Professional Documents
Culture Documents
1
Για μία συνολική επισκόπηση της ιστορίας της Σαμαρειτικής μειονότητας στην Παλαι-
στίνη από τον 4ο έως τον 7ο αιώνα, βλ. Α. Montgomery, he Samaritans, the Earliest Jewish Sect:
heir History, heology and Literature, New York 1968· Α.D. Crown, he Samaritans, Tübingen
1989 (στο εξής Crown, Samaritans)· Ν. Schur, History of the Samaritans, [Beiträge zur Erfor-
schung des Alten Testaments und des Antiken Judentums 18], Frankfurt am Main 1992 (στο
εξής Schur, Samaritans).
2 Βλ. Procopii Caesariensis opera omnia, Historia quae dicitur Arcana, ed. J. Haury, Lipsiae
1963, 11.27-29 (στο εξής Προκόπιος, Ανέκδοτα). Πβ. K.G. Holum, Caesarea and the Samaritans,
στο R.L. Hohlfelder (έκδ.), City, Town and Countryside in the Early Byzantine Era, New York
1982, 66 (στο εξής Holum, Caesarea)· Crown, Samaritans, 59-60. Για τη διοικητική οργάνωση
της βυζαντινής Παλαιστίνης, βλ. Δ. Τσουλκανάκης, Η παρουσία του Βυζαντίου στους Αγίους Τό-
πους από το Μέγα Κωνσταντίνο έως την αραβική κατάκτηση, Διδακτ. διατριβή, Βόλος 2011, 18
κ.ε. (στο εξής Τσουλκανάκης, Άγιοι Τόποι).
3
Βλ. Holum, Caesarea, 66· Crown, Samaritans, 60.
4
Βλ. Τσουλκανάκης, Άγιοι Τόποι, 174-183.
10
Για τον Ιουστασά, βλ. Jones, PLRE 2, 644.
11
Βλ. Schur, Samaritans, 85-86· Crown, Samaritans, 71-73. Για τον Ασκληπιάδη, βλ. Jones,
PLRE 2, 159.
12
Βλ. T.C. Lounghis – B. Blysidu – S. Lampakes, Regesten der Kaiserurkunden des oströmi-
schen Reiches von 476 bis 565, Λευκωσία 2005, αρ. 130-132, σ. 73-74 (στο εξής Lounghis, Rege-
sten)· Y. Magen, he Church of Mary heotokos on Mount Gerizim, στο G.C. Bottini – L. Di
Segni – E. Alliata (έκδ.), Christian Archaeology in the Holy Land, new discoveries: Essays in
honor of Virgilio C. Corbo, Jerusalem 1990, 333-342· Y. Magen, he Church of Mary heotokos
on Mount Gerizim, στο Y. Tsafrir (έκδ.), Ancient churches revealed, Jerusalem 1993, 83-89·
Dauphin, La Palestine byzantine, 287· Sivan, Palestine, 120.
136 Δημήτριος Τσουλκανάκης
13
Επί αυτοκράτορα Αναστασίου (491-518), σύμφωνα με τον Προκόπιο (Περί κτισμάτων,
5.7.10-17), σημειώθηκε μία, μικρής έκτασης, εξέγερση νεαρών ζηλωτών Σαμαρειτών στη Νεά-
πολη. Αδυνατώντας να υποφέρουν την ιεροσυλία που υπέστη το ιερό όρος Γαριζίν, αναρριχή-
θηκαν σ’ αυτό από την απόκρημνη, και προφανώς αφύλακτη, πλευρά του, αιφνιδιάζοντας πλή-
ρως τη μικρή φρουρά των δέκα περίπου στρατιωτών που είχε εγκαταστήσει εκεί ο Ζήνων. Στη
συμπλοκή που ακολούθησε, η φρουρά τέθηκε γρήγορα εκτός μάχης. Με σήματα ακουστικά,
ή/και οπτικά, οι νικητές ενημέρωσαν τους ομοεθνείς τους στους πρόποδες του όρους για την
επιτυχή έκβαση της αποστολής τους και ζήτησαν άμεσα ενισχύσεις. Δυστυχώς γι’ αυτούς, οι
ενισχύσεις που περίμεναν δεν έφθασαν ποτέ, λόγω της ατολμίας των Σαμαρειτών της Νεά-
πολης να συγκρουστούν με την ισχυρή φρουρά της πόλης τους. Μέσα στη γενικότερη αναστά-
τωση, πάντως, πυρπολήθηκαν πέντε χριστιανικοί ναοί της πόλης, τους οποίους ο Αναστάσιος
ανακαίνισε μετά το πέρας των ταραχών. Ο διοικητής της Πρώτης Παλαιστίνης Προκόπιος (βλ.
Jones, PLRE 2, 921) συνέλαβε και εκτέλεσε τους ταραξίες αποκαθιστώντας τη δημόσια τάξη.
14
Για το χρόνο έναρξης της επανάστασης, βλ. Μαλάλας, 18.35, 373· Kyrillos von Skytho-
polis, Leben des Sabas, ed. E. Schwartz, Leipzig 1939, 172.1-2 (στο εξής Βίος οσίου Σάβα)· heo-
phanis, Chronographia, ed. C. de Boor, 1, Lipsiae 1883, 178.22-23 (στο εξής Θεοφάνης). Πβ.
Dubnov, Jews, 210· Sivan, Palestine, 127-128· I. Shahid, Byzantium and the Arabs in the sixth
century, Washington D.C. 1995, 82-89 (στο εξής Shahid, Byzantium).
15
Βλ. Βίος οσίου Σάβα, 173.4-11, 176.24-177.9. Πβ. Τσουλκανάκης, Άγιοι Τόποι, 178.
16
Βλ. Μαλάλας, 18.35, 373-375. Σύμφωνα με τον Προκόπιο (Procopii Caesariensis opera
omnia, De Bellis libris, ed. J. Haury, 1-2, Lipsiae 1962-1963, 7.37.4 (στο εξής Προκόπιος, Υπέρ
πολέμων)), ο Γότθος βασιλιάς Τωτίλας διοργάνωσε επίσης ιπποδρομίες στη Ρώμη μετά την
κατάληψη της πόλης το 550. Για τον Ιουλιανό, βλ. A.H.M. Jones – J.R. Martindale – J. Morris,
he Prosopography of the Later Roman Empire, 3, Cambridge 1992, 729 (στο εξής Jones, PLRE 3).
17
Βλ. Βίος οσίου Σάβα, 172.12-13.
Οι επαναστάσεις των Σαμαρειτών στην Παλαιστίνη 137
18
Βλ. Βίος οσίου Σάβα, 172.5-11· Μαλάλας, 18.35, 374· he Syriac Chronicle known as that
of Zachariah of Mytilene, ed. F.J. Hamilton – E.W. Brooks, London 1899, 9.8 (στο εξής Ζαχαρίας
Μυτιλήνης). Πβ. Schur, Samaritans, 87-90· Crown, Samaritans, 74-75.
19
Βλ. Μαλάλας, 18.35, 373. Για το Βάσσο, βλ. Jones, PLRE 3, 177.
20
Βλ. Y. Tsafrir – G. Foerster, Urbanism at Skythopolis-Bet Shean in the fourth to seventh
centuries, DOP 51 (1997) 118 και 126. Για τους παράγοντες παρακμής των πόλεων κατά το
δεύτερο μισό του 6ου αιώνα, βλ. Μ.Σ. Κορδώση, Ιστορικογεωγραφικά πρωτοβυζαντινών και εν
γένει παλαιοχριστιανικών χρόνων [Βιβλιοθήκη Ιστορικών Μελετών 264], Αθήνα 1996, 230-233·
C. Morrisson – J.-P. Sodini, he Sixth – Century Economy, στο A.E. Laiou (έκδ.), he Economic
History of Byzantium: From the Seventh through the Fiteenth Century, 1, Washington D.C. 2002,
189-193 και 219-220.
21
Βλ. Προκόπιος, Ανέκδοτα, 11.15-27.
22
Το Λεξικό Σουΐδα (Suidae Lexikon, ed. A. Adler, IV, Leipzig 1935), στο λήμμα “Προ-
κόπιος” (= Π. 2479), αναφέρει για τα Ανέκδοτα τα εξής: “Προκόπιος, Ἰλλούστριος, Καισα-
ρεύς ἐκ Παλαιστίνης, ῥήτωρ καί σοφιστής. ἔγραψεν Ἱστορίαν Ῥωμαϊκήν, … . ἔγραψε καί ἕτε-
ρον βιβλίον, τά καλούμενα Ἀνέκδοτα, τῶν αὐτῶν πράξεων∙ ὡς εἶναι ἀμφότερα βιβλία Θ΄. ὅτι
τό βιβλίον Προκοπίου τό καλούμενον Ἀνέκδοτα ψόγους τε καί κωμωδίαν Ἰουστινιανοῦ βασι-
λέως περιέχει καί τῆς αὐτοῦ γυναικός Θεοδώρας, ἀλλά μήν καί αὐτοῦ Βελισαρίου καί τῆς
γαμετῆς αὐτοῦ”. Κατά τον Η. Hunger (Βυζαντινή Λογοτεχνία: Η λόγια κοσμική γραμματεία
των Βυζαντινών, Β΄, μτφρ. Τ. Κόλλιας – Κ. Συνέλλη – Γ.Χ. Μακρής – Ι. Βάσσης, Αθήνα 1992,
138 Δημήτριος Τσουλκανάκης
στινιανός, πράγματι, εξέδωσε το 527 νόμο, σύμφωνα με τον οποίο διέταξε την κα-
θαίρεση των σαμαρειτικών συναγωγών. Επιπλέον, στον ίδιο νόμο υπήρχε διάταξη,
όπου ρητά απαγορευόταν η εκ νέου οικοδόμηση ή επισκευή των συναγωγών, ενώ
ταυτόχρονα προβλεπόταν και η δήμευση της περιουσίας τους. Παράλληλα, ο νό-
μος αφαιρούσε από τους Σαμαρείτες το δικαίωμα της κληροδοσίας, εκτός αν οι
νόμιμοι κληρονόμοι ήταν χριστιανοί. Σε περίπτωση που οι νόμιμοι κληρονόμοι
ήταν όλοι Σαμαρείτες, την περιουσία του αποθανόντος τη διεκδικούσε το δημό-
σιο ταμείο “προνοίᾳ τῶν ἐπισκόπων καί τῶν ἀρχόντων”.23 Το ίδιο έτος (527),
εξάλλου, είχε επανέλθει σε ισχύ, με μεγαλύτερη τώρα αυστηρότητα, νόμος του
Θεοδοσίου Β', σύμφωνα με τον οποίο απαγορευόταν στους Σαμαρείτες να κατέ-
χουν δημόσια αξιώματα, εκτός αν ήταν μέλη της επαρχιακής διοίκησης (cohor-
talini).24 Με άλλο νόμο, που εκδόθηκε επίσης το 527, ο Ιουστινιανός απαγόρευσε
στους Σαμαρείτες να κατέχουν στο εξής χριστιανούς σκλάβους. Αν, παρόλα αυτά,
είχαν στην ιδιοκτησία τους κάποιο χριστιανό σκλάβο τη στιγμή της δημοσίευσης
του νόμου, ήταν υποχρεωμένοι να τον απελευθερώσουν άμεσα και, επιπρόσθετα,
να καταβάλουν στο δημόσιο ταμείο υψηλό χρηματικό πρόστιμο ύψους είκοσι
λίτρων χρυσού.25
Το οικονομικό πλήγμα που δέχτηκαν οι Σαμαρείτες με τα νέα μέτρα του Ιου-
στινιανού, κυρίως όμως οι νομικές διατάξεις που παραβίαζαν κατάφωρα τα θρη-
σκευτικά τους δικαιώματα, προξένησαν, όπως ήταν φυσικό, ευρεία δυσαρέσκεια
στους κύκλους της μειονότητας. Οι Σαμαρείτες έβλεπαν ότι το κράτος επιζητούσε
με κάθε μέσο και τρόπο να τους αφομοιώσει και να τους εξαλείψει ως ιδιαίτερη
εθνική-θρησκευτική οντότητα. Όλα τα παραπάνω αποτέλεσαν γι’ αυτούς casus
belli έναντι της δεσποτικής κρατικής εξουσίας. Αρνούμενοι να υποκύψουν στις
αυτοκρατορικές αξιώσεις, μετουσίωσαν την υποβόσκουσα, εδώ και χρόνια,
έντονη δυσαρέσκεια σε ένοπλη εξέγερση το 529.
Τα ίδια τα γεγονότα, πάντως, συνηγορούν ότι, τόσο η κεντρική εξουσία, όσο
και η επαρχιακή διοίκηση στην Παλαιστίνη, δεν αντιλήφθηκαν την “καταιγίδα”
που επρόκειτο να ξεσπάσει. Γι’ αυτό και ο αιφνιδιασμός τους υπήρξε πλήρης. Οι
ευθύνες τους, ως εκ τούτου, είναι τεράστιες, διότι δεν απέτρεψαν την καταστροφή
81: στο εξής Hunger, Βυζαντινή Λογοτεχνία), στα Ανέκδοτα ο Προκόπιος ασκεί στον Ιου-
στινιανό “έντονη πολεμική, που τη χαρακτηρίζει εμπάθεια και επιθετικότητα”. Για το θέμα βλ.
επίσης, J. Haury, Prokop und der Kaiser Justinian, BZ 37 (1937) 1-9· B. Rubin, Der Fürst der
Dämonen, BZ 44 (1951) 469-481· B. Rubin, Das Zeitalter Iustinians, 1, Berlin 1960, 102 και 104·
Ο. Veh, Prokop: Anekdota, München 1961, 274· M. Meier, Das andere Zeitalter Justinians – Kon-
tingenzerfahrung und Kontingenzbewältigung im 6. Jahrhundert n. Chr., Göttingen 2003, 89.
23
Βλ. Corpus Iuris Civilis, Codex Justinianus, ed. P. Krueger, 2, Dublin-Zürich 1967, 1.5.17
(στο εξής CJ)· Lounghis, Regesten, αρ. 685, σ. 189.
24
Βλ. CJ, 1.5.12.
25
Βλ. CJ, 1.10.2.
Οι επαναστάσεις των Σαμαρειτών στην Παλαιστίνη 139
εν τη γενέσει της, όταν όλα τα σημάδια συνέκλιναν στο ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή
την επανάσταση των Σαμαρειτών.
Αφορμή δε για την επανάσταση θεωρούμε ότι είναι πολύ πιθανό να υπήρξε
η μεγάλης κλίμακας επιδρομή του Αλαμούνδαρου (al-Mundir) των Λαχμιδών το
Μάρτιο του 529 στη Συρία, κατά την οποία έφτασε έως τα τείχη της Αντιόχειας.26
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, η επιδρομή του Αλαμούνδαρου ήταν ένας βολικός
για την υπόθεσή τους αντιπερισπασμός, διότι η στρατιωτική διοίκηση της Ανατο-
λής, που έδρευε στην Αντιόχεια, ήταν υποχρεωμένη να στρέψει το μέγιστο της
προσοχής της στην αντιμετώπιση του Άραβα ηγέτη.27 Οι Σαμαρείτες, όπως απέ-
δειξαν τα μεταγενέστερα γεγονότα, προφανώς πίστευαν ότι είχαν τη δυνατότητα
να αιφνιδιάσουν τις ελάχιστες στρατιωτικές μονάδες που στάθμευαν στην Πρώτη
Παλαιστίνη. Στη συνέχεια, αφού θα εκκαθάριζαν όλες τις εστίες αντίστασης,
υπολόγιζαν ότι θα διέθεταν τον απαραίτητο χρόνο για να εδραιώσουν την
κυριαρχία τους στην επαρχία.28
Οι επαναστάτες, πράγματι, εξουδετέρωσαν αρχικά τις τοπικές στρατιωτικές
φρουρές. Στη συνέχεια, όμως, ηττήθηκαν σε μάχη από τις ενωμένες δυνάμεις του
δούκα της Παλαιστίνης Θεοδώρου, ο οποίος είχε την έδρα του στην Τρίτη Παλαι-
στίνη μάλλον, και του φυλάρχου Αρέθα (al-Harith) των Γασσανιδών.29 Ο αρχηγός
των επαναστατών, που σκοτώθηκε στη μάχη, αποκεφαλίστηκε και το κεφάλι του,
26
Βλ. Μαλάλας, 18.32, 372· Θεοφάνης, 178.8-15. Πβ. Shahid, Byzantium, 79-80. Ο Αλα-
μούνδαρος, ο εξαίρετος στρατιωτικός ηγέτης των Αράβων Λαχμιδών και πιστός σύμμαχος
των Περσών επί μία ολόκληρη πεντηκονταετία (503-554), έχοντας ως έδρα την πόλη Χίρα
του Κάτω Ευφράτη, πραγματοποιούσε ξαφνικές καταστροφικές επιδρομές κατά μήκος όλου
του ανατολικού μετώπου, από τη βόρεια Μεσοποταμία έως την Παλαιστίνη. Οι πολεμικές ικα-
νότητες του Αλαμούνδαρου ήταν ευρέως αναγνωρισμένες και το κύρος του στην Ανατολή πο-
λύ υψηλό. Ο Ιουστινιανός, ασκώντας έναντί του πολιτική κατευνασμού και επιθυμώντας να
διατηρήσει την εύθραυστη ειρήνη στο ανατολικό μέτωπο με κάθε τίμημα, ήταν διατεθειμένος
να συνάψει διπλωματικές σχέσεις μαζί του και χωριστά από τον Πέρση βασιλιά πάκτα ειρήνης.
Επιπλέον, ήταν πρόθυμος να του πληρώσει “φόρο υποτέλειας”, που ευσχήμως είχε τη μορφή
της χορηγίας βασιλικών δώρων. Οι Σασσανίδες, χωρίς να φαίνονται οι ίδιοι επισήμως ως κατα-
πατητές των συνθηκών ειρήνης, πολύ έξυπνα χρησιμοποιούσαν συχνά τον Αλαμούνδαρο ως
φόβητρο ή/και μοχλό πίεσης εναντίον του Βυζαντίου, πρώτον, για την εκβιαστική καταβολή
ετησίως του ποσού των 500 λίτρων χρυσού, που ήταν η συμμετοχή του Βυζαντίου στη φύλαξη
των Κασπίων Πυλών, οι οποίες προστάτευαν αμφοτέρους από τις επιδρομές των Ούννων, και
δεύτερον, για την καταβολή “φόρου υποτέλειας”. Βλ. Προκόπιος, Yπέρ πολέμων, 1.17.40-48·
Μαλάλας, 18.61, 390· Ζαχαρίας Μυτιλήνης, 8.5.
27
Βλ. Lounghis, Regesten, αρ. 589, σ. 169. Για τα γεγονότα αυτά, βλ. Τσουλκανάκης, Άγιοι
Τόποι, 85-86.
28
Για τις στρατιωτικές ικανότητες των Σαμαρειτών, βλ. Crown, Samaritans, 61-62.
29
Βλ. Ζαχαρίας Μυτιλήνης, 9.8. Για τον Θεόδωρο, βλ. Jones, PLRE 3, 1245-1246. Για τον
Αρέθα, βλ. Jones, PLRE 3, 111-113. Για την έδρα του δούκα της Παλαιστίνης, βλ. Τσουλκανάκης,
Άγιοι Τόποι, 60-62.
140 Δημήτριος Τσουλκανάκης
30
Βλ. Θεοφάνης, 178.22-26.
31
Βλ. Προκόπιος, Ανέκδοτα, 11.29.
32
Ο Ιουστινιανός θεώρησε ως αποκλειστικά υπεύθυνο για τις τρομερές καταστροφές
που υπέστη η Παλαιστίνη το δούκα Θεόδωρο. Γι’ αυτό και τον απέπεμψε για παράβαση καθή-
κοντος και ανικανότητα, τιμωρώντας τον παράλληλα με φυλάκιση. Βλ. Μαλάλας, 18.35, 375·
Lounghis, Regesten, αρ. 640 και 641, σ. 179. Για τον Ειρηναίο, βλ. Jones, PLRE 2, 625-626.
33
Βλ. Μαλάλας, 18.35, 375· Lounghis, Regesten, αρ. 686, σ. 189. Για τον Αβοχάραβο, βλ.
Jones, PLRE 3, 3.
34
Βλ. Προκόπιος, Ανέκδοτα, 11.27, 29-30.
35
Βλ. P. Mayerson, Justinian’s Novel 103 and the Reorganization of Palestine, Bulletin of the
American Schools of Oriental Research 269 (1988) 70.
36
Βλ. Corpus Iuris Civilis, Novellae, ed. R. Schoell, 3, Dublin-Zürich 1972, 647 (στο εξής
Nov.).
Οι επαναστάσεις των Σαμαρειτών στην Παλαιστίνη 141
Ένα κρίσιμο ζήτημα, που χρήζει εξέτασης και το οποίο δεν έχει μελετηθεί έως
τώρα διεξοδικά, είναι ο χρόνος έναρξης της πρεσβείας των Σαμαρειτών στην περ-
σική Αυλή. Η από κοινού και εκ παραλλήλου εξέταση και ερμηνεία τριών εκτε-
νών αποσπασμάτων από τη χρονογραφία του Ιωάννη Μαλάλα, τα οποία, όπως
πιστεύουμε, συνδέονται οργανικά μεταξύ τους, καθώς και η αντιπαραβολή τους
με άλλες πηγές, μας επιτρέπει να υποστηρίξουμε ότι η επιχειρούμενη προσέγγιση
του θέματος δίνει απάντηση στο υπό εξέταση ζήτημα.
Απόσπασμα Α: “Τῷ δέ ἰουνίῳ μηνί τῆς ἑβδόμης ἰνδικτιῶνος ταραχῆς γενο-
μένης ἐθνικῆς, συμβαλόντων γάρ τῶν Σαμαρειτῶν μεταξύ χριστιανῶν καί Ἰου-
δαίων, πολλοί τόποι ἐνεπρήσθησαν ἐν Σκυθοπόλει ἐκ τῶν αὐτῶν Σαμαρειτῶν. …
37
Βλ. Nov. 45, 277-279· Lounghis, Regesten, αρ. 1133, σ. 283.
38
Βλ. Μαλάλας, 18.119, 417-418· Θεοφάνης, 230.5-15. Για το Στέφανο, βλ. Jones, PLRE 3,
1186.
142 Δημήτριος Τσουλκανάκης
39
Μαλάλας, 18.35, 373.
40
Μαλάλας, 18.54, 383.
41
Μαλάλας, 18.54, 383.
42
Για το Μαλάλα, βλ. Hunger, Βυζαντινή Λογοτεχνία, 116-125· Α. Καρπόζηλος, Βυζαντινοί
ιστορικοί και χρονογράφοι (4ος-7ος αι.), Α΄, Αθήνα 1997, 538-558 (στο εξής Καρπόζηλος, Βυζα-
ντινοί ιστορικοί).
43
Βλ. Hunger, Βυζαντινή Λογοτεχνία, 119.
44
Βλ. Καρπόζηλος, Βυζαντινοί ιστορικοί, 548, 550.
Οι επαναστάσεις των Σαμαρειτών στην Παλαιστίνη 143
45
Βλ. R. Scott, Diplomacy in the sixth century: he evidence of John Malalas, στο J. Shepard
– S. Franklin (έκδ.), Byzantine Diplomacy, London 1992, 161-165 (στο εξής Scott, Diplomacy)·
Καρπόζηλος, Βυζαντινοί ιστορικοί, 543.
46
Βλ. J.A.S. Evans, Η εποχή του Ιουστινιανού, μτφρ. Β. Κουρής, Αθήνα 1999, 213 (στο εξής
Evans, Η εποχή του Ιουστινιανού)· M. Avi-Yonah, he Samaritans in Roman-Byzantine Times,
στο J. Abiram (έκδ.), Eretz Shomron, Jerusalem 1973, 46.
47
Βλ. R. Browning, Ο αιώνας του Ιουστινιανού, στο Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Ζ΄, Αθήνα
1978, 161· Shahid, Byzantium, 91.
48
Βλ. Ι.Γ. Καραγιαννόπουλου, Ιστορία Βυζαντινού Κράτους, Α΄, Θεσσαλονίκη 1991, 401.
49
Η δεύτερη διπλωματική αποστολή του Ρουφίνου (βλ. Jones, PLRE 2, 954-957) ήρθε ως
απότοκος έντονων διπλωματικών διεργασιών μεταξύ Βυζαντίου και Περσίας κατά τα αμέσως
προηγούμενα χρόνια. Τα ακριβή γεγονότα έχουν ως εξής:
α. Στις 12 Μαΐου του 529 κατέφθασε στην Αντιόχεια ο μάγιστρος Ερμογένης (βλ. Jones,
PLRE 3, 590-593), για να μεταβεί, στη συνέχεια, ως απεσταλμένος του αυτοκράτορα Ιουστινια-
νού στην περσική Αυλή, όπου έγινε δεκτός τον Ιούλιο. Τέλη του έτους επέστρεψε στην Κων-
σταντινούπολη κομίζοντας προτάσεις ειρήνης του Πέρση βασιλιά Καβάδη.
β. Το Μάρτιο του 530 κατέφθασαν στο συνοριακό οχυρό Δάρας δύο αυτοκρατορικοί απε-
σταλμένοι, ο Ερμογένης και ο στρατηλάτης Ρουφίνος, κομίζοντας νέες προτάσεις ειρήνης εκ
μέρους του Ιουστινιανού. Τον Αύγουστο, μετά την προηγηθείσα μεγάλη νίκη των Βυζαντινών
στη μάχη του Δάρας, έγιναν δεκτοί από τον Καβάδη ο Ρουφίνος και ο κόμης Αλέξανδρος μόνο,
με τον Ερμογένη να παραμένει στο Δάρας. Τον Οκτώβριο ή Νοέμβριο του 530, οι διπλωμάτες
επέστρεψαν στα πάτρια με επιστολή του Καβάδη προς τον Ιουστινιανό.
γ. Την άνοιξη του 531, ο Ρουφίνος αναχώρησε από την Κωνσταντινούπολη για την Κτησι-
φώντα με νέα επιστολή του αυτοκράτορα, ο οποίος επιθυμούσε να κατοχυρώσει τις προτάσεις
του Καβάδη σε ένα οριστικό κείμενο, που θα επισφράγιζε την επικείμενη συνθήκη ειρήνης. Βλ.
Μαλάλας, 18.34-54, 373-383· Θεοφάνης, 178-181· Lounghis, Regesten, αρ. 638, 695, 822, σ. 179,
191, 216. Πβ. Scott, Diplomacy, 160-161· V. Grumel, La Chronologie, Paris 1958, 244-245 (στο
εξής Grumel, Chronologie).
144 Δημήτριος Τσουλκανάκης
στασης. Έμμεσα, πάντως, είναι δυνατόν να προσδιορίσουμε χρονικά το γεγονός από μία μαρ-
τυρία του Κύριλλου Σκυθοπολίτη στο Βίο του οσίου Σάβα (173.4-11, 177.1-2). Εκεί αναφέρε-
Οι επαναστάσεις των Σαμαρειτών στην Παλαιστίνη 145
χτούμε ότι το γεγονός της πρεσβείας συνέβη το 531, ποια θα ήταν, δυνητικά, η
συνεισφορά των Σαμαρειτών στην επικείμενη συμμαχία; Ούτε στρατιωτικά,
ούτε οικονομικά πλέον, μετά την άγρια καταστολή της επανάστασης και τα
νομοθετικά μέτρα του Ιουστινιανού, όπως αναλυτικά καταγράφηκαν παραπάνω,
μπορούσαν να συνδράμουν τους Πέρσες.52 Αν πάλι δούμε τα ίδια γεγονότα από
την οπτική πλευρά των Περσών, θα διαπιστώσουμε ότι ο Καβάδης δεν είχε κανένα
απολύτως συμφέρον να συμμαχήσει με μία εθνότητα, η οποία, ένα μόλις χρόνο
πριν, είχε βγει πολλαπλά τραυματισμένη από την ένοπλη αντιπαράθεσή της με
τη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Επομένως, η συμμαχία με τους αποδυναμωμένους
πλέον Σαμαρείτες θα απέφερε στους Σασσανίδες μηδενικά οφέλη, ενώ το ρίσκο
μιας στρατιωτικής τους επιχείρησης στην Πρώτη Παλαιστίνη, τόσο μακριά από
τις βάσεις ανεφοδιασμού τους και χωρίς την αναγκαία υποστήριξη των επιχωρίων
συμμάχων τους, θα ήταν πάρα πολύ υψηλό.
Η πρεσβεία λοιπόν των Σαμαρειτών ήταν εξαιρετικά απίθανο, κατά τη γνώ-
μη μας, να συνέβη το 531. Όσον αφορά δε την ακριβή της χρονολόγηση, ση-
μειώνουμε τα εξής. Είναι καταρχήν σαφές ότι ο Μαλάλας, στο απόσπασμα Β που
παραθέσαμε παραπάνω, αναφέρεται στη δεύτερη διπλωματική αποστολή του
Ρουφίνου που πραγματοποιήθηκε το 531: “καί ἐκπεμφθείς ὑπό Ῥωμαίων πάλιν
Ῥουφῖνος, δευτέρας ἀποκρίσεως καταπεμφθείσης ἐν τοῖς Περσικοῖς μέρεσιν”.53
Στο ίδιο απόσπασμα, ο χρονογράφος καταγράφει και την αποστολή της σα-
μαρειτικής πρεσβείας στην περσική Αυλή, γεγονός που αποτέλεσε την αιτία της
αιφνίδιας μεταστροφής του Καβάδη, ώστε να μην υπογράψει την προτεινόμενη
συνθήκη ειρήνης με το Βυζάντιο (ἀνεδύη περί τό ποιῆσαι τά πάκτα), όταν αργότε-
ρα υποδέχθηκε το Ρουφίνο (εὗρε [Ῥουφῖνος] τόν βασιλέα Περσῶν ἀναδυέντα
πρός τά δόξαντα μεταξύ αὐτῶν ἕνεκεν τῆς εἰρήνης). Ταυτόχρονα, ο χρονογράφος
αναφέρεται και στην επανάσταση των Σαμαρειτών το 529, την οποία πληροφο-
ται ότι ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Πέτρος (524-544) απέστειλε τον ηγούμενο της Μεγίστης
Λαύρας Σάβα προς τον Ιουστινιανό τον Απρίλιο του 530 με αιτήματα φορολογικής ελάφρυν-
σης, τόσο της τοπικής Εκκλησίας, όσο και των πολιτών της επαρχίας, εξαιτίας των εκτεταμένων
καταστροφών που είχε επιφέρει η επανάσταση των Σαμαρειτών. Αυτό σημαίνει ότι, εφόσον
την άνοιξη του 530 γινόταν ήδη προσπάθεια ανασυγκρότησης του οικονομικού βίου στην
επαρχία, η επανάσταση είχε κατασταλεί στα τέλη του 529 ή στις αρχές του 530 το αργότερο.
Τη θέση αυτή ενισχύει και το γεγονός ότι ο Ιουστινιανός χορήγησε φορολογική ατέλεια στην
Παλαιστίνη για τα έτη 531 και 532 (ἐνάτης καί δεκάτης ἐπινεμήσεως). Είναι, επομένως, φανερό
ότι η επανάσταση είχε ήδη λήξει το 530 και ο αυτοκράτορας, όταν αντιλήφθηκε από τις γραπτές
εκθέσεις των τοπικών αρχών το μέγεθος της συντελεσθείσας καταστροφής στην Παλαιστίνη,
χορήγησε φορολογική ατέλεια στους πολίτες της επαρχίας, ώστε να “ανασάνουν” οικονομικά.
Για τη χρονολόγηση, βλ. Grumel, Chronologie, 245.
52
Βλ. παραπάνω, σ. 140-141.
53
Βλ. παραπάνω, σημ. 49.
146 Δημήτριος Τσουλκανάκης
54
Για το Θεοφάνη και το έργο του, βλ. Hunger, Βυζαντινή Λογοτεχνία, 136-143.
55
Ο Θεοφάνης (178.27-29) σφάλλει ως προς το πρόσωπο του Πέρση βασιλιά, διότι τη δε-
δομένη στιγμή βασίλευε ακόμη ο Καβάδης. Ο Χοσρόης Α' (531-579) ανέλαβε τα καθήκοντά
του στις 13 Σεπτεμβρίου του 531. Βλ. Προκόπιος, Υπέρ πολέμων, 1.21.17-22· Μαλάλας, 18.68,
393.
56
Βλ. Θεοφάνης, 178.27-179.14.
Οι επαναστάσεις των Σαμαρειτών στην Παλαιστίνη 147
57
Θεοφάνης, 179.10-11.
58
Βλ. Θεοφάνης, 178.22-179.14.
148 Δημήτριος Τσουλκανάκης
πτωση που ζητούσαν την ενεργή σύμπραξη των Περσών μετά την έναρξη της
επανάστασης, δηλαδή μετά τον Ιούνιο του 529, το χρονοδιάγραμμα των γεγο-
νότων θα είχε πιθανότατα ως εξής:
α. Έναρξη της επανάστασης των Σαμαρειτών τον Ιούνιο.
β. Εσπευσμένη αναχώρηση των απεσταλμένων και άφιξή τους στην Κτησι-
φώντα, την πρωτεύουσα των Περσών βασιλέων, τον Ιούλιο.
γ. Έναρξη των διαπραγματεύσεων τον ίδιο μήνα, παρόλο που την ίδια περίο-
δο βρισκόταν στην περσική Αυλή και ο Ερμογένης ως πρέσβης, κομίζοντας εκ
μέρους του Ιουστινιανού προτάσεις για τη σύναψη συνθήκης ειρήνης.
δ. Ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων στα τέλη του θέρους ή το αργότερο
μέσα στο φθινόπωρο.
ε. Εκπόνηση σχεδίου επίθεσης εναντίον της Παλαιστίνης από το στρατιωτικό
επιτελείο των Περσών, καθώς και οργάνωση και εξοπλισμός σώματος στρατού,
μέσα στο φθινόπωρο.
στ. Πραγματοποίηση της επιδρομής στους Αγίους Τόπους τους χειμερινούς
μήνες, εποχή κατά την οποία οι επικρατούσες κλιματικές συνθήκες θα επέτρεπαν
στους Πέρσες τη διέλευση της αραβικής ερήμου, υπό την καθοδήγηση των Λαχμι-
δών συμμάχων τους, με σχετική ασφάλεια.59
Εφόσον τα γεγονότα εκτυλίσσονταν σύμφωνα με το παραπάνω χρονοδιά-
γραμμα, αντιλαμβάνεται κανείς πόσος πολύτιμος χρόνος θα είχε χαθεί σ’ αυτήν
την περίπτωση για τους Σαμαρείτες. Για έξι, τουλάχιστον, μήνες, δηλαδή ολό-
κληρο το δεύτερο εξάμηνο του 529, οι δυνάμεις των επαναστατών θα είχαν μεί-
νει εντελώς αβοήθητες, δεχόμενες ισχυρότατη πίεση από τα αυτοκρατορικά
στρατεύματα, γεγονός που θα οδηγούσε με βεβαιότητα στην άμεση καταστολή
της επανάστασης. Αν όμως τα περσικά στρατεύματα κατέφταναν στην Παλαιστί-
νη εγκαίρως, δηλαδή κατά τα αρχικά στάδια ή έστω μεσούσης της επανάστασης,
θα εκτόνωναν αφενός την πίεση που οι στρατιωτικές δυνάμεις του Βυζαντίου θα
ασκούσαν ήδη στους επαναστάτες και θα βοηθούσαν αφετέρου τους Σαμαρείτες
να εδραιώσουν την κυριαρχία τους στην περιοχή. Η επιτυχία βεβαίως του όλου
εγχειρήματος προϋπέθετε, πριν την έκρηξη της επανάστασης, τη διπλωματική
Ο Αλαμούνδαρος των Λαχμιδών είχε πραγματοποιήσει στα τέλη του 503 επιτυχή κατα-
59
δρομική επιχείρηση στην Πρώτη Παλαιστίνη. Διέσχισε ταχύτατα τη συριακή και αραβική έρη-
μο παρακάμπτοντας όλα τα αμυντικά συστήματα των Βυζαντινών στις επαρχίες Αραβία, Τρίτη
και Πρώτη Παλαιστίνη. Ο αιφνιδιασμός των στρατιωτικών αρχών εκεί υπήρξε απόλυτος. Το
παραπάνω γεγονός αποδεικνύει ότι οι Άραβες Λαχμίδες διέθεταν τις γνώσεις (κλιματικές
συνθήκες, μορφολογία εδάφους και τοπογραφικά δεδομένα, πηγές νερού, οχυρά και πύργοι-
παρατηρητήρια των λιμιτανέων, στρατόπεδα και έφιππες περίπολοι του τακτικού βυζαντινού
στρατού ή των Αράβων Γασσανιδών) και την ικανότητα να οδηγήσουν, με μεγάλες πιθανότητες
επιτυχίας, τον αυτοκρατορικό στρατό των Σασσανιδών, διαμέσου της αραβικής ερήμου, σε μία
επιδρομή στους Αγίους Τόπους. Βλ. Τσουλκανάκης, Άγιοι Τόποι, 92-93.
Οι επαναστάσεις των Σαμαρειτών στην Παλαιστίνη 149
Μία σύγκριση των δύο εξεγέρσεων των Σαμαρειτών, το 484 και το 529, δη-
μιουργεί αναπόφευκτα ισχυρούς λογικούς συνειρμούς, οι οποίοι οδηγούν στην,
κατά το δυνατόν, εξάλειψη από τα γεγονότα του τυχαίου και του συμπτωματικού.
Η επανάσταση και στις δύο περιπτώσεις έχει ως επίκεντρο τη Νεάπολη και το
60
Βλ. Θεοφάνης, 178-179. Βλ. επίσης παραπάνω, σ. 146.
150 Δημήτριος Τσουλκανάκης
μένος του όχλου στρέφεται κατά των εντοπίων χριστιανών, του κλήρου και των
ναών. Επιπλέον, οι επαναστάτες δεν αρκούνται στις λεηλασίες και τις καταστρο-
φές δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, αλλά εκδιώκουν, μετά από μάχη, τις το-
πικές στρατιωτικές φρουρές. Τέλος, αναγορεύουν ως αρχηγό τους κάποιον ικανό,
ως προς τα στρατιωτικά, ομοεθνή τους και τον στέφουν “βασιλέα” τους. Ο τίτλος
του συνοδεύεται από τα διάσημα του αξιώματος και, κυρίως, το διάδημα που
φορά στο κεφάλι.61
Η, σε μεγάλο βαθμό, σύγκλιση των γεγονότων που έλαβαν χώρα το 484 και
το 529 καταδεικνύει δύο σημαντικά στοιχεία. Πρώτον, διαφαίνονται έντονα τα
αισθήματα οργής και εκδίκησης των Σαμαρειτών προς οτιδήποτε φέρει ή έχει
σχέση με το σύμβολο του Σταυρού. Δεύτερον, υποκρύπτεται η επιθυμία για την
πολιτική τους αυτονόμηση και, εντέλει, την απόσχισή τους, ενδεχομένως, από
τον κορμό της αυτοκρατορίας με την ίδρυση ενός δικού τους βασιλείου.
Καταρχήν, οι Σαμαρείτες θεωρούσαν την Εκκλησία ως την απαρχή των
θρησκευτικών τους δεινών. Πίστευαν, δηλαδή, ότι η Εκκλησία, ως πανίσχυρος
κρατικός θεσμός, επηρέαζε αποφασιστικά την κεντρική εξουσία στη λήψη απο-
φάσεων, οι οποίες οδήγησαν στην κατεδάφιση και δήμευση της περιουσίας των
συναγωγών τους και την ιεροσυλία του ιερού τους όρους Γαριζίν. Γι’ αυτό και
στοχοποίησαν κάθε εκπρόσωπο ή σύμβολο του χριστιανισμού, καίγοντας και
λεηλατώντας ναούς, δολοφονώντας χριστιανούς πολίτες και οδηγώντας σε βα-
σανιστήρια ή ακόμα και σε μαρτυρικό θάνατο ιερωμένους, επιθυμώντας μ’ αυτόν
τον τρόπο να ξεριζώσουν το “κακό” από την περιοχή τους.
Από την άλλη, επιθυμούσαν την πολιτική τους αυτονόμηση, αφού θεωρού-
σαν ότι η κοινότητά τους διώκονταν θρησκευτικά και οικονομικά και, επομένως,
δεν μπορούσαν να ζήσουν “ελεύθερα” εντός του αυταρχικού, χριστιανικού im-
perium romanun.62 Στις πηγές οι όροι “τύραννος”,63 “τυραννίς”,64 “βασιλεύς”,65
που αποδίδονται στον ηγέτη της επανάστασης, είναι κρίσιμοι για την κατανόηση
61
Βλ. M. Avi-Yonah, he Jews of Palestine: Α political history from the Bar Kokhba war to the
Arab conquest, Oxford 1986, 242-243.
62
Η απόφαση δεκάδων χιλιάδων επαναστατών να καταφύγουν στην Τραχωνίτιδα χώρα,
περιοχή μεταξύ των επαρχιών της Δεύτερης Παλαιστίνης και της Αραβίας, όταν αντιλήφθηκαν
ότι οι ελπίδες τους να επικρατήσουν στην Παλαιστίνη είχαν πλέον ναυαγήσει, πιστεύουμε
ότι ήταν συνειδητή επιλογή. Από εκεί, με τη δύναμη των όπλων, θα μπορούσαν δυνητικά να
φτάσουν στα βυζαντινά σύνορα, στις παρυφές της αραβικής ερήμου, και στη συνέχεια, με τη
βοήθεια των Αράβων Λαχμιδών, να καταφύγουν για ασφάλεια στην Περσία. Δυστυχώς γι’ αυ-
τούς όμως, τους πρόλαβαν οι αυτοκρατορικές δυνάμεις, γεγονός που επέφερε την αιχμαλωσία
και την εξόντωσή τους. Για τα γεγονότα, βλ. παραπάνω, σ. 140. Βλ. επίσης, Shahid, Byzantium,
90-91.
63
Βλ. Μαλάλας, 18.35, 374· Ζαχαρίας Μυτιλήνης, 9.8· Θεοφάνης, 178.26.
64
Βλ. Μαλάλας, 18.35, 374-375.
65
Βλ. Βίος οσίου Σάβα, 172.8· Πασχάλιον Χρονικόν, 619.15.
Οι επαναστάσεις των Σαμαρειτών στην Παλαιστίνη 151
66
Βλ. Ζαχαρίας Μυτιλήνης, 9.8.
67
Για τη μάχη στο Δάρας, βλ. Προκόπιος, Υπέρ πολέμων, 1.13-14. Για τη μάχη στο Καλλίνι-
κο, βλ. Προκόπιος, Υπέρ πολέμων, 1.18.13-50· Μαλάλας, 18.59-60, 387-389.
68
Βλ. K.G. Holum, heodosian Empresses: Women and Imperial Dominion in Late Antiquity,
Los Angeles – London 1982, 28 και σημ. 84· Evans, Η εποχή του Ιουστινιανού, 45· Holum,
Caesarea, 70.
152 Δημήτριος Τσουλκανάκης
τορίας. Οι διττοί λόγοι ήταν, βέβαια, προφανείς. Καταρχήν, η περιοχή των Αγίων
Τόπων απέκτησε ειδικό βάρος στη συνείδηση των χριστιανών πολιτών της
αυτοκρατορίας από το δεύτερο τέταρτο του 4ου αιώνα, αποτελώντας έκτοτε το
σημαντικότερο κέντρο προσκυνήματος του χριστιανικού κόσμου. Έπειτα, η Πα-
λαιστίνη αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο που ένωνε τις δύο σπουδαιότερες,
από κάθε άποψη, επαρχίες της αυτοκρατορίας στην Ανατολή, τη Συρία και την
Αίγυπτο.
Μετά την καταστολή της επανάστασης, οι βυζαντινές αρχές της επαρχίας
απέστειλαν το κομμένο κεφάλι του σφετεριστή μαζί με το διάδημα στην Κωνστα-
ντινούπολη. Η πράξη αυτή είχε πολλαπλή σημασία. Πρώτον, δήλωνε ότι ο σφετε-
ριστής έλαβε ως ανταμοιβή αυτό που “δικαιωματικά” του άξιζε. Δεύτερον, διακή-
ρυττε την αποκατάσταση της ρωμαϊκής τάξης και ειρήνης στην Παλαιστίνη, διότι
οι στρατιωτικές και πολιτικές αρχές της επαρχίας είχαν εκπληρώσει στο ακέραιο
τα καθήκοντά τους και παρέμεναν πιστές στη νόμιμη αρχή.69 Τρίτον, η επαρχιακή
διοίκηση διαβεβαίωνε την κεντρική εξουσία για την πλήρη εκμηδένιση κάθε τά-
σης απόσχισης από τον κορμό της αυτοκρατορίας.
Από την άλλη πάλι, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι όλα τα παραπάνω στοι-
χεία υπογραμμίζουν και επικυρώνουν με ενάργεια το εξής γεγονός: ως Ρωμαίοι
πολίτες εδώ και αιώνες, οι Σαμαρείτες ήταν, σε μεγάλο βαθμό, ενταγμένοι στο
ρωμαϊκό πολιτικό σύστημα. Γνωρίζουμε ότι κατείχαν δημόσια αξιώματα, σε
κεντρικό και επαρχιακό επίπεδο, εκλέγονταν μέλη των τοπικών βουλών και στρα-
τεύονταν.70 Το γεγονός, επίσης, ότι παρακολουθούσαν ως θεατές και συμμετείχαν
ως αθλητές σε αγώνες ιπποδρόμου υποδηλώνει την ισχυρή πολιτιστική επίδραση
που ασκούσε η Ρώμη στους Σαμαρείτες.71 Στην προσπάθειά τους λοιπόν να “οικο-
δομήσουν” το δικό τους κράτος, υιοθέτησαν τα οικεία σ’ αυτούς ρωμαϊκά σύμβο-
λα εξουσίας, όπως τη στέψη με το διάδημα, τη διοργάνωση αρματοδρομιών από
τον αυτοκράτορα και τη δημιουργία μιας βασιλικής πρωτεύουσας.72
Βόλος
69
Για ανάλογες περιπτώσεις, όπου το κομμένο κεφάλι του σφετεριστή απεστάλη στον
αυτοκράτορα, βλ. Ammianus Marcellinus, Res Gestae, 22.14.4, 26.10.5-6, 27.2.10 – Με αγγλική
μετάφραση: J.C. Rolfe [Loeb Classical Library], London-Cambridge, Massachusetts 1972· Μα-
λάλας, 15.14, 315 και 16.3, 320-321. Πβ. Μ. McCormick, Odoacer, Emperor Zeno and the
Rugian Victory Legation, Byz 47 (1977) 217-219, ιδίως 218 και σημ. 28.
70
Βλ. Τσουλκανάκης, Άγιοι Τόποι, 69, 175, 177, 179-182· Crown, Samaritans, 63-65.
71
Βλ. Μαλάλας, 15.8, 305 και 18.35, 374· Πασχάλιον Χρονικόν, 603.20-22.
72
Βλ. Holum, Caesarea, 70.
Οι επαναστάσεις των Σαμαρειτών στην Παλαιστίνη 153
Abstract
his study consists of two parts. In the irst, are recorded the events of the
Samaritan revolution in Palestine in the years 484 and 529 during the reign of
emperor Zeno and Justinian respectively. In addition, all kinds of repressive
measures, military and legislative, who took both emperors to subdue the rebels
and restore law and public life in the province, are analyzed.
In the second part, the author proposes a new chronology for the embassy of
the Samaritans in the Persian Court. he aim of the Samaritans was the signing of
a treaty of alliance with the Persians. hey believed that their own revolution and
the military assistance of the Persians would free them from the despotic rule of
the Byzantine emperor.
he author, using the Chronicles of Malalas and heophanes Confessor as
interpretive tool to approach the issue, takes the view that the departure of the
ambassadors from Palestine must have happened sometime between April and
May 529, while their arrest for treason by the Byzantine authorities should be held
between August – October of 529.