You are on page 1of 14

Ἀγαπητοῦ Διακόνου, Ἔκθεσις Κεφαλαίων Παραινετικῶν

3.2. Το ζήτημα της χρονολόγησης της Ἐκθέσεως


Κεφαλαίων Παραινετικῶν
Αναφορικά με το ζήτημα της χρονολόγησης του
κειμένου, όπως ήδη έχει αναφερθεί132, το σύνολο των
παλαιότερων ερευνητών ομονοούσε ότι για τη σύντα-
ξη του έργου ένα ασφαλές terminus post quem είναι
το έτος 527 (θάνατος Ιουστίνου Α΄ και ανάληψη της
αυτοκρατορικής εξουσίας από τον Ιουστινιανό Α΄)
και ότι ως terminus ante quem θα πρέπει να θεωρηθεί
το έτος 548 (θάνατος Θεοδώρας)133.
Η χρονολόγηση της Ἐκθέσεως Κεφαλαίων Παραινε-
τικῶν εξακολούθησε να απασχολεί την έρευνα και η
προσοχή επικεντρώθηκε στη δυνατότητα αξιοποίησης
ενδοκειμενικών στοιχείων, τα οποία θα μπορούσαν
να συσχετιστούν με γνωστά γεγονότα της εποχής του
Ιουστινιανού. Με terminus post quem την 1η Αυγού-
στου 527, οπότε και ο Ιουστινιανός έγινε μονοκράτωρ
ύστερα από τον θάνατο του Ιουστίνου, και terminus
ante quem την 28η Ιουνίου 548 (θάνατος Θεοδώρας), η
Frohne διατύπωσε τις εξής προτάσεις134: α) ο Αγαπη-
τός συνέταξε το κείμενό του λίγο χρόνο μετά την κα-
ταστολή της στάσης του Νίκα, β) το πρώτο κεφάλαιο
του κειμένου αποτελεί υπαινιγμό για το πρόγραμμα

132. Σχετικά βλ. στο παρόν, 66.


133. Ενδεικτικά βλ. Henry, “A mirror for Justinian“, 283-284·
Ševčenko, “Agapetus East and West“, 5-6· Kazhdan, ODB, vol.
1, λήμμα AGAPETOS, 34 (συντάκτες του λήμματος είναι οι B.
Baldwin και I. Ševčenko).
134. Σχετικά βλ. Frohne, Agapetus Diaconus, 160.

— 69 —
Κωνσταντινος Παϊδας

αναθεώρησης και κωδικοποίησης του δικαίου από τον


Ιουστινιανό που πραγματοποιήθηκε μεταξύ του 528
και του 533135, γ) το τέταρτο κεφάλαιο συνιστά αναφο-
ρά στους αναξιοπαθούντες που περιφέρονταν στους
δρόμους ύστερα από την καταστροφή ενός ιδρύματος
περίθαλψης και φιλοξενίας απόρων που βρισκόταν
μεταξύ των ναών της Αγίας Σοφίας και της Αγίας Ει-
ρήνης και με βάση αυτή την υπόθεση η σύνταξη του
κειμένου τοποθετείται μετά την καταστροφή του συ-
γκεκριμένου ιδρύματος και πριν την ανοικοδόμησή
του ύστερα από την καταστολή της στάσης του Νίκα136,
δ) το δέκατο έβδομο κεφάλαιο υποδηλώνει ότι ο Ιου-
στινιανός δεν είχε ακόμα αποφασίσει να κλείσει την
περίφημη Σχολή των Αθηνών (529)137, γεγονός που
οδηγεί στη χρονολόγηση του κειμένου προ του 529,
καθώς διαφορετικά ο Ιουστινιανός δεν θα μπορούσε
να χαρακτηρίζεται στο κεφάλαιο αυτό ως φιλόσοφος
βασιλεύς, ε) το εικοστό κεφάλαιο αποτελεί αναφορά
στις νίκες του Ιουστινιανού κατά των Περσών πριν τη
σύναψη της συνθήκης ειρήνης του 532138, Ϟ) το τρια-
κοστό κεφάλαιο συνιστά υπαινιγμό για τις αυστηρές
διαδικασίες επιλογής νέων προσώπων ως αξιωματού-
χων της αυτοκρατορίας που θέσπισε ο Ιουστινιανός139.
Ωστόσο, οι παρατηρήσεις αυτές της Frohne αφενός συ-

135. Σχετικά βλ. στο παρόν, 96, 146-147.


136. Σχετικά βλ. στο παρόν, 98, 151-152.
137. Σχετικά βλ. στο παρόν, 106, 168-169.
138. Σχετικά βλ. στο παρόν, 108, 175-176.
139. Σχετικά βλ. στο παρόν, 116, 192-193.

— 70 —
Ἀγαπητοῦ Διακόνου, Ἔκθεσις Κεφαλαίων Παραινετικῶν

νιστούν απλές εικασίες και αφετέρου παρουσιάζουν


αντιφάσεις μεταξύ τους, καθώς, εάν ισχύουν κάποιες
από αυτές, αναιρούνται κάποιες άλλες140.
Σχετικά πρόσφατα με βάση ενδοκειμενικά δεδο-
μένα της Ἐκθέσεως Κεφαλαίων Παραινετικῶν διατυ-
πώθηκε η άποψη ότι η σύνταξη του έργου θα πρέπει
να τοποθετηθεί πριν από την εκδήλωση της στάσης
του Νίκα141. Πιο συγκεκριμένα, το περιεχόμενο του
κεφαλαίου 40 (Τιμιώτατον πάντων ἐστὶν ἡ βασιλεία·
τότε δὲ μάλιστα τοιοῦτόν ἐστιν, ὅταν ὁ τοῦτο περικεί-
μενος τὸ κράτος μὴ πρὸς αὐθάδειαν ῥέπῃ, ἀλλὰ πρὸς
ἐπιείκειαν βλέπῃ, τὸ μὲν ἀπάνθρωπον ὡς θηριῶδες
ἀποστρεφόμενος, τὸ δὲ φιλάνθρωπον ὡς θεοείκε-
λον ἐνδεικνύμενος142) οδήγησε στο συμπέρασμα ότι
το κείμενο του Αγαπητού Διακόνου δεν μπορεί παρά
να συντάχθηκε πριν από την εκδήλωση της στάσης
του Νίκα, την οποία ο Ιουστινιανός (με την αμέριστη
ψυχολογική υποστήριξη της αυγούστας Θεοδώρας143)
κατέστειλε με αιματοχυσία και χιλιάδες θύματα από
τους δήμους της Βασιλεύουσας144.
140. Τις αντιφάσεις αυτές παρουσιάζει ευσύνοπτα ο Bell,
Three political voices, 18-19. Επίσης, βλ. την επιχειρηματολογία
που αναπτύσσεται στο παρόν, στο πλαίσιο των ερμηνευτι-
κών σχολίων των σχετικών κεφαλαίων.
141. Για τη στάση του Νίκα βλ. στο παρόν, 34-36.
142. Σχετικά βλ. στο παρόν, 122, 207.
143. Για τον ρόλο της Θεοδώρας στη στάση του Νίκα βλ.
εντελώς ενδεικτικά Ostrogorsky, Geschichte, 61· Evans, “The
Nika rebellion“, 380-382· C. Foss, “The empress Theodora“, Byz
72 (2002), 141-176 (επί του προκειμένου 152-153).
144. Σχετικά βλ. Παΐδας, Η θεματική, 23, 161.

— 71 —
Κωνσταντινος Παϊδας

Το ζήτημα της χρονολόγησης του κειμένου του


Αγαπητού Διακόνου απασχόλησε και τον Bell, ο οποί-
ος τοποθετεί τη σύνταξη της Ἐκθέσεως Κεφαλαίων
Παραινετικῶν στην αρχή της βασιλείας του Ιουστινια-
νού (δηλ. μετά την 1η Αυγούστου 527 και έως τα πρώ-
τα πέντε έτη της τέταρτης δεκαετίας του έκτου αιώ-
νος). Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει με βάση τις
εξής παρατηρήσεις: 1) υποστηρίζει ότι τα κεφάλαια 4
(υποβάθμιση της σημασίας της ευγενικής καταγωγής
του βασιλέως) και 6 (αίσθηση οικονομικής ευημερί-
ας της αυτοκρατορίας) παραπέμπουν στην αφετηρία
της βασιλείας του Ιουστινιανού145, 2) το κεφάλαιο 17
προϋποθέτει το κλείσιμο της Ακαδημίας του Πλάτω-
νος (529)146, 3) το κεφάλαιο 20 σχετίζεται με τη σύνα-
ψη της αιώνιας συνθήκης που συνυπέγραψε ο Ιουστι-
νιανός με τους Πέρσες το 532 ή με την ανακατάληψη
της Αφρικής (534) και της Σικελίας (535-536)147, και 4)
το κεφάλαιο 58 συνδέεται με τις πολεμικές επιτυχίες
του Ιουστινιανού από το 530 και εξής148.
Εάν αξιοποιήσουμε ενδοκειμενικά στοιχεία, τα
οποία έως τώρα δεν προσήλκυσαν την προσοχή των
ερευνητών, οδηγούμαστε σε ενδιαφέρουσες παρατη-
ρήσεις αναφορικά με τον προσδιορισμό του χρόνου
συγγραφής του πονήματος του Αγαπητού Διακόνου.
Πιο συγκεκριμένα, το κεφάλαιο 19 συνηγορεί υπέρ της

145. Bell, Three political voices, 101 και 102 αντιστοίχως.


146. Bell, Three political voices, 105-106.
147. Bell, Three political voices, 107.
148. Bell, Three political voices, 117.

— 72 —
Ἀγαπητοῦ Διακόνου, Ἔκθεσις Κεφαλαίων Παραινετικῶν

χρονολόγησης της Ἐκθέσεως Κεφαλαίων Παραινετικῶν


κατά την περίοδο της αναγόρευσης του Ιουστινιανού σε
συναυτοκράτορα του Ιουστίνου (4 Απριλίου 527), τότε
δηλ. που ένεκα της οικονομικής πολιτικής του Αναστα-
σίου Α΄ τα θησαυροφυλάκια της αυτοκρατορίας ήταν
ακόμα γεμάτα149, καθώς ούτε το όραμα της reconquista
ούτε το οικοδομικό πρόγραμμα του Ιουστινιανού είχαν
τεθεί σε εφαρμογή. Ως εκ τούτου, ο αυτοκράτωρ διέθε-
τε τότε την άνεση να μπορεί να προσφέρει τις ευεργε-
σίες του στο σύνολο σχεδόν των υπηκόων του150.
Ακολούθως, το περιεχόμενο του κεφαλαίου 20
καθιστά προφανές ότι η Ἔκθεσις Κεφαλαίων Παραι-
νετικῶν συντάχθηκε πριν από την εκδήλωση της
στάσης του Νίκα151, διότι διαφορετικά θα ήταν από
υπερβολική έως δυσερμήνευτη η διατύπωση του Αγα-
πητού: Σεπτὴ δικαίως ἐστὶν ἡ ὑμῶν βασιλεία, ὅτι τοῖς
πολεμίοις μὲν δεικνύει τὴν ἐξουσίαν, τοῖς ὑπηκόοις δὲ
νέμει φιλανθρωπίαν· καὶ νικῶσα ἐκείνους τῇ δυνάμει
τῶν ὅπλων, τῇ ἀόπλῳ ἀγάπῃ τῶν οἰκείων ἡττᾶται152.
Ενδιαφέρον για τη χρονολόγηση του κειμένου πα-
ρουσιάζει και το κεφάλαιο 31, το περιεχόμενο του
οποίου φαίνεται να αντανακλά τη στάση του Ιουστι-
νιανού έναντι των Βενέτων και των Πρασίνων κατά
την περίοδο της βασιλείας του Ιουστίνου (518-527)153,

149. Σχετικά βλ. στο παρόν, 108, 172-173.


150. Σχετικά βλ. στο παρόν, 18.
151. Σχετικά βλ. στο παρόν, 174.
152. Σχετικά βλ. στο παρόν, 108.
153. Σχετικά βλ. στο παρόν, 195.

— 73 —
Κωνσταντινος Παϊδας

πριν δηλ. ο ίδιος περιβληθεί την πορφύρα και προτού


αρχίσει να μεταβάλλει τη στάση του έναντι των δύο
μεγάλων δήμων154.
Επιπροσθέτως, το περιεχόμενο του κεφαλαίου 33
μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο αποδέκτης του κει-
μένου κατά την περίοδο εκείνη δεν πρέπει να είχε
εξοικειωθεί απολύτως με την αίσθηση της αποκλει-
στικής διαχείρισης της μέγιστης επίγειας αρχής, γε-
γονός που μπορούσε να επηρεάσει την ψυχολογική
του κατάσταση αναλόγως με την έκβαση των σοβα-
ρών (εσωτερικών και εξωτερικών) ζητημάτων της αυ-
τοκρατορίας. Ως εκ τούτου, το κείμενο του Αγαπητού
θα πρέπει να χρονολογηθεί πλησίον της 4ης Απριλί-
ου 527, οπότε και ο Ιουστινιανός αναγορεύεται σε συ-
ναυτοκράτορα του Ιουστίνου155.
Την άποψή μας ότι η Ἔκθεσις Κεφαλαίων Παραινε-
τικῶν συνεγράφη επ’ αφορμή της αναγόρευσης του
Ιουστινιανού σε συναυτοκράτορα του Ιουστίνου την
4η Απριλίου 527 ενισχύει και το περιεχόμενο του κε-
φαλαίου 34. Στο κεφάλαιο αυτό ο Ιουστινιανός ανα-
φέρεται ως φθάσας δὲ καὶ αὐτὴν τὴν ἀνωτάτω τιμὴν,
αλλά κανένα σχόλιο δεν γίνεται για τον τρόπο άσκη-
σης της βασιλικής εξουσίας εκ μέρους του, καθώς
η φράση οὐκ ἐν τοῖς αὐτοῖς πράγμασιν ἀναλλοίωτον
ἔχων ἐν τῷ καλῷ τὸ φρόνημα αναφέρεται προφανώς
στην εν γένει συμπεριφορά που εκείνος επέδειξε
κατά την άσκηση των αξιωμάτων που είχε αναλάβει

154. Σχετικά βλ. στο παρόν, 116.


155. Σχετικά βλ. στο παρόν, 116-118, 197.

— 74 —
Ἀγαπητοῦ Διακόνου, Ἔκθεσις Κεφαλαίων Παραινετικῶν

από την ανάληψη της βασιλικής εξουσίας από τον


Ιουστίνο το 518 έως την αναγόρευσή του σε συναυτο-
κράτορα την 4η Απριλίου 527.
Στο σημείο αυτό επιβάλλεται να επισημανθεί ένα
ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο, το οποίο έως τώρα δεν
προσήλκυσε την προσοχή των μελετητών του κειμέ-
νου και μπορεί αφ’ εαυτού να θέσει σε νέα βάση το
ζήτημα της χρονολόγησης της Ἐκθέσεως Κεφαλαί-
ων Παραινετικῶν. Σε ορισμένα χωρία του κειμένου ο
Αγαπητός Διάκονος αναφερόμενος στον αποδέκτη
του χρησιμοποιεί πληθυντικό αριθμό, στοιχείο κάθε
άλλο παρά άνευ σημασίας. Στο κεφάλαιο 13 διαβά-
ζουμε: τὸ δὲ παγίως ἐν τοῖς καλοῖς ἐρηρεῖσθαι, ὡς τὸ
εὐσεβὲς ὑμῶν ἐστήρικται κράτος156. Εν συνεχεία, στο
κεφάλαιο 17 ο Αγαπητός διακηρύσσει: Ἐφ’ ὑμῶν ἀνε-
δείχθη τῆς εὐζωΐας ὁ χρόνος, ὃν προεῖπέ τις τῶν πα-
λαιῶν ἔσεσθαι, ὅταν ἢ φιλόσοφοι βασιλεύσωσιν ἢ βασι-
λεῖς φιλοσοφήσωσι· καὶ γὰρ φιλοσοφοῦντες ἠξιώθητε
τῆς βασιλείας καὶ βασιλεύσαντες οὐκ ἀπέστητε τῆς
φιλοσοφίας· εἰ γὰρ τὸ φιλεῖν σοφίαν ποιεῖ φιλοσοφίαν,
ἀρχὴ δὲ σοφίας ὁ τοῦ θεοῦ φόβος, ὃν ἐν τοῖς στέρ-
νοις ὑμῶν ἔχετε διαπαντός, εὔδηλον ὡς ἀληθὲς τὸ
παρ’ ἐμοῦ λεγόμενον157. Ακολούθως, στο κεφάλαιο 20
ο Αγαπητός διαπιστώνει: Σεπτὴ δικαίως ἐστὶν ἡ ὑμῶν
βασιλεία, ὅτι τοῖς πολεμίοις μεν δεικνύει τὴν ἐξουσί-
αν…158. Επίσης, στο κεφάλαιο 58 διαβάζουμε: Ἀκρό-

156. Σχετικά βλ. στο παρόν, 104, 163-164.


157. Σχετικά βλ. στο παρόν, 106, 169-170.
158. Σχετικά βλ. στο παρόν, 108, 174-175.

— 75 —
Κωνσταντινος Παϊδας

πολις μὲν ἀπορθήτοις τείχεσιν ἠσφαλισμένη καταφρο-


νεῖ τῶν πολιορκούντων αὐτὴν πολεμίων· ἡ εὐσεβὴς δὲ
βασιλεία ὑμῶν ἐλεημοσύναις τετειχισμένη καὶ προσ­
ευχαῖς περιπυργουμένη ἀήττητος γίνεται τοῖς τῶν
ἐχθρῶν βέλεσιν, ἀοίδιμα κατ’ αὐτῶν ἐγείρουσα τρό-
παια159. Τέλος, στο καταληκτικό κεφάλαιο 72 ο Αγα-
πητός παραινεί: ...οὕτω καὶ αὐτὸς ἔχου τῆς τῶν καλῶν
ἀναβάσεως, ὅπως ἂν καὶ τῆς ἄνω βασιλείας ἀπολαύ-
σειας, ἥν σοι παράσχοι Χριστὸς μετὰ τῆς ὁμοζύγου,
ὁ βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων και βασιλευομένων εἰς
τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν160.
Δεδομένου ότι αποδέκτης της Ἐκθέσεως Κεφαλαί-
ων Παραινετικῶν είναι ο Ιουστινιανός Α΄, προφανέ-
στατα η ὁμόζυγος που αναφέρεται στο κεφάλαιο 72
είναι η αυγούστα Θεοδώρα. Η Θεοδώρα συνδέθηκε
με τα δεσμά του γάμου με τον Ιουστινιανό το 523-524,
περίπου τρία έτη δηλ. προτού εκείνος στεφθεί συναυ-
τοκράτωρ του θείου του Ιουστίνου Α΄. Ως εκ τούτου,
είναι προφανές ότι από τον γάμο της έως την ανα-
γόρευση του Ιουστινιανού σε συναυτοκράτορα του
Ιουστίνου (4 Απριλίου 527) η Θεοδώρα επ’ ουδενί θα
μπορούσε να έχει παρουσιάσει απτές αποδείξεις για
τις προθέσεις της ως αυγούστας, οι οποίες να ήταν
γνωστές εκτός του στενού ανακτορικού περιβάλλο-
ντος (άρα και «αξιοποιήσιμες» από τον συντάκτη της
Ἐκθέσεως Κεφαλαίων Παραινετικῶν). Σύμφωνα με
αυτόν τον συλλογισμό λοιπόν κάθε άλλο παρά προ-

159. Σχετικά βλ. στο παρόν, 132-134, 236.


160. Σχετικά βλ. στο παρόν, 142, 254.

— 76 —
Ἀγαπητοῦ Διακόνου, Ἔκθεσις Κεφαλαίων Παραινετικῶν

φανές είναι το ότι αφορούν (και) στο πρόσωπο της


Θεοδώρας οι συγκεκριμένες διαπιστώσεις του Αγα-
πητού Διακόνου: καὶ βασιλεύσαντες οὐκ ἀπέστητε
τῆς φιλοσοφίας161, και ἡ εὐσεβὴς δὲ βασιλεία ὑμῶν
ἐλεημοσύναις τετειχισμένη162.
Επιπλέον, από το κεφάλαιο 13 (τὸ δὲ παγίως ἐν
τοῖς καλοῖς ἐρηρεῖσθαι, ὡς τὸ εὐσεβὲς ὑμῶν ἐστήρι-
κται κράτος163) προκύπτει ότι τα πρόσωπα, στα οποία
επί του προκειμένου αναφέρεται ο συντάκτης της
Ἐκθέσεως Κεφαλαίων Παραινετικῶν, έχουν αποδεί-
ξει σε κάποιο βάθος χρόνου ότι το ενάρετο φρόνημά
τους λειτουργεί ως πυλώνας της εξουσίας τους. Μπο-
ρεί όμως να υποστηριχθεί κάτι τέτοιο αναφορικά με
τη Θεοδώρα, εάν η σύνταξη της Ἐκθέσεως Κεφαλαίων
Παραινετικῶν τοποθετηθεί είτε λίγο πριν τη στέψη
του Ιουστινιανού σε αυτοκράτορα και της Θεοδώ-
ρας σε αυγούστας (4 Απριλίου 527) είτε λίγο πριν την
ανάληψη της μονοκρατορίας από τον Ιουστινιανό (1
Αυγούστου 527); Μάλλον όχι, εκτός και εάν θεωρη-
θεί ως καθ’ υπερβολήν έκφραση της εγκωμιαστικής
διάθεσης του Αγαπητού Διακόνου προς τη Θεοδώρα,
την οποία όμως εκείνος σε όλα τα προαναφερθέντα
χωρία δεν επιλέγει να μνημονεύσει ρητά, όπως πράτ-
τει στο κεφάλαιο 72 (ὅπως ἂν καὶ τῆς ἄνω βασιλείας
ἀπολαύσειας, ἥν σοι παράσχοι Χριστὸς μετὰ τῆς ὁμο-
ζύγου).

161. Σχετικά βλ. στο παρόν, 106, 169.


162. Σχετικά βλ. στο παρόν, 134, 236.
163. Σχετικά βλ. στο παρόν, 104, 163-164.

— 77 —
Κωνσταντινος Παϊδας

Εάν, λοιπόν, ο πληθυντικός αριθμός που χρησι-


μοποιεί ο Αγαπητός Διάκονος δεν αφορά στο αυτο-
κρατορικό ζεύγος Ιουστινιανού-Θεοδώρας, θα πρέπει
να διερευνηθεί ποιο πρόσωπο πέραν του Ιουστινια­
νού εννοεί ο συντάκτης της Ἐκθέσεως Κεφαλαίων
Παραινετικῶν, διότι ο προσδιορισμός του προσώπου
αυτού πιθανότατα θα συμβάλει στην ακριβέστερη
χρονολόγηση του κειμένου. Όπως πολύ εύστοχα έχει
υποστηριχθεί, η περίοδος της βασιλείας του Ιουστί-
νου Α΄ (518-527) επί της ουσίας αποτελεί το πρώτο
στάδιο της βασιλικής εξουσίας του Ιουστινιανού, κα-
θώς ήδη από το 518 ο Ιουστινιανός είχε αναλάβει τη
διευθέτηση ζωτικών υποθέσεων της αυτοκρατορί-
ας164. Κοινό στοιχείο στα τρία εκ των τεσσάρων προ-
αναφερθέντων χωρίων που ο Αγαπητός Διάκονος
χρησιμοποιεί πληθυντικό αριθμό είναι το ευσεβές
φρόνημα των αποδεκτών του: ...ὡς τὸ εὐσεβὲς ὑμῶν
ἐστήρικται κράτος165, ... ἀρχὴ δὲ σοφίας ὁ τοῦ θεοῦ
φόβος, ὃν ἐν τοῖς στέρνοις ὑμῶν ἔχετε διαπαντός166, ἡ
εὐσεβὴς δὲ βασιλεία ὑμῶν ἐλεημοσύναις τετειχισμένη
καὶ προσευχαῖς περιπυργουμένη167. Στο σημείο αυτό
θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι ο Ιουστίνος διακρι-
νόταν για την αφοσίωσή του στην Ορθοδοξία168. Για

164. Σχετικά βλ. στο παρόν, 22.


165. Σχετικά βλ. στο παρόν, 104.
166. Σχετικά βλ. στο παρόν, 106.
167. Σχετικά βλ. στο παρόν, 134.
168. Σχετικά βλ. Λουγγής, Ιουστινιανός Πέτρος Σαββάτιος,
110.

— 78 —
Ἀγαπητοῦ Διακόνου, Ἔκθεσις Κεφαλαίων Παραινετικῶν

τον λόγο αυτόν ακριβώς μία από τις πρώτες ενέργει-


ες του γηραιού Ιουστίνου (προφανώς καθ’ υπόδειξιν
και με πρωτοβουλία του Ιουστινιανού) ήταν η στροφή
από τη μονοφυσιτική πολιτική του Αναστασίου Α΄
και η αποκατάσταση της εκκλησιαστικής κοινωνίας
με τη Ρώμη169. Για τον σκοπό αυτόν, όπως έχει ήδη
αναφερθεί, ο Ιουστινιανός το 518 ζήτησε να έλθει στη
Βασιλεύουσα παπική αντιπροσωπία, την οποία και
υποδέχθηκε με μεγάλες τιμές, προκειμένου να αρθεί
το Ακακιανό σχίσμα, στόχος που επετεύχθη170.
Επίσης, σε δύο από τα επίμαχα χωρία, όπου ο Αγα-
πητός Διάκονος χρησιμοποιεί πληθυντικό αριθμό,
τονίζεται η αποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση
των εξωτερικών εχθρών της αυτοκρατορίας: Σεπτὴ
δικαίως ἐστὶν ἡ ὑμῶν βασιλεία, ὅτι τοῖς πολεμίοις μὲν
δεικνύει τὴν ἐξουσίαν171, και ἡ εὐσεβὴς δὲ βασιλεία
ὑμῶν ἐλεημοσύναις τετειχισμένη καὶ προσευχαῖς πε-
ριπυργουμένη ἀήττητος γίνεται τοῖς τῶν ἐχθρῶν βέ-
λεσιν, ἀοίδιμα κατ’ αὐτῶν ἐγείρουσα τρόπαια172. Εγεί-
ρεται, λοιπόν, το ερώτημα κατά πόσον η αναφορά
αυτή μπορεί να σχετίζεται με το πρόσωπο της Θεο-
δώρας. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπενθυμίσου-
με ότι ο Ιουστίνος από την εποχή της νεότητάς του
169. Χωρίς βεβαίως αυτό να αναιρεί και το αμιγώς πολι-
τικό κίνητρο που αδιαμφισβήτητα επηρέασε σημαντικότατα
την εκκλησιαστική του πολιτική έναντι των μονοφυσιτών.
Σχετικά βλ. στο παρόν, 24-27.
170. Σχετικά βλ. στο παρόν, 26-27.
171. Σχετικά βλ. στο παρόν, 108, 174-175.
172. Σχετικά βλ. στο παρόν, 134, 236.

— 79 —
Κωνσταντινος Παϊδας

κατετάγη στον αυτοκρατορικό στρατό, αναδείχθηκε


σε αξιωματικό, προήχθη σε κόμητα τῶν ἐξκουβιτόρων
και αμέσως μετά τον θάνατο του Αναστασίου με την
υποστήριξη της συγκλήτου αναγορεύθηκε αυτοκρά-
τωρ173. Πρόκειται δηλ. για έναν αυτοκράτορα, ο οποί-
ος, προτού ανέλθει στον θρόνο, είχε διακριθεί στα
πεδία των μαχών κατά των εξωτερικών εχθρών της
αυτοκρατορίας. Επίσης, ως γνωστόν, ο Ιουστινιανός
πριν από την αναγόρευσή του σε αύγουστο είχε τι-
μηθεί από τον Ιουστίνο με το σημαντικό στρατιωτι-
κό αξίωμα του magister equitum et peditum praesentalis174
και είναι σχεδόν βέβαιο ότι σε έναν στενό κύκλο των
ανακτόρων θα είχε αποκαλύψει τις σκέψεις του για
το όραμα της reconquista. Αναφορικά με το χωρίο ἡ
εὐσεβὴς δὲ βασιλεία ὑμῶν ἐλεημοσύναις τετειχισμέ-
νη175 μπορούμε να προβούμε σε μία ακόμα εικασία: ως
γνωστόν, ο Ιουστινιανός από το 521, οπότε και έλαβε
το αξίωμα του ὑπάτου, δημιουργούσε τις καλύτερες
δυνατές συνθήκες για την άνοδό του στον αυτοκρα-
τορικό θρόνο. Για τον λόγο αυτόν εκμεταλλεύτηκε
τα τεράστια χρηματικά αποθέματα που είχε αποθη-
σαυρίσει στα κρατικά ταμεία ο Αναστάσιος και προ-
σέφερε στους υπηκόους τεράστιες χρηματικές δωρε-
ές τόσο για την κάλυψη αναγκών τους όσο και για

173. Σχετικά βλ. στο παρόν, 19-20.


174. Για τα αξιώματα που έλαβε ο Ιουστινιανός κατά την
περίοδο της βασιλείας του θείου του Ιουστίνου βλ. στο παρόν,
22.
175. Σχετικά βλ. στο παρόν, 134.

— 80 —
Ἀγαπητοῦ Διακόνου, Ἔκθεσις Κεφαλαίων Παραινετικῶν

δημόσια θεάματα προς τέρψιν τους176. Ενδεχομένως,


λοιπόν, η αναφορά αυτή του Αγαπητού Διακόνου
στην αυτοκρατορική ἐλεημοσύνη που «θωρακίζει» τη
βασιλική εξουσία να περιγράφει αυτήν ακριβώς τη
συμπεριφορά του Ιουστινιανού, η οποία σαφέστατα
ήταν εγκεκριμένη και από τον Ιουστίνο.
Από ό,τι προηγήθηκε, είναι προφανές ότι ο πληθυ-
ντικός αριθμός που συναντάται στα προαναφερθέ-
ντα χωρία αφορά κατά πάσα πιθανότητα εκτός από
τον Ιουστινιανό και σε ένα άλλο πρόσωπο, το οποίο
δεν μπορεί να είναι η αυγούστα Θεοδώρα. Όλα τα
στοιχεία που προκύπτουν από την ανάλυση των χω-
ρίων συνηγορούν υπέρ του Ιουστίνου, ο οποίος επί εν-
νέα περίπου έτη βρισκόταν ήδη στον θρόνο (518-527),
είχε διαγράψει μία σημαντική στρατιωτική σταδιο-
δρομία έως την ανάληψη της βασιλικής εξουσίας και,
άμα τη αναρρήσει του στον βασιλικό θώκο, είχε πα-
ράσχει αποδείξεις τόσο για το ευσεβές του φρόνημα
όσο και για τη χρηστή του διοίκηση (με την αρωγή φυ-
σικά του Ιουστινιανού από την πρώτη ημέρα της ανά-
ληψης της εξουσίας στις 9 Ιουλίου 518). Ταυτοχρόνως,
ο κύριος αποδέκτης του κειμένου, όπως προκύπτει
τόσο από την ακροστιχίδα και το προοίμιό του (σε ορι-
σμένα χειρόγραφα) όσο και από το περιεχόμενο του
κειμένου, είναι ο Ιουστινιανός, ο οποίος φέρεται να
ανέρχεται στον βασιλικό θώκο, ενώ στην κατακλείδα
του κειμένου μνημονεύεται και η ὁμόζυγός του, δηλ.
η Θεοδώρα. Με βάση όλες αυτές τις διαπιστώσεις κα-
176. Σχετικά βλ. Χριστοφιλοπούλου, Ἱστορία, 251-252.

— 81 —
Κωνσταντινος Παϊδας

ταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η σύνταξη της Ἐκθέ-


σεως Κεφαλαίων Παραινετικῶν σχετίζεται όχι με την
ανάληψη της αυτοκρατορικής εξουσίας από τον Ιου-
στιανιανό ύστερα από τον θάνατο του Ιουστίνου (1η
Αυγούστου 527), αλλά με την αναγόρευση του Ιου-
στινιανού σε συναυτοκράτορα του Ιουστίνου την 4η
Απριλίου 527. Αυτό προκύπτει διότι τότε ο Ιουστίνος,
καίτοι ασθενής, ήταν ακόμα εν ζωή (οπότε εξηγείται
η χρήση του πληθυντικού αριθμού και οι συγκεκριμέ-
νες επισημάνσεις που τον συνοδεύουν) και διότι κατά
την αναγόρευση του Ιουστινιανού σε αυτοκράτορα
στέφθηκε και η Θεοδώρα σε αυγούστα (οπότε δικαιο-
λογείται απολύτως η αναφορά σε αυτήν στο ακροτε-
λεύτιο κεφάλαιο του κειμένου).

3.3. Χειρόγραφη παράδοση, μεταφράσεις και εκδό-


σεις της Ἐκθέσεως Κεφαλαίων Παραινετικῶν.
Η Ἔκθεσις Κεφαλαίων Παραινετικῶν κατέστη προ-
σφιλές ανάγνωσμα των βυζαντινών πολιτικών δια-
νοητών και του ανακτορικού περιβάλλοντος ήδη από
τη μέση βυζαντινή περίοδο εξαιτίας του ότι με τρόπο
ευσύνοπτο και διαυγή προέβαλλε θεμελιώδεις αρχές
της πολιτικής θεωρίας της αυτοκρατορίας αναφορι-
κά με το βασιλικό ιδεώδες, τις οποίες βεβαίως είχε
εισηγηθεί ο Ευσέβιος Καισαρείας στον Τριακονταε-
τηρικὸ λόγο του και στον λόγο του Εἰς τὸν βίον τοῦ
μακαρίου βασιλέως Κωνσταντίνου177. Σημαντικότατος
παράγων που συνέβαλε τα μέγιστα στη διάδοση του
177. Σχετικά βλ. στο παρόν, 90.

— 82 —

You might also like