You are on page 1of 12

Γεώργιος Κουφογιώργος,

Φιλόλογος – Ιστορικός
Μ.Α. Μεσαιωνικών Σπουδών Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Η ζωή στη λεγεώνα κατά την εποχή των μεγάλων κατακτήσεων


(31 π.Χ. – 117 μ.Χ. ).

Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στο απόγειο της ακμής της διαφέντευε τις ζωές
57.000.000 ανθρώπων και η έκτασή της έφθανε τα 5.000.000 km2, αριθμός που
αντιστοιχεί στο 50% της σημερινής έκτασης της Ευρώπης. Η ύπαρξη ισχυρού
στρατεύματος (exercitus) ήταν ο βασικός λόγος που η Ρώμη εξαπλώθηκε σε αυτό τον
βαθμό, αλλά και η αιτία που κατόρθωσε να διατηρήσει αυτές τις κτήσεις για μεγάλο
διάστημα. Πέρα από τα κατορθώματα των λεγεωναρίων στο στρατόπεδο της μάχης,
πολύ ενδιαφέρον παρουσιάζει η καθημερινή ζωή αυτών των στρατιωτών που άφησαν
τα ίχνη τους σε περίπου πενήντα σημερινές χώρες.

Κατάταξη

Σύμφωνα με το νόμο, η στρατιωτική υπηρεσία ήταν υποχρεωτική για κάθε Ρωμαίο


πολίτη μεταξύ του 17ου και του 46ου έτους της ηλικίας, αλλά η στρατολόγηση
(dilectus) προκαλούσε αντιδράσεις, ιδιαίτερα στα μητροπολιτικά εδάφη. Υπάρχουν
καταγεγραμμένες περιπτώσεις υποψηφίων για στρατολόγηση που προτίμησαν να
ακρωτηριάσουν μέλος του σώματός τους (π.χ. τον αντίχειρα) για να μην καταταγούν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Οκταβιανός Αύγουστος προέβη μόλις δύο φορές σε
στρατολόγηση, μολονότι ήταν αυτοκράτορας επί 41 έτη. Αυτό συνέβη μόνο σε
έκτακτες περιπτώσεις, όταν η Ρώμη είχε υποστεί πανωλεθρία, όπως στον
Τευτομβούργιο Δρυμό το 9 μ.Χ. Σε ακραίες περιπτώσεις έχουν στρατολογηθεί
αγόρια 13 ή 14 ετών και άνδρες 36 ετών.
Άρα, κατά τα χρόνια της εξάπλωσής της, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία επάνδρωνε τις
λεγεώνες της κατά κύριο λόγο με εθελοντές (voluntarii) και σπανιότερα με
κληρωτούς (lecti). Δεν ήταν όμως σπάνιο να στρατολογούνται αναπληρωτές (vicarii)
για να καλυφθούν τα κενά που αντιμετώπιζαν τοπικά κάποιες λεγεώνες, ως προς την
επάνδρωση.
Από την άλλη πλευρά, η κατάταξη ήταν ένας τρόπος για να κερδίσουν τα προς το
ζην τα κοινωνικά στρώματα που αντιμετώπιζαν οικονομική δυσπραγία. Ειδικά στις
αγροτικές περιοχές, η Ρώμη έβρισκε σκληραγωγημένους και πρόθυμους εθελοντές. Η
λεγεώνα προσέφερε περίθαλψη, τροφή και ένδυση, πέραν του μισθού, ο οποίος δεν
ήταν ιδιαίτερα υψηλός, αλλά ήταν σταθερός. Ένας λεγεωνάριος που συμπλήρωνε 25
έτη υπηρεσίας και αποστρατευόταν λάμβανε, ως επίδομα, μία έκταση γης. Αν είχε
διαχειρισθεί σωστά τα χρήματά του, θα ήταν σε θέση να ζήσει άνετα το υπόλοιπο της
ζωής του. Το πρόβλημα είναι ότι κατά την περίοδο της μεγάλης της εξάπλωσης, η
Ρώμη βρισκόταν διαρκώς σε εμπόλεμη κατάσταση, επομένως οι λεγεωνάριοι
δοκιμάζονταν συνεχώς, είτε από τις εκστρατείες, είτε από τις μάχες, είτε από τη
σκληρή διαβίωση. Δεν ήταν συνεπώς εύκολο να συμπληρώσει κάποιος 25 έτη
υπηρεσίας, αν λάβουμε υπ’ όψιν και τις πολλές περιπτώσεις λιποταξίας που μας
αποκαλύπτουν οι πηγές.
Προκειμένου να καταταγεί ένας άνδρας στη λεγεώνα όφειλε φυσικά να είναι
αρτιμελής, αθλητικός, χωρίς προβλήματα ακοής και όρασης. Οι έρευνες έχουν δείξει
ότι ο μέσος λεγεωνάριος είχε ύψος περίπου 1,72.μ. Επιπλέον, έπρεπε να είναι
Ρωμαίος πολίτης και να γνωρίζει γραφή και ανάγνωση. Η προϋπόθεση της
υπηκοότητας καταργήθηκε, καθώς η ανάγκη για νεοσύλλεκτους μεγάλωνε. Στην
πράξη, αρκούσε να είναι ο νεοσύλλεκτος ελεύθερος και όχι δούλος. Η υπηκοότητα
χορηγούταν πριν ή μετά την αποστράτευση του λεγεωναρίου. Αρχικά, οι
νεοσύλλεκτοι προέρχονταν από την ιταλική χερσόνησο, αλλά στην πορεία τις
λεγεώνες στελέχωσαν άνδρες από όλες τις γωνιές της αυτοκρατορίας.
Από τη στιγμή που κατατασσόταν, ο λεγεωνάριος όφειλε να υπηρετήσει πολυετή
θητεία, η οποία αρχικά διαρκούσε 16 έτη, πριν ο Οκταβιανός Αύγουστος την
επιμηκύνει στα 20 έτη, κατά τα πρώτα μετά Χριστόν χρόνια. Οι διαρκείς πολεμικές
συγκρούσεις προκάλεσαν παράταση της θητείας, πέραν των 20 ετών, με αποτέλεσμα
να εκδηλωθούν ανταρσίες το 14 μ.Χ. Αναπόφευκτα, γύρω στα μέσα του 1 ου μ.Χ.
αιώνα, η διάρκεια της θητείας αυξήθηκε στα 25 έτη. Όσοι λεγεωνάριοι συμπλήρωναν
25 έτη σε μονό έτος υπηρετούσαν 26 έτη, διότι η αποστράτευση πραγματοποιείτο
κατά τα ζυγά έτη. Εάν ο λεγεωνάριος διακρινόταν για την ανδρεία του μπορούσε να
απολυθεί νωρίτερα (missio honesta). Εννοείται ότι ήταν δυνατό να απολυθεί
νωρίτερα και στην περίπτωση που είχε τραυματιστεί σοβαρά και δεν μπορούσε πλέον
να εκτελεί τα καθήκοντά του (missio causaria).
Για να καταταχθεί ο υποψήφιος, δεν είχε παρά να παρουσιασθεί σε ένα από τα
περιφερειακά στρατολογικά γραφεία και να περάσει από τις απαιτούμενες εξετάσεις.
Εφόσον γινόταν δεκτός, έδινε όρκο υπακοής στους ανωτέρους του. Ακολούθως,
έπαιρνε μετάθεση για κάποιο μεθοριακό στρατόπεδο, στο οποίο μετέβαινε μαζί με
νέους συναδέλφους του, συνοδεία ενός αξιωματικού. Ο συνοδός αξιωματικός είχε
μαζί του τα προσωπικά τους έγγραφα και χρήματα για να καλυφθούν οι δαπάνες
μετακίνησης.
Εκπαίδευση

Μόλις έφθανε στη νέα του μονάδα, καταγράφονταν τα στοιχεία του και
παρουσιαζόταν στον εκατόνταρχο που διοικούσε τη νέα «οικογένεια» του
λεγεωνάριου, την εκατονταρχία. Ο εκατόνταρχος ήταν η «νέμεση» των νέων
λεγεωνάριων. Όσοι δεν ήταν ικανοί να ακολουθήσουν το απαιτητικό πρόγραμμα
εκπαίδευσης, απορρίπτονταν. Οι τέσσερις μήνες της εκπαίδευσης ήταν σωστό
μαρτύριο για τους νεοσύλλεκτους, οι οποίοι έφθαναν στα όρια της αντοχής τους
καθημερινά. Όμως μόνο με αυτό τον τρόπο θα ήταν σίγουρο ότι θα άντεχαν τη
σπαρτιατική ζωή του στρατοπέδου και τις κακουχίες μίας εκστρατείας.
Πριν αρχίσει η εκπαίδευση στα όπλα, προηγείτο η βελτίωση της φυσικής
κατάστασης. Αρχικά, οι νεοσύλλεκτοι μάθαιναν να βαδίζουν ως μονάδα. Πρώτα στον
χώρο του στρατοπέδου και στη συνέχεια έξω από αυτό, πραγματοποιώντας
εξαντλητικές πορείες. Άλλωστε, οι πορείες ήταν αναπόσπαστο μέρος της ζωής ενός
λεγεωναρίου, καθώς οι λεγεώνες μετακινούνταν συνεχώς, διαμέσου του πολύπλοκου
οδικού συστήματος που είχε δημιουργήσει η Ρώμη για να ελέγχει τις αχανείς εκτάσεις
της αυτοκρατορίας. Κάθε μήνα της 25ετούς θητείας τους, οι λεγεωνάριοι
πραγματοποιούσαν τρεις πορείες. Η ικανότητα του ρωμαϊκού στρατού να κινηθεί πιο
γρήγορα και πιο πειθαρχημένα από τον αντίπαλο ήταν ο παράγοντας που έδωσε σε
αρκετές φορές τη νίκη στις λεγεώνες.
Αρχικά οι νεοσύλλεκτοι όφειλαν, να καλύψουν περίπου 30 χιλιόμετρα με κανονικό
βήμα. Μετά από συγκεκριμένο διάστημα εκπαίδευσης, όφειλαν να καλύψουν 36
χιλιόμετρα σε πέντε ώρες με ταχύ βήμα, αρχικά χωρίς εξοπλισμό και στη συνέχεια με
πλήρη φόρτο, ο οποίος, μαζί με τον αμυντικό εξοπλισμό (κράνος, θώρακας, ασπίδα
κλπ), έφθανε τα 50 κιλά. Μόνο οι ώρες του ύπνου αποτελούσαν διάλειμμα από τις
πορείες. Η ράβδος (vitis) του εκατόνταρχου έπεφτε ανηλεώς στις πλάτες όλων όσοι
έμεναν πίσω. Όταν οι νεοσύλλεκτοι ήταν σε θέση να ολοκληρώνουν την απαιτητική
πορεία χωρίς προβλήματα, έπρεπε πλέον είναι σε θέση, στο τέλος της πορείας, να
οικοδομούν ένα πρόχειρο στρατόπεδο για διανυκτέρευση, χρησιμοποιώντας υλικά
που μετέφεραν οι ίδιοι. Το στρατόπεδο έπρεπε να είναι πλήρες, με τάφρο, ανάχωμα
και τείχος από ξύλινους πασσάλους.
Ο λεγεωνάριος γυμναζόταν, εκτός από τις πορείες στο τρέξιμο, στο άλμα, στην
κολύμβηση (αν υπήρχε η δυνατότητα) και στην ιππασία. Όταν οι επικεφαλής
εκπαιδευτές (campidoctores) θωρούσαν ότι είχε φθάσει σε ικανοποιητικό επίπεδο
φυσικής κατάστασης, άρχιζε η εκπαίδευση στη χρήση όπλων, δύο φορές την ημέρα.
Το βασικό όπλο για τον λεγεωνάριο δεν ήταν το ακόντιο (pilum), αλλά το ξίφος
(gladius). Φυσικά, εξοικειωνόταν και στη χρήση άλλων όπλων, κυρίως εκηβόλων
(σφενδόνη, τόξο).
Ο εκπαιδευόμενος χρησιμοποιούσε ξύλινα όπλα, ξίφος και ασπίδα, τα οποία είχαν
διπλάσιο βάρος από τα κανονικά. Ο πρώτος τους «αντίπαλος» ήταν ένας χονδρός και
ψηλός πάσσαλος. Εκεί τελειοποιούσαν το φονικό νηκτικό κτύπημα με φορά από
κάτω προς τα επάνω, το οποίο συνήθιζαν οι λεγεωνάριοι για να πλήξουν την κοιλιά
του αντιπάλου. Επιπλέον μάθαιναν να βρίσκουν στόχο με βαριά ξύλινα ακόντια. Αν
δεν τα κατάφερναν καλά, αναγκάζονταν να προπονηθούν περισσότερο, ενώ για να
έχουν κίνητρο, οι εκπαιδευτές τούς μείωναν το σιτηρέσιο.
Όταν πλέον κρίνονταν ικανοί, χρησιμοποιούσαν αληθινά όπλα, πρώτα εναντίον του
πασσάλου και έπειτα με αληθινό αντίπαλο, φέροντας προστατευτικά καλύμματα στα
ξίφη για να μην τραυματιστούν. Μετά το πέρας των τεσσάρων μηνών, η εκπαίδευση
συνεχιζόταν σε λιγότερο εντατικούς ρυθμούς, καθώς οι νέοι λεγεωνάριοι
ανελάμβαναν πλέον και υπηρεσίες.
Ο ρωμαϊκός στρατός ήταν ένας επαγγελματικός στρατός, ο οποίος βασιζόταν στην
πειθαρχία και στη συνεχή εξάσκηση, με σκοπό ο στρατιώτης να εκτελεί αυτόματα και
με ψυχραιμία τις εντολές μέσα στο χάος της μάχης. Άλλωστε, όταν ένας στρατός
βασίζεται τόσο πολύ στους σχηματισμούς και στην τακτική, οφείλει να ασκείται
συνεχώς. Η εκπαίδευση ήταν τόσο σκληρή και αληθοφανής ώστε « δεν θα ήταν
σφάλμα να κάποιος περιέγραφε τις ασκήσεις τους ως αναίμακτες μάχες και τις μάχες
τους ως αιματηρές ασκήσεις», όπως σχολιάζει εύστοχα ο Εβραίος ιστορικός Φλάβιος
Ιώσηπος (37 – περίπου 100 μ.Χ).
Οι λεγεωνάριοι μάθαιναν να υπακούν σε οπτικά και ακουστικά παραγγέλματα
(σαλπίσματα, λάβαρα, κλπ), ώστε να εκτελούν σωστά τους ελιγμούς μάχης και να
παίρνουν αυτομάτως τακτικούς σχηματισμούς, όπως η περίφημη «χελώνα» (testudo),
όταν οι λεγεωνάριοι σχημάτιζαν ένα κινούμενο οχυρό του οποίου όλες οι πλευρές
ήταν καλυμμένες από τις ασπίδες τους.
Βέβαια, θα ήταν σφάλμα να πιστεύουμε ότι το επίπεδο της εκπαίδευσης ήταν εξίσου
υψηλό σε όλες τις επαρχίες της αχανούς αυτοκρατορίας. Υπάρχουν αρκετές
μαρτυρίες, οι οποίες αναφέρουν ότι οι λεγεωνάριοι είχαν υποκύψει στην τρυφηλή
ζωή των πολιτών και η πειθαρχία ήταν άγνωστη σε αυτούς λέξη. Τέτοια φαινόμενα
ήταν πιο συχνά στις ανατολικές επαρχίες, αν και πολλές αναφορές σίγουρα
υπερβάλλουν. Είναι, όμως, αλήθεια ότι το πρόγραμμα των λεγεώνων επιβαρυνόταν
από πολλές ασχολίες, άρα δεν έμενε πάντοτε χρόνος για να εφαρμοστεί το
προβλεπόμενο εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Επιπλέον, η αναγκαία διασπορά των
ανδρών σε μία πληθώρα αποστολών, μακριά ή κοντά από τη βάση τους, εμπόδιζε την
κοινή εκπαίδευσή τους ως σύνολο. Παρ’ όλα αυτά, όποτε ήταν δυνατόν,
διοργανώνονταν μεγάλα γυμνάσια που επέτρεπαν τη συμμετοχή μεγάλων
σχηματισμών.

Υπηρεσίες
Οι δραστηριότητες του λεγεωνάριου ακολουθούσαν ένα αυστηρά καθορισμένο
πρόγραμμα, το οποίο αποσκοπούσε στο να κρατά τους άνδρες απασχολημένους, ώστε
να μην έχουν πολύ χρόνο για σκέψεις που μπορεί να διάβρωναν το ηθικό τους.
Μολονότι ο ρωμαϊκός στρατός ήταν οργανωμένος σύμφωνα με μία πολυδαίδαλη
γραφειοκρατία, δεν έχουν διασωθεί παρά ελάχιστα αρχεία που να καταγράφουν τις
ακριβείς δραστηριότητες μίας μονάδας σε βάθος χρόνου. Μία τέτοια ευπρόσδεκτη
εξαίρεση είναι ένα αρχείο που αφορά στα καθήκοντα λεγεωναρίων της 3 ης Λεγεώνας
(«Κυρηναϊκή»). Η «Κυρηναϊκή» ήταν μία από τις λεγεώνες που έδρευαν στην
Αίγυπτο,. Το αρχείο χρονολογείται στον 1ο αιώνα μ.Χ. και αναφέρεται στα
καθήκοντα των λεγεωνάριων κατά τις πρώτες δέκα ημέρες του Οκτωβρίου. Σε αυτά
περιλαμβάνονται η φρούρηση της Via Principia, της κεντρικής οδού του
στρατοπέδου, η φρούρηση σε άλλα σημεία (πύλες, προμαχώνες στο νοσοκομείο,
κλπ), οι εσωτερικές και εξωτερικές περίπολοι, αλλά και πιο δυσάρεστες ασχολίες,
όπως η καθαριότητα στα λουτρά. Καμία εργασία δεν ήταν, όμως, απεχθέστερη από
την κατασκευή δρόμων, διότι προκαλούσε μεγάλη σωματική καταπόνηση: σκάψιμο
θεμελίων, εξόρυξη λίθων, στρώσιμο πέτρινων πλακών, κλπ. Εκτός από τον κάματο
των αγγαρειών, ο λεγεωνάριος όφειλε να συντηρεί και να επισκευάζει τον ατομικό
του εξοπλισμό, αλλά και τα όπλα της λεγεώνας. Ακόμη, οι άνδρες συνόδευαν
αξιωματικούς ή υπαξιωματικούς σε διάφορες αποστολές (π.χ. συλλογή φόρων) ή
τίθεντο στη διάθεσή τους για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Από παρόμοια καθήκοντα εξαιρούνταν ένας σημαντικός αριθμός λεγεωναρίων, οι
οποίοι είχαν πάγιες τεχνικές ή διοικητικές υποχρεώσεις, είτε είχαν απαλλαγεί από
αυτές για κάποιο λόγο. Η απαλλαγή ενός λεγεωναρίου, μόνιμη ή παροδική, από
τέτοιες υπηρεσίες μπορεί να οφειλόταν σε λόγους υγείας ή στην προαγωγή τους σε
immunes. Ο όρος αυτός σημαίνει «απαλλαγμένος» και αναφερόταν σε στρατιώτες
που είχαν απαλλαγεί από αγγαρείες και υπηρεσίες, σε αντίθεση με τον απλό
στρατιώτη ή munifex (αυτός που υπηρετεί). Σε αυτή την κατηγορία ανήκαν οι
σκαπανείς, οι πυροβολητές, οι μουσικοί, οι εκπαιδευτές, οι μαραγκοί, οι νοσηλευτές
και γενικά όσοι είχαν εξειδικευμένα προσόντα. Επειδή οι immunes λάμβαναν
υψηλότερη αμοιβή και απαλλάσσονταν από τα τυπικά καθήκοντα του απλού
στρατιώτη, εξυπακούεται ότι κάθε λεγεωνάριος επεδίωκε να κερδίσει αυτή την
προαγωγή. Γνωρίζουμε την επιστολή ενός λεγεωνάριου προς τους οικείους του, με
την οποία εκφράζει τη χαρά του διότι κατάφερε να αποκτήσει καθεστώς immunis και
δεν ήταν πλέον υποχρεωμένος να κατασκευάζει δρόμους. Πρώτα, όμως, έπρεπε να
υπηρετήσει ένα διάστημα ως απλός στρατιώτης και στη συνέχεια να περάσει μία
περίοδος μαθητείας κατά τη διάρκεια της οποίας ο υποψήφιος δεν είχε ειδικά
προνόμια και ήταν γνωστός ως discens. Όσο καιρό εκπαιδευόταν, ο υποψήφιος έφερε
τίτλο σχετικό με το αντικείμενο της εκπαίδευσης, π.χ. ο discens equitum ήταν ο
υποψήφιος ιππέας.
Η μέρα στο στρατόπεδο ξεκινούσε με τη φρουρά να παρατάσσεται μετά το πρωινό
προσκλητήριο, προκειμένου να δοθούν οι εντολές της ημέρας, πριν κάθε άνδρας
αναλάβει την καθορισμένη υπηρεσία. Οι υπηρεσίες καταγράφονταν ώστε καθένας να
γνωρίζει τα καθήκοντά του. Χορηγείτο το νέο σύνθημα στους φύλακες και
πραγματοποιείτο η αλλαγή φρουράς με όλο το προβλεπόμενο τελετουργικό.
Οι παρελάσεις ήταν στην ημερήσια διάταξη, ειδικά στις περιπτώσεις όταν υπήρχε
κάποια θρησκευτική εορτή. Οι θρησκευτικές εορτές ήταν αφιερωμένες σε θεότητες ή
σε θεοποιημένους αυτοκράτορες, όπως Τραϊανός ή ο Οκταβιανός Αύγουστος. Οι
εορτές αυτές ολοκληρώνονταν με θυσίες προς το τιμώμενο πρόσωπο. Παρελάσεις και
εορτασμοί πραγματοποιούντο και σε περιστάσεις σχετικές με στρατιωτικά ζητήματα,
όπως η τιμητική αποστράτευση των βετεράνων λεγωναρίων στις αρχές Ιανουαρίου
(honesta missio) ή ο ανθοστολισμός των λαβάρων τον Μάιο (rosaliae signorum).
Όσον αφορά στις άδειες (commeati), οι λεγεωνάριοι μπορούσαν να ζητήσουν
γραπτώς από τον διοικητή τους να απουσιάσουν διευκρινίζοντας τους λόγους, αλλά
σε ορισμένες περιπτώσεις γνωρίζουμε ότι μερικοί είχαν δωροδοκήσει για να
απουσιάσουν ή να απαλλαγούν από αγγαρείες.

Πειθαρχία

Η λεγεώνα ήταν γνωστή για τη σιδηρά της πειθαρχία, η οποία δεν έκανε
«εκπτώσεις», τουλάχιστον όσο η αυτοκρατορία βρισκόταν στην ακμή της. Οι
σωματικές ποινές ήταν διαδεδομένες, γι αυτό τα στελέχη διέθεταν ράβδους διαφόρων
μεγεθών, όπως το «vitis» του εκατόνταρχου, όχι μόνο ως σύμβολο του βαθμού, αλλά
και ως «νέμεση» των απείθαρχων λεγεωνάριων. Κτυπήματα στην πλάτη του
λεγεωναρίου ήταν η συνήθης «ανταμοιβή» ακόμη και για απλά παραπτώματα, όπως η
μη τήρηση της σιωπής στις γραμμές της παράταξης. Διαβόητος είχε μείνει ο
εκατόνταρχος τον οποίο λιντσάρισαν λεγεωνάριοι που στασίασαν το 14 μ.Χ, στην
περιοχή του Ρήνου, επειδή συνήθιζε να ζητά άλλη ράβδο για να συνεχίσει τον
ξυλοδαρμό, όταν έσπαζε η ράβδος στην πλάτη των λεγεωνάριων.
Για πιο σοβαρά παραπτώματα, όπως ο ύπνος στην σκοπιά, η ποινή που μπορούσε να
επιβληθεί έφθανε μέχρι και τη θανατική καταδίκη. Μάλιστα, σε ορισμένες
περιπτώσεις, οι συνάδελφοι του παραβάτη τον ξυλοκοπούσαν μέχρι θανάτου
(fustuarium, ξυλοκοπία), διότι έθεσε τις ζωές τους σε κίνδυνο, ενώ κοιμόταν στη
σκοπιά. Εννοείται ότι η θανατική ποινή περίμενε τους λιποτάκτες ή τους ριψάσπιδες.
Μάλιστα, στην περίπτωσή τους προβλεπόταν σταυρικός θάνατος, για λόγους
παραδειγματισμού και απαξίωσης. Η πιο διαβόητη ποινή ήταν ο αποδεκατισμός
(decimatio). Επιφυλασσόταν σε μονάδες που είχαν αποδώσει άσχημα σε μάχη ή είχαν
επιδείξει απείθαρχη συμπεριφορά. Το 10% των ανδρών της απείθαρχης μονάδας
εκτελούταν και οι υπόλοιποι τιμωρούνταν με συμβολικές ταπεινωτικές ποινές:
υποχρεούνταν να καταλύσουν εκτός στρατοπέδου ή αναγκάζονταν να σταθούν
προσοχή για μία ολόκληρη ημέρα, φορώντας μόνο τον άζωτο χιτώνα τους. Οι
σκληρές τιμωρίες είχαν όμως, πολλές φορές, το αντίθετο αποτέλεσμα: πύκνωναν τις
τάξεις των λιποτακτών, οι οποίοι μάλιστα δεν είχαν ενδοιασμούς να προσφέρουν τις
υπηρεσίες τους στον αντίπαλο, σε ορισμένες περιπτώσεις. Η τύχη των λιποτακτών
που συλλαμβάνονταν δεν ήταν πάντοτε ζοφερή. Ορισμένοι θανατώθηκαν αμέσως,
άλλοι έζησαν και λιποτάκτησαν δεύτερη ή και τρίτη φορά. Όσοι καταδικάζονταν για
δειλία, απειθαρχία και άλλα σοβαρά παραπτώματα, αποτάσσονταν (missio
ignominiosa ή exauctoratio) και εννοείται ότι έχαναν και τις παροχές του
απόστρατου.
Γενικά, οι λεγεωνάριοι εμφορούνταν από ισχυρό πνεύμα μονάδας (esprit de corps)
και από ακατάλυτους δεσμούς συναδελφικότητας. Οι όροι «commilito»
(συστρατιώτης), «frater» (αδελφός), «commanipularis» (στρατιώτης της ίδιας
«σπείρας») με τους οποίους αποκαλούσε ο ένας λεγεωνάριος τον άλλον,
αποδεικνύουν τους στενούς δεσμούς που ανέπτυσσαν τα μέλη της λεγεώνας μεταξύ
τους. Τα κοινά βιώματα σε καιρούς ειρήνης και πολέμου σφυρηλατούσαν ένα
αισθήματα, υπερηφάνειας, συντροφικότητας και υπεροχής απέναντι σε κάθε
αντίπαλο. Δεν είναι περίεργη, συνεπώς, η επιλογή πολλών στρατιωτών να
αυτοκτονήσουν παρά να συλληφθούν. Το δέσιμο που είχαν μεταξύ τους και με τη
μονάδα ήταν πολύ ισχυρό από την πίστη που είχαν προς τον αυτοκράτορα ή τη
Σύγκλητο, τους οποίους ενδέχεται να μην είχαν δει ποτέ στη ζωή τους. Στη μονάδα
τους και στους συντρόφους του όφειλαν την πραγματική τους αφοσίωση. Γι’ αυτό,
πολλοί λεγεωνάριοι επέλεγαν να αυτοκτονήσουν, σε περιπτώσεις που ντρόπιαζαν με
τις ενέργειές τους τη λεγεώνα.

Εκστρατείες

Οι λεγεωνάριοι ξυπνούσαν την αυγή και προγευμάτιζαν, αναμένοντας το πρώτο


κάλεσμα της σάλπιγγας. Μόλις ακουγόταν το σάλπισμα, έσπευδαν να αναλάβουν τον
εξοπλισμό τους. Μετά το δεύτερο σάλπισμα, φόρτωναν τον εξοπλισμό που δεν
μετέφεραν οι ίδιοι σε υποζύγια και σχημάτιζαν τις γραμμές της εκατονταρχίας. Με το
τρίτο σάλπισμα όλοι όφειλαν να είναι έτοιμοι. Ο εκατόνταρχος ετίθετο επικεφαλής
και οδηγούσε τη μονάδα στο σημείο συγκέντρωσης, εμπρός από το βάθρο, όπου
στεκόταν ο διοικητής και ο κήρυκάς του. Ακολουθούσε μία ομιλία του διοικητή, ο
οποίος προσπαθούσε να ανυψώσει το ηθικό των ανδρών και να τους εμφυσήσει
αισιοδοξία για το πέρας της εκστρατείας. Οι αναφορές στις ένδοξες νίκες των
προγόνων ήταν πολύ συχνές, όπως και οι έπαινοι για την αξία των ανδρών της
λεγεώνας. Όταν ολοκληρωνόταν η ομιλία, ο κήρυκας ρωτούσε τρεις φορές τους
συγκεντρωμένους αν ήταν έτοιμοι για πόλεμο. Κάθε φορά, αυτοί απαντούσαν
καταφατικά με σθένος και υψώνοντας τη δεξιά τους γροθιά για έμφαση.
Ακολούθως ξεκινούσε η πορεία, άλλοτε μακρά, άλλοτε συντομότερη. Ήταν
επιβεβλημένο κάθε λεγεωνάριος να γνωρίζει τα καθήκοντά του κατά τη διάρκεια της
εκστρατείας, ειδάλλως η ζωή του και η ζωή των συντρόφων του κινδύνευε. Σε μία
εκστρατεία υπήρχαν αρκετοί κίνδυνοι που μπορούσαν να αποδειχθούν θανάσιμοι:
εχθρικές επιδρομές, κακουχίες, εξουθένωση από τις πορείες, έλλειψη τροφής και
νερού, επιδημίες και φυσικά οι κίνδυνοι της μάχης. Μόνο η ομαδική προσπάθεια, η
εκπαίδευση και η πειθαρχία θα ήταν σε θέση να προστατεύσουν τους λεγεωνάριους.
Επομένως, κάθε άνδρας όφειλε να εκτελεί όλες τις εντολές χωρίς να δυσανασχετεί ή
να χάνει τη συγκέντρωσή του.
Μόλις η εκστρατευτική δύναμη έφθανε στο σημείο όπου θα διανυκτέρευε, άλλες
μονάδες λειτουργούσαν ως φυλακή, σε περίπτωση που εκδηλωνόταν εχθρική
επιδρομή, την ώρα που οι υπόλοιπες κατασκεύαζαν το πρόχειρο στρατόπεδο. Οι
λεγεωνάριοι έκοβαν δέντρα, καθάριζαν τον χώρο, έσκαβαν φαρδιά τάφρο εύρους 3,5
μέτρων και έχτιζαν ανάχωμα, εξοπλίζοντάς το με πολεμίστρες από πασσάλους που
κουβαλούσαν οι λεγεωνάριοι στις αποσκευές τους. Κάθε εκατονταρχία έσκαβε τον
τομέα που της αναλογούσε, υπό την άγρυπνη επίβλεψη των αξιωματικών. Τα
σκευοφόρα οδηγούνταν στην ασφάλεια του στρατοπέδου και σταδιακά οι
εκατονταρχίες αποσύρονταν κι αυτές εκεί, η μία μετά την άλλη. Μέσα στο
στρατόπεδο κατασκεύαζαν τις υπόλοιπες υποδομές (σκηνές, κλπ). Μετά από πολύ
κόπο, οι λεγεωνάριοι ήταν ελεύθεροι μέχρι το επόμενο πρωινό, εκτός αν είχαν κάποια
υπηρεσία. Μόλις ξημέρωνε, το στρατόπεδο έπρεπε να διαλυθεί από την αρχή και η
καθημερινή ρουτίνα επαναλαμβανόταν.

Αμοιβές

Ο Ιούλιος Καίσαρας διπλασίασε τις αμοιβές των λεγεωναρίων στα 225 ασημένια
δηνάρια και αυτή η αμοιβή παρέμεινε μέχρι τον 1 ο αιώνα μ.Χ. Η πληρωμή
(stipendium) γινόταν σε τρεις δόσεις ανά τετράμηνο, μάλλον την 1/1, την 1/5 και την
1/9. Όλα αυτά υπό κανονικές συνθήκες, διότι σε εκστρατευτικές περιόδους ήταν
δύσκολο να τηρηθεί αυτό το χρονοδιάγραμμα. Υπήρχαν και οι εξαιρέσεις, όπως η
περίπτωση του Τίτου που ανέστειλε για λίγες ημέρες την πολιορκία της Ιερουσαλήμ
για να πληρώσει τις τέσσερις λεγεώνες του. Κατά τα τέλη του 1 ου αιώνα, ο Δομιτιανός
αύξησε τον ποσό της δόσης στα 300 δηνάρια, προσθέτοντας μία ακόμη δόση
(stipendium). Οι ιππείς (equites), οι υπαξιωματικοί (principales) και οι αξιωματικοί
φυσικά αμείβονταν με υψηλότερο μισθό.
Πρέπει να διευκρινισθεί ότι οι παραπάνω αμοιβές ήταν ακαθάριστο εισόδημα και το
ποσό που έφθανε στα χέρια του λεγεωναρίου ήταν μικρότερο. Το κόστος του
φαγητού, των ενδυμάτων, του εξοπλισμού τους και της ταφής αφαιρούταν από την
αμοιβή, ως μία μορφή κράτησης. Από την άλλη πλευρά, οι λεγεωνάριοι λάμβαναν
έκτατες υλικές αμοιβές, σε είδος ή σε χρήμα, επ’ ευκαιρία σημαντικών γεγονότων,
όπως η ανάρρηση ενός αυτοκράτορα στον θρόνο. Υπήρχε πάντα και το μερίδιο από
τα λάφυρα, το οποία αύξανε τις αποδοχές των ανδρών. Εννοείται ότι οι αξιωματικοί
και οι άνδρες που υπηρετούσαν σε επίλεκτες μονάδες (π.χ. πραιτοριανοί) λάμβαναν
μεγαλύτερες αμοιβές σε τέτοιες έκτατες περιστάσεις. Για παράδειγμα, όταν πέθανε ο
Οκταβιανός Αύγουστος, κάθε λεγεωνάριος πήρε ως κληροδότημα από 75 έως 125
δηνάρια, ανάλογα με την ομάδα που υπηρετούσε, ενώ οι πραιτοριανοί έλαβαν από
250 δηνάρια.
Η πιο ποθητή αμοιβή ήταν το εφάπαξ αποστράτευσης (praemia militiae), μία μορφή
συνταξιοδότησης την οποία ο Αύγουστος αύξησε – μαζί με τη θητεία – στα 3.000
δηνάρια. Στα χρόνια του Αυγούστου ιδρύθηκε και το «aerarium militare»
(στρατιωτικό ταμείο ή θησαυροφυλάκιο), για τη συνταξιοδότηση των βετεράνων.
Ο λεγεωνάριος λάμβανε κατά την αποστράτευσή του μία εδαφική έκταση στην
οποία μπορούσε να εγκατασταθεί με την οικογένειά του. Η έκταση αυτή δεν
βρισκόταν απαραίτητα στην Ιταλία. Για παράδειγμα, μετά τη ναυμαχία του Ακτίου,
απόστρατοι της 10ης (Legio X Equestris) και της 12ης Λεγέωνας (Legio XΙΙ Fulminata)
εγκαταστάθηκαν στην Πάτρα, όπου δημιουργήθηκε η «Colonia Augusta Achaica
Patrensis» (Αχαϊκή Αυγούστεια Αποικία των Πατρών). Όλα αυτά, υπό ιδανικές
συνθήκες. Σε ορισμένες περιπτώσεις το αγροτεμάχιο που παραχωρούταν ήταν χέρσο
ή βαλτώδες και το εφάπαξ αποστράτευσης μερικές φορές δεν καταβαλλόταν. Κάποια
μορφή μειωμένης σύνταξης δικαιούνταν και οι λεγεωνάριοι που είχαν τραυματιστεί
σοβαρά εν ώρα καθήκοντος.

Ηθικές αμοιβές

Εξίσου σημαντική για την πειθαρχία και το ηθικό των στρατιωτών ήταν η απονομή
διακρίσεων σε αυτούς τους άνδρες που ξεχώρισαν για τη γενναιότητά τους στη μάχη
ή για την πιστή τους υπηρεσία στο στράτευμα. Μετά το πέρας μίας εκστρατείας η
λεγεώνα οργάνωνε τελετή για να ανταμείψει τους διακριθέντες λεγεωνάριους. Ο
διοικητής της λεγεώνας καλούσε τους άνδρες που διακρίθηκαν να παρουσιασθούν
εμπρός του και τους συνέχαιρε δημοσίως, προσφέροντας και κάποιο συμβολικό
δώρο. Ο Φλάβιος Ιώσηπος διασώζει μία τέτοια σκηνή, όπου o τότε στρατηγός και
μετέπειτα αυτοκράτορας Τίτος, μετά την κατάκτηση της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ., τιμά
όλους όσοι ανδραγάθησαν. Ο Τίτος καλούσε εμπρός και επαινούσε τον καθένα
ξεχωριστά, σαν να επρόκειτο για ανδραγαθήματα που είχε κάνει ο ίδιος. Στη συνέχεια
τους μοίραζε χρυσούς στέφανους και αλυσίδες για τον λαιμό, μικρές χρυσές λόγχες
και εμβλήματα από ασήμι. Όλοι οι τιμηθέντες έλαβαν και προαγωγή. Ένας απλός
λεγεωνάριος, αν ήταν τυχερός και γενναίος, μπορούσε να αναρριχηθεί έως το αξίωμα
του εκατόνταρχου. Αλλά οι τιμές δεν ολοκληρώθηκαν με τις προαγωγές. Γενναίες
μερίδες από τα λάφυρα προσφέρθηκαν στους διακριθέντες.
Οι πιο κοινές διακρίσεις (dona militaria) ήταν η «hasta pura», μία μικρογραφία
λόγχης, μία μικρογραφία – επίσης – λαβάρου (vexillum), μετάλλια με μορφή
περιλαίμιου, δισκάρια που ο δικαιούχος προσάρμοζε στο εμπρόσθιο τμήμα του
θώρακά του (phalerae) και μεταλλικά περικάρπια (armillae). Οι στέφανοι ήταν η
σπουδαιότερη διάκριση. Ο πολιτικός στέφανος (corona civica), μία αρχαία διάκριση
αποδιδόταν σε αυτούς που είχαν σώσει τη ζωή συμπολίτη τους. Προβλεπόταν ακόμη
χρυσός στέφανος για εκείνους οι οποίοι πρώτοι ανέβαιναν σε εχθρικό τείχος ή
οχύρωμα (corona muralis, corona vallaris). Μία ιδιαιτερότητα του ρωμαϊκού στρατού
είναι ότι πολύ σπάνια απένειμε διακρίσεις μετά θάνατον». Η σημασία των
διακρίσεων ήταν ανάλογη, αν όχι μεγαλύτερη, των υλικών ανταμοιβών. Όταν πέθαινε
ο δικαιούχος, η οικογένειά του τις απεικόνιζε ανάγλυφες στον τάφο του.
Αντίθετα, όσοι υπηρετούσαν στις βοηθητικές μονάδες (auxilia) δεν λάμβαναν
διακρίσεις, τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του 1ου αιώνα μ.Χ. Οι διακρίσεις πήγαιναν
στους αξιωματικούς ή στη μονάδα συνολικά. Τότε η μονάδα προσέθετε κάποιο
προσωνύμιο, π.χ. armillata, torquata, ανάλογα με τη διάκριση που έλαβε. Σε
ορισμένες περιπτώσεις στρατιώτες των μονάδων αυτών έγιναν Ρωμαίοι πολίτες, ως
ανταπόδοση των υπηρεσιών τους.

Κατάλυμα

Η ζωή του λεγεωνάριου επηρεαζόταν κατά πολύ από την εποχή του έτους, καθώς οι
λεγεώνες εκστράτευαν από την άνοιξη μέχρι το πρώιμο φθινόπωρο και ξεχειμώνιαζαν
σε χειμερινά στρατόπεδα (hiberna) κατά τους μήνες της κακοκαιρίας. Εφόσον τα
χειμερινά καταλύματα βρίσκονταν σε κατοικημένη περιοχή δεν υπήρχε πρόβλημα,
όμως στην αντίθετη περίπτωση οι λεγεωνάριοι ξόδευαν πολύ από τον χρόνο τους
στην κατασκευή του στρατοπέδου εκστρατείας. Κάποιοι από αυτούς πέρασαν
περισσότερο χρόνο στήνοντας και διαλύοντας ένα στρατόπεδο εκστρατείας, παρά στο
πεδίο της μάχης.
Στην περίπτωση της κατασκευής ενός στρατοπέδου διαχείμασης, το οποίο
προοριζόταν για πιο μακροχρόνια χρήση απ’ ό,τι το στρατόπεδο εκστρατείας, οι
λεγεωνάριοι δημιουργούσαν μονιμότερες υποδομές. Για παράδειγμα, αντί να μείνουν
σε σκηνές (tabernacula), έκτιζαν καλύβες, ενώ η τάφρος και τα οχυρωματικά έργα
είχαν μονιμότερη και πιο επιμελημένη μορφή. Άλλωστε, τα χειμερινά καταλύματα
έπρεπε να προσφέρουν καλύτερη προστασία από τα καιρικά φαινόμενα, διότι πολλές
μονάδες είχαν αποδεκατιστεί από επιδημίες και όχι από τον εχθρό.
Η επιλογή της θέσης όπου θα κατέλυε η λεγεώνα ήταν αποτέλεσμα ενδελεχούς
μελέτης, διότι έπρεπε να πληρούνται συγκεκριμένες προδιαγραφές. Λόγου χάρη, ήταν
απαραίτητο να βρίσκεται κοντά σε οδικούς κόμβους και σε πηγή καθαρού νερού, για
ευνόητους λόγους. Σε γενικές γραμμές, το αρχιτεκτονικό σχέδιο του ρωμαϊκού
στρατοπέδου είχε μία τυποποιημένη μορφή, αλλά δεν έλειπαν οι κατά τόπους
αλλαγές, ως προς τη μορφή ή τη διαρρύθμιση, προκειμένου να εξυπηρετηθούν
εξειδικευμένες ανάγκες.

Διατροφή

Ο άγραφος στρατιωτικός νόμος υποδεικνύει ότι ένας στρατιώτης με γεμάτο στομάχι


αποδίδει καλύτερα. Εκ του αντιθέτου προκύπτει ότι ένας υποσιτισμένος στρατιώτης,
όχι μόνο δεν έχει δυνάμεις για να αγωνιστεί, αλλά αποκτά έναν βασικό λόγο για να
στασιάσει, όπως έχει αποδειχθεί αρκετές φορές στην πράξη. Ο ρωμαϊκός στρατός δεν
θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση.
Οι τεράστιες ποσότητες τροφίμων και ειδικά των σιτηρών, που ήταν απαραίτητα για
να τραφούν οι λεγεωνάριοι και τα υποζύγια, προέρχονταν από διάφορες πηγές. Μία
από αυτής ήταν η φορολόγηση. Όταν η τοπική παραγωγή δεν επαρκούσε για τις
ανάγκες του στρατού, τρόφιμα έπρεπε να μεταφερθούν, συχνά από μεγάλες
αποστάσεις. Γι’ αυτό είχε προβλεφθεί η δημιουργία σιταποθηκών σε νευραλγικά
σημεία, όπου υπήρχαν χερσαίες ή υδάτινες αρτηρίες. Με αυτό τον τρόπο
διευκολυνόταν και επιταχυνόταν η μεταφορά των απαραίτητων τροφίμων.
Μία από τις βασικότερες ευθύνες ενός διοικητή ήταν να εξασφαλίσει την επαρκή
και υγιεινή διατροφή των ανδρών του, τόσο για λόγους που σχετίζονται με το ηθικό
τους όσο και με τη φυσική τους κατάσταση. Το διαιτολόγιο του λεγεωναρίου
βασιζόταν στο σιτάρι, το κρέας (ειδικά το χοιρινό ή το βόειο), το τυρί, τα λαχανικά
(αν ήταν διαθέσιμα) και στις φακές. Εξίσου απαραίτητο κρινόταν ο οίνος (vinum) και
το ξύδι (acetum). Κάθε λεγεωνάριος μπορούσε να εμπλουτίσει το διαιτολόγιό του
αγοράζοντας τρόφιμα, εφόσον είχε τη δυνατότητα. Φυσικά, οι αξιωματικοί ήταν σε
θέση να αγοράσουν πιο ακριβά και καλύτερης ποιότητας τρόφιμα, όπως οστρακοειδή
ή καλής ποιότητας οίνους.
Ένας τρόπος για να εμπλουτίσει το πιάτο του ο λεγεωνάριος ήταν το ψάρεμα ή το
κυνήγι. Βέβαια, έπρεπε να υπάρχει κυνήγι στην περιοχή που είχε σταθμεύσει η
λεγεώνα και επιπλέον ήταν απαραίτητο να επιτρέπουν αυτή τη δραστηριότητα οι
ανάγκες της υπηρεσίας. Τα ελάφια ήταν ένα δημοφιλές θήραμα, κυρίως στις βόρειες
επαρχίες, αλλά οι πεινασμένοι λεγεωνάριοι δεν έλεγαν όχι στο κρέας άλλων ζώων,
όπως αποδεικνύεται από τα οστά που εντοπίζονται σε ανασκαφές στρατοπέδων.
Ορισμένα μάλιστα από αυτά, π.χ. το άγριο βόδι, δεν υπάρχουν πλέον.
Έχουν σωθεί σχετικές αναφορές στις πηγές για ιδιώτες προμηθευτές του στρατού,
ενώ σε σωζόμενες επιστολές λεγεωναρίων, οι άνδρες ζητούν από τους οικείους τους
να τους στείλουν τρόφιμα. Ειδικά σε απομακρυσμένες φρουρές, πχ κοντά στην
Ερυθρά Θάλασσα, λεγεωνάριοι είχαν γράψει σε όστρακα ονόματα τροφών όπως το
παστό ψάρι ή τα λάχανα και τα ραδίκια.
Το σιτάρι παρεχόταν είτε στην ακατέργαστη μορφή του, ως σπόρος που έπρεπε να
αλεστεί, ή ως γαλέτα (bucellatum), ψημένη δύο φορές για να είναι σκληρή και να
διατηρείται ευκολότερα τις εκστρατείες. Από τον όρο αυτό προήλθαν και οι
μεταγενέστεροι όροι «βουκελλάριος» και «μπισκότο» (bis – cuit = δύο φορές
ψημένο). Το bucellatum μπορούσε να χρησιμοποιηθεί τριμμένο ως συστατικό για
σούπες ή άλλα βρασμένα φαγητά, είτε ως ζυμαρικό. Για να αλεστεί ο σπόρος
υπήρχαν ειδικοί χειρόμυλοι. Αυτή η πρακτική διατηρήθηκε για αιώνες. Ο άρτος από
αλεύρι (panis militaris) που χρειαζόταν μία εκατονταρχία παρασκευαζόταν σε
φούρνους υπ’ ευθύνη ενός αρτοποιού και των δύο βοηθών του. Ίσως αυτό το είδος
ψωμιού να παρεχόταν μόνο σε αξιωματικούς. Ο άρτος και η γαλέτα σφραγίζονταν με
μεταλλικές σφραγίδες, όπως και στα πολιτικά αρτοποιεία.
Αντί για οίνο, πολλοί λεγεωνάριοι έπιναν ζύθο και υπάρχουν ενδείξεις ότι σε
ορισμένες περιπτώσεις, παρήγαγαν το ποτό που έπιναν. Η κατανάλωση ζύθου ήταν
πιο διαδεδομένη ανάμεσα στους λεγεωνάριους που στάθμευαν στη δυτική και βόρεια
Ευρώπη.
Το σιτηρέσιο συχνά δεν ήταν μαγειρεμένο, δεν υπήρχαν οργανωμένα συσσίτια και η
ευθύνη για την προετοιμασία του έπεφτε στους άνδρες. Κάθε ομάδα οκτώ
λεγεωναρίων (contubernium) προετοίμαζε ξεχωριστά την τροφή της, σε φούρνους
που υπήρχαν στο στρατόπεδο. Τα βασικά γεύματα ήταν δύο, το πρωινό (prandium)
και το δείπνο (cena) στο τέλος της ημέρας. Οι οκτώ άνδρες (contubernales) που
σχημάτιζαν τη μικρότερη υπομονάδα της λεγεώνας, το «contubernium» έμεναν μαζί
στον ίδιο χώρο (συσκηνίτες) και έτρωγαν μαζί. Με αυτό τον τρόπο, σύσφιγγαν τις
σχέσεις τους καθώς μοιράζονταν χαρές και λύπες. Χαρακτηριστική είναι σκηνή που
περιγράφει ο Καίσαρας στο έργο του «De bello Gallico», όπου οι συσκηνίτες,
τρομαγμένοι από τις φήμες για τη σωματική διάπλαση των Γερμανών και την
πολεμική τους αρετή, πριν τη σύγκρουση μαζί τους παραπονιούνται για τη μοίρα τους
και υπογράφουν μαζί τις διαθήκες τους (testamenta) μέσα στις σκηνές τους. Οι κοινές
εμπειρίες στη μάχη συνέβαλαν στην επίρρωση αυτών των σχέσεων και στη
δημιουργία ισχυρού πνεύματος μονάδος.

Υγεία

Η ζωή του λεγεωναρίου δεν ήταν τρυφηλή και δοκίμαζε τις αντοχές του, χωρίς καν
να πολεμήσει. Τα στρατόπεδα, μόνιμα ή προσωρινά, έπρεπε να εγκαθίστανται μακριά
από ανθυγιεινές περιοχές, βάλτους, κλπ. Ο λεγεωνάριος, ειδικά όταν ήταν έμπειρος,
ήταν ένα «εξάρτημα» πολύτιμο για την ομαλή λειτουργία της ρωμαϊκής πολεμικής
μηχανής, γι’ αυτό η λεγεώνα του προσέφερε καλύτερες συνθήκες υγιεινής από
εκείνες που βίωναν οι περισσότεροι πολίτες.
Λουτρά και αποχωρητήρια ήταν διαθέσιμα, ιδιαίτερα σε περιοχές μόνιμου
στρατωνισμού. Οι κανόνες υγιεινής τηρούνταν όσο το δυνατόν πιο πιστά, εφόσον
βέβαια το επέτρεπαν οι συνθήκες. Εξάλλου, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την υγεία
του στρατεύματος προερχόταν από τις επιδημίες, οι οποίες ήταν ικανές να θέσουν
εκτός μάχης περισσότερους άνδρες απ’ ό,τι η δράση του εχθρού.
Νοσοκομεία εκστρατείας είχαν ιδρυθεί σε αρκετά στρατόπεδα για να περιθάλψουν
ασθενείς και τραυματίες. Οι ιατροί της λεγεώνας είχαν εμπειρία στην περίθαλψη
τραυμάτων που προήλθαν από μάχη, διότι αντιμετώπιζαν εκατοντάδες περιστατικά
και σε γενικές γραμμές ήταν επαρκείς θεραπευτές. Ο διάσημος ιατρός Γαληνός είχε
εκφραστεί κολακευτικά για την αξία των ιατρών της λεγεώνας. Σε μία περίπτωση
αναφέρει τη θεραπεία για τον πονοκέφαλο που είχε επινοήσει ένας στρατιωτικός
ιατρός, ονόματι Αντίγονος, όπως και ένα κολλύριο που είχε παρασκευάσει ο Άξιος,
οφθαλμίατρος του Στόλου της Βρετανίας (classis Britannica). Ένας άλλος
στρατιωτικός ιατρός που αναφέρεται από τον Γαληνό, ο Πεδάνιος Διοσκουρίδης, είχε
συντάξει το εγχειρίδιο «Materia Medica». Πολλές μεθοδολογίες αντιμετώπισης
τραυμάτων που χρησιμοποιούσε ο ρωμαϊκός στρατός εφαρμόζονταν επί αιώνες και οι
ιατροί του ήταν σε θέση ακόμη και για περίπλοκες επεμβάσεις.
Στην ιεραρχία του νοσηλευτικού προσωπικού της λεγεώνας επικεφαλής ήταν ο
ιατρός (medicus). Κάποιοι ιατροί έφεραν τον βαθμό του εκατόνταρχου (medicus
ordinarius). Η διαχείριση των στρατιωτικών νοσοκομείων ήταν στα χέρια του optio
valetudinarii. Ένας optio (optare = επιλέγω) επιλεγόταν από τον εκατόνταρχο για μία
από τις διοικητικές λειτουργίες της μονάδος και είχε βαθμό παρόμοιο με τους
σημερινούς (ανθ)υπολοχαγούς. Για παράδειγμα, ο «optio statorum», ήταν επόπτης
της στρατονομίας. Άρα «optio valetudinarii» σημαίνει «υπεύθυνος νοσοκομείου». Η
βασική παροχή πρώτων βοηθειών και απλής νοσηλεία ανήκε στους νοσηλευτές που
ήταν γνωστοί ως «capsarii», από το κυτίο πρώτων βοηθειών (capsa) που έφεραν.

Οικογένεια

Από τα χρόνια του Αυγούστου κι έπειτα οι λεγεωνάριοι δεν είχαν δικαίωμα να


παντρευτούν. Αν ήταν ήδη παντρεμένοι πριν καταταγούν, ο γάμος ακυρωνόταν
αυτομάτως. Αυτή η απαγόρευση καταργήθηκε μόλις την εποχή του Σεπτιμίου
Σεβήρου (193 – 211 μ.Χ.). Πολλοί λεγεωνάριοι που παρέμεναν για καιρό στη φρουρά
μία περιοχής, σύναπταν εφήμερες ή ακόμη και μόνιμες σχέσεις με γηγενείς γυναίκες.
Βέβαια, η σχέση αυτή δεν είχε την ισχύ γάμου και τα παιδιά που γεννιούνταν δεν
αναγνωρίζονταν ως γνήσια, εκτός εάν ο λεγεωνάριος παντρευόταν τη σύντροφό του
όταν αποστρατευόταν. Αυτή η πρακτική ήταν πολύ συνηθισμένη σύμφωνα με τις
πηγές. Ένας τρόπος να εξασφαλίσει την οικογένειά του ο λεγεωνάριος, ήταν να
συντάξει τη διαθήκη του, μία ενέργεια που του επέτρεπε η υπηρεσία. Πάντως,
υπάρχουν μαρτυρίες ότι υιοί λεγεωναρίων, που έγιναν αργότερα δεκτοί στο
στράτευμα, είχαν γεννηθεί «in castris», δηλαδή στο στρατόπεδο.

Συμπέρασμα

Ο ρωμαϊκός στρατός υπήρξε ο πρώτος οργανωμένος στρατός με τη σύγχρονη


έννοια του όρου. Σαφώς επηρέασε τον τρόπο με τον οποίο οργανώθηκαν αρκετοί
στρατοί που ξεχώρισαν στο πεδίο της μάχης, από την εποχή του πρώιμου Μεσαίωνα
έως και τον 19ο αιώνα. Δεν είναι τυχαίο που ο όρος «λεγεωνάριος» και «λεγεώνα»
ακόμη και σήμερα δηλώνουν τον επαγγελματία επίλεκτο πολεμιστή που ζει από τον
πόλεμο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1) Ross Cowan – Angus McBride, ΡΩΜΑΙΟΣ ΛΕΓΕΩΝΑΡΙΟΣ 58π.Χ. – 69 μ.Χ., σειρά


Πολεμιστές, αριθμός 4, εκδόσεις Περισκόπιο, Αθήνα, 2009.
2) Adrian Goldsworthy, THE COMPLETE ROMAN ARMY, Thames and Hudson,
London, 2003.
3) Stephen Dando – Collins, LEGIONS OF ROME - THE DEFINITIVE HISTORY OF
EVERY IMPERIAL ROMAN LEGION, Quercus, New York, 2010.
4) Ross Cowan - Sean o’ Brogain, ROMAN LEGIONARY AD 69 – 161, σειρά
Warrior, αριθμός 166, Osprey Publishing, UK, 2013.
5) Peter Connolly, TIBERIUS CLAUDIUS MAXIMUS THE LEGIONARY, Oxford
University Press, New York, 1988.
6) Michael Simkins – Ron Embleton, THE ROMAN ARMY FROM CAESAR TO
TRAJAN, σειρά MEN-AT-ARMS, αριθμός 46, Osprey Publishing, UK, 1984.
7) Pat Southern, THE ROMAN ARMY – A SOCIAL AND INSTITUTIONAL
HISTORY, Abc – Clio, California/ Colorado / England, 2006.
8) Brian Campbell, THE ROMAN ARMY- A SOURCEBOOK, 31 B.C. – A.D. 337,
Routledge, London – New York, 1994.
9) Chris McNab (editor), THE ROMAN ARMY – THE GREATEST WAR MACHINE
OF THE ANCIENT WORLD, Osprey Publishing, UK, 2010.
10) Steve Mason (editor), FLAVIUS JOSEPHUS: TRANSLATION AND
COMMENTARY, Brill, Leiden, 2000.

ΛΕΖΑΝΤΕΣ

1) Αναπαράσταση σκηνής που στέγαζε ένα contubernium (ομάδα οκτώ ανδρών) από
Βρετανούς αναβιωτές (THE ERMINE STREET GUARD ROMAN
REENACTMENT SOCIETY) στο Μπέρτοσγουολντ, κοντά στο Αδριάνειο Τείχος
στη Βρετανία, το 2005.
2) Στρατιωτικές διακρίσεις (phalera) σε μορφή μεταλλικών δισκαρίων απονέμονταν
συχνά στους άνδρες της λεγεώνας και φέρονταν με περηφάνια στο στήθος τους. Τα
συγκεκριμένα ευρήματα εκτίθενται στο Μουσείο Μπουργκ Λινν του Κρέφελντ στη
Γερμανία.
3) Επιτύμβια στήλη από το κενοτάφιο του 54χρονου Μάρκιου Κέλιου, ο οποίος
υπηρετούσε στην 18η Λεγεώνα ως εκατόνταρχος και έχασε τη ζωή του στη μάχη του
Τευτοβούργιου Δρυμού. Στον θώρακα του βετεράνου αξιωματικού είναι ορατές οι
τιμητικές διακρίσεις που είχε λάβει.(Μουσείο Rheinisches Landes, Βόννη).
4) Νοσηλευτές της λεγεώνας (capsarii) περιποιούνται τους τραυματίες συναδέλφους
τους. Απόσπασμα από τη στήλη του αυτοκράτορα Τραϊανού στη Ρώμη.
5) Σύγχρονοι αναβιωτές αναπαριστούν σκηνή εκπαίδευσης των λεγεωνάριων. Κατά
τη διάρκεια της εκπαίδευσης χρησιμοποιούνταν ξύλινα όπλα, βαρύτερα από το
κανονικό.
6) Η ικανότητα του ρωμαϊκού στρατού να ελίσσεται και να δημιουργεί τακτικούς
σχηματισμούς, ανάλογα με την περίσταση, ήταν αποτέλεσμα συνεχούς εξάσκησης.
7) Ανακατασκευή της κεντρικής πύλης του στρατοπέδου που βρισκόταν στο Λουντ
της Βρετανίας.
8) Οι δρόμοι που κατασκεύαζαν οι λεγεωνάριοι ήταν από τις πιο μισητές αγγαρείες,
αλλά προσέδιδαν μεγάλο πλεονέκτημα στον ρωμαϊκό στρατό.
9) Ο εκατόνταρχος ήταν ο «θεός» του μικρόκοσμου στον οποίο ζούσε ο λεγεωνάριος.
Ο σεβασμός, ο φόβος και το μίσος ήταν συχνά τα αισθήματα που έτρεφε γι’ αυτόν.
Όποια κι αν ήταν όμως τα αισθήματά του, σίγουρα κάθε λεγεωνάριος θα ήθελε να
φτάσει σε αυτή τη θέση μία ημέρα.
10) Χαρακτικό έργο του Γουίλιαμ Χόγκαρθ (1725) το οποίο απεικονίζει σκηνή
αποδεκατισμού (decimatio). Η σκληρή αυτή ποινή δεν εφαρμοζόταν συχνά.

You might also like