You are on page 1of 2

Το καλλίτερο ποδόσφαιρο του κόσμου

Sotrek

Ο Δημήτρης Ν. Ζήκας είναι από τους πρώτους ανθρώπους που έγραψαν αναλυτικά για το
ποδόσφαιρο στη Βραζιλία, την ιστορία του, την κουλτούρα του, τις ομάδες και τους παίχτες του. Ο
Ζήκας έζησε στη Βραζιλία είκοσι πέντε χρόνια και φυσικά αυτό τον βοήθησε να κατανοήσει σε
μεγάλο βαθμό τη φιλοσοφία των Βραζιλιάνων γύρω από το ποδόσφαιρο. Πριν 40 χρόνια περίπου,
από το 1982 ως το 1984, έγραψε και κυκλοφόρησε μόνος του τέσσερα βιβλία σχετικά με το
βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο: Το καλλίτερο ποδόσφαιρο του κόσμου, Μανέ Γκαρρίντσα, η χαρά του
λαού, Πελέ ο βασιλιάς και Δύο γίγαντες, που φυσικά αναφέρονταν στον Πελέ και στον Γκαρίντσα.

Στο τελευταίο αναφέρει χαρακτηριστικά (αντιγράφουμε ακριβώς χωρίς διορθώσεις):

Πελέ ο βασιλειάς. Γκαρίντσα, η χαρά του λαού. Η ζωή και το έργο των πιο μεγάλων
ποδοσφαιριστών που παρουσίασε ο κόσμος. Ο ένας βασιλεύει. Βασίλειό του ολόκληρος η
γη. Ο άλλος κάνει τους λαούς αυτής της γης ευτυχισμένους με τα θεαματικά και γεμάτα
εκπλήξεις παιχνίδια του. Πελέ: Ο παίχτης, ο άνθρωπος, ο Μαύρος, η ιδιοφυΐα. Γκαρίντσα: Ο
ποδοσφαιριστής που μπορούσε να’ ταν βασιλιάς, μα που δεν θέλησε το στέμα. Ο άνθρωπος,
που όταν όλοι του φώναζαν: «Εσύ είσαι ο Βασιλειάς» αναρωτιόταν: «Τι Βασιλειάς είμαι
εγώ!» Γκαρίντσα: Ο χαζός που δεν ήταν χαζός. Αυτός που μπορούσε να λαθέψει μα που ποτέ
δεν λάθεψε. Ο παίχτης με τις πιο φανταστικές τρίπλες που ο κόσμος είδε. Διαβάστε, θα
μαγευθείτε.

Στο βιβλίο Το καλλίτερο ποδόσφαιρο του κόσμου, το οποίο έχει αυτό το καταπληκτικό
εξώφυλλο που βλέπετε δεξιά σας, ο Ζήκας αναφέρεται με λεπτομέρειες στη γέννηση του
βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου, στα αστέρια της μπάλας, στις ομάδες και στα γήπεδά τους, και φυσικά
στις επιτυχίες της εθνικής ομάδας στα Μουντιάλ. Παραθέτει στατιστικά, αποτελέσματα, επιδόσεις
και όλα αυτά με πλούσιο φωτογραφικό υλικό με… επικές λεζάντες. Οι τελευταίες σελίδες του
βιβλίου είναι αφιερωμένες στην… εξήγηση περί της άποψης του συγγραφέα για την ανωτερότητα
του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου, στην ιδιαιτερότητα της γειτονιάς του Μπον Ρετίρου στο Σάο
Πάολο, σε συγκεκριμένους παίχτες, στον ρόλο των μέσων μαζικής ενημέρωσης και στο… επεισόδιο
του τρένου. Πριν παραθέσουμε σκαναρισμένες τις σελίδες που αναφέρονται στη βραζιλιάνικη
ανωτερότητα και στους Πελέ-Γκαρίντσα, για να έχετε ξεκάθαρη εικόνα του γλωσσικού ύφους και
του πνεύματος του βιβλίου, αντιγράφουμε το συμβάν που βίωσε ο Δημήτρης Ζήκας μέσα σε ένα
τρένο και δείχνει, με το ιδιαίτερο ύφος του Ζήκα, την «αρρώστια» των Βραζιλιάνων με τη
στρογγυλή θεά.

Το επεισόδιο του τραίνου

Όταν έχει ποδόσφαιρο τα πάντα σταματούν, ακόμη και τα τραίνα. Θα με πιστέψετε όταν διαβάσετε
την ιστορία που θα σας διηγηθώ.
Στα χρόνια που έζησα στη Βραζιλία ταξίδευα πολύ. Στην αρχή διαμαρτυρόμουν για το
καθετί που δεν ήταν όπως στην πατρίδα. Νευρίαζα εύκολα. Μου έλειπε η υπομονή. Με το
παραμικρό τα έβαζα με τους ντόπιους, λέγοντάς τους πως στην πατρίδα μου ήταν έτσι ή αλλιώς.
Σ’ ένα ταξίδι, λοιπόν, αυτό που θα σας διηγηθώ, έμαθα δύο πράγματα: α) ότι έπρεπε να
προσπαθήσω να ζήσω κι εγώ όπως αυτοί οι άνθρωποι, να μάθω τις συνήθειες τους και να πάψω να
διαμαρτύρομαι. Αν έπρεπε κάποιος ν’ αλλάξει, αυτός έπρεπε να ήμουν εγώ κι όχι αυτοί και β) τη
μεγάλη αγάπη και το πάθος τους για το ποδόσφαιρο. Απ’ το επεισόδιο αυτό κι απ’ ότι είδα στα
επόμενα χρόνια, διαπίστωσα αυτό που έχω γράψει και προηγούμενα: το ποδόσφαιρο είναι μέρος της
ζωής των Βραζιλιάνων.
Το ταξίδι γινόταν με τραίνο. Τα τραίνα εκείνη την εποχή (1956) δεν είχαν μεγάλες ταχύτητες
κι έφθανα στον προορισμό μου με πολύ καθυστέρηση. Στις συχνές διαμαρτυρίες μου, μου
απαντούσαν με μια φράση που έγινε ρητό τα επόμενα χρόνια: Devagar, Devagar o Brazil e nosso
(Σιγά σιγά, η Βραζιλία είναι δικιά μας).
Και σ’ αυτό το ταξίδι η καθυστέρηση ήταν μεγάλη. Σαν να μην έφθανε αυτό, όταν το τραίνο
έφθασε σε μια μικρή πόλη, την άραξε κανονικά. Η ώρα περνούσε και πού να φύγουμε. Άρχισα να
νευριάζω, γιατί δεν μπορούσα να καταλάβω την αφορμή αυτής της καθυστέρησης. Στο διπλανό
κάθισμα ένας άλλος επιβάτης, Βραζιλιάνος αυτός, άρχισε να στριφογυρίζει νευρικά στο κάθισμά
του. Σε μια στιγμή σηκώθηκε απότομα και μου είπε ότι θα πάει να δει τι τρέχει. Έβγαλα το κεφάλι
μου έξω απ’ το παράθυρο και τον παρακολουθούσα που κατευθυνόταν προς το σταθμό, όπου ένα
γκρουπ από ανθρώπους συζητούσαν και χειρονομούσαν ζωηρά. Περίμενα αρκετή ώρα, μα ο
συνταξιδιώτης μου δεν έλεγε να γυρίσει. Ξανάβγαλα το κεφάλι μου απ’ το παράθυρο και τον είδα να
παίρνει μέρος στη συζήτηση χειρονομώντας κι αυτός. Περίμενα λίγο ακόμα και τέλος αποφάσισα να
πάω μοναχός μου να δω τι συμβαίνει.
Όταν τους πλησίασα κατάλαβα γιατί συζητούσαν με τόσο πάθος. Στη μέση ο συνταξιδιώτης
μου, αυτός που θα πήγαινε να διαμαρτυρηθεί, διεύθυνε τη συζήτηση. Για να μην τα πολυλογώ, είχαν
πιάσει κουβέντα για το ποδόσφαιρο, ο αρχηγός του τραίνου, ο σταθμάρχης κι άλλοι. Ο
συνταξιδιώτης μου, φανατικός φίλαθλος κι αυτός, άλλο που δεν ήθελε. Ξέχασε και την βιασύνη του,
και μένα. Ξέχασε τα πάντα. Όλοι τους είχαν αφοσιωθεί στη συζήτηση κι είχαν ξεχάσει ακόμα και το
τραίνο, γιατί η Βραζιλία έπαιζε με την Παραγουάη σε προκριματικό αγώνα για το Παγκόσμιο
Κύπελλο.
Πλησίασα το σταθμάρχη και του έκανα παρατήρηση σ’ αυστηρό ύφος. Γέλασε και μου
απάντησε «Σιγά σιγά, η Βραζιλία είναι δικιά μας». Τότε του ζήτησα να μου φέρει το βιβλίο
παραπόνων και υποδείξεων. Πήγε και μου το έφερε τρέχοντας. «Νάτο, μου είπε. Μόνο που δεν έχει
μέρος για να γράψεις, ακόμα και τα περιθώρια του βιβλίου είναι συμπληρωμένα». Και το έλεγε με
τον πιο φυσικό τρόπο, σαν να περίμενε και συγχαρητήρια. Δεν βάσταξα, άρχισα κι εγώ τα γέλια
όπως κι οι άλλοι.
Από τότε αποφάσισα να μην διαμαρτυρηθώ πια για τέτοια πράγματα μα και για τίποτα άλλο.
Πάντως έβγαλε τη σφυρίχτρα του, και το τραίνο ξεκίνησε…
Δεν πιστεύω τώρα να περιμένετε σχόλια!...

You might also like