You are on page 1of 11

2η ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22

ΘΕΜΑ:

Αντιπαραβάλετε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται την ελευθερία της


βούλησης ο Αυγουστίνος και ο Ντεκάρτ, όπως αυτός αποτυπώνεται στις
θεωρήσεις τους για την ανθρώπινη φύση. Ειδικότερα, αναδείξτε: (α) πώς
εξηγούν, μέσω αυτής, την ανθρώπινη παρεκτροπή, (β) πώς συμβιβάζουν την
ανθρώπινη παρεκτροπή με την παναγαθότητα και την παντογνωσία του Θεού,
και (γ) πώς εννοούν την ιδιότυπη ελευθερία, την οποία αμφότεροι αποδίδουν
στη βούληση, ειδικά όταν αυτή είναι προσανατολισμένη στο αγαθό και την
αλήθεια.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εισαγωγή...............................................................................................................................2

1. AΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ.................................................................................................................3

1.Α.....................................................................................................................................4

1.Β.....................................................................................................................................4

1.Γ......................................................................................................................................5

2 . ΝΤΕΚΑΡΤ...........................................................................................................................6

2.Α.....................................................................................................................................6

2.Β.....................................................................................................................................7

2.Γ.....................................................................................................................................8

Επίλογος................................................................................................................................9

Βιβλιογραφία......................................................................................................................10

1
Εισαγωγή

Η ύπαρξη της ελεύθερης βούλησης των ανθρώπων, οι οποίοι είναι


‘πεπερασμένες’ δημιουργίες του Θεού, είναι απαραίτητη για να υπάρχει η
ανθρώπινη υπευθυνότητα για τις πράξεις και τις συνέπειες αυτών οπότε να είναι
δίκαια και αποδεκτή η αντίστοιχη τιμωρία ή ανταμοιβή.
Στη παρούσα εργασία θα αναφερθούμε αρχικά στη γενική φιλοσοφική
θεώρηση του Αυγουστίνου και του Ντεκάρτ και στη συνέχεια θα παρουσιάσουμε
τις αντιλήψεις τους για την ελευθερία της βούλησης και την ανθρώπινη
παρεκτροπή.
Στο πρώτο μέρος θα παρουσιάσουμε τις απόψεις του Αυγουστίνου και στο
δεύτερο μέρος του Καρτέσιου, εστιάζοντας ειδικότερα στο (Α) στην εξήγηση της
ανθρώπινης παρεκτροπής στο (Β) στην συμβατότητα της με την παναγαθότητα
και την παντογνωσία του Θεού και στο (Γ) θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε
πως εννοούν την ιδιότυπη ελευθερία που αποδίδουν στη βούληση.
Στον επίλογο θα γίνει μια προσπάθεια σύγκρισης των θεωρήσεων των δύο
διανοητών εντοπίζοντας τις διαφορές εξαγωγής πιθανών συμπερασμάτων.

1. AΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ.

2
H θεώρηση του Αυγουστίνου ξεκινάει από έναν υπερβατικό Θεό, προγενέστερο και
ανεξάρτητο από τον κόσμο, άχρονο, παντοδύναμο και πανάγαθο, οπότε να έχει αγαθή
βούληση και να μπορεί να την επιβάλει καθώς και παντογνώστη ώστε να κατέχει την
απόλυτη και αμετάβλητη αλήθεια και σοφία (Windelband και Heimsoeth, 1986:30,31).

Όντας πεπεισμένος για την ύπαρξη της αλήθειας τα ερωτηματικά του Αυγουστίνου
εστιάζονται στη διαδικασία απόκτησης καθώς και στα είδη της γνώσης τα οποία θεωρεί
ότι είναι τα παρακάτω τρία:

1/To κατώτερο που βασίζεται στις αισθήσεις και είναι αβέβαιο, ευμετάβλητο και
φθαρτό.

2/Το ανώτερο, των αμετάβλητων και αιωνίων ιδεών, που με τη νόηση ο άνθρωπος
γνωρίζει και του προσδίδουν σοφία, ιδέες που χαρακτηρίζονται από βεβαιότητα και
απουσία βούλησης και οδηγούν στη σοφία

3/Το ενδιάμεσο στο οποίο συνδυάζεται η νόηση μα τις αισθήσεις


(Αθανασόπουλος,2008:245).

Κατά τον Αυγουστίνο ο ψυχικός κόσμος διαθέτει τρεις ικανότητες: Να σχηματίζει


παραστάσεις, να διατυπώνει κρίσεις και τέλος την ανώτερη, τη βούληση που κυριαρχεί
στη γνωστική διαδικασία και τη θεωρεί «εσώτατη κινητήρια δύναμη του ανθρώπινου
όντος» (Windelband και Heimsoeth, 1986:38). Η ελευθερία της βούλησης δεν
προσδιορίζεται από γνωστικές διαδικασίες αλλά συντελεί στην απόκτησή της.

Ο ανθρωπος με τη χρήση της λογικής και των νοητικών ικανοτήτων του (που έχει λάβει
από τον Θεό) με εντατική και ειλικρινή προσπάθεια έχει την δυνατότητα να γνωρίσει την
αλήθεια, να πλησιάσει τον Θεό και την ευτυχία (Αθανασόπουλος,2008:243). Επίσης ο
Αυγουστίνος θεωρεί ότι για την απόκτηση της γνώσης η οποία στηρίζεται στην αποδοχή
και την συγκατάθεση μέσω της βούλησης απαραίτητη είναι και η πίστη (στην
αποκάλυψη)

(Windelband και Heimsoeth, 1986:31,33).

3
1.Α

Η ανθρώπινη παρεκτροπή στον Αυγουστίνο είναι ηθική. Θεωρώντας ότι η βούληση


αποτελείται από την ικανότητα να επιλέγουμε και την χρήση της δυνατότητας αυτής , οι
οποίες διαφοροποιούνται μεταξύ τους στον άνθρωπο ενώ στο Θεό ταυτίζονται.
Έχοντας την ελευθερία της βούλησης ο άνθρωπος μπορεί να επιλέξει το αγαθό αλλά
έχει την δυνατότητα επιλογής και του κακού, ενώ στον πανάγαθο Θεό υπάρχει μόνο η
επιλογή του αγαθού. Διαλέγοντας το καλό, στην ουσία επιλέγουμε το Θεό και την
αληθινή ευτυχία. Η επιλογή του κακού και της εφήμερης και φθαρτής ευτυχίας λόγω των
εξαρτήσεων από τις σαρκικές ηδονές είναι η δική μας κακιά χρήση- η παρεκτροπή- που
τελικά μας οδηγεί στην απώλεια της ελευθερίας αυτής και τελικά στην άρνηση του Θεού
(Αθανασόπουλος,2008:252).

Όπως εξηγεί ο Αυγουστίνος «η διεστραμμένη βούληση γεννά τις επιθυμίες για τα υλικά.
Η υποταγή στις επιθυμίες γεννά τη συνήθεια και η υποταγή άνευ όρων στη συνήθεια
γεννά την ανάγκη»(Άγιος Αυγουστίνος, 2013:22). Και συνεχίζει «Αυτή η διχασμένη
βούληση, που θέλει και δεν θέλει, είναι η αρρώστια της ψυχής που παραπαίει ανάμεσα
στην αλήθεια και την σαρκική συνήθεια. Η αλήθεια την ανορθώνει, δεν καταφέρνει όμως
να την κρατήσει ορθή, γιατί έχει βαρύνει από τη συνήθεια (Άγιος Αυγουστίνος, 2013:35).

1.Β.

Όπως αναλύσαμε παραπάνω η παρεκτροπή είναι η ανθρώπινη επιλογή του κακού,


είναι κακή χρήση της ελεύθερης βούλησης που μας έδωσε ο Θεός. Η επιλογή της σάρκας
αντί του πνεύματος είναι αποκλειστικά ανθρωπινά επιλογή. «Ο [πανάγαθος] Θεός […]
έπλασε τον άνθρωπο […] με μίαν αγαθήν βούλησιν […]. Ώστε η αγαθή θέλησις είναι
έργον του Θεού, εφόσον ο άνθρωπος την έλαβεν από τη στιγμή της πλάσεώς του» (Ιερός
Αυγουστίνος, 1954:62). Και συνεχίζει ο Αυγουστίνος «ήμουν όμως υπεύθυνος που η
σαρκική συνήθεια ήταν τόσο επίμονος αντίπαλος γιατι σ’ αυτή τη δυσάρεστη κατάσταση
είχα φτάσει αυτοβούλως»(Άγιος Αυγουστίνος, 2013:23).

Το κακό ως ανθρώπινο δημιούργημα ξεκινάει με το αμάρτημα των πρωτόπλαστων που


ενώ φτιάχτηκαν να μπορούν να διακρίνουν το καλό από το κακό και ήταν ευτυχείς και
χωρίς πάθη παρεκκλίναν από ‘τα έργα του Θεού’. Σύμφωνα με τον Αυγουστίνο το ότι

4
επέτρεψε το προπατορικό αμάρτημα ο Θεός δεν σημαίνει πως το προκάλεσε (Coleman,
2005:612).

Για να κατανοήσουμε το πώς συνάδει η ελεύθερη ανθρώπινη βούληση και η


παρεκτροπή με την παντογνωσία του Θεού ο Αυγουστίνος εξηγεί ότι οι άνθρωποι έχουν
χρονικότητα ενώ η φύση του Θεού είναι άχρονη. «Ο Θεός γνωρίζει από πριν, δεν
προκαλεί όμως την ανθρώπινη αμαρτία. Η πρόγνωση του Θεού έχει να κάνει με το
‘γεγονός’ ότι ο άνθρωπος θα επιλέξει να αμαρτήσει» (Coleman, 2005:613). Η γνώση του
Θεού, των μελλοντικών πράξεων κάθε ανθρώπου δεν είναι αντίθετη με το ότι οι πράξεις
αυτές είναι προϊόν την ελεύθερης ανθρώπινης βούλησης.

1.Γ.
Σύμφωνα με τον Αυγουστίνο οι συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος είναι ένας
ανθρώπινος κόσμος κατά βάση αμαρτωλός και κακός. «[…] [Τ]ο αυτεξούσιον είναι
πράγματι ελεύθερον όταν δεν είναι δούλον της αμαρτίας» (Ιερός Αυγουστίνος, 1954:63).
Ο άνθρωπος επειδή είναι υπεύθυνος για την απώλεια της ελεύθερης βούλησης που του
παρείχε ο Θεός δεν είναι δυνατόν μόνο με τις προσπάθειες τις δικές του να ‘σωθεί’, να
‘αποθεραπευθεί’, έχει ανάγκη τη θεϊκή παρέμβαση. Η σωτηρία της ψυχής μπορεί να
συντελεστεί μόνο με τη διαμεσολάβηση της Θείας Χάριτος (Άγιος Αυγουστίνος,
2013:36,42). Η λήψη της Θείας Χάρις δεν εξαρτάται από την ανθρώπινη βούληση, είναι
η αποκλειστική επιλογή του Θεού των ανθρώπων που θα σωθούν, χωρίς ούτε οι ίδιοι να
το γνωρίζουν. Η προκαθορισμένη αυτή επιλογή όμως, για να γίνει κατανοητή, πρέπει να
λαμβάνουμε υπόψη μας το ότι ο Θεός είναι άχρονος και την Θεία Χάρη δεν τη δίνει
εντός του ανθρώπινου χρόνου. Η αγάπη προς το Θεό προκαλεί τη Θεία Χάρη και μπορεί
να μας προστατεύσει από παρεκτροπές. Η πίστη στο Θεό, η συνεχής μας προσπάθεια,
συχνά με τη βοήθεια της εκκλησίας –μέσω της οποίας μεσολαβεί ο Θεός-μπορούν να μας
καταστήσουν κατάλληλους για την γνώση της πραγματικής αλήθειας
(Αθανασόπουλος,2008:247).

Η Θεϊκή παρέμβαση δεν έχει σκοπό την αφαίρεση της ελεύθερης ανθρώπινης
βούλησης αλλά τη σωτηρία του από την στρεβλή αίσθηση της ελευθερίας που για τον
αμαρτωλό είναι η τυφλή ακολουθία της θέλησής του (Coleman, 2005:613,614).

Οι Windelband και Heimsoeth (1986:35,36) υποστηρίζουν ότι «στη θεωρία του


Αυγουστίνου για τον προκαθορισμό του ανθρώπου […] η απόλυτη αιτιότητα του Θεού
συνθλίβει την ελέυθερη βούληση του ατόμου. [..] [Υ]ποχρεώνεται από τη φύση του να
αμαρτάνει ή από τη χάρη του Θεού να πράττει το αγαθό».

5
2 . ΝΤΕΚΑΡΤ

Χαρακτηριστικό της θεώρησης του Ντεκάρτ είναι το πέρασμα από το τελεολογικό στο
αιτιοκρατικό παράδειγμα. Θεμελιακό στοιχείο της θεώρησής του είναι η διάκριση
μεταξύ πνεύματος και υλικού κόσμου. Ο υλικός κόσμος όντας εκτατός και μετρήσιμος
μπορεί να μελετηθεί και υπάρχει η δυνατότητα βέβαιης γνώσης (Μολύβας, 2000:33).

Το μεθοδολογικό ερώτημα του Ντεκάρτ αφορά στο πως μπορούμε να γνωρίζουμε. Πως
η έννοια (σκέψη) και το πράγμα (αντικείμενο) θα ενοποιηθούν.

Το ανθρώπινο υποκείμενο πρέπει να αμφιβάλει για όλα και η ίδια αυτή αμφιβολία του
το οδηγεί στη βεβαιότητα της ύπαρξης λόγω της σκέψης. Ο Ντεκάρτ ανακάλυψε το
ενέργημα της σκέψης . Θεώρησε τη σκέψη ως υποκείμενο και προσπάθησε να
δημιουργήσει το δεσμό ανάμεσα στη σκέψη και στα αντικείμενα (πράγματα). Θεωρώντας
τη γνώση για τα πράγματα του εξωτερικού κόσμου αβέβαιη και δεδομένη τη πιθανότητα
τα αντικείμενα της σκέψης να είναι πλάνη θεωρούσε απαραίτητο το ερώτημα αν οι
ανθρώπινες σκέψεις αντιστοιχούν σε κάτι πραγματικό ή ο ανθρώπινος νους φαντάζεται
χωρίς αντικείμενο. Για το Ντεκάρτ η γνώση του εαυτού μας ως σκεπτόμενο υποκείμενο
προηγείται της γνώσης του εξωτερικού κόσμου (Μολύβας, 2000:34,35).

Η σκέψη αποτελείται από τον νου και τη βούληση. « Οι σκέψεις διαιρούνται σε τρία
είδη: α/τις ιδέες, β/τις βουλήσεις ή τα συναισθήματα γ/τις κρίσεις […]. Οι ιδέες
παράγονται από τον Νου, οι βουλήσεις και τα συναισθήματα από τη Βούληση […] [και] οι
κρίσεις από τον Νου και τη Βούληση μαζί» (Βανταράκης, 2009:237). Ο ανθρώπινος νους
διαθέτει την ικανότητα να γνωρίζει και είναι πεπερασμένος ενώ η βούληση είναι άπειρη
(Ντεκάρτ, 2009:135).

6
2.Α.

Στον άνθρωπο δόθηκε από τον πανάγαθο Θεό ο νους, ως το τέλειο εργαλείο, για
την κατάκτηση της αλήθειας. Ο νους, όταν ακολουθεί λογικούς κανόνες μας
οδηγεί στην πραγματική γνώση, στη δυνατότητα σύλληψης του κόσμου και στη
διατύπωση των σχετικών κρίσεων. Δόθηκε επίσης η ελευθερία της βούλησης, η
δυνατότητα κρίσης, άλλοτε ως συναίνεσης, κατάφασης ή άρνησης. Οι
ανθρώπινες κρίσεις μπορεί να είναι βέβαιες, αβέβαιες έως και αυθαίρετες.

Ο Ντεκάρτ θεωρεί ότι ο άνθρωπος είναι ανεξάρτητος και ελεύθερος στην


επιλογή του καλού ή του κακού (Βανταράκης, 2009:222). Βρίσκεται όμως συχνά
σε μια κατάσταση που ο Ντεκάρτ ονομάζει ‘αδιαφορίας’, που όλες οι δυνατές
επιλογές του φαντάζουν ισάξιες , έχοντας πλήρη ελευθερία επιλογής αλλά και
άγνοια του σωστού (Βανταράκης, 2009:209).

Οι πλάνες, σύμφωνα με τον Ντεκάρτ (2009:133) «εξαρτώνται από τη συνέργεια


δύο αιτιών, δηλαδή από την ικανότητα του γνωρίζειν […] και από την ικανότητα
του εκλέγειν, ή το αυτεξούσιο τουτέστιν από τον νου και τη βούληση μαζί». Η
παρεκτροπή είναι το αποτέλεσμα λανθασμένης σχέσης της νόησης και της
βούλησης και συμβαίνει όταν η βούληση δεν ακολουθεί τους λογικούς κανόνες
της νόησης και δεν περιορίζεται σε βέβαιες κρίσεις στηριγμένες σε σαφείς και
διακριτές ιδέες (Alesio, 2012:453). Για να αποφύγουμε την (γνωστική)
παρεκτροπή, ο Ντεκάρτ μας προτείνει την αποχή από αβέβαιες κρίσεις.

2.Β

Ό πανάγαθος Θεός μη θέλοντας να οδηγείται ο άνθρωπος σε πλάνη, του έδωσε


τη νοητική ικανότητα, την καταρχήν δυνατότητα να γνωρίζει την αλήθεια, τον
κόσμο. Η πλάνη, οι λανθασμένες κρίσεις, προκαλούνται από την ανθρώπινη
ελευθερία βούλησης, τη δυνατότητα αποδοχής ή μη της απόφασης του νού και
δεν αποτελούν συστατικό στοιχείο της ανθρώπινης φύσης που δημιούργησε ο
Θεός και στην οποία δώρισε την ικανότητα αντίληψης της αλήθειας. Η
7
παρεκτροπή προκύπτει από την εσφαλμένη ανθρώπινη χρήση της ελευθερίας της
βούλησης.(Cottingham, 2003: 244,245). Σύμφωνα με τον Ντεκάρτ (2012:125) «το
ότι υποπίπτουμε σε πλάνη είναι μια έλλειψη ως προς τον τρόπο που ενεργούμε,
όχι μια έλλειψη της φύσης μας». Η πλάνη θεωρείται ως ‘άρνηση’ του Θεού
(Ντεκάρτ, 2012:122).

Η ανθρώπινη παρεκτροπή δεν οφείλεται «στη φώτιση ή ικανότητα να


αναγνωρίζουμε, την οποία μας έχει χαρίσει ο Θεός» (Ντεκάρτ, 2012:121) δηλαδή
στο νου μας και στα περιορισμένα όρια του αλλά στην άπειρη βούληση. Η πλάνη
θεωρείται από τη μια, ως ένα ελάττωμα , αποτέλεσμα της πεπερασμένης
ικανότητας του ανθρώπου στην κρίση του αληθούς αλλά και συστατικό στοιχείο
της ανθρώπινης ελευθερίας που επιτρέπει στον άνθρωπο (και) να σφάλλει.

Τέλος, ο Ντεκάρτ όντας βέβαιος ότι ο Θεός με την παντοδυναμία του μπορούσε
να δημιουργήσει την ανθρώπινη φύση έτσι ώστε να μην πλανάται ποτέ και
γνωρίζοντας την ανθρώπινη αδυναμία κατανόησης όλων των αιτιών των Θεϊκών
πράξεων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αφού η επιλογή του Θεού είναι πάντοτε
η άριστη, καλώς ενυπάρχει στην ανθρώπινη φύση η ελευθερία βούλησης που
μπορεί να οδηγήσει στη πλάνη (Ντεκάρτ, 2009:132).

2.Γ

Σύμφωνα με τον Ντεκάρτ με σωστή χρήση της ελεύθερης βούλησης,


επιλέγοντας καθοδηγούμενοι είτε από σαφείς και διακριτές ιδέες είτε από το Θεό
καταλήγουμε πάντα στο αγαθό και στην αλήθεια. «[…]ούτε η θεία χάρη ούτε η
φυσική γνώση μειώνουν ποτέ την ελευθερία, αλλά την αυξάνουν μάλλον και την
ενδυναμώνουν» (Ντεκάρτ, 2009:136). Η ‘αδιαφορία’, στην οποία έχουμε ήδη
αναφερθεί, θεωρείται ένα είδος ‘ατελούς’ ελευθερίας που εμφανίζεται σε
καταστάσεις άγνοιας ενώ «όποτε αντιλαμβανόμαστε κάτι καθαρά αυθορμήτως
[…] δίνουμε την συγκατάθεσή μας και […] [δεν] μπορούμε να αμφιβάλλουμε με
κανέναν τρόπο αν είναι αληθινό» (Ντεκάρτ, 2012:130-131).

Η ιδιοτυπία της ελευθερίας στον Ντεκάρτ, συνίσταται στο ότι αυτή πλησιάζει
τον ανώτερο βαθμό της, όσο περισσότερο η βούληση καθορίζεται και εξαρτάται

8
από σαφείς και διακριτές ιδέες, και οδηγούμαστε αυθόρμητα, χωρίς δισταγμό
προς το αγαθό και την αλήθεια

Επίλογος

Συγκρίνοντας τις θεωρήσεις του Αυγουστίνου και του Ντεκάρτ για την ανθρώπινη
παρεκτροπή αντιλαμβανόμαστε ότι στον Αυγουστίνο πρόκειται για μια ηθική
παρεκτροπή ενώ στο Ντεκάρτ για μια γνωστική πλάνη, μια εκτροπή από τη
νοητική αλήθεια. Στον Αυγουστίνο όλα έχουν προαποφασιστεί από τον Θεό και η
πίστη είναι απαραίτητη για την απόκτηση έλλογης γνώσης και όπως υποστηρίζουν
οι Windelband και Heimsoeth (1986:38) «τελικός στόχος της βούλησης είναι να
σιγήσει, καθώς θα δέχεται με την επενέργεια της χάρης τη θεία αποκάλυψη – να
ηρεμήσει καθώς θα αντικρύσει την αλήθεια να έρχεται από ψηλά.»

Στην θεώρηση του Αυγουστίνου, η σωτηρία της ψυχής και η θεία χάρη κατέχουν
κεντρικό ρόλο ενώ απουσιάζουν από τη θεώρηση του Ντεκάρτ. Επίσης κατά τον
Αυγουστίνο είναι προαποφασισμένο το ποιοι θα σωθούν ενώ οι αμαρτωλοί
αποκλείονται από τη σωτηρία και θα συνεχίζουν να δέχονται τις συνέπειες του
προπατορικού αμαρτήματος (Coleman, 2005:613).

Ο Ντεκάρτ θεωρεί τόσο μεγαλύτερη την ελευθερία της βούλησης όσο


περισσότερο είναι καθορισμένη από σαφείς και διακριτές ιδέες.

9
Βιβλιογραφία

Άγιος Αυγουστίνος (2013), Εξομολογήσεις, μτφρ. Φ. Αμπατζοπούλου, τ. Β’, Αθήνα:


Πατάκης, σελ. 22-24 και 32-42.

Αθανασόπουλος, Κ. (2008), Η Φιλοσοφία στην Ευρώπη από τον 6ο έως τον 16ο αιώνα, τ.
Α’, Πάτρα: ΕΑΠ, σελ. 243-248, 252-253.

Alessio, F. (2012), Ιστορία της Νεότερης Φιλοσοφίας, μετφρ. Θυμιοπούλου Θ., Αθήνα:
Τραυλός, σελ. 453 και 455.

Βανταράκης, Ευ. (2009), «Εννοιολογικά σχόλια», στο Ντεκάρτ Ρ., Στοχασμοί Περί της
Πρώτης Φιλοσοφίας, μτφρ. Βανταράκης Ευ. Αθήνα: Ευμενείς Έλεγχοι, τα λήμματα
Αδιαφορία, Αυτεξούσιο, Βούληση, Σκέπτομαι, Σκέψη, σελ. 209-210, 222-223, 235-237.

Coleman, J. (2005), Ιστορία της Πολιτικής Σκέψης, τ. Α’, μετφρ. Χρηστίδης Γ., Αθήνα:
Κριτική, σελ. 612-614 και 622-623.

Cottingham, J. (2003), Φιλοσοφία της Επιστήμης, τ. Α’: Οι Ορθολογιστές, μετφρ. Τσούρτη


Σ., Αθήνα: Πολύτροπον, σελ. 243-249.

Ιερός Αυγουστίνος (1954), Η Πολιτεία του Θεού, Βιβλίο XIII-XVIII, μτφρ. Δαλέζιος Α.,
Αθήνα: Γραφείον Καλού Τύπου, σελ. 61-69.

Μολύβας, Γ. (2000), Η Εποχή του Διαφωτισμού (17ος-18ος αιώνας), τ. Β’, Πάτρα: ΕΑΠ, σελ.
33-36 και 90-94.

Ντεκάρτ, Ρ. (2009), Στοχασμοί Περί της Πρώτης Φιλοσοφίας, μτφρ. Βανταράκης Ευ.,
Αθήνα: Ευμενείς Έλεγχοι, σελ. 128-143.

Ντεκάρτ, Ρ. (2012), Οι Αρχές της Φιλοσοφίας, μετάφραση και σχολιασμός Γρηγοροπούλου


Β., Αθήνα: Εκκρεμές, σελ. 119-131.

Windelband, W. και Heimsoeth, H. (1986), Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, τ. Β’,


μτφρ. Σκουτερόπουλος Ν., Αθήνα: ΜΙΕΤ, σελ. 30-39.

10

You might also like