You are on page 1of 3

Rainer Maria Rilke Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή

Κάποια σημεία που επέλεξα από το βιβλίο Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή (1929) με
τίτλο Briefe an einen jungen Dichter. Ένα βιβλίο που διαβάστηκε από όλους τους
νέους της γενιάς μου και νομίζω ότι διαβάζεται ακόμα. Δέκα επιστολές που έστειλε
ο Rainer Maria Rilke στο διάστημα (1903-1908) σε έναν άγνωστο νέο, τον Franz
Xaver Kappus, μαθητή της Στρατιωτικής Σχολής κι αργότερα ανθυπολοχαγό του
αυτοκρατορικού στρατού της Αυστροουγγαρίας. Μετά από λίγο καιρό ο
ανθυπολοχαγός παραιτήθηκε και ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία.

σ. 19: Αν ίσως η καθημερινότητά σας σάς φαίνεται φτωχή, μην την καταφρονήσετε.
Καταφρονήστε τον εαυτό σας που δεν είναι αρκετά ποιητής και δεν μπορεί να
καλέσει κοντά του τα πλούτη της. Για τον δημιουργό δεν υπάρχει φτώχεια, ούτε
φτωχοί κι αδιάφοροι τόποι. Και μέσα σε μια φυλακή ακόμα αν ήσαστε κλεισμένος,
κι οι τοίχοι της δεν αφήνανε τους ήχους του κόσμου να φτάσουν ως εσάς –δεν θα
σας έμεναν αμόλευτα τα παιδικά σας χρόνια, ο θησαυρός των αναμνήσεων;

σ. 20 Κι αν από τούτη την επιστροφή στον εαυτό σας , από τούτη την καταβύθιση στον δικό
σας κόσμο, σ τ ί χ ο ι ξεπηδήσουν, δε θα σκεφτείτε να ρωτήσετε τους άλλους αν είναι καλοί
στίχοι. Κι ούτε να αναζητήσετε να ενδιαφερθούν τα περιοδικά γι’ αυτούς οι στίχοι σας δεν
θα ’ναι για σας παρά ένα αγαπημένο φυσικό σας χάρισμα, ένα κομμάτι κι ένας φθόγγος απ’
τη ζωή σας. Ένα έργο τέχνης είναι άξιο μόνο σαν ξεπηδάει από μιαν ανάγκη. Για να το
κρίνεις πρέπει α δεις ποια είναι η πηγή του. [ ] Βυθιστείτε στον εαυτό σας, ψάξτε στα βάθη,
απ’ όπου πηγάζει η ζωή σας. Εκεί θα βρείτε την απόκριση στο ερώτημα: π ρ έ π ε ι να
δημιουργήσετε;

σ. 35 Καλλιτέχνης θα πει: να μη μετράς, να μη λογαριάζεις, να ψηλώνεις όπως το δέντρο,


που δε βιάζει το χυμό του, που αδείλιστο αψηφάει τις ανοιξιάτικες μπόρες, χωρίς να
φοβάται μη δεν έρθει το καλοκαίρι. Το καλοκαίρι έρχεται. Έρχεται όμως μονάχα για κείνους
που ξέρουν να προσμένουν, ξέγνοιαστοι και γαλήνιοι σα νάχανε μπροστά τους την
αιωνιότητα. [ ] Υ π ο μ ο ν ή, αυτό είναι το μεγάλο μυστικό!

σ. 43 [ ] Προσπαθήστε να αγαπήσετε τα ίδια σας τα ερωτήματα, σαν να ’ταν κλειστά


δωμάτια ή βιβλία γραμμένα σε ξένη, άγνωστη γλώσσα. [ ] Έχει σημασία να ζείτε το κάθε τι.
Για την ώρα να ζείτε τα ερωτήματά σας μόνο. Κι ίσως, έτσι, μπορέσετε να φτάσετε, μια
μακρινή ημέρα, χωρίς να το νιώσετε, στην απόκριση.

σ. 75 [ ] Οι άνθρωποι έχουν βρει για το κάθε τι την ευκολότερη (συμβατική) λύση,


την ευκολότερη απ' όλες τις εύκολες λύσεις. Είναι, ωστόσο, φανερό πώς πρέπει να
στεκόμαστε στο Δύσκολο. Κάθε ζωντανή ύπαρξη σ' αυτό στέκεται. Το κάθε τι στη
φύση αξαίνει κι "αμύνεται" κατά το δικό του τρόπο. Από μέσα του ξεπηδάει μια
ατομικότητα ολότελα δική του, που μάχεται να μείνει δική του με κάθε μέσο και
ενάντια σε όλα τα εμπόδια. Λίγα πράγματα ξέρουμε. Όμως, για το ότι πρέπει να
στεκόμαστε στο Δύσκολο, θα ’μαστε πάντα σίγουροι. Είναι γόνιμη η μοναξιά,
επειδή είναι δύσκολη. Ένας παραπάνω λόγος για να επιχειρήσουμε κάτι, πρέπει να
είναι η δυσκολία που το κάτι αυτό παρουσιάζει.
Γόνιμος είναι κι ο έρωτας: επειδή κι ο έρωτας είναι δύσκολος. Έρωτας του
ανθρώπου για τον άνθρωπο: ίσως αυτό να ’ναι το δυσκολότερο απ' όσα μας έταξε η
μοίρα, το πιο απόμακρο, η τελευταία δοκιμασία, το έργο που όλα τ' άλλα δεν είναι
παρά προετοιμασία και προπαρασκευή του. Γι' αυτό κι οι νέοι – που είναι
«αρχάριοι» στο κάθε τι – δεν ξέρουν ακόμα να αγαπούν: πρέπει να διδαχτούν τον
έρωτα. Με όλο τους το είναι, με όλες τους τις δυνάμεις συμμαζεμένες γύρω στην
ερημική φοβισμένη καρδιά τους, που οι χτύποι της ψηλώνουν ολοένα, πρέπει να
μάθουν να αγαπούν. Ο καιρός όμως της μαθητείας είναι πάντα καιρός
μακρόχρονου «εγκλεισμού». Έτσι είναι, για πολύ καιρό, κι ο έρωτας: μοναξιά,
ολοένα και πιο έντονη και πιο βαθιά μόνωση. Έρωτας δε θα πει να ανοίγεσαι ευθύς,
να δίνεσαι, να ενώνεσαι με κάποιον Άλλον (τι θα ήταν, άλλωστε, η ένωση δύο
όντων ακαθόριστων ακόμα, ατέλειωτων, ανοργάνωτων;). Είναι μία σπάνια ευκαιρία
για να ωριμάσεις, ν' αποκτήσεις μιαν υπόσταση δική σου, να γίνεις εσύ ένας
ολόκληρος Κόσμος, για χάρη κάποιου άλλου, αγαπημένου προσώπου. Είναι μια
υψηλή, ακράτητη αξίωση, που σε χρίζει εκλεκτό της και σε σπρώχνει προς τα
απέραντα πλάτη. Μόνο έτσι θα ’πρεπε να μεταχειρίζονται οι νέοι τον έρωτά τους:
σαν ένα καθήκον που τους υποχρεώνει να εργάζονται αδιάκοπα στο μέσα τους
κόσμο («ν’ ακροάζονται και να σφυροκοπάνε νύχτα-μέρα»). Δεν είναι ακόμα ώριμοι
για το δόσιμο του εαυτού τους, για την εγκατάλειψη και το σβήσιμό τους μέσα σε
ένα άλλο άτομο, για οποιοδήποτε τρόπο Ένωσης. (Πρέπει, πρώτα και για πολύ
καιρό, να μαζεύουν και να θησαυρίζουν ολοένα.) Η Ένωση αυτή, το δόσιμο αυτό,
είναι το στερνό σκαλοπάτι. Ίσως η ανθρώπινη ζωή να μη μπορεί ακόμα να το
χωρέσει.
Εδώ όμως λαθεύουν οι νέοι τόσο συχνά και τόσο βαριά: ορμάνε ακράτητοι ο ένας
προς τον άλλον, όταν τους αγγίξει η αγάπη (είναι στη φύση τους να μη μπορούν να
περιμένουν), σκορπίζονται εδώ κι εκεί, ενώ η ψυχή τους είναι γεμάτη ακεφιά,
ακαταστασία και ταραχή... Τι μπορεί όμως να βγει απ’ αυτό; Τι μπορεί να κάνει η
ζωή τούτο το μπερδεμένο σωρό των μισοσπασμένων υλικών, που αυτοί τα
ονομάζουν τους και πολύ θα 'θελαν να τα ονομάσουν «ευτυχία» τους; Και τι τους
μέλλεται το αύριο; Καθένας τους αφανίζεται για χάρη του άλλου κι αφανίζει
σύγκαιρα τον άλλον και άλλους πολλούς ακόμα, που ίσως να ερχόντουσαν κατόπι.
Χάνει το νόημα της απεραντοσύνης, χάνει όλες του τις δυνατότητες. [ ] Δεν του
μένει παρά να γυρέψει σωτηρία σε μιαν απ' τις άπειρες συμβατικές καταστάσεις
που είναι παντού στημένες, σα δημόσια καταφύγια, γύρω απ' αυτόν τον επικίνδυνο
δρόμο. Καμιά περιοχή της ανθρώπινης υπόστασης δεν είναι τόσο πολύ γεμάτη από
συμβατικότητες, όσο τούτη εδώ: σωσίβια, βάρκες και ναυαγοσωστικά είναι στη
διάθεσή του, κάθε είδους βοήθεια που η κοινωνία έχει επινοήσει για τούτο το
σκοπό. Για τους ανθρώπους ο έρωτας δεν είναι παρά μια απόλαυση, τον
κατάντησαν λοιπόν κάτι εύκολο και φτηνό, ακίνδυνο και σίγουρο, όμοιο με τις
απολαύσεις των δρόμων. Αλήθεια, πόσοι και πόσοι νέοι στάθηκαν ανίκανοι να
βρουν το σωστό δρόμο της αγάπης, για πόσους τα σύνορα του έρωτα σταματάνε
στο εύκολο, βιαστικό δόσιμο του εαυτού τους! [ ] σ. 80 Έρημοι κι αβοήθητοι,
πορεύονται στα τυφλά κι ο ένας κι ο άλλος. Σκορπάνε τις καλύτερες δυνάμεις τους
για να γλιτώσουν από συμβατικότητες όπως ο γάμος, και πέφτουν σ' άλλες
συμβατικές λύσεις, λιγότερο χτυπητές, το ίδιο όμως θανάσιμες. Επειδή μονάχα για
συμβατικότητες είναι άξιοι.
[ ] σ. 81 Στο δρόμο του Έρωτα (όπως και στο δρόμο του Θανάτου, που είναι
δύσκολος κι αυτός) δε θα βρεις – άμα τον αντικρίζεις σοβαρά – κανένα φως, καμιά
απόκριση, ούτε σημάδι, ούτε χαραγμένο δρόμο, για να σε βοηθήσουν. [...] Όσο πιο
πολύ αποζητάμε τη μοναξιά στη ζωή μας, τόσο περισσότερο ζυγώνουμε το μεγάλο
νόημα του έρωτα και του θανάτου. Οι απαιτήσεις που, τραχύς και δύσκολος, ο
έρωτας έχει από τη ζωή μας σε όλη της την πορεία, είναι πάρα πολύ βαριές, κι
εμείς, στα πρώτα μας βήματα, είμαστε πολύ αδύναμοι μπροστά τους. Αν όμως
σταθούμε καρτερικοί και δεχτούμε τον έρωτα αυτόν σαν τραχιά μαθητεία – αντίς να
χανόμαστε σ’ όλα εκείνα τα εύκολα και κούφια παιχνίδια, που επινόησε ο
άνθρωπος για να μην αντικρίζει κατάματα τη βαθύτατη σοβαρότητα της ζωής – ίσως
τότε, εκείνοι που θα ’ρθουν καιρό έπειτα από μας, να νιώσουν μια κάποια πρόοδο
κι ένα ξελάφρωμα. Και θα ’ταν σημαντικό τούτο.

You might also like