεματικούς ή άλλους περιορισμούς).
β. Δυτικά λογοτεχνικά πρότυπα (νέες θεματικές-μορφές-αφηγηματικοί τρόποι)
Νέα αφηγηματική τεχνική: ο εσωτερικός μονόλογος.
γ. Ευρύτερες και πολυπρόσωπες αφηγηματικές συνθέσεις (πλατιά συνθετικά έργα)
δ. πιο σύνθετη δομή οργανωμένης αφήγησης
- Παρατήρηση:
Σε γενικές γραμμές οι συγγραφείς δεν κατόρθωσαν να υλοποιήσουν όλους αυτούς
τους στόχους.

12.2.1 Έννοια - πεζογράφοι της γενιάς του '30

- Ο ορισμός:
Μια ομάδα νέων του μεσοπολέμου που "ωρίμασαω" ανάμεσα στο 1930-40, με κοινά
βιώματα, σαφείς νεωτερικές τάσεις και ιδεολογική χροιά (αν και όχι από όλους).
Διάθεση να έρθουν σε ρήξη με το παρελθόν, να διαφοροποιηθούν με την
κατεστημένη τάξη.
- Κοινός τόπος:

172
Ανταποκρίθηκαν στην πρόκληση για ανανέωση.
- Ονόματα:
Μυριβήλης, Θεοτοκάς, Βενέζης, Καραγάτσης, Πολίτης, Τερζάκης, Νάκου,
Σκαρίμπας.

12.2.2 Οι 2 κυριότεροι σταθμοί

α) 1933:
έτος-σταθμός
α. λόγω πληθωρικής παραγωγής (από το 1930 το μυθιστόρημα μεσουρανεί)
β. λόγω ανάπτυξης θεωρητικού λόγου γύρω από το νέο αυτό είδος.
β) 1936 και μετά:
Πνευματική κρίση, εξαντλημένοι οι Αθηναίοι λογοτέχνες (Νέα Γράμματα).
Οι λόγοι:
α. ιδεολογικό αδιέξοδο αστικής τάξης
β. μη ανταπόκριση του έργου τους στο αναγνωστικό κοινό
γ. πτώση Βενιζέλου => μεταξική δικτατορία => διάψευση πρόθεσής τους να
συμβάλουν με το έργο τους στον αστικό εκσυγχρονισμό της κοινωνικής ζωής.
-Η πορεία από 1936 και μετά:
Άλλαξαν στόχους και προσανατολισμό: επιστροφή στο παρελθόν, τόπο καταγωγής,
ζωή γενέθλιας πόλης (Πρεβελάκης-το χρονικό μιας πολιτείας),παιδική/εφηβική
ηλικία (Πολίτης-Eroica), ιστορία/πολιτιστική παράδοση (Π.Δέλτα-μυστικά του
βάλτου).

ΟΙ 3 ΤΑΣΕΙΣ
12.3.1 Αιολική Σχολή (πεζογραφία ως μαρτυρία)
Οι γεννημένοι σε Λέσβο και μικρασιατικά παράλια. Αυτοί που έζησαν την
κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας. Υπήρχαν δεσμοί μεταξύ τους, σχεδόν συνομήλικοι.
Σχολή που διαμορφώθηκε σε έναν συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο, στο πλαίσιο μιας
πολύ συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου. Δεν είχε επιγόνους.
- Η θεματική:
η τραυματική εμπειρία των βαλκανικών πολέμων, της μικρασιατικής καταστροφής,
της προσφυγιάς, της αιχμαλωσίας.
- Δραστηριοποίηση:
Λογοτεχνικοί και καλλιτεχνικοί σύλλογοι στη Λέσβο, εξέδιδαν εφημερίδες και
λογοτεχνικά περιοδικά, γενικά είχαν αναπτύξη έντονη πνευματική δραστηριότητα
ευρύτερα γνωστή ως "λεσβιακή άνοιξη / αναγέννηση". Η προσπάθεια συνεχίστηκε
στην Αθήνα (λόγω εκπατρισμού), στο πλαίσιο της γενιάς του '30.
- Τα 3 χαρακτηριστικά της:
α. αφήγηση βιωμένης εμπειρίας.
Ο σκοπός: να κρατήσουν ζωντανά στη συλλογική μνήμη τα κρίσιμα για την Ελλάδα
ιστορικά γεγονότα. (Μυριβήλης, Βενέζης, Δούκας)
Η μέθοδος: με τη μορφή της μαρτυρίας, σε α' πρόσωπο πιστοποιώντας έτσι την

173
αυθεντικότητά της. Λειτουργία της μνήμης, αναπαράσταση της βιωμένης εμπειρίας.
Ημερολογιακές και αυτοβιογραφικές αφηγηματικές μορφές.
Η οπτική γωνία: αντιμιλιταριστικός και αντιηρωικός τόνος, αμφισβήτηση του
επικού χαρακτήρα του πολέμου, τραγικότητα ατόμου και ανθρώπινης μοίρας.
Η αντίθεση: ατομικές ιστορίες =/= συλλογική εμβέλεια, εκφράζουν την ανθρώπινη
διάσταση της δοκιμασίας του κάθε ανθρώπου στον πόλεμο, την υπαρξιακή αγωνία
του θανάτου, τη φρίκη της βίας και του σωματικού πόνου.
Το αποτέλεσμα: Δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στις φιλόδοξες μυθιστορηματικές
επιδιώξεις της γενιάς, δεν κατόρθωσαν να πραγματοποιήσουν σύνθετες δομές.
β. σεβασμός στις ελληνικές παραδόσεις, "ελληνικότητα".
Το περιβάλλον: ο τόπος καταγωγής τους (Λέσβος-Ανατολή) με μια ολοφάνερη
νοσταλγική διάθεση.
Η μέθοδος: φανερός ο απόηχος της παλαιότερης ηθογραφίας. Τοπικότητα (εκζήτηση
δημοτικής, χρήση τοπικών ιδιολέκτων).
Η οπτική γωνία: προσήλωση στα εντόπια, λαϊκές παραδόσεις, αναζήτηση της
"ελληνικότητας", της πολιτισμικής δηλαδή ταυτότητας/ιδιοσυστασίας του
ελληνισμού, αναγκαιότητα να καταδειχθεί η πνευματική ιδιοφυία του ως αποτέλεσμα
σύνθεσης χώρου/ανθρώπων (λόγω κατάρρευσης Μεγάλης Ιδέας). Έντονος
ενδοσκοπικός εθνοτισμός. Η φύση - κύριο συστατικό εθνικής μοναδικότητας και
ιδιοτυπίας - πνευματικοποιείται, γίνεται άυλη και αφηρημένη δύναμη (νησιά, Αιγαίο).
Σθεναρή αντίδραση σε κάθε ξενόφερτο νεωτερισμό.
γ. ρεαλισμός και λυρισμός.
Η μέθοδος: Παλιές τεχνικές δοκιμασμένες στην ευρ. λογοτεχνία ήδη από τον 18ο αι
(αυτοβιογραφικός λόγος, εύρημα χειρόγραφων επιστολών, μάρτυρας που αφηγείται
στον συγγραφέα την ιστορία του χωρίς να φαίνεται η επέμβαση του συγγραφέα).
Ωστόσο: λανθάνοντα στοιχεία επεξεργασίας (τολμηρές παρομοιώσεις, δηκτική
ειρωνεία, ιδιαίτερα οξυμένο γλωσσικό αίσθημα, αλλεπάλληλες επεξεργασίες,
εκφραστική "ωραιολατρία") που υποδηλώνουν το αντίθετο, την στάση του συγγραφία
απέναντι στον πόλεμο, τον θάνατο, τη φύση, τη ζωή.
Το αποτέλεσμα: ένας συνδυασμός αυθεντικότητας και μυθοπλασίας, ένας
συνδυασμός ρεαλισμού και έντονης ιμπρεσιονιστικής λυρικής έκφρασης. Ανάμειξη
ονειρικού με πραγματικό => άνετα θα μπορούσαν να χαρακτηριστού και
συμβολιστικά κείμενα.
-Πού απέτυχαν:
α. δεν ανταποκρίθηκαν στις σύνθετες μυθιστορηματικές δομές
β. δεν απέδωσαν αυτοτελείς και ολοκληρωμένους ανθρώπινους χαρακτήρες
γ. δεν μπόρεσαν να περιγράψουν την πολυπλοκότητα της σύγχρονης κοινωνικής
ζωής.
- Πού πέτυχαν:
α. διατύπωσαν το αντιπολεμικό και αντιηρωικό τους μήνυμα χάρη στην έμφαση
στον άνθρωπο και την ατομική εμπειρία του πολέμου
β. συντονίστηκαν με τους νέους ιδεολογικούς προσανατολισμούς της γενιάς
γ. το αίτημά τους ενσωματώθηκε στο κυρίαρχο αίτημα της "ελληνικότητας", που

174
όμως τους κράτησε μακριά από τα ευρωπαϊκά λογοτεχνικά πρότυπα και από
τολμηρότερους λογοτεχνικούς πειραματισμούς.
- Τα νεωτερικά στοιχεία:
α. αντιπολεμικό πνεύμα
β. προβολή ατομικού ως διεκδίκηση της προσωπικής ελευθερίας και αξιοπρέπειας
γ. έντονα λυρική έκφραση
δ. ενδελεχής αισθητική επεξεργασία της μορφής που άμβλυνε τα όρια του
ρεαλισμού.

12.3.2 Αστικός ρεαλισμός (αθηναϊκό κέντρο)

- Διαφορές με Αιολική Σχολή:


α. οι αστικές καταβολές τους
β. η αστική τους παιδεία
γ. η μεγαλύτερη εξοικείωση με την ευρ. λογοτεχνική παραγωγή.
δ. απομακρύνονται από την βιωματική εμπειρία / αυτοβιογραφική μορφή
ε. πιο σύνθετες δομές, πειραματίζονται με νέες αφηγηματικές τεχνικε΄ς
στ. αφορίζουν την ρεαλιστική ηθογραφία
ζ. οι υποθέσεις εξελίσσονται στις πόλεις / Αθήνα (αστικό πλαίσιο δράσης)
η. κοινωνικός προβληματισμός με έντονη ιδεολογική φόρτιση
θ. έμφαση στο άτομο και την εσωτερική του ζωή
- Εκπρόσωποι:
Θεοτοκάς, Καραγάτσης, Τερζάκης, Πολίτης
- Θεματικές προτιμήσεις:
α. Θεοτοκάς, Αργώ (η ανάλυση παρακάτω)
Ανανέωσαν τη θεματολογία, την εμπότισαν με ιδεολογικό περιεχόμενο και κοινωνικό
προβληματισμό. Επικεντρώθηκαν στην ψυχογραφική και κοινωνική ανάλυση της
σύγχρονης ζωής στην πόλη. Ζωντανεύουν πρόσωπα από την σύγχρονή τους
πραγματικότητα.
β. Κοσμάς Πολίτης, Eroica (η ανάλυση παρακάτω)
γ. Τερζάκης, Μενεξεδένια πολιτεία (ανάλυση παρακάτω)
Προβλήματα που προκύπτουν από ενδοοικογενειακές σχέσεις
δ. Καραγάτσης, Μεγάλη Χίμαιρα (ανάλυση παρακάτω)
Υλικό έξω από το πλαίσιο της προσωπικής τους ζωής και εμπειρίας.
- Αφηγηματικές τεχνικές και τεχνοτροπία:
α. γ' πρόσωπο, χρονικές ανακολουθίες, αλλαγές οπτικής γωνίας => πολυεπίπεδη
αφήγηση που αντικατοπτρίζει την πολυπλοκότητα του ανθρ. ψυχισμού και της
σύγχρονης ζωής.
β. εσωτερικός μονόλογος, ταύτιση χρόνου δράσης και αφήγησης => πλασματική
εντύπωση ρεαλιστικής αμεσότητας (Πολίτης, Λεμονοδάσος)
γ. ήρωας σε γ' πρόσωπο => δεσμευμένος από την δική του οπτική γωνία
(Πολίτης, Εκάτη)
δ. οπτική γωνία που αλλάζει συνεχώς, "παντογνώστης αφηγητής" => αποδέσμευση

175
από το κεντρικό πρόσωπο, ευρείες δυνατότητε σύνθεσης. Παιχνίδι με τον χρόνο,
εναλλαγή εσωτερικού μονολόγου - γ' προσώπου. Ποιητική γραφή, έκδηλη
μουσικότητα λόγου, λυρικές περιγραφές, χρήση 15σύλλαβου (!), ρυθμικότητα,
παρήχηση. Μη ρεαλιστικά στοιχεία στις περιγραφές, υποβλητική ατμόσφαιρα,
ονειρικό στοιχείο. Συμβολιστική γραφή. (Eroica)
ε. απομάκρυνση από βιωματικό αυτοβιογραφικό πρότυπο. Απόσταση από τα
γεγονότα όχι από ειρωνεία αλλά από συγκατάβαση => ύφος ψυχρό που όμως
υπαινίσσεται τη βαθιά τραγωδία των ταπεινών ανθρώπων. Αιχμηρές μικρές
λεπτομέρειες => φορτίζει συγκινισιακά με τρόπο αδρό και ανεπαίσθητο. (Τερζάκης).
στ. Αποστασιοποίηση και σε Θεοτοκά.
- Τεχνικές αδυναμίες του κειμένου του:
Η αντικειμενικότητα θεωρήθηκε ως ψυχρότητα ή αδυναμία να φορτίσει συγκινισιακά
τους ήρωες (Αργώ, Θεοτοκάς). Επίσης, χρησιμοποίησε ελάχιστα νεωτερικές τεχνικές
όπως ο εσωτερικός μονόλογος και ο ελεύθερος πλάγιος λόγος. => δεν αφήνει στους
ήρωες περιθώρια αυτονομίας και δραματικής ανάδυσης, δείχνουν να μην
συντονίζονται μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να χαθεί ο έλεγχος της αφηγηματικής
οικονομίας (όλα για Θεοτοκά).
- Τα θετικά:
Λιτή, περιεκτική, υπαινικτική και εμμέσως σχολιαστική γραφή αδρά ειρωνική.
Προσεκτικά επιλεγμένες λέξεις. Αφαιρετικές περιγραφές. Απόσταση που αφορά
κυρίως στη δομή, τα πρόσωπα δονούνται από ρομαντικά πάθη και ένταση,
"αποκρυστάλλωμα της εκρηκτικής εσωτερικότητας". Πρόσωπα ρομαντικά, αφού
αναζητούν το απόλυτο => 3 τάσεις μέσα στην Αργώ: η ρεαλιστική (κοινωνία και
πολιτική αρχών αιώνα), η μοντερνιστική (εσωστρέφεια, εξομολογητική διάθεση,
σχετικότητα της αλήθειας) και η ρομαντική (ξεχείλισμα ψυχής, πλεόνασμα ζωής,
καλλιτεχνικές ροπές των προσώπων).
ζ. πληθωρικότητα, ορμητικότητα γραφής. γ' πρόσωπο, παντογνώστης αφηγητής.
Εσωτερικός μονόλογος που βάζει τον αναγνώστη στη ροή συνείδησης των ηρώων.
Άμεσα αντιληπτή η επέμβαση του συγγραφέα. Ψυχολογία που απορέει από την
εξωτερική συμπεριφορά και εξέλιξη της δράσης. Περιγραφικός, όχι αναλυτικός.
ανάμειξη ωμού ρεαλισμού με λυρ΄κή διάθεση (Καραγάτσης, Μεγάλη Χίμαιρα)

Ρεαλισμός και εσωτερικότητα

Πρωτοποριακοί, μόνο όμως ως προς το ιδεολογικό τους προβληματισμό. Στα


τεχνοτροπικά η Αιολική Σχολή, μάλλον πειραμματίστηκε περισσότερο (Beaton..
ισχύει;)
Έθεσαν ευρύτερους στόχους, έναν προβληματισμό γύρω από τον τρόπο με τον οποίο
το άτομο βιώνει τις σύγχρονες κοινωνικές σχέσεις στην οικογένεια, στο ευρύτερο
κοινωνικό σύνολο.
-Αντιφατικός στόχος:
Από τη μια η απεικόνιση της κοινωνίας (δηλ. ρεαλισμός), από την άλλη εστίαση στην
εσωτερική ζωή και ψυχισμό του ατόμου (δηλ. λυρισμός, ποιητικά στοιχεία, νέες

176
αφηγηματικές τεχνικές όπως ο εσωτερικός μονόλογος ή ο ελεύθερος πλάγιος λόγος,
παντογνώστης αφηγητής)
- Η νέα οπτική γωνία:
Η υποκειμενική πρόσληψη και ερμηνεία της πραγματικότητας. "Ροή συνείδησης": ως
η πλέον πειστική μίμηση της εσωτερικής πραγματικότητας που αποκαλύπτει τη
διαμεσολάβηση του συγγραφέα, καθώς και τον πλασματικό ρεαλισμό της εξωτερικής.

12.3.3 Μοντερνιστικές αναζητήσεις

- Γενικά γνωρίσματα:
Έντονα επηρεασμένοι από Ευρώπη, γραφή ριζοσπαστική (συγγενεύει με
υπερρεαλισμό), έμφαση στην ενδοσκόπηση και τις εσωτερικές διαδρομές σκέψης-
συναισθήματος, αλλοίωση σχέσης αφήγησης με αντικειμενικότητα.
- Γνωρίσματα μοντέρνου μυθιστορήματος:
α. Απόλυτα υποκειμενική και εσωτερικευμένη πρόσληψη πραγματικότητας
(υποσυνείδητο, υπερρεαλισμός).
β. Δεν υπακούει στις γνωστές δομές χρόνου-χώρου, συχνά απουσιάζει πλήρως η
πλοκή.
γ. Νέες τεχνικές: εσωτερικός μονόλογος, ελεύθερη εκφορά του λόγου, άλογο
στοιχείο, ροή συνείδησης.
δ. Όχι παντογνώστης αφηγητής, αλλά με εσωτερικευμένη και περιορισμένη οπτική
γωνία ή και πολλαπλές οπτικές γωνίες.
ε. Η εκφορά του λόγου δεν υπακούει στη λογική της αντικειμενικής
αναπαράστασης/χρονική αλληλουχία, αντίθετα: αποσπασματική, με συγκοπές,
χάσματα, ανώμαλη στίξη.
- Εκπρόσωποι:
Πεντζίκης, Σκαρίμπας, Αξιώτη
- Κριτική:
Αμήχανη. Άλλοι καταδίκασαν, άλλοι δέχτηκαν με επιφυλάξεις, άλλη σιώπησαν
- Η οπτική γωνία:
Μεταφυσική στροφή προς τα ένδον, αναζήτηση της έννοιας της ύπαρξης, μετατόπιση
σε μια πραγματικότητα νέα που πρέπει να δημιουργήσουμε. Αδιάκοπη σύγχυση ζωής
και ονείρου. Εξατομίκευση αντικειμενικού. Συμβολισμός. Τάση φυγής.
Ιμπρεσιονιστική απόδοση και ονειρική διάθεση.
α. Πεντζίκης, Σκαρίμπας, Αξιώτη (οι αναλύσεις παρακάτω)

Στοιχεία αφηγηματικής τεχνικής:


Δυο βασικα στοιχεια αφηγηματικου εργου: χρονος και οπτικη γωνια- ο χρονος
σχετιζεται με τον τροπο της αφηγησης, παρατακτικη/γραμμικη ή πιο σύνθετη, με
πολλα εναλλασσομενα επιπεδα χρόνου, χώρου και προοπτικης.

177
Στοιχεία που διαχωρίζουν το αφηγηματικό από το θεατρικό έργο: Vitti 1.ο
χρόνος που συνδέεται με τη δομή της αφήγησης η οποία είναι παρατακτική
/γραμμική( Αιολική Σχολή) ή σύνθετη (Αστικός ρεαλισμός και Μοντερνισμός). 2. η
οπτική γωνία είτε είναι αμετακίνητη είτε εναλλασσόμενη (ειρωνική
αποστασιοποίηση).
Αιολική σχολή τα περισσοτερα παρατακτικη οργανωση-Τα περισσοτερα του αστικου
ρεαλισμου και ολα των μοντερνιστων συνθετη οργανωση- στον τρόπο της αφηγηση
και
Αφηγηματική οργάνωση: Αιολική σχολή: οργανώνουν συνήθως παρατακτικά την
αφήγησή Αστικός ρεαλισμός μοντερνιστές: προτιμούν συνθετότερη οργάνωση.

1) η έννοια του παντογνωστη αφηγητη, σε όλα τα μυθιστορηματα (παντογνωστης


ειναι ο μυθιστοριογραφος της ορθοδοξης παραδοσης (δυτικων προδιαγραφων) ο
οποίος γνωριζει τις σκεψεις ολων των προσωπων του, ολα τους τα μυστικα, και τα
κρατα κρυφα από καποια μεριδα του φανταστικου πληθυσμου του-παντογνωστης
ειναι συνηθως ο συγγραφεας μυθιστορηματων συνετης δομης, εχει ετσι τη
δυνατοτητα να μετακινει τον αναγνωστη αναμεσα σε χωροχρονους διαφορετικους

2) Εκφορά της αφήγησης = Σε α΄ σε β΄ και σε γ΄ ενικο. Το α΄ προσωπο ταυτιζεται


συχνα με τον συγγραφεα, ενω το γ΄ επιτρέπει στον συγγραφεα να τηρησει τις
αποστασεις του- όταν ο λογος εκφερεται σε α΄ προσωπο έχουμε να κανουμε με ευθυ
λογο, όταν εκφερεται σε γ΄ προσωπο έχουμε πλαγιο λογο –ενδιαμεση κατηγορια
ο ελευθερος πλαγιος ή ανεξαρτητος πλαγιος λογος= δεν είναι ουτε ευθυς ουτε
πλαγιος, καθως συναιρει το λογο του αφηγητη και του ηρωα.
Στον ανεξαρτητο πλαγιο που μιλα σε γ΄ προσωπο ο συγγραφέας –για λογαριασμο
όμως ενος προσωπου του εργου του (με λέξεις κι εκφρασεις που ταιριαζουν στο
προσωπο αυτο)- οπτικη γωνια=η σκοπια από την οποία γινεται η αφηγηση- όταν η
οπτικη γωνια ενος συγγραφεα ειναι αμετακινητη η οράνωση του υλικου ειναι απλη
και η προοπτικη λιγοτερο ευελικτη- αντιθετα, η εναλλαγη οπτικης γωνιας επιτρεπει
τη δημιουργια της ειρωνικης αποστασιοποιησης= αποσταση αναμεσα στον αφηγητη
και τα προσωπα του εργου και του αναγνωστη απο τα προσωπα αυτα- η πιο
περιπλοκη αλλαγη οπτικης γωνιας στην Eroica-τα περισσοτερα της γενιας του ’30
όμως χαρακτηριζονται απο αυτοβιογραφικοτητα χωρις υποψια ειρωνικης προοπτικης-
Ρόλος οπτικής γωνίας του συγγραφέα στο μυθιστόρημά του: όταν είναι σταθερή
το μυθιστόρημα έχει απλούστερη δομή. Όταν εναλλάσσεται η οπτική γωνία της
αφήγησης ο αφηγητής αποστασιοποιείται από τα πρόσωπα του έργου του. (ειρωνική
αποστασιοποίηση) Πολίτης Eroica

Εσωτερικός μονόλογος= Ο χωρίς ακροατή λόγος είτε σε α΄, γ΄ πρόσωπο


εκφράζοντας τις πιο ενδόμυχες σκέψεις μέσα από ευθείς φράσεις. Οι μοντερνιστές

178
ασχολήθηκαν περισσότερο με το εσωτερικό μονόλογο.
Ο λογος χωρις ακροατη και ο μη απαγγελομενος, στον οποιο ενα προσωπο εκφράζει
την πιο ενδομυχη σκεψη του, αυτη που ειναι πλησιεστερη προς το ασυνειδητο-
προγενέστερη καθε λογικης οργανωσης, εκφρασμενη μεσω ευθεων φρασεων,
περιορισμενων στην ελαχιστη δυνατη συνταξη, ουτως ωστε να δοθει η εντυπωση οτι
λεει κανεις ο,τι του περνα απ’το μυαλο (Βιττι) -η ροη της συνειδησης, εντονο
ενδιαφέρον για τον εσωτερικο ανθρωπο, την εσωτερικη περιπετεια (αναλογο και το
άλογο στοιχείο και η αδεσμευτη συγκινησιακη αλληλουχια του ποιητικού λόγου στη
μοντερνα ποιηση) καλλιεργηθηκε κυριως απο τους μοντερνιστες πεζογραφους-
εκφερεται είτε σε α΄ είτε σε γ΄ προσωπο- σε α΄ προσωπο έχουμε ευθυ λογο, σε γ΄
προσωπο έχουμε ανεξαρτητο πλαγιο λογο-

ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΥ:

1. Κοσμάς Πολίτης (1888-1974)-- λυρικά στοιχεία, πεζογραφική δύναμη, μη


ρεαλιστής στην Eroica αφηγείται περιπέτειες παιδιών που βρίσκονται στην εφηβεία,
αλλάζει συνέχεια οπτική γωνία και επιχειρεί αφηγηματικούς πειραματισμούς.
"Eroica" (511) -- Ανάλυση από εγχειρίδιο: Γραμμένο το 1937. Οντολογική αγωνία,
παρουσία θανάτου.. διαστάσεις που αγγίζουν πανανθρώπινα υπαρξιακά ερωτήματα.
Το ωριμότερο προπολεμικό του μυθιστόρημα, ένα από τα σημαντικότερα της
νεότερης πεζογραφίας. "Ένα εξαίρετο χρονικό της εφηβικής ηλικίας". Αθωότητα,
ηρωισμός, έρωτας, θάνατος. Οι περιπέτειες μιας ομάδας παιδιών που βρίσκονται στην
πρώιμη εφηβεία, η οδυνηρή συνειδητοποίηση της αναπόφευκτης ενηλικίωσης.
Εφηβεία: ως μια κρίσιμη στιγμή της ζωής που αποκαλύπτει τα θεμελιακά νοήματα
της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο κόσμος των παιδιών = ο κόσμος των ιδανικών. Ονειρικό
στοιχείο. Υποβλητική ατμόσφαιρα.

2. Στρατής Μυριβήλης (1890-1969)


«Η ζωή εν τάφω" (520) - Ανάλυση από έγχειρίδιο: Ωμός και φρικιαστικός ρεαλισμός,
αλλά και μια αισθητική επεξεργασία που προσδίδει σαφείς ιδεολογικές διαστάσεις.
Στόχος: να αναδειχθεί η φρίκη του πολέμου. Ρεαλισμός στην περιγραφή που
αμβλύνεται από έναν εκφραστικό λυρισμό που τελικά φανερώνει τη στάσει στου
συγγραφέα απέναντι στον πόλεμο, τον θάνατο, τη φύση, τη ζωή.

3. Γιάννης Σκαρίμπας (1893-1984) -- ασχολήθηκε με πολλά είδη (πεζογραφία,


ποίηση, θέατρο, θέατρο σκιών). Σκοπός: να προβάλει την περιφέρεια. Αντιδραστικό
στοιχείο, αρθρογραφούσε αναντίον γνωστών λογίων και ιδρυμάτων. Θεωρήθηκε ότι
υποθάλπει ανατρεπτικές κινήσεις.

179
"Το θείο τραγί" (535) -- Ανάλυση από εγχειρίδιο - 436: Ίσως η πρώτη έντονη
αντίσραση στο κατεστημένο (δικτατορικά καθεστώτα Ευρώπης). Η τέλεια ανατροπή
αξιών και ηθικής. Κυριαρχούν τα άγρια ένστικτα και η δύναμη του κακού. Ήρωας-
αφηγητής: άνθρωπος του περιθωρίου, της παρακμής, απόκληρος της κοινωνίας,
παρουσία παρασιτική, δόλια, υποσκάπτει τις σχέσεις των ανθρώπων που τον
περιστοιχίζουν και αποχωρεί έχοντας δημιουργήσει για τον ίδιο την εικόνα αγίου
μέσα από ψέμα και υποκρισία. Υποδόριες θρησκευτικές αναφορές, ανατροπή ηθικής
και αξιών. Ήρωας εωσφορικός. Αντιμυθιστόρημα, αντιήρωας => προγενέστερο
ευρωπαϊκό πικαρικό μυθιστόρημα. Από α' σε γ' πρόσωπο. Ασάφεια χρόνου. Άναρχη
χρήση γλώσσας.

4. Ηλίας Βενέζης (1904-1973)


"Το νούμερο 31328" (543) -- Ανάλυση από εγχειρίδιο: Αυτοβιογραφικός λόγος. Σα
να αφήνει τα περιστατικά να μιλάνε από μόνα τους: δεν παρεμβαίνει, δεν σχολιάζει,
απλώς εκθέτει. Ωστόσο, οι τολμηρές παρομοιώσεις και η δηκτική ειρωέία δείχνουν
πως ο λόγος του αφηγητή έχει λανθάνοντα στοιχεία επεξεργασίας.

5. Μέλπω Αξιώτη (1905-1973)-- πρωτοτυπία και τόλμη στην αφηγηματική της


τεχνική (Δύσκολες νύχτες: πρώτα δείγματα εσωτερικού μονολόγου στην ελληνική
πεζογραφία) Απουσιάζει ο μύθος. Ασχολείται με τον εσωτερικό κόσμο των ηρωίδων
της και εκμεταλλεύεται την κληρονομιά του ηθογραφικού ρεαλισμού και τα στοιχεία
της Αιολικής Σχολής
"Δύσκολες νύχτες" (550) -- Ανάλυση από εγχειρίδιο - 438: Πρωτοτυπία, τόλμη
αφηγηματικής τεχνικής. Απουσία μύθου και συνεπούς αφηγηματικής αλληλουχίας.
Πεζογραφία αποσπασματική με συχνές καταδύσεις στον εσωτερικό κόσμο της
ηρωίδας. Αξιοποιεί τον λαϊκό λόγο των ανθρώπων της ελλ. υπαίθρου. Επιστροφή στη
ζωή της κοινότητας, στην ελλ. παράδοση. Σύζευξη της προφορικής λαϊκής
παράδοσης με νεωτερικές αυτοαναφορικές στρατηγικές => υπέρβαση των ορίων του
ηθογραφικού ρεαλισμού. Νέες τεχνικές (εσωτερικός μονόλογος, αντιπαράθεση
λόγου-μονολόγου-διαλόγου) που προδίδουν την παρουσία του συγγραφέα. Διαπλοκή
παρελθόντος με παρόν που "ακόμη διανύεται". Μνήμη που μειονεκτεί. Πρόσωπα που
διαμορφόνωντες κυρίως μέσα από τον λόγο που εκφέρουν. Απευθείας διάλογοι που
δίνουν την εντύπωση μιας σκέψης που συλαμβάνεται στη στιγμή, ακατέργασατα,
πριν από τη διαδικασία της γραφής. Ωστόσο: οι τεχνικές της προδίδουν μια πολύ
προσεκτική λογοτεχνική επεξεργασία.

6. Γιώργος Θεοτοκάς (1905-1966)-- υποστηρικτής του μυθιστορήματος. Αγκάλιαζε


όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής και ψυχικής ζωής. Απουσιάζει η μυθοπλαστική
φαντασία. Αργώ: δίνει τις ιδεολογικές συγκρούσεις των νέων της γενιάς του ’30
κρατώντας απόσταση από τους ήρωές του με τη χρήση της ειρωνείας.

180
"Αργώ" (554) -- Ανάλυση από εγχειρίδιο: Γράφτηκε το 1933. Η Αργώ αναπαριστά
την αναζήτηση της ελληνικής ταυτότητας που καταλήγει σε διαψεύσεις και
απογοητεύσεις. Η Ελλάδα δεν είναι ικανή να δεχτεί την αναγέννηση. Οι νέοι της
Αργώς αναμετριούνται με τον χρόνο, το πεπρωμένο τους, την ιστορία. Ταξίδι Αργώς:
ταξίδι ελληνισμού και νέας γενιάς που στόχο έχει την αναζήτηση του ιδανικού, ενός
νέου ουμανισμού. Διαλεκτική φύση του ελληνικού χαρακτήρα. Ριζοσπαστικός ρόλος
των νέων. Πολυπρόσωπη σύνθεση. Αντιπροσωπευτικός εκφραστής των νέων τάσεων
της γενιάς του '30.

7. Άγγελος Τερζάκης (1907-1979)-- ο πιο ανήσυχος φιλοσοφικά. Τα μυθιστορήματά


του ασχολούνται με την μίζερη μικροαστική ζωή των κατοίκων της Αθήνας.
Δίνει έμφαση στην ψυχολογία των ηρώων του που είναι απλοί καθημερινοί
άνθρωποι.
"Η μενεξεδένια πολιτεία" (563)-- Ανάλυση από εγχειρίδιο - 422: Κέντρο: ο
σύγχρονος άνθρωπος και τα αγωνιώδη προβλήματά του. Η παλιά πατριαρχική και
μικροαστική οικογένεια που δεν κατορθώνει να προσαρμοστεί στις συνθήκες της
σύγχρονης αστικής κοινωνίας. Κλίμα: ζοφερό. Έμφαση στη "ψυχολογική
μεταβατικότητα της ζωής των ηρώων". Ψυχολογική παρατήρηση. Αναπαράσαταση
της "ροής συνείδησης".Σηματοδότηση της λεπτομέρειας. Νότα αισιοδοξίας που
διαφαίνεται από την έκφαση (κατορθώνουν να αποδράσουν από το ασφυκτικό
κοινωνικό περιβάλλον). Η ιστορική στιγμή όπου η Αθήνα περνάει το κοινωνικό
μεταίχμικο από την ειδυλλιακή εποχή στην κοσμοπολιτική.

8. Μ. Καραγάτσης (1908-1960)-- πολυγραφότατος και νατουραλιστής - τον


χαρακτηρίζει: ο αυθορμητισμός, η μυθοπλαστική φαντασία, η θεματική
ποικιλία, έμφαση στο βιολογικό και σεξουαλικό στοιχείο. Οι ήρωές του
έχουν αντιηρωϊκή συμπεριφορά.
"Η μεγάλη χίμαιρα" (569) -- Ανάλυση από εγχειρίδιο - 423: Γραμμένο το 1936.
Ξενόφερτοι ήρωες που βρίσκονται σε συγκρουσιακή επαφή με το ελληνικό
περιβάλλον. Διονυσιακό (υπερρεαλισμός;) στοιχείο. Παραδοχή των εσωτερικών
υποσυνείδητων δυνάμεων που καθορίζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά. Κεντρικός
ιστός: η παραδοσιακή ελληνική νοοτροπία αδυνατεί να δεχτεί τις ξενόφερτες
αντιλήψεις. =/= αιλική σχολή: υλικό εντελώς έξω από το πλαίσιο της προσωπικής
εμπειρίας.

9. Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης (1908-1993)


"Ο πεθαμένος και η ανάσταση" (580) -- Ανάλυση από εγχειρίδιο - 435: Εντάσσεται
στον μοντερνισμό. Αναφέρεται στις προσπάθειες του ίδιου του συγγραφέα να το
συνθέσει (αυτο-αναφορικό: θέμα, η ίδια η συγγραφή). Ο ήρωας αυτοκτονεί και ο
συγγραφέας αναλαμβάνει να τον αναστήσει. Ένας κόσμος χαώδης, σαν μέσα από

181
ραγισμένο καθρέπτη. Δυστυχία, ασθένεια, αμαρτία, πτώση σε έναν κόσμο δαιμονικό.
Η ανάσταση του ήρωα επιτυγχάνεται μέσω της γραφής, που είναι μια διαδικασία νέας
δημιουργίας και αναβίωσης. Η περιπέτεια του ήρωα είναι εσωτερική. Γραφή
συνειρμική και με εκτενή χρήση εσωτερικού μονολόγου.

182
Η μεταπολεμική ποίηση (1944-1974)
Κεφάλαιο 13-- 24/4

(Σημείωση: Μέχρι το τέλος Ιουνίου όλα τα κεφάλαια παραμένουν ανοικτά σε συνεχή


εμπλουτισμό.)

ΕΝΝΟΙΕΣ - ΚΛΕΙΔΙΑ:
 Μεταπολεμική περίοδος
 Μεταπολεμική λογοτεχνική παραγωγή
 Μεταπολεμικοί λογοτέχνες/μεταπολεμική λογοτεχνική γενιά
 Μεταπολεμικότητα
 Ιδεολογία
 Κοινωνική λειτουργία του ποιητικού λόγου
 Ποίηση της Αντίστασης
 Ποίηση της δοκιμασίας
 Ποίηση της ήττας
 Ποιητική και πολιτική ηθική
 Ποίηση της υπαρξιακής εμπειρίας
 Μετα-υπερρεαλιστική ποίηση
 Εξπρεσιονισμός
Μεταπολεμική λογοτεχνική γενιά
Α. όσοι λογοτέχνες γεννήθηκαν μεταξύ των ετών 1917- 1928
Β. όσοι λογοτέχνες γεννήθηκαν μεταξύ των ετών 1929- 1940

1. 1944 -1974. Οι ποιητές μεταφέρουν στο έργο τους τα βιώματά τους από την
κατοχική περίοδο, τον εμφύλιο, τους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες, τη
δικτατορία και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στα οποία έζησαν. Αναδεικνύουν την
εφιαλτικότητα της σύγχρονης εποχής, την αλλοτρίωση και τη μοναξιά.
Διακρίνεται σε τρεις τάσεις: 1. πολιτική, 2.υπαρξιακή –κοινωνική, 3.μετα-
υπερρεαλιστική
2. Χρονολογικά κριτήρια: μεταπολεμικοί λογοτέχνες όσοι γεννήθηκαν ανάμεσα
1917-1940 και εξέδωσαν τις συλλογές τους στη διάρκεια της μεταπολεμικής
περιόδου.

183
Διαφορά πρώτης και δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς: όσοι ανήκουν στην πρώτη
γενιά (1917-1928)συμμετείχαν ενεργά στους αντιστασιακούς αγώνες και έζησαν τις
διώξεις του Εμφυλίου, όσοι ανήκουν στη δεύτερη (1929-1940) είχαν έμμεση
αντίληψη των γεγονότων.
Μεταπολεμικότητα: δηλώνει το κοινό στίγμα των μεταπολεμικών λογοτεχνών που
βίωσαν τις εμπειρίες του πολέμου και την ήττα των ανθρώπινων αξιών στην κρίσιμη
ηλικία της νεότητας και αποκόμισαν την αίσθηση της ήττας.

Γενικά Χαρακτηριστικά
Γενικότερη στροφή της ποίησης σε θέματα κοινωνικοπολιτικού προβληματισμού
Διάκριση σε 3 επιμέρους τάσεις:

Ι. Πολιτική ποίηση
Ο όρος «πολιτικός ποιητής» δηλώνει τη μαχητική στράτευση του ποιητή στη
μαρξιστική ιδεολογία. Επίσης απαραίτητη προϋπόθεση για τη συζήτηση του έργου
του είναι τα ποιήματα να μην είναι απλώς προπαγανδιστικά αλλά να έχουν
λογοτεχνική αξία.

μια σειρά πατριωτικών ποιημάτων που εμπνεύστηκαν διάφοροι επώνυμοι ποιητές από
τον αγώνα ενάντια στους ξένους κατακτητές, με σκοπό να ενισχύσουν την πίστη στα
ιδανικά και τα οράματα της αριστερής παράταξης που συνέχιζε την πάλη για ένα
δικαιότερο κόσμο. (π.χ. Μάριος Μέσκος).
3. Επιμέρους τάσεις- τι χαρακτηρίζει την καθεμία – κυριότεροι εκπρόσωποι:
α) πολιτική ποίηση χαρακτηρίζεται από έντονο κοινωνικό προβληματισμό και το
ιδεολογικό και πολιτικό της περιεχόμενο. Η αμεσότητα αποτελεί κύριο
χαρακτηριστικό ης ποιητικής τους. Λειβαδίτης, Αλεξάνδρου, Αναγνωστάκης (έγραψε
υπαρξιακά & ερωτικά), Πατρίκιος, Γκόρπας, Λεοντάρης, Κατσαρός.
β) υπαρξιακή ποίηση κινείται ανάμεσα στον κοινωνικό προβληματισμό και την
υπαρξιακή εμπειρία, με κύριο χαρακτηριστικό την αγωνία για την τύχη του
μεταπολεμικού ανθρώπου. Σινόπουλος, Σαχτούρης, Παπαδίτσας, Καρούζος,
Δημουλά, Μέσκος.
γ) μετα-υπερρεαλιστική ποίηση, αφομοίωσε αρκετά στοιχεία από τον υπερρεαλισμό
και τα συνδύασε με τις μοντερνιστικές τάσεις της εποχής. Κακναβάτος, Βαλαωρίτης,
Γονατάς, Αραβαντινού.

5. Πολιτικός ποιητής: ο στρατευμένος στην πολιτική ιδεολογία. Οι πολιτικοί ποιητές


συμμετείχαν ενεργά στην αντίσταση στο πλευρό των αριστερών είτε ήταν μάρτυρες
των γεγονότων.

184
Ποίηση της Αντίστασης:
μια σειρά πατριωτικών ποιημάτων που γράφτηκαν για να ανυψώσουν το ηθικό των
αγωνιστών ενάντια στους κατακτητές (Σικελιανός). Παρόμοια ποιήματα γράφτηκαν
και ύστερα από τη απελευθέρωση με σκοπό να ενισχύσουν την πίστη στα οράματα
της αριστερής ιδεολογίας. (Άρης Αλεξάνδρου: Ακόμη τούτη η Άνοιξη).
Συμπεριλαμβάνονται κι αυτά που δίνουν την καθημερινή αγωνία του ανθρώπου στην
κατοχή και στον εμφύλιο και την παθητική αντίσταση και ήττα του (Μάρκος
Μέσκος: Επαρχιακό γήπεδο).

Ποίηση της Δοκιμασίας:


γράφονται την δεκαετία του ’50 και πραγματεύονται την ήττα των αριστερών που
έχει δύο όψεις: α) την επικράτηση των αντιπάλων και τη βίαιη συμπεριφορά τους και
β) την ιδεολογική κρίση της αριστεράς. Οι φυλακίσεις – εξορίες ήταν χρόνος
απολογισμού, κριτικός έλεγχος ιδεολογικής ένταξης ψύχραιμος καταλογισμός
ευθυνών (Λεοντάρης «ποίηση της ήττας»- πραγματεύονται την ήττα του ανθρώπινου
πολιτισμού).
Οι μεταπολεμικοί ποιητές κατηγορήθηκαν ότι ήταν ηττοπαθείς και «αιρετικοί».
Η ποίηση της Αντίστασης και η ποίηση της Δοκιμασίας ανήκουν στην πολιτική τάση.
Η αλληλεπίδραση που αναπτύχθηκε ανάμεσα στην ιδεολογική στάση και τον
ποιητικό λόγο των μεταπολεμικών ποιητών ποιητική και πολιτική ηθικήκαθώς τα
γεγονότα και η πολιτικοποίηση της μεταπολεμικής περιόδου ανέδειξαν τη σύνδεση
των διανοουμένων με το λαό και τη διαμόρφωση ενιαίου κώδικα αξιών. Η
συλλογικότητα βαθμιαία διασπάστηκε « μες την ήττα πως αλλάζουν όλα».
Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται ποιήματα τα οποία σε γενικές γραμμές γράφονται
στη διάρκεια της δεκαετίας του ’50 και διαπραγματεύονται θέματα με κεντρικό άξονα
την ήττα της αριστερής παράταξης. Ήττα που είχε δύο όψεις, αφενός την επικράτηση
των νικητών και την άσκηση βίας (διώξεις, εξορίες, φυλακίσεις), αφετέρου την
ιδεολογική κρίση μέσα στην παράταξη. Ο χρόνος της φυλάκισης ή της εξορίας ήταν
για τους περισσότερους χρόνος απολογισμού, πράγμα που σημαίνει κριτικό έλεγχο
της ιδεολογικής ένταξης και της συντροφικότητας, ψύχραιμο καταλογισμό ευθυνών.

Ποιητική και πολιτική ηθική:


απολογισμός των θυσιών για τον ιδεολογικό αγώνα- ενοχές όσων επέζησαν-
κοινωνικές αλλαγές- αστικοποιημένη καταναλωτική κοινωνία και αλλοτρίωσή της.
Με τον όρο αυτό που εισήγαγε ο Μαρωνίτης δηλώνεται ότι από τη σύμπραξη της
ποιητικής πράξης με την πολιτική δράση προκύπτει μια νέου τύπου ηθική. Ενιαία
στάση ζωής σε θεωρητικό και σε πρακτικό επίπεδο.
 Μιχάλης Κατσαρός
 Τάσος Λειβαδίτης

185
 Άρης Αλεξάνδρου
 Πάνος Θασίτης
 Δημήτρης Δούκαρης
 Μανόλης Αναγνωστάκης
 Τίτος Πατρίκιος
 Βύρων Λεοντάρης
 Θωμάς Γκόρπας
 Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος
4. Θέματα που ασχολείται μεταπολεμική ποίηση: Συλλογικά βιώματα της εποχής
συνέβαλλαν στη δημιουργία μιας ομοειδούς κοινωνικής ψυχολογίας. Εμπειρίες
πολεμικού πολιτικού αγώνα, αντίστασης , φυλακής, εξορίας. Ενδιαφέρονται για τις
επιπτώσεις της ήττας και τα προβλήματα της προσαρμογής του ανθρώπου στα νέα
δεδομένα. Η πολιτική αμφισβήτηση, η νοσταλγία της χαμένης αγωνιστικότητας,
η απογοήτευση, η φθορά, η υπαρξιακή αγωνία μπροστά στη ζωή, τον θάνατο και τον
έρωτα επανέρχονται σε πολλά έργα. Το αίσθημα της ενοχής, του αδιεξόδου και
του παραλόγουεπικρατεί, ενώ έντονα προβάλλει η
ανθρώπινη μοναξιά και αλλοτρίωση.
Συμβολισμοί που επαναλαμβάνονται στη μεταπολεμική ποίηση: στέρηση,
εγκλεισμός, απομόνωση, σκοτάδι, δίψα, μνήμη, νεκροί, παραισθήσεις, χειραψία,
γράμμα, ερείπια, λάσπη, άνεμος, φωτιά, καρφί, μηχανές (ο άνεμος είναι το μοτίβο σε
συλλογές του Λειβαδίτη).
Ιδεολογία των μεταπολεμικών ποιητών: η ιδεολογική φόρτιση του ποιητικού λόγου
αποτελεί ένα ακόμη διακριτικό γνώρισμα, αγωνίζονται για το κοινό καλό, στάση
«κοινωνικού πόνου» η ποίησή του εκφράζει τη συλλογική συνείδηση ( συχνή χρήση
του πληθυντικού) και προσπαθεί να ξυπνήσει την εργατική τάξη, η διάψευση των
οραμάτων τη μετατρέπει τελικά σε υποκειμενική συνείδηση και ποίηση που εκφράζει
την προσωπική θέαση του κόσμου (συχνή χρήση α΄ ενικού).
Τεχνοτροπία – μορφολογία - επιδράσεις: Ποιητικές φόρμες που ακολουθεί η
μεταπολεμική ποίηση: ακολουθούν τα πρότυπα της σύγχρονης ποίησης, επιλέγουν
τον ελεύθερο στίχο χωρίς να αποκόβονται από την παράδοση, καθώς διατηρούν
επαφή με στοιχεία της (δεκαπεντασύλλαβο, λεξιλόγιο, ποιητική μυθολογία).
Σημαντική η επιρροή δημοτικού τραγουδιού ιδιαίτερα στην ποίηση της Αντίστασης
που στόχευε στην αναβίωση του ηρωικού πνεύματος του δημοτικού τραγουδιού. Στη
συνέχεια υιοθέτησαν μοντέρνους εκφραστικούς τρόπους.
Γλώσσα: λαϊκή, σε ύφος καθημερινής συνομιλίας με πρόθεση να
περάσουν μηνύματα στο λαό και να αναδείξουν καθημερινά γεγονότα. Τάση να
κάνουν γλωσσικούς πειραματισμούς με ανατροπές στη γραμματική και τη σύνταξη,
νέες λέξεις και φράσεις. Σπάνια χρησιμοποιούν την καθαρεύουσα με σκοπό να
ειρωνευτούν και να προβάλλουν την αντίθεση της άρχουσας και της λαϊκής τάξης.

186
ΙΙ. Από τον κοινωνικό προβληματισμό στην ποίηση της υπαρξιακής
εμπειρίας. Οι περισσότεροι από τους μεταπολεμικούς ποιητές ένιωσαν την ανάγκη
να εκφράσουν τη σύγχρονη υπαρξιακή αγωνία: άγχος, φόβος, αβεβαιότητα και
αίσθηση αδιεξόδου. Κεντρική θέση στο έργο τους έχουν οι τραυματικές εμπειρίες της
ιστορίας, η φυσική και η ηθική φθορά που συνεπάγεται το πέρασμα του χρόνου, η
κοινωνική λειτουργία της ποίησης.
άγχος, φόβος, αβεβαιότητα, αίσθηση του αδιεξόδου καθώς ην κεντρική θέση στην
ποίησή τους έχουν ο πόλεμος, το βίωμα του θανάτου και η διάψευση των οραμάτων,
η φθορά του χρόνου, κοινωνική λειτουργία της ποίησης.

 Τάκης Σινόπουλος-- τα βιώματά του τον έκαναν να αναπτύξει στην αρχή


ένα τοπίο θανάτου ακολουθώντας τη μυθική μέθοδο (κατά το πρότυπο
Σεφέρη Eliot, Pound). Αντιπροσωπευτικότερη σύνθεσή του ο Νεκρόδειπνος με
κεντρικό πρόσωπο τον «επιζώντα», μια διχασμένη προσωπικότητα που κατατρύχεται
από το βίωμα του θανάτου, ενώ η ύπαρξή του είναι δεμένη με το παρελθόν. Στη
συνέχεια έδωσε ιστορική διάσταση στις ποιητικές αναζητήσεις του, όπως
στο Χρονικό το 1975 όπου δίνει την ατμόσφαιρα των χρόνων της δικτατορίας μέχρι
και την εξέγερση του Πολυτεχνείου. ιατρός στο επάγγελμα. Βίωσε εξαιτίας της
ιατρικής του ιδιότητας άμεσα το τοπίο του θανάτου. Ο Νεκροδείπνος αποτελεί
την αντιπροσωπευτικότερη ποιητική του σύνθεση, όπου κεντρικό πρόσωπο είναι «ο
επιζών» που βασανίζεται από το βίωμα του θανάτου ενώ η ύπαρξη του είναι
αξεδιάλυτα δεμένη με το παρελθόν.

 Μίλτος Σαχτούρης, Η ιστορία ενός παιδιού, Η λησμονημένη IV, εφιαλτικές


εικόνες, σπαράγματα ενός παράλογου κόσμου μέσα στον οποίο δεσπόζει το αίσθημα
του φόβου και της απειλής. Η φιλική του σχέση με τον ζωγράφο και ποιητή
Εγγονόπουλο επηρέασε σημαντικά τη μορφή και το περιεχόμενο της ποίησης του. Ο
Μίλτος Σαχτούρης διαμορφώνει έναν περίκλειστο ποιητικό κόσμο. Βασική θεματική
του: ο έρωτας, η υπαρξιακή αγωνία και ο φόβος του θανάτου, η πάλη ανάμεσα στις
δυνάμεις του καλού και του κακού όσο και οι επιμέρους αρχετυπικοί συμβολισμοί
που χρησιμοποιεί ο Σαχτούρης (ουρανός, φεγγάρι, δρόμος, κήπος) είναι οικεία στην
καθημερινή ανθρώπινη εμπειρία.

 Δημήτρης Παπαδίτσας-- η πρώτη συλλογή δείχνει έναν ένθερμο


υπερρεαλιστή στη συνέχεια όμως διαλέγεται με όλα τα πεδία του ποιητικού λόγου και
δείχνει μια εσωστρέφεια κι έναν λυρισμό με το ενδιαφέρον του στον έρωτα τις
υπαρξιακές αναζητήσεις του ανθρώπου και την αναζήτηση του Θεού.Νυχτερινά ΙV,
γλωσσική εσωστρέφεια και λυρικότητα. Εκλεπτυσμένη γλωσσική συνείδηση
ασκημένη σε όλα τα πεδία του λυρικού ποιητικού λόγου, θεματικές ενότητες: έρωτας,
υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπινου όντος και η μεταφυσική αναζήτηση του θεού.

187
 Νίκος Καρούζος-- ξεχωριστά πρότυπα από μεταπολεμικούς ποιητές
ακολουθώντας μια «μοναχική πορεία», αντιστέκεται στην προσπάθεια
ομαδοποίησης. Ρομαντικός ποιητής του οποίου οι υπαρξιακές αναζητήσεις και τα
πεδία του προβληματισμού συνεχώς αλλάζουν. Γλώσσα ιδιόμορφη, άμεση συνδυάζει
λυρικά στοιχεία με τη συναισθηματική φόρτιση του προφορικού λόγου.Ρομαντικός
Επίλογος, ρομαντικές υπαρξιακές αναζητήσεις, γλωσσική εξωστρέφεια.

 Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου, Η ποίηση δε μας αλλάζει.


 Ντίνος Χριστιανόπουλος
 Κική Δημουλά, Ο πληθυντικός αριθμός.
 Μάρκος Μέσκος
ΙΙΙ. Μετα-υπερρεαλιστική ποίηση
Καταγωγή από τον υπερρεαλισμό.
Οι μετά-υπερρεαλιστές ποιητές χρησιμοποιούν καθημερινό λεξιλόγιο και
συγγράφουν έργα μικρής έκτασης.
 Έκτωρ Κακναβάτος
 Νάνος Βαλαωρίτης
 Ε.Χ. Γονατάς, Φυλακισμένος,
 Μαντώ Αραβαντινού
Τόνος στην υπαρξιακή ποίηση των νεότερων μεταπολεμικών ποιητών: ο
εσωστρεφής τόνος της υπαρξιακής αγωνίας αποτελεί διακριτικό γνώρισμα στην
ποιητική έκφραση των νεότερων, εξομολογητικός χαρακτήρας, συναισθηματική
φόρτιση, υπαρξιακός προβληματισμός / δύο τάσεις α) υποκειμενικός πεσιμισμός β)
κοινωνιολογικού τύπου ανάλυση της ψυχολογίας της ήττας απομυθοποίηση
καθοδηγητικού ρόλου της ποίησης - επικεντρώνεται στη σχέση του ανθρώπου
μπροστά στον θάνατο και τον έρωτα. Θέματα: ποίηση διαποτισμένη από τις
προσωπικές μνήμες και τα βαθύτερα συναισθήματά τους, περιβάλλοντα κόσμο /
έμφαση στην αποτύπωση των συναισθηματικών αντιδράσεων στις δραματικές
κορυφώσεις της ζωής υποχώρηση ιδεολογικής σηματοδότησης.
ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΥ:

1. Μάτση Χατζηλαζάρου (1914-1987)


"Σκέπτουμαι μια ζωή" (587)

"Η νύχτα έπεσε στο πέλαγος" (587)

188
"Οδυρμός" (588)

2. Τάκης Σινόπουλος (1917-1981)


"Σοφία και άλλα" (590)

"Νεκρόδειπνος" (592)

"Περίπου βιογραφία" (596)

"Σημειώσεις, Ι" (598)

"Νυχτολόγιο" (600)

3. Μιχάλης Κατσαρός (1919-1998)


"Η διαθήκη μου" (604)

4. Μίλτος Σαχτούρης (1919-2005)


"Τα δώρα" (607)

"Πέτρος" (608)

"Η μάχη" (609)

"Κάποτε οι γυναίκες" (610)

"Του θηρίου" (611)

"Ο τρελός λαγός" (612)

"Η ιστορία ενός παιδιού" (612)

"Κάτι επικίνδυνα κομμάτια" (613)

189
5. Έκτωρ Κακναβάτος (1920)
"Φωνή μου ράτσα υψικάμινου" (615)

"Η φυλή μου εμένα με το ανέφικτο" (616)

"In perpetaum" (617)

"Όταν η γλώσσα" (618)

"Εμβρυακά του 15σύλλαβου" (618)

6. Άρης Αλεξάνδρου (1922-1978)


"Η αναμμένη λάμπα" (619)

7. Τάσος Λειβαδίτης (1922-1988)


"Ιστορίες" (620)

"Βραδυνές σκέψεις" (620)

"Ο ποιητής" (621)

"Πολύτιμος στίχος" (621)

8. Δημήτρης Π. Παπαδίτσας (1922-1987)


"Νυχτερινά" (622)

9. Πάνος Θασίτης (1923)


"Ελληνική επαρχία μ.Χ." (623)

10. Μανόλης Αναγνωστάκης (1925-2005)


"Κι ήθελε ακόμη" (624)

"Αντί να φωνασκώ" (624)

190
"Όταν αποχαιρέτησα" (626)

"Μιλώ" (627)

"Στ' αστέρια παίζαμε" (629)

"Ποιητική" (630)

11. Δημήτρης Δουκαρης (1925-1982)


"Στους πέντε δρόμους" (631)

12. Νίκος Καρούζος (1926-1990)


"Ρομαντικός επίλογος" (632)

13. Τίτος Πατρίκιος (1928)


"Σημειωματάριο" (634)

"Ψυχρός άνεμος" (635)

"Γράμμα από την Αθήνα προς φίλον που έμεινε στην Καισαρεία 350 μ.Χ." (635)

"Αλληγορία" (636)

14. Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου (1931-1996)


"Ερείπια της Παλμύρας" (637)

"Η ποίηση δε μας αλλάζει" (638)

15. Κική Δημουλά (1931)


"Πάσχα, προς Σούνιον" (639)

" Ο πληθυντικός αριθμός" (640)

191
"Γας ομφαλός" (641)

16. Μάρκος Μέσκος (1935)


"Μετανάστης" (644)

"Το άλογο" (645)

Μίλτος Σαχτούρης: εφιαλτικές εικόνες, αίσθημα του φόβου, παράλογος κόσμος,


υπερρεαλισμός, υπαρξιακή αγωνία, εικόνες από παιδικό παραμύθι, καθημερινά
σύμβολα, εξπρεσιονισμός. Αναπαριστά τη διαταραγμένη ισορροπία της ζωής του
μεταπολεμικού ανθρώπου.
Πρώτοι μεταπολεμικοί ποιητές της μετα-υπερρεαλιστικής τάσης: λίγο πριν το
τέλος της Γερμανικής κατοχής, το 1943, ο Κακναβάτος με
τη Fugaκαι Παπαδίτσας με Το φρέαρ μες τις φόρμιγγες, τέσσερα χρόνια μετά
ο Βαλαωρίτης με Το ταξίδι των μάγων.
Η επιρροή του υπερρεαλισμού στους ποιητές της μετα-υπερρεαλιστικής τάσης:
στα πρώτα στάδια επηρεάστηκαν από τον υπερρεαλισμό, στη συνέχεια με εξαίρεση
τον Κακναβάτο, συνδύασαν τον υπερρεαλισμό με τις σύγχρονες αναζητήσεις όπως
εκφράστηκαν στο περιοδικό Πάλι(Βαλαωρίτης, Αραβαντινού) προσανατολίστηκαν
στη ψυχανάλυση (Γονατάς) ή στράφηκαν σε εσωτερικές υπαρξιακές αναζητήσεις
(Παπαδίτσας).
Χαρακτηριστικά της μετα-υπερρεαλιστικής γραφής: μικρή έκταση, καθημερινό
λεξιλόγιο, αφηγηματικός χαρακτήρας σε συνδυασμό με τις μοντερνιστικές
τεχνοτροπικές τάσεις και η διαφοροποίηση από τις αισθητικές αρχές του
υπερρεαλισμού της γενιάς του ’30. την γενιά του υπερρεαλισμού την αξιοποίησε
γόνιμα ο Κακναβάτος.

192
Η μεταπολεμική πεζογραφία (1944-1974)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 14

(Σημείωση: Μέχρι το τέλος Ιουνίου όλα τα κεφάλαια παραμένουν ανοικτά σε συνεχή


εμπλουτισμό.)

ΕΝΝΟΙΕΣ - ΚΛΕΙΔΙΑ:
 Λογοτεχνική μαρτυρία
 "Αντιλογοτεχνικότητα"
 Στρατευμένος συγγραφέας
 Μυθιστόρημα διαμόρφωσης/ αντι-διαμόρφωσης
 Σπονδυλωτό μυθιστόρημα
 Κύκλος διηγημάτων
 Έκλαμψη αυτοσυνειδησίας
 Πολλαπλή εστίαση
 Πρόληψη/ Ανάληψη
 Ουτοπία, ουτοπικός/ Δυστοπία, δυστοπικός
 Εξπρεσιονισμός
 Αντιμυθιστόρημα
 Γλωσσική κατασκευή της πραγματικότητας
 Εξουσιαστικοί λόγοι
 Μυθιστόρημα τεκμηρίων

Γενικά Χαρακτηριστικά
 Άμεση συνάρτηση με την ιστορική πραγματικότητα.
 Αρκετοί νέοι συγγραφείς επιδιώκοντας να αυτονομηθούν από την επίδραση
της πεζογραφίας της γενιάς του ’30 και από τα παλαιά ηθογραφικά πρότυπα της
εποχής της γενιάς του 1880 οδηγήθηκαν στην πολιτικοποιημένη γραφή.
 Υπάρχει ποικιλία τάσεων, θεματικών και αφηγηματικών τρόπων.

Εσωτερικές Διακρίσεις
Οι μεταπολεμικοί συγγραφείς διακρίνονται σε τρεις ομάδες με άξονα τα πεδία
αναφοράς και τον ιδεολογικό χαρακτήρα του αφηγηματικού τους έργου.
 Η Κοινωνιολογική οπτική της μεταπολεμικής ιστορίας η οποία θέτει θέμα
κοινωνικής ευθύνης και πολιτικής ηθικής του συγγραφέα.

193
 Οι ανθρώπινες σχέσεις και ο πολιτισμός.
 Οι μοντερνιστικές πεζογραφικές αναζητήσεις (μείξη αφηγηματικών ειδών).

Α. Η Κοινωνιολογική οπτική της μεταπολεμικής ιστορίας η οποία θέτει θέμα


κοινωνικής ευθύνης και πολιτικής ηθικής του συγγραφέα.

Οι κυριότεροι εκπρόσωποι της Α. ομάδας είναι οι εξής:


 Στρατής Τσίρκας, Ακυβέρνητες Πολιτείες. Η τριλογία εντάσσεται στην
αστική μυθιστοριογραφία, παρουσιάζεται η πολυπρισματικότητα της κοινωνικής και
της πολιτικής ζωής. Επισημαίνεται η κυκλική αντίληψη της ιστορίας και ένα πρίσμα
ειρωνείας.

 Δημήτρης Χατζής, Το διπλό βιβλίο. Ο συγγραφέας έδειξε την προτίμηση του


στο διήγημα. Το διπλό βιβλίο αν και χαρακτηρίζεται μυθιστόρημα δεν έχει ενιαία
δομή αλλά συγκροτείται από οκτώ ιστορίες με κεντρικό θέμα τη ζωή των Ελλήνων
εργατών στη Γερμανία. «Η τελευταία αρκούδα του Πίνδου» αποτελεί ένα απόσπασμα
από αυτές τις ιστορίες. Η κριτική συνδέει το έργο του Χατζή με το ηθογραφικό
μυθιστόρημα.

 Ανδρέας Φραγκιάς, είχε βιώσει την εμπειρία του εγκλεισμού σε στρατόπεδο,


έζησε στη Μακρόνησο και στο έργο του σκηνοθετεί ένα εφιαλτικό τοπίο, όπου ο
άνθρωπος μετατρέπεται σε υποχείριο των βασανιστικών και γελοίων μηχανισμών της
εξουσίας οι οποίοι έχουν σκοπό να καταρρακώσουν κάθε πνευματική και ηθική
οντότητα.

 Άρης Αλεξάνδρου, Το κιβώτιο. Η κριτική συσχετίζει το έργο αυτό με την


τριλογία του Σ.Τσίρκα καθώς αυτός αναδεικνύει της σχετικότητα και ο Αλεξάνδρου
την απομυθοποίηση της ιδεολογίας. Το κιβώτιο ορίζεται σαν αντιμυθιστόρημα, η
διάρθρωση του έχει ομοιότητες με το επιστολικό μυθιστόρημα ή το προσωπικό
ημερολόγιο.

 Ρένος Αποστολίδης

 Αλέξανδρος Κοτζιάς, Αντιποίησις αρχής, στο μυθιστόρημα αυτό


παρουσιάζεται ένας από τους πιο αντιπροσωπευτικούς αρνητικούς ήρωες της
μεταπολεμικής λογοτεχνίας μας, ο Μένιος Κατσαντώνης, ο εξ επαγγέλματος χαφιές.

 Νίκος Κάσδαγλης

194
Β. Οι ανθρώπινες σχέσεις και ο πολιτισμός.

Οι κυριότεροι εκπρόσωποι της Β ομάδας είναι οι εξής:


 Σπύρος Πλασκοβίτης

 Αντώνης Σαμαράκης, γλωσσική απλότητα, πρωτότυπη υπόθεση, σύγχρονα


θέματα πολιτικού προσανατολισμού και κοινωνική διαμαρτυρία, αισιόδοξη
αναζήτηση ελπίδας. «Ζητείται ελπίς» διήγημα όπου συμπυκνώνεται η ψυχροπολεμική
ατμόσφαιρα και η αβεβαιότητα της δεκαετίας του ’50.

 Γιώργος Ιωάννου, περιγράφει τον μικρόκοσμο της αστικής γειτονίας της


Θεσσαλονίκης αποτυπώνοντας την εφηβική ψυχολογία.

 Κώστας Ταχτσής, Το τρίτο στεφάνι. Μυθιστόρημα που περιγράφει την


ιστορία δυο μανάδων οι οποίες υπήρξαν κατ’ επανάληψη θύματα των κοινωνικών
συμβάσεων. Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται σε αστικό περιβάλλον και διαπνέεται από
αίσθηση του χιούμορ. Υπάρχει γλωσσική αμεσότητα και έμμεσες αναφορές στην
ιστορία (Μακεδονικός Αγώνας, Κατοχή, Δεκεμβριανά).

 Μάριος Χάκκας. Τα διηγήματα του εκτυλίσσονται στον μεταπολεμικό


χωρόχρονο μιας λαϊκής συνοικίας της Αθήνας στην Καισαριανή. Ο Χάκκας, αντίθετα
με τον Ιωάννου εκφράζει ανατρεπτικές τάσεις απέναντι στη σοβαροφάνεια της
μικροαστικής καταναλωτικής κοινωνίας.

 Θανάσης Βαλτινός, Στοιχεία για τη δεκαετία του ’60 μυθιστόρημα


νεωτερικού τύπου το οποίο συντίθεται από περίπου τριακόσια κείμενα μέσα από τα
οποία διαγράφεται η κοινωνική ψυχολογία της εποχής. Το μυθιστόρημα έχει
μοντερνιστικό χαρακτήρα.

 Χριστόφορος Μηλιώνης

 Βασίλης Βασιλικός, Το Φύλλο, Το πηγάδι, Το αγγέλιασμα. Τριλογία με όχι


τόσο εύκολα αποκρυπτογραφούμενο συμβολισμό. Τα πρόσωπα του έργου κινούνται
σε έναν φανταστικό κόσμο. Η πολλαπλή εκδίκηση της φύσης εμφανίζεται ως
συμβολικό περιεχόμενο του αφηγήματος.

195
 Μένης Κουμανταρέας, Τα μηχανάκια. Συλλογή διηγημάτων που θέτει ένα
μάλλον καινοφανές για την εποχή του κοινωνικό ζήτημα: τη σχέση ανθρώπου και
μηχανής.

Γ. Οι μοντερνιστικές πεζογραφικές αναζητήσεις (μείξη αφηγηματικών ειδών).


Οι μοντερνιστικές αναζητήσεις των μεταπολεμικών πεζογράφων συνδέονται κυρίως
με τους πειραματισμούς των συγγραφέων της γενιάς του ’30
Οι κυριότεροι εκπρόσωποι της Γ. ομάδας είναι οι εξής:
 Ε.Γ. Γονατάς

 Νίκος Καχτίτσης, η γραφή του συνδέεται με αυτή του Στέλιου Ξεφλούδα,


του Ν.Γ. Πεντζίκη. Τα πεζογραφήματα του παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω
της ιδιόρρυθμης αφήγησης, μέσα στην οποία συνυπάρχουν το όνειρο και η φαντασία
με τον ρεαλιστικό τρόπο καθώς και ο εσωτερικός μονόλογος του συγγραφέα με τι·
αφηγήσεις ή τις επιστολές τρίτων προσώπων.

 Γιώργος Χειμωνάς, η γραφή του συνδέεται με αυτή της Μέλπως Αξιώτη. Τα


περισσότερα έργα του μπορούν να χαρακτηριστούν ως αντιμυθιστορήματα.
ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΥ:

1. Στρατής Τσίρκας (1911-1980)


"Η λέσχη" (649)

2. Δημήτρης Χατζής (1913-1981)


"Το διπλό βιβλίο" (659)

3. Σωτήρης Πατατζής (1914-1991)


"Ιχ... τέσσερα!" (663)

"Ιχ... Σούμπλις!" (676)

4. Μαργαρίτα Λυμπεράκη (1919-2001)


"Τα ψάθινα καπέλα" (678)

5. Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιεξ (1920-2005)

196
"Και ιδού ίππος χλωρός" (684)

6. Ανδρέας Φραγκιάς (1921-2002)


"Ο λοιμός" (692)

7. Άρης Αλεξάνδρου (1922-1978)


"Το κιβώτιο" (697)

8. Επαμεινώνδας Χ. Γονατάς (1924-2006)


"Το είδωλο" (703)

9. Ρένος [Αποστολίδης] (1924-2004)


"Πυραμίδα 67: Το βιβλίο του Εμφυλίου" (704)

10. Ρόδης Ρούφος (1924-1972)


"Η άλλη όχθη, Χρονικό μιας σταυροφορίας" (709)

11. Νίκος Καχτιτσής (1926-1970)


"Ο εξώστης" (715)

12. Αλέξανδρος Κοτζιάς (1926-1992)


"Αντιποίησις αρχής" (721)

13. Γιώργος Ιωάννου (1927-1985)


"Ο Μπάτης" (724)

"Η σαρκοφάγος" (726)

14. Κώστας Ταχτσής (1927-1988)


"Το τρίτο στεφάνι" (729)

15. Μάριος Χακκας (1931-1972)


"Το τρίτο νεφρό" (733)

197
"Ο μπιντές" (736)

16. Θανάσης Βαλτινός (1932)


"Στοιχεία για τη δεκαετία του '60" (739)

17. Γιώργος Χειμωνας (1938-2000)


"Ο Γιατρός Ινεότης" (744)

198

You might also like