You are on page 1of 5

O Πελέ, οι Αργεντίνοι και η Αργεντινή

Πρώτος σκόρερ στην ιστορία στα ματς Βραζιλίας-Αργεντινής, νικητής στο Μπομπονέρα και στο
Μονουμεντάλ όπου και αποθεώθηκε ως αντίπαλος. Ως μέλος των κορυφαίων ομάδων που
εμφανίστηκαν τη δεκαετία του ’60, της Σάντος και της Βραζιλίας, ο Πελέ ήρθε συχνά αντίπαλος
με ομάδες από την έτερη μεγάλη ποδοσφαιρική μήτρα της Νότιας Αμερικής. Επίσης, αν και οι
δύο χώρες διατηρούν έναν οξύ ποδοσφαιρικό ανταγωνισμό, υπήρξαν Αργεντίνοι, φίλοι και
συμπαίχτες, που τον τοποθετούσαν στην κορυφή βάσει αγωνιστικής αξίας και κατορθωμάτων. Η
είδηση του θανάτου του προκάλεσε τη δημόσια απότιση φόρου τιμής από τους μεγαλύτερους
συλλόγους της Αργεντινής ως κομμάτι της λατινοαμερικανικής ποδοσφαιρικής κληρονομιάς.
sisyphoss
Σάντος και Βραζιλία
Ενίοτε τείνει να παραλείπεται το γεγονός ότι ο Πελέ ήταν κομμάτι ενός γκρουπ πολύ σπουδαίων
ποδοσφαιριστών (Πέπε, Κουτίνιο, Ζίτο κ.λπ.) που ωρίμασαν μαζί ποδοσφαιρικά, είτε μέσα από
το οικοτροφείο και τις ακαδημίες της Σάντος, είτε στο γήπεδο και τη Βίλα Μπελμίρο. Η Σάντος
της περιόδου 1960-1963 θεωρείται δικαίως μια από τις μεγαλύτερες ομάδες στην ιστορία, και
αναμενόμενα, τόσο η πορεία της στον νεοπαγή, τότε, θεσμό, του Κόπα Λιμπερταδόρες όσο και
στις περιοδείες φιλικών που λάνσαρε ο βραζιλιάνικος σύλλογος, μοιραία την έφεραν αντιμέτωπη
με τις μεγάλες ομάδες της εποχής από τη γείτονα Αργεντινή. Αντίστοιχοι αγώνες όμως έλαβαν
χώρα και ανάμεσα στις εθνικές ομάδες των δύο χωρών.
Σύμφωνα με την αργεντίνικη Olé ο Πελέ έδωσε 39 αγώνες σε αργεντίνικα γήπεδα, είτε
με τη φανέλα της Σάντος είτε με της εθνικής ομάδας, σημειώνοντας 24 νίκες, 9 ισοπαλίες και
μόλις 6 ήττες. Η αρχή έγινε με το Κόπα Αμέρικα του 1959, το μόνο που συμμετείχε ο ίδιος,
όπου η παγκόσμια πρωταθλήτρια –πλέον– Βραζιλία αναδείχθηκε δεύτερη στον όμιλο των επτά
ομάδων που θα έκρινε την πρωταθλήτρια Νοτίου Αμερικής. Με την Αργεντινή να κερδίζει
όλους τους υπόλοιπους διεκδικητές και με τη Βραζιλία να στραβοπατάει 2-2 με το Περού, ο
τίτλος θα κρινόταν την τελευταία αγωνιστική στον μεταξύ τους αγώνα στο Μονουμεντάλ. Το
τελικό 1-1 έστεψε πρωταθλήτρια τη διοργανώτρια, με τον Πελέ να σκοράρει και να
αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ του τουρνουά καθώς και καλύτερος παίχτης, παρά το πολύ
σκληρό παιχνίδι των αντιπάλων.
Ξεχωριστή θέση στην ποδοσφαιρική ιστορία των δύο χωρών γενικά κατέχουν οι τελικοί
του Λιμπερταδόρες το 1963 ανάμεσα στη Σάντος και την Μπόκα Τζούνιορς. Η Σάντος
υπερασπιζόταν τον τίτλο της ως πρωταθλήτρια του 1962, έχοντας εκθρονίσει την Πενιαρόλ του
Σπένσερ στο ουδέτερο Μονουμεντάλ του Μπουένος Άιρες. Η Μπόκα του Σανφιλίπο ήταν η
ομάδα που απείλησε τους Βραζιλιάνους, όμως τόσο στη Βίλα Μπελμίρο όσο και στη μεγάλη
ρεβάνς του Μπομπονέρα, η Σάντος επιβλήθηκε με 3-2 και 1-2 αντίστοιχα, με μεγάλο
πρωταγωνιστή τον Πελέ. Μάλιστα στη ρεβάνς του Μπουένος Άιρες, το πούλμαν των
Βραζιλιάνων δέχτηκε πέτρες, ενώ οι παίχτες της Σάντος έγιναν αποδέκτες ρατσιστικών
συνθημάτων, με οπαδούς της Μπόκα να τους φωνάζουν «macaquitas de Brazil» (μαϊμούδες
Βραζιλίας). Αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως και το ’59, οι Αργεντίνοι επιστράτευσαν πολύ
σκληρά έως αντιαθλητικά μαρκαρίσματα πάνω στο «μαύρο διαμάντι», τακτική που του είχε ήδη
στερήσει και θα του ξαναστερούσε στο μέλλον συμμετοχές από αγώνες στα Παγκόσμια
Κύπελλα. Η ίδια τακτική επιστρατευόταν ακόμα και στις ανεπίσημες αναμετρήσεις των εθνικών
ομάδων, όπως το 1964 στο Πακαεμπού του Σάο Πάολο, όπου ο Πελέ αντέδρασε στο
μαρκάρισμα του Αργεντίνου αμυντικού Μεσιάνο στέλνοντάς τον στο νοσοκομείο με σπασμένη
μύτη.1
Η στρατηγική της Σάντος να θέσει σε δεύτερη μοίρα τη συμμετοχή σε διασυλλογικές
διοργανώσεις της ηπείρου μπροστά στις επικερδείς περιοδείες φιλικών αγώνων, όπως και της
Βραζιλίας απέναντι στα Κόπα Αμέρικα του 1963 (κατέβηκε η Β´ ομάδα) και του 1967 (δεν
συμμετείχε καν), είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των εν δυνάμει αναμετρήσεων ανάμεσα
στις δύο ποδοσφαιρικές δυνάμεις και τους συλλόγους τους, ή έστω την κυριαρχία των φιλικών
αγώνων. Από τους τελευταίους, ξεχωρίζουν οι νίκες της Σάντος απέναντι σε Μπόκα και Ρίβερ
με 4-1 και 2-1 αντίστοιχα το 1965, όπως και το 4-0 απέναντι στους «Εκατομμυριούχους» το
1967, αλλά και το 4-2 απέναντι στην Μπενφίκα το 1968 στο Μπομπονέρα. Αντίθετα, το 1969, η
Σάντος ηττήθηκε με 1-3 από τη μεγάλη Εστουντιάντες της εποχής, 2 στο πλαίσιο
λατινοαμερικάνικου τουρνουά παρελθοντικών νικητών του Διηπειρωτικού Κυπέλλου.
Τον Μάρτιο του 1970, έλαβε χώρα ένα από τα πλέον σημαντικά ματς σε επίπεδο εθνικών
ομάδων, κυρίως όσον αφορά τις συνέπειες που θα είχε στην οικονομία της ποδοσφαιρικής
ιστορίας. Η Βραζιλία αντιμετώπισε την Αργεντινή σε δύο back to back φιλικούς αγώνες, στο
πλαίσιο προετοιμασίας των γηπεδούχων πριν το Μουντιάλ. Στο ματς του Μαρακανά, η
«Αλμπισελέστε» επικράτησε σε όλους τους τομείς, κερδίζοντας με 2-0 και προκαλώντας θύελλα
αποδοκιμασιών στις κερκίδες. Κυρίως, όμως, έβαλε φωτιά στις συζητήσεις για την
(α)καταλληλόλητα του Ζοάο Σαλντάνια ως προπονητή της εθνικής, 3 την ταραγμένη σχέση του
με την ομοσπονδία και τη χούντα του Μέντιτσι, αλλά και με τον Πελέ. Το τελευταίο
ενδεχομένως υπήρξε ο πιο καθοριστικός παράγοντας για τη μετέπειτα αποπομπή του. Ο ερχομός
του ήρεμου και συμβιβαστικού Μάριο Ζαγκάλο άλλαξε τον ρου της ιστορίας, όπως και την
αγωνιστική τακτική της «Σελεσάο», οδηγώντας τη, μετά από λίγους μήνες, στον αθάνατο
θρίαμβο του Μουντιάλ στο Μεξικό.
Αργεντίνοι συμπαίχτες και θαυμαστές

1
Ματς που έγινε στο πλαίσιο του «μικρού Μουντιάλ» Taça das Nações στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 50
χρόνια της Βραζιλιάνικης Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας. Λέγεται ότι πριν το τουρνουά οι υπεύθυνοι της ΒΠΟ είχαν
παραγγείλει ρολόγια σκαλισμένα με τα ονόματα των ποδοσφαιριστών της Σελεσάο, σε μια επανάληψη του
σχήματος ύβρις-νέμεσις του 1950. Η Αργεντινή κατέκτησε το τρόπαιο με τρεις νίκες σε ισάριθμα ματς. Βλ . Α.
Campomar, ¡Golazo!: A History of Latin American Football, Λονδίνο 2015: Quercus, σ. 282.
2
Βλ. «Εστουντιάντες ντε Λα Πλάτα: Αμφισβήτηση και αντιφάσεις της εθνικής ταυτότητας στην Αργεντινή του
’60», HUMBA! #33.
3
Μετά από το συγκεκριμένο ματς, ο Σαλντάνια είπε την περίφημη ατάκα: «Εγώ δεν διαλέγω πρωθυπουργούς για
την κυβέρνηση έτσι κι αυτός δεν διαλέγει παίχτες για την ενδεκάδα», σε ερώτηση δημοσιογράφου σχετικά με την
απουσία από το σχήμα του αγαπημένου παίχτη του δικτάτορα Μέντιτσι.
Σε μια μεγάλη συνέντευξη του στο Εl Gráfico το 2016, ο προπονητής της θρυλικής Ουρακάν και
της πρωταθλήτριας κόσμου Αργεντινής το 1978 Σέζαρ Λουίς Μενότι τοποθετήθηκε ξεκάθαρα
σε ερώτηση για τον ποιον θεωρεί ποδοσφαιρικό GOAT: «O Πελέ είναι ο μεγαλύτερος όλων,
ήταν αφύσικος, κάτι απίθανο. Οποιοδήποτε ματς για τον Πελέ ήταν ένας τελικός, ακόμα και η
προπόνηση».
Ο Μενότι υπήρξε τόσο αντίπαλος του Πελέ, ως παίχτης των Ράσινγκ και Μπόκα, όσο και
συμπαίχτης του στη Σάντος το 1968 (κερδίζοντας το πολιτειακό πρωτάθλημα), με τον οποίο
διατήρησε στενή σχέση στις υπόλοιπες δεκαετίες. Μάλιστα, το 1979, το El Gráfico έφερε ξανά
κοντά τους δυο τους στο πλαίσιο κοινής συνέντευξης όπου αναφέρθηκαν, μεταξύ άλλων, και
στο νέο παιδί-θαύμα, Ντιέγκο Μαραντόνα. Υπήρξαν όμως και άλλοι Αργεντίνοι που
συνδέθηκαν με τον «Βασιλιά». Ένας από τους κορυφαίους αμυντικούς της γενιάς του και για
αρκετά χρόνια βασικός στη Ρίβερ, ο Χοσέ Μανουέλ Ράμος Ντελγάδο, μετακόμισε στη Βραζιλία
και τη Σάντος το 1967 φορώντας τη φανέλα της για επτά χρόνια. Ήταν πολύ καλοί φίλοι με τον
Πελέ, με τον τελευταίο να είναι και νονός της μίας του κόρης. Ο Ντελγάδο είχε κι αυτός
διατυπώσει σαφή τοποθέτηση για το ζήτημα του GOAT, αποκαλύπτοντας και πλευρές του
(αγωνιστικού) χαρακτήρα του «Rei»: «Πιστεύω ότι ο Πελέ ήταν ο πιο ολοκληρωμένος
ποδοσφαιριστής. Έκανε τα πάντα. Εκτελούσε, πάσαρε, σκόραρε, δημιουργούσε, έδινε οδηγίες.
Ο Πελέ δεν είχε προνόμια, δεν ζήτησε ποτέ κανένα. Όταν ήταν σε περιοδεία με τη Σάντος,
συχνά του πρόσφεραν σουίτες σε ξενοδοχεία αλλά πάντα αρνιόταν, ζητώντας το ίδιο δωμάτιο με
όλους. Στους αντιπάλους έλεγε “Διάλεξε. Θες ποδόσφαιρο ή πάλη; Είμαι μέσα και στα δύο”.
Ακόμα και στις προπονήσεις δεν κατέβαζε το κεφάλι ποτέ». Ένα ακόμα Αργεντίνος συμπαίχτης
του Πελέ ήταν ο Αγκουστίν Μάριο Σέγιας, ένας από τους σπουδαίους τερματοφύλακες της
δεκαετίας του ’60. Ο Σέγιας είχε υπάρξει και αντίπαλος του Πελέ σε φιλικούς αγώνες, όντας
ακρογωνιαίος λίθος της Ράσινγκ Κλουμπ που κατέκτησε το Λιμπερταδόρες και το Διηπειρωτικό
κατά την ίδια περίοδο. Ο ίδιος φόρεσε τα γάντια της Σάντος με μεγάλη επιτυχία για μια
τετραετία (1970-1974), παίζοντας μαζί με τον Πελέ στα τελευταία χρόνια της καριέρας του.
Ο τελευταίος είχε κι άλλους σημαντικούς Αργεντίνους οπαδούς στην, κατά τα άλλα
χωρίς ουσία, συζήτηση για τον GOAT. Ο θρυλικός τερματοφύλακας της Μπόκα «Λόκο» Ούγκο
Γκάτι έχει υποστηρίξει επανειλημμένως πως «όταν μιλάμε για ποδόσφαιρο, ο Πελέ είναι πάνω
απ’ όλους και απ’ όλα, είναι ο θεός. Κι εγώ έχω τη δικαιοδοσία να το πω αυτό γιατί έχω παίξει
εναντίον του». Ο έτερος μεγάλος τερματοφύλακας της δεκαετίας του ’70 και πρωταθλητής
κόσμου το ’78, Ουμπάλδο Φιγιόλ, απέφυγε να πάρει θέση για τον Nο.1, αλλά τοποθέτησε τον
Πελέ στους τρεις ποδοσφαιριστές (μαζί με Ντιέγκο και Μέσι) που τον άφησαν άφωνο με το
παιχνίδι τους. Παρομοίως, και ο πολύς Χόρχε Βαλντάνο έχει χαρακτηρίσει τον Βραζιλιάνο ως
«τον πιο ολοκληρωμένο ποδοσφαιριστή στην ιστορία». Ο Πελέ είχε οπαδούς ακόμα και στους
δημοσιογραφικούς κύκλους της Αργεντινής. Τρανό παράδειγμα ο 75χρονος θρυλικός σπίκερ
Φερνάντο Νιέμπρο, που επ’ αφορμή του θανάτου του Βραζιλιάνου τοποθετήθηκε στην Olé:
Πελέ, Πελέ, Πελέ, και ξανά Πελέ, μακράν του δεύτερου ο κορυφαίος. Και το λέω, διότι
τον έχω δει στο πικ του, στην ωριμότητά του, και στη Σάντος και στην εθνική Βραζιλίας.
Έπαιξε σε μια πολύ δύσκολη εποχή, δεχόταν πολλά χτυπήματα και τραυματισμούς. Αλλά
είχε τα πάντα. Ταχύτητα, δύναμη, τεχνική, φυσική κατάσταση, και ήταν μαζί και ηγέτης.
Έβαζε επίσης μεγάλη στρατηγική στο παιχνίδι του. Ποιος μπορεί να συγκεντρώνει τόσα
πολλά χαρακτηριστικά μαζί; Κάποιοι είχαν ή έχουν παραπλήσια χαρακτηριστικά όπως ο
Μαραντόνα, ο Μέσι, ο Κρόιφ, ο Ντι Στέφανο, αλλά κανείς δεν ήταν σαν κι αυτόν».
Η πρώιμη «φιλία» με τον Ντιέγκο
H σχέση του Πελέ με τον Μαραντόνα και οι εναλλαγές της προφανώς και δεν μπορούν να
χωρέσουν σε λίγες σελίδες, όμως αξίζει να σημειωθεί ότι ξεκίνησε πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι
εξελίχθηκε. Το 1977, ο Βραζιλιάνος σταμάτησε (αυτή τη φορά οριστικά) το ποδόσφαιρο μετά το
τριετές πέρασμα του από την Κόσμος της Νέας Υόρκης, μια κίνηση που είχε πραγματοποιηθεί
στο ευρύτερο πλαίσιο των αμερικανικών πολιτικοδιπλωματικών χειρισμών για ενίσχυση της
επιρροής τους στην «πίσω αυλή».
Ο Πελέ ήταν ίνδαλμα ενός 17χρονου πιτσιρικά από τη Βίλα Φιορίτο (αν και όχι τόσο
ίνδαλμα όσο ο Ριβελίνο), που γρήγορα άρχισε να βρίσκεται στο κέντρο της ποδοσφαιρικής
προσοχής όλης της χώρας. Βέβαια, το καλοκαίρι του 1979, ο «Πίμπε ντ’ Όρο» βρέθηκε σε ένα
περίεργο ψυχολογικό σημείο, σκεπτόμενος ακόμα και να σταματήσει το ποδόσφαιρο.
Ουσιαστικά ο Ντιέγκο ερχόταν αντιμέτωπος με την πολυεπίπεδη πίεση και τις απαιτήσεις του
επαγγελματικού κατεστημένου, κάτι που αργότερα θα τον τραυματίσει ανεπανόρθωτα, όμως από
τότε λογιζόταν ως θησαυρός που μπορούσε να αποφέρει όχι μόνο τίτλους και διακρίσεις, αλλά
και πολλά χρήματα σε μάνατζερ και παράγοντες. Εξού και άνθρωποι γύρω από τον νεαρό σταρ
της Αρχεντίνος Τζούνιορς επεδίωξαν μια συνάντηση με τον άνθρωπο που είχε κληθεί να
διαχειριστεί αντίστοιχη πίεση και καταστάσεις σε νεαρή ηλικία, «τον κορυφαίο όλων», όπως
ομολογούσε ο 19χρονος Ντιέγκο, δηλαδή τον Πελέ. Μέσω του γνωστού δημοσιογράφου του El
Gráfico Γκιγέρμο Μπλάνκο, και του εκπροσώπου του παίχτη, Χόρχε Σίτερσπιλερ, η γνωριμία
επετεύχθη στο Ρίο, όπου για περίπου μία ώρα ο Πελέ έδινε συμβουλές στον Μαραντόνα
γρατζουνώντας παράλληλα την κιθάρα του. Λίγο καιρό μετά, υπό τις προπονητικές οδηγίες του
Μενότι, ο Ντιέγκο θα στεφθεί πρωταθλητής κόσμου στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Νέων της
Ιαπωνίας, κι έκτοτε δεν ξανακοίταξε πίσω. Ωστόσο, το «ειδύλλιο» δεν κράτησε πολύ, δεδομένου
ότι ήδη από το 1982 ο Μαραντόνα απάντησε χαρακτηριστικά στα σχόλια του Πελέ, σχετικά με
την απόδοσή του στο Μουντιάλ: «Καλύτερα να κλείσει το στόμα του. Μικρός, τον είχα ίνδαλμα,
αλλά ως τηλεσχολιαστής, τα μυαλά του είναι ένα μάτσο χάλι». Κι αυτό ήταν μόνο η αρχή.

Ο αποχαιρετισμός της Αργεντινής


Στην είδηση του θανάτου του, σύσσωμος ο ποδοσφαιρικός κόσμος της Αργεντινής
αποχαιρέτησε τον Πελέ. Όλα τα μεγάλα κλαμπ, Μπόκα, Ρίβερ, Ράσινγκ, Ιντεπεντιέντε, Νιούελς
Ολντ Μπόις κ.λπ., αποχαιρέτισαν τον «Rei», δημοσιεύοντας μεταξύ άλλων φωτογραφίες από
αναμετρήσεις του Πελέ κόντρα στις ομάδες τους. Η Ράσινγκ συγκεκριμένα έκανε λόγο για
«αιώνια δόξα και ατελείωτο σεβασμό», την ώρα που η Μπόκα δημοσίευε μια συγκινητική
φωτογραφία όπου ο αστέρας της Σάντος αγκαλιάζεται με τον μεγάλο αρχηγό των «Σενέισες»,
Αντόνιο Ρατίν, μετά από μεταξύ τους αγώνα. Οι «Μποστέρος» δεν παρέλειψαν ακόμα να
θυμηθούν παλιά συνέντευξη του Πελέ με φανέλα της Μπόκα όπου αποθέωνε το κοινό του
Μπομπονέρα, άσχετα βέβαια με το γεγονός ότι ο ίδιος κατά καιρούς είχε δηλώσει φαν της
Ράσινγκ και της Ρίβερ. H Ιντεπεντιέντε αποχαιρέτησε, με τη σειρά της, τον Βραζιλιάνο με
ασπρόμαυρες φωτογραφίες από τη δεκαετία του ’60 από επισκέψεις του Πελέ στο θρυλικό
Ντόμπλε Βίσερα, έδρα των «Ρόχος», αποκαλώντας τον «παγκόσμιο θρύλο και πιστό εκπρόσωπο
του πνεύματος του λατινοαμερικάνικου ποδοσφαίρου». Η κληρονομιά του Πελέ ως
καταπίστευμα της λατινοαμερικάνικης ποδοσφαιρικής κιβωτού είναι σημαντικό παράδειγμα για
τον τρόπο που προσλαμβάνονται διαστάσεις του ίδιου, αλλά και του αθλήματος στην ήπειρο, τη
μόνη περιοχή στον πλανήτη που, για χάρη του ποδοσφαίρου, μπορεί πολύ εύκολα να
παρακάμψει οποιοδήποτε άλλο σημαίνον, προτεραιότητα ή μειονέκτημα, όχι βέβαια χωρίς
εξαιρέσεις. Κι αυτό δεν είναι μόνο μια «ευλογία», που πράγματι έχει χαρίσει μοναδικές στιγμές,
γεγονότα, θρύλους, παραδόσεις και ούτω καθεξής, αλλά και κατάρα. Και οι δύο πλευρές της
ποδοσφαιρικής Λατινικής Αμερικής οφείλουν να εξετάζονται παράλληλα, όπως και η ζωή ενός
ανθρώπου σαν τον Πελέ.

You might also like