Professional Documents
Culture Documents
ΠΑΤΡΑ 2020
[1]
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
I. Περίληψη
Abstract
ΙΙ. Εισαγωγή
ΙΙ.a.Ο έλεγχος υγείας στην παιδική ηλικία
ΙΙ.b. Σύγχρονη καρδιοχειρουργική προσέγγιση στις συγγενείς καρδιοπάθειες στα παιδιά
II.c. Προ αθλητικός έλεγχος (ΦΕΚ 3254 8/8/2018)
II.d.Πότε θα πρέπει να παραπεμφθεί το παιδί μου σε έναν παιδοκαρδιολόγο;
III. Συχνά Παιδοκαρδιολογικά Νοσήματα
III.1. Φύσημα
III.1.a.Χαρακτηριστικά του καρδιακού φυσήματος
III.1.b.Δονητικό still’s φύσημα
III.1.c.Πνευμονικής ροής φύσημα (Φυσιολογικής πνευμονικής συστολικής εξώθησης
φύσημα)
III.1.d.Υπερκλείδιας/Καρωτιδική εμβοή
III.1.e.Αορτικής ροής φύσημα
III.1f.Φλεβικός βόμβος
III.1.g.Μαστικής αρτηρίας Soufflé
III.1.h.Φυσιολογική Περιφερική Πνευμονική Στένωση
III.1.i.Μη φυσιολογική περιφερική πνευμονική στένωση
III.1.j. Διαγνωστική προσέγγιση καρδιακού φυσήματος
III.1.k.Φυσική εξέταση
III.1.l.Κόκκινες Σημαίες από το προσωπικό ιστορικό
III.1.m. Κόκκινες Σημαίες από το οικογενειακό ιστορικό
III.1.n.Κόκκινες Σημαίες από τη φυσική εξέταση
III.1.o.Αξιολόγηση μεταξύ της καρδιακής θέσης και της θέσης των κοιλιακών οργάνων
III.1.p.Συμπεράσματα
III.2.Νόσος Kawasaki
ΙΙΙ.3.Ανοιχτό Ωοειδές τρήμα (PFO)
III.4.Μεσοκοιλιακή Επικοινωνία (VSD)
III.4.1.Η αιτιολογία του ελλείματος στο μεσοκοιλιακό διάφραγμα
III.4.2.Είδη των ελλειμάτων
[2]
III.5.Μεσοκολπική Επικοινωνία (ASD)
III.5.1.Η κλινική εικόνα του μεσοκολπικής επικοινωνίας
III.5.2.Αντιμετώπιση
III.6.Τετραλογία του Fallot (ToF)
III.6.1.Συχνότητα
III.6.2.Αιτιολογία
III.6.3.Κατασκευαστικές ανωμαλίες
III.6.4.Η Κυάνωση
IV.Ειδικό Μέρος
IV.1.Υλικό και Μέθοδοι
IV.2.Στατιστική Ανάλυση
IV.3.Περιορισμοί της μελέτης
IV.4.Ανάλυση Δεδομένων
IV.4.1.Διαγνώσεις
V. Συμπεράσματα
V.1.Βιβλιογραφία
[3]
I. Περίληψη
[4]
ABSTRACT
Congenital heart disease is the most common congenital anomaly affecting about 1/100 live
births. About 1 in 4 children have critical heart disease that will need to be treated with surgery
or surgery in the first year of life. Congenital anomalies are one of the leading causes of death
in developed countries and MS are more responsible for this than any other type of anomaly.
Today, cardiac surgery and cardiac catheterization have contributed to a significant increase in
the survival of children with critical SC. Because early detection of critical heart abnormalities
improves outcome, it is important to develop strategies that will increase early diagnosis. A
number of children with critical SC are so affected by the diagnosis that they end up before
heart surgery. Delayed or failed diagnosis is associated with significant morbidity and the most
important is hypoxic / ischemic brain damage. In addition, delayed diagnosis is associated with
higher mortality. The etiology of congenital heart disease is considered multifactorial and is
attributed to genetic and environmental factors. About 30% are also associated with
extracardiac abnormalities or recognizable clinical syndromes. Reasons for referral of children
for cardiac examination are heart failure, extracardiac abnormalities, clinical syndromes,
arrhythmias, fainting spells, chest pain. Reasons for referral of children for cardiac examination
are heart failure, extracardiac abnormalities, clinical syndromes, arrhythmias, fainting spells,
chest pain. The purpose of this study is to investigate the reasons for referral of children by a
pediatrician for pediatric cardiology. For this purpose, data were collected regarding the
children who are referred for examination to the Pediatric Cardiology Clinic of PGNP Rio from
1/3/2020 and for a period of 6 months, until 30/8/2020. The main findings of the present study
are that the most common reasons for referring children to the pediatric cardiology clinic during
the last six months, was the murmur (45%). Regarding the diagnoses, the main ones were the
intra-abdominal communication VSD (27%). This is followed by a visit to the doctor's office
in the context of monitoring a systemic disease (13.8%) and the cardiac examination that
precedes enrollment in a sport (13%).
[5]
II. Εισαγωγή
Οι συγγενείς καρδιοπάθειες είναι ανωμαλίες διάπλασης της καρδιάς, που φέρει ο άνθρωπος
από την ημέρα της γέννησής του. Οι πάσχοντες από συγγενείς καρδιοπάθειες, γεννιούνται με
κάποιο ‘κατασκευαστικό’ πρόβλημα στην καρδιά.
[6]
II. a Ο έλεγχος υγείας στην παιδική ηλικία.
Αν η πρόληψη έχει μεγάλη αξία στους ενήλικες, στα παιδιά με ολόκληρη ζωή μπροστά τους
έχει ακόμη μεγαλύτερη. Τα νοσήματα φθοράς με κορυφαία την αθηρωμάτωση –
αρτηριοσκλήρυνση αρχίζουν από τα πρώτα βήματα της ζωής του ανθρώπου. Η υποκείμενη
οικογενής (κληρονομική) προδιάθεση επιταχύνει την εμφάνιση αρκετών νοσημάτων που από
μόνα τους θα εμφανίζονταν οψιμότερα στη ζωή. Δεν είναι σπάνιο σήμερα ένα οξύ στεφανιαίο
επεισόδιο (έμφραγμα του μυοκαρδίου) να υπάρχει κάτω της ηλικίας των 30 ετών στο έδαφος
οικογενούς υπερχοληστεριναιμίας. Η τελευταία μεταβολική διαταραχή θα μπορούσε να είχε
αναδειχθεί πρώιμα, κατά την παιδική ηλικία και να είχαν μειωθεί ή αποφευχθεί οι βλαβερές
επιπτώσεις κυρίως από το καρδιαγγειακό σύστημα. Η σωστή δίαιτα, η φυσική άσκηση, η
διατήρηση κανονικού σωματικού βάρους, η αποφυγή του καπνίσματος, και ακόμη αν κριθεί
αναγκαία η ειδική φαρμακευτική αγωγή, είναι πολύ αποτελεσματικά προληπτικά μέτρα. Ο
έλεγχος περιέχει αρκετές αιματολογικές και μη εξετάσεις ‘κλειδιά’ που είναι δυνατόν να
οδηγήσουν άμεσα ή να κατευθύνουν προς τη διάγνωση ποικίλων αιματολογικών-μεταβολικών
–ενδοκρινολογικών νοσημάτων ή διαταραχών (καρδιάς-ήπατος-νεφρών-μυών). Ο υπέρ ή
υποθυρεοειδισμός, η σιδηροπενία με ή χωρίς αναιμία, η υποβιταμίνωση D έχουν σοβαρές
επιπτώσεις στη σωματική αλλά και νοητική-ψυχοκινητική ανάπτυξη του παιδιού, εάν δεν
διαγνωστούν έγκαιρα. Ακόμη, δεν είναι επιτρεπτόν, με τους γνωστούς κινδύνους ,νέα παιδιά
να κάνουν αθλητισμό ή και ακόμη πρωταθλητισμό, χωρίς προηγουμένως να έχουν υποβληθεί
σε πλήρη κλινική και κατ’ αρχήν καρδιολογική εξέταση, και αν χρειαστεί εργαστηριακή
εξέταση και διερεύνηση. (Διαγνωστικό Κέντρο ‘Γυναίκας Υγεία’. Email:
info@gynaikasygeia.gr)
[7]
II. b Σύγχρονη καρδιοχειρουργική προσέγγιση στις συγγενείς καρδιοπάθειες στα
παιδιά.
Τις τελευταίες δεκαετίες παρακολουθήσαμε μια επανάσταση όσον αφορά στην αντιμετώπιση
και τη φροντίδα των παιδιών με συγγενή καρδιοπάθεια. Η πρόοδος στις διαγνωστικές μεθόδους
και στη χειρουργική αντιμετώπιση έκαναν εφικτή τη διόρθωση καρδιακών ανωμαλιών σε
ασθενείς που μέχρι πριν από λίγα χρόνια δεν είχαν καμία ελπίδα επιβίωσης. Πλέον, πολλά
παιδιά με συγγενή καρδιοπάθεια μεγαλώνουν χωρίς περιορισμούς και με την ποιότητα ζωής
ενός απόλυτα φυσιολογικού ατόμου.
Είναι γνωστό ότι περίπου 8 στα 1000 νεογνά που γεννιούνται, έχουν μια μορφή συγγενούς
καρδιοπάθειας (CHD). Από αυτά τα παιδιά ,το 95% περίπου θα ενηλικιωθεί. Έτσι, αυτοί οι
ασθενείς, καθώς μεγαλώνουν, αποτελούν τους ενήλικες με συγγενή καρδιοπάθεια, που πλέον
στις μέρες μας είναι μια σημαντική κατηγορία ασθενών, που χρειάζονται εξειδικευμένη
παρακολούθηση και ενίοτε θεραπευτικές παρεμβάσεις.
Από την πρώιμη διόρθωση απλών σχετικά ανωμαλιών, όπως τα ελλείματα του μεσοκολπικού
ή μεσοκοιλιακού διαφράγματος μέχρι την αντιμετώπιση πιο σύμπλοκων μορφών, όπως η
τετραλογία Fallot, η μετάθεση των μεγάλων αγγείων και παθήσεις που μέχρι πριν από λίγα
χρόνια δεν είχαν πιθανότητες επιβίωσης , όπως το σύνδρομο υποπλαστικής αριστερής κοιλίας
, τα αποτελέσματα έχουν βελτιωθεί σημαντικά και ασθενείς που δεν είχαν προσδόκιμο
επιβίωσης ή ζούσαν με περιορισμένη δραστηριότητα λόγω μη χειρουργήσιμων συγγενών
καρδιακών ανωμαλιών, μπορούν στις μέρες μας να έχουν μια φυσιολογική ζωή.
Η σπουδαία αυτή πρόοδος προήλθε από τη λεπτομερή κατανόηση της ανατομίας και της
παθολογικής λειτουργίας των συγγενών καρδιακών ανωμαλιών, την τεχνολογική εξέλιξη των
διαγνωστικών μεθόδων, τη μεγάλη βελτίωση της περιεγχειρητικής φροντίδας από
εξειδικευμένους παιδοκαρδιο-αναισθησιολόγους και γιατρούς της παιδοκαρδιοχειρουργικής
μονάδας εντατικής θεραπείας ,καθώς επίσης σε βελτιώσεις στην εξωσωματική υποστήριξη της
κυκλοφορίας, στον εξοπλισμό και τις συσκευές αιμοδυναμικής παρακολούθησης.
[8]
Οι υπόλοιπες ιατρικές ειδικότητες κατά περίσταση υποστηρίζουν το έργο των
παιδοκαρδιοχειρουργών στο πνεύμα της συνεργασίας και της ομαδικότητας. Η συνεισφορά
όλων των υποειδικοτήτων έχει ως αποτέλεσμα τη δραστική μείωση της χειρουργικής
θνητότητας ακόμη και για τις πιο σύμπλοκες συγγενείς καρδιακές ανωμαλίες. Τέλος, την
τελευταία δεκαετία προβάλλει επιτακτικά η ανάγκη της εκτίμησης και της βελτίωσης της
ποιότητας και των αποτελεσμάτων στο πλαίσιο δράσεων ώστε το νεογνό με συγγενή
καρδιοπάθεια να έχει μια –αν είναι δυνατόν- φυσιολογική ζωή.
θ) Βεβαίωση - υπογραφή ότι έχει υποβληθεί στις ιατρικές εξετάσεις της παρ. 2 του άρθρου 3
της παρούσας.
[9]
Έκδοση και Ισχύς
1. Η Κάρτα Υγείας Αθλητή εκδίδεται και ανανεώνεται από τις Εθνικές Αθλητικές
Ομοσπονδίες. Η έκδοση και ανανέωση της γίνεται ατελώς, χωρίς καμία οικονομική
επιβάρυνση των αθλητικών σωματείων και των αθλητών και ισχύει για ένα (1) έτος από τη
θεώρηση της.
2. Εκδίδεται μόνον κατόπιν των εξής υποχρεωτικών
εξετάσεων:
α) Κλινική εξέταση
β) Ατομικό και οικογενειακό ιατρικό ιστορικό
γ) Ηλεκτροκαρδιογράφημα.
3. Αναλόγως των ευρημάτων των ως άνω υποχρεωτικών εξετάσεων και εφόσον οι ιατροί της παρ. 1 του
άρθρου 4 κρίνουν σύμφωνα με την επιστημονική κρίση τους απαραίτητη την περαιτέρω διερεύνηση,
δύνανται να παραπέμπουν τον αθλητή για περαιτέρω εξετάσεις.
Θεώρηση
1. Η Κάρτα Υγείας του Αθλητή θεωρείται από ιατρούς μονάδων παροχής υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας
Φροντίδας Υγείας, Νομαρχιακών, Περιφερειακών ή Πανεπιστημιακών Νοσοκομείων, υγειονομικών
στρατιωτικών μονάδων ή από ιατρούς έχοντες οποιαδήποτε σχέση με το Δημόσιο ή με Ν.Π.Δ.Δ., καθώς
και από ιατρούς του ιδιωτικού τομέα, κατέχοντες την καρδιολογική ειδικότητα.
2. Σε ιατρούς λοιπών ειδικοτήτων παρέχεται η δυνατότητα παρακολούθησης μετεκπαιδευτικών
σεμιναρίων, τα οποία θα διοργανώνει το Ε.Κ.Α.Ε., σε θέματα προ-αγωνιστικού ελέγχου των αθλητών.
3. Για την οργάνωση των μετεκπαιδευτικών σεμιναρίων το Ε.Κ.Α.Ε. δύναται να συμβληθεί με εθνικούς
και διεθνείς ιατρικούς επιστημονικούς φορείς και εταιρείες.
4. Το κόστος των μετεκπαιδευτικών σεμιναρίων δύναται να καλυφθεί από τίμημα.
[10]
με προσπάθεια που διαρκεί πάνω από 40 λεπτά, τότε είναι απαραίτητο να γίνεται προ
αγωνιστικός καρδιολογικός έλεγχος κάθε χρόνο, όσο συμμετέχει στο άθλημα.
Πρέπει να θυμόμαστε πάντα πως η καλή καρδιαγγειακή υγεία του παιδιού και το χτίσιμο γερών
βάσεων για καλή καρδιαγγειακή υγεία στην ενήλικη ζωή του, περνά από τη σωστή διατροφή,
την τακτική φυσική δραστηριότητα και την επαρκή έκθεση στον ήλιο για ανάπτυξη βιταμίνης
D. (Ελευθέριος Κολομτσάς. Ειδικός Καρδιολόγος – Εντατικολόγος)
Παιδιά που έχουν καρδιακά φυσήματα συχνά παραπέμπονται για εξέταση και εκτίμηση. Πολλά
από αυτά τα φυσήματα αποδεικνύονται ότι είναι φυσιολογικά (αθώα), και δεν υπάρχει ανάγκη
για παρακολούθηση από τον παιδοκαρδιολόγο. Ο παιδοκαρδιολόγος επίσης μπορεί να δώσει
συμβουλές για την πρόληψη των καρδιακών επεισοδίων αργότερα στη ζωή και για τον
προληπτικό έλεγχο για πιθανώς υψηλά επίπεδα χοληστερόλης. Οι ικανότητες ενός
παιδοκαρδιολόγου απαιτούνται οποτεδήποτε παίρνονται αποφάσεις για επεμβάσεις όπως ο
καρδιακός καθετηριασμός και η εγχείρηση της καρδιάς.
Το θωρακικό άλγος είναι ένας από τους πιο κοινούς λόγους για παραπομπή σε
παιδοκαρδιολόγο. Αυτό οφείλεται συχνά στο άγχος των γονέων επειδή το παρών σύμπτωμα
σχετίζεται με σημαντική νοσηρότητα και θνησιμότητα στον ενήλικο πληθυσμό. Μια
ανασκόπηση σε βάθος δεκαετίας σε παιδιατρικές
[11]
κατά την εγρήγορση, πόνος που σχετίζεται με την πρόσληψη τροφής και πόνος που εντοπίζεται
και πέραν του στήθους. Το συγκοπτικό επεισόδιο είναι ένας άλλος συχνός λόγος για εκτίμηση
από παιδοκαρδιολόγο. Είναι λόγος ανησυχίας των γονέων για ξαφνικό καρδιακό θάνατο. Η
συγκοπή είναι συχνή στην παιδιατρική, με μέγιστη συχνότητα εμφάνισης σε παιδιά ηλικίας 9
ετών και 14 ετών, και κορυφώνεται ξανά σε άτομα ηλικίας 15 έως 19 ετών, με τη δεύτερη
κορυφή να είναι πιο συχνή γυναίκες ασθενείς. 14,15
[12]
ΙΙΙ. Συχνά παιδοκαρδιολογικά νοσήματα
III. 1 Φύσημα.
Τα καρδιακά φυσήματα είναι ακροαστικές διαταραχές των ηχητικών κυμάτων εύρους 20 έως
20.000 κύκλων / δευτερόλεπτο, που ακούγονται με ένα στηθοσκόπιο και προέρχονται από την
καρδιά και το αγγειακό σύστημα. Ενώ οι φυσιολογικοί καρδιακοί ήχοι παράγονται από το
κλείσιμο των καρδιακών βαλβίδων, τα φυσήματα παράγονται ως πρόσθετοι, απροσδόκητοι
ήχοι από αναταράξεις ή διαταραχές στη ροή του αίματος ενώ κυκλοφορεί δια μέσου της
καρδιάς ή προέρχεται από τα κύρια αιμοφόρα αγγεία. Περίπου το 50% των παιδιών έχουν
καρδιακό φύσημα κάποια στιγμή στη ζωή τους. Ωστόσο, λιγότερο από 1% έχουν συγγενή
καρδιοπάθεια. Έχει αποδειχθεί ότι το 60% των φυσημάτων που παραπέμπονται για
καρδιολογική αξιολόγηση ήταν λειτουργικά φυσήματα. Η διάκριση φυσημάτων που
προκαλούνται από μία υποκείμενη καρδιακή νόσο από τα φυσήματα που προκαλούνται από τη
ροή του αίματος μέσα σε μια δομικά φυσιολογική καρδιά μπορεί να είναι δύσκολο για το
γιατρό πρωτοβάθμιας φροντίδας.
Οι γονείς που ενημερώνονται για την ανίχνευση καρδιακού φυσήματος από τον ειδικευόμενο
παιδίατρο στο Τμήμα Επειγόντων συνήθως υποθέτουν ότι το παιδί τους πάσχει από σοβαρή
ασθένεια. Επομένως, είναι ζωτικής σημασίας ο γιατρός να αποκτήσει τις δεξιότητες για να
διακρίνει έναν αθώο από ένα οργανικό φύσημα, έτσι ώστε η οικογένεια να μην υποφέρει από
παράλογο άγχος και να αποφεύγονται περιττές παραπομπές. Σημειώνεται ότι η διαθεσιμότητα
νέων τεχνολογιών, η αναποτελεσματική εκπαίδευση για κλινική εξέταση και ο φόβος για
νομικές συνέπειες ιατρικών παραλείψεων, συμβάλλουν στη μείωση της αυτοπεποίθησης και
στον αυξανόμενο αριθμό παραπομπών σε ειδικούς.
[13]
III 1 a. ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΑΡΔΙΑΚΟΥ ΦΥΣΗΜΑΤΟΣ
Με βάση την κλινική τους σημασία και την αιτιολογία, τα καρδιακά φυσήματα χωρίζονται ως
αθώα ή λειτουργικά και οργανικά ή παθολογικά. Ένα αθώο φύσημα χαρακτηρίζεται από τα
ακόλουθα διακριτικά χαρακτηριστικά (τα επτά S ‘s): Είναι συστολικό, μικρό (χωρίς επέκταση
στο προκάρδιο), μαλακό (ήπιο), σύντομο (όχι ολοσυστολικό), μεμονωμένο (χωρίς άλλα
παθολογικά ακουστικά ευρήματα), ήρεμο (όχι τραχύ) και ευαίσθητο (αλλάζει με αλλαγή της
θέσης / μείωση σε όρθια θέση). Ενώ τα αθώα φυσήματα είναι μικρής διάρκειας, είναι του τύπου
crescendo-decrescendo, έχουν χαμηλή ένταση, μεταδίδονται ελάχιστα στο προκάρδιο,
εμφανίζονται σε πρώιμη συστολή και ακούγονται καλύτερα όταν το παιδί είναι σε ύπτια θέση,
ένα οργανικό φύσημα είναι συνήθως δυνατό (ένταση ≥3 / 6), διαστολικό, ολοσυστολικό, τραχύ,
εμφανίζεται αργά στη συστολή, αυξάνει την ένταση σε όρθια θέση και μπορεί να σχετίζεται με
ένα ανώμαλο S2. Σχεδόν όλοι τα αθώα φυσήματα που έχουν ακροαστεί στην παιδική ηλικία
ταξινομούνται σε έναν από τους ακόλουθους διακριτούς τύπους: το δονητικό φύσημα του
[14]
Still’s, το φυσιολογικό φύσημα πνευμονικής ροής, το αορτικής ροής φύσημα, την καρωτιδική
εμβοή, τον φλεβικό βόμβο και η στένωση της περιφερικής πνευμονικής αρτηρίας της βρεφικής
ηλικίας .Εκτός από το φλεβικό βόμβο, το οποίο είναι ένα συνεχές φύσημα, τα υπόλοιπα αθώα
φυσήματα είναι όλα συστολικά.
Πρόκειται για ένα αρμονικό, μουσικό, φύσημα χαμηλής συχνότητας, που περιορίζεται στην
πρώιμη συστολή, γενικά βαθμού 2, με ακρόαση στο κάτω αριστερό μέρος του θώρακα που
εκτείνεται μέχρι την κορυφή. Παρατηρείται συνήθως μετά την παιδική ηλικία και η μέγιστη
συχνότητα εμφάνισης είναι στην ηλικία των 3 έως 7 ετών. Ακούγεται γενικά πιο δυνατά στην
ύπτια θέση, αλλά αλλάζει χαρακτηριστικά και μειώνεται σε ένταση στην όρθια θέση. Η τεχνική
Valsalva μειώνει επίσης την ένταση του φυσήματος.
[15]
Πρόκειται για ένα πρώιμο συστολικό crescendo-decrescendo, το φύσημα εξώθησης που
ακούγεται στο δεύτερο και τρίτο μεσοπλεύριο διάστημα στα αριστερά παραστερνικά. Είναι
χαμηλής έντασης (βαθμός 2–3), ακούγεται καλύτερα με το διάφραγμα και μεταδίδεται στην
πνευμονική περιοχή. Είναι πιο δυνατό στην ύπτια θέση και κατά τη διάρκεια της εισπνοής,
πυρετού ή άσκησης. Αυτό το φύσημα πρέπει να διαφοροποιείται από το φύσημα λόγω
ελλείμματος του μεσοκολπικού διαφράγματος ή πνευμονικής στένωσης. Το φύσημα ενός
ελλείμματος του μεσοκολπικού διαφράγματος οφείλεται στην αυξημένη ροή μέσω της
πνευμονικής αρτηρίας και δεν μπορεί να πάντοτε να διακρίνεται από το αθώο φύσημα της
πνευμονικής. Ασθενείς με έλλειμμα του μεσοκολπικού διαφράγματος είναι συνήθως
ασυμπτωματικοί και το φύσημα μπορεί να χαρακτηριστεί ως «αθώο». Ωστόσο ,η αυξημένη
ώση της δεξιάς κοιλίας, ένα μεσοδιαστολικό κύλησμα και το πιο σημαντικό, ένας σταθερός και
ευρύς διχασμός του S2 μπορεί να επιτρέψει την κλινική διάγνωση. Οι ανωμαλίες που
οφείλονται σε έλλειμμα του μεσοκολπικού διαφράγματος κατά τη φυσική εξέταση και το ΗΚΓ
μπορεί να είναι πολύ λεπτές για να εντοπιστούν. Αν και είναι ευρέως γνωστό ότι μπορεί να
συμβούν παραλλαγές στα κλινικά σημεία και συμπτώματα που είναι τυπικά ενός ελλείμματος
του μεσοκολπικού διαφράγματος, η εξάρτηση από τα κλασικά ευρήματα του φυσικού ελέγχου
ή του ΗΚΓ μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την υποδιάγνωση σημαντικού αριθμού ασθενών.
Αυτό το συστολικό φύσημα χαμηλής έντασης γίνεται περισσότερο αντιληπτό πάνω από τις
κλείδες και επεκτείνεται στο λαιμό, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε μικρότερο βαθμό στο άνω
μέρος του στήθους. Το φύσημα υπάρχει είτε όταν ο ασθενής είναι σε ύπτια θέση είτε
καθισμένος, αλλά το φύσημα μειώνεται ή εξαφανίζεται εντελώς από την υπερέκταση των
ώμων.
[16]
Πρόκειται για ένα συστολικό φύσημα εξώθησης που ακούγεται εντονότερα στην περιοχή της
αορτής. Μπορεί να γίνει αντιληπτό υπό συνθήκες ταχυπαλμίας, όπως ακραίο άγχος, αναιμία,
υπερθυρεοειδισμός, αφυδάτωση ή πυρετός. Ανιχνεύεται σε μεγαλύτερα παιδιά, ενήλικες και
αθλητές. Συχνά είναι δύσκολο να είμαστε σίγουροι για την αιτία αυτού του φυσήματος,
επομένως μπορεί να υποδεικνύεται παραπομπή και περαιτέρω έλεγχος.
Είναι ένα υψηλής συχνότητας, απαλό, συνεχές φύσημα, που παρατηρείται κυρίως μεταξύ 3 και
8 ετών. Ακούγεται εντονότερα χαμηλότερα και πρόσθια στον λαιμό ακριβώς πλάγια στον
στερνοκλειδομαστοειδή μυ. Είναι πιο εμφανές στα δεξιά από ό, τι στα αριστερά, συχνά
υποχωρεί ή αλλάζει χαρακτηριστικά όταν ο ασθενής ξαπλώνει και μπορεί να εξαλειφθεί ή να
μειωθεί με ήπια συμπίεση της οριζόντιας εσωτερικής σφαγίτιδας φλέβας ή περιστρέφοντας το
κεφάλι του ασθενούς προς την πλευρά του φυσήματος . Ένας φλεβικός βόμβος αποτελεί αθώο
και όχι παθολογικό φύσημα. Αυτό το φύσημα πρέπει να διαφοροποιείται από αυτό ενός
ανοικτού αρτηριακού πόρου. Το φύσημα του ανοικτού αρτηριακού πόρου δεν μειώνεται σε
ύπτια θέση και δεν μπορεί να εξαλειφθεί με συμπίεση της εσωτερικής σφαγίτιδας φλέβας.
[17]
Πρόκειται για μία σύντομη μεσοσυστολική ροή, που ακούγεται στην πνευμονική περιοχή και
τις μασχάλες. Κατά τη διάρκεια της εμβρυϊκής ζωής, το μεγαλύτερο μέρος της ροής του
αίματος διέρχεται από τη δεξιά κοιλία μέσω του αρτηριακού πόρου. Μόνο περίπου το 20% της
συνολικής καρδιακής παροχής εισέρχεται στους πνεύμονες μέσω των διακλαδώσεων των
πνευμονικών αρτηριών, και ως εκ τούτου, οι διάμετροι τους είναι σχετικά μικρές σε σύγκριση
με εκείνες του πνευμονικού κορμού. Μετά τη γέννηση, ο αρτηριακός πόρος κλείνει και όλο το
αίμα από τη δεξιά κοιλία πρέπει να διέρχεται από αυτές τις σχετικά στενές πνευμονικές
αρτηρίες παράγοντας ένα φύσημα, το οποίο γίνεται αντιληπτό στα τέλη της νεογνικής
περιόδου. Αυτό το παροδικό αθώο φύσημα είναι ένα, μέτριου τόνου ,πρώιμο μέσο-συστολικό
φύσημα στον δεύτερο αριστερό μεσοπλεύριο χώρο που αντανακλά στη ράχη και το οποίο
ακούγεται μεταξύ των κλειδών. Τα βρέφη με αυτό το παροδικό καρδιακό φύσημα έχουν ήπια
υπανάπτυξη των διακλαδώσεων της πνευμονικής αρτηρίας με σημαντικά μικρότερες
διαμέτρους και μεγαλύτερη ταχύτητες ροής. Μετά από μερικούς μήνες, αυτές οι μικρότεροι
διάμετροι γίνονται φυσιολογικές και το καρδιακό φύσημα εξαφανίζεται. Η αιτία αυτής της
παροδικής στένωσης των πνευμονικών αρτηριών του κλάδου μπορεί να εξηγηθεί από τις
αλλαγές στην κυκλοφορία του αίματος που λαμβάνουν χώρα μετά τη γέννηση.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η στένωση της περιφερικής πνευμονικής αρτηρίας είναι ένα
αθώο εύρημα. Ωστόσο, η μη φυσιολογική (δηλαδή ανατομική) στένωση των κύριων ή
περιφερειακών κλάδων της πνευμονικής αρτηρίας είναι ασυνήθιστη, αλλά είναι ένα επαρκώς
περιγραφόμενο εύρημα. Μπορεί να συσχετιστεί με άλλες συγγενείς καρδιοπάθειες, όπως η
Tetralogy of Fallot και σε μεμονωμένη μορφή με κλινικά σύνδρομα, όπως το σύνδρομο
Alagille, Williams, cutis laxa, Ehlers Danlos, Noonan και Silver Russell. Επομένως, είναι
συνετό να επαναλαμβάνουμε το ηχοκαρδιογράφημα σε όλα τα νεογνά με «φυσιολογική»
περιφερική πνευμονική στένωση για να επαληθεύσουμε την ομαλοποίηση της ροής και της
διαμέτρου της πνευμονικής αρτηρίας και να επανεξετάσουμε τον φαινότυπο του βρέφους, ο
οποίος μερικές φορές μπορεί να είναι άτυπος όσο αφορά την παρουσία ενός συνδρόμου στην
πρώιμη νεογνική περίοδο. Τα συστολικά φυσήματα μπορούν να ταξινομηθούν ως πρώιμα
συστολικά (πρωτοσυστολικά), μεσοσυστολικά, ολοσυστολικά (πανσυστολικά) ή
τελοσυστολικά. Ένα μεσοσυστολικό φύσημα ξεκινά αμέσως μετά τον πρώτο ήχο της καρδιάς
(S1) και τερματίζει λίγο πριν από τον δεύτερο ήχο της καρδιάς (S2), οπότε τα S1 και S2 θα
είναι ακουστικά ευδιάκριτα. Αντίθετα, ένα ολοσυστολικό φύσημα ξεκινά ταυτόχρονα ή
αμέσως μετά το S1 και εκτείνεται στο S2, καθιστώντας τα δύσκολα, αν όχι αδύνατα, να
[18]
ακουστούν. Ένα μεσοσυστολικό φύσημα ξεκινά να γίνεται αισθητό μετά το S1 και μπορεί
οριακά να επεκταθεί έως το S2.
[19]
Τα ζωτικά σημεία του ασθενούς πρέπει να αξιολογούνται σύμφωνα με τις τιμές αναφοράς που
καθορίζονται από την ηλικία. Ταχυκαρδία, ταχύπνοια, υποξία ή αρρυθμία μπορεί να
υποδηλώνει καρδιακή νόσο ή συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. Αυξημένο εύρος σφυγμού
ή υπερδυναμικό προκάρδιο μπορεί να υποδηλώνουν την παρουσία ανοιχτού αρτηριακού πόρου
.
Η βραχιόνια αρτηρία αποτελεί το καλύτερο σημείο για την εκτίμηση του σφυγμού, καθώς έχει
την ίδια απόσταση από την καρδιά με τη μηριαία αρτηρία. Ως εκ τούτου, η ταυτόχρονη
ψηλάφηση της δεξιάς βραχιόνιας αρτηρίας και της μηριαίας αρτηρίας για τον έλεγχο των
σφυγμών και της επιβράδυνσης του παλμού αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για τον έλεγχο
πιθανής ισθμικής αορτικής στένωσης. Η αριστερή βραχιόνια αρτηρία δεν πρέπει να
χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση του περιφερικού παλμού, καθώς σε μερικούς ασθενείς η
αριστερή υποκλείδια αρτηρία μπορεί να βρίσκεται περιφερικά της περιοχή της στένωσης . Οι
καθυστερημένοι και αδύναμοι παλμοί ή η απουσία μηριαίων παλμών σε σύγκριση με τους
βραχιόνιους παλμούς ή μια διαφορά στην τιμή της αρτηριακής πίεσης άνω των 20 mmHg
μεταξύ άνω και κάτω άκρων υποδηλώνουν σοβαρή ισθμική στένωση της αορτής.
Η αναπλήρωση των τριχοειδών αγγείων πρέπει να είναι μικρότερη από τρία δευτερόλεπτα. Μια
προκάρδια διόγκωση ή ένας υπερδυναμικό προκάρδιο μπορεί να υποδηλώνει κοιλιακή
υπερτροφία. Η ψηλάφηση ροιζου στο προκάρδιο είναι ενδεικτική ενός οργανικού φυσήματος.
Κατά την ψηλάφηση του θώρακα, πρέπει να ελέγχεται πάντοτε η ωση της αριστερής κοιλίας ο
οποίος κανονικά βρίσκεται στην αριστερή μεσοκλειδική γραμμή στον τέταρτο ή πέμπτο
μεσοπλεύριο χώρο.
Θα πρέπει να ακροαστούμε την καρδιά στην τριγλώχινα, πνευμονική, μιτροειδή βαλβίδα και
τις αορτικές περιοχές του διαφράγματος του στηθοσκοπίου, ενώ ο ασθενής είναι σε ύπτια θέση,
καθισμένος και όρθιος.
Η κλινική αξιολόγηση του δεύτερου καρδιακού τόνου είναι πολύ σημαντική σε παιδιατρικούς
ασθενείς και έχει χαρακτηριστεί ως «κλειδί για την ακρόαση της καρδιάς». Περιλαμβάνει μια
εκτίμηση για τον διαχωρισμό και τον προσδιορισμό των διαταραχών που συσχετίζονται με την
αορτή (Α2) και τους πνεύμονες (P2). Κανονικά η συστολή της αορτής συμβαίνει πριν από το
πνευμονική συστολή, και έτσι το διάστημα μεταξύ των δύο τμημάτων του S2 (διαίρεση)
διευρύνεται κατά την εισπνοή και περιορίζεται κατά την εκπνοή. Με ήσυχη αναπνοή, το A2
προηγείται κανονικά του P2 από 0,02 έως 0,08 δευτερόλεπτα .
Ο παθολογικό δεύτερος καρδιακός τόνος μπορεί επίσης να είναι μόνο ένα εύρημα ανάμεσα σε
άλλα καρδιακά και άλλα παθολογικά προβλήματα, όπως πνευμονική υπέρταση.
[20]
Θα πρέπει να γίνεται προσεκτική εξέταση των καρδιαγγειακών, αναπνευστικών και
γαστρεντερικών συστημάτων. Θα πρέπει να αναζητήσετε ανώμαλο αναπνευστικό μοτίβο ή
φλεβική διάταση. Πρόσθετοι αναπνευστικοί ήχοι, όπως τρίζοντες ή συριγμό, διόγκωση ήπατος
ή σημάδια ασκίτη θα πρέπει να αξιολογούνται ως πιθανά σημάδια συμφορητικής καρδιακής
ανεπάρκειας. Η κοιλιακή εξέταση θα πρέπει να περιλαμβάνει προσεκτική εκτίμηση της θέσης
του ήπατος και της απόστασης του άκρου σε σχέση με το πλευρικό άκρο.
• Διατροφικές δυσκολίες
• Μειωμένη ανάπτυξη
• Προκάρδιος πόνος.
• Λιποθυμία
Για παράδειγμα, η μετάδοση ερυθράς από την μητέρας σχετίζεται με περιφερική πνευμονική
στένωση ή ανοικτό αρτηριακό πόρο. Οι αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης σχετίζονται
με ανεπάρκεια του κοιλιακού διαφράγματος και δυσπλαστική αορτική βαλβίδα. Η έκθεση σε
λίθιο μπορεί να σχετίζεται με την ανωμαλία του Ebstein της τριγλώχινας βαλβίδας. Το
Valproate σχετίζεται με στένωση της αορτής και του συνδρόμου υποπλαστικής αριστερής
καρδιάς. Το εμβρυϊκό σύνδρομο αλκοόλης σχετίζεται με μεσοκολπικές και μεσοκοιλιακές
επικοινωνίες, καθώς και με τετραλογία του Fallot.
[21]
• Το σύνδρομο Turner σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο στένωσης του ισθμού της αορτής,
στένωση της αορτικής βαλβίδας, υπερτροφία της αριστερής κοιλίας και υπέρταση.
• Νεογνό-βρέφος με σύνδρομο
• Διαταραχές ανάπτυξης
[22]
• Περιφερικό οίδημα.
• Υπερδυναμικό προκάρδιο.
• Μη φυσιολογικό S2
• Τραχύ φύσημα
• Συστολικός ροίζος
• Ασκίτης.
• Ηπατομεγαλία
III.1 o. Αξιολόγηση μεταξύ της καρδιακής θέσης και της θέσης των κοιλιακών οργάνων
Ενδείξεις παραπομπής:
γ. Παρουσίαση συμπτωμάτων.
[23]
ε. Νεογνική περίοδος.
III. 1 p. Συμπεράσματα
(Eirini Kostopoulou, Gabriel Dimitriou and Ageliki Karatza. Current Pediatric Reviews,
2019)
[24]
III. 2 Νόσος Kawasaki.
Η νόσος αυτή περιεγράφηκε για πρώτη φορά στην αγγλόφωνη ιατρική βιβλιογραφία το 1967
από έναν Ιάπωνα παιδίατρο, τον Tomisaku Kawasaki. Αναγνώρισε μια ομάδα παιδιών με
πυρετό, δερματικό εξάνθημα, επιπεφυκίτιδα, εξάνθημα στόματος και φάρυγγα, διόγκωση των
χεριών των ποδιών και των τραχηλικών λεμφαδένων. Αρχικά η νόσος ονομάστηκε
‘βλενογονοδερματικό λεμφαδενικό σύνδρομο’ . Λίγα χρόνια αργότερα, αναφέρθηκαν
καρδιολογικές επιπλοκές, όπως ανευρύσματα των στεφανιαίων αρτηριών. Η νόσος Kawasaki
είναι μια οξεία συστηματική αγγειίτιδα, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχει φλεγμονή του
τοιχώματος των αγγείων, που μπορεί να εξελιχθεί σε διατάσεις οποιασδήποτε αρτηρίας
μεσαίου μεγέθους, κυρίως των στεφανιαίων αρτηριών. Ωστόσο, η πλειοψηφία των παιδιών θα
παρουσιάσει μόνο οξεία συμπτώματα χωρίς καρδιακές επιπλοκές.
Η νόσος Kawasaki είναι μια σπάνια νόσος, αλλά μια από τις πιο συνήθεις αγγειίτιδες στην
παιδική ηλικία, μαζί με την πορφύρα Henoch – Schonlein. Η νόσος Kawasaki έχει περιγραφεί
σε όλον τον κόσμο, παρόλο που είναι πιο συχνή στα παιδιά των Γιαπωνέζων. Είναι σχεδόν
αποκλειστικά νόσος των μικρών παιδιών. Περίπου το 85% των παιδιών με νόσο Kawasaki
είναι κάτω των 5 ετών, με συχνότερη εμφάνιση στην ηλικία των 18-24 μηνών. Τα παιδιά
ηλικίας κάτω των 3 μηνών ή πάνω των 5 ετών προσβάλλονται σπανιότερα, αλλά έχουν
μεγαλύτερο κίνδυνο ανευρυσμάτων στεφανιαίων αρτηριών. Είναι πιο συνηθισμένη στα αγόρια
από ότι στα κορίτσια. Παρόλο που οι περιπτώσεις της νόσου Kawasaki μπορούν να
διαγνωστούν οποιαδήποτε στιγμή του χρόνου, μπορεί να εμφανιστεί κατά εποχές αυξημένος
αριθμός περιπτώσεων, όπως στο τέλος του χειμώνα και την άνοιξη.
Η αιτία της νόσου Kawasaki παραμένει αδιευκρίνιστη, παρόλα αυτά υπάρχουν υποψίες ότι
λοιμογόνοι παράγοντες μπορούν να αποτελέσουν εκλυτικό παράγοντα. Μια υπερευαισθησία ή
μια διαταραγμένη ανοσολογική απάντηση , η οποία πιθανώς προκαλείται από έναν λοιμώδη
παράγοντα, μπορεί να ξεκινήσει μια φλεγμονή και βλάβη των αγγείων σε ορισμένα άτομα που
έχουν γενετική προδιάθεση.
Η νόσος Kawasaki δεν είναι κληρονομική , όμως υπάρχει υποψία για γενετική προδιάθεση.
Είναι πολύ σπάνιο να πάσχουν από αυτή τη νόσο περισσότερα από ένα μέλη μιας οικογένειας.
Δεν είναι λοιμώδης και δεν μπορεί να μεταδοθεί από ένα παιδί στο άλλο. Μέχρι στιγμής, δεν
υπάρχει καμία γνωστή πρόληψη. Είναι πιθανό, αλλά πολύ σπάνιο, να εμφανιστεί δεύτερο
επεισόδιο της νόσου στο ίδιο παιδί.
Η νόσος ξεκινάει με ανεξήγητα υψηλό πυρετό. Το παιδί είναι συνήθως πολύ ευερέθιστο. Ο
πυρετός μπορεί να συνοδεύεται ή να ακολουθείται από επιπεφυκίτιδα χωρίς πύον ή εκκρίσεις.
[25]
Το παιδί μπορεί να παρουσιάσει διάφορους τύπους δερματικού εξανθήματος, όπως της ιλαράς
ή της οστρακιάς ή σαν αλλεργικό εξάνθημα, βλατίδες κ.α. Το δερματικό εξάνθημα εμφανίζεται
κυρίως στον κορμό και στα άκρα και συχνά στην περιοχή των σπαργάνων (της πάνας),
οδηγώντας στο κοκκίνισμα και την απολέπιση του δέρματος.
• Οξύ, που περιλαμβάνει τις πρώτες 2 εβδομάδες, όταν είναι παρόντες ο πυρετός και τα
άλλα συμπτώματα.
[26]
• Υποξύ, από τη δεύτερη εως την τέταρτη εβδομάδα, μια περίοδος κατά την οποία ο
αριθμός των αιμοπεταλίων αρχίζει να αυξάνεται και μπορεί να εμφανιστούν
ανευρίσματα.
• Ύφεσης, από τον πρώτο εως τον τρίτο μήνα, όταν όλα τα διαταραγμένα εργαστηριακά
ευρήματα επιστρέφουν στα φυσιολογικά επίπεδα και μερικές από τις ανωμαλίες των
αγγείων, όπως τα ανευρίσματα των στεφανιαίων αρτηριών, υποχωρούν ή μειώνονται
σε μέγεθος.
Χωρίς θεραπεία, η νόσος μπορεί να παρουσιάσει μια αυτοπεριοριζόμενη πορεία για περίπου 2
εβδομάδες, χωρίς βελτίωση των προσβεβλημένων αγγείων.
Προς το παρόν, δεν υπάρχει μια εργαστηριακή εξέταση που μπορεί να βοηθήσει οριστικά στην
διάγνωση της νόσου. Μια ομάδα εξετάσεων, όπως η αυξημένη ΤΚΕ, τα αυξημένα επίπεδα
CRP, η λευκοκυττάρωση, η αναιμία, τα χαμηλά επίπεδα αλβουμίνης και τα αυξημένα επίπεδα
ηπατικών ενζύμων μπορεί να βοηθήσουν στη διάγνωση. Ο αριθμός των αιμοπεταλίων είναι
γενικά φυσιολογικός την πρώτη εβδομάδα αλλά αρχίζει να αυξάνεται στην δεύτερη εβδομάδα,
φτάνοντας σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Η πλειοψηφία των παιδιών με νόσο Kawasaki μπορεί να ιαθεί, όμως, κάποιοι ασθενείς
αναπτύσσουν καρδιακές επιπλοκές παρά την κατάλληλη θεραπεία. Η νόσος δεν μπορεί να
προληφθεί, αλλά ο καλύτερος τρόπος για να μειώσουμε τις στεφανιαίες επιπλοκές είναι να
γίνει έγκαιρη διάγνωση και να αρχίσει αμέσως η θεραπεία.
Ένα παιδί με οριστική διάγνωση ή με υποψία νόσου Kawasaki πρέπει να νοσηλευθεί για
παρακολούθηση και διερεύνηση για πιθανή προσβολή της καρδιάς. Η θεραπευτική αγωγή
περιλαμβάνει μια υψηλή ενδοφλέβια δόση γάμμα σφαιρίνης και ασπιρίνη. Ο συνδυασμός
αυτός θα μειώσει τη φλεγμονή, εξαλείφοντας εντυπωσιακά τα οξεία συμπτώματα. Η υψηλή
δόση γάμμα σφαιρίνης αποτελεί το βασικό κομμάτι της θεραπείας, καθώς μπορεί να αποτρέψει
την εμφάνιση στεφανιαίων ανωμαλιών σε ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών. Αν και πολύ ακριβή,
για την ώρα παραμένει η πιο αποτελεσματική μορφή θεραπείας. Σε ασθενείς με ειδικούς
παράγοντες κινδύνου, μπορούν να δοθούν ταυτόχρονα κορτικοστεροειδή. Οι ασθενείς οι
[27]
οποίοι δεν ανταποκρίνονται σε μια ή δύο δόσεις ενδοφλέβιας γάμμα σφαιρίνης έχουν και άλλες
θεραπευτικές εναλλακτικές λύσεις, συμπεριλαμβανομένων των υψηλών δόσεων
κορτικοστεροειδών ενδοφλέβια και θεραπείας με βιολογικούς παράγοντες. (Pediatric
Rheumatology European Society. Έκδοση 2016)
[28]
Εικόνα 3. Νόσος Kawasaki. Στοματικές Αλλοιώσεις
Το ‘ανοιχτό ωοειδές τρήμα’, γνωστό και σαν PFO (patient foramen ovale) είναι στην ουσία μια
πολύ μικρή Μεσοκολπική επικοινωνία, δηλαδή μια μικρή τρύπα ανάμεσα στον αριστερό και
δεξιό κόλπο. Όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι στην εμβρυική ζωή έχουν ένα ‘ανοιχτό ωοειδές
τρήμα’, δηλαδή μια Μεσοκολπική επικοινωνία, η οποία είναι απαραίτητη για την εμβρυική
κυκλοφορία και την επιβίωση του εμβρύου. Μετά τη γέννηση, χάρις στον τρόπο της
ανατομικής κατασκευής του ωοειδούς τρήματος και στην αλλαγή των πιέσεων της καρδιάς, η
μεσοκολπική αυτή επικοινωνία κανονικά κλείνει αυτομάτως. Σε πάρα πολλά άτομα όμως,
σχεδόν στο 20 – 25% του πληθυσμού, η μεσοκολπική επικοινωνία δεν κλείνει εντελώς, αλλά
παραμένει ένα μικρό άνοιγμα. Αυτό το ανοιχτό ωοειδές τρήμα είναι τόσο μικρό, ώστε η
ποσότητα αίματος που περνά μέσα από αυτό είναι ελάχιστη και δεν δημιουργεί καμία
επιβάρυνση της κυκλοφορίας και της καρδιάς, είναι δηλαδή αιμοδυναμικά κάτι ασήμαντο. Για
το λόγο αυτό, δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να γίνεται καμία προσπάθεια, ούτε καν
συζήτηση, για σύγκλειση ενός ασυμπτωματικού ανοιχτού ωοειδούς τρήματος, ούτε
επεμβατικά ούτε με χειρουργείο.
Υπάρχουν όμως κάποιες, ευτυχώς σπάνιες περιπτώσεις, στις οποίες το ωοειδές τρήμα μπορεί
να ευθύνεται για ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα και τότε συζητείται η σύγκλεισή του. Στις
[29]
περιπτώσεις αυτές έχουν παρουσιαστεί ένα ή περισσότερα σοβαρά ισχαιμικά εγκεφαλικά
επεισόδια, συνήθως μάλιστα σε νεαρούς ενήλικες ή σε παιδιά, που δεν έχουν κανέναν άλλο
λόγο να πάθουν εγκεφαλικό. Τα ισχαιμικά αυτά εγκεφαλικά επεισόδια, που μπορεί να είναι
θανατηφόρα ή να αφήσουν μόνιμες βλάβες (πχ ημιπληγία, αφασία) ονομάζονται κρυπτογενή
εγκεφαλικά και θεωρείται ότι οφείλονται σε παράδοξη θρομβοεμβολή: κάποιος θρόμβος που
δημιουργείται στο φλεβικό σύστημα περνάει μέσα από το ανοιχτό ωοειδές τρήμα από τον δεξιό
προς τον αριστερό κόλπο και, παρασυρόμενος από τη ροή του αρτηριακού αίματος εμβολίζει,
δηλαδή βουλώνει μια αρτηρία στον εγκέφαλο, δημιουργώντας εγκεφαλικό επεισόδιο. Αν ο
θρόμβος δεν διαλυθεί αυτομάτως σε λίγα λεπτά, τότε δημιουργείται εγκεφαλικό ‘έμφρακτο’,
δηλαδή μόνιμη εγκεφαλικά βλάβη. Θεωρείται ότι αυτοί οι θρόμβοι μπορεί να δημιουργούνται
και πάνω ακριβώς στο μεσοκολπικό διάφραγμα όταν αυτό είναι λεπτό και χαλαρό, έχοντας τη
μορφολογία που ονομάζεται ‘ανεύρυσμα του μεσοκολπικού διαφράγματος’, επειδή στο σημείο
αυτό παρατηρείται έντονος στροβιλισμός του αίματος.
Η αρχική θεραπεία στις περιπτώσεις κρυπτογενούς εγκεφαλικού και ωοειδούς τρήματος είναι
η χορήγηση αντιπηκτικών. Επειδή όμως τα αντιπηκτικά δεν φαίνεται να έχουν πλήρη
προστασία και επειδή η επ’αόριστον χρήση τους, ιδίως σε νέα άτομα, εγκυμονεί σοβαρούς
κινδύνους αιμορραγικών επιπλοκών σε βάθος χρόνου, είναι επιθυμητή η σύγκλειση του
ωοειδούς τρήματος.
Η χειρουργική σύγκλειση, που συνιστάται για τις περιπτώσεις αυτές, είναι μέθοδος
δοκιμασμένη εδώ και περισσότερο από 50 χρόνια με τεκμηριωμένη ασφάλεια και πλήρη
αποτελεσματικότητα, αλλά συχνά οι ασθενείς την αποφεύγουν, προσπαθώντας να αποφύγουν
την όποια περιεγχειρητική ταλαιπωρία και την χειρουργική ουλή. Στα πλαίσια αυτά συνήθως
συστήνεται η διαδερμική σύγκλειση του PFO με κάποια προσθετική μεταλλική συσκευή (στην
Ελλάδα συνήθως χρησιμοποιείται η συσκευή Amplazer), αφού έτσι αποφεύγεται η
παραδοσιακή εγχείρηση.
Όμως, και η εμφύτευση αυτών των συσκευών – ‘ομπρελών’ δεν είναι αποδεδειγμένα
αποτελεσματική, δεδομένου ότι η ίδια η εμφύτευση μπορεί να συνοδεύεται από σοβαρά άμεσα
ή μακροπρόθεσμα προβλήματα. Ένα από τα προβλήματα που μπορεί να προκύψει εξαιτίας των
συσκευών αυτών είναι η εμφάνιση ισχαιμικού θρομβοεμβολικού εγκεφαλικού επεισοδίου,
λόγω σχηματισμού θρόμβων πάνω στην μεταλλική συσκευή. Μάλιστα μετά την εμφύτευση
τέτοιων συσκευών, η χορήγηση αντιπηκτικών συνεχίζεται για κάποιο διάστημα. Υπάρχει
λοιπόν το παράδοξο η προτεινόμενη θεραπεία να έχει σαν ενδεχόμενη επιπλοκή το
θρομβοεμβολικό εγκεφαλικό επεισόδιο, δηλαδή ακριβώς την επιπλοκή του ανοικτού ωοειδούς
τρήματος που η θεραπεία στοχεύει να παρεμποδίσει!
[30]
Τα αποτελέσματα της πρόσφατης διεθνούς προοπτικής πολυκεντρικής μελέτης CLOSURE I,
που δημοσιεύθηκε στο παγκοσμίου κύρους επιστημονικό περιοδικό New England Journal of
Medicine στο τεύχος της 15ης Μαρτίου, έδειξε ότι η σύγκλειση του ανοικτού ωοειδούς
τρήματος με συσκευή δεν ήταν καλύτερη ή πιο αποτελεσματική από την απλή φαρμακολογική
θεραπεία. Μάλιστα, μέσα σε δύο μόνο χρόνια από την εμφύτευση της ομπρέλας, στο 5,5% των
ασθενών (!) συνέβη προσωρινό ή μόνιμο εγκεφαλικό ή θάνατος, ποσοστό όχι στατιστικά
διαφορετικό απ ότι στους ασθενείς που απλώς έπαιρναν αντιπηκτικά.
[31]
Εικόνα 5. Σύγκλειση ανοιχτού ωοειδούς τρήματος με ‘ομπρέλα’.
Η μεσοκοιλιακή επικοινωνία (Ventricular Septal Defect ή VSD) είναι μια οπή στο
μεσοκοιλιακό διάφραγμα (το τοίχωμα ανάμεσα στην αριστερή και τη δεξιά κοιλία) που
έχει δημιουργηθεί μέχρι την 8η εβδομάδα κύησης. Όταν υπάρχει μεσοκοιλιακή
επικοινωνία η αριστερή κοιλία σε κάθε σύσπαση της εκτοξεύει αίμα και προς τη δεξιά
κοιλία και τους πνεύμονες, πέρα από το κανονικό αίμα που εκτοξεύει στην αορτή. Η
ροή του αίματος προς τη δεξιά κοιλία ξεκινά ένα μήνα μετά τη γέννηση όταν η πίεση
στην πνευμονική αρτηρία και τη δεξιά κοιλία έχουν μειωθεί. Έτσι ένα μέρος του
οξυγονωμένου αίματος περνά για 2η φορά από τους πνεύμονες. Λόγω αυτού
επιβαρύνονται με περισσότερο αίμα οι πνεύμονες και η αριστερή πλευρά της καρδιάς.
Εμφανίζεται περίπου σε 1 ανά 100-350 νεογνά και αποτελεί περισσότερο από το 30%
όλων των συγγενών καρδιακών ανωμαλιών. Περίπου το 87% των μεσοκοιλιακών
επικοινωνιών είναι μικρά σε μέγεθος, το 8,5% είναι μέτρια και το 4,5% είναι μεγάλα.
[32]
αυτόματα από μόνα τους, κυρίως μέχρι την ηλικία των 2 ετών και σε μικρότερο
ποσοστό και αργότερα μέχρι την ενηλικίωση.
Η ποσότητα του αίματος που περνάει προς τα δεξιά εξαρτάται από το μέγεθος της οπής
και τις αντιστάσεις της πνευμονικής κυκλοφορίας. Αν το μεγάλο (και ίσως και το
μέτριο) μεσοκοιλιακό έλλειμμα δεν κλείσει (αυτόματα ή με ιατρική παρέμβαση), θα
προκληθεί καρδιακή ανεπάρκεια. Επιπλέον, το μεγάλο μεσοκοιλιακό έλλειμμα θα
προκαλέσει τελικά πνευμονική αρτηριακή υπέρταση λόγω βλάβης των αρτηριολίων
των πνευμόνων από τη μεγάλη ποσότητα αίματος που περνά από αυτά. Λόγω της
πνευμονικής αρτηριακής υπέρτασης, η πίεση στη δεξιά κοιλία σιγά σιγά αυξάνεται
οπότε και δημιουργείται υπερτροφία της. Όταν αυτή ξεπεράσει την πίεση της
αριστερής κοιλίας η ροή του αίματος αντιστρέφεται, από τα δεξιά προς τα αριστερά,
οπότε αρχίζει να ρέει φλεβικό αίμα στην συστηματική κυκλοφορία και έτσι έχουμε
κυάνωση. Αυτό ονομάζεται σύνδρομο Eisenmenger και εμφανίζεται περίπου στο 6-
10% των μεγάλων ελλειμμάτων που δεν έχουν επιδιορθωθεί. Εκτός της κυάνωσης
υπάρχει δύσπνοια, αύξηση του αιματοκρίτη και πληκτροδακτυλία . Όποιος
παρουσιάσει σύνδρομο Eisenmenger, έχει προσδόκιμο ζωής λιγότερο από 40 χρόνια
(μέσος όρος).
Σε όσα μεσοκοιλιακά ελλείμματα είναι μεγάλα, μετά τον 1ο μήνα της γέννησης αρχίζει
σταδιακά η καρδιακή ανεπάρκεια οπότε υπάρχει δυσκολία στην αναπνοή ιδίως κατά
τη διάρκεια και μετά τον θηλασμό. Αποτέλεσμα είναι ότι το νεογνό παίρνει λιγότερο
γάλα και τελικά στους πρώτους μήνες δεν αυξάνεται κανονικά ούτε παίρνει βάρος.
Επίσης παρουσιάζει συχνότερα αναπνευστικές λοιμώξεις.
[33]
Εικόνα 6. Μεσοκοιλιακή επικοινωνία - VSD
[34]
III. 4.2 Είδη των ελλειμμάτων
Τύπου 1. Βρίσκονται αμέσως κάτω από την αορτική και πνευμονική βαλβίδα
(infundibular ή outlet) και δεν είναι συχνά (μόνο το 6%). Αυτά σπάνια κλείνουν
αυτόματα και συχνά προκαλούν πρόπτωση και ανεπάρκεια της αορτικής βαλβίδας.
Τύπου 3. Βρίσκονται αμέσως κάτω από τη μιτροειδή και τριγλώχινα βαλβίδα. Αυτά
αποτελούν το 5% των ελλειμμάτων και παρατηρούνται σε όσους έχουν σύνδρομο
Down. Αυτά δεν κλείνουν αυτόματα.
[35]
III. 5 Μεσοκολπική Επικοινωνία ASD.
Το έλλειμα συχνότερα είναι δευτερογενές, δηλαδή εντοπίζεται στην κεντρική περιοχή του
μεσοκολπικού διαφράγματος: Περιοχή του ωοειδούς βόθρου. Σπανιότερες μορφές της είναι η
πρωτογενής μεσοκολπική επικοινωνία, η οποία παρατηρείται στο κατώτερο τμήμα του
μεσοκολπικού διαφράγματος που γειτονεύει με το μεσοκοιλιακό διάφραγμα, και η
μεσοκολπική επικοινωνία τύπου φλεβώδους κόλπου, η οποία εντοπίζεται στην περιοχή του
μεσοκολπικού διαφράγματος, που βρίσκεται κοντά στην άνω κοίλη ή σπανιότερα στην κάτω
κοίλη φλέβα. Τα ελλείματα του στεφανιαίου κόλπου βρίσκονται στην περιοχή του στομίου του
στεφανιαίου κόλπου και οφείλονται στην ύπαρξη ελλείματος στο τοίχωμα που χωρίζει τον
στεφανιαίο κόλπο από τον αριστερό κόλπο.
Αυτό προκαλεί αυξημένη φόρτιση με αίμα και επομένως αυξημένο έργο της δεξιάς κοιλίας και
αυξημένη ροή αίματος στην πνευμονική αρτηρία και την πνευμονική κυκλοφορία. Η αυξημένη
ροή αίματος στην πνευμονική κυκλοφορία σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει σε
μόνιμες βλάβες των πνευμονικών αρτηριδίων, με αντιδραστική υπερπλασία του τοιχώματός
τους και αύξηση των πνευμονικών αγγειακών αντιστάσεων, η οποία προκαλεί πνευμονική
υπέρταση.
[36]
III. 5.1 Η κλινική εικόνα της μεσοκολπικής επικοινωνίας
Υπάρχουν όμως και σπανιότερες περιπτώσεις μεγάλων ελλειμάτων, με εκδήλωση στην παιδική
ή και τη βρεφική ηλικία. Σπανίως μπορεί να υπάρχει και πνευμονική υπέρταση.
Η πρόγνωση είναι άριστη. Πάντως περιορίζεται η μέση ηλικία ζωής στις περιπτώσεις μη
αντιμετώπισης, ενώ στις θεραπευμένες περιπτώσεις η πρόγνωση είναι παρόμοια με αυτήν του
γενικού πληθυσμού.
[37]
III.5.2 Αντιμετώπιση
Συνήθως δεν χρειάζεται καμία αντιμετώπιση. Όταν η ροή αίματος από αριστερά προς τα δεξιά
είναι μεγάλη είτε χειρουργική, με αποκατάσταση του ελλείματος στο μεσοκολπικό διάφραγμα
είτε επεμβατική.
Η Τετραλογία του Fallot είναι μια εκ γενετής καρδιακή κατασκευαστική ανωμαλία που
προκαλεί κυάνωση (μπλέ χρώμα στο δέρμα, χείλη, νύχια) λόγω του ότι περνά απευθείας κάποια
ποσότητα φλεβικού (μη οξυγονωμένου) αίματος από τη δεξιά κοιλία προς την αριστερή κοιλία
και την αορτή (χωρίς να έχει περάσει από τους πνεύμονες).
III.6.1 Συχνότητα
Η Τετραλογία του Fallot εμφανίζεται περίπου σε 1 ανά 2.500 νεογνά και η διάγνωσή της γίνεται
με το Υπερηχοκαρδιογράφημα.
III.6.2 Αιτιολογία
[38]
III.6.3 Κατασκευαστικές Ανωμαλίες
Η τετραλογία του Fallot αποτελείται από 3 επιμέρους κατασκευαστικές ανωμαλίες και μια 4η
(την υπερτροφία της δεξιάς κοιλίας) που είναι αποτέλεσμα των 3 άλλων:
a) Στένωση στο χώρο εξόδου της δεξιάς κοιλίας και πιθανώς και στην πνευμονική
βαλβίδα. Λόγω της στένωσης περνά λιγότερο αρτηριακό αίμα προς τους πνεύμονες για
να πάρει οξυγόνο και ακολούθως να δοθεί στα κύτταρα μέσω των πνευμονικών
φλεβών.
b) Μεγάλη οπή στο μεσοκοιλιακό διάφραγμα, κάτω από την αορτή. Οπότε ποσότητα
φλεβικού αίματος περνά απευθείας από τη δεξιά στην αριστερή κοιλία και στη
συνέχεια σε όλα τα κύτταρα του σώματος. Έτσι λόγω χαμηλής οξυγόνωσης στο
αρτηριακό αίμα δημιουργείται το χαρακτηριστικό μπλέ χρώμα στο δέρμα, τα χείλη, τα
νύχια (κεντρική κυάνωση).
c) Μετακίνηση της αορτής προς τα δεξιά, πάνω από τις δύο κοιλίες οπότε υποδέχεται
αίμα και από τις δύο (αντί να υποδέχεται αίμα μόνο από την αριστερή κοιλία, όπως
είναι το φυσιολογικό).-εφιππεύει το μεσοκοιλιακό διάφραγμα
III.6.4 Η Κυάνωση
Ανάλογα με τη βαρύτητα της στένωσης, η κυάνωση μπορεί να εμφανιστεί είτε τις πρώτες
μέρες της ζωής είτε σε εβδομάδες ή μήνες (λόγω επιδείνωσης της στένωσης του χώρου εξόδου
της δεξιάς κοιλίας, από υπερτροφία, και μη φυσιολογική ανάπτυξή του) είτε μπορεί να μην
εμφανιστεί ποτέ.
[39]
Εικόνα 8. Τετραλογία του Fallot (ToF)
[40]
IV. Ειδικό Μέρος
Σκοπός
Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση των αιτιών παραπομπής των βρεφών και των
παιδιών στο Παιδοκαρδιολογικό Ιατρείο.
Το δείγμα της μελέτης αποτελούνταν από 500 βρέφη και παιδιά. Τα δεδομένα που αφορούν
στα βρέφη και στα παιδιά που παραπέμπονται για έλεγχο στο Παιδοκαρδιολογικό Ιατρείο του
ΠΓΝΠ Ρίο συλλέχθηκαν το χρονικό διάστημα από 01/03/2020 εως τις 30/08/2020. Τα στοιχεία
για τους λόγους παραπομπής και το αποτέλεσμα του ελέγχου καταγράφηκαν, όπως και τα
δημογραφικά των ασθενών από τα αρχεία του ιατρείου και τους ιατρικούς φακέλους.
Θα πρέπει να αναφερθεί το γεγονός ότι δόθηκε ένα ‘έντυπο συγκατάθεσης’ στους γονείς οι
οποίοι το συμπλήρωσαν εφόσον συμφωνούσαν να συμμετάσχει το παιδί τους στη έρευνα. Το
‘έντυπο συγκατάθεσης’ παρουσιάζεται πιο κάτω:
[41]
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ - ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ
Αγαπητοί γονείς,
Το παιδί σας έχει παραπεμφθεί από το γιατρό του νοσοκομείου ή τον προσωπικό σας Παιδίατρο για
έλεγχο στο τακτικό Παιδοκαρδιολογικό ιατρείο ή πάσχει από κάποια μορφή συγγενούς καρδιοπάθειας
και εξετάζεται στο Παιδοκαρδιολογικό ιατρείο σε τακτική βάση. Ο έλεγχος περιλαμβάνει πλήρη φυσική
εξέταση, συλλογή δημογραφικών στοιχείων διαθωρακικό υπερηχογράφημα καρδιάς και
ηλεκτροκαρδιογράφημα. όταν αυτό χρειάζεται.
Εάν συμφωνείτε, θα μας επιτρέψετε να καταγράψουμε και να αναλύσουμε το αίτια παραπομπής του
παιδιού σας, τη διάγνωση εφόσον προκύψει κάποιο εύρημα και τον τρόπο παρακολούθησης των
παιδιών που θα επανέλθουν στο ιατρείο για επόμενα ραντεβού.
Στόχος μας είναι να εκτιμήσουμε τα αίτια παραπομπής παιδιών στο Παιδοκαρδιολογικό ιατρείο, τη
συχνότητα και τους τύπους των καρδιακών παθήσεων και να εξάγουμε συμπεράσματα για την
ορθολογική παραπομπή των παιδιών σε παιδοκαρδιολόγο
Συμφωνώ
[42]
Μητέρα Πατέρας
Υπεύθυνη γιατρός
Αγγελική Καρατζά
e-mail: gdimitriou@med.upatras.gr
[43]
ΙV.2 Στατιστική Ανάλυση
Ένας περιορισμός της παρούσας μελέτης είναι το γεγονός ότι υπάρχει ένα Παιδοκαρδιολογικό
Ιατρείο στην ευρύτερη περιοχή της Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας σε νοσοκομείο και
έτσι υπάρχει μικρός αριθμός στοιχείων.
Αναφορικά με το φύλο των παιδιών του δείγματος, παρατηρήθηκε πως το 53% του δείγματος
ήταν αγόρια και το 47% του δείγματος ήταν κορίτσια.
[44]
Φύλο Ασθενών
MALE FEMALE
54
53%
53
52
51
50
49
48
47%
47
46
45
44
MALE FEMALE
[45]
Φύλο Ασθενών
MALE FEMALE
47%
53%
Γράφημα πίτας 1.Παρουσίαση του φύλου των ασθενών με χρήση εκατοστιαίων ποσοστών
[46]
Αναφορικά με το αν τα παιδιά επισκέπτονταν το Παιδοκαρδιολογικό ιατρείο για
Πρώτη φορά ή είχαν ξανά επισκεφθεί τον Παιδοκαρδιολόγο τα αποτελέσματα ήταν
τα εξής: Το 62% των παιδιών επισκέπτονταν το ιατρείο για πρώτη φορά (first visit), το
35% των ασθενών είχαν ξανά επισκεφθεί το ιατρείο (recurrent visit) –χωρίς να
διευκρινίζουμε το πλήθος των επισκέψεων- και το 3% των ασθενών βρέθηκε χωρίς
δεδομένα (no data) είτε γιατί δεν θυμόντουσαν να μας πούν είτε γιατί δεν ήταν σε θέση
να συνεννοηθούν λόγω πχ αλλόγλωσσοι.
no data
3%
35%
62%
[47]
Επισκέψεις παιδιών στο ιατρείο απο
1ος μηνός - 17 ετων
70
62%
60
50
40
35%
30
20
10
3%
0
first visit recurent visit no data
[48]
Όσον αφορά τα αίτια παραπομπής στο σύνολό τους παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα.
Βλέπουμε ότι το συχνότερο αίτιο παραπομπής είναι το φύσημα (murmur) σε ποσοστό 30%
δηλαδή 150 παιδιά. Αμέσως μετά ακολουθεί ο καρδιολογικός έλεγχος στα πλαίσια κάποιου
αθλήματος (sport control) σε ποσοστό 10,8% δηλαδή 54 παιδιά. Ακολουθεί η μεσοκοιλιακή
επικοινωνία (VSD) σε ποσοστό 5,8% με 29 άτομα. Ακολουθεί η μεσοκολπική επικοινωνία
(ASD) ποσοστό 5% με 25 άτομα.
[49]
Αίτια παραπομπής παιδιών
[50]
Στη συνέχεια έχουν καταγραφεί τα συχνότερα αίτια παραπομπής παιδιών σε
Παιδοκαρδιολογικό ιατρείο από το σύνολο των αιτίων παραπομπής.
Παρατηρούμε ότι το συχνότερο αίτιο είναι το Φύσημα (murmur) σε ποσοστό 30% και
ακολουθεί ο Προ-αθλητικός Καρδιολογικός έλεγχος (sport control) σε ποσοστό10,8%. Στη
συνέχεια παρατηρούμε τη Μεσοκοιλιακή επικοινωνία(VSD) σε ποσοστό 5,8% και την
Μεσοκολπική επικοινωνία (ASD) σε ποσοστό 5%. Ακολουθούν τα χειρουργημένα
περιστατικά (operated) σε ποσοστό 4,6% ,η νόσος Kawasaki σε ποσοστό 3,6%, το προκάρδιο
άλγος (chest pain) σε ποσοστό 3%, η Διγλώχινα αορτική βαλβίδα (BiCAo) σε ποσοστό 2,2%,
to Ανοιχτό Ωοειδές τρήμα (PFO) σε ποσοστό 2%, η Στένωση πνευμονικής βαλβίδας (PVS) σε
ποσοστό 1,6% και τέλος η Ανεπάρκεια Αορτικής Βαλβίδας (AR) σε ποσοστό 1,6%.
30%
Murmur
25% Sport Control
VSD
20% ASD
Operated
15%
Kawasaki
Chest Pain
10%
BiCao
5% PFO
PVS
0% AR
[51]
ΣΥΧΝΟΤΕΡΑ ΑΙΤΙΑ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗΣ %
1,60%
2,20%
2%
3% Murmur
Sport Control
3,60% VSD
ASD
30%
Operated
4,60%
Kawasaki
Chest Pain
5% BiCao
PFO
PVS
5,80% AR
10,80%
Γράφημα πίτας 3: Παρουσίαση των συχνότερων αιτίων παραπομπής των ασθενών στο ιατρείο
με χρήση εκατοστιαίων ποσοστών
[52]
Στο παρακάτω ραβδόγραμμα παρουσιάζονται τα λιγότερο συχνά εμφανιζόμενα αίτια
παραπομπής των παιδιών στο Παιδοκαρδιολογικό ιατρείο, έτσι όπως καταγράφηκαν.
Παρατηρούμε ότι το ραβδομύωμα παρουσιάζεται σε ποσοστό 1,2% καταμετρώντας έξι (6)
ασθενείς, η Περικαρδίτιδα 1,2% με 6 ασθενείς, η συνύπαρξη Μεσοκοιλιακής επικοινωνίας
(VSD) με Ανοιχτό Ωοειδές τρήμα (PFO) 1,2% με 6 ασθενείς, η Υπέρταση 1,2% με 6 ασθενείς,
η Ταχυκαρδία 1% με 5 ασθενείς.
9
8
7
6
5
4 Persons
3 %
2
1
0
[53]
Ραβδόγραμμα 4: Παρουσίαση των συχνοτήτων με χρήση ραβδογράμματος των λιγότερο
συχνών αιτίων παραπομπής των ασθενών στο ιατρείο
Γράφημα πίτας 4: Παρουσίαση των λιγότερο συχνών αιτίων παραπομπής των ασθενών στο
ιατρείο με χρήση εκατοστιαίων ποσοστών
[54]
Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα ευρήματα όσον αφορά στα αίτια παραπομπής στο
μικρότερο ποσοστό.
[55]
• Τοξοπλάσμωση με ποσοστό 0,2% με ένα (1) περιστατικό
• Τετραλογία του Fallot με ποσοστό 0,2% με ένα (1) περιστατικό
• Ταχύπνοια με ποσοστό 0,2% με ένα (1) περιστατικό
• Κόπωση (fatigue) σε ποσοστό 0,2% με ένα (1) περιστατικό
• Ρευματοειδής Αρθρίτιδα σε ποσοστό 0,2% με ένα (1) περιστατικό
• Χημειοθεραπεία σε ποσοστό 0,2% με ένα (1) περιστατικό
• Θρομβοκυττάρωση σε ποσοστό 0,2% με ένα (1) περιστατικό
• Στασιμότητα Βάρους σε ποσοστό 0,2% με ένα (1) περιστατικό
• Πνευματοκήλη σε ποσοστό 0,2% με ένα (1) περιστατικό
[56]
Αναιμία 1 0,2
Σύνδρομο Turner 1 0,2
Ενδοκαρδίτιδα 1 0,2
Υπογλυκαιμία 1 0,2
Νεογνό από διαβητική Μητέρα 1 0,2
Αίσθημα Παλμών 1 0,2
Τοξοπλάσμωση 1 0,2
Τετραλογία του Fallot 1 0,2
Ταχύπνοια 1 0,2
Κόπωση 1 0,2
Ρευματοειδής Αρθρίτιδα 1 0,2
Χημειοθεραπεία 1 0,2
Θρομβοκυττάρωση 1 0,2
Στασιμότητα Βάρους 1 0,2
Πνευματοκήλη 1 0,2
ΙV.4.1 Διαγνώσεις
Σε αντίθεση με τα αίτια παραπομπής-όπου το πιο συχνό αίτιο είναι το φύσημα (murmur) – στις
διαγνώσεις σαν πιο συχνή διάγνωση παρουσιάζονται τα ‘φυσιολογικά’ παιδιά σε ποσοστό 57%
με 285 άτομα. Ακολουθεί το Ανοιχτό Ωοειδές τρήμα σε ποσοστό 7,2% με 36 ασθενείς, η
Μεσοκοιλιακή επικοινωνία (VSD) σε ποσοστό 6% με 30 ασθενείς, η Μεσοκολπική
επικοινωνία (ASD) σε ποσοστό 5,8% με 29 ασθενείς, τα χειρουργημένα περιστατικά (operated)
σε ποσοστό 4,4% με 22 χειρουργημένα παιδιά, η Στένωση Πνευμονικής βαλβίδας (PVS) σε
ποσοστό 4,2% με 21 περιστατικά, η Διγλώχινα Αορτική βαλβίδα (BiCAo) σε ποσοστό 3,6%
με 18 περιστατικά. Τέλος παρατηρούμε το φύσημα (murmur) σε ποσοστό 2,4% με 12
περιστατικά και τον Ανοιχτό Αρτηριακό πόρο (PDA) σε ποσοστό 2,4% με 12 ασθενείς.
Όσον αφορά στη μεγάλη διαφορά στη συχνότητα εμφάνισης του φυσήματος (murmur)
ανάμεσα στα αίτια παραπομπής και στις διαγνώσεις ( αίτια παραπομπής: 30% και
διαγνώσεις:2,4%) οδηγούμαστε στο εξής συμπέρασμα: Αν και οι παιδίατροι ‘εντοπίζουν’
[57]
κάποιο φύσημα κατά την φυσική εξέταση -150 παιδιά- εντούτοις μόνο ένα μικρό ποσοστό -12
παιδιά- πάσχει τελικά από οργανικό φύσημα σύμφωνα με τα ευρήματα του Παιδοκαρδιολόγου.
Έτσι εξηγείται και ο μεγάλος αριθμός από ‘φυσιολογικές διαγνώσεις’ που βλέπουμε -57%. Τα
παιδιά τα οποία παραπέμφθηκαν για φύσημα τελικά ήταν φυσιολογικά.
250
200
150
100 Άτομα
%
50
[58]
ΠΙΟ ΣΥΧΝΕΣ ΔΙΑΓΝΩΣΕΙΣ
2,4%
2,4% Φυσιολογικά
3,6%
4,4% Μεσοκοιλιακή
Επικοινωνία(VSD)
5,8% Μεσοκολπική
Επικοινωνία
Χειρουργημένα
6% 57%
Στένωση Πνευμονικής
Βαλβίδας(PVS)
7,2%
Διγλώχινα Αορτική
βαλβίδα(BiCAo)
Φύσημα(Myrmur)
Ανοιχτός Αρτηριακός
Πόρος(PDA)
Γράφημα πίτας 5: Παρουσίαση των πιο συχνών διαγνώσεων με χρήση εκατοστιαίων ποσοστών
[59]
Στη συνέχεια παρουσιάζονται οι λιγότερο συχνές διαγνώσεις έτσι όπως καταγράφηκαν από
την έρευνά μας.
10
9
8
7
6
5
4
3 Άτομα
2 %
1
0
[60]
Ραβδόγραμμα 6: Παρουσίαση των συχνοτήτων με χρήση ραβδογράμματος των λιγότερο
συχνών διαγνώσεων
ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΣΥΧΝΕΣ
Ανεπάρκεια Αορτικής
ΔΙΑΓΝΩΣΕΙΣ Βαλβίδας(AR)
Στένωση Πνευμονικής
Αρτηρίας(PPAST)
0,2% Ανεπάρκεια Μιτροειδούς
0,2% Βαλβίδας(MR)
0,2%
Ραβδομύωμα
0,4% 1,8%
0,4% Προδιέγερση των
Κοιλιών(WPW)
0,6% Περικαρδίτιδα σε Ανάρρωση
Μεγαλοκαρδία
0,8%
1,6%
Μυοκαρδίτιδα σε Ανάρρωση
0,8%
Νόσος Κawasaki
1% 1,4% Υπερτροφική
Καρδιομυοπάθεια
Πρόπτωση Μιτροειδούς
Βαλβίδας(MVP)
Τετραλογία του Fallot
[61]
Πιο κάτω παρουσιάζεται η συχνότητα εμφάνισης του φυσήματος ανά ηλικιακές ομάδες.
Παρατηρούμε ότι στην ηλικιακή ομάδα από ενός (1) μηνός εως ενός (1) έτους έχουμε το
μεγαλύτερο ποσοστό της τάξεως του 55,3% που αντιστοιχεί σε 83 παιδιά από τα 150 που
παραπέμφθηκαν για φύσημα.
Ακολουθούν:
Το συμπέρασμα το οποίο προκύπτει είναι ότι το φύσημα συνήθως διαγιγνώσκεται στα παιδιά
από την ηλικία του 1 μηνός μέχρι την ηλικία του ενός (1) έτους και λιγότερο σε μεγαλύτερες
ηλικίες. Αυτό πιθανώς συμβαίνει διότι οι παιδίατροι είναι ευαισθητοποιημένοι όσον αφορά τα
παιδοκαρδιολογικά νοσήματα και διενεργούν προσεκτική ακρόαση κατά την φυσική εξέταση.
[62]
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΦΥΣΗΜΑΤΟΣ
/ΗΛΙΚΙΑ
90
80
70
60
50
40
30
20
10
0
1m-1y 1y-3y 3y-6y 6y-9y 9y-12y 12y-15y 15y-18y
ΑΤΟΜΑ %
Γράφημα Διασποράς 1: Απεικόνιση της συχνότητας εμφάνισης του φυσήματος ανά ηλικία
Παρατηρούμε:
[63]
Παρατηρώντας την πιο κάτω καμπύλη αντιλαμβανόμαστε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό
εμφάνισης Μεσοκοιλιακής επικοινωνίας εντοπίζεται στην ηλικία από ενός (1) μηνός
εως ενός (1) έτους -48,27%.
Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η Μεσοκοιλιακή επικοινωνία (VSD) εντοπίζεται
πολύ νωρίς στη ζωή του παιδιού σχεδόν στους πρώτους μήνες. Μάλιστα εντυπωσιακό
είναι το γεγονός ότι όλα τα παιδιά με μεσοκοιλιακή επικοινωνία (ακόμα και αυτά που
ήταν στην ηλικία του 1 μηνός) ήταν ήδη διαγνωσμένα με την πάθηση και δεν
επισκέπτονταν το ιατρείο πρώτη φορά. Είχαν διαγνωσθεί στον πρώτο μήνα της ζωής
τους και είχαν έρθει για επανέλεγχο.
50
40
ΑΤΟΜΑ
30 %
20
10
0
1m-1y 1y-3y 3y-6y 6y-9y 9y-12y 12y-15y 15y-18y
[64]
Παρακάτω παρουσιάζεται η συχνότητα εμφάνισης της μεσοκολπικής επικοινωνίας
(ASD) σε σχέση με την ηλικία.
Έτσι παρατηρούμε:
Αυτά τα στοιχεία μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τόσο το μεσοκοιλιακό όσο και το
μεσοκολπικό έλλειμμα στο μεγαλύτερο ποσοστό τους, διαγιγνώσκονται από τους
πρώτους μήνες της γέννησης του παιδιού.
[65]
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΜΕΣΟΚΟΛΠΙΚΗΣ
45
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ (ASD) / ΗΛΙΚΙΑ
40
35
30
25
ΑΤΟΜΑ
%
20
15
10
0
1m-1y 1y-3y 3y-6y 6y-9y 9y-12y 12y-15y 15y-18y
[66]
Ακολουθεί η απεικόνιση της ηλικιακής κατανομής της νόσου Kawasaki στα 18
παιδιά που παραπέμφθηκαν με τη νόσο.
Παρατηρούμε:
Συμπέρασμα: Η νόσος Kawasaki συναντάται πιο συχνά στο ηλικιακό φάσμα από ενός
(1) έτους εως τριών (3) ετών με ποσοστό 61,1%. Πριν το 1 έτος η νόσος Kawasaki έχει
μηδενική επίπτωση (όσον αφορά στο δείγμα μας).Το ίδιο ισχύει και για το ηλικιακό
φάσμα από 12 ετών εως 18 ετών – μηδενική επίπτωση με κανένα περιστατικό σε αυτές
τις ηλικίες.
[67]
70
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΝΟΣΟΥ
KAWASAKI/ΗΛΙΚΙΑ
60
50
40
30
ΑΤΟΜΑ
%
20
10
0
1m-1y 1y-3y 3y-6y 6y-9y 9y-12y 12y-15y 15y-18y
[68]
42,5%.Στις ηλικίες αυτές τα παιδιά ξεκινούν τις εξωσχολικές δραστηριότητες και τον
αθλητισμό. Έτσι δικαιολογείται η μεγάλη συχνότητα του προ-αθλητικού ελέγχου.
Σημείωση: Από τα 54 παιδιά που εξετάστηκαν για προ-αθλητικό έλεγχο (Sport Cardiac
Control) τα 49 παιδιά ήταν φυσιολογικά (Normal) και τα 5 παιδιά παρουσίασαν
καρδιολογικές ανωμαλίες.
40
35
30
ΑΤΟΜΑ
25
%
20
15
10
0
1m-1y 1y-3y 3y-6y 6y-9y 9y-12y 12y-15y 15y18y
[69]
V. Συμπεράσματα
Κυριότερα ευρήματα της παρούσας μελέτης είναι πως οι πιο συνήθεις λόγοι
παραπομπής των βρεφών και των παιδιών στο παιδοκαρδιολογικό ιατρείο κατά το
τελευταίο εξάμηνο, ήταν το φύσημα (30%),ο προ-αθλητικός έλεγχος (10,8%),η
μεσοκοιλιακή επικοινωνία VSD (5,8%), η μεσοκολπική επικοινωνία ASD (5%),
τα χειρουργημένα παιδιά (4,6%), η νόσος Kawasaki (3,6%), το προκάρδιο άλγος
(3%), η Διγλώχινα αορτική βαλβίδα (2,2%) και τέλος το Ανοιχτό ωοειδές τρήμα
PFO (2%).
Ένα σημαντικό συμπέρασμα που προέκυψε από την παρούσα έρευνα είναι ότι το
φύσημα συνήθως διαγιγνώσκεται στα παιδιά από την ηλικία του ενός (1) μηνός
μέχρι την ηλικία του ενός (1) έτους και λιγότερο στις μεγαλύτερες ηλικίες. Αυτό
πιθανώς συμβαίνει διότι οι παιδίατροι είναι ευαισθητοποιημένοι όσον αφορά στα
παιδοκαρδιολογικά νοσήματα και διενεργούν προσεκτική ακρόαση κατά την
φυσική εξέταση.
Ένα άλλο πολύ σημαντικό συμπέρασμα που προέκυψε είναι ότι το 30% των
παιδιών παραπέμφθηκαν από τον παιδίατρο με την υποψία φυσήματος. Εντούτοις,
μόνο το 2,4% των παιδιών διαγνώστηκε τελικά από τον παιδοκαρδιολόγο με
φύσημα.
Ένα ακόμα στοιχείο που προέκυψε από την έρευνα είναι ότι όλα τα παιδιά με
μεσοκολπική επικοινωνία ASD και μεσοκοιλιακή επικοινωνία VSD προσήλθαν
στο ιατρείο στα πλαίσια επανεξέτασης και όχι σαν ‘πρώτη επίσκεψη’. Το γεγονός
αυτό φανερώνει ότι οι δυο αυτές καρδιακές ανωμαλίες διαγιγνώσκονται στην
πλειοψηφία τους κατά τις πρώτες ημέρες ή και εβδομάδες από τη γέννηση του
παιδιού καθώς υπάρχουν συμπτώματα στον ασθενή. Σε κανένα παιδί δεν έγινε
πρώτη διάγνωση Μεσοκολπικής ή Μεσοκοιλιακής επικοινωνίας καθώς ήταν ήδη
διαγνωσμένα ακόμα και στην ηλικία του ενός (1) μηνός.
[70]
Επίσης, στην ηλικία από έξι (6) ετών εως εννέα (9) ετών αναβρέθηκαν τα
μεγαλύτερα ποσοστά προ-αθλητικού καρδιολογικού ελέγχου πιθανόν γιατί σε
αυτό το ηλικιακό φάσμα αρχίζουν τα παιδιά τις εξωσχολικές αθλητικές
δραστηριότητες. Από τα 54 παιδιά που εξετάστηκαν, τα 49 παιδιά ήταν
φυσιολογικά ενώ τα 5 παιδιά παρουσίασαν καρδιολογικές ανωμαλίες.
Τέλος, όσον αφορά στη νόσο Kawasaki, συναντάται πιο συχνά στο ηλικιακό
φάσμα από ενός (1) έτους εως τριών (3) ετών με ποσοστό 61,1%. Πριν το ένα (1)
έτος η νόσος έχει μηδενική επίπτωση –όσον αφορά στο δείγμα μας. Το ίδιο ισχύει
και για το ηλικιακό φάσμα από δώδεκα (12) ετών εως δεκαοκτώ (18) ετών όπου
δεν ανευρίσκεται κανένα περιστατικό νόσου Kawasaki.
[71]
VI. Βιβλιογραφία
[72]
[73]