Professional Documents
Culture Documents
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ
Ν. ΡΟΥΔΟΜΕΤΩΦ
3
ΚΑΒΑΛΑ
ISBN 978-960-98001-0-5
4
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
***
Η πεισματική αναζήτηση δυσπρόσιτων και ελάχιστα γνωστών
πηγών της τοπικής μας ιστορίας, έφερε στο Ιστορικό & Λογοτεχνικό
Αρχείο Καβάλας έναν ογκώδη τόμο, στη Γαλλική γλώσσα, με τα πρακτικά
και τα πορίσματα της Διεθνούς Επιτροπής, η οποία είχε επιφορτισθεί με το
έργο της διεξαγωγής ανακρίσεων σχετικά με τις παραβιάσεις των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράχθηκαν από τα βουλγαρικά
στρατεύματα στην Ανατολική Μακεδονία κατά τη διάρκεια της κατοχής
(1916-18), του πρώτου παγκοσμίου πολέμου.
Τα ερευνηθέντα από την Επιτροπή συμβάντα έλαβαν χώρα όταν οι
Βούλγαροι ως σύμμαχοι των Γερμανών, κατέλαβαν αναίμακτα την
περιοχή της Ανατ. Μακεδονίας, χωρίς καν να υπάρχει κάποια εμπόλεμη
κατάσταση μεταξύ Ελλάδος και Βουλγαρίας, λόγω της πλήρους
ουδετερότητας που προσπαθούσε απεγνωσμένα να κρατήσει η
φιλοβασιλική κυβέρνηση των Αθηνών, καθώς βρέθηκε να πιέζεται
ασφυκτικά από την Αντάντ και από τους Γερμανούς των Κεντρικών
Αυτοκρατοριών για να παράσχει στρατιωτικές διευκολύνσεις, ή να
προσχωρήσει σε έναν από τους αντιπάλους σχηματισμούς.
Για πολλά χρόνια υπήρχε απλωμένος στις περιοχές μας ο απόηχος
μιας κατοχής, για την οποία η προφορική παράδοση διηγείτο ότι
συνέβησαν φοβερά γεγονότα, ενώ λίγα γραπτά στοιχεία υπήρχαν, κυρίως
αναμνήσεις παλιών συμπολιτών σε δημοσιεύματα τοπικών εφημερίδων 1.
Καθώς σε τοπικό επίπεδο εορτάζεται η απελευθέρωση της Καβάλας
ως συντελεσθείσα στις 26 Ιουνίου 1913, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά
στην εκ νέου δεύτερη βουλγαρική κατοχή στα 1916-18, η περίοδος αυτή
παρέμεινε ως ένα σκοτεινό κενό στη γνώση της τοπικής μας ιστορίας.
Μεγάλο ρόλο στην έλλειψη αναφορών, έπαιξαν τα τεράστιας εθνικής
σημασίας ιστορικά γεγονότα της περιόδου που ακολούθησε. Ο Εθνικός
Διχασμός, η Μικρασιατική εκστρατεία, η καταστροφή του Ελληνισμού
της Μικράς Ασίας, η έλευση πλέον του ενός εκατομμυρίου προσφύγων, η
επέκταση των Ελληνικών συνόρων μόλις μέχρι τον Έβρο, οι
αλλεπάλληλες δικτατορίες κλπ.
Όλα αυτά τα συνταρακτικά για την πατρίδα μας γεγονότα, έριξαν
βαριά τη σκιά τους στην καρδιά όλων των Ελλήνων και η Ιστορία της
πόλης μας, κατά την λεγόμενη δεύτερη βουλγαρική κατοχή στα 1916-18,
πέρασε σε δεύτερη μοίρα, καθώς επικαλύφθηκε από τον απέραντο πόνο
και την δυστυχία του τεράστιου αριθμού των ξεριζωμένων προσφύγων
που εγκαταστάθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής
Μακεδονίας.
1
Ιωάννης Πριμικίδης, εφημερίδα «Ταχυδρόμος» Καβάλας, φύλλα από 2 έως 17
Σεπτεμβρίου 1980.
5
Μια άλλη άγνωστη συνέπεια είναι το γεγονός ότι η σκληρότητα της
βουλγαρικής κατοχής των ετών 1916-18, συνετέλεσε αποφασιστικά ώστε
ένας σημαντικός αριθμός παλαιών οικογενειών της Καβάλας,
τρομοκρατημένων και αποδεκατισμένων, να μετοικήσει στην
Θεσσαλονίκη και στη Νότια Ελλάδα. Μεγάλες ομάδες Καβαλιωτών
εγκαταστάθηκαν στην Θεσσαλονίκη και στην ευρύτερη περιοχή της και
ακόμη μεγαλύτερες στην Αθήνα. Και στις δυο πόλεις υπάρχουν σήμερα
πολυάριθμες Καβαλιώτικες κοινότητες με τον τίτλο «Σύλλογος
Καβαλιωτών Αθηνών, ΟΙ ΦΙΛΙΠΠΟΙ», και «Σύλλογος Καβαλιωτών
Θεσσαλονίκης, ΟΙ ΦΙΛΙΠΠΟΙ»
Ισχυρή απόδειξη για τα παραπάνω, αποτελεί το γεγονός ότι στα
πρακτικά της Αντιπροσωπείας (Δημογεροντίας) της Καβάλας των ετών
1895-1908, αναφέρονται πολλά ονόματα διακεκριμένων οικογενειών της
πόλης, οι οποίες είχαν πολύ σημαντικά περιουσιακά στοιχεία και
πρωταγωνιστούσαν, τότε, στα κοινοτικά πράγματα 2. Πολλές από τις
οικογένειες αυτές εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα στο διάστημα 1918-1940,
επιλέγοντας έναν ασφαλέστερο τόπο διαβίωσης, μετά από τις εμπειρίες
της κατοχής 1916-18. Το ρεύμα φυγής των παλιών Καβαλιωτών
συνεχίστηκε και κατά την περίοδο της τρίτης βουλγαρικής κατοχής στα
1941-44, αλλά και μετά την απελευθέρωση, μέχρι τα 1960 περίπου,
ενισχύοντας με νέο αίμα τις Καβαλιώτικες κοινότητες των Αθηνών και της
Θεσσαλονίκης.
Οι λόγοι που επέβαλαν την παρούσα έκδοση ήταν η απομυθοποίηση
των γεγονότων, η θέση τους σε σωστή ιστορική βάση και αντικειμενική
πληροφόρηση. Η έρευνα της Διεθνούς Επιτροπής έχει όλα τα στοιχεία της
αντικειμενικότητας και της σοβαρότητας, ώστε να αποτελεί μια ισχυρή και
αδιάβλητη βάση για την μελέτη της τοπικής μας ιστορίας κατά την
περίοδο αυτή. Επιθυμούμε η έκδοση αυτή να αποτελέσει πηγή για τους
Έλληνες και ξένους ιστορικούς. Καθώς ανοίγονται νέοι ορίζοντες έρευνας,
διακρίνουμε στοιχεία που αξίζουν να ερευνηθούν πολύ περισσότερο.
Φαίνεται εξαιρετικά πιθανό να χαρακτηριστούν ως γενοκτονία εις βάρος
των ελληνικών πληθυσμών της Ανατ. Μακεδονίας, οι ομαδικές καταδίκες
σε θάνατο από ασιτία ολόκληρων πόλεων και οικισμών. Όπως επίσης να
χαρακτηριστούν ως παιδομάζωμα, οι απαγωγές μικρών παιδιών και η
κατακράτησή τους στη Βουλγαρία μετά από τη λήξη του πολέμου. Αξίζει
ακόμη να ερευνηθεί η τύχη των εγκληματιών που σύμφωνα με το πόρισμα
της Επιτροπής παραπέμπονταν να δικαστούν από διεθνές Δικαστήριο. Τα
στοιχεία που μπορέσαμε να συγκεντρώσουμε φανερώνουν την ανάγκη
πολύ εκτεταμένης έρευνας, που περιμένει τον ερευνητή της.
2
Νικολάου Ρουδομέτωφ, «Η Ελληνορθόδοξη Κοινότητα Καβάλας, από έναν Κώδικα των
ετών 1885-1908», Καβάλα 1998, σελ 117-121, ευρετηρίου παραρτήματος.
6
Αποφεύγοντας να κρίνουμε τα γεγονότα, πιστεύουμε ότι σε μια
ενωμένη Ευρώπη, οι δυο όμορες χώρες Ελλάδα και Βουλγαρία,
επιβάλλεται όχι μόνο να ζήσουν με ομόνοια και ειρήνη, αλλά και να
συνεργαστούν στενότερα και αποδοτικότερα προς το συμφέρον των δυο
λαών. Αυτή η κατεύθυνση είναι μονόδρομος και δεν πρέπει να υπάρχουν
γκρίζες ιστορικές ζώνες. Σύντομα θα έλθει η στιγμή κατά την οποία οι
ιστορικοί των δυο χωρών θα πρέπει να συμφωνήσουν στην από κοινού
έκδοση ιστορικών βιβλίων, με αμοιβαίες παραδοχές σφαλμάτων και
επιτευγμάτων και αντικειμενικές προσεγγίσεις των ιστορικών γεγονότων
της περιοχής. Η παρούσα έκδοση θα βοηθήσει αυτή τη προσπάθεια
προσέγγισης, καθώς αποτελεί μια ψύχραιμη και αντικειμενική παράθεση
γεγονότων από μια διεθνή επιτροπή, ενώ ταυτόχρονα φωτίζει άγνωστες
πτυχές της νεότερης ιστορίας της Ανατ. Μακεδονίας, γεγονός εξαιρετικά
χρήσιμο για τους Έλληνες ιστορικούς.
Υπόμνημα:
Στο πρωτότυπο γαλλικό κείμενο, που συντάχθηκε στα 1919, όλοι οι
οικισμοί αναφέρονται με την παλιά τους ονομασία. Κατά την
μετάφραση, σε αρκετές περιπτώσεις συχνής αναφοράς
ορισμένων οικισμών, προτιμήσαμε να παραθέσουμε τα ονόματα
των οικισμών με τη σημερινή τους ονομασία ώστε να
αποφεύγονται οι συνεχείς υποσημειώσεις.
1. Στο πρωτότυπο γαλλικό κείμενο, στις αναφορές των βιασμών υπάρχουν
πλήρη τα ονοματεπώνυμα των βιασθεισών γυναικών. Στην ελληνική με-
τάφραση παραλείψαμε τα επώνυμα για λόγους ευνόητους. Εξ’ άλλου οι
καταγγελθέντες βιασμοί ήταν ελάχιστο ποοσοστό των πραγματοποιηθέ-
ντων, οι οποίοι απεκρύπτοντο λόγω αιδούς των θύματων.
7
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
Εισαγωγή………………………………..……………….……..............»
11
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ. Γενική Έκθεση. Κατάσταση εκτοπισθέντων….......» 15
Συλλήψεις-Βασανιστήρια-Τρομοκρατία…………...………............... » 16
Αυθαίρετες επιτάξεις. ………..…………… . ……………..…....….. » 18
Αγγαρείες……………………………………………….……………..» 19
Ληστείες-εκβιασμοί-κλοπές-λεηλασίες…………………..……..….... » 20
Η λιμοκτονία……………..………………………………….…....…. » 23
Οι βιασμοί………………………………………………..................... » 28
Απαγωγές παιδιών………………………………………................... .» 30
Φόροι. Το καθεστώς και ο δημόσιος βίος……………………..….. ....» 31
Καταστροφές…………………………………....................................» 32
Εκτοπίσεις…………………………………………….....…...............» 33
Οι Μουσουλμάνοι. Συνολικό αποτέλεσμα της κατοχής……………..» 39
Συμπέρασμα…………………………………………........................» 41
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ. Έγγραφα-μαρτυρίες-Συνημμένα έγγραφα……..» 45
Λεπτομερής περιγραφή της κάθε περιοχής συνοδευόμενη από
σχετικές καταθέσεις και δικαιολογητικά
8
Η ΠΟΛΗ ΚΑΙ Η ΥΠΑΙΘΡΟΣ ΤΗΣ ΔΡΑΜΑΣ………………….....……»
79
Vouvlits (Πύργοι)…………………...………………...……………...»
86
9
Mousga (Κουδούνια), Balaban (Τραχώνι) ……………………........» 110
Bellian (Σίλλη), Bellontitza (Λευκόγεια) ……………......................» 111
Berista (Πτωχιά Πλατανιά), Blatsen (Αχλαδιά)…….……………....» 112
Boriani (Άγιος Αθανάσιος)
Boriani (Άγιος Αθανάσιος μουσουλμάνοι)……………………........» 113
Bouka (Παρανέστι), Bounar-bachi (Κεφαλάρι)……………..…...…» 114
Boudjiak (Κοκκινόγεια), Boutin (Αχλαδέα)…………………...…...» 115
Nousratli (Νικηφόρος), Dismikli (Πηγάδια)………………...…...…» 116
Doualar (Μαρμαριά)
Dobroussoul (Ξυλοκόπος Μακρυπλαγιάς)………………………….» 117
Ormanli (Πολύκαρπο Μακρυπλαγιάς)…………………………...…» 118
Pastrova (Καλλίκρονο Παρανεστίου), Perofi (Αγ. Πέτρος Βώλακα)» 119
Sipsia (Ταξιάρχης), Tsamoritsa ………..……………………..….....» 120
Kranista (Δενδράκια), Toufal (Αετοί Λιβαδερού)………….......….» 121
Roussovon (Ανθοχώρι), Plevna (Πετρούσα)………………….…….» 122
Ravika (Καλλίφυτο), Rakista (Κατάχλωρο)……………..….............» 123
Revenia (Μικροπλαγιά), Sintrovo (Μεσσοβούνι)………….…....….» 124
Simouli, Startsista (Περιθώρι)…..………………...…………….......» 125
Terlis (Βαθύτοπος), Tzoura (Πρασινάδα)......................................…» 126
Tiklova (Καστανιές Μακρυπλαγιάς), Tihota (συν.Παρανεστίου)…..» 127
Giourentzik (Γρανίτης), Tseressevo (Θησαυρός)……….……..........» 128
Tsilekler (Χαμοκερασιά), Hamidieh (Λειβαδική Ξάνθης)……...…..» 129
Ηassapli (Υψηλό), Holevan (Aμισιανό), Hotzialar (Μακρυπλαγιά)..» 130
Hotzilar-Houssein-Kioi (Ιωνικό Ξάνθης), Οurgantzi (συν.Κυργίων)» 131
Hametli (Αγάπη Κυργίων),
Boschinos (Καλαμώνας Αγίου Αθανασίου)……………………...…» 132
Karatsali (Μαυρόβατος), Εftelia (Φτελιά)………………….............» 133
Vodovista (Καλαμπάκι), Rappes (Δρεπάνι)……..………….…...….» 134
Νέον Καλαπόδιον, Tschali Tchiflik (Αργυρούπολη Καβάλα)…...…» 135
Δράμα-η πόλη, Πρωτόκολλο Επιτροπής………………...…...…......» 137
Μαρτυρικές καταθέσεις παθόντων και μαρτύρων ενώπιον της
Διεθνούς επιτροπής ερεύνης………………………………….…….» 138
Αναφορά του Μιχαήλ Φέσσα, Δημάρχου Δράμας……………...…..» 140
Πρακτικό εξέτασης του μάρτυρα Λάμπρου Καραμερτσάνη για το
θέμα των βουλγαρικών ωμοτήτων στην Ανατολική Μακεδονία....» 149
Αναφορά του Γεώργιου Κοτρότσου, βοηθού Ταχυδρομείων και
Τηλεγραφείων Δράμας προς το υπουργείο των Συγκοινωνιών….…» 180
Απόσπασμα αναφοράς του υπαλλήλου του Ταχυδρομείου Αθανάσιου
Λαμπρίδη, εκτελούντος χρέη διευθυντή των Ταχυδρομείων και Τηλε-
γραφείων της Προσοτσάνης……………………………......…….…» 182
Αναφορά για την παραμονή μου στη Βουλγαρία…………………...» 185
Πίνακες καταγραφέντων ζημιων κατά οικισμό.
Choroslou (Καστανίτης Ξάνθης)……………………………….…...» 191
10
Doxato (Δοξάτο). Αποτελέσματα επιτόπιας έρευνας …..………..…» 192
Αφήγηση παθημάτων των κατοίκων της κωμόπολης Δοξάτου….....» 194
Edirnedjik (Αδριανή)……………………………………...…......….» 205
Jenikioi (Σταυρούπολη)………………….…...……………………..» 207
Kalovadjik (Δεξαμενή Ξάνθης)…...………………..………....…….» 221
Kozloutsa (Καρυόφυτο Ξάνθης)…………………………….……...» 223
Mamatli (Δαφνώνας Ξάνθης)………………….……………...….…» 225
Margariti (Μαργαρίτη)……………. …………………...…….….....» 227
Prositchani (Προσοτσάνη)……………...………………….…….…» 228
Sarnitz (Κρωμνικό Ξάνθης)………………………...…….….......…» 237
Τyrnovo (Κάτω Νευροκόπι)………………………...…………..….» 238
Tchataldja (Χωριστή)…………………………...……….….....…...» 240
Πρακτικό………………………………………………….…....…...» 241
Vissotchani (Ξηροπόταμος)…………………………..………...….» 246
Πρωτόκολλο………………………………...……………....…...…» 250
Πρωτόκολλο…………………………………...…………...……....» 251
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ. Κύρια ονόματα στην ελληνική……………...…….…» 255
Κύρια ονόματα στη γαλλική…………………………………………» 267
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
11
αντιπρόσωπο και αυτοί οι αντιπρόσωποι, σε συνεργασία με τον
αντιπρόσωπο της ελληνικής Κυβέρνησης, αποτέλεσαν την Διασυμμαχική
Ανακριτική Επιτροπή.
Ο κ. Αιμέ Κουϋπέρ, γενικός πρόξενος του Βελγίου στη Θεσσαλονίκη,
ορίσθηκε αντιπρόσωπος του Βελγίου. Ο κ. Ζωρζ Ντυτίλ, υπολοχαγός του
176ου συντάγματος Πεζικού, της Γαλλίας. Ο κ. Ρέτζιναλντ Στρόλογκο,
λοχαγός του 2ου τάγματος των Τυφεκιοφόρων του Νορθάμπερλαντ, της Μ.
Βρετανίας. Ο κ. Γκιβουάν Ράμπιτς, ταγματάρχης του ιππικού, της Σερβίας.
Και ο κ. Κωνσταντίνος Βασιλείου, καθηγητής του Πανεπιστημίου των
Αθηνών, της Ελλάδας.
Στις 7 Ιανουαρίου του 1919, η ελληνική Κυβέρνηση δημοσίευσε στην
επίσημη Εφημερίδα της Κυβέρνησης ένα νόμο τον οποίο ψήφισε η Βουλή
με σκοπό να παραχωρήσει στην Επιτροπή τη δικαστική εξουσία που της
ήταν απαραίτητη, μαζί με την απαραίτητη κατοχύρωση ώστε να μπορέσει
να λειτουργήσει.
Στις 27 Ιανουαρίου 1919, οι αντιπρόσωποι συναντήθηκαν στην Αθήνα.
Ο κ. Κωνσταντίνος Βασιλείου εξελέγη πρόεδρος της Επιτροπής. Ο κ. Ζ.
Ντυτίλ, γενικός εισηγητής. Ο κ. Ζαν Ντ. Καλουτά ορίσθηκε γενικός
γραμματέας και ο κ. Ανδρέας Βασιλείου διερμηνέας. Η Επιτροπή
αποφάσισε επιπροσθέτως να συμπεριλάβει ως βοηθητικό προσωπικό
άτομα αποδεδειγμένης ικανότητας και εντιμότητας, κατά προτίμηση
Έλληνες ανώτερους αξιωματούχους που γνώριζαν τη γαλλική γλώσσα.
Στις 11 Φεβρουαρίου, η Επιτροπή, μαζί με τα βοηθητικά μέλη,
συγκεντρώθηκε στην Καβάλα και οι εργασίες της ξεκίνησαν την επομένη,
για να συνεχιστούν, χωρίς διακοπή, μέχρι την 21 η Απριλίου.
Τις πρώτες μέρες, ενώ η Επιτροπή επισκεπτόταν τους δύστυχους
ομήρους που επέστρεφαν από τη Βουλγαρία σε κατάσταση απερίγραπτης
εξαθλίωσης, οι κ.κ. Βασιλείου, πρόεδρος της Επιτροπής, Κουιπέρ,
αντιπρόσωπος του Βελγίου και Σκουλούδης, εισαγγελέας, γραμματέας του
γενικού εισηγητή, προσεβλήθησαν από εξανθηματικό τύφο. Οι κ.κ.
Βασιλείου και Σκουλούδης ασθένησαν την 19 η Φεβρουαρίου και
υπέκυψαν τελικά στην τρομερή ασθένεια που τους προσέβαλε κατά την
εκπλήρωση του καθήκοντος. Ο κ. Σκουλούδης απεβίωσε την 2 α Μαρτίου
1919, ο κ. Βασιλείου την επομένη, 3 Μαρτίου. Ο κ. Κουιπέρ κατάφερε
ευτυχώς να διαφύγει τον κίνδυνο και ανάρρωσε μετά από μερικές
εβδομάδες θεραπείας.
Ο κ. Εμμανουήλ Τσιριμωνάκης, πρόεδρος του πολιτικού δικαστηρίου
των Σερρών, ορίσθηκε αντικαταστάτης του αποθανόντα Βασιλείου και ο
κ. Μ. Στεφανίτσης, εισαγγελέας, διαδέχθηκε τον Σκουλούδη, ως
γραμματέας του γενικού εισηγητή.
Την 11η Μαρτίου 1919, ο κ. Τσιριμωνάκης συναντήθηκε με την
Επιτροπή στη Δράμα. Κατά τη διάρκεια της συνέλευσης που
πραγματοποιήθηκε την ίδια μέρα, η Επιτροπή αποφάσισε ότι, προκειμένου
12
να αποδοθούν οι τελικές τιμές στη μνήμη του Κ. Βασιλείου, του οποίου η
απώλεια υπήρξε ιδιαίτερα σκληρή, η θέση του προέδρου θα παρέμενε
κενή, αλλά τα καθήκοντά του θα εκπλήρωνε ένας αντιπρόεδρος και ως
τέτοιο η Επιτροπή εξέλεξε τον κ. Τσιριμωνάκη, αντιπρόσωπο της
ελληνικής Κυβέρνησης.
Την 6η Απριλίου 1919, η Επιτροπή είχε ολοκληρώσει την έρευνά της και
επέστρεψε στην Αθήνα. Την 16η Απριλίου, ο γενικός εισηγητής υπέβαλε
το σχέδιο αναφοράς, το οποίο, μετά από εξέταση και ανταλλαγή
παρατηρήσεων, εγκρίθηκε οριστικά, πήρε την τελική του μορφή και
υπογράφηκε την 21η Απριλίου 1919. Την ίδια μέρα, αφού τα διάφορα
έγγραφα ταξινομήθηκαν εν όψει της μελλοντικής δημοσίευσής τους, η
Επιτροπή ενημέρωσε την ελληνική Κυβέρνηση ότι οι εργασίες της είχαν
περατωθεί.
Η διασυμμαχική Επιτροπή περιήλθε την Ανατ. Μακεδονία στο βαθμό
που το επέτρεψαν τα μέσα επικοινωνίας και η κατάσταση του οδικού
δικτύου. Επισκέφθηκε διαδοχικά όλους τους νομούς που αποτελούν τη
συγκεκριμένη περιοχή και έλεγξε επιτοπίως, στο μέτρο του δυνατού, όλες
τις καταγγελίες γενικής φύσεως που είχαν τεθεί υπόψη της.
Ο αριθμός των μαρτύρων που κατέθεσαν είναι υψηλός. Οι ανακρίσεις
πραγματοποιήθηκαν με τη διαρκή φροντίδα να αποκαλυφθεί η αλήθεια, με
τη μεγαλύτερη δυνατή επιφύλαξη για το ενδεχόμενο μεροληπτικών
καταθέσεων, ηθελημένων ή αθέλητων λαθών, υπερβολών,
παραμορφώσεων ή αυταπάτης.
Μερικές καταθέσεις απορρίφθηκαν υποχρεωτικά διότι υπήρχε αισθητή
έλλειψη ειλικρίνειας ή αληθοφάνειας και η Επιτροπή δεν έκανε αποδεκτά
παρά μόνον τα στοιχεία που της φάνηκαν σοβαρά θεμελιωμένα. Όσο της
ήταν δυνατό, πάντοτε έκανε έλεγχο των πληροφοριών που προέρχονταν
από τις διοικητικές και κοινοτικές Αρχές και ανέφερε με επιφύλαξη όσες
δεν κατάφερε να ελέγξει η ίδια.
Σε μια χώρα όπου ο πληθυσμός αποτελείται από θρησκευτικές
κοινότητες, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να ρωτήσει τους διάφορους
επικεφαλείς των ορθόδοξων, μουσουλμανικών και εβραϊκών κοινοτήτων.
Η Επιτροπή δεν αρκέσθηκε σε αόριστες και αποκλειστικά αριθμητικές
πληροφορίες όσον αφορά τους θανάτους και τις εκτοπίσεις. Απαίτησε και
επέτυχε τις περισσότερες φορές, με τη συνεργασία των ανώτερων
αξιωματούχων και γραμματέων που βοήθησαν το έργο της, τη σύνταξη
ονομαστικών καταλόγων που εξασφάλιζαν τη δυνατότητα ελέγχου.
Η κατοχή επιβλήθηκε σε 439 τοπικές κοινότητες. Οι δυσχέρειες στην
επικοινωνία δεν επέτρεψαν την εξέταση παρά μόνο σε 339 από αυτές.
13
πούμε καθαρά, με τη συνενοχή μιας Κυβέρνησης με την οποία οι
διπλωματικές σχέσεις δεν είχαν ούτε καν διακοπεί. Αυτή η προσωρινή και
φιλική κατοχή, δήλωνε η Κυβέρνηση της Σόφιας, δεν ήταν του είδους που
θα μετέβαλλε τις σχέσεις των δύο εθνών.
Θα μπορούσε λοιπόν να πιστέψει κανείς, κατ’ αρχήν, ότι οι παραβιάσεις
των ανθρώπινων δικαιωμάτων για τις οποίες κατηγορήθηκε ο βουλγαρικός
στρατός διαπράχθηκαν μετά τον Ιούνιο του 1917, όταν η Ελλάδα κήρυξε
τον πόλεμο στον προαιώνιο εχθρό της. Θα ήταν σοβαρότατο λάθος και
ολοκληρωτική παράβλεψη της υποκρισίας και της οπισθοβουλίας της
Βουλγαρίας.
Εισδύοντας στην Ανατ. Μακεδονία η Κυβέρνηση της Σόφιας ήταν
πεπεισμένη ότι αυτή η περιοχή, την οποία εποφθαλμιούσε από πολύ παλιά,
θα παρέμενε βουλγαρικό έδαφος και το μόνο που την απασχολούσε ήταν
να νοθεύσει την εθνολογία της. Θα εξετάσουμε διεξοδικά τα μέτρα που
έλαβε και τα μέσα που χρησιμοποίησε για να επιτύχει τους σκοπούς της,
αλλά από τώρα και στο εξής διαπιστώνουμε ότι η κατοχή υπήρξε από τις
πρώτες μέρες απάνθρωπη, βάρβαρη και καταστροφική. Μετά την κήρυξη
του πολέμου (Ιούνιος 1917), επιδεινώθηκε με μαζικούς εκτοπισμούς. Αυτή
είναι η μόνη διαφορά ανάμεσα στις δυο περιόδους. Η αναφορά μας δεν θα
κάνει, λοιπόν, διάκριση και θα ασχοληθεί με τη συνολική διάρκεια της
κατοχικής περιόδου.
14
15
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
***
ΓΕΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ – ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΚΤΟΠΙΣΘΕΝΤΩΝ
ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
***
Η αναγγελία της βουλγαρικής εισβολής, τον Μάιο του 1916, προκάλεσε
πανικό στον ορθόδοξο πληθυσμό, αλλά οι διοικητικές και στρατιωτικές
αρχές τον ηρέμησαν και σταμάτησαν την αναχώρηση των κατοίκων με
καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις. Εντούτοις, πολλές χιλιάδες Ελλήνων
πέρασαν τον Στρυμόνα ή κατέφυγαν στην Καβάλα, πράγμα έξυπνο εκ
μέρους τους.
Αμέσως μετά την αναχώρηση της χωροφυλακής και του ελληνικού
στρατού, ο Βούλγαρος διοικητής αποκάλυψε τις προθέσεις του και η
περιοχή αντιμετωπίσθηκε όχι ως φιλικό αλλά ως κατακτημένο έδαφος. Το
παλιό φυλετικό μίσος και οι βλέψεις τις οποίες είχαν τόσο προσεκτικά
αποκρύψει, εκδηλώθηκαν φανερά και ένα καθεστώς καταπίεσης δεν
άργησε να βαρύνει στους ώμους των κατοίκων.
Η 7ο μεραρχία, υπό την διοίκηση του στρατηγού Ρούσσεφ, κατείχε την
περιοχή των Σερρών.
Η 10η μεραρχία, υπό την διοίκηση του στρατηγού Μπουλμόφ, κατείχε
τον νομό Δράμας (διοικητικό διαμέρισμα Μπέλο Μόρσκα).
Κατόπιν, ο στρατηγός Τάνεφ, εγκατεστημένος στη Δράμα, ορίσθηκε
στρατιωτικός διοικητής της περιοχής.
Ο Κομιτατζής Πάνιτσα τοποθετήθηκε στην Δράμα, διευθυντής
ασφαλείας. Ο Κομιτατζής Χαράλαμπος Πανμπούκωφ ασκούσε τα ίδια
καθήκοντα στις Σέρρες.
Είναι επιβεβαιωμένο ότι οι κομιτατζήδες δρούσαν παράλληλα με τον
τακτικό στρατό. Δεν είχαν απλώς την ανοχή αλλά και την αναγνώριση της
διοίκησης, για λογαριασμό της οποίας ασκούσαν την αστυνόμευση και την
αντικατασκοπία.
Αξιωματικοί της 58ης οθωμανικής μεραρχίας έκαναν την εμφάνισή
τους για κάποιο διάστημα μηνών, αλλά ο ρόλος τους στην κατοχή υπήρξε
δευτερεύων. Ο Βούλγαρος διοικητής ήταν αυτός που ασκούσε την
ανώτατη διοίκηση της περιοχής, που είχε στα χέρια του τη διαχείριση και
την διακυβέρνηση. Οι Τούρκοι έπαιζαν ρόλο κομπάρσου. Εντούτοις είναι
βέβαιο ότι στην περιοχή του Παγγαίου φέρουν μεγάλο μέρος της ευθύνης
για τα εγκλήματα που ερήμωσαν τη συγκεκριμένη περιφέρεια.
***
16
ΣΥΛΛΗΨΕΙΣ
ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΑ
ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ
4
Σημείωση του επιμελητή : Όπως αποδείχτηκε αργότερα, ένα βράδυ τον πήραν από την
καπναποθήκη του Αμυγδαλεώνα όπου ήταν φυλακισμένος και τον οδήγησαν σε ένα
χαντάκι δίπλα στο χωριό Δάτο, όπου τον σκότωσαν και τον έθαψαν. Τη σκηνή της
εκτέλεσης την παρακολουθούσε ένας νεαρός βοσκός Οθωμανός, ο οποίος μετά την
απελευθέρωση αποκάλυψε στους Έλληνες τον τόπο της ταφής.
17
στο στήθος τους. Τα παιδιά έπαθαν αιμόπτυση και πέθαναν και τα δύο,
δυο-τρεις εβδομάδες μετά την ανάκρισή τους.
Στη Βισσοτσάνη 5, βρήκαν σε ένα πηγάδι κοντά στο χωριό τα
αποσυντεθειμένα πτώματα εννέα ανθρώπων, εκ των οποίων
αναγνωρίσθηκε αυτό του Καραγιάννη από την Προσοτσάνη, πλούσιου
καπνέμπορου, ο οποίος είχε φυλακισθεί και από τον οποίο είχαν
αποσπάσει με εκβιασμό σημαντικά χρηματικά ποσά.
Στις Σέρρες, ο μάρτυς Νικόλαος Νικολαίδης βασανίστηκε, παρουσία
ενός αξιωματικού και πολλών στρατιωτών, από έναν υπαξιωματικό, ο
οποίος του έχωνε κομμάτια ξύλου ανάμεσα στη σάρκα και τα νύχια των
χεριών.
Στις Σέρρες, τέσσερεις χωρικοί που παραβίασαν τους κανονισμούς
σχετικά με την κυκλοφορία, κρεμάστηκαν ανάποδα από ένα σιδερένιο
στύλο και ραβδίστηκαν μέχρι θανάτου. Ο λοχαγός Γκεοργκίεφ και ο
ακόλουθός του υπολοχαγός Συμεόνωφ παρέστησαν στην εκτέλεση.
Η ίδια μεταχείριση εφαρμόστηκε κατ’ επανάληψη στις περιφέρειες του
Πραβίου και των Σερρών.
Στο Παλαιοχώρι, ο μάρτυς Ηλίας Πετρομαντίλης, ξαπλωμένος
ανάσκελα, ραβδίστηκε στα πόδια που του τα είχαν ανασηκώσει λίγο.
Η παράδοση και η αναζήτηση κρυμμένων όπλων, μαζί με την κατηγορία
της κατασκοπείας, υπήρξαν προσχήματα για φυλακίσεις, ξυλοδαρμούς,
κτηνώδη μεταχείριση και φόνους.
Επιπροσθέτως, αρκετοί Έλληνες φυλακίσθηκαν στην Βουλγαρία, λόγω
των πολιτικών τους φρονημάτων.
Όλες αυτές οι πράξεις, που διαπράχθηκαν από τον τακτικό στρατό και
τους κομιτατζήδες, γέννησαν τον τρόμο. Η κατάσταση επιδεινώθηκε
εξαιτίας ορισμένων φανατικών μουσουλμάνων που, ενθαρρυμένοι από τις
περιστάσεις, επιδόθηκαν, αυτοβούλως, σε διωγμούς εναντίον των
ορθοδόξων, κυρίως στην περιοχή του Παγγαίου και της Δράμας.
Ο τρομοκρατημένος πληθυσμός αδυνατούσε να φροντίσει για την
ασφάλειά του, εξαιτίας διοικητικών μέτρων που περιόριζαν την ελευθερία
του. Απαγορευόταν η κυκλοφορία από το ένα χωριό στο άλλο. Μόλις
σκοτείνιαζε, απαγορευόταν η έξοδος από το σπίτι, για οποιοδήποτε λόγο.
Απαγορευόταν ακόμα και ο παραμικρός φωτισμός. Κάθε παραβίαση
αυτών των διατάξεων τιμωρείτο με φυλακή και ξυλοδαρμό, σε τέτοιο
σημείο που οι γείτονες να παραμένουν κουφοί στις κραυγές του πόνου και
τις εκκλήσεις για βοήθεια όσων κατοίκων συλλαμβάνονταν, κλέβονταν ή
και δολοφονούνταν κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Εξαιτίας αυτού προέκυψε μια γενική ανασφάλεια, καταστροφική για την
επαρχία. Οι κλοπές, οι λεηλασίες, οι φόνοι, οι απαγωγές ανθρώπων
πολλαπλασιάστηκαν. Πολλές εκατοντάδες άτομα πέθαναν από βίαιο
5
σημερινός οικισμός Ξηροπόταμος Δράμας.
18
θάνατο ή εξαφανίστηκαν. Το μοναστήρι της Εικοσιφοίνισσας έπεσε θύμα
επίθεσης και λεηλατήθηκε από μια οπλισμένη συμμορία. Οι καλλιτεχνικοί
και αρχαιολογικοί του θησαυροί εξαφανίστηκαν μαζί με κάθε άλλο
πολύτιμο αντικείμενο.
Στον Ιντζέ6, στην Τσελέπλιανη7, στη Ράχοβα8 κ.λ.π. πολλοί άνθρωποι
δολοφονήθηκαν.
Κάθε διαμαρτυρία κατέληγε συνήθως στη βίαιη αποπομπή του
διαμαρτυρόμενου.
***
ΑΥΘΑΙΡΕΤΕΣ ΕΠΙΤΑΞΕΙΣ
Σ’ αυτές τις διώξεις και την ηθελημένη αταξία, σ’ αυτούς τους σοβαρούς
και αδικαιολόγητους περιορισμούς της ελευθερίας, ήρθαν να προστεθούν
και άλλα μέτρα που καταργούσαν τα ατομικά δικαιώματα, καταδικαστέα
σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες.
Πρώτη φροντίδα της βουλγαρικής διοίκησης ήταν να βάλει χέρι σε όλη
την αγροτική παραγωγή της επαρχίας. Τα δημητριακά, αθέριστα ακόμη ή
αποθηκευμένα, οι πολιτικές ή στρατιωτικές προμήθειες, ακόμα και οι
ιδιωτικές, επιτάχθηκαν, ή, για να το πούμε σωστά, κατασχέθηκαν. Απ’
άκρου εις άκρον της περιοχής, είτε επρόκειτο για μεγάλους οικισμούς είτε
για μικρά χωριουδάκια, είτε για τσιφλίκια, τα πάντα παραδόθηκαν και ο
πληθυσμός δεν κράτησε για δικές του προμήθειες παρά μόνο μια μικρή
ποσότητα σιτηρών. Επρόκειτο για καθαρή ιδιοποίηση που κατά κανόνα
δεν συνοδευόταν από την παραμικρή γραπτή απόδειξη.
Όσον αφορά σπίτια και καταστήματα των οποίων οι ιδιοκτήτες είχαν
εγκαταλείψει την περιοχή, η βουλγαρική διοίκηση εφάρμοσε τον κανόνα
του res nullius, ο οποίος τα μετέτρεπε σε «βουλγαρική ιδιοκτησία».
Ό,τι συνέβη με τις σοδειές συνέβη και με την κτηνοτροφική παραγωγή.
Η βουλγαρική διοίκηση επέταξε όλα τα μεταφορικά ζώα και δεν τα
επέστρεψε ποτέ, ενώ, καθ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής, έκανε εκτεταμένη
και δωρεάν εκμετάλλευση της κτηνοτροφικής παραγωγής της περιοχής,
που ήταν σημαντική. Όταν οι Βούλγαροι αποσύρθηκαν, πήραν μαζί τους
όσα ζώα κατά τη βιαστική τους αναχώρηση μπόρεσαν να μεταφέρουν.
Η αντικατάσταση των κοπαδιών και, κυρίως, των ζώων άροσης είναι ένα
πρόβλημα που η λύση του επείγει και απασχολεί την ελληνική
κυβέρνηση.
6
σημερινός οικισμός Παράδεισος Καβάλας
7
σημερινός οικισμός Ηλιούπολη Σερρών
8
σημερινός οικισμός Μεσοράχη Σερρών
19
ΑΓΓΑΡΕΙΕΣ
Και πριν και μετά την κήρυξη του πολέμου της Ελλάδας εναντίον της
Βουλγαρίας, ο πληθυσμός υποχρεώθηκε σε καταναγκαστικά έργα, που
αποτελούν παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Η Επιτροπή διέτρεξε επαρκώς την περιοχή την οποία ερευνούσε, ώστε
να αντιληφθεί την ακριβή έκταση και τη φύση των έργων που
εκτελέστηκαν κατά διαταγή της βουλγαρικής διοίκησης. Η εξέταση την
οποία πραγματοποίησε, επιβεβαιώνει την αξιοπιστία των εκατοντάδων
μαρτυριών που όλες συμφωνούν μεταξύ τους.
Από το οχυρό Ρούπελ μέχρι την εκβολή του Στρυμόνα υπήρχαν
πολυάριθμα οχυρωματικά έργα που κλιμακώνονται σε βάθος. Ήταν το
κύριο μέτωπο. Από την εκβολή του Στρυμόνα μέχρι τον ποταμό Νέστο ο
φόβος μιας επίθεσης από τη θάλασσα ώθησε το Βούλγαρο διοικητή να
κατασκευάσει μια αμυντική γραμμή σχεδόν συνεχή, συχνά κάτω από
δύσκολες συνθήκες, λόγω των συνθηκών του εδάφους. Ορεινοί δρόμοι και
μονοπάτια εξυπηρετούν αυτές τις προσωρινές οχυρώσεις και η κατασκευή
όλων αυτών των έργων στρατηγικής σημασίας απαίτησε έναν μεγάλο
αριθμό εργατικού δυναμικού. Στο μεγαλύτερο μέρος του αυτό προήλθε
από τους απλούς πολίτες της περιοχής, κάτω από συνθήκες που
προκαλούν αγανάκτηση.
Είναι παραδεκτό ότι ο πληθυσμός μιας περιοχής υπό κατοχή δεν θα
μπορούσε να εξαναγκασθεί σε προσφορά δωρεάν εργασίας, κατά μείζονα
λόγο όταν επρόκειτο για στρατιωτικά έργα. Αλλά η παραβίαση αυτής της
αρχής φαίνεται ασήμαντη μπροστά στις συνθήκες που επιβλήθηκαν κατά
τη διάρκεια της κατασκευής σε χιλιάδες ανθρώπους, ανεξαρτήτως ηλικίας,
φύλου και κοινωνικής τάξης :
-βίαιη στρατολόγηση,
-εξοντωτική εργασία, με σωματικές τιμωρίες συχνά θανάσιμες, για να
εμποδίσουν την κακή απόδοση,
-τροφή αποτελούμενη από μία μερίδα ψωμιού και ένα απροσδιόριστο
ζουμί με πιπεριές και ντομάτα,
-ανυπαρξία στέγης,
-καθόλου αμοιβή.
Σ’ αυτές τις φράσεις συνοψίζεται η κατάσταση. Στην αρχή
εξαναγκάσθηκαν σε εργασία μόνο οι άνδρες, κατόπιν και οι γυναίκες και
τα παιδιά. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών κατοχής δεν ήταν
απαραίτητο να αγγαρεύουν οι Βούλγαροι εργάτες. Για τις γυναίκες και τα
παιδιά ήταν ο μόνος τρόπος για να εξασφαλίσουν ένα κομμάτι ψωμί και
πήγαιναν στην αγγαρεία για να γλιτώσουν από το θάνατο. Μήπως δεν
είδαν στην Καβάλα μια μητέρα που το παιδί της είχε μόλις πεθάνει, να το
βάζει σ’ ένα σακί και να το παρατά στο δρόμο μπροστά στην πόρτα της
20
για να τρέξει στο σκάψιμο των χαντακιών, ώστε να μη χάσει αυτό το
κομμάτι το ψωμί που ήταν η ανταμοιβή της για ατέλειωτες ώρες εργασίας
;
Όταν δεν βρίσκονταν εργάτες επιτόπου, οι Βούλγαροι άρπαζαν με τη
βία τους κατοίκους των χωριών και τους έστελναν για αγγαρεία στους
δρόμους, σε ομάδες, χωρίς διάκριση ηλικίας και φύλου. Κοιμόντουσαν
στο έδαφος ή κάτω από αυτοσχέδια καταφύγια. Τους κρατούσαν
εβδομάδες, έρμαια της κακομεταχείρισης και των στερήσεων,
αποκλειστικά στο έλεος των φρουρών τους, των οποίων το μίσος δεν
μαλάκωνε ποτέ.
Άφθονες μαρτυρίες επιβεβαιώνουν την βιαιότητα με την οποία
επιστρατεύονταν οι εργάτες και την κτηνωδία με την οποία τους
μεταχειρίζονταν: πάρα πολλοί πέθαναν από το ξύλο και άλλοι τόσοι
έμειναν ανάπηροι. Ακόμη και οι γυναίκες τιμωρούνταν με αυστηρότητα.
Η Χρυσάνθη Κ. από την Ποδογόριανη 9, η μητέρα της και οι δύο αδελφές
της μαστιγώθηκαν από τους στρατιώτες, αφού προηγουμένως τις έγδυσαν
τελείως. Η μικρή της αδελφή Θεοδώρα πέθανε από το ξύλο.
Διαπιστώθηκαν επίσης ορισμένοι βιασμοί κατά τη διάρκεια της
καταναγκαστικής εργασίας.
***
ΛΗΣΤΕΙΕΣ
ΕΚΒΙΑΣΜΟΙ–ΚΛΟΠΕΣ-ΛΕΗΛΑΣΙΕΣ
21
στην πείνα των κατοίκων, αντάλλαξε με μικρές ποσότητες καλαμποκιού
τα παραπάνω προϊόντα
Η Διοίκηση εξασφάλιζε απαλλαγή από την καταναγκαστική εργασία
όταν αυτοί που αγγαρεύονταν ήταν σε θέση να εξαγοράσουν την
υποχρέωση με χρήματα. Ο ραβίνος Αβραάμ Ουρόλκο κατέβαλε 122.000
λέβα και γλίτωσε τους Εβραίους της Καβάλας από την καταναγκαστική
εργασία.
Οι Εβραίοι της Δράμας γλίτωσαν έναντι ποσού 200.000 λέβα. Και τα
δύο αυτά ποσά παραδόθηκαν στον στρατηγό Τάνεφ αυτοπροσώπως και ο
υψηλός αξιωματούχος καταδέχθηκε να προσθέσει και λίγη ειρωνεία στην
υπόθεση. Μπορεί να διαβάσει κανείς από περιέργεια την απόδειξη για το
ποσό των 200.000 λέβα, όπου ο αξιότιμος στρατιωτικός διοικητής
«ευχαριστεί την ισραηλιτική κοινότητα της Δράμας για το υψηλό αίσθημα
ανθρωπισμού που επέδειξε στην παρούσα περίσταση απέναντι στα ορφανά
βουλγαράκια, των οποίων οι προστάτες πέθαναν για το μεγαλείο της
πατρίδας, καθώς επίσης και για την εισφορά των 200.000».
Οι πράκτορες της βουλγαρικής κυβέρνησης παρέδωσαν ακόμα μία
βεβαίωση όταν άρπαξαν τους ανεκτίμητους θησαυρούς της Βιβλιοθήκης
του Ιμαρέτ της Καβάλας. Παρέδωσαν μία απόδειξη που δηλώνει ότι
αφαίρεσαν 832 συγγράμματα και χειρόγραφα (θησαυρό ανεκτίμητο,
αναγνωρισμένο από όλο τον επιστημονικό κόσμο).
Είναι ακόμα τα έγγραφα που αποδεικνύουν την ληστεία της εκκλησίας
του Σαρί-Σαμπάν10, 8.290 λέβα. Τη ληστεία της εκκλησίας του Πραβίου 11,
6.000 λέβα. Την κλοπή των δύο αποθεμάτων που είχαν εμπιστευθεί στον
Παπαθανασίου από το Σαρί-Σαμπάν, το ένα αποτελούμενο από 3.114
δραχμές, το άλλο από 37 τούρκικες λίρες, 11.720 δραχμές και κοσμήματα.
10
σημερινός οικισμός Χρυσούπολη Καβάλας
11
σημερινός οικισμός Ελευθερούπολη Καβάλας
22
την επίσημη λεηλασία. Από τις 800.000 οκάδες καπνού που κατασχέθηκαν
από την Καβάλα, μόνο 200.000 εκλάπησαν και μεταφέρθηκαν τελικά στη
Βουλγαρία.
Δεν καταγράφηκε το παραμικρό σχετικά με την κλοπή των
καλλιτεχνικών και αρχαιολογικών θησαυρών της μονής του Αγίου
Ιωάννου του Προδρόμου. Ούτε για την κλοπή των ανεκτίμητων θησαυρών
των Σαράντα Εκκλησιών του Μελένικου που φυλάσσονταν με φροντίδα
στο Σιδηρόκαστρο. (Βλέπε λεπτομερείς καταλόγους των δημοσιευμένων
ντοκουμέντων).
Σχετικά μ’ αυτό, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι κλοπές της
βουλγαρικής διοίκησης εις βάρος του Ιμαρέτ στην Καβάλα, της μονής της
Εικοσιφοίνισσας, της μονής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και των
εκκλησιών του Μελένικου διεπράχθησαν αφού ο αρχαιολόγος και
δημοσιολόγος Μ. Sisch από τη Σόφια διέτρεξε όλη την Ανατ. Μακεδονία,
με αποστολή, δήλωνε η Σόφια, «να μελετήσει τα αρχαία μνημεία, τα
χειρόγραφα και άλλα αντικείμενα τέχνης που σχετίζονται αποκλειστικά με
τη βουλγαρική ιστορία και να κρατήσει σημειώσεις σχετικά με το
περιεχόμενό τους».
Δύο μάρτυρες καταθέτουν ότι αναγνώρισαν τον κ. Sisch ανάμεσα στην
ομάδα των εγκληματιών που σύλησαν την Εικοσιφοίνισσα.
Όλα τα δημόσια κρατικά και κοινοτικά οικοδομήματα απογυμνώθηκαν
εντελώς από τα περιεχόμενά τους. Σχεδόν όλα τα σχολικά κτήρια
ερημώθηκαν. Τα αρχεία, σε γενικές γραμμές καταστράφηκαν.
Όλα τα χωριά των οποίων διατάχθηκε η εκκένωση λεηλατήθηκαν πριν
ξεθεμελιωθούν, αφού οι κάτοικοι δεν είχαν το χρόνο και τα μέσα να
σώσουν το νοικοκυριό τους, τη σοδειά και τα ζώα τους.
Ό,τι αναφέρθηκε ήταν έργο της ίδιας της βουλγαρικής διοίκησης. Πώς
ήταν δυνατόν αυτό το άνωθεν παράδειγμα να μην το ακολουθήσουν τα
διάφορα κλιμάκια του στρατού και οι κομιτατζήδες που συνέπρατταν μαζί
της ; Κλοπές και λεηλασίες που διεπράχθησαν με ατομική πρωτοβουλία
είναι αναρίθμητες. Πολλές ανάμεσά τους διεπράχθησαν με τη συνοδεία
απειλών και σοβαρής βίας, κάποτε μάλιστα μετά από δολοφονίες. Όλα
χρησίμευαν ως πρόσχημα γι’ αυτές τις παλιανθρωπιές. Αναζητήσεις και
έρευνες κατ’ οίκον για κατασκοπεία, επικοινωνία με τον εχθρό, έρευνα για
όπλα, σύλληψη φυγάδων, ανακάλυψη αυτών που δεν είχαν εμφανιστεί για
την καταναγκαστική εργασία. Αλίμονο σε όποιον δοκίμαζε να αντισταθεί.
Κάθε πρόσωπο που συλλαμβανόταν, όταν επέστρεφε στο σπίτι του το
εύρισκε λεηλατημένο.
Όσον αφορά την απόσπαση χρημάτων με απειλές, τρομοκρατία και
βασανιστήρια γενικεύθηκε ως τακτική και αποκαλύπτει την ύπαρξη
τέτοιου βαθμού διαφθοράς στους Βούλγαρους, που δεν θα ήταν δυνατόν
να ξεπεραστεί. Όλοι οι Διοικητές στα διάφορα πόστα και οι υποτελείς τους
εκμεταλλεύθηκαν την επιρροή τους και εμπορεύθηκαν την εύνοιά τους.
23
Κάθε απαλλαγή, κάθε άδεια γινόταν αντικείμενο αγοραπωλησίας. Οι
κάτοικοι έδιναν χρήματα για να αποκτήσουν άδεια ταξιδιού, για να
απαλλαγούν από την καταναγκαστική εργασία, για να μην φυλακισθούν,
να μην βασανισθούν, για να βγουν από τη φυλακή, κ.λ.π. Τα πρόσωπα που
οι κομιτατζήδες ήξεραν ότι είχαν αποταμιευμένα χρήματα, ήταν
αντικείμενο ιδιαίτερων μέτρων, ώστε να εξαναγκασθούν να πληρώσουν
για να αφεθούν ήσυχα. Ήταν ένα αληθινό κυνήγι του χρυσού.
Η βουλγαρική Διοίκηση δεν είναι δυνατόν να αγνοούσε όλα αυτά τα
γεγονότα τα οποία εύκολα μπορούσε να σταματήσει, δεδομένης της
αυστηρής πειθαρχίας που εφαρμοζόταν στο βουλγαρικό στρατό.
***
Η ΛΙΜΟΚΤΟΝΙΑ
24
στην αρχή δεν είχε σαφή αντίληψη των αποτελεσμάτων που μοιραία θα
ακολουθούσαν τις συγκεκριμένες διαταγές, γιατί έμεινε αδιάφορη στις
προειδοποιήσεις που δεν έλειψαν καθόλου και τις κραυγές δυστυχίας των
θυμάτων;
Στις 19 Αυγούστου του 1916, ο στρατηγός Σούκοφ ήρθε στη Δράμα για
να ρυθμίσει τον επισιτισμό της περιοχής. Σε συμφωνία με τον Έλληνα
Νομάρχη, αποφασίσθηκε ότι η βουλγαρική Επιμελητεία θα προμήθευε
500 γραμμάρια αλεύρου ημερησίως για κάθε κάτοικο. Την ίδια μέρα δέκα
βαγόνια αλεύρι και καλαμπόκι παραδόθηκαν για τις πόλεις της Δράμας
και της Καβάλας. Το δεκαπενθήμερο που ακολούθησε δεν έγινε καμία
διανομή. Σχεδόν αμέσως η ατομική μερίδα έπεσε στα 250 γραμμάρια
περίπου και μετά ακόμη χαμηλότερα. Η διανομή αντί να γίνεται κάθε
μέρα, δεν γινόταν παρά δύο ή τρεις φορές την εβδομάδα. Συχνά
περνούσαν πολλές εβδομάδες χωρίς να γίνει διανομή. Στερημένος από
προμήθειες, ο πληθυσμός, ειδικά των πόλεων, σύντομα άρχισε να
λιμοκτονεί, αφού η απαγόρευση της κυκλοφορίας εμπόδιζε τη μεταφορά
προμηθειών από τα χωριά. Τη δυστυχία ακολούθησαν τα παράπονα. Η
υποχρεωτική χρήση του λέβα ανέβασε το κόστος ζωής. Η επιβολή
χαμηλών τιμών το ανέβασε κι άλλο. Όλα τα είδη διατροφής
εξαφανίσθηκαν από την αγορά και οι τιμές τους ανέβηκαν σε αστρονομικά
ύψη. Έλειπαν τα πάντα, ακόμα και το αλάτι.
Οι άνεργοι εργάτες και οι κάτοικοι των κατεστραμμένων χωριών ήταν οι
πρώτοι που υπέφεραν και πολυάριθμοι θάνατοι από ασιτία σημειώθηκαν,
πρώτα στην Καβάλα και κατόπιν στο Πράβι, τις Σέρρες και τη Δράμα,
πριν επεκταθούν σε όλη την επαρχία. (Οι μουσουλμανικές και
ισραηλιτικές κοινότητες, που καταπιέστηκαν λιγότερο, υπέφεραν πολύ
λιγότερο).
Ξεπερνώντας τους θρησκευτικούς τους ενδοιασμούς, οι πεινασμένοι
έφαγαν νεκρά ζώα, σκύλους, γάτες, χελώνες, φίδια. Έκαναν τροφή τα
αγριόχορτα ή τις ρίζες που εύρισκαν, αλλά το κακό εντάθηκε τρομερά και
ρήμαζε τον τόπο. Οι νεκροί μετριούνται κατά χιλιάδες.
Δεν επιθυμούμε να αναπαραστήσουμε τη δυστυχία που δοκίμασαν οι
κάτοικοι. Εξάλλου, που να βρεθούν οι λέξεις για να περιγραφεί σε όλη της
την ένταση η αγωνία που δοκίμασαν χιλιάδες δυστυχισμένων που
βασανίζονταν από την αδιάκοπη πείνα, αγωνία την οποία επιμήκυνε το
ίδιο το ένστικτο της αυτοσυντήρησης των πεινασμένων, οι οποίοι δεν
υπέκυπταν στο θάνατο παρά αφού είχαν δοκιμάσει κάθε ψυχικό και
σωματικό μαρτύριο… Ορισμένες οικογένειες ξεκληρίστηκαν και κάθε
φορά με αίσθημα οδύνης η Επιτροπή άκουγε από το στόμα αυτού που
επέζησε την ξερή και ωμή απαρίθμηση όλων των χαμένων μελών. –Όσον
αφορά το μαρτύριο, πώς γίνεται να συγκριθεί ο θάνατος στο μέτωπο ή από
εκτέλεση με αυτή την μακριά και μαρτυρική αγωνία ;
25
Η πείνα επιτέλεσε το καταστροφικό της έργο εξαιτίας της ψυχρής και
μελετημένης απόφασης της βουλγαρικής διοίκησης. Ήταν η μοιραία, η
αναπόφευκτη συνέπεια των μέτρων που εκείνη είχε διατάξει και των
οποίων όφειλε να προβλέψει τα αποτελέσματα. –Γνώριζε βήμα βήμα την
πορεία της καταστροφής από τις αναφορές των στρατιωτικών
εκπροσώπων της και τις εκκλήσεις δυστυχίας των Ελλήνων
αντιπροσώπων. Όλη η αλληλογραφία μεταξύ του Νομάρχη της Δράμας
και της Πρεσβείας της Σόφιας γινόταν στα γαλλικά και μεταβιβαζόταν από
τον στρατιωτικό Διοικητή. Η βουλγαρική Κυβέρνηση γνώριζε λοιπόν όλες
τις εκκλήσεις της δυστυχίας που έκανε ο Νομάρχης Δράμας. Ο Νομάρχης
Σερρών απηύθυνε συχνά ικεσίες στον στρατηγό Τάνεφ για τους
ανθρώπους του νομού του. –Η ελληνική Κυβέρνηση υπέβαλλε πολύ συχνά
διαμαρτυρίες στη Σόφια. (έγινε πλήρης δημοσίευση των εγγράφων).
Στις 12 Νοεμβρίου 1916, ο Νομάρχης Δράμας παρέδιδε στον κ.
Πασάροφ, Βούλγαρο Υπουργό, περαστικό από τη Δράμα, μία μακριά
επιστολή όπου εξέθετε όλη την κατάσταση και επισημαίνοντας την
επαπειλούμενη λιμοκτονία.
Στις 14 Δεκεμβρίου 1916, ζητήθηκε από την Πρεσβεία της Ελλάδος στη
Σόφια να επέμβει, γιατί η κατάσταση ήταν κρίσιμη.
Στις 18 Ιανουαρίου 1917, ο νομάρχης Σερρών επεσήμαινε στον στρατηγό
Τάνεφ την απειλή λιμοκτονίας και ζητούσε την άδεια να αξιοποιήσει τον
πλούτο της αρόσιμης γης των Σερρών.
Στις 19 Ιανουαρίου 1917, καινούργια έκκληση στη Σόφια : «Η Καβάλα
και η Δράμα έχουν περιέλθει σε απελπιστική κατάσταση».
25 Φεβρουαρίου 1917. Παρακαλείται η Σόφια να υποβάλει διαμαρτυρία
για την εκδοθείσα διαταγή σύμφωνα με την οποία τα δημητριακά θα
πληρώνονται με χρυσό. Η κατάσταση είναι απελπιστική.
27 Φεβρουαρίου 1917. Μεταβιβάζονται στον στρατηγό Τάνεφ επιστολές
των δημάρχων Καβάλας, Πραβίου12 και Δράμας που επισημαίνουν την
συχνότητα των θανάτων από ασιτία και διαμαρτύρονται για την διαταγή
πληρωμής των δημητριακών με χρυσό. Εκλιπαρούν για βοήθεια.
27 Ιανουαρίου 1917. Η Πρεσβεία της Σόφιας ενημερώνει την Αθήνα
σχετικά με την οικτρή κατάσταση της Ανατ. Μακεδονίας. Επισημαίνει τις
διαμαρτυρίες και τα προφορικά και γραπτά διαβήματα προς τον Υπουργό
Εξωτερικών, τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, τον κ. Ντόμπροβιτς,
Επικεφαλής του Συμβουλίου του Βασιλέως και προς τους αντιπροσώπους
του Βερολίνου.
Τέλη Φεβρουαρίου 1917. Συγκινητική επιστολή του δημάρχου Καβάλας
προς τον στρατηγό Τάνεφ, όπου εκλιπαρεί την βοήθειά του για «την πόλη
του που δυστυχεί και τους ανθρώπους της που πεθαίνουν».
12
σημερινός οικισμός Ελευθερούπολη Καβάλας
26
Μάρτιος 1917. Ο νομάρχης Δράμας πληροφορεί τον στρατιωτικό
Διοικητή για την κατάσταση στη Νέα Μήδεια13 : «Περισσότεροι από 250
κάτοικοι, από τους 955, έχουν ήδη πεθάνει.»
5 Μαρτίου 1917 και
14 Μαρτίου 1917: Η Πρεσβεία στη Σόφια διαμαρτύρεται στον Υπουργό
Εξωτερικών
23 Μαρτίου 1917: και στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Βουλγαρίας.
5 Απριλίου 1917. Ο δήμαρχος Δράμας πληροφορεί τον στρατηγό Τάνεφ
ότι ο αριθμός των δηλωμένων θανάτων για το πρώτο τρίμηνο του 1917
ανέρχεται σε 1.338, έναντι 119 του αντίστοιχου τριμήνου του 1916. Ο
αριθμός μάλιστα είναι κατώτερος του πραγματικού διότι πολλοί θάνατοι
προσφύγων δεν έχουν δηλωθεί.
8 Απριλίου 1917. Ο δήμαρχος Καβάλας πληροφορεί τον στρατηγό Τάνεφ
ότι κατά το πρώτο τρίμηνο του 1917 στην Καβάλα έχουν πεθάνει περίπου
4.000 άνθρωποι, ενώ κατά το 1916 ο πληθυσμός ήταν διπλάσιος και δεν
είχαν σημειωθεί παρά 220 θάνατοι.
Τι έπραξε η βουλγαρική Κυβέρνηση ; Τα δύο μέτρα που έλαβε
αποτελούν νέα απόδειξη των προθέσεών της :
1. Στις 8 Μαρτίου 1917, ο στρατιωτικός Διοικητής δημοσίευε στην
εφημερίδα Νέα Δράμα την υπ’ αριθ. 15 διαταγή, διατυπωμένη ως
εξής :
«Ο Υπουργός Οικονομικών, με επιστολή του προς εμάς την 3η Μαρτίου,
αριθ. 574, αποφασίζει ότι οι κάτοικοι που αγοράζουν τρόφιμα από το
βουλγαρικό Κράτος οφείλουν να τα πληρώνουν στις ήδη καθορισθείσες
τιμές, αλλά σε χρυσό νόμισμα, στην τρέχουσα τιμή των 100 ασημένιων
λέβα που αντιστοιχούν σε 100 χρυσά λέβα. Τιμή του χρυσού νομίσματος
20 φράγκων: 20 λέβα. Τιμή τούρκικης λίρας: 22,7 λέβα».
2. Ο μηχανικός-αγρονόμος Χόφμαν, που ανέλαβε να μελετήσει την
κατάσταση, συνέταξε μία αναφορά την οποία ο στρατιωτικός
Διοικητής παρέδωσε, στις 3 Μαρτίου 1917, στον νομάρχη
Δράμας. Το έγγραφο αρχίζει ως εξής :
«Λόγω περιστάσεων τις οποίες δεν χρειάζεται να απαριθμήσουμε εδώ,
η ύπαρξη πολλών χιλιάδων προσώπων βρέθηκε σε σοβαρό κίνδυνο..»
(Αυτό αποτελεί ομολογία.) Εξετάζοντας την κατάσταση, αναγνωρίζει
ότι δεν υπάρχουν ζώα για τις καλλιέργειες….., αλλά πρέπει
οπωσδήποτε να εντατικοποιήσουμε την τοπική παραγωγή με… «την
εισαγωγή μοντέρνων μηχανικών αρότρων». Η ίδρυση μιας γεωργικής
Ένωσης «των κεφαλαιοκρατών της χώρας θα προσφέρει τα
απαιτούμενα κεφάλαια για την αγορά της».
Επιτρέπεται τέτοιος βαθμός άσπλαχνης ειρωνείας ;
13
σημερινός οικισμός Νέας Πέραμος Καβάλας
27
Από τους δυστυχισμένους που πεθαίνουν από την πείνα και τα
μαρτύρια η βουλγαρική Κυβέρνηση ζητάει χρυσάφι και «επιτρέπει την
ίδρυση μιας Ένωσης για την εισαγωγή τρακτέρ».
Η κατηγορία ότι η λιμοκτονία ήταν σκόπιμα οργανωμένη, είναι πολύ
σοβαρή, γι’ αυτό η Επιτροπή έβαλε τα δυνατά της να την αποδείξει
πέραν πάσης αμφιβολίας.
Η συμφορά υπήρξε αντικείμενο εκμετάλλευσης με πολλούς
τρόπους, από διάφορες κατηγορίες ατόμων. Υπήρχε στην Ανατ.
Μακεδονία, αλλά και οπουδήποτε αλλού, η κατηγορία των
ανενδοίαστων ανθρώπων οι οποίοι, (είτε με τα δικά τους μέσα, είτε
πολύ περισσότερο με τη βοήθεια της ιδιοτελούς συνενοχής, της
διαφθοράς ή των καταχρήσεων των Βούλγαρων αξιωματούχων),
επιδόθηκαν σε σκανδαλώδη κερδοσκοπία. Ορισμένοι προνομιούχοι
παραλάμβαναν από τη Βουλγαρία βαγόνια με εμπορεύματα και τα
ξαναπουλούσαν για μυθικά ποσά. Για να προμηθευτούν τις χούφτες
καλαμπόκι οι κάτοικοι πούλησαν όλα τους τα κοσμήματα, τα
πολύτιμα αντικείμενα, τα ασπρόρουχα, τα ενδύματα. Κάθε άλλη
ανάγκη ωχριούσε μπροστά στην παντοδύναμη πείνα.
Η δε βουλγαρική Κυβέρνηση εκμεταλλεύθηκε την πείνα με τους
εξής τρόπους :
1ο. Διοχέτευσε στα θησαυροφυλάκιά της όλο το χρυσάφι που απέμενε
στην ύπαιθρο, βάσει της διαταγής της 8ης Μαρτίου την οποία
αναφέραμε.
2ο. Επειδή τα κεντροευρωπαϊκά κράτη είχαν έλλειψη χαλκού,
βάμβακος και μαλλιού, η βουλγαρική Επιμελητεία διάλεξε την στιγμή
που η έλλειψη τροφίμων ώθησε τις τιμές στα ύψη, για να τα
ανταλλάξει με προϊόντα που της έλειπαν. Ειδικοί πράκτορες δούλευαν
στην περιοχή ανταλλάσσοντας αντίστοιχες ποσότητες καλαμποκιού με
μία οκά χαλκό ή μαλλί. Μ’ αυτό τον τρόπο προμηθεύτηκε μεγάλο
αριθμό χάλκινων αντικειμένων και αρκετή ποσότητα βαμβακιού και
μαλλιού.
Κατά το πέρασμά της από τη Δράμα η Επιτροπή είχε την ευκαιρία
να δει μέσα σε μια αποθήκη πολλούς σάκους που περιείχαν
συμπιεσμένα χάλκινα αντικείμενα και πολλές μπάλες βαμβάκι. Η
βουλγαρική διοίκηση δεν είχε το χρόνο να τα πάρει μαζί της
φεύγοντας, έτσι τα εγκατέλειψε μαζί με άλλα αντικείμενα, τα οποία
προέρχονταν από τη λεηλασία της Καβάλας.
Συντηρώντας την έλλειψη αγαθών, επέτρεπαν να συνεχίζεται αυτό
το είδος εμπορίου, το οποίο θα έσβηνε μόνο του εάν η πείνα είχε
σταματήσει.
3ο. Η Βουλγαρία χρειαζόταν εργατικά χέρια. Πριν από την κήρυξη
του πολέμου δεν τολμούσε να προχωρήσει σε μαζικές μεταφορές
πληθυσμού. Όταν όμως η χώρα άρχισε να λιμοκτονεί και μετά το
28
θάνατο χιλιάδων ανθρώπων, η Διοίκηση άφησε να γίνει γνωστό με
διακηρύξεις και σχετική προπαγάνδα ότι οι οικογένειες που θα ήθελαν
να μεταναστεύσουν, θα εύρισκαν στη Βουλγαρία καλοπληρωμένη
εργασία και άφθονη τροφή. Πολλές χιλιάδες ανθρώπων, για να
γλιτώσουν το θάνατο, έφυγαν για τη Βουλγαρία και κατανεμήθηκαν
ως εργάτες στο εσωτερικό της χώρας. Θα δούμε αργότερα σε τι
αξιοθρήνητη κατάσταση επέστρεψαν εδώ και πώς τους
μεταχειρίσθηκαν εκεί. Όλοι οι μετανάστες ήταν Ορθόδοξοι Έλληνες.
Ο λιμός συνεχίστηκε μέχρι την εκκένωση της Ανατ. Μακεδονίας
(Σεπτέμβριος 1918) αλλά λιγότερο έντονος μετά το καλοκαίρι του
1917.
Από όλη την περιοχή, αυτή που δυστύχησε περισσότερο ήταν η
Καβάλα. Ο κ. Ζοζέφ Βιγκό, κτηνίατρος με βαθμό συνταγματάρχη της
2ης μονάδας της γαλλικής αποστολής, ο οποίος είδε την Καβάλα την
επομένη της ανακατάληψής της, λέει τα εξής :
«Στους δρόμους, έβλεπες το σπαραξικάρδιο θέαμα ανθρώπων πολύ
αδυνατισμένων, με δέρμα κίτρινο, πελιδνό, με σκελετωμένη όψη, οι
οποίοι μόλις που τα κατάφερναν να στέκονται στα πόδια τους και οι
οποίοι έφερναν στο νου την κλασική εικόνα των ανθρώπων που
πεθαίνουν απ’ την πείνα…. Αυτή η εντύπωση επιβεβαιωνόταν
βλέποντάς τους να ορμούν αδιάκοπα, χωρίς ψεύτικη ντροπή, πάνω σε
οτιδήποτε διέκριναν στο δρόμο και το οποίο μπορούσε να φαγωθεί. Σ’
αυτά θα ήθελα να προσθέσω και μια άλλη παρατήρηση : Οι άνθρωποι
αυτοί δεν είχαν πια ανθρώπινη μορφή. Το βλέμμα τους σε απέφευγε
τρομαγμένο, πένθιμο και ενίσχυε την εντύπωση ότι ο άνθρωπος είχε
υποβιβασθεί στο επίπεδο του κτήνους, με μοναδική του έγνοια να βρει
τροφή, σαν το κυνηγημένο ζώο. Ήταν ντυμένοι με κουρέλια και
ξυπόλυτοι οι περισσότεροι».
Ο Κ. Άντερσον, του αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού, κάνει
παρόμοιες δηλώσεις σ’ ότι αφορά τις Σέρρες.
Η περιοχή που υπέφερε λιγότερο από την πείνα ήταν αυτή του
Σιδηροκάστρου, όπου η βουλγαρική προπαγάνδα υπήρξε ιδιαίτερα
αποδοτική και όπου υπήρχε ένας μεγάλος αριθμός βουλγαρόφιλων.
Εξετάζοντας χωριστά τις στατιστικές κάθε χωριού, βλέπουμε
καθαρά ότι η θνησιμότητα δεν ήταν υπερβολική παρά μόνο στα
καθαυτά ελληνικά κέντρα. Ορισμένες περιοχές είχαν γλιτώσει, ενώ οι
γείτονες τους είχαν εξοντωθεί.
***
ΟΙ ΒΙΑΣΜΟΙ
29
Αν πιστέψουμε τις μαρτυρίες των κατοίκων, λίγες γυναίκες άνω των
δεκατεσσάρων ετών γλίτωσαν από την κτηνωδία των κατακτητών και
ο αριθμός των βιασμών ήταν σημαντικός. Ο ισχυρισμός φαίνεται να
είναι ακριβής : δεν μπορεί να πιστέψει κανείς ότι ο Βούλγαρος
φαντάρος έδειξε μεγαλύτερο σεβασμό για την τιμή των γυναικών απ’
ό,τι για την ελευθερία, την περιουσία και τη ζωή των πολιτών. Αλλά
τα θύματα αυτών των επιθέσεων, υπακούοντας στο αίσθημα
αιδημοσύνης ή αυτοπροστασίας, απόλυτα σεβαστό και κατανοητό, δεν
είχαν διάθεση να διηγηθούν το πάθημά τους. Έτσι δήλωσε απλοϊκά
ένας μάρτυρας :
«Η ντροπή μου κλείνει το στόμα». Με αποτέλεσμα να μην υπάρχει
καμιά αντιστοιχία ανάμεσα στον πραγματικό αριθμό των βιασμών που
διαπράχθηκαν και τις ομολογίες που έγιναν. Επιπλέον, η Επιτροπή
φάνηκε σχολαστική όσον αφορά την απόδειξη του εγκλήματος και
απέρριψε τις μαρτυρίες ως αμφισβητούμενες, όταν νόμιζε ότι η βία
δεν είχε επαρκώς αποδειχθεί.
Εντούτοις, ο αριθμός των μαρτυριών που ακούστηκαν δεν αφήνει
καμιά αμφιβολία σχετικά με την ύπαρξη και τη συχνότητα των
βιασμών. Πολυάριθμοι διαπράχθηκαν από αξιωματικούς που εύρισκαν
ανάμεσα στους στρατιώτες πληροφοριοδότες και συνεργούς. Οι
τοπικοί Διοικητές έκαναν, σχεδόν όλοι, κατάχρηση της θέσης τους και
πήραν με τη βία γυναίκες και κορίτσια που τους τράβηξαν την
προσοχή. Μερικοί βιασμοί διαπράχθηκαν με ανήκουστη βιαιότητα :
Στην Ποδογόριανη14, ένας αξιωματικός, συνοδευόμενος από δύο
στρατιώτες επιχείρησε να βιάσει την Κατερίνα Φ. Η κοπέλα
ξετρελαμένη από το φόβο πήδηξε από το παράθυρο και έσπασε,
πέφτοντας, το πόδι της. Οι δυο στρατιώτες την περιμάζεψαν, την
έφεραν πίσω στο δωμάτιο όπου ο αξιωματικός χόρτασε την κτηνωδία
του, αδιαφορώντας για τον πόνο και το θρήνο της. Ταυτόχρονα, στο
διπλανό δωμάτιο, η δεκαπεντάχρονη αδελφή της Θωμαή βιάζεται από
τους δύο στρατιώτες τόσο κτηνωδώς, ώστε ξεψυχάει το ίδιο βράδυ. Οι
δύο νεότερες αδελφές δοκιμάζουν τέτοιο σοκ που πέφτουν άρρωστες
και πεθαίνουν μερικές μέρες αργότερα. Όσο για τον πατέρα,
δολοφονείται με τρύπημα από ξιφολόγχη στην κοιλιά, μερικές
εβδομάδες αργότερα, γιατί αρνείται να αποκαλύψει πού κρύβεται η
κόρη του, που τρομοκρατημένη έχει εγκαταλείψει το πατρικό της.
Αυτή είναι η ιστορία μιας οικογένειας της Ποδογόριανης, κάτω από
την βουλγαρική κυριαρχία…
Στο ίδιο χωριό, η Στυλιανή Σ., από τη μια πλευρά και η Μαρία Β.,
από την άλλη, βιάζονται διαδοχικά από τέσσερεις στρατιώτες. –Ένας
γιατρός βιάζει την Κατερίνα Ε. ενώ στο διπλανό δωμάτιο ξεψυχούν
14
σημερινός οικισμός Ποδοχώρι Καβάλας
30
και οι δυο γονείς της που έχουν ξυλοκοπηθεί άγρια από τους
Βούλγαρους…
Στην Δρέσνα15, ο τοπικός Διοικητής, υπολοχαγός Κόλλιεφ, του
ου
38 συντάγματος, εισπράττει 150 τούρκικες λίρες υποσχόμενος να
σεβαστεί τα ανύπαντρα κορίτσια. Παίρνει τα χρήματα από τα χέρια
του παπά και, λίγες μέρες αργότερα, απάγει την Μαριγώ Χ., δεκαεπτά
ετών, την οδηγεί στο σπίτι του παπά και την βιάζει εκεί. Δύο
στρατιώτες φύλαγαν σκοπιά στην είσοδο του σπιτιού.
Ο υπολοχαγός Σίμοφ βιάζει την Όλγα Η., την οποία απήγαγαν οι
στρατιώτες του κατόπιν διαταγής του.
Στο ίδιο χωριό, η Πολυχρόνη Α. βιάστηκε από ένα λοχία με τη
βοήθεια αρκετών στρατιωτών. Ο πατέρας, η μητέρα και η αδελφή της,
οι οποίοι προσπάθησαν να την γλιτώσουν, ξυλοκοπήθηκαν μέχρι
θανάτου.
Στην Καβάλα, ο δόκιμος αξιωματικός του ναυτικού Αγγέλωφ,
καραβανάς σαδιστής και απάνθρωπος, βιάζει συχνά νεαρά κορίτσια,
τα οποία μολύνει με το ανίατο αφροδίσιο νόσημα από το οποίο
πάσχει. Μερικά από τα θύματά του βιάστηκαν παρά φύσιν.
Πάλι στην Καβάλα, μια γιαγιά εξήντα ετών βιάζεται μαζί με τις δύο
εγγονές της.
Στις Σέρρες, η Ευαγγελία Κ. βιάστηκε διαδοχικά από ένα λοχαγό και
ένα υπολοχαγό, παρουσία της μητέρας της.
Οι στρατιώτες διαπράττουν παρόμοιες φρικαλεότητες, βιάζοντας
γυναίκες που βρίσκονται στο δρόμο τους. Ένα θύμα ενδέχεται να
υποστεί περισσότερους από ένα βιασμούς, ενώ οι βιαστές
αλληλοβοηθούνται για να πνίξουν κάθε αντίσταση. Κατ’ αυτόν τον
τρόπο, η Μαρία Ν. Σ. από την Νικήσιανη απάγεται μαζί με τη μητέρα
της και το παιδί της, οδηγείται στο δάσος και βιάζεται μπροστά τους,
από πέντε στρατιώτες.
Στη Νικήσιανη, η Κατίνα, σύζυγος Κ. Π., απάγεται και βιάζεται από
στρατιώτες, οι οποίοι της ρίχνουν πιο πριν στα γεννητικά όργανα μια
σκόνη που προκαλεί τσούξιμο.
Να προσθέσουμε, τελειώνοντας, ότι, εξαιτίας της φοβερής πείνας, οι
κατακτητές καταχράστηκαν εύκολα τις δυστυχισμένες, που δίνονταν
για ένα κομμάτι ψωμί. Αυτό δεν είναι σχήμα λόγου αλλά η οδυνηρή
πραγματικότητα.
***
ΑΠΑΓΩΓΕΣ ΠΑΙΔΙΩΝ
15
σημερινός οικισμός Μυρτόφυτο Καβάλας
31
Σε ολόκληρη την περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας, ένας μεγάλος
αριθμός παιδιών συνελήφθησαν και στάλθηκαν στη Βουλγαρία σε
συνθήκες που αδυνατούμε να περιγράψουμε. Μερικά από αυτά, χωρίς
όρους και επιφυλάξεις, απήχθησαν. Ήταν συχνές οι απαγωγές στην
Ελευθερούπολη και τη Δράμα με τη βοήθεια εμπόρων, έναντι χρηματικής
αμοιβής. Στα ορφανοτροφεία συγκέντρωναν τα παιδιά τα οποία η πείνα
κατέστησε ορφανά ή τα οποία εγκατέλειψαν για να πεθάνουν από την
πείνα. Όταν ένας Βούλγαρος στρατιωτικός επιθυμούσε να πάρει ένα από
τα παιδιά, έστελνε μια αίτηση στον τοπικό διοικητή, ο οποίος τον εφοδίαζε
με μια ευνοϊκή εισήγηση, την οποία στη συνέχεια παρέδιδε στο
ορφανοτροφείο. Το ορφανοτροφείο παρέδινε το ορφανό έναντι
αποδείξεως παραλαβής και το έστελνε στη συνέχεια στη Βουλγαρία. Ο
απώτερος σκοπός ήταν η αποεθνοποίηση του παιδιού αυτού.
Δεν είναι δυνατόν να υπολογίσουμε τον αριθμό των εν λόγω ορφανών που
απήχθησαν και μεταφέρθηκαν στη Βουλγαρία. Ένας μεγάλος αριθμός
μεταξύ αυτών των ορφανών δεν καταγράφηκε, ούτε και δηλώθηκε και
ασφαλώς βρίσκεται στη Βουλγαρία. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι πολλά
από τα παιδιά αυτά δεν επέστρεψαν από την εξορία, παρά τις
διαμαρτυρίες των γονιών τους. Άλλωστε όλες οι σχετικές αιτήσεις για το
ζήτημα αυτό απευθύνθηκαν στην ελληνική αποστολή, η οποία διεξάγει
έρευνες διασκορπισμένη στη Σόφια, ειδικώς για τον επαναπατρισμό των
απαχθέντων.
***
ΦΟΡΟΙ
32
Η Επιτροπή δεν προσπάθησε να καθορίσει το ύψος του ποσού που
εισέπραξε το βουλγαρικό δημόσιο, διότι δεν ανήκε στην αρμοδιότητά της.
Στην περιφέρεια Δράμας, η βουλγαρική Επιμελητεία εισέπραξε, με
το πρόσχημα των αγαθών χωρίς ιδιοκτήτη, τα μισθώματα από τις δημόσιες
εκτάσεις.
***
***
ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ
33
προτιμούσαν να καταστρέφουν σπίτια μικρής αξίας, με εξαίρεση τα
σχολεία. Όσα δεν ξεθεμελιώθηκαν εντελώς, υπέστησαν πολύ σοβαρές
καταστροφές.
Σχεδόν καμία από τις καταστροφές, ακόμη και στην περίπτωση
χωριών που βρίσκονταν μέσα στη ζώνη των πολεμικών επιχειρήσεων, δεν
επιβαλλόταν για λόγους καθαρά στρατηγικούς. Μπορούμε να θέσουμε το
ακόλουθο ερώτημα : η ανάγκη για ξυλεία και άλλα υλικά επιτρέπει την
καταστροφή ιδιωτικών κτισμάτων από ένα στρατό; Αν και δεν είναι
αρμοδιότητα της Επιτροπής να θέσει ένα τέτοιο ερώτημα, διαπιστώνουμε,
όμως, ότι σε καμία περίπτωση η βουλγαρική διοίκηση δεν έλαβε μέτρα για
την προστασία των δικαιωμάτων των ενδιαφερομένων. Τα κτήρια
καταστρέφονταν από τους στρατιώτες χωρίς διατυπώσεις, συχνά μάλιστα
αφού προηγείτο η βίαιη εκδίωξη των ενοίκων. Είναι, επίσης, σημαντικό να
υπενθυμίσουμε ότι η καταστροφή των χωριών, ανεξάρτητα από το αν
βρίσκονταν ή όχι μέσα στη ζώνη των επιχειρήσεων, γινόταν μετά από
εκδίωξη των κατοίκων, χωρίς να δοθεί προθεσμία για την εκκένωση.
Επομένως οι κάτοικοι δεν είχαν τη δυνατότητα να διασώσουν την
οικοσκευή, της σοδειές και τα ζώα τους. Όλα αυτά γίνονταν λεία των
Βούλγαρων στρατιωτών.
Ενενήντα τέσσερα χωριά καταστράφηκαν ολοσχερώς, μεταξύ των
οποίων η Κάτω-Τζουμαγιά16, κοινότητα άνω των 6.000 κατοίκων.
Επιπλέον, πολλές χιλιάδες οικήματα φαίνεται ότι γκρεμίστηκαν ή
υπέστησαν σοβαρές ζημιές. Η Επιτροπή αποστέλλει για έλεγχο στοιχεία
που αφορούν καθεμία από τις περιφέρειες.
Τα σπίτια των περισσότερων από τα χωριά που καταστράφηκαν στο
μέτωπο του Στρυμόνα ήταν πρωτόγονες κατασκευές, απλές καλύβες από
λάσπη. Ήταν μικρής αξίας αλλά η έλλειψη ξυλείας στην περιοχή κάνει την
ανακατασκευή τους δύσκολη και δαπανηρή υπόθεση.
***
ΕΚΤΟΠΙΣΕΙΣ
16
σημερινός οικισμός Κάτω Ηράκλεια Σερρών
34
Σ’ αυτό το θέμα διακρίνονται δύο περίοδοι : αυτή που προηγείται και
αυτή που έπεται της κήρυξης του πολέμου από την Ελλάδα εναντίον της
Βουλγαρίας τον Ιούνιο του 1917.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης περιόδου, ο αριθμός όσων
μεταφέρθηκαν στη Βουλγαρία δεν ήταν πολύ υψηλός. Η εκτόπιση
εφαρμόσθηκε με το πρόσχημα των μέτρων ασφαλείας σε συγκεκριμένα
πρόσωπα (άτομα με φιλελεύθερη αντίληψη, δάσκαλοι, ιερείς), εξαιτίας
των πολιτικών φρονημάτων τους. Σε γενικές γραμμές δεν υπέστησαν
μεγάλη κακομεταχείριση και ζούσαν ελεύθεροι, κάτω από την επίβλεψη
της βουλγαρικής αστυνομίας, αυτοσυντηρούμενοι.
Την ίδια περίοδο μεταφέρθηκαν στη Βουλγαρία και οικογένειες
προερχόμενες από τα χωριά που εκκενώθηκαν και καταστράφηκαν. Τέλος,
πολλές χιλιάδες ανθρώπων που λιμοκτονούσαν μετανάστευσαν στη
Βουλγαρία, όπως τους πρότεινε η βουλγαρική Διοίκηση. Εργάζονταν για
λογαριασμό των Βούλγαρων ιδιοκτητών και δεν βασανίστηκαν.
Από τη στιγμή που Ελλάδα και Βουλγαρία βρέθηκαν σε εμπόλεμη
κατάσταση, οι μετακινήσεις αυτές πήραν άλλη μορφή. Με απόφαση της
Κυβέρνησης, πρώτα όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι και κατόπιν όλοι οι
άνδρες μεταξύ δεκαοκτώ και πενήντα πέντε ετών, μεταφέρθηκαν στη
Βουλγαρία για να δουλέψουν στα δημόσια έργα. Το μέτρο εφαρμόσθηκε
και σε πρόσωπα πολύ πιο ηλικιωμένα, ακόμη και σε ογδοντάρηδες.
Μετά από πρόσκληση, οι εκπατριζόμενοι συγκεντρώνονταν σε ένα
κοινό χώρο. Αφού τους έπαιρναν τα ονόματα, τους χώριζαν σε ομάδες
διαφορετικού αριθμού και τους οδηγούσαν πεζούς, με συνοδεία φρουρών,
σε σταθμούς που είχαν επιλεγεί για την επιβίβασή τους (Δράμα και Πόρνα
17
), όπου περίμεναν ώσπου να γεμίσουν ένα τρένο. Κατόπιν στοιβάζονταν
πενήντα ή εξήντα μαζί σε κλειστά βαγόνια που προορίζονταν για τη
μεταφορά ζώων και εμπορευμάτων και οδηγούντο στο Σκούμεν, το κύριο
στρατόπεδο συγκέντρωσης όσων μεταφέρονταν από την Ανατ. Μακεδονία
στη Βουλγαρία. Το ταξίδι με τρένο διαρκούσε συνήθως πέντε με έξι
μέρες. Ήταν αληθινό μαρτύριο. Η έλλειψη αέρα μέσα στα κλειστά
βαγόνια που για κανένα λόγο δεν επιτρεπόταν να ανοίξουν, η αγκύλωση
την οποία προκαλούσε το στρίμωγμα, η αδυναμία να ικανοποιήσουν τις
φυσικές τους ανάγκες, σε τέτοιο σημείο ώστε όσοι υπέφεραν από διάρροια
να ανακουφίζονται μέσα στα ρούχα τους. Όποιος παραβίαζε τη διαταγή
και δοκίμαζε να κατεβεί από το βαγόνι, τιμωρείτο με χτυπήματα από το
κοντάκι του όπλου ή την ξιφολόγχη. Πολλοί άνθρωποι τραυματίστηκαν
άσχημα με αυτόν τον τρόπο. Οι εκπατριζόμενοι υπέφεραν, επιπλέον,
σοβαρά από την πείνα, διότι δεν τους χορηγείτο καθόλου τροφή κατά τη
διάρκεια της διαδρομής. Σε κάποιες αποστολές δινόταν μία μερίδα ψωμιού
όταν έφθαναν στη Στάρα Ζαγορά και σε κάποιες άλλες δύο μερίδες. Για
17
σημερινός οικισμός Γάζωρος Σερρών
35
να ανακουφίσουν τη δίψα τους οι έγκλειστοι έπρεπε να εξαγοράζουν την
εύνοια των φρουρών, οι οποίοι τους πουλούσαν μία μποτίλια νερό για δύο
ως πέντε λέβα. Πληρώνοντάς τους κατάφερναν να επιτύχουν, για μερικά
λεπτά, το άνοιγμα των θυρών των βαγονιών μέσα στα οποία η
ατμόσφαιρα ήταν ασφυκτική. Η απληστία των φρουρών αυτών των
αποστολών επισημαίνεται από όλους τους μάρτυρες.
Στην Αδριανούπολη, οι εκπατριζόμενοι υποβάλλονταν σε
απολύμανση. Έμεναν για ώρες ολόγυμνοι σε ένα μεγάλο δωμάτιο,
περνούσαν κατόπιν σε ένα λουτρό και όταν έβγαιναν από κει, τους
ξύριζαν όλο το σώμα.
Στο Σκούμεν, οι αφιχθέντες στοιβάζονταν μέσα σε
ξεχαρβαλωμένους στάβλους και λίγες μέρες μετά οδηγούντο στο
«λάγκερ», ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης που απείχε μισή ώρα από την
πόλη. Εκεί περίμεναν την τοποθέτησή τους σε κάποιο εργοτάξιο δημόσιων
έργων.
Στο «λάγκερ» του Σκούμεν, στοιβάζονταν σε παράγκες από
αχυροπηλό, σκαμμένες σε βάθος πενήντα εκατοστών. Μόλις που είχαν
χώρο για να απλώσουν τα σώματά τους. Όταν έβρεχε τα καταφύγια
πλημμύριζαν. Οι εκπατρισμένοι πλάγιαζαν πάνω σε πατημένο χώμα χωρίς
καν μια αχυροστρωμνή. Η τροφή αποτελείτο από μια μερίδα ψωμιού, της
οποίας η ποσότητα ποίκιλε από 250 έως 500 γρ. και ένα αραιό ζουμί όπου
είχαν βράσει μια ελάχιστη ποσότητα λαχανικών. Το νερό βρισκόταν
αρκετά μακριά από το στρατόπεδο. Τους οδηγούσαν στην πηγή του
δάσους, σε ομάδες. Ήταν επικίνδυνα να πάει κανείς εκεί τη νύχτα γιατί οι
φρουροί άνοιγαν πυρ πολύ εύκολα, με το πρόσχημα της απόπειρας
απόδρασης. Απαγορευόταν να αγοράσουν οτιδήποτε από τους χωρικούς
που περνούσαν κοντά από το στρατόπεδο. Αλλά ένας Ισραηλίτης από την
Καβάλα, σε συμφωνία με τον υπολοχαγό Πετρόφ, εγκατέστησε μια
καντίνα όπου τα προϊόντα πουλιόνταν σε τιμές αστρονομικές.
Ανάλογα με τις ανάγκες, οι εκπατρισμένοι χωρίζονταν σε ομάδες
εργατών και οδηγούντο στο εσωτερικό της Βουλγαρίας. Πριν από την
αναχώρηση, υποχρεώνονταν να παραδώσουν όλα τους τα χρήματα εκτός
από εκατό λέβα που τους άφηναν για τα μικροέξοδά τους. Τα ποσά των
χρημάτων που παραδίδονταν καταγράφονταν σε λίστα, με συνθήκες πολύ
σχετικής ασφάλειας. Μερικοί κατάφεραν αργότερα την επιστροφή τους
αλλά δεν τους παραδόθηκαν παρά 20 λέβα για κάθε χρυσό λουδοβίκι,
22,70 λέβα για κάθε τούρκικη λίρα και μισό λέβα για κάθε δραχμή. Όποιοι
έκρυβαν χρήματα πάνω τους και αποκαλύπτονταν, τιμωρούνταν με
ραβδισμό. Εντούτοις, αρκετοί κατάφεραν να ξεγελάσουν τους
δεσμοφύλακές τους και να διατηρήσουν κάποια χρήματα, τα οποία τους τα
άρπαξαν στην συνέχεια.
Είναι άχρηστο να απαριθμήσουμε τις διάφορες περιοχές όπου
χρησιμοποιήθηκαν οι εκπατρισμένοι. Η πλειονότητα εργάσθηκαν στην
36
σιδηροδρομική γραμμή που κατασκευαζόταν από το Καρναβάτι μέχρι το
Σκούμεν. Άλλοι, στην σιδηροδρομική γραμμή Όσκοβου-Οχρίδας που
περνούσε από το Κίτσεβο, στη γραμμή του Μπελενίου-Σίστοβας, στην
Δοβρουτσά, δίπλα στο Δούναβη, κ.λ.π.
Παντού αντιμετώπισαν την ίδια περιφρόνηση όσον αφορούσε την
υγεία, την αξιοπρέπεια και τη ζωή τους. Τους υπέβαλλαν σε μια εργασία
εξοντωτική που διαρκούσε από δώδεκα ως δεκαπέντε ώρες τη μέρα, χωρίς
αργίες, σε οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες, ακόμα και τις νύχτες μερικές
φορές, ενώ τους τάϊζαν με 250-500 γρ. ψωμί και ένα ζουμί κάθε άλλο
παρά θρεπτικό. Η πείνα τους βασάνιζε αδιάκοπα. Συχνά κάποιοι
δυστυχισμένοι πάλευαν μεταξύ τους για λίγα φλούδια από κολοκύθα.
Στεγάζονταν σε καταφύγια και καλύβες που κατασκεύαζαν οι ίδιοι
με κλαδιά και τα οποία δεν μπορούσαν να τους προστατέψουν από τις
κακοκαιρίες. Ουδέποτε τους χορηγήθηκε άχυρο ή ψάθες. Πλάγιαζαν πάνω
στο γυμνό χώμα. Παρόλο το σκληρό χειμώνα, σε θερμοκρασία 15 ο υπό το
μηδέν, δεν τους δόθηκε ποτέ το παραμικρό σκέπασμα. Πολλοί,
ναρκωμένοι από το κρύο, αποκοιμιόντουσαν και δεν ξαναξυπνούσαν,
οριστικά λυτρωμένοι από το θάνατο.
Τα εσώρουχα, τα ρούχα και τα παπούτσια τους που κουρελιάζονταν
δεν αντικαθίσταντο ποτέ, βάδιζαν λοιπόν σχεδόν ξυπόλητοι και
μισοντυμένοι με κουρέλια.
Αφού ποτέ δεν τους χορηγήθηκε σαπούνι για να φροντίσουν την
καθαριότητά τους, τα σώματά τους ήταν καταφαγωμένα από τις ψείρες,
τους κοριούς και άλλα παράσιτα. Η υπηρεσία Υγείας υπήρχε μόνον κατ’
όνομα. Οι Έλληνες, Ρουμάνοι ή Σέρβοι γιατροί δεν μπορούσαν να
προσφέρουν καμιά βοήθεια, αφού δεν υπήρχαν καθόλου φάρμακα. Τα
αυτοσχέδια νοσοκομεία σε τυχαίες τοποθεσίες, δεν δέχονταν παρά μόνο
ετοιμοθάνατους. Όπως δήλωσαν πολλοί γιατροί, ήταν απλώς μέρη για να
πεθάνεις. Συχνά απείχαν τόσο πολύ, που οι άρρωστοι προτιμούσαν να
παραμείνουν όπου βρίσκονταν.
Αλληλογραφία και δέματα έφθαναν εξαιρετικά σπάνια.
Και ως επιστέγασμα, η άγρια κτηνωδία των φρουρών και η
απληστία τους έκαναν ακόμα πιο φρικώδη την καθημερινή ύπαρξη των
αξιοθρήνητων εκπατρισμένων. Αρκετοί τρελάθηκαν και κάποιοι
αυτοκτόνησαν από την απόγνωση στην οποία τους οδήγησε το μαρτύριο.
Κάθε παράβαση στην εργασία, όπως και κάθε απώλεια των
σωματικών δυνάμεων, τιμωρούνταν επιτόπου με χτυπήματα από ραβδί ή
το κοντάκι του όπλου, αλλά και με επίσημο ξυλοδαρμό, παρουσία των
αιχμαλώτων που τους τοποθετούσαν σε κύκλο γύρω από το θύμα. Μετά το
τέλος του βασανιστηρίου, συχνά οι δεσμοφύλακες μετέφεραν ένα πτώμα
στο λάκκο. Αν οι εργάτες καθυστερούσαν μέσα στα καταφύγια, τα κτήνη
που τους επέβλεπαν τους ανάγκαζαν να βγουν με επαναλαμβανόμενα
χτυπήματα. Πολλοί μάρτυρες κατ’ επανάληψη είδαν τα κτήνη αυτά να
37
χτυπούν με λύσσα δυστυχισμένους που ήταν ήδη νεκροί, νομίζοντας ότι
επίτηδες αρνούνταν να σηκωθούν. Κάποιος δεσμοφύλακας έδειρε μέχρι
θανάτου έναν εκπατρισμένο που είχε τρελαθεί και δεν καταλάβαινε τις
διαταγές που του έδινε.
Από τα εργοτάξια αυτά, το πιο τρομερό ήταν του Κίτσεβου. Οι
άνθρωποι στέλνονταν εκεί για τιμωρία. Όσοι γλίτωσαν μιλούν γι’ αυτό με
τρόμο. Οι συνθήκες εργασίας, οι άγριοι χειμώνες, η κτηνωδία όσων το
διοικούσαν, το μετέτρεπαν σε «κόλαση» και «νεκροταφείο». Μ’ αυτούς
τους όρους εκφράσθηκαν όσοι κατέθεσαν. Οι ομάδες των εργατών
έσβηναν με ταχύτητα από μια άνευ προηγουμένου θνησιμότητα που
οφειλόταν στην υπερκόπωση, στο ξύλο και τις επιδημίες. Οι Βούλγαροι,
για να εξαφανίσουν κάθε καταδικαστικό στοιχείο, αφαίρεσαν όλους τους
σταυρούς από τους τάφους και ισοπέδωσαν την περιοχή όπου ήταν
θαμμένα τα θύματα.
Μεγάλη θνησιμότητα παρουσίασαν επίσης το Καρναβάτι και
κάποια άλλα στρατόπεδα εργασίας.
Οι νεκροί θάβονταν σαν σκύλοι, χωρίς τελετουργία. Οι λάκκοι
σκάβονταν από τους ίδιους τους αιχμαλώτους και σε εργοτάξια που τα
ρήμαζε η θνησιμότητα, υπήρχε πάντοτε ένας αριθμός ανοιχτών λάκκων,
έτοιμων να δεχτούν τους ενοίκους τους.
Οι διηγήσεις των μαρτύρων προκαλούν σύγχυση, από το μέγεθος
του μίσους, της κτηνωδίας και της αγριότητας που αποκαλύπτουν στην
ψυχή των Βούλγαρων στρατιωτών και επιβλεπόντων. Μας αναγκάζουν να
ξαναζήσουμε τις μακρινές εκείνες εποχές, όταν η τραχιά ψυχή των
βαρβάρων ήταν απρόσιτη στον οίκτο. Πολλοί μάρτυρες μας διαβεβαίωσαν
ότι ορισμένοι νοσοκόμοι δηλητηρίαζαν τους αρρώστους, ότι άνθρωποι
θάβονταν ακόμη ζωντανοί, ότι κάποιοι άρρωστοι που είχαν προσβληθεί
από επιδημία πέθαναν σε κάποιο κτήριο που χρησιμοποιείτο ως
νοσοκομείο και στο οποίο οι Βούλγαροι έβαλαν φωτιά. Η Επιτροπή δεν θα
διηγηθεί τα γεγονότα. Συνιστά στον αναγνώστη να διαβάσει τις ίδιες τις
μαρτυρίες.
Πολλοί από τους εκπατρισμένους πέθαναν από το ξύλο. Ο
εξανθηματικός τύφος, η δυσεντερία, άνοιγαν τεράστια κενά στις ομάδες
τους. Το φοβερό κρύο, απέναντι στο οποίο δεν είχαν καμιά προστασία,
σκότωσε επίσης μεγάλο αριθμό. Υπήρξαν ακόμα πάμπολλες περιπτώσεις
που τα κρυοπαγήματα στα πόδια οδήγησαν στο θάνατο ή στον
ακρωτηριασμό.
Δεν θεμελιώνεται επομένως ο ισχυρισμός όσων επέζησαν ότι η
βουλγαρική Κυβέρνηση είχε ως στόχο την εξόντωσή τους ;
Οι αγγαρείες στις οποίες υποχρεώνονταν ήταν πολλών ειδών:
επιχωματώσεις, μεταφορά υλικών, εκμετάλλευση λατομείων, κόψιμο
δέντρων, κατασκευή γεφυρών, οδών, κ.λ.π. Δούλευαν με οποιοδήποτε
38
καιρό και κάτω από αντίξοες συνθήκες, κάτω από βροχή και χιόνι, μέσα
σε νερά, μέσα σε τέλματα….
Οι πιο τυχεροί ήταν όσοι τοποθετήθηκαν ως εργατικά χέρια στην
υπηρεσία ιδιωτών, έναντι ενός τέλους 4 λέβα την ημέρα.
Στην αρχή δεν γινόταν διάκριση μεταξύ των εκπατρισμένων.
Άνθρωποι κάθε κοινωνικής τάξης, είτε ήταν ικανοί είτε όχι για εργασία,
τοποθετήθηκαν σε υπαίθριες εργασίες. Όλοι οι δημόσιοι λειτουργοί, με
επικεφαλής το νομάρχη Δράμας, μοιράστηκαν σε ομάδες εργατών μαζί με
χειρώνακτες, εμπόρους, αγρότες, ελεύθερους επαγγελματίες, εργάτες. Στη
συνέχεια, δημόσιοι υπάλληλοι και άτομα που η θέση τους έκανε
ακατάλληλους για εργασία ή που δωροδόκησαν, στάλθηκαν στην Πλέβνα
όπου η κατάσταση ήταν ελαφρώς καλύτερη.
Οι 216 ιερείς συγκεντρώθηκαν στο Σέβλιεβο όπου, μετά από δύο-
τρεις μήνες σχετικής ελευθερίας, κλείστηκαν στο στρατόπεδο και
υποχρεώθηκαν σε χειρωνακτικές εργασίες εκ των οποίων πολλές ήταν
εξευτελιστικές. Ο πιο ηλικιωμένος ανάμεσά τους, ένας ογδοντάχρονος,
ήταν επικεφαλής του καθαρισμού στις τουαλέτες. Δεκατρείς απ’ αυτούς
πέθαναν στο Σέβλιεβο.
Η ήττα του βουλγαρικού στρατού και η ανακωχή απέδωσαν την
ελευθερία στους εκπατρισμένους, αλλά πρέπει να επισημάνουμε τις
αξιοδάκρυτες συνθήκες της επιστροφής τους. Ο μάρτυς Κέννεθ Α. μέλος
του αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού, είδε στο Τύρνοβο, όπου ο Ερυθρός
Σταυρός είχε εγκαταστήσει νοσοκομείο, το πέρασμα περισσότερων από
7.000 προσφύγων. Καταθέτει τα εξής :
«Έφθαναν μέσα σε βαγόνια που προορίζονταν για τη μεταφορά ζώων,
35 μέχρι και 70 άτομα σε κάθε βαγόνι….., βρώμικοι πέρα από κάθε
περιγραφή, γεμάτοι ψείρες. Δεν είχαν για τροφή παρά το ψωμί που τους
έδιναν στα αγγλικά φυλάκια. Τα ρούχα τους ήταν ένα τσουβάλι που
εκτελούσε χρέη σακακιού και παντελονιού…. Σε κάθε τρένο βρίσκονταν
τέσσερα με πέντε πτώματα ανθρώπων που είχαν πεθάνει από κρύο ή
ασιτία…. Πολλές φορές οι Βούλγαροι άφηναν αυτούς τους άμοιρους
ανθρώπους δίπλα στις σιδηροδρομικές γραμμές, μεταξύ δύο σταθμών,
χωρίς τροφή…. Η αθλιότητα των επαναπατριζόμενων ήταν απερίγραπτη….
Η φυματίωση, αποτέλεσμα των στερήσεων, είχε εξαπλωθεί μεταξύ των
εξορίστων… Η πλειονότητα των ενηλίκων έχει εξαντληθεί και δεν είναι σε
θέση να καταβάλει σοβαρή προσπάθεια για δουλειά…»
Αυτά είναι τα λόγια ενός μάρτυρα του οποίου η αντικειμενικότητα
είναι αναμφισβήτητη και η αξία της μαρτυρίας του πέραν πάσης
συζητήσεως. Εξάλλου όλες οι μαρτυρίες επιβεβαιώνουν αυτή του κ.
Κέννεθ. Ο νευρικός κλονισμός και η φυσική κατάπτωση των
εκπατρισμένων επισημαίνονται από όλους τους γιατρούς. Η ίδια η
Επιτροπή διαπίστωσε την αξιολύπητη κατάσταση όλων των
δυστυχισμένων που επέστρεψαν από τη Βουλγαρία.
39
Κατά τη διάρκεια αυτών των επισκέψεων που έκανε η Επιτροπή στα
καταλύματα των προσφύγων της Καβάλας, ο πρόεδρός της κ.
Κωνσταντίνος Βασιλείου, ικανός δικηγόρος και διαπρεπής καθηγητής του
Πανεπιστημίου Αθηνών, καθώς και ο Μ. Σκουλούδης, δικαστικός μεγάλης
αξίας, προσεβλήθησαν από το μικρόβιο του εξανθηματικού τύφου που
αποδείχθηκε μοιραίο. Ο αντιπρόσωπος της βελγικής Κυβέρνησης κ.
Κουϋπέρ, προσεβλήθη επίσης από τύφο αλλά διέφυγε ευτυχώς το θάνατο.
Εκτός από εκείνους που χάθηκαν κατά τη διάρκεια της διαδρομής,
πολλοί πρόσφυγες επέστρεψαν ανάπηροι και παραμορφωμένοι. Μερικοί
πέθαναν μόλις έφθασαν στη χώρα. Οι περισσότεροι βρήκαν τα σπίτια τους
κατεστραμμένα και λεηλατημένα. Ζουν μέσα στις πιο τραγικές συνθήκες,
τσακισμένοι από τη δυστυχία.
***
ΟΙ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ
***
ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ
ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ
40
Η Επιτροπή διεξήγαγε έρευνες σε 339 πόλεις και χωριά.
Το σύνολο του πληθυσμού τους
ανερχόταν σε περίπου…………………….305.000 κατοίκους.
Σήμερα έχει μειωθεί σε περίπου.....……....235.000 »
-Απεβίωσαν στην περιοχή, κατά την διάρ-
κεια της βουλγαρικής κατοχής περίπου ....32.000 άτομα
από τα οποία περίπου 30.000 λόγω πείνας,
ξυλοδαρμών και κακουχιών
-Μεταφέρθηκαν στη Βουλγαρία περίπου.…..42.000 …»…
-Μετανάστευσαν στη Βουλγαρία για
να γλιτώσουν από την πείνα …...10.000 έως 12.000 …»…
-Αυτοί που δεν επέστρεψαν ή πέθαναν
στη Βουλγαρία ανέρχονται σε περίπου.........12.000 …»…
-Από τους 18.000 μουσουλμάνους που
επιστρατεύθηκαν για τον βουλγαρικό
και τουρκικό στρατό δεν επέστρεψαν…8.000-10.000..»…
-Μερικοί κάτοικοι βουλγαρικής καταγωγής
εγκατέλειψαν την περιοχή συγχρόνως με
το βουλγαρικό στρατό κατοχής, καθώς και
ορισμένοι μουσουλμάνοι.
-Κατέφυγαν στην Ελλάδα και δεν έχουν
ακόμη επιστρέψει, περίπου…………………16.000 άτομα
των οποίων η επιστροφή θεωρείται πιθανή.
41
δυνατός ο έλεγχος των στοιχείων, η Επιτροπή περιορίσθηκε να
δημοσιεύσει, με επιφύλαξη, τα νούμερα που της έδωσαν σε κάθε
κοινότητα όπου ερεύνησε.
Το βέβαιο είναι ότι η Ανατ. Μακεδονία είχε πολύ ανεπτυγμένη
κτηνοτροφία, κυρίως αιγοπρόβατα, ενώ τώρα υπάρχει τεράστια έλλειψη
ζώων σχεδόν παντού.
Ο αριθμός των χωριών που ξεθεμελιώθηκαν (όλοι σχεδόν
συμφωνούν, χωρίς στρατηγικό λόγο) ανέρχεται σε 94. Επιπλέον, ο
αριθμός των κατεδαφισμένων ή κατεστραμμένων ακινήτων είναι πολύ
υψηλός. Η Επιτροπή δεν καθορίζει τον αριθμό τους, διότι ο έλεγχος τον
οποίο έκανε δεν ήταν εξίσου αποτελεσματικός σε όλα τα μέρη.
Παραπέμπει λοιπόν στην ανάγνωση των στοιχείων κάθε περιοχής
χωριστά.
Μια βασική πηγή πλούτου της χώρας, η καλλιέργεια και
επεξεργασία του καπνού, χτυπήθηκε πολύ σοβαρά. Η συγκομιδή, που
κυμαινόταν φυσιολογικά ανάμεσα στα 10 με 11 εκατομμύρια οκάδες,
έπεσε στα 4 εκατ. για το 1917 και στα 3 εκατ. για το 1918, επειδή η
έλλειψη εργατικών χεριών, η εξαφάνιση των ζώων για τις καλλιέργειες και
η απώλεια των ειδικευμένων εργατών δεν επέτρεψαν την έγκαιρη συλλογή
των καπνών.
Η παραγωγή των δημητριακών παρουσίασε ανάλογη ύφεση. Έπεσε
κάτω από το ένα τρίτο.
Η αγροτική υποδομή πρέπει να ξαναδημιουργηθεί.
Οι συνέπειες των στερήσεων και των κακουχιών και η κατάσταση
στην οποία γύρισαν οι περισσότεροι εκπατρισμένοι είχαν σοβαρή
επίδραση στη δημόσια υγεία και θα μειώσουν σημαντικά την
αποδοτικότητα του πληθυσμού, όσον αφορά την εργασία. Η φυματίωση
και τα λοιμώδη νοσήματα, κυρίως ο εξανθηματικός τύφος, εξακολουθούν
να έχουν θύματα και απαιτούν αδιάκοπες προσπάθειες καταπολέμησής
τους.
Οι ανθρώπινες απώλειες, που πλησιάζουν τις 50.000 σε ένα
πληθυσμό 305.000 κατοίκων, είναι ανεπανόρθωτες.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
42
αιματηρά μέσα. Στην Ανατολική Μακεδονία δεν πραγματοποιήθηκαν
μαζικές εκτελέσεις όπως στο Βέλγιο, στο γαλλικό Βορρά και, κυρίως, στη
Σερβία Ο αριθμός των βίαιων θανάτων (μερικές εκατοντάδες) είναι
αναλογικά μικρός, συγκρινόμενος με τις συνολικές απώλειες. Συχνά ήταν
αποτέλεσμα ατομικής πρωτοβουλίας.
Ο σχεδιασμός της λιμοκτονίας ήταν μια ύπουλη μέθοδος, πολύ πιο
απάνθρωπη και αποτελεσματική, για την εξαφάνιση του ελληνικού
στοιχείου, ενώ ταυτόχρονα πλούτιζαν η βουλγαρική Κυβέρνηση και οι
Βούλγαροι ιδιώτες.
Οι διηγήσεις των μαζικών εκτελέσεων με πυροβόλα όπλα ή άλλες
μέθοδοι εντυπωσιάζουν τον αναγνώστη, όταν φαντάζεται τα
κατακρεουργημένα σώματα και το χυμένο αίμα. Κατά τη γνώμη μας όμως,
η κτηνωδία παρόμοιων εγκλημάτων δεν φθάνει σε ύψος την σκληρότητα
μιας μεθόδου που συνίστατο στην καταδίκη χιλιάδων αθώων ανθρώπων
να πεθάνουν από πείνα μετά από μακρόχρονα και αγωνιώδη μαρτύρια.
Όσον αφορά τους εκπατρισμούς, υπήρξαν μια πράξη καταδικαστέα
αφ’ εαυτής, εφόσον πρόκειται για επίσημη παραβίαση των κανόνων του
πολέμου. Αυτό όμως που τους κάνει αληθινό έγκλημα απεχθές και
ατιμωτικό είναι ότι δεν επρόκειτο για μέτρα ασφαλείας αλλά για μέθοδο
εξόντωσης. Πάνω από το ένα τέταρτο των εκπατρισμένων ανδρών
υπέκυψαν στις στερήσεις, στα χτυπήματα, στα βασανιστήρια, στην
εξοντωτική εργασία.
Κανένα πολιτισμένο έθνος δεν θα τολμούσε να εφαρμόσει σε
εγκληματίες του κοινού Ποινικού Δικαίου το καθεστώς που υπέστησαν οι
εκπατρισμένοι της Ανατ. Μακεδονίας. Γι’ αυτούς που γλίτωσαν από το
Κίτσεβο, η λέξη «κόλαση» έχει από τώρα και στο εξής συγκεκριμένο
περιεχόμενο.
Η βουλγαρική Κυβέρνηση και Διοίκηση είναι άμεσα υπεύθυνες γι’
αυτά τα δύο εγκλήματα, τη λιμοκτονία και τους εκπατρισμούς. Η ευθύνη
τους είναι τόσο άμεση όσον αφορά τις λεηλασίες, τις κακοποιήσεις πάσης
φύσεως και την καταναγκαστική εργασία στις οποίες υπέβαλλαν τους
κατοίκους της Ανατ. Μακεδονίας, περιφρονώντας ολοκληρωτικά τα
ανθρώπινα δικαιώματα, όσο είναι υπεύθυνες και για τις βιαιότητες και τις
δολοφονίες που ακολούθησαν την εκτέλεση των διαταχθέντων.
Δεν θα μπορούσαν φυσικά να αρνηθούν την άμεση ευθύνη τους όσον
αφορά τις αυθαίρετες συλλήψεις, τα βασανιστήρια στα οποία
υποβάλλονταν επίσημα οι κρατούμενοι, τους θανάτους και τις αναπηρίες
που προκάλεσαν. Ας καταλάβουμε ότι η Διοίκηση η οποία είχε την ευθύνη
και τα μέσα για τη διατήρηση της δημόσιας τάξης, είναι ένοχη αμέλειας
διότι δεν έπραξε το καθήκον της και επέτρεψε να εγκαθιδρυθεί ένα
καθεστώς αυθαιρεσίας και αβεβαιότητας, το οποίο υποβοηθούσε τις
βλέψεις της βουλγαρικής Κυβέρνησης. – Αν και έμμεση, η ευθύνη της
παραμένει ακέραια.
43
Πώς να χαρακτηρίσουμε μια Κυβέρνηση που επιδεικνύει τέτοια βαθιά
υποκρισία, που καταπατά με τέτοια ευκολία το λόγο της, που αγνοεί τους
κανόνες του διεθνούς δικαίου και τις πλέον στοιχειώδεις αρχές των
Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που καταδικάζει σε συνεχές βασανιστήριο
χιλιάδες ακίνδυνων ανθρώπων, που δεν οπισθοχωρεί μπροστά σε
οποιοδήποτε μέτρο, όσο βάρβαρο και αν είναι, προκειμένου να
ικανοποιήσει τις ορέξεις της, την απληστία της και τις φιλοδοξίες της;
Περιοριζόμαστε στο να δηλώσουμε ότι είναι επικίνδυνη όχι μόνο για τους
γείτονές της, αλλά και για όλη την πολιτισμένη ανθρωπότητα.
Πρέπει να υποχρεωθεί να επανορθώσει για το κακό που προκάλεσε, στο
βαθμό τουλάχιστον που μια τέτοια επανόρθωση είναι δυνατή. Όσο για την
τιμωρία που της αξίζει, αυτή συνίσταται κυρίως στην εφαρμογή
προληπτικών μέτρων ώστε να αποφευχθεί η επανάληψη των
εγκληματικών της επιχειρήσεων.
Ζωρζ ΝΤΥΤΙΛ,
Δικηγόρος, Αντιπρόσωπος της Κυβέρνησης της Γαλλικής Δημοκρατίας,
Σύμβουλος Επικρατείας.
Εμμανουήλ ΤΣΙΡΙΜΩΝΑΚΗΣ,
Πρόεδρος Δικαστηρίου Σερρών, Αντιπρόσωπος της Ελληνικής
Κυβέρνησης.
44
45
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
***
ΕΓΓΡΑΦΑ – ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
***
Συνημμένα έγγραφα18
***
Αριθ. 1
ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ
Ο Διοικητής του 4ου Σώματος Στρατού προς τους κατοίκους της
δικαιοδοσίας του Σώματος Στρατού.
Κατόπιν εντολής της Κυβερνήσεως φέρω εις γνώσιν σας την ακόλουθη
επίσημη ανακοίνωση του υπουργείου των εξωτερικών που δημοσιεύτηκε
εχθές στις εφημερίδες των Αθηνών.
Με αφορμή την εισβολή των Γερμανο–Βουλγαρικών στρατευμάτων στο
ελληνικό έδαφος οι πρεσβευτές της Γερμανίας και της Βουλγαρίας, κατόπιν
εντολής των κυβερνήσεών τους, επανέλαβαν στην Ελληνική Κυβέρνηση τις
διαβεβαιώσεις που εξεδόθησαν ήδη από την πρώτη ώρα της εισβολής.
46
τους κατοίκους να έχουν εμπιστοσύνη, να μην εγκαταλείψουν τις κατοικίες
τους και να συνεχίσουν τους εργασίες τους τόσο στην ύπαιθρο όσο και στην
πόλη.
Ο Διοικητής του 4 ου Σώματος Στρατού
Ι. Χατζόπουλος
Συνταγματάρχης
Αριθ. 2
Δράμα 30 Αυγούστου 1916.
47
δημοσίας τάξεως και ασφαλείας.
Άρθρον 9ο. Τα καθήκοντα της στρατιωτικής αστυνομίας θα εκτελούνται
από τις στρατιωτικές αρχές, η πολιτική αστυνομία στην
εκπλήρωση των καθηκόντων της θα τελεί υπό την επίβλεψη
της στρατιωτικής Αστυνομίας και θα είναι υποχρεωμένη δια να
εκτελέσει όλες τις σχετικές διαταγές, όσον αφορά τη δημόσια
τάξη και ασφάλεια.
Άρθρον 10ο. Σε περίπτωση που δεν θα λειτουργούν στρατιωτικές
αστυνομικές αρχές επί τόπου θα εφαρμοσθούν οι διαταγές που
θα εκδοθούν από τις πλησιέστερες στρατιωτικές αρχές.
Άρθρον 11ο. Όσον αφορά τις δικαστικές υποθέσεις οι πολίτες υπόκεινται
στη διαδικασία του στρατοδικείου δια τα εγκλήματα που
προβλέπονται από τα άρθρα 98-125, 138-156, 161-163, 167-
171, 172-182, 247-263, 324-329, 383-417 του ποινικού
κώδικα καθώς επίσης και για όλα τα εγκλήματα που
προβλέπονται από τον νόμο, κάθε φορά που τα πρόσωπα θα
ανήκουν στο βουλγαρικό στρατό ή στους συμμαχικούς
στρατούς.
Άρθρον 12ο. Η εκδίκαση των δικαστικών υποθέσεων των ξένων υπηκόων
της δικαιοδοσίας των ανωτέρων πολιτικών δικαστηρίων δεν
θα υπάγονται στη δικαιοδοσία της Γενικής στρατιωτικής
διοίκησης και θα αναβληθούν έως ότου διαρκέσει η σημερινή
κατάσταση.
Άρθρον 13ο. Οι Ελληνικές πολιτικές αρχές θα εξακολουθήσουν να
υφίστανται όπως και πριν από την κατοχή της χώρας από τις
βουλγαρικές αρχές, σύμφωνα με τους προβλεπόμενους
περιορισμούς του προσωρινού διακανονισμού.
Άρθρον 14ο. Αυτές οφείλουν να συμμορφώνονται προς όλες τις εντολές της
Γενικής Στρατιωτικής Διοίκησης, η οποία έχει το δικαίωμα σε
δεδομένη στιγμή να απολύσει υπαλλήλους και να τους
αντικαταστήσει με άλλους.
Άρθρον 15ο. Οι πολιτικές αρχές υποχρεώνονται να εκτελέσουν όλες τις
διαταγές που θα εκδοθούν από την Γενική στρατιωτική
διοίκηση, ιδιαίτερα όσον αφορά τον ανεφοδιασμό, την διάθεση
των κατοικιών, την διατήρηση των οδών και των
σιδηροδρόμων και γενικά όλα αυτά που αφορούν την διατροφή
και την ελεύθερη άσκηση των στρατιωτικών ενεργειών.
Άρθρον 16ο. Δεν υφίστανται το δικαίωμα επικοινωνίας με τις Ελληνικές
αρχές οι οποίες δεν υπάγονται στην έδρα της περιφέρειας της
Γενικής στρατιωτικής διοικήσεως, σε περιπτώσεις δε του
επείγοντος, η επικοινωνία πρέπει να γίνει με τη μεσολάβηση
της Γενικής Στρατιωτικής Διοικήσεως.
ο
Άρθρον 17 . Τυχόν διαμάχες μεταξύ των πολιτικών αρχών και των
48
αντίστοιχων στρατιωτικών θα επιλύονται από την Γενική
Στρατιωτική Διοίκηση.
Άρθρον 18ο. Γενικός Στρατιωτικός Διοικητής έχει το δικαίωμα να πάρει όλα
τα μέτρα τα οποία δεν προβλέπονται από τους προσωρινούς
διακανονισμούς, κάθε φορά που θα απαιτηθεί από την
κατάσταση.
Αριθ. 3
Δράμα 30 Αυγούστου 1916
Αριθ. 4
Δράμα 12 Νοεμβρίου 1916
Εξοχότατε,
Εν συνεχεία επιθυμίας της υμετέρας εξοχότητας δια την υποβολήν
εκθέσεως σχετικώς με την επίλυση των διαφόρων προβλημάτων που
εδημιουργήθησαν εις την περιφέρειαν της Δράμας συνεπεία της παρούσης
καταστάσεως, έχω την τιμήν να σας αναφέρω τα ακόλουθα :
1ον Επισιτισμός του πληθυσμού του διαμερίσματος της Δράμας.
Η ταχεία προέλασις του υμετέρου στρατού εις την Ελληνικήν
Μακεδονίαν έγινε ακριβώς κατά τον χρόνο του θερισμού των σιτηρών και
δεν επέτρεψε εις τους γεωργούς και τους γαιοκτήμονας μετά την
συγκέντρωση να πωλήσουν την παραγωγήν των, με αποτέλεσμα ολόκληρος
η παραγωγή των δημητριακών να εβρεθεί εις τας αποθήκας των χωρικών.
Αι υμέτεραι στρατιωτικαί Αρχαί αμέσως μετά την άφιξίν των, κατέσχον
ολόκληρον το περιεχόμενο των αποθηκών. Κατά συνέπεια όχι μόνον τα δυο
49
σημαίνοντα κέντρα της περιφέρειάς μας, η Δράμα και η Καβάλα, εβρέθησαν
άνευ αποθεμάτων σιτηρών αλλά ακόμη και όλοι οι οικισμοί. Το γεγονός
τούτο αναφέρθη αμέσως και έλαβον γνώσιν αι Βουλγαρικαί στρατιωτικαί
αρχαί, αι οποίαι εμερίμνησαν και εβοήθησαν τον πληθυσμόν με μερικάς
χιλιάδας κιλών αλεύρου και αραβόσιτου.
Αλλ’ η ποσότης αύτη ήτο τελείως ανεπαρκής, δια την κάλυψιν των
επειγουσών αναγκών του πληθυσμού, όπως προέκυψε από τον έλεγχον της
επιμελητείας της στρατιωτικής διοίκησης τόσον εις την Δράμαν όσο και εις
την Καβάλαν. Η επιμελητεία αύτη εζήτησε από τη Βουλγαρικήν Κυβέρνησην
να μεριμνήσει για την προμήθεια μιας ποσότητας 70.000 χιλιόγραμμων
αλεύρου ημερησίως. Καμία συνέχεια, εν τούτοις, δεν εδόθη μέχρι σήμερον
εις αυτήν την αίτησιν.
Εξαιτίας αυτής της καταστάσεως προέκυψαν πολυάριθμοι θάνατοι εκ
πείνης, μάλιστα εσημειώθη εις την Καβάλαν το φαινόμενον μια οκά
αλεύρου να πωληθεί έναντι ακόμη και 8 δραχμών.
Η ποσότης αύτη ήτις εκρίθη ως αναγκαία υπό της επιμελητείας του
στρατού, δύναται να επαρκέσει δια τας ανάγκας του πληθυσμού. Δια τον
λόγον αυτόν ζητούμεν την πολύτιμον βοήθειαν ημών προς ικανοποίησιν του
αιτήματός μας. Η ποσότης των 70.000 χιλιόγραμμων αλεύρου θα
αποπληρωθεί υφ’ υμών τοις μετρητοίς.
50
πρόβλημα τούτο να επιλυθεί κατά τρόπον δίκαιον και να αναθεωρηθεί η
ισοτιμία μεταξύ των δυο νομισμάτων όπως καθορίζεται και αναγνωρίζεται
από το Χρηματιστήριον.
51
Μόλις τώρα επληροφορήθην ότι αι στρατιωτικαί αρχαί της Δράμας
επρότεινον εις τους πρόσφυγας αυτούς να μεταναστεύσουν εις την Σερβίαν.
Η πρότασις αύτη ασφαλώς θα προξενήσει την επιδείνωσιν της καταστάσεως
των δυστύχων αυτών υπάρξεων και μάλιστα διαρκούντος του χειμώνος.
Παρακαλούμε εισηγηθείτε και υμείς δια την ματαίωσιν της αποφάσεως.
7ον Η επικοινωνία μετά των χωρίων.
Θα ήταν ευχής έργον η επικοινωνία των χωρίων με τας πόλεις Δράμα
και Καβάλα να γίνεται άνευ εμποδίων ώστε οι χωρικοί να δύναται να
μεταφέρουν τα προϊόντα των εις τας αγοράς αυτών των πόλεων δια την
διατροφή των κατοίκων. Παρακαλούμεν όπως μεριμνήσητε δια την λύσιν
του προβλήματος αυτού.
Ευαρεστηθείτε κ. υπουργέ την αποδοχήν της εκφράσεως των απείρων
ευχαριστιών ημών και των διαβεβαιώσεων της πλέον υψηλής εκτιμήσεως.
Αριθ. 5
Δράμα 14 Δεκεμβρίου 1916.
Έχω την τιμή να σας γνωρίσω ότι από τις 20 Αυγούστου 1916, μέρα
κατά την οποία ο Βούλγαρος στρατηγός Soukoff μου κοινοποίησε το υπ’
αριθ. 2203 της 15 Αυγούστου 1916 έγγραφό σας, η βουλγαρική κυβέρνηση
άρχισε την προμήθεια αλεύρου δια τη διατροφή του πληθυσμού της περιοχής
μας: η προμήθεια αυτή έγινε αποκλειστικά έναντι πληρωμής τοις μετρητοίς.
Η ποσότητα ποτέ δεν ήταν αρκετή για τις ανάγκες του πληθυσμού. Ενώ οι
Βουλγαρικές αρχές είχαν υποσχεθεί από την αρχή της ενάρξεώς του την
προμήθεια μισού κιλού κατά άτομο ημερησίως, σταδιακά η προμήθεια
περιορίσθηκε στα 75 δράμια κατ’ άτομο, η ποσότητα αυτή δεν χορηγούνταν
τακτικά. Είναι τώρα αρκετός καιρός όπου πολλές διανομές γίνονται στην
πόλη της Δράμας κατά διαστήματα τριών ή τεσσάρων ημερών και στη πόλη
της Καβάλας κατά την διάρκεια 10 έως 12 ημερών δεν διατέθηκε καμία
ποσότητα αλεύρου. Τις ημέρες αυτές το ψωμί λείπει από την αγορά. Αυτοί οι
οποίοι δεν είχαν ανάγκη και οι οποίοι είχαν μερικά αποθέματα εσοδείας του
τρέχοντος έτους κάνουν χρήση των αποθεμάτων τους. Οι άλλοι όλο αυτό
τον καιρό διατρέφονται από τη χλόη των αγρών και από πιπεριές. Μερικά
άτομα που έχουν μια μικρή ποσότητα διαθέσιμου αλεύρου στη Δράμα,
πωλούν με 7 λέβα το κιλό, ενώ στην Καβάλα 11 λέβα. Τα διαπίστωσα και
52
τα είδα με τα ίδια μου τα μάτια.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι ευνόητο ότι η ζωή των πτωχών
αυτών υπάρξεων έχει γίνει όσο περνά ο καιρός πλέον ανυπόφορη. Αυτό
οφείλεται στο γεγονός ότι από το ένα μέρος οι τουρκικές και βουλγαρικές
αρχές πήραν από τα χωριά την ποσότητα των δημητριακών τροφών που
κατόρθωσαν να βρουν για τις στρατιωτικές τους ανάγκες και από την άλλη,
σε όλη την επαρχία της περιφέρειας, δέσμευσαν αυστηρά τις διαθέσιμες
ποσότητες και δήλωσαν από πολλών ήδη μηνών τον αποκλεισμό των
κατοίκων εις τρόπον ώστε καμία επικοινωνία δεν δύναται να
πραγματοποιηθεί μεταξύ των πόλεων και των χωριών.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την μεγάλη ακρίβεια δια τα είδη της πρώτης
ανάγκης. Μια οκά ρεβίθια στοιχίζει 3 δραχμές, μια οκά πατάτες 6 δραχμές,
ένα λάχανο 5 δραχμές ενώ στη Καβάλα, είναι ακόμη πιο ανεβασμένες οι
τιμές..
Οι θάνατοι από πείνα στην Καβάλα χρονολογούνται ήδη από αρκετό
καιρό και άρχισαν τώρα να εμφανίζονται στη Δράμα και στα χωριά. Αιτία
της απελπιστικής αυτής κατάστασης είναι η έλλειψη εργασίας από το ένα
μέρος και από το άλλο μέρος η έλλειψη αλεύρου και άλλων τροφίμων.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η στρατιωτική επιμελητεία υπό τον Βούλγαρο
στρατηγό Taneff τηλεγράφησε πολλές φορές ζητώντας την αύξηση της
αναγκαίας ποσότητας αλεύρου από αυτό που είναι προορισμένο για τον
βουλγαρικό στρατό. Αλλά δυστυχώς η κατάσταση παραμένει η ίδια.
Γράφω σήμερα για το πρόβλημα αυτό στον λοχαγό του Ιππικού Putka-
mer, αντιπρόσωπο της Γερμανίας στη βουλγαρική επιμελητεία, που
βρίσκεται με άδεια στη Σόφια, αποστέλλοντας αντίγραφο της παρούσης
επιστολής.
Λαμβάνοντας υπ’ όψη την απελπιστική κατάσταση, σας παρακαλώ κύριε
Υπουργέ όπως ευαρεστηθείτε και προβείτε στα αναγκαία διαβήματα για την
αύξηση της ποσότητας αλεύρων και την τακτική των προμηθειών.
Υπολοχαγός. Μπακόπουλος.
***
Αριθ. 6
Σέρρες 5 Ιανουαρίου 1917
53
Ο Διαχειριστής Νομαρχίας Σερρών
(Υπογραφή)
ΑΝΔΡΕΑΔΗΣ.
Αριθ. 7
Μετάφραση αποφάσεως που πάρθηκε στις 7/30 Ιανουαρίου 1917 από τον
Στρατηγό Taneff, Στρατιωτικό Επιθεωρητή στη Δράμα.
20
Εννοεί βεβαίως το Βουλγαρικό Υπουργείο των Οικονομικών.
54
ζοφερό. Είναι επείγουσα και απαραίτητη ανάγκη, έχοντας υπόψη τις
στρατιωτικές επιφυλάξεις, να οργανώσουμε συστηματικά την
πραγματοποίηση της σποράς όλων των δημητριακών που είναι ακόμη
επιδεκτικά καλλιέργειας. Ο πληθυσμός την περιμένει με μεγάλη αγωνία.
Γνωρίζετε πολύ καλά την γονιμότητα των αγρών μας. Μόνο οι λαχανόκηποι
της πόλης μας μπορούν να καλύψουν επαρκώς τις ανάγκες όχι μόνον της
πόλης και των περιχώρων άλλα επίσης και της Δράμας. Ο στρατός επίσης
μπορεί να επωφεληθεί τα μέγιστα και να απαλλαγεί στο μέλλον από τον
ανεφοδιασμό της πόλης.
Στην περίπτωση που το πρόβλημα αυτό επιλυθεί, θα είναι αναγκαίο να
εκδοθούν διαταγές στις υπεύθυνες στρατιωτικές αρχές των Σερρών και των
περιχώρων, με σκοπό να επιτραπεί στους καλλιεργητές να κάνουν ό,τι είναι
δυνατόν για την καλλιέργεια των αγρών και των λαχανόκηπων.
Από το άλλο μέρος η δημαρχεία με την συνέργεια της στρατιωτικής
επιμελητείας θα φροντίσει για την πραγματοποίηση αυτού του έργου με όλα
τα δυνατά μέσα. Αλλά καθώς δεν υπάρχει σήμερα στην πόλη αρκετός
σιτόσπορος και αροτριόντα ζώα, πρέπει να αποσταλεί είτε από τη
Βουλγαρία ή από άλλο διαμέρισμα για λογαριασμό της ίδιας της
επιμελητείας η ποσότητα που θα χρειασθεί. Απαιτείται οπωσδήποτε η
υποστήριξη της επιμελητείας για μια νέα επίταξη των κτήνων της πόλεως μα
και της περιοχής.
Εν αναμονή της ευνοϊκής σας απαντήσεως, εξοχότατε, παρακαλούμε να
πράξετε ό,τι είναι δυνατόν προς όφελος του πληθυσμού.
Δεχθήτε κύριε την διαβεβαίωση της υψηλής μας εκτιμήσεως.
Ο Διαχειριστής
Σ. Δ. ΑΝΔΡΕΑΔΗΣ.
***
Αριθ. 9
Έχουμε την τιμή να φέρουμε σε γνώση σας ότι υπάρχει πλήρης ανεργία,
συνέπεια των πολεμικών επιχειρήσεων και οι εργάτες ιδίως των καπνών, μη
έχοντας εργασία στη Δράμα και ιδιαίτερα στην Καβάλα, βρίσκονται σε
κατάσταση απελπιστική. Πολυάριθμοι θάνατοι έχουν σημειωθεί ιδίως στην
Καβάλα καθώς επίσης και σε άλλα μέρη της περιφέρειάς μας. Ως εκ τούτου
σας παρακαλούμε όπως ευαρεστούμενος προβείτε στις αναγκαίες ενέργειες
προς την Ελληνική κυβέρνηση για την έγκριση πίστωσης τουλάχιστον
200.000 δραχμών για την προμήθεια άρτου στις χιλιάδες δυστυχισμένες
55
οικογένειες που είναι καταδικασμένες σε βέβαιο θάνατον.
56
Αριθ. 10
Δράμα 25 Φεβρουαρίου 1917
***
Αριθ. 11
Δράμα 25 Φεβρουαρίου 1917
Έχω την τιμή να φέρω σε γνώση σας ότι κατά την διάρκεια των
τελευταίων μηνών οι θάνατοι από πείνα έλαβαν μεγάλη έκταση στην πόλη
μας και αυξάνονται από μέρα σε μέρα. Οι θάνατοι αυτοί οφείλονται όχι
μονάχα στην τέλεια έλλειψη των τροφίμων αλλά επίσης στην έλλειψη των
αλεύρων που αποτελεί σήμερον την μοναδική τροφή του πληθυσμού.
Η απελπιστική κατάσταση που δημιουργήθηκε γίνεται ακόμη δυσκολότερη
από την αναγγελία που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα « ΝΕΑ ΔΡΑΜΑ» ότι η
βουλγαρική επιμελητεία ζητεί ύστερα από διαταγή του βουλγαρικού
υπουργείου των οικονομικών η αξία των δημητριακών, αλεύρων και
λοιπών τροφίμων που θα χορηγηθούν στον πληθυσμό εκ μέρους της
Βουλγαρίας να πληρωθεί αποκλειστικά σε χρυσό. Αυτό θα είναι το τελευταίο
πλήγμα, τελείως εξοντωτικό για τον πληθυσμό που κινδυνεύει να πεθάνει
από την πείνα.
57
Μεταφέροντας την κατάσταση αυτή σε γνώση σας, παρακαλώ
ευαρεστούμενοι να πραγματοποιήσετε τα αναγκαία διαβήματα ώστε η
εξόφληση της τιμής των αλεύρων ή και των άλλων τροφίμων που θα
χορηγηθούν για τις ανάγκες του πληθυσμού εκ μέρους της Βουλγαρικής
Κυβερνήσεως, να μη γίνει με πληρωμή σε χρυσό και συγχρόνως να αυξηθεί
σε βαθμό επάρκειας η ποσότητα του αλεύρου που θα χορηγηθεί και η
διανομή να γίνει κανονικά.
Ο Δήμαρχος της Δράμας.
(υπογρ.) Μ. Κ.Φέσσας.
***
Αριθ. 12
58
***
59
Αριθ. 13
Δράμα 27 Φεβρουαρίου 1917.
60
ελάχιστη ποσότητα ψωμιού που χορηγείται σήμερα..
Ο Νομάρχης της Δράμας Ν. Μπακόπουλος
61
Αριθ. 14
62
δημητριακών και του αλεύρου, τα τόσον απαραίτητα για τη διατροφή
του πληθυσμού, να φθάσουν εδώ κανονικά για να είναι δυνατή η
βοήθεια στους δεινοπαθούντες πληθυσμούς που πεθαίνουν από την
πείνα και οι οποίοι εν τούτοις έχουν δικαίωμα στη ζωή. Έχοντας υπ’
όψιν τις μεγάλες ευθύνες που επωμίζομαι τόσον ενώπιον της Α.Μ. τον
Σεβαστό κύριό μας, τον Βασιλέα και προς την Ελληνική Κυβέρνηση,
είμαι υποχρεωμένος να αναφέρω στην κυβέρνησή μου, την κατάσταση
στην οποίαν βρίσκεται ο πληθυσμός, και σας παρακαλώ να
ευαρεστηθείτε και να μεταβιβάσετε στην Ελληνική Πρεσβεία της
Σόφιας το συνημμένο έγγραφό μου με αριθ. 325 που αφορά το εν λόγω
πρόβλημα.
Ο Νομάρχης της Δράμας
Ν. Μπακοπουλος
***
Αριθ. 15
Δράμα 2/15 Μαρτίου 1917
63
επισπεύσετε την αποστολή των απαραίτητων ποσοτήτων σπόρων σιτηρών,
πατάτας, αραβόσιτου και φασολιών.
Ο Νομάρχης της Δράμας
Ν. Μπακόπουλος.
Αριθ. 16
64
Η αξία των σπόρων και των αγροτικών μηχανών θα εξοφληθεί σε
αγροτικά προϊόντα αμέσως μετά τη συγκομιδή.
Με δική τους πρωτοβουλία οι κεφαλαιούχοι της περιοχής θα δύναται να
ιδρύσουν μιαν “Εταιρία καλλιέργεια γης” και να καταθέσουν τα αναγκαία
κεφάλαια για την αγορά των μηχανημάτων.
Οι εργασίες της εταιρίας αυτής θα τελούν υπό τον έλεγχο της
Κυβερνήσεως. Οι υπάλληλοι της Ελληνικής Κυβερνήσεως πρέπει να
τοποθετηθούν σ’ αυτήν την εξαιρετικά κοινωφελή υπηρεσία Ο Νομάρχης
της Βασιλικής Κυβερνήσεως της Ελλάδος στην Δράμα θα μπορούσε να είναι
πρωτεργάτης αυτής της Ένωσης.
Από την πλευρά σας μπορείτε να διευκολύνετε το έργο της αγοράς των
μηχανημάτων, τον διορισμό δυο ή τριών αγρονόμων από την Βουλγαρία και
την προμήθεια σπόρων.
Δεν υπάρχει έλλειψη κεφαλαιούχων. Οι ίδιοι οι Δήμοι θα μπορούσαν να
τους πλησιάσουν. Με τον τρόπον αυτό η Βασιλική Κυβέρνηση της
Βουλγαρίας δεν έχει παρά να παράσχει τις αναγκαίες διευκολύνσεις και με
τον τρόπο αυτό να αποδεσμεύσει τα μέσα μεταφοράς τα οποία σήμερα
χρησιμοποιούνται για τον ανεφοδιασμό ολόκληρης της χώρας.
Οι λεπτομέρειες της οργανώσεως αυτής δεν δύναται να αναλυθούν παρά
σε μια σύσκεψη πολλών ειδικών οι οποίοι οφείλουν να πάρουν μέρος σ’
αυτήν. Επί του παρόντος είναι περιττή η απαρίθμησή τους.
***
Αριθ. 17
Έχω την τιμήν να φέρω εις γνώση σας ότι οι κάτοικοι της Νέας Μήδειας
21
, μου ανέφεραν ότι δεν έλαβαν καμία ποσότητα αλεύρου και δημητριακών
από την επιμελητεία από τις 3 Φεβρουαρίου 1917, ημερομηνία κατά την
οποίαν πήραν 1.000 κιλά αραβόσιτο και καθώς δεν έχουν κανένα άλλο
είδος διατροφής, αναγκάστηκαν να σφάξουν και να φάνε τα άλογά τους.
Ο τοπικός διοικητής της Νέας Μήδειας με διαταγή που κοινοποίησε στο
Κοινοτικό συμβούλιο απαγορεύει την σφαγή των αλόγων.
Μια επιτροπή των κατοίκων της εν λόγω περιοχής που είχε στέρηση
χρημάτων απευθύνθηκε σε μερικούς εμπόρους της Δράμας που τυγχάνουν
συμπατριώτες τους, να τους δανείσουν μερικές χιλιάδες χρυσά φράγκα,
απαραίτητα για την αγορά σιτηρών. Οι τελευταίοι συγκατατέθηκαν
ευχαρίστως να τους συνδράμουν δίδοντάς τους χαρτονομίσματα σε λέβα,
αντίστοιχης αξίας με τα χρυσά νομίσματα. .
Καθώς η επιμελητεία σας απαιτεί την πληρωμή σε χρυσό, για τις αγορές
21
σημερινή Νέα Πέραμος Καβάλας
65
αυτές, σας παρακαλούμε να διατάξετε την παράδοση 1.500 χιλιογράμμων
αλεύρου ή αραβόσιτου επί πιστώσει με την εγγύηση της Ελληνικής
Κυβερνήσεως.
Ο Νομάρχης της Δράμας Μπακόπουλος.
Αριθ. 18
Επί τον υπ’ αριθ. 521 στις 23 Ιανουαρίου ένα βαγόνι άλευρο, στις 27 ένα
βαγόνι αραβόσιτο και στις 31 ένα βαγόνι σιτάρι, ήτοι τρία εν σύνολον
βαγόνια, έφθασαν στο σιδηροδρομικό σταθμό της Πόρνας 22 και
μετεφέρθησαν στις Σέρρες. Σήμερα μας ειδοποίησαν από την Πόρνα ότι και
ένα άλλο βαγόνι σιταριού έχει φθάσει εκεί.
Ανάγκη απόλυτη να σταλούν τουλάχιστο τρία βαγόνια την εβδομάδα. Η
πλειονότητα του πληθυσμού πένεται.
G.R.S.
D. ANDREADIS.
***
Αριθ. 19
Σόφια 5 Μαρτίου 1917.
66
τραγικής καταστάσεως η οποία όπως φαίνεται θα διαρκέσει επί πολύ.
Ενημερώνοντας για τα παραπάνω το Βασιλικό Υπουργείο των
Εξωτερικών, η Ελληνική πρεσβεία της Σόφιας έχει την πεποίθηση ότι θα
θελήσετε να μεσολαβήσετε επειγόντως πλησίον των υπευθύνων δια την
λήψη όλων των μέτρων που ενδείκνυνται για να τεθεί τέρμα σε μια τραγική
κατάσταση στην οποίαν βρίσκεται ο πληθυσμός της Καβάλας.
Α. ΝΑΟΥΜ.
Αριθ. 20
Δράμα 8 Μαρτίου 1917.
Ο Στρατιωτικός Επιθεωρητής
Στρατηγός Τaneff.
Αριθ. 21
Σόφια 14 Μαρτίου 1917
Από τις 17 Φεβρουαρίου μέχρι τις 11 Μαρτίου δεν έχουμε λάβει παρά
μόνον τέσσερα βαγόνια σιτηρών συνολικά, δηλαδή 42.000 κιλά για 25.000
κατοίκους για 22 ημέρες,, ποσότητα που αντιστοιχεί σε 75 γραμμάρια
67
αλεύρου για κάθε άτομο, αντί των 200 γραμμαρίων που μας είχατε
υποσχεθεί.
Στερούμεθα απολύτως κρέατος, αλατιού, λαχανικών και κάθε είδους
διατροφής. Απολύτως ανάγκη αμέσου αποστολής ικανής ποσότητος
αλεύρου, 5.000 κιλών ημερησίως που αντιστοιχούν σε 200 γραμμάρια κατ’
άτομον.
Παρούσα κατάσταση Σερρών συνέπεια πείνας εξαιρετικά κρίσιμη.
G.P.S.
D. ANDREADIS
***
Αριθ. 22
Σόφια 14 Μαρτίου 1917
Αριθ. 23
Σόφια 23 Μαρτίου 1917
68
Σε συνέχεια της ρηματικής μας Νότας αριθ.375 και υπό ημερομηνία
14/27 τρέχοντος μηνός, η Πρεσβεία της Α. Μ της Ελλάδος έχει την τιμήν να
φέρει εις γνώσιν του Βασιλικού υπουργείου των Εσωτερικών ότι η
στρατιωτική επιμελητεία της Δράμας που λειτουργεί επί του παρόντος στη
Δράμα, υποχρεώνει τους κατοίκους της Ελληνικής Μακεδονίας ότι οι τιμές
των ειδών τροφίμων που τους προμηθεύει η ίδια δυστυχώς παρά τα
παρατεταμένα διαλείμματα θα πραγματοποιηθούν όχι εις λέβα άλλα εις
χρυσόν πραγματικό με ισοτιμία των 20 λέβα για είκοσι χρυσά φράγκα όταν
με τη χρηματιστηριακή ισοτιμία στη Σόφια και σ’ αυτήν ακόμη τη Δράμα
ένα ναπολεόνιο αξίζει περίπου 60 λέβα.
Οι δυστυχισμένοι κάτοικοι, λιμοκτονούντες από την έλλειψη τροφίμων
που οφείλεται αποκλειστικά στις αρμόδιες βουλγαρικές αρχές και πιεσμένοι
από την μεγάλη ανάγκη, αναγκάζονται να υποκύψουν σ’ αυτές τις
απαιτήσεις.
Έτσι, όχι μόνον το Υπουργείο των Οικονομικών εκδίδει διαταγές ώστε η
επιβολή φόρων και, γενικά, οι συναλλαγές στην περιοχή της Στρατιωτικής
Επιμελητείας της Δράμας, να γίνονται είτε σε λέβα, είτε σε δραχμές, χωρίς
καμία διαφορά στην τιμή μεταξύ των δυο νομισματικών μονάδων, αλλά
αντίθετα, επιμένει για την πληρωμή σε χρυσό για τα ελάχιστα τρόφιμα που
παρέχονται υπό τις προαναφερθείσες συνθήκες.
Αυτά τα ανεξήγητα μέτρα που θα έχουν ως αποτέλεσμα την οικονομική
καταστροφή των κατοίκων, δεν είναι δυνατόν να αφήσουν αδιάφορη την
Βασιλική Πρεσβεία η οποία αν και διαμαρτύρεται εναντίον τους, με τον
πλέον επίσημο τρόπο, παρακαλεί επίμονα το Βασιλικό Υπουργείο των
Εξωτερικών να λάβει επειγόντως μέτρα τα οποία θα επιτρέψουν την
ανακούφιση των κατοίκων της ελληνικής Μακεδονίας που απειλούνται με
ολοκληρωτική καταστροφή και αποδεκατισμό
Α. ΝΑΟΥΜ .
***
Αριθ. 24
69
της το ταχύτερο δυνατόν. Ατυχώς ο πληθυσμός πεθαίνει από την πείνα. Το
αλάτι λείπει τελείως. Το ψωμί που προμηθεύεται ο πληθυσμός
παρασκευάζεται χωρίς αλάτι.
Η στρατιωτική επιθεώρηση της Δράμας εκτελούσα διαταγή του
Βουλγαρικού Υπουργείου Οικονομικών ανακοίνωσε ότι από σήμερα το
αντίτιμον των χορηγούμενων στον πληθυσμό αλευρών θα καταβληθεί
αποκλειστικά σε χρυσό νόμισμα. Κατά συνέπεια είναι ανάγκη να ενεργήσετε
στο αρμόδιο υπουργείο για την ακύρωση της εν λόγω διαταγής, καθώς η
εφαρμογή της θα οδηγήσει χωρίς αμφιβολία στην τέλεια έλλειψη του άρτου
στον πληθυσμό.
Ο Νομάρχης Δράμας.
Μπακόπουλος.
***
Αριθ. 25
Σέρρες 26 Μαρτίου 1917
Κύριον
Στρατηγόν Alexandre Taneff
Διοικητή της Στρατιωτικής Επιμελητείας Δράμας
εις Δράμα.
Εξοχότατε,
70
συγκεντρώσουν και να αποστείλουν στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος στην
Αθήνα όλο τον διαθέσιμο χρυσόν, έτσι μόνον το Δημόσιο Ταμείο των
Σερρών απέστειλε μια μεγάλη ποσότητα τουρκικών λιρών και ναπολεόνιων
σε χρυσό. Αλλά αν υποθέσουμε ότι ακόμη και μικρές ποσότητες χρυσού
έχουν παραμείνει σε ιδιώτες, κατατέθηκαν σε τράπεζες της πόλης απ’ όπου
είναι αδύνατον να γίνει ανάληψη σήμερα, δεδομένου ότι οι τράπεζες δεν
λειτουργούν πλέον. Πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι τώρα τελευταία Τούρκοι
στρατιώτες επεδίωξαν επιμόνως την ανταλλαγή χαρτονομισμάτων με χρυσό
σε πολύ υψηλή τιμή.
Κατά συνέπειαν είναι άτοπον να μιλήσουμε για χρυσόν σε ποσότητες που
να επαρκούν για την αγοράν των σιτηρών για την πόλη. Επί του παρόντος
χρήμα για την κυκλοφορία δεν είναι παρά μόνο το λέβα, δοθέντος ότι και οι
στρατιωτικές αγορές πραγματοποιούνται με λέβα καθώς επίσης και οι
δημόσιοι φόροι εξοφλούνται σε λέβα σύμφωνα με διαταγή της στρατιωτικής
επιθεωρήσεως υπ’ αριθμόν 7 του τρέχοντος έτους. Εξάλλου η μοναδική
πηγή της αγοράς είναι ο καπνός και οι πληρωμές του είδους αυτού
πραγματοποιούνται σε λέβα από τότε που το νόμισμα αυτό κυκλοφορεί με
την ίδια ισοτιμία όπως και η δραχμή. Αλλά, από γενικής απόψεως επίσης η
πόλη μας ενόψει των σημερινών καταστάσεων και των ειδικών συνθηκών
όσον αφορά το μέτωπο, βρίσκεται σε κατάδυση σε μια οικονομική
κατάσταση, όλως διόλου θλιβερή που δεν δύναται με κανένα τίμημα να
έλθει σε εμπορικές σχέσεις με τα περίχωρά της. Η αγορά των Σερρών στο
μεγαλύτερο μέρος είναι νεκρή. Δεν μπορούμε πλέον να μιλήσουμε για τη
γεωργία, ούτε για τη κτηνοτροφία. Ο εργατικός πληθυσμός στερείται τελείως
εργασίας. Περισσότεροι των 8.000 κατοίκων παίρνουν δωρεάν το ψωμί από
τη δημαρχία, ενώ το πλείστον μέρος του υπόλοιπου πληθυσμού με
δυσκολίαν εξοικονομεί τα αναγκαία λέβα για να προμηθευθεί το
καθημερινό ψωμί. Από οικονομικής απόψεως ουδεμία σύγκριση είναι
δυνατή μεταξύ της καταστάσεως των Σερρών και αυτής των άλλων πόλεων
όπως η Δράμα κ.λ.π.. όπου όλες οι οικονομικές επιχειρήσεις εργάζονται
όπως και προηγουμένως και όπου ουδεμία μετανάστευση κατοίκων έλαβεν
χώραν.
Εξοχότατε η πόλη των Σερρών ουδέποτε βυθίστηκε σε μια οικονομική
κρίση παρόμοια με αυτή που έχουμε σήμερα. Γίνεται μάχη μεταξύ ζωής και
θανάτου. Απευθυνόμαστε στα δίκαια αισθήματά σας και στην δίκαια κρίσιν
σας, απόδειξη την οποία έχουμε από μακρόν, επιτρέψατέ μας να σας
παρακαλέσουμε όπως ευαρεστηθείτε και πράξετε ό,τι είναι δυνατόν όπως η
εν λόγω διαταγή ανακληθεί και όπως από δω και πέρα οι αγορές να
διεξάγoνται με λέβα όπως και προηγουμένως.
Ευαρεστηθείτε να δεχθήτε την διαβεβαίωση της πλέον υψίστης
εκτιμήσεως.
Δια το Δημοτικό Συμβούλιο
Ο Δήμαρχος των Σερρών
71
Mehmet Akil
***
Αριθ. 26
72
στην Ανατολική Μακεδονία, χειροτέρεψε εξαιτίας των πολυάριθμων
θανάτων από πείνα που σημειώθηκαν ιδίως μεταξύ του Ελληνικού
στοιχείου δοθέντος ότι ο Τουρκικός στρατός προμηθεύει τρόφιμα στους
μουσουλμάνους και ο Βουλγαρικός στρατός στα βουλγαρικά χωριά. Στη
Δράμα και σε μερικές άλλες πόλεις χάρη στην πρωτοβουλία που πήρε στο
θέμα αυτό ο Έλληνας Νομάρχης, με την άμιλλά του και των χρηματικών
επιχορηγήσεων των πλέον πλουσίων συστήθηκαν συσσίτια για την βοήθεια
των κατωτέρων στρωμάτων του πληθυσμού αλλά δυστυχώς η κανονική
λειτουργία τους δεν κατέστη δυνατή συνέπεια ελλείψεως ειδών διατροφής.
Εξαιτίας αυτής της ανεπιθύμητης καταστάσεως στην Ανατολική Μακεδονία,
απηύθυνα με πολυάριθμες εκκλήσεις μέχρι τώρα ρητώς και εγγράφως, τα
αναγκαία διαβήματα στο ενταύθα υπουργείο των εξωτερικών και στον
πρόεδρο του υπουργικού συμβουλίου διαμαρτυρόμενα ενεργητικά για την
καταστροφή που επήλθε στην Ανατολική Μακεδονία, τους υπενθύμισα και
τους ανέφερα τις υποσχέσεις που έδωσαν στην Ελλάδα στο θέμα της
ασφάλειας ζωής και περιουσίας των κατοίκων και τους επέστησα την
προσοχή για την θλιβερή εντύπωση που θα προξενήσει στην Ελλάδα η
διαγωγή αυτή της Βουλγαρικής Κυβερνήσεως η οποία δεν δύναται παρά να
επηρεάσει την κοινή γνώμη στην Ελλάδα καθώς και τις φιλικές σχέσεις
μεταξύ των δυο λαών. Εκτός από τα διαβήματα αυτά, επισκέφθηκα τον
εκπρόσωπο του Κοινοβουλίου (τον πρόεδρο του υπουργικού Συμβουλίου)
τον σύμβουλο του Βασιλέα, κ. Dobrovitz στους οποίους διαμαρτυρήθηκα
κατά τον πλέον έντονο τρόπο, αναπτύσσοντας την κατάσταση στην
Ανατολική Μακεδονία και παρακαλώντας τους να φέρουν όλα αυτά σε
γνώση της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλέα, με την ελπίδα ότι η Α.Μ. θα
θελήσει να επέμβει στη βουλγαρική κυβέρνηση δια την καλυτέρευση της
καταστάσεως. Διαμαρτυρήθηκα στο κ. Dobrovitz για το γεγονός της
αδράνειας εκ μέρους της βουλγαρικής Κυβερνήσεως πάνω στο πρόβλημα
αυτό. Επέμενα στη σημασία της επιρροής των οποίων η αδιαφορία αυτή θα
δύναται να θίξει το θέμα των σχέσεων των δυο εθνών. Ο κ. Dobrovitz,
εκφράζοντας μια τέλεια άγνοια της εν λόγω καταστάσεως υποσχέθηκε να
ενημερώσει για όλα αυτά την Αυτού Μεγαλειότητα του Βασιλέα στον οποίον
θα μεταφέρει όλα τα θέματα της συνομιλίας μας.
Προέβην στα αναγκαία διαβήματα σε όλους τους εδώ επισήμους
διπλωμάτες καθώς επίσης και τους Γερμανούς επισήμους και εισηγούμαι
επίσης με την παράκλησή σας για το εν λόγω θέμα την επέμβαση της
Πρεσβείας σας στο Βερολίνο σε διαβήματα προς τη γερμανική κυβέρνηση.
Θα προσπαθήσω να ξαναδώ τον πρόεδρο ο οποίος εξαιτίας της εργασίας
του Κοινοβουλίου (Sobranie) και της παρούσης ανώμαλης εσωτερικής
καταστάσεως ίσως προβεί σε μιαν πράξη αρκετά δύσκολη.
Πιστεύω ότι θα πράξει ό,τι είναι δυνατόν για να έλθει σε βοήθεια σ’
αυτήν την αξιοθρήνητη κατάσταση της Ανατολικής Μακεδονίας.
Α. ΝΑΟΥΜ
73
***
Αριθ. 27
74
2. Φεβρουάριος του 1916 νεκροί 35
3. Μάρτιος του 1916 νεκροί 39
Σύνολο 119
Αριθ. 29
Εις απάντησιν επιστολής σας αριθ. 437 έχομεν την τιμήν να σας
γνωρίσουμε ότι από τον μήνα Αύγουστο 1916 (μετά την είσοδο των
συμμαχικών στρατευμάτων στο Ελληνικό έδαφος) οι μουσουλμάνοι της
πόλεώς μας έπαυσαν να παρουσιάζονται στη Δημαρχία για την καταγραφή
τους στα επίσημα Δημοτολόγια της γεννήσεως και των θανάτων των
Μουσουλμάνων ομοεθνών τους. Ως εκ τούτου στα επίσημα δημοτολόγια τα
οποία τηρεί η Δημαρχία δεν αναφέρονται οι περιπτώσεις θανάτου των
Μουσουλμάνων.
Ύστερα από την λήψη της επιστολής σας που αναφέρεστε ως παραπάνω,
ζητήσαμε από τον Μουφτή της Δράμας, πνευματικό αρχηγό των
Μουσουλμάνων να μας γνωρίσει τον αριθμόν των νεαρών μουσουλμάνων
αρχής γενομένης από τον Ιανουάριο μέχρι του τέλους του παρόντος μηνός
Μαρτίου 1917. Σύμφωνα με τον πίνακα που μας παρέδωσε ο Μουφτής της
Δράμας και τα επίσημα βιβλία που τηρούνται από τη Δημαρχία μας ο
συνολικός αριθμός των αποθανόντων στην πόλη μας κατά την διάρκεια της
εν λόγω περιόδου έχει ως εξής :
75
Σύνολο 1338
Εκτός από τον αριθμόν αυτό υπάρχουν και οι θάνατοι των χριστιανών,
ιδιαίτερα των προσφύγων οι οποίοι δεν εμφανίζονται στα επίσημα
δημοτολόγια του Δήμου, δεδομένου ότι οι νεκροί αυτών ενταφιάστηκαν από
τους γονείς τους χωρίς να αναφερθούν στη Δημαρχία για την έκδοση
σχετικών ληξιαρχικών πράξεων.
76
Αριθ. 30
Εις απάντηση εγγράφου σας υπ’ αρ. 1605 της 9 Απριλίου του έτους 1917
έχω την τιμήν να σας γνωρίσω ότι αδυνατούμε να σας παράσχουμε τον
ακριβή αριθμό των θανάτων που συνέβησαν στην Καβάλα κατά τους μήνας
Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο του τρέχοντος έτους. Η αιτία βρίσκεται
στην πλευρά των Μουσουλμάνων και Ισραηλιτών οι οποίοι από της εισόδου
στην πόλη των βουλγαρικών στρατευμάτων, έπαυσαν να δηλώνουν στην
Δημαρχία τους θανάτους των ομογενών τους και από την άλλη πλευρά από
το γεγονός ότι δηλώνονται στη Δημαρχία όλοι οι θάνατοι των χριστιανών.
Σύμφωνα με τα δημοτολόγια που τηρεί η κοινότητά μας και τους πίνακες
που μας υπέβαλαν ο Ιμάμης για τους Μουσουλμάνους και ο Ραβίνος για
τους Ισραηλίτες, οι αριθμοί των θανάτων που συνέβησαν στην Καβάλα
κατά την διάρκεια των ανωτέρω τριών μηνών είναι οι ακόλουθοι :
77
Αριθ. 31
***
Αριθ. 32
***
Αριθ. 33
78
Αριθ. 34
79
Α. ΝΑΟΥΜ
Αριθ. 35
Δράμα 27 Απριλίου 1917
Προς την Στρατιωτικήν Επιμελητείαν της Δράμας, ενταύθα.
Επανερχόμαστε εκ νέου στο πρόβλημα της απελπιστικής και ανυπόφορης
καταστάσεως που βρίσκονται οι κάτοικοι της Νέας Μήδειας 23 και για τους
οποίους είχατε ήδη την ευαισθησία να ενδιαφερθείτε στην αίτησή μας. Έχω
την τιμήν να σας γνωρίσω ότι οι κάτοικοι μου υπέβαλαν μίαν αίτηση με την
οποίαν μου ανέφεραν ότι η κατάσταση οξύνεται από μέρα σε μέρα και ότι
είναι υποχρεωμένοι εξαιτίας της έλλειψης όλων των τροφίμων να τρέφονται
με τους σκελετούς των ψόφιων αλόγων, χελώνες και τελευταία ιδίως τα
φίδια .Το αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής των πραγμάτων είναι ότι επί
των 950 κατοίκων τον Οκτώβριο του 1916, οι θάνατοι μέχρι τον μήνα
Απρίλιο να ξεπερνούν τους 250.
Λαμβανόμενες υπ’ όψιν 1ον Οι συγκοινωνίες μεταξύ της Νέας Μήδειας
και της Δράμας, κέντρον ανεφοδιασμού της περιφέρειας, είναι κυριολεκτικά
δύσκολες και κατά συνέπεια σε μεταφορές μέχρι εδώ ιδιαίτερα της
ποσότητας του αραβόσιτου την οποίαν η Επιμελητεία σας προμηθεύει τους
κατοίκους του εν λόγω χωριού να προσκρούσει ενίοτε σε ανυπέρβλητες
δυσχέρειες και 2ον ότι εξαιτίας της γενικής καταστάσεως και ακόμη πλέον
ειδικότερα της γεωγραφικής τοποθεσίας της Νέας Μήδειας υφίσταται μια
τέλεια έλλειψη κάθε είδους τροφίμων στην περιοχή αυτή.
Σας παρακαλώ όπως ευαρεστηθείτε να πράξετε ό,τι είναι αναγκαίον
όπως όλοι οι κάτοικοι της Νέας Μήδειας εξουσιοδοτηθούν να
εγκαταλείψουν την περιοχή αυτή και να εγκατασταθούν προσωρινά στο
χωριό Νικηφόρος όπου η διατροφή τους είναι πιο εύκολη.
Με τον τρόπον αυτόν ελπίζουμε ότι θα σωθούν από το βέβαιο θάνατο
όσοι κάτοικοι απέμεναν.
Ο Νομάρχης της Δράμας
Ν. Μπακόπουλος.
***
Αριθ. 36
23
σημερινός οικισμός Νέα Πέραμος Καβάλας
80
της πόλεώς μας τους δέρνουν μέχρι θανάτου και κατόπιν τους αφήνουν
ελεύθερους.
Δεδομένου ότι από τις συλλήψεις αυτές, οι οποίες συνεχίζονται,
προκαλείται πανικός στο εδώ ελληνικό στοιχείο, σας παρακαλώ όπως
ευαρεστηθείτε και πράξετε ό,τι είναι αναγκαίο ώστε οι συλλήψεις αυτές να
μην επαναληφθούν. Ο Νομάρχης της
Δράμας
Ν. ΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
***
Αριθ 37
Δράμα 18 Μαϊου 1917
Προς την Στρατιωτικήν Επιθεώρηση της Δράμας ενταύθα.
Αριθ. 38
Σόφια 23 Ιανουαρίου 1917
81
παρελθόντος έτους για το θέμα της αποστολής του δημοσιογράφου Sisch
στην Ανατολική Μακεδονία έχω την τιμήν να σας κοινοποιήσω αντίγραφον
της ρηματικής νότας αριθ. 643 του ενταύθα των εξωτερικών με την οποίαν
δίδεται η απάντηση στις έντονες διαμαρτυρίες που απευθύνθηκαν στο εν
λόγω υπουργείο εκ μέρους της Βασιλικής Πρεσβείας.
Α. ΝΑΟΥΜ
***
ΡΗΜΑΤΙΚΗ ΝΟΤΑ
Αριθ. 39
Συνέχεια στο τηλεγράφημά μας αριθ. 129, όσον αφορά την αποστολή
στην Ανατολική Μακεδονία του λεγόμενου δημοσιογράφου Sisch έχω την
τιμήν να σας κοινοποιήσω με συνημμένο αντίγραφο, έγγραφο του Νομάρχη
Δράμας της 11 Φεβρουαρίου 1917 καθώς και της επιστολής του δημάρχου
Ελευθερουπόλεως της 8 Φεβρουαρίου 1917 και σχετικής αναφοράς του
ηγουμένου της μονής Εικοσιφοινίσσης Αρχιμανδρίτη Μοσχόπουλου.
Σχετικά διαβήματα έχουν ήδη γίνει προς τις Γερμανικές αρχές της πόλης
αυτής, οι οποίες άλλωστε ήταν ενήμερες για τα γενόμενα συμβάντα.
82
Μου υποσχέθηκαν κατηγορηματικά ότι ο εν λόγω Sisch θα ανακληθεί
οριστικά από την Μακεδονία. Αυτός οφείλει άλλωστε να επιστρέψει αυτές
τις μέρες στη Σόφια και είναι πολύ πιθανόν ότι δεν θα του επιτραπεί να
επιστρέψει στη Μακεδονία.
Α. ΝΑΟΥΜ
83
H ΠΟΛΗ ΚΑΙ Η ΥΠΑΙΘΡΟΣ ΤΗΣ ΔΡΑΜΑΣ
24
σημερινός οικισμός Μεσολακκιά Σερρών
84
Όσον αφορά την καταστροφή των εσοδειών και της κτηνοτροφίας, ήταν
καθολικές και δεν υπάρχει ούτε ένα χωριό του οποίου οι εκπρόσωποι να
μην έκαναν καταγγελίες για κλοπές και αρπαγές χρηματικών ποσών.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις που πήραμε, αλλά δεν μπορέσαμε να
επαληθεύσουμε το περιεχόμενό τους, οι απώλειες στην κτηνοτροφία ήταν:
85
Ο πληθυσμός της πόλης ήταν 16.000 περίπου κάτοικοι το 1916.
Σήμερα μάλιστα ανέρχεται στους 20.000 κατοίκους καθώς πολλές χιλιάδες
προσφύγων που ζουν εδώ εγκατέλειψαν τα χωριά τους λόγω των
καταστροφών που αυτά έχουν υποστεί.
Οι απώλειες στην κτηνοτροφία δεν είναι ακριβώς γνωστές.
Στη Δράμα είχε την έδρα του ο Κομιτατζής Panitsa που κατείχε τη
θέση του Διοικητή της Ασφαλείας. Εκατοντάδες άτομα συνελήφθησαν
στην ύπαιθρο και οδηγήθηκαν στις φυλακές της Δράμας που στεγάζονταν
σε ένα σχολικό κτίριο και όλοι οι μάρτυρες ομόφωνα δηλώνουν ότι στο
χώρο αυτό βασανιστήρια και ξυλοδαρμοί εφαρμόζονταν συνεχώς.
Στη Δράμα ιδρύθηκε ένα στρατοδικείο. Πολλά άτομα εκτελέστηκαν
δια απαγχονισμού μετά την καταδίκη τους. Στη Δράμα επίσης
συγκεντρώθηκαν όλα τα είδη που κλάπηκαν από τη γύρω περιοχή,
ιδιαίτερα από την Καβάλα, όπως το βαμβάκι, μαλλί, χάλκινα σκεύη. Η
Επιτροπή επισκέφτηκε μερικές αποθήκες εν μέρει γεμάτες από τα
αντικείμενα αυτά (βλέπε αναφορές).
Είχε ιδρυθεί επίσης και ένα ορφανοτροφείο από το οποίο πέρασαν
πολλά παιδιά, ορφανά ή εγκαταλελειμμένα από τους γονείς τους, τα οποία
στη συνέχεια μεταφέρθηκαν στη Βουλγαρία.
86
87
ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΔΙΑΦΟΡΑ ΧΩΡΙΑ
ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΡΑΜΑΣ
***
Ada25
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου
25
σημερινός οικισμός Λιβερά Ξάνθης
26
Στέρνα Θόλου
88
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δραχμές 7.000
Μαλλιά (οκάδες) 220
Γάλα (οκάδες) 2.700
Αγελάδες και βόδια 91
Άλογα και μουλάρια 17
Όνοι 6
Πρόβατα 250
Γίδια 650
Ascha – Mahule27
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
27
συνοικισμός Κυργίων
89
Vesmi28
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του Μουχτάρη
Volakas29
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
28
σημερινός οικισμός Εξοχή Δράμας
29
Βώλακας
90
Σπίτια που κατεδαφίστηκαν 2
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δραχμές 16.300
Δημητριακά (οκάδες) 109.000
Φακές (οκάδες) 8.000
Άχυρα (οκάδες) 23.000
Μαλλιά (οκάδες) 320
Γάλα (οκάδες) 30.470
Τυρί (οκάδες) 265
Βόδια και αγελάδες 13
Μουλάρια και άλογα 12
Όνοι 1
Πρόβατα 539
Γίδια 513
Vouvlits30
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
30
σημερινός οικισμός Πύργοι Δράμας
91
Βόδια – αγελάδες 13
Μουλάρια και άλογα 3
Πρόβατα 350
Γίδια 350
Voulkovo31
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
Voursian32
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του κ. Ν. Νικολαΐδη, αντιπροσώπου του
Μουχτάρη
31
σημερινός οικισμός Χρυσοκέφαλο Δράμας
32
πιθανότατα εννοεί Virsen (Βήρσεν)
92
Πληθυσμός κατά την έναρξη της κατοχής 150
Σημερινός πληθυσμός 100
Διαφορά 50
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής -
Εκτοπίστηκαν 1
Επέστρεψαν 1
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Μαλλί 80
Βόδια – αγελάδες -
Πρόβατα 119
Γίδια 172
Gavrovo33
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
Yedi-Pere34
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
33
πιθανότατα εννοεί Gabrovo,σημερινός οικισμός Καλλιθέα Δράμας
34
σημερινός οικισμός Νεροφράκτης Δράμας
93
Πληθυσμός κατά την έναρξη της κατοχής 494
Σημερινός πληθυσμός 428
Διαφορά 66
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής 60
Εκτοπίστηκαν 21
Επέστρεψαν 14
Σπίτια που κατεδαφίστηκαν -
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δυο σοδειές (αντιστοιχία σε δραχμές) 191.700
Βόδια και αγελάδες 333
Yassoryan35
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Giourentzik36
35
Πολύπτερο Κυργίων
36
σημερινός οικισμός Γρανίτης Δράμας
94
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Gornova37
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
95
Μουλάρια 16
Όνοι 40
Πρόβατα 1.100
Γίδια 1.300
96
Gousterek38
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Dalia39
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
38
συν. Λευκόγεια
39
σημερινός οικισμός Ποταμάκι Δράμας
97
Γίδια 400
Demir- Tzoryian40
Debretzik41
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
40
Demirdjoyiani, σημερινός οικισμός Περιστέρια Δράμας
41
σημερινός οικισμός Αχλαδομηλέα Δράμας
98
Δημητριακά (οκάδες) 800
Βόδια – αγελάδες 8
Πρόβατα 10
Γίδια 10
Zaaritz43
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
42
σημερινός οικισμός Μοναστηράκι Δράμας
43
σημερινός οικισμός Ψηλή Ράχη Δράμας
99
Επέστρεψαν από τη Βουλγαρία 12
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δραχμές 60.000
Μαλλιά 180
Δημητριακά (οκάδες) 13.000
Βόδια – αγελάδες 212
Μουλάρια και άλογα 76
Όνοι 40
Πρόβατα 380
Γίδια 1.600
Istrane44
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Cavakli45
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
44
πιθανότατα εννοεί Istranie,σημερινός οικισμός Πέρασμα Δράμας
45
σημερινός οικισμός Αίγειρος Δράμας
100
Πληθυσμός κατά την έναρξη της κατοχής 480
Σημερινός πληθυσμός 413
Διαφορά 67
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής 7
Εξορίστηκαν στη Βουλγαρία 28
Επέστρεψαν από τη Βουλγαρία 26
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δραχμές 20.000
Δημητριακά (οκάδες) 4.000
Βόδια – αγελάδες 40
Μουλάρια και άλογα 40
Όνοι 18
Πρόβατα 1.400
Γίδια 1.400
Calambaki46
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της Κοινότητας
46
Καλαμπάκι
101
Galovo47
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Cara-Kavaki48
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου του χωριού
47
σημερινός οικισμός Καλύβα Ξάνθης
48
σημερινός οικισμός Μαυρολεύκη Δράμας
102
Όνοι 7
Αμάξια 23
Carakioi49
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου του χωριού
Caragios-Kioi50
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
103
Δραχμές 4.000
Βόδια – αγελάδες 12
Μουλάρια και άλογα 13
Πρόβατα 100
Γίδια 90
104
Caramanli51
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Caradja-Kioi52
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
51
Τερψιθέα-Παλιοβρύση
52
σημερινός οικισμός Θόλος Δράμας
105
Μαλλιά (οκάδες) 600
Δημητριακά (οκάδες) 14.000
Βόδια και αγελάδες 95
Μουλάρια 16
Όνοι 40
Πρόβατα 1.100
Γίδια 1.300
Catoun53
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Cato-Vrondou54
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
53
σημερινός οικισμός Διπόταμοι Δράμας
54
Κάτω Βροντού
106
Διαφορά 0
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής -
Εξορισθέντες
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δημητριακά (οκάδες) 35.000
Άχυρα (οκάδες) 700.000
Χόρτο σε δεμάτια (οκάδες) 20.000
Φασόλια (οκάδες) 3.000
Αγελάδες και βόδια 84
Άλογα 12
Όνοι 16
Πρόβατα 250
Γίδια 300
Αμάξια 20
Ketsilik55
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
55
σημερινός οικισμός Μεσοκόρυφο Δράμας
107
Kiourtsiler56
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Koutsou-Kioi57
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
56
συνοικία Θόλου
57
σημερινός οικισμός Μικρό Χωριό Δράμας
108
Clemboutsar58
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Kouzlou-Kioi59
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
58
σημερινός οικισμός Κόψις Δράμας
59
σημερινός οικισμός Πλατανιά Δράμας
109
Πρόβατα 750
Γίδια 1.600
Οι κάτοικοι του χωριού, ιδιαίτερα οι Έλληνες, με τη βουλγαρική
εισβολή κατέφυγαν πρόσφυγες στη Δράμα και από εκεί μερικοί στην
Παλαιά Ελλάδα. Τους άλλους τους συνέλαβαν και τους οδήγησαν στη
Βουλγαρία. Στο χωριό παρέμεινε μόνο ο Χρήστος Παπαγεωργίου και ο
Αντώνης Βράκας, τους οποίους και τους έσφαξαν οι Βούλγαροι, αφού
προηγουμένως τους λήστεψαν.
Koumanits60
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
Koumbalista61
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
60
σημερινός οικισμός Δασωτό Δράμας
61
σημερινός οικισμός Κοκκινόγεια Δράμας
110
Εκτοπίστηκαν 16
Επέστρεψαν 13
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δραχμές 20.000
Δημητριακά (οκάδες) 87.000
Καπνά (οκάδες) 2.000
Αγελάδες και βόδια 75
Όνοι 42
Πρόβατα 100
Γίδια 120
Μουλάρια και άλογα 25
Courtalar62
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
Lakavista63
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
62
σημερινός οικισμός Λυκοδιάσελο Μακρυπλαγιάς
63
σημερινός οικισμός Μικροκλεισούρα Δράμας
111
Πληθυσμός κατά την έναρξη της κατοχής 500
Σημερινός πληθυσμός 500
Διαφορά 0
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής -
Εκτοπίστηκαν 2
Επέστρεψαν 1
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δραχμές 7.000
Δημητριακά (οκάδες) 27.000
Αγελάδες και βόδια 30
Μουλάρια 22
Πρόβατα 90
Κατσίκια 90
Livadista64
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
Limbotin65
64
σημερινός οικισμός Λιβαδάκι Δράμας
65
Μαυροκορδάτου κοιν.Πλατανιάς
112
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Lissan66
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
66
σημερινός οικισμός Οχυρό Δράμας
113
Οι κάτοικοι υποχρεώθηκαν να εργαστούν σε βαριές αγγαρείες. Ένα
άτομο τουφεκίστηκε από ένα Βούλγαρο στρατιώτη στην προσπάθειά του
να μη χάσει τα πρόβατά του.
114
Lissa67
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Loftsia68
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
67
Πολύνερο Παρανεστίου
68
Ακρινό Καταφύτου
115
Mahaledjik69
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
Kovitsa70
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
69
σημερινός οικισμός Τιμόθεος Δράμας
70
Βαθύλακκος Ξηροποτάμου
116
επιστρέφοντας στο χωριό συναντήθηκε με μια στρατιωτική περίπολο η
οποία τον διέταξε να σταματήσει. Αυτός φοβήθηκε και προσπάθησε να το
σκάσει. Οι στρατιώτες τον πυροβόλησαν και τον σκότωσαν.
Messeli71
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Morkos72
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
71
σημερινός οικισμός Καλό Νερό Δράμας
72
σημερινός οικισμός Λειβαδερό Δράμας
117
Γίδια 120
Mousga73
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Balaban74
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
73
σημερινός οικισμός Κουδούνια Δράμας
74
σημερινός οικισμός Τραχώνι Δράμας
118
Δραχμές 1.000
Μουλάρια 10
Bellian75
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Bellontitza76
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου του χωριού
75
σημερινός οικισμός Σίλλη Δράμας
76
σημερινός οικισμός Λευκόγεια Δράμας
119
Άχυρα (οκάδες) 93.900
Δημητριακά (οκάδες) 7.000
Αγελάδες και βόδια 45
Άλογα 5
Πρόβατα 70
Γίδια 65
Όνοι 3
Αμάξια 6
Οι κάτοικοι υποχρεώθηκαν να εργαστούν σε καταναγκαστικά έργα. Η
συνηθισμένη ποινή ήταν 25 κτυπήματα με ρόπαλο στο σώμα.
Berista77
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Blatsen78
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
77
σημερινός οικισμός Πτωχιά Πλατανιά Δράμας
78
σημερινός οικισμός Αχλαδιά Δράμας
120
Πληθυσμός κατά την έναρξη της κατοχής 300
Σημερινός πληθυσμός 300
Διαφορά 0
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής -
Εκτοπίστηκαν 0
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δραχμές 3.000
Μουλάρια 7
Αγελάδες και βόδια 9
Πρόβατα 50
Γίδια 50
Boriani79
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του ιερέα του χωριού
Boriani80
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
79
σημερινός οικισμός Άγιος Αθανάσιος Δράμας
80
Άγιος Αθανάσιος (μουσουλμάνοι)
121
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής 40
Εκτοπίστηκαν 8
Επέστρεψαν 6
Σπίτια που κατεδαφίστηκαν 10
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Μουλάρια και άλογα 25
Αγελάδες και βόδια 161
Πρόβατα 800
Όνοι 20
Bouka81
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Bounar-bachi82
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
81
σημερινός οικισμός Παρανέστι Δράμας
82
σημερινός οικισμός Κεφαλάρι Δράμας
122
Πληθυσμός κατά την έναρξη της κατοχής 90
Σημερινός πληθυσμός 69
Διαφορά 21
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής 7
Εκτοπίστηκαν 15
Επέστρεψαν 1
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Μουλάρια και άλογα 4
Όνοι 2
Boudjiak83
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Boutin84
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
83
σημερινός οικισμός Κοκκινόγεια Δράμας
84
σημερινός οικισμός Αχλαδέα Δράμας
123
Διαφορά 0
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής 0
Εκτοπίστηκαν 0
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δραχμές 3.300
Δημητριακά (οκάδες) 4.000
Πρόβατα 65
Γίδια 65
Nousretli85
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Dismikli86
85
σημερινός οικισμός Νικηφόρος Δράμας
86
σημερινός οικισμός Πηγάδια Δράμας
124
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Doualar87
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
87
σημερινός οικισμός Μαρμαριά Δράμας
125
Γίδια 350
Dobroussoul88
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Άνδρες και γυναίκες χωρίς καμία αμοιβή, ούτε ακόμα και το αναγκαίο
ψωμί, αναγκάστηκαν να εργαστούν στην κατασκευή δρόμων
Ormanli89
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
88
σημερινός οικισμός Ξυλόκοπος Μακρυπλαγιάς
89
σημερινός οικισμός Πολύκαρπο Μακρυπλαγιάς
126
Δραχμές 4.000
Μαλλιά (οκάδες) 300
Δημητριακά (οκάδες) 50.000
Αγελάδες και βόδια 25
Μουλάρια 9
Γίδια 150
Πρόβατα 300
127
Pastrova90
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Perofi91
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
90
σημερινός οικισμός Καλλίκρονο Παρανεστίου
91
σημερινός Άγιος Πέτρος Βώλακα
128
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δραχμές 7.000
Μαλλιά (οκάδες) 600
Πρόβατα 222
Γίδια 548
Sipsia92
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Tsamoritsa93
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
92
σημερινός οικισμός Ταξιάρχης Δράμας
93
δεν βρέθηκε κατά την έρευνα
129
Διαφορά
90
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής 70
Εκτοπίστηκαν 49
Επέστρεψαν 15
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δραχμές 30.000
Γίδια και πρόβατα 300
Δημητριακά (οκάδες) 8.000
Βόδια και αγελάδες 7
Kranista94
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Toufal95
94
σημερινός οικισμός Δενδράκια Δράμας
95
σημερινός οικισμός Αετοί Λιβαδερού
130
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
131
Roussovon96
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Plevna97
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
96
σημερινός οικισμός Ανθοχώρι Δράμας
97
σημερινός οικισμός Πετρούσα Δράμας
132
Επέστρεψαν
47
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Αγελάδες 50
Βόδια 50
Μουλάρια 100
Χοίροι 20
Πρόβατα – γίδια 1.500
Πουλερικά 200
Ravika98
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του δημάρχου
98
σημερινός οικισμός Καλλίφυτο Δράμας
133
Ο πληθυσμός αναγκάστηκε να εργαστεί σε βαριά στρατιωτικά
έργα χωρίς αμοιβή. Οι εύποροι κάτοικοι του χωριού έχασαν μεγάλα
χρηματικά ποσά, τα οποία οι Βούλγαροι κατάφερναν με διάφορους
τρόπους να αποσπούν.
Rakista99
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του δημάρχου
Revenia100
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του Μουχτάρη
99
σημερινός οικισμός Κατάχλωρο Δράμας
100
σημερινός οικισμός Μικροπλαγιά Δράμας
134
Εκτοπίστηκαν
3
Επέστρεψαν 1
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δραχμές 50.000
Δημητριακά (οκάδες) 30.000
Αγελάδες και βόδια 135
Μουλάρια 40
Όνοι 25
Πρόβατα 600
Γίδια 8.500
Πουλερικά 900
Sintrovo101
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του δημάρχου
Simouli102
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
101
πιθανότατα εννοεί Siderovo,σημερινός οικισμός Μεσσοβούνι Δράμας
102
δε βρέθηκε κατά την έρευνα
135
Πληθυσμός κατά την έναρξη της κατοχής
650
Σημερινός πληθυσμός
450
Διαφορά
200
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής 18
Επέστρεψαν 15
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Γίδια και πρόβατα 2.100
Αγελάδες και βόδια 205
Μουλάρια 56
Όνοι 20
Πουλερικά 770
Startsista103
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
103
σημερινός οικισμός Περιθώρι Δράμας
136
Οι Βούλγαροι υποχρέωσαν όλο τον πληθυσμό να εργαστεί στα
καταναγκαστικά έργα.
Terlis104
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
44
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Αγελάδες και βόδια 6
Πρόβατα 250
Tzoura105
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
104
σημερινός οικισμός Βαθύτοπος Δράμας
105
σημερινός οικισμός Πρασινάδα Δράμας
137
Αγελάδες και βόδια 10
Πρόβατα και γίδια 200
Tiklova106
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Tihota107
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του δημάρχου
138
Βούτυρο (οκάδες) 200
Αγελάδες 15
Μουλάρια 7
Πρόβατα 62
Γίδια 10
139
Giourentzik108
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του δημάρχου
Tseressevo109
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
108
σημερινός οικισμός Γρανίτης Δράμας
109
σημερινός οικισμός Θησαυρός Δράμας
140
Όνοι 30
Πρόβατα 210
Γίδια 140
Hamidieh111
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου
110
σημερινός οικισμός Χαμοκερασιά Δράμας
111
σημερινός οικισμός Λειβαδική Ξάνθης
141
Πληθυσμός κατά την έναρξη της κατοχής
389
Σημερινός πληθυσμός
260
Διαφορά
129
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής 10
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δραχμές 3.505
Aγελάδες 10
Βόδια 6
Άλογα 7
Γίδια 30
Hassapli112
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου
112
πιθανότατα εννοεί Cassapli,σημερινός οικισμός Υψηλό Δράμας
142
Holevan113
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του Δημάρχου
Hotzialar114
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του Δημάρχου
113
σημερινός οικισμός Αμισιανό Δράμας
114
σημερινός οικισμός Μακρυπλαγιά Δράμας
143
Πρόβατα 80
Γίδια 2.500
Δραχμές 25.000
Ourgantzi116
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
115
σημερινός οικισμός Ιωνικό Ξάνθης
116
συνοικία Κυργίων
144
Διαφορά
54
Πέθαναν στο χωριό 51
Αιχμάλωτοι που επέστρεψαν 8
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Δημητριακά (οκάδες) 60.000
Βόδια και αγελάδες 107
Μουλάρια και άλογα
21
Όνοι 20
Πρόβατα 325
Hametli117
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Boschinos118
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
117
Αγάπη Κυργίων
118
σημερινός οικισμός Καλαμώνας Αγίου Αθανασίου
145
Πληθυσμός κατά την έναρξη της κατοχής
175
Σημερινός πληθυσμός
105
Διαφορά
70
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής 49
Εκτοπίστηκαν
16
Επέστρεψαν 13
Επιτάχθηκαν από τους Βούλγαρους
Βόδια και αγελάδες 42
Μουλάρια και άλογα
19
Όνοι και χοίροι
13
Karatsali119
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του δημάρχου
119
πιθανότατα εννοεί Caratchali,σημερινός οικισμός Μαυρόβατος Δράμας
146
Efthelia120
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου
120
σημερινός οικισμός Φτελιά Δράμας
147
Vodovista121
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
Rappes122
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του μουχτάρη
121
σημερινός οικισμός Καλαμπάκι Δράμας
122
σημερινός οικισμός Δρεπάνι Δράμας
148
Οι μουσουλμάνοι κάτοικοι του χωριού αναγκάστηκαν να εργαστούν
στα στρατιωτικά έργα. Οι Βούλγαροι τους κακομεταχειρίστηκαν άγρια.
Κανείς τους δεν κατατάχτηκε στο στρατό.
149
Neon-Kalapodion123
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του δημάρχου
Tchali-Tchiflik124
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου
123
Νέο Καλαπόδιο
124
σημερινός οικισμός Αργυρούπολη Καβάλας
150
ΔΡΑΜΑ – Η ΠΟΛΗ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
151
ΜΑΡΤΥΡΙΚΕΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ
ΠΑΘΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΩΝ
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΡΕΥΝΗΣ
***
152
Ο φόρος της δεκάτης των καπνών που εισέπραξαν οι ελληνικές αρχές
κατά τον πρώτο χρόνο της κατοχής, εισπράχθηκε από τους Βούλγαρους το
δεύτερο χρόνο. Ο φόρος που εισπράχτηκε ήταν 11,5% και είχε οριστεί από
την ελληνική κυβέρνηση. Πριν από την εκτόπισή μου κάποιος Fouat –
Bey, αντιπρόσωπος της τουρκικής κυβέρνησης, στρατολόγησε έναν
μεγάλο αριθμό Τούρκων στον οθωμανικό στρατό. Κατά τη διάρκεια της
εξορίας μου άκουσα από φήμες ότι ύστερα από τη βίαιη αναχώρησή μας,
οι Βούλγαροι λεηλάτησαν όλα τα σπίτια των εκτοπισμένων. Εγώ όμως δεν
ξέρω κανένα σπίτι που να λεηλατήθηκε από αυτούς. Ο πληθυσμός της
πόλης κατά τη μέρα της κατοχής ανερχόταν σε 24.000 περίπου κατοίκους,
από τους οποίους 10.000 ήταν μουσουλμάνοι. Κατά τη διάρκεια του
πρώτου εξαμήνου του 1917 πολλές οικογένειες αναχώρησαν για τη
Βουλγαρία ύστερα από ψεύτικες υποσχέσεις και ειδοποιήσεις των
Βουλγάρων, επιμένοντας ότι θα μπορούσαν να σωθούν από την πείνα αν
έφευγαν από τη Βουλγαρία. Δεν δύναμαι επίσης να γνωρίζω τον τότε
ακριβή αριθμό των κατοίκων. Όσον αφορά τα εγκλήματα που
διαπράχτηκαν εναντίον των προσώπων, αναφέρομαι στο έγγραφο που
απηύθυνα ύστερα από την επιστροφή μου από τη Βουλγαρία, στο
βασιλικό επίτροπο της Δράμας υπό ημερομηνία 28 Νοεμβρίου 1918.
Παραθέτω, επίσης, ότι λίγες μέρες μετά την είσοδό τους, οι Βούλγαροι
άρχισαν να συγκεντρώνουν στα σχολικά κτίρια πολλούς Έλληνες ιδιώτες,
τους οποίους κακομεταχειρίστηκαν και τους υπέβαλαν σε αφάνταστα
μαρτύρια. Τους έδειραν ανελέητα με το πρόσχημα ότι βοήθησαν τον
ελληνικό στρατό στο παρελθόν κατά τη διάρκεια του Βαλκανικού
πολέμου. Μερικοί υπέκυψαν στους ξυλοδαρμούς. Έτσι παραδείγματος
χάριν θυμάμαι τα ακόλουθα ονόματα: Ιωάννης Καραγιάννης, Πέτρος
Τσιρεσόκλου, Γκούσιος, ο ιερέας του χωριού του Ξηροποτάμου και πολλά
άλλα. Αυτός που ήταν ο πλέον αιμοβόρος ήταν προπάντων ο τοπικός
διοικητής Georges Semertzieff, βοηθούμενος από τον Αρχικομιτατζή
Panitsa.
Στη διάρκεια της εξορίας μου παρέμεινα 4½ μήνες στο στρατόπεδο
συγκέντρωσης της Soumla και μετά αφέθηκα ελεύθερος στην πόλη της
Soumla. Τέλος, μεταφέρθηκα στη Φιλιππούπολη, όπου και με φυλάκισαν
χωρίς λόγο για 24 ώρες. Εκεί οι στρατιώτες μου έκλεψαν το ποσό των 100
φράγκων που είχα μαζί μου. Παρέλειψα να σας αναφέρω ότι κατά τη
διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 1917 η πείνα ήταν τέτοια που έβρισκες
πτώματα στους δρόμους, πτώματα φτωχών ανθρώπων που πέθαιναν από
τις ελλείψεις.
153
Ο μάρτυρας στη συνέχεια ρωτήθηκε για την κατάθεση του νεκροθάφτη
Δημητρίου Σταύρου και απάντησε τα ακόλουθα :
***
Αναφορά
του Μιχαήλ Φέσσα, Δημάρχου Δράμας,
προς τον κ. Βασιλείου, Επίτροπο στη Δράμα,
σχετικά με τη διαγωγή Γερμανών και Βουλγάρων
στην Ανατολική Μακεδονία.
154
βουλγαρικές και γερμανικές αρχές, δηλαδή ο στρατηγός Taneff της 10ης
Μεραρχίας και ο Γερμανός αντιπρόσωπος, Von Poutkamer, με
επισκέφτηκαν, τους ανταπέδωσα την επίσκεψη και συγχρόνως εξέφρασαν
την επιθυμία να γνωρίσουν τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου. Την
επόμενη μέρα όλα τα μέλη του Δημοτικού Συμβούλιο συγκεντρώθηκαν
στη Δημαρχία. Έτσι πράγματι, και με την παρουσία όλου του Δημοτικού
Συμβουλίου, δήλωσαν επισήμως ότι ήλθαν στη χώρα μας ως φίλοι και ότι
θα σεβαστούν τους νόμους, την τιμή και την περιουσία των κατοίκων και
επί πλέον μας παρακάλεσαν να εξακολουθήσουμε το έργο μας όπως
κάναμε και επί ελληνικής διοίκησης και ότι από αυτούς θα έχουμε βοήθεια
σε κάθε δυσκολία. Η πιο ενδιαφέρουσα υπόσχεση ήταν αυτή που μας
έδωσαν για τον επισιτισμό της περιοχής μας. Πραγματικά μέχρι το τέλος
του Νοεμβρίου του έτους αυτού, του 1916, διένειμαν σχεδόν κανονικά
αλεύρι, πετρέλαιο και ξηρά λαχανικά αλλά από τις αρχές του Δεκεμβρίου
του έτους αυτού (1916) άρχισε η πείνα, είτε εξαιτίας των ελλείψεων είτε
εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων που έλαβαν σε σχέση με τον
πληθυσμό. Διαμαρτυρήθηκα γραπτώς και προφορικώς αναφέροντας ότι η
πείνα θέριζε στις Σέρρες, στο Παγγαίο, στην Ελευθερούπολη και την
Καβάλα.
Πολυάριθμοι πρόσφυγες από τις γειτονικές περιοχές εγκαταστάθηκαν
εδώ όπου η πείνα άρχισε το έργο της. Οι διαμαρτυρίες μου βοήθησαν
ώστε, στην αρχή τουλάχιστον, να φέρνουν ένα βαγόνι αραβόσιτο την
εβδομάδα. Στη συνέχεια η ποσότητα αυτή μας δινόταν κάθε 15 μέρες και
τελικά κάθε μήνα. Οι θάνατοι από πείνα, συνέπεια αυτής της τακτικής,
πολλαπλασιάστηκαν σε ολόκληρη την πόλη. Συγκρίνοντας τα στοιχεία
από το βιβλίο καταχωρήσεως των θανάτων που τηρούσαμε στη Δημαρχία
για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο του έτους 1917,
προέκυψε ότι οι θάνατοι (από στερήσεις κατά το μεγαλύτερο μέρος στην
περίοδο αυτή) είχαν φθάσει τον αριθμό 1.465 ενώ το αντίστοιχο διάστημα
του προηγουμένου έτους 1916, οι θάνατοι ήταν 136. Υπέβαλα αντίγραφο
της αναφοράς μου αυτής μέσω της εδώ Νομαρχίας στην Ελληνική
Πρεσβεία της Σόφιας.
Κατά το μήνα Φεβρουάριο του ιδίου έτους, οι Έλληνες του χωριού
Προσοτσάνη με ειδοποίησαν ότι ο τοπικός διοικητής του χωριού ονόματι
Ivanoff, κατέβασε την ελληνική σημαία, αντικατέστησε τον Έλληνα
δήμαρχο με Βούλγαρο και τον Έλληνα Καραγιάννη τον φυλάκισε.
Έσφαξε ύστερα από φρικτά βασανιστήρια δυο ντόπιους Έλληνες της
Προσοτσάνης στο δρόμο που βρίσκεται μεταξύ των χωριών Γρανίτη και
Προσοτσάνης. Διαμαρτυρήθηκα αμέσως στους Βούλγαρους και στο
Γερμανό αντιπρόσωπο και συγχρόνως τους γνωστοποίησα τα παραπάνω
γεγονότα.
Την επόμενη μετέβησαν στο χωριό όπου ύψωσαν εκ νέου την ελληνική
σημαία. Εγκατέστησαν προσωρινό δήμαρχο και απελευθέρωσαν τον
155
Καραγιάννη. Το ζήτημα των δυο δολοφονημένων, παρά τις προσπάθειές
μου, λησμονήθηκε εξ ολοκλήρου από το γεγονός ότι ο υπασπιστής του
στρατηγού Daniloff τρομοκράτησε τις γυναίκες των θυμάτων που
παρουσιάστηκαν για να καταγγείλουν τη δολοφονία. Οι Κομιτατζήδες
συγχρόνως υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια τους κατοίκους του
Ξηροποτάμου. Στις διαμαρτυρίες μου οι βουλγαρικές στρατιωτικές αρχές
επανήλθαν επί του θέματος για τη διαλεύκανση του εγκλήματος. Αλλά δεν
τολμούσαν να αποκαλύψουν αυτό που έγινε εκτός από την περίπτωση
ενός ιερέα που πέθανε από ξυλοδαρμό.
Με ειδοποίησαν ότι και στην Καβάλα αντικατέστησαν τον Έλληνα
δήμαρχο με έναν Τούρκο. Διαμαρτυρήθηκα και για την περίπτωση αυτή
και πραγματικά διορίστηκε ο Έλληνας Σερδάρογλου στη θέση του
Τούρκου. Διαμαρτυρήθηκα επίσης για τις λεηλασίες εκ μέρους των
τουρκικών συμμοριών και του Κομιτατζή Panitsa στη Μονή της
Εισοσιφοίνισσας.
Κάποια μέρα ένας Έλληνας από τη Σκαλωτή Παγονερίου
ονομαζόμενος Πέτρος, παρουσιάστηκε συνοδευόμενος από έναν
Βούλγαρο στρατιώτη και μου είπε να παρουσιαστώ στο Ελληνικό σχολείο.
Το σχολείο αυτό ήταν ο τόπος συγκεντρώσεως των Ελλήνων. Κατόρθωσα
να απελευθερωθώ ύστερα από προσπάθειες τριών ημερών. Άλλοι πέθαναν
εκεί από τις κακομεταχειρίσεις. Απαγόρευσα στον αρμόδιο υπάλληλο που
εξέδιδε τις άδειες θανάτου επί ποινή προστίμου να ενταφιάζει νεκρούς
χωρίς την άδεια των δημοτικών αρχών. Μου ανέφερε ότι κάποια μέρα οι
στρατιώτες και οι Κομιτατζήδες τον μετέφεραν από το σχολείο για να
θάψει το πτώμα κάποιου Γεώργιου, ηλικίας 35 ετών. Ο άνθρωπος αυτός
είχε πεθάνει από τα βασανιστήρια. Ο υπάλληλος δέχτηκε να κάνει την
ταφή γιατί απείλησαν να τον σκοτώσουν. Την επόμενη ζήτησα, χωρίς
όμως επιτυχία, να γίνει μια αυτοψία.
Στις 22 Ιουνίου 1917, κατά τις οκτώ η ώρα το πρωί, συνελήφθηκα από
τις στρατιωτικές αρχές μαζί με ολόκληρο το προσωπικό της δημαρχίας και
μας οδήγησαν στην τοπική διοίκηση όπου είχαν οδηγηθεί το προσωπικό
του δικαστηρίου και οι ελληνικές αρχές από άλλες περιοχές και
κατέγραψαν τα ονόματά μας σε καταλόγους. Τους ζητήσαμε εξηγήσεις για
τη βάρβαρη αυτή συμπεριφορά τους και μας απάντησαν ότι «όπως η
Ελλάδα βγήκε από την ουδετερότητα έτσι και εσείς θα κάνετε έναν
περίπατο στη Βουλγαρία». Ύστερα από την απάντηση αυτή μας διέταξαν
να πάει ο καθένας στο σπίτι του και να προμηθευτεί ψωμί για τρεις μέρες.
Έτσι άρχισε και ο θρήνος των οικογενειών, τα μέλη των οποίων
αναχωρούσαν για το άγνωστο. Όλη η πόλη ήταν βυθισμένη στον πόνο και
στο δάκρυ που θα μπορούσε να συγκινήσει ακόμα και τις πέτρες. Μόνο οι
Βούλγαροι ένοιωθαν ευχαριστημένοι και ικανοποιούσαν τα άγρια
ένστικτά τους. Αποχωριστήκαμε τους δικούς μας και τα σπίτια μας και
οδηγηθήκαμε στη Βουλγαρία χωρίς να γνωρίζουμε την τύχη που μας
156
περίμενε εκεί. Όταν φθάσαμε στην Αδριανούπολη μας κατέβασαν από το
τρένο, μας υποχρέωσαν να ξυρίσουμε όλα τα απόκρυφα σημεία του
σώματός μας και μας απολύμαναν. Μετά μας έπλυναν στα λουτρά με κρύο
νερό. Συνάντησα τον αξιωματικό που μας πρόσεχε και τον ρώτησα για τον
προορισμό μας, όμως μου είπε ότι ο ίδιος δεν γνώριζε τίποτα. Από εκεί
πήραμε το τρένο και ύστερα από 24 ώρες φθάσαμε στο σταθμό της Gorna
Rachovitsa. Είδα κατά τύχη έναν Τούρκο αξιωματικό και ελπίζοντας να
βρω κάποια υποστήριξη σε μια συνομιλία που είχα μαζί του τον ρώτησα
να μου πει που μας πάνε, αυτός όμως βρήκε ευκαιρία να δείξει όλο το
μίσος που ένοιωθε για τους Έλληνες και μου απάντησε: «Θα σας πάνε στη
Soumla όπου θα υποστείτε διαφόρους εξευτελισμούς. Θα σας κόψουν τα
μαλλιά, θα σας ξυρίσουν όλα τα τριχωτά σημεία του σώματός σας, θα σας
εγκαταστήσουν προσωρινά στους στάβλους της πόλης και ύστερα θα σας
οδηγήσουν 4 χιλιόμετρα έξω από την πόλη, σε παραπήγματα όπου πριν
διέμειναν Αλβανοί και Τούρκοι στρατιώτες που πολεμούσαν στο
ρουμανικό μέτωπο και είχαν προσβληθεί από εξανθηματικό τύφο και
αποθεραπεύτηκαν εκεί. Στα παραπήγματα αυτά θα σας κρατήσουν σε
καραντίνα για δέκα μέρες και τελικά θα σας πάνε στη Βουλγαρία ή και
στη Σερβία για να εργαστείτε σε αγγαρείες». Πραγματικά ό,τι μου είπε ο
αξιωματικός αυτός έγιναν όλα. Μας έπιασε μεγάλη απελπισία στο μέρος
αυτό. Το έδαφος ήταν κατάξερο, τα παραπήγματα μικρά, στενά, υγρά και
χωρίς στρώματα ή σκεπάσματα κι έτσι ήμασταν υποχρεωμένοι να
κοιμηθούμε στο έδαφος. Αλλά καθώς οι παλάτκες δεν ήταν δυνατόν να
χωρέσουν όλον τον κόσμο, το πρώτο βράδυ πολλοί από εμάς κοιμήθηκαν
έξω στο ύπαιθρο. Έξι άτομα από μας τραυματίστηκαν από χτυπήματα με
ξιφολόγχη από Βούλγαρους στρατιώτες. Την επόμενη, όταν έφτασε ο
τοπικός διοικητής Petroff, παρουσιάστηκα σε αυτόν και του είπα: «Αν μας
φέρατε εδώ για να πεθάνουμε με αυτό τον τρόπο θα ήταν πολύ καλύτερα
να μας σκοτώνατε όλους και να τελειώναμε πολύ γρήγορα». Ο
αξιωματικός κάλεσε τη φρουρά, ανακάλυψε τους υπεύθυνους και τους
τιμώρησε αλλά είναι εύκολο να καταλάβει κανείς πόσο ελαφριά ήταν η
τιμωρία τους.
Ύστερα από πέντε μέρες παραμονής στο στρατόπεδο ήρθε μια
επιτροπή από αξιωματικούς που έκανε την επιλογή και αποστολή των
ομήρων σε διάφορα μέρη της Βουλγαρίας και της Σερβίας. Ο χωρισμός
αυτός ήταν μοιραίος. Περίπου τα 2/3 των ομήρων πέθαναν εργαζόμενοι
κάτω από σκληρές συνθήκες στα καταναγκαστικά έργα και πολλοί απ’
αυτούς δηλητηριάστηκαν από τους γιατρούς και από τους νοσοκόμους
(φυλακές αρρώστων) στα νοσοκομεία όπου τους μετέφεραν, εννοείται για
να τους θεραπεύσουν. Αυτό είναι αλήθεια, μου το διηγήθηκε ο κύριος
Σκούρτσης από την Καβάλα, ο οποίος είχε οδηγηθεί στη Soumla για
θεραπεία. Συνάντησε εκεί ένα γιατρό, αιχμάλωτο Ρουμάνο αξιωματικό, ο
οποίος τον συμβούλεψε να μην πάρει τίποτε από τα χέρια των νοσοκόμων
157
γιατί θα προσπαθούσαν να τον δηλητηριάσουν. Παραμείναμε στο
στρατόπεδο συγκεντρώσεως περίπου τέσσερις μήνες, στη διάρκεια των
οποίων οι φρουροί μας έλεγαν: «Θα υποφέρετε όπως υπέφεραν και οι
δικοί μας στα 1913».
Ύστερα από 4 μήνες μας άφησαν ελεύθερους στην πόλη της Soumla.
Σαν διακριτικό σημάδι έφερα ένα περιβραχιόνιο, μια ταινία που έγραφε
«φυλακισμένος», σημάδι που το φορούσαν όλοι οι όμηροι.
Μετά από δυο μήνες παραμονής στη Soumla έκανα τα αναγκαία
διαβήματα και πέτυχα να με πάνε στη Φιλιππούπολη, όπου και με άφησαν
ελεύθερο. Στη διάρκεια του ταξιδιού μου, οι χωροφύλακες που με
συνόδευσαν, μαθαίνοντας ότι θα αφεθώ ελεύθερος, θεώρησαν σκόπιμο να
με κλείσουν στις φυλακές του Tache-Kapou για να γνωρίσω και αυτή τη
φυλακή της Βουλγαρίας όπως γνώρισα και άλλα μέρη. Οι φρουροί μου
στη συνέχεια με ανάγκασαν να τους δώσω τις 110 δραχμές που είχα μαζί
μου. Αυτά ήταν τα μόνα χρήματα που είχα μαζί μου και για να με
υποχρεώσουν οι χωροφύλακες αυτοί να τους τα δώσω, μεθυσμένοι καθώς
ήταν, με απείλησαν με το όπλο τους. Ύστερα από δυο μέρες κράτησης
στις φυλακές παρουσιάστηκα στο διοικητή της πόλης, ο οποίος με άφησε
ελεύθερο μέχρι την ημέρα υπογραφής της ανακωχής.
Ευπειθέστατος
Μ. Φέσσας
Υ.Γ. Οκτώ μέρες ύστερα από την άφιξή μου στη Soumla, έμαθα από
άλλους εξόριστους ότι το βράδυ της 22 Ιουνίου 1917, την ημέρα της
εξορίας μου, ο ονομαζόμενος Taneff διέσχισε όλες τις συνοικίες της πόλης
και την αγορά σε κατάσταση μέθης και καθώς στεκόταν με το ζόρι στα
πόδια του, φώναζε στους Έλληνες κατοίκους και ιδιοκτήτες
καταστημάτων: «Εδώ δεν είναι πλέον Ελλάδα, εδώ είναι Βουλγαρία».
***
Από την ημέρα της εισβολής μέχρι το Μάιο του 1917 ήμουν
υποχρεωμένος να κρύβομαι στο σπίτι μου γιατί φοβόμουνα μήπως με
πιάσουν οι Βούλγαροι, καθώς είχα πάρει μέρος στις αντιβουλγαρικές
διαδηλώσεις του 1914. Ήταν στις 30 Ιουνίου του 1917 όταν με έπιασαν και
με έκλεισαν στο τουρκικό σχολείο που ήταν η έδρα της μυστικής αστυνομίας
158
μαζί με άλλους 30 συμπολίτες μου. Την επόμενη μας πήγαν όλους στο
Schoumen. Μόλις φτάσαμε εκεί, μας έκλεισαν στους στάβλους, τους
οποίους είχαν φτιάξει οι Γερμανοί. Εκεί βρήκαμε ακόμα 1.080 ομήρους
περίπου. Ύστερα από 4 μέρες παραμονής μας εκεί μας πήγαν στα
απολυμαντήρια και ύστερα μας έστειλαν σε «στρατόπεδα συγκεντρώσεως»
(στρατιωτικές αποθήκες) για τέσσερις μήνες. Εκεί υπήρχαν άλλοι 5.000
Έλληνες εξόριστοι από την Ανατολική Μακεδονία. Ήμασταν 50 άτομα σε
κάθε αποθήκη, χωρίς ρούχα και σκεπάσματα. Κοιμόμασταν στο έδαφος.
Μας έδιναν 40 οκάδες φασόλια για 1.000 άτομα την ημέρα. Υπολογίζω ότι
περίπου 100 άτομα πέθαναν στο διάστημα των τεσσάρων αυτών μηνών.
Ύστερα από την παραμονή μου σε αυτό το στρατόπεδο συγκέντρωσης
κατάφερα να πάρω άδεια και να φύγω για τη Soumla, όπου έμεινα 4 μήνες,
απαλλαγμένος από κάθε αγγαρεία και εργασία. Τελικά με εξόρισαν στο
Osman-Pazar, όπου παρέμεινα μέχρι την εκκένωση της Ανατολικής
Μακεδονίας από τους Βούλγαρους.
Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι οι αγγαρείες καθιερώθηκαν κυρίως γι’
αυτούς που είχαν οικονομική άνεση και απέβλεπαν στην απόσπαση από
αυτούς όσο το δυνατό μεγαλύτερων χρηματικών ποσών. Γιατί κάθε φορά
που προσπαθούσαν να αποφύγουν να εργαστούν πλήρωναν τους
υπεύθυνους. Όσοι εργάζονταν στα καταναγκαστικά έργα ως εργάτες δεν
πληρώνονταν.
Οι εργάτες είχαν τοποθετηθεί σε δύο κατηγορίες όσον αφορά την
ικανότητά τους για εργασία. Έτσι, κάθε Βούλγαρος πολίτης είχε το
δικαίωμα να διαλέξει, εφόσον είχε ανάγκη και τη δυνατότητα να
πληρώσει, να προσλάβει εργάτες για τις ιδιωτικές του εργασίες δίνοντας
για κάθε εργάτη της δεύτερης κατηγορίας 2 δραχμές και για κάθε εργάτη
της πρώτης κατηγορίας 4 δραχμές για φόρο υπέρ του δημοσίου.
***
159
μας πήγαν στην αρχή στο σχολείο και ύστερα στον τοπικό διοικητή. Εκεί,
ύστερα από μια ανάκριση ο διοικητής Semertzieff διέταξε να μας
φυλακίσουν. Πραγματικά μας πήγαν εκεί στις 10 η ώρα το πρωί και
Βούλγαροι στρατιώτες μας μαστίγωσαν ύστερα από διαταγή του
Βούλγαρου διοικητή.
Δεν μας απελευθέρωσαν παρά στις 7.30 το βράδυ της ίδιας μέρας.
***
Κατοικούσα κοντά στις φυλακές της Δράμας, και πολλές φορές μου
ζητούσαν να πάω να επισκεφτώ και όσο ήταν δυνατόν να φροντίσω τους
ομήρους που ήταν φυλακή. Παρατήρησα ότι οι περισσότεροι απ’ αυτούς
έφεραν στα σώματά τους εκχυμώσεις, κυρίως στα οπίσθια και τους μηρούς
τους, οι οποίες προέρχονταν ασφαλώς από ξυλοδαρμούς. Είδα επίσης
μερικούς ομήρους που έφεραν τραύματα στο κεφάλι. Παρά τις ερωτήσεις
μου οι άρρωστοι δεν μου ανέφεραν την αιτία αυτών που παρατηρούσα σ’
αυτούς, αλλά εγώ ως γιατρός δεν είχα καμία αμφιβολία ότι αυτοί είχαν
χτυπηθεί άγρια από ξύλινα ρόπαλα. Ήταν ο φόβος που τους εμπόδιζε να μου
απαντήσουν.
Κάποια μέρα, καθώς επέστρεφα από μια επίσκεψη, ένας Βούλγαρος
αξιωματικός που περιποιείτο τους ομήρους μου είπε ότι δεν είχε καμία
160
αμφιβολία ότι πολλοί από αυτούς ήταν επιληπτικοί και ότι η επιληψία
οφείλεται στις πληγές τους. Του απάντησα ότι ήμουν γιατρός και ότι είχα
παρατηρήσει τις πληγές και μπορούσα να καταλάβω ότι οφείλονταν σε
ραβδισμούς.
Πολύ συχνά άκουγα τις νύχτες τις κραυγές και τα κλάματα των ομήρων
που προέρχονταν από τις φυλακές.
Με είχε καλέσει κάποιος Κίτσος που κατάγεται από τη Προσοτσάνη
και τώρα κατοικεί στη Δράμα για να διαπιστώσω τις συνέπειες του
σωφρονισμού που του έκαναν οι Βούλγαροι και μου ζήτησε να του δώσω
μια γνωμάτευση σχετική. Απέφυγα να του τη δώσω γιατί φοβήθηκα τις
συνέπειες που θα είχε αυτό όταν αργά ή γρήγορα οι Βούλγαροι το
ανακάλυπταν. Με φυλάκισαν για πέντε μέρες το Νοέμβριο του 1917 γιατί
ανέφερα σ’ ένα Βούλγαρο γιατρό που ονομαζόταν Kostoff, και επέμενα σε
αυτό, ότι πολλοί όμηροι πέθαιναν από πείνα, ενώ αυτός υποστήριζε το
αντίθετο.
***
161
άσκοπη και από το μήνα Νοέμβριο άρχισαν οι ελλείψεις των τροφίμων στην
περιοχή. Κατά το πρώτο τρίμηνο του 1917 η θνησιμότητα από πείνα πήρε
μεγάλες διαστάσεις.
Παρατήρησα ο ίδιος ότι στους πρόσφυγες των Σερρών παρουσιάστηκε
ένας μεγάλος αριθμός θανάτων από πείνα. Υπέβαλα στη συνέχεια έναν
πίνακα στις αρμόδιες διοικητικές αρχές. Ο στρατηγός Taneff, στον οποίον ο
Νομάρχης κ. Μπακόπουλος ανακοίνωσε την αναφορά μου, υποσχέθηκε να
βελτιώσει τον επισιτισμό, επικαλούμενος όμως τις δυσκολίες που
παρουσίαζε η προσπάθεια αυτή. Συνέπεια των ελλείψεων αυτών ήταν και το
γεγονός ότι πολλές οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία. Οι
Βούλγαροι τους ενθάρρυναν να το κάνουν αυτό. Το Μάιο του 1917
παρουσιάστηκε μια επιδημία τύφου. Εντοπίστηκαν στην περιοχή μας 2.300
περιπτώσεις από τις οποίες το 12% ήταν θανατηφόρες.
Η επιδημία αυτή εκδηλώθηκε από την έλλειψη τροφών και σαπουνιού.
Γενικώς οι βουλγαρικές στρατιωτικές αρχές επέδειξαν όλη τους την
αγριότητα στους κατοίκους. Ήμουν γιατρός στο ελληνικό ορφανοτροφείο
που ίδρυσαν οι Βούλγαροι. Φαινομενικά σκοπός τους ήταν η βοήθεια και
προστασία των εγκαταλελειμμένων παιδιών αλλά στην πραγματικότητα
απέβλεπαν στον εκβουλγαρισμό τους.
Άκουσα κάποια μέρα έναν Βούλγαρο γιατρό επιθεωρητή να καταφέρεται
κατά της διευθύντριας και να την κατηγορεί για το γεγονός ότι τα παιδιά
μιλούσαν ελληνικά και όχι βουλγαρικά. Όταν οι Βούλγαροι ήθελαν να
πάρουν ένα παιδί, έρχονταν στο ορφανοτροφείο με μια αίτηση θεωρημένη
από τον τοπικό διοικητή και έπαιρναν το παιδί αφού έδιναν μια απλή
απόδειξη. Τα παιδιά τα φρόντιζαν αρκετά καλά στο ορφανοτροφείο. Δεν
γνωρίζω τι απέγιναν οι κατάλογοι του ορφανοτροφείου.
***
Παρέμεινα στη Δράμα σε όλο το διάστημα της κατοχής και σημείωνα στο
προσωπικό μου ημερολόγιο την πορεία των γεγονότων. Μου ανέθεσαν από
τη δημαρχία να συντάξω μια αναφορά για όλα όσα ήξερα και τα οποία
βεβαιώνω στο σύνολό τους. Προσθέτω ακόμα ότι ο στρατηγός Petroff,
διοικητής της 10ης Μεραρχίας, αναχωρώντας από τη Δράμα μετέφερε δέκα
μεγάλα φορτηγά αυτοκίνητα γεμάτα έπιπλα πολυτελείας (δηλαδή
πολυθρόνες, καθρέπτες, σεντούκια, κτλ). Μάρτυρας της λεηλασίας αυτής
υπήρξε ένας Γάλλος αξιωματικός, αεροπόρος, που προσγειώθηκε στη
162
Δράμα, τρεις μέρες πριν από την είσοδο των ελληνικών στρατευμάτων στην
πόλη.
Όσον αφορά την στρατολόγηση παιδιών γράφω για το θέμα αυτό στην
αναφορά μου. Προσθέτω ακόμη ότι γνωρίζω την περίπτωση πέντε
ορφανών παιδιών που βρίσκονται στην Κομοτηνή και που επιθυμούν να
επιστρέψουν στην πόλη μας. Την πληροφορία αυτή μου την έδωσε ένας
πρόσφυγας που ταξίδευε από την Κομοτηνή στη Θεσσαλονίκη. Γνωρίζω
επί- πλέον κάποιον που ονομάζεται Ιωάννης Τσακμάκης και βρίσκεται
εξόριστος στη Βουλγαρία από το Σεπτέμβριο του 1917 και ο οποίος
παρακαλεί σήμερα τον αδερφό του να πάει να τον πάρει.
Πρακτικό εξέτασης
του μάρτυρα Λάμπρου Καραμερτσάνη για το θέμα των
βουλγαρικών ωμοτήτων στην Ανατολική Μακεδονία
163
προσχήματα. Μερικές μάλιστα από τις αποστολές τροφίμων που έφθασαν
εδώ διανεμήθηκαν κυρίως στους Βούλγαρους κατοίκους της πόλης και σε
συνεργάτες των αρχών.
Με τον τρόπο αυτό τα τρόφιμα εξαντλούνταν πριν φτάσει έστω και ένα
μέρος τους στους Έλληνες, απόδειξη ότι κανένας Βούλγαρος δεν πέθανε
από πείνα στην Ανατολική Μακεδονία. Οι Βούλγαροι αξιωματικοί μας
έλεγαν κάθε μέρα: «Όλους τους Έλληνες θα τους εξοντώσουμε από την
πείνα». Η πείνα αφού θέρισε τις φτωχότερες ομάδες του πληθυσμού,
ιδιαίτερα τους Θρακιώτες πρόσφυγες, στη συνέχεια θριάμβευσε στη
μεσαία τάξη, μέλη της οποίας αναγκάστηκαν, για να επιζήσουν, να
πουλήσουν ό,τι πολύτιμο είχαν για να προμηθευτούν λίγο καλαμπόκι που
θα τους κρατούσε στη ζωή, ελπίζοντας τελικά ότι αυτοί θα καταφέρουν να
ζήσουν.
Πούλησαν σπίτια για 30, 50 ή και 100 οκάδες καλαμπόκι. Κορίτσια
εκπορνεύτηκαν για τον ίδιο σκοπό. Η Μακεδονία εμφάνιζε όψη
νεκροταφείου όπου έθαβαν τους Έλληνες κάτω από τα βλέμματα των
τυράννων. Έχω στην κατοχή μου αντίγραφο καταλόγου με ονόματα
αποθανόντων από την πείνα. Βρίσκομαι όμως σε αδυναμία να σας
παρουσιάσω ακριβή κατάλογο όλων όσων πέθαναν από την πείνα στη
Δράμα και γενικά στη Μακεδονία. Με την αναφορά υποβάλλω και πίνακα
με ονόματα αποθανόντων από πείνα στη πόλη της Δράμας. Εκτός από τα
ονόματα που αναφέρω στον κατάλογο, πολλές φορές έβλεπα στους
δρόμους της πόλης πτώματα ενηλίκων και πτώματα μικρών παιδιών
βαπτισμένων ή όχι, θύματα και αυτοί της πείνας, που όμως δε γνώριζα τα
ονόματά τους και κατά συνέπεια δε συμπεριλαμβάνονται στον πίνακα.
Ήταν φρικτό το θέαμα των κάρων της δημαρχίας που μάζευαν τα
θύματα από τους δρόμους και τα μετέφεραν στο νεκροταφείο της πόλης
μας. Ο αριθμός των θυμάτων ήταν τόσο μεγάλος, που το νεκροταφείο δεν
τους χωρούσε πλέον και κατ’ ανάγκη ανοίχτηκαν ομαδικοί τάφοι, τους
οποίους προετοίμαζαν στη διάρκεια της νύχτας οι υπάλληλοι για να είναι
έτοιμοι για την ταφή των θυμάτων που θα έφερναν την άλλη μέρα. Αλλά
και πάλι το νεκροταφείο δεν επαρκούσε και παρέστη ανάγκη επεκτάσεώς
του και στις δυο πλευρές. Εμείς (οι οποίοι τελικά δεν πεθάναμε από την
πείνα) φτάσαμε στο σημείο να πληρώνουμε για κάθε ώρα της ζωής μας
πολλά χρήματα, τα οποία οι Βούλγαροι μας τα αποσπούσαν με απειλές και
εκβιασμούς, κερδίζοντας έτσι πολλά χρήματα εις βάρος του ελληνικού
στοιχείου.
Όταν τελείωσαν τα χρήματα οι άνθρωποι αναγκάστηκαν να πουλήσουν
έπιπλα και άλλα αντικείμενα σε πολύ χαμηλές τιμές. Εδώ αξίζει να
σημειώσουμε ότι πουλήθηκαν σπίτια για 20, 30 ή 50 οκάδες καλαμπόκι.
Κατάφεραν να απογυμνώσουν τους κατοίκους από τα υπάρχοντά τους
ακολουθώντας ένα καλά οργανωμένο και προετοιμασμένο σχέδιο.
164
Παραθέτω εδώ ένα παράδειγμα για τον τρόπο που δρούσαν οι
Βούλγαροι. Όταν είχαν ανάγκη από χαλκό (πρώτη ύλη για πολεμοφόδια)
για να δουλέψουν τα εργοστάσια στη Βουλγαρία και η πρώτη ύλη δεν
βρισκόταν πουθενά, ούτε στα φτωχά βουλγαρικά χωριά, την
προμηθεύονταν από τα χωριά της Μακεδονίας. Εκμεταλλευόμενη την
πείνα η βουλγαρική επιμελητεία αγόραζε τα χάλκινα σκεύη των κατοίκων
με αντάλλαγμα χρήματα ή καλαμπόκι. Μια οκά χαλκού ανταλλασσόταν
με τρεις οκάδες καλαμπόκι, του οποίου η τιμή στη Βουλγαρία ήταν 0,15
και 0,20 δραχμές. Δηλαδή οι Βούλγαροι στρατηγοί πλήρωναν 0,50 ή 0,60
δραχμές για μια οκά χαλκό του οποίου η τιμή στη Βουλγαρία ήταν 15
λέβα ανά οκά. Με τον τρόπο αυτό αφαίρεσαν όλες τις χάλκινες χύτρες και
καζάνια τα οποία οι κάτοικοι τα αντικατέστησαν με άλλα από πηλό.
Οι αρπαγές πήραν μεγάλη έκταση αλλά κανείς δε το υπολόγισε αυτό
διότι χάσαμε μεν τις περιουσίες μας αλλά κερδίσαμε τη ζωή μας. Αυτό το
οποίο μας φόβισε πολύ ήταν η πείνα, τα εγκλήματα και οι θάνατοι,
εξαιτίας των οποίων ο πληθυσμός μειώθηκε σημαντικά.
Να δούμε τώρα τον τρόπο με τον οποίο εκτελέστηκαν διάφορες
εγκληματικές πράξεις.
Με την εισβολή των Βουλγάρων στη Μακεδονία, ταυτόχρονα άρχισε η
είσοδος των Βουλγάρων Κομιτατζήδων υπό τη διοίκηση του Panitsa, για
να προξενήσουν κακό σε όλους τους Έλληνες.
Με την προστασία του τοπικού διοικητή υπολοχαγού Semertzieff οι
άνδρες του Panitsa συνελάμβαναν αυτούς που θεωρούσαν ύποπτους, τους
οδηγούσαν στο κτίριο του σχολείου της πόλης και τους βασάνιζαν κατά
τον πλέον φρικτό τρόπο. Ένας ηθοποιός που ονομαζόταν Βασιλειάδης,
βασανίστηκε τόσο άγρια στο σχολείο που όταν βγήκε και ήρθε σε εμένα
για να περιποιηθώ τα τραύματά του, με τρόμο πρόσεξα ότι η φανέλα του
από τα χτυπήματα είχε εισχωρήσει στη σάρκα σε βάθος 3 – 5 εκατοστά.
Τα πλευρά του ανθρώπου αυτού ήταν όλα σπασμένα και το υπόλοιπο του
σώματός του είχε την όψη ενός κρεάτινου πολτού χωρίς κόκαλα. Ο άτυχος
υπέκυψε στα τραύματά του λίγες μέρες αργότερα.
Ένα μήνα αργότερα, δυο Κομιτατζήδες πήγαν νύχτα στο νεκροταφείο
της πόλης και διέταξαν τον νεκροθάφτη που ονομαζόταν Δημήτριος να
θάψει αμέσως δυο πτώματα Ελλήνων τα οποία του παρουσίασαν. Ο
νεκροθάφτης αρνήθηκε να θάψει τα θύματα χωρίς άδεια ταφής αλλά στο
τέλος τον ανάγκασαν να ανοίξει τους τάφους απειλώντας να σκοτώσουν
και τον ίδιο.
Την επόμενη ο νεκροθάφτης παρουσιάστηκε στο γραφείο της
δημαρχίας και ανέφερε το γεγονός στον Έλληνα δήμαρχο. Ο τελευταίος
έκανε τα σχετικά διαβήματα στο Βούλγαρο στρατηγό Taneff, αλλά αυτός
δεν κατόρθωσε να περιορίσει το κακό, είτε διότι δεν είχε τόσο επιρροή
στους υφισταμένους του είτε γιατί -και αυτό είναι το πιο πιθανό- οι
165
διαταγές για την εξόντωση του ελληνικού στοιχείου δίνονταν από τις
ανώτατες αρχές του βουλγαρικού κράτους.
Ο Taneff δεν κατόρθωνε τίποτα άλλο παρά μόνο να σώσει τα
προσχήματα ρίχνοντας στάχτη στα μάτια του πολιτισμένου κόσμου. Οι
Βούλγαροι έστειλαν μια μέρα έναν Βούλγαρο χωρικό, κάτοικο
Ξηροποτάμου, τον Στέφανο, για να προμηθευτεί από το φαρμακείο μου
απολυμαντικές ουσίες. Η ιστορία αυτή μου δημιούργησε υποψίες και από
τον αφελή χωρικό έμαθα ότι οι Βούλγαροι είχαν πρόθεση να απολυμάνουν
το πηγάδι του χωριού στο οποίο βρέθηκαν πτώματα Ελλήνων. Με την
ευκαιρία αυτή και παρά το γεγονός ότι τον είχαν διατάξει να μην πει
τίποτα, μου διηγήθηκε ότι οι Κομιτατζήδες σκότωναν χωρίς αιτία Έλληνες
και τους έριχναν στα πηγάδια. Αλλά τώρα που υπήρχε πιθανότητα να
αποκαλυφτούν πράξεις που θα εξέθεταν την πατρίδα τους, οι Βούλγαροι
αποφάσισαν να θάψουν τους σκελετούς. Κατά την αποχώρηση των
Βουλγάρων από τη Δράμα είδα τους εν λόγω χωρικούς να αποχωρούν και
αυτοί μαζί τους. Στις παραινέσεις μου να παραμείνουν εδώ, μου
απάντησαν ότι φοβούνται τα αντίποινα εκ μέρους των Ελλήνων. Είναι
περίπου ογδόντα αυτοί που ρίχτηκαν σε πηγάδια ή θάφτηκαν σε άγνωστα
μέρη. Αυτή τη μέθοδο οι Βούλγαροι τη χρησιμοποίησαν σε αρκετά χωριά
της περιφέρειας. Σκότωναν χωρίς διάκριση όχι μόνο τους Έλληνες που
πήραν μέρος στο Μακεδονικό αγώνα αλλά και αυτούς που δεν δέχονταν
να απαρνηθούν την ελληνική τους καταγωγή. Παραθέτω εδώ μερικά
ονόματα που κατόρθωσα να θυμηθώ.
Υπέκυψαν στα χτυπήματα με ρόπαλο και σε άλλες κακοποιήσεις.
1ον Κωνσταντίνος Χ. Νέλιας από το χωριό Μικρόπολη
2ον Ιωάννης Σωτηρίου Νέλιας από το χωριό Μικρόπολη.
Επίσης, έπεσαν θύματα και βρήκαν σκληρό θάνατο τα ακόλουθα
άτομα, κάτοικοι του χωριού Προσοτσάνης.
1ον Λάμπρος Σαπκάς
2ον Αβραάμ Τσάλης
3ον Τάκης Φερούκης
Τον μήνα Μάρτιο του 1918 οι Βούλγαροι στρατιώτες εισέβαλαν στο
χωριό που ονομαζόταν Εφταλία 125, στα περίχωρα της Δράμας και
συνέλαβαν τον πρόεδρο του χωριού που ονομαζόταν Αργύριος Λογοθέτης
μαζί με πέντε ή έξι άλλους χωρικούς, τα πλέον εξέχοντα πρόσωπα της
πόλης. Αφού τους βασάνισαν με χτυπήματα ξιφολόγχης τους ανάγκασαν
να τους δώσουν ένα σημαντικό χρηματικό ποσό. Επιπλέον μπήκαν στις
καλύβες των προσφύγων, τις λεηλάτησαν και άρπαξαν από τους
δυστυχισμένους αυτούς τα χρήματά τους και ό,τι άλλο πολύτιμο είχαν.
Ύστερα από την αναχώρηση των Βουλγάρων οι χωρικοί ήρθαν εδώ με
σκοπό να φροντίσω τα τραύματά τους. Επτά απ’ αυτούς που ήταν
125
πιθανότατα εννοεί Εφτελιά,σημερινός οικισμός Φτελιά Δράμας
166
τραυματισμένοι πιο βαριά παρέμειναν φιλοξενούμενοι στο σπίτι μου. Όλοι
αυτοί και μετά τη θεραπεία τους φέρουν ακόμη τα σημάδια των πληγών
τους εκτός από τη γυναίκα του προέδρου Λογοθέτη, η οποία πέθανε μέσα
σε φρικτούς πόνους. Πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι η γυναίκα αυτή
κρατούσε στα χέρια της αρκετά χαρτονομίσματα των 100 ελληνικών
δραχμών βουτηγμένα στο αίμα. Με πολύ κόπο κατάφερα να πάρω από τα
χέρια της τα χαρτονομίσματα αυτά. Μάλιστα αρκετά δάχτυλα του χεριών
της ήταν σπασμένα εξαιτίας της κακοποίησης. Οι παλάμες των χεριών της
παρέμειναν ερμητικά κλειστές. Διαμαρτυρηθήκαμε στις επίσημες
βουλγαρικές αρχές ζητώντας επανόρθωση, αλλά όλα ήταν μάταια. Οι
Βούλγαροι ύστερα από την εισβολή τους στο χωριό και τον βασανισμό
των κατοίκων που τόλμησαν να αντισταθούν, αναχώρησαν παίρνοντας
μαζί τους μια μεγάλη ποσότητα λαφύρων. Να σημειωθεί ότι έγιναν
λεπτομερείς έρευνες για να ανακαλυφθεί το κρησφύγετο του προέδρου
Λογοθέτη αλλά δεν κατάφεραν τίποτα.
Οι Βούλγαροι φέρθηκαν με τον ίδιο τρόπο και σε άλλα χωριά. Έτσι,
κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό της Δράμας, εισέβαλαν στο χωριό
Καραστά στο οποίο κατοικούσαν πρόσφυγες από την Ραιδεστό της
Θράκης, συνέλαβαν τους προεστούς του χωριού Αθανάσιο Τσακίρη και
Πασχάλη, τους πήγαν σε μικρή απόσταση από τα σπίτια τους και τους
έδεσαν σε ένα δέντρο. Εκεί τους χτύπησαν άγρια με ρόπαλα και λόγχες για
να τους αναγκάσουν να τους δώσουν ένα μεγάλο χρηματικό ποσό. Αυτοί
οι δυο δυστυχισμένοι για να αποφύγουν το θάνατο γύρισαν στα σπίτια
τους για να βρουν τα χρήματα και να τα παραδώσουν στα χέρια των
ληστών. Οι χωρικοί αυτοί συνελήφθηκαν πάλι από τους Βούλγαρους και
κακοποιήθηκαν γιατί καθυστέρησαν να καταβάλλουν τα χρήματα που
τους ζητήθηκαν κατά μία ώρα. Στο ίδιο χωριό συνέλαβαν τον ιερέα των
χωριών Φτελιά και Καλαμπάκι, Παπά-Δημήτρη τον οποίο αφού
ξεγύμνωσαν, τον μαστίγωσαν μέχρι θανάτου, λήστεψαν το σπίτι του και
τον άφησαν σε μια κατάσταση οικτρή. Εξαιτίας αυτής της πρακτικής των
εκβιασμών και των κλοπών μεγάλος αριθμός Βουλγάρων έγιναν πλούσιοι.
Εμένα με συνέλαβαν το μήνα Νοέμβριο 1916, στη μέση του δρόμου
μπροστά στον κινηματογράφο του χωριού αυτού. Αφού με οδήγησαν στο
ποταμάκι που διασχίζει το χωριό πίσω από το ρολόι, μου πήραν όλα τα
χρήματα που είχα στο πορτοφόλι μου καθώς και το ρολόι μου το οποίο
μου επέστρεψαν όμως την επόμενη αντί 100 δραχμών. Μια άλλη φορά με
ειδοποίησαν (απειλώντας με πως σε αντίθετη περίπτωση θα έκλειναν το
φαρμακείο μου) με ένα άτομο και μου ζήτησαν να τους καταβάλλω το
ποσό των 10.000 δραχμών για να μου επιτρέψουν να ασκώ το επάγγελμά
μου αν και εγώ είχα ήδη πληρώσει στις βουλγαρικές αρχές 3.000 λέβα ως
φόρο επιτηδεύματος. Επιπλέον πολλοί κατώτεροι Βούλγαροι υπάλληλοι
με εκβίαζαν και μου άρπαξαν πολλά χρήματα. Το ίδιο έγινε και με άλλους
συμπολίτες μου. Κάθε Βούλγαρος είχε το δικό του τρόπο να εκβιάζει και
167
να αρπάζει. Έτσι, για παράδειγμα, ο γιατρός Kostoff ήρθε εδώ χωρίς ούτε
μια πεντάρα και όταν έφυγε ήταν εκατομμυριούχος. Απέκτησε τεράστια
περιουσία εκδίδοντας πιστοποιητικά αναπηρίας με τα οποία οι Έλληνες θα
μπορούσαν να αποφύγουν την εξορία αλλά τα πράγματα δεν έγιναν
ακριβώς έτσι. Ο γιατρός αυτός συνεργαζόταν με τον τοπικό διοικητή,
αυτοί που τον πλήρωναν, όπως τουλάχιστον πιστεύουμε, δεν ανησυχούσαν
καθόλου για μικρό χρονικό διάστημα γιατί πίστευαν ότι είχαν σωθεί. Τα
προβλήματά τους άρχισαν αργότερα όταν τους πήραν για τη Βουλγαρία.
Θυμάμαι τον Παναγιώτη Καλαθάκη ο οποίος είχε πληρώσει 5.000 λέβα,
τον Δημήτριο Παναγιωτίδη που πλήρωσε 2.500 λέβα και τον αρτοποιό
Νικόλαο Αντωνίου που πλήρωσε δύο φορές συνολικά το ποσό των 7.000
λέβα αλλά στο τέλος δεν κατάφεραν να αποφύγουν την εξορία. Ο
Κομιτατζής Panitsa κέρδισε στη Δράμα μια σημαντική περιουσία με τον
ακόλουθο τρόπο. Οι Κομιτατζήδες έκλεβαν στην αρχή το σιτάρι για δικό
τους λογαριασμό και μετά μας το πουλούσαν 20 λέβα την οκά. Στη
συνέχεια, αφού σχημάτιζαν τα πρώτα τους κεφάλαια, επιδίδονταν στο
εμπόριο.
Εκτός τούτου αγόραζαν καπνά από τους καπνεμπόρους για 10 λέβα την
οκά, ενώ η αξία τους ήταν 40 λέβα και οι καπνέμποροι, οι οποίοι
αρνούνταν να τους πουλήσουν, απειλούνταν με θάνατο. Αυτό έγινε σε
πολλά άτομα. Θυμάμαι τα ονόματα των Γεωργίου Παπαδοπούλου και του
Δημητρίου Χρυσόμαλλου. Έτσι εκβίασαν τον Χρυσόμαλλο και του
απέσπασαν ένα έγγραφο με το οποίο βεβαίωνε ότι πούλησε την επιχείρησή
του στον Κομιτατζή Panitsa στο χωριό Osmanitsa 126. Εννοείται βέβαια ότι
η αγοραπωλησία ήταν πλαστή και ο δυστυχισμένος Χρυσόμαλλος δεν
εισέπραξε δραχμή. Απλά έχασε την περιουσία του, ζημιώθηκε κατά
600.000 φράγκα περίπου, αλλά και φυλακίστηκε για πολύ καιρό. Οι
Βούλγαροι εισέβαλαν, επίσης, στο μοναστήρι της Εικοσιφοίνισσας και το
λήστεψαν κυριολεκτικά. Τα πλέον πολύτιμα αντικείμενα της Μονής
μεταβιβάστηκαν στους Βούλγαρους ανωτέρους αξιωματικούς και τα
μικρότερης αξίας αντικείμενα στάλθηκαν στη Βουλγαρία. Το διοικητικό
συμβούλιο της μονής κατήρτισε έναν λεπτομερή πίνακα των κλαπέντων
αντικειμένων. Λίγο αργότερα οι μοναχοί οδηγήθηκαν στη Βουλγαρία
αφού τους αφαιρέθηκαν όλα εκείνα τα πράγματα που είχαν καταφέρει να
σώσουν από την πρώτη επιδρομή των Βουλγάρων. Ο Βούλγαρος
αρχιμανδρίτης της πόλης μας, αποχωρώντας, δεν δίστασε να μεταφέρει
μαζί του την καμπάνα της εκκλησίας που βρισκόταν κοντά στο σταθμό. Σε
γενικές γραμμές δεν λυπήθηκαν κανένα. Λήστεψαν όλους τους δικούς μας
και διακήρυτταν ότι θα σκότωναν όποιον αντιστεκόταν. Από τους
χωρικούς άρπαξαν ζώα, τρόφιμα κτλ. Από εμένα και μετά από πολλές
έρευνες άρπαξαν φάρμακα χωρίς να μου πληρώσουν κανένα αντίτιμο.
126
σημερινός οικισμός Καλός Αγρός Δράμας
168
Τέλος οι Βούλγαροι ληστές άρχισαν την είσοδό τους στη Μακεδονία με
φιλικές, όπως έλεγαν, διαθέσεις και την αποτελείωσαν με καταστροφή
κατά την αποχώρησή τους. Αλλά αυτά τα άγρια θηρία, αν και
τραυματισμένα βαριά, κατά την αποχώρησή τους εξακολουθούσαν τα
εγκλήματά τους με θύματα τους ομήρους. Έτσι σκότωσαν μεταξύ των
άλλων και τον μηχανικό Πέτρο Συμεωνίδη χωρίς κανένα προφανή λόγο.
Από τα εγκλήματα που προξένησαν οι Βούλγαροι στη διάρκεια της
κατοχής παρέθεσα μόνο αυτά για τα οποία κατάφερα να μάθω κάποια
στοιχεία. Αλλά υπάρχουν επίσης και πολλά άλλα, τα οποία η ανθρώπινη
μνήμη δε κατάφερε να συγκρατήσει.
Να λοιπόν και ένα άλλο έγκλημα, ο φόρος υποτέλειας των παιδιών,
γενιτσαρισμός. Ύστερα από το θάνατο ή την εκτέλεση των γονέων, τα
παιδιά τους έμεναν απροστάτευτα. Οι Βούλγαροι τα συγκέντρωναν σε
χώρους που ονόμαζαν ορφανοτροφεία για να … σώσουν τις αθώες αυτές
υπάρξεις από το σκληρό θάνατο της πείνας. Αλλά ο σκοπός αυτών των
αθλίων δεν ήταν να σώσουν την ζωή των παιδιών -αυτό μπορούσαν να το
κάνουν οι γονείς τους αν αυτοί δεν τους σκότωναν- αλλά επεδίωκαν να τα
κάνουν Βούλγαρους. Για να πραγματοποιήσουν το σκοπό αυτό κάθε
αξιωματικός ή στρατιώτης που πήγαινε με άδεια στη Βουλγαρία έπαιρνε
μαζί του ως υπηρέτη κάποιο κορίτσι ή αγόρι από τα ορφανοτροφεία, στο
οποίο στη συνέχεια απαγόρευαν να μιλάει ελληνικά και το υποχρέωναν να
μάθει βουλγαρικά.
Έχω ήδη παραδώσει στην Επιτροπή των καθηγητών του πανεπιστημίου
καθώς και στους ξένους που πέρασαν από εδώ έναν πίνακα που
περιλαμβάνει ονόματα μερικών από τα παιδιά που μεταφέρθηκαν στη
Βουλγαρία, καθώς και ονόματα και διευθύνσεις Βουλγάρων που κρατούν
στα σπίτια τους τα παιδιά αυτά. Έχω, ακόμη, προτείνει να ιδρυθεί μια
επιτροπή της οποίας έργο θα είναι η αναζήτηση των παιδιών όσο ακόμα
υπάρχει χρόνος, γιατί καθώς περνούν τα χρόνια θα είναι αργά, τα παιδιά
θα αποκτήσουν βουλγαρική συνείδηση και τότε η αναζήτησή τους θα είναι
δύσκολη. Οι Βούλγαροι κατά τη διάρκεια της κατοχής είχαν ως έργο τους
την τρομοκράτηση του πληθυσμού. Όλος ο κόσμος κλεινόταν από πολύ
νωρίς στο σπίτι του. Αργότερα απαγορεύτηκε και το άναμμα των φώτων
ενώ οι Βούλγαροι ήταν εφοδιασμένοι με ηλεκτρικά φανάρια και λάμπες. Η
διασκέδαση για τους Έλληνες θεωρείτο έγκλημα εσχάτης προδοσίας. Για
κάθε φορά που αντιμετώπιζαν στο μέτωπο ελληνικά στρατεύματα
έπαιρναν εκδίκηση βασανίζοντας τους κατοίκους των κατεχομένων
πόλεων, χρησιμοποιώντας την ακόλουθη δικαιολογία «Όσο έχουμε στα
χέρια μας τόσους Έλληνες, η Ελλάδα δεν μπορεί να μας κάνει πόλεμο.
Εάν επιχειρήσουν πόλεμο τότε όλος ο ελληνικός πληθυσμός των
κατεχομένων θα εξοντωθεί».
(υπ.) Καραμερτζάνης
***
169
Δράμα 2 / 15 Μαρτίου 1919
170
τόσο για τους μουσουλμάνους όσο και για τους ορθοδόξους. Η
θνησιμότητα ήταν πολύ αυξημένη στους ομόδοξούς μου αν και δεν μπορώ
για το θέμα αυτό να σας παραθέσω ακριβείς αριθμούς, καθώς από το φόβο
των Βουλγάρων οι πίνακες των θανάτων δεν ενημερώνονταν κανονικά.
Όσον αφορά τους μουσουλμάνους, μεγάλο μέρος από αυτούς
υποχρεώθηκε σε επιστράτευση στις τάξεις του τουρκικού στρατού
σύμφωνα με τις οδηγίες του Fouat – bey, παρά τους αντίθετους κανόνες
της οθωμανικής θρησκείας και την αντίθεση των ιδίων αλλά και των
θρησκευτικών αρχηγών τους. Όσον αφορά εμένα, είχα πολύ κακές σχέσεις
με τον Fouat – bey. Έθεσα σε κίνδυνο τη ζωή μου γιατί έκανα μια δήλωση
με την οποία συνιστούσα στους μουσουλμάνους ηρεμία και τους έλεγα ότι
ήταν Έλληνες πολίτες. Όσον αφορά τον αριθμό των καταταγέντων
μουσουλμάνων δε μπορώ να σας ενημερώσω αυτή τη στιγμή, αλλά μπορώ
να σας δώσω ό,τι στοιχεία έχω καταγράψει στις προσωπικές μου
σημειώσεις.
Είναι επίσης βέβαιο ότι οι Βούλγαροι αφαίρεσαν και από τους
μουσουλμάνους τη σοδειά και τα ζώα τους και γι’ αυτά μπορείτε να
ενημερωθείτε από τα έγγραφα που σας κατέθεσαν οι κατά τόπους
μουχτάρηδες.
Δεν έμαθα ποτέ για καμία περίπτωση θανάτου, άλλωστε οι
συγκοινωνίες ήταν τόσο δύσκολες και αργούσαμε πολύ για να πάρουμε
ειδήσεις.
***
171
να προβούν οι αρχές κατοχής στη σύλληψή του. Έχω δώσει μερικά
ονόματα στον κ. Διαμαντόπουλο ο οποίος, όπως μου είπε, προτίθεται να
υποβάλει μια σχετική αναφορά στο υπουργείο. Μεταξύ των άλλων έδωσα
στον Διαμαντόπουλο και άλλες πληροφορίες σχετικά με τη διαγωγή των
Βουλγάρων κατά τη διάρκεια της κατοχής της περιοχής. Μεγάλο
πρόβλημα ήταν οι θάνατοι από πείνα, η οποία οφειλόταν στη μεγάλη
έλλειψη τροφίμων στην οποία είχε υποχρεωθεί ο πληθυσμός της Δράμας.
Τα τρόφιμα έφταναν από τη Σόφια και αντί να διανεμηθούν στον
πληθυσμό σε κανονικές τιμές, περνούσαν στη διάθεση των αξιωματικών
της Επιμελητείας, οι οποίοι τα διέθεταν σε διάφορες αποθήκες. Ειδικότερα
στην αποθήκη του οίκου Charles Spirer ο οποίος και τα πούλησε στον
πληθυσμό σε τιμές αστρονομικές. Ένα μέρος από αυτά τα διέθεταν σε
διάφορους εμπόρους παίρνοντας ως αντάλλαγμα χαλκό, μαλλί και
βαμβάκι. Τα είδη αυτά ανταλλάσσονταν στη βασική τιμή των 35 λέβα η
οκά. Με τον τρόπο αυτό οι δυστυχισμένοι κάτοικοι, αφού πουλούσαν ό,τι
είχαν και δεν είχαν σε χαλκό, μαλλί και βαμβάκι, στο τέλος πέθαιναν λόγω
έλλειψης τροφίμων στους δρόμους.
Κάθε βράδυ συναντούσε κανείς στο δρόμο ανθρώπους που ζητούσαν,
άλλοι με γοερές κραυγές, άλλοι με αναστεναγμούς και άλλοι με αγωνία,
ψωμί. Το πρωί ένα κάρο της δημαρχίας διέσχιζε την πόλη και τα
περίχωρα, μάζευε τα πτώματα που βρίσκονταν εδώ και εκεί και τα
μετέφερε στο νεκροταφείο όπου τα έθαβαν σε κοινούς τάφους, συχνά
χωρίς την παρουσία ιερέα και χωρίς καμία θρησκευτική ακολουθία. Τα
μαρτύρια αυτά συνεχίζονταν μέχρι την κήρυξη πολέμου με την Ελλάδα.
Ύστερα και από αυτό το γεγονός, οι Βούλγαροι, με έναν τρόπο ακόμη πιο
βάρβαρο, συγκέντρωσαν όλους τους άνδρες από 17 – 70 ετών στον
αυλόγυρο της βουλγαρικής διοίκησης. Εκεί τους άφηναν για μία νύκτα και
την επόμενη τους οδηγούσαν με στρατιωτική συνοδεία στη Βουλγαρία.
Πολλά πρόσωπα άλλωστε έχουν βασανιστεί άγρια. Μπορώ να αναφέρω
την περίπτωση δυο υπαλλήλων μου, του Παναγιώτη Περβανά και
Αθανασίου Γρηγοριάδη. Οι δύο αυτοί απήχθηκαν από το γραφείο μου και
χωρίς προφανή λόγο οδηγήθηκαν στον τοπικό διοικητή Semertzieff, ο
οποίος διέταξε τη φυλάκισή τους. Στη φυλακή τους βασάνισαν με 25
χτυπήματα στο σώμα με ρόπαλο για τον καθένα. Στην πόλη της Δράμας
έχουν πεθάνει με απαγχονισμό εννέα άτομα. Ο κ. Διαμαντόπουλος έχει
στην κατοχή κατάλογο με τα στοιχεία τους. Σύμφωνα με άλλες μαρτυρίες
οι Βούλγαροι έχουν πνίξει κάποια άτομα σε ένα πηγάδι στην Προσοτσάνη
και κάποια άλλα άτομα τα έσφαξαν σε μια χαράδρα στη Δράμα.
Κάποια ωραία μέρα, νωρίς το πρωί οι Κομιτατζήδες πολιόρκησαν το
σπίτι μου. Με συνέλαβαν και με πήγαν στον τοπικό διοικητή χωρίς καμία
διάκριση στην ιδιότητά μου. Με οδήγησαν στη Βουλγαρία με συνοδεία
και έφτασα στο Schoumen ύστερα από ένα ταξίδι οκτώ ημερών μέσα σ’
ένα βαγόνι μεταφοράς ζώων. Από εκεί με πήγαν σε ένα στρατόπεδο
172
συγκεντρώσεως όπου μας κρατούσαν εμάς τους Έλληνες. Κοιμόμασταν
σε αχυροκαλύβες πάνω στο ξερό έδαφος χωρίς να μας διαθέσουν ούτε
κουβέρτες ούτε σκεπάσματα. Μας έδιναν δωρεάν για τροφή ημερησίως
400 γραμμάρια ψωμί, συνήθως από αλεύρι καλαμποκιού, και βραστά
φασόλια σε αναλογία 10 φασόλια κατά άτομο, βρασμένα μόνο σε νερό. Η
διατροφή αυτή δεν άλλαξε ποτέ. Ο κόσμος ήταν πολύ τρομοκρατημένος
και συνεπώς πολύ ήσυχος, παρόλα αυτά οι στρατιώτες έδερναν αλύπητα
και στις παρακλήσεις μας να δείξουν κάποια ανθρωπιά, ιδιαίτερα οι
αξιωματικοί, μας απαντούσαν ότι δεν απέμεινε πλέον καμία ανθρωπιά στο
κόσμο. Το Schoumen ήταν ένα κεντρικό στρατόπεδο με ομήρους και εκεί
απευθύνονταν όλοι, πολιτικοί υπάλληλοι, αξιωματικοί, ιδιώτες, για να
προμηθευτούν τον αναγκαίο αριθμό προσώπων που χρειάζονταν για τις
διάφορες εργασίες τους. Υπήρχαν στο Schoumen πολλές οικογένειες,
ηλικιωμένα άτομα και μικρά αγόρια και κορίτσια, τα οποία
χρησιμοποιούσαν σαν υπηρέτες σε σπίτια διαφόρων αξιωματικών αλλά
και ιδιωτών.
173
μην κατηγορηθεί η βουλγαρική διοίκηση για καταπίεση. Την διοίκηση του
ορφανοτροφείου είχαν οι βουλγαρικές στρατιωτικές αρχές και ένας
καθηγητής που δίδασκε τη βουλγαρική γλώσσα. Όταν κάποιος αξιωματικός
ήθελε ένα παιδί, υπέβαλλε αίτηση στον τοπικό διοικητή, αυτός έδινε τη
συγκατάθεσή του και το ορφανοτροφείο παρέδιδε κάποιο παιδί έναντι μιας
κανονικής αποδείξεως.
Έχω ακόμη να προσθέσω ότι όσον αφορά την πληρωμή του φόρου του
καπνού, καταβάλαμε τελικά το διπλάσιο ποσό από αυτό που έπρεπε γιατί οι
βουλγαρικές αρχές απαιτούσαν να γίνεται η πληρωμή σε ελβετικά φράγκα,
των οποίων η τιμή ήταν διπλάσια από αυτή του λέβα..
Εκτός από το φόρο αυτό που ήταν προκαθορισμένος ήμασταν
υποχρεωμένοι να καταβάλουμε και έναν ακόμα φόρο σε είδος, φύλλα
καπνού, σε ποσοστό 15%. Εκτός από τους προηγούμενους φόρους
προβλεπόταν επίσης το δικαίωμα εισαγωγής που ανερχόταν για κάθε
εμπορική επιχείρηση στο ποσό των 80.000 φράγκων περίπου. Απαιτούσαν
για τη χορήγηση άδειας μεταφοράς των καπνών από τα χωριά στην πόλη
της Δράμας 1 λέβα ανά κιλό. Όταν αργότερα τους υποχρέωσαν να
επιστρέψουν τους εισπραχθέντες φόρους, μας χορήγησαν αποδείξεις με τις
οποίες μας ευχαριστούσαν για δήθεν δωρεές υπέρ του ορφανοτροφείου και
τις μεραρχίες του βουλγαρικού στρατού.
***
Τρεις μέρες ύστερα από την εισβολή των Βουλγάρων στη Δράμα,
συνελήφθηκα και κλείστηκα στη φυλακή κατηγορούμενος για κατασκοπεία.
Έμεινα στη φυλακή τρεις μέρες, ύστερα από τις οποίες με άφησαν ελεύθερο.
Κατά τη διάρκεια της φυλακίσεώς μου με έδερναν μια φορά κάθε μέρα.
Κυκλοφορούσα στην πόλη ελεύθερος μέχρι τις 22 Ιουνίου 1917 (ύστερα από
την κήρυξη του πολέμου), όταν πιάστηκα εκ νέου και οδηγήθηκα μαζί με
άλλους 800 περίπου ομήρους από τη Δράμα και τα περίχωρα πρώτα στη
Soumla και ύστερα από 10 μέρες, μαζί με 200 ακόμη άτομα, στο Carnabat,
όπου μας υποχρέωσαν να εργαστούμε στα έργα κατασκευής της
σιδηροδρομικής γραμμής. Εκεί μας ανάγκαζαν να εργαζόμαστε 18 ώρες την
ημέρα και για τροφή μας έδιναν μια σούπα με κόκκινα πιπέρια και ψωμί
μουχλιασμένο. Μας υποχρέωναν να πλαγιάζουμε σε έδαφος γυμνοί, μας
κτυπούσαν ανελέητα. 85% από εμάς πέθαναν από τις κακομεταχειρίσεις και
τους ξυλοδαρμούς. Οι άρρωστοι ήταν σε κατάσταση που ήταν αδύνατο να
174
θεραπευτούν χωρίς φάρμακα και τα μόνα φάρμακα που υπήρχαν εκεί ήταν
βαμβάκι και ιώδιο. Οι υπαξιωματικοί και οι στρατιώτες οι οποίοι μας
επέβλεπαν, απαιτούσαν χρήματα για να μας παρέχουν κάποια θεραπεία. Δεν
θυμάμαι τα ονόματα αυτών των υπαξιωματικών και των στρατιωτών.
Ύστερα από έξι μήνες εργασίας στο Carnabat επιστρέψαμε στην Plevna 127
μαζί με 200 άλλους εκπατρισθέντες, κυρίως σημαίνοντα πρόσωπα. Στην
Plevna παραμείναμε απλά υπό την επίβλεψη της αστυνομίας χωρίς να
εργαζόμαστε. Αυτό οφείλεται στην επέμβαση των βουλγαρικών αρχών και
στα χρήματα που μας έδιναν διάφοροι Βούλγαροι δικηγόροι και άλλοι
αξιωματούχοι.
Στις 3 Μαίου 1918 (πριν από την ανακωχή) με συνέλαβαν και με
μετέφεραν εκ νέου στη Δράμα όπου και με έβαλαν φυλακή στο τουρκικό
σχολείο περίπου για 18 – 20 ημέρες. Στη διάρκεια της κράτησής μου με
έδερναν τρεις φορές τη μέρα μέχρι να λιποθυμήσω. Αιτία της σύλληψής μου
ήταν το γεγονός ότι είχα πάρει μέρος σε μια αποστολή στα Δαρδανέλλια και
ήμουν ύποπτος κατασκοπείας γιατί είχα αποπειραθεί να διαφθείρω τον
υπάλληλο του Προξενείου της Γερμανίας στη Δράμα κ. Κρεμεζή, για να μου
δώσει πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των αντιπάλων στρατιωτών της
Αντάντ στο βαλκανικό μέτωπο. Επειδή δεν μπορούσαν να αποδειχθούν οι
κατηγορίες αυτές με μετέφεραν εκ νέου στην Plevna και από εκεί στα
νησάκια του Δούναβη απέναντι από την πόλη Somovit, όπου εργαζόμουν
στην υλοτομία. Εκεί βρήκα 250 εξόριστους περίπου, που ασχολούνταν με
την ίδια εργασία. Στην εν λόγω πόλη βρισκόμουν κάτω από την επίβλεψη
ενός Βούλγαρου λοχία που τον έλεγαν Peneff, ο οποίος ήταν πηλοποιός από
την Plevna. Αυτός με υπέβαλε σε μαρτυρικά βασανιστήρια, είχε πάντοτε την
εμφάνιση μεθυσμένου και ξεσπούσε κτυπώντας με ανελέητα.
Κάποια μέρα μας υποχρέωσε να διασχίσουμε το Δούναβη, μέσα από το
νερό και αφού προχωρήσαμε αρκετά μέτρα, αναγκάστηκαν να μας γυρίσουν
πίσω γιατί τα νερά ήταν βαθιά. Μας ανάγκαζε επίσης να του πληρώνουμε
συχνά χρήματα με την υπόσχεση ότι θα έπαιρναν μέτρα για τη βελτίωση των
συνθηκών διαβίωσης και εργασίας. Αλλά κάθε φορά που τον πληρώναμε,
άλλο τόσο μας επέβαλε και σε χειρότερες δοκιμασίες. Επίσης, την ίδια
ημέρα της αναχώρησής μας έδωσα 300 φράγκα γιατί με βοήθησε όταν ήταν
φύλακας στο νοσοκομείο.
***
Δράμα 27 / 2 1919
127
σημερινός οικισμός Πετρούσα Δράμας
175
κτηματίας, αφού ορκίστηκε έκανε την παρακάτω κατάθεση ενώπιον της
Επιτροπής
176
εισέπρατταν. Με αυτή τη μέθοδο μου απέσπασαν μία γραπτή απόδειξη που
ανέφερε ότι τους πούλησα τα παραπάνω περιουσιακά μου στοιχεία και
εισέπραξα το ποσό των 110.000 φράγκων που αντιπροσώπευαν την αξία
της περιουσίας μου.
Τα παραπάνω αναφερθέντα τρία πρόσωπα επωφελήθηκαν από τις
δοσοληψίες αυτές, πούλησαν τα υπάρχοντά μου και εισέπραξαν το ποσό των
1.680.000 λέβα, σύμφωνα με πληροφορίες που μου έδωσαν οι χωρικοί και
ο διορισμένος αντιπρόσωπός μου που παρέμεινε στο χωριό. Ύστερα από έξι
μήνες φυλάκιση με οδήγησαν στη Βουλγαρία. Εκεί ζήτησα από τα τρία αυτά
πρόσωπα να μου καταβάλουν το ποσό του 25% που είχαμε συμφωνήσει,
αλλά δεν έδωσαν την παραμικρή προσοχή στις αιτήσεις μου και
αναγκάστηκα να αναφέρω για το έγκλημα στον Γενικό Βασιλικό Εισαγγελέα
της Κομοτηνή. Διατάχθηκε ένορκη διοικητική εξέταση στη διάρκεια της
οποίας ο Κομιτατζής Panitsa συνελήφθηκε και οδηγήθηκε στην Κομοτηνή
όπου και τον ανέκριναν ενώπιόν μου, αλλά τα γεγονότα που ακολούθησαν
σταμάτησαν την ανάκριση. Εκτιμώ ότι οι ζημιές που έπαθα ανέρχονται σε
2.680.000 δραχμές.
Δέκα μέρες πριν από την κατοχή εγκατέλειψα τη Δράμα και κατέφυγα
στη Θεσσαλονίκη απ’ όπου και επέστρεψα ύστερα από την ανακατάληψη
της πόλης από τον ελληνικό στρατό. Έκτοτε εξασκώ τα καθήκοντα του
δημάρχου ύστερα από τον διορισμό μου από την ελληνική κυβέρνηση. Την
ίδια εποχή εγκατέλειψαν τη Δράμα και κατέφυγαν στη Θεσσαλονίκη, τη
Θάσο και το Βόλο πενήντα περίπου ελληνικές οικογένειες. Κατά συνέπεια
δεν είμαι σε θέση να σας δώσω πληροφορίες σχετικές με τα γεγονότα που
διαδραματίστηκαν εδώ στη διάρκεια της απουσίας μου, εκτός ίσως από
αυτά που έμαθα από διάφορα άτομα μετά την επιστροφή μου. Σε κάθε
περίπτωση, δεδομένου ότι είμαι δήμαρχος, κατόρθωσα να συγκεντρώσω
ακριβείς πληροφορίες, τις οποίες αναφέρω λεπτομερώς σε ειδικό έγγραφο.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η διαφορά που παρουσιάζεται στον πληθυσμό
της πόλης μεταξύ των ετών 1916 και 1919 οφείλεται κυρίως σε 7.000 άτομα
που ήρθαν στη πόλη μετά την ανακατάληψή της από τους Έλληνες και οι
οποίοι παραμένουν ακόμη εδώ. Εάν αφαιρέσουμε τους 7.000 πρόσφυγες,
θα διαπιστώσουμε ότι ο πληθυσμός της Δράμας που ανερχόταν την ημέρα
της εισβολής των Βουλγάρων σε 16.000, μειώθηκε και κατά την ημέρα της
ανακατάληψης της πόλης από τους Έλληνες ήταν 13.000. Πρέπει να
177
σημειωθεί ότι σύμφωνα με τα βιβλία γεννήσεων και θανάτου (δημοτολόγια)
που τηρούνται στο Δήμο, ο αριθμός των θανάτων της πόλης της Δράμας στη
διάρκεια ολόκληρου του έτους 1915 ανήλθε σε 517, το έτος 1916 σε 487
ενώ κατά τη διάρκεια μόνο του πρώτου εξαμήνου του 1917 πέθαναν 793
άτομα. Η αύξηση της θνησιμότητας οφείλεται αποκλειστικά στις στερήσεις
και την πείνα, δεδομένου ότι οι μολυσματικές ασθένειες, όπως ο
εξανθηματικός τύφος, έκαναν την εμφάνισή τους για πρώτη φορά το Μάιο
του 1917. Από τις 22 Ιουνίου 1917 δεν μπορούμε να έχουμε ακριβείς
αριθμούς, δεδομένου ότι οι ελληνικές αρχές είχαν εκπατριστεί και δεν
ενημερώνονταν πλέον τα δημοτολόγια με τα περιστατικά θανάτων ή
γεννήσεων των δημοτών. Αλλά σύμφωνα με πληροφορίες των γιατρών,
κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών 800 άτομα πέθαναν και η θνησιμότητα
οφείλεται στον εξανθηματικό τύφο. Για τα υπόλοιπα αναφέρομαι γενικά στο
έγγραφο που ήδη το έχω συμπληρώσει.
Ύστερα από όσα άκουσα μπορώ μάλιστα να πω ότι στην περιοχή μας δεν
βιάστηκαν γυναίκες, αλλά υπήρχαν γυναίκες που εκδίδονταν στους
Βούλγαρους λόγω της πείνας που είχε προκληθεί στην περιοχή απ’αυτούς.
178
Ο ονομαζόμενος Ευθύμιος Παπαδημητρίου που γεννήθηκε στη
Startsista128, ηλικίας 42 ετών, κάτοικος Δράμας, επάγγελμα καπνεργάτης,
αφού ορκίστηκε έκανε την παρακάτω κατάθεση ενώπιον της Επιτροπής
***
128
σημερινός οικισμός Περιθώρι Νευροκοπίου
179
Ο ονομαζόμενος Παναγιώτης Παλάγκας, που γεννήθηκε στη Ξάνθη,
ηλικίας 20 ετών, κάτοικος Δράμας, επάγγελμα εργάτης, αφού ορκίστηκε
έκανε την παρακάτω κατάθεση
Πριν από την είσοδο των Βουλγάρων ήμουν ενοικιαστής των κτημάτων
του δημοσίου στα χωριά Yedi Pere129, Kovitsa130, Tectinova131, Eskikoi132 ,
129
σημερινός οικισμός Νεροφράκτης Δράμας
130
σημερινός οικισμός Βαθύλακκος Ξηροποτάμου
131
δε βρέθηκε κατά την έρευνα
132
σημερινός οικισμός Νικοτσαρά Δράμας
180
Cara-Kavaki133, Coutsaki134, Hassan-efendi135, Mehmed-Bey136 και
Goudovista137. Η βουλγαρική στρατιωτική επιμελητεία, ύστερα από διαταγή
του Staneff, μου κατέσχεσε τα παρακάτω περιουσιακά στοιχεία: 1.500.000
οκάδες άχυρο, 100.000 περίπου σιτάρι καλαμπόκι και κριθάρι, 8 βόδια, 8
άλογα και κατεδάφισε τελείως το σπίτι μου στο Yedi-Pere. Μου προξένησαν
ζημιές περίπου 700.000 φράγκων.
***
181
Με πήγανε στο Βούλγαρο διοικητή, μαζί οδήγησαν και άλλους πολίτες και
χωρικούς της Δράμας, σύνολο 28 άτομα. Από εκεί μας μετάφεραν στη
Soumla και ύστερα από παραμονή δυο ημερών μετέφεραν 1.000 άνδρες στο
Tcherven-Breg. Εκεί ασχολούμασταν με την κατασκευή μιας
σιδηροδρομικής γραμμής με άλλους 4.000 εκπατρισθέντες Έλληνες.
Τέσσερις μήνες αργότερα ακολούθησα με άλλους 400 συμπατριώτες μου
στις όχθες του ποταμού Μαρίτσα139, όπου εργαστήκαμε στην κατασκευή μιας
γέφυρας για περίπου 8 μήνες. Κατά τη διάρκεια της παραμονής μας στη
Μαρίτσα κοιμόμασταν ολόκληρο το μήνα Νοέμβριο κάτω από τον καθαρό
ουρανό, πάνω στη λάσπη, χωρίς σκεπάσματα για 15 μέρες, πριν μας
επιτρέψουν να μείνουμε σε ένα αχυρώνα. Πολλοί από εμάς πέθαναν από τις
στερήσεις και την κακή μεταχείριση. Πολλοί δούλευαν μέσα στο χιόνι
ξυπόλυτοι. Για τροφή μας έδιναν χοντροκομμένο στάρι, ρύζι βρασμένο και
400 γραμμάρια ψωμί από καλαμπόκι. Εκεί πέθαναν 215 άτομα. Μας
κτυπούσαν καθημερινά, συχνά χωρίς αιτία και χωρίς ποτέ να κάνουν
διακρίσεις, ούτε για τους ασθενείς. Εκτός από τους 215 που ανέφερα, οι
υπόλοιποι συμπατριώτες μου κατέληξαν στο νοσοκομείο και πολλοί από
αυτούς ακρωτηριάστηκαν. Τους κόψανε τα πόδια γιατί υπέφεραν από
κρυοπαγήματα. Από τα 527 άτομα με τα οποία εργαζόμουν, 32 μόνο
σώθηκαν.
***
139
ποταμός Έβρος
140
δε βρέθηκε κατά την έρευνα. Πιθανότατα οικισμός εκτός περιοχής Δράμας
182
ήθελε να πάρει μια ανάσα. Κοιμόμασταν σε υπόγεια πάνω στη λάσπη. Για
τροφή μας έδιναν ζωμό από πιπέρια ή από βρασμένα λαχανικά. Από τις
πρώτες μέρες τις εργασίας μας εκεί πολλοί από μας αρρώστησαν και καθώς
έλειπαν τα φάρμακα , πέθαιναν 6 – 10 άτομα κάθε μέρα. Στην ομάδα που
εργαζόμουνα και ήμασταν περίπου 400 άτομα, περίπου τα 250 κατάφεραν
να επιζήσουν. Αναγκαστήκαμε να εργαστούμε ξυπόλυτοι κάτω από τη βροχή
και το χιόνι. Δουλεύαμε όλοι ανακατεμένοι, χωρικοί, υπάλληλοι, απλοί
πολίτες … χωρίς καμία διάκριση σε επάγγελμα ή κοινωνική θέση. Την
εργασία την διηύθυνε ένας πολιτικός μηχανικός, ο Baikopff, ο οποίος μας
μεταχειριζόταν πολύ σκληρά. Άκουσα να λένε στους στρατιώτες που μας
επέβλεπαν να μην μας λυπηθούν αν δείξουμε σημεία κούρασης και να μην
μας αφήσουν να αναπαυθούμε. Μας έδερναν τακτικά με ρόπαλα που ήταν η
συνηθισμένη μορφή τιμωρίας. Τέλος (στις 25 Σεπτεμβρίου 1917), μας
μετέφεραν στο Kourkoutjokioi όπου παραμείναμε τρεις μήνες και
δουλέψαμε στην κατασκευή μιας άλλης σιδηροδρομικής γραμμής. Από εκεί
μας πήγαν στην Plevna141, σύμφωνα με την απόφαση που πήραν να αφήσουν
ελεύθερους όλους τους άνδρες των οποίων οι γυναίκες ήρθαν να τους
συναντήσουν. Προσθέτω επίσης ότι οι στρατιώτες που μας συνέλαβαν μας
ανάγκασαν να τους πληρώσουμε χρήματα για να μην μας χτυπήσουν. Εμένα
τον ίδιο με χτύπησαν τρεις φορές γιατί στη διάρκεια της δουλειάς επεδίωξα
να αναπαυθώ λιγάκι.
***
141
σημερινός οικισμός Πετρούσα Δράμας
142
εννοεί Carlicova,σημερινός οικισμός Μικρόπολη Δράμας
183
πληρώσουμε το ποσό των 100 φράγκων ο καθένας. Όταν πληρώσαμε το
ποσό αυτό μας απάλλαξαν από τη δουλειά για ένα μήνα. Τον επόμενο μήνα
μας υποχρέωσαν να γυρίσουμε ξανά στη δουλειά καθώς δε μας ήταν εύκολο
να του καταβάλουμε το ίδιο ποσό.
Στην αρχή κοιμόμασταν σε μια αποθήκη, κατάχαμα. Δυο μήνες αργότερα
μας μετέφεραν σε κάτι στάβλους. Για τροφή μας δίνανε ζωμό από φασόλια
και λαχανικά. Οκτώ από μας πέθαναν εξαιτίας των ελλείψεων και των
κακομεταχειρίσεων. Δεν αποφύγαμε τους ξυλοδαρμούς από τους επιστάτες,
που μας έδερναν χωρίς καμία αιτία.
***
Πριν από την κήρυξη του πολέμου βρισκόμουν στο χωριό Σταυρούπολη
ως εισπράκτορας του φόρου της δεκάτης στην περιοχή αυτή. Την εποχή
αυτή ένας Βούλγαρος αξιωματικός υπολοχαγός του Πεζικού με κάλεσε και
μου ζήτησε να του καταβάλω το ποσό των 2.050 φράγκων, ποσό που το
χρωστούσα στο ελληνικό δημόσιο και για το οποίο είχε ήδη λήξει η
προθεσμία καταβολής. Αρνήθηκα να το κάνω αυτό παρά τις διαβεβαιώσεις
του εν λόγω αξιωματικού ότι θα κατέβαλε το ποσό αυτό στις ελληνικές
αρχές. Τελικά μου άρπαξαν δια της βίας το ποσό, το οποίο τελικά το
ιδιοποιήθηκε. Το όνομα του ήταν Ιωσήφ. Ύστερα από την κήρυξη του
πολέμου και πριν από την ανακωχή, ο συνταγματάρχης του πεζικού Stanieff
και ο λοχαγός Ilieff μπήκαν δια της βίας στο σπίτι μου και στο πλυντήριο
όπου έπλενα τα εσώρουχα των στρατιωτών και αφού με κακοποίησαν,
έκαναν επίταξη του ακινήτου για έξι μήνες. Στη διάρκεια αυτών των μηνών
οι Βούλγαροι λεηλάτησαν κυριολεκτικά τα δυο ακίνητα και κατέσχεσαν όλα
τα μηχανήματα του πλυσταριού και όλα τα έπιπλα του σπιτιού. Η συνολική
ζημιά που υπέστην από τα γεγονότα αυτά ανέρχεται σε 6.000 φράγκα.
***
184
Δράμα 15 Φεβρουαρίου 1919
***
143
δε βρέθηκε κατά την έρευνα. Πιθανότατα οικισμός εκτός περιοχής Δράμας
185
Στις 9 Ιουλίου με συνέλαβε στο μαγαζί μου ένας Βούλγαρος λοχίας.
Περίπου 400 άτομα μας οδήγησαν στη Βουλγαρία (Soumla) και ύστερα από
τρεις μέρες με μετέφεραν μαζί με άλλους 500 στο Sistovo, μια πόλη κοντά
στο Δούναβη. Εκεί εργαζόμασταν στην εκφόρτωση του κάρβουνου από τα
πλοία. Κοιμόμασταν σε αχυροκαλύβες και για τροφή μας έδιναν βρασμένα
κόκκινα πιπέρια και 450 γραμμάρια ψωμί από καλαμπόκι. Στη δουλειά
τραυματίστηκα και για έξι μήνες ήμουν άρρωστος. Δεν μου έδωσαν
φάρμακα. Υπέφερα πολύ από την πληγή μου και έκανα πέντε εγχειρίσεις.
Αργότερα κατόρθωσα να εργαστώ ως κουρέας των εξόριστων Ελλήνων.
Μας έδερναν κάθε μέρα. Θυμάμαι πως δυο συνάδελφοί μου σταμάτησαν
λίγο τη δουλειά για να αναπαυθούν αλλά τους έπιασαν και τους τιμώρησαν
με 25 ραβδισμούς. Έξι από τους δικούς μας πέθαναν.
***
Ήμουνα μεταξύ των εξόριστων. Με μετέφεραν στη Soumla και από εκεί
στο Carnabat, για να εργαστώ στην κατασκευή της σιδηροδρομικής
γραμμής μεταξύ Carnabat και Soumla. Η γραμμή αυτή είχε χαραχθεί πριν
πολλά χρόνια, όταν ακόμη η Βουλγαρία ήταν επαρχία της Τουρκίας και οι
Βούλγαροι επωφελήθηκαν από την αιχμαλωσία μας για να την
ολοκληρώσουν. Ο αρχηγός του τμήματός μας ήταν ο λοχαγός Dimitrieff και
τρεις μηχανικοί, ο Baikoff, ο Calfoff και ο Baukoff, οι οποίοι έδειξαν
απέναντί μας μια διαγωγή εξαιρετικά σκληρή. Πολλές μέρες μας άφησαν
νηστικούς μόνο με ένα κομμάτι ψωμί και στα παράπονά μας, μας έλεγαν να
πάμε να παραπονεθούμε στον … Θεό. Η δουλειά άρχιζε στις 6 η ώρα το
πρωί και συνεχιζόταν μέχρι τη δύση του ήλιου και με ένα διάλειμμα
μιάμισης ώρας στις αρχές, το οποίο περιορίστηκε σε μισή ώρα στη συνέχεια.
Με έδειρε δυο φορές ο Βούλγαρος επιστάτης γιατί για μια στιγμή επιδίωξα
να αναπαυθώ. Πολλές φορές οι Βούλγαροι επιστάτες, ιδιαίτερα το πρωί,
κτυπούσαν με μπαστούνια όποιον αργούσε να σηκωθεί για τη δουλειά,
κυρίως άρρωστους και ανήμπορους. Συνέβαινε συχνά, όταν στο τέλος
σήκωναν τα σκεπάσματα του θύματος, να διαπιστώνουν ότι έδερναν ένα
νεκρό.
Κάποιος Βασίλειος Βαρνέρης, ο οποίος προσπάθησε να ξεκουραστεί,
δέχτηκε ένα τόσο δυνατό κτύπημα που την επόμενη μέρα πέθανε. Ένας
εξόριστος στο νοσοκομείο βασανίστηκε τόσο πολύ, που μην αντέχοντας τον
πόνο, αυτοκτόνησε καταπίνοντας το θερμόμετρο. Από το Carnabat στη
186
συνέχεια με μετέφεραν στην Plevna144, έπειτα στo Somovits κοντά στο
Δούναβη και από εκεί στην Plevna. Στην αρχή ήμουν άρρωστος στο
νοσοκομείο και στη συνέχεια δούλεψα ως υπηρέτης και τέλος όταν
υπογράφηκε η ανακωχή επέστρεψα στη Μακεδονία.
Στην Plevna με κτύπησαν άσχημα για ασήμαντη αφορμή. Προσθέτω
ακόμη ότι στη Soumla μας υποχρέωσαν να τους παραδώσουμε όλα τα
χρήματα που είχαμε μαζί μας.
***
Δράμα 18 Φεβρουαρίου / 2 Μαρτίου 1919
Ύστερα από την κήρυξη του πολέμου, στις 20 Ιουλίου του 1917, ο
άνδρας μου εκλήθη από τις βουλγαρικές στρατιωτικές αρχές ως όμηρος
γιατί θεωρήθηκε ύποπτος. Υπάκουσε, αλλά αντί να τον μεταφέρουν στο
σταθμό, τον οδήγησαν έξω από το χωριό όπου και τον έσφαξαν. Ύστερα
από 8 μέρες βρήκαμε το πτώμα του. Οι δολοφόνοι του μου είναι γνωστοί:
α) ο λοχαγός Miscovitch, τοπικός διοικητής του Ροδολείβους και β) ο
προκάτοχός του υπολοχαγός Radanoff, οι οποίοι ήρθαν στο σπίτι και τον
αναζήτησαν. Θεωρώ ότι λόγος της δολοφονίας ήταν τα φρονήματά του
καθώς είχε δηλώσει οπαδός των σύμμαχων της Αντάντ (Άγγλοι και Γάλλοι),
ήταν Βενιζελικός και γιατί τη στιγμή που τον έπιασαν είχε μαζί του πολύ
λίγα χρήματα. Την επόμενη μέρα της σύλληψης του συζύγου μου, Βούλγαροι
στρατιώτες άρπαξαν ένα μέρος των επίπλων μου καθώς και τη βιβλιοθήκη
του συζύγου μου. Επίσης ζημιώθηκα σημαντικά από τις αλλεπάλληλες
κατασχέσεις ολόκληρης της σοδειάς μου.
***
Πριν από την κήρυξη του πολέμου και κατά την εισβολή των Βουλγάρων
ήμουν ενοικιαστής ενός τμήματος γης που ανήκε στο ελληνικό δημόσιο, στα
144
σημερινός οικισμός Πετρούσα Δράμας
145
Ροδολείβος Σερρών
187
χωριά Vesma146, Χρυσοκέφαλο, Καλαμπάκι, Αγία Παρασκευή και
Coutsaki147. Από το χωριό μου τη Vesma που βρίσκεται κοντά στα
βουλγαρικά σύνορα οι Βούλγαροι μου άρπαξαν διάφορα εμπορεύματα
έτοιμα για εξαγωγή στη Βουλγαρία. Έτσι μου κατέσχεσαν από αυτό το
χωριό 400.000 οκάδες ξηρά χόρτα, 70.000 οκάδες δημητριακά,
κατέστρεψαν το σπίτι μου, 40 μικρά ζώα και μια αλωνιστική μηχανή. Από
το χωριό Καλαμπάκι μου άρπαξαν 800.000 οκάδες άχυρο, μου επέταξαν τα
λιβάδια, κατέστρεψαν τα δημητριακά στα χωράφια, άρπαξαν 12 άροτρα, μια
αλωνιστική μηχανή, μια μηχανή κοπής χόρτου, 2 μηχανές διαλογής, 1
αυτοκίνητο και 1 αμάξι με τα άλογα και χάμουρά τους. Ειδικά το
αυτοκίνητό μου το κατέσχεσε ένας Τούρκος πολύ γνωστός στην περιοχή, ο
Fouat – Bey, διοικητής, επικεφαλής των Τούρκων εθελοντών. Μου
άρπαξαν επίσης 1.100 πρόβατα.
Από το χωριό Αγία Παρασκευή μου πήραν 900.000 οκάδες άχυρο,
40.000 οκάδες διάφορα δημητριακά, και επέταξαν όλα τα βοσκοτόπια μου.
Από το χωριό Coutsaki μου πήρανε 150.000 οκάδες άχυρο, 30.000 οκάδες
δημητριακά. Από το χωριό Χρυσοκέφαλο μου πήρανε 50.000 οκάδες
δημητριακά. Όλα αυτά τα χωριά ανήκουν στην περιφέρεια της Δράμας. Ο
Κομιτατζής Marvac από το Νευροκόπι λεηλάτησε το μαγαζί μου και άρπαξε
τα εμπορεύματα. Με έβαλαν φυλακή εδώ και με υποχρέωσαν με διάφορους
τρόπους να τους καταβάλλω το ποσό των 25.000 φράγκων. Διάφοροι
Βούλγαροι στρατιωτικοί έρχονταν την νύχτα στη φυλακή και με εκβιασμούς
και απειλές ζητούσαν να τους καταβάλω διάφορα χρηματικά ποσά. Επίσης
κάποιος Κομιτατζής Drapsos που ανήκε στην ομάδα του Panitsa,
παραβίασε τις πόρτες ενός άλλου μαγαζιού μου και λεηλάτησε το
περιεχόμενό του. Ύστερα από διαταγή του στρατηγού διοικητή της
Μεραρχίας Bournoff, μου επέταξαν όλα τα μηχανήματα παρασκευής τυριού
και βουτύρου. Επίσης με ανάγκασαν να πληρώσω 16.000 φράγκα στο
διοικητή της επιμελητείας τον Rainoff, ποσό που αντιπροσώπευε μέρος της
οφειλής μου στο ελληνικό δημόσιο. Δεν μου έδωσαν καμία απόδειξη. Κατά
την εκτίμησή μου ολόκληρη η ζημιά μου ανέρχεται σε 1.400.000 φράγκα.
Την κατάθεση αυτή την παρακολούθησε ο μάρτυρας Νικόλας
Ανδρέογλου ο οποίος, αφού ορκίστηκε, επιβεβαίωσε ένα μέρος της
παραπάνω κατάθεσης και δήλωσε ότι γνωρίζει όλα τα σχετικά με τις
παραπάνω κατασχέσεις και επιτάξεις. Πρόσθεσε επίσης ότι ήταν παρών
όταν οι Βούλγαροι τον πήραν από τη φυλακή και τον οδήγησαν στο
Βούλγαρο διοικητή για να καταβάλει σε αυτόν τα χρήματα που χρωστούσε
στο ελληνικό δημόσιο. Κατέθεσε επίσης ότι γνωρίζει ότι τα ποσά που με
εκβιασμό του πήραν οι Βούλγαροι, αποτελούσαν μέρος της οφειλής του στο
ελληνικό δημόσιο.
146
σημερινός οικισμός Εξοχή Δράμας
147
Πιθανότατα Cotsaki,σημερινός οικισμός Μυρρίνη Σερρών
188
***
189
10η Μεραρχία
«Περιοχή Άσπρης Θάλασσας»
Νο 14926
Προς τους κ.κ. Bonomo Haim, Abraham Levi, Eli Michel, εκπροσώπους
της Ισραηλιτικής Κοινότητας Δράμας
148
σημερινός οικισμός Καλαμινός Δράμας
190
ένα παϊτόνι (επιβατικό αμάξι) αξίας 1500 δραχμών. Όταν βρισκόμουν
όμηρος στη Βουλγαρία οι Βούλγαροι υποχρέωσαν το συνέταιρό μου,
Δημήτριο Αθανασιάδη να πληρώσει το ποσό των 5.544 δραχμών, μέρος των
οφειλών μου στο ελληνικό δημόσιο. Σας καταθέτω την απόδειξη που
χορήγησαν στο συνέταιρό μου. Στο παραπάνω χωριό επέταξαν, επίσης,
τρεις κήπους με λαχανικά τους οποίους κυριολεκτικά τους ερήμωσαν.
Εκτιμώ ότι οι ζημιές που προκλήθηκαν σε εμένα ανέρχονται σε 350.000
φράγκα. Κατέστρεψαν επίσης ένα δασύλλιο που βρίσκεται στα περίχωρα του
χωριού και το οποίο ενοικίαζε από το ελληνικό δημόσιο μια εταιρεία με
τίμημα 10.000 λίρες στερλίνες..
ΑΠΟΔΕΙΞΗ
***
191
Κατά τη διάρκεια της εισβολής των Βουλγάρων, ήμουν κτηματίας στο
χωριό Καλαμπάκι της Περιφέρειας Δράμας. Όταν οι Βούλγαροι μπήκαν στο
χωριό κατέσχεσαν 70.000 οκάδες κριθάρι και 250.000 οκάδες άχυρο σε
μπάλες, 100.000 οκάδες χόρτο, 14 άλογα, 5 βόδια, 1 βουβάλι, 2 θεριστικές
μηχανές, 3 μηχανές δεματοποίησης άχυρων, 8 αμάξια, 12 άροτρα. Επίσης
κατέστρεψαν το σπίτι μου και άρπαξαν ένα μεγάλο αριθμό αγροτικών
εργαλείων. Κατέστρεψαν επίσης τις φυτείες καλαμποκιού και τα μποστάνια
μου. Ακόμα κατέστρεψαν το σπίτι μου που βρίσκεται εδώ. Εκτιμώ τη ζημιά
μου σε 330.000 δραχμές.
***
Εκπατρίστηκα κατά το έτος 1917 μαζί με άλλους πολίτες στην αρχή στη
Soumla όπου εργαζόμουν κατά διαστήματα. Έμεινα για πολύ καιρό
ελεύθερος από κάθε εργασία. Στη Soumla παρέμεινα 11 μήνες. Από εκεί μας
πήγανε στο Osman-Pazar για τέσσερις μήνες, όπου πλέον δεν εργάστηκα.
Στη συνέχεια μας πήγαν στο Leila-Koi από όπου και επέστρεψα. Μου
κατέσχεσαν μεγάλα χρηματικά ποσά. Στη διάρκεια της απουσίας μου το
εργοστάσιο και η αποθήκη μου λεηλατήθηκαν ολοσχερώς. Υπέστην ζημίες
περίπου 70.000 δραχμών.
***
149
Αλιστράτη
192
τις αποσκευές μου. Όλο αυτό το διάστημα της εξορίας μου δούλευα στα έργα
κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής όπου μας κακομεταχειρίζονταν
συνέχεια. Η τροφή μας ήταν πολύ κακή. Στο Schoumen μου άρπαξαν με τη
βία όλα μου τα χρήματα, τα οποία ήταν περίπου 1.500 δραχμές.
***
193
γευμάτιζα. Με οδήγησαν στη φυλακή της πόλης όπου παρέμεινα μέχρι τις 7
Ιανουαρίου 1917. Με κρατούσαν σε ένα δωμάτιο όπου κάθε μέρα ρίχνανε
νερό στο πάτωμα έτσι ώστε ο χώρος γινόταν τόσο υγρός που δε μπορούσα
να κοιμηθώ. Ύστερα από 4 μέρες με πήγαν σε ένα άλλο δωμάτιο όπου
άρχισαν να με κτυπάνε τρεις φορές τη μέρα. Παρέμεινα φυλακισμένος μέχρι
τις 7 Ιανουαρίου 1917. Απελευθερώθηκα γιατί τους υποσχέθηκα να
πληρώσω 25 τουρκικές λίρες σε κάποιον που ονομαζόταν Michel Petkoff,
πρώην υπάλληλος του Βουλγαρικού Προξενείου της Θεσσαλονίκης, ο
οποίος ήρθε ο ίδιος στη φυλακή και μου πρότεινε να κάνει τα αναγκαία
διαβήματα για να βγω από τη φυλακή. Την επόμενη μέρα ο Petkoff με
συνέλαβε εκ νέου, με συνάντησε έξω από το ξενοδοχείο «Ζίχνη», και μου
ζήτησε το ποσό που του υποσχέθηκα, τις 25 λίρες, το οποίο και του έδωσα
ευθύς αμέσως. Την πρώτη φορά με συνέλαβε και με κατηγόρησε για
κατασκοπεία. Την επόμενη, 9 Ιανουαρίου 1917, συνελήφθηκα από το λοχία
της περιπόλου που ονομαζόταν Pierre Poppoff, ο οποίος μου ζήτησε να του
καταβάλλω 300 λέβα, για να συμπληρώσει το ποσό που συμφωνήσαμε, 450
λέβα, για να αγοράσει ένα ζευγάρι μπότες. Πλήρωσα το ποσό αυτό και
αφέθηκα ελεύθερος ως τις 22 Ιουνίου 1917, μέρα κατά την οποία
συνελήφθηκα και οδηγήθηκα ως όμηρος στη Βουλγαρία. Στην αρχή πήγα
στη Soumla και στη συνέχεια στην σερβική πόλη Zaitsar όπου μας
ανάγκασαν να εργαστούμε στην κατασκευή μιας σιδηροδρομικής γραμμής.
Εκεί υποφέραμε από τις ήδη γνωστές σε εσάς καταστάσεις. Από τους 120
εκτοπισμένους που αποτελούσαν την ομάδα μας, δυο υπέκυψαν.
***
Δράμα 2 Μαρτίου 1919
Μεταφέρθηκα μαζί με ακόμα 4.000 άνδρες στο Schoumen και από εκεί
2.500 άτομα, ανάμεσά τους και εγώ, οδηγηθήκαμε στο Tcherven-Breg και
από εκεί 800 από εμάς πήγαμε στο χωριό Tchomacovo και εργαστήκαμε σε
όλη τη διάρκεια της εξορίας μας. Μετά από ένα μήνα αρρώστησα και παρά
το ότι με έβλεπαν να υποφέρω, με υποχρέωναν να εργαστώ και ύστερα από
πέντε μέρες με μετέφεραν στο σταθμό του Meshal. Όλα τα χρήματα και τα
ρούχα που μου έστειλαν οι δικοί μου δεν τα παρέλαβα ποτέ. Αυτά ήταν
περίπου αξίας 1.000 δραχμών. Με τον τρόπο αυτό έπαθα ζημία 2.000
δραχμών εκτός από τις απώλειες στην περιουσία μου εδώ και τη λεηλασία
του καταστήματός μου.
***
194
Αναφορά του Γεωργίου Κοτρότσου,
βοηθού Ταχυδρομείων και Τηλεγραφείων Δράμας,
προς το Υπουργείο των Συγκοινωνιών – Διεύθυνση ΤΤΤ.
Ενταύθα
195
άτομο. Μας το χορηγούσαν όμως σε άτακτα χρονικά διαστήματα ώστε
πολλές φορές μέναμε χωρίς ψωμί για 15 μέρες. Η βουλγαρική επιμελητεία
μάλιστα, με δικαιολογία τις ανάγκες του στρατού, δήλωνε ότι δεν ήταν σε
θέση να εξασφαλίσει και τη δική μας επιβίωση. Σε μικρό χρονικό διάστημα
οι στερήσεις αυτές οδηγούσαν ανθρώπους στο θάνατο. Τα κάρα της
δημαρχίας διέτρεχαν τους δρόμους και μάζευαν τους νεκρούς οι οποίοι
πολλές φορές ξεπερνούσαν τους 50 ημερησίως. Ολόκληρες οικογένειες
βρήκαν το θάνατο μέσα στα σπίτια τους και όλα αυτά ικανοποιούσαν τα
θηριώδη ένστικτα των δημίων μας. Κάποια μέρα είδα ένα Γερμανό
αξιωματικό να κτυπά με το πόδι του έναν ετοιμοθάνατο. Η ακρίβεια των
τροφίμων (το ψωμί στοίχιζε 20 δραχμές το κιλό) έκαναν τη ζωή
ανυπόφορη.
Στις 22 Ιουνίου 1917 ειδοποιηθήκαμε από τον τοπικό διοικητή να
γραφτούμε στους καταλόγους που είχαν ήδη ανοίξει και στις 4 η ώρα το
απόγευμα έπρεπε να μαζευτούμε όλοι μπροστά στο κτίριο της διοίκησης για
να αναχωρήσουμε. Μας διέταξαν να μην πάρουμε τίποτα μαζί μας εκτός
από τα ρούχα που φορούσαμε και μας βεβαίωσαν ότι στη Βουλγαρία θα
ήμασταν ελεύθεροι και ότι θα παίρναμε τις αποδοχές μας τακτικά. Και αυτό
για να έχουν τη δυνατότητα ύστερα από την αναχώρησή μας να
λεηλατήσουν τα σπίτια μας. Στις 9 το βράδυ μας πήγαν στο σταθμό και μας
έβαλαν κατά 50ντάδες σε βαγόνια που προορίζονταν για τη μεταφορά
ζώων. Τέλος φτάσαμε στο Schoumen της Βουλγαρίας ύστερα από ένα ταξίδι
7 ωρών, κατά τη διάρκεια των οποίων αγοράσαμε ως και τον αέρα που
αναπνέαμε καθώς οι τύραννοί μας δεν μας επέτρεπαν να ανοίξουμε τις
πόρτες των βαγονιών χωρίς αποζημίωση.
Στην Rachovitsa συναντήσαμε Γερμανούς αξιωματικούς που είπαν στους
Βούλγαρους όταν έμαθαν ότι ήμασταν Έλληνες «Που τους πάτε αυτούς;
Γιατί δεν τους κόβετε τα κεφάλια;» Όλα αυτά μας έκαναν να καταλάβουμε
την τύχη που μας περίμενε στη Βουλγαρία και ότι οι υποσχέσεις των
Βουλγάρων ήταν νεκρό γράμμα. Φτάσαμε στο Schoumen όπου αντί να μας
αφήσουν ελεύθερους, μας έκλεισαν σε αχυρώνες και στάβλους που
προορίζονταν για τα ζώα.
Ύστερα από δυο μέρες, στη διάρκεια των οποίων εκτελούσαμε τις πιο
βαριές αγγαρείες, μας χώρισαν σε πολλές ομάδες και μας έστειλαν στα
διάφορα μέρη της Βουλγαρίας για να εκτελέσουμε κάθε είδους εργασίας.
Εμένα μαζί με άλλους 6.000 άνδρες με στείλανε στο Carnabat, μια
τοποθεσία που βρίσκεται σε απόσταση 2 ωρών από το φρούριο της
Ανατολικής Ρωμυλίας, όπου έπρεπε να εργαστούμε στην κατασκευή της
σιδηροδρομικής γραμμής. Πριν από την αναχώρησή μας, μας ξεγύμνωσαν
και μας λήστεψαν απ’ ό,τι χρήματα είχαμε μαζί μας. Όταν φτάσαμε στο
Carnabat μας παρέδωσαν στους μηχανικούς οι οποίοι είχαν αναλάβει την
κατασκευή της γραμμής και οι οποίοι είχαν ως βοηθούς ροπαλοφόρους
στρατιώτες. Ζούσαμε σε αχυροκαλύβες στις οποίες έμπαιναν μέσα ο αέρας
196
και η βροχή απ’ όλες τις μεριές, σχεδόν γυμνοί και πεινασμένοι, δεν μας
έδιναν παρά 400 γραμμάρια ψωμί από καλαμπόκι και αυτό πολλές φορές
μουχλιασμένο και 4 λάχανα βρασμένα σε νερό χωρίς λάδι (ιδού πως
συντηρούσαν 500 άνδρες που τους απασχολούσαν από τις 4 η ώρα το πρωί
μέχρι τις 7 η ώρα το βράδυ στις πιο βαριές εργασίες). Μας έδερναν μέχρι
θανάτου χωρίς αιτία. Πολλοί πέθαναν από τα ρόπαλα των τυράννων.
Δώδεκα τάφοι ήταν πάντοτε έτοιμοι να δεχτούν τους νεκρούς από πείνα, το
ψύχος και απ’ όλα τα απερίγραπτα δεινά. Πολλούς έθαψαν ακόμη και
ζωντανούς. Εμένα τον ίδιο συχνά με έδειραν ανελέητα γιατί δεν απέδιδα στη
δουλειά μου με το ζήλο που ήθελαν αυτοί κατά τη γνώμη τους. Ύστερα απ’
όλα αυτά τα δεινά που υπέφερα επιτέλους σώθηκα και επέστρεψα στην
Αθήνα, αλλά δεν είμαι παρά ένα ράκος.
(υπ.) Κοτρότσος
***
Απόσπασμα αναφοράς
του υπαλλήλου του Ταχυδρομείου, Αθανασίου Λαμπρίδη,
εκτελούντος χρέη διευθυντή των Ταχυδρομείων και Τηλεγραφείων της
Προσοτσάνης.
197
και τότε άρχιζε η μάχη με το θάνατο. Τα υπόγεια στα οποία ζούσαμε ήταν
υγρά και σκοτεινά. Στο έδαφος ήταν απλωμένο ένα λεπτό στρώμα από
άχυρα καταβρεγμένο από το χιόνι και τη βροχή. Κάθε πρωί, 2 ώρες πριν
την αυγή, δυο αγριωποί Βούλγαροι οπλισμένοι με ρόπαλα έμπαιναν στα
υπόγεια φωνάζοντας δυνατά «όλοι έξω στη γραμμή» και έπειτα, σύμφωνα
με την τακτική τους, μας έδερναν χωρίς έλεος. Στη συνέχεια παίρναμε τα
σκαπτικά μας εργαλεία και πηγαίναμε στη δουλειά κάτω από τα βλέμματα
των φρουρών μας. Όταν ασθενούσαμε ήταν πολύ δύσκολο να γίνουμε καλά
ενώ όταν δεν μπορούσαμε να περπατήσουμε γρήγορα, μας χτυπούσαν τόσο
άγρια ώστε συχνά άτομα πέθαιναν μέσα σε 1 –2 μέρες. Ο ξυλοδαρμός ήταν
τόσο άγριος ώστε στη διάρκειά του δεν άκουγε κανείς παρά τους θρήνους
και τις οιμωγές αυτών που τους έδερναν ανελέητα.
Κάθε φορά που τους ρωτούσαμε ποιο είναι το φταίξιμό μας και μας
δέρνουν ενώ εργαζόμασταν, μας αγνοούσαν συνεχίζοντας το ξύλο.
Το μαρτύριο αυτό διήρκεσε έξι μήνες. Δεν μας επιτρεπόταν η ανάπαυση
ούτε ακόμα στις μεγάλες γιορτές, σε σημείο που δεν μπορούσαμε να
κάνουμε τίποτα άλλο. Πλέναμε τα ρούχα μας κάθε 2 και μερικές φορές κάθε
3 μήνες μέχρι που αυτά είχαν καταντήσει κουρέλια, δεν είχαμε όμως τη
δυνατότητα να τα αντικαταστήσουμε με άλλα, ήμασταν πάντα γεμάτοι
ψείρες και πολλές φορές δε χρησιμοποιούσαμε όλα μας τα ρούχα εξαιτίας
των ζωυφίων. Η τροφή μας ήταν 200 γραμμάρια ψωμί για 24 ώρες και σαν
συμπλήρωμα δύο ή τρία λάχανα βρασμένα σε 100 οκάδες νερό, τροφή που
προοριζόταν για 500 ομήρους. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, με όλο το
δριμύ κρύο, τα χιόνια και τις βροχές, δεν είχα παρά ένα πανωφόρι το οποίο
το χρησιμοποιούσα και σαν σκέπασμα ενώ μου έλειπαν τελείως το
προσκέφαλο και τα παπλώματα. Στο τέλος του Δεκεμβρίου, όταν η
απελπισία είχε φτάσει στο κατακόρυφο καθώς υπήρχαν από τη μια πλευρά η
πείνα και οι πληγές που επέφεραν στο σώμα μου τα χτυπήματα και από την
άλλη πλευρά το τρομερό κρύο που μου ήταν αδύνατο να αντέξω
περισσότερο γυμνός και ξυπόλητος, ήρθε ο διοικητής του τόπου με σκοπό να
καταρτίσει ένα κατάλογο με εμπόρους και δημοσίους υπαλλήλους, άτομα
που θα ήταν σε θέση να συντηρηθούν εξ ιδίων. Γράφτηκα και εγώ στον
κατάλογο, αν και δεν είχα ούτε μια δεκάρα στην τσέπη μου, για να αποφύγω
το θάνατο που με περίμενε αναπόφευκτα εάν παρέμενα εκεί, ενώ ελεύθερος
θα είχα κάποια άνεση και ίσως άλλαζε η τύχη μου.
Ξεκίνησα μαζί μ’ αυτούς που εστάλησαν στην Plevna150 κάτω από την
επίβλεψη πάντοτε της αστυνομίας καθώς μερικοί από μας προσβλήθηκαν
από επικίνδυνο τύφο. Οι αρχές της πόλης αυτής μας έθεσαν σε αυστηρή
απομόνωση, στο νοσοκομείο όπου παραμείναμε 2 μήνες και μετά μας
άφησαν ελεύθερους να φροντίσουμε οι ίδιοι για την επιβίωσή μας και εδώ
άρχισε μια άλλη περιπέτεια. Μόλις βγήκαμε από το νοσοκομείο ξεκίνησα
150
σημερινός οικισμός Πετρούσα Δράμας
198
αμέσως για να βρω δουλειά και κατά καλή μου τύχη πήγα σ’ ένα καφενείο
που το διηύθυνε κάποιος Έλληνας από τα Σκόπια, στον οποίο διηγήθηκα
όλη μου την ιστορία και μου υποσχέθηκε να μου βρει κάποια δουλειά.
Έμεινα εκεί μερικές ημέρες. Κοιμόμουν τη νύχτα στα τραπέζια του
καφενείου, τρέμοντας από το κρύο. Ήρθε αργότερα ένας κτηματίας, με τον
οποίο συμφώνησα να πάω να δουλέψω στα χωράφια του και την επόμενη
πήγα νωρίς στο σπίτι του να πιάσω δουλειά. Δυστυχώς με απέλυσε το
απόγευμα της ίδιας μέρας γιατί δεν είχα ιδέα από τη δουλειά αυτή. Το ίδιο
έγινε και με τους άλλους που πήγαινα να εργαστώ, δεν με κρατούσαν στη
δουλειά τους παρά μόνο 2 – 3 μέρες γιατί σύμφωνα με τους ιδιοκτήτες οι
καλλιέργειες των αμπελώνων απαιτούν κάποια ειδίκευση την οποία εγώ δεν
είχα. Έτσι, στο τέλος, απελπισμένος επέστρεψα στον ιδιοκτήτη του
καφενείου και του ζήτησα να με κρατήσει κοντά του. Ήμουν αποφασισμένος
να δουλεύω νύχτα και μέρα για ένα κομμάτι ψωμί το οποίο είχε μεγάλη
αξία. Ο καφετζής, συγκινημένος από τα δάκρυά μου, δέχτηκε να με
κρατήσει κοντά του, αν και δεν είχε ανάγκη γκαρσονιού και να με σώσει
από τον θάνατο. Αλλά από την άλλη πλευρά έμεινα ξυπόλητος και γυμνός.
Στο τέλος του Μαίου με ειδοποίησε η αστυνομία να παρουσιαστώ στο
γραφείο των αιχμαλώτων πολέμου διότι επρόκειτο να μας παραδώσει στις
στρατιωτικές αρχές της πόλης. Αυτές, αφού μας παρέλαβαν, μας έκλεισαν σε
στρατόπεδο συγκεντρώσεως αιχμαλώτων, σ’ ένα υπόγειο. Μερικές μέρες
αργότερα έστειλαν μερικούς από εμάς σε μια αποστολή στις όχθες του
Δούναβη όπου ασχολούνταν με το κόψιμο των δέντρων σε ένα δάσος ενώ
τους άλλους τους ενοικίασαν ως εργάτες σε ιδιοκτήτες αγρών προς τρεις
δραχμές την ημέρα. Ήταν υποχρεωμένοι να πληρώνουν το ποσό αυτό στο
δημόσιο ταμείο. Έτσι δόθηκα και εγώ σε έναν απ’ αυτούς τους τελευταίους,
κοντά στους οποίους παρέμεινα μέχρι την ημέρα υπογραφής της ανακωχής.
Δούλευα στο σκάψιμο των χωραφιών και υποχρεώθηκα να εργαστώ σε
βαριές και απεχθείς εργασίες χωρίς ανάπαυλα. Τέλος, ύστερα από την
υπογραφή της ανακωχής, πήρα το τρένο της επιστροφής για τη Δράμα, αλλά
και τότε ακόμα πέθαναν από την πείνα πολλοί από εμάς τους οποίους
εγκαταλείπαμε στους διάφορους σταθμούς. Κι έτσι, πότε με τα πόδια και
πότε με το τρένο, φτάσαμε στη Δράμα μαζί με άλλους άτυχους συμπατριώτες
μου ντυμένοι με κουρέλια, γυμνοί, χωρίς κανένα άσυλο.
(υπ.) Λ. Λαμπρίδης
***
Αναφορά
από την παραμονή μου στη Βουλγαρία
199
Στις 22 Ιουνίου 1917 μας εκτόπισαν από τη Δράμα στη Βουλγαρία και
ύστερα από 6 ημέρες στο τραίνο φτάσαμε στη Soumla. Σε όλη τη διάρκεια
του ταξιδιού μας είχαν κλεισμένους σε εμπορικά βαγόνια από όπου δεν μας
επέτρεπαν να βγούμε έξω για κανένα λόγο. Αφού μας απολύμαναν μας
οδήγησαν σ’ ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως, σε έναν ευρύχωρο τόπο μια
ώρα περίπου μακριά από τη Soumla όπου υπήρχαν κάτι καταφύγια
σκεπασμένα με άχυρο. Μείναμε εκεί 8 μέρες. Κατά τη διάρκεια αυτών των
οκτώ ημερών η τροφή μας αποτελείτο από 400 γραμμάρια ψωμί και μερικά
ξερά λαχανόφυλλα. Την 9η ημέρα έφτασε ένας αξιωματικός που μας χώρισε
σε 2 ομάδες, την μία την έστειλε στο Carnabat και την άλλη, τη δική μας,
στο Tarsi-Baba της Σερβίας σε ένα απόκρημνο μέρος ανάμεσα στα βουνά.
Ύστερα από παραμονή εκεί 8 ημερών μας οδήγησαν στο Negotin, σερβική
πόλη, όπου στεγαστήκαμε σε ένα αγροτικό σχολείο, δουλεύοντας στη
σιδηροδρομική γραμμή, φτιάχνοντας δηλαδή τις τραβέρσες. Μείναμε εκεί
εννέα μήνες. Ύστερα μας οδήγησαν στη Vratna, μοναστήρι σερβικό που
βρίσκεται ανάμεσα σε απόκρημνους βράχους. Και εκεί κάναμε την ίδια
δουλειά, και παραμείναμε εννέα μήνες. Στη συνέχεια μας οδήγησαν στο
Radouyevatz της Σερβίας, χωριό στις όχθες του Δούναβη. Εκεί φορτώναμε
σιτάρι και ζωοτροφές σε βαγόνια που είχαν προορισμό τη Βουλγαρία. Ήταν
μια εργασία πολύ κουραστική, καθώς δουλεύαμε 16 ώρες χωρίς διάλειμμα ή
ανάπαυση. Είχαμε επικεφαλείς αξιωματικούς οι οποίοι μας έδερναν με
μαστίγια φωνάζοντας «Πόσκόρο» δηλαδή «Πιο γρήγορα» και μας έλεγαν
«Είναι η κατάλληλη ευκαιρία να σας εκδικηθούμε καθώς και εσείς όταν
βρήκατε την κατάλληλη ευκαιρία μας κάνατε τα ίδια». Μας έλεγαν ακόμη
«Εμείς δεν σας κάνουμε τίποτα, κανονικά θα έπρεπε να σας βγάλουμε τα
μάτια». Ύστερα από παραμονή 10 ημερών μας μετάφεραν στη Σόφια όπου
μας απολύμαναν. Εκεί δε μας πήγαιναν για δουλειά αλλά μας περιόρισαν σε
ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως όπου μείναμε κλεισμένοι για 28 μέρες.
Ύστερα από τις 28 αυτές μέρες ήρθε στο στρατόπεδο μια επιτροπή που την
αποτελούσαν δυο αξιωματικοί, ένας Γάλλος και ένας Έλληνας, οι οποίοι
και μας απελευθέρωσαν. Ύστερα ξεκινήσαμε σιδηροδρομικώς για το Ρούπελ
περνώντας από τις πόλεις Radomir, Tsoumaya και τα στενά της Κρέσνας.
Στην επιστροφή υποφέραμε πολύ. Ταξιδέψαμε με εμπορικά βαγόνια, από το
Ρούπελ και ήρθαμε με τα πόδια στην Καβάλα.
Άγγελος Αγινορίτης,
Ταχυδρομικός Διανομέας
***
200
Ο ονομαζόμενος Κωνσταντίνος Καλτεζάς που γεννήθηκε στη Νεμέα,
ηλικίας 60 ετών, κάτοικος Δράμας, επάγγελμα έμπορος, αφού ορκίστηκε
έκανε την παρακάτω κατάθεση
Πριν από την κήρυξη του πολέμου μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας, οι
Βούλγαροι μου κατέσχεσαν τα παρακάτω αντικείμενα. Στο χωριό
Κουδούνια της περιφέρειάς μας, μας επέταξαν 26 βόδια, τα οποία είχα
αγοράσει από το ελληνικό δημόσιο, 1 άλογο, 4.000 οκάδες αραβόσιτο, 11
χήνες, έπιπλα, αγροτικά εργαλεία, συνολικής αξίας 16.000 δραχμών.
Διαπίστωσα ότι το άλογό μου μάλιστα μου το έκλεψε ένας Βούλγαρος που
τον έλεγαν Κωνσταντίνο Τσακπίνη από τη συμμορία του Κομιτατζή Panitsa.
Επίσης από το χωριό Καλός Αγρός, όπου νοίκιαζα κτήματα διαδοχικά μου
κατέσχεσαν 7.000 οκάδες κριθάρι, 2.300 οκάδες σιτάρι, 650 οκάδες σίκαλη,
6.000 οκάδες άχυρο, 20.000 οκάδες χόρτο, συνολικής αξίας 30.500
δραχμές. Επιπλέον, ένας Βούλγαρος αξιωματικός με ανάγκασε να του
καταβάλω το ποσό των 16.000 δραχμών ως αντίτιμο μισθωμάτων για τα
χωράφια στο εν λόγω χωριό, παρόλο που διαμαρτυρήθηκα ότι αυτά έπρεπε
να τα καταβάλλω στο ελληνικό δημόσιο καθώς είχα υποχρέωση. Μου
έδωσε όμως μια απόδειξη με αριθμό 329, στις 15 Νοεμβρίου 1917, την
οποία και σας την παρουσιάζω. Ο τοπικός διοικητής της Δράμας που
λεγόταν Vassilοff μου έκλεψε, όταν βρέθηκα κρατούμενος εκεί, 6.000
δραχμές τα οποία αντιστοιχούσαν σε 4.000 μάρκα ή 2.000 κορώνες.
Ταυτόχρονα οι Βούλγαροι μου έκλεψαν από το σπίτι μου 38 λίρες
Οθωμανικές, 4 λίρες στερλίνες και 2 τεμάχια αρχαίου χρυσού νομίσματος
συνολικής αξίας 1300 δραχμών.
Ενώπιόν μας στις 17 Φεβρουαρίου 1919 εμφανίστηκαν οι κάτωθι:
Πέτρος Κουγουτσής, κτηματίας, Ιωάννης Κωνσταντίνου, υπάλληλος της
δημαρχίας, Σουλτάνα Στ. Παπαγένη, νοικοκυρά, Ελευθερία Σμυρναίου,
νοικοκυρά, οι οποίοι, αφού ορκίστηκαν, βεβαίωσαν οι δυο πρώτοι τις
κλοπές των ζώων, των δημητριακών, των ζωοτροφών και την καταβολή, εκ
μέρους του ενάγοντος στον εισπράκτορα, του ποσού των 16.000 δραχμών.
Οι γυναίκες βεβαίωσαν ότι ήταν παρούσες όταν οι Βούλγαροι λεηλατούσαν
το σπίτι του και του έκλεψαν σημαντικά ποσά.
***
201
Πριν από την κήρυξη του πολέμου και κατά τη διάρκεια της απουσίας
μου στην Καβάλα, οι Βούλγαροι μου έκλεψαν 4.000 οκάδες σιτάρι, δυο
αγελάδες, δυο βόδια, τρία αμαξάκια, δυο μουλάρια, ένα άλογο, 25
πουλάδες, 3.000 οκάδες άχυρο, 2.000 οκάδες χόρτα, 1500 οκάδες κριθάρι.
Κατέστρεψαν επίσης, χωρίς λόγο, δυο χωράφια σπαρμένα το ένα με
καλαμπόκι και το άλλο με πατάτες. Στη διάρκεια της παραμονής μου ως
όμηρος στη Βουλγαρία λήστεψαν ολόκληρο το νοικοκυριό μου, την προίκα
της γυναίκας μου και όλα τα εργαλεία που ήταν απαραίτητα για τις
αγροτικές καλλιέργειες. Επιπλέον κατέστρεψαν τελείως τα χωράφια που
είχα σπαρμένα με κριθάρι.
Τον Οκτώβριο του 1916 με έπιασαν οι Βούλγαροι στρατιώτες και με
έβγαλαν έξω από την πόλη με σκοπό να με σκοτώσουν, με τη δικαιολογία
ότι ήμουν κατάσκοπος. Όμως εκεί έψαξαν τα ρούχα μου, έκλεψαν 78 λίρες
τουρκικές που είχα μαζί μου και με άφησαν ελεύθερο.
Σύμφωνα με τις δικές μου εκτιμήσεις οι ζημιές που προκλήθηκαν σε
εμένα ανέρχονται σε 50.000 δραχμές περίπου.
202
Επιπλέον, όταν αποφυλακίστηκα, στρατιώτες της διοίκησης μου αφαίρεσαν
διάφορα αντικείμενα κάτω από την απειλή βίας και το ποσό των 700
φράγκων. Το ίδιο και όταν βρισκόμουν στη Βουλγαρία, έπεσα κατ’
επανάληψη θύμα ληστείας και μου απέσπασαν συνολικά το ποσό των 1500
φράγκων.
***
Δράμα 21 Φεβρουαρίου 1919
203
Υπολογίζω όλη μου την απώλεια σε 500.000 δραχμές.
***
***
204
ΠΙΝΑΚΕΣ
ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΝΤΩΝ ΖΗΜΙΩΝ
ΚΑΤΑ ΟΙΚΙΣΜΟ
***
Choroslou151
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
151
σημερινός οικισμός Καστανίτης Ξάνθης
152
Άδρα
205
Δολοφόνησαν δυο συγχωριανούς μου, τον Moula Oglou Memet και τον
Ali Traouche. Τους πήγαν στο Παρανέστι και από εκεί με το πρόσχημα ότι
θα τους πήγαιναν στη Δράμα τους σκότωσαν στο δρόμο.
Γενικά μας μεταχειρίστηκαν με πολύ βαρβαρότητα.
Doxato153
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
206
αυτά διαπιστώσαμε ότι 11 σημαντικής αξίας έχουν τελείως κατεδαφιστεί με
σκοπούς άλλους από την κάλυψη στρατιωτικών αναγκών. Επιπλέον από ένα
μεγάλο μέρος των σπιτιών του χωριού, οι Βούλγαροι αφαίρεσαν τα
παράθυρα και τις στέγες και επέφεραν ζημιές στα πατώματα. Σχετικά
συντάξαμε το παρόν πρακτικό και υπογράφηκε από όλους μας.
Υπόμνημα
Δράμα 1/ 14 Μαρτίου 1919
207
Άπαντες κάτοικοι Δοξάτου
154
Είναι προφανές και διασταυρωμένο από παράλληλες προφορικές πηγές ότι η
αναίρεση της κατάθεσης από τους αναφερόμενους κατοίκους σκιαγραφεί το
μέγεθος του δράματος που έζησε η κωμόπολη και έγινε κάτω από την τραγική
κοινωνική ανάγκη απόκρυψης της μεγάλης έκτασης των βιασμών και των ηθικών
μαρτυρίων που υπέστησαν οι γυναίκες και οι κοπέλες, καθώς τα ήθη της εποχής
επέβαλαν την αποσιώπηση τέτοιων γεγονότων, αφού δεν πίστευαν ότι η
καταγγελία των εγκλημάτων θα είχε ως αποτέλεσμα την τιμωρία των
εγκληματιών. Η καταγγελία επιβεβαιώθηκε στη Διεθνή Επιτροπή, μόνον όταν η
τοπική κοινωνία πίστεψε ότι η αποκάλυψη των άθλιων γεγονότων και η επίσημη
καταγγελία τους, θα προκαλούσε την δίκαιη τιμωρία των δραστών από ένα
Διεθνές Δικαστήριο για την τιμωρία των εγκλημάτων κατά του άμαχου
πληθυσμού.
208
τι η χειρονομία της αστυνομίας του Δοξάτου που απέφυγε να παραδώσει τα
όπλα της; Στο μέλλον είμαστε αποφασισμένοι να ζήσουμε μαζί σας σαν
αδέρφια».
Δεν πέρασαν όμως, παρά μόνο λίγες ώρες από τη στιγμή που ειπώθηκαν
αυτά τα λόγια και τριάντα Κομιτατζήδες πολιόρκησαν το κτίριο της
αστυνομίας. Απαίτησαν από τους έγκλειστους αστυνομικούς να παραδοθούν
άνευ όρων, δίνοντας προθεσμία ενός τετάρτου της ώρας, αλλιώς θα
θάβονταν κάτω από τους τοίχους του κτιρίου το οποίο θα ανατίναζαν με
χειροβομβίδες. Οι χωροφύλακες, χωρίς να αφήσουν να εκπνεύσει η
προθεσμία, παραδόθηκαν στους Κομιτατζήδες οι οποίοι αμέσως τους
συνέλαβαν και τους έδεσαν τα χέρια αφού προηγουμένως είχαν φροντίσει
να διακόψουν τις τηλεφωνικές γραμμές που συνέδεαν το χωριό με τη Δράμα
και την Καβάλα.
Την επόμενη μέρα της άφιξής του ο Βούλγαρος διοικητής απαγόρευσε
στους κατοίκους την έξοδο από το χωριό απειλώντας τους με θάνατο.
Ιδιαίτερα την επόμενη της εισόδου τους, οι Βούλγαροι αξιωματικοί και
στρατιώτες ανακοίνωσαν ότι με τη βοήθεια του Θεού κατατρόπωσαν τα
ελληνικά στρατεύματα και ότι στο εξής η Ανατολική Μακεδονία τίθεται
πλέον οριστικά κάτω από την προστασία τους. Στους πρόσφυγες έλεγαν:
«Πιστεύετε λοιπόν ότι η φυγή θα σας έσωζε; Να που πάλι είστε κάτω από
την κυριαρχία μας. Είμαστε υπεύθυνοι για εσάς, μπορείτε λοιπόν να
επιλέξετε το είδος προστασίας που θέλετε». Τη μέρα μας έλεγαν αυτά,
αντίθετα με τα όσα συνέβαιναν τη νύχτα. Οι δύστυχοι κάτοικοι του Δοξάτου,
υποχρεώνονταν να υποφέρουν τα χτυπήματα και τους βιασμούς. Οι
δυστυχισμένοι άνθρωποι αμπαρώνονταν στα σπίτια τους και αν κάποιος
διέσχιζε τους δρόμους του χωριού θα σχημάτιζε την εντύπωση ότι το χωριό
ήταν ένα απέραντο νεκροταφείο, στο οποίο δεν υπήρχε τίποτα άλλο παρά
μόνο οι άγριες μορφές των Βουλγάρων.
Στις 13 Αυγούστου έφτασε από τη Δράμα με αυτοκίνητο ένας Γερμανός
αξιωματικός ο οποίος κάλεσε το Δήμαρχο και τους προεστούς λέγοντάς τους
τα εξής:
«Τη νύχτα αυτή να βγείτε όλοι από τα σπίτια σας, με επικεφαλής το
Δήμαρχο και κρατώντας στα χέρια σας λαμπάδες και να συγκεντρωθείτε στη
βορειοανατολική πλευρά του χωριού. Αυτό θα γίνει για να υποδεχτείτε με
καλές διαθέσεις τον οθωμανικό στρατό, τον οποίον στη συνέχεια θα
φιλοξενήσετε στα σπίτια σας. Προσέξτε να περιποιηθείτε καλά τους άνδρες
αυτούς γιατί αλλιώς δεν μπορώ να σας εγγυηθώ για την ασφάλειά σας και
για ό,τι άλλο πρόκειται να συμβεί.
Πραγματικά κατά τις 10 η ώρα το βράδυ, ο δήμαρχος, όλοι οι κάτοικοι
και οι προύχοντες του χωριού πήγαν να συναντήσουν τον περίφημο
Οθωμανικό στρατό. Αλλά στις δέκα και μισή αντί να συναντηθούν με
τακτικό στρατό, έπεσαν πάνω σε ένα τμήμα ληστών, κατοίκων κυρίως των
γειτονικών τουρκικών χωριών της περιοχής των Κυργίων, οπλισμένων με
209
διάφορα όπλα, μαχαίρια, μερικοί μάλιστα με επαναληπτικά τουφέκια. Παρά
ταύτα προθυμοποιήθηκαν οι κάτοικοι να τους φιλοξενήσουν στα σπίτια που
από πριν είχαν ετοιμάσει, αυτοί όμως αρνήθηκαν και απάντησαν ως εξής:
«Θα πάμε μόνο εκεί όπου είναι συγκεντρωμένες οι ωραίες γυναίκες και
τα νεαρά σας κορίτσια, που θα μας εξυπηρετήσουν, αλλιώς αυτή τη νύχτα
θα σας πάρουμε τα κεφάλια».
Οι κάτοικοι που δε δέχτηκαν μια τόσο εγκληματική απαίτηση
ξυλοκοπήθηκαν ανελέητα και ένας μάλιστα από αυτούς πέθανε από χτύπημα
μαχαιριού. Έχοντας γίνει κύριοι της κατάστασης οι Τούρκοι και
βοηθούμενοι από τους Βουλγάρους σκορπίστηκαν στο χωριό ληστεύοντας
τα σπίτια και βιάζοντας τις γυναίκες και τα νεαρά κορίτσια, τα οποία και
βασάνιζαν με τον πλέον βάρβαρο τρόπο.
Την επόμενη οι προεστοί του χωριού, συνοδευόμενοι από τον δήμαρχο κ.
Θεόδωρο Χατζηδημητρίου, πήγαν στο Βούλγαρο διοικητή, του διηγήθηκαν
τα γεγονότα της προηγούμενης νύχτας και του ζήτησαν βοήθεια και
προστασία. Ο διοικητής προσποιήθηκε ότι δεν ήξερε τίποτα για αυτά που
είχαν γίνει και τους είπε:
«Μπορώ να σας απαλλάξω, τουλάχιστον προς το παρόν, από τέτοιες
αγριότητες, αλλά ζητώ από εσάς και κάποια ανταμοιβή».
Οι προεστοί ξεκίνησαν αμέσως τη συγκέντρωση χρημάτων και
παρέδωσαν το ποσό των 20.000 δραχμών στον Διοικητή του χωριού. Αυτός
ζήτησε αμέσως από τους Τούρκους, να φύγουν από το χωριό. Οι Τούρκοι
συνέχισαν την πορεία τους προς το Καλαμπάκι και το Παγγαίο
προκαλώντας και εκεί την καταστροφή και την ατίμωση.
Στις 20 Αυγούστου ο διοικητής απαγόρευσε στους κατοίκους να μιλούν
ελληνικά απειλώντας τους με θάνατο και ζήτησε να αρχίσουν να μαθαίνουν
τη βουλγαρική γλώσσα γιατί είναι, όπως ανέφερε, ντροπή Βούλγαροι
πολίτες να μην μπορούν να συνεννοηθούν στη γλώσσα της χώρας τους. Με
την ίδια διαταγή έκλεισε την ελληνική εκκλησία άρπαξε ό,τι πολύτιμα
αντικείμενα βρήκε σ’ αυτή, τα οποία στη συνέχεια έστειλε στη Βουλγαρία.
Το μήνα Σεπτέμβριο, τότε που οι κάτοικοι τελείωσαν τη συγκέντρωση
και την αποθήκευση της σοδειάς ήρθε η βουλγαρική Επιμελητεία και μετά
από έρευνα απαίτησε την παράδοση των ζώων στους Βούλγαρους. Η
διαταγή δόθηκε στις γυναίκες που συγκεντρώθηκαν διότι οι άνδρες δεν
τολμούσαν να παρουσιαστούν μπροστά στους Βούλγαρους γιατί τους
έδερναν ανελέητα κάθε φορά που τους συναντούσαν. Στις διαμαρτυρίες
αυτών των γυναικών οι Βούλγαροι απάντησαν ως εξής:
-«Δεν είναι απαραίτητο να φροντίζετε εσείς για τη ζωή σας γιατί αυτή
είναι εξασφαλισμένη από την κυβέρνηση της μητέρας Βουλγαρίας. Να
φροντίζετε όμως πάντα να είστε λογικοί και να φανείτε καλοί και πιστοί
υπήκοοι της Βουλγαρίας γιατί διαφορετικά θα καταδικαστείτε σε θάνατο
από πείνα».
210
Ύστερα από τις επιτάξεις οι Βούλγαροι επινόησαν έναν άλλον τρόπο
κλοπής. Από το Σεπτέμβριο του 1916 μέχρι τον Ιούνιο του 1917 εξόρισαν
όλους τους άνδρες στη Βουλγαρία με έξι αποστολές. Με αυστηρό
περιορισμό ανάγκασαν τον υπόλοιπο πληθυσμό να παραμείνει μέσα στο
χωριό χωρίς να του επιτρέπεται να βγει στα χωράφια ή στα γειτονικά
χωριά. Όπως ήταν επόμενο άρχισε να παρατηρείται μεγάλη έλλειψη
τροφίμων, τα οποία πλέον για να μπορέσει κάποιος να τα προμηθευτεί
έπρεπε να πουλήσει ό,τι πολύτιμο είχε στην κατοχή του. Μέχρι και τα
ασπρόρουχά τους πούλησαν για ένα κομμάτι ψωμί. Ο Διοικητής του τόπου
τόσο λίγο λυπόταν τους κατοίκους, ώστε διέταξε τους στρατιώτες να τους
πάρουν ακόμα και τα χάλκινα σκεύη τους σύμφωνα με μια νέα διαταγή της
«Κυβέρνησης της Μητέρας Βουλγαρίας». Την εποχή αυτή 200 θάνατοι από
πείνα σημειώθηκαν στην περιοχή. Δυστυχώς τον ίδιο καιρό η φυσική
ανέχεια και η ηθική κατάπτωση έχουν μπει στη ζωή των κατοίκων. Πολλές
γυναίκες αναγκάστηκαν να πουλήσουν την τιμή τους για ένα κομμάτι ψωμί.
Τον Ιούνιο του 1917 η φρουρά της κωμόπολης, αντικαταστάθηκε από
μια μονάδα ιππικού. Ο νέος διοικητής Paminoff, μόλις ανέλαβε τα
καθήκοντά του και με πρόσχημα την παροχή βοήθειας από την βουλγαρική
κυβέρνηση, πραγματοποίησε απογραφή του πληθυσμού. Ύστερα από την
απογραφή, με μια νέα διαταγή ειδοποιήθηκε ο πληθυσμός να συγκεντρωθεί
στην εκκλησία για να πάρει τη βοήθεια που τους υποσχέθηκαν απειλώντας
με θάνατο όποιον δεν παρουσιαζόταν. Την επόμενη το πρωί ειδοποίησαν
τον πληθυσμό γι’ αυτή τη συγκέντρωση. Στις 7 η ώρα το πρωί ένα
απόσπασμα από 40 άνδρες με επικεφαλή έναν υπαξιωματικό, πολιόρκησε
την εκκλησία και όλοι όσοι ήταν συγκεντρωμένοι στο νάρθηκα δάρθηκαν
άγρια χωρίς διάκριση. Στις 9 η ώρα το πρωί χώρισαν τους άνδρες από τις
γυναίκες, και ενώ τους πρώτους τους οδήγησαν στην πλατεία του
διοικητηρίου, τις άλλες τις περιόρισαν στον πρόναο. Τους άνδρες τους
περίμενε η πιο άσχημη υποδοχή που μπορούσαν να φανταστούν. Τους
χτύπησαν και τους άφησαν εκεί σε κακή κατάσταση όλη μέρα, το απόγευμα
τους έκλεισαν σε ένα στάβλο και την επόμενη τους έστειλαν στη Βουλγαρία
μέσω Δράμας. Ύστερα από πολλά βάσανα επέτρεψαν το βράδυ στις γυναίκες
να πάνε στα σπίτια τους. Αυτές αρνήθηκαν και μαζεύτηκαν στην αυλή του
διοικητηρίου. Ζητούσαν με κλάματα τους άνδρες τους. Ο διοικητής βγήκε
στο μπαλκόνι και τους απάντησε μ’ αυτά τα λόγια: «Γυναίκες, νεαρά
κορίτσια και παιδιά, δεν θέλω να κλαίτε για τους προδότες αυτούς, τους
οποίους έχουμε συλλάβει, αν κάποια από σας θέλει έναν άνδρα, είμαι
έτοιμος να την αφήσω να διαλέξει κάποιον από τους καλούς μου
στρατιώτες. Εσείς προσπαθήστε να μάθετε, σύντομα, να μιλάτε την
πραγματική σας γλώσσα (τη βουλγαρική) και τώρα σκορπιστείτε γιατί
αλλιώς θα στείλω και σας στη Βουλγαρία.» Οι γυναίκες φοβήθηκαν και
σκορπίστηκαν.
211
Ένα μήνα αργότερα με μια άλλη διαταγή καλούσε τους 43 άνδρες που
είχαν παραμείνει στο Δοξάτο, όλοι άρρωστοι, να περάσουν από Υγειονομική
Επιτροπή και αυτοί που θα δηλώνονταν ικανοί για εργασία, έπρεπε να
σταλούν στη Βουλγαρία. Με την ίδια διαταγή ειδοποιήθηκαν όλοι όσοι ήταν
υποχρεωμένοι να περάσουν από την Επιτροπή να έχουν μαζί τους 30
φράγκα ο καθένας για την αμοιβή των γιατρών που θα τους εξέταζαν. Οι
στρατιωτικοί ιατροί ήταν υποχρεωμένοι να εξετάζουν δωρεάν τους
Βούλγαρους στρατιώτες αλλά όχι όμως τους βρωμερούς Έλληνες. Έτσι
ολοκληρώθηκε ο εκπατρισμός όλων των Ελλήνων ηλικίας 15 – 70 ετών.
Τρεις μήνες αργότερα η πείνα στο χωριό ήταν τέτοια που οι γυναίκες και
τα παιδιά μαζεύτηκαν μπροστά στο διοικητήριο φωνάζοντας «ψωμί,
ψωμί!». Ο διοικητής αποφάσισε να βγει για να τους δει μετά από τρεις
ώρες. Όταν τελικά βγήκε στο μπαλκόνι απευθύνθηκε στους στρατιώτες
ρωτώντας τους: «Τι θέλουν λοιπόν αυτοί οι άθλιοι;». Τότε ακούστηκαν
δυνατές φωνές «Ψωμί, ψωμί! Κύριε Διοικητά που είναι οι άνδρες μας;
λυπηθείτε μας». Ο διοικητής τους απάντησε. «Εμπρός, πηγαίνετε, στην άμμο
του ποταμού να φτιάξετε ψωμί, αν δεν αποφεύγατε να παντρευτείτε κάποιον
από τους άνδρες μου, δεν θα σας έλειπε το ψωμί, σας το υπόσχομαι».
Ακούγοντας αυτά τα λόγια οι φτωχές γυναίκες επέστρεψαν στα σπίτια τους
χωρίς να περιμένουν το αποτέλεσμα.
Η διαμαρτυρία αυτή εκνεύρισε το Διοικητή και από εκείνη τη στιγμή 300
γυναίκες κάθε μέρα διατάχτηκαν να δουλεύουν σε καταναγκαστικά έργα. Οι
εργασίες αυτές ήταν, ή η καλλιέργεια κήπων για τις ανάγκες του
βουλγαρικού στρατού, ή η κατασκευή της οδού Δράμας – Καβάλας. Οι
γυναίκες συνέχιζαν και δούλευαν σε αυτές τις αγγαρείες μέχρι την ώρα της
αποχώρησης των Βουλγάρων από την κωμόπολη. Διάφορες απάνθρωπες
τακτικές εφαρμόστηκαν σε βάρος των φτωχών εργατριών. Για εργασία 18
ωρών την ημέρα έπαιρναν αμοιβή ένα κομμάτι ψωμί της μισής λίβρας.
Πολλές γυναίκες και κοριτσάκια πέθαναν ύστερα από όλες αυτές τις
δοκιμασίες.
Μια νέα ψυχική δοκιμασία, ένας νέος Γολγοθάς περίμενε τις γυναίκες
και τα παιδιά κάθε φορά που πήγαιναν στους μύλους για να αλέσουν μια
φούχτα καλαμπόκι που κατάφεραν να προμηθευτούν με διάφορους τρόπους.
Τις άφηναν λοιπόν ώρες ολόκληρες να περιμένουν μέσα στο κρύο ώστε
πολλές απ’ αυτές πέθαναν. Επί πλέον ήταν υποχρεωμένες να ικανοποιούν
τις αισχρές ορέξεις των Βούλγαρων μυλωνάδων αλλά και των στρατιωτών
που επέβλεπαν τους μύλους.
Τρεις κάτοικοι του Δοξάτου που ήταν εκτοπισμένοι στη Βουλγαρία,
κατόρθωσαν να πάρουν άδεια και να έρθουν να επισκεφτούν τους γονείς
τους. Παρά το γεγονός ότι οι άδειές τους ήταν θεωρημένες από τις
βουλγαρικές αρχές, μόλις έφτασαν εδώ, συνελήφθηκαν εκ νέου. Τους
συνέλαβαν και τους έστειλαν ξανά στη Βουλγαρία. Ο Βούλγαρος διοικητής
του Δοξάτου δεν τους επέτρεψε να παραμείνουν εδώ ούτε για 24 ώρες. Τον
212
Ιανουάριο του 1918 εγκαταστάθηκε στο Δοξάτο ένα τάγμα πεζικού. Ο
διοικητής του τάγματος μισούσε τόσο πολύ τους Έλληνες και κάθε τι που
ήταν ελληνικό που διέταξε τις πολυμελείς οικογένειες του Δοξάτου να
εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Οι τελευταίοι αυτοί διαμαρτυρήθηκαν και του
είπαν «Τι θα κάνουμε χωρίς καταφύγιο με όλο αυτό το κρύο;». Το
ανθρωπόμορφο τέρας τους απάντησε: «Εσείς δεν έχετε καμιά τύχη, σκυλιά,
τσακιστείτε όλοι σας, έτσι θα βρούμε οριστικά την ησυχία μας».
Δικαιολόγησε αυτή του την απόφαση ότι ήθελε να εγκαταστήσει τους άνδρες
και τους αξιωματικούς, σε αυτά τα σπίτια τους. Δεν παρέλειψε όμως να
λαφυραγωγήσει τους κατοίκους για λογαριασμό του. Έφτασε στο σημείο να
πάρει ακόμη και τα χάλκινα σκεύη και να τα στείλει στη Βουλγαρία.
Θα αναφέρουμε στη συνέχεια, υπό την κρίση της ιστορίας, πράξεις
Βουλγάρων που ζημίωσαν κατοίκους του Δοξάτου.
Ένας από αυτούς που υπέφερε τα μέγιστα από τους εισβολείς είναι ένας
από τους προεστούς της κωμόπολης Zynphili Δημήτριος, γιος του
Αθανάσιου. Το άτομο αυτό κατά κακή τύχη κατηγορήθηκε ότι είχε στο σπίτι
του κάποια όπλα. Οι Βούλγαροι τον υπέβαλαν σε διάφορα βασανιστήρια για
να τον υποχρεώσουν να τα παραδώσει. Ο δυστυχισμένος τελικά
αναγκάστηκε να τους παραδώσει οτιδήποτε κατείχε για να τον αφήσουν
ήσυχο. Ικανοποιημένοι από το τέχνασμά τους οι Βούλγαροι τον άφησαν
ελεύθερο, αλλά ετοιμοθάνατο.
Ένα μήνα αργότερα από το συμβάν αυτό ένας ενωμοτάρχης Βούλγαρος
πήγε στο σπίτι του μαζί με άλλους δέκα χωροφύλακες. Αφού τον έδεσαν
απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν εάν δεν τους παρέδιδε τους άτακτους
Έλληνες που τον κατηγορούσαν ότι έκρυβε στο σπίτι του. Έχοντας πείρα
από το παρελθόν αναγκάστηκε να τους δώσει ένα σεβαστό ποσό με
αντάλλαγμα να πάψουν να τον βασανίζουν.
Δυο μήνες αργότερα ήταν η σειρά ενός υπολοχαγού να επισκεφτεί το
Δημήτριο. Του παρουσίασε ένα ένταλμα σύλληψης και τον οδήγησε στη
φυλακή. Στο διάστημα των 13 ημερών που κρατήθηκε το σπίτι του
λεηλατήθηκε κυριολεκτικά από τον εν λόγω αξιωματικό.
Ύστερα απ’ όλα αυτά του είπε: «Να τι έπαθες, βρωμερέ σκύλε Έλληνα,
για να μάθεις να παρέχεις καταφύγιο σε παράνομους. Εάν χρειαστεί όλα
αυτά θα επαναληφθούν και την άλλη φορά». Να λοιπόν πώς ο πλούσιος
αυτός κάτοικος της Zynphili Αθανάσιος είναι σήμερα φτωχός.
Ένα άλλο θύμα παρόμοιας κατάστασης, είναι η γυναίκα Στεριανή
Χρήστου Τσίπα, κάτοικος της ίδιας κωμόπολης. Η οικογένεια Τσίπα ήταν
γνωστή για τον πλούτο και τα πατριωτικά της αισθήματα. Όλα τα μέλη της
οικογένειας αυτής εξορίστηκαν στη Βουλγαρία. Έμεινε στο χωριό μόνη η
Στεριανή σύζυγος του γέροντα Χρήστου Τσίπα, επίσης φυλακισμένου. Δείτε
λοιπόν πώς κατόρθωσαν να της αφαιρέσουν τα χρήματά της. Ένας
επιλοχίας Βούλγαρος, πήγε στο σπίτι της και πρότεινε να της πουλήσει
10.000 οκάδες κριθάρι που ανήκαν στη Βουλγαρική επιμελητεία. Η γριά του
213
εξήγησε λέγοντας ότι από τη μια μεριά δεν έχει ανάγκη από κριθάρι και από
την άλλη δεν είχε τα χρήματα. Τότε ο επιλοχίας πέρασε στο λαιμό της
δύστυχης γυναίκας ένα καλώδιο και της είπε: «Θα σε κρεμάσω εάν δεν τα
αγοράσεις». Η γριά γυναίκα φοβήθηκε και δέχτηκε να πληρώσει την αξία
του κριθαριού στον Βούλγαρο επιλοχία. Την επόμενη μέρα ένας άλλος
αξιωματικός πήγε στο σπίτι και της είπε: «Δώσε μου 100 λίρες ή θα
καταγγείλω ότι αγόρασες το κριθάρι της Επιμελητείας». Η γριά γυναίκα για
να σώσει τη ζωή της δέχτηκε να πληρώσει στο Βούλγαρο 50 λίρες, τα
χρήματα που της είχαν απομείνει. Πιεζόμενη από το Βούλγαρο διοικητή,
Bournoff συμφώνησε να μην διεκδικήσει τα χρήματά της αλλά και να μην
παραλάβει το εμπόρευμα που της είχαν υποσχεθεί για να μην κατηγορηθεί
ότι επιχείρησε να αγοράσει τρόφιμα που ανήκαν στην Βουλγαρική
Επιμελητεία.
Πρώτα καταδίκασαν σε θάνατο από πείνα τους κατοίκους των
κατεχόμενων οικισμών, με διάφορες κατασχέσεις και καταστροφές της
σοδειάς τους και μετά τους υποχρέωναν να εργαστούν σε καταναγκαστικά
έργα αποβλέποντας στην εξόντωσή τους.
Δεύτερο τους υποχρέωναν να αρνηθούν την καταγωγή τους και για αυτό
μεταχειρίστηκαν κάθε μέσο, ακόμα και αυτά που είναι αντίθετα στη
διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Υποχρέωναν γυναίκες και
νεαρά κορίτσια να παίρνουν μέρος στους χορούς τους και να τους
επιδοκιμάζουν με κίνδυνο να απολέσουν το αίσθημα της αιδούς που
θεωρείτο σημαντικό προτέρημα μιας γυναίκας.
***
155
Δοξάτο
214
αποθέματα προμηθειών μας όπως επίσης και μερικά έπιπλα αξίας 2.000
δραχμών περίπου. Οι Τούρκοι έφυγαν και μερικές μέρες αργότερα
βουλγαρικά στρατεύματα κατέλαβαν το χωριό. Ένα πρωί με απομόνωσαν
στο δωμάτιό μου στρατιώτες Βούλγαροι που με υποχρέωσαν να μείνω
ακίνητος ενώ αυτοί προέβαιναν σε κατάσχεση, η οποία μου στοίχισε
περίπου 1.000 δραχμές. Αφαίρεσαν διάφορα αντικείμενα, όλη την
αλληλογραφία που κρατούσα (έγγραφα εμπορικού περιεχομένου) και αφού
τελείωσε η έρευνα υποχρεώθηκα να τους ακολουθήσω. Οδηγήθηκα πεζός με
τη συνοδεία βουλγαρικής περιπόλου στη Δράμα, μαζί με μένα και ένας
άλλος γιατρός, ονόματι Γιώργος Γκούσιος από την Πρώτη, που
μεταφέρθηκε με τον ίδιο τρόπο στη Δράμα.
Στη Δράμα μας έκλεισαν σ’ ένα δωμάτιο του σχολείου που χρησίμευε ως
στρατώνας. Το ίδιο βράδυ με οδήγησαν σ’ άλλο δωμάτιο και με την
παρουσία 3 – 4 Βουλγάρων μου είπαν:«Θα μας πεις που έκρυψες τα όπλα,
μυδραλιοβόλα, πολεμοφόδια κτλ, διαφορετικά δεν θα βγεις ζωντανός απ’
αυτό το δωμάτιο». Δεν είχα χρόνο να απαντήσω επειδή με χτυπούσαν
διαρκώς με ράβδους μέχρι που με σώμα ματωμένο λιποθύμησα. Σ’ αυτήν
την κατάσταση με μετέφεραν ξανά στο πρώτο δωμάτιο. Στη συνέχεια ο
συνάδερφός μου Γκούσιος οδηγήθηκε στο άλλο δωμάτιο για να έχει την ίδια
με μένα τύχη. Μείναμε σε αυτό το δωμάτιο μισολιπόθυμοι 3 – 4 μέρες, κατά
τη διάρκεια των οποίων η βουλγαρική βαρβαρότητα συντελούσε στην
αύξηση του αριθμού των φυλακισμένων. Ανάμεσά τους υπήρχε και ένας
γέρο – μουσουλμάνος.
Οι διαταγές τις οποίες οι Βούλγαροι υπάλληλοι εκτελούσαν στις πλάτες
μας είχαν δοθεί από κάποιον Semertzieff, στρατιωτικό διοικητή περιφέρειας
Δράμας. Ακόμα ο Damianoff, μέλος της αντάρτικης ομάδας του Panitsa, ο
οποίος για πολλά χρόνια, στη διάρκεια της τούρκικης κατοχής,
τρομοκρατούσε την περιοχή μας, τοποθετήθηκε επικεφαλής της υπηρεσίας
που εκτελούσε αυτές τις διαταγές και ο οποίος έκανε πράξη τις διαταγές με
πολύ σκληρό τρόπο, εκδικούμενος τον πληθυσμό για τις παλαιότερες
απώλειές τους. Στην ίδια φυλακή έφεραν 2 –3 μέρες αργότερα το δήμαρχο
της Πρώτης που ονομαζόταν Καραμανλής και όταν συνελήφθη βρισκόταν
στη Δράμα. Μείναμε στη φυλακή για 26 μέρες χωρίς να μας ανακρίνουν
όταν τυχαία έμαθα μια μέρα (από συζήτηση που γινόταν μπροστά μου) ότι
με θεωρούσαν κατάσκοπο σύμφωνα με μαρτυρίες κάποιων που προσέφεραν
υπηρεσίες στους γερμανο – βούλγαρους. Μετά απ’ αυτό το συμβάν ζήτησα
προσωπικά να εξεταστώ από ένα ειδικό στον οποίο διηγήθηκα όλα όσα είχα
ακούσει. Μετά από μέρες κάποιος που ονομαζόταν Delipapa, Βούλγαρος
Κομιτατζής, με επισκέφτηκε και μου πρότεινε να εξαγοράσω την ελευθερία
μου αντί 5.000 δραχμών. Πλήρωσα ακόμα το ποσό των 3.000 δραχμών σε
άλλα πρόσωπα, δικηγόρους, χωροφύλακες κτλ. και τέλος έμεινα ελεύθερος
αντί του ποσού των 8.000 δραχμών.
215
Μεταφέρθηκα 10 μέρες μετά συνοδευόμενος από περίπολο στην Πρώτη,
όπου ήμουν υπό την επίβλεψη της στρατιωτικής αστυνομίας για δέκα μέρες.
Εκεί ένα ωραίο πρωί, βγαίνοντας από το φαρμακείο μου, με συνέλαβαν
πάλι και με οδήγησαν στο σταθμό. Χωρίς να γνωρίζω το λόγο της σύλληψής
μου και χωρίς να μου επιτρέψουν να πάρω μαζί μου κάποια προσωπικά
είδη οδηγήθηκα στη Soumla (Βουλγαρίας) και από τη στιγμή αυτή άρχισε η
δεύτερη περίοδος των βασάνων μου.
Στη Soumla παρέμεινα περιορισμένος σε ένα στρατώνα για χρονικό
διάστημα 15 ημερών. Από εκεί με μετέθεσαν στην Dodroudja όπου
παρέμεινα όλη την υπόλοιπη εξορία μου. Με υποχρέωσαν, όταν μάθανε την
ιδιότητά μου, να εξυπηρετήσω ως γιατρός στο στρατόπεδο συγκέντρωσης
όλους τους πρόσφυγες χωρίς καμία αμοιβή. Έπειτα έκανε την εμφάνισή της
μια επιδημία εξανθηματικού τύφου και μου ανέθεσαν να ασχοληθώ με την
καταστολή της επιδημίας αυτής την οποία δεν δέχτηκε να αναλάβει κανείς
άλλος γιατρός καθώς ήταν εξαιρετικά επικίνδυνη. Διέφυγα τον κίνδυνο και
παρέμεινα ως γιατρός στο νοσοκομείο σε όλο το διάστημα της εξορίας μου.
Στη διάρκεια των 19 μηνών της εξορίας μου πήρα δυο φορές από 150
δραχμές την κάθε φορά ως αποζημίωση ενώ οι δαπάνες που είχα κάνει
ξεπερνούσαν τις 10.000 δραχμές. Ταυτόχρονα έχασα ό,τι περιουσία είχα
στην Πρώτη.
***
216
θάνατος όλων μας. Άλλωστε μου το είχε πει καθαρά μπροστά μας. «Δεν σας
φέραμε εδώ για να δουλέψετε, αλλά για να σας σκοτώσουμε».
Πραγματικά από τους 13.000 εργάτες που δουλεύαμε σ’ αυτήν την
τρομερή σιδηροδρομική γραμμή, μόνο 1.200 επιζήσαμε.
***
217
κούραση και εξάντληση από τα βαριά χτυπήματα που έπεφταν στα
κουρασμένα μας σώματα και κάποιους άλλους που είχαν αρκετά χρήματα
μαζί, τους σκότωσαν και στη συνέχεια τους λήστεψαν. Κάθε μέρα όλο και
μειωνόταν ο αριθμός των εργατών. Στην επιστροφή μας το βράδυ από τη
δουλειά έλειπαν πάντα κάποια άτομα. Ο Βούλγαρος λοχίας έστελνε
κάποιους από μας να πάμε να τους αναζητήσουμε και ψάχνοντας βρίσκαμε
τα πτώματά τους στις άκρες του δρόμου και στα χωράφια. Παρουσίαζαν ένα
θέαμα τρομακτικό.
Παρά το γεγονός ότι η ομάδα μας ήταν σε κακά χάλια, οι Βούλγαροι
επιστάτες μας χτυπούσαν με ρόπαλα συμπληρώνοντας το έργο της κούρασης
και της κακής διατροφής και όλα αυτά μέχρι την ημέρα της απελευθέρωσής
μας.
***
Λίγο μετά την αλλαγή της κυβέρνησης στην Αθήνα, δηλαδή τον Ιούλιο
του 1917, με οδήγησαν στη Soumla με την 3 η αποστολή ομήρων.
Συγκεντρωθήκαμε στο στρατόπεδο περίπου 1.400 άτομα. Υπήρχαν και άλλα
στρατόπεδα στη Soumla. Εκεί συγκέντρωναν ομήρους προσωρινά για να
τους μεταφέρουν σε άλλες περιοχές. Ανάμεσά μας υπήρχαν άνθρωποι,
κάτοχοι κάποιας περιουσίας, όπως εγώ, που απαλλάχτηκαν από κάθε είδους
δουλειάς καταβάλλοντας διάφορα χρηματικά ποσά στους Βούλγαρους
επιστάτες, αλλά και άτομα όπως οι υπόλοιποι σύντροφοί μας που
καθημερινά τους οδηγούσαν στο σταθμό για δουλειά. Έτσι εγώ πλήρωσα το
ποσό των 10.000 δραχμών πολλές φορές και ο λοχαγός Petroff ήταν αυτός
που τελικά εισέπραττε αυτά τα χρήματα από τους λοχίες.
218
Τέλος, όταν άρχισε η τελευταία συμμαχική επίθεση που οδήγησε στην
ανακωχή, μας υποχρέωσαν να δουλέψουμε πάλι αλλά μπορέσαμε να
απαλλαγούμε δίνοντας 2,50 φράγκα ημερησίως.
Μια μέρα, όταν ο Βούλγαρος γιατρός είπε στον υπολοχαγό Petroff πως
και αυτή τη μέρα περίμεναν να έχουν πολλούς νεκρούς, ο υπολοχαγός του
απάντησε: «Γιατρέ μου, φροντίστε να τους κάνετε να ζήσουν λίγο ακόμη
καιρό, έτσι μπορούμε να συγκεντρώσουμε και άλλα χρήματα και μετά
αφήστε τους να πεθάνουν».
Χτυπήματα από χέρι ή ράβδο έπεσαν πολλές φορές στην πλάτη μου όταν
ο επιστάτης θεωρούσε μικρή την ποσότητα του νερού που κουβαλούσα με
βαρέλια για χρήση των ομήρων.
***
Edirnedjik156
Πίνακας με βάση τις δηλώσεις του προέδρου της κοινότητας
Διαφορά 645
Πέθαναν κατά τη διάρκεια της κατοχής 116
Εκτοπίστηκαν 98
Κατασχέθηκαν από τους Βούλγαρους
Δραχμές 48.000
Ζώα για όργωμα 304
Άλογα και μουλάρια 150
Γαϊδούρια 120
Πρόβατα 2.340
Κατσίκες 350
Χοίροι 48
Κάρα 40
219
***
Τρύφωνος
Λοχαγός Πεζικού
220
Jenikioi 157
Jenikioi 19 Ιανουαρίου 1919
Την Παρασκευή 22 Ιουνίου στις 9 η ώρα περίπου, ήρθε στο σπίτι μου
ένας Βούλγαρος στρατιώτης και με ειδοποίησε πως έπρεπε να παρουσιαστώ
στον τοπικό διοικητή, έναν αξιωματικό του βουλγαρικού στρατού. Τον
ακολούθησα και ύστερα από λίγο βρέθηκα μπροστά στον αξιωματικό ο
οποίος μου είπε ότι θα με στείλει στο εσωτερικό της Βουλγαρίας. Τον
ρώτησα για ποιο λόγο γινόταν αυτό αλλά δεν καταδέχτηκε να μου
απαντήσει. Ο στρατιώτης με πήγε αμέσως σε ένα σπίτι όπου είχαν
συγκεντρώσει και άλλα 27 άτομα από την ενορία μου.
Στις 11 η ώρα το πρωί επιβιβαστήκαμε σε ένα τραίνο που περνούσε από
το σταθμό και μπήκαμε όλοι σε ένα βαγόνι όπου υπήρχαν επίσης και άλλοι
50 εξόριστοι πολίτες. Όλα τα βαγόνια του τρένου, 14 ή 15, ήταν γεμάτα από
εξόριστους Έλληνες. Στη διάρκεια του ταξιδιού δεν είχαμε τίποτα να φάμε
και αγοράζαμε ψωμί από τους Βούλγαρους στρατιώτες σε υπερβολικές
τιμές.
Μας μετέφεραν στη Soumla όπου βρήκαμε και άλλους Έλληνες που τους
είχαν συλλάβει ως ομήρους και οι οποίοι ήταν περίπου 1.200 άτομα. Από
εκεί μας πήγαν σε ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως όπου χωρίσανε τους
κληρικούς από τους πολίτες. Ήμασταν 150 κληρικοί μεταξύ των οποίων και
δυο επίσκοποι Έλληνες, ο Νευροκοπίου Δαμασκηνός και ο Σιδηροκάστρου
Παρθένιος. Στη συνέχεια μας έφεραν και άλλους κληρικούς και ο αριθμός
μας έφτασε στους 218.
Στο στρατόπεδο όπου μας πήγαν μας διέταξαν να καταθέσουμε όλα τα
χρήματα που είχαμε μαζί μας και να κρατήσουμε για εμάς μόνο 100
φράγκα. Αλλά αυτοί οι οποίοι είχαν γαλλικά εικοσάφραγκα σε χρυσά
νομίσματα, τους τα πήραν και τα μετέτρεπαν σε λέβα, προς 23 λέβα το
κομμάτι.
Από αυτό το στρατόπεδο όλους εμάς, εκτός από τους δυο επισκόπους
που καθώς μάθαμε αργότερα τους έκλεισαν σε ένα μοναστήρι, μας έστειλαν
στο Gabrovo και από εκεί στο Seslievo, στις 17 Ιουλίου, πεζούς. Αυτοί που
157
σημερινός οικισμός Σταυρούπολη Δράμας
158
Ortakioi Αδριανούπολης
221
είχαν χρήματα μπορούσαν να πάνε με αυτοκίνητο. Εγώ καθώς δεν είχα
χρήματα πήγα με τα πόδια.
Στο Seslievo παραμείναμε σ’ όλη τη διάρκεια της εξορίας μας, η οποία
κράτησε 16 μήνες. Εκεί μας υποχρέωσαν να εργαστούμε στα χωράφια χωρίς
πληρωμή στη μεταφορά κοπριάς ζώων.
Μας βρίζανε, πάντοτε μας έδερναν όταν ήμασταν κουρασμένοι και
άρρωστοι ή όταν δεν μπορούσαμε να εργαστούμε και γενικά μας φέρονταν
με ένα τρόπο άγριο και σκληρό.
Μας έδιναν για τροφή 400 γραμμάρια μαύρο ψωμί και για γεύμα μια
σούπα συνήθως από βρασμένα πιπέρια.
Από τους 28 κληρικούς που ήμασταν εκεί, οι έντεκα πέθαναν από τα
βασανιστήρια και τις στερήσεις. Στις 30 Σεπτεμβρίου 1918 μας άφησαν
ελεύθερους χωρίς να μας δώσουν ούτε ένα κομμάτι ψωμί για το δρόμο.
Ύστερα από ταξίδι τεσσάρων μηνών, φθάσαμε στην Ξάνθη όπου βρήκαμε
πατάτες για τροφή.
***
Στις 26 Ιουνίου 1917 ήρθαν στο σπίτι μου πέντε Βούλγαροι στρατιώτες
και με διερμηνέα έναν από αυτούς, που ήξερε τουρκικά, με ειδοποίησαν ότι
έπρεπε να αναχωρήσω αμέσως για το εσωτερικό της Βουλγαρίας χωρίς να
μου πουν τους λόγους της διαταγής. Μαζί με μένα υπήρχαν και άλλα 32
άτομα για τον ίδιο προορισμό.
Όσο αφορά την υπόλοιπη κατάθεσή μου αναφέρομαι στα όσα πέρασα
στο έγγραφο που έδωσα στον πάπα Διαμαντή Δημάδη, (στον οποίο
παρέδωσα γραπτή κατάθεση) με τον οποίο ήμουν μαζί σε όλο το διάστημα
της εκτοπίσεώς μου. Η κατάθεσή μου είναι ειλικρινής, απεικονίζει την
αλήθεια αυτών που περάσαμε και την επιβεβαιώνω απόλυτα.
***
222
Την Παρασκευή 22 Ιουνίου 1917, στις 8 η ώρα το πρωί, με συνέλαβαν
δυο στρατιώτες Βούλγαροι. Με φυλάκισαν σε ένα γειτονικό σπίτι στο οποίο
είχαν συγκεντρώσει και άλλα 25 άτομα περίπου. Από εκεί μας επιβίβασαν
στο τρένο και μας μετέφεραν στη Soumla. Το τρένο αποτελείτο από 20 – 25
βαγόνια με τα οποία μετέφεραν 1.000 περίπου άτομα, όλοι Έλληνες.
Στη Soumla συναντήσαμε και άλλους ομήρους, περίπου 1200. Από τη
Soumla μας μετέφεραν στο Carnabat και έτσι όλοι μαζί φθάσαμε τους
4.000. Εκεί βρήκαμε και άλλους εξόριστους και έτσι γίναμε όλοι περίπου
5.000. Στο Carnabat μας υποχρέωσαν να εργαστούμε στα εκεί έργα
κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής Carnabat - Soumla και μας
έδωσαν κασμάδες και φτυάρια στο χέρι. Δεν πήραμε ποτέ τίποτα για αμοιβή
εκτός ίσως από βρισιές και κτυπήματα. Μας ανάγκαζαν να εργαζόμαστε
συνέχεια, ανεξάρτητα από το αν ήμασταν κουρασμένοι ή και άρρωστοι. Η
δουλειά ξεκινούσε στις 6 η ώρα το πρωί και τελείωνε στις 7 η ώρα το βράδυ
χωρίς διακοπή, εκτός από δυο ώρες ανάπαυσης και φαγητού.
Στο Carnabat κράτησαν 2.000 άτομα περίπου και τους άλλους τους
έστειλαν στο Kostivar και το Kitchevo. Αυτούς που παρέμειναν στο
Carnabat τους διαίρεσαν σε τρεις ομάδες. Η κάθε ομάδα περιελάμβανε 800
άτομα περίπου. Την ομάδα μου την μετέφεραν στο Kadikioi. Εκεί 50 από
μας βρήκαν το θάνατο. Οι άλλες ομάδες είχαν ακόμη περισσότερα θύματα.
Εδώ στο Carnabat- Kadikioi περάσαμε όλο το διάστημα της εξορίας μας.
Στην αρχή μας έδιναν 700 γραμμάρια ψωμί ημερησίως αλλά αυτό δεν
διήρκεσε πολύ. Το μείωσαν αργότερα σε 400 γραμμάρια. Για φαγητό μας
έδιναν συνήθως βρασμένα πιπέρια ή λαχανόφυλλα.
Γενικά μας φέρθηκαν πολύ σκληρά. Μας έβριζαν και μας έδερναν με την
παραμικρή αφορμή. Τα βάσανα και οι οδύνες δεν μας έλειπαν ποτέ σε όλη
τη διάρκεια της εξορίας.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου μας ελευθέρωσαν για να επιστρέψουμε στην
πατρίδα μας. Ακόμα στη διάρκεια της επιστροφής μας δεν σταμάτησαν να
μας εκμεταλλεύονται. Αυτό που μπορώ να καταθέσω είναι ότι το χρήμα
ήταν το μέσο με το οποίο μπορούσαμε να κερδίσουμε έστω και μια ώρα
χωρίς αγωνία.
***
223
Βούλγαροι στρατιώτες αλλά όταν δεν με βρήκαν εκεί -είχα μεταβεί σε ένα
γειτονικό χωριό- εγκατέστησαν φρουρά έξω από το σπίτι μου. Μετά από
αυτό η αδερφή μου με ειδοποίησε και εγώ επέστρεψα αμέσως. Με
συνέλαβαν και με οδήγησαν στο σιδηροδρομικό σταθμό όπου βρήκα 32
ακόμη συγχωριανούς μου φρουρούμενους από Βούλγαρους στρατιώτες.
Την επόμενη ένα τρένο γεμάτο Έλληνες εξόριστους πέρασε από το
σταθμό, στον οποίο επιβίβασαν και μένα. Το τρένο αυτό αποτελείτο από 15
– 20 βαγόνια τα οποία μετέφεραν 1.300 άνδρες περίπου. Στη διάρκεια του
ταξιδιού δεν είχαμε τίποτα για φαγητό και τα αρπακτικά ένστικτα των
Βουλγάρων δεν άργησαν να εκδηλωθούν. Πουλούσαν ψωμί για 8 λέβα, αν
και αυτό ήταν λίγο μπροστά σε αυτά που ακολούθησαν.
Φθάσαμε στη Soumla όπου συναντήσαμε 1.200 ακόμη Έλληνες
ομήρους. Στη Soumla παραμείναμε δέκα μέρες και ύστερα μας πήγαν σε ένα
στρατόπεδο συγκέντρωσης. Εκεί μείναμε επτά μέρες και στη συνέχεια όλους
μαζί μας πήγαν στο Carnabat όπου μείναμε 40 μέρες.
Στο στρατόπεδο μας πήραν τα χρήματα που είχαμε μαζί μας.
Ευτυχισμένοι αυτοί που κατόρθωσαν να τα κρύψουν. Στο Carnabat είχαν
συγκεντρώσει περισσότερους από 1.000 Έλληνες. Στη συνέχεια φέρανε
άλλους, και έτσι ο αριθμός των ομήρων εκεί ξεπέρασε τις 4.300 περίπου.
Δεν είχαν περάσει ούτε 25 μέρες από την άφιξή μας στο Carnabat και
άρχισαν οι ομαδικές αποστολές των ανδρών για τα καταναγκαστικά έργα.
Τότε εκεί μας εκμεταλλεύονταν άγρια οι Βούλγαροι στρατιώτες. Μας
πουλούσαν ψωμί για 35 λέβα το κιλό, παρά το γεγονός ότι λόγω της εποχής
αυτό ήταν άφθονο σε κείνα τα μέρη. Μας επέβαλλαν μια κουραστική πορεία
60 χιλιομέτρων μέχρι την Courcoudja όπου υπήρχε και μια άλλη ομάδα από
800 περίπου Έλληνες ομήρους. Εκεί για πρώτη φορά μας έδωσαν κασμάδες
και φτυάρια για να εργαστούμε στην κατασκευή μιας σιδηροδρομικής
γραμμής. Ήταν στις 14 ή 15 Αυγούστου και δουλέψαμε εκεί για τέσσερις
μέρες. Από εκεί, όλους μαζί με τα πόδια, μας πήγαν σε ένα χωριό του
οποίου δεν θυμάμαι το όνομα. Από το τρένο μας πήγαν στα Σκόπια. Στη
διάρκεια της διαδρομής έβλεπα Έλληνες εργάτες να εργάζονται κατά μήκος
της γραμμής.
Από τα Σκόπια πήγαμε στο Kostivar και από εκεί με ένα κοπιαστικό
περπάτημα πήγαμε στη Zimnitcha. Εκεί μείναμε δουλεύοντας για δύο μήνες
περίπου.
Η δουλειά μας είχε σκοπό την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμή
κάτω από την επίβλεψη του άγριου και σκληρού επιλοχία Kritsmaroff.
Αυτός μας απείλησε ότι αν σε 15 μέρες δεν μπορέσουμε να γεμίσουμε μια
μεγάλη χαράδρα που βρισκόταν ανάμεσα σε δυο βουνά με χώμα θα μας
έθαβε εκεί ζωντανούς. Εκεί βρήκαμε να εργάζονται Σέρβοι αιχμάλωτοι
πολέμου καθώς επίσης και πολίτες Σέρβοι και Αλβανοί που ήταν επίσης
όμηροι.
224
Εδώ ήταν ο τόπος όπου άρχισαν τα μεγάλα βάσανά μου. Μας ανάγκαζαν
να εργαζόμαστε μέρα και νύχτα. Η εργασία μας τελείωνε στις 8 η ώρα το
βράδυ και άρχιζε στις 3 η ώρα το πρωί. Οι Βούλγαροι στρατιώτες μπαίνανε
στις αχυροκαλύβες μας και μας χτυπούσαν με ξύλα. Ήταν ακριβώς η ώρα
που διακρίναμε το πρώτο φως της ημέρας.
Κανένας δεν μπορούσε να αποφύγει την κοπιαστική αυτή δουλειά και
καμία δικαιολογία δεν ήταν αρκετή. Ούτε η κούραση, ούτε η αδυναμία, ούτε
οι πληγές στα χέρια και στα πόδια ήταν δυνατόν να περιορίσουν έστω και
για λίγο χρόνο τα βάσανά μας. Κάθε καθυστέρηση που οφειλόταν σε μια
από τις αιτίες αυτές αντιμετωπιζόταν με ξιφολόγχη και άγριο ξυλοκόπημα.
Μόνο αυτοί που είχαν πυρετό πάνω από 39 βαθμούς είχαν το δικαίωμα να
πάνε στο γιατρό στις 2 η ώρα το πρωί και να πάρουν μια βεβαίωση με την
οποία μπορούσαν να μην εργαστούν. Αλλά ο γιατρός αυτός (ένας δεκανέας
του πεζικού) έμενε σε ένα ύψωμα, σε απόσταση δέκα λεπτών από τα
παραπήγματα. Οι άρρωστοι συχνά ήταν τόσο αδύναμοι που ήταν αδύνατο
να διασχίσουν αυτή την απόσταση ώστε να προμηθευτούν αυτό το πολύτιμο
χαρτί που θα τους επέτρεπε να ξεκουραστούν..
Υπήρξα μάρτυρας ενός ανήκουστου γεγονότος. Ένας άρρωστος που δεν
κατάφερε να πάρει το εν λόγω πιστοποιητικό χτυπήθηκε ανελέητα έως ότου
έχασε τις αισθήσεις του και έπεσε στο έδαφος. Ο επιστάτης, ο επιλοχίας
αυτός τον διέταξε να σηκωθεί, αυτός όμως ο εργάτης ούτε κατάλαβε τίποτα
ούτε σηκώθηκε. Ο επιστάτης τότε άρχισε να τον χτυπά εκ νέου ως την
στιγμή που ο άρρωστος, εξαιτίας των τρομερών χτυπημάτων, βρήκε τις
αισθήσεις του για λίγο, σηκώθηκε, έκανε 2 – 3 βήματα αλλά έπεσε πάλι και
δεν σηκώθηκε ποτέ.
Κάποια άλλη μέρα μια πλευρά της αχυροκαλύβας, όπου κοιμόμασταν,
έπεσε και πλήγωσε τέσσερις συντρόφους μας, τόσο σοβαρά που δεν
μπορούσαν να εργαστούν και καθώς η ώρα είχε περάσει τους ήταν αδύνατο
να πάρουν την απαλλακτική βεβαίωση του γιατρού. Και αυτοί υπέστησαν τις
καθιερωμένες τιμωρίες. Τους χτύπησαν με ξύλο πολύ άσχημα.
Αλλά δεν τελειώνει εδώ η βουλγαρική αγριότητα. Τα χτυπήματα με ξύλο
ήταν και ένα μέσο άγριας εκμετάλλευσης. Τα χρησιμοποιούσαν για να μας
απογυμνώσουν απ’ ό,τι είχαμε μαζί μας, σκεπάσματα, παπούτσια, ρούχα,
ωρολόγια, χρήματα.
Μας χτυπούσαν άγρια μέχρις ότου μας ανάγκαζαν να τους δώσουμε ό,τι
είχαμε. Ακόμη μας έδερναν για να διασκεδάσουν. Μας έβαζαν σε μια
γραμμή δυο- δυο. Στέκονταν δύο μπροστά μας και δυο από πίσω και
άρχιζαν το ξυλοδαρμό.
Στα μάτια ενός ανθρώπου, αν είναι άξιος να λέγεται άνθρωπος, φέρνει
δάκρυα η πιθανότητα να είναι μάρτυρας τέτοιων απερίγραπτων δεινών,
πόσο μάλλον να τα έχει υποστεί. Και σε εμάς ήταν τελείως αδύνατον να
αποφύγουμε αυτές τις αθλιότητες ακόμα και τον θάνατο. Συχνά οι
225
στρατιώτες φρουροί μας ζητούσαν τα χρήματα που μας έστελναν οι δικοί
μας από την πατρίδα και μας κτυπούσαν ακόμα και όταν τους τα δίναμε.
Στη Zimnitcha μείναμε δυο μήνες, από τις αρχές του Σεπτεμβρίου μέχρι
τα τέλη Οκτωβρίου 1917. Από εκεί, και ύστερα από πορεία 80 χιλιομέτρων
φθάσαμε στη Sirbitsa στις αρχές Οκτωβρίου όπου μείναμε 15 μέρες.
Ήμασταν 450 άτομα, δηλαδή αποτελούσαμε εννέα ομάδες με 50 πρόσωπα η
κάθε μία. Εκεί μας έφεραν άλλους 300 Αλβανούς. Όλοι μας ασχολούμασταν
με την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Kostivar – Zimnitcha–
Sirbitsa – Kitchevo – Slimbovo – Οχρίδα.
Από τη Sirbitsa μας πήγαν στο Kitchevo, στα τέλη του Δεκεμβρίου, όπου
το μέρος αυτό έγινε νεκροταφείο για χιλιάδες άνδρες, Έλληνες, Σέρβους,
Αλβανούς και Ρώσους. Οι συνέπειες των βασανιστηρίων και των ελλείψεων
τα οποία υποφέραμε από τη Zimnitcha ακόμη στις αρχές Σεπτεμβρίου
άρχισαν να εκδηλώνονται εδώ. Μόνο από την ομάδα μας που έμενε σε ένα
σερβικό στρατόπεδο πέθαναν καθημερινά 40 άτομα το λιγότερο από
διάφορες ασθένειες. Όταν κάποιος από μας αρρώσταινε τον εγκατέλειπαν
στην τύχη του, τον έβγαζαν έξω από την παράγκα όπου σε λίγο έβρισκε το
θάνατο από την υγρασία, την έλλειψη ιατρικής φροντίδας και την πείνα.
Μέσα σε 7 μέρες 300 σύντροφοί μας (όλοι ήμασταν περίπου 600) πέθαναν
και τους θάψαμε εμείς με τα ίδια μας τα χέρια. Το μέρος που ήταν μπροστά
στην αχυροκαλύβα μας μετατράπηκε μέσα σε μια βδομάδα σε ένα απέραντο
νεκροταφείο, πράγμα που προξένησε στους ντόπιους Βουλγάρους μια τέτοια
αλγεινή εντύπωση που ο τότε διοικητής διέταξε να μην μπαίνουν σταυροί
στους τάφους και να ισοπεδώνεται το έδαφος.
Από τότε έβαζαν τους νεκρούς σε κοινούς βαθείς λάκκους που χωρούσαν
από 40 μέχρι 50 πτώματα.
Παρόμοια νεκροταφεία όπως αυτό βρίσκονταν επίσης στο Kitchevo, στο
Slimbovo, περισσότερα από είκοσι εκτός των κοινών ταφών που επέταξαν
στη συνέχεια.
Εκτός από μας υπήρχαν και άλλοι Έλληνες, Σέρβοι και Ρώσοι. Στη
συνέχεια έφεραν εδώ τους 300 Αλβανούς της Sirbitsa οι οποίοι πέθαναν
όλοι. Όλοι οι εξόριστοι αποτέλεσαν τη ρότα 159 η οποία διαιρέθηκε σε τρία
μέρη που ονομάζουμε «Outsasta» και κάθε μια είχε από 1.200 – 1.600
άνδρες. Έλεγαν τότε ότι υπήρχαν 12 «Ρότα», δηλαδή σύνολο 15.000 άνδρες
περίπου. Αλλά πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι για να συμπληρωθούν τα
κενά που προέκυπταν από τους μαζικούς θανάτους οι Βούλγαροι φέρνανε
συνεχώς από τη Παλαιά Βουλγαρία νέες ομάδες ανδρών, περίπου από 200 –
500 η κάθε ομάδα, Έλληνες και Σέρβους, που τους εκτόπισαν από τις χώρες
τους.
Σαν γιατρούς, είχαμε στο στρατόπεδο, ένα στρατιώτη και ένα λοχία
νοσοκόμο, οι οποίοι μας έλεγαν τότε ότι στον πολιτικό τους βίο ήταν
159
(Σ.Μ.: ρότα στα βουλγαρικά σημαίνει λόχος. Εδώ προφανώς αναφέρεται σε μεγάλες
ομάδες εργατών).
226
κτίστες. Μια φορά τη βδομάδα περνούσε από μας και μας εξέταζε ένας
Ρουμάνος γιατρός, αιχμάλωτος πολέμου, ο οποίος ακούραστα μας
περιποιείτο και μας φρόντιζε όσο του επέτρεπαν τα φάρμακα που είχε το
στρατόπεδο. Ο κ. Νικόλαος Γιαννούλας, Έλληνας από την Καβάλα που τον
συνέλαβαν ως όμηρο προσέφερε τις υπηρεσίες του σε μερικούς αρρώστους.
Οι Βούλγαροι νοσοκόμοι δεν είχαν άλλη απασχόληση παρά μόνο την
κλεψιά και την αρπαγή. Όταν διαπιστώνανε ότι ένας άρρωστος είχε ρούχα ή
και χρήματα, τον βγάζανε έξω σε έναν ελεύθερο χώρο και με πρόσχημα ότι
θα τον φρόντιζαν τον σκότωναν με ρόπαλα χτυπώντας τον στο κεφάλι και
μοιράζονταν μεταξύ τους τα υπάρχοντά του. Με τον τρόπο και για το σκοπό
αυτό σκότωσαν τέσσερις συντρόφους μας.
Στις 19 Δεκεμβρίου 1917 οι Βούλγαροι στρατιώτες, αφού τους
δωροδοκήσαμε, τοποθέτησαν 18 από μας να εργαστούμε στους φούρνους
όπου βρήκαμε τη σωτηρία μας αν και σε αυτή ακόμη τη δουλειά μας
υποχρέωσαν να πληρώνουμε το ψωμί μας αν και παρασκευάζαμε χιλιάδες
ψωμιά.
Οι Βούλγαροι ενεργούσαν στα πλαίσια ενός σχεδίου πλήρους εξόντωσής
μας. Μας το έλεγαν άλλωστε: «Ζείτε ακόμη». Κάποια μέρα με το πρόσχημα
της απολύμανσης των ρούχων μας γύμνωσαν τελείως και μας άφησαν έτσι
στο ύπαιθρο που ήταν σκεπασμένο με χιόνια για ένα τέταρτο της ώρας με
συνέπεια δυο από τους συντρόφους μας να αρρωστήσουν από πνευμονία.
Από τους 5.000 Έλληνες που βρισκόμασταν εκεί μόνο 300 επέζησαν,
εκτός από μας οι οποίοι εργαζόμασταν στο κεντρικό τμήμα. Οι 300 αυτοί
δεν είχαν πλέον δύναμη να εργαστούν. Τους πήγαν στο νοσοκομείο των
Σκοπίων. Για να τους μεταφέρουν, τους ανάγκασαν να επιβιβαστούν σε
ανοιχτά βαγόνια, ενώ από το κρύο τα νερά είχαν μεταβληθεί σε πάγους.
Αυτά ήταν κάποια από τα μέτρα που έπαιρναν οι Βούλγαροι για να
βελτιώσουν την ζωή αυτών των δυστυχισμένων. Μάθαμε ότι 150 από
αυτούς βρήκαν το θάνατο στη διάρκεια της διαδρομής. Τα θλιβερά, αυτά,
νέα τα μάθαμε από τους Έλληνες που είχαν αποτελειώσει τις αγγαρείες που
τους ανέθεσαν οι Βούλγαροι ή και από άλλους συμπατριώτες μας που
δούλευαν κάτω από την επίβλεψη των Βουλγάρων αξιωματικών και
στρατιωτών. Έτσι μάθαμε και το θάνατο των 300 Αλβανών στη Zimnitcha.
Μια μεγάλη θνησιμότητα παρατηρήθηκε και στις ομάδες των Σέρβων. Οι
Ρώσοι και οι Αλβανοί είχαν το δικό τους μερίδιο στις θυσίες.
Μάθαμε από ένα Βούλγαρο στρατιώτη ότι οι συνάδελφοί του που
επόπτευαν τα έργα της γραμμής Kostivar – Zimnitcha– Kitchevo – Οχρίδα
εξόντωσαν 80.000 άτομα ενώ ο σύντροφός του ανέβαζε τον αριθμό ακόμη
πιο ψηλά. Αυτά τουλάχιστον συναντήσαμε εκεί. Στις αρχές Μαίου του 1918
ήρθαν με τα πόδια οι επιζώντες από την Οχρίδα όπου ειδικά εμείς
δουλεύαμε ακόμη στους φούρνους. Το ψωμί που παρασκευάζαμε για 2000
με 2500 άνδρες είχε ήδη τελειώσει.
227
Κατά την οπισθοχώρηση του βουλγαρικού στρατού στις 11 Σεπτεμβρίου
1918 που ήταν συνέπεια της συμμαχικής επίθεσης στο μέτωπο της
Μακεδονίας, οι Βούλγαροι μας έβγαλαν πάλι στους δρόμους. Βαδίζαμε
συνέχεια για έντεκα μέρες, μας ανάγκαζαν να περπατάμε συνέχεια μέρα και
νύχτα. Δεν είχαμε παρά μόνο τέσσερις ώρες ανάπαυση το 24ωρο. Αυτούς
που είχαν εξαντληθεί και δεν μπορούσαν να περπατήσουν, τους σκότωναν
με τις ξιφολόγχες οι συνοδοί. Στη διάρκεια της πορείας μας δεν μας έδωσαν
παρά μόνο μισή μερίδα φαγητού και τίποτα άλλο. Μια μέρα περπατούσαμε
16 ώρες χωρίς να πιούμε ούτε νερό, γιατί οι φύλακές μας, που εάν ήθελαν
θα είχαν την ευκαιρία να μας το προμηθεύσουν, δε το έκαναν. Αυτοί
μάλιστα όχι μόνο δεν ήθελαν να μας δώσουν οι ίδιοι αλλά ακόμη όταν
κάποιος από μας δεν μπορούσε πλέον να υποφέρει τη δίψα και έπεφτε σε
κάποιο ρυάκι για να ξεδιψάσει, τον σκότωναν με τα όπλα τους. Ο καθένας
έβλεπε μπροστά του την εικόνα του θανάτου. Ήταν ένας νέος Γολγοθάς και
καθώς η ελπίδα της απελευθέρωσης είχε γεννηθεί στις καρδιές μας, το
ηθικό μας κατέπεσε και πολλές φορές σκεφτήκαμε να δώσουμε ένα τέλος
στα δεινά μας με την αυτοκτονία. Αλλά η ελπίδα πως πολύ γρήγορα θα
τελείωναν όλα, μας κρατούσε στη ζωή.
Ύστερα από 11 μέρες οι φρουροί μας, φοβούμενοι ότι θα συλληφθούν
αιχμάλωτοι από τα συμμαχικά στρατεύματα, μας εγκατέλειψαν και τότε
βρήκαμε την ευκαιρία να αναχωρήσουμε. Εκεί χωρίσαμε και ο καθένας
πήρε το δικό του δρόμο. Εγώ και ο συγγενής μου από την Καβάλα ο κ. Νικ.
Λαζαρόλιας, χωρίς τους Βούλγαρους συνοδούς μας, φθάσαμε ύστερα από
πορεία δυο ωρών στη Doubritsa όπου κρυφτήκαμε για 20 μέρες σε ένα
ελληνικό ξενοδοχείο. Από εκεί περάσαμε κρυφά τα σύνορα και τελικά
βρήκαμε άσυλο κοντά στα ελληνικά στρατεύματα στο Στρυμόνα.
Στη διάρκεια όλης αυτής της ιστορίας υποφέραμε πολύ όχι μόνο από τα
βασανιστήρια αλλά κυρίως από την πείνα. Μας έδιναν από 400 μέχρι 600
γραμμάρια ψωμί την ημέρα και για το φαγητό μας έδιναν μια σούπα που
περιείχε συνήθως βρασμένες πιπεριές ή και 4 – 5 λάχανα για 500 άτομα.
Όσο για τη φασολάδα (πράγμα σπάνιο) έβραζαν 8 οκάδες φασόλια για 500
άτομα.
Μας πήραν όλα τα ρούχα που είχαμε μαζί μας. Έπαιρναν ακόμα όλα τα
χρήματά μας, τα κοσμήματα, το ρολόγια μας, τα παπούτσια μας.
Επιστρέψαμε ξυπόλυτοι.
Σε κάθε περίπτωση η πείνα, οι αγγαρείες, η καταναγκαστική εργασία, τα
βασανιστήρια, όλα οργανωμένα στην εντέλεια, είχαν ως σκοπό την
ολοκληρωτική εξόντωση της ελληνικής φυλής από τη Μακεδονία και τη
Θράκη.
Οφείλω ακόμη να σας αναφέρω ότι όλα όσα είπα δεν είναι παραμύθια
αλλά η καταγραφή ενός μέρους από αυτά που έκαναν οι βάρβαροι και
αποτελούν μέρος μιας θλιβερής πραγματικότητας. Με λίγα λόγια οι
228
Βούλγαροι διέπραξαν ακρότητες που ξεπερνούν κατά πολύ ακόμα και τις
πιο μαύρες καταγραφές στις σελίδες της ιστορίας όλου του κόσμου.
229
φέρνουν αντίσταση όταν έπρεπε να πάνε στη δουλειά. Τις μετέφεραν πίσω
στο χωριό σε άθλια κατάσταση.
Οι Βούλγαροι αξιωματικοί και στρατιώτες ασχολούνταν συνεχώς με
λεηλασίες. Με διάφορα προσχήματα έμπαιναν στα σπίτια και αφαιρούσαν
οτιδήποτε τους άρεσε χωρίς ποτέ να ρωτήσουν το νοικοκύρη. Όλοι,
φεύγοντας, πήραν μαζί τους αποσκευές που δεν είχαν με τον ερχομό τους
εδώ.
Ο Βούλγαρος δήμαρχος, όταν αναχώρησε, πήρε μαζί του δεκαοκτώ
μουλάρια φορτωμένα, ενώ όταν ήρθε έφερε μόνο ένα. Ο δήμαρχος αυτός
ανάγκαζε τις γυναίκες να καλλιεργούν χωράφια για λογαριασμό του εδώ
κοντά στο χωριό. Εκεί φύτευε καπνό και όχι μόνο δε τις πλήρωνε για τη
δουλειά τους αλλά δε τους έδινε ούτε το ψωμί της μέρας, το οποίο είχαν
ανάγκη. Όποιος ήθελε να καλλιεργήσει καπνά έπρεπε να ζητήσει σχετική
άδεια για την απόκτηση της οποίας και ήταν υποχρεωμένος να καταβάλλει
ένα μεγάλο ποσό (πάντοτε σημαντικό).
Όταν ο άρπαγας δήμαρχος έφυγε από εδώ, είχε αποκτήσει μια μεγάλη
περιουσία 100.000 λέβα σε είδος, χωρίς να υπολογίσουμε τα αντικείμενα
που πήρε όπως σας ανάφερα παραπάνω όταν εγκατέλειψε το χωριό.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής των Βουλγάρων στο χωριό μας δεν
υπήρχε κανένα αίσθημα ασφάλειας στην πόλη μας. Οι ίδιοι αυτοί
επικεφαλείς έδιναν το παράδειγμα της κλεψιάς και των βανδαλισμών.
Δολοφόνησαν τρεις συγχωριανούς μας. Ο Αλκιβιάδης Καραγκιούννης, ο
οποίος είχε σημαντική περιουσία, βρέθηκε δολοφονημένος στο σπίτι που
κατοικούσε μόνος τους. Οι γονείς του ζούσαν στην Ήπειρο που ήταν ο
τόπος καταγωγής του. Δύο βοσκοί, ο Νάτσο και ο σύντροφός του, βρέθηκαν
σκοτωμένοι ένα απόγευμα και τα κοπάδια τους είχαν κλαπεί.
Γενικά μεταχειρίστηκαν τους ανθρώπους του χωριού με τρόπο εντελώς
κτηνώδη και τα όσα σας είπα δεν αποτελούν παρά ένα μικρό μέρος των
ωμοτήτων που προκλήθηκαν από αυτούς.
***
230
Παραμείναμε στη Σταυρούπολη όλο το διάστημα της βουλγαρικής
κατοχής. Μας παραδόθηκε γραπτή κατάθεση του συγχωριανού μας κ. Π.
Βαμβακά, την οποία επιβεβαιώνουμε απόλυτα, με την παρατήρηση ότι δεν
περιέχει παρά ένα μικρό μέρος των ακροτήτων που προκλήθηκαν από τους
Βούλγαρους και οι οποίες δεν δύνανται να εκφραστούν ούτε προφορικά
ούτε γραπτά.
***
231
καυσόξυλα. Ένας Σέρβος που ήταν μαζί μας φορούσε ένα ζευγάρι
καινούργια παπούτσια. Ενώ εμείς μαζεύαμε ξύλα ακούσαμε έναν
πυροβολισμό. Ο Σέρβος είχε σκοτωθεί και ένας Βούλγαρος προσπαθούσε
να του βγάλει τα παπούτσια. Όταν ρωτήσαμε γιατί, ο Βούλγαρος στρατιώτης
απάντησε ότι τον σκότωσε γιατί προσπάθησε να το σκάσει.
Μία άλλη μέρα ετοιμαζόμασταν στο Παρανέστι για τη δουλειά και ένας
από εμάς ήταν άρρωστος και δε μπορούσε να εργαστεί. Ζήτησε λοιπόν άδεια
ώστε να μην έρθει μαζί μας στη δουλειά και η άδεια αυτή του
παραχωρήθηκε από τον επικεφαλή λοχία. Ένας Βούλγαρος στρατιώτης,
βλέποντας ότι αυτός δε θα πήγαινε στη δουλειά, τον ρώτησε γιατί και όταν
αυτός του είπε ότι ήταν άρρωστος από την καρδιά του, τον κτύπησε στο
κεφάλι. Αυτός δεν έζησε ούτε μια εβδομάδα.
***
160
Κομοτηνής
232
***
233
***
234
Η ονομαζόμενη Κορνηλία Μ. που γεννήθηκε στην Ξάνθη, ηλικίας 17
ετών, κάτοικος Σταυρούπολης, άνεργη, αφού ορκίστηκε έκαμε την
παρακάτω κατάθεση.
Ήταν αρχές Απριλίου 1918 όταν μία οικογενειακή μας φίλη ζήτησε να
πάω στο σπίτι της την επόμενη μέρα για να τη βοηθήσω να τελειώσει το
πλέξιμο μιας μπλούζας. Έμεινα εκεί όλη τη μέρα. Το απόγευμα ήρθε ένας
Βούλγαρος αξιωματικός που τον έλεγαν Dragomir Tsadaroff, ο οποίος
διέμενε στο ίδιο αυτό σπίτι. Όταν μπήκε αυτός μέσα οι συντρόφισσές μου
βγήκαν έξω με διάφορα προσχήματα. Ο αξιωματικός τότε έκλεισε την
πόρτα. Έπεσε επάνω μου και με βία με έριξε στο κρεβάτι που ήταν στο
δωμάτιο. Παρά τις κραυγές μου κανένας δεν ήρθε να με βοηθήσει. Ο
αξιωματικός με βίασε. Μετά το περιστατικό επέστρεψα με δάκρυα στα μάτια
στο σπίτι μου, αλλά αυτό που μου συνέβη βαραίνει από τότε τη ψυχή μου.
***
Επιβεβαιώνω στο σύνολό της την κατάθεση της αδελφή μου, που μου
διαβάσατε. Ο σύζυγος μου, είναι αλήθεια, χτυπήθηκε από τους Βούλγαρους
στο Παρανέστι από χοντρό ξύλο, τόσο που έκαμε αιμόπτυση. Όταν το έμαθα
πήγα στο Παρανέστι για να τον περιποιηθώ. Τον βρήκα σε άθλια κατάσταση
και μου διηγήθηκε ο ίδιος τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τον κτύπησαν,
ακριβώς έτσι όπως τα αναφέρει η αδελφή μου στην κατάθεσή της.
Όλες οι προσπάθειές μου να τον βοηθήσω δεν είχαν αποτέλεσμα, πέθανε
ύστερα από δύο μέρες.
***
Kalovadjik162
Πίνακας με βάση τη δήλωση του Μουχτάρη
235
Εξορίστηκαν στη Βουλγαρία 26
Επέστρεψαν από τη Βουλγαρία 1
Κατασχέθηκαν από τους Βούλγαρους
Καπνά (οκάδες) 350
Λέβα 2.880
Δημητριακά (οκάδες) 1.000
Βόδια – Αγελάδες 18
Μουλάρια 4
Όνοι 2
Πρόβατα 100
Γίδια 50
Εκτελέστηκαν 4 άτομα.
Όλος ο πληθυσμός υποχρεώθηκε να εργαστεί σε βαριές δουλειές χωρίς
αμοιβή.
***
163
σημερινός οικισμός Καρυόφυτο Ξάνθης
164
σημερινός οικισμός Δεξαμενή Ξάνθης
236
στερήσεις. Δύο μέρες από το θάνατο του προηγούμενου Hassan-Oglou Ali
σκότωσαν και αυτόν οι Βούλγαροι. Ήταν γέρος, 85 χρονών, οι δυνάμεις του
τον είχαν εγκαταλείψει και δεν μπορούσε πια να εργαστεί. Οι Βούλγαροι τον
κτύπησαν τόσο άσχημα που τον άφησαν μισοπεθαμένο. Μετά από αυτό του
επέτρεψαν να γυρίσει στο χωριό, άρχισαν να τον κτυπούν όμως και πέθανε
στο δρόμο της επιστροφής. Πολίτες που τον είδαν να πεθαίνει μας
ειδοποίησαν και πήγα εγώ μαζί με δυο άλλους και τον θάψαμε.
Ένα μήνα αργότερα ο Hallil-Ogloy Hasem (ηλικίας 62 ετών),χωρίς
δυνάμεις εξαιτίας των βασανιστηρίων της πείνας και των ξυλοδαρμών που
ήταν καθημερινά φαινόμενα, δεν ήταν πια σε θέση να εργαστεί.. Αφού τον
χτύπησαν πολύ, του επέτρεψαν να επιστρέψει στο χωριό. Τέσσερις ή πέντε
μέρες αργότερα, ύστερα από την άφιξή του στο χωριό πέθανε και αυτός.
Εγώ απαλλάχτηκα από τα μαρτύρια αυτά γιατί δωροδόκησα τους
φρουρούς μου. Τα μαρτύρια και οι στερήσεις δεν έλειψαν σε όλο το
διάστημα της κατοχής του χωριού από τους Βούλγαρους.
***
Kozloutsa165
Πίνακας με βάση τη δήλωση του Δημάρχου
***
165
σημερινός οικισμός Καρυόφυτο Ξάνθης
237
Καρυόφυτο 21 Φεβρουαρίου 1919
238
ανακαλύψουν αλλά μάταια. Βρήκαν κατά την διάρκεια της έρευνας και
πήραν 20.000 λέβα και 10 λίρες Τουρκίας που τα είχα βάλει στο σεντούκι
μου, το οποίο και έσπασαν. Κατέστρεψαν όλα τα έπιπλα της κατοικίας μου,
πήραν όλα τα ασπρόρουχα και ό,τι άλλο βρήκαν, 140 οκάδες κριθάρι, 20
οκάδες βούτυρο, 5 πρόβατα και 200 οκάδες άχυρο.
Για εξίμισι μήνες υποχρεώθηκα να ζήσω και να παραμείνω στα βουνά.
Η ζημιά που έπαθα σε αυτή την περίοδο ανέρχεται σε 40.000 λέβα.
***
Mamatli166
Πίνακας με βάση τη δήλωση του Δημάρχου
***
Αναφέρομαι στον πίνακα που σας παρέδωσα, ο οποίος δεν περιέχει παρά
μόνο την αλήθεια και ως εκ τούτου τον επιβεβαιώνω στο σύνολό του.
Προσθέτω επιπλέον μερικές πληροφορίες όσον αφορά τους Βούλγαρους.
166
σημερινός οικισμός Δαφνώνας Ξάνθης
239
Μας φέρθηκαν με σκληρότητα. Καθημερινά μας έστελναν για αγγαρείες
μαζί με τα ζώα μας χωρίς αμοιβή. Εάν δεν βρίσκανε τους άνδρες στα σπίτια
τους, παίρνανε τις γυναίκες, τις οποίες τις έδερναν ανελέητα με την
παραμικρή αιτία. Για σαράντα πέντε ημέρες όλοι οι άνδρες πήγαιναν στις
αγγαρείες έξω από το χωριό εκτός από τέσσερις. Η τροφή μας ήταν
νερόβραστα λάχανα και πιπεριές. Ήμουν ιδιοκτήτης ενός δάσους κοντά στο
χωριό. Δεν άφησαν ούτε ένα δέντρο χωρίς να με αποζημιώσουν. Πρέπει να
σημειώσω ότι τα βάσανά μας ήταν καθημερινά. Ένα αγόρι 15 ετών που το
όνομά του ήταν Ismail Oglou Ismail, όταν αρνήθηκε να εργαστεί, τον
πυροβόλησαν τραυματίζοντάς τον. Αναγκάστηκε να μείνει στο νοσοκομείο
της Δράμας για σαράντα μέρες.
Όλο το διάστημα που έμειναν στο χωριό, μας ανάγκαζαν να τους
εξυπηρετήσουμε χωρίς αμοιβή. Από τις 12 Μαίου μέχρι τις 20 Αυγούστου
έκαναν επίταξη 8.550 οκάδες γάλα χωρίς καμία αποζημίωση και μας
ανάγκασαν να τους το μεταφέρουμε οι ίδιοι σε καθορισμένο τόπο. Επίσης
μας αφαίρεσαν 900 οκάδες μαλλί και 2.000 οκάδες άχυρο για τα ζώα χωρίς
καμιά πληρωμή.
Αυτή ήταν η κτηνώδης διαγωγή των Βουλγάρων.
***
167
σημερινός οικισμός Δαφνώνας Ξάνθης
240
αυτό ήταν ένα ακόμα δείγμα της εκμετάλλευσης των Βουλγάρων
στρατιωτών εις βάρος μας. Αγόραζαν το ψωμί, που ήταν την εποχή εκείνη
άφθονο, σε χαμηλή τιμή από τους χωρικούς (με τους οποίους δεν μας
επέτρεπαν να έρθουμε σε επικοινωνία) για να μας το πουλήσουν στην
συνέχεια σε εξωφρενικές τιμές. Εκεί μας ανάγκασαν να εργαστούμε στην
κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής. Υποφέραμε από απερίγραπτα
βασανιστήρια, μας έδερναν, μας έβριζαν και μας στερούσαν την τροφή. Εκεί
δουλέψαμε είκοσι μέρες και μετά μας πήγαν στο Kadikioi όπου και εκεί
συνεχίστηκαν τα δεινά μας. Στο Kadikioi παρέμεινα 5 ολόκληρους μήνες.
Από εκεί μας πήγαν στην Plevna168 με το τραίνο και μείναμε εκεί έξι μήνες
χωρίς να πάμε στις αγγαρείες. Τέλος μας πήγαν στον Δούναβη όπου
εργαστήκαμε κόβοντας δέντρα. Εργάστηκα εκεί περίπου ένα μήνα. Τελικά,
όταν έφθασε εκεί η οικογένειά μου, συγκεντρωθήκαμε όλοι στην Plevna
όπου και με άφησαν ελεύθερο.
***
***
Margariti169
Πίνακας με βάση τη δήλωση του Μουχτάρη
241
Δραχμές 1.200
Μουλάρια 2
Πρόβατα 100
Γίδια 67
Αναφέρομαι στον πίνακα που σας παρέδωσα, του οποίου όσον αφορά
την αλήθεια, την επιβεβαιώνω απόλυτα.
Δύναμαι να προσθέσω ότι οι Βούλγαροι μας φέρθηκαν με μεγάλη
σκληρότητα. Μας έστελναν σε αγγαρείες για να φτιάξουμε τον αμαξιτό
δρόμο. Μας ανάγκασαν να μεταφέρουμε με τα μουλάρια τις πέτρες σε
καθημερινή βάση χωρίς αμοιβή. Δουλέψαμε στο έργο αυτό της κατασκευής
του αμαξιτού δρόμου περίπου ενάμισι χρόνο. Ακόμη μας έστελναν στις
αγγαρείες χωρίς να μας δώσουν τροφή και αν κάποτε, από την κούραση και
την πείνα, δεν μπορούσαμε να δουλέψουμε, μας έδερναν ανελέητα .
Για να απαλλαγούμε λίγο καιρό από τις αγγαρείες, μας υποχρέωναν στην
καταβολή χρημάτων αλλά λίγο αργότερα ξανάρχιζαν τα βασανιστήρια και οι
ξυλοδαρμοί. Με τον τρόπο αυτό μας απέσπασαν περίπου 500 λίρες. Μας
απέσπασαν επίσης 6.620 οκάδες γάλα, 200 οκάδες μαλλί, 129 ελάφια, 48
πρόβατα και 2 μουλάρια. Παρέλειψα να σας αναφέρω ότι οι Βούλγαροι
έστειλαν στην αγγαρεία και τον Omer Pacha Remadan, ηλικίας 50 ετών στο
Παρανέστι. Τον έδειραν τόσο άγρια ώστε ο άνθρωπος αυτός έκανε
αιμόπτυση. Επέστρεψε στο χωριό την ίδια μέρα όπου και πέθανε.
Prositchani170
Πίνακας με βάση τη δήλωση Προεστού του χωριού
242
Σημερινός πληθυσμός 4.100
Διαφορά 700
Πέθαναν στην διάρκεια της κατοχής (από βίαιο θάνατο) 6
Εξορίστηκαν στη Βουλγαρία 293
Επέστρεψαν από τη Βουλγαρία 238
Κατασχέθηκαν από τους Βούλγαρους
Βόδια – Αγελάδες 150
Μουλάρια και άλογα 50
Όνοι 5
Πρόβατα και γίδια 1.500
243
ανελέητα σε σημείο ώστε σύμφωνα με τις καταθέσεις άλλων φυλακισμένων
τα ρούχα τους είχαν κολλήσει στο σώμα τους από το αίμα που έτρεχε από
τις πληγές τους. Αλλά δεν αρκέστηκαν μόνο σε αυτό. Αφού τους απέσπασαν
όλα τα χρήματά τους, στη συνέχεια τους παρέδωσαν στους στρατιώτες οι
οποίοι σκότωσαν τον Χαράλαμπο Σιάφκα στην άκρη ενός δρόμου, σε
απόσταση ενός χιλιομέτρου από την Προσοτσάνη. Το πτώμα του
καταφαγώθηκε από τα σκυλιά καθώς τον είχαν θάψει σε ένα ρηχό και
πρόχειρο τάφο. Οι άλλοι δύο παραδόθηκαν στο Damian Guerman, μέλος
της συμμορίας του Panitsa, κάτοικο του χωριού Γρανίτης τώρα κάτοικος
Βουλγαρίας και αυτός τους σκότωσε σε μια τοποθεσία μεταξύ Γρανίτη και
Tyrnovou171 (Σ.Μ: χωριό γειτονικό του Γρανίτη) σύμφωνα με τις
καταθέσεις του κατοίκου της Προσοτσάνης Πάσχου Ντίβρου. Όσο για τους
Ιωάννη Καραγιάννη, Κούπτσιο Άρμεν και Ιωάννη Βλάχο, έχω να καταθέσω
τα παρακάτω: Τον Ιούνιο του 1917 Βούλγαροι εξόρισαν 318 κατοίκους της
Προσοτσάνης, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Ιωάννης Καραγιάννης, τον
οποίο μετέφεραν σε σχολείο της Δράμας το οποίο είχαν μετατρέψει σε
φυλακή και εκεί τον σκότωσαν στις 7 Ιουλίου 1917 κάτω από τις ακόλουθες
συνθήκες: Όταν ξεκίνησαν από την Προσοτσάνη ο Καραγιάννης είχε μαζί
του 500 τουρκικές λίρες και 4.000 λέβα, τα οποία τα προσέφερε στον
Panitsa για να τον αφήσει ελεύθερο. Αλλά ο Panitsa δε αρκέστηκε στα
χρήματα αυτά και καθώς ήξερε ότι ο Καραγιάννης ήταν πλούσιος, του
ζήτησε και άλλα χρήματα ως λύτρα με τη μεσολάβηση των πρακτόρων του
Damian Tsapkinoff που κατάγεται από το Λειβαδίτη Νευροκοπίου, Athanas
Driaptso που κατάγεται από την Προσοτσάνη, Λάμπρο Τοπούζη που
κατάγεται από τα Κοκκινόγεια και Πέτρο Βολακλή, όλοι ήδη κάτοικοι
Βουλγαρίας. Πραγματικά άφησε ελεύθερο τον Καραγιάννη για 4 μέρες, στην
διάρκεια των οποίων ο Καραγιάννης συναντήθηκε με τους συμπατριώτες
του Δημήτριο Κοτσάνα, ο οποίος του δάνεισε 20.000 λέβα και Μαρούλη
από τον οποίο δανείστηκε άλλα 25.000 λέβα. Τα χρήματα αυτά τα έδωσε σε
ένα συνεργάτη του Panitsa, τον Damian Tsapkinoff, στο σπίτι του Ν.
Βουζακλή, κατοίκου Δράμας. Αλλά όλα αυτά τα ποσά δεν ήταν αρκετά για
να σώσουν τη ζωή του ανωτέρω, παρά μόνο για να ικανοποιήσουν για λίγο
τα άγρια ένστικτα των Κρούμων, παρόλο που δανείστηκε διάφορα ποσά από
άλλους, όπως από τον Αθανάσιο Οικονόμου 10.000 λέβα ο οποίος και του
τα έδωσε. Τέλος, στις 7 Ιουλίου 1917, ο Panitsa και η συμμορία του, για να
καλύψουν τα εγκλήματά τους, σκότωσαν τον Καραγιάννη Άρμεν Κιούπτσιο
και τον Δημήτριο Τσιρόβαλη (κατοίκους Προσοτσάνης) και τους έριξαν σε
ένα πηγάδι στον κάμπο του Ξηροποτάμου όπου ύστερα από μερικές μέρες
εξαιτίας της ανυπόφορης οσμής από την αποσύνθεση, τους πήραν από εκεί
και τους έθαψαν σε ένα χωράφι. Το Νοέμβριο του 1918 του ξέθαψαν μαζί
με άλλους δέκα σκελετούς που δεν ήταν δυνατό να αναγνωριστούν.
171
Δεν εντοπίστηκε οικισμός με το όνομα Τyrnovou.Υποθέτουμε ότι εννοεί το
Zyrnovo, σημερινός οικισμός Κάτω Νευροκόπι Δράμας
244
Ο Δήμαρχος της Προσοτσάνης
Βασίλειος Βουλτσιάδης
Προσοτσάνη 12/25 Φεβρουαρίου 1919
Ενθυμούμαι ότι στα τέλη του μηνός Αυγούστου 1916, κατά τη διάρκεια
της βουλγαρικής εισβολής στην Ανατολική Μακεδονία στο δρόμο της
Προσοτσάνης προς τη Δράμα και κοντά στην τοποθεσία Μποναρμπά
βρέθηκαν 6 ή 7 σκελετοί που ανήκαν σε Έλληνες στρατιώτες που
κατάγονταν από τα περίχωρα της Προσοτσάνης και έφεραν τραύματα στο
στήθος και στο κεφάλι. Ένας από τους σκελετούς, αναγνωρίστηκε, ήταν
αυτός του Γεωργίου Χατζηνικολάου. Θυμάμαι ότι όλα τα πτώματα ήταν
κατατεμαχισμένα. Η γνώμη μου είναι ότι τα πτώματα αυτά ανήκαν σε
Έλληνες στρατιώτες που επέστρεφαν στα χωριά τους καθώς το 4 ο Σώμα
Στρατού στο οποίο ανήκαν έπρεπε να αναχωρήσει για τη Γερμανία,
δολοφονήθηκαν όμως στο δρόμο της επιστροφής.. Επίσης βρέθηκαν και
άλλοι σκελετοί οι οποίοι αναγνωρίστηκαν αλλά τώρα δεν θυμάμαι τα
ονόματα των θυμάτων. Τους θάψαμε στο γειτονικό χωριό που ονομάζεται
Plevna172, στην περιοχή Μπονάρμπα.
Τα πτώματα βρέθηκαν με δεμένα τα χέρια σε χωριστούς λάκκους στις
όχθες του ποταμού Μπονάρμπα, σε μια περιοχή με πυκνούς θάμνους. Δεν
γνωρίζω τίποτα άλλο παρά μόνο ό,τι διαπίστωσα από την αυτοψία που ο
ίδιος πραγματοποίησα, με την οποία είδα τα τραύματα που έφεραν.
***
172
σημερινός οικισμός Πετρούσα Δράμας
245
***
***
246
***
Ο ονομαζόμενος Αθανάσιος Αστεριάδης, ηλικίας 35 ετών, κάτοικος
Προσοτσάνης, αφού ορκίστηκε έκανε την παρακάτω κατάθεση.
***
***
247
Γνωρίζω ότι το Δεκέμβριο του 1917 οι Βούλγαροι συνέλαβαν εκ νέου
τον Ιωάννη Δ. Ζάμπα, αδελφό του δολοφονημένου Χρήστου Ζάμπα και τον
βασάνισαν τόσο όσο να πεθάνει μετά από μερικές μέρες.
Ο Φώτιος Τόσκα, ο Δημήτριος Κατησιάνης, ο Στέργιος Ζάμπας, ο Γ.
Καραΐσκος, κάτοικοι Προσοτσάνης, πιστοποιούν, αφού ορκίστηκαν, την
κατάθεση του Αθανασίου Αστεριάδη.
***
***
173
πιθανότατα εννοεί Zyrnovo, σημερινός οικισμός Κάτω Νευροκόπι Δράμας
248
μπορώ να πω ποιοι, είχαν όμως αρχηγό τον τοπικό διοικητή, τον
αξιωματικό Ivanoff.
***
249
περιεχόμενο της κατάθεσης του Αθανάσιου Πράσχου, αφού ορκίστηκαν,
επιβεβαίωσαν την αλήθεια του περιεχομένου της κατάθεσης.
Έξω από την Προσοτσάνη, κοντά στο χωριό Γρανίτη, είδα τα πτώματα
του Αβραάμ Τσάλα και του Χρήστου Ζάμπα που ήταν κατατεμαχισμένα από
ξιφολόγχη και επειδή ανέφερα το γεγονός στους γονείς τους, οι Βούλγαροι
με φυλάκισαν και με βασάνισαν.
Λίγο καιρό μετά από την εισβολή των Βουλγάρων ο Λάμπρος Σιάφκας
σκοτώθηκε από αυτούς λίγο έξω από την Προσοτσάνη. Το πτώμα του το
έφαγαν τα σκυλιά γιατί κανείς δε τολμούσε να το αναζητήσει και να το
θάψει. Διοικητής του τόπου ήταν τότε κάποιος του οποίου δε θυμάμαι το
όνομα, αντικαταστάτης του Διοικητή Ivanoff.
Τον Σιάπκα τον φυλάκισαν από την πρώτη μέρα της βουλγαρική
κατοχής. Τότε ήταν διοικητής στην Προσοτσάνη ο Voris Ivanoff,
Υπολοχαγός από το Kustendil. Ύστερα από λίγες μέρες τον έβγαλαν από τη
φυλακή και λίγο αργότερα βρέθηκε σκοτωμένος έξω από την Προσοτσάνη.
Το πτώμα του έμεινε άταφο, είπαν ότι τον έφαγαν οι σκύλοι. Δεν υπάρχει
καμιά αμφιβολία ότι ο Σιάπκας σκοτώθηκε από τους Βούλγαρους γιατί ούτε
και στη Βουλγαρία που μεταφέρθηκε, κατά δήλωσή τους, δεν έχει δώσει
σημεία ζωής.
***
250
Η ονομαζόμενη Ευαγγελία Σιάπκα, κάτοικος Προσοτσάνης, ηλικίας 45
ετών, επάγγελμα οικιακά, αφού ορκίστηκε έκανε την παρακάτω
κατάθεση.
Κατά το μήνα Αύγουστο 1916 οι Βούλγαροι συνέλαβαν το σύζυγό μου
Χαράλαμπο Σιάπκα και τον έβαλαν φυλακή στην Προσοτσάνη για μερικές
μέρες. Τον βασάνισαν ανελέητα. Οι Βούλγαροι Κομιτατζήδες Αθανάσιος
Τόπλιος και Χρήστος Μητσόλου και ένας Βούλγαρος αξιωματικός του
οποίου δε γνωρίζω το όνομα ήρθαν νύχτα στο σπίτι μου και μου ζήτησαν
ναπολεόνια (γαλλικό νόμισμα) για να απελευθερώσουν το σύζυγό μου. Με
ανάγκασαν να τους πληρώσω 300 ναπολεόνια. Κάποια νύχτα, καθώς έμαθα
αργότερα, τον έβγαλαν από τη φυλακή και τον σκότωσαν έξω από την
Προσοτσάνη. Το πτώμα του δεν βρέθηκε πουθενά.
***
Sarnitz174
251
μαλλιά 300 οκάδες, μας επιτάξανε 502 πρόβατα, 6 μουλάρια, 12 βόδια, 5
όνους και 2 αγελάδες. Καθημερινά μας πήγαιναν στις αγγαρείες έξω από το
χωριό και όταν κάποιος δεν μπορούσε να εργαστεί, τον έδερναν ανελέητα.
Μας έδερναν ακόμα και όταν δουλεύαμε και κάναμε αυτό που ήθελαν. Το
έκαναν για την ευχαρίστησή τους.
Αποσπούσαν ό,τι ήθελαν και ό,τι τους άρεσε. Ισχυρίζονταν ότι ο στρατός
τους είχε ανάγκη από είδη εφοδιασμού και συντήρησης κι έτσι έπαιρναν ό,τι
ήθελαν χωρίς να πληρώσουν. Με τον τρόπο αυτό μας πήραν ακόμα και τα
πουκάμισά μας.
Αναφέρομαι στον πίνακα που σας παρέδωσα και του οποίου
επιβεβαιώνω απόλυτα το περιεχόμενο.
***
Tyrnovo175
Πίνακας με βάση τη δήλωση του Προέδρου της Κοινότητας
175
πιθανότατα εννοεί Zyrnovo, σημερινός οικισμός Κάτω Νευροκόπι Δράμας
252
***
***
253
Tchataldja176
***
176
σημερινός οικισμός Χωριστή Δράμας
254
εξόριστους συμπατριώτες μας στη Βουλγαρία πέθαναν εκεί 216 άτομα ενώ
επέστρεψαν στο χωριό 183 άτομα. Τα ονόματα των προσώπων αυτών είναι
γραμμένα στον πίνακα που σας παρέδωσα και προσθέτω ότι για κάθε άλλη
λεπτομέρεια είμαι στη διάθεσή σας.
***
ΠΡΑΚΤΙΚΟ
255
1 Γεώργιος Αθανασίου 19 Παντοπώλης
3.
256
του ταξιδιού μας απαγόρευαν να εγκαταλείψουμε το βαγόνι για να πάρουμε
νερό γιατί έπρεπε να το προμηθευτούμε από τους Βούλγαρους στρατιώτες,
φυσικά πληρώνοντάς το. Στην Ξάνθη μας έδωσαν ένα ψωμί στον καθένα
και στην Stara -Zagora μας έδωσαν δύο ψωμιά στον καθένα.
Στη Soumla μας πήγαν για απολύμανση. Μας ανάγκασαν να τους
δώσουμε τα χρήματα που είχαμε μαζί μας εκτός από 100 λέβα. Αλλά οι
περισσότεροι αρνήθηκαν να τα παραδώσουν και κατόρθωσαν να κρύψουν
ένα μέρος από αυτά. Ύστερα από πέντε μέρες που περάσαμε στη Soumla,
ολόκληρη την ομάδα μας την πήγαν στην Dolobella, προάστιο του Vidimo,
όπου εργαστήκαμε είκοσι τρεις μέρες στην κατασκευή της σιδηροδρομικής
γραμμής. Από κει μας πήγαν στο Kitchevo για να εργαστούμε πάντα στην
σιδηροδρομική γραμμή.
Για κατοικία δεν είχαμε τίποτα παρά κάτι αχυροκαλύβες που τις
φτιάχναμε εμείς οι ίδιοι και ποτέ δε μας έκαναν ούτε την ελάχιστη διανομή
ασπρορούχων και σκεπασμάτων.
Στις αρχές η τροφή μας αποτελείτο από 600 γρ. ψωμί και μια σούπα
λαχανικών, έξι λάχανα για 415 άτομα. Αλλά αργότερα αντικαταστάθηκαν
από ξερά λαχανικά και ντομάτες (έξι οκάδες για 415 άτομα). Τις
πληροφορίες αυτές μου τις έδωσε ο Ανέστης Κούντουρας ο οποίος
εκτελούσε χρέη μάγειρα. Από το μήνα Νοέμβριο η μερίδα του ψωμιού
περιορίστηκε στα 300 γρ. Η εργασία άρχιζε μία ώρα πριν την ανατολή και
εξακολουθούσε μέχρι τη νύχτα με διακοπή μιας ώρας το μεσημέρι για
φαγητό. Τον Δεκέμβριο του 1917, για την κατασκευή μιας γέφυρας η
δουλειά συνεχιζόταν και τη νύχτα κάτω από το φως λάμπας πετρελαίου
(λουξ).
Κάθε παράβαση εργασίας αμειβόταν με ξυλοδαρμούς. Τους αρρώστους
τους επισκεπτόταν γιατρός συνοδευόμενος από δύο επιλοχίες για να
πιστοποιήσουν ότι ήταν πραγματικά άρρωστοι. Έδερναν αυτούς που είχαν
παραμείνει στις αχυροκαλύβες, τους κτυπούσαν χωρίς σταμάτημα, μάλιστα
σε μερικές περιπτώσεις κτυπούσαν ακόμα και τους ήδη νεκρούς.
Το νοσοκομείο ήταν διαθέσιμο μόνο για αυτούς που μπορούσαν να
πληρώσουν. Και εκεί δεν υπήρχε καμιά φροντίδα, ούτε τροφή, παρά μόνο η
δυνατότητα να ξεκουραστείς.
Ένα μέρος της αλληλογραφίας και των δεμάτων είχε καταληστευτεί.
Η θνησιμότητα ήταν τρομακτική και οι ομάδες των εξόριστων, που η
καθεμία αποτελείτο από 500 άτομα, συμπληρώνονταν τακτικά από νέες
αφίξεις για την αναπλήρωση των κενών που οφείλονταν σε θανάτους. Το
Δεκέμβριο του 1916 και τον Ιανουάριο του 1917 από την ομάδα μας είχαμε
κάθε μέρα μέχρι 50 άτομα νεκρά. Τους έθαβαν όλους γυμνούς ομαδικά σε
μεγάλους λάκκους χωρίς θρησκευτική τελετή. Σαράντα άτομα
απασχολούνταν κάθε μέρα με το άνοιγμα των λάκκων.
257
Εξαίρεση έκαναν στους αρρώστους και στους αναπήρους της ομάδας
μας στο Kitchevo, σε ένα χωριό όπου από τα 270 άτομα που βρίσκονταν
εκεί, τα 200 περίπου πέθαναν.
Οι σκηνές της αγριότητας επαναλαμβάνονταν καθημερινά και πολλές
φορές τα θύματα υπέκυπταν επιτόπου από τα κτυπήματα που δέχονταν: έτσι
χάθηκαν ο Γεώργιος Νταούτης από την Καβάλα, ο Κώστας που ήταν
μπακάλης στην Καβάλα και είχε το παντοπωλείο “Bonne Marse”, ο
Οδυσσέας Αλεξίου από τη Χωριστή.
Τη στιγμή που τα συμμαχικά στρατεύματα προέλαυναν στη Βουλγαρία, οι
Βούλγαροι μας πήραν μαζί τους καθώς υποχωρούσαν. Τότε ήμασταν 1.800
στο Kitchevo και μας πήγαν στη Σόφια με συνοδεία, ύστερα από πορεία 18
ωρών την ημέρα. Στη Σόφια οι συμμαχικές αποστολές μας επιβίβασαν στα
τραίνα για επαναπατρισμό. Οι σύμμαχοι στρατιώτες ήταν εκείνοι που μας
έδωσαν κάτι για τροφή.
Από το Kitchevo στη Σόφια δε μας έδωσαν παρά μόνο μισό ψωμί για
δώδεκα μέρες που διήρκεσε το ταξίδι μας. Τρώγαμε φρούτα και λαχανικά
που μαζεύαμε από χωράφια στις άκρες του δρόμου. Από τους 1.800 που
ξεκινήσαμε από το Kitchevo φθάσαμε στη Σόφια 663. Οι άλλοι χάθηκαν
στο δρόμο από εξάντληση»
***
177
οικισμός στη Θράκη
258
Επικεφαλής ήταν κάποιος Βούλγαρος υπολοχαγός που ονομαζόταν
Marinoff.
***
Την πρώτη μέρα της κατοχής του χωριού μας από τους Βούλγαρους ένας
Βούλγαρος δικαστικός που τον έλεγαν Georgieff ήρθε στο σπίτι μου και
καθώς οι ιδιοκτήτες έλειπαν στη Δράμα επωφελήθηκε από την ευκαιρία και
χρησιμοποιώντας βία, με έκανε ερωμένη του. Ύστερα από αυτό παρέμεινε
στο σπίτι μου έξι μήνες και μετά αναχώρησε και δεν τον είδα ποτέ πια.
Απέκτησα μαζί του ένα αγόρι, το οποίο δεν βρίσκεται στη ζωή.
***
178
σημερινός οικισμός Χωριστή Δράμας
259
Ο ονομαζόμενος Αθανάσιος Ι. Φυλακτός που γεννήθηκε στην
Tchataldja179, ηλικίας 32 ετών, κάτοικος Tchataldja, επάγγελμα ελεύθερος
επαγγελματίας, αφού ορκίστηκε έκαμε την παρακάτω κατάθεση.
***
179
σημερινός οικισμός Χωριστή Δράμας
260
κάτω, από την κούραση, την έλλειψη τροφής και τα βασανιστήρια. Η
δουλειά άρχιζε πολύ νωρίς το πρωί μέχρι τις 6 ώρα το βράδυ με ένα
διάλειμμα μισής ώρας για φαγητό. Τα αίτια της μεγάλης θνησιμότητας ήταν:
το έργο που μας ανέθεσαν, η κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής, που
οδηγούσε από το μέτωπο ως το Μοναστήρι και που ήταν πρώτης
προτεραιότητας. Έτσι μας ανάγκαζαν όλους να δουλεύουμε χωρίς να
κάνουν καμία εξαίρεση ούτε ακόμα για τους ασθενείς, τους οποίους πολλές
φορές τους κτυπούσαν, πράγμα που είχε σαν συνέπεια την εξάντληση και το
θάνατό τους.
***
Vissotchani180
Πίνακας με βάση τη δήλωση του Προέδρου της Κοινότητας
261
***
Αναφέρομαι στη λίστα που σας παρέδωσα και στην οποία αναφέρονται
οι ζημίες που υπέστη το χωριό μας από τη βουλγαρική εισβολή. Ο
πληθυσμός μειώθηκε κατά 250 άτομα. Άλλοι εξορίστηκαν και άλλοι
πέθαναν από την πείνα και τις στεναχώριες. Η κτηνοτροφία αριθμούσε
14.000 κεφάλια, από τα οποία παρέμειναν 2.840. Οι εξόριστοι στη
Βουλγαρία ανέρχονταν σε 98 από τους οποίους οι 86 έχουν επιστρέψει. Η
εσοδεία του χωριού, πολύ πλούσια, επιτάχθηκε κατά επανάληψη χωρίς ποτέ
να αποζημιωθεί. Ο πληθυσμός υπέφερε τα μέγιστα και από τις έρευνες που
θα κάνετε για τα εγκλήματα που έγιναν στο χωριό, θα βεβαιωθείτε για όλα
όσα σας ανέφερα.
***
Ήμουν άρρωστη από εξανθηματικό τύφο την ημέρα που τρεις Βούλγαροι
κλείσανε το σύζυγό μου και ιερέα του χωριού σε ένα γειτονικό δωμάτιο.
Εκεί τον κτύπησαν και τον μαχαίρωσαν και στην κατάσταση αυτή τον
έριξαν στο δωμάτιο όπου βρισκόμουν εγώ. Ο σύζυγός μου κάποια νύχτα με
φώναξε και μου είπε: «Θα πεθάνω. Φρόντισε τα παιδιά μας». Ο Βούλγαρος
γιατρός που ήρθε για να τον επισκεφτεί μου είπε επίσης ότι θα πεθάνει πολύ
γρήγορα, πράγμα που έγινε. Μία υπηρέτρια που ονομαζόταν Φωτεινή και
ζούσε στη Δράμα τον περιποιήθηκε στην διάρκεια της αρρώστιας του.
***
262
Παρέμεινα στην Μακεδονία όλο το διάστημα της βουλγαρικής εισβολής.
Με πήγαν στη Νέα Καρβάλη Καβάλας μαζί με άλλους για να εργαστούμε
στα εκεί εκτελούμενα δημόσια έργα. Ήμουνα μαζί με το Σταμάτη Τσιάρα
όταν κάποια μέρα οι δύο μας βρισκόμασταν ξαπλωμένοι στο έδαφος,
άρρωστοι από εξάντληση και κούραση. Ήρθε κοντά μας ένας Βούλγαρος
λοχίας και απηύθυνε μερικές ερωτήσεις στο συνάδελφό μου. Στη συνέχεια
τον κτύπησε με το μπαστούνι του και τον απομάκρυνε από μένα. Από τη
μέρα αυτή και μέχρι σήμερα δεν τον ξαναείδα.
***
182
Μοναστήρι
183
σημερινός οικισμός Ξηροπόταμος Δράμας
263
του σχολείου γιατί ήταν άρρωστος. Ταυτόχρονα όλη η οικογένειά του ήταν
άρρωστη αλλά φυλάκισαν μόνον αυτόν. Η γυναίκα του από τότε δεν
μπόρεσε να τον δει. Ύστερα από μία εβδομάδα ο ιερέας πέθανε. Και
ακούσαμε να λένε όλοι την ίδια μέρα που πέθανε ότι τον δολοφόνησαν οι
Βούλγαροι και τον έθαψαν οι ίδιοι στη διάρκεια της νύχτας. Και το γιο μου,
επίσης, τον Σταμούλη Γ. Τσάρα τον πήραν οι Βούλγαροι στη Νέα Καρβάλη
και το παιδί μου αρρώστησε. Ήταν 17 ετών. Ύστερα από 20 μέρες ο
Βούλγαρος λοχίας τον ανάγκασε να εργαστεί και καθώς ο γιος μου δεν
μπορούσε να περπατήσει τον κτύπησαν με μπαστούνι σε τέτοιο σημείο που
πέθανε την ώρα που τον μετέφεραν στην Καβάλα. Έμαθα το δυστύχημα
αυτό από το συμπατριώτη μου Γεώργιο Δημητρίου που ήταν παρών στο
περιστατικό. Και από τον Δημήτριο Κιοσσέ που ήταν και αυτός παρών.
Ένας άλλος, ο Πέτρος Τότσου, εξαφανίστηκε από το χωριό κάποια μέρα
που πήγε στα χωράφια του για να τα καλλιεργήσει. Μαζί με τον ιερέα του
χωριού πήγαμε να δούμε κάποια πτώματα τα οποία βρέθηκαν σε ένα
πηγάδι. Εκεί είδα τις οικογένειες των τεσσάρων νεκρών οι οποίοι
αναγνωρίστηκαν. Τα πτώματα στη συνέχεια μεταφέρθηκαν και τάφηκαν
αλλού. Ένα από τα πτώματα αυτά ανήκε στον Αρχιεπίσκοπο που πολύ
αργότερα μάθαμε ότι επρόκειτο για τον Αρχιεπίσκοπο Ελευθερούπολης.184
***
184
Πολύ αργότερα έγινε γνωστό ότι τον Αρχιεπίσκοπο Ελευθερούπολης τον σκότωσαν στο
χωριό Δάτο Καβάλας
264
Ξηροπόταμος 24 Φεβρουαρίου / 7 Μαρτίου 1919
***
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ
Σήμερα στις 2/15 Μαρτίου 1919 στο χωριό Vissotchani ενώπιόν μας ο
G. Babitch και Εμμανουήλ Τσιριμονάκης, μέλη της Διασυμμαχικής
Επιτροπής, με τη βοήθεια και συμπαράσταση του Έλληνα κυβερνητικού
εκπροσώπου κ. Γ. Διαμαντοπούλου, εμφανίστηκαν οι κάτωθι
αναφερόμενοι: Κωνσταντίνος Βουλγούρης, Κωνσταντίνος Αντωνίου,
Νικόλαος Τέτσιος, Αθανάσιος Νέτσιος και ο Hassan-Bei Emin, όλοι
κάτοικοι Ξηροποτάμου, οι οποίοι αφού έδωσαν τον ορισμένο όρκο
δήλωσαν ότι συμφωνούν στο σύνολό της με την κατάθεση που έκαναν
μπροστά στον αντιπρόσωπο του Υπουργείου των Εσωτερικών, Γενικό
Γραμματέα της Κυβέρνησης του Διαμερίσματος Ανατολικής Μακεδονίας, κ.
Παν. Κυριαζίδη.
Έλαβαν γνώση της γραπτή κατάθεσής του και δήλωσαν ότι επιμένουν
στην αλήθεια του περιεχομένου της. Προσέθεσαν επιπλέον ότι η εκταφή των
σκελετών το μήνα Οκτώβρη του 1918 έγινε με την παρουσία του Δρ.
Βάντζη, Δημάρχου της Δράμας και ότι ο ίδιος τράβηξε και μία φωτογραφία
αυτών των σκελετών. Ο κ. Ζάρβας, τώρα γενικός Διοικητής της Σάμου,
ήταν επίσης παρών στην εκταφή των σκελετών. Οι ίδιοι μάρτυρες
προσθέτουν μεταξύ των άλλων ότι οι σκελετοί εκτάφηκαν από τους γονείς
των θυμάτων για να ενταφιαστούν στο τόπο διαμονής τους, δεδομένου ότι
185
σημερινός οικισμός Ξηροπόταμος Δράμας
265
κανένα από τα θύματα δεν ήταν κάτοικος ή ντόπιος της περιοχής
Ξηροποτάμου.
Οι μάρτυρες Κωνσταντίνος Αντωνίου, Κωνσταντίνος Βουλγούρης και
Νικόλαος Τέτσιος οι οποίοι εξέτασαν τα λείψανα που βρέθηκαν στο πηγάδι,
βεβαιώνουν ότι όλα τα θύματα έφεραν ευρωπαϊκά ενδύματα και ότι έφεραν
ίχνη των οπών που προξενήθηκαν από κτυπήματα με ξιφολόγχη.
Μετά την ακρόαση των μαρτύρων πήγαμε στο πηγάδι που βρίσκεται σε
μία απόσταση δύο χιλιομέτρων νοτιοανατολικά του χωριού, όπου είδαμε σε
πέντε βήματα το λάκκο όπου είχαν θάψει τα πτώματα και που ήταν ακόμα
ανοικτός. Παρατηρήσαμε αρκετά ανθρώπινα οστά ανακατεμένα με
κουρέλια από ρούχα καθώς επίσης και κρανία σπασμένα από κτυπήματα.
Το θέαμα αυτό δε μας αφήνει ούτε την ελάχιστη αμφιβολία όσον αφορά την
αλήθεια των γενομένων καταθέσεων των παραπάνω μαρτύρων.
***
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ
266
πτώματα και ειδοποίησε αμέσως τον Χότζα186 του χωριού. Πήγαν
ακολούθως στη Δημαρχία για να προμηθευτούν μία άδεια μετάβασης στη
Δράμα για να αναφέρουν εκεί το γεγονός και να ενημερώσουν τις αρχές για
το εύρημά τους. Αλλά ο Δήμαρχος του χωριού, Βούλγαρος Κομιτατζής
Athanase Yani, που είχε διοριστεί στη Δημαρχία από τις βουλγαρικές
στρατιωτικές αρχές, αρνήθηκε να τους χορηγήσει σχετική άδεια. Ο εν λόγω
Yani ήταν κάτοικος του χωριού και τον καιρό της Τουρκοκρατίας και το
σπίτι του χρησίμευε ως τόπος συνάντησης των Βουλγάρων συμμοριτών, οι
οποίοι είχαν τότε κατακλύσει τη χώρα. Μπροστά στην επιμονή του Hassan-
Bei ο Δήμαρχος κάλεσε τον αγροφύλακα και τον διέταξε μαζί με τον
Hassan-Bei να μεταβούν στο πηγάδι αλλά πριν από αυτό πήρε κατά μέρος
τον Τούρκο και του είπε: «Μείνε ήσυχος, δεν πρόκειται για ομοεθνείς σας
αλλά για Έλληνες». Ο αγροφύλακας έδωσε εντολή σε τρεις Έλληνες
χωρικούς, μεταξύ των οποίων και ο Κωνσταντίνος Αντωνίου και ο
Αθανάσιος Νέτσιος που ήταν παρόντες, να τον ακολουθήσουν στο πηγάδι
και εκεί να ανοίξουν έναν άλλο μεγάλο λάκκο. Λίγα λεπτά αργότερα έφθασε
επιτόπου ο Δήμαρχος Athanase Yani μαζί με άλλους δύο χωρικούς, τον
Νικόλαο Τότσιο και τον Κωνσταντίνο Βουλγούρη και όλοι αυτοί, ύστερα
από εντολή του Δημάρχου, άνοιξαν το πηγάδι και βρήκαν εννέα πτώματα τα
οποία έφεραν κτυπήματα από ξιφολόγχη και είχαν τα χέρια δεμένα με
σύρματα. Φαινόταν καθαρά ότι τα θύματα οδηγήθηκαν εκεί δεμένα ανά δύο
και ότι τα σύρματα τα κόψανε εκεί πριν τους σκοτώσουν για να τους ρίξουν
πιο εύκολα στο πηγάδι. Ο Hassan-Bei κατόρθωσε να αναγνωρίσει κάποια
από τα πτώματα: 1ον κάποιου Πέτρου, κάτοικου του Θησαυρού
ον
Παρανεστίου, 2 του Ζ. Κούπτσιου από το χωριό Βόλακας που έφερε μια
πληγή στο κεφάλι, 3ον κάποιου Καραγιάννη, Προεστού της Προσοτσάνης.
Στη συνέχεια της επιχείρησης αυτής οι παριστάμενοι άκουσαν τον Βούλγαρο
Δήμαρχο να λέει ότι είχε να βγάλει από το πηγάδι το πτώμα κάποιου ιερέα
και πραγματικά, ανάμεσα στα πτώματα υπήρχε και ένα με άσπρα γένια. Τα
πτώματα στη συνέχεια ενταφιάστηκαν στο λάκκο και οι Βούλγαροι
αποχώρησαν αφού επέστησαν την προσοχή των Ελλήνων για τις συνέπειες
που θα είχε η τυχόν αποκάλυψη αυτής της ιστορίας.
Το ίδιο βράδυ ένας κομιτατζής παρέα μ’ ένα στρατιώτη πήγαν στο σπίτι
του Hassan-Bei και του είπαν ότι ο Mehmet, κάτοικος του χωριού και
ιδιοκτήτης του χωραφιού στο οποίο τάφηκαν τα πτώματα, έπρεπε να
ειδοποιηθεί ώστε να μεταβεί την επομένη στο χωράφι του για όργωμα ώστε
να ισοπεδώσει το έδαφος και να εξαφανιστούν τα ίχνη του λάκκου. Ο
Hassan-Bei κατέθεσε ότι τον περασμένο Σεπτέμβριο έμαθε από κάποιο
Pitko, Βούλγαρο υπάλληλο, ότι οι Βούλγαροι χωροφύλακες ήταν οι δράστες
της υπόθεσης και ότι ένας από τους δύο είχε μαζί του ακόμα το κουτί με τα
τσιγάρα που έφερε το όνομα του Καραγιάννη σκαλισμένο στο εσωτερικό
186
Μουσουλμάνος ιερέας
267
του. Ο Pitko πρόσθεσε ότι οι δύο αυτοί χωροφύλακες θα έμεναν ατιμώρητοι
γιατί εκτελούσαν διαταγές του Στρατιωτικού Διοικητή της Δράμας
Semertzieff.
***
187
δε βρέθηκε κατά την έρευνα
268
σχολείο της Δράμας. Από τη στιγμή αυτή δε θα γνωρίζαμε τίποτα για την
τύχη του εάν το πτώμα δεν είχε ανακαλυφθεί μαζί με άλλα οκτώ στο πηγάδι
του Ξηροποτάμου.
Πήρα μια άδεια να έρθω από τη Plevna188 όπου βρισκόμουν εξόριστος
και παραβρέθηκα στην εξαγωγή των πτωμάτων από το πηγάδι.
Αναγνώρισα το χρυσό του δακτυλίδι που έφερε την ημερομηνία της
γέννησής του στο δεξί του χέρι και το χρυσό του πορτοφόλι.
Επίσης γνώρισα και τα άλλα δύο πρόσωπα, από τα οποία το ένα ήταν
μάλλον ο Μητροπολίτης της Ελευθεροπόλεως Γερμανός. Όσον αφορά αυτό
το πρόσωπο δε μπορώ να το πω ότι ήταν αυτός με σιγουριά. Δεν είχε
απομείνει τίποτα από το πτώμα του παρά μόνο τα κόκαλά του, αλλά
ανάμεσα στους άλλους σκελετούς παρατήρησα ιερατικά άμφια που ασφαλώς
ανήκαν σε ιερέα και καθώς δε γνώριζα κανέναν άλλον ιερέα θύμα, υπέθεσα
ότι επρόκειτο για το Μητροπολίτη που εξαφανίστηκε. Νομίζω όμως ότι το
ράσο που βρέθηκε ανήκε σε αυτόν αν και είχε υποστεί μεγάλη φθορά μέσα
στο πηγάδι.
Η οικογένεια του Καραγιάννη είχε αποκλειστεί στο χωριό, καθώς σε όλο
τον πληθυσμό είχε απαγορευθεί η έξοδος από το χωριό κι έτσι δε μπορούσε
κάποιος να μεταβεί στη Δράμα.
***
ΤΕΛΟΣ
188
σημερινός οικισμός Πετρούσα Δράμας
269
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ
Α
Αγαθούπολη……244
Αγγέλωφ……21. 30, 166
Αγία Παρασκευή……173
Αγινιορίτης Άγγελος……186
Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, μονή……22
Αδαμαντίδης Αθανάσιος……200
Άδρα……215, 218
Αδριανούπολη……34, 112
Αθανασιάδης Δημήτριος……176
Αθανασιάδης Θεόφιλος……144
Αθανασίου Γεώργιος……241
Αθήνα……11, 12, 204
Αλβανία……164
Αλεξίου Οδυσσέας……243
Αλιστράτη……177
Αμυγδαλεώνας……16
Αναστασίου Ιωάννης……24
Ανατολική Ρωμυλία……182
Ανδρεάδης, διαχειριστής νομαρχίας Σερρών……52, 54, 62, 64, 73
Ανδρεόγλου Νικόλαος……174, 188
Άντερσον……28
Αντωνίου Κωνσταντίνος……250, 251, 252
Αντωνίου Νικόλαος…..153
Αργυριάδης Χρήστος……204
Αργυρίου Γεώργιος……250
Αργυρόκαστρο……159
Άσπρη θάλασσα……175
Αστεριάδης Αθανάσιος……233, 234
Αχλαδόρεμα……79
270
Β
Βαμβακάς Παντελής……215, 216, 217
Βάμβας Βασίλειος……236
Βανάου Βασίλειος……235
Βάντζης, δήμαρχος Δράμας……250
Βαντής Δημήτρης……163
Βάρναλης Αντώνης……168
Βαρνέρης Βασίλειος……172
Βασιλειάδης……151
Βασιλείου Αντρέας……11
Βασιλείου Θέμελης……170
Βασιλείου Κωνσταντίνος……11, 12, 38, 140
Βέλγιο……11, 41
Βερολίνο……25
Βιγκό Ζόζεφ, κτηνίατρος……38
Βισσοτσάνη, σημ. Ξηροπόταμος……17
Βλάχος Ιωάννης……230
Βογιατζής Χρήστος……193, 200
Βογοτάς Ζήσης……165
Βοϊκλής Νικόλαος……253
Βόλακας……252
Βολακλής Πέτρος……230
Βόλος……163
Βουζακλής Ν…….230
Βουλγούρης Κωνσταντίνος……250, 251, 252
Βουλτσιάδης Βασίλειος……230, 231, 235, 236
Βράκας Αντώνης……103
Βυζάντιο, ξενοδοχείο……179
Γ
Γαλανόπουλος……239
Γαλλία……11
Γερασίμου Δημήτριος……217
Γερμανία……52
Γερμανός, μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως……16, 254
Γεωργαντόπουλος Κωνσταντίνος……176
Γεωργιάδης Αθανάσιος……145, 146
Γεωργίου Δημήτριος……248
271
Γεωργίου Νάκος……241
Γιαννούλας Νικόλαος……213
Γιωτάκος Ιωάννης……188
Γκάβος Κωνσταντίνος……242
Γκατζούλης Θεόφιλος……216
Γκατζούλης Κωνσταντίνος……. 216
Γκεοργκίεφ……17
Γκορτσίνγκας Χρ. Συμ…….202
Γκουβέλης, λοχαγός……137
Γκούσιος Γιώργος……201
Γκούσιος, ιερέας……139
Γρανίτης……230, 234, 236, 239
Γρηγοριάδης Αθανάσιος……158
Δ
Δαμασκηνός, επίτροπος Νευροκοπίου……207
Δανιηλίδης Γεώργιος……167
Δαρδανέλλια……160
Δασούκης Νικόλαος……146
Δασωτό……161, 239
Δάτο……16
Δημάδης παπα-Διαμάντης……207, 208
Δημητρίου Γεώργιος……249
Δημητρίου Λεωνίδας……200
Δημητρίου Νικόλαος……248
Διαμαντόπουλος Γ…….251
Διαμαντόπουλος……157, 158, 250
Δοβρουτσά……35
Δοξάτο……192, 193, 194, 198, 199, 200, 203, 204
Δούναβης……35, 161, 164, 172, 184, 227
Δρακόπουλος Μηνάς……169, 187
Δρέσνα……29
Ε
Εικοσιφοίνισσα……18, 22, 142, 154
Ελευθερίου Πέτρος……241
Επιμενίδης Χρήστος……16
Ευθυμίου Μαρία Γρ…….172
272
Ζαγορά Ηπείρου……144
Ζάμβας Χαράλαμπος……229
Ζάμπα Εφρασία Χρ…….234
Ζάμπας Ιωάννης Δ.……234, 235
Ζάμπας Στέργιος……234, 236
Ζάμπας Χρήστος……234, 235, 236, 239
Ζάρβας……250
Ζβέτκοφ, διοικητής……16
Ζίχνη, ξενοδοχείο……179
Ζίχνη……180
Θ
Θάσος……163
Θεοδωρίδης Νικόλαος……226, 227
Θεσσαλονίκη……148, 163
Θησαυρός Παρανεστίου……252
Θόλος……180
Ι
Ιμαρέτ……21
Ιντζές, Παράδεισος……18
Ιωακειμίδης Ιωακείμ……249
Ιωάννινα……146, 178, 227
Ιωάννου Ευφροσύνη……75
Ιωάννου Λεωνίδας……193
Ιωάννου Τηλέμαχος……193, 200
K
Κακανάς Δημήτρης……253
Καλαθάκης Παναγιώτης……153
Καλαμπάκι……153, 173, 177, 196
Καλλίπολη Θράκης……160
Καλός Αγρός……186
Καλού Παύλος……227
Καλουτά Ζαν Ντ…….11
Καλτέζας Κωνσταντίνος……169, 186, 187
Καλύβας Αθανάσιος……157, 159
Καραγιάννης Αντώνιος……253, 254
273
Καραγιάννης Γεώργιος……177
Καραγιάννης Ιωάννης……139, 230, 239, 252, 253
Καραγιάννης……17, 41
Καραγκιούνης Αλκιβιάδης……216
Καραίσκος Γ.......234
Καραμανλής……201
Καραμερτσάνης Λάμπρος……148, 149, 155
Καράσκοφ Γεώργιος……235
Καραστά……153
Καρατζόγλου Θεόδωρος……193, 200
Καρβέλας Ε. Κώστας……244
Καρναβάτι……35, 37
Κάρντιφ……50
Καστοριά……164
Καταρτζόγλου Γιαννάκης……200
Κατάχλωρο……79, 239
Κατησιάνης Δημήτριος……234
Κατσιγιάννης Δ. Ν…….236
Κατσούλη Χρυσή……220
Κάτω Τζουμαγιά, σημ. Κάτω Ηράκλεια Σερρών……33
Κέννεθ Α…….38
Κεσσάνη……160
Κεφαλλονιά……169, 187
Κιοναντόγλου Παναγιώτης……200
Κιοσσές Δημήτρης……249
Κιρκασία……156
Κίτσος Κωνσταντίνος……146, 147
Κόβμου Θεόδωρος……219
Κοκκινόγεια……188, 230
Κόλλιεφ, υπολοχαγός……29
Κολούσιος Άγγελος……90
Κομίνης……239
Κομοτηνή……148, 162, 165, 171, 208, 217, 253
Κοτρότσος Γεώργιος……180, 182
Κοτζακάρης Στέφανος……193, 200
Κοτσάνας Δημήτριος……230
Κουγουτσής Πέτρος……186
Κουδούνια……186
Κούνδουρας Ανέστης……241, 242
Κουντούρας Στέφανος……244
Κούπτσιος Άγγελος……235, 239
Κούπτσιος Άρμεν……230
Κούπτσιος Ζ…….252
274
Κουρτσάκης, εισαγγελέας……157
Κουτσονίκας Ιωάννης……166
Κουϋπερ Αϊμέ……11, 12, 38, 42
Κούψος……147
Κρεμεζής……160
Κρέσνα……186
Κρούμοι……230
Κύργια……195
Κυριαζίδης Παναγιώτης……250, 251
Κωνσταντίνου Ιωάννης……186
Κωνσταντίνου Χρήστος……164
Κωνσταντινούπολη……215
Λ
Λαζαρόλιας……214
Λακοβίκια, σημ. Μεσολακκιά……79
Λαμία……203
Λαμπρίδης Αθανάσιος……182, 185
Λαμπρίδης Θωμάς……178
Λειβαδιά……148
Λειβαδίτης Νευροκοπίου……230
Λευκόγεια……239
Λογοθέτης Αργύριος……152
Λυκουργιώτης……180, 181
Μ
Μ. Βρετανία……11
Μαγουλάς Μιχαήλ……170
Μαγουλάς Μιχαήλ……187
Μακρής Δημήτριος……216
Μακρόγλου Ιωάννης……244
Μάντζαρης Γεώργιος……193
Μαρζάρης Π. Σ…….200
Μάριτσα, ποταμός Έβρος……167
Μαρκόπουλο……239
Μαρούλη, καπνεμπορικός οίκος……253
Μαρούλη……230
Μαρώνεια……146
Ματάκος Δημήτρης……240, 252
Μαυρομιχάλης Π…….251
275
Μελαδινός Απόστολος……232
Μελένικο……22, 163
Μεσσίν Ανέστης……241
Μήτσας Πολυχρόνης……246
Μητσόλου Χρήστος……237
Μικρά Ασία……188
Μικρόπολη……152
Μιλέγκος Βασίλειος……232, 233
Μιλέγκος Ιωάννης……231, 233
Μιλέγκος Κωνσταντίνος……231
Μιλέγκου Μαρία Βασιλείου……233
Μιχαήλ Ιωάννης……147
Μιχαλακόπουλος……181
Μιχαλόγλου……215
Μοναστηράκι……162
Μοναστήρι……246
Μοσχίδης Γρηγόριος……171
Μοσχόπουλος, αρχιμανδρίτης……77
Μπακόπουλος, νομάρχης Δράμας……48, 51, 52, 54, 57, 59, 61, 65, 70,
75, 76, 147
Μπάμπιτς Γκιβουάν……11, 43, 192
Μπαξεβανίδης Νικόλαος……217
Μπελενίου-Σίστοβα, σιδηροδρομική γραμμή……35
Μπέλο Μόρσκα, διοικητικό διαμέρισμα……15
Μποναρμπά……231, 235
Μπονικλού Σωτήρης……218
Μπουλμόφ, στρατηγός……15
Μπούρας Ιωάννης……239
Ν
Ναούμ, πρεσβευτής της Ελλάδος στη Σόφια……48, 63, 64, 65, 74, 77, 78
Νάτσο, βοσκός……216
Ναύπακτος…….179
Νέα Δράμα, εφημερίδα……26, 56, 58
Νέα Καρβάλη……231, 232, 233, 248, 249
Νέα Μήδεια, Νέα Πέραμος……25, 61, 75
Νέλιας Ιωάννης Σωτηρίου……152
Νέλιας Κωνσταντίνος Χ…….152
Νεμέα……186
Νέστος……19
Νέτσιος Αθανάσιος……250, 251, 252
276
Νευροκόπι……173, 229, 235, 253
Νευροκοπλή Μαγδαληνή……232
Νευροκοπλής Αθανάσιος……232
Νικήσιανη……30, 147
Νικηφόρος……75, 206
Νικολαϊδης Νικόλαος……17, 87
Νίκου Ιωάννης……241
Νορθάμπερλαντ……11, 43
Νταούτης Γεώργιος……243
Ντεμίρ Χισάρ, Αλεξανδρούπολη……21
Ντέρπου Πάσχος……235, 236
Ντίβρος Πάσχος……230
Ντόμπροβιτς……25
Ντόντος Βασίλης……193, 200
Ντυτίλ Ζωρζ……11, 43
Ξ
Ξάνθη……145, 165, 208, 209
Ξηροπόταμος……79, 139, 141, 147, 151, 162, 250, 251, 254
Ο
Οθωναίος Θεοφάνης……203
Οικονόμου Δημήτριος……169
Όσκοβο-Οχρίδα, σιδηροδρομική γραμμή……35
Ουρόλκο Αβραάμ……21
Οχρίδα……212, 213
Π
Παγγαίο……15, 17, 40, 141, 196
Παλάγκας Κωνσταντίνος……165
Παλαιά Ελλάδα……103, 114
Παλαιοχώρι……17
Παλαμίδης Ιωάννης……187
Παναγιωτίδης Δημήτριος……153
Παναγιώτου Δημήτριος……241
Πάνιτσα, κομιτατζής……15, 81, 139, 142, 151, 153, 154, 162, 174, 186,
189, 201, 206, 229, 230, 253
Πανμπούκωφ Χαράλαμπος, κομιτατζής……15
Παννιός Ιωάννης……247
277
Πάνου Ιωάννης……251
Παντρεμένος Παντελής……209
Παπαβασιλείου Γεώργιος-Λάζαρος……16
Παπαγένη Σουλτάνα Στ…….186
Παπαγεωργίου Χρήστος……103
Παπαδημητρίου Ευθύμιος……164
Παπαδόπουλος Άγγελος……216
Παπαδόπουλος Γεώργιος……154
Παπαθανασίου Δημήτριος……239
Παπαθανασίου……21
Παπαϊωακείμ Ασημένια……247
Παπακώστας Αχιλλέας……193, 200
Παπαλούδης Αθανάσιος……147
Παπαστάμου Δ.……147
Παπαστεφάνου Ευθυμία……75
Παπαχρηστίδης, νομάρχης Ελευθερούπολης……55
Παπούρης Ηλίας……241
Παρανέστι……191, 192, 215, 217, 218, 220, 222, 224, 228
Παράσχος Ηλίας……235, 236
Παρθένιος, επίσκοπος Σιδηροκάστρου……207
Παρμενίδης Γεώργιος……171
Πασσαπόρτης Ιωάννης……179
Πασσάροφ……25, 48
Περβανάς Λασσάνης, ιατρός……146
Περβανάς Παναγιώτης……145, 146, 158
Περιθώρι……161
Πεταλωτής Μιλτιάδης……193, 200
Πετρομαντίλης Ηλίας……17
Πετρόφ, υπολοχαγός……35, 143, 148
Πλιεκίδης Δημήτριος……208
Ποδογόριανη, σημ. Ποδοχώρι……20, 29
Πόρνα, σημ. Γάζωρος……34, 62
Πράβι, Ελευθερούπολη……16, 17, 21, 24, 25, 30, 55, 57, 58, 65, 76, 77,
137, 141, 203, 247, 249, 254
Πράσχος Αθανάσιος……235, 236
Προσοτσάνη……17, 79, 90, 139, 140, 141, 146, 152, 158, 164, 182, 228,
229, 230, 231, 232, 234, 235, 236, 237, 246, 252, 253
Πρώτη……200, 201, 202
Ρ
Ράδες Ηπείρου……253
278
Ραιδεστός Θράκης……153
Ράχοβα, σημ. Μεσοράχη……18
Ρούπελ, οχυρό……19, 186
Ρούσσεφ, στρατηγός……15
Σ
Σαμαράς Θεολόγος……241
Σαμαράς Θωμάς……241
Σαμαράς Μιλτιάδης……241
Σαμαράς Χρήστος……180
Σαμίγκος Δημήτριος……232, 233
Σαμίγκου Μαρία……232
Σάμος……251
Σαπκάς Λάμπρος……152
Σαρισαμπάν, σημ, Χρυσούπολη……21, 60
Σεβλίεβο……37
Σερβία……11, 41, 50, 185
Σερδάρογλου, δήμαρχος Καβάλας……56, 72, 142
Σέρρες……12, 15, 17, 18, 21, 24, 25, 28, 30, 33, 34, 40, 43, 50, 52, 53, 54,
57, 62, 64, 66, 67, 68, 73, 79, 141, 147, 172, 173, 253
Σιάπκα Ευαγγελία……236
Σιάπκας Χαράλαμπος……229, 234, 236, 237
Σιδηρόκαστρο……28, 60
Σιδηρόκαστρο-Τοξότες, σιδηροδρομική γραμμή……50
Σίμος Πέτρος……239
Σίμοφ, υπολοχαγός……30
Σκαλωτή Παγονερίου……142
Σκαλωτή……239
Σκαρλάτου Δημήτριος……241
Σκόπια……165, 184, 210, 213
Σκόπια-Αχρίδα, σιδηροδρομική γραμμή……203
Σκουλούδης……11, 38
Σκούμεν……34, 35
Σκούρτσης……143
Σμυρναίου Ελευθερία……186
Σούκοφ……24, 51
Σουφλί……202
Σοφάδες Θεσσαλίας……161, 188
Σόφια……13, 22, 25, 26, 41, 50, 51, 52, 57, 58, 62, 63, 64, 65, 67, 76, 77,
141, 178, 185, 243
Σπήλιος, δικηγόρος……146
279
Σπυριδάκης Νίκος……160
Σταυρόπουλος Σ.…….251
Σταύρου Δημήτριος……139, 155
Σταυρούπολη……79, 169, 224, 226
Στέργιου Περικλής……242
Στεφανίτσης Μ.……12, 192
Στογιαννίδης Διονύσης……241
Στρόλογκο Ρέτζιναλντ……11, 43, 192
Στρυμόνας……15, 19, 33, 46, 214
Συμεόνοφ, υπολόχαγος……17
Συμεωνίδης Πέτρος……154
Σχοινάς Δημήτριος……177
Σχοινάς Ιωάννης Χρ…….178
Τ
Ταμπάκοφ. διοικητής……16
Τάνεφ, στρατηγός……15, 16, 21, 25, 26, 52, 53, 63, 65, 73, 80, 140, 144,
147, 151
Ταξιάρχης……239
Τέτσιος Νικόλαος……250, 251, 252
Τζοραίδης Αντώνιος……156
Τόπλιος Αθανάσιος……237
Τοπούζης Λάμπρος……230
Τόσκας Φώτιος……234, 235, 236
Τότσου Πέτρος……249
Τριανταφυλλίδης……140
Τρύφωνος, λοχαγός……206
Τσακίρης Αθανάσιος……153
Τσακμάκης……148
Τσακπίνης Κωνσταντίνος……186
Τσάλα Νεράντσω Αβραάμ……234
Τσάλης Αβραάμ……152
Τσάρας Γεώργιος……249
Τσερέπλιανη, σημ. Ηλιούπολη……18
Τσέτσος Κωνσταντίνος……245
Τσιάλας Αβραάμ……229, 234, 235, 236, 239
Τσιάρας Σταμάτης……248
Τσιάρας Σταμούλης……248, 249
Τσιάρας Στέφανος……246
Τσιάφκος Λ……239
Τσίπας Χρήστος……199
280
Τσίπα Στεργιανή……199
Τσερισόβαλης Πέτρος……147
Τσιρεσόκλου Πέτρος……139
Τσιριμωνάκης Εμμανουήλ……12, 43, 192, 250
Τσιρκιρτζής Αλέξανδρος……232
Τσιρόβαλης Δημήτρης……230
Τσιρογιάννης, λοχαγός……194
Τσουμπάνη Στουλίβα……220
Τύρνοβο……38, 166, 170, 234, 239
Φ
Φερούκης Τάκης……152
Φέσσας Μιχαήλ, δήμαρχος Δράμας……56, 70, 71, 138, 140, 144, 156
Φιλιππούπολη……139, 143
Φουάτ Μπέη……39
Φραγκής Ιωάννης……206
Φυλακτός Αθανάσιος……245
Φωτολείβος……188
Χ
Χάγη, συνδιάσκεψη……32
Χατζηαντωνίου Ανέστης……242
Χατζηγεωργίου Χρήστος……241
Χατζηδημητρίου Θεόδωρος……196
Χατζηκώστας Δημήτριος……166
Χατζηνικολάου Γεώργιος……231, 235
Χατζηνικολάου Νικόλαος……235
Χατζόπουλος Κωνσταντίνος……173
Χατζόπουλος, συνταγματάρχης……46
Χόφμαν, αγρονόμος……26, 59, 60
Χρυσοκέφαλο……173
Χρυσόμαλλος Δημήτριος……146, 154, 161
Χωριστή……79, 203, 206, 240, 241, 243, 244, 245, 246
Ψ
Ψαράς Παπα-Λάμπρος……208
281
ΚΥΡΙΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΚΗ
Α
Ada, σημ. Λιβερά Ξάνθης……83
Adren, Άδρα……191
Ali Mustafa……239
Ali Traouche……191
Ali-Ketseijan……206
Aprentzik και Demir Tas, σημ. Στέρνα Θόλου……83
Artin……166
Ascha Mahule, συνοικ. Κυργίων……84
Asim Bariam……206
Athanas Driaptso……230
Athanassoff……202
B
Babitch……250
Baikoff……172
Baikopff……168
Balaban, Τραχώνι……110
Baldjik……219
Barkaloff……202, 203
Baucatinoff……189
Baukoff……172
Bellian, Σίλλη……111
Bellontitza, Λευκόγεια……111
Βerista, Πτωχιά Πλατανιά……112
Blatsen, Αχλαδιά……112
Bonne Marse……243
Bonomo Haim……174, 175
Boriani, Αγ. Αθανάσιος μουσουλμάνοι……113
Boriani, Αγ. Αθανάσιος……113
Borzakli……206
Boschinos, Καλαμώνας Αγ. Αθανασίου……132, 176
Boudjiak, Κοκκινόγεια……115
Bouka, Παρανέστι……114
Bounar-bachi, Κεφαλάρι……114
Bournoff,……162, 200, 174
Boutin, Αχλαδέα……115
282
C
Calambaki, Καλαμπάκι……95
Calfoff……172
Carabair……174, 175
Caradja Kioi, Θόλος……98
Caragios Kioi, Περίβλεπτο……97
Cara-kavaki, Μαυρολεύκη……96, 166
Carakioi, Κατάφυτο……96
Caramanli, Τερψιθέα, Παλιοβρύση……98
Carnabat……160, 168, 171, 172, 182, 183, 185, 203, 209, 210, 226, 227
Cato Vrondou, Κάτω Βροντού……99
Catoun, Διπόταμοι……99
Cavacli, Αίγειρος……94
Cavarna……219
Chadji Oglou Ali Ismail……191
Choroslou, Καστανίτης Ξάνθης……191
Cleboutsar, Κόψις……102
Coinar……178
Cotso Giaponi……224
Courcoudja……210
Courtalar, Λυκοδιάσελο Μακρυπλαγιάς……104
Coutsaki, Μυρρίνη……166, 173
D
Dalia, Ποταμάκι……91
Damianoff……201
Daniloff……140, 141
Debretzik, Αχλαδομηλέα……92
Delipapa……201
Demir Tzorgian, Περιστέρια……92
Dismikli, Πηγάδια……116
Dobroudza……202, 219
Dobroussoul, Ξυλοκόπος Μακρυπλαγιάς……117
Dobrovitz……69
Dolia Ηπείρου……177
Dolobella……242
Doualar, Μαρμαριά……117
Doubritsa……213
283
Dranova, Μοναστηράκι……93
Drapsos……174
E
Edirnedzik, Αδριανή……205, 206
Edris Rezer……225
Efthelia, Φτελιά…… 133, 152, 153
Eskikioi……166
F
Ferad Oglou Moustafa……237
Ferat-Aga……206
Fouat-bey……139, 156, 173
G
Gabrovo, Καλλιθέα……88, 207
Galovo, Καλύβα Ξάνθης……95
Georgieff……245
Ghoranoff Pierre……169
Ginap……224
Giourentzik, Γρανίτης……89, 128, 140, 141
Gorna Rachovitsa……142, 171
Gornova, Βουνοπλαγιά……90
Goudovista……166
Gousterek, Λευκόγεια……91
Gridjan Anar……218
Gridjan Assan……220
Guerman Damian……230
H
Hallil Oglou Hasem……223
Hametli, Αγάπη Κυργίων……132
Hamidieh, Λειβαδική Ξάνθης……129
Hassan Bei Emin……250, 251, 252
Hassan effendi……166
Hassan Oglou Ali……222
Hassapli, Cassapli, Υψηλό……130
Hatzi Hasan Houssein……223
284
Holevan, Αμισιανό……130
Hotzialar, Μακρυπλαγιά……130
Hotzilar-Houssein-Kioi, Ιωνικό Ξάνθης……131
I
Ilief……170
Ismail Oglou Ismail……226
Istrane, Πέρασμα……94
Ivanoff Voris……229, 235, 236, 253
Ivanoff, διοικητής……141, 189, 235, 236
J
Jenikioi., Σταυρούπολη……207, 208, 209, 215, 216, 217, 218, 219, 220,
221
Κ
Kadikioi……209, 227
Kalovadjik, Δεξαμενή Ξάνθης……221
Karamuzian……206
Karatsali, Μαυρόβατος……133
Karlikova……169
Ketsilik, Μεσοκόρυφο……100
Kikueza……178
Kioursulu Ali……206
Kiourtsiler, συνοικ. Θόλου……101
Kitchevo-Skopia, σιδηρ. γραμμή……165
Kitchevo……36, 42, 164, 183, 202, 203, 209, 212, 213, 241, 242, 243,
244, 245, 246
Koltcheff……202
Korytza……170
Kostivar……178, 183, 209, 210, 212, 213
Kostoff, γιατρός……147, 153, 167
Koufple……168
Koumanits, Δασωτό……103
Koumbalista, Κοκκινόγεια……103
Kourkoutzokioi……168
Koutsou-Kioi, Μικρό Χωριό……101
Kouzlou Kioi, Πλατανιά……102
Kovitsa, Βαθύλακκος Ξηροποτάμου……108, 166
285
Kozloutsa, Καρυόφυτο Ξάνθης……222, 223
Kranista, Δενδράκια……121
Krestetz……170
Kritsmaroff……210
Kroumos Theocharous……229
Kustendil……229, 235, 236
L
Lakavista, Μικροκλεισούρα……104
Leila Koi……178
Levi Abraham……175
Limbotin, Μαυροκορδάτου κοιν. Μακρυπλαγιάς……105
Lissa, Πολύνερο Παρανεστίου……107
Lissan, Οχυρό……106
Lititsa, Ortakioi Αδριανούπολης……207
Litseff……189
Livadista, Λιβαδάκι……105
Loftsia, Ακρινό Καταφύτου……107
Lons Palanca……164
Lule Bourgas……245
M
Mahaledjik, Τιμόθεος……108
Mamatli, Δαφνώνας Ξάνθης……225, 226
Margariti……227, 228
Marinoff, υπολοχαγός……244
Marvac……173
Mehmed bey……166
Mehmet Akil, δήμαρχος Σερρών……67
Memet-Oglou Malferdja……222
Meshal, σταθμός……180
Messeli, Καλό Νερό……109
Miscovitch, λοχαγός……172
Mochel Elie……175
Morκos, Λειβαδερό……109
Moula Oglou Memet……191
Mousga, Κουδούνια……110
Moussa Kiazim effendi……156
Moustafa Oglou Asam……222
286
N
Negotin……185
Neon Kalapodion, Νέο Καλαπόδιο……135
Notseff Christos……189
Nousretli, Νικηφόρος……116
O
Omer Pacha Remandan……228
Ormanli, Πολύκαρπος Μακρυπλαγιάς……118
Ortakioi……166
Osman Pazar……145, 177, 239
Osmanitza, Καλός Αγρός……154, 161, 162
Ourgantzi, συνοικία Κυργίων……131
Ousoudjala……239
P
Paliosi, κομιτατζής……229
Paminoff……197
Panayotof, στρατηγός……63
Pastrova, Καλλίκρονο Παρανεστίου……119
Peneff, λοχίας……161
Perofi, Αγ. Πέτρος Βόλακα……119
Pessah Joseph……175
Petkoff Michel……179
Petroff., στρατηγός……175
Petroff……204
Pinstoff……189
Pitoff……189
Plevna, Πετρούσα……37, 122, 160, 161, 162, 168, 172 184, 227, 231, 254
Poppoff Piere……179
Prahovo……178
Putkamer, λοχαγός ιππικού……52, 80, 140
R
Rachovitsa……182
287
Radanoff, λοχαγός……172
Radomir……186
Radoyevatz……185
Rainoff……174
Rakista, Κατάχλωρο……123
Randol Siakir……206
Rappes, Δρεπάνι……134
Ravika, Καλλίφυτο……123
Regie, οθωμανική εταιρεία……157, 159
Regier Ottoman……145, 170
Revenia, Μικροπλαγιά……124
Riaskoff……175
Rindoff Coust……189
Rodolivos, Ροδολείβος……172
Rorokopi……253
Roussovon, Ανθοχώρι……122
Roustchouk……204
S
Sarnitz, Κρωμνικό Ξάνθης……237
Schoumen……144, 158, 168, 178, 180, 181, 182, 183, 239
Semertzieff……16, 139, 145, 151, 157, 158, 162, 174, 189, 201, 224
Seslievo……169, 207, 208
Simouli……125
Sintrovo, Siderovo, Μεσοβούνι……124
Sipsia, Ταξιάρχης……120
Sirbitsa……212
Sisch M……22
Sisch Vl., δημοσιογράφος……76, 77
Sistovo……171
Slatanoff……166
Slataroff……209
Slimbovo……212
Somovit……161
Soumla……139, 142, 143, 145, 164, 167, 169, 170, 171, 172, 177, 179,
185, 202, 203, 204, 207, 209, 210, 226, 242, 246
Spirer Charles……137
Staneff…… 166, 170
Stara Zagora……242
Startsista, Περιθώρι Νευροκοπίου……125, 164,
Strologo……241
288
T
Tache-Kapou, φυλακές……144
Tarsi-Baba Σερβίας……185
Tasca, κομιτατζής……229
Tchataldja, Χωριστή……240, 241, 244, 245, 246
Tectinova……166
Terlis, Βαθύτοπος……126
Tesneff Mikin……166
Tihota, συν. Παρανεστίου……127
Tiklova, Καστανιές Μακρυπλαγιάς……127
Toufal, Αετοί Λειβαδερού……121
Tsadaroff Dragomir……221
Tsamoritsa……120
Tsapkinoff Damian……230
Tsarkinoff Κωνσταντίνος Damian……253, 254
Tschali-Tsiflik, Αργυρούπολη……135
Tscherven Breg……167, 178, 180
Tschomacovo……178, 180
Tseressevo, Θησαυρός……128
Tsilekler, Χαμοκερασιά……129
Tsipitsi, κομιτατζής……229
Tsoumaya……186
Tyrnovo……230, 238, 239
Tzoura, Πρασινάδα……126
V
Vassoloff……186
Velessa……178
Vesmi, Εξοχή……85, 173
Vidimo……242
Visoka, Καλάβρυτα……167
Vissotchani, Ξηροπόταμος……246, 247, 248, 249, 250
Vitolia, Μοναστήρι……249
Vodovista, Καλαμπάκι……134, 164
Volakas, Βόλακας……85
Vongomile Vozicolou……229
Voulkovo, Χρυσοκέφαλο……87
289
Voursian, Βήρσεν……87
Vouvlits, Πύργοι……86
Vranitsa……178
Vratna, μοναστήρι……185
Y
Yaneff……188
Yani Athanas……252
Yassoryan, Πολύπτερο Κυργίων…89
Yedi Pere, Νεροφράκτης……88, 166
Z
Zaaritz, Ψηλή Ράχη……93
Zaikoff……202
Zaitsar……178, 179
Zilascoff Georges……189
Zimnitcha……210, 212, 213
Zlatanoff……188
Zynphili……199
290
291