Professional Documents
Culture Documents
net/publication/200046108
CITATIONS READS
0 44
1 author:
SEE PROFILE
All content following this page was uploaded by Tasos Anastasios Barmpas on 05 February 2019.
Τάσος Α. Μπάρµπας
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Επιβλέπων Καθηγητής: Στέφανος Παρασκευόπουλος
Οκτώβριος 2006
2
Ευχαριστίες
3
4
Περίληψη Εργασίας
5
Αναλυτικότερα, η συνολική δοµή της εργασίας µπορεί να περιγραφεί ως
εξής:
Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η ιστορία της Περιβαλλοντικής
Εκπαίδευσης µε τους σηµαντικότερους σταθµούς της, περιγράφονται η
φιλοσοφία, οι κατευθυντήριες αρχές της και οι στόχοι της όπως
διαµορφώθηκαν στη σύγχρονη πορεία της, ενώ επιχειρείται και µια
σύντοµη επισκόπηση της εισαγωγής και θεσµοθέτησής της στην Ελλάδα.
Στο δεύτερο κεφάλαιο επιδιώκεται ο ορισµός του ντοκιµαντέρ ως
κινηµατογραφικό είδος και η περιγραφή των βασικών χαρακτηριστικών του
που το ξεχωρίζουν από τους άλλους τύπους ταινιών και κυρίως από τις
ταινίες µυθοπλασίας (fiction films). Αντίστοιχα για τα ντοκιµαντέρ φύσης
περιγράφεται ιστορικά η εξέλιξη και διαµόρφωση των τεχνικών και των
συµβάσεων των ταινιών αυτών από την εµφάνισή τους µέχρι σήµερα.
Επιπλέον, γίνεται αναφορά στα ντοκιµαντέρ «χωρίς αφήγηση» (Non Verbal
Documentary Films), στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, ενώ
παρουσιάζεται και ένα συνοπτικό ιστορικό όλων των ταινιών αυτής της
κατηγορίας που δηµιουργήθηκαν µέχρι σήµερα, καθώς και περιλήψεις και
στιγµιότυπα για κάθε µία από αυτές.
Στο τρίτο κεφάλαιο της εργασίας περιγράφονται αναλυτικά και
αξιολογούνται ως προς τα αποτελέσµατά τους δύο έρευνες, οι οποίες
πραγµατοποιήθηκαν από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο του 2006, σε δηµοτικά
σχολεία, δηµόσια και ιδιωτικά, του νοµού Θεσσαλονίκης. Πιο συγκεκριµένα,
η πρώτη έρευνα διερευνά το βαθµό στον οποίο τα ντοκιµαντέρ φύσης
αξιοποιούνται από τους εκπαιδευτικούς στο δηµοτικό σχολείο, ενώ
εξετάζονται παράλληλα και µια σειρά από παράγοντες (υλικοτεχνική
υποδοµή σχολικών µονάδων, ύπαρξη εκπαιδευτικών ταινιοθηκών,
εξοικείωση εκπαιδευτικών µε τα ντοκιµαντέρ φύσης κ.ά.) προκειµένου να
διαπιστωθεί η πιθανή θετική ή αρνητική συµβολή τους στην αξιοποίηση
των εν λόγω ταινιών στο πλαίσιο της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης
ευρύτερα. Η δεύτερη έρευνα έχει ως βασικό της στόχο τη διερεύνηση της
συµβολής του ντοκιµαντέρ φύσης στην επίτευξη των στόχων της Π.Ε. και
ειδικότερα τη διερεύνηση του βαθµού ευαισθητοποίησης που επιτυγχάνεται
σε µαθητές/τριες της Στ΄ τάξης σε συγκεκριµένα περιβαλλοντικά ζητήµατα,
µε την προβολή αντίστοιχων θεµατικά ταινιών.
Το τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο αναφέρεται συνολικά στη
διδακτική αξιοποίηση των ντοκιµαντέρ φύσης στο σχολείο. Αρχικά
6
περιγράφονται οι απαιτήσεις σε οπτικοακουστικά µέσα καθώς και οι
δυνατότητές που έχουν τα τελευταία στην προβολή οπτικοακουστικού
υλικού, στη συνέχεια καταγράφονται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των
ντοκιµαντέρ φύσης ως προς το περιεχόµενό τους και οι δυνατότητες που
προσφέρουν στη διδακτική αξιοποίηση τους στην Περιβαλλοντική
Εκπαίδευση και, τέλος, παρουσιάζονται τρόποι ένταξης τους σε µια
διδασκαλία καθώς και τρόποι προβολής τους σε µια σχολική τάξη.
7
8
Abstract
In this context, we may refer, on the one hand, to the extend of Natural
History Documentary Films – which constitute the dominating language of
the environment, a language clearly educational, informative and sensible
– application nowadays in the Primary level of Education as a means of
succeeding in sensitizing students concerning environmental issues as the
essay’s basic target. Alternatively, the degree of the Documentaries’
effectiveness can be similarly characterized as such.
9
In the 1st chapter, there is a retrospection on Environmental Education's
major landmarks, presenting its philosophy, directive principles and goals
in they way they have been formed during its modern course, while at the
same time an attempt is made to review its implantation and legislation in
Greece.
In the 2nd chapter, steps are taken to define documentary as a film genre
and to describe its basic characteristics which differentiate it from other
types of films especially fiction films. This respectively occurs to Natural
History Documentary Films in which there is a description of the historical
evolution and formation of the films’ techniques and conventions starting
from the early days of their appearance until today. Moreover, there is a
reference on Non Verbal Documentary Films, on their special
characteristics. What is more, short accounts of all films that belong to the
same category and that have been created until now as well as summaries
and movie stills for each one of these films are mentioned.
The forth and final chapter refers totally to the use of Natural History
Documentary Films as a teaching method. Initially, there is a description
of the demands in audiovisual aids as well as the capacity of projecting
10
audiovisual material. Furthermore, there is a record of the special
characteristics of Natural History Documentary Films as far as their
context is concerned, in addition to their possibility to offer to education.
Finally, means of incorporating and projecting these films in a classroom
are also presented.
11
12
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
1. Περιβαλλοντική Εκπαίδευση 21
1.1 Ιστορία της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης 21
1.2 Στόχοι της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης 27
1.3 Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στην Ελλάδα 30
2. Ντοκιµαντέρ Φύσης 35
2.1 Το ντοκιµαντέρ ως κινηµατογραφικό είδος 35
2.2 Τα ντοκιµαντέρ φύσης (και άγριας ζωής) 42
2.3 Τα ντοκιµαντέρ «χωρίς αφήγηση» 44
2.3.1 Ιστορικό των ντοκιµαντέρ «χωρίς αφήγηση» 47
2.3.2 Φιλµογραφία των ντοκιµαντέρ «χωρίς αφήγηση» 49
Α.1 Περίληψη 69
Α.2 Στόχοι έρευνας 72
Α.3 Μεθοδολογία έρευνας 73
Α.3.1. Αντικειµενικός πληθυσµός - Προσέγγιση 73
Α.3.2. Επιλογή αντιπροσωπευτικού δείγµατος 73
Α.3.3. Εφαρµογή δειγµατοληπτικού σχήµατος 74
Α.3.4. Σχεδιασµός και δοµή ερωτηµατολογίου 75
Α.3.5 Επεξεργασία δεδοµένων 77
Α.4 Πιλοτική έρευνα 78
Α.5 Κύρια έρευνα 78
Α.5.1 Δηµογραφικά στοιχεία 78
Α.5.1.1 Φύλο 78
Α.5.1.2 Ηλικία 79
13
Α.5.1.3 Έτη Προϋπηρεσίας 80
Α.5.1.4 Σπουδές 81
Α.5.2 Ανάλυση αποτελεσµάτων 82
Α.5.2.1 Υλικοτεχνική υποδοµή σχολικών µονάδων 82
για την υποστήριξη εκπαιδευτικών
προβολών µε τη χρήση ντοκιµαντέρ
Α.5.2.2 Εξοικείωση εκπαιδευτικών στη χρήση και 87
την αξιοποίηση των οπτικοακουστικών
µέσων
Α.5.2.3 Αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης από 88
τους εκπαιδευτικούς της Α/βάθµιας στο
σχολείο
Α.5.2.4 Χαρακτηριστικά (προφίλ) των 94
εκπαιδευτικών που αξιοποιούν το
ντοκιµαντέρ φύσης στο σχολείο
Α.5.2.5 Οι απόψεις των εκπαιδευτικών για τη 97
συµβολή του ντοκιµαντέρ φύσης στην
περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση των
µαθητών/τριών. Τι θεωρούν ότι θα
λειτουργούσε ενισχυτικά στην
αξιοποίησή του από περισσότερους
εκπαιδευτικούς
Α.5.2.6 Πόσο προτείνεται το ντοκιµαντέρ φύσης 99
ως εργαλείο ευαισθητοποίησης στους
εκπαιδευτικούς που έχουν
παρακολουθήσει κάποιας µορφής
επιµόρφωση για την Π.Ε.
Α.5.2.7 Η σχέση των εκπαιδευτικών µε το 101
ντοκιµαντέρ φύσης εξωσχολικά
Α.5.3 Συζήτηση – Συµπεράσµατα 103
Β. Πειραµατική έρευνα
«Συγκριτική µελέτη του βαθµού ευαισθητοποίησης που επιτυγχάνεται 107
σε µαθητές/τριες της Στ΄τάξης, σε δηµοτικά σχολεία του νοµού
Θεσσαλονίκης, πάνω σε συγκεκριµένα περιβαλλοντικά ζητήµατα µε τη
χρήση αντίστοιχων θεµατικά ντοκιµαντέρ φύσης»
14
Β.4.5 Οργάνωση δείγµατος σε οµάδες 117
Β.4.6 Σχεδιασµός και δοµή ερωτηµατολογίου 118
Β.4.7 Τα ντοκιµαντέρ της έρευνας 120
Β.4.7.1 Το ντοκιµαντέρ «Μικρόκοσµος» 122
Β.4.7.2 To ντοκιµαντέρ «Έντοµα» 125
Β.4.8 Επεξεργασία δεδοµένων 126
Β.5 Πιλοτική έρευνα 126
Β.6 Κύρια έρευνα 127
Β.6.1 Ανάλυση αποτελεσµάτων 127
Β.6.1.1 Συµµετέχοντες 127
Β.6.1.2 Στατιστικά στοιχεία αναφορικά µε την 128
αξιοπιστία του ερωτηµατολογίου της έρευνας
Β.6.1.3 Στατιστικά στοιχεία αναφορικά µε τις µέσες 129
τιµές και τις τυπικές αποκλίσεις των
µεταβλητών
Β.6.1.4 Έλεγχος στατιστικής σηµαντικότητας 131
διαφορών στις µέσες τιµές ευαισθητοποίησης
των Οµάδων ως αποτέλεσµα της προβολής
ντοκιµαντέρ
Β.6.1.5 Έλεγχος στατιστικής σηµαντικότητας 134
διαφορών στις τιµές ευαισθητοποίησης
ανά φύλο
Β.6.2 Συζήτηση – Συµπεράσµατα 136
4.3 Τρόποι ένταξης και προβολής των ντοκιµαντέρ φύσης στη σχολική 144
τάξη
Βιβλιογραφία 147
15
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΙΝΑΚΩΝ
16
Πίνακας 3.17 Πίνακας συσχετισµού των εκπαιδευτικών που προβάλλουν 95
ντοκιµαντέρ φύσης και της εκπαιδευτικής εµπειρίας που
διαθέτουν
Πειραµατική έρευνα
Πίνακας 3.28 Τα 6 δηµοτικά σχολεία από την Ανατολική και τη Δυτική 117
Περιφέρεια του νοµού Θεσσαλονίκης, των οποίων οι
µαθητές/τριες της Στ΄τάξης συµµετείχαν στην Πειραµατική
Οµάδα Α
17
Πίνακας 3.29 Τα 6 δηµοτικά σχολεία από την Ανατολική και τη Δυτική 117
Περιφέρεια του νοµού Θεσσαλονίκης, των οποίων οι
µαθητές/τριες της Στ΄τάξης συµµετείχαν στην Πειραµατική
Οµάδα Β
Πίνακας 3.30 Τα 6 δηµοτικά σχολεία από την Ανατολική και τη Δυτική 118
Περιφέρεια του νοµού Θεσσαλονίκης, των οποίων οι
µαθητές/τριες της Στ΄τάξης συµµετείχαν στην Οµάδα
Ελέγχου Γ
Πίνακας 3.31 Μέσοι όροι, τυπικές αποκλίσεις και τιµή συντελεστή 130
Cronbach’s α για την κλίµακα ευαισθητοποίησης
Πίνακας 3.34 Μέσοι όροι και τυπικές αποκλίσεις στις κλίµακες 134
ευαισθητοποίησης ανά φύλο και οµάδα
18
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΓΡΑΦΗΜΑΤΩΝ
Πειραµατική έρευνα
Γράφηµα 3.14 Αλληλεπίδραση φύλου και οµάδας για τον προσδιορισµό 135
των τιµών της ευαισθητοποίησης
19
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΧΗΜΑΤΩΝ
Πειραµατική έρευνα
Σχήµα 3.2 Μοντέλο Ροής της Συµπεριφοράς κατά τους Hungerford & 64
Volk (1990) µε τις ήσσονος και µείζονος σηµασίας
µεταβλητές που επηρεάζουν την περιβαλλοντική δράση
των πολιτών
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΝΩΝ
20
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Περιβαλλοντική Εκπαίδευση
21
ε. οι Περιβαλλοντικές Σπουδές (Environmental Studies), οι οποίες
αναπτύχθηκαν στη Βρετανία και εξαπλώθηκαν ως κίνηµα µε χωριστή
οντότητα στις δεκαετίες ΄50 - ΄60, µε βασικό χαρακτηριστικό τους µια
θεµατολογία που προέρχεται από την καθηµερινή ζωή (φυσικό και αστικό
περιβάλλον) και από τα ενδιαφέροντα των παιδιών και στόχους την
απόκτηση γνώσεων και την ανάπτυξη δεξιοτήτων και στάσεων, καθώς και
στ. η Εκπαίδευση εκτός Σχολείου (Outdoor Education), ένα
ανεξάρτητο κίνηµα το οποίο αναπτύχθηκε στη δεκαετία του 1920 και το
οποίο αφορούσε ουσιαστικά κάθε εκπαιδευτική προσέγγιση που γίνονταν
έξω από τη σχολική τάξη. Ειδικότερα, περιλάµβανε δραστηριότητες που
προωθούσαν την άµεση γνωριµία των µαθητών/τριων µε τη φύση (π.χ.
κατασκηνώσεις) και µπορούµε να πούµε ότι αποτελούσε ουσιαστικά µια
αντίδραση στην έντονη αστικοποίηση της εποχής και την έλλειψη επαφής
µε τη φύση.
Τη δεκαετία του 1930 έχουµε την ανάπτυξη του Προοδευτικού
Εκπαιδευτικού Κινήµατος (Progressive Education) µε κύριους εκφραστές
του τους Dewey, Rug, Kilpatrick κ.ά. (Παπαδηµητρίου 1998). Πιο
συγκεκριµένα, το Κίνηµα αυτό θα στρέψει την εκπαίδευση περισσότερο
προς τις ανάγκες του παιδιού µε τη δηµιουργία σχολικών προγραµµάτων
που δίνουν έµφαση στην ενεργό και ολιστική προσέγγιση της µάθησης
(Disinger 1997) επηρεάζοντας µε τον τρόπο αυτό -παρά το γεγονός ότι το
κύριο ενδιαφέρον των υποστηρικτών της Προοδευτικής Εκπαίδευσης ήταν
η αλληλοσύνδεση κοινωνίας και εκπαίδευσης κι όχι εκπαίδευσης και
περιβάλλοντος (Watts 1969)- την πρόοδο της Π.Ε.
Ωστόσο, το πεδίο που σήµερα ονοµάζουµε Περιβαλλοντική
Εκπαίδευση προήλθε ουσιαστικά από την ανταπόκριση της εκπαίδευσης στο
γενικότερο ενδιαφέρον για το περιβάλλον που αναπτύχθηκε κατά τις
δεκαετίες του '60 - '70 και το οποίο συνδέεται µε µια αυξηµένη
συνειδητοποίηση από το ευρύ κοινό των αποτελεσµάτων των επεµβάσεων
του ανθρώπου στο περιβάλλον. Η ανάδειξη και η συνειδητοποίηση της
ραγδαίας περιβαλλοντικής υποβάθµισης, µέσα από δηµοσιεύµατα της
εποχής αλλά και από τα µέσα µαζικής ενηµέρωσης, σε συνδυασµό µε την
επιρροή που ασκούσανε διάφορες άλλες κοινωνικές οργανώσεις την ίδια
εποχή, θα οδηγήσουν στην δηµιουργία µια κίνησης η οποία είναι κυρίως
γνωστή ως Οικολογική Κίνηµα. Στα πλαίσια του προβληµατισµού του, ο
οποίος έχει και πολιτική χροιά αφού στην πραγµατικότητα αποτελούσε
22
µέρος µιας ευρύτερης κίνησης για κοινωνική και πολιτική αλλαγή που
ξεκίνησε στο τέλος της δεκαετίας του ΄50 (Παπαδηµητρίου 1998),
αναπτύχθηκε παράλληλα και η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση µε νέο
περιεχόµενο.
Είναι βέβαια δύσκολο να προσδιορίσουµε µε ακρίβεια το πότε ξεκινά
ο προβληµατισµός για την αναγκαιότητα της Π.Ε., ωστόσο πολλοί
ερευνητές δέχονται ότι αυτό συµβαίνει παράλληλα µε την ανάπτυξη του
οικολογικού κινήµατος για αυτό και τοποθετούν τη γένεσή της το 1970,
την «Ηµέρα της Γης», στις Ηνωµένες Πολιτείες (Φλογαΐτη 1993).
Ο όρος «Περιβαλλοντική Εκπαίδευση» θα χρησιµοποιηθεί για πρώτη
φορά στη Διάσκεψη της Παγκόσµιας Οργάνωσης για το Περιβάλλον
(I.U.C.N.), που πραγµατοποιήθηκε στο Παρίσι το 1948 (Palmer 1998).
Αντίστοιχα ο όρος Π.Ε. στο Ηνωµένο Βασίλειο χρησιµοποιείται για πρώτη
φορά το 1965, σε µια συνάντηση που έγινε στο Πανεπιστήµιο του Keele
(Gough 1997).
Το Σεπτέµβριο του 1970, ενώ ήδη έχει αναπτυχθεί έντονα µεταξύ
ερευνητών και οργανώσεων η ανάγκη να δοθεί ένας ορισµός της Π.Ε. που
να αποσαφηνίζει τους στόχους της (Gough 1997), η I.U.C.N. (Διεθνής
Ένωση για την Προστασία του Περιβάλλοντος) οργανώνει στη Νεβάδα των
Η.Π.Α. µια διεθνή συνάντηση για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, στο
πλαίσιο της οποίας γίνεται αποδεκτός από τους συµµετέχοντες ένα ορισµός
για την Π.Ε., ο οποίος θα χρησιµοποιηθεί σε ευρεία βάση τα ακόλουθα
χρόνια (Παπαδηµητρίου 1998). Στον ορισµό αυτό η «Π.Ε. είναι µία
διαδικασία αναγνώρισης αξιών και διασαφήνισης εννοιών έτσι ώστε να
αναπτυχθούν οι αναγκαίες δεξιότητες και στάσεις για την κατανόηση και
εκτίµηση των σχέσεων ανάµεσα στον άνθρωπο, τον πολιτισµό του και το
βιοφυσικό του περιβάλλον. Η Π.Ε. συνεπάγεται άσκηση στη λήψη
αποφάσεων και στη διαµόρφωση από το ίδιο το άτοµο ενός κώδικα
συµπεριφοράς γύρω από θέµατα που αφορούν την ποιότητα του
περιβάλλοντος».
Το 1972, θα συνέλθει στη Στοκχόλµη η πρώτη Διακυβερνητική
Διάσκεψη για το Περιβάλλον του Ανθρώπου, την οποία διοργάνωσε ο
Οργανισµός Ηνωµένων Εθνών (Ο.Η.Ε.). Στην Διάσκεψη αυτή, για πρώτη
φορά αναγνωρίζεται σε επίπεδο κυβερνήσεων η ύπαρξη περιβαλλοντικών
προβληµάτων ως αποτέλεσµα της ανθρώπινης δραστηριότητας. Επιπλέον,
αποφασίζεται εκεί για πρώτη φορά από τη διεθνή κοινότητα η
23
αναγκαιότητα για µια Περιβαλλοντική Εκπαίδευση των πολιτών µε στόχο
την αντιµετώπιση των προβληµάτων. Έχουµε δηλαδή την επίσηµη πρώτη
διεθνή αποδοχή της Π.Ε., ενώ ανάµεσα στις άλλες προτάσεις που θα
διατυπωθούν στο πλαίσιο της Διάσκεψης, η UNESCO µε την πρόταση 96 θα
καλέσει όλους τους ενδιαφερόµενους διεθνείς οργανισµούς να συµβάλλουν
στη δηµιουργία ενός διεθνούς προγράµµατος για την Π.Ε., το οποίο θα
προσέγγιζε τα διάφορα ζητήµατα διεπιστηµονικά, θα απευθύνονταν στο
ευρύ κοινό και θα είχε ως κύριο στόχο του την εκπαίδευση των πολιτών σε
θέµατα που σχετίζονται µε τη διαχείριση του περιβάλλοντος (Gough 1997).
Το Δεκέµβριο του 1972, ως αποτέλεσµα της Διάσκεψης της
Στοκχόλµης, θα θεσµοθετηθεί το Πρόγραµµα των Ηνωµένων Εθνών για το
Περιβάλλον (U.N.E.P.), σκοπός του οποίου είναι η ενθάρρυνση, η
προώθηση και ο συντονισµός όλων των σχετικών µε το περιβάλλον
δραστηριοτήτων στο πλαίσιο του Ο.Η.Ε. (Φλογαΐτη 1993). Το 1975 θα
δηµιουργηθεί το Διεθνές Πρόγραµµα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης
(Δ.Π.Π.Ε.), µια συνεργασία της UNESCO µε το UNEP που συνεχίζεται µέχρι
σήµερα. Με πρωτοβουλίες του θα οργανωθούν µια σειρά από συζητήσεις οι
οποίες θα καταλήξουν σε µεγάλα διεθνή συνέδρια, όπως ήταν του
Βελιγραδίου (1975), της Τιφλίδας (1977) και της Μόσχας (1987). Τα
συνέδρια αυτά µέσα από τις αποφάσεις τους θα συµβάλλουν καθοριστικά
στη διαµόρφωση της σύγχρονης πορείας της Π.Ε..
Στο πρώτο συνέδριο, που πραγµατοποιείται στο Βελιγράδι το 1975,
θα συζητηθούν οι τάσεις και τα προβλήµατα που εµφανίζονταν τότε στο
χώρο της Π.Ε., ενώ θα διαµορφωθούν οι κατευθυντήριες αρχές σύµφωνα
µε τις οποίες η Π.Ε θα έπρεπε να προχωρήσει σε διεθνές επίπεδο. Εκεί θα
διαπιστωθεί πλέον µε σαφήνεια ο διττός ρόλος της τεχνολογικής και
οικονοµικής ανάπτυξης, η οποία συνεπάγεται από τη µια πλευρά για
ορισµένες χώρες πλούτο και ευηµερία κι από την άλλη δεν παύει να
αποτελεί και την πηγή των προβληµάτων για την κοινωνία και το
περιβάλλον (Φλογαΐτη 1993). Όλα τα συµπεράσµατα του συνεδρίου θα
συγκεντρωθούν και θα διατυπωθούν σε ένα κείµενο, το οποίο αποτέλεσε τη
γνωστή διακήρυξη της «Χάρτας του Βελιγραδίου».
Θα ακολουθήσει η πρώτη Διακυβερνητική Διάσκεψη της Τιφλίδας, το
1977, στην πρώην Σοβιετική Ένωση, η οποία θα αποτελέσει σταθµό στη
σύγχρονη πορεία της Π.Ε.. Εκεί θα επιτευχθεί µια συνολική αξιολόγηση και
σύνοψη των πορισµάτων από τις πολυάριθµες συναντήσεις, τα συνέδρια
24
και τις διεργασίες που είχαν ήδη πραγµατοποιηθεί σε παγκόσµιο επίπεδο
και θα διαµορφωθεί τελικά το βασικό θεωρητικό πλαίσιο της Π.Ε. που θα
περιλαµβάνει τους σκοπούς, τους στόχους και τις κατευθυντήριες αρχές
της. Επιπλέον, θα προσδιοριστεί η φύση της Π.Ε., οι άξονες δράσης της
καθώς και η στρατηγική και η µεθοδολογία της ανάπτυξής της.
Το 1987 θα οργανωθεί στη Μόσχα από το Διεθνές Πρόγραµµα
Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (Δ.Π.Π.Ε.) το «Διεθνές Συνέδριο για την
Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και Κατάρτιση», το οποίο θα αποδεχθεί και θα
υιοθετήσει πλήρως το βασικό θεωρητικό πλαίσιο της Π.Ε., όπως αυτό
διαµορφώθηκε και συντάχθηκε στη Διεθνή Διάσκεψη της Τιφλίδας. Στόχος
του συνεδρίου είναι η διαµόρφωση διεθνούς στρατηγικής για δράση και
κατάρτιση στο πεδίο της Π.Ε. για τη δεκαετία του 1990. Το δίληµµα
ανάπτυξη ή περιβάλλον θα απαντηθεί µε τον όρο βιώσιµη ανάπτυξη
(sustainable development) και θα υιοθετηθεί ένα σχέδιο δράσης το οποίο
οργανώνεται σε εννέα θεµατικές ενότητες (UNESCO-UNEP 1988):
25
• Ανάµιξη τοπικών κοινωνιών στη φροντίδα του περιβάλλοντός τους
• Δηµιουργία εθνικού πλαισίου για τη σύνθεση της ανάπτυξης και της
προστασίας του περιβάλλοντος
• Δηµιουργία παγκόσµιας συνεργασίας
26
1.2 Στόχοι της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης
27
Σύµφωνα µε τις κατευθυντήριες αρχές της Συνδιάσκεψης της Τιφλίδας, η
Π.Ε. πρέπει να (UNESCO-UNEP 1977):
28
• βοηθά τους µαθητές/τριες να ανακαλύπτουν τα συµπτώµατα και τις
πραγµατικές αιτίες των περιβαλλοντικών προβληµάτων,
29
1.3 Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στην Ελλάδα
30
(Κούσουλας 2000). Μάλιστα, το 1980 οι δύο παραπάνω φορείς σε
συνεργασία µε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Προστασία της Φύσης του
Συµβουλίου της Ευρώπης οργανώνουν το πρώτο σεµινάριο για την
επιµόρφωση των εκπαιδευτικών στην Αθήνα. Την περίοδο 1980-1983
οµάδες εκπαιδευτικών επιµορφώνονται σε Κέντρα Περιβαλλοντικής
Εκπαίδευσης (Κ.Π.Ε.) στη Γαλλία, ενώ κάποιοι άλλοι ξεκινούν τις πρώτες
προσπάθειες για εκπόνηση προγραµµάτων. Ταυτόχρονα αρχίζουν να
οργανώνονται µε ευθύνη του ΥΠ.Ε.Π.Θ. και του Κ.Ε.Μ.Ε. πολλά σεµινάρια
Π.Ε. σε διάφορες περιοχές της χώρας.
Από το 1983 αρχίζει η λειτουργία γραφείων Π.Ε. στις Δ/νσεις
Σπουδών Α/βάθµιας και Β/βάθµιας Εκπαίδευσης, οι οποίες σε συνεργασία
µε το Κ.Ε.Μ.Ε., από το 1984, µε την έναρξη του σχολικού έτους, αρχίζουν
να στέλνουν σε όλα τα σχολεία τις πρώτες εγκυκλίους για την Π.Ε. (ιδέες
για σύνδεση των προγραµµάτων Π.Ε. µε το Αναλυτικό Πρόγραµµα και
γενικές οδηγίες για την υλοποίηση των προγραµµάτων έξω από το
ωρολόγιο πρόγραµµα). Μέχρι τα µέσα της δεκαετίας του ΄80 η Π.Ε. ήταν
εστιασµένη στην Β/βάθµια Εκπαίδευση. Από τότε ο όρος αρχίζει να
χρησιµοποιείται και στην Α/βάθµια Εκπαίδευση, γεγονός που συµπίπτει και
µε την εισαγωγή του µαθήµατος της "Μελέτης του Περιβάλλοντος" για τις
τέσσερις πρώτες τάξεις του δηµοτικού σχολείου. Την περίοδο 1985 – 1987
εκπαιδευτικοί της Β/βάθµιας Εκπαίδευσης υλοποιούν τα πρώτα
προγράµµατα Π.Ε. στα σχολεία τους σε εθελοντική και προαιρετική βάση.
Η ουσιαστική είσοδος της Π.Ε στο Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστηµα
και η επίσηµη θεσµοθέτησή της γίνεται το 1990 µε το νόµο 1892/31-7-90
(ΦΕΚ 101, τ. Α΄), ο οποίος ορίζει ότι η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση
αποτελεί τµήµα των προγραµµάτων των σχολείων της Β/βάθµιας
Εκπαίδευσης. Το 1991 η σχετική διάταξη της Υπουργικής Απόφασης
εφαρµόζεται αναλόγως και στα σχολεία της Α/βάθµιας Εκπαίδευσης µε την
Υπουργική Απόφαση Γ1/308/3-4391 (ΦΕΚ 223/12-4-1991, τ. Β΄). Με τον
ίδιο νόµο προβλέπεται και ο θεσµός του Υπευθύνου Π.Ε. κατά νοµό και η
δηµιουργία κέντρων Π.Ε, όπου υπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις
(Σκαναβή, Πετρενίτη et al. 2005).
Το 1995 καθορίζονται οι σκοποί και οι αρµοδιότητες των Κέντρων
Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (Κ.Π.Ε.) και ιδρύονται τα πρώτα Κ.Π.Ε., ενώ
το 2003 εισάγεται ο θεσµός της Ευέλικτης Ζώνης στo πλαίσιο της οποίας οι
εκπαιδευτικοί µπορούν να υλοποιούν και προγράµµατα Π.Ε.
31
Στη δεκαετία 1991-2000 στην Ελλάδα θα γίνουν θετικά βήµατα στον
τοµέα της Π.Ε. τόσο από την πλευρά της πολιτείας όσο και από την πλευρά
των µάχιµων εκπαιδευτικών, ωστόσο δεν κρίνονται ως ικανοποιητικά. Μια
αποτίµηση της Π.Ε στην Α/βάθµια Εκπαίδευση, την οποία πραγµατοποίησε
η Σπυροπούλου (2001), βασιζόµενη στις εκθέσεις πεπραγµένων των
Υπευθύνων Π.Ε. και σε ανάλογες δηµοσιευµένες εργασίες σχετικές µε την
καταγραφή απόψεων και στάσεων των εκπαιδευτικών της Α/βάθµιας,
διαπιστώνονται τα εξής:
• Ο αριθµός των προγραµµάτων που υλοποιήθηκαν στα σχολεία
παρέµεινε ο ίδιος τα τελευταία χρόνια εξ’ αιτίας της προαιρετικής
συµµετοχής των εκπαιδευτικών και κατ’ επέκταση των µαθητών σε
δραστηριότητες Π.Ε.,
• 14% των µαθητών/τριών της Α/βάθµιας Εκπαίδευσης ασχολούνται
κατά µέσο όρο µε δραστηριότητες Π.Ε.,
• οι εκπαιδευτικοί χαρακτηρίζονται από έλλειψη διάθεσης για
υλοποίηση προγραµµάτων λόγω ανεπαρκούς επιµόρφωσης και,
τέλος,
• αµφισβητείται η ποιότητα των προγραµµάτων Π.Ε ως προς την
επίτευξη των σκοπών και στόχων αλλά και της µεθοδολογίας που
ακολουθείται.
Επιπλέον, σύµφωνα µε έρευνες που έχουν πραγµατοποιηθεί για την
αποτελεσµατικότητα των προγραµµάτων Π.Ε. στα σχολεία της
Πρωτοβάθµιας και Δευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης, παρατηρούνται τα εξής
(Σπυροπούλου 2001):
• ακαθόριστο περιεχόµενο,
• µεγαλεπήβολοι στόχοι, χωρίς ιεράρχηση των διδακτικών
παρεµβάσεων και των έργων για την υλοποίησή τους,
• λίγος διαθέσιµος χρόνος για οργάνωση, ουσιαστικό προγραµµατισµό
και τήρηση συγκεκριµένης µεθοδολογίας και
• οι εναλλακτικές ιδέες και οι αντιλήψεις των µαθητών/τριων δεν
λαµβάνονται υπόψη από τους εκπαιδευτικούς.
32
προτάσεις από όλους τους εµπλεκόµενους στο χώρο της Π.Ε. έχουν ήδη
κατατεθεί. Αποµένει η Πολιτεία, στο πλαίσιο ενός ουσιαστικού διαλόγου, να
τις αξιολογήσει και να δώσει τις απαραίτητες λύσεις, έτσι ώστε η Π.Ε. ως
διαδικασία να καταστεί αποτελεσµατική στους στόχους της, συµβάλλοντας
µε τον τρόπο αυτό στη δηµιουργία ευαισθητοποιηµένων και ενεργών
µαθητών/τριων, που θα αποτελέσουν αυριανούς πολίτες ικανούς να
προλαµβάνουν και να δίνουν λύσεις στα διάφορα περιβαλλοντικά ζητήµατα.
33
34
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Ντοκιµαντέρ Φύσης
35
Αλλά το ντοκιµαντέρ δεν είναι απλά µια αναπαραγωγή (reproduction) αλλά
µια αναπαράσταση (representation) του κόσµου στον οποίο ήδη
κατοικούµε (Nichols 2001).»
Κατά συνέπεια, µπορούµε να πούµε ότι συγκριτικά µε τις ταινίες
µυθοπλασίας, βασική διαφορά των ντοκιµαντέρ αποτελεί το γεγονός ότι τα
τελευταία αξιώνουν ότι µας δείχνουν κάτι πραγµατικό, δίνοντας µας
παράλληλα τη δυνατότητα να ασκήσουµε κριτική στα θέµατα που
παρουσιάζουν (σχετικά µε την ύπαρξη λαθών, ψεµάτων, ανακριβειών κτλ.).
Αντίθετα, οι ταινίες µυθοπλασίας περιγράφουν-παρουσιάζουν µια ιστορία
µυθοπλαστική (η οποία όµως, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, µπορεί να
έχει και στοιχεία της πραγµατικότητας), ωστόσο δεν µπορούµε να
ασκήσουµε κριτική ως προς τον τρόπο που παρουσιάζουν την
πραγµατικότητα, αν δηλαδή κατά την άποψή µας την παραποιούν, γιατί
από την αρχή µάς δηλώνουν ότι οι ιστορίες τους δεν είναι συνολικά ή στο
µεγαλύτερο µέρος τους πραγµατικές, υπαρκτές.
36
περιέργειας (Πασχαλίδης 2006). Ωστόσο, ο πρώτος που ικανοποίησε
κινηµατογραφικά αυτή την περιέργεια µε τη δηµιουργία ντοκιµαντέρ
υπήρξε ο Robert Flaherty δηµιουργώντας το 1922 την πρώτη του ταινία
«Nanοok of the North», µε θέµα της τη ζωή και τον αγώνα για επιβίωση
µιας οικογένειας Ινουίτ στον Καναδά.
Με την ταινία του αυτή ο Flaherty δηµιουργεί ένα νέο στυλ
κινηµατογράφησης και διαµορφώνει τα πρώτα βασικά χαρακτηριστικά του
είδους. Το παράδειγµά του θα ακολουθήσουν και άλλοι δηµιουργοί, οι
οποίοι θα εµπλουτίσουν σταδιακά τη θεµατολογία των ταινιών αυτών αλλά
και τις τεχνικές που χρησιµοποιούν για την κινηµατογράφηση των θεµάτων
τους. Ο ίδιος, παγκόσµια πλέον γνωστός από την επιτυχία της πρώτης
ταινίας του, θα συνεχίσει γυρίζοντας µια σειρά από ντοκιµαντέρ, όπως το
«Moana» το 1926, το «Man of Aran» το 1934 και το «Louisiana Story» το
1948. Το 1954 θα αποσυρθεί, δίνοντας µόνο διαλέξεις, ενώ έχει ήδη
κερδίσει το σεβασµό όλων των νεότερών του κινηµατογραφιστών, οι οποίοι
τον θεωρούν «πατέρα του ντοκιµαντέρ» ακόµα και αν δεν ακολουθούν τις
τεχνικές του (Πασχαλίδης 2006).
Το ντοκιµαντέρ ως λέξη θα αποκτήσει µια νέα χρήση για πρώτη
φορά το 1926. Η επινόησή της αποδίδεται στον John Grierson, ένα νεαρό
τότε Σκοτσέζο σε µια εκτενή επίσκεψή του στις Η.Π.Α.. Την εισήγαγε
τυχαία, ως επίθετο, στην πρώτη πρόταση, της δεύτερης παραγράφου, στο
πλαίσιο µιας κριτικής του για την ταινία «Moana» του Robert Flaherty στην
εφηµερίδα «The New York Sun» (8 Φεβρουαρίου, 1926) στην οποία
έγραφε: «Φυσικά, η ταινία “Μοάνα” αποτελώντας ένα οπτικό σύνολο από
γεγονότα της καθηµερινής ζωής ενός Πολυνήσιου νεαρού και της
οικογένειάς του, έχει την αξία ντοκιµαντέρ (documentary value)» (Ellis,
McLane 2005).
Σήµερα το ντοκιµαντέρ (documentary) έχει τις ρίζες του στη λέξη
document, η οποία προέρχεται από τη λατινική λέξη docere, που σηµαίνει
διδάσκω. Μέχρι το 1800, σύµφωνα µε το Αγγλικό Λεξικό της Οξφόρδης
(Oxford English Dictionary), η λέξη ντοκιµαντέρ σήµαινε «ένα µάθηµα, µια
νουθεσία, µια προειδοποίηση λαθών». Όταν όµως ο Grierson έγραψε ότι η
ταινία «Μοάνα» έχει την αξία ντοκιµαντέρ, θα σκεφτόταν τη σύγχρονη
έννοια της λέξης, ότι δηλαδή η ταινία αποτελεί µια καταγραφή γεγονότων
που είναι πραγµατική και αυθεντική (Ellis, McLane 2005).
37
Ο Grierson µετέφερε τη λέξη και την αναπτυσσόµενη θεωρία του
καθώς και την αίσθηση του κοινωνικού σκοπού του ντοκιµαντέρ πίσω στην
πατρίδα του τη Μεγάλη Βρετανία. Ο ορισµός του για το ντοκιµαντέρ έγινε
τώρα «η δηµιουργική µεταχείριση της πραγµατικότητας» (creative
treatment of reality), όµως και αυτός θεωρήθηκε αργότερα ότι είναι
ελλιπής και έχει αδυναµίες. Άλλωστε από τότε που για πρώτη φορά ο
Grierson χρησιµοποίησε τον όρο ντοκιµαντέρ το 1926, µια διανοητική
συζήτηση σχετικά µε θεωρητικά θέµατα που άπτονται του ντοκιµαντέρ
ξεκίνησε έκτοτε και συνεχίζεται µέχρι σήµερα µέσα στην οποία δόθηκαν και
αµφισβητήθηκαν αντίστοιχα µια σειρά από ορισµοί.
38
Το δεύτερο χαρακτηριστικό τους, οι σκοποί/η οπτική τους πάνω στο
εκάστοτε θέµα που παρουσιάζουν/ο τρόπος που το προσεγγίζουν αφορά
αυτό που οι ίδιοι οι δηµιουργοί των ντοκιµαντέρ προσπαθούν να «πουν»
για το θέµα της ταινίας τους στο κοινό. Έχοντας ως βασικό τους στόχο να
µας πληροφορήσουν ή να µας ευαισθητοποιήσουν για φαινόµενα της
πραγµατικότητας που θεωρούν σηµαντικά, καταγράφουν ανθρώπους,
γεγονότα, µέρη, θεσµούς και προβλήµατα. Η προσπάθεια τους αυτή έχει ως
κύριο άξονα τον αγώνα και την αγωνία τους «να αυξήσουν το επίπεδο της
κατανόησής µας, το ενδιαφέρον µας και πιθανόν τη συµπάθειά µας για τα
θέµατά τους, ελπίζοντας ότι µέσα από αυτές τις διαδικασίες θα µας
βοηθήσουν να ζήσουµε τις ζωές µας έξυπνα και µε µεγαλύτερη πληρότητα
(Ellis, McLane 2005)». Σε κάθε περίπτωση, ο βασικός στόχος των
δηµιουργών των περισσότερων ντοκιµαντέρ είναι να περιγράψουν µια
πραγµατικότητα που θεωρούν σηµαντική µε όλες τις προβληµατικές της, µε
κύριο σκοπό να µας ενηµερώσουν ή να µας πείσουν να δείξουµε
µεγαλύτερη προσοχή ή να αναλάβουµε κάποια δράση σχετικά µε τα
ζητήµατα που µας παρουσιάζουν.
Το τρίτο χαρακτηριστικό τους, το στυλ, αφορά τη διαδικασία
δηµιουργίας των ντοκιµαντέρ. Σε αυτήν περιλαµβάνονται η αρχική
πρωτότυπη ιδέα του ίδιου του δηµιουργού, τα µέρη, οι τοποθεσίες
(locations) που επιλέγονται για κινηµατογράφηση καθώς και οι ήχοι και οι
δοµές µέσα στις οποίες προσαρµόζονται. Τα ντοκιµαντέρ, σε κάθε
περίπτωση, αντλούν το υλικό τους από την πραγµατικότητα και
περιορίζονται σε αυτή. Οι δηµιουργοί ντοκιµαντέρ, σε αντίθεση µε τους
δηµιουργούς των µυθοπλαστικών ταινιών που µέσα από ένα φανταστικό
σενάριο περιγράφουν και παρουσιάζουν µια ιστορία, αντλούν το υλικό για
τα θέµατά τους από την πραγµατικότητα γύρω τους. Μπορεί να
ανακατασκευάσουν αυτό που έχουν παρατηρήσει, αλλά σε κάθε περίπτωση
αυτό συµβαίνει για να παρουσιάσουν ένα θέµα όσο πιο κοντά γίνεται στην
πραγµατικότητα. Παρόλο που οι ντοκιµενταρίστες µπορεί να
χρησιµοποιήσουν µια χρονολογική εξέλιξη στην παρουσίαση του θέµατός
τους και να συµπεριλάβουν ανθρώπους στις ταινίες τους, δεν υπάρχει
ωστόσο σε αυτές τις ταινίες η πλοκή ή η ανάπτυξη χαρακτήρων ως
δεδοµένος τρόπος οργάνωσης, όπως συµβαίνει στους δηµιουργούς ταινιών
µυθοπλασίας. Το στυλ των ντοκιµαντέρ καθορίζεται κυρίως από το θέµα, το
στόχο και την προσέγγιση.
39
Το τέταρτο χαρακτηριστικό των ντοκιµαντέρ, οι µέθοδοι παραγωγής
και οι τεχνικές, αναφέρονται στον τρόπο που κινηµατογραφούνται οι
εικόνες, ηχογραφούνται οι ήχοι και στον τρόπο που αυτά τα δύο ενώνονται
δηµιουργικά (µοντάζ). Οι δύο βασικές προϋποθέσεις του ντοκιµαντέρ είναι,
από τη µια, ότι δεν χρησιµοποιούν ηθοποιούς, όπως συµβαίνει στις ταινίες
µυθοπλασίας όπου επιλέγονται για τις ανάγκες συγκεκριµένων ρόλων
συγκεκριµένα πρόσωπα µε συγκεκριµένα χαρακτηριστικά, αλλά
κινηµατογραφούνται οι «πραγµατικοί» άνθρωποι µε όλα εκείνα τα στοιχεία
που χαρακτηρίζουν την καθηµερινότητά τους, ενώ από την άλλη η
κινηµατογράφηση γίνεται σε πραγµατικές τοποθεσίες (shooting on location)
κι όχι σε διάφορα στούντιο. Στα ντοκιµαντέρ δεν έχουµε δηλαδή τη
δηµιουργία σκηνικών. Ο φωτισµός που χρησιµοποιείται είναι αυτός που
συνήθως υπάρχει στην τοποθεσία που γίνεται το γύρισµα, ενώ
συµπληρώνεται µόνο όταν υπάρχει ανάγκη για αρκετή έκθεση σε φως, κι
όχι για την τεχνική δηµιουργία ατµόσφαιρας ή διάθεσης. Φυσικά,
εξαιρέσεις σε αυτές τις γενικεύσεις πάντα υπάρχουν. Αλλά, γενικά, κάθε
προσπάθεια για επεξεργασία της εικόνας ή του ήχου, τις περισσότερες
φορές, πραγµατοποιείται για να είναι δυνατή η σωστή καταγραφή των
γεγονότων, για τη δηµιουργία δηλαδή ενός αποτελέσµατος όσο το δυνατό
πιο κοντά στην πραγµατικότητα.
Το πέµπτο και τελευταίο χαρακτηριστικό τους αφορά την αντίδραση
του κοινού, την οποία οι δηµιουργοί των ταινιών αυτών προσπαθούν να
πετύχουν και η οποία έχει διπλό στόχο: την αισθητική εµπειρία κάποιας
µορφής, από τη µια πλευρά, και την επίδραση στις στάσεις του κοινού, που
πιθανόν θα οδηγήσει στην ανάληψη δράσης, από την άλλη. Παρόλο που
υπάρχει πολύ καλή αισθητική σε πολλά ντοκιµαντέρ, ωστόσο τείνουν να
είναι περισσότερο πραγµατικά και λιτά σε σχέση µε την αισθητική που
προσφέρουν οι περισσότερες ταινίες µυθοπλασίας. Άλλωστε αυτό που ένας
ντοκιµενταρίστας επιδιώκει είναι η επικοινωνία παρά η αισθητική έκφραση.
Συνεπώς, το κοινό αντιδρά όχι τόσο στην αισθητική που στα περισσότερα
ντοκιµαντέρ λειτουργεί σε ένα δεύτερο επίπεδο και η οποία ωστόσο δεν
παύει, λιγότερο η περισσότερο, να ενέχει κάποιας µορφής άποψη για το
θέµα της ταινίας, αλλά κυρίως στο ίδιο το θέµα που πραγµατεύεται το
ντοκιµαντέρ.
Τελικά, θα λέγαµε ότι το ντοκιµαντέρ αποτελεί µια ειδολογική
κατηγορία, ένα ρητορικό είδος που είναι «δεσµευµένο» στην περιγραφή
40
της πραγµατικότητας. Έχει µια συγκεκριµένη εργαλειοθήκη, η οποία
συνεχώς διευρύνεται και από την οποία ο κάθε δηµιουργός χρησιµοποιεί
κάθε φορά, ανάλογα µε τις ανάγκες του, κάποια εργαλεία για να µιλήσει
στο κοινό του για ένα θέµα που αντλεί από την πραγµατικότητα,
χρησιµοποιώντας τη δική του προσωπική οπτική (Πασχαλίδης 2006).
Η ιστορία του ντοκιµαντέρ είναι µια ιστορία αποφασισµένων
ανθρώπων που ξεπέρασαν κάθε µορφής εµπόδιο για να δηµιουργήσουν και
να στείλουν µέσα από την οθόνη το δικό τους µήνυµα. Αυτό το µήνυµα
µπορεί να είναι ένα καλλιτεχνικός πειραµατισµός, µια πολιτική επίγνωση,
ένας προσωπικός θρίαµβος ενάντια στη δυστυχία ή µια ιστορική καταγραφή.
Οι ντοκιµενταρίστες µπορούν να επιλέξουν ανάµεσα από δεκάδες
τεχνολογίες και τεχνικές προκειµένου να καταφέρουν το µήνυµά τους να
ακουστεί και να ιδωθεί. Σε αυτή την πρώτη δεκαετία του νέου αιώνα
τονίζουν οι Ellis & McLane (2005) «το ντοκιµαντέρ είναι περισσότερο
ζωντανό και περίπλοκο από ποτέ. (…) Όχι µόνο περισσότεροι άνθρωποι
κάνουν ντοκιµαντέρ, αλλά περισσότεροι άνθρωποι από ποτέ
παρακολουθούν και µιλούν για τα ντοκιµαντέρ. Πιθανόν είναι αναπόφευκτα
απλό, επειδή σήµερα υπάρχουν πολλοί περισσότεροι άνθρωποι, αλλά έχει
να κάνει, επίσης, και µε την παγκόσµια πλέον πρόσβαση της παραγωγής,
της διανοµής και των µηχανισµών έκθεσης και, το πιο σηµαντικό, µε τη
δύναµη και την ευελιξία της έλξης που ασκεί το ίδιο το ντοκιµαντέρ»
Παρόλο που υπάρχει πάντα συζήτηση σχετικά µε το ντοκιµαντέρ και
την αποµυθοποίησή του, ωστόσο όλο και περισσότεροι σήµερα θέλουν να
κάνουν ντοκιµαντέρ. Κι αυτό γιατί τους ανθρώπους πάντα τους ενδιέφερε
να βλέπουν τη δική τους πραγµατικότητα και των άλλων να τους
επιστρέφεται µέσα από οποιοδήποτε Μέσο. Η απόδειξη για αυτό βρίσκεται
στην ίδια την ιστορία του είδους. Από την ταινία του Robert Flaherty
«Nanook of the North» µέχρι την ταινία «Fahrenheit 9/11» του Michael
Moore, γνωρίζουµε ότι οι άνθρωποι αγαπούν τα ντοκιµαντέρ. Είναι
δύσκολο να φανταστεί κανείς τον κόσµο σήµερα χωρίς τη συζήτηση που
προκαλεί το ντοκιµαντέρ ως κινηµατογραφικό είδος προσπαθώντας να
εξηγήσει ορισµένες αλήθειες, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ένα
µέλλον χωρίς την ενέργεια αυτής της αναζήτησης της αλήθειας.
41
2. 2 Τα ντοκιµαντέρ φύσης (και άγριας ζωής)
1
Πρόκειται ουσιαστικά για την απόδοση του ξενόγλωσσου όρου που απαντάτε στη διεθνή βιβλιογραφία
(Natural History Documentary Films) στα ελληνικά. Ωστόσο, δεδοµένης της ανυπαρξίας στην Ελλάδα
εργασιών για τις συγκεκριµένη κατηγορία ταινιών, δε στάθηκε δυνατό να εντοπίσουµε µια κοινή
αποδεκτή επιστηµονική απόδοση. Συνεπώς, στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας, ο όρος ντοκιµαντέρ
φύσης επιλέχθηκε µετά από επικοινωνία µε ειδικούς επιστήµονες στο χώρο των ντοκιµαντέρ ευρύτερα.
42
Αποτέλεσµα αυτής της πραγµατικότητας αποτέλεσε ο περιορισµός της
τηλεόρασης στο ρόλο της διανοµής και της παρουσίασης των εν λόγω
ταινιών, οι οποίες είχαν πλέον διαµορφωθεί από τους κινηµατογραφικούς
κώδικες.
Καθώς τα ντοκιµαντέρ φύσης και άγριας ζωής αυξάνουν σε
δηµοφιλία, µια σειρά από φεστιβάλ αρχίζουν να δηµιουργούνται. Πρώτο
δηµιουργείται το Διεθνές Φεστιβάλ για την Άγρια ζωή (International
Wildlife Film Festival, IWFF), στη Μοντάνα το 1978, το πρώτο τακτικό
φεστιβάλ αφιερωµένο αποκλειστικά στις ταινίες του είδους. Μέσα από τη
διοργάνωση αυτή, οι ταινίες για την φύση και την άγρια ζωή
παρουσιάζονται σαν ένα κινηµατογραφικό είδος ξεχωριστό από τα άλλα και
ειδικά από τα ντοκιµαντέρ, ενώ παράλληλα δίνεται η δυνατότητα µέσα από
την ύπαρξη και λειτουργία τους να διαπιστωθεί ότι ένας µεγάλος αριθµών
δηµιουργών δούλευαν σύµφωνα µε τις συµβάσεις και τους επίσηµους
κώδικες του είδους, οι οποίες αποτελούσαν άλλωστε και τα κριτήρια για τον
χαρακτηρισµό µιας ταινίας αυτής της κατηγορίας ως επιτυχηµένης.
Πολύ σύντοµα, µέλη της βιοµηχανίας της άγριας ζωής, θα
ακολουθήσουν το παράδειγµα στη Μοντάνα, δηµιουργώντας το 1980, στο
Μπαθ, στην Αγγλία, ένα συµπόσιο, φέρνοντας κοντά τούς δηµιουργούς µε
θέµατα που χαρακτηρίζουν το είδος, την ανάπτυξή του και του µέλλον των
συγκεκριµένων ταινιών. Δύο χρόνια αργότερα, το 1991 στο Μπρίστολ, η
συνεχώς αναπτυσσόµενη βιοµηχανία που στηρίζει την παραγωγή των
ταινιών αυτών δηµιουργεί αντίστοιχα το δικό της φεστιβάλ µε το όνοµα
«Άγρια Οθόνη» (WildScreen), το οποίο ακολουθήθηκε από ένα αντίστοιχο
στην Αµερική το The Jackson Hole Wildlife Film Festival. Τα δύο αυτά
φεστιβάλ κατάφεραν να συγκεντρώσουν πλήθος δηµιουργών, παραγωγών,
διανοµέων και άλλων, στο πλαίσιο των οποίων είχαν τη δυνατότητα να
κάνουν συµφωνίες, να συγκρίνουν σηµειώσεις, να κριτικάρουν νέες
δουλειές, να απονείµουν τιµή στους ηγέτες στο πεδίο και να γιορτάσουν
την παράδοση. Στα µέσα της δεκαετίας του 1990, δηµιουργούνται
φεστιβάλ ή συµπόσια στην Ιταλία, στη Γαλλία, στη Γερµανία, στην Ιαπωνία
και στη Σουηδία, µερικά από τα οποία περιλαµβάνουν ακόµα και σεµινάρια
για αρχάριους στη δηµιουργία ντοκιµαντέρ φύσης και άγριας ζωής.
Σήµερα, µετά από έναν αιώνα ανάπτυξης, τα ντοκιµαντέρ φύσης και
άγριας ζωής, αν και ακόµα δεν έχουν αναγνωριστεί στους
κινηµατογραφικούς κύκλους ως ένα επίσηµο είδος ταινιών, ενώ διαφωνίες
43
σχετικά µε το πώς πρέπει να είναι ως ταινίες εντοπίζονται και µέσα στους
κόλπους της ίδιας της βιοµηχανίας που τις παράγει και τις προωθεί, έχουν
εξελιχθεί σε µια από τις σηµαντικότερες πηγές πληροφοριών για το φυσικό
κόσµο, ακόµα κι αν µέχρι σήµερα έχουν αγνοηθεί από τους κριτικούς της
τηλεόρασης και του κινηµατογράφου.
Από τις απαρχές των ντοκιµαντέρ φύσης το 19ο αιώνα, τις σαφάρι
ταινίες του 1920 και 1930, τα τηλεοπτικά προγράµµατα στα στούντιο το
1950, και τα σηµερινά ντοκιµαντέρ – σαπουνόπερες µε τις εκπληκτικές
παραγωγές, µια ολόκληρη συζήτηση έχει αναπτυχθεί προκαλώντας
προβληµατισµό ανάµεσα σε ειδικούς σχετικά µε το σύνολο των τεχνικών
που έχουν χρησιµοποιηθεί σε αυτές τις ταινίες. Ωστόσο, ο Derek Bousé
(2000), στο βιβλίο του Wildlife Films, µελετώντας προσεκτικά και σε βάθος
έναν αιώνα παράδοσης των ταινιών αυτών, θεωρεί ότι η παραµεληµένη
αυτή περιοχή των ταινιών και της τηλεόρασης, αποτελεί µια περιοχή
φιλµικής δηµιουργικότητας και ακόµη περισσότερο ένα εργαλείο για την
επιστηµονική εκπαίδευση και τη συζήτηση για τη φύση. Υποστηρίζει ότι
κατά την ιστορία τους, η πιο αξιοπρόσεκτη ιδιότητα των ντοκιµαντέρ φύσης
και άγριας ζωής υπήρξε η κλίση τους να λένε ιστορίες παρά να
αποκαλύπτουν επιστηµονικές πραγµατικότητες. Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι,
τελικά, ως εργαλεία για την αφήγηση ιστοριών, εξατοµικεύοντας τη
συµπεριφορά των ζώων, τα ντοκιµαντέρ φύσης πέτυχαν να
ενεργοποιήσουν και να εµπλέξουν συναισθηµατικά το κοινό τους,
καταφέρνοντας µε τον τρόπο αυτό να γίνουν δηµοφιλή τα ίδια αλλά και η
επιστήµη.
2
Η µετάφραση του ξενόγλωσσου όρου «non verbal films» σε ντοκιµαντέρ «χωρίς αφήγηση» γίνεται µε
κάποια επιφύλαξη. Ουσιαστικά, πρόκειται για ταινίες (ντοκιµαντέρ) που δεν διαθέτουν στη συνολική
διάρκειά τους αφήγηση (ορισµένες µπορεί να διαθέτουν µια σύντοµη αφήγηση σε κάποιο σηµείο της
ταινίας, όπως συµβαίνει, για παράδειγµα, µε το αντίστοιχο ντοκιµαντέρ αυτής της κατηγορίας
«Μικρόκοσµος: ο πληθυσµός της χλόης» που διαθέτει αφήγηση µόλις 2 λεπτών στην έναρξη της
ταινίας). Αναφερόµενοι, λοιπόν, στις ταινίες αυτές ως ντοκιµαντέρ «χωρίς αφήγηση», δεν εννοούµε
ότι λείπει από αυτές η αφηγηµατική δοµή, αλλά ευρύτερα απουσιάζει η ύπαρξη αφήγησης που
οργανώνεται λεκτικά γύρω από το πρόσωπο του αφηγητή ή της αφηγήτριας.
44
Ιδρυτής αυτής της κατηγορίας ταινιών (film genre) είναι ο Godfrey Reggio µε την
ταινία του «Koyaanisqatsi» το 1982, που αποτέλεσε και το ντεµπούτο του στο σινεµά. Σε
αυτή την πρώτη του προσπάθεια, ο Reggio καταθέτει το δικό του τρόπο να «βλέπει» τον
κόσµο. Διαµέσου εκπληκτικών εικόνων που συνοδεύονται από τη µουσική που συνέθεσε
ο Philip Glass, η ταινία του «Koyaanisqatsi» (η πρώτη µιας τριλογίας ταινιών3 που θα
ακολουθήσουν στον ίδιο τρόπο κινηµατογράφησης) δηµιουργεί µε την απουσία της
λεκτικής αφήγησης µια εµπειρία του µοντέρνου τρόπου ζωής στη Βόρεια Αµερική,
δείχνοντας παράλληλα τη φυσική της οµορφιά, την αναπτυσσόµενη εξάρτησή της από
την τεχνολογία, καθώς και τη διαµάχη ανάµεσα σε αυτά τα δύο.
Η επιλογή του για τη µη χρησιµοποίηση αφηγητή ή αφηγήτριας στις
ταινίες του οφείλεται στην πεποίθησή του για την ανάγκη δηµιουργίας µιας
άµεσης διαλογικής σχέσης ανάµεσα στις εικόνες των ταινιών του και τους
θεατές. Εκπαιδευτικός 4 ο ίδιος για πολλά χρόνια θεωρεί ότι όπως ένας
καλός δάσκαλος οφείλει να παρέχει στους µαθητές του ένα πλαίσιο ικανό
να τους προκαλεί ερωτήσεις ή να τους εισαγάγει σε µια διαλογική σχέση
µαζί του, το ίδιο πρέπει να κάνει και ένα κινηµατογραφιστής µε το κοινό
του. Ειδικότερα, στηριζόµενος στην άποψη του ότι η τέχνη βρίσκει την
ερµηνεία της κάθε φορά στο ιδιαίτερο µάτι του θεατή (µε την έννοια της
διαφορετικής πρόσληψης - ανάγνωσης που µπορεί να έχει για τον καθένα
από µας µια εικόνα τέχνης) δηµιουργεί καλλιτεχνικές κινηµατογραφικές
εικόνες (visual-art film style) µε εξαιρετική συναισθηµατική δύναµη και
επιρροή στους θεατές, τις οποίες ο καθένας είναι ελεύθερος να τις
ερµηνεύσει στο πλαίσιο των προσωπικών του παραδοχών και προσδοκιών.
Ο Godfrey Reggio, καταργώντας τη χρήση της λεκτικής αφήγησης,
δηµιουργεί µια γλώσσα από εικόνες που είναι κοινή σε όλους και συνεπώς
παγκόσµια. Πιο συγκεκριµένα, θεωρεί ότι σε µια ταινία στην οποία
περιορίζεται η χρήση της γλώσσας αυξάνεται ο πλούτος των υποθέσεων και
της συναισθηµατικής επίδρασης στους θεατές. Ακόµη περισσότερο,
υποστηρίζει ότι µε τον τρόπο αυτό τους δίνεται η δυνατότητα να
συγκεντρωθούν και να εστιάσουν σε ένα θέµα, χωρίς τη χρήση της
γραµµικής διαδικασίας που χρησιµοποιούν τα εκπαιδευµένα µυαλά όλων
3
Η τριλογία του Godfrey Reggio αφορά τις ταινίες «Koyaanisqatsi» (1982), «Powaqqatsi» (1988) και
«Naqoyqatsi» (2002).
4
Ο Godfrey Reggio το 1954 (κατά προσέγγιση), στην ηλικία των 14 χρόνων, µπήκε σε Χριστιανική
Αδελφότητα -µια Ρωµαιοκαθολική Αδελφότητα του Ποντίφικα- και παρέµεινε εκεί για 14 χρόνια. Το
ιστορικό του, τα χρόνια αυτά, περιλαµβάνει την αφοσίωσή του σε πνευµατικά θέµατα (νηστεία και
προσευχή, καθώς µελετούσε για να γίνει καλόγερος) και την υπηρεσία του όχι µόνο στο Περιβάλλον,
αλλά και σε νέους, σε φτωχούς καθώς και σε κοινότητες.
45
µας, προσφέροντας τους τελικά την ευκαιρία για µια βαθιά πνευµατική
εµπειρία, η οποία τελικά τους κάνει να νιώθουν ζωντανοί.
Ο ίδιος, στο πλαίσιο συνέντευξής του, επισηµαίνει χαρακτηριστικά
για τις επιλογές του στην κινηµατογράφηση των ταινιών του (Clyne 2003):
«Ας πούµε ότι κάποιος κατείχε την «Αλήθεια» και ήταν κατάλληλη για τον
καθένα, τότε η ίδια η πράξη της παροχής της σε όλους, για µένα, αποτελεί
µια φασιστική πράξη. Είναι πολύ εύκολο για ένα κινηµατογραφιστή να
κάνει ξεκάθαρο τι θέλει να πει σε µια ταινία του, αλλά εγώ δεν επιθυµώ να
διεξάγω µια φανερή προπαγάνδα, ακόµα κι αν πρόκειται για το σωστό
σκοπό. Έτσι, όχι από έλλειψη αγάπης για τη γλώσσα, αλλά επειδή πιστεύω
ότι η γλώσσα αποτελεί µια µέγιστη κατάσταση ταπείνωσης, αποφάσισα να
κάνω ταινίες χωρίς λέξεις. Έχοντας ειπωθεί ότι πήρα το ρητό “µια εικόνα
αξίζει χίλιες λέξεις” και έφερα τα πάνω κάτω, προσπαθώ να προσφέρω στο
θεατή χιλιάδες εικόνες για να του δώσω τη δύναµη της µιας λέξης (…)
Προσπαθώ να κοιτάξω σε αυτόν τον κόσµο σαν ένας εξωγήινος που
εµφανίστηκε ξαφνικά και ο οποίος προσπαθεί να βγάλει κάποιο οπτικό, αν
όχι συναισθηµατικό, συµπέρασµα για όλα αυτά που διαδραµατίζονται (…)».
Τον Godfrey Reggio και το κινηµατογραφικό του στυλ θα ακολουθήσουν
αργότερα κι άλλοι δηµιουργοί, ενισχύοντας και θεµελιώνοντας µε τον τρόπο αυτό την
κατηγορία ταινιών που ο ίδιος είχε δηµιουργήσει. Αν και αναλογικά οι περισσότερες
µέχρι σήµερα ταινίες αυτού του είδους θα µπορούσαν να χαρακτηριστούν ως
κοινωνικά ντοκιµαντέρ, δηµιουργήθηκαν ωστόσο στην κατηγορία αυτή και αρκετά
ντοκιµαντέρ φύσης, µε πρώτο το «Atlantis» του Luc Besson (2001), το «Anima
Mundi» του Godfrey Reggio (1992), ενώ ακολούθησε η ταινία «Microcosmos» (1996),
που έτυχε θερµής υποδοχής από το παγκόσµιο κοινό, ενώ αντίστοιχη επιτυχία
σηµείωσε τελευταία και η ταινία «Winged Migration» (2001).
Όλα τα ντοκιµαντέρ «χωρίς αφήγηση» µπορούµε να πούµε τελικά ότι
χαρακτηρίζονται στο σύνολό τους από µια εκπληκτική κινηµατογράφηση, εντυπωσιακών
και κάθε είδους εικόνων από ολόκληρο των κόσµο, γεµάτες συναισθηµατική δύναµη
αλλά και πληροφορία. Στις ταινίες αυτής της κατηγορίας ο καθένας µπορεί να αναζητήσει
και να εντοπίσει τις προσωπικές του αλήθειες, χωρίς την ερµηνευτική παρέµβαση που
οργανώνεται γύρω από τη φωνή του αφηγητή και η οποία έχει ως αποτέλεσµα να
επιβάλλεται µια συγκεκριµένη οπτική στη θέαση και την ερµηνεία της ταινίας,
περιορίζοντας µε τον τρόπο αυτό και συχνά αποκλείοντας, στους λιγότερο µυηµένους
στην κινηµατογραφική γλώσσα, τη δυνατότητά και ουσιαστικά το δικαίωµά τους για µια
προσωπική ανάγνωση και τοποθέτηση σε όσα παρουσιάζονται κάθε φορά.
46
2.3.1 Ιστορικό5 των ντοκιµαντέρ «χωρίς αφήγηση»
1972
Ο Godfrey Reggio ιδρύει µαζί µε άλλους το Ινστιτούτο για την
Περιφερειακή Εκπαίδευση (Institute for Regional Education, I.R.E.) και
εξασφαλίζει χρηµατοδότηση για τη δηµιουργία ενός ντοκιµαντέρ «χωρίς
αφήγηση» µε την ιδέα να εξερευνήσει πώς η τεχνολογία µπορεί να
χρησιµοποιηθεί για να ελέγξει τη συµπεριφορά, χρησιµοποιώντας ένα
συνεχές κολλάζ από εικόνες από την πραγµατική ζωή.
1975 - 1982
Ο Godfrey Reggio, ο Ron Fricke και ο Philip Glass δουλεύουν πάνω στην
ταινία «Koyaanisqatsi». Ο Godfrey Reggio σχεδιάζει τις ιδέες που θα
χρησιµοποιηθούν σε κάθε σκηνή, ο Ron Fricke τις κινηµατογραφεί και ο
Philip Glass συνθέτει και ηχογραφεί τη µουσική της ταινίας.
1983
1985
Ο Godfrey Reggio και ο Philip Glass ξεκινούν να δουλεύουν πάνω στην
ταινία «Powaqqatsi», τη δεύτερη ταινία της τριλογίας «Qatsi».
1988
5
Πηγή: http://www.spiritofbaraka.com/film-history.aspx (ανάσυρση από το διαδίκτυο: 23/5/2006)
47
1990
Ο Ron Fricke, ο Mark Magidson και ο Alton Walpole ξεκινούν τα γυρίσµατα
της ταινίας «Baraka».
1991
1992
1993
1996
2001
2002
2004
48
2.3.2 Φιλµογραφία6 των ντοκιµαντέρ «χωρίς αφήγηση»
Εικόνα 2.1 Στιγµιότυπα από την ταινία «Koyaanisqatsi: Life Out of Balance»
Chronos. (1985).
6
Οι πληροφορίες για το περιεχόµενο των ταινιών και τους συντελεστές τους που αναφέρονται στο
υποκεφάλαιο 2.3.2 Φιλµογραφία των ντοκιµαντέρ «χωρίς αφήγηση», καθώς και τα στιγµιότυπα που
παρουσιάζονται από τις ταινίες προέρχονται από το διαδίκτυο. Για περισσότερες λεπτοµέρειες δες
http://www.spiritofbaraka.com/nonverbal-films.aspx (ανάσυρση από το διαδίκτυο: 22/05/06)
49
Εικόνα 2.2 Στιγµιότυπα από την ταινία «Chronos»
Η δεύτερη ταινία του Godfrey Reggio από την τριλογία των «Qatsi».
Περιέχει πλούσιες σε περιεχόµενο και χρώµα εικόνες από τους ανθρώπους,
τον πολιτισµό και τα τοπία του αναπτυσσόµενου κόσµου (Βλ. Εικόνα 2.3).
Σκηνοθεσία: Godfrey Reggio, Μουσική: Philip Glass
50
Atlantis. (1991).
Baraka. (1992).
Πρόκειται για ένα ντοκιµαντέρ που περιλαµβάνει εικόνες από τοπία και
πολιτισµούς από ολόκληρο τον κόσµο. Έχει την ευρύτερη θεµατολογία από
όλες τις ταινίες της κατηγορίας και την υψηλότερη ποιότητα εικόνας
(εξαιτίας της υψηλής ποιότητας φιλµ που χρησιµοποιήθηκε). Τα γυρίσµατα
έγιναν σε 24 χώρες µέσα σε µια περίοδο 13 µηνών (Βλ. Εικόνα 2.5).
Σκηνοθεσία: Ron Fricke, Μουσική: Michael Stearns κ.ά., Παραγωγή: Mark
Magidson
51
Εικόνα 2.5 Στιγµιότυπα από την ταινία «Baraka»
52
Microcosmos. (1996).
53
Winged Migration7. (2001).
7
Η ταινία προβλήθηκε στην Ελλάδα µε τον τίτλο «Ταξιδιάρικα Πουλιά».
54
Naqoyqatsi: Life as War. (2002).
To τρίτο και τελευταίο µέρος της τριλογίας των «Qatsi» του Godfrey
Reggio. Η ταινία εστιάζει στα πιο σηµαντικά γεγονότα των τελευταίων
5.000 χρόνων. Ωστόσο, παρουσιάζει αρκετές διαφορές από τις δύο
προηγούµενες ταινίες της σειράς. Χρησιµοποιεί, κυρίως, αρχειακό υλικό
παρά υλικό που κινηµατογραφήθηκε αποκλειστικά για την ταινία, καθώς
και ειδικά εφέ. Αποδείχθηκε πολύ διαφορετικό ως προς το στυλ του σε
σχέση µε τα προηγούµενα δύο ντοκιµαντέρ της τριλογίας, γεγονός που έχει
προκαλέσει µια αµφισβήτηση (Βλ. Εικόνα 2.9).
Σκηνοθεσία: Godfrey Reggio, Μουσική: Philip Glass
Dogora. (2004).
55
56
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Ντοκιµαντέρ Φύσης και Περιβαλλοντική Ευαισθητοποίηση
στην Α/βάθµια Εκπαίδευση
57
3.1 Τα ντοκιµαντέρ φύσης ως εργαλείο περιβαλλοντικής
ευαισθητοποίησης
1
Με τον όρο «προσηλυτισµένο» εννοούµε εδώ ότι το κοινό που παρακολουθούσε µέχρι πρόσφατα
ντοκιµαντέρ δεν αποτελούσε αυτό που ονοµάζουµε ευρύ κοινό, είχε δηλαδή πολύ συγκεκριµένα
χαρακτηριστικά, όπως π.χ. επιστήµονες που τους ενδιέφερε κάθε φορά το αντίστοιχο θέµα,
εκπαιδευτικοί που επιθυµούσαν να εµπλουτίσουν τις γνώσεις του ή να αξιοποιήσουν κάποιο
ντοκιµαντέρ στην τάξη µέσω της εκπαιδευτικής τηλεόρασης κ.ά.
2
Η κρατική τηλεόραση, στο σύνολο των ελληνικών τηλεοπτικών σταθµών, παραµένει µέχρι σήµερα το
κανάλι µε τις περισσότερες και συχνότερες προβολές ντοκιµαντέρ, αφού τα περισσότερα ιδιωτικά
κανάλια προβάλλουν ελάχιστα ντοκιµαντέρ, µε πρόσφατη εξαίρεση τον τηλεοπτικό σταθµό ΣΚΑΪ.
58
παράλληλα και η δυνατότητα σε πολλούς να δηµιουργήσουν προσωπικές
συλλογές µε ντοκιµαντέρ που µπορούν, για παράδειγµα στην περίπτωση
των εκπαιδευτικών, να αξιοποιηθούν κατά περίπτωση στη σχολική τάξη.
Σηµαντικό ρόλο, τέλος, έπαιξε αναµφίβολα και η προώθηση του
ντοκιµαντέρ από την παγκόσµια κινηµατογραφική βιοµηχανία στις
κινηµατογραφικές αίθουσες, πολλά από τα οποία σηµείωσαν ρεκόρ
εισπράξεων, ξεπερνώντας συχνά και ταινίες µυθοπλασίας µεγάλου
προϋπολογισµού (Box Office 2006 ; Internet Movie Database (Imdb)
2006). Τέτοιες ταινίες αποτέλεσαν τα κοινωνικά ντοκιµαντέρ «Ακήρυχτος
Πόλεµος», «Φαρενάιτ 9/11», «Μεγέθυνε µε», αλλά και πολλά ντοκιµαντέρ
φύσης, όπως ο «Μικρόκοσµος», τα «Ταξιδιάρικα Πουλιά» µε πιο πρόσφατο
το «Ταξίδι του Αυτοκράτορα». Οι ταινίες αυτές σηµείωσαν µεγάλη επιτυχία
παγκοσµίως3, το πιο σηµαντικό όµως είναι ότι για πρώτη φορά τις
παρακολούθησε ευρύ κοινό4.
Από εκπαιδευτική σκοπιά, λοιπόν, µεγαλύτερο όφελος αποτέλεσε, ως
αποτέλεσµα των παραπάνω εξελίξεων, πλέον της γνωριµίας του ευρύ
κοινού µε τη γλώσσα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της συγκεκριµένης
κατηγορίας ταινιών, η δυνατότητα που δίνεται σήµερα στον κάθε
εκπαιδευτικό (αλλά και στον καθένα από εµάς) να έχει πρόσβαση στο
ντοκιµαντέρ που επιθυµεί είτε ενοικιάζοντας το είτε αγοράζοντάς το είτε
µέσα από την προσωπική του συλλογή. Η εξέλιξη αυτή είναι ιδιαίτερα
σηµαντική για την εκπαιδευτική πρακτική, αφού ο κάθε εκπαιδευτικός
µπορεί να αποκτήσει πλέον εύκολα το ντοκιµαντέρ που του είναι
απαραίτητο για τους διδακτικούς του στόχους, διαλέγοντας από µια ευρεία
θεµατολογία την οποία καλύπτουν, και ακόµη περισσότερο,
εκµεταλλευόµενος πλέον τις τεχνολογικές δυνατότητες ενός ηλεκτρονικού
υπολογιστή5 να αποµονώσει τις σκηνές που επιθυµεί να προβάλλει κάθε
3
Όλα τα ντοκιµαντέρ που αναφέρονται παραπάνω βραβεύτηκαν από σηµαντικά Φεστιβάλ
Κινηµατογράφου σε ολόκληρο τον κόσµο ή από τις αντίστοιχες Ακαδηµίες Κινηµατογράφου της χώρας
παραγωγής τους, ενώ κάποια βραβεύτηκαν και από την Αµερικάνικη Ακαδηµία Κινηµατογράφου µε
Oscar.
4
Η αρχή για τη µαζική παρακολούθηση ντοκιµαντέρ σε κινηµατογραφική αίθουσα από το ευρύ κοινό
γίνεται µε το κοινωνικό ντοκιµαντέρ του Michael Moore «Ακήρυχτος Πόλεµος». Αξίζει να σηµειωθεί εδώ
ότι ο σκηνοθέτης, στο πλαίσιο συνέντευξης τύπου που έδωσε στο Λονδίνο (περιλαµβάνεται στην
αντίστοιχη ταινία σε ψηφιακό δίσκο – Dvd) µε στόχο την προώθηση της ταινίας του, απαντώντας σε
ερώτηση δηµοσιογράφου σχετικά µε το αν η συγκεκριµένη δουλειά του απευθύνεται σε
προσηλυτισµένο κοινό, δήλωσε ότι σε µια σειρά ερευνών που πραγµατοποιήθηκαν έξω από τις
κινηµατογραφικές αίθουσες της Αµερικής όπου προβαλλόταν η ταινία του, διαπιστώθηκε ότι η
συντριπτική πλειοψηφία των θεατών πήγαιναν για πρώτη φορά να παρακολουθήσουν ντοκιµαντέρ στον
κινηµατογράφο.
5
Σήµερα υπάρχουν πάρα πολλά υπολογιστικά προγράµµατα, διαφόρων εταιριών, που δίνουν τη
δυνατότητα και στον πιο απλό χρήστη να εισαγάγει µια ταινία στον ηλεκτρονικό του υπολογιστή, να την
επεξεργαστεί (µοντάζ) µε τον τρόπο που εκείνος επιθυµεί και να την ξαναγράψει σε κάποιο ψηφιακό
δίσκο (Dvd) µε δυνατότητα προβολής της.
59
φορά στους µαθητές/τριές του, δηµιουργώντας στην κυριολεξία ένα
ντοκιµαντέρ στα µέτρα των διδακτικών του αναγκών.
Η γλώσσα των ντοκιµαντέρ, συµπερασµατικά, καθώς και των
ντοκιµαντέρ φύσης ως µια υποκατηγορία τους, είναι σήµερα κατανοητή και
οικεία από το ευρύ κοινό και είναι αποδεκτό ότι ως κινηµατογραφικό είδος
παρουσιάζουν µια εκπαιδευτική προοπτική. Ο τρόπος άλλωστε µε τον οποίο
το ντοκιµαντέρ φύσης µεταδίδει κάθε φορά τις πληροφορίες και τις εικόνες
για το περιβάλλον συνιστά πριν από όλα µία εκπαιδευτική επιλογή. Δεν
είναι άλλωστε τυχαίο ότι συχνά αποκαλείται «εκπαιδευτική ταινία», τόσο σε
επιστηµονικά εγχειρίδια όσο και σε δηµοσιογραφικά κείµενα ή
προγράµµατα της τηλεόρασης6.
Επιπλέον, το ντοκιµαντέρ φύσης, θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει την
«ουσία» της φύσης, δηλαδή τη φυσικότητα (ως «αντικειµενικότητα» ή
«πραγµατικότητα») και αποτελεί τον κυρίαρχο λόγο τόσο των ειδικών για
την φύση, βιολόγων κτλ., όσο και εκείνων που βρίσκονται στα κέντρα των
πολιτικών αποφάσεων, αλλά και των οικολογικών οργανώσεων, βρίσκεται
συνεπώς σε κοµβικό σηµείο, ανάµεσα στην είδηση – πληροφορία και τη
γνώση για ζητήµατα του φυσικού περιβάλλοντος.
Ο λόγος του ντοκιµαντέρ φύσης µπορούµε να πούµε ότι είναι
«δεσµευµένος» στην περιγραφή της πραγµατικότητας. Χωρίς αυτή η
δέσµευση να αποτελεί κριτήριο για το πόσο αληθινή είναι µία εικόνα ή ένας
λόγος, αφαιρεί ωστόσο την έννοια της υποκειµενικότητας ως πρόθεση
(ψυχολογικής) ερµηνείας και αποδέχεται ότι αυτό που µας ενδιαφέρει σε
ένα θέµα, σε µία προβληµατική, είναι το σύστηµα που υπάρχει πίσω από
µία ποικιλία και µία διαφορετικότητα, η κοινή γλώσσα πάνω στην οποία θα
στηριχτεί η επικοινωνία και συνεπώς η εκπαίδευση ως διαδικασία
µετάδοσης. Μπορεί να αποτελέσει κατά συνέπεια ένα εκπαιδευτικό εργαλείο
για την επίτευξη της περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης των
µαθητών/τριων, µέσω της έγκυρης πληροφόρησης που παρέχει και µε την
ανάπτυξη ενδιαφέροντος που προκαλεί για τα περιβαλλοντικά θέµατα που
παρουσιάζει, ενώ σε συνδυασµό µε την προσαρµοστικότητα του σήµερα ως
προς τη διδακτική του αξιοποίηση στη σχολική τάξη (µε τις δυνατότητες
6
Ενδεικτικό του εκπαιδευτικού χαρακτήρα αυτών των ταινιών αποτελεί το γεγονός ότι η εκπαιδευτική
τηλεόραση από την πρώτη πειραµατική της εισαγωγή στην ελληνική τηλεόραση το 1977 στην πρωινή
ζώνη, συµπεριλαµβάνει στο πρόγραµµά της από τότε µέχρι και σήµερα µια ποικιλία ντοκιµαντέρ (ως
εκπαιδευτικές ταινίες), για διάφορα θέµατα, που σχετίζονται µε τη διδασκόµενη κάθε φορά ύλη στο
σχολείο, µε κύριο στόχο τη δυνατότητα προβολής των ταινιών αυτών στους µαθητές/τριες από τους
εκπαιδευτικούς.
60
επεξεργασίας της ίδιας της ταινίας που περιγράφησαν παραπάνω, τους
διαφορετικούς τρόπους ένταξής του σε µια διδασκαλία, αλλά και µε τις
τεχνολογικές δυνατότητες που διαθέτουν τα ίδια τα οπτικοακουστικά µέσα
που χρησιµοποιούνται για την προβολή) µπορεί να καταστεί πολλαπλά
αποτελεσµατικό σε κάθε συστηµατική ή µη εφαρµογή της Περιβαλλοντικής
Εκπαίδευσης στο δηµοτικό σχολείο.
Ειδικότερα σήµερα η αξιοποίησή του ντοκιµαντέρ φύσης στην
Α/βάθµια εκπαίδευση, λαµβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του
που περιγράφησαν παραπάνω, µπορεί να λειτουργήσει διορθωτικά στην
κινδυνολογία των Μ.Μ.Ε. στα οποία στηρίζεται τα τελευταία χρόνια η
περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση στη χώρα µας και τα οποία τοποθετούν
τον άνθρωπο απέναντι από τη φύση, σε θέση επιτιθέµενου, µια αντίληψη
που αποµακρύνει το ευρύ κοινό από το στόχο της περιβαλλοντικής αγωγής
που είναι η αρµονική συµβίωση του ανθρώπου µε το περιβάλλον.
Τα ντοκιµαντέρ φύσης αποτελούν, τελικά, µια ασφαλή (ως προς την
εγκυρότητα της γνώσης που µεταδίδουν και τη συνολική διαχείριση των
θεµάτων που πραγµατεύονται κάθε φορά7), σε µεγάλη, πλέον, ποικιλία (ως
προς τη θεµατολογία τους) και προσβάσιµη µε πολλούς τρόπους (κρατική,
ιδιωτική ή συνδροµητική τηλεόραση, καταστήµατα ενοικίασης ταινιών,
προσωπικές συλλογές) πηγή γνώσεων για το περιβάλλον ευρύτερα, τόσο
για τους µαθητές/τριες όσο και για τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς8. Η
ευελιξία που προσφέρουν στην αξιοποίησή τους στη σχολική πρακτική,9 σε
συνάρτηση, πάντοτε, µε µια σειρά άλλων µορφών δράσης για το
7
Παρ’ όλα αυτά, όµως, κάθε εκπαιδευτικός, οφείλει στο πλαίσιο της προετοιµασίας που είναι
απαραίτητη για το σχεδιασµό της διδακτικής αξιοποίησης ενός ντοκιµαντέρ φύσης στη σχολική τάξη, να
επιδιώξει να διαβάσει κριτικές για την ταινία που προτίθεται να προβάλλει, να συµβουλευτεί άλλους
συναδέλφους του ή ειδικούς που πιθανόν την έχουν δει και να συλλέξει, τελικά, όσες το δυνατό
περισσότερες πληροφορίες για την παραγωγή της, τους συντελεστές, το είδος της έρευνας που
πραγµατοποιήθηκε κτλ., έτσι ώστε να διαµορφώσει ο ίδιος µια συνολική εικόνα για την εγκυρότητα της
ταινίας και για τον τρόπο που αυτή µπορεί να αξιοποιηθεί αποτελεσµατικότερα στη σχολική τάξη.
8
Ενδεικτικά, σε έρευνα που πραγµατοποιήθηκε σε εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθµιας Εκπαίδευσης Ν.
Λέσβου κατά το σχολικό έτος 2002-2003 διαπιστώθηκε ότι το επίπεδο των γνώσεων των εκπαιδευτικών
σε απλά περιβαλλοντικά θέµατα δεν είναι καθόλου ικανοποιητικό. Για παράδειγµα, δυνατότητα να
αναφέρουν πέντε παγκόσµια περιβαλλοντικά προβλήµατα είχε µόνο το 15% των εκπαιδευτικών που
συµµετείχαν στην έρευνα, ενώ όσον αφορά την πηγή ενηµέρωσής τους σηµαντική θέση προέκυψε ότι
κατέχουν τα Μ.Μ.Ε. µε συχνότητα πάνω από 53% (Σκαναβή, Πετρενίτη et al. 2005). Επίσης, σε
έρευνα µε τίτλο «Περιβάλλον και Εκπαίδευση από τη σκοπιά των Εκπαιδευτικών Α/βάθµιας και
Β/βάθµιας» στα αποτελέσµατά της προέκυψε µεταξύ άλλων ότι οι εκπαιδευτικοί ενηµερώνονται για τα
περιβαλλοντικά προβλήµατα, ως επί το πλείστον, από τα Μαζικά Μέσα Ενηµέρωσης και πολύ λιγότερο
από επιστηµονικά άρθρα και βιβλία, (Παπαναούµ 1997).
9
Το ντοκιµαντέρ φύσης, αξιοποιώντας ο εκπαιδευτικός σήµερα τις τεχνολογικές δυνατότητες των
σύγχρονων οπτικοακουστικών µέσων που του επιτρέπουν να το προσαρµόσει κάθε φορά στις
διδακτικές του ανάγκες, µπορεί να αξιοποιηθεί στη σχολική τάξη (µε την κατάλληλη πάντα
προετοιµασία και του ίδιου του εκπαιδευτικού, αλλά και των µαθητών/τριων, Βλ. Κεφάλαιο 4) είτε ως
έναυσµα για την έναρξη ή τη γενίκευση µιας συζήτησης είτε ως µέσο έµπνευσης των µαθητών/τριων
για περαιτέρω έρευνα σε κάποιο θέµα για το περιβάλλον είτε –το πιο σηµαντικό- για την επανασύνδεση
της µατιάς των µαθητών/τριων, όσον αφορά το περιβάλλον, µε την πραγµατικότητα, που
διαστρεβλώνεται συστηµατικά από τα Μ.Μ.Ε.
61
περιβάλλον µπορούν να λειτουργήσουν αντισταθµιστικά στην ενηµέρωση
των Μ.Μ.Ε. για περιβαλλοντικά θέµατα, η οποία στο σύνολό της γίνεται µε
λανθασµένο τρόπο και στηρίζεται κυρίως στον εντυπωσιασµό της εικόνας
και στην παροχή µη αξιόπιστων πληροφοριών (ΕΚΠΑΑ 2001).
Το γεγονός λοιπόν, ότι το ντοκιµαντέρ φύσης αποτελεί τον κυρίαρχο
λόγο για το περιβάλλον -το λόγο των επιστηµόνων, των ειδικών, των
πολιτικών που αποφασίζουν για αυτό αλλά και των οικολογικών
οργανώσεων που υποστηρίζουν την προστασία του- ένα λόγο δεδηλωµένα
εκπαιδευτικό, πληροφοριακό και γνωστικό, κάνει επιτακτική τη ανάγκη για
τη διερεύνηση της σχέσης των εκπαιδευτικών µε αυτό, καθώς, επίσης, και
τη διερεύνηση του βαθµού στον οποίο το αξιοποιούν στο δηµοτικό σχολείο,
στο πλαίσιο των διαφόρων περιβαλλοντικών διδακτικών πρωτοβουλιών
τους.
10
UNESCO – UNEP 1977
11
Στην συνάντηση εργασίας του ΕΚΠΑΑ (Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης) που
πραγµατοποιήθηκε στις 22 Ιουνίου του 2001 στην Αθήνα, µε θέµα: «Ζητήµατα Περιβαλλοντικής
Ευαισθητοποίησης & Εκπαίδευσης» και στην οποία συµµετείχαν επιστήµονες και εκπρόσωποι φορέων
και οργανισµών για το περιβάλλον από ολόκληρη την Ελλάδα, διαπιστώθηκε εκεί από την εξέλιξη της
συζήτησης και το διάλογο που ακολούθησε, ότι ο χώρος της περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης και
εκπαίδευσης διέπεται την τελευταία δεκαετία από µια αµηχανία, η οποία κατά κύριο λόγο οφείλεται
στην έλλειψη σταθερού ορισµού και αποσαφήνισης των εννοιών «ευαισθητοποίηση», «ενηµέρωση»,
«πληροφόρηση», «κατάρτιση» και«εκπαίδευση» (ΕΚΠΑΑ 2001)
62
ευαισθητοποίησης. Ωστόσο είναι κοινά αποδεκτό ότι η ίδια η
ευαισθητοποίηση ως µεταβλητή που συνδέεται µε την ανθρώπινη δράση
και την ανάπτυξη φιλοπεριβαλλοντικής συµπεριφοράς είναι ιδιαίτερα
σηµαντική και τη συναντούµε σε όλα τα προτεινόµενα µέχρι σήµερα
µοντέλα δράσης (συµπεριφοράς) για το περιβάλλον.
Ξεκινώντας από το παραδοσιακό µοντέλο διαµόρφωσης
περιβαλλοντικής συµπεριφοράς (βλ. Σχήµα 3.1), η ευαισθητοποίηση
ορίζεται εκεί ως το αποτέλεσµα της αύξησης του επιπέδου γνώσεις στα
άτοµα που οδηγεί στη συνέχεια στην αλλαγή των στάσεων τους και στην
ανάληψη τελικά από αυτά περιβαλλοντικής δράσης.
63
εµπλοκή (συµπάθεια/συµπόνια) για το περιβάλλον (empathetic perspective
toward the environment) κατατάσσεται στις σηµαντικές προκαταρκτικές
µεταβλητές (major entry level variables). Μάλιστα, οι ίδιοι οι ερευνητές,
τονίζουν ότι τα αποτελέσµατα διαφόρων ερευνών έχουν δείξει µια
δραµατική σχέση της ευαισθητοποίησης µε την ανάπτυξη
φιλοπεριβαλλοντικής συµπεριφοράς, προτείνοντας παράλληλα τους
εκπαιδευτές να δώσουν ιδιαίτερη σηµασία σε αυτήν (Hungerford, Volk
1990).
Σχήµα 3.2 Μοντέλο Ροής της Συµπεριφοράς κατά τους Hungerford & Volk (1990)
µε τις ήσσονος και µείζονος σηµασίας µεταβλητές που επηρεάζουν την
περιβαλλοντική δράση των πολιτών
Κέντρο ελέγχου
Προσωπική επένδυση σε
ζητήµατα του περιβάλλοντος Πρόθεση για δράση
Ελάσσονος σηµασίας
Ανδρογυνισµός
64
ντοκιµαντέρ φύσης ως ένα αξιόπιστο, ευέλικτο και αποτελεσµατικό
εργαλείο στα χέρια των εκπαιδευτικών, ικανό για τη µετάδοση γνώσεων και
την ανάπτυξη ενδιαφέροντος για το περιβάλλον ευρύτερα, σχεδιάστηκαν
και πραγµατοποιήθηκαν µε στόχο τη διερεύνηση των παραπάνω
υποθέσεων δύο έρευνες, οι οποίες και περιγράφονται παρακάτω αναλυτικά.
65
66
Α. Περιγραφική - Διερευνητική έρευνα
67
68
Α.1 Περίληψη
69
αξιοποιείται καθόλου στο δηµοτικό σχολείο, ενώ αξιοποιείται αντίστοιχα σε
ποσοστό 55,3%. Ωστόσο, όσον αφορά τη δεύτερη περίπτωση, αυτό
συµβαίνει σπάνια ή ελάχιστες φορές (ποσοστό 80,1%), ενώ µόλις 32
εκπαιδευτικοί από τους 161 που δηλώνουν ότι προβάλλουν ντοκιµαντέρ
φύσης (ποσοστό 19,9%) απαντούν και ότι το αξιοποιούν συστηµατικά.
Σχετικά µε τη διδακτική συγκυρία στο πλαίσιο της οποίας γίνονται οι
προβολές, προκύπτει καταρχήν ότι η αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης,
όταν συµβαίνει, πραγµατοποιείται ελάχιστα στο πλαίσιο προγραµµάτων
Π.Ε., παρόλο που θα περίµενε κανείς πιο αυξηµένη τη χρήση του κατά την
πραγµατοποίηση τέτοιων συστηµατικά σχεδιασµένων πρωτοβουλιών, όπου
ποικίλουν οι δραστηριότητες και τα µεθοδολογικά εργαλεία που
χρησιµοποιούνται.
Συνολικά, παρατηρήθηκε ότι ποσοστό 50,3%, δηλώνει ως µία από
τις επιλογές του ή ως αποκλειστική επιλογή του ότι χρησιµοποιεί το
ντοκιµαντέρ φύσης στο πλαίσιο συγκεκριµένων διδακτικών αναγκών,
δηλαδή στο πλαίσιο ενός µαθήµατος για το περιβάλλον ή ενός
προγράµµατος περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, ενώ ποσοστό 31,1% στις
απαντήσεις του δηλώνει ως µία από τις επιλογές του ή ως αποκλειστική
επιλογή του ότι προβάλλει ντοκιµαντέρ φύσης στο σχολείο του στο πλαίσιο
µιας ελεύθερης ώρας, γεγονός που αποδεικνύει αντίστοιχα και τη µη
συστηµατική, οργανωµένη διδακτικά και συνεπώς πρόχειρη αξιοποίησή του.
Ωστόσο, παρά τα παραπάνω µη ενθαρρυντικά αποτελέσµατα, ως
προς την αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης, η συντριπτική πλειοψηφία
των ερωτηθέντων, 275 από τους 291, ποσοστό 94,5%, θεωρεί ότι το
ντοκιµαντέρ φύσης µπορεί να συµβάλλει στην ευαισθητοποίηση των
µαθητών/τριων για περιβαλλοντικά ζητήµατα και θεωρούν ως παράγοντες
που µπορούν να λειτουργήσουν ενισχυτικά στην αξιοποίηση του από
περισσότερους εκπαιδευτικούς την υλικοτεχνική υποδοµή των σχολικών
µονάδων, την ύπαρξη πλούσιας εκπαιδευτικής ταινιοθήκης που να
ανταποκρίνεται στις διδακτικές τους ανάγκες, την επιµόρφωσή τους στην
διδακτική αξιοποίηση της συγκεκριµένης κατηγορίας ντοκιµαντέρ, καθώς
και την ύπαρξη νοµοθετικού πλαισίου, την ένταξη δηλαδή της Π.Ε. στο
επίσηµο αναλυτικό πρόγραµµα του σχολείου και την παροχή κινήτρων.
Σχετικά µε την υλικοτεχνική υποδοµή των σχολικών µονάδων
διαπιστώθηκε ότι διαθέτουν όλες τον απαραίτητο βασικό εξοπλισµό (και όχι
µόνο) για την πραγµατοποίηση εκπαιδευτικών προβολών µε ντοκιµαντέρ,
70
οι εκπαιδευτικοί δηλώνουν εξοικειωµένοι στη χρήση των οπτικοακουστικών
µέσων, ωστόσο οι εκπαιδευτικές ταινιοθήκες τους ως προς τη διάθεση
ντοκιµαντέρ γενικής θεµατολογίας για τα διάφορα µαθήµατα, αλλά και
ειδικά ως προς την κατοχή ντοκιµαντέρ φύσης, χαρακτηρίζονται ανεπαρκής,
γεγονός που αναγκάζει, όπως φάνηκε από τα αποτελέσµατα της έρευνας,
τους εκπαιδευτικούς που προβάλλουν ντοκιµαντέρ φύσης στους
µαθητές/τριές τους, να τα προµηθεύονται από άλλους χώρους έξω από το
σχολείο (προσωπική συλλογή, καταστήµατα ενοικίασης ταινιών).
Επιπλέον, προκύπτει ότι, στο πλαίσιο των διαφόρων επιµορφώσεων
για την Π.Ε. από επιστηµονικούς φορείς, το ντοκιµαντέρ φύσης δεν
αναφέρεται συστηµατικά ως ένα εκπαιδευτικό εργαλείο κατάλληλο για την
επιστηµονική εκπαίδευση και τη συζήτηση για τη φύση ούτε προτείνονται
τρόποι για τη διδακτική αξιοποίηση του µε στόχο την περιβαλλοντική
ευαισθητοποίηση των µαθητών/τριών.
Τέλος, παρατηρήθηκε ένας αρκετά ικανοποιητικός συσχετισµός, ως
προς τη σύνδεση της εξωσχολικής σχέσης των εκπαιδευτικών µε το
ντοκιµαντέρ φύσης και την αξιοποίησή του στη σχολική τάξη, αφού από
τους 161 εκπαιδευτικούς που δήλωσαν ότι προβάλλουν ντοκιµαντέρ φύσης
στους µαθητές/τριές τους, οι περισσότεροι από αυτούς, σύνολο 139
(ποσοστό 86,3%) δηλώνουν παράλληλα ότι παρακολουθούν ταινίες
ανάλογου περιεχοµένου και στην προσωπική τους ζωή.
71
Α.2 Στόχοι έρευνας
Γενικός στόχος
Ειδικοί στόχοι
72
Α.3 Μεθοδολογία έρευνας
73
αριθµός σχολείων που έπρεπε να επιλεγούν τυχαία, µε βάση τους
ονοµαστικούς καταλόγους των δηµοτικών σχολείων που υπάρχουν στις
αντίστοιχες Διευθύνσεις Πρωτοβάθµιας Εκπαίδευσης και που αποτέλεσαν
τις µονάδες του δείγµατος µας.
74
Πίνακας 3.2 Αποτελέσµατα 20 τυχαίων αριθµών και τα αντίστοιχα δηµοτικά
σχολεία που επελέγησαν σε σύνολο 196 από την Δυτική Περιφέρεια Θεσσαλονίκης
75
α. Ερωτήσεις κατηγορίας όπου ζητείται από τους εκπαιδευτικούς
µια µόνον απάντηση σε δεδοµένο κατάλογο αµοιβαίως
αποκλειόµενων ή προτεινόµενων εναλλακτικών απαντήσεων.
76
εκπαιδευτικών ταινιοθηκών (και ειδικότερα µε θεµατικά ντοκιµαντέρ για το
περιβάλλον) σε συνδυασµό µε την ικανότητα των εκπαιδευτικών να τα
χρησιµοποιούν (ερώτηση 16) λειτουργεί ενισχυτικά ή αποτρεπτικά στην
αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης στο δηµοτικό σχολείο.
Οι ερωτήσεις 7, 8, 9, και 10 στόχο έχουν να διερευνήσουν το βαθµό,
τη συχνότητα και τη διδακτική συγκυρία (πρόγραµµα Π.Ε., µάθηµα για το
περιβάλλον, ελεύθερη ώρα) στην οποία το ντοκιµαντέρ φύσης αξιοποιείται
από τους εκπαιδευτικούς στην Α/βάθµια εκπαίδευση και να δώσουν κατά
συνέπεια πληροφορίες για το αν και για το πόσο συστηµατικά και
οργανωµένα διδακτικά αξιοποιείται το ντοκιµαντέρ φύσης στο σχολείο.
Για τις απόψεις των εκπαιδευτικών ως προς την ικανότητα του
ντοκιµαντέρ φύσης να συµβάλλει στην περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση
των µαθητών/τριών καθώς, επίσης, και για τους παράγοντες εκείνους ή
τους συνδυασµούς παραγόντων που θα λειτουργούσαν ενισχυτικά στην
εκπαιδευτική αξιοποίηση του από περισσότερους εκπαιδευτικούς
επιδιώκεται η συλλογή στοιχείων µε τις ερωτήσεις 11 και 12.
Οι ερωτήσεις 14 και 15 διερευνούν το βαθµό και τη συχνότητα στην
οποία προτείνεται το ντοκιµαντέρ φύσης από τους διάφορους φορείς στο
πλαίσιο επιµορφώσεων για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, ενώ, η
ερώτηση 13, έχει ως στόχο τη συλλογή στοιχείων για τη σχέση των
εκπαιδευτικών µε ανάλογου περιεχοµένου ντοκιµαντέρ έξω από το σχολείο.
Επιπλέον, ο συνδυασµός των ερωτήσεων 13 και 7 µπορεί να µας δώσει
πληροφορίες σχετικά µε το πόσο οι εκπαιδευτικοί που παρακολουθούν
ντοκιµαντέρ φύσης εξωσχολικά είναι και εκείνοι που το αξιοποιούν στο
σχολείο.
Τέλος, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η ερώτηση 16 η οποία
διερευνά την εξοικείωση των ερωτηθέντων στη χρήση των παραδοσιακών,
αλλά και των πιο σύγχρονων οπτικοακουστικών µέσων [Βίντεο, τηλεόραση,
Dvd player, µηχάνηµα προβολής εικόνων και ταινιών (projector)].
77
Α.4 Πιλοτική Έρευνα
Α.5.1.1 Φύλο
78
Πίνακας 3.3 Κατανοµή δείγµατος µε βάση το φύλο (ερ. 1.1)
Φύλο
Άνδρας
Γυναίκα
156 135
Α.5.1.2 Ηλικία
79
Γράφηµα 3.2 Κατανοµή δείγµατος µε βάση την ηλικία
125
__
100
Frequency
75
127
43,64%
104
50
35,74%
11
3,78%
25 49
16,84%
Ηλικία
80
Πίνακας 3.5 Κατανοµή δείγµατος µε βάση τα έτη προϋπηρεσίας (ερ. 1.3)
Έτη Προϋπηρεσίας
22
7,56%
Λιγότερο από 5
43 χρόνια
14,78%
5 - 10 χρόνια
120 11 - 20 χρόνια
41,24% 106
36,43% Περισσότερο από 20
χρόνια
Α.5.1.4 Σπουδές
81
δηλώνουν ότι κατέχουν 2 µόνον εκπαιδευτικοί (ποσοστό 0,7%), ενώ
πτυχίο Παιδαγωγικής Ακαδηµίας χωρίς να έχουν συµµετάσχει σε κάποιο
πρόγραµµα εξοµοίωσης έχουν 8 εκπαιδευτικοί (ποσοστό 2,7%) (βλ. πίνακα
3.6).
Συνολικά, παρατηρούµε ότι οι συµµετέχοντες στο δείγµα µας
εκπαιδευτικοί έχουν πανεπιστηµιακή εκπαίδευση, ενώ ικανοποιητικό
ποσοστό της τάξεως του 35,4% έχει προχωρήσει και σε µεταπτυχιακές
σπουδές (Διδασκαλείο, Μεταπτυχιακή διατριβή, Διδακτορική διατριβή).
82
το σχολείο τους διαθέτει και επιπλέον µηχανήµατα για οπτικοακουστικές
προβολές (Dvd Player2 , Projector3).
Αναλυτικά, 37 εκπαιδευτικοί (ποσοστό 12,7%) δηλώνουν ότι το
σχολείο τους διαθέτει µόνο βίντεο και τηλεόραση, 17 εκπαιδευτικοί
(ποσοστό 5,8%) απαντούν ότι η σχολική τους µονάδα διαθέτει επιπλέον
του βασικού εξοπλισµού και projector, 94 (ποσοστό 32,3%) δηλώνουν ότι
το σχολείο τους διαθέτει βίντεο, τηλεόραση και Dvd Player, ενώ 143
(ποσοστό 49,1%), σχεδόν το µισό δείγµα, δηλώνει ότι η σχολική µονάδα
που υπηρετούν διαθέτει πλήρη οπτικοακουστικό εξοπλισµό (Βίντεο, Dvd
Player, Τηλεόραση, Projector) (βλ. πίνακα 3.7 & γράφηµα 3.4).
Συνολικά, διαπιστώνουµε ότι και οι 35 δειγµατοληπτικές σχολικές
µονάδες της έρευνάς µας διαθέτουν σε πρώτο επίπεδο βασικό εξοπλισµό
για εκπαιδευτικές προβολές µε τη χρήση ντοκιµαντέρ, ενώ οι περισσότερες
από αυτές διαθέτουν και επιπλέον τεχνολογικές δυνατότητες ικανές να
τους εξασφαλίσουν καλύτερη ποιότητα εικόνας (Dvd player) καθώς και
ευελιξία (µέσω της ύπαρξης του projector) στις προβολές των εν λόγω
ταινιών στους/στις µαθητές/τριές τους.
2
DVD Player (Digital Video Disk Player): Μηχάνηµα αναπαραγωγής ψηφιακών δίσκων (ταινιών)
3
Projector: Μηχάνηµα προβολής εικόνων ή ταινιών
83
Γράφηµα 3.4 Υλικοτεχνική υποδοµή σχολικών µονάδων
(απαντήσεις εκπαιδευτικών)
17 Βίντεο, Τηλεόραση
5,84%
37 Βίντεο, Projector,
12,71% Τηλεόραση
4
Με τη φράση γενική εκπαιδευτική ταινιοθήκη εννοούµε εδώ ταινιοθήκη που να περιλαµβάνει συνολικά
ταινίες για όλα τα διδασκόµενα µαθήµατα στο δηµοτικό σχολείο.
84
Γράφηµα 3.5 Ύπαρξη εκπαιδευτικών ταινιοθηκών στις σχολικές µονάδες και
αξιολόγηση της επάρκειάς τους από τους εκπαιδευτικούς
Στην ταινιοθήκη του σχολείου σας θεωρείτε ότι υπάρχει ικανοποιητικός αριθµός
ντοκιµαντέρ και ποικιλία θεµάτων για να καλύψει τις εκπαιδευτικές ανάγκες για προβολές
στα διάφορα µαθήµατα;
Δε διαθέτει
εκπαιδευτική
ταινιοθήκη
Όχι, είναι
44 ανεπαρκής
15,12%
247
84,88%
85
Πίνακας 3.9 Διάθεση ντοκιµαντέρ για το περιβάλλον και την Περιβαλλοντική
Εκπαίδευση στις ταινιοθήκες των σχολείων (ερ. 6)
86
Α.5.2.2 Εξοικείωση εκπαιδευτικών στη χρήση και την αξιοποίηση
των οπτικοακουστικών µέσων
Πίνακας 3.10 Εξοικείωση εκπαιδευτικών στη χρήση και την αξιοποίηση των
οπτικοακουστικών µέσων (ερ. 16)
87
Γράφηµα 3.7 Εξοικείωση εκπαιδευτικών στη χρήση και την αξιοποίηση των
οπτικοακουστικών µέσων
Πόσο εξοικειωµένοι θεωρείται ότι είστε στη χρήση και την αξιοποίηση
Πόσο εξοικειωµένοι θεωρείτε ότι είστε στη χρήση
των οπτικοακουστικών των νέων τεχνολογιών
µέσων;
Ελάχιστα
17
5,84% Αρκετά
Πολύ
Πάρα πολύ
38 53
13,06% 18,21%
183
62,89%
88
Πίνακας 3.11 Αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης από τους εκπαιδευτικούς στο
δηµοτικό σχολείο (ερ. 7)
Γράφηµα 3.8 Αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης από τους εκπαιδευτικούς στο
δηµοτικό σχολείο
Ναι
Όχι
130 161
44,67% 55,33%
89
Πίνακας 3.12 Συχνότητα αξιοποίησης του ντοκιµαντέρ φύσης από τους
εκπαιδευτικούς στο δηµοτικό σχολείο (ερ. 8)
90
Πίνακας 3.13 Πίνακας συνάφειας για τον συνδυαστικό έλεγχο της συχνότητας
αξιοποίησης του ντοκιµαντέρ φύσης και τους χώρους προµήθειας του
(ερ. 8, 9.1, 9.2, 9.3)
Ερώτηση 8
100
80
60
Συχνότητα
98
60,87%
40
10
6,21%
20
40 9
24,84% 4
5,59%
2,48%
91
Όσον αφορά τη διδακτική συγκυρία στο πλαίσιο της οποίας οι εκπαιδευτικοί
επιλέγουν να προβάλλουν στους/στις µαθητές/τριες τους ντοκιµαντέρ
φύσης αυτή είναι ιδιαίτερα σηµαντική, αφού η αξιολόγησή της µπορεί να
µας δώσει πολύτιµες πληροφορίες για τις διδακτικές ανάγκες σχετικά µε
περιβαλλοντικά ζητήµατα, που ωθούν τους εκπαιδευτικούς να
αξιοποιήσουν ανάλογες ταινίες.
Διαπιστώνουµε λοιπόν ότι, η πλειονότητα των εκπαιδευτικών,
σύνολο 99 από τους 161, ποσοστό 61,5%, απαντά ότι χρησιµοποιεί
ντοκιµαντέρ φύσης στο πλαίσιο ενός µαθήµατος για το περιβάλλον ή
γενικά σε µια ελεύθερη ώρα ή και στις δύο περιπτώσεις. 48 εκπαιδευτικοί,
ποσοστό 29,8%, απαντά θετικά σε όλες τις επιλογές της ερώτησης, ενώ 14
µόνο ερωτηθέντες, ποσοστό 8,7% απαντά ότι προβάλλει ντοκιµαντέρ
φύσης αποκλειστικά στο πλαίσιο ενός προγράµµατος Π.Ε (βλ. πίνακα 3.14
& γράφηµα 3.10).
Προκύπτει από τα παραπάνω στοιχεία, καταρχήν, ότι η αξιοποίηση
του ντοκιµαντέρ φύσης, όταν συµβαίνει, πραγµατοποιείται ελάχιστα στο
πλαίσιο προγραµµάτων Π.Ε., παρόλο που θα περίµενε κανείς πιο αυξηµένη
τη χρήση του κατά την πραγµατοποίηση τέτοιων συστηµατικά
σχεδιασµένων πρωτοβουλιών, όπου ποικίλουν οι δραστηριότητες και τα
µεθοδολογικά εργαλεία που χρησιµοποιούνται.
Συνολικά, 81 εκπαιδευτικοί, ποσοστό 50,3%, δηλώνουν ως µία από
τις επιλογές του ή ως αποκλειστική επιλογή τους ότι χρησιµοποιούν το
ντοκιµαντέρ φύσης στο πλαίσιο συγκεκριµένων διδακτικών αναγκών,
δηλαδή στο πλαίσιο ενός µαθήµατος για το περιβάλλον ή ενός
προγράµµατος περιβαλλοντικής εκπαίδευσης ενώ, 50 από τους 161
εκπαιδευτικούς, ποσοστό 31,1% στις απαντήσεις του δηλώνει ως µία από
τις επιλογές του ή ως αποκλειστική επιλογή του ότι προβάλλει ντοκιµαντέρ
φύσης στο σχολείο του γενικά στο πλαίσιο µιας ελεύθερης ώρας, γεγονός
που αποδεικνύει αντίστοιχα τη µη συστηµατική, οργανωµένη διδακτικά και
συνεπώς πρόχειρη αξιοποίησή του. Τέλος, 48 εκπαιδευτικοί, ποσοστό
29,8%, απαντά θετικά σε όλες τις επιλογές της ερώτησης.
92
Πίνακας 3.14 Συγκυρία αξιοποίησης του ντοκιµαντέρ φύσης από τους
εκπαιδευτικούς στο δηµοτικό σχολείο (ερ. 10)
Στο πλαίσιο
προγράµµατος Π.Ε.
Στο πλαίσιο ενός
µαθήµατος για το
περιβάλλον
14
8,7% Σε µια ελεύθερη
ώρα
48
29,81% Στο πλαίσιο ενός
49 µαθήµατος για το
30,43% περιβάλλον/ Σε µια
ελεύθερη ώρα
18
18… Όλα τα παραπάνω
11,2%
32
19,88%
93
Α.5.2.4 Χαρακτηριστικά (προφίλ) των εκπαιδευτικών που
αξιοποιούν το ντοκιµαντέρ φύσης στο σχολείο
94
από 5 χρόνια προϋπηρεσία και µόλις 10 εκπαιδευτικοί διαθέτουν
περισσότερο από 20 χρόνια προϋπηρεσίας (βλ. πίνακα 3.17).
95
επιµόρφωση στην Π.Ε. (βλ. πίνακα 3.19). Ωστόσο, ελέγχοντας τη
συχνότητα που τους έχει γίνει κάποια αναφορά για το ντοκιµαντέρ φύσης
στο πλαίσιο αυτών των επιµορφώσεων προκύπτει ότι, από τους 91
εκπαιδευτικούς, στους 45 (ποσοστό 49,5%) δεν έχει αναφερθεί ποτέ,
στους 35 εκπαιδευτικούς (ποσοστό 38,5%) ελάχιστα και µόνο 11 (ποσοστό
12,0 %) δηλώνουν ότι τους έχουν µιλήσει για το ντοκιµαντέρ φύσης συχνά.
(βλ. πίνακα 3.20).
Αξιολογώντας τα παραπάνω στοιχεία οδηγούµαστε στο συµπέρασµα
ότι ικανό ποσοστό των εκπαιδευτικών που αξιοποιούν το ντοκιµαντέρ
φύσης στο σχολείο έχει παρακολουθήσει και κάποιας µορφής επιµόρφωση
στην Π.Ε.. Όµως, φαίνεται ότι η συµµετοχή τους αυτή δε λειτούργησε
ενισχυτικά στην αξιοποίηση του συγκεκριµένου εργαλείου, αφού η
πλειονότητα αυτών δηλώνει ότι κατά τη διάρκεια των σεµιναρίων δεν τους
έχει γίνει καµιά αναφορά για το ντοκιµαντέρ φύσης ή τους έχει γίνει
ελάχιστες φορές.
96
Α.5.2.5 Οι απόψεις των εκπαιδευτικών για τη συµβολή των
ντοκιµαντέρ φύσης στην περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση των
µαθητών/τριων. Τι θεωρούν ότι θα λειτουργούσε ενισχυτικά στην
αξιοποίησή του από περισσότερους εκπαιδευτικούς.
Πιστεύετε ότι η εκπαιδευτική αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης µπορεί να συµβάλλει στην
περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση των µαθητών/τριών;
__
300
250
200
Συχνότητα
150 275
94,5%
100
50
0 16
Ναι Όχι 5,5%
97
Σχετικά µε τους παράγοντες εκείνους που µπορούν να λειτουργήσουν
ενισχυτικά στην αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης στο σχολείο οι
εκπαιδευτικοί µέσα από ένα κατάλογο (ερ. 12) είχαν τη δυνατότητα να
δηλώσουν µία η περισσότερες επιλογές.
Έτσι, από την επεξεργασία των απαντήσεών τους παρατηρούµε ότι
αρκετά υψηλό ποσοστό των ερωτηθέντων της τάξεως του 64,9%, σύνολο
189 εκπαιδευτικοί από τους 291, δηλώνουν ως ενισχυτικούς παράγοντες
στην αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης, την υλικοτεχνική υποδοµή των
σχολικών µονάδων, την πλούσια εκπαιδευτική ταινιοθήκη και την
επιµόρφωσή τους στην διδακτική αξιοποίηση της συγκεκριµένης
κατηγορίας ντοκιµαντέρ, ενώ ακόµη 77 εκπαιδευτικοί (ποσοστό 26,5%)
δηλώνουν, επιπλέον των παραπάνω, ως σηµαντικό παράγοντα και την
ύπαρξη νοµοθετικού πλαισίου, την ένταξη δηλαδή της περιβαλλοντικής
εκπαίδευσης στο αναλυτικό πρόγραµµα του δηµοτικού σχολείου και την
παροχή κινήτρων (βλ. πίνακα 3.21 & γράφηµα 3.12).
98
Γράφηµα 3.12 Παράγοντες που µπορούν να λειτουργήσουν ενισχυτικά στην
αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης από περισσότερους εκπαιδευτικούς
Πλούσια εκπαιδευτική
ταινιοθήκη
Επιµόρφωση για το
ντοκιµαντέρ φύσης
Υλικοτεχνική υποδοµή
+ Πλούσια εκπ.
ταινιοθήκη
Υλικοτεχνική υποδοµή
+ Πλούσια ταινιοθήκη
+ Επιµόρφωση
Υλικοτεχνική υποδοµή
+ Πλούσια ταινιοθήκη
+ Επιµόρφωση+
Νοµοθετικο Πλαίσιο
Υλικοτεχνική υποδοµή
στο σχολείο +
Επιµόρφωση
Πλούσια εκπ.
ταινιοθήκη +
Επιµόρφωση
Πλούσια εκπ.
ταινιοθήκη +
Επιµόρφωση +
Νοµοθετικό πλαίσιο
99
εκπαιδευτικοί, ποσοστό 58,8%, δηλώνουν ότι δεν έχουν επιµορφωθεί ποτέ
και 120, ποσοστό 41,2%, δηλώνουν ότι έχουν παρακολουθήσει κάποιας
µορφής επιµόρφωση (βλ. πίνακα 3.22).
100
Πίνακας 3.23 Συχνότητα που προτείνεται το ντοκιµαντέρ φύσης ως εργαλείο
περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης, στους εκπαιδευτικούς που παρακολουθούν
σχετικές µε την Π.Ε. επιµορφώσεις (ερ. 15)
Συνολικά, στο πλαίσιο της επιµόρφωσης που είχατε, σάς πρότειναν την εκπαιδευτική
αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης στους µαθητές/τριες σας ως εργαλείο περιβαλλοντικής
ευαισθητοποίησης;
Όχι
Μια φορά
11
9,17% Ελάχιστες φορές
Συχνά
56
46,67%
47
39,17%
101
πίνακα 3.24 προκύπτει ότι υπάρχει ένας αρκετά ικανοποιητικός
συσχετισµός, δηλαδή από τους 161 εκπαιδευτικούς που δήλωσαν ότι
προβάλλουν ντοκιµαντέρ φύσης στους µαθητές/τριές τους, οι περισσότεροι
από αυτούς, σύνολο 139 (ποσοστό 86,4%) δηλώνουν παράλληλα ότι
παρακολουθούν ανάλογα ντοκιµαντέρ και στην προσωπική τους ζωή.
Αντίθετα, από τους 130 εκπαιδευτικούς που απάντησαν αρνητικά στην
αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης στην τάξη τους παρατηρούµε ότι η
πλειονότητα αυτών, σύνολο 108 (ποσοστό 83,0%), δεν παρακολουθεί
ντοκιµαντέρ αντίστοιχου περιεχοµένου εξωσχολικά.
102
Α.5.3 Συζήτηση - Συµπεράσµατα
103
έχουν παρακολουθήσει σχετικές επιµορφώσεις, σχεδόν οι µισοί, ποσοστό
46,7%, δεν έχουν ακούσει ποτέ για το ντοκιµαντέρ φύσης, ενώ, επίσης ένα
σηµαντικό ποσοστό από τους υπολοίπους, της τάξεως του 44,2%, του έχει
προταθεί η διδακτική αξιοποίηση του συγκεκριµένου εργαλείου από µία έως
ελάχιστες φορές.
Αν θεωρήσουµε λοιπόν τις συγκεκριµένες επιµορφώσεις ως µια
βασική πηγή γνώσεων και µεθοδολογίας για την εκπόνηση
περιβαλλοντικών προγραµµάτων αλλά και ευρύτερα για τη διδακτική
αντιµετώπιση των διαφόρων περιβαλλοντικών ζητηµάτων στο σχολείο, το
ντοκιµαντέρ φύσης αποτελεί ένα εκπαιδευτικό εργαλείο µε το οποίο οι
εκπαιδευτικοί δεν είναι καθόλου ή ελάχιστα εξοικειωµένοι.
Επιπλέον, ένας δεύτερος λόγος, που αναδεικνύεται από την
αξιολόγηση των αποτελεσµάτων της έρευνας και µπορεί να θεωρηθεί
σηµαντικός για τη µη αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης στο σχολείο,
αποτελεί το γεγονός ότι ενώ όλες οι σχολικές µονάδες που συµµετείχαν
στην παρούσα έρευνα διαθέτουν τον απαραίτητο βασικό τεχνολογικό
εξοπλισµό για την υποστήριξη εκπαιδευτικών προβολών και, µάλιστα, οι
περισσότερες από αυτές διαθέτουν και επιπλέον τεχνολογικές δυνατότητες
ικανές να τους εξασφαλίσουν καλύτερη ποιότητα εικόνας (Dvd player)
καθώς και ευελιξία (projector) στις προβολές των ταινιών στους/στις
µαθητές/τριές τους, ωστόσο οι ταινιοθήκες τους χαρακτηρίζονται
ανεπαρκείς από την συντριπτική πλειοψηφία των ερωτηθέντων, (σύνολο
247 εκπαιδευτικοί από τους 291, ποσοστό 84,9%), ενώ 44 εκπαιδευτικοί
(ποσοστό 15,1%) απαντούν αρνητικά ακόµη και στην ύπαρξη ταινιοθήκης
στη σχολική τους µονάδα. Ειδικότερα, ως προς την ύπαρξη ντοκιµαντέρ
φύσης σε αυτές, σε ποσοστό 92,3%, οι εκπαιδευτικοί απαντούν ότι
διαθέτουν λίγα ή ελάχιστα.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι αν και οι σχολικές µονάδες
διαθέτουν σχετικές υποδοµές και οι εκπαιδευτικοί δηλώνουν εξοικειωµένοι
µε τη χρήση των οπτικοακουστικών µέσων, ωστόσο δεν µπορούν να
λειτουργήσουν αυτοδύναµα στην υποστήριξη εκπαιδευτικών προβολών στο
σχολείο λόγω ανεπαρκών ή έλλειψης περιβαλλοντικών ταινιοθηκών, µε
αποτέλεσµα οι εκπαιδευτικοί που πιθανόν θα επιδίωκαν µια συστηµατική
χρήση του ντοκιµαντέρ φύσης να πρέπει να προµηθεύονται τις ταινίες τους
από άλλους χώρους, έξω από το σχολείο, µια διαδικασία που επιτείνει τη
µη αξιοποίηση του εν λόγω εργαλείου. Αυτό µάλιστα διαπιστώθηκε και
104
στην παρούσα έρευνα, όπου µόνο οι εκπαιδευτικοί που δηλώνουν ότι
προβάλλουν σπάνια ή ελάχιστες φορές ντοκιµαντέρ φύσης στους/στις
µαθητές/τριές τους είναι εκείνοι που χρησιµοποιούν αποκλειστικά και µόνο
τα ελάχιστα ή λίγα ντοκιµαντέρ φύσης που διαθέτουν οι ταινιοθήκες των
σχολείων τους, ενώ η πλειοψηφία των υπολοίπων (σύνολο 107 από τους
161, ποσοστό 66,5%) απαντά ότι δεν χρησιµοποιεί καθόλου τη σχολική
ταινιοθήκη και προµηθεύεται ντοκιµαντέρ µόνο από την προσωπική του
συλλογή (98 εκπαιδευτικοί, ποσοστό 60,9%) ή τα προµηθεύεται από
καταστήµατα ενοικίασης ταινιών (Video Club) (9 εκπαιδευτικοί, ποσοστό
5,6%).
Η ανάγκη, συνεπώς, για πλούσιες σε περιβαλλοντικά θέµατα (και
όχι µόνο) ταινιοθήκες, αλλά και για επιµόρφωση των εκπαιδευτικών στη
διδακτική αξιοποίηση της συγκεκριµένης κατηγορίας ταινιών είναι δύο
παράγοντες που οι συµµετέχοντες στην έρευνα αναγνωρίζουν και
δηλώνουν ότι θα λειτουργούσαν ενισχυτικά στην αξιοποίηση του
ντοκιµαντέρ φύσης από περισσότερους εκπαιδευτικούς, προσθέτοντας
επιπλέον στις επιλογές τους και την ανάγκη για ύπαρξη υλικοτεχνικής
υποδοµής (που όµως από την έρευνα προκύπτει ότι υφίσταται) (σύνολο
266 εκπαιδευτικοί από τους 291, ποσοστό 91,4%), ενώ 77 εκπαιδευτικοί,
ποσοστό 26,5% προτείνουν επιπλέον ως ενισχυτικό παράγοντα και την
ένταξη της Π.Ε. στο αναλυτικό πρόγραµµα, προφανώς για τη δηµιουργία
περισσότερων κινήτρων για ενασχόληση µε περιβαλλοντικά ζητήµατα στο
σχολείο.
Στους παράγοντες, όµως, που φαίνεται να επηρεάζουν τους
εκπαιδευτικούς στην αξιοποίηση των ντοκιµαντέρ φύσης στο σχολείο
προκύπτει από την έρευνα ότι είναι και η παρακολούθηση αντίστοιχων
ταινιών εξωσχολικά. Συγκεκριµένα, διαπιστώθηκε ότι υπάρχει ένας αρκετά
ικανοποιητικός συσχετισµός, δηλαδή από τους 161 εκπαιδευτικούς που
δήλωσαν ότι προβάλλουν ντοκιµαντέρ φύσης στους µαθητές/τριές τους, οι
περισσότεροι από αυτούς, σύνολο 139 (ποσοστό 86,4%) δήλωσαν
παράλληλα ότι παρακολουθούν ανάλογα ντοκιµαντέρ και στην προσωπική
τους ζωή. Αντίθετα, από τους 130 εκπαιδευτικούς που απάντησαν αρνητικά
στην αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης στην τάξη τους παρατηρούµε ότι η
πλειονότητα αυτών, σύνολο 108 (ποσοστό 83,0%), δεν παρακολουθεί
ντοκιµαντέρ αντίστοιχης θεµατολογίας εξωσχολικά.
105
Συνθέτοντας το προφίλ των εκπαιδευτικών που δηλώνουν ότι
χρησιµοποιούν ντοκιµαντέρ φύσης διαπιστώνουµε ότι ηλικιακά, οι
περισσότεροι (ποσοστό 75,1%) είναι από 31 έως 50 χρόνων (72
εκπαιδευτικοί, 31 – 40 χρόνων και 49 εκπαιδευτικοί, 41 – 50 χρόνων),
Αντίστοιχα, ως προς τα έτη προϋπηρεσίας διαπιστώνουµε ότι η πλειονότητα
αυτών, σύνολο 122 (ποσοστό 75,8%), έχουν από σχετικά µεγάλη (5 έως
10 χρόνια, 58 εκπαιδευτικοί) έως µεγάλη (11 έως 20 χρόνια, 64
εκπαιδευτικοί) εκπαιδευτική εµπειρία, ενώ όσο αφορά τις ανώτερες
σπουδές που έχουν προκύπτει ότι οι περισσότεροι, 87 εκπαιδευτικοί
(ποσοστό 54%), είναι απόφοιτοι Παιδαγωγικού Τµήµατος, ενώ ακόµη 68
(ποσοστό 42,2%) έχουν ολοκληρώσει και κάποιας µορφής µεταπτυχιακές
σπουδές (Διδασκαλείο, Μεταπτυχιακό, Διδακτορικό).
Επιπλέον, ικανό ποσοστό των εκπαιδευτικών που αξιοποιούν το
ντοκιµαντέρ φύσης στο σχολείο έχει παρακολουθήσει και κάποιας µορφής
επιµόρφωση στην Π.Ε., ωστόσο η πλειονότητα αυτών δηλώνει σχετικά µε
το συγκεκριµένο εργαλείο ότι δεν τους έχει γίνει καµιά αναφορά ή τους
έχει γίνει ελάχιστες φορές.
Ολοκληρώνοντας, οι εκπαιδευτικοί που συµµετείχαν στην έρευνα
στο σύνολό τους, αν και δεν χρησιµοποιούν καθόλου ή σπάνια ή ελάχιστες
φορές το ντοκιµαντέρ φύσης στο σχολείο τους, ωστόσο η συντριπτική
πλειοψηφία τους ανταποκρίνεται θετικά (275 από τους 291, ποσοστό
94,5%) στη δυνατότητα του ντοκιµαντέρ φύσης να συµβάλλει στην
ευαισθητοποίηση των µαθητών/τριων για περιβαλλοντικά ζητήµατα και
µόλις 16 εκπαιδευτικοί, ποσοστό 5,5%, τοποθετούνται αρνητικά. Αυτό
σηµαίνει ότι οι εκπαιδευτικοί αναγνωρίζουν τον πιθανό διδακτικό ρόλο που
µπορεί να έχει η προβολή ενός ή περισσοτέρων ντοκιµαντέρ φύσης σε
µαθητές/τριες, στο πλαίσιο µιας µικρής ή µεγάλης διδακτικής προσπάθειας,
σχετικά µε περιβαλλοντικά θέµατα ευρύτερα, ωστόσο µια σειρά από
ζητήµατα (ταινιοθήκες, επιµόρφωση κ.ά.) που αναφέρθηκαν παραπάνω
λειτουργούν αποτρεπτικά στην αξιοποίησή του και πρέπει να
αντιµετωπιστούν συστηµατικά.
106
Β. Πειραµατική έρευνα
107
108
Β.1 Περίληψη
109
Β.2 Στόχοι έρευνας
Γενικός στόχος
Ειδικοί στόχοι
110
Δηλαδή:
Μ.Ο. Πειραµατικής Οµάδας Α > Μ.Ο. Οµάδας Ελέγχου Γ
&
Μ.Ο. Πειραµατικής Οµάδας Β > Μ.Ο. Οµάδας Ελέγχου Γ
Δηλαδή:
111
Το πειραµατικό σχέδιο, συνολικά, περιλάµβανε δύο Πειραµατικές
Οµάδες Α και Β (Experimental Groups) και µια Οµάδα Ελέγχου Γ (Control
Group). Οι τρεις οµάδες δηµιουργήθηκαν µε τη µέθοδο της τυχαίας
δειγµατοληψίας (Βλ. Β.4.3, Β.4.4 & Β.4.5), έτσι ώστε να διασφαλιστεί
µεγαλύτερη πιθανότητα ισοδυναµίας µεταξύ των Πειραµατικών Οµάδων και
της Οµάδας Ελέγχου και να επιτευχθεί µια εσωτερική εγκυρότητα (Cohen,
Manion 1997).
Αναλυτικότερα, οι δύο Πειραµατικές Οµάδες Α και Β
παρακολούθησαν η κάθε µία αντίστοιχα ένα ντοκιµαντέρ φύσης µε
κεντρικό του θέµα τα έντοµα και στη συνέχεια συµπλήρωσαν
ερωτηµατολόγιο για τον έλεγχο της αποτελεσµατικότητάς του ως προς την
ανάπτυξη ευαισθητοποίησης για τη συγκεκριµένη κατηγορία ζώων. Οι
µαθητές/τριες της Οµάδας Ελέγχου Γ δεν παρακολούθησαν ντοκιµαντέρ και
συµπλήρωσαν µόνο το ερωτηµατολόγιο της έρευνας (Βλ. Σχήµα 3.3).
Επιπλέον, είναι απαραίτητο να σηµειωθεί εδώ, ότι το ντοκιµαντέρ
που προβλήθηκε σε κάθε οµάδα είχε βέβαια το ίδιο αντικείµενο (τα έντοµα),
ωστόσο, άνηκε σε διαφορετική σχολή, προσέγγιζε και παρουσίαζε δηλαδή
το θέµα του µε διαφορετικό τρόπο. Πιο συγκεκριµένα, οι µαθητές/τριες
της Πειραµατικής Οµάδας Α παρακολούθησαν το ντοκιµαντέρ
«Μικρόκοσµος1», που ανήκει στα λεγόµενα non verbal ντοκιµαντέρ φύσης
(χωρίς την ύπαρξη αφηγητή, παρά µόνο για δύο λεπτά στην έναρξη της
ταινίας, µε εντυπωσιακές εικόνες και µουσική), ενώ, αντίστοιχα, οι
µαθητές/τριες της Πειραµατικής Οµάδας Β παρακολούθησαν το
ντοκιµαντέρ «Έντοµα», ένα κλασικό εκπαιδευτικό ντοκιµαντέρ ως προς τη
δοµή του, µε τη χρήση αφήγησης (βλ. Β.4.7, Β.4.7.1, Β.4.7.2). Η επιλογή
αυτή οφείλεται αφενός, σύµφωνα µε τους στόχους της έρευνας, στον
έλεγχο του βαθµού ευαισθητοποίησης που πιθανόν επιτυγχάνεται για
συγκεκριµένα περιβαλλοντικά θέµατα (εδώ τα έντοµα) µε τη προβολή
αντίστοιχων θεµατικά ντοκιµαντέρ («Μικρόκοσµος», «Έντοµα») και
αφετέρου στον έλεγχο του διαφορετικού βαθµού ευαισθητοποίησης που
πιθανόν επιτυγχάνουν δύο ντοκιµαντέρ φύσης για το ίδιο θέµα, αλλά
διαφορετικής σχολής ως προς την προσέγγιση, την τεχνοτροπία και την
παρουσίαση του.
Ως ανάπτυξη ευαισθητοποίησης στην παρούσα έρευνα θεωρείται η
1
Ο πλήρης τίτλος του ντοκιµαντέρ, όπως αποδόθηκε στα ελληνικά, είναι «Μικρόκοσµος: ο πληθυσµός
της χλόης». Ωστόσο, για λόγους συντοµίας συχνά στην παρούσα εργασία, το αναφέρουµε και ως
«Μικρόκοσµος».
112
στατιστικά σηµαντική µεταβολή συνολικά των γνώσεων, των στάσεων, των
αντιλήψεων και της συναισθηµατικής εµπλοκής των µαθητών/τριων για τα
έντοµα, µετά την προβολή του αντίστοιχου ντοκιµαντέρ φύσης σε κάθε
Οµάδα, συγκριτικά µε τους µαθητές/τριες της Οµάδας Ελέγχου Γ που δεν
παρακολούθησαν κανένα ντοκιµαντέρ.
Αξιολογούνται δηλαδή ως δείκτες ως προς τη µεταβολή τους, πέραν
της συναισθηµατικής εµπλοκής (που ορίζουν οι Hungerford & Volk (1990)
ως ευαισθητοποίηση), οι γνώσεις, οι στάσεις και οι αντιλήψεις των
υποκειµένων της έρευνας για τη συγκεκριµένη κατηγορία ζώων. Γιατί, αν
και έχει αποδειχθεί ότι η αύξηση γνώσης δεν οδηγεί σε περιβαλλοντικά
υπεύθυνη συµπεριφορά (Hungerford, Volk 1990· Marcinkowski
1998· Hwang, Kim, Jeng 2000), ωστόσο η γνώση που λαµβάνουν οι
µαθητές/τριες θεωρείται απαραίτητη για την περιβαλλοντική
ευαισθητοποίηση (Morrone et al 2001· Dimopoulos, Pantis 2003). Επιπλέον,
οι στάσεις και οι αντιλήψεις των ατόµων συνιστούν επίσης έναν αξιόπιστο
δείκτη για την ανάπτυξη περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος (Morrone et al.
2001)
Το ερωτηµατολόγιο που χρησιµοποιήθηκε σε όλες τις οµάδες είναι το
ίδιο και αναπτύχθηκε έτσι ώστε να είναι κατάλληλο για την ηλικία των
ερωτώµενων και τους επιδιωκόµενους στόχους της έρευνας. Επιπλέον,
κατά τη διάρκεια της πραγµατοποίησης της έρευνας, στους µαθητές/τριες
δόθηκαν µόνο οι απαραίτητες οδηγίες για τις διαδικασίες που θα
ακολουθηθούν (προβολή ντοκιµαντέρ για τα έντοµα και συµπλήρωση
ερωτηµατολογίου µετά την προβολή) χωρίς να υπάρξει ενηµέρωση για
τους ειδικούς στόχους της έρευνας και για τις µεταβλητές που επιδιώκεται
να µετρηθούν (blinding the subjects2), έτσι ώστε να αποφευχθούν, όσο το
δυνατόν, οι ψευδείς απαντήσεις στα ερωτηµατολόγια από τα υποκείµενα
της έρευνας (Hawthorne Effect3).
2
Blinding the subjects («Τυφλώνοντας» τα υποκείµενα): Την ιδέα τη συναντάµε συχνά στις
πειραµατικές έρευνες. Πρακτικά σηµαίνει ότι οι συµµετέχοντες στην έρευνα (υποκείµενα) δεν
γνωρίζουν τι είναι αυτό που µετριέται έτσι ώστε να επηρεαστούν και να δώσουν ψευδή αποτελέσµατα.
Ειδικότερα, στα ιατρικά πειράµατα, από όπου προέκυψε και η συγκεκριµένη διαδικασία, οι ασθενείς που
συµµετέχουν δεν γνωρίζουν ποια θεραπεία δέχονται, έτσι ώστε να µην επηρεαστούν τα αποτελέσµατα
από προϋπάρχουσες απόψεις τους ή από κάποια προκατάληψή τους για τις εν λόγω θεραπείες
(Schwarz 2006)
3
Hawthorne Effect (Η επίδραση του Hawthorne): Η ιατρική έρευνα έχει αναγνωρίσει εδώ και πολύ
καιρό τις ψυχολογικές επιδράσεις οι οποίες προκύπτουν από την απλή συµµετοχή σε φαρµακευτικά
πειράµατα, µε αποτέλεσµα να χρησιµοποιούνται συνήθως εικονικά φάρµακα και σχέδια στα οποία
υπάρχει άγνοια και από τις δύο πλευρές (Blinding the subjects), για να αντισταθµίσουν τις επιδράσεις
τους λόγω προκατάληψης από τη συµµετοχή. Κατά τον ίδιο τρόπο, οι αποκαλούµενες επιδράσεις
Hawthorne απειλούν να µολύνουν τους πειραµατικούς χειρισµούς στην εκπαιδευτική έρευνα, όταν τα
υποκείµενα συνειδητοποιούν το ρόλο τους ως πειραµατόζωων (Cohen, L. & Manion, L., 1997)
113
Σχήµα 3.3 Σχεδιάγραµµα απεικόνισης του πειραµατικού σχεδιασµού της έρευνας
4
Συνθέτοντας αλφαβητικά τους ονοµαστικούς καταλόγους των µαθητών/τριων της Στ΄τάξης που
υπάρχουν για κάθε σχολείο στα αντίστοιχα Γραφεία Πρωτοβάθµιας Εκπαίδευσης του νοµού
114
µονάδων στις οποίες φοιτούσαν τη συγκεκριµένη σχολική περίοδο.
Ως δειγµατοληπτικές µονάδες ορίστηκαν αρχικά τα δηµόσια και
ιδιωτικά δηµοτικά σχολεία του νοµού Θεσσαλονίκης (Ν=350, Ν1= 154 στη
Ανατολική Θεσσαλονίκη και Ν2= 196 στη Δυτική Θεσσαλονίκη), ενώ η
επιλογή τους έγινε µε στρωµατοποιηµένη τυχαία δειγµατοληψία
(θεωρήθηκαν ως στρώµατα η Ανατολική και Δυτική Περιφέρεια
Θεσσαλονίκης).
115
Πίνακας 3.26 Αποτελέσµατα 8 τυχαίων αριθµών και τα αντίστοιχα δηµοτικά
σχολεία που επελέγησαν σε σύνολο 154 από την Ανατολική Περιφέρεια
Θεσσαλονίκης
µαθητών/τριων=11.656).
116
Β.4.5 Οργάνωση του δείγµατος σε οµάδες
Πίνακας 3.28 Τα 6 δηµοτικά σχολεία από την Ανατολική και τη Δυτική Περιφέρεια
του νοµού Θεσσαλονίκης των οποίων οι µαθητές και οι µαθήτριες της Στ΄τάξης
συµµετείχαν στην Πειραµατική Οµάδα Α
Πίνακας 3.29 Τα 6 δηµοτικά σχολεία από την Ανατολική και τη Δυτική Περιφέρεια
του νοµού Θεσσαλονίκης των οποίων οι µαθητές και οι µαθήτριες της Στ΄τάξης
συµµετείχαν στην Πειραµατική Οµάδα Β
117
Πίνακας 3.30 Τα 6 δηµοτικά σχολεία από την Ανατολική και τη Δυτική Περιφέρεια
του νοµού Θεσσαλονίκης των οποίων οι µαθητές και οι µαθήτριες της Στ΄τάξης
συµµετείχαν στην Οµάδα Ελέγχου Γ
Για τις ανάγκες της έρευνας σχεδιάστηκε, µετά από σχετική βιβλιογραφική
ενηµέρωση, ερωτηµατολόγιο µε βάση τους παρακάτω άξονες: γνώσεις,
στάσεις και αντιλήψεις των µαθητών/τριων για τα έντοµα, συναισθηµατική
εµπλοκή (συµπάθεια/συµπόνια) για τη συγκεκριµένη κατηγορία ζώων,
καθώς και τις απόψεις τους για το ντοκιµαντέρ φύσης (βλ. Παράρτηµα Ι, σ.
161).
Το ερωτηµατολόγιο αφορούσε τον έλεγχο των µαθητών/τριών στις
παραπάνω µεταβλητές µετά την προβολή αντίστοιχου ντοκιµαντέρ για τα
έντοµα. Ειδικότερα, όσον αφορά τη δοµή του, αυτό περιλαµβάνει 1
ερώτηση κατηγορίας (ερ. 1) και 11 ερωτήσεις κλίµακας Likert (σύνολο 12
ερωτήσεις). Στις τελευταίες ζητείται ο βαθµός διαφωνίας ή συµφωνίας των
µαθητών/τριων µε ορισµένες δηλώσεις ή η συχνότητα εκδήλωσης µιας
στάσης ή συµπεριφοράς τους σχετικά µε τα έντοµα. Σε κάθε ερώτηση, πιο
συγκεκριµένα, τα υποκείµενα της έρευνας καλούνται να επιλέξουν έναν
µόνο αριθµό από το 1 έως το 5, ο οποίος αντιστοιχεί κάθε φορά σε µια
απάντηση. Να σηµειωθεί εδώ ότι, ανάλογα µε την ερώτηση, η κλίµακα είναι
προσαρµοσµένη.
Αναλυτικά, οι 12 ερωτήσεις του ερωτηµατολογίου, µπορούν να
περιγραφούν ως εξής:
118
• η ερώτηση 1 αφορά τη συλλογή στοιχείων σχετικά µε το φύλο των
συµµετέχοντων στην έρευνα (αγόρι, κορίτσι),
5
Τα έντοµα εξαιτίας του µικρού τους µεγέθους συχνά περνούν απαρατήρητα, παρά την έντονη
δραστηριότητά τους. Έτσι, όταν ένας µαθητής/τρια δηλώνει ότι «βλέπει» έντοµα δε σηµαίνει µόνο ότι
τα αναγνωρίζει και άρα µπορεί να τα δει, αλλά περισσότερο ότι χαρακτηρίζεται από ένα βαθµό
εξοικείωσης για αυτά, που έχει σαν αποτέλεσµα να µην του είναι αδιάφορη και πολύ περισσότερο
άγνωστη η ύπαρξή τους.
119
τη στάση τους σχετικά µε την ανάγκη αύξησης ή όχι του
ανθρώπινου ενδιαφέροντος για τη συγκεκριµένη κατηγορία ζώων.
Για τις ανάγκες της έρευνας, όσον αφορά τις εκπαιδευτικές προβολές που
έπρεπε να πραγµατοποιηθούν στις δύο πειραµατικές οµάδες, επιλεχθήκαν
δύο ντοκιµαντέρ φύσης µε θέµα τους τα έντοµα: το ντοκιµαντέρ
«Μικρόκοσµος: ο πληθυσµός της χλόης» των Claude Nuridsany και Marie
Pérennou (1996) και το ντοκιµαντέρ «Έντοµα», µια παραγωγή της Dorling
Kindersley Ltd και του BBC Lionheart Television International Inc. (1994)
που προσαρµόστηκε στην ελληνική γλώσσα από της εκδόσεις «Ερευνητές».
Η επιλογή αυτή των δύο ντοκιµαντέρ δεν έγινε τυχαία. Πλέον του βασικού
στόχου της παρούσας έρευνας που αποτελεί η διερεύνηση του βαθµού
ευαισθητοποίησης που µπορούν να επιτύχουν για τα έντοµα, αντίστοιχα
θεµατικά ντοκιµαντέρ όταν προβάλλονται σε µαθητές/τριες Στ΄τάξης,
εξετάζεται παράλληλα και ο βαθµός στον οποίο συµβάλλουν στην
αποτελεσµατικότητά των εν λόγω ντοκιµαντέρ, όσον αφορά το στόχο της
ευαισθητοποίησης, η δοµή και τα ειδικότερα χαρακτηριστικά τους. Για το
λόγο αυτό επιλέχθηκαν και χρησιµοποιήθηκαν δύο ταινίες τελείως
διαφορετικής σχολής ως προς την προσέγγιση και παρουσίαση του θέµατός
τους.
Πιο συγκεκριµένα, το ντοκιµαντέρ «Έντοµα», αποτελεί ένα κλασικό
ντοκιµαντέρ φύσης, µε καθαρά διδακτικό προσανατολισµό και µε χρήση
αφήγησης από την αρχή µέχρι το τέλος της ταινίας. Αντίθετα, το
ντοκιµαντέρ «Μικρόκοσµος», δε χρησιµοποιεί καθόλου αφήγηση (παρά
µόνο δύο λεπτά στην έναρξη της ταινίας) και στηρίζεται στην εκφραστική
δύναµη και τη γλώσσα των εικόνων του και της µουσικής του επένδυσης.
Το πρώτο, δηλαδή, έχει µια καθαρά διδακτική δοµή, στοχεύοντας στη
µετάδοση συγκεκριµένων γνώσεων για τα έντοµα µέσω της αφήγησης, ενώ
το δεύτερο επιδιώκει να µας διδάξει αντίστοιχα µε ένα τρόπο διαφορετικό,
βυθίζοντάς µας κυριολεκτικά σε έναν ονειρικό κόσµο, σε έναν «άγνωστο
120
πλανήτη κάτω από τον πλανήτη (Nuridsany, Pérennou 1996)» όπου τα
έντοµα ζουν γύρω και ανάµεσα µας.
Το ντοκιµαντέρ «Έντοµα» έχει διάρκεια 35 λεπτά περίπου και τα
θέµατα που πραγµατεύεται αφορούν αποκλειστικά τον πληθυσµό των
εντόµων. Αντίθετα, το ντοκιµαντέρ «Μικρόκοσµος: ο πληθυσµός της
χλόης» έχει διάρκεια 77 λεπτά και αν και αποτελεί, όπως δηλώνουν οι
δηµιουργοί του, «την ιστορία µιας ηµέρας σε ένα λιβάδι από την άποψη
των εντόµων6», ωστόσο παρουσιάζει και άλλους µικροοργανισµούς (π.χ.
αράχνες, σαλιγκάρια, κάµπιες κ.ά.) Έτσι, προκειµένου να υπάρξει η
απαραίτητη για την έρευνα ισοδυναµία µεταξύ των δύο ταινιών στη
χρονική διάρκεια αλλά και στο περιεχόµενό τους, αφαιρέθηκαν από το
ντοκιµαντέρ «Μικρόκοσµος» που προβλήθηκε στην Πειραµατική Οµάδα Α,
όλα τα κεφάλαια7 που δεν ασχολούνταν µε τα έντοµα, µε αποτέλεσµα η
διάρκεια της ταινίας να φθάσει τα 42 λεπτά και να υπάρξει έτσι η
απαραίτητη στάθµιση του υλικού.
6
Με τη φράση αυτή, µεταξύ άλλων, περιγράφει συνοπτικά το περιεχόµενο του ντοκιµαντέρ
«Μικρόκοσµος: ο πληθυσµός της χλόης» ο Claude Nuridsany, ένας από τους δύο δηµιουργούς, στο
πλαίσιο συνέντευξης του σε µικρό αφιέρωµα (Τhe making of) που περιλαµβάνεται στο ψηφιακό δίσκο
της ταινίας (Dvd) που διατίθεται στην αγορά.
7
Το ντοκιµαντέρ «Μικρόκοσµος: ο πληθυσµός της χλόης» είναι οργανωµένο σε 21 κεφάλαια. Από αυτά
αφαιρέθηκαν το κεφ. 6 «ερωτευµένα σαλιγκάρια», το κεφ. 7 «η γέννηση µιας τριχωτής κάµπιας», το
κεφ. 8 «Η παγίδα της αράχνης», το κεφ. 9 «η οδοπορεία των τριχωτών καµπιών», το κεφ. 13 «η
επίθεση της ευχαρίστησης», το κεφ. 14 «η αράχνη νερού και η φυσαλίδα φωλιά της», το κεφ. 17 «το
σαρκοβόρο φυτό» και το κεφ. 19 «η γιορτή (το φαγοπότι) των τριχωτών καµπιών».
121
Β.4.7.1 Το ντοκιµαντέρ «Μικρόκοσµος: ο πληθυσµός της χλόης»
9
ΒΡΑΒΕΙΑ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ
Καλύτερη Κινηµατογράφηση (Φωτογραφία) Γαλλική Ακαδηµία Κινηµατογράφου,
Claude Nuridsany (César Awards), 1996
Καλύτερη Κινηµατογράφηση (Φωτογραφία) Γαλλική Ακαδηµία Κινηµατογράφου,
Marie Perennou (César Awards), 1996
Καλύτερη Κινηµατογράφηση (Φωτογραφία) Γαλλική Ακαδηµία Κινηµατογράφου,
Hugues Ryffel (César Awards), 1996
Καλύτερη Κινηµατογράφηση (Φωτογραφία) Γαλλική Ακαδηµία Κινηµατογράφου,
Thierry Machado (César Awards), 1996
Καλύτερη Μουσική Επένδυση για ταινία Γαλλική Ακαδηµία Κινηµατογράφου,
Bruno Coulais (César Awards), 1996
Καλύτερος Ήχος Γαλλική Ακαδηµία Κινηµατογράφου,
Philippe Barbeau (César Awards), 1996
Καλύτερος Ήχος Γαλλική Ακαδηµία Κινηµατογράφου,
Bernard Le Roux (César Awards), 1996
Καλύτερο Μοντάζ Γαλλική Ακαδηµία Κινηµατογράφου,
Marie-Josephe Yoyotte (César Awards), 1996
Καλύτερο Μοντάζ Γαλλική Ακαδηµία Κινηµατογράφου,
Florence Ricard (César Awards), 1996
Μεγάλο Τεχνικό Βραβείο Διεθνές Φεστιβάλ Καννών, 1996
Claude Nuridsany
Μεγάλο Τεχνικό Βραβείο Διεθνές Φεστιβάλ Καννών, 1996
Marie Perennou
8
Πηγή: http://www.imdb.com/title/tt0117040/fullcredits (ανάσυρση από το διαδίκτυο: 15/04/2006)
9
Πηγή: http://www.imdb.com/title/tt0117040/awards (ανάσυρση από το διαδίκτυο: 15/04/2006)
122
προτείνεται για όλες τις ηλικίες10. Το σενάριο και η σκηνοθεσία είναι των
βιολόγων Claude Nuridsany και Marie Pérennou, ενώ την παραγωγή
µεταξύ άλλων έκανε ο Jacques Perrin11. Για την ολοκλήρωση της ταινίας
χρειάστηκαν 15 χρόνια σε έρευνες, τρία χρόνια γυρίσµατα και 6 µήνες στη
διαδικασία του µοντάζ.
Παρακολουθώντας κανείς την ταινία µπορεί εύκολα να διαπιστώσει
ότι δεν πρόκειται για ένα κλασσικό ντοκιµαντέρ φύσης µε τη χρήση
αφήγησης. Όπως δηλώνουν άλλωστε και οι ίδιοι οι δηµιουργοί, δεν
αποτέλεσε στόχο τους η παρουσίαση απλά των εντόµων µέσω µιας
διδακτικής ιστορίας, αλλά προσπαθήσανε να παρουσιάσουνε «το όραµα
ενός κόσµου που θα µας κάνει να ονειρευτούµε (Nuridsany, Pérennou
1996)».
Ειδικότερα, κύρια επιδίωξη της ταινίας είναι να οδηγήσει το θεατή
µέσα σε αυτό τον άγνωστο και εντυπωσιακό κόσµο των εντόµων κάνοντάς
τον να νιώθει ανάµεσά τους. Με τη βοήθεια ειδικών τεχνολογικών
εργαλείων, που επινοήθηκαν κυριολεκτικά για τις ανάγκες των γυρισµάτων
της ταινίας, «η κινηµατογράφηση γίνεται σε άλλη κλίµακα και είναι σαν να
βρισκόµαστε σε άλλο πλανήτη. Απρόσιτου λόγω του µεγέθους του, που
ανοίγει τις πύλες του και καλεί τον κόσµο να βγει από τη γνωστή του
κλίµακα για να ανακαλύψει έναν άλλο πλανήτη. Διαφορετικό, αλλά µε
κοινά σηµεία µε το δικό µας, όσο αλλόκοτοι και αν είναι οι κάτοικοί του
(Nuridsany, Pérennou 1996)».
Στο ντοκιµαντέρ «Μικρόκοσµος» τα έντοµα παρουσιάζονται
µεγενθυµένα (ανθρωποµορφικός ρεαλισµός), και µέσα από πολλά κοντινά
πλάνα (close ups) κινηµατογραφούνται ως ήρωες της δικής τους,
ξεχωριστής για το καθένα, καθηµερινότητας, όπου ερωτεύονται,
αναπαράγονται, εργάζονται σκληρά, αγωνίζονται τελικά για την επιβίωσή
τους, ενώ δεν λείπουν και τα ατυχήµατα που πρέπει να αντιµετωπίσουν,
όπως είναι η βροχή, που αποτελεί για αυτά έναν υγρό βοµβαρδισµό. Τα
έντοµα παρουσιάζονται σε όλο το, άγνωστο στους περισσότερους, φάσµα
µιας εικοσιτετράωρης καθηµερινότητάς τους µε προβλήµατα που, όπως
υποστηρίζει ο Claude Nuridsany, «δεν απέχουν πολύ από τα δικά µας,
10
Η ταινία έχει χαρακτηριστεί, ως προς το περιεχόµενό της, κατάλληλη για όλες τις ηλικίες (G rated,
G=General Audiences) από την Ένωση Κινηµατογραφικών Ταινιών Αµερικής (Motion Picture
Association of America).
11
Ο Jacques Perrin µετά το «Μικρόκοσµο» συµµετείχε αργότερα (2001) στην παραγωγή ενός, επίσης,
εξαιρετικού non verbal ντοκιµαντέρ φύσης µε τίτλο «Τα ταξιδιάρικα πουλιά» (Le Peuple migrateur).
123
αφού όλοι ζούµε στον ίδιο πλανήτη και η µοίρα µας είναι κοινή (Nuridsany,
Pérennou 1996)».
Η υποδοχή της ταινίας από το παγκόσµιο κοινό και τους κριτικούς12
ήταν εντυπωσιακά θερµή. Αν και ένα µέρος των κριτικών διαπίστωσε ως
µειονέκτηµα της ταινίας, όσον αφορά την ικανότητά της να λειτουργήσει
διδακτικά, την έλλειψη αφήγησης13 (η αφήγηση διαρκεί µόνο δύο λεπτά
στην έναρξη της ταινίας) και τη µεγάλη της διάρκεια13, ωστόσο οι
περισσότεροι συµφωνούν ότι η γλώσσα των εκατοντάδων µαγικών
κυριολεκτικά εικόνων που χρησιµοποιούνται στην ταινία είναι παραπάνω
από αρκετή για να µεταδώσει πληθώρα ουσιαστικών πληροφοριών και να
µας ευαισθητοποιήσει για αυτόν τον άγνωστο, κάτω από τα πόδια µας,
κόσµο. Ο µαθητής και η µαθήτρια έχει τη δυνατότητα να βυθιστεί σε έναν
άλλο πλανήτη, αν-οίκειο, µυστηριώδη και ενδιαφέρον, όπου ο χρόνος
µετρά διαφορετικά, για µια περιπέτεια στο µέγεθος ενός εκατοστού,
παρακολουθώντας άγνωστες πτυχές της ζωής αλλά και του χαρακτήρα
πολλών εντόµων στο πραγµατικό τους περιβάλλον που µέχρι εκείνη τη
στιγµή του ήτανε αδιάφορα και πολύ συχνά απωθητικά και απεχθή.
12
Για µια αναλυτική επισκόπηση της αξιολόγησης της ταινίας από έγκριτους κριτικούς του
κινηµατογράφου από ολόκληρο τον κόσµο δες στο διαδίκτυο,
http://www.imdb.com/title/tt0117040/externalreviews
13
Η κριτική αφορά στο γεγονός ότι η έλλειψη αφήγησης (όσον αφορά την ύπαρξη αφηγητή και όχι ως
προς τα αν η ταινία διαθέτει αφηγηµατική δοµή) εµποδίζει τους µαθητές/τριες να γνωρίζουν πιο έντοµο
παρακολουθούν και ποια είναι η δραστηριότητα που επιτελεί κάθε φορά, ενώ αντίστοιχα η µεγάλη
διάρκεια της ταινίας είναι πιθανό ότι θα τους κουράσει. Ωστόσο, σχετικά µε την πρώτη παρατήρηση των
κριτικών, παρακολουθώντας κανείς την ταινία (καθώς και τη συνέντευξη των συντελεστών που
περιλαµβάνεται στη ψηφιακή της έκδοση) µπορεί εύκολα να αντιληφθεί ότι στόχος της δεν αποτέλεσε η
µετάδοση ειδικών γνώσεων για τα έντοµα σχετικά µε τις επιστηµονικές ονοµασίες τους, την ανατοµία
τους, τις συνήθειες τους κτλ., αλλά η παρουσίαση τους µέσα στο πραγµατικό τους περιβάλλον, όπου
µας αποκαλύπτονται πτυχές της καθηµερινότητάς τους που πολλοί από εµάς δεν θα µπορούσαν να
φανταστούν, επιτρέποντας παράλληλα, µε την έλλειψη αφήγησης, µια ελευθερία στον καθένα να
αναγνώσει τις εικόνες της ταινίας µε το δικό του προσωπικό τρόπο, και να ευαισθητοποιηθεί για αυτή
την κατηγορία ζώων. Άλλωστε σε µια πιθανή διδακτική αξιοποίηση του εν λόγω ντοκιµαντέρ στη
σχολική τάξη, ο εκπαιδευτικός (αξιοποιώντας τις τεχνολογικές δυνατότητες που έχουν πλέον τα
σύγχρονα οπτικοακουστικά µέσα που χρησιµοποιούνται για την προβολή) µπορεί να σταµατά την ταινία
όπου κρίνει απαραίτητο ή όπου του διατυπώνονται απορίες για τα έντοµα που παρουσιάζονται από τους
µαθητές/τριες του και να δίνει τις απαραίτητες πληροφορίες (αν και τα περισσότερα από αυτά είναι
ευρέως γνωστά, όπως το µυρµήγκι, το κουνούπι κ.ά.). Όσον αφορά τη µεγάλη χρονική διάρκεια και
αυτή µπορεί εύκολα να αντιµετωπιστεί, αφού η ταινία στην ψηφιακή της µορφή (Dvd) είναι
οργανωµένη σε κεφάλαια, επιτρέποντας τον εκπαιδευτικό να κάνει µια επιλογή του υλικού που επιθυµεί
να προβάλει στη σχολική τάξη.
124
Β.4.7.2 To ντοκιµαντέρ «Έντοµα»
14
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ
Πρωτότυπος τίτλος Insects
Τίτλος ταινίας στα ελληνικά Έντοµα
Παραγωγή Dorling Kindersley Ltd &
BBC Lionheart Television International
Inc.
Χρονολογία παραγωγής 1994
Διάρκεια ταινίας (λεπτά) 35 (περίπου)
Παραγωγή για την ελληνική γλώσσα Εκδόσεις Ερευνητές (1995)
Αφήγηση Δηµήτρης Κοντογιάννης
Κείµενο Bill Fitzhugh
Μουσική Guy Michelmore
Παραγωγή Emma Pedie
Γραφικά Alisa Robbins
To ντοκιµαντέρ «Έντοµα» αποτελεί µια ταινία για τον κόσµο και τη ζωή
των εντόµων, «για τα αξιοθαύµαστα αυτά όντα που ζουν στον πλανήτη µας
τουλάχιστον 1 εκατοµµύριο χρόνια πριν τους δεινοσαύρους και η ποικιλία
των ειδών τους είναι µεγαλύτερη από κάθε άλλο ζώο», όπως ακούµε τη
φωνή του αφηγητή να µας περιγράφει από τις πρώτες κιόλας εικόνες.
Πρόκειται για µια καθαρά εκπαιδευτική παραγωγή, που
προσαρµόστηκε στην ελληνική γλώσσα από τις εκδόσεις «Ερευνητές» και
συµπεριλαµβάνεται στη σειρά «Ανακαλύπτω». Προτείνεται για παιδιά
ηλικίας 8 ετών και πάνω (8+) και τα κύρια χαρακτηριστικά του είναι το
γρήγορο µοντάζ που συνοδεύει η συνεχής αφήγηση.
Για την υποστήριξη των εκπαιδευτικών του στόχων
χρησιµοποιούνται µεγενθυµένες και συχνά τρισδιάστατες εικόνες των
διαφόρων εντόµων που περιγράφονται στην ταινία, αποσπάσµατα από
πραγµατικές κινηµατογραφήσεις εντόµων σε διάφορες δραστηριότητες,
καθώς, επίσης, και προσοµοιώσεις µε τη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή.
Το ντοκιµαντέρ καταφέρνει να καλύψει σε σύντοµο σχετικά χρονικό
διάστηµα πλήθος ερωτηµάτων που έχει ο καθένας από εµάς για αυτή την
κατηγορία ζώων. Έτσι, δίνονται πληροφορίες –συνοδευµένες πάντα από
εντυπωσιακές εικόνες ή αντίστοιχα γυρίσµατα- για την ιστορία των
εντόµων από την εµφάνισή τους στον πλανήτη µέχρι σήµερα, για τα
ιδιαίτερα ανατοµικά χαρακτηριστικά τους και τις διαδικασίες αναπαραγωγής
14
Τα στοιχεία µε το σύνολο των συντελεστών της ταινίας πάρθηκαν από τον αντίστοιχο ψηφιακό δίσκο
(Dvd) που διατίθεται στην αγορά.
125
τους, για τους χώρους που ζουν, τις ποικίλες δραστηριότητες πολλών,
γνωστών σε όλους, εντόµων, για τις ανθρώπινες αντιδράσεις στην
παρουσία τους και τις στάσεις του απέναντι σε αυτά, καθώς και για τους
διάφορους µύθους µε τους οποίους τα έχει συνδέσει ο άνθρωπος από την
αρχαιότητα µέχρι σήµερα.
Συνολικά, θα λέγαµε ότι λειτουργεί κυρίως πληροφοριακά απέναντι
στο θεατή, αποκαλύπτοντας (κυρίως λεκτικά κι όχι οπτικά) αρκετές
άγνωστες πτυχές της ζωής και των δραστηριοτήτων των εντόµων,
απαντώντας παράλληλα και σε αρκετές απορίες που έχουµε πολλοί από
εµάς για κάποια έντοµα ιδιαίτερα δηµοφιλή (π.χ. γιατί τα µυρµήγκια είναι
πάντοτε τόσα πολλά µαζί κ.ά.).
Στα µειονεκτήµατα του ντοκιµαντέρ ανήκουν η ιδιαίτερα γρήγορη
αφήγηση και το µοντάζ, που µεταφέρει µεγάλο όγκο πληροφοριών σε
αρκετά σύντοµο χρονικό διάστηµα. Επιπλέον, αρνητική κρίνεται και η
παρουσίαση πολλών εντόµων µέσα από φωτογραφίες, οι οποίες παρά τις
εντυπωσιακές τους λεπτοµέρειες, αποκόπτουν το θεατή από το πραγµατικό
περιβάλλον και τη ζωτικότητα των εντόµων, εµποδίζοντάς τον µε τον
τρόπο αυτό να αποκτήσει µια πραγµατική εικόνα για τα έντοµα, για την
ιδιαίτερη και συχνά εντυπωσιακή καθηµερινότητα τους, καθώς και για το
θετικό ρόλο που έχουν στο περιβάλλον και στη ζωή µας τα περισσότερα
από αυτά, ώστε να εµπλακεί συναισθηµατικά και να αναθεωρήσει
προγενέστερες προκαταλήψεις και αρνητικές στάσεις που πιθανό συντηρεί
για τη κατηγορία αυτή των ζώων.
Για την κωδικογράφηση και την ανάλυση των δεδοµένων της έρευνας
χρησιµοποιήθηκε το στατιστικό πρόγραµµα SPSS για Windows (Έκδοση
12.0).
126
ντοκιµαντέρ «Μικρόκοσµος» στο ΔΣ «Δελασάλ» και το ντοκιµαντέρ
«Έντοµα» στο 2ο ΔΣ Αγίου Παύλου), ενώ συµπληρώθηκαν από τους
µαθητές/τριες µετά τις αντίστοιχες προβολές το ερωτηµατολόγιο της
έρευνας.
Με την ολοκλήρωση των πειραµατικών διαδικασιών
πραγµατοποιήθηκαν συνεντεύξεις στους συµµετέχοντες µαθητές/τριες για
να διαπιστωθεί αν οι γραπτές οδηγίες που δίνονται για τη συµπλήρωση των
ερωτηµατολογίων, ειδικότερα ως προς την επιλογή της κλίµακας σε κάθε
ερώτηση, ήταν σαφείς, αν οι ερωτήσεις ως προς το λεξιλόγιο ή τη σύνταξή
τους δηµιουργούσαν στους µαθητές/τριες προβλήµατα στην κατανόησή
τους, καθώς, τέλος, και ο βαθµός που το ερωτηµατολόγιο µε τη
συγκεκριµένη δοµή του κατάφερνε να κεντρίζει το ενδιαφέρον τους.
Από την ανάλυση και αξιολόγηση των συνεντεύξεων των
µαθητών/τριων προέκυψαν εξαιρετικά χρήσιµες παρατηρήσεις που
οδήγησαν σε µικρές διορθώσεις και προσαρµογές του ερωτηµατολογίου, το
οποίο στη συνέχεια χρησιµοποιήθηκε στην τελική του µορφή (Βλ.
Παράρτηµα Ι, σ. 161) στην κύρια έρευνα.
Β.6.1.1 Συµµετέχοντες
Στην έρευνα συµµετείχαν συνολικά 678 µαθητές και µαθήτριες, από τους
οποίους το 46.3% ήταν αγόρια και το 53.7% κορίτσια. Σχετικά µε την
κατανοµή του δείγµατος στις Πειραµατικές Οµάδες και την Οµάδα Ελέγχου,
προκύπτει ότι στην Οµάδα Α συµµετείχαν 248 µαθητές/τριες (47.2%
αγόρια, 52.8% κορίτσια), στην Οµάδα Β συµµετείχαν 231 (45.9% αγόρια,
54.1% κορίτσια) και, τέλος, στην Οµάδα Ελέγχου Γ 199 µαθητές/τριες
(45.7% αγόρια, 54.3% κορίτσια).
127
Β.6.1.2 Στατιστικά στοιχεία αναφορικά µε την αξιοπιστία του
ερωτηµατολογίου της έρευνας
15
Σύµφωνα µε τη διεθνή βιβλιογραφία (π.χ., Kerlinger, Lee 2000) µε δεδοµένο εύρος τιµών από 0.00
(µηδενική συσχέτιση) ως 1.00 (τέλεια συσχέτιση), η τιµή του συντελεστή Cronbach’s α πρέπει να είναι
ισοδύναµη ή µεγαλύτερη από 0.70. Είναι αξιοσηµείωτο όµως ότι σε σχέση µε χαµηλούς συντελεστές οι
εξαιρετικά υψηλές τιµές (> 0.95) του Cronbach’s α είναι εξίσου προβληµατικές αφού υποδηλώνουν
µεγάλη αλληλεξάρτηση των ερωτηµάτων – άρα η κλίµακα µέτρησης ενδέχεται να αποτελείται από
ερωτήµατα που διαφέρουν µεταξύ τους µόνο ως προς τη διατύπωση.
128
αφορά την κλίµακα ευαισθητοποίησης που χρησιµοποιεί. Οι συντελεστές
Cronbach’s α κυµάνθηκαν σε υψηλά επίπεδα (>0.70) επιβεβαιώνοντας την
αξιοπιστία των µετρήσεων που χρησιµοποιήθηκαν (βλ. Πίνακα 3.31).
129
Πίνακας 3.31 Μέσοι όροι, τυπικές αποκλίσεις και τιµή συντελεστή Cronbach’s α
για την κλίµακα ευαισθητοποίησης
130
Β.6.1.4 Έλεγχος στατιστικής σηµαντικότητας διαφορών στις µέσες
τιµές ευαισθητοποίησης των Οµάδων ως αποτέλεσµα της προβολής
ντοκιµαντέρ
131
στη δεύτερη περίπτωση κατάλληλες θεωρούνται οι αναλύσεις post hoc
(Brace, Kemp et al. 2000).
Στο πλαίσιο της παρούσας µελέτης, χρησιµοποιήθηκαν planned
comparisons για τη διερεύνηση της υπόθεσης (α) σύµφωνα µε την οποία οι
τιµές ευαισθητοποίησης των Πειραµατικών Οµάδων Α και Β θα ήταν
στατιστικά σηµαντικά µεγαλύτερες από τις αντίστοιχες τιµές της Οµάδας
Ελέγχου Γ. Τα αποτελέσµατα των αναλύσεων υποστήριξαν αυτή την
υπόθεση (t (675) = 13.3, p < .001), επισηµαίνοντας την επίδραση του
ντοκιµαντέρ φύσης στην ανάπτυξη ευαισθητοποίησης στους µαθητές/τριες
των Οµάδων Α και Β σχετικά µε τα έντοµα, συγκριτικά µε τους
µαθητές/τριες της Οµάδας Ελέγχου Γ, που δεν παρακολούθησαν
ντοκιµαντέρ.
Αναφορικά µε την δεύτερη υπόθεση οι διαφορές στις τιµές
ευαισθητοποίησης ανάµεσα στις Οµάδες Α και Β διερευνήθηκαν µε τη
µέθοδο post hoc χρησιµοποιώντας το τεστ Scheffe (Πίνακας 3.32). Οι
αναλύσεις έδειξαν πως η Οµάδα Α παρουσίασε στατιστικά σηµαντικά
υψηλότερες τιµές από την Οµάδα Β (p = .001) υποδηλώνοντας έτσι τη
σχετική υπεροχή του ντοκιµαντέρ «Μικρόκοσµος», ως προς την επίδρασή
του στους µαθητές/τριες στην ανάπτυξη ευαισθητοποίησης, απέναντι στο
ντοκιµαντέρ «Έντοµα».
Επιπλέον, µε σκοπό την επακριβή διερεύνηση των διαφορών στις τιµές της
ευαισθητοποίησης ανάµεσα στις Οµάδες Α, Β και την Οµάδα Ελέγχου Γ
διενεργήθηκαν αναλύσεις post hoc για όλα τα ερωτήµατα της σχετικής
κλίµακας. Διαπιστώνουµε λοιπόν, ότι σε όλες τις ερωτήσεις του
ερωτηµατολογίου, δηλαδή στις γνώσεις, τις στάσεις, τις αντιλήψεις και τις
συναισθηµατική εµπλοκή των µαθητών/τριων για τα έντοµα, οι διαφορές
στις µέσες τιµές ανάµεσα στις Οµάδες Α, Β και Γ είναι στατιστικά
σηµαντικές στο σύνολό τους (πίνακας 3.33). Αυτό σηµαίνει ότι η Οµάδα Α,
132
που παρακολούθησε το ντοκιµαντέρ «Μικρόκοσµος» παρουσίασε
στατιστικά σηµαντικά µεγαλύτερη µεταβολή σε όλους τους δείκτες (οµάδες
ερωτήσεων που µετρούσαν γνώσεις, στάσεις κτλ.) που συνέθεταν την
κλίµακα ευαισθητοποίησης συγκριτικά µε την Οµάδα Β και την Οµάδα
Ελέγχου Γ.
Συνοψίζοντας, µπορούµε να πούµε ότι το ντοκιµαντέρ
«Μικρόκοσµος» στην Οµάδα Α, καθώς και το ντοκιµαντέρ «Έντοµα» στην
Οµάδα Β προκάλεσαν συνολικά µεταβολή στις γνώσεις, τις στάσεις, τις
αντιλήψεις και τη συναισθηµατική εµπλοκή των συµµετέχοντων σε αυτές
µαθητών/τριων για τα έντοµα (ανάπτυξη ευαισθητοποίησης) σε σχέση µε
την Οµάδα Ελέγχου Γ, ενώ αποτελεσµατικότερο εµφανίζεται το πρώτο.
ΔΙΑΦΟΡΑ
ΣΤΗΛΗ I ΣΤΗΛΗ J Μ.Ο. (I-J)
Βλέπεις στην καθηµερινή σου ζωή έντοµα; Οµάδα Οµάδα Α -0.633*
ελέγχου Οµάδα Β -0.090
Θα αφιέρωνες ποτέ χρόνο για να παρατηρήσεις Οµάδα Οµάδα Α -1.152*
τις δραστηριότητες ενός εντόµου; ελέγχου Οµάδα Β -0.752*
Γνωρίζεις πράγµατα για τη ζωή των εντόµων στο Οµάδα Οµάδα Α -1.158*
περιβάλλον; ελέγχου Οµάδα Β -1.126*
Θεωρείς τα έντοµα σιχαµερά; Οµάδα Οµάδα Α 1.240*
ελέγχου Οµάδα Β 0.219*
Πιστεύεις ότι τα έντοµα είναι απαραίτητα για την Οµάδα Οµάδα Α -0.684*
ισορροπία στη φύση; ελέγχου Οµάδα Β -0.675*
Θα αισθανόσουν άσχηµα αν πατούσες µερικά Οµάδα Οµάδα Α -0.761*
µυρµήγκια; ελέγχου Οµάδα Β -0.356*
Υπάρχουν έντοµα που σου αρέσει να τα βλέπεις; Οµάδα Οµάδα Α -0.821*
ελέγχου Οµάδα Β -0.345*
Γνωρίζεις πράγµατα για το ρόλο των εντόµων Οµάδα Οµάδα Α -1.950*
στην ισορροπία στη φύση; ελέγχου Οµάδα Β -1.352*
Πιστεύεις ότι πρέπει εµείς οι άνθρωποι να Οµάδα Οµάδα Α -0.660*
δείξουµε µεγαλύτερο ενδιαφέρον για τα έντοµα; ελέγχου Οµάδα Β -0.433*
Σου αρέσει να παρακολουθείς ντοκιµαντέρ για Οµάδα Οµάδα Α -0.339*
το περιβάλλον; ελέγχου Οµάδα Β -0.178*
Το θεωρείς χρήσιµο να παρακολουθείς Οµάδα Οµάδα Α -0.252*
ντοκιµαντέρ για το περιβάλλον; ελέγχου Οµάδα Β -0.160*
Σηµείωση. (*) Στατιστικά σηµαντικές διαφορές (p < .05). Το αρνητικό πρόσηµο σηµαίνει ότι ο µέσος όρος της οµάδας που βρίσκεται
στη στήλη I είναι µικρότερος από τον αντίστοιχο µέσο όρο της οµάδας που βρίσκεται στη στήλη J.
133
Β.6.1.5 Έλεγχος στατιστικής σηµαντικότητας διαφορών στις τιµές
ευαισθητοποίησης ανά φύλο
Πίνακας 3.34. Μέσοι όροι και τυπικές αποκλίσεις στις κλίµακες ευαισθητοποίησης
ανά φύλο και οµάδα
134
Γράφηµα 3.14 Αλληλεπίδραση φύλου και οµάδας για τον προσδιορισµό των
τιµών της ευαισθητοποίησης
Κλίµακα Ευαισθητοποίησης
4,75
Οµάδα
Οµάδα A
Οµάδα B
Οµάδα Ελέγχου
4,50
4,25
Μέσοι Όροι
4,00
3,75
3,50
3,25
αγόρι κορίτσι
Φύλο
135
Β.6.2 Συζήτηση – Συµπεράσµατα
136
µέλλον θα ήταν χρήσιµες και άλλες ερευνητικές προσπάθειες που θα
αξιολογούν διαφορετικούς τρόπους ένταξης τους σε µια διδασκαλία σχετική
µε περιβαλλοντικά θέµατα ή αξιοποίησης τους ευρύτερα στο πλαίσιο της
Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Εκείνο όµως που πρέπει να γίνει άµεσα είναι
οι εµπλεκόµενοι φορείς µε την Π.Ε. να αναγνωρίσουν τον εκπαιδευτικό
χαρακτήρα του ντοκιµαντέρ φύσης και την αποτελεσµατικότητα του, τόσο
ως εργαλείου ευαισθητοποίησης αλλά και ως πηγή πρωτογενούς υλικού για
το περιβάλλον και να ξεκινήσουν να το προτείνουν συστηµατικά στις
διάφορες επιµορφώσεις που πραγµατοποιούνται για τους εκπαιδευτικούς,
παρουσιάζοντάς τους τρόπους για την αξιοποίησή του, µέσα από
συγκεκριµένα παραδείγµατα.
137
138
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
• υψηλή ποιότητα εικόνας, που κρίνεται απαραίτητη όχι µόνο για µια
ευχάριστη και γενικά ευδιάκριτη προβολή στους µαθητές/τριες, αλλά
στην περίπτωση των ντοκιµαντέρ φύσης κι όχι µόνο, όπου συχνά
παρουσιάζονται σηµαντικές λεπτοµέρειες της φυσικής ζωής, η
ποιότητα αυτή της εικόνας επιτρέπει, όπως είναι κατανοητό,
ουσιαστική και λεπτοµερή παρατήρηση (απαραίτητη βέβαια για τη
139
αξιοποίηση της ψηφιακής εικόνας κρίνεται και η ύπαρξη µια καλής
τηλεόρασης ή ενός projector),
• παρέχουν ιδιαίτερη ευελιξία, λόγω του µικρού µεγέθους τους και του
ελάχιστου βάρους τους, αφού µπορούν να µετακινηθούν εύκολα σε
οποιοδήποτε σηµείο για την πραγµατοποίηση µιας εκπαιδευτικής
προβολής.
140
Για τoυς ηλεκτρονικούς υπολογιστές
141
4.2. Χαρακτηριστικά και δυνατότητες των ντοκιµαντέρ φύσης για τη
διδακτική αξιοποίησή τους στην Π.Ε.
142
περιβαλλοντικός πλούτος σε όλη την ποικιλία του εισέρχεται στη
σχολική τάξη,
143
4.3 Τρόποι ένταξης και προβολής των ντοκιµαντέρ φύσης στη
σχολική τάξη
Για τη διδακτική αξιοποίηση ενός ντοκιµαντέρ φύσης στη σχολική τάξη, στο
πλαίσιο µιας µικρής ή µεγαλύτερης προσπάθειας που στόχο έχει την
Περιβαλλοντική Εκπαίδευση των µαθητών/τριων, ο εκπαιδευτικός, σε κάθε
περίπτωση, είναι απαραίτητο να προετοιµαστεί κατάλληλα έτσι ώστε:
144
προσεκτικά το θέµα που πρόκειται να διαπραγµατευτεί το
ντοκιµαντέρ φύσης που θα παρακολουθήσουν) και µετά προβολή.
145
συνάρτηση πάντοτε µε µια σειρά άλλων περιβαλλοντικών δραστηριοτήτων
και στο πλαίσιο της δηµιουργικής διδασκαλίας και της διερευνητικής
µάθησης.
146
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ελληνόγλωσση
ΒΡΥΖΑΣ, Κ., 1997. Μέσα επικοινωνίας και παιδική ηλικία. Θεσσαλονίκη: Βάνιας.
ΚΑΛΑΪΤΖΙΔΗΣ, Δ. και ΟΥΖΟΥΝΗΣ, Κ., 1999. Περιβαλλοντική Εκπαίδευση: Θεωρία και Πράξη.
Ξάνθη: Εκδόσεις Σπανίδης.
ΠΑΠΑΝΑΟΥΜ, Ζ., 1997. Περιβάλλον και εκπαίδευση από τη σκοπιά των εκπαιδευτικών: µια
εµπειρική διερεύνηση. Παιδαγωγική Επιθεώρηση, 28, pp. 171-193.
ΣΚΑΝΑΒΗ, Κ., ΠΕΤΡΕΝΙΤΗ, Β. και ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ Κ., 2005. Αφοσίωση Εκπαιδευτικών στην
Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, 5ο Διεθνές Συνέδριο « HELECO 05»: "Περιβάλλον και
Ανάπτυξη", 3 - 6 Φεβρουαρίου 2005, Τεχνικό Επιµελητήριο Ελλάδας.
ΣΚΑΝΑΒΗ, Κ. και ΣΑΡΡΗ, Ε., 2003. Περιβαλλοντική Εκπαίδευση: Από το Ρίο στο
Γιοχάνεσµπουργκ. Σύγχρονη Εκπαίδευση, (132-133), pp. 77-88.
ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ, Δ., 2001β. Απόψεις Προτάσεις Εκπαιδευτικών Β/θµιας Εκπαίδευσης για τον
Επαναπροσδιορισµό της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Τα εκπαιδευτικά, (59-60), pp. 195-
201.
147
Ξενόγλωσση
BALLANTYNE, R., FIEN, J. and PACKER, J., 2001. Program effectiveness in facilitating
intergenerational influence in environmental education: Lessons from the field. The Journal
of Environmental Education, 32(4), pp. 8-15.
BELL, J., 2001. Μεθοδολογικός Σχεδιασµός Παιδαγωγικής και Κοινωνικής Έρευνας. 2 edn.
Αθήνα: Gutenberg.
BOWLING, A., 2002. Research methods in health: Investigating health and health services.
New York: Open University Press/McGraw-Hill.
BOX OFFICE MOJO, October, 16, 2006-last update, list of the first 100 documentaries
(1982-present) in the international box office, lifetime grosses [Homepage of BOX OFFICE
MOJO, LLC], [Online]. Available:
http://www.boxofficemojo.com/genres/chart/?id=documentary.htm [2/17, 2006].
BRACE, N., KEMP, R. and SNELGAR, R., 2000. SPSS for psychologists: A guide to data
analysis using SPSS for Windows. Hampshire: Palgrave.
CLYNE, C., 2003. A Wordless View of Life: The Satya Interview with Godfrey Reggio.
http://www.satyamag.com/aug03/reggio.html edn. New York: Stealth Technologies.
COHEN, L. and MANION, L., 1997. Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας. Αθήνα: Μεταίχµιο-
Έκφραση.
DISINGER, J.F., 1997. Environment in the K-12 curriculum: an overview. In: R.J. WILKE,
ed, Environmental Education. Teacher Resource Book. A Practical Guide for K-12
Environmental Education. Thousand Oaks, CA: Corwin Press, .
DORLING KINDERSLEY & BBC LIONHEART CREATIVE TEAM, 1994. Insects. U.K.: Dorling
Kindersley Ltd & BBC Lionheart Television International Inc.
148
ELLIS, J.C. and MCLANE, B.A., 2005. A New History of Documentary Film. New York:
Continuum International Publishing Group.
GARNER, J., February, 06, 1997-last update, documentary on bugs is daring, not didactic
[Homepage of Rochester Democrat and Chronicle], [Online]. Available:
http://www.rochestergoesout.com/mov/m/microc.html [12/26, 2006].
GOUGH, A., 1997. Education and the environment: Policy, trends and the problems of
marginalisation. Australian Education Review No 39. VIC: The Australian Council for
Educational Research, .
GRIMM, L.G., 1993. Statistical applications for the behavioural sciences New York: Wiley &
Sons.
HANSEN, A., 2001. Media, Publics and Environmental Issues: Media Studies in Europe. In:
S. MIKAMI, ed, Environmental Media Studies. Tokyo: IGES/Chuo Hoki Publishing, pp. 60-
81.
HANSEN, A., ed, 1993. The Mass Media and Environmental Issues. Leicester: Leicester
University Press.
HUNGERFORD, H.R. and VOLK, T.L., 1990. Changing learner behavior through
environmental education. The Journal of Environmental Education, 21(3), pp. 8-21.
HWANG, YEONG – HYEON, KIM, S.I. and JENG, J., 2000. Examining the causal
relationships among selected antecedents of responsible environmental behavior. The
Journal of Environmental Education, 31(4), pp. 19-25.
KERLINGER, F.N. and LEE, H.B., 2000. Foundations of behavioural research. New York:
Wadsworth.
KLEIN, P., 2000. Handbook of psychological testing. 2nd edn. London: Routledge.
KNAPP, 2000. The Thessaloniki Declaration: A Wake-up call for Environmental Education.
The Journal of Environmental Education, 31(3), pp. 32-39.
LAVALLÉE, F., 2005-last update, des images auxquelles mille mots n'auraient pas nui
[Homepage of François Lavallée], [Online]. Available:
http://pages.videotron.com/flaval/Le_critique/Critiques_Films_MNO.html#Microcosmos
[01/12, 2006].
LAZURAS, L., 2006. Occupational stress, negative affectivity and physical health in special
and general education teachers in Greece. British Journal of Special Education, 33, pp.
204-209.
149
LEEPER, M., R., 1997-last update, microcosmos: film review [Homepage of Internet Movie
Database (IMDb)], [Online]. Available: http://reviews.imdb.com/Reviews/66/6629 [1/14,
2006].
MASLIN, J., February, 09, 1996-last update, bee loves orchid, little beetle works very hard
[Homepage of NYTimes.com], [Online]. Available:
http://query.nytimes.com/gst/fullpage.html?res=9F07E3DF173EF93AA35753C1A9609582
60 [1/10, 2006].
MCCORMICK, P., S., February, 13, 1996-last update, in another league the ducks get the
deep freeze [Homepage of NYTimes.com], [Online]. Available:
http://query.nytimes.com/gst/fullpage.html?res=9D02E7DF123EF930A25753C1A9609582
60 [1/12, 2006].
MORRONE, M., MANCL, K. and CARR, K., 2001. Development of Metric to Test Group
Differences in Ecological Knowledge as one Component of Environmental Literacy. The
Journal of Environmental Education, 32(4), pp. 33-42.
NURIDSANY, C. and PERENNOU, M., 1996. Microcosmos: Le peuple de l' herbe. France:
Bac Films.
PALMER, J.A., 1998. Environmental Education in the 21st century: Theory, practice
progress and promise. London: Routledge.
PLATINGA, C.R., 1997. Rhetoric and Representation in Non Fiction Films. Cambridge:
Cambridge University Press.
STACK, P., November, 08, 1996-last update, documentary reveals what's bugging us
[Homepage of SFGate.com (San Francisco Chronicle)], [Online]. Available:
http://www.sfgate.com/cgibin/article.cgi?f=/c/a/1996/11/08/DDR13744.DTL&hw=Microco
smos&sn=001&sc=1000 [12/25, 2005].
STERLING, S., 1992. Coming of Age - A Short History of Environmental Education (to
1989). Walsall: National Association for Environmental Education.
150
THE INTERNET MOVIE DATABASE (IMDB), 2006-last update, business data for
microcosmos: le peuple de l' herbe [Homepage of Internet Movie Database Inc.], [Online].
Available: http://www.imdb.com/title/tt0117040/business [2/17, 2006].
UNESCO, 1997. Education for a Sustainable Future: A Transdisciplinay Vision for Concerted
Action. Paris: UNESCO & Government of Greece.
UNESCO, 1980. Environmental Education in the Light of the Tbilisi Conference. Paris:
UNESCO.
UNESCO, 1972. The Final Report, The International Workshop on Environmental Education,
Stockholm, October 1972, UNESCO.
WATTS, D., 1969. Environmental Studies. London: Routledge & Kegan Paul.
(*)
Η βιβλιογραφία συντάχθηκε µε το πρότυπο Harvard (British Standard).
151
152
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
153
154
ΈΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ
«ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ ΦΥΣΗΣ» ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΣΤΟ
ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ Α/ΒΑΘΜΙΑ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ.
1. Προσωπικά Στοιχεία
2. Σπουδές
155
3. Το σχολείο που υπηρετείτε σήµερα, τι διαθέτει από την παρακάτω
υλικοτεχνική υποδοµή; (Παρακαλώ σηµειώστε όσα R ή Q χρειάζεται)
3.1 Βίντεο *
3.2 DVD player *
3.3 Μηχάνηµα προβολής εικόνων ή ταινίας (projector) *
3.4 Τηλεόραση *
3.5 Tίποτα από τα παραπάνω *
4. Το σχολείο που υπηρετείτε σήµερα, διαθέτει εκπαιδευτική
ταινιοθήκη;
Ναι *
Όχι, είναι ανεπαρκής *
Καθόλου *
Ελάχιστα *
Λίγα *
Αρκετά *
Πολλά *
156
7. Γενικά, προβάλετε ντοκιµαντέρ φύσης στους µαθητές/τριές σας;
Σπάνια *
Ελάχιστες φορές *
Συχνά *
Πολύ Συχνά *
9. Τα ντοκιµαντέρ φύσης που προβάλετε τις περισσότερες φορές τα
προµηθεύεστε από:
(Παρακαλώ σηµειώστε όσα R ή Q χρειάζεται)
157
11. Πιστεύετε ότι η εκπαιδευτική αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης
µπορεί να συµβάλλει στην περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση των
µαθητών/τριών;
Ναι *
Όχι *
12. Σηµειώστε παρακάτω έναν ή περισσότερους λόγους που θεωρείτε
ότι µπορούν να λειτουργήσουν ενισχυτικά στη χρήση του ντοκιµαντέρ
φύσης από τους εκπαιδευτικούς.
(Παρακαλώ σηµειώστε όσα R ή Q χρειάζεται)
*
13.2 Ιδιωτική τηλεόραση
*
13.3 Συνδροµητικά κανάλια (Μέσω Nova:Discovery Channel, Planet TV κ.ά)
*
13.4 Κινηµατογραφικές αίθουσες
*
158
13.5 Δανειζόµενος/η ντοκιµαντέρ από Video Club
*
13.6 Όχι *
14. Έχετε παρακολουθήσει κάποιας µορφής επιµόρφωση στην
Περιβαλλοντική Εκπαίδευση;
*
14.3 Προγράµµατα επιµόρφωσης από Π.Ε.Κ
*
14.4 Προγράµµατα επιµόρφωσης από Πανεπιστηµιακά Ιδρύµατα
*
14.5 Προγράµµατα επιµόρφωσης από περιβαλλοντικές οργανώσεις
*
14.6 Προγράµµατα κινητικότητας (ανταλλαγές, επισκέψεις) εξωτερικού
*
14.7. Άλλο……………………………………………………………….………….
15. Συνολικά, στο πλαίσιο της επιµόρφωσής που είχατε, σάς πρότειναν τη
χρήση και εκπαιδευτική αξιοποίηση του ντοκιµαντέρ φύσης στους
µαθητές/τριες σας, στο πλαίσιο κάποιας µεθόδου περιβαλλοντικής
εκπαίδευσης ή και αυτόνοµα στο πλαίσιο ενός µαθήµατος για το
περιβάλλον, ως εργαλείο περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης;
160
16. Πόσο εξοικειωµένοι θεωρείται ότι είστε στη χρήση και την
αξιοποίηση των οπτικοακουστικών µέσων; [Βίντεο, τηλεόραση, Dvd,
µηχάνηµα προβολής εικόνων και ταινιών (projector)]
(Παρακαλώ σηµειώστε ένα R ή Q)
Καθόλου *
Ελάχιστα *
Αρκετά *
Πολύ *
Πάρα πολύ *
161
ΈΡΕΥΝΑ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΒΑΘΜΟΥ ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΟΥ
ΕΠΙΤΥΓΧΑΝΕΤΑΙ ΣΕ ΜΑΘΗΤΕΣ/ΤΡΙΕΣ ΤΗΣ ΣΤ΄ ΤΑΞΗΣ, ΣΕ
ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, ΠΑΝΩ ΣΕ
ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ, ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ
ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ ΦΥΣΗΣ.
Σχολείο :…………………………………………………………………………..
Οµάδα :
Κωδικός :
1.
162
6. Πιστεύεις ότι τα έντοµα είναι απαραίτητα για την ισορροπία στη
φύση;
163
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
164