Professional Documents
Culture Documents
Προκαταρκτική Σχεδίαση Αεροσκάφους
Προκαταρκτική Σχεδίαση Αεροσκάφους
Γκιάτα Κριστιάν
mc19627 / 02119627
2
Εισαγωγή
Στην παρούσα εργασία γίνεται προσεγγιστική διαστασιολόγηση του αεροσκάφους Jet της Dassault, Falcon 7X, μέσω
δεδομένων των οποίων η λήψη έγινε με βάση τις προδιαγραφές που παρουσιάζει η εταιρεία, καθώς και από πηγές.
Στο πρώτο μέρος περιλαμβάνεται η προκαταρκτική σχεδίαση βάσει των δεδομένων και στατιστικών στοιχείων που
προκύπτουν από την θεωρία. Το συγκεκριμένο αεροσκάφος όπως είπαμε είναι τύπου Jet για αυτό και η διαδικασία
αυτή απαιτεί την επίλυση των πέντε κριτηρίων λειτουργίας όπως αυτά ορίζονται από το θεωρητικό υπόβαθρο. Σκοπός
𝑊𝑔 𝑇
στο τέλος του πρώτου μέρους, είναι η εύρεση ενός σημείου λειτουργίας με γνώμονα τους λόγους 𝑆
και 𝑊𝑔 όπως θα
δούμε και στην συνέχεια. Έπειτα, στο δεύτερο μέρος, ακολουθεί η σύγκριση του ανωτέρου σημείου λειτουργίας που
βρέθηκε με αυτό που παραδίδει ο κατασκευαστής καθώς επίσης και η πραγματοποίηση μίας παραμετρικής μελέτης,
όπου με διάφορες αλλαγές που θα γίνουν θα προκύψει μία έρευνα επίδρασης αυτών των παραγόντων στο τελικό
αποτέλεσμα. Τέλος, κατά το τρίτο μέρος της εργασίας, ακολουθεί ένα πιο υπολογιστικό κομμάτι το οποίο αφορά την
αεροδυναμική συμπεριφορά της πτέρυγας του αεροσκάφους και θα πραγματοποιηθεί με χρήση εργαλείων και
λογισμικών όπως παραδείγματος χάρη του XFOIL.
Dassault Falcon 7X
Το Dassault Falcon 7X είναι ένα αξιόλογο επιχειρηματικό Jet που αντιπροσωπεύει την κορυφή της πολυτέλειας, των
επιδόσεων και της τεχνολογικής προόδου στον κόσμο της αεροπορίας. Είναι κατασκευασμένο για να ενσωματώνει την
ποιότητα και την λεπτότητα, διαθέτοντας ένα κομψό αεροδυναμικό προφίλ που βελτιστοποιεί την απόδοση καυσίμου
και ενισχύει τη σταθερότητα κατά την πτήση. Τροφοδοτούμενο από τρεις κινητήρες Pratt & Whitney Canada PW307A,
προσφέρει εντυπωσιακές επιδόσεις, συμπεριλαμβανομένης μέγιστης ταχύτητας 0,90 Mach και εμβέλειας έως και
5.950 ναυτικών μιλίων, επιτρέποντας ασταμάτητα διηπειρωτικά ταξίδια. Το σύστημα θαλάμου πτήσης EASy III
ενσωματώνει διαισθητικές οθόνες, βελτιωμένα εργαλεία επίγνωσης της κατάστασης και υπερσύγχρονα συστήματα
διαχείρισης πτήσεων, επιτρέποντας στους πιλότους να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις και να πλοηγούνται με
ακρίβεια. Οι επιβάτες του Falcon 7X βιώνουν την επιτομή της πολυτέλειας και της άνεσης. Η ευρύχωρη καμπίνα μπορεί
να προσαρμοστεί στις μεμονωμένες προτιμήσεις, προσφέροντας πολλαπλές επιλογές διαμόρφωσης και μια ποικιλία
από φινιρίσματα υψηλής ποιότητας. Η ασφάλεια είναι πρωταρχικής σημασίας για αυτό και το συγκεκριμένο τζετ
διαθέτει μια ολοκληρωμένη σειρά συστημάτων για τον μετριασμό των κινδύνων και τη διασφάλιση μιας ασφαλούς
εμπειρίας πτήσης. Το αεροσκάφος ενσωματώνει προηγμένη τεχνολογία ελέγχου πτήσης, συμπεριλαμβανομένου
συστήματος fly-by-wire, καθώς και ραντάρ καιρού αιχμής και βελτιωμένο σύστημα προειδοποίησης εγγύτητας
εδάφους, παρέχοντας βελτιωμένη επίγνωση της κατάστασης στο πλήρωμα πτήσης.
Το Dassault Falcon 7X, είναι επίσης προσαρμοσμένο για στρατιωτικούς σκοπούς. Αντιπροσωπεύει ένα ευέλικτο και
εξαιρετικά ικανό αεροσκάφος σχεδιασμένο για να ανταποκρίνεται στις μοναδικές απαιτήσεις των σύγχρονων
στρατιωτικών επιχειρήσεων. Η στρατιωτική παραλλαγή του Falcon 7X συνδυάζει τις φημισμένες επιδόσεις και την
αριστεία της μηχανικής του πολιτικού ομολόγου του με εξειδικευμένα συστήματα και δυνατότητες προσαρμοσμένες
για στρατιωτικές επιχειρήσεις. Προσφέρει ένα στιβαρό πλαίσιο αεροσκάφους ικανό να λειτουργεί σε διαφορετικά
περιβάλλοντα, συμπεριλαμβανομένων δύσκολων εδαφών και δυσμενών καιρικών συνθηκών. Εξοπλισμένο με
υπερσύγχρονα ηλεκτρονικά συστήματα και συστήματα αποστολής, η στρατιωτική παραλλαγή επιτρέπει
αποτελεσματικές δυνατότητες διοίκησης, ελέγχου και επικοινωνίας. Ενσωματώνει προηγμένα συστήματα ραντάρ,
ασφαλή συστήματα επικοινωνίας και εξελιγμένες σουίτες αισθητήρων, ενδυναμώνοντας τους στρατιωτικούς χειριστές
με βελτιωμένη επίγνωση της κατάστασης και την ικανότητα συλλογής κρίσιμων πληροφοριών. Η εκτεταμένη εμβέλεια
του αεροσκάφους, που παρέχεται από τους αποδοτικούς κινητήρες και την χωρητικότητα καυσίμου του, επιτρέπει
εκτεταμένες αποστολές και δυνατότητες ταχείας ανάπτυξης. Επιδεικνύει επίσης εξαιρετική αντοχή και ευελιξία, ικανή
να διεξάγει περιπολίες μεγάλης εμβέλειας. Στον αντίποδα, ενσωματώνει προηγμένα συστήματα αυτοπροστασίας,
συμπεριλαμβανομένων δεκτών προειδοποίησης ραντάρ, συστημάτων προειδοποίησης πυραύλων και αντιμέτρων, για
να ενισχύσει την ικανότητα του αεροσκάφους να λειτουργεί σε αμφισβητούμενα περιβάλλοντα και να μετριάσει
πιθανές απειλές. Τέλος, το εσωτερικό της στρατιωτικής παραλλαγής, μπορεί να προσαρμοστεί για να ικανοποιεί
διάφορες απαιτήσεις αποστολής, όπως μεταφορά στρατευμάτων, παράδοση φορτίου, ιατρική εκκένωση ή λειτουργίες
διοίκησης και ελέγχου.
3
Συμπερασματικά, το Dassault Falcon 7X αποτελεί υπόδειγμα καινοτομίας και αριστείας στον κόσμο τόσο της ιδιωτικής
όσο και της στρατιωτικής αεροπορίας. Η εντυπωσιακή σχεδίαση, οι απαράμιλλες επιδόσεις, τα προηγμένα
αεροηλεκτρονικά, η πολυτελής καμπίνα και η ακλόνητη δέσμευση για ασφάλεια συνδυάζονται για να δημιουργήσουν
μια εξαιρετική εμπειρία πτήσης τόσο για τους επιβάτες όσο και για το πλήρωμα, ενώ ο συνδυασμός προηγμένων
συστημάτων αποστολής, εμβέλειας και ευελιξίας επιτρέπει στους στρατιωτικούς χειριστές να διεξάγουν ένα ευρύ
φάσμα αποστολών με αποτελεσματικότητα και επιχειρησιακή ασφάλεια.
Εικόνα 1. Το αεροσκάφος – Jet της Dassault, Falcon 7X κατά την διάρκεια πτήσης.
4
Μέρος 1ο : Προκαταρκτική Διαστασιολόγηση
Η προκαταρκτική διαστασιολόγηση του αεροσκάφους, θα γίνει με βάση την θεωρία που παρουσιάζεται στην ύλη του
μαθήματος, και αφορά αεροσκάφη τύπου Jet. Στο παρακάτω γράφημα, παρουσιάζεται η μεθοδολογία και ο τρόπος
που ακολουθείται με σκοπό την εύρεση των ζητούμενων μεγεθών.
Πριν την έναρξη των υπολογισμών, θα πρέπει να γίνει αναζήτηση των απαιτούμενων δεδομένων αντιστοιχίας, μέσω
των οποίων θα μπορεί να γίνει εύρεση των ζητούμενων μεγεθών. Όλα αυτά τα αρχικά δεδομένα, προέκυψαν έπειτα
από σχετική αναζήτηση περί του αεροσκάφους της Dassault, Falcon 7x. Παρακάτω, θα περιγράψουμε αναλυτικώς τα
νούμερα που βρήκαμε.
Aspect Ratio 𝑨𝑹
Το Dassault Falcon 7X έχει άνοιγμα φτερών περίπου 70 [𝑓𝑡] (21,4 [𝑚]) και επιφάνεια φτερών 538 [𝑓𝑡 2 ] (50 [𝑚2 ]).
Χρησιμοποιώντας αυτές τις τιμές, το aspect ratio προκύπτει να είναι περίπου 𝟖, 𝟔. Αυτό σημαίνει ότι το άνοιγμα των
φτερών είναι περίπου 8,6 φορές μεγαλύτερο από τη μέση χορδή του φτερού και είναι ένα μέτρο της
αποτελεσματικότητας του σχεδιασμού των φτερών στην παραγωγή ανύψωσης. Ένας υψηλότερος λόγος διαστάσεων
γενικά οδηγεί σε χαμηλότερη επαγόμενη οπισθέλκουσα και υψηλότερο λόγο ανύψωσης προς οπισθέλκουσα, κάτι που
είναι ευεργετικό για την απόδοση καυσίμου και την εμβέλεια του αεροσκάφους.
Oswald Factor 𝒆
Ο συντελεστής απόδοσης Oswald, είναι ένας αδιάστατος παράγοντας που περιγράφει την αποτελεσματικότητα της
πτέρυγας ενός αεροσκάφους στην παραγωγή ανύψωσης. Πήρε το όνομά του από τον Γερμανό μηχανικό και
αεροδυναμιστή Hans-Joachim Oswald. Ο παράγοντας Oswald είναι συνάρτηση της αναλογίας πλευρών του φτερού,
του κωνικού λόγου και του σχήματος των άκρων των φτερών. Συνήθως κυμαίνεται από περίπου 0,7 έως 0,95 για
μεταφορικά αεροσκάφη και επαγγελματικά τζετ. Η τιμή του για το συγκεκριμένο αεροσκάφος, είναι πιθανό να είναι
περίπου 𝟎, 𝟖𝟓 − 𝟎, 𝟗𝟎 με βάση το aspect ratio που είναι 8,6 και τη σχετικά μικρή ποσότητα κωνικού πτερυγίου.
6
Επιπρόσθετα Δεδομένα
Οι αυξήσεις του συντελεστή οπισθέλκουσας του Dassault Falcon 7X μπορεί να ποικίλλουν ανάλογα με διάφορους
παράγοντες, όπως η γωνία πρόσπτωσης, οι ρυθμίσεις του πτερυγίου και άλλες διαμορφώσεις αεροσκαφών.
Ακολουθούν ορισμένες κατά προσέγγιση τιμές για τις αυξήσεις του συντελεστή οπισθέλκουσας του Falcon 7X:
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι αυξήσεις του συντελεστή οπισθέλκουσας είναι προσθετικές, πράγμα που σημαίνει
ότι ο συνολικός συντελεστής οπισθέλκουσας του αεροσκάφους σε μια συγκεκριμένη διαμόρφωση είναι ίσος με το
άθροισμα του συντελεστή οπισθέλκουσας για μηδενική ανύψωση και των αυξήσεων του συντελεστή οπισθέλκουσας
για αυτήν τη διαμόρφωση. Ο συντελεστής οπισθέλκουσας είναι μια σημαντική παράμετρος για τον προσδιορισμό της
απόδοσης καυσίμου και της απόδοσης ενός αεροσκάφους, καθώς καθορίζει την ποσότητα οπισθέλκουσας που βιώνει
το αεροσκάφος κατά τη διάρκεια της πτήσης.
Έτσι καταλήγουμε στον παρακάτω συγκεντρωτικό πίνακα των παραπάνω δεδομένων, τα οποία θα μας βοηθήσουν στη
συνέχεια να πραγματοποιήσουμε τους ανάλογους υπολογισμούς.
7
Κριτήρια Αεροδρομίου
1ο Κριτήριο: Κριτήριο Μήκους Προσγείωσης (Landing Field Length)
Η απόσταση προσγείωσης (Landing Distance) μετριέται οριζόντια, από εκείνο το σημείο στο οποίο το αεροσκάφος είναι
50 [𝑓𝑡] πάνω από την επιφάνεια του διαδρόμου, σε σταθερή και ομαλή πτήση με ταχύτητα προσέγγισης (approach
speed) όχι μικρότερη από 1.3 φορές της ταχύτητας απώλειας στήριξης (stalling speed - in knots), μέχρι το σημείο εκείνο
στο οποίο το αεροσκάφος σταματά εντελώς πάνω σε σκληρή, στεγνή και λεία επιφάνεια διαδρόμου.
Παρόλα αυτά, το κατά FAR μήκος προσγείωσης (FAR Landing Field Length), λαμβάνεται από τη διαίρεση της
μετρούμενης απόστασης προσγείωσης με το συντελεστή 0.6, έτσι ώστε να δικαιολογεί την πιθανότητα για τυχόν
μεταβολές στην ταχύτητα προσέγγισης, στο σημείο προσέγγισης (touchdown point) και γενικά τις όποιες αποκλίσεις
από την τυποποιημένη διαδικασία.
Χρησιμοποιώντας τις παραπάνω σχέσεις, μπορεί να βρεθεί η ταχύτητα προσέγγισης καθώς και η τιμή για την φόρτιση
της πτέρυγας (που μας ενδιαφέρουν σε αρχικό στάδιο). Επίσης, μπορεί να βρεθεί και η μέγιστη τιμή ο συντελεστής
άνωσης κατά τη φάση προσέγγισης που θα χρησιμοποιήσουμε παρακάτω. Έτσι προκύπτουν τα παρακάτω
αποτελέσματα:
𝑽𝒂𝒑𝒑 = 𝟖𝟕. 𝟓𝟔 𝒌𝒏𝒐𝒕𝒔
𝑾
= 𝟓𝟗. 𝟗𝟓
𝑺
𝒍𝑳,𝑭𝑨𝑹 = 𝟑𝟖𝟑𝟑 𝒇𝒕
𝑪𝑳 𝒎𝒂𝒙 = 𝟑. 𝟖𝟗
8
Θα πρέπει να αναφερθεί εδώ ότι η Σχέση (1) έχει προκύψει από πειραματικές διαδικασίες και στην περίπτωσή μας, το
αεροσκάφος μπορεί να προσεγγίσει τον αεροδιάδρομο με μεγαλύτερη ταχύτητα από την προαναφερθείσα με βάση το
κριτήριο:
𝑉𝑎𝑝𝑝 ≥ 1.3𝑉𝑠𝑡𝑎𝑙𝑙
Όπου προκύπτει,
𝑉𝑎𝑝𝑝 = 139.1 𝑘𝑛𝑜𝑡𝑠
Μια απλή σχέση για τον προσδιορισμό της ώσης που απαιτείται για τον συγκεκριμένο ρυθμό ανόδου προκύπτει από
τη θεώρηση της ισορροπίας των δυνάμεων κατά μήκος της τροχιάς του αεροσκάφους (Σχέση 1):
𝑇 = 𝐷 + 𝑊 ∙ 𝑠𝑖𝑛𝛾
Στη σχέση αυτή (εκτός από τις γνωστές δυνάμεις 𝛵: ώ𝜎𝜂, 𝑊: 𝛽ά𝜌𝜊𝜍, 𝐷: 𝛼𝜈𝜏ί𝜎𝜏𝛼𝜎𝜂) με 𝛾 συμβολίζεται η γωνία της
τροχιάς του αεροσκάφους, της οποίας για μικρές τιμές το 𝑠𝑖𝑛𝛾 είναι προσεγγιστικά ίσο με τη γωνία 𝛾 [𝑟𝑎𝑑] και εκ
περιτροπής ίσο και με το ρυθμό ανόδου 𝛾 που περιγράφεται σαν ποσοστό %.
Με την προηγούμενη, λοιπόν, απλοποίηση και διαιρώντας με το βάρος (𝑊) του αεροσκάφους (μέγιστο προσγείωσης)
προκύπτει η Σχέση 2 του παραπάνω Πίνακα, (όπου Ν είναι ο αριθμός των μηχανών), η οποία εκφράζει τον απαιτούμενο
λόγο ώσης προς βάρος για το αεροσκάφος με όλες του τις μηχανές σε λειτουργία. Ο λόγος L/D αναφέρεται γενικά στην
κατάσταση προσέγγισης και είναι δύσκολο να εκτιμηθεί ακριβώς η τιμή του σε κάθε δεδομένη κατάσταση πτήσης κατά
τη φάση προσέγγισης και με την συγκεκριμένη διαμόρφωση του αεροσκάφους (έκταση flaps, slats κλπ.). Με άλλα
λόγια, η γνώση της έκτασης των flaps (και slats) είναι απαραίτητη για τον υπολογισμό της αντίστασης που σχετίζεται
με το σύστημα high-lift. Για τη συνέχιση της πορείας της διαστασιολόγησης, λοιπόν, μελετήθηκαν διάφορα αεροσκάφη
9
εξοπλισμένα με double-slotted flaps και leading-edge slats (θεωρήθηκε ότι επηρεάζουν κατά 65% και 25% αντίστοιχα
την εκτιθέμενη επιφάνεια πτέρυγας), με οπισθόκλιση πτέρυγας μέχρι 33° (στο ένα τέταρτο της χορδής), και με λόγο
επί μήκους πτέρυγας (wing aspect ratio - AR) 6, 8 και 10. Τα απότελέσματα των μετρήσεων έδειξαν τη συσχέτιση των
συντελεστών άνωσης κατά τη φάση προσέγγισης (𝐶𝐿, 𝐴) και της έκτασης των flaps.
Οι σχέσεις (3) του προηγούμενου Πίνακα δίνουν κατ’ ουσία τις απαιτούμενες αντικαταστάσεις που πρέπει να γίνουν
για να προκύψει η 𝜮𝝌έ𝝈𝜼 𝟒 του παρακάτω Πίνακα, για τον καθορισμό της τιμής του λόγου 𝐿/𝐷. Ειδικότερα στον
ορισμό του 𝐶𝐷, 𝑖, ο βαθμός απόδοσης 𝑂𝑠𝑤𝑎𝑙𝑑 (𝜀), είναι πιο κοντά στην τιμή 0.7 παρά στην 0.85, η οποία θα αφορούσε
την «καθαρή» κατάσταση του αεροσκάφους (clean condition). Έτσι, η αρχική Σχέση 2 για τη φόρτιση ώσης παίρνει τη
μορφή της Σχέση 5 του παρακάτω Πίνακα, η οποία εκφράζει την εκπλήρωση του κριτηρίου της αποτυχημένης
προσέγγισης για την περίπτωση των αεροσκαφών τύπου JET, στα πλαίσια ικανοποίησης των κριτηρίων αεροδρομίου.
Συνεπώς, οι σχέσεις που θα χρησιμοποιήσουμε είναι οι σχέσεις (4) και (5) του παραπάνω Πίνακα:
𝐿 𝐶𝐿
=
𝐷 𝐶𝐿2
𝐶𝐷,0 + 𝐷𝐶𝐷,𝑓 + 𝐷𝐶𝐷,𝑔 + (𝜋 ∙ 𝐴𝑅 ∙ 𝜀)
−1
𝑇 𝑁 𝐶𝐿
=( ) 𝛾+( )
𝑊 𝑁−1 𝐶𝐿2
𝐶𝐷,0 + 𝐷𝐶𝐷,𝑓 + 𝐷𝐶𝐷,𝑔 + (𝜋 ∙ 𝐴𝑅 )
( ∙𝜀 )
όπου γνωρίζουμε τις τιμές όλων των μεγεθών που χρειάζονται για να υπολογιστούν αυτές, και είναι:
Έτσι, προέκυψαν τα παρακάτω αποτελέσματα έπειτα από αντικατάσταση των τιμών στις σωστές μονάδες μέτρησης:
𝑳
= 𝟔. 𝟐𝟗
𝑫
𝑻𝒐
= 𝟎. 𝟑𝟑
𝑾
10
3ο Κριτήριο: Κριτήριο Μήκους Απογείωσης (FAR Take-off Field Length)
Αν μια μηχανή πρόκειται να παρουσιάσει βλάβη κατά την τροχιοδρόμηση για απογείωση, σε μια κρίσιμη ταχύτητα
(decision speed 𝑉1) ο πιλότος έχει δύο εναλλακτικές λύσεις ασφαλούς αντίδρασης. Μπορεί να επιλέξει να συνεχίσει
την απογείωση με τις εναπομείναντες μηχανές, οπότε στην περίπτωση αυτή το μήκος απογείωσης καθορίζεται σαν το
μήκος από το σημείο που άρχισε η τροχιοδρόμηση για απογείωση μέχρι το σημείο που το αεροσκάφος θα φτάσει τα
35 [𝑓𝑡] ύψος, ή, στην δεύτερη εναλλακτική λύση ο πιλότος μπορεί να επιλέξει να σταματήσει όλες τις μηχανές και να
χρησιμοποιήσει όλα τα φρένα του αεροσκάφους, επιδιώκοντας την πλήρη ακινητοποίησή του. Η κρίσιμη ταχύτητα 𝑉1
επιλέγεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε το άθροισμα του διαστήματος που απαιτείται μέχρι να επιταχύνει το αεροσκάφος
στην ταχύτητα 𝑉1 και αυτού μέχρι να επιβραδύνει μέχρι την πλήρη ακινητοποίησή του, να είναι ίσο με το συνολικό
διάστημα που διανύεται στην περίπτωση εκείνη που η απογείωση συνεχιστεί μετά τη βλάβη της μηχανής. Αν η μηχανή
παρουσιάσει βλάβη πριν επιτευχθεί η ταχύτητα 𝑉1, ο πιλότος συνήθως σταματά το αεροσκάφος στο διάδρομο, ενώ αν
η βλάβη παρουσιαστεί σε ταχύτητα μεγαλύτερη από τη 𝑉1, η απογείωση συνεχίζεται. Τα διαστήματα μετρούνται
πάνω σε λεία, σκληρή και στεγνή επιφάνεια διαδρόμου.
Από την ικανοποίηση αυτού του κριτηρίου προκύπτει, όπως θα περιγράψουμε παρακάτω, μια σχέση μεταξύ της
φόρτισης πτέρυγας και του λόγου ώσης προς βάρος (φόρτιση ώσης), με αρχικά δεδομένα το FAR μήκος απογείωσης
και το μέγιστο συντελεστή άνωσης, ο οποίος προκύπτει από την ανάλυση του προηγούμενου κριτηρίου της
αποτυχημένης προσέγγισης.
11
Για να απομονώσουμε και συνεπώς να τονίσουμε μόνο τις σημαντικές από τις παραμέτρους που υπεισέρχονται στο
κριτήριο αυτό, θεωρούμε ότι η αεροδυναμική αντίσταση κατά τη διάρκεια της τροχιοδρόμησης, όπως επίσης και η
τριβή μεταξύ εδάφους και τροχών του αεροσκάφους, είναι μηδέν. Τότε οι παραπάνω σχέσεις (1)-(3) (οι οποίες
βασίζονται σε φυσικούς συσχετισμούς) είναι ικανές να περιγράψουν πλήρως την κατάσταση του υπό απογείωση
αεροσκάφους και, τελικά καταλήγουν συνδυασμένες στη σχέση 4 του Πίνακα.
Η σχέση 4, λοιπόν, καθορίζει το διάστημα επί του διαδρόμου απογείωσης μέχρι τη στιγμή της απογείωσης και για τις
προϋποθέσεις που θίξαμε. Το πραγματικό, όμως, μήκος απογείωσης πρέπει να αναμένεται λίγο μεγαλύτερο από αυτό
της σχέσης 4. Στο σημείο αυτό θα κάνουμε την υπόθεση ότι: για τη θεωρούμενη τάξη αεροσκαφών, το κατά FAR μήκος
απογείωσης πρέπει να έχει μια σχεδόν σταθερή σχέση με το μήκος τροχιοδρόμησης με όλες τις μηχανές του σε
λειτουργία. Έτσι, στη βάση αυτής της υπόθεσης περιμένουμε και το FAR μήκος απογείωσης (LT) να σχετίζεται παρόμοια
με την παράμετρο (𝑊𝑔/𝑆)/(𝜎 ∙ 𝐶𝐿𝑙𝑜 (𝑇0/𝑊𝑔)), όπως και το διάστημα 𝐿 𝑇,𝑔 .
Ωστόσο, ο συντελεστής 𝐶𝐿𝑙𝑜 που εμφανίζεται στην παραπάνω παράμετρο δεν μπορεί να ληφθεί απευθείας από τους
πίνακες χαρακτηριστικών μεγεθών των αεροσκαφών καθώς αναφέρεται στη χρονική στιγμή που το αεροσκάφος φτάνει
την ταχύτητα Vl0, και έτσι χωρίς σφάλμα (μιας και διαφέρουν λίγο) και χωρίς περιορισμό της εγκυρότητας των σχέσεων,
μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε στην παραπάνω παράμετρο το μέγιστο συντελεστή άνωσης για τη διαμόρφωση
απογείωσης (𝑪𝑳 , 𝑻).
Έτσι, όπως και στη σχέση 4 για το 𝐿 𝑇,𝑔 , έτσι και για το 𝐿 𝑇 στη σχέση 5 διατηρείται η αναλογία ως προς την παράμετρο
που προαναφέραμε (με το 𝐶𝐿,𝑇 βέβαια αντί του 𝐶𝐿𝑙𝑜 ) μόνο που τώρα έχουμε ένα νέο συντελεστή αντίστοιχο του Κ.
Ο συντελεστής αυτός (αριθμητικά : 6000/160 = 37.5) προέρχεται από την επεξεργασία των στοιχείων μετρήσεων που
έγιναν σε 20 περίπου διαφορετικά αεροσκάφη και τα αποτελέσματά τους φαίνονται στο παραπάνω σχήμα.
Συγκεκριμένα, η προσεγγιστική καμπύλη για το σύνολο των σημείων του σχήματος έχει κλίση όση ο συντελεστής που
αναφέραμε παραπάνω και, έτσι ξαναγράφοντας τη σχέση 5, αλλά με άλλη μορφή (σχέση 6), καταλήγουμε στην
ζητούμενη σχέση μεταξύ Φόρτισης πτέρυγας και λόγου ώσης προς βάρος (𝑇0 /𝑊𝑔 = 𝑓(𝑊𝑔 /𝑆)) που εντέλει αφορά
την ικανοποίηση του κριτηρίου του μήκους απογείωσης. Η σχέση αυτή, μαζί με τις τελικές σχέσεις που αφορούν στις
Φορτίσεις πτέρυγας και ώσης των άλλων κριτηρίων, θα χρησιμοποιηθεί αργότερα για την τελική διαδικασία
διαστασιολόγησης ενός αεροσκάφους, στο πρόγραμμα που θα αναπτυχθεί.
Συνεπώς, γνωρίζοντας ότι 𝛫 = 37.5 και χρησιμοποιώντας τις παρακάτω σχέσεις (5) και (6):
𝑊𝑔
37.5 ∙ ( 𝑆 )
𝐿𝑡 =
𝑇
𝜎 ∙ 𝐶𝐿,𝑇 ∙ ( 𝑆𝑜 )
𝑇𝑜 37.5 𝑊𝑔
= ∙( )
𝑊𝑔 𝜎 ∙ 𝐶𝐿,𝑇 ∙ 𝐿𝑇 𝑆
𝑻𝒐
= 𝟎. 𝟐𝟎𝟗
𝑾
12
4ο Κριτήριο: Κριτήριο Ρυθμού Ανόδου στο Β’ Τμήμα (2nd Segment Climb
Gradient Criterion)
Ένας ακόμα παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψιν στην μελέτη του ελιγμού απογείωσης είναι το κριτήριο του
κατά 𝐹𝐴𝑅 απαιτούμενου ρυθμού ανόδου στο Β’τμήμα απογείωσης. Πρακτικά, Β’ τμήμα απογείωσης εννοούμε εκείνο
το κομμάτι της τροχιάς πτήσης που ακολουθεί την απογείωση (και διεξάγεται με την ταχύτητα 𝑉2 ) και το οποίο
εκτείνεται από υψόμετρο 35 έως 400 [𝑓𝑡].
Οι κανονισμοί 𝐹𝐴𝑅 απαιτούν την ύπαρξη ικανής εγκαταστημένης ώσης στο αεροσκάφος, τέτοιας ώστε, σε περίπτωση
βλάβης μιας από τις μηχανές, να διατηρηθεί ο απαιτούμενος ρυθμός ανόδου κατά το Β’ τμήμα ανόδου που θα
ακολουθήσει, και ο οποίος ορίζεται αναλόγως τους κινητήρες που διαθέτει το αεροσκάφος. Μάλιστα το αεροσκάφος
πρέπει να ικανοποιεί αυτές τις απαιτήσεις με τα flaps στη θέση απογείωσης και το σύστημα προσγείωσης
ανασυρόμενο (flaps in take-off position & retracted landing gear).
Ο ζητούμενος λόγος ώσης προς βάρος (στην περίπτωσή μας ώση και μέγιστο βάρος κατά την απογείωση) υπολογίζεται
στο κριτήριο αυτό, όπως ακριβώς και στην περίπτωση του κριτηρίου της αποτυχημένης προσέγγισης (δεδομένα ίδια,
εκτός από τον 𝐶𝐿2 που υπολογίστηκε στο κριτήριο του μήκους απογείωσης, αντί του 𝐶𝐿𝛵 ), με τη βασική διαφορά ότι
εδώ ΔΕΝ λαμβάνεται υπόψιν η αύξηση στον συντελεστή αντίστασης λόγω του συστήματος προσγείωσης (𝐷𝐶𝐷𝑔 ),
αφού έχει ανασυρθεί κατά το Β’τμήμα απογείωσης. Οι σχέσεις που φαίνονται στον Πίνακα είναι κατ’ αντιστοιχία ίδιες
με την περίπτωση της αποτυχημένης προσέγγισης και δεν χρήζουν ιδιαίτερης αναφοράς, εκτός απ’το ότι αναφέρονται
σε βάρος και ώση απογείωσης (𝑊𝑔 και 𝛵0 ), όπως προαναφέρθηκε.
Σαν παρατήρηση θα μπορούσαμε να επισημάνουμε την περίπτωση που οι 𝐶𝐿𝛵 και 𝐶𝐿2 είναι ίδιοι (και με ίδιο 𝛢𝑅
πτέρυγας σαν δεδομένο), όπου όμως ο λόγος ώσης προς βάρος που απαιτείται για την περίπτωση της αποτυχημένης
προσέγγισης είναι μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο για το Β’ τμήμα απογείωσης. Το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται στην
αντίσταση του εκτεινόμενου συστήματος προσγείωσης στην περίπτωση της αποτυχημένης προσέγγισης, αν και το
μέγιστο βάρος απογείωσης είναι σχεδόν πάντα μεγαλύτερο από το μέγιστο προσγείωσης. Η σχέση μεταξύ των δύο
αυτών βαρών αναπτύσσεται στη συνέχεια.
Έτσι, προέκυψαν τα παρακάτω αποτελέσματα έπειτα από αντικατάσταση των τιμών στις σωστές μονάδες μέτρησης:
𝑳
= 𝟕. 𝟎𝟐
𝑫
𝑻
= 𝟎. 𝟑𝟒
𝑾
13
Κριτήρια Πτήσης
1ο Κριτήριο: Κριτήριο Ταχύτητας Πτήσης
Αυτό το κριτήριο προκύπτει από την ικανοποίηση των κριτηρίων πτήσης (Ταχύτητα, Εμβέλεια και Ωφέλιμο φορτίο).
Πρόκειται για μια σχέση μεταξύ του λόγου ώσης προς βάρους και της φόρτισης πτέρυγας, η οποία επιλέγεται κατά
τέτοιο τρόπο, ώστε το αεροσκάφος να μπορεί να πετάξει με ικανοποιητικά για να ισορροπήσει την αντίσταση ώση, με
ένα επιθυμητό Mach και, σε υψόμετρο που να επιτρέπει τη λειτουργία του με τον ειδικά σχεδιασμένο συντελεστή
άνωσης.
Για να επιτευχθεί η προσαρμογή του κινητήρα στο πλαίσιο του αεροσκάφος, ο εδώ προδιαγραφόμενος συντελεστής
άνωσης είναι και πάλι αυτός για το μέγιστο λόγο άνωσης προς αντίσταση (𝐶𝐿,𝑚𝑎𝑥 . Παράλληλα, οι φορτίσεις πτέρυγας
και ώσης αναφέρονται στο μέγιστο μικτό βάρος απογείωσης (𝑊𝑔 ). Βέβαια, η μέγιστη ταχύτητα, που αξιώνει την
ικανοποίηση του παρόντος κριτηρίου, επιτυγχάνεται σε μια τιμή βάρους λίγο κάτω από το μέγιστο απογείωσης. Όμως
η αναγωγή των φορτίσεων ώσης και πτέρυγας στο βάρος αυτό προϋποθέτει τη γνώση του πως μεταβάλλεται η
εγκαταστημένη ώση του αεροσκάφους με τον αριθμό Mach και το υψόμετρο.
Έτσι, στο επίπεδο της μέγιστης ταχύτητας ικανοποιούνται ταυτόχρονα οι σχέσεις 1 που παραπάνω Πίνακα. Με την
αντικατάσταση των σχέσεων 2 προκύπτει για την ώση η σχέση 3, η οποία με διαίρεση με τη σχέση του βάρους δίνει
τελικά τη σχέση (4), που είναι η ζητούμενη σχέση μεταξύ Φορτίσεων ώσης και πτέρυγας για την ικανοποίηση του
κριτηρίου της μέγιστης ταχύτητας. Ειδικά για τη δυναμική πίεση (q) έχουμε να επισημάνουμε ότι: αν η μέγιστη
ταχύτητα είναι γνωστή σαν συνδυασμός του αριθμού Mach και του υψομέτρου, τότε σύμφωνα με το σχήμα ή την
προσεγγιστική σχέση του παραπάνω Πίνακα η τιμή της πίεσης (q) είναι και αυτή γνωστή και διαθέσιμη προς χρήση στη
σχέση (4) του ίδιου Πίνακα.
𝛵𝜊 (𝐶𝐷𝑜 + 𝐷𝐶𝐷𝑜 ) ∙ 𝑞 1 𝑊𝑔
= + ( )
𝑊𝑔 𝑊𝑔 𝜋 ∙ 𝛢𝑅 ∙ 𝜀 ∙ 𝑞 𝑠
𝑠
14
Η προηγούμενη μεθοδολογία που αφορά την ικανοποίηση του κριτηρίου της μέγιστης ταχύτητας, δεν λειτουργεί
απόλυτα σωστά για ταχύτητες πάνω από 𝑀𝑎𝑐ℎ = 0.5, αφού τα φαινόμενα συμπιεστότητας για αυτές τις ταχύτητες
και πάνω επιδρούν αισθητά (αλλά όχι ιδιαίτερα σημαντικά). Μια ακριβής προσέγγιση όμως θα απαιτούσε τη
διαμόρφωση της τιμής του συντελεστή αντίστασης 𝐶𝐷,𝑜 έτσι, ώστε να συμπεριληφθεί και η επίδραση αυτή των
φαινομένων συμπιεστότητας.
Έτσι, λοιπόν, στην τιμή του 𝐶𝐷,𝑜 που υπολογίζεται με ειδική μεθοδολογία, πρέπει να προστεθεί και μια τιμή αύξησής
του (𝐷𝐶𝐷,𝑜 ) λόγω συμπιεστότητας, οπότε η σχέση (4) του προηγούμενου Πίνακα μετασχηματίζεται στην (1) του Πίνακα
παραπάνω. Παράλληλα, το σχήμα του Πίνακα παρέχει μια γρήγορη και αξιόπιστη μέθοδο προσδιορισμού της αύξησης
𝐷𝐶𝐷,𝑜 ανάλογα με την κατηγορία αεροσκάφους που μελετάται (ενδεικτικό σχήμα που περιέχει και ελικοφόρα).
Σύμφωνα, τώρα, με την Σχέση (2) η επιθυμητή εμβέλεια επιτυγχάνεται με το ελάχιστο κλάσμα καυσίμου, όταν το
αεροσκάφος πετά με τη μέγιστη τιμή του συντελεστή Β. Ο τελευταίος μπορεί να γραφεί σε μία από τις μορφές της
Σχέσης (3), για την οποία έχουμε να επισημάνουμε τα εξής: η ταχύτητα του ήχου μειώνεται, ως γνωστό, με το υψόμετρο
(βλ. σχήμα) μέχρι την τροπόσφαιρα (περίπου 35000 [𝑓𝑡]) πάνω από την οποία παραμένει σταθερή με περαιτέρω
αύξηση του υψομέτρου μέχρι το μέγιστο των 105000 [𝑓𝑡]. Ανεξάρτητα, όμως με το υψόμετρο στο οποίο μελετάται το
αεροσκάφος, η Σχέση (3) δείχνει και αυτή, ότι το ελάχιστο κλάσμα καυσίμου για μια δεδομένη εμβέλεια επιτυγχάνεται
εντέλει όταν ο συντελεστής Breguet γίνεται μέγιστος.
15
Ο αριθμός Mach πτήσης, τώρα, είναι σαφώς προσδιοριζόμενη ποσότητα και, για το υψόμετρο στο οποίο μελετάται το
αεροσκάφος, επιλέγεται συνήθως η τιμή του να είναι λίγο μικρότερη από τον ονομαζόμενο 𝐹𝑜𝑟𝑐𝑒 𝐷𝑖𝑣𝑒𝑟𝑔𝑒𝑛𝑐𝑒
𝑀𝑎𝑐ℎ 𝑁𝑢𝑚𝑏𝑒𝑟, ο οποίος είναι εκείνος ο αριθμός Mach στον οποίο συμβαίνουν μεγάλες αλλαγές στα αεροδυναμικά
χαρακτηριστικά του αεροσκάφους, εξαιτίας του σχηματισμού κυμάτων κρούσης πάνω στο αεροσκάφος. Ο συντελεστής
Breguet σ’αυτό τον αριθμό Mach γίνεται μέγιστος, όταν το αεροσκάφος λειτουργεί στη μέγιστη τιμή του λόγου άνωσης
προς αντίσταση, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι το αεροσκάφος λειτουργεί μόνο σε αυτή την κατάσταση
(𝐿/𝐷 𝑚𝑎𝑥).
16
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψιν στον καθορισμό του κλάσματος καυσίμου
(𝑊𝑓/𝑊𝑔), είναι η ποσότητα του αποθέματος καυσίμων (reserve fuel amount) που πρέπει να φέρει το αεροσκάφος
για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων καταστάσεων. Οι απαιτήσεις σε αποθέματα καυσίμου αναφέρονται κατά ένα
μέρος στο 𝐹𝐴𝑅 121, ενώ πιο ειδικοί κανόνες για τον ακριβέστερο υπολογισμό του ποσού αυτού δίνονται από την
𝐴𝑖𝑟 𝑇𝑟𝑎𝑛𝑠𝑝𝑜𝑟𝑡 𝐴𝑠𝑠𝑜𝑐𝑖𝑎𝑡𝑖𝑜𝑛 (𝛢𝛵𝛢). Το ποσό του αποθέματος που καθορίζεται από τους κανόνες αυτούς είναι κατά
υπέρβαση των ελάχιστων απαιτήσεων κατά FAR, ωστόσο αντιπροσωπεύει πλήρως τις σύγχρονες λειτουργικές
πρακτικές των αερομεταφορών.
Το παραπάνω μέγεθος των αποθεμάτων καυσίμων εξαρτάται τόσο από τον τύπο του αεροσκάφους, όσο και από τη
φύση της λειτουργίας του. Έτσι, ένα υποηχητικό αεροσκάφος πρέπει να έχει διαφορετικά αποθέματα καυσίμου από
ένα υπερηχητικό, όπως συμβαίνει και για ένα αεροσκάφος που εκτελεί διεθνείς πτήσεις από ένα που προορίζεται για
εγχώριες διαδρομές. Βέβαια, ο ακριβής καθορισμός των αποθεμάτων καυσίμων για κάθε αεροσκάφος απαιτεί μια
αρκετά λεπτομερή μελέτη, ιδιαίτερα μάλιστα όταν πρόκειται για έναν καθ’ όλα ακριβή και αναλυτικό υπολογισμό με
εξελιγμένα υπολογιστικά προγράμματα διαστασιολόγησης. Ωστόσο, στην παρούσα ανάλυση μια πρόσθετη αύξηση της
σχεδιαζόμενης εμβέλειας κατά 400 − 600 [𝑚𝑖𝑙𝑒𝑠] κατά περίπτωση, φαίνεται ικανή να καλύψει τα απαιτούμενα
αποθέματα καυσίμου σε έναν πρόχειρο υπολογισμό χωρίς ιδιαίτερη ακρίβεια, αλλά και χωρίς μεγάλες αποκλίσεις από
τις πραγματικές απαιτήσεις.
17
Για τον καθορισμό των βαρών του αεροσκάφους η μέθοδος που θα υιοθετήσουμε είναι κατά βάση απλή και στηρίζεται
πάλι σε πειραματικά αποτελέσματα μετρήσεων σε σύγχρονα αεροσκάφη. Η παράμετρος 𝑈 = 1 − (𝑊𝑒/𝑊𝑔)
παρουσιάζεται βάσει πειραματικών μετρήσεων στο σχήμα παραπάνω σαν συνάρτηση της φόρτισης ώσης (𝑇0 /𝑊𝑔)
για 41 διαφορετικά αεροσκάφη τύπου JET των οποίων τα μικτά βάρη εκτείνονται από 10000 έ𝜔𝜍 800000 [𝑙𝑏] και
έχουν λόγους ώσης προς βάρος (𝑇0 /𝑊𝑔) από 0.23 ως 0.46. Η ώση που χρησιμοποιείται στον παραπάνω λόγο είναι η
μη εγκαταστημένη ώση για τις μηχανές μόνο. Στο παραπάνω διάγραμμα, αν και παρατηρείται μεγάλη διασπορά στα
πειραματικά σημεία, θα μπορούσαμε χωρίς ιδιαίτερο σφάλμα να προσεγγίσουμε τη σχέση μεταξύ του 𝑈 και του
(𝑇0 /𝑊𝑔) με γραμμική συνάρτηση, όπου 𝐶 = 0.76875 και 𝛫 = 125/120. Τα περισσότερα σημεία τότε θα είναι μέσα
στα όρια του ±10% από την ευθεία του σχήματος. Έτσι, με γνωστή τη φόρτιση ώσης (όπως αυτή θα επιλεγεί στη
συνέχεια με την ταυτόχρονη θεώρηση των κριτηρίων λειτουργίας) μπορούμε να υπολογίσουμε την παράμετρο 𝑈, με
την προϋπόθεση όμως ότι το προς σχεδίαση αεροσκάφος έχει τις ίδιες προδιαγραφές με τα αεροσκάφη των μετρήσεων
παραπάνω και περιθώρια βαρών μέσα στα ίδια όρια που προαναφέρθηκαν.
Μετά την αυτόνομη μελέτη όλων των λειτουργικών κριτηρίων, η διαδικασία διαστασιολόγησης ολοκληρώνεται με την
αξίωση της ταυτόχρονης εκπλήρωσης όλων των κριτηρίων και την κατασκευή του χάρτη των καμπυλών των κριτηρίων
αυτών, ώστε να επιλεγεί το ένα ζεύγος τιμών 𝑊𝑔 /𝑆 και 𝑇0 /𝑊𝑔 , η τιμή του οποίου (αφού θα ικανοποιεί και τα πέντε
κριτήρια) θα χρησιμοποιηθεί στον προσδιορισμό της ζητούμενης επιφάνειας πτέρυγας (S) και της ώσης (𝑇0 ) των
μηχανών. Τα τελευταία αυτά μεγέθη υπολογίζονται άμεσα, με γνωστές τις τιμές του 𝑊𝑔 και των λόγων 𝑊𝑔 /𝑆 και 𝑇0 /𝑊𝑔 .
Αναλυτικά, τώρα, για κάθε καμπύλη: η παραπάνω σχέση 1 προέκυψε, ως γνωστό, από τη μελέτη του κριτηρίου του
μήκους προσγείωσης. Για δεδομένη τιμή του συντελεστή άνωσης κατά τη φάση προσέγγισης και του μήκους
προσγείωσης, όπως αυτά καθορίστηκαν στο αντίστοιχο κριτήριο, η τιμή της Φόρτισης πτέρυγας (𝑊𝑔 /𝑆) είναι σταθερή
και έτσι η αντίστοιχη καμπύλη στο χάρτη είναι ευθεία παράλληλη στον άξονα της Φόρτισης ώσης (𝑇0 /𝑊𝑔 ). Όμοια, από
τις σχέσεις 2 και 4 για τα κριτήρια Αποτυχημένης προσέγγισης και Ρυθμού ανόδου κατά το Β’τμήμα ανόδου, με γνωστές
τις τιμές των μεγεθών στα δεύτερα μέλη των σχέσεων, φαίνεται ότι οι Φορτίσεις ώσης είναι σταθερές και έτσι οι
αντίστοιχες καμπύλες παράλληλες στον οριζόντιο άξονα (𝑊𝑔 /𝑆). Από τη σχέση 3 για το κριτήριο του μήκους
απογείωσης είναι επίσης εμφανές ότι η συνάρτηση των Φορτίσεων ώσης και πτέρυγας είναι γραμμική (και περνά από
την αρχή των αξόνων) και έτσι δικαιολογείται η μορφή της αντίστοιχης καμπύλης του κριτηρίου στον χάρτη.
Τέλος, η μη γραμμική σχέση 5 που προέκυψε από το κριτήριο της μέγιστης ταχύτητας απεικονίζεται στο χάρτη με την
αντίστοιχη καμπύλη, της οποίας όμως η μορφή δικαιολογεί την προσέγγισή της με ευθεία της ίδιας κλίσης χωρίς
ιδιαίτερο σφάλμα. Στο χάρτη τονίζονται επίσης με σκίαση οι μη αποδεκτές περιοχές των καμπυλών, οι οποίες
διαμορφώνονται από τη φυσική σημασία των περιορισμών ανά κριτήριο. Για παράδειγμα, στα κριτήρια Αποτυχημένης
προσέγγισης και Ρυθμού ανόδου κατά το Β’τμήμα η τιμή της Φόρτισης ώσης που υπολογίζεται από τις αντίστοιχες
σχέσεις είναι οι ελάχιστες απαιτούμενες, γι’αυτό και απορρίπτονται οι περιοχές κάτω από τις ευθείες του χάρτη.
Επομένως με την χρήση όλων των παραπάνω είναι εφικτή η εύρεση της τιμής 𝑈 μέσω της εμπειρικής σχέσης και
μετέπειτα ο υπολογισμός του ολικού βάρους και του βάρους καυσίμου (βασικές παράμετροι) αλλά και όλων των
υπόλοιπων βαρών και έτσι και η εύρεση του σημείου σχεδιασμού. Επιπλέον, μπορούν να βρεθούν οι παράμετροι του
wing span καθώς και της πρόωσης. Αξίζει να αναφερθεί ότι για την εύρεση των παραπάνω χρησιμοποιήθηκε ο λόγος
𝑇0 /𝑊𝑔 από το 2ο κριτήριο της αποτυχημένης προσέγγισης. Έτσι από την χρήση των υπολογιστικών εργαλείων που
χρησιμοποιήσαμε προκύπτουν:
𝒒 = 𝟏𝟑𝟏. 𝟎𝟏
𝒂 = 𝟓𝟕𝟕 [𝒌𝒏𝒐𝒕𝒔]
𝑩𝒓𝒆𝒈𝒖𝒆𝒕 𝑭𝒂𝒄𝒕𝒐𝒓 = 𝟔𝟒𝟐𝟗. 𝟐𝟗[𝒌𝒏𝒐𝒕𝒔/𝒍𝒃/𝒍𝒃/𝒉]
𝑼 = 𝟎. 𝟒𝟐𝟐𝟕
18
Σχεδιασμός χάρτη καμπυλών κριτηρίων
Από τα παραπάνω κριτήρια που αναλύθηκαν προέκυψαν επομένως σχέσεις που συσχετίζουν τον λόγο φόρτισης της
πτέρυγας 𝑊𝑔 /𝑆 και του λόγου φόρτισης της ώσης 𝑇/𝑊𝑔 . Συνοπτικά, αυτές είναι:
𝑊𝐿 𝑙𝐿 𝐶𝐿𝐴 𝜎
=
𝑆 17.152 0.3
𝛵𝜊 𝑁 𝐶𝐿𝐴
=( )(𝛾 + ( )−1 )
𝑊𝑔 𝑁−1 (𝐶2 )
𝑐𝐷0 + +𝐷𝐶𝐷𝑓 + 𝐷𝐶𝐷𝑔 + 𝜋𝛢𝑅𝜀 𝐿
𝑜𝑠𝑤𝑎𝑙𝑑
𝛵𝜊 37.5 𝑊𝑔
=
𝑊𝑔 𝐿𝑇 𝜎𝐶𝐿𝑇 𝑆
𝛵𝑜 𝑁 𝐶𝐿2
=( )(𝛾 + ( )−1 )
𝑊𝑔 𝑁−1 (𝐶2 )
𝑐𝐷0 + +𝐷𝐶𝐷𝑓 + 𝜋𝛢𝑅𝜀𝐿2
𝑜𝑠𝑤𝑎𝑙𝑑
𝛵𝜊 𝐶𝐷0 𝑞 1 𝑊𝑔
= + ( )
𝑊𝑔 𝑊𝑔 𝜋𝐴𝑅𝜀𝑞 𝑆
𝑆
Από αυτές τις σχέσεις, μπορούμε να κάνουμε την χάραξη του χάρτη των καμπυλών. Αξιολογώντας τις αποκλίσεις που
προκύπτουν από το κάθε κριτήριο, καταλήξαμε στο σημείο λειτουργίας. Αξίζει να σημειωθεί πως στο σημείο τομής
μεταξύ των καμπυλών για το κριτήριο της μέγιστης ταχύτητας και του κριτηρίου μήκους απογείωσης, έχουμε εκείνο
το σημείο που ικανοποιεί και τα δύο αυτά κριτήρια ταυτόχρονα αλλά και εξασφαλίζει και το κριτήριο ρυθμού ανόδου
στο Β’ τμήμα. Επομένως, προκύπτει το παρακάτω χάρτης καμπυλών:
Εικόνα 3. Χάρτης Καμπυλών των Κριτηρίων καθώς και απεικόνιση του σχεδιαστικού και κατασκευαστικού σημείου κατά την
προκαταρκτική σχεδίαση (πράσινη κουκίδα).
19
ΜΕΡΟΣ 2Ο: Σύγκριση Αποτελεσμάτων και Παραμετρική Ανάλυση
Σύγκριση Αποτελεσμάτων
Σε αυτό το μέρος θα κάνουμε μία σύγκριση των αρχικών αποτελεσμάτων που προέκυψαν έπειτα από την
προκαταρκτική σχεδίαση, αναφερόμενοι και στην απόκλιση των βασικών παραμέτρων με βάση αυτές που δίνει ο
κατασκευαστής. Έχοντας λοιπόν λάβει τα δεδομένα από το σημείο σχεδιασμού που βρήκαμε προηγουμένως (από το
διάγραμμα των καμπυλών) και κάνοντας τους απαραίτητους υπολογισμούς για να προκύψουν οι τιμές των ζητούμενων
παραμέτρων, μπορούμε να δούμε στον παρακάτω πίνακα την σύγκριση.
Όπως μπορούμε να δούμε από τον παραπάνω πίνακα, οι αποκλίσεις είναι μικρές, με την έννοια ότι είναι κάτω του 20%
(όπως αναφέρεται και από την θεωρία προκειμένου να θεωρηθούν αποδεκτές), συνεπώς βρισκόμαστε στα ανεκτά
επίπεδα. Επιπλέον όπως είπαμε και πριν, το κατασκευαστικό και σχεδιαστικό σημείο, βρίσκεται εντός των καμπυλών
των δύο απαραίτητων κριτηρίων, μήκους προσγείωσης και μήκους απογείωσης.
Από τον παραπάνω πίνακα, παρατηρούμε ότι με αύξηση του συντελεστή άνωσης, οι αποκλίσεις του σημείου
σχεδιασμού από το σημείο του κατασκευαστή αρχίζουν να αυξάνονται και μάλιστα στην παράμετρο του ολικού βάρους
παρατηρούμε πλησιάζει την τιμή του 20% (για μη αποδεκτές τιμές) το οποίο όμως συμβαίνει και λόγω της μεγάλης
μεταβολής που έχουμε χρησιμοποιήσει. Όπως θα δούμε και στο παρακάτω διάγραμμα, έχουμε μία οριζόντια
μετατόπιση του μήκους απογείωσης (αριστερά με αύξηση του συντελεστή και δεξιά με μείωση αυτού). Επιπλέον,
έχουμε μεταβολή και της καμπύλης της αποτυχημένης προσγείωσης προς τα άνω με αύξηση του συντελεστή και προς
τα κάτω για μείωση αυτού ενώ αντίστοιχα συμπεριφέρεται και η καμπύλη του ρυθμού ανόδου στο Β’ τμήμα (επειδή η
μεταβολή δεν ήταν τόσο μεγάλη – οπτική στο σχήμα – οι καμπύλες δεν τοποθετήθηκαν εντός του διαγράμματος κυρίως
για καλύτερο οπτικό αποτέλεσμα.
Παρακάτω μπορούμε να δούμε τις μεταβολές που προέκυψαν (για τις καμπύλες που δεν έχουν τοποθετηθεί μπορεί
αν φανεί οπτικά από την διαφορά των τιμών η μεταβολή που πραγματοποιείται σε σχέση με τον αρχικό χάρτη
καμπυλών).
20
Εικόνα 4. Χάρτης Καμπυλών των Κριτηρίων για μεταβολή του συντελεστή άνωσης 𝑪𝑳𝑨 κατά ±20%.
Παρατηρούμε ότι για μεταβολή του συντελεστή αντίστασης, έχουμε αύξηση των αποκλίσεων με αύξηση του
συντελεστή και μείωση αυτών με μείωση αυτού. Προφανώς εξαίρεση αποτελεί το βάρος του καυσίμου όπου για
αύξηση του συντελεστή αντίστασης έχουμε μία μικρή αύξηση (βέβαια θα αναμέναμε μεγαλύτερη καθώς θα έπρεπε
να προσπαθήσει περισσότερο να νικήσει τις αεροδυναμικές αντιστάσεις που αναπτύσσονται) ενώ με μείωση του
συντελεστή έχουμε μεγαλύτερη απόκλιση όπως και είναι αναμενόμενο αφού για μικρότερη αντίσταση και σταθερή
κατανάλωση καυσίμου, έχουμε μικρότερη απαιτούμενη πρόωση για το αεροσκάφος μας.
Στο παρακάτω διάγραμμα μπορούμε να δούμε και την συμπεριφορά της καμπύλης του κριτηρίου της ταχύτητας
πτήσης.
21
Εικόνα 5. Χάρτης Καμπυλών των Κριτηρίων για μεταβολή του συντελεστή άνωσης 𝑪𝑫𝒐 κατά ±20%.
Aspect Ratio
Ομοίως με προηγουμένως, θα γίνει μεταβολή της αρχικής τιμής κατά 20%. Συνεπώς, κάνοντας τις κατάλληλες αλλαγές,
προκύπτει ο παρακάτω πίνακας τιμών:
Ολοκληρώνοντας, παρατηρούμε τις μεταβολές που πραγματοποιούνται στις παραμέτρους με βάση τις δύο τελευταίες
αλλαγές των μεταβλητών. Παρατηρούμε ότι με αύξηση του aspect ratio, οι αποκλίσεις ελαττώνονται με εξαίρεση αυτή
της ώσης η οποία αυξάνεται σημαντικά. Στην περίπτωση της μείωσης έχουμε αύξηση στο ολικό βάρος (δηλαδή
μεγαλύτερη απόκλιση). Από την άλλη, με αλλαγή της ειδικής κατανάλωσης καυσίμου παρατηρούμε τις αναμενόμενες
αλλαγές στην παράμετρο του βάρους των καυσίμων όπως και ήταν αναμενόμενο, ενώ βλέπουμε πως οι συνολικές
αποκλίσεις επηρεάζονται σημαντικά σε κάθε περίπτωση (είτε αύξηση είτε μείωση) αφού αποτελεί και μία από τις
βασικότερες μεταβλητές.
22
ΜΕΡΟΣ 3Ο
Στο 3ο μέρος της εργασίας θα εξετάσουμε την συμπεριφορά της πτέρυγας (μέσω της αεροτομής που χρησιμοποιείται)
για το Falcon 7X. Θα εξετάσουμε διάφορες περιπτώσεις που αφορούν διαφορετικές συνθήκες πτήσης προκειμένου να
δούμε την αεροδυναμική συμπεριφορά καθώς και με την περίπτωση των flaps, εξετάζοντας την συνολική άνωση και
αντίσταση της πτέρυγας.
Επιπλέον, καθώς γνωρίζουμε ότι θα γίνει μελέτη και με χρήση flaps, προβήκαμε και στην σχεδίαση της υπάρχουσας
αεροτομής (ή καλύτερα τροποποίησής της), εισάγοντας flaps. Η διαδικασία αυτή πραγματοποιήθηκε μέσα στο
λογισμικό XFOIL και στην παρακάτω εικόνα μπορούμε να δούμε την δημιουργία της “νέα” αεροτομής.
Αξίζει να σημειωθεί πως επιλέξαμε στην προκαταρκτική σχεδίαση τα flaps να έχουν γωνία κλίσης 25° και θεωρήσαμε
ότι παρεκκλίνουν στο 80% της αεροτομής (η επιλογή αυτή έγινε έπειτα από μία σύντομη έρευνα όπου και βρέθηκε
ότι το εύρος έναρξης κυμαίνεται μεταξύ του 80% με 90% της αεροτομής).
Επομένως, στην παρακάτω εικόνα, μπορούμε να δούμε το τελικό αποτέλεσμα, το οποίο έχουμε αποθηκεύσει για να
κάνουμε την ανάλυση όπως και στην περίπτωση χωρίς flaps.
23
Εικόνα 8. Τελική αεροτομή NACA 23012 με flaps.
Εικόνα 9. Διαγράμματα 𝐶𝐿 , 𝐶𝐷 και 𝐶𝑀 συναρτήσει του angle of attack για την αεροτομή NACA 23012
χωρίς την χρήση flaps σε συνθήκες αεροδρομίου.
24
Διαγράμματα με την χρήση flaps (σύγκριση)
Στα παρακάτω διαγράμματα απεικονίζονται οι πολικές της NACA 23012, για πτήση με flaps σε συνθήκες αεροδρομίου.
Εικόνα 10. Διαγράμματα 𝐶𝐿 , 𝐶𝐷 και 𝐶𝑀 συναρτήσει του angle of attack για την αεροτομή NACA 23012 με την χρήση flaps σε συνθήκες
αεροδρομίου (σύγκριση αυτών με τις προηγούμενες καμπύλες).
𝑪𝑳𝟎.𝟐
𝑪𝑳𝟎.𝟗 =
√𝟏 − 𝑴𝟐𝒄𝒓𝒖𝒊𝒔𝒆
Συνεπώς, προκύπτει το παρακάτω διάγραμμα:
Εικόνα 11. Διάγραμμα 𝐶𝐿 για την αεροτομή NACA 23012 χωρίς την χρήση flaps, για επίπεδο κρουαζιέρας για αριθμό Mach ίσο με 0.9.
Όπως μπορούμε να δούμε από το παραπάνω διάγραμμα, μπορούμε να βρούμε ότι η γωνία για να έχουμε το
αποτέλεσμα που βρήκαμε προηγουμένως 𝐶𝐿2𝐷 = 0.4119 είναι περίπου στις 0.7° και αυτή θα είναι και η γωνία που θα
χρησιμοποιήσουμε παρακάτω στην επαλήθευση της αεροδυναμικής συμπεριφοράς της πτέρυγας με βάση τη θεωρία
γραμμής άνωσης. Επιπλέον, βρίσκουμε και τη γωνία για το 𝐶𝐿𝑡.𝑜𝑓𝑓 = 2.8, η οποία αντιστοιχεί σε 9.1° περίπου (γωνία
σφήνωσης).
Πέρα από τους παραπάνω πειραματισμούς, απαραίτητη ήταν και η αλλαγή σε ορισμένα αρχεία του λογισμικού. Έτσι,
έγιναν και κάποιες άλλες αλλαγές στο αρχείο 𝑎𝑒𝑟𝑜𝑖𝑛. 𝑖𝑛𝑝 στα μεγέθη που περιέχει εντός, σύμφωνα πάντα με αυτά
που υποδείχθηκαν κατά την θεωρία αλλά και τα δεδομένα που έχουμε και αφορούν παραδείγματος χάρη το aspect
ratio, την γωνία σφήνωσης. Επιπλέον, έγινε αλλαγή των αρχείων 𝑐𝑙𝑐𝑑𝑐𝑚_𝑤𝑖𝑛𝑔 εισάγοντας εντός κάθε φορά τα
αποτελέσματα που βρήκαμε από την χρήση του 𝑋𝐹𝑂𝐼𝐿.
26
Έτσι, με βάση τα παραπάνω, καταλήξαμε στα παρακάτω αποτελέσματα:
Τα αποτελέσματα αυτά δεν είναι προφανώς τα ακριβή που βρήκαμε παραπάνω αλλά όπως μπορούμε να
παρατηρήσουμε είναι πάρα πολύ κοντά στις επιθυμητές τιμές που βρήκαμε. Συνεπώς, αν και με μια μικρή απόκλιση,
είναι αποδεκτά.
27