You are on page 1of 2

Η γλώσσα των φαναριών

(Βασισµένο στο Stuart Hall, “The work of representation” στο: Stuart Hall (επιµέλεια) (1997)
Representation: cultural representations and signifying practices, London: Sage/The Open University)

Το πιο απλό παράδειγµα προκειµένου να κατανοήσουµε το πώς η γλώσσες λειτουργούν ως


αναπαραστασιακά συστήµατα, είναι το περίφηµο παράδειγµα µε τα φανάρια. Το φανάρι είναι µια
συσκευή που παράγει διαφορετικά χρωµατιστά φώτα µε καθορισµένη συχνότητα. Η επίδραση
διαφορετικών µηκών κύµατος στον αµφιβληστροειδή –που συνιστά φυσικό και υλικό φαινόµενο-
παράγει την αίσθηση διαφορετικών χρωµατισµών. Αυτό είναι κάτι που υπάρχει στον υλικό κόσµο.
Όµως είναι η κουλτούρα µας που αποδίδει κάποιο συγκεριµένο νόηµα στο κόκκινο, το πορτοκαλί ή
το πράσινο. Τα χρώµατα δεν έχουν κάποιο ‘αληθινό’ ή παγιωµένο νόηµα υπό αυτή την έννοια. Το
κόκκινο δεν σηµαίνει ‘σταµάτα’ στην φύση, ούτε το πράσινο ‘προχώρα’. Σε άλλο συµφραζόµενο το
κόκκινο µπορεί να σηµαίνει, να συµβολίζει ή να αναπαριστά ‘αίµα’ ή ‘κίνδυνο’ ή ‘κοµουνισµό’ ή
‘Ολυµπιακό’ και το πράσινο να αναπαριστά την ‘Ιρλανδία’, την ‘φύση’, την ‘’οικολογία’ ή τον
‘Παναθηναϊκό’. Το κόκκινο και το πράσινο λειτουργούν στην γλώσσα των φωτεινών σηµατοδοτών
επειδή οι εντολές ‘σταµάτα’ και ‘προχώρα’ είναι τα µηνύµατα που τους έχουν αποδοθεί σε αυτή την
κουλτούρα, µέσα από κώδικες και συµβάσεις που ορίζουν αυτή τη γλώσσα. Αυτός ο κώδικας είναι
ευρέως διαδεδοµένος, αν και θα µπορούσαµε κάλλιστα να φανταστούµε και κάποιες άλλες
κουλτούρες, στις οποίες η συγκεκριµένη γλώσσα να αποτελεί µυστήριο.

Οπότε έχει σηµασία ποια χρώµατα θα χρησιµοποιήσουµε; Όχι, διότι αυτό που σηµασιοδοτεί δεν
είναι τα χρώµατα καθαυτά, αλλά:
(1) το γεγονός ότι διαφέρουν µεταξύ τους και εποµένως ξεχωρίζουν το ένα από το άλλο και
(2) το γεγονός ότι είναι οργανωµένα σε µία καθορισµένη σειρά –το κόκκινο να ακολουθείται
από το πράσινο, και ενίοτε να µεσολαβεί ένα προειδοποιητικό πορτοκαλί που σηµαίνει
‘προετοιµαστείτε, θα αλλάξει το φανάρι!’.

Εποµένως, αυτό που φέρει το νόηµα δεν είναι το κάθε χρώµα καθαυτό, ούτε καν η έννοιά του.
Αυτό που σηµασιοδοτεί είναι η διαφορά ανάµεσα στο κόκκινο και το πράσινο. Αυτό συνιστά µια
πολύ σηµαντική γενική αρχή σχετικά µε την αναπαράσταση και το νόηµα, στην οποία θα
επανέλθουµε.

Στην ουσία, κάθε συνδυασµός χρωµάτων –όπως κάθε συνδυασµός γραµµάτων στην γραπτή και
ήχων στην προφορική γλώσσα- θα έκαναν, αρκεί να διέφεραν αρκετά µεταξύ τους, ώστε να µην
συγχέονται µεταξύ τους. Με άλλα λόγια, όλα τα σηµεία είναι ‘αυθαίρετα’. ‘Αυθαίρετα’ σηµαίνει
ότι δεν υπάρχει καµία φυσική σχέση ανάµεσα στο σηµείο και το νόηµά του ή την έννοια. Είναι ο
κώδικάς που παγιώνει το νόηµα, όχι το χρώµα καθαυτό. Αυτό σηµαίνει ότι τα σηµεία καθαυτά δεν
µπορούν να παγιώσουν το νόηµα. Απεναντίας, το νόηµα εξαρτάται από την σχέση ανάµεσα σε ένα
σηµείο και µία έννοια, το οποίο παγιώνεται µέσω ενός κώδικα.

You might also like