Professional Documents
Culture Documents
6η Πρόληψη Νοσημάτων
6η Πρόληψη Νοσημάτων
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ 6
ΠΡΟΛΗΨΗ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ. ΥΙΟΘΕΤΗΣΗ ΥΓΙΩΝ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΩΝ
1
Περιεχόμενα
1.3. Πλαίσιο δράσης για τη Δημόσια Υγεία και την Πρόληψη στην ΕΕ
2
3.4.2. Παράγοντες Κινδύνου για Καρδιαγγειακά Νοσήματα στην Παιδική
Ηλικία
3.4.3. Προγράμματα Πρόληψης Καρδιαγγειακών Νοσημάτων
Σύνοψη
Βιβλιογραφία
Χρήσιμες διευθύνσεις στο διαδίκτυο
3
πρόληψητων παραγόντων κινδύνου του καρκίνου, του AIDS, των μεταδοτικών
νοσημάτων, της φυματιώσης και των καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Προσδοκώμενα Αποτελέσματα
• Την έννοια της Πρόληψης και τη διασύνδεσή της με την Προαγωγή Υγείας
• Τη διάκριση της πρόληψης σε πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή
• Τον προσανατολισμό των συστημάτων υγείας στο διεθνή χώρο
• Το πλαίσιο δράσης για τη Δημόσια Υγεία και την Πρόληψη στην Ε.Ε
• Το πλαίσιο Δράσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα Μεταδοτικά Νοσήματα
• Τους όρους επιδημιολογική επιτήρηση και δήλωση νοσημάτων και του ρόλου
τους στη δημόσια υγεία
• Τα οφέλη από την Πρόληψη Ασθενειών
• Τα κύρια Μέτρα Πρόληψης και Προστασίας από τα Μεταδοτικά Νοσήματα
• Τον Εθνικό και Ευρωπαϊκό Σχεδιασμό για την Πρόληψη Νόσων
• Τα Εθνικά σχέδια Δράσης για τη Δημόσια Υγεία και την Πρόληψη
• Την πρόληψη του καρκίνου, του AIDS, τη φυματίωση και των καρδιαγγειακών
νοσημάτων
Έννοιες Κλειδιά
Πρόληψη
Προαγωγή Υγείας
Δημόσια Υγεία
Εμβολιασμός
4
Επιδημιολογική Επιτήρηση
Δήλωση Νοσημάτων
Μεταδοτικά Νοσήματα
Καρκίνος
AIDS
Φυματίωση
Καρδιαγγειακά Νοσήματα
Παράγοντες κινδύνου
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
5
και περιγράφεται ανά ομάδα νοσήματος οι δράσεις πρόληψης που εστιάζουν στην
μείωση των παραγόντων κινδύνου αυτών των ασθενειών.
Η έννοια της πρόληψης έχει εξελιχθεί στο πέρασμα των χρόνων. Οι Kasl & Cobb
(1966), μελετούν τις συμπεριφορές υγείας ορίζοντας την προληπτική για την υγεία
συμπεριφορά ως κάθε ενέργεια που πραγματοποιεί ένα άτομο, το οποίο θεωρεί πως
είναι υγιές, με στόχο την πρόληψη μια ασθένειας σε ασυμπτωματικό στάδιο.
Οι παράγοντες που επηρεάζουν την υγεία του ατόμου σύμφωνα με τον ΠΟΥ είναι,
το εισόδημα, ο πλούτος, η εκπαίδευση, η φροντίδα υγείας, οι εργασιακές πρακτικές,
οι πρακτικές του ελεύθερου χρόνου, η οικογενειακή υποστήριξη, η στέγαση, η
6
διατροφή, η χρήση εθιστικών ουσιών, κλπ.(WHO,2002). Η καλή υγεία του πληθυσμού
αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ευημερία του, αλλά και τη διαθεσιμότητα του
παραγωγικού-εργατικού δυναμικού και αντίστροφα, ενώ η αλληλεξάρτηση μεταξύ
οικονομικής ανάπτυξης και υγείας έχει ιστορικά διαπιστωθεί και στο σύγχρονο κόσμο
αποτελεί πρωτεύοντα λόγο στην ατομική ανάπτυξη (Maynar, 1991).Η πρόληψη των
ασθενειών αποτελεί μια δυναμική διαδικασία η οποία περιλαμβάνει τη λήψη και
εφαρμογή μέτρων που εστιάζουν στην παρεμπόδιση της εμφάνισης της νόσου, στην
αναστολή της εξέλιξης της νόσου αυτής, καθώς και στη μείωση των συνεπειών της,
από τη στιγμή που έχει εμφανιστεί (WHO, 2008; Κυριόπουλος και συν., 2008).
7
ευαίσθητων ατόμων απέναντι στους αιτιολογικούς αυτούς παράγοντες
μπορεί αν επιτελεστεί με την ενεργητική ή παθητική ανοσοποίηση, τη
φθορίωση του πόσιμου νερού, κ.λπ.).
• Δευτερογενή: Η δευτερογενής πρόληψη αναφέρεται σε μέτρα που
εφαρμόζονται αφού έχουν ξεκινήσει οι παθογενετικοί μηχανισμοί της νόσου,
με στόχο στην έγκαιρη διάγνωση της νόσου, πριν την εμφάνιση
συμπτωμάτων ή τη διάγνωση γενικά σε πρώιμο στάδιο προκειμένου να
ανασταλούν ή να αναστραφούν οι παθογενετικοί μηχανισμοί, να ανασταλεί
η κλινική εκδήλωση της νόσου ή να ελεγχθεί πλήρως πριν την εμφάνιση μη
αναστρέψιμων βλαβών. Σε αυτή την κατηγορία της πρόληψης ανήκει ο
προσυμπτωματικός έλεγχος, ο κυτταρολογικός έλεγχος (Τεστ Παπ) για την
πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, κ.λπ.
• Τριτογενή: Η τριτογενής πρόληψη αναφέρεται σε μέτρα που λαμβάνονται
αφού έχει εκδηλωθεί η νόσος με στόχο τη θεραπεία της ή τον έλεγχο της
εξέλιξής της. Συμπεριλαμβάνει την αποκατάσταση της αναπηρίας ή άλλης μη
αναστρέψιμης βλάβης και την επανένταξη των ασθενών στην ενεργό
κοινωνική ζωή (Τούντας και συν, 2007; Τριχόπουλος, 2002).
Σκοπός των υπηρεσιών υγείας, έξω από το θεραπευτικό πλαίσιο, είναι η βελτίωση
και η προαγωγή της υγείας των πολιτών, δίνοντάς τους τις απαραίτητες πληροφορίες,
ενδυναμώνοντάς τους να παραμείνουν υγιείς, κάνοντας την καλύτερη χρήση των
υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής φροντίδας. Εκτός από τα παραπάνω, ένας ακόμα
σκοπός των υπηρεσιών υγείας είναι να χαράζουν στρατηγική, να σχεδιάζουν μέτρα
πρόληψης και να συντάσσουν σχετικό νομοθετικό έργο που θα πρέπει να
ακολουθηθεί, ώστε να εξασφαλιστεί το μέγιστο επίπεδο υγείας του γενικού
πληθυσμού. Για το λόγο αυτό, κρίνεται αναγκαίος ο προσανατολισμός των
συστημάτων Δημόσιας Υγείας στην πραγματική έννοια της πρόληψης και της
προαγωγής της υγείας και της ποιότητας ζωής. Η αξία μιας τόσο πλατιάς θεώρησης
έγκειται στην κινητοποίηση όλων των μέσων για την εξουδετέρωση των κινδύνων
που απειλούν την υγεία και για την εξάλειψη των γενικότερων επιπτώσεων που
απορρέουν από τις βλάβες της, και προϋποθέτει ολοκληρωμένο σχεδιασμό Εθνικής
Πολιτικής Δημόσιας Υγείας που θα στοχεύει σε συγκεκριμένες επιδιώξεις, οι οποίες
8
δεν θα προγραμματίζονται απλώς, αλλά θα ελέγχονται για την εφαρμογή τους και,
πολύ περισσότερο, θα αξιολογούνται για την αποτελεσματικότητά τους
(Κυριόπουλος και συν., 2008).
Το δικαίωμα για την προστασία της υγείας προβάλλεται από τον Ευρωπαϊκό
Καταστατικό Χάρτη του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο οποίος κυρώθηκε με τον Ν.
1426/1984 στο άρθρο 11 και υπό τον τίτλο «Δικαίωμα για προστασία της υγείας»
ορίζει ότι: «για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής άσκησης του δικαιώματος για
προστασία της υγείας, τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να
λαμβάνουν είτε απευθείας, είτε με τη συνεργασία δημόσιων και ιδιωτικών
οργανώσεων, κατάλληλα μέτρα που θα αποσκοπούν ιδίως:
9
και 152. Ιδιαίτερα, στο άρθρο 152 ορίζεται ότι: «κατά τον καθορισμό και την
εφαρμογή όλων των πολιτικών και δράσεων της Κοινότητας, εξασφαλίζεται υψηλού
επιπέδου προστασία της υγείας του ανθρώπου.
Η δράση της Κοινότητας, η οποία συμπληρώνει τις εθνικές πολιτικές, αποβλέπει στη
βελτίωση της Δημόσιας Υγείας, καθώς και στην πρόληψη της ανθρώπινης ασθένειας
σε όλες τις μορφές της και στην αποτροπή των πηγών κινδύνου για την ανθρώπινη
υγεία. Η δράση αυτή καλύπτει την καταπολέμηση των μεγάλων πληγών της
ανθρωπότητας στον τομέα της υγείας, ευνοώντας τη διερεύνηση των αιτιών τους, της
μετάδοσης και της πρόληψής τους, καθώς και την ενημέρωση και τη
διαπαιδαγώγηση στον τομέα της υγείας. Η Κοινότητα συμπληρώνει τη δράση των
κρατών-μελών για τη μείωση της βλάβης που προκαλούν στην υγεία τα ναρκωτικά,
συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης και της πρόληψης.
Φαίνεται ότι οι πιέσεις στις υπηρεσίες υγείας και στον προϋπολογισμό για την υγεία
στο σύνολο της Κοινότητας αυξάνει λόγω του γηράσκοντος πληθυσμού, των
υψηλότερων προσδοκιών όσον αφορά την υγεία και λόγω των επιπτώσεων των
κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων όπως ο κοινωνικός αποκλεισμός και η
ανεργία. Ταυτόχρονα, οι περιβαλλοντικές αλλαγές και οι αλλαγές στο χώρο
εργασίας προκαλούν νέες ασθένειες και παθήσεις, ενώ η αυξανόμενη κινητικότητα
10
του πληθυσμού δημιουργεί συνθήκες υπό τις οποίες οι μεταδοτικές ασθένειες και η
χρήση ναρκωτικών ενδέχεται να εξαπλώνονται ταχύτερα. Παρά τις πιέσεις για
υψηλότερες δαπάνες οι αντιδράσεις των κρατών μελών είναι συγκρατημένες λόγω
των περιορισμών του προϋπολογισμού και της οικονομικής ύφεσης (Boyle et al.,
2003).
Η Ε.Ε μέσα από αυτό το πλαίσιο δράσης έχει ως σκοπό να βοηθήσει τα κράτη-μέλη
να αναπτύξουν τις υποδομές τους, την ικανότητά τους και τα μέσα συντονισμού που
απαιτούνται για να αντιμετωπίσουν μια απειλή, π.χ. οργανώνοντας δίκτυα,
εκπαιδεύοντας εμπειρογνώμονες και καταρτίζοντας σχέδια αντιμετώπισης έκτακτων
αναγκών (Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,2009).
Το Πλαίσιο Δράσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπήςστον τομέα της δημόσιας υγείας για
τα μεταδοτικά νοσήματα εστιάζει στους παρακάτω άξονες:
Ενίσχυση της επιδημιολογικής επιτήρησης
Η ίδρυση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (European
Centre for Disease Prevention and Control (ECDC), αποτελεί το βασικό βήμα της Ε.Ε
στην πολιτική για την επιτήρηση των μεταδοτικών νοσημάτων. Το ECDC έχει ως
αποστολή να πραγματοποιεί αναλύσεις, να διενεργεί αξιολογήσεις και να παρέχει
συμβουλές για τους κινδύνους, τους οποίους εγκυμονούν οι μεταδοτικές νόσοι και
να ενισχύει την ικανότητα αντιμετώπισής τους. Οι ενέργειες και οι δραστηριότητες
του ECDC είναι συμπληρωματικές ως προς τις προσπάθειες των κρατών-μελών. Το
ECDC υποστηρίζει επίσης τις εργασίες των διεθνών οργανισμών για τον έλεγχο των
μεταδοτικών νόσων.
Το πρόγραμμα, σε συνδυασμό με το «σκέλος της πληροφόρησης», επιδιώκει να
καλύπτει την παρακολούθηση και την επιτήρηση των απειλών που δεν εμπίπτουν στο
πλαίσιο των καθηκόντων του ECDC, να μετουσιώσει την έρευνα σε πρακτικές
μεθοδολογίες και να εφαρμόσει την απόφαση για τη δημιουργία κοινοτικού δικτύου
παρακολούθησης και τις οδηγίες για τις πολιτικές εμβολιασμού.
Ανάπτυξη της αναγκαίας εργαστηριακής υποδομής
11
Για να αναπτυχθούν στην Ε.Ε διαγνωστικές ικανότητες για τους παθογόνους
παράγοντες, απαιτείται μια ευρωπαϊκή εργαστηριακή δομή αναφοράς για τους
σπάνιους ή τους υψηλού κινδύνου παθογόνους παράγοντες. Η πολιτική της Ε.Ε στον
τομέα αυτό αποσκοπεί: στη θέσπιση κριτηρίων για την αξιολόγηση της απόδοσης
αυτών των εργαστηρίων και στη βοήθεια προς τα κράτη-μέλη και τις υποψήφιες
χώρες να εφαρμόσουν τους διεθνείς κανονισμούς υγείας.
12
Η προτεραιότητα αυτή αναφέρεται στην ανάγκη να αναπτυχθεί, σε επίπεδο Ε.Ε, μια
βάση συγκρίσιμων και αξιόπιστων πληροφοριών για την υγεία στους πολίτες και τους
φορείς χάραξης πολιτικής. Η παραγωγή και διάδοση καλύτερων πληροφοριών
προϋποθέτει ένα σύστημα παρακολούθησης της υγείας που να παρέχει στοιχεία
χρήσιμα για όλες τις δραστηριότητες στον τομέα της υγείας, χρησιμοποιώντας, εν
ανάγκη, το κοινοτικό στατιστικό πρόγραμμα.
Η κοινοτική δράση στον τομέα της δημόσιας υγείας συστήνεται από τις αρμόδιες
αρχές να εστιαστεί στην ενθάρρυνση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών,
την παροχή υποστήριξης στις ενέργειές τους και στην προώθηση του συντονισμού
των πολιτικών και προγραμμάτων τους. Στην πράξη θα εκφραστεί με τη
δημιουργία δικτύων, συστημάτων ανταλλαγής πληροφοριών και την ανάληψη από
κοινού ενεργειών σε διάφορα θέματα. Θα προωθηθεί επίσης η συνεργασία με
13
διεθνείς οργανισμούς και τρίτες χώρες. Η Ε.Ε θα καταρτίζει ετησίως έκθεση σχετικά
με τις πτυχές των πολιτικών της πουαφορούν την προστασία της υγείας (Holland,
1998; ECDC, 2007).
Οι παρακάτω τομείς αποτελούν τα βασικά πεδία για πιθανή μελλοντική δράση της
Κοινότητας στον τομέα της δημόσιας υγείας :
• προαγωγή της υγείας, διαπαιδαγώγηση και κατάρτιση σε θέματα υγείας
• στοιχεία και δείκτες που αφορούν την υγεία και παρακολούθηση και έλεγχος
των ασθενειών
• καρκίνος
• ναρκωτικά
• AIDS και άλλες μεταδοτικές ασθένειες
• ατυχήματα και τραυματισμοί
• ασθένειες που έχουν σχέση με την μόλυνση
• σπάνιες ασθένειες.
Υπό το φως της αποκτηθείσας εμπειρίας και των εξελίξεων σε σχέση μετην
εμφάνιση ασθενειών, η Ε.Ε προτείνει προγράμματα και για άλλες απειλές κατά της
υγείας, ενώ επίσης υποβάλει προτάσεις για γενικά πολυετή προγράμματα με
σαφείς στόχους (τα οποία μπορεί να διαρκούν έως και 5 χρόνια) στους τομείς που
εντοπίζονται για κοινοτική δράση και οι οποίοι δεν είναι στατικοί, αλλά
αναπροσαρμόζονται ανάλογα με την επιδημιολογική επιτήρηση των κρατών (ECDC,
2007).
14
Τα λοιμώδη νοσήματα αποτελούν εκείνα τα νοσήματα τα οποία όταν εισέλθουν στον
ανθρώπινο οργανισμό μπορεί να προκαλέσουν νόσο. Η πρόληψη των λοιμωδών
νοσημάτων επιτυγχάνεται με συντονισμένες και συγχρονισμένες δράσεις του
συστήματος Δημόσιας Υγείας. Η πρόληψη αυτή έχει ως κεντρικό άξονα την
εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού, αλλά και την επιδημιολογική επιτήρηση και
την διερεύνηση των επιδημιών.
Σχετικά με την πρόληψη των νόσων, ο τομέας δημόσιας υγείας της Ε.Ε εστιάζει
κυρίως σε προγράμματα πρόληψης. Μερικές νόσοι, συμπεριλαμβανομένων των
ψυχικών νόσων, του καρκίνου και των καρδιαγγειακών παθήσεων,
αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό του συνόλου των νόσων, που πλήττουν τους
πολίτες της Ε.Ε. Οι ενέργειες για την αντιμετώπιση των καθοριστικών παραγόντων,
θα πρέπει να συμπληρωθούν με την ανάληψη ενεργειών για την αντιμετώπιση αυτών
των νόσων, όταν η προσέγγιση αυτή προσφέρει προστιθέμενη αξία ή όταν η
ανάληψη διασυνοριακής δράσης δικαιολογείται από άποψη αποδοτικότητας, όπως
συμβαίνει με τις σπάνιες νόσους. Οι σχετικές ενέργειες περιλαμβάνουν την παροχή
υποστήριξης για τη δευτερογενή πρόληψη, όπως για παράδειγμα τη διενέργεια
προληπτικών εξετάσεων και την έγκαιρη ανίχνευση των νόσων μέσω της ανταλλαγής
ορθών πρακτικών, της εκπόνησης μελετών και της δημιουργίας δικτύων
(WHO,2008).Σε ό,τι αφορά στον εμβολιασμό, ηκαταγραφή σε εθνικό επίπεδο του
εμβολιαστικού επιπέδου των παιδιών ανάλογα με την ηλικία που συστήνεται κάθε
εμβόλιο (εμβολιαστική κάλυψη), είναι κρίσιμη για την επιλογή του κατάλληλου
σχήματος εμβολιασμών που θα εφαρμοστεί, αλλά και για το σχεδιασμό της
κατάλληλης στρατηγικής για την κάλυψη των αναγκών.
Στην Ελλάδα δεν γίνεται συστηματική και συνεχής καταγραφή της εμβολιαστικής
κάλυψης του πληθυσμού, ενώ τα διαθέσιμα δεδομένα προέρχονται από κατά τόπους
μελέτες που έχουν χαρακτήρα αδρής προσέγγισης, κυρίως λόγω μεθοδολογικών
περιορισμών και δεν δίνουν συγκρίσιμα μεταξύ τους αποτελέσματα. Εντούτοις το
Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού, έχει εκπονήσει δύο μελέτες πανελλαδικής εμβέλειας,
το 1998 και το 2001. Με βάση τα δεδομένα των μελετών αυτών, η κάλυψη του
ελληνικού πληθυσμού κυμαίνονταν κατά τα έτη 2000 - 2001 στο επίπεδο 86-88% για
κάθε ένα από τα εμβόλια της βασικής σειράς του εθνικού προγράμματος
15
εμβολιασμού. Δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα από τα οποία να προκύπτουν
ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης σε κοινωνικά ευπαθείς ομάδες ή για την
περίπτωση των αναμνηστικών δόσεων εμβολίων ενηλίκων. Παρ’ όλα αυτά, εύλογα
θα μπορούσε να κάνει κάποιος την υπόθεση ότι τα αντίστοιχα ποσοστά θα είναι
χαμηλότερα στους αντίστοιχους πληθυσμούς (Karski, 2000;Tountasetal., 2011).
2.2. Τα Εθνικά Σχέδια Δράσης για τη Δημόσια Υγεία και την Πρόληψη
Τα Εθνικά Σχέδια Δράσης για τη Δημόσια Υγεία τα τελευταία χρόνια έχουν εκπονηθεί
από το Υπουργείο Υγείας στοχευμένα και στρατηγικά σχεδιασμένα σε πολιτικές για
τη Δημόσια Υγεία και στην εφαρμογή προληπτικών δράσεων Προαγωγής υγείας.
Τοποθετείται η πρόληψη στο επίκεντρο της λειτουργίας του κοινωνικού κράτους,
αναδεικνύοντας τον καθοριστικό ρόλο που έχει η υπεύθυνη και συνεχής ενημέρωση
των πολιτών για ζητήματα υγείας.
Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη Δημόσια Υγεία (2008-2012) είναι το πρώτο σχέδιο
εθνικής στρατηγικής στην υγειονομική ιστορία της χώρας, το οποίο θέτει ξεκάθαρα
τους στόχους της πολιτείας για την προάσπιση και προαγωγή της υγείας των
κατοίκων. Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης αυτό, στοχεύει στην αποτελεσματική προστασία
και προαγωγή υγείας, μέσω της διαμόρφωσης μέτρων, προγραμμάτων, δομών και
σύγχρονης αντίληψης για την πρόληψη(Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη Δημόσια Υγεία
2008-2012).
16
1. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον Καρκίνο.
2. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για το ΗΙV/AIDS.
3. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Αναπαραγωγική και Σεξουαλική Υγεία.
4. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα Ναρκωτικά.
5. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη Διατροφή και τις Διατροφικές Διαταραχές.
6. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον Περιορισμό των Βλαπτικών Συνεπειών του Αλκοόλ
στην Υγεία.
7. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Κατάθλιψη.
8. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα Καρδιαγγειακά Νοσήματα.
9. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Αντιμετώπιση των Περιβαλλοντικών Κινδύνων που
Απειλούν την Υγεία.
10. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για το Κάπνισμα.
11. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα Ατυχήματα.
12. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα Μεταδοτικά Νοσήματα.
13. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ταξιδιωτική Υγεία.
14. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη Στοματική Υγεία.
15. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τις Σπάνιες Παθήσεις.
16. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Αντιμετώπιση της Μικροβιακής Αντοχής στα
Αντιβιοτικά και των Λοιμώξεων σε χώρους Παροχής Υπηρεσιών Υγείας.
• Η καταγραφή και βελτίωση του τρόπου ζωής του πληθυσμού, με στόχο την
υγιεινή διαβίωση.
17
• Ο ανασχεδιασμός, ο συντονισμός και η αξιολόγηση των υπηρεσιών Δημόσιας
Υγείας σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, με στόχο την βελτίωση
της ποιότητας ζωής του πληθυσμού.
➢ Πρωτογενής Πρόληψη
Οι παρεμβάσεις και οι ενέργειες που στοχεύουν στη μείωση της συχνότητας
εμφάνισης νοσημάτων, αναπηριών ή βλαβών και πραγματοποιούνται πριν από την
εμφάνιση αυτών και αφορούν στην πρωτογενή πρόληψη, εστιάζοντας στους
παρακάτω άξονες:
18
1. Έλεγχος και διαχείριση των παραγόντων κινδύνου, που σχετίζονται με την
κακή διατροφή και την έλλειψη της σωματικής άσκηση. Υλοποίηση του
Εθνικού Προγράμματος Προαγωγής της Σωματικής Άσκησηςκαι της Υγιεινής
Διατροφής (ΕΠΠΣΑΥΔ).
2. Ενίσχυση των προστατευτικών παραγόντων, που επιδρούν στην επίπτωση της
συγκεκριμένης διαταραχής. Υλοποίηση του Εθνικού Προγράμματος
Αντιμετώπισης του Αλκοόλ (ΕΠΑΑ)
3. Το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών(ΕΠΕΜΒ), το οποίο απευθύνεται σε
ειδικές και ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, παιδιά, ανηλίκους και ενήλικες,
μετακινούμενους πληθυσμούς και πληθυσμούς που βρίσκονται σε κίνδυνο.
➢ Δευτερογενής Πρόληψη
➢ Τριτογενής Πρόληψη
19
των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών, την εφαρμογή προγραμμάτων εμβολιασμού
και τη χρήση εξελιγμένων αντιβιοτικών και άλλων φαρμάκων, παλαιές μορφές
λοιμωδών νοσημάτων που αναδύονται ξανά, αλλά και νεοεμφανιζόμενα νοσήματα,
εξακολουθούν να αποτελούν σημαντική αιτία νοσηρότητας και θνησιμότητας στις
ανεπτυγμένες χώρες. Μάλιστα, σε συνδυασμό με την επικράτηση των χρόνιων
νοσημάτων που σε μεγάλο ποσοστό οφείλονται σε τροποποιήσιμους παράγοντες
(π.χ. καρδιαγγειακά νοσήματα), μιλάμε πλέον για ένα μεταβατικό μοντέλο στη
Δημόσια Υγεία, το οποίο δεν έχει προσδιοριστεί πλήρως (Κρεμαστινού, 2007).
20
προσπέλασης μειονοτικών ομάδων (π.χ. αθίγγανοι), η λανθασμένη επιλογή
σχημάτων εμβολιασμών κ.λπ. (Λάγγας 2002).
• Η απουσία εκτεταμένων προγραμμάτων προσυμπτωματικού ελέγχου (screening)
του πληθυσμού για νοσήματα, όπως η φυματίωση.
21
άλλες αιτίες) (Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Πρόληψη των Μεταδοτικών Νοσημάτων
2008 – 2012).
22
Εμβολιασμών στο Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, και το Υπουργείο
το εγκρίνει ή το τροποποιεί
6. Ειδική πολιτική για την αντιμετώπιση των νοσοκομειακών λοιμώξεων και της
μικροβιακής αντοχής (Κρεμαστινού, 2007). Η εμφάνιση, με αυξανόμενη συχνότητα,
λοιμώξεων που οφείλονται σε μικροοργανισμούς που εμφανίζουν αντοχή σε μία ή
περισσότερες ομάδες αντιβιοτικών, αποτελεί ένα σημαντικό κλινικό πρόβλημα, αλλά
και πρόβλημα Δημόσιας Υγείας σε πολλά μέρη του κόσμου. Οι λοιμώξεις αυτές
συνήθως αφορούν σε ασθενείς που νοσηλεύονται σε νοσοκομεία (νοσοκομειακές
λοιμώξεις ή λοιμώξεις σε χώρους παροχής υγείας) και συχνά αποτελούν επιπλοκή
νοσηλευτικής πράξης. Για την αντιμετώπιση αυτού του σοβαρού αναδυόμενου
προβλήματος Δημόσιας Υγείας, έχει προταθεί η εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου
Δράσης για την Αντιμετώπιση της Μικροβιακής Αντοχής στα Αντιβιοτικά και των
Λοιμώξεων σε Χώρους Παροχής Υγείας, το οποίο αποτελεί μέρος του συνολικού
σχεδιασμού για τη Δημόσια Υγεία.
23
3.1 Πρόληψη Καρκίνου
Ο καρκίνος περιλαμβάνει μια ομάδα νοσημάτων που απειλούν τη ζωή και γι’ αυτό
είναι σημαντικό να εντοπίζονται νωρίς, σε πρώιμο στάδιο, για να μπορούν να
αντιμετωπισθούν επιτυχώς. Συνεπώς η πρόληψη μέσω της κλινικής εξέτασης και των
εργαστηριακών εξετάσεων έχει τεράστια αξία για την έγκαιρη διάγνωση και τη
θεραπεία με στόχο την ίαση. Ο καρκίνος, το 2020, αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου
παγκοσμίως στις σύγχρονες κοινωνίες, με ποσοστό 27%, με δεύτερη τα
καρδιαγγειακά νοσήματα. Ειδικά για τους κάτω των 65 ετών, το ποσοστό του
καρκίνου ως αιτία θανάτου αυξάνει στο 38%. Κατά το 2019 μάλιστα, καταγράφηκαν
περί τα 67.000 νέα κρούσματα καρκίνου και περίπου 32.000 θάνατοι (WHO, 2021).
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ο.Ο.Σ.Α, η θνησιμότητα από καρκίνο
παραμένει γενικά χαμηλότερη απ’ ότι στις υπόλοιπες ανεπτυγμένες χώρες (OECD
2007). Μεταξύ των 34 χωρών μελών του Ο.Ο.Σ.Α, η Ελλάδα κατατασσόταν το 2004
στη 19η θέση ως προς τη θνησιμότητα στους άνδρες και στην 23η στις γυναίκες.
Όμως, η ευνοϊκή θέση της χώρας είναι σε κάποιο βαθμό πλασματική λόγω ελλείψεων
στη διάγνωση, σφαλμάτων στην ταξινόμηση και κυρίως λόγω της έλλειψης εθνικού
αρχείου νεοπλασιών (Τούντας 2001).
24
πολλές περιπτώσεις να προληφθεί ή να καταπολεμηθεί, εφόσον διαγνωστεί σε πολύ
πρώιμο στάδιο. Είναι χαρακτηριστικό πως βάσει υπολογισμών, περίπου το 1/3 των
κρουσμάτων καρκίνου θα μπορούσε να προληφθεί εάν προσαρμόζαμε τις συνήθειές
μας και εάν δεν παραμελούσαμε τις προληπτικές, ιατρικές μας εξετάσεις. Το
κάπνισμα, η διατροφή, η σωματική άσκηση είναι παράγοντες που μπορούν να
επηρεάσουν την εμφάνιση καρκίνου και οι οποίοι μπορούν να ρυθμιστούν ώστε να
ελαχιστοποιηθούν οι πιθανότητες αυτές.
Οι ενέργειες της Ε.Ε στον τομέα αυτό ανήκουν στο πλαίσιο του γενικού
προγράμματος δράσης Δημόσιας Υγείας με το οποίο κλήθηκαν τα κράτη-μέλη να
αναλάβουν δράση όσον αφορά:
• Στην εφαρμογή των προγραμμάτων προσυμπτωματικού ελέγχου.
• Στην καταγραφή και στη διαχείριση των δεδομένων του προσυμπτωματικού
ελέγχου.
• Στην κατάρτιση.
• Στην εισαγωγή νέων εξετάσεων προσυμπτωματικού ελέγχου λαμβάνοντας υπ’
όψη τα αποτελέσματα της διεθνούς έρευνας.
Η Ε.Ε συνεχίζει να τοποθετεί τον καρκίνο στην ατζέντα της Δημόσιας Υγείας με την
Κοινή Δράση (Joint Action) με τίτλο «Ανάπτυξη ευρωπαϊκών κατευθυντήριων
γραμμών για τη βελτίωση της ποιότητας στον ολοκληρωμένο έλεγχο του καρκίνου»
(CanCon). Το Πρόγραμμα είναι συνέχεια της Ευρωπαϊκής Σύμπραξης για τη Δράση
ενάντια στον Καρκίνο (European Partnership for Action Against Cancer – EPAAC).
Ο Ευρωπαϊκός κώδικας κατά του καρκίνου είναι ένα ενημερωτικό φυλλάδιο από το
Υπουργείο Υγείας που απευθύνεται σε μαθητές σχολείων.
25
Το Γραφείο του Εθνικού Αρχείου Νεοπλασιών (ΕΑΝ) συμμετείχε στο Ευρωπαϊκό
Πρόγραμμα με τίτλο «Μεταφραστική Έρευνα για τον Καρκίνο» σε συνεργασία με
τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) του Υπουργείου Ανάπτυξης,
Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Το πρόγραμμα
χρηματοδοτήθηκε από το 7ο Κοινοτικό Πλαίσιο (7th Framework Programme, FP7) στη
θεματική περιοχή της Υγείας. Ο όρος μεταφραστική έρευνα για τον καρκίνο
(translational cancer research) αφορούσε στη στενή διασύνδεση βασικής έρευνας και
κλινικής πράξης, με στόχο τη μεγιστοποίηση του οφέλους για τον ασθενή. Η
ενδυνάμωση της μεταφραστικής έρευνας μέσω της υλοποίησης στοχευμένων
παρεμβάσεων για την πρόληψη, τη διάγνωση, την πρόγνωση, τη θεραπεία και τη
μέριμνα, παραμένει επιτακτική ανάγκη σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον Καρκίνο (2011-2015),στον άξονα που αφορά στην
πρόληψη ενεργοποιούνται οι παρακάτω δράσεις:
26
υλοποίησή της θα έχει πολλαπλά οφέλη: μείωση της επίπτωσης του Καρκίνου
αλλά και μείωση της επίπτωσης των καρδιαγγειακών και των υπόλοιπων
Χρόνιων Μη Μεταδιδόμενων Νοσημάτων που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής.
Μεταξύ άλλων περιλαμβάνει την ανάπτυξη ενημερωτικής εκστρατείας για την
υγιεινή διατροφή και την αύξηση της σωματικής άσκησης. (Σε συνεργασία και
με το Υπουργείο Παιδείας, Διά βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, καθώς και
το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων).
• Δράση 4: Μείωση της επίπτωσης των κακοηθών νεοπλασιών του δέρματος.
Ενέργεια: Ανάπτυξη ενημερωτικής εκστρατείας για τη μείωση της έκθεσης
στην ηλιακή ακτινοβολία και την ευαισθητοποίηση στην αναγνώριση κλινικών
σημείων.
• Δράση 5: Εθνικής εμβέλειας δράσεις αγωγής και προαγωγής της υγείας του
γενικού πληθυσμού για την ενημέρωση και την πρώιμη αναγνώριση των
συνηθέστερων μορφών κακοηθών νεοπλασιών, καθώς και των
παραγόντων που σχετίζονται με αυτές. Ενέργεια 1: Προαγωγή της υγείας στα
δημόσια σχολεία (για την οικοδόμηση γενεών με πιο συνειδητοποιημένες και
υπεύθυνες συμπεριφορές) και Ενέργεια 2: Αγωγή υγείας σε ευάλωτες
κοινωνικές ομάδες και πληθυσμούς υψηλού κινδύνου (απασχολούμενοι σε
περιβάλλοντα με μακροχρόνια έκθεση σε καρκινογόνες ουσίες κ.λπ.).
3.2 Ο HIV/AIDS
27
Το AIDS υπολογίζεται, σύμφωνα με στοιχεία του 2007, ότι είναι υπεύθυνο για 25
εκατομμύρια θανάτους από το 1981, όταν δηλαδή για πρώτη φορά διαπιστώθηκε η
ύπαρξή του, ενώ το 2006 κόστισε τη ζωή περισσότερων από τρία εκατομμύρια
(3.000.000) ανθρώπων. Ο συνολικός αριθμός οροθετικών παγκοσμίως έχει ξεπεράσει
τα σαράντα εκατομμύρια (40.000.000). Η Υποσαχάριος Αφρική έχει τη θλιβερή
πρωτιά, όπου σχεδόν τα δύο τρίτα παγκοσμίως που ζουν με τον ιό του AIDS
βρίσκονται εκεί. Στην Ασία, 8,3 εκατομμύρια άνθρωποι είναι θετικοί στον ιό και 1,1
εκατομμύρια άνθρωποι διαγνώστηκαν πρόσφατα. Αν και η εξάπλωση του ιού είναι
χαμηλή στις Ασιατικές χώρες, σε κάποιες από αυτές που οι πληθυσμοί είναι μεγάλοι,
η χαμηλή επικράτηση του AIDS μεταφράζεται σε τεράστιους αριθμούς μολυσμένων,
όπως στην Ινδία που ο αριθμός τους ξεπερνά τα πέντε εκατομμύρια (5.000.000).
Στην Αμερική, σχεδόν 3,5 εκατομμύρια άτομα είναι οροθετικοί, με τις γυναίκες να
αποτελούν το μισό οροθετικό πληθυσμό στην περιοχή της Καραϊβικής. Ωστόσο
υπάρχουν και μερικά ενθαρρυντικά συμπεράσματα που αναφέρονται από τη United
Nations Programme on HIV/AIDS(UNAIDS). Ως αποτέλεσμα των έντονων
προγραμμάτων πρόληψης, η επικράτηση του ιού του AIDS μειώνεται στα αστικά μέρη
της Κένυας. Αν και η ίδια η θνησιμότητα του ιού του AIDS οδηγεί σε μια μείωση, η
UNAIDS θεωρεί τα ευρήματα στην Κένυα ως το αποτέλεσμα των αλλαγών στη
συμπεριφορά. Η μειωμένη επικράτηση του ιού στη Μπουρκίνα Φάσο και στην Αϊτή,
θεωρείται επίσης το αποτέλεσμα των προσπαθειών πρόληψης σε αυτά τα έθνη.
Στην Ε.E, η επιδημία του AIDS αποτελεί από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 ένα από τα
κυριότερα θέματα Δημόσιας Υγείας. Στις 23 από τις 25 χώρες (δεν υπάρχουν στοιχεία
για την Ιταλία και την Ισπανία στο ECDC), διαγνώστηκαν το 2004 περίπου 24.000 νέες
περιπτώσεις μόλυνσης με τον ιό HIV, με μία συχνότητα 68 ατόμων ανά εκατομμύριο
πληθυσμού, και με αύξηση κατά 56% από το 2001. Το (1/3) ένα τρίτο των
περιπτώσεων αφορά γυναίκες, ενώ στο 13% φτάνουν τα ποσοστά που αναφέρονται
σε ηλικίες μεταξύ των 15 έως 24 ετών. Από το 2001, υπάρχει αύξηση του αριθμού
των δηλωμένων περιστατικών μόλυνσης μέσω ετεροφυλοφιλικής σεξουαλικής
επαφής κατά 91%, ενώ όσον αφορά ομοφυλόφιλους ή αμφιφυλόφιλους άνδρες η
αύξηση είναι 76%. Αντίθετα υπάρχει μείωση κατά 50% για τους χρήστες ενδοφλέβιων
τοξικών ουσιών (ΚΕΕΛΠΝΟ,2015).
28
Την πενταετία (2013-17), 3,721 άνθρωποι διαγνώσθηκαν με HIV στην Ελλάδα, 651
εκδήλωσαν AIDS και 463 πέθαναν εξαιτίας επιπλοκών του AIDS. Ιδιαίτερα
ανησυχητικό είναι, δε, το γεγονός ότι ένα πολύ υψηλό ποσοστό των ανθρώπων που
διαγιγνώσκονται με HIV (56.7% το 2017 και 57.9% το 2016) διαγιγνώσκονται
καθυστερημένα, έως και αρκετά χρόνια μετά τη μετάδοση του ιού και αφότου αυτός
έχει επιβαρύνει σημαντικά την υγεία τους (ECDC,2017).
Το 1996, η E.E ανέπτυξε το πρώτο πρόγραμμα δράσης για την πρόληψη του AIDS και
ορισμένων μεταδοτικών νόσων (1996-2000). Στη συνέχεια, οι ενέργειες του
προγράμματος αυτού ενσωματώθηκαν στο πρόγραμμα δράσης για τη Δημόσια Υγεία
2003 – 2008.
29
Η πολιτική για την πρόληψη του AIDS και των άλλων μεταδοτικών νοσημάτων
περιλαμβάνει τα εξής (UNAIDS,2021):
• Μέτρα και πολιτικές για τρίτες χώρες. Η ευρωπαϊκή επιτροπή έλαβε πολυάριθμα
μέτρα σχετικά με την αντιμετώπιση των μεταδοτικών νόσων στις αναπτυσσόμενες
χώρες, συμπεριλαμβανομένου προγράμματος δράσης για να επιταχυνθεί η
καταπολέμηση ορισμένων μεταδοτικών νόσων, μεταξύ των οποίων και το AIDS, και
ενός κανονισμού του Ιουλίου του 2003 σχετικά με την καταπολέμηση των νόσων που
οφείλονται στη φτώχεια (HIV/AIDS, φυματίωση και ελονοσία) στις αναπτυσσόμενες
χώρες.
O έλεγχος για HIV/AIDS είναι πάντα εμπιστευτικός, εθελοντικός μετά από την πλήρη
και κατανοητή ενημέρωση του ατόμου που επιθυμεί να εξεταστεί. O έλεγχος μπορεί
να είναι και ανώνυμος στην περίπτωση που το επιθυμεί ο/η εξεταζόμενος/η.
Διεξάγεται σε δημόσια νοσοκομεία, σε Κέντρα Αναφοράς & Ελέγχου AIDS, σε
ιδιωτικές δομές και σε δομές στην κοινότητα.
Στον άξονα Πρόληψης του Σχεδίου Δράσης για το AIDS (2008-2012), σχετικά με την
πρόληψη της μετάδοσης HIV/AIDS στον Γενικό Πληθυσμό, οι στόχοι που τίθενται
είναι οι εξής:
30
• Βελτίωση του επιπέδου επαγρύπνησης και συμπεριφορών που ευνοούν την
πρόληψη.
• Προώθηση της χρήσης προφυλακτικών.
• Αγωγή Υγείας σχετικά με τα μέτρα πρόληψης κατά τις σεξουαλικές επαφές.
• Υποστήριξη αποτελεσματικού συνδυασμού προστασίας/ελέγχου.
• Διευκόλυνση της αποδοχής της πληροφορίας.
• Στήριξη συμπεριφορών ενάντια στο ρατσισμό και στη διάκριση.
• Ευαισθητοποίηση του πληθυσμού.
• Έγκυρη πληροφόρηση.
• Υιοθέτηση υγιών προτύπων συμπεριφοράς.
• Έγκαιρη ανίχνευση του ιού HIV.
• Πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας.
• Μείωση κοινωνικού στίγματος.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα στην Πρόληψη στους Νέους Ηλικίας 15 - 24 ετών οι στόχοι
είναι:
Ειδικό εκπαιδευτικό υλικό σχετικά με την πρόληψη του AIDS και των Ηπατίτιδων,
παρέχεται από το Υπουργείο Υγείας, μέσω του τομέα Αγωγής Υγείας, με συνοπτική
περιγραφή αυτού του υλικού και οδηγίες προς τους εκπαιδευτικούς για την
εννοιολογική προσέγγιση της ορολογίας.
Το πρόγραμμα «Πρόληψη της λοίμωξης HIV σε μαθητές της Β’ και Γ’ τάξης Λυκείου»
του Κέντρου Ζωής σχεδιάστηκε για να καλύψει το επανειλημμένως διαπιστωμένο και
κρίσιμης σημασίας κενό, στην ενημέρωση του νεανικού-μαθητικού πληθυσμού σε
31
σχέση με το HIV/AIDS και την ασφαλή σεξουαλική συμπεριφορά, ένα έλλειμμα
κρίσιμης σημασίας για την προστασία της ατομικής και της δημόσιας υγείας, αλλά
και για την κοινωνική ευημερία των ανθρώπων που ήδη ζουν με τον HIV. Το
πρόγραμμα περιελάβανε επισκέψεις σε σχολικές μονάδες και των δεκατριών (13)
περιφερειών της Ελλάδας, από ομάδα ειδικά εκπαιδευμένων και έμπειρων στελεχών
του Κέντρου Ζωής και τη διεξαγωγή διαδραστικών ενημερωτικών ομιλιών προς τον
νεανικό - μαθητικό πληθυσμό. Απευθύνθηκε στους μαθητές και τις μαθήτριες των Β’
και άνω τάξεων των γενικών και επαγγελματικών Λυκείων, καθώς και σε όλους τους
μαθητές και τις μαθήτριες των εσπερινών Λυκείων της Ελλάδας. Η παρέμβαση του
Κέντρου Ζωής σχεδιάστηκε με βάση διεθνείς κατευθυντήριες γραμμές, λαμβάνοντας
ταυτόχρονα υπόψη την ελληνική κοινωνική πραγματικότητα και τους περιορισμούς
που θέτει το ελληνικό σχολικό πλαίσιο. Πάνω από 65.000 μαθητές Λυκείου
ενημερώθηκαν για τον HIV και το AIDS, μέσα από 1.274 ενημερώσεις που
πραγματοποίησαν οι ομάδες των ειδικά εκπαιδευμένων και έμπειρων στελεχών του
Οργανισμού σε όλη τη χώρα, με τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς να δείχνουν
πραγματικό ενδιαφέρον. Η αναγκαιότητα της ενημέρωσης σχετικά με το θέμα του
HIV και του AIDS αναδείχθηκε από το σύνολο του εκπαιδευτικού προσωπικού, το
οποίο κρίνει πιο αναγκαία από ποτέ την ένταξη θεματικών σχετικών με τη σεξουαλική
αγωγή στο πρόγραμμα σχολικών δραστηριοτήτων.
32
επιστήμονες υγείας. Απευθύνεται στο μαθητικό πληθυσμό των τάξεων Γ΄ Γυμνασίου
και A’, Β΄, Γ΄ Λυκείου.
33
ιδιαίτερα αυξημένο κίνδυνο μόλυνσης και νόσησης από φυματίωση, λόγω της
προέλευσής τους, κατά κανόνα, από χώρες με υψηλή επίπτωση φυματίωσης και
συστήματα υγείας που συχνά τελούν υπό κατάρρευση. Ταυτόχρονα εξαιτίας των
κακουχιών που βιώνουν κατά τη διαδικασία της μετανάστευσης, της μακροχρόνιας
παραμονής τους υπό συνθήκες στενού συγχρωτισμού σε προσφυγικούς
καταυλισμούς και της περιορισμένης πρόσβασής τους στο σύστημα υγείας στις
χώρες υποδοχής η επίπτωση της φυματίωσης αυξάνει ακόμα περισσότερο(Bussi,
etal., 2019) .
Η επίπτωση της φυματίωσης υποχωρεί κατά 2% κάθε χρόνο, αλλά ο ρυθμός αυτός
υπολείπεται σημαντικά έναντι του στόχου που έχει τεθεί από τον ΠΟΥ και διακυβεύεται
πλέον λόγω της Πανδημίας Covid 19 .Υπολογίζεται ότι χάρη στη διάγνωση και θεραπεία
της φυματίωσης περίπου 60.000.000 ζωές έχουν σωθεί από το 2000 ως το 2019, ενώ αξίζει
να επισημανθεί ότι η φυματίωση είναι η συχνότερη αιτία θανάτου των ατόμων που
πάσχουν από AIDS (ECDC/WHO, 2013).
Στην Ελλάδα, σε αντίθεση με πολλές άλλες χώρες του δυτικού κόσμου η Φυματίωση
παρουσιάζει αύξηση το 2020, δεδομένου ότι η πρόσβαση στο σύστημα υγείας έχει
διαταραχθεί λόγω της Πανδημίας του Covid-19. Είναι πιθανό ότι το παγκόσμιο
πισωγύρισμα στον έλεγχο της φυματίωσης συνδυάζεται στην Ελλάδα με την αύξηση
της επίπτωσης της νόσου.
34
ανθεκτικά σε κάποιο ή κάποια φάρμακα. Σημειώνεται ότι σήμερα κυκλοφορούν
τέτοια ανθεκτικά στελέχη και αυτό αποτελεί ένα σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας
που αντιμετωπίζεται διεθνώς με ιδιαίτερη προσοχή (Ramírez-Lapausa, etal., 2015).
Στη χώρα μας η φυματίωση έχει περιληφθεί στα υποχρεωτικώς δηλούμενα νοσήματα
από το 1958, ενώ ο «Αντιφυματικός Αγώνας» έλαβε νομική υπόσταση το 1960 με το
Νόμο 4053, στον οποίο περιλαμβάνονται όλες οι βασικές αρχές και παράμετροι
επιτήρησης και ελέγχου της νόσου. Εντούτοις η επιτήρηση τόσο της νόσου, όσο και
των μέτρων ελέγχου, δεν είναι ικανοποιητική. Στην Ελλάδα δηλώνονται περί τις 7
νέες περιπτώσεις ανά 100.000 πληθυσμού (Ρούσσος,2006) .
H φυματίωση στον παιδικό πληθυσμό εξακολουθεί και στις μέρες μας να αποτελεί
σοβαρό πρόβλημα της δημόσιας υγείας, ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Πρόσφατα, υπολογίστηκε ότι ποσοστό περίπου 6% του συνόλου των κρουσμάτων
φυματίωσης παγκόσμια αφορά σε παιδιά. Ο ΠΟΥ εκτιμά ότι το 2012 νόσησαν
450.000 παιδιά από φυματίωση, από τα οποία 74.000 απεβίωσαν. Η υποδήλωση της
παιδικής φυματίωσης οδηγεί σε υποεκτίμηση της νοσηρότητας και θνησιμότητας της
νόσου στον παιδικό πληθυσμό, καθώς τα προγράμματα επιδημιολογικής επιτήρησης
στόχευαν κυρίως στην καταγραφή των περιπτώσεων ενηλίκων ασθενών με θετικές
καλλιέργειες πτυέλων (ΚΕΕΛΠΝΟ, 2014).
35
Η φυματίωση της παιδικής ηλικίας παρουσιάζει σημαντικές διαφορές από τη νόσο
των ενηλίκων και θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι τα παιδιά δεν είναι «μικροί
ενήλικες» όσον αφορά το συγκεκριμένο νόσημα. Τα βρέφη και μικρά παιδιά με
λανθάνουσα φυματίωση αναπτύσσουν συχνότερα ενεργό νόσο και μάλιστα σοβαρές
μορφές αυτής, όπως είναι η κεχροειδής φυματίωση και η φυματιώδης μηνιγγίτιδα.
Στόχος του ΠΟΥ είναι το 2015 να έχει μειωθεί ο επιπολασμός της φυματίωσης καθώς
και ο αριθμός των θανάτων που σχετίζονται με τη νόσο κατά 50% συγκριτικά με τους
αντίστοιχους αριθμούς το 1990. Ένας ακόμη στόχος είναι να εξαλειφθεί η φυματίωση
ως πρόβλημα της δημόσιας υγείας έως το 2050. Για να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί
έχει μεγάλη σημασία η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία τόσο των ενηλίκων όσο και
των παιδιών με ενεργό αλλά και λανθάνουσα φυματίωση(ΚΕΕΛΠΝΟ, 2014).
Ο καλύτερος τρόπος για τον έλεγχο της φυματίωσης είναι η διάγνωση και η θεραπεία
ατόμων με φυματίωση πριν αναπτύξουν ενεργή νόσο. Επίσης υπάρχει και το εμβόλιο
κατά της φυματίωσης το οποίο μπορεί να γίνει κατά την παιδική ηλικία που είναι πιο
αποτελεσματικό. Το εμβόλιο για τη φυματίωση λέγεται BCG. Γίνεται σε βρέφη και
μικρά παιδιά σε χώρες που η φυματίωση είναι σχετικά συχνή, διότι προλαμβάνει τη
γενικευμένη νόσο. Στην Ελλάδα το BCG περιλαμβάνεται στο Εθνικό Πρόγραμμα
Εμβολιασμών και γίνεται στην ηλικία των 6 ετών. Προστατεύει από τη φυματίωση
περίπου το 50% όσων εμβολιάζονται, αλλά προστατεύει σε πολύ υψηλό ποσοστό
από τις βαριές μορφές της νόσου. Ο καθολικός εμβολιασμός στα παιδιά της Α΄
Δημοτικού, καταργήθηκε σύμφωνα με σχετική εγκύκλιο από το Υπουργείο Υγείας,
κάτι που επανεξετάζεται από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών.
36
Για την αντιμετώπιση της μάστιγας της φυματίωσης, όλα τα συστήματα υγείας
παγκοσμίως τέθηκαν σε επαγρύπνηση. Ο ΠΟΥ εκπόνησε το πρόγραμμα DOTS
(Directly Observed Therapy, Short Course - Πρόγραμμα Βραχυθεραπείας Υπό Άμεση
Παρακολούθηση) που εφαρμόζεται σε 102 χώρες με διάφορες τροποποιήσεις.
Οι έξι άξονες της στρατηγικής για να σταματήσουμε την εξάπλωση της φυματίωσης
είναι:
✓ Παροχή υψηλής ποιότητας υπηρεσιών οι οποίες πρέπει να είναι διαθέσιμες
σε όλους, συμπεριλαμβανομένων των φτωχότερων και πιο ευάλωτων, ακόμη
και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές.
✓ Αντιμετώπιση της πολυανθεκτικής φυματίωσης και της φυματίωσης σε άτομα
με HIV.
✓ Ενίσχυση των συστημάτων υγείας των χωρών και ειδικότερα της
πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
✓ Διασφάλιση από όλους όσους προσφέρουν υπηρεσίες υγειονομικής
περίθαλψης ότι μπορούν να προσεγγίσουν τον κάθε ασθενή.
✓ Ενίσχυση των ατόμων με φυματίωση, και των κοινοτήτων στις οποίες
ανήκουν, οι οποίες μπορούν να συντελέσουν στην μακροπρόθεσμη
βιωσιμότητα των προγραμμάτων ελέγχου της φυματίωσης.
✓ Ενεργοποίηση και προώθηση της έρευνας. Ενώ με τα σημερινά εργαλεία
μπορούμε να ελέγξουμε τη φυματίωση, για την εξάλειψη της θα χρειαστούμε
νέες διαγνωστικές μεθόδους, φάρμακα και εμβόλια.
37
Στην Ε.Ε τα καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελούν τη σημαντικότερη αιτία
νοσηρότητας και θνητότητας. Ευθύνονται σχεδόν για το 50% των θανάτων,
προκαλώντας πάνω από 4,3 εκατομμύρια θανάτους κάθε έτος στα 52 κράτη μέλη της
Ευρωπαϊκής περιοχής του Π.Ο.Υ. και περισσότερους από 2 εκατομμύρια θανάτους
κάθε έτος στην Ε.Ε (British Heart Foundation and Health Economics Research Center,
2008). Τα καρδιαγγειακά νοσήματα ευθύνονται για περισσότερους θανάτους απ’ότι
όλοι οι καρκίνοι μαζί, με υψηλότερο ποσοστό στις γυναίκες (55% όλων των θανάτων),
παρά στους άνδρες (43% όλων των θανάτων) και παρουσιάζουν μια υψηλότερη
θνητότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών χαμηλότερης κοινωνικοοικονομικής τάξης.
Την περίοδο 1970-2004, η αύξηση της θνησιμότητας στη χώρα μας έφτασε 27,8%,
έναντι μείωσης μεταξύ 42% και 69,3% των άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Επικεντρώνοντας μόνο στις ηλικίες κάτω των 65, η Ελλάδα το 2004, παρουσίαζε
πλέον την υψηλότερη θνησιμότητα από ισχαιμική καρδιοπάθεια στη Δυτική Ευρώπη,
διπλάσια από την αντίστοιχη των μεσογειακών και των περισσότερων άλλων
δυτικοευρωπαϊκών χωρών.
Πρόκειται για νοσήματα στα οποία κοινός παρονομαστής είναι η παρουσία
αθηροσκλήρωσης στα αγγεία του σώματος. Τα καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελούν
ένα ευρύ φάσμα διαταραχών, τα οποία προσβάλλουν την καρδιά και τα αιμοφόρα
αγγεία και σε αυτή την κατηγορία νοσημάτων περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων τα
παρακάτω:
38
Ανευρύσματα και διαχωρισμός αορτής: Πρόκειται για διάταση και ρήξη της αορτής.
Παράγοντες κινδύνου είναι: η προχωρημένη ηλικία, μακροχρόνια υψηλή αρτηριακή
πίεση, σύνδρομο Marfan, συγγενείς ανωμαλίες της καρδιάς, σύφιλη και άλλοι
λοιμώδεις και φλεγμονώδεις παράγοντες (WHO,2004).
39
βλάπτει τη λειτουργία των στεφανιαίων αγγείων, όπως και άλλων αγγείων και
οδηγεί στην εκδήλωση στεφανιαίας νόσου. Το κάπνισμα είναι ο σημαντικότερος
τροποποιήσιμος παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο. Ευθύνεται για το
1/5 των καρδιαγγειακών παθήσεων παγκοσμίως και για το 30-40% του συνόλου
των θανάτων από καρδιαγγειακή νόσο (WHO, 2008). Η διακοπή του καπνίσματος
ελαττώνει τον κίνδυνο για εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων τουλάχιστον στο
μισό, ενώ σε άτομα που έχουν υποστεί έμφραγμα του μυοκαρδίου το μέτρο αυτό
επιφέρει την πλέον εντυπωσιακή αποτελεσματικότητα στην πρόληψη
επανεμφάνισης καρδιακού επεισοδίου (Pitsavos et al, 2002; Pitsavos et al, 2003).
40
3. Καθιστική ζωή. Η σωματική δραστηριότητα και η τακτική αερόβια άσκηση
έχει φανεί ότι προστατεύουν αποτελεσματικά έναντι των καρδιαγγειακών
νοσημάτων. Μισή ώρα καθημερινής αερόβιας άσκησης, όπως π.χ. περπάτημα,
αρκούν για να προστατευτεί η υγεία των αγγείων. Η βιομηχανοποίηση, η
αστικοποίηση και η ευρεία χρήση των μηχανοκίνητων μέσων μεταφοράς έχουν
οδηγήσει σε ελάττωση της φυσικής δραστηριότητας, ακόμη και στις
αναπτυσσόμενες χώρες, σε τέτοιο βαθμό ώστε πλέον το 60% του πληθυσμού
παγκοσμίως να μην ασκείται επαρκώς (Atlas of Heart Disease and Stroke, 2004).
Την αναγκαιότητα για καθημερινή φυσική άσκηση τονίζει ο Π.Ο.Υ. στην παγκόσμια
εκστρατεία για τη διατροφή, τη φυσική δραστηριότητα και την υγεία. Είναι
χαρακτηριστικό ότι, αν αφιερώνουμε 150 λεπτά ήπιας φυσικής άσκησης ή 60
λεπτά έντονης φυσικής άσκησης εβδομαδιαίως, μειώνουμε τον κίνδυνο
εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου κατά 30% (WHO, 2004). Υπάρχει πληθώρα
στοιχείων που υποστηρίζουν ότι η συστηματική φυσική άσκηση συμβάλει στην
πρόληψη, ακόμη και στη θεραπεία καρδιαγγειακών και άλλων χρόνιων
νοσημάτων. Παρόλα αυτά, 250.000 θάνατοι ετησίως στις Ηνωμένες Πολιτείες θα
μπορούσαν να αποφευχθούν με τη συστηματική και σωστή φυσική άσκηση. Σε
παγκόσμια κλίμακα η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας ευθύνεται για 1.9
εκατομμύρια θανάτους εκ των οποίων το 20% αποδίδονται σε καρδιαγγειακά
νοσήματα (WHO,2004).
41
5. Αρτηριακή υπέρταση. Η αρτηριακή υπέρταση αποτελεί το αίτιο για 7
εκατομμύρια πρόωρους θανάτους παγκοσμίως κάθε έτος, απορροφά το 4,5% των
δαπανών υγειονομικής περίθαλψης και ευθύνεται για 64 εκατομμύρια χαμένα έτη
ζωής από πρόωρη θνησιμότητα ή ανικανότητα. Περίπου το 30% των ενηλίκων
πάσχουν από αρτηριακή υπέρταση και το 50-60% θα είχαν πολύ καλύτερη
σωματική υγεία αν μείωναν την αρτηριακή τους πίεση μόνο με άσκηση, υγιεινή
διατροφή με φρούτα και λαχανικά και ικανοποιητικό έλεγχο του σωματικού τους
βάρους (WHO, 2005; Lopez et al, 2006). Η αυξημένη αρτηριακή πίεση αποτελεί
μείζονα παράγοντα για την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων και αρρυθμιών,
όπως η κολπική μαρμαρυγή. Η ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης σε χαμηλά επίπεδα
στους ασθενείς επιτυγχάνεται με υγιεινοδιαιτητικά μέτρα και όταν αυτά δεν
επαρκούν, με τη χορήγηση κατάλληλης αντιυπερτασικής αγωγής. Η πρώιμη
αντιμετώπιση της αρτηριακής υπέρτασης επιφέρει σημαντικά οφέλη και
προστατεύει τους πάσχοντες από την εμφάνιση καρδιαγγειακών επεισοδίων
(ελάττωση των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων σε ποσοστό έως 35% και των
εμφραγμάτων σε ποσοστό έως 20%). Σύμφωνα με στοιχεία του ΠΟΥ, υπολογίζεται
ότι περισσότερα από το 50% των καρδιαγγειακών επεισοδίων και περίπου το 75%
των αγγειακών εγκεφαλικών προκαλούνται εξαιτίας αρτηριακής υπέρτασης (US
Department of Health and Human Services, 2004). Πληθυσμιακές μελέτες στον
ευρωπαϊκό χώρο καταδεικνύουν ότι ασθενείς με υπέρταση διατρέχουν διπλάσιο
κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου, σε σχέση με τους νορμοτασικούς
(Yusuf et al, 2004).
6.Σακχαρώδης Διαβήτης. Πάνω από 70 εκατομμύρια ανθρώπων στον κόσμο
πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη. Η αλλαγή του τρόπου ζωής και διατροφής,
καθώς και η έλλειψη σωματικής άσκησης έχουν οδηγήσει σε αύξηση της
επίπτωσης της νόσου ήδη από την παιδική ηλικία. Η ινσουλίνη είναι μία ορμόνη,
η οποία παράγεται από το πάγκρεας και παίζει ρόλο στη ρύθμιση της γλυκόζης
του οργανισμού. Ο σακχαρώδης διαβήτης προκαλείται όταν ο οργανισμός δεν
μπορεί να παράγει επαρκή ποσότητα ινσουλίνης ή δεν μπορεί να τη
χρησιμοποιήσει όπως πρέπει. Οι κυριότερες κλινικές εκδηλώσεις περιλαμβάνουν
πολυδιψία, πολυουρία, αδυναμία και ανεξήγητη απώλεια βάρους. Η εμφάνιση
σακχαρώδη διαβήτη (αυξημένο σάκχαρο αίματος) σχετίζεται με βλάβες των
42
μικρού και μεσαίου μεγέθους αρτηριών του οργανισμού (μικροαγγειοπάθεια και
μακροαγγειοπάθεια αντίστοιχα). Οι ασθενείς που πάσχουν από σακχαρώδη
διαβήτη θεωρούνται εξ’ ορισμού ως υψηλού κινδύνου για εμφάνιση
καρδιαγγειακών επεισοδίων, και ως τέτοιοι ωφελούνται από παρεμβάσεις σε
όλους τους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο. Σήμερα, επίπεδα
γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (ένας δείκτης της καλή ή μη ρύθμισης σακχάρου
αίματος) < 6,5% θεωρούνται σημαντικός στόχος για την προστασία των ασθενών
αυτών. Ο σακχαρώδης διαβήτης όχι μόνο αποτελεί παράγοντα κινδύνου για
καρδιαγγειακά νοσήματα, αλλά δρα συνεργικά και μεγεθύνει την επίδραση των
υπολοίπων παραγόντων κινδύνου καρδιαγγειακών νοσημάτων όπως
υπερλιπιδαιμία, αρτηριακή υπέρταση, κάπνισμα, παχυσαρκία. Πληθυσμιακές
μελέτες έχουν δείξει ότι τα άτομα που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη
διατρέχουν τριπλάσιο κίνδυνο να προσβληθούν από ισχαιμική καρδιοπάθεια, σε
σχέση με τους υγιείς (Yusuf et al, 2001).
43
ευρήματα που αφορούσαν λιπώδεις γραμμώσεις και αθηρωματικές πλάκες στα
στεφανιαία αγγεία. Όλες αυτές οι πρώιμες αθηροσκληρυντικές βλάβες ήταν
συχνότερες σε παιδιά των οποίων οι παράγοντες κινδύνου περιλάμβαναν, κάπνισμα,
υψηλά λιπίδια πλάσματος, υψηλή αρτηριακή πίεση και παχυσαρκία(Yusuf, etal,
2004).
Προγράμματα που στοχεύουν τους παράγοντες κινδύνου που απειλούν παιδιά και
εφήβους υλοποιούνται κυρίως σε ανεπτυγμένες χώρες, αλλά επείγουσα δράση
απαιτείται για όλο τον κόσμο. Οικογένειες, σχολεία, κοινότητες, επαγγελματίες
υγείας, υπεύθυνοι της Δημόσιας Υγείας, πρέπει όλοι να προάγουν υγιείς τρόπους
ζωής για τα παιδιά και τους νέους. Εάν η εξάπλωση των παραγόντων κινδύνου, δεν
αναχαιτιστεί, ο κόσμος αντιμετωπίζει μια επερχόμενη επιδημική εξάπλωση των
καρδιαγγειακών νοσημάτων.
44
οριζόντιου, εξειδικευμένου και αποτελεσματικού υγειονομικού και
κοινωνικού συστήματος παρεμβάσεων και επικοινωνίας, όπως αυτό
περιγράφεται στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον περιορισμό των Βλαπτικών
Συνεπειών του Αλκοόλ στην Υγεία.
✓ Ανάπτυξη και εφαρμογή ενημερωτικών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων
που αφορούν στην πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων στα παιδιά και
στους νέους με την ενεργό συμμετοχή του πληθυσμού-στόχου. Έλεγχος
ανθυγιεινών συμπεριφορών και συνηθειών, τροποποίηση αυτών, ώστε να
επιτυγχάνεται η βελτίωση της γενικής υγείας των παιδιών και των νέων.
Συμμετοχή των ατόμων που φροντίζουν τα παιδιά στις δραστηριότητες του
προγράμματος, ώστε να υιοθετηθούν συμπεριφορές και συνήθειες, οι οποίες
συμβάλλουν στη διατήρηση της υγείας των παιδιών.
✓ Δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των ενηλίκων για θέματα
πρόληψης των καρδιαγγειακών νοσημάτων σε χώρους εργασίας.
✓ Ενημέρωση του γενικού πληθυσμού για την πρόληψη των καρδιαγγειακών
νοσημάτων. Η προσέγγιση του πληθυσμού με σύγχρονες και κατάλληλες
επικοινωνιακές τακτικές δημιουργεί μεγάλα περιθώρια υιοθέτησης υγιεινών
συνηθειών και συμπεριφορών.
✓ Εκστρατεία πληροφόρησης του πληθυσμού για τις ευεργετικές συνέπειες της
φυσικής άσκησης στην πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Το πρόγραμμα «Νιώσε την καρδιά σου» σχεδιάστηκε με σειρά ενεργειών, με στόχο
την ενημέρωση και την αφύπνιση των Ελληνίδων, ενεργοποιήθηκε από την Ελληνική
Εταιρεία Λιπιδιολογίας και Αθηροσκλήρωσης και Αγγειακής Νόσου.
Το Σεπτέμβριο του 2007 έγινε στην Αθήνα η έναρξη του προγράμματος Euroheart. Το
πρόγραμμα στοχεύει να γίνει το πλαίσιο, μέσω του οποίου θα βελτιωθεί η
καρδιαγγειακή υγεία των Ελλήνων. Η συμμόρφωση ακολουθεί τη γνώση και το
EUROHEART επενδύοντας στην πρόληψη εστιάζεται στην υγεία της γυναικείας
καρδιάς, αλλά και στην καταγραφή και στον επαναπροσδιορισμό της εθνικής
στρατηγικής για την πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων. Το πρόγραμμα αυτό
45
έχει ιδιαίτερη σημασία για τη χώρα μας, γιατί η επιδημία των καρδιαγγειακών
νοσημάτων, που με τη μορφή κυρίως του εμφράγματος και του εγκεφαλικού
επεισοδίου, θα λάβει διαστάσεις πανδημίας στις προσεχείς δεκαετίες, αν δεν
υπάρξει αποτελεσματική παρέμβαση, ούτως ώστε να αντιστραφεί η εξάπλωση των
παραγόντων του καρδιαγγειακού κινδύνου σε όλο και μεγαλύτερα στρώματα του
πληθυσμού.
Αντίστοιχα, το Heart Score στοχεύει στην υποστήριξη των κλινικών ιατρών
βελτιστοποιώντας τη μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου. Είναι η ηλεκτρονική και
διαδραστική έκδοση των διαγραμμάτων κινδύνου SCORE των «Ευρωπαϊκών
κατευθυντήριων γραμμών για την πρόληψη των καρδιαγγειακών παθήσεων» που
συνέταξε η «Κοινή Ομάδα Δράσης των Ευρωπαϊκών Εταιρειών για την Πρόληψη της
Καρδιαγγειακής Νόσου στην Κλινική Πρακτική». Το «Heart Score Greece» μέσα από
μια σειρά πινάκων δείχνει ποια άτομα κινδυνεύουν από έμφραγμα ή εγκεφαλικό, αν
και δεν παρουσιάζουν συμπτώματα.
Σύνοψη
Με την ολοκλήρωση της ενότητας αυτής μάθατε ότι:
46
απαραίτητες πληροφορίες, ενδυναμώνοντάς τους να παραμείνουν υγιείς,
κάνοντας την καλύτερη χρήση των υπηρεσιών υγείας και της κοινωνικής
φροντίδας.
• Το ECDC έχει ως αποστολή να πραγματοποιεί αναλύσεις, να διενεργεί
αξιολογήσεις και να παρέχει συμβουλές για τους κινδύνους, τους οποίους
εγκυμονούν οι μεταδοτικές νόσοι και να ενισχύσει την ικανότητα
αντιμετώπισής τους.
• Η πρόληψη των λοιμωδών νοσημάτων επιτυγχάνεται με συντονισμένες και
συγχρονισμένες δράσεις του συστήματος Δημόσιας Υγείας.
• Ο κεντρικός πυλώνας του Εθνικού Σχεδίου Δράσης είναι το Εθνικό
Πρόγραμμα Πρόληψης «Σπύρος Δοξιάδης», το οποίο περιλαμβάνει
Παρεμβάσεις και Δράσεις, που περιγράφονται στα επιμέρους Εθνικά Σχέδια
Δράσης και τους στρατηγικούς στόχους του προγράμματος.
• Η πρόληψη και η αντιμετώπιση των μεταδοτικών νοσημάτων αποτελεί βασική
συνιστώσα της διαδικασίας για την προάσπιση και την προαγωγή της
Δημόσιας Υγείας.
• Ο καρκίνος δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί πλήρως, καθώς προς το παρόν δεν
υπάρχει 100% αποτελεσματική θεραπεία για τη συγκεκριμένη ασθένεια.
Μπορεί όμως σε πολλές περιπτώσεις να προληφθεί ή να καταπολεμηθεί,
εφόσον διαγνωστεί σε πολύ πρώιμο στάδιο.
• Ο μαθητικός - νεανικός πληθυσμός της Ελλάδας, ειδικότερα, φαίνεται πως
είναι ιδιαίτερα ευάλωτος σε κινδύνους που σχετίζονται με τη μη ασφαλή
σεξουαλική συμπεριφορά, όπως ο HIV και τα υπόλοιπα σεξουαλικώς
μεταδιδόμενα νοσήματα ή οι ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες.
• O έλεγχος για HIV/AIDS είναι πάντα εμπιστευτικός, εθελοντικός μετά από την
πλήρη και κατανοητή ενημέρωση του ατόμου που επιθυμεί να εξεταστεί.
• Στην Ελλάδα, σε αντίθεση με πολλές άλλες χώρες του δυτικού κόσμου η
Φυματίωση παρουσιάζει αύξηση το 2020, δεδομένου ότι η πρόσβαση στο
σύστημα υγείας έχει διαταραχθεί λόγω της Πανδημίας.
• H φυματίωση στον παιδικό πληθυσμό εξακολουθεί και στις μέρες μας να
αποτελεί σοβαρό πρόβλημα της δημόσιας υγείας, ιδιαίτερα στις
47
αναπτυσσόμενες χώρες. Πρόσφατα, υπολογίστηκε ότι ποσοστό περίπου 6%
του συνόλου των κρουσμάτων φυματίωσης παγκόσμια αφορά σε παιδιά.
• Ο καλύτερος τρόπος για τον έλεγχο της φυματίωσης είναι η διάγνωση και η
θεραπεία ατόμων με φυματίωση πριν αναπτύξουν ενεργή νόσο καθώς και ο
εμβολιασμός.
• Προγράμματα που στοχεύουν τους παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη
καρδιαγγειακών νοσημάτων, που απειλούν παιδιά και εφήβους
υλοποιούνται κυρίως σε ανεπτυγμένες χώρες, αλλά επείγουσα δράση
απαιτείται για όλο τον κόσμο.
• Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα Καρδιαγγειακά Νοσήματα περιλαμβάνει
σχεδιασμό και ενεργοποίηση προγραμμάτων πρόληψης για όλους τους
παράγοντες κινδύνου που μπορούν να προκαλέσουν καρδιαγγειακή νόσο.
Βιβλιογραφία
Boyle, P., D’Onofrio, A., Maisonneuve, P., Severi, G., Robertson, C., Tubiana, M. &
Veronesi, U., (2003). Measuring progress against cancer in Europe: has the 15%
decline targeted for 2000 come about? Annals of Oncology, 14, 1312-1325.
British Heart Foundation and Health Economics Research Center, (2008). Coronary
Heart Disease Statistics. Available at:
hs2008_coronary_heart_disease_statistics.pdf
Bussi, C., Gutierrez, M.G., (2019). Mycobacterium tuberculosis infection of host cells
in space and time. FEMS Microbiology Reviews, 43(4),341-361.
ECDC (2007).Annual Epidemiological Report on Communicable Diseases in Europe:
Report on the status of communicable diseases in the EU and EEA/EFTA countries.
European Centre for Disease Prevention and Control.
ECDC/WHO, (2013).Tuberculosis surveillance and monitoring in Europe 2013.
Available at:
http://www.ecdc.europa.eu/en/publications/Publications/Tuberculosissurveillanc
e-monitoring-2013.pdf. Stockholm, Sweden: European Centre for Disease
Prevention and Control.
48
European Centre for Disease Prevention and Control (2017).HIV testing. Monitoring
implementation of the Dublin Declaration on Partnership to fight HIV/AIDS in
Europe and Central Asia: 2017 progress report. Stockholm: ECDC
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, (2009).Σχετικά με τη Δράση κατά του
Καρκίνου: Ευρωπαϊκή Σύμπραξη. Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο,
το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή
και την Επιτροπή των Περιφερειών, Βρυξέλλες, COM.
Holland, W.W., (ed.) (1998)European Community atlas of avoidable death.
Commission of the European Communities Health Services Research Series No3.
Oxford, Oxford University Press.
Kasl, S.V.& Cobb, S., (1966). Health Behavior, Illness Behavior, and Sick-Role
Behavior. Archives of Environmental Health: An International Journal, 12(4), 531-
541.
Κυριόπουλος, Γ., Ζάβρας, Δ., Νικολαΐδης, Γ., Ολλανδέζος, Μ., Κωνσταντινίδης, Θ.,
Λιονής, Χ., Γελαστοπούλου, Ε., (2008). Μελέτη Αποτρεπτής Θνησιμότητας (1980-
2003). Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Τμήμα Οικονομικών της Υγείας.
Karski, J., (2000). Hπροαγωγή της υγείας και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στο «Η
Δημόσια Υγεία σε Μετάβαση», τόμος 2, έκδοση του Υ.Υ.Κ.Α. και της Εθνικής Σχολής
Δημόσιας Υγείας στο πλαίσιο του προγράμματος INTERREG II για τη Δημόσια Υγεία
στα Βαλκάνια.
Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων-ΚΕΕΛΠΝΟ, (2013). Δελτία
επιδημιολογικής επιτήρησης 2013 έως 2017, Τεύχη 28-32.
Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων-ΚΕΕΛΠΝΟ, (2014). Κατευθυντήριες
οδηγίες για τη θεραπεία της φυματίωσης στα παιδιά. Διαθέσιμο στο:
https://eody.gov.gr/wp-content/uploads/2019/01/fymatiosi-odigies.pdf
Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων- ΚΕΕΛΠΝΟ, (2014). Κατευθυντήριες
οδηγίες για τη θεραπεία της φυματίωσης στους ενήλικες. Πνεύμων, 28(3).
Διαθέσιμο στο: https://eody.gov.gr/wp-content/uploads/2019/01/fymatiosi-
odigies.pdf
Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων-ΚΕΕΛΠΝΟ. (2015). Εθνική αναφορά έτους
2014 (Global AIDS Response Progress Report 2015: Greece).
49
Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων-ΚΕΕΛΠΝΟ, (2018). Δελτίο
επιδημιολογικής επιτήρησης της HIV/AIDS λοίμωξης στην Ελλάδα, Τεύχος 32.
Αθήνα: ΚΕΕΛΠΝΟ.
Κρεμαστινού – Κουρέα, Τζ. (2007). Δημόσια Υγεία: Θεωρία, Πράξη, Πολιτικές. Αθήνα.
Εκδόσεις Τεχνόγραμμα.
Λάγγας, Δ. (2002). Μείζονες παράγοντες κινδύνου Δημόσιας Υγείας στον παιδικό
πληθυσμό. Στο Δημολιάτης, Γ., Κυριόπουλος, Γ., Λάγγας, Δ., Φιλαλήθης, Τ. (επιμ.). «Η
Δημόσια Υγεία στην Ελλάδα». Αθήνα. Εκδόσεις Θεμέλιο. Σειρά: Κοινωνία και Υγεία.
Lopez, A.D., Mathers, C.D., Ezzati, M., Jamison, D.T. & Murray, C.J., (2006). Global and
regional burden of disease and risk factors, 2001: systematic analysis of population
health data. Lancet,367(9524), 1747–57.
Maynard, A., (1991., Developing the health care market. The Economic Journal, 101,
1277-86.
National Diabetes Information Clearinghouse, (2005).Diabetes, Heart Disease and
Stroke. National Institute of Diabetes and Digestive and Kidney Diseases. Bethesda,
Maryland.
Ξηρός, Θ., (2004).ΔημόσιαΥγείακαιμεταδοτικά νοσήματα στην Ελλάδα. Πρόληψη
και,αντιμετώπιση των κινδύνων από τη διάδοσή τους. Στο Παπαδημητρίου, Γ.,
Πατρώνος, Π. (επιμ.). Προστασία από τα μεταδοτικά νοσήματα. Εκδόσεις
Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη.
Organisation for Economic Co-operation and Development(OECD), (2007).Health at a
glance (2007). Chapter 2: Health status. (Internet), France. (Available at
http://www.oecd.org/document/).
Παναγιωτόπουλος, Τ. (2004). Προλογικό Σημείωμα στο Γ. Παπαδημητρίου, Π.
Πατρώνος (επιμ.), Προστασία από τα μεταδοτικά νοσήματα. Εκδόσεις Σάκκουλα,
Αθήνα – Θεσσαλονίκη.
Pitsavos, C., Panagiotakos, D.B., Chrysohoou, C., Skoumas, J., Papaioannou, I.,
Stefanadis, C. & Toutouzas, P.K. (2002). The benefits from Mediterranean diet on
the risk of developing acute coronary syndromes, in hypercholesterolemic subjects:
a case–control study (CARDIO2000). Coronart Artery Diseases, 13, 295– 300.
50
Pitsavos, C., Panagitakos, D., Chrysochoou, C. &Stefanadis, C., (2003). Epidemiology of
Cardiovascular Risk Factors in Greece: aims, design and baseline characteristics of
the ATTICA study. BMC Public Health 3, 32.
Ramírez-Lapausa, M., Menéndez-Saldaña, A., Asensio, N. (2015). Extrapulmonary
tuberculosis. Revista Espanola de Sanidad Penitenciaria, 17, 3-11.
Ρούσσος, Χ., (2006). Κλινική Πνευμονολογία, Φυματίωση. Ιατρικές εκδόσεις
Πασχαλίδης Π.Χ., Αθήνα.
Smith, C. & Fiscer, T.H., (2001). Particulate and vapour phase constituents of cigarettes
mainstream smoke and risk of myocardial infraction. Atherosclerosis, 158, 257-267.
Τούντας, Ι., (2001).Η υγεία του ελληνικού πληθυσμού. ‘Έκθεση του Εργαστηρίου
Υγιεινής και Επιδημιολογίας, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών.
Τούντας, Γ. και συνεργάτες, (2007).Η υγεία του ελληνικού πληθυσμού 1997-2006.
Κέντρο Μελετών Υπηρεσιών Υγείας Εργαστηρίου Υγιεινής και Επιδημιολογίας
Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών.
Tountas, Y., Oikonomou, N., Pallikarona, G., Dimitrakaki, C., Tzavara, C., Souliotis, K.,
Mariolis, A., Pappa, E., Kontodimopoulos, N., Niakas, D., (2011). Sociodemographic
and socioeconomic determinants of health services utilization in Greece: the Hellas
Health I study. Health Services Management Research, 24(1),8-18.
51
WHO, (2004). Global strategy on diet and physical activity. Geneva.
WHO, (2005). Preventing chronic disease: a vital investment. Geneva.
WHO - Regional office for Europe, (2008). World Health Organisation Regional office
for Europe (EURO WHO). Denmark. Available at www.euro.who.int.
WHO, (2008). WHO European Action Plan For Food And Nutrition Policy 2007-2012.
WHO Regional office for Europe, Denmark.
WHO, (2010). 10 Facts about Cancer. (Available at http://www.who.
int/features/factfiles/cancer/en/index.html).
WHO, (2020). Tuberculosis. Διαθέσιμο στο: https://www.who.int/newsroom/fact-
sheets/detail/tuberculosis
WHO. (2021). Cancer, Key Facts. Διαθέσιμο στο: ttps://www.who.int/news-
room/fact-sheets/detail/cancer
Yusuf, S., Reddy, S., Ounpuu, S. & Anand, S. (2001). Global burden of cardiovascular
diseases. Part 1: General considerations, the epidemiologic transition, risk factors
and impact of urbanization. Circulation, 104, 2746-2753.
Yusuf, S., Hawken, S., Ounpuu, S., Dans, T., Avezum, A., Lanas, F., McQueen, M., Budaj,
A., Pais, P., Varigo, J., L isheng, A., (2004). INTERHEART Study Investigators, Effect
of potentially modifiable risk factors associated with myocardial infarction in 52
countries (the INTERHEART Study): case-control study. The Lancet, 364, 937-9
Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Υ.Υ.Κ.Α), (2008). «Εθνικό Σχέδιο
Δράσης για τον Καρκίνο 2008-2012». (Διαθέσιμο στο:
http://www.yyka.gov.gr/future/anakoinseis-egkyklioi/ethnikos3a7edio-drasis-gia-
ti-dimosia-ygeia/ethniko-schedio-drasis-gia-ton-karkino-2008-2012/view)
Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Υ.Υ.Κ.Α), (2008). «Εθνικό Σχέδιο
Δράσης για τα Καρδιαγγειακά Νοσήματα 2008-2012». Διαθέσιμο στο:
https://www.moh.gov.gr/articles/health/domes-kai-draseis-gia-thn-
ygeia/ethnika-sxedia-drashs/95-ethnika-sxedia-drashs
Χατζηχριστοδούλου., Χ., (2002).Επιδημιολογική επιτήρηση λοιμωδών νοσημάτων.
Στο Δημολιάτης, Γ., Κυριόπουλος, Γ., Λάγγας, Δ., Φιλαλήθης, Τ. (επιμ.) Η Δημόσια
Υγεία στην Ελλάδα. Αθήνα. Εκδόσεις Θεμέλιο. Σειρά: Κοινωνία και Υγεία.
52
Χρήσιμες διευθύνσεις στο διαδίκτυο
https://eody.gov.gr/tilefoniki-grammi-symvoyleytikos-stathmos-gia-to-aids/
https://www.elikar.gr/
53